EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52015PC0086

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων όσον αφορά θέματα που άπτονται του ουσιαστικού ποινικού δικαίου και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις

/* COM/2015/086 final - 2015/0043 (NLE) */

52015PC0086

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων όσον αφορά θέματα που άπτονται του ουσιαστικού ποινικού δικαίου και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις /* COM/2015/086 final - 2015/0043 (NLE) */


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Οι προσυνεννοημένοι αγώνες θεωρούνται ευρέως μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τον αθλητισμό σήμερα, καθώς υπονομεύουν τις αξίες του αθλητισμού όπως είναι η ακεραιότητα, η ευγενής άμιλλα και ο σεβασμός στους άλλους. Εξαιτίας τους υπάρχει κίνδυνος απομάκρυνσης των οπαδών και υποστηρικτών από το οργανωμένο άθλημα. Επιπλέον, οι προσυνεννοημένοι αγώνες συχνά σχετίζονται με κυκλώματα του οργανωμένου εγκλήματος σε παγκόσμια κλίμακα. Το πρόβλημα αυτό έχει αποκτήσει τον χαρακτήρα του επείγοντος πλέον για τις δημόσιες αρχές, το αθλητικό κίνημα και τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου παγκοσμίως. Ανταποκρινόμενο σε αυτές τις προκλήσεις, το Συμβούλιο της Ευρώπης απηύθυνε το καλοκαίρι του 2012 πρόσκληση στα συμβαλλόμενα μέρη της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τον Πολιτισμό για την έναρξη διαπραγματεύσεων σχετικά με σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αποτελεσμάτων. Οι διαπραγματεύσεις άρχισαν τον Οκτώβριο του 2012 με την πρώτη συνάντηση της συντακτικής ομάδας του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Στις 13 Νοεμβρίου 2012 η Επιτροπή εξέδωσε «τη σύσταση για απόφαση του Συμβουλίου με την οποία εξουσιοδοτείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμμετάσχει, εξ ονόματος της ΕΕ, στις διαπραγματεύσεις για διεθνή σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης με αντικείμενο την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αποτελεσμάτων»[1]. Η σύσταση της Επιτροπής διαβιβάστηκε στην ομάδα εργασίας του Συμβουλίου για τον αθλητισμό στις 15 Νοεμβρίου 2012. Μετά από διαβουλεύσεις στους κόλπους της ομάδας εργασίας, το Συμβούλιο χώρισε το σχέδιο απόφασης σε δύο αποφάσεις λόγω της προσθήκης ουσιαστικών νομικών βάσεων από το Συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένης νομικής βάσης η οποία απορρέει από το Μέρος 3 Τίτλος V της ΣΛΕΕ.[2] Η μία απόφαση σχετικά με τα θέματα που άπτονται των στοιχημάτων και του αθλητισμού εκδόθηκε από το Συμβούλιο στις 10 Ιουνίου 2013.[3] Η άλλη απόφαση εκδόθηκε από το Συμβούλιο στις 23 Σεπτεμβρίου 2013 και αφορούσε τα θέματα που άπτονται της συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας.[4]

Η Επιτροπή, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου, συμμετείχε στις επακόλουθες διαπραγματεύσεις, οι οποίες κορυφώθηκαν στις 9 Ιουλίου 2014 με την έγκριση από τους αντιπροσώπους των υπουργών στο Συμβούλιο της Ευρώπης της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων.[5] Κατόπιν αυτού, η σύμβαση άνοιξε προς υπογραφή στις 18 Σεπτεμβρίου 2014 στη διάσκεψη υπουργών Αθλητισμού του Συμβουλίου της Ευρώπης. Σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 3 της σύμβασης, η σύμβαση είναι ανοικτή προς υπογραφή από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έως σήμερα η σύμβαση έχει υπογραφεί από διάφορα συμβαλλόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων κρατών μελών.

Δεδομένης της διεθνούς διάστασης του φαινομένου των προσυνεννοημένων αγώνων, η σύμβαση είναι επίσης ανοικτή προς υπογραφή σε μη ευρωπαϊκές χώρες. Αυτή η πτυχή είναι ζωτικής σημασίας αφού η παγκόσμια συνεργασία, ιδίως με χώρες όπου τα αθλητικά στοιχήματα είναι διαδεδομένα όπως οι χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας, θεωρείται ουσιαστικό στοιχείο για την αποτελεσματική καταπολέμηση των διεθνικών κυκλωμάτων οργανωμένου εγκλήματος που εμπλέκονται σε προσυνεννοημένους αγώνες και λειτουργούν σε διάφορες ηπείρους. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η σύμβαση μπορεί να αποτελέσει αποτελεσματικό μέσο για την καταπολέμηση του φαινομένου των προσυνεννοημένων αγώνων.

Το άρθρο 165 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι η δράση της ΕΕ έχει ως στόχο να αναπτύσσει την ευρωπαϊκή διάσταση του αθλητισμού, μεταξύ άλλων προάγοντας τη δικαιότητα και τον ανοιχτό χαρακτήρα των αθλητικών αναμετρήσεων και τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων για τον αθλητισμό φορέων. Επιπλέον, στο άρθρο 165 της ΣΛΕΕ καλούνται η Ένωση και τα κράτη μέλη να ευνοούν τη συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς σε θέματα αθλητισμού, και ειδικότερα με το Συμβούλιο της Ευρώπης. Η δράση της ΕΕ μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση των διακρατικών προκλήσεων με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπος ο αθλητισμός στην Ευρώπη, όπως οι προσυνεννοημένοι αγώνες, για την οποία απαιτούνται συνδυασμένες προσπάθειες και μια στενά συντονισμένη προσέγγιση.

Ένας από τους κύριους στόχους της σύμβασης είναι η προώθηση της εθνικής και διεθνούς συνεργασίας, και στο κεφάλαιο ΙΙΙ θεσπίζεται σειρά διατάξεων οι οποίες αποσκοπούν στη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ όλων των ενδιαφερόμενων μερών. Η καταπολέμηση του φαινομένου των προσυνεννοημένων αγώνων προϋποθέτει στενή συνεργασία μεταξύ του αθλητικού κινήματος, των κυβερνήσεων, των φορέων εκμετάλλευσης στοιχημάτων, των αρχών επιβολής του νόμου και των διεθνών οργανισμών. Ένα τόσο ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών συνεπάγεται ιδιαίτερες προκλήσεις· η ΕΕ μπορεί να συμβάλει στη σύγκλιση και στη διασφάλιση μιας συντονισμένης προσέγγισης.

Η πρόοδος των κρατών μελών όσον αφορά την καταπολέμηση του φαινομένου των προσυνεννοημένων αγώνων δεν είναι ομοιόμορφη. Λόγω της διακρατικής φύσης του φαινομένου των προσυνεννοημένων αγώνων θα απαιτηθεί κατά πάσα πιθανότητα η συνεργασία με κράτη μέλη τα οποία διαθέτουν διαφορετικό επίπεδο πείρας, δημιουργώντας την ανάγκη για ανταλλαγή ορθών πρακτικών και ανάπτυξη ικανοτήτων. Εν προκειμένω, η ΕΕ μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη ικανοτήτων, λειτουργώντας ως καταλύτης της συνεργασίας και συμβάλλοντας, εν τέλει, στην εφαρμογή της σύμβασης.

Η υπογραφή της παρούσας σύμβασης πρέπει να αποτελέσει μέρος των προσπαθειών της Επιτροπής να συμβάλει στην καταπολέμηση του φαινομένου των προσυνεννοημένων αγώνων, σε συνδυασμό με άλλα εργαλεία όπως η επικείμενη πρωτοβουλία της Επιτροπής σχετικά με τους προσυνεννοημένους αγώνες που συνδέονται με στοιχήματα, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τα τυχερά παιχνίδια σε απευθείας σύνδεση (2012),[6] οι εργασίες της ομάδας εμπειρογνωμόνων της ΕΕ για τους προσυνεννοημένους αγώνες, καθώς και προπαρασκευαστικές δράσεις και σχέδια που αφορούν ειδικά τους προσυνεννοημένους αγώνες.[7]

Σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου οι οποίες επιτρέπουν την έναρξη των διαπραγματεύσεων, θα πρέπει, πριν από την προσχώρηση της Ένωσης, να γίνει ανάλυση των σχετικών αρμοδιοτήτων· συγκεκριμένα «η νομική φύση της σύμβασης και ο καταμερισμός των εξουσιών μεταξύ των κρατών μελών και της Ένωσης θα καθοριστεί χωριστά στο τέλος των διαπραγματεύσεων και κατόπιν ανάλυσης του ακριβούς πεδίου εφαρμογής των μεμονωμένων διατάξεων».

Αυτή η ανάλυση των αρμοδιοτήτων έχει ως εξής:

Φύση και πεδίο εφαρμογής της αρμοδιότητας της Ένωσης

Σύμφωνα με το άρθρο 1 της σύμβασης, σκοπός της είναι «η καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων για την προστασία της ακεραιότητας του αθλητισμού και της αθλητικής δεοντολογίας σύμφωνα με την αρχή της αυτονομίας του αθλητισμού». Συνεπώς, ο τελικός στόχος της σύμβασης είναι «η προστασία της ακεραιότητας του αθλητισμού και της αθλητικής δεοντολογίας». Αυτό επιδιώκεται με μια σειρά μέτρων τα οποία αποσκοπούν στην πρόληψη, στον εντοπισμό και στην επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις χειραγώγησης αθλητικών αγώνων. Για τον ίδιο σκοπό, η σύμβαση προάγει επίσης τη διεθνή συνεργασία και δημιουργεί μηχανισμό παρακολούθησης προκειμένου να διασφαλιστεί η υλοποίηση των διατάξεων που ορίζονται στη σύμβαση.

Η σύμβαση χαρακτηρίζεται, επομένως, από μια πολυδιάστατη προσέγγιση για την αντιμετώπιση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων. Κατά συνέπεια, τα προς έγκριση μέτρα ποικίλλουν ως προς τη φύση τους και άπτονται διαφόρων τομέων του δικαίου, ενώ σε όλα ενσωματώνεται η πτυχή της πρόληψης.[8] Άλλοι τομείς του δικαίου που επηρεάζονται είναι το ουσιαστικό ποινικό δίκαιο, η δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, η προστασία των δεδομένων, καθώς και η ρύθμιση των δραστηριοτήτων στοιχηματισμού.

Πρόληψη (κεφάλαια ΙΙ-ΙΙΙ, άρθρα 4-14)

Οι περισσότερες διατάξεις της σύμβασης σχετικά με την πρόληψη θα μπορούσαν να καλύπτονται από το άρθρο 165 παράγραφος 4 πρώτη περίπτωση της ΣΛΕΕ σχετικά με τα μέτρα ενθάρρυνσης στον τομέα του αθλητισμού.[9] Ωστόσο, αυτό το είδος αρμοδιότητας είναι περιορισμένο ως προς το πεδίο του, καθώς αποκλείει την εναρμόνιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών. Το άρθρο 165 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ αναφέρεται στην «προώθηση», στη «συνεργασία» ή σε δράσεις «ενθάρρυνσης». Συνεπώς, η αρμοδιότητα της Ένωσης δεν αντικαθιστά την αρμοδιότητα των κρατών μελών στον συγκεκριμένο τομέα.[10]

Αντιθέτως, τα μέτρα που σχετίζονται με τις υπηρεσίες στοιχημάτων ενδέχεται να επηρεάζουν τις ελευθερίες της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά το δικαίωμα εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, στον βαθμό που οι φορείς εκμετάλλευσης στοιχημάτων ασκούν οικονομική δραστηριότητα. Όσον αφορά ειδικότερα το άρθρο 3 παράγραφος 5 στοιχείο α) και το άρθρο 11, ο ορισμός του «παράνομου αθλητικού στοιχήματος» αναφέρεται σε κάθε αθλητικό στοίχημα του οποίου το είδος ή ο φορέας εκμετάλλευσης δεν έχει λάβει έγκριση δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου της δικαιοδοσίας του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο βρίσκεται ο παίκτης. Στον όρο «εφαρμοστέο δίκαιο» περιλαμβάνεται το δίκαιο της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συνεκτιμάται κάθε δικαίωμα το οποίο εκχωρείται από το δίκαιο της ΕΕ, και ότι το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών πρέπει να είναι συμβατό με το δίκαιο της ΕΕ και ιδιαίτερα με τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς.

Στα άρθρα 9 έως 11 προβλέπονται μέτρα τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε έναν βαθμό προσέγγισης των νομοθεσιών. Παραδείγματος χάριν, στο άρθρο 9 της σύμβασης προτείνεται ένας ενδεικτικός κατάλογος μέτρων τα οποία θα μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή από την αντίστοιχη ρυθμιστική αρχή για τα στοιχήματα «κατά περίπτωση» με σκοπό την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων που συνδέεται με αθλητικά στοιχήματα. Το άρθρο 10 παράγραφος 1 της σύμβασης ορίζει ότι «κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για την πρόληψη των συγκρούσεων συμφερόντων και της αθέμιτης χρήσης εκ των έσω πληροφοριών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ασχολούνται με την παροχή προϊόντων αθλητικού στοιχήματος (...)» (υπογράμμιση από τον συντάκτη του παρόντος). Το άρθρο 10 παράγραφος 3 της σύμβασης αποσκοπεί στη θέσπιση υποχρεώσεων αναφοράς, καθώς αναφέρει: «Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία ώστε να υποχρεούνται οι φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος να αναφέρουν χωρίς καθυστέρηση περιπτώσεις παράτυπων ή ύποπτων στοιχημάτων στη ρυθμιστική αρχή για τα στοιχήματα (...)» (υπογράμμιση από τον συντάκτη του παρόντος). Τέλος, το άρθρο 11 της σύμβασης σχετικά με τα παράνομα αθλητικά στοιχήματα παραχωρεί ακόμη μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στα συμβαλλόμενα μέρη. Ορίζει τα εξής: «κάθε συμβαλλόμενο μέρος διερευνά τα πλέον κατάλληλα μέτρα για την καταπολέμηση των φορέων εκμετάλλευσης παράνομου αθλητικού στοιχήματος και εξετάζει τη θέσπιση μέτρων, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο της αντίστοιχης δικαιοδοσίας, όπως (...)».

Από αυτό προκύπτει ότι το άρθρο 9 και το άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 3 της σύμβασης δημιουργούν μια βάση για πιθανή εναρμόνιση στο πλαίσιο του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ, στον βαθμό που οι φορείς εκμετάλλευσης στοιχημάτων ασκούν οικονομική δραστηριότητα. Το άρθρο 11, η διατύπωση του οποίου είναι ακόμη πιο ευέλικτη, εμπεριέχει επίσης έναν βαθμό προσέγγισης των διατάξεων που μπορεί επίσης να καλύπτεται από το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ σχετικά με την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Εξάλλου, το άρθρο 11 της σύμβασης μπορεί επίσης να αφορά υπηρεσίες που παρέχονται από τρίτη χώρα. Τα εν λόγω μέτρα, που αφορούν άμεσα την «πρόσβαση» στις υπηρεσίες αυτές, καλύπτονται από την κοινή εμπορική πολιτική της Ένωσης βάσει του άρθρου 207 της ΣΛΕΕ.

Το άρθρο 14 της σύμβασης που αφορά την προστασία των δεδομένων εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 16 της ΣΛΕΕ.

Επιβολή του νόμου (κεφάλαια IV-VI· άρθρα 15-25)

Το κεφάλαιο IV αφορά το ποινικό δίκαιο και τη συνεργασία όσον αφορά την επιβολή του νόμου (άρθρα 15 έως 18). Το άρθρο 15 της σύμβασης δεν επιβάλλει τη συνολική ποινικοποίηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων, αλλά μόνον ορισμένων μορφών της (εκείνων που ενέχουν δωροδοκία, εξαναγκασμό ή απάτη). Αυτό θα μπορούσε να καλύπτεται από το άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ όταν διαπράττεται από το οργανωμένο έγκλημα ή μέσω πρακτικών δωροδοκίας.[11] Ωστόσο, το άρθρο 15 δεν περιορίζεται στο οργανωμένο έγκλημα και περιλαμβάνει επίσης τον εξαναγκασμό και την απάτη που δεν εμπεριέχουν πρακτικές δωροδοκίας. Εν προκειμένω, το σχετικό κεκτημένο της ΕΕ είναι περιορισμένο.

Το άρθρο 16 αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Σε ενωσιακό επίπεδο, ο τομέας αυτός ρυθμίζεται από την απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου,[12] σε συνδυασμό με την οδηγία 2014/42/ΕΕ.[13] Το άρθρο 16 παράγραφος 3 της σύμβασης εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ΕΕ και στο άρθρο 114 της ΣΛΕΕ· η οδηγία 2005/60/EΚ σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας βασίζεται στο άρθρο 114 της ΣΛΕΕ.[14] Καθώς η οδηγία δεν καλύπτει συγκεκριμένα τους αθλητικούς αγώνες, δεν σχετίζεται με το άρθρο 16 παράγραφος 3 της σύμβασης, το οποίο αφορά αποκλειστικά τους «φορείς εκμετάλλευσης αθλητικών στοιχημάτων». Η αρμοδιότητα όσον αφορά τα άρθρα 17, 18, 22 και 23 (στα κεφάλαια IV και VI) συνδέεται με την αρμοδιότητα βάσει των άρθρων 15 και 16 της σύμβασης.

Το κεφάλαιο V με αντικείμενο τη δικαιοδοσία, την ποινική διαδικασία και τα μέτρα επιβολής, καθώς και το κεφάλαιο VI με αντικείμενο τις κυρώσεις και τα μέτρα, περιέχουν συνοδευτικές διατάξεις των διατάξεων ουσιαστικού ποινικού δικαίου που περιλαμβάνονται στα άρθρα 15 έως 18 της σύμβασης. Το άρθρο 19 της σύμβασης (δικαιοδοσία) είναι μια επικουρική διάταξη για τη θεμελίωση των διατάξεων ποινικού χαρακτήρα. Τα άρθρα 20, 21 και 25 της σύμβασης (μέτρα έρευνας, μέτρα προστασίας, κατάσχεση και δήμευση) συνιστούν μέτρα ποινικής διαδικασίας τα οποία μπορούν να καλύπτονται από το άρθρο 82 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ [στοιχεία α) και β)].

Διεθνής συνεργασία (κεφάλαιο VII· άρθρα 26-28)

Το κεφάλαιο VII αφορά τη διεθνή συνεργασία σε δικαστικές και άλλες υποθέσεις. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η σύμβαση δεν περιλαμβάνει νομικό καθεστώς το οποίο θα αντικαθιστούσε τους ισχύοντες κανονισμούς και, συνεπώς, δεν θίγει τα ήδη υπάρχοντα μέσα στον τομέα της αμοιβαίας συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις και σε υποθέσεις έκδοσης.[15] Εν προκειμένω, υπάρχει σε ευρωπαϊκό επίπεδο μια ολοκληρωμένη δέσμη μέσων για τη διευκόλυνση της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις τα οποία θα μπορούσαν να εφαρμοστούν είτε στις διάφορες μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την προσυνεννόηση αγώνων ή ύστερα από ποινικοποίηση της προσυνεννόησης αγώνων ως νέου αδικήματος στην εγχώρια έννομη τάξη των κρατών μελών.[16] Αυτό θα κάλυπτε το άρθρο 26 της σύμβασης.

Τα άρθρα 27 και 28 της σύμβασης αποτελούν γενικές διατάξεις περί συνεργασίας οι οποίες καλύπτονται από το άρθρο 165 της ΣΛΕΕ.

Συμπεράσματα

Ορισμένα αδικήματα δεν καλύπτονται επί του παρόντος από το άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Η Ένωση έχει αρμοδιότητα όσον αφορά τα υπόλοιπα, αλλά η αρμοδιότητά της έχει αποκλειστικό χαρακτήρα μόνο σχετικά με δύο διατάξεις: το άρθρο 11 (στον βαθμό που εφαρμόζεται σε υπηρεσίες από και προς τρίτες χώρες) και το άρθρο 14 σχετικά με την προστασία των δεδομένων (εν μέρει).[17] Τα υπόλοιπα αποτελούν κοινή ή «επικουρική» αρμοδιότητα.

2.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Όσον αφορά τη νομική βάση, αποτελεί πάγια νομολογία ότι η επιλογή της νομικής βάσης για ένα μέτρο της ΕΕ πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικούς παράγοντες, οι οποίοι υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο· σε αυτούς περιλαμβάνονται ο σκοπός και το περιεχόμενο του μέτρου.[18] Αν από την εξέταση πράξης της Ένωσης προκύπτει ότι αυτή επιδιώκει διττό σκοπό ή ότι απαρτίζεται από δύο συστατικά μέρη και ότι ο ένας από τους σκοπούς ή από τα μέρη αυτά μπορεί να χαρακτηριστεί ως κύριου ή πρωτεύοντος χαρακτήρα, ενώ ο δεύτερος απλώς ως παρεπόμενου χαρακτήρα, η πράξη πρέπει να στηρίζεται σε μία και μόνο νομική βάση, ήτοι εκείνη που απαιτείται από τον κύριο ή πρωτεύοντα σκοπό ή από το κύριο ή πρωτεύον συστατικό μέρος. Μόνον κατ’ εξαίρεση, εφόσον αποδεικνύεται ότι η πράξη επιδιώκει συγχρόνως πολλούς σκοπούς, οι οποίοι συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους, χωρίς ο ένας να είναι δευτερεύων και έμμεσος σε σχέση με τον άλλο, πρέπει η πράξη αυτή να στηρίζεται στις αντίστοιχες διαφορετικές νομικές βάσεις.[19]

Οι δυνητικά συναφείς νομικές βάσεις στην παρούσα περίπτωση είναι οι εξής: άρθρο 16 της ΣΛΕΕ (προστασία δεδομένων), άρθρο 82 παράγραφοι 1 και 2 της ΣΛΕΕ (δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις), άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ (ουσιαστικό ποινικό δίκαιο), άρθρο 114 της ΣΛΕΕ (εγκαθίδρυση και λειτουργία της εσωτερικής αγοράς), άρθρο 165 της ΣΛΕΕ (αθλητισμός) και άρθρο 207 της ΣΛΕΕ (κοινή εμπορική πολιτική).

Θεωρούμενος συνολικά, ο στόχος της καταπολέμησης της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων εμπεριέχει στοιχεία πρόληψης και συνεργασίας τα οποία καλύπτονται κατά κύριο λόγο από το άρθρο 165 της ΣΛΕΕ και στοιχεία συνεργασίας και προσέγγισης τα οποία καλύπτονται από το άρθρο 114 (για τις μη ποινικές διατάξεις), το άρθρο 207 της ΣΛΕΕ (στο μέτρο που οι εν λόγω διατάξεις αφορούν την πρόσβαση από φορείς εκμετάλλευσης στοιχημάτων τρίτων χωρών) και τα άρθρα 82 παράγραφος 1 και 83 της ΣΛΕΕ (για τις ποινικές υποθέσεις).

Όσον αφορά τις υπηρεσίες στοιχημάτων, τα άρθρα 114 και 207 της ΣΛΕΕ μπορεί να είναι συναφή, ανάλογα με το αν οι υπηρεσίες είναι «ενδοενωσιακές» ή όχι. Φαίνεται ότι η πτυχή της εσωτερικής αγοράς έχει περισσότερο σημαίνουσα θέση στη σύμβαση συνολικά, ενώ η πτυχή της κοινής εμπορικής πολιτικής εμφανίζεται μόνο στο άρθρο 11 της σύμβασης. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι το άρθρο 207 της ΣΛΕΕ δεν αναφέρεται και θεωρείται δευτερεύον για τις πτυχές της εσωτερικής αγοράς, τα κράτη μέλη δεν είναι αρμόδια για τις συναφείς πτυχές οι οποίες εμπίπτουν στην κοινή εμπορική πολιτική.

Όσον αφορά την προστασία των δεδομένων, αυτή δεν συνιστά τον κύριο στόχο της σύμβασης και οι σχετικές διατάξεις είναι απλώς παρεμπίπτουσες. Σήμερα πολλές συμβάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης επικαλούνται την ανάγκη σεβασμού των κανόνων προστασίας των δεδομένων, ακόμη και αν αυτές οι υποχρεώσεις μπορεί να απορρέουν και από άλλες συμβάσεις (όπως η Σύμβαση αριθ. 108 για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα), καθώς τα συμβαλλόμενα μέρη στις διάφορες συμβάσεις ενδέχεται να μην ταυτίζονται.

Συνεπώς, οι κύριες νομικές βάσεις για την άσκηση από την ΕΕ των αρμοδιοτήτων της επί του συνόλου της σύμβασης (με εξαίρεση τα στοιχεία επί των οποίων δεν έχει αρμοδιότητα) είναι το άρθρο 82 παράγραφος 1, το άρθρο 83 παράγραφος 1, και τα άρθρα 114 και 165 της ΣΛΕΕ.

Με βάση τον αλληλένδετο χαρακτήρα των στοιχείων της σύμβασης και το γεγονός ότι αφορά αρμοδιότητες οι οποίες μπορεί να ανήκουν αποκλειστικά στην ΕΕ και αρμοδιότητες οι οποίες δεν έχουν εκχωρηθεί στην ΕΕ, συνάγεται ότι η σύμβαση δεν είναι δυνατόν να συναφθεί μεμονωμένα από την Ένωση ή από τα κράτη μέλη.

2015/0043 (NLE)

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων όσον αφορά θέματα που άπτονται του ουσιαστικού ποινικού δικαίου και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 82 παράγραφος 1 και το άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 5,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)       Στις 10 Ιουνίου 2013 το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμμετάσχει, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις διαπραγματεύσεις για διεθνή σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αποτελεσμάτων αθλητικών αγώνων (εφεξής καλούμενη «σύμβαση»), εξαιρουμένων των θεμάτων που άπτονται της συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας.

(2)       Στις 23 Σεπτεμβρίου 2013 το Συμβούλιο εξέδωσε δεύτερη εξουσιοδότηση προκειμένου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμμετάσχει, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις διαπραγματεύσεις για τη σύμβαση όσον αφορά τη συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και την αστυνομική συνεργασία[20].

(3)       Οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν επιτυχώς με την έκδοση της σύμβασης από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης στις 9 Ιουλίου 2014.

(4)       Το άρθρο 15 της σύμβασης δεν επιβάλλει τη συνολική ποινικοποίηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων, αλλά μόνο ορισμένων μορφών της (εκείνων που ενέχουν δωροδοκία, εξαναγκασμό ή απάτη). Η συμπεριφορά που συνιστά χειραγώγηση αθλητικών αγώνων καλύπτεται μόνο εν μέρει από τους τομείς εγκληματικότητας που αναφέρονται ρητά στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, στις περιπτώσεις όπου σχετίζεται με το οργανωμένο έγκλημα ή πρακτικές απάτης.[21]

(5)       Το άρθρο 16 της σύμβασης απαιτεί από τα συμβαλλόμενα μέρη να θεσπίσουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για τον χαρακτηρισμό, ως ποινικού αδικήματος, της συμπεριφοράς που σχετίζεται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όταν το κύριο αδίκημα που αποφέρει κέρδος συγκαταλέγεται σε αυτά που αναφέρονται στα άρθρα 15 και 17 της παρούσας σύμβασης «και, σε κάθε περίπτωση, σε περιπτώσεις εκβιασμού, διαφθοράς και απάτης». Η «νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες» αναφέρεται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ (ξέπλυμα χρήματος). Σε ενωσιακό επίπεδο, η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ρυθμίζεται από την απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου.[22]

(6)       Η αρμοδιότητα όσον αφορά τα άρθρα 17, 18, 22 και 23 (στα κεφάλαια IV και VI) της σύμβασης συνδέεται με την αρμοδιότητα δυνάμει των άρθρων 15 και 16 της σύμβασης.

(7)       Το κεφάλαιο V με αντικείμενο τη δικαιοδοσία, την ποινική διαδικασία και τα μέτρα επιβολής, καθώς και το κεφάλαιο VI με αντικείμενο τις κυρώσεις και τα μέτρα, περιέχουν συνοδευτικές διατάξεις των διατάξεων ουσιαστικού ποινικού δικαίου που περιλαμβάνονται στα άρθρα 15 έως 18 της σύμβασης. Το άρθρο 19 της σύμβασης (δικαιοδοσία) αποτελεί επικουρική διάταξη για τη θεμελίωση του ποινικού χαρακτήρα.

(8)       Το κεφάλαιο VII αφορά τη διεθνή συνεργασία σε δικαστικές και άλλες υποθέσεις. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η σύμβαση δεν περιλαμβάνει νομικό καθεστώς το οποίο θα αντικαθιστούσε τους ισχύοντες κανονισμούς και, συνεπώς, δεν θίγει τα ήδη υπάρχοντα μέσα στον τομέα της αμοιβαίας συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις και σε υποθέσεις έκδοσης.[23] Εν προκειμένω, υπάρχει σε ευρωπαϊκό επίπεδο μια ολοκληρωμένη δέσμη μέσων για τη διευκόλυνση της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις τα οποία θα μπορούσαν να εφαρμοστούν είτε στις διάφορες μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τη χειραγώγηση αθλητικών αγώνων ή ύστερα από ποινικοποίηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων ως νέου αδικήματος στην εγχώρια έννομη τάξη των κρατών μελών.[24]

(9)       Η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί την υπογραφή της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων, επιδιώκοντας να συμβάλει στην προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων με σκοπό την προάσπιση της ακεραιότητας του αθλητισμού και της αθλητικής δεοντολογίας σύμφωνα με την αρχή της αυτονομίας του αθλητισμού.

(10)     Κατά συνέπεια, η σύμβαση θα πρέπει να υπογραφεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την επιφύλαξη της σύναψής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται διά του παρόντος η υπογραφή της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη χειραγώγηση των αθλητικών αγώνων εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την επιφύλαξη της σύναψης της εν λόγω σύμβασης.

Το κείμενο της προς υπογραφή σύμβασης επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Βρυξέλλες,

                                                                       Για το Συμβούλιο

                                                                       Ο/Η Πρόεδρος

[1]       COM(2012) 655 final.

[2]       Η Επιτροπή εξέδωσε δήλωση στα πρακτικά του Συμβουλίου στην οποία εξέφραζε τη διαφωνία της για την προσθήκη της ουσιαστικής νομικής βάσης, βλ. έγγραφο του Συμβουλίου αριθ. 10509/13.

[3]       Απόφαση του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 2013, με την οποία εξουσιοδοτείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμμετάσχει, εξ ονόματος της ΕΕ, στις διαπραγματεύσεις για διεθνή σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αποτελεσμάτων, εξαιρουμένων των θεμάτων που άπτονται της συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας (2013/304/ΕΕ), ΕΕ L 170 της 22.6.2013, σ. 62.

[4]       Απόφαση του Συμβουλίου με την οποία εξουσιοδοτείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμμετάσχει, εξ ονόματος της ΕΕ, στις διαπραγματεύσεις για διεθνή σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αποτελεσμάτων όσον αφορά θέματα τη συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και την αστυνομική συνεργασία (έγγραφο του Συμβουλίου 10180/13).

[5]       Η Μάλτα καταψήφισε τη σύμβαση και στις 11 Ιουλίου 2014 υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αίτημα για έκδοση γνωμοδότησης σχετικά με τη σύμβαση δυνάμει του άρθρου 218 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ (γνωμοδότηση 1/14).

[6]       http://ec.europa.eu/internal_market/gambling/communication/index_en.htm

[7]       Ένα πρόσφατο παράδειγμα: http://ec.europa.eu/dgs/home-affairs/financing/fundings/security-and-safeguarding-liberties/other-programmes/cooperation-between-public-private/index_en.htm

[8]       Η πρόληψη είναι το αντικείμενο των κεφαλαίων ΙΙ και ΙΙΙ, καθώς και των άρθρων 27 και 28 της σύμβασης.

[9]       Ειδικότερα το άρθρο 4, το άρθρο 5 παράγραφος 1, τα άρθρα 6 και 7 της σύμβασης σχετικά με την ενθάρρυνση ορισμένων δράσεων από τους αθλητικούς οργανισμούς, το άρθρο 8 της σύμβασης, καθώς και ορισμένες πτυχές του άρθρου 9, του άρθρου 10 παράγραφος 2, και των άρθρων 12 και 13 της σύμβασης.

[10]      Βλ. άρθρο 2 παράγραφος 5 της ΣΛΕΕ: «Σε ορισμένους τομείς και υπό τους όρους που προβλέπουν οι Συνθήκες, η Ένωση έχει αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις για την υποστήριξη, τον συντονισμό ή τη συμπλήρωση της δράσης των κρατών μελών, χωρίς ωστόσο να αντικαθιστά την αρμοδιότητά τους στους εν λόγω τομείς».

[11]      Απόφαση-πλαίσιο 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα, ΕΕ L 192 της 31.7.2003, σ. 54.

[12]      Απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος, ΕΕ L 182 της 5.7.2001, σ. 1.

[13]      Οδηγία 2014/42/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

[14]      Στην οδηγία προσδιορίζεται το πλαίσιο που σχεδιάστηκε για την προστασία της φερεγγυότητας, της ακεραιότητας και της σταθερότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, καθώς και της αξιοπιστίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος στο σύνολό του, από τους κινδύνους της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

[15]      §21 της αιτιολογικής έκθεσης.

[16]      Πράξη του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 για την κατάρτιση της σύμβασης για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΕΕ C 197 της 12.7.2000, σ. 1· απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 20· απόφαση-πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΕΕ L 196 της 2.8.2003, σ. 45· απόφαση-πλαίσιο 2006/783/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις δήμευσης· απόφαση-πλαίσιο 2008/978/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων, ΕΕ L 350 της 30.12.2008· απόφαση-πλαίσιο 2009/948/ΔΕΥ του Συμβουλίου για την πρόληψη και τον διακανονισμό συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές υποθέσεις, ΕΕ L 328 της 15.12.2009, σ. 42· οδηγία 2014/41/ΕΕ περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις, ΕΕ L 130 της 1.5.2014, σ. 1· οδηγία 2014/42/EE σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 39.

[17]      Σχετικές νομοθετικές πράξεις μπορούν να θεωρηθούν η οδηγία 95/46/EΚ για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 1), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.01.2001, σ. 1) και η απόφαση πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (ΕΕ L 350 της 30.12.2008, σ. 60).

[18]      C-377/12, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Συμβουλίου, σκέψη 34.

[19]      Όπ.π., σκέψη 34 της απόφασης.

[20]             Έγγραφο αριθ. 10180/13 του Συμβουλίου.

[21]             Απόφαση-πλαίσιο αριθ. 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα, ΕΕ L 192 της 31.7.2003, σ. 54.

[22]             ΕΕ L 182 της 5.7.2001, σ. 1· βλέπε επίσης την οδηγία 2005/60/ΕΚ σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15.

[23]             §21 της αιτιολογικής έκθεσης.

[24]             Πράξη του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, για την κατάρτιση της σύμβασης για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΕΕ C 197 της 12.7.2000, σ. 1· απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 20· απόφαση-πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΕΕ L 196 της 2.8.2003, σ. 45· απόφαση-πλαίσιο 2006/783/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις δήμευσης· απόφαση-πλαίσιο 2008/978/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων, ΕΕ L 350 της 30.12.2008· απόφαση-πλαίσιο 2009/948/ΔΕΥ του Συμβουλίου για την πρόληψη και τον διακανονισμό συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές υποθέσεις, ΕΕ L 328 της 15.12.2009, σ. 42· οδηγία 2014/41/ΕΕ περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις, ΕΕ L 130 της 1.5.2014, σ. 1· οδηγία 2014/42/EE σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 39.

                                                                                               

Σειρά Συνθηκών του Συμβουλίου της Ευρώπης - αριθ. 215

Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης

σχετικά με τη χειραγώγηση

των αθλητικών αγώνων

Magglingen/Macolin, 18.IX.2014

                   Προοίμιο

                   Τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και οι λοιποί υπογράφοντες την παρούσα σύμβαση,

                   Έχοντας υπόψη ότι σκοπός του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι η σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ των μελών του,

                   Έχοντας υπόψη το σχέδιο δράσης της τρίτης συνόδου κορυφής των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης (Βαρσοβία, 16-17 Μαΐου 2005), στο οποίο διατυπώνεται σύσταση για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης που χρησιμεύουν ως σημεία αναφοράς στον τομέα του αθλητισμού,

                   Έχοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί περαιτέρω ένα κοινό ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πλαίσιο για την ανάπτυξη του αθλητισμού, με βάση τις έννοιες της πλουραλιστικής δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αθλητικής δεοντολογίας,

                   Γνωρίζοντας ότι κάθε χώρα και κάθε είδος αθλήματος στον κόσμο μπορεί δυνητικά να επηρεαστεί από το φαινόμενο της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων και τονίζοντας ότι το φαινόμενο αυτό, καθώς αποτελεί παγκόσμια απειλή για την ακεραιότητα του αθλητισμού, απαιτεί δράσεις αντιμετώπισης σε παγκόσμιο επίπεδο, οι οποίες πρέπει να υποστηρίζονται και από τα κράτη που δεν είναι μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης,

                   Εκφράζοντας ανησυχία για τη σύνδεση εγκληματικών δραστηριοτήτων, και ιδίως του οργανωμένου εγκλήματος, με τη χειραγώγηση αθλητικών αγώνων, και επίσης για τον διεθνικό χαρακτήρα της,

                   Υπενθυμίζοντας τη Σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (1950, ETS αριθ. 5) και τα πρωτόκολλά της, την Ευρωπαϊκή σύμβαση για τη βία και την ανάρμοστη συμπεριφορά των θεατών σε αθλητικές συναντήσεις και ιδιαίτερα στους ποδοσφαιρικούς αγώνες (1985, ETS αριθ. 120), τη Σύμβαση κατά της φαρμακοδιέγερσης (1989, ETS αριθ. 135), τη Σύμβαση ποινικού δικαίου για τη διαφθορά (1999, ETS αριθ. 173) και τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση προϊόντων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (2005, CETS αριθ. 198),

                   Υπενθυμίζοντας τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος (2000) και τα πρωτόκολλά της,

                   Υπενθυμίζοντας επίσης τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς (2003),

                   Υπενθυμίζοντας τη σημασία της αποτελεσματικής διερεύνησης των αδικημάτων, χωρίς αναίτια καθυστέρηση, εντός της δικαιοδοσίας τους,

                   Υπενθυμίζοντας τον βασικό ρόλο που διαδραματίζει ο Διεθνής Οργανισμός Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Interpol) στη διευκόλυνση της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου, πέραν της δικαστικής συνεργασίας,

                   Τονίζοντας ότι οι αθλητικοί οργανισμοί φέρουν την ευθύνη για τον εντοπισμό περιπτώσεων χειραγώγησης αθλητικών αγώνων που διαπράττεται από πρόσωπα που υπάγονται σε αυτούς και την επιβολή κυρώσεων σε αυτά,

                   Αναγνωρίζοντας τα αποτελέσματα που ήδη έχουν επιτευχθεί στο πλαίσιο της καταπολέμησης της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων,

                   Έχοντας την πεποίθηση ότι για την αποτελεσματική καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων απαιτείται αυξημένη, ταχεία, βιώσιμη και δεόντως λειτουργική συνεργασία σε εθνικό και διεθνές επίπεδο,

                   Έχοντας υπόψη τη σύσταση Rec(92)13rev της Επιτροπής Υπουργών προς τα κράτη μέλη σχετικά με τον αναθεωρημένο ευρωπαϊκό αθλητικό χάρτη· τη σύσταση CM/Rec(2010)9 σχετικά με τον αναθεωρημένο κώδικα αθλητικής δεοντολογίας· τη σύσταση Rec(2005)8 σχετικά με τις αρχές χρηστής διακυβέρνησης στον αθλητισμό και τη σύσταση CM/Rec(2011)10 σχετικά με την προαγωγή της ακεραιότητας του αθλητισμού για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αποτελεσμάτων, ιδίως των προσυνεννοημένων αγώνων,

                   Υπό το πρίσμα των εργασιών και των συμπερασμάτων των ακόλουθων διασκέψεων:

                   –       της 11ης διάσκεψης υπουργών Αθλητισμού του Συμβουλίου της Ευρώπης, που έλαβε χώρα στην Αθήνα στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008·

                   -        της 18ης ανεπίσημης διάσκεψης υπουργών Αθλητισμού του Συμβουλίου της Ευρώπης (Μπακού, 22 Σεπτεμβρίου 2010) για την προαγωγή της ακεραιότητας του αθλητισμού έναντι της χειραγώγησης αποτελεσμάτων (προσυνεννοημένοι αγώνες)·

                   –       της 12ης διάσκεψης υπουργών Αθλητισμού του Συμβουλίου της Ευρώπης (Βελιγράδι, 15 Μαρτίου 2012), ιδιαίτερα όσον αφορά την κατάρτιση νέας διεθνούς νομικής πράξης για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αποτελεσμάτων·

                   –       της 5ης διεθνούς διάσκεψης υπουργών και ανώτερων υπαλλήλων αρμόδιων για τη φυσική αγωγή και τον αθλητισμό υπό την αιγίδα της UNESCO (MINEPS V),

                   Έχοντας την πεποίθηση ότι ο διάλογος και η συνεργασία μεταξύ των δημόσιων αρχών, των αθλητικών οργανισμών, των φορέων διοργάνωσης αγώνων και των φορέων εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, με βάση τον αμοιβαίο σεβασμό και την εμπιστοσύνη, είναι ουσιώδους σημασίας για την αναζήτηση αποτελεσματικών κοινών μέτρων αντιμετώπισης των προκλήσεων που θέτει το πρόβλημα της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων,

                   Αναγνωρίζοντας ότι ο αθλητισμός, που βασίζεται στον δίκαιο και ισότιμο ανταγωνισμό, είναι απρόβλεπτος από τη φύση του και ότι απαιτείται η δυναμική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των αντιδεοντολογικών πρακτικών και συμπεριφορών στον αθλητισμό,

                   Επισημαίνοντας την πεποίθησή τους ότι η συνεπής εφαρμογή των αρχών της χρηστής διακυβέρνησης και της δεοντολογίας στον αθλητισμό αποτελεί σημαντικό παράγοντα που συμβάλλει στην εξάλειψη της διαφθοράς, της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων και άλλων αθέμιτων πρακτικών στον αθλητισμό,

                   Αναγνωρίζοντας ότι, σύμφωνα με την αρχή της αυτονομίας του αθλητισμού, οι αθλητικοί οργανισμοί είναι υπεύθυνοι για τον αθλητισμό και έχουν αυτορυθμιστικές και πειθαρχικές αρμοδιότητες όσον αφορά την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων, αλλά και ότι οι δημόσιες αρχές προστατεύουν την ακεραιότητα του αθλητισμού, όταν κρίνεται σκόπιμο,

                   Αναγνωρίζοντας ότι η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων αθλητικού στοιχήματος, ιδιαίτερα του παράνομου αθλητικού στοιχήματος, αυξάνει τον κίνδυνο χειραγώγησης,

                   Έχοντας υπόψη ότι η χειραγώγηση αθλητικών αγώνων μπορεί να σχετίζεται ή να μη σχετίζεται με το αθλητικό στοίχημα και να συνδέεται ή να μη συνδέεται με ποινικά αδικήματα, και ότι θα πρέπει να αντιμετωπίζεται σε όλες τις περιπτώσεις,

                   Επισημαίνοντας το περιθώριο διακριτικής ευχέρειας που διαθέτουν τα κράτη, στο πλαίσιο του εφαρμοστέου δικαίου, να αποφασίζουν για την πολιτική τους όσον αφορά το αθλητικό στοίχημα,

                   Συμφώνησαν τα ακόλουθα:

                   Κεφάλαιο I – Σκοπός, κατευθυντήριες αρχές, ορισμοί

                   Άρθρο 1 – Σκοπός και κύριοι στόχοι

         1        Σκοπός της παρούσας σύμβασης είναι η καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων για την προστασία της ακεραιότητας του αθλητισμού και της αθλητικής δεοντολογίας, σύμφωνα με την αρχή της αυτονομίας του αθλητισμού.

         2        Για τον σκοπό αυτό, οι κύριοι στόχοι της παρούσας σύμβασης είναι:

                   α       η πρόληψη, ο εντοπισμός και η επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις εθνικής ή διεθνικής χειραγώγησης εθνικών και διεθνών αθλητικών αγώνων·

                   β       η προαγωγή της συνεργασίας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων μεταξύ των αρμόδιων δημόσιων αρχών, καθώς και με οργανισμούς που ασχολούνται με τον αθλητισμό και το αθλητικό στοίχημα.

                   Άρθρο 2 – Κατευθυντήριες αρχές

         1        Η καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων διασφαλίζει την τήρηση, μεταξύ άλλων, των ακόλουθων αρχών:

                   α       ανθρώπινα δικαιώματα·

                   β       νομιμότητα·

                   γ        αναλογικότητα·

                   δ       προστασία της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων.

                   Άρθρο 3 – Ορισμοί

                   Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης:

         1        Ως «αθλητικός αγώνας» νοείται κάθε αθλητική εκδήλωση που διοργανώνεται σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζει αθλητικός οργανισμός ο οποίος περιλαμβάνεται στους καταλόγους της επιτροπής παρακολούθησης της σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2, και αναγνωρίζεται από διεθνή αθλητικό οργανισμό ή, κατά περίπτωση, από άλλον αρμόδιο αθλητικό οργανισμό.

 

         2        Ως «αθλητικός οργανισμός» νοείται οργανισμός που διαχειρίζεται αθλητικά ζητήματα ή ένα συγκεκριμένο άθλημα και ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο που έχει εκδοθεί από την επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2, καθώς και οι συνδεόμενοι με αυτόν οργανισμοί σε εθνικό επίπεδο ή σε επίπεδο ηπείρου, κατά περίπτωση.

         3        Ως «φορέας διοργάνωσης αγώνων» νοείται κάθε αθλητικός οργανισμός ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής του, που διοργανώνει αθλητικούς αγώνες.

         4        Ως «χειραγώγηση αθλητικών αγώνων» νοείται σκόπιμη συμφωνία, πράξη ή παράλειψη που αποσκοπεί στην αθέμιτη αλλοίωση του αποτελέσματος ή της εξέλιξης αθλητικού αγώνα, προκειμένου να καταργηθεί εξ ολοκλήρου ή εν μέρει η απρόβλεπτη φύση του συγκεκριμένου αθλητικού αγώνα, με στόχο την απόκτηση αθέμιτου πλεονεκτήματος για ίδιο συμφέρον ή προς όφελος άλλων.

         5        Ως «αθλητικό στοίχημα» νοείται κάθε χρηματικό στοίχημα με την προσδοκία χρηματικού επάθλου, το οποίο εξαρτάται από τη μελλοντική και αβέβαιη έκβαση αθλητικού αγώνα. Ειδικότερα:

                   α       ως «παράνομο αθλητικό στοίχημα» νοείται κάθε δραστηριότητα αθλητικού στοιχηματισμού της οποίας το είδος ή ο φορέας εκμετάλλευσης δεν έχει λάβει έγκριση δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου της δικαιοδοσίας στην οποία βρίσκεται ο καταναλωτής·

                   β       ως «παράτυπο αθλητικό στοίχημα» νοείται κάθε δραστηριότητα αθλητικού στοιχηματισμού που δεν συνάδει με τα συνήθη ή αναμενόμενα πρότυπα της συγκεκριμένης αγοράς ή αφορά στοιχηματισμό σε αθλητικό αγώνα του οποίου η διεξαγωγή έχει ασυνήθη χαρακτηριστικά·

                   γ        ως «ύποπτο αθλητικό στοίχημα» νοείται κάθε δραστηριότητα αθλητικού στοιχηματισμού η οποία, σύμφωνα με αξιόπιστα και συνεπή αποδεικτικά στοιχεία, φαίνεται να συνδέεται με χειραγώγηση του αθλητικού αγώνα για τον οποίο προσφέρεται.

         6        Ως «συντελεστής αγώνα» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ανήκει σε μία από τις εξής κατηγορίες:

                   α       ως «αθλητής» νοείται κάθε πρόσωπο ή ομάδα προσώπων που συμμετέχει σε αθλητικούς αγώνες·

                   β       ως «προσωπικό υποστήριξης αθλητών» νοείται κάθε προπονητής, γυμναστής, μάνατζερ, πράκτορας, υπάλληλος ομάδας, στέλεχος ομάδας, ιατρικό ή παραϊατρικό προσωπικό που συνεργάζεται με ή φροντίζει αθλητές που συμμετέχουν ή προετοιμάζονται για αθλητικούς αγώνες, και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο συνεργάζεται με τους αθλητές·

                   γ        ως «παράγοντας» νοείται κάθε πρόσωπο που είναι ιδιοκτήτης, μέτοχος, διοικητικό στέλεχος ή μέλος του προσωπικού των φορέων που διοργανώνουν και προωθούν αθλητικούς αγώνες, καθώς και οι διαιτητές, τα μέλη κριτικών επιτροπών και κάθε άλλο διαπιστευμένο πρόσωπο. Ο όρος καλύπτει επίσης τα διοικητικά στελέχη και τα μέλη του διεθνούς αθλητικού οργανισμού, ή κατά περίπτωση, άλλου αρμόδιου αθλητικού οργανισμού που αναγνωρίζει τον αγώνα.

 

         7        Ως «εκ των έσω πληροφορίες» νοούνται πληροφορίες σχετικά με οποιονδήποτε αγώνα τις οποίες κατέχει ένα πρόσωπο λόγω της θέσης του σε σχέση με ένα άθλημα ή αγώνα, εξαιρουμένων τυχόν πληροφοριών που έχουν ήδη δημοσιευτεί ή αποτελούν κοινή γνώση, είναι εύκολα προσβάσιμες σε οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο ή γνωστοποιούνται σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν τον αντίστοιχο αγώνα.

Κεφάλαιο II – Πρόληψη, συνεργασία και άλλα μέτρα

                   Άρθρο 4 – Εθνικός συντονισμός

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος συντονίζει την πολιτική και τη δράση όλων των δημόσιων αρχών που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος, εντός της δικαιοδοσίας του, παροτρύνει τους αθλητικούς οργανισμούς, τους φορείς διοργάνωσης αγώνων και τους φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος να συνεργάζονται για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων και, όπου κρίνεται σκόπιμο, αναθέτει σε αυτούς την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της παρούσας σύμβασης.

                   Άρθρο 5 – Εκτίμηση και διαχείριση κινδύνου

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος –κατά περίπτωση, σε συνεργασία με αθλητικούς οργανισμούς, φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, φορείς διοργάνωσης αγώνων και άλλους συναφείς οργανισμούς– προσδιορίζει, αναλύει και αξιολογεί τους κινδύνους που συνδέονται με τη χειραγώγηση αθλητικών αγώνων.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενθαρρύνει τους αθλητικούς οργανισμούς, τους φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, τους φορείς διοργάνωσης αγώνων και κάθε άλλον συναφή οργανισμό να καθορίσουν διαδικασίες και κανόνες με σκοπό την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων και θεσπίζει, όταν κρίνεται σκόπιμο, νομοθετικά ή άλλα μέτρα απαραίτητα για τον σκοπό αυτό.

                   Άρθρο 6 – Εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενθαρρύνει την ευαισθητοποίηση, την εκπαίδευση, την κατάρτιση και την έρευνα για την ενίσχυση των προσπαθειών για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων.

                   Άρθρο 7 – Αθλητικοί οργανισμοί και φορείς διοργάνωσης αγώνων

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενθαρρύνει τους αθλητικούς οργανισμούς και τους φορείς διοργάνωσης αγώνων να θεσπίζουν και να εφαρμόζουν κανόνες για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων, καθώς και αρχές χρηστής διακυβέρνησης, που αφορούν, μεταξύ άλλων:

                   α       την πρόληψη των συγκρούσεων συμφερόντων, συμπεριλαμβάνοντας:

                            –       την απαγόρευση σε συντελεστές αγώνων να στοιχηματίζουν σε αθλητικούς αγώνες στους οποίους εμπλέκονται·

                            –       την απαγόρευση της αθέμιτης χρήσης ή της διάδοσης εκ των έσω πληροφοριών·

                   β       τη συμμόρφωση των αθλητικών οργανισμών και των συνδεόμενων με αυτούς μελών προς όλες τις συμβατικές ή άλλου είδους υποχρεώσεις τους·

                   γ        την υποχρέωση των συντελεστών αγώνων να αναφέρουν αμέσως κάθε ύποπτη δραστηριότητα, περιστατικό, πρωτοβουλία ή προσέγγιση που θα μπορούσε να θεωρηθεί παραβίαση των κανόνων κατά της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος παροτρύνει τους αθλητικούς οργανισμούς να θεσπίζουν και να εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν:

                   α       τη βελτιωμένη και αποτελεσματική παρακολούθηση της διεξαγωγής των αθλητικών αγώνων που εκτίθενται σε κινδύνους χειραγώγησης·

                   β       ρυθμίσεις για την άμεση αναφορά περιπτώσεων ύποπτης δραστηριότητας που συνδέεται με τη χειραγώγηση αθλητικών αγώνων στις αρμόδιες δημόσιες αρχές ή στην εθνική πλατφόρμα·

                   γ        αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της γνωστοποίησης κάθε πληροφορίας που αφορά πιθανές ή πραγματικές περιπτώσεις χειραγώγησης αθλητικών αγώνων, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης προστασίας των καταγγελλόντων·

                   δ        την ευαισθητοποίηση των συντελεστών αγώνων, συμπεριλαμβανομένων των νεαρών αθλητών, για τον κίνδυνο της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων και για τις προσπάθειες καταπολέμησής της, μέσω της εκπαίδευσης, της κατάρτισης και της διάδοσης πληροφοριών·

                   ε        τον διορισμό των σχετικών παραγόντων για έναν αθλητικό αγώνα, ιδίως των κριτών και των διαιτητών, το αργότερο δυνατόν.

         3        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος παροτρύνει τους αθλητικούς οργανισμούς του, και μέσω αυτών τους διεθνείς αθλητικούς οργανισμούς, να εφαρμόζουν ειδικές, αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές πειθαρχικές κυρώσεις και μέτρα σε περιπτώσεις παραβίασης των εσωτερικών κανόνων τους για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων, ιδιαίτερα εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και να διασφαλίζουν την αμοιβαία αναγνώριση και επιβολή των κυρώσεων που επιβάλλονται από άλλους αθλητικούς οργανισμούς, ιδίως σε άλλες χώρες.

         4        Η πειθαρχική ευθύνη που καθορίζεται από αθλητικούς οργανισμούς δεν αποκλείει οποιαδήποτε ποινική, αστική ή διοικητική ευθύνη.

                   Άρθρο 8 – Μέτρα σχετικά με τη χρηματοδότηση αθλητικών οργανισμών

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για την εξασφάλιση επαρκούς διαφάνειας όσον αφορά τη χρηματοδότηση των αθλητικών οργανισμών που λαμβάνουν οικονομική στήριξη από το συμβαλλόμενο μέρος.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξετάζει την πιθανότητα να συνδράμει τους αθλητικούς οργανισμούς στις προσπάθειες για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων, μεταξύ άλλων χρηματοδοτώντας κατάλληλους μηχανισμούς.

         3        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξετάζει, εφόσον είναι αναγκαίο, το ενδεχόμενο να αναστείλει την οικονομική στήριξη ή να ζητήσει από αθλητικούς οργανισμούς να αναστείλουν την οικονομική στήριξη προς συντελεστές αγώνων στους οποίους έχουν επιβληθεί κυρώσεις για χειραγώγηση αθλητικών αγώνων, καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος της κύρωσης.

         4        Όταν κρίνεται σκόπιμο, κάθε συμβαλλόμενο μέρος προβαίνει σε μερική ή πλήρη αναστολή της οικονομικής ή άλλης στήριξης προς τους αθλητικούς οργανισμούς που δεν εφαρμόζουν αποτελεσματικά τους κανονισμούς για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων.

                   Άρθρο 9 —    Μέτρα σχετικά με τη ρυθμιστική αρχή για τα στοιχήματα ή άλλη αρμόδια αρχή ή αρχές

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος προσδιορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές, στις οποίες, στο πλαίσιο της έννομης τάξης του συμβαλλόμενου μέρους, ανατίθεται η εφαρμογή των κανονισμών για το αθλητικό στοίχημα και των σχετικών μέτρων για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων όσον αφορά το αθλητικό στοίχημα, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση:

                   α       της έγκαιρης ανταλλαγής πληροφοριών με άλλες αρμόδιες αρχές ή μιας εθνικής πλατφόρμας για το παράνομο, παράτυπο ή ύποπτο αθλητικό στοίχημα καθώς και για παραβάσεις των κανονισμών που αναφέρονται ή θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση·

                   β       του περιορισμού της παροχής υπηρεσιών αθλητικού στοιχήματος, κατόπιν διαβούλευσης με τους εθνικούς αθλητικούς οργανισμούς και τους φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, ειδικότερα αποκλείοντας αθλητικούς αγώνες:

                            –       που απευθύνονται σε άτομα κάτω των 18 ετών· ή

                            –       των οποίων οι οργανωτικές συνθήκες και/ή τα στοιχήματα με αθλητικούς όρους είναι   ακατάλληλα·

                   γ        της εκ των προτέρων παροχής πληροφοριών σχετικά με τα είδη και τα αντικείμενα των προϊόντων αθλητικού στοιχήματος στους φορείς διοργάνωσης αγώνων, με σκοπό τη στήριξη των προσπαθειών τους για τον εντοπισμό και τη διαχείριση των κινδύνων χειραγώγησης αγώνων στο πλαίσιο του αγώνα που διοργανώνουν·

                   δ        της συστηματικής χρήσης στο αθλητικό στοίχημα μέσων πληρωμής που καθιστούν δυνατό τον εντοπισμό χρηματοοικονομικών ροών που υπερβαίνουν ένα ορισμένο όριο, το οποίο καθορίζεται από κάθε συμβαλλόμενο μέρος, και συγκεκριμένα τον εντοπισμό των αποστολέων, των παραληπτών και των ποσών·

                   ε        μηχανισμών, σε συνεργασία με αθλητικούς οργανισμούς και μεταξύ αυτών και, κατά περίπτωση, με φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, για την παρεμπόδιση του στοιχηματισμού από συντελεστές αγώνων σε αθλητικούς αγώνες που παραβιάζουν τους σχετικούς αθλητικούς κανόνες ή το εφαρμοστέο δίκαιο·

                   στ      της αναστολής του στοιχηματισμού, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, σε αγώνες για τους οποίους έχει εκδοθεί κατάλληλη προειδοποίηση.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ανακοινώνει στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης το όνομα και τη διεύθυνση της αρχής ή των αρχών που προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

                   Άρθρο 10 – Φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για την πρόληψη των συγκρούσεων συμφερόντων και της αθέμιτης χρήσης εκ των έσω πληροφοριών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ασχολούνται με την παροχή προϊόντων αθλητικού στοιχήματος, επιβάλλοντας ειδικότερα περιορισμούς στις εξής πρακτικές:

                   α       στον στοιχηματισμό φυσικών ή νομικών προσώπων που ασχολούνται με την παροχή προϊόντων αθλητικού στοιχήματος σε δικά τους προϊόντα·

                   β       στην κατάχρηση θέσης χορηγού ή συνιδιοκτήτη αθλητικού οργανισμού με σκοπό τη διευκόλυνση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων ή την αθέμιτη χρήση εκ των έσω πληροφοριών·

                   γ        στην ανάμειξη συντελεστών αγώνων στον υπολογισμό των πιθανοτήτων των στοιχημάτων για αγώνα στον οποίο εμπλέκονται·

                   δ        στην προσφορά στοιχημάτων από οποιονδήποτε φορέα εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος που ελέγχει φορέα διοργάνωσης ή συντελεστή αγώνα, καθώς και από οποιονδήποτε φορέα εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος που ελέγχεται από φορέα διοργάνωσης ή συντελεστή αγώνα, για αγώνα στον οποίο εμπλέκεται ο εν λόγω φορέα διοργάνωσης ή συντελεστής.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος παροτρύνει τους οικείους φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, και μέσω αυτών τις διεθνείς οργανώσεις φορέων εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, να ευαισθητοποιήσουν τους ιδιοκτήτες και τους υπαλλήλους τους όσον αφορά τις επιπτώσεις και την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων, μέσω της εκπαίδευσης, της κατάρτισης και της διάδοσης πληροφοριών.

         3        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία ώστε να υποχρεούνται οι φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος να αναφέρουν χωρίς καθυστέρηση περιπτώσεις παράτυπων ή ύποπτων στοιχημάτων στη ρυθμιστική αρχή για τα στοιχήματα, σε άλλη αρμόδια αρχή ή αρχές, ή στην εθνική πλατφόρμα.

                   Άρθρο 11 – Καταπολέμηση του παράνομου αθλητικού στοιχήματος

         1        Με στόχο την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων, κάθε συμβαλλόμενο μέρος διερευνά τα πλέον κατάλληλα μέσα για την καταπολέμηση των φορέων εκμετάλλευσης παράνομου αθλητικού στοιχήματος και εξετάζει τη θέσπιση μέτρων, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο της αντίστοιχης δικαιοδοσίας, όπως:

                   α       κλείσιμο ή άμεσος και έμμεσος περιορισμός της πρόσβασης στους παράνομους εξ αποστάσεως φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, και κλείσιμο των παράνομων επιτόπιων φορέων εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος εντός της δικαιοδοσίας του συμβαλλόμενου μέρους·

                   β       παρεμπόδιση των χρηματοοικονομικών ροών μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης παράνομου αθλητικού στοιχήματος και καταναλωτών·

                   γ        απαγόρευση της διαφήμισης φορέων εκμετάλλευσης παράνομου αθλητικού στοιχήματος·

                   δ        αύξηση της ενημέρωσης των καταναλωτών για τους κινδύνους που συνδέονται με το παράνομο            αθλητικό στοίχημα.

Κεφάλαιο III – Ανταλλαγή πληροφοριών

                   Άρθρο 12 —  Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων δημόσιων αρχών, αθλητικών οργανισμών και φορέων εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος

         1        Με την επιφύλαξη του άρθρου 14, κάθε συμβαλλόμενο μέρος διευκολύνει, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και σύμφωνα με το οικείο εθνικό δίκαιο, την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων δημόσιων αρχών, των αθλητικών οργανισμών, των φορέων διοργάνωσης αγώνων, των φορέων εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος και των εθνικών πλατφορμών. Ειδικότερα, κάθε συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει να συγκροτήσει μηχανισμούς για την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών, όταν οι πληροφορίες αυτές ενδέχεται να συμβάλουν στη διενέργεια της αξιολόγησης κινδύνου που αναφέρεται στο άρθρο 5, και ιδίως στην εκ των προτέρων παροχή πληροφοριών για τα είδη και το αντικείμενο των προϊόντων στοιχήματος στους φορείς διοργάνωσης αγώνων, και στην έναρξη ή διεξαγωγή ερευνών ή διαδικασιών σχετικά με τη χειραγώγηση αθλητικών αγώνων.

         2        Κατόπιν αιτήματος, ο παραλήπτης αυτών των πληροφοριών, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και χωρίς καθυστέρηση, ενημερώνει τον οργανισμό ή την αρχή που κοινοποιεί τις πληροφορίες για τη συνέχεια που δίνεται στην κοινοποίηση αυτή.

         3        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διερευνά πιθανούς τρόπους ανάπτυξης ή ενίσχυσης της συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο της καταπολέμησης του παράνομου αθλητικού στοιχήματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 11 της παρούσας σύμβασης.

                   Άρθρο 13 – Εθνική πλατφόρμα

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ορίζει μια εθνική πλατφόρμα για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων. Η εθνική πλατφόρμα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο έχει, μεταξύ άλλων, τις εξής λειτουργίες:

                   α       χρησιμεύει ως κόμβος πληροφοριών, συλλέγοντας και διαδίδοντας πληροφορίες που αφορούν την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων στους σχετικούς οργανισμούς και στις αρχές·

                   β       συντονίζει τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων·

                   γ        λαμβάνει, συγκεντρώνει και αναλύει τις πληροφορίες για παράτυπα και ύποπτα στοιχήματα σε αθλητικούς αγώνες που διεξάγονται στην επικράτεια του συμβαλλόμενου μέρους και, κατά περίπτωση, εκδίδει προειδοποιήσεις·

                   δ        διαβιβάζει πληροφορίες για πιθανές παραβάσεις των νόμων ή των αθλητικών κανονισμών που αναφέρονται στην παρούσα σύμβαση στις δημόσιες αρχές ή σε αθλητικούς οργανισμούς και/ή φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος·

                   ε        συνεργάζεται με όλους τους οργανισμούς και τις αρμόδιες αρχές σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών πλατφορμών άλλων κρατών.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ανακοινώνει στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης το όνομα και τη διεύθυνση της εθνικής πλατφόρμας.

                   Άρθρο 14 – Προστασία προσωπικών δεδομένων

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά και άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης όλων των δράσεων για την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων με τους σχετικούς εθνικούς και διεθνείς νόμους και πρότυπα για την προστασία προσωπικών δεδομένων, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπεται στην παρούσα σύμβαση.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες αρχές και οι οργανισμοί που καλύπτονται από την παρούσα σύμβαση λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι, κατά τη συλλογή, επεξεργασία και ανταλλαγή προσωπικών δεδομένων, ανεξαρτήτως της φύσης των ανταλλαγών αυτών, λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι αρχές της νομιμότητας, της καταλληλότητας, της συνάφειας και της ακρίβειας, καθώς επίσης η ασφάλεια δεδομένων και τα δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα.

         3        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος προβλέπει στους νόμους του την υποχρέωση των δημόσιων αρχών και των οργανισμών που καλύπτονται από την παρούσα σύμβαση να εξασφαλίζουν ότι η ανταλλαγή δεδομένων για τον σκοπό της παρούσας σύμβασης δεν υπερβαίνει το ελάχιστο αναγκαίο για την επιδίωξη των δηλωθέντων σκοπών της ανταλλαγής.

         4        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος καλεί τις διάφορες δημόσιες αρχές και οργανισμούς που καλύπτονται από την παρούσα σύμβαση να παρέχουν τα απαραίτητα τεχνικά μέσα για την ασφάλεια των δεδομένων που ανταλλάσσονται και για τη διασφάλιση της αξιοπιστίας και της ακεραιότητάς τους, καθώς και της διαθεσιμότητας και της ακεραιότητας των συστημάτων ανταλλαγής δεδομένων και της ταυτοποίησης των χρηστών τους.

Κεφάλαιο IV – Ουσιαστικό ποινικό δίκαιο και συνεργασία όσον αφορά την επιβολή του νόμου

                   Άρθρο 15 – Ποινικά αδικήματα που σχετίζονται με τη χειραγώγηση αθλητικών αγώνων

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξασφαλίζει ότι οι οικείοι εθνικοί νόμοι καθιστούν δυνατή την επιβολή ποινικών κυρώσεων για τη χειραγώγηση αθλητικών αγώνων, όταν αυτή εμπεριέχει πρακτικές καταναγκασμού, διαφθοράς ή εξαπάτησης, όπως καθορίζονται από το εθνικό του δίκαιο.

                   Άρθρο 16 —  Νομιμοποίηση εσόδων από ποινικά αδικήματα που σχετίζονται με τη χειραγώγηση αθλητικών αγώνων

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για τον χαρακτηρισμό ως ποινικών αδικημάτων, δυνάμει του οικείου εθνικού δικαίου, των πρακτικών που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2 της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση προϊόντων εγκλήματος και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (2005, CETS αριθ. 198), στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του διακρατικού οργανωμένου εγκλήματος (2000) ή στο άρθρο 23 παράγραφος 1 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς (2003), σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται σε αυτά, όταν το κύριο αδίκημα που αποφέρει κέρδος συγκαταλέγεται σε αυτά που αναφέρονται στα άρθρα 15 και 17 της παρούσας σύμβασης και, σε κάθε περίπτωση, σε περιπτώσεις εκβιασμού, διαφθοράς και απάτης.

         2        Κατά τον καθορισμό του φάσματος των αδικημάτων που θα καλύπτονται ως κύρια αδικήματα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να αποφασίζει, σύμφωνα με το οικείο εθνικό δίκαιο, τον τρόπο προσδιορισμού των αδικημάτων αυτών και της φύσης τυχόν συγκεκριμένων στοιχείων που τα καθιστούν σοβαρά.

         3        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξετάζει την ένταξη της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων στο οικείο πλαίσιο για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, απαιτώντας από τους φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος να εφαρμόζουν δέουσα επιμέλεια ως προς τους πελάτες, να τηρούν αρχεία και να υπόκεινται σε απαιτήσεις αναφοράς.

                   Άρθρο 17 – Συνέργεια και υποκίνηση

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά και άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για τον χαρακτηρισμό ως ποινικών αδικημάτων δυνάμει του οικείου εθνικού δικαίου, όταν διαπράττονται εκ προθέσεως, της συνέργειας και της υποκίνησης διάπραξης οποιουδήποτε από τα ποινικά αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 15 της παρούσας σύμβασης.

                   Άρθρο 18 – Εταιρική ευθύνη

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για να εξασφαλίσει ότι τα νομικά πρόσωπα μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα για αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης, τα οποία διαπράττονται προς όφελός τους από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο, το οποίο ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου, και που κατέχει ηγετική θέση στο νομικό πρόσωπο, με βάση:

                   α       εξουσία εκπροσώπησης του νομικού προσώπου·

                   β       εξουσία λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου·

                   γ        εξουσία άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.

         2        Με την επιφύλαξη των αρχών δικαίου του συμβαλλόμενου μέρους, η ευθύνη ενός νομικού προσώπου μπορεί να είναι ποινική, αστική ή διοικητική.

         3        Εκτός των περιπτώσεων που ήδη προβλέπονται στην παράγραφο 1, κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει ότι ένα νομικό πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο στην περίπτωση όπου η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από φυσικό πρόσωπο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, καθιστά δυνατή τη διάπραξη αδικήματος, όπως αναφέρεται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης, προς όφελος του εν λόγω νομικού προσώπου από ένα φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί υπό την εξουσία του.

         4        Η ευθύνη αυτή δεν θίγει την ποινική ευθύνη των φυσικών προσώπων που διαπράττουν το αδίκημα.

Κεφάλαιο V – Δικαιοδοσία, ποινική διαδικασία και μέτρα επιβολής

                   Άρθρο 19 – Δικαιοδοσία

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει όποια νομοθετικά ή άλλα μέτρα ενδέχεται να είναι αναγκαία για να καθορίσει τη δικαιοδοσία στην οποία εμπίπτουν τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης, όταν διαπράττεται το αδίκημα:

                   α       στο έδαφός του· ή

                   β       σε πλοίο που φέρει τη σημαία του· ή

                   γ        σε αεροσκάφος νηολογημένο βάσει της νομοθεσίας του·

                   δ        από υπήκοό του ή από πρόσωπο που έχει τη συνήθη κατοικία του στο έδαφός του.

         2        Κάθε κράτος ή η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί, κατά τον χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης της πράξης κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, μέσω δήλωσης απευθυνόμενης στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να δηλώσει ότι διατηρεί το δικαίωμα να μην εφαρμόσει, ή να εφαρμόσει μόνο σε ειδικές περιπτώσεις ή συνθήκες, τους κανόνες περί δικαιοδοσίας που προβλέπονται στην παράγραφο 1 εδάφιο δ του παρόντος άρθρου.

         3        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα για να καθορίσει τη δικαιοδοσία στην οποία εμπίπτουν τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης, σε περιπτώσεις όπου πρόσωπο φερόμενο ως δράστης βρίσκεται στο έδαφός του και δεν μπορεί να εκδοθεί σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος βάσει της ιθαγένειάς του.

         4        Όταν περισσότερα του ενός συμβαλλόμενα μέρη διεκδικούν τη δικαιοδοσία για εικαζόμενο αδίκημα που αναφέρεται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη προβαίνουν, κατά περίπτωση, σε διαβουλεύσεις μεταξύ τους προκειμένου να προσδιορίσουν την πλέον κατάλληλη δικαιοδοσία για τους σκοπούς της δίωξης.

         5        Με την επιφύλαξη των γενικών κανόνων του διεθνούς δικαίου, η παρούσα σύμβαση δεν αποκλείει οποιαδήποτε ποινική, αστική και διοικητική δικαιοδοσία ασκείται από ένα συμβαλλόμενο μέρος σύμφωνα με το οικείο εθνικό δίκαιο.

                   Άρθρο 20 – Μέτρα διασφάλισης ηλεκτρονικών αποδεικτικών στοιχείων

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει νομοθετικά ή άλλα μέτρα για τη διασφάλιση ηλεκτρονικών αποδεικτικών στοιχείων, μεταξύ άλλων, μέσω της ταχείας διατήρησης αποθηκευμένων ηλεκτρονικών δεδομένων, της ταχείας διατήρησης και γνωστοποίησης δεδομένων κίνησης, της έκδοσης διαταγών προσκόμισης αποδεικτικών στοιχείων, της έρευνας και κατάσχεσης αποθηκευμένων ηλεκτρονικών δεδομένων, της συλλογής δεδομένων κίνησης σε πραγματικό χρόνο και της παρακολούθησης δεδομένων περιεχομένου, σύμφωνα με το οικείο εθνικό δίκαιο, κατά τη διερεύνηση αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης.

                   Άρθρο 21 – Μέτρα προστασίας

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξετάζει τη θέσπιση όποιων νομοθετικών μέτρων ενδέχεται να είναι αναγκαία προκειμένου να παράσχει αποτελεσματική προστασία σε:

                   α       πρόσωπα που παρέχουν, καλή τη πίστει και για βάσιμους λόγους, πληροφορίες σχετικές με αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης, ή τα οποία συνεργάζονται με άλλον τρόπο με τις αρχές έρευνας και δίωξης·

                   β       μάρτυρες που δίνουν κατάθεση σχετικά με αυτά τα αδικήματα·

                   γ        όταν κρίνεται αναγκαίο, μέλη της οικογένειας των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα εδάφια α και              β.

Κεφάλαιο VΙ – Κυρώσεις και μέτρα

                   Άρθρο 22 – Ποινικές κυρώσεις κατά φυσικών προσώπων

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα ώστε να διασφαλίσει ότι για τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης, όταν διαπράττονται από φυσικά πρόσωπα, επιβάλλονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων χρηματικών κυρώσεων, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα των αδικημάτων. Αυτές οι κυρώσεις περιλαμβάνουν ποινές στέρησης της ελευθερίας που μπορεί να συνεπάγονται έκδοση, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο.

                   Άρθρο 23 – Κυρώσεις κατά νομικών προσώπων

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα ώστε να διασφαλίσει ότι τα νομικά πρόσωπα που υπέχουν ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 18 υπόκεινται σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων χρηματικών κυρώσεων και πιθανώς άλλων μέτρων, όπως:

                   α       προσωρινή ή οριστική απαγόρευση της άσκησης εμπορικής δραστηριότητας·

                   β       θέση υπό δικαστική εποπτεία·

                   γ        δικαστική διαταγή εκκαθάρισης.

                   Άρθρο 24 – Διοικητικές κυρώσεις

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, νομοθετικά ή άλλα μέτρα σχετικά με πράξεις που επισύρουν κυρώσεις βάσει του οικείου εθνικού δικαίου, τα οποία ενδέχεται να είναι αναγκαία για την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων και μέτρων σε περίπτωση παραβιάσεων που διαπιστώνονται δυνάμει της παρούσας σύμβασης, κατόπιν διαδικασιών που έχουν κινηθεί από τις διοικητικές αρχές, στις περιπτώσεις όπου η απόφαση μπορεί να οδηγήσει σε δίκη ενώπιον δικαστηρίου που έχει δικαιοδοσία.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξασφαλίζει την εφαρμογή διοικητικών μέτρων. Αυτό το καθήκον μπορεί να αναλάβει η ρυθμιστική αρχή για τα στοιχήματα ή άλλη αρμόδια αρχή ή αρχές, σύμφωνα με το οικείο εθνικό δίκαιο.

                   Άρθρο 25 – Κατάσχεση και δήμευση

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ώστε να επιτρέπει την κατάσχεση και τη δήμευση:

                   α       εμπορευμάτων, εγγράφων και άλλων μέσων που χρησιμοποιούνται, ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν, για τη διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης·

                   β       των εσόδων που προκύπτουν από τα εν λόγω αδικήματα, ή περιουσιακών στοιχείων αντίστοιχης αξίας με αυτά τα έσοδα.

Κεφάλαιο VII – Διεθνής συνεργασία σε δικαστικές και άλλες υποθέσεις

         Άρθρο 26 – Μέτρα με στόχο τη διεθνή συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

         1        Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης και με τις σχετικές ισχύουσες διεθνείς και περιφερειακές πράξεις και ρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί βάσει ενιαίας ή αμοιβαίας νομοθεσίας και σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, στον ευρύτερο δυνατό βαθμό για τους σκοπούς των ερευνών, διώξεων και δικαστικών διαδικασιών που αφορούν τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης, μεταξύ άλλων και για την κατάσχεση και δήμευση.

         2        Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται στον ευρύτερο δυνατό βαθμό, σύμφωνα με τις σχετικές ισχύουσες διεθνείς, περιφερειακές και διμερείς συνθήκες για την έκδοση και την αμοιβαία συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις και σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, όσον αφορά τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης.

         3        Σε υποθέσεις διεθνούς συνεργασίας, όταν το διττό αξιόποινο θεωρείται απαίτηση, η απαίτηση θεωρείται ότι πληρούται, ανεξαρτήτως του κατά πόσον οι νόμοι του κράτους στο οποίο υποβάλλεται το αίτημα τοποθετούν το αδίκημα στην ίδια κατηγορία ή χρησιμοποιούν τον ίδιο όρο με το αιτούν κράτος για να ονομάσουν το αδίκημα, εφόσον η συμπεριφορά από την οποία προκύπτει το αδίκημα για το οποίο ζητείται αμοιβαία δικαστική συνδρομή ή έκδοση συνιστά ποινικό αδίκημα βάσει της νομοθεσίας και των δύο συμβαλλόμενων μερών.

         4        Αν ένα συμβαλλόμενο μέρος που θέτει ως προϋπόθεση για έκδοση ή αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις την ύπαρξη συνθήκης λάβει αίτημα έκδοσης ή δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις από συμβαλλόμενο μέρος το οποίο δεν έχει συνάψει σχετική συνθήκη, μπορεί, τηρώντας πλήρως τις υποχρεώσεις του δυνάμει του διεθνούς δικαίου και με την επιφύλαξη των όρων που προβλέπονται από το οικείο εθνικό δίκαιο, να θεωρήσει την παρούσα σύμβαση ως νομική βάση για έκδοση ή αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις που αφορούν τα αδικήματα τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 15 έως 17 της παρούσας σύμβασης.

                   Άρθρο 27 – Άλλα μέτρα διεθνούς συνεργασίας όσον αφορά την πρόληψη

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος καταβάλλει προσπάθειες ώστε να εντάξει, κατά περίπτωση, την πρόληψη και την καταπολέμηση της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων σε προγράμματα συνδρομής προς όφελος τρίτων κρατών.

                   Άρθρο 28 – Διεθνής συνεργασία με διεθνείς αθλητικούς οργανισμούς

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος, σύμφωνα με το οικείο εθνικό δίκαιο, συνεργάζεται με διεθνείς αθλητικούς οργανισμούς για την καταπολέμηση της χειραγώγησης των αθλητικών αγώνων.

Κεφάλαιο VIII – Παρακολούθηση

                   Άρθρο 29 – Παροχή πληροφοριών

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διαβιβάζει στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε μία από τις επίσημες γλώσσες του Συμβουλίου της Ευρώπης, όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που λαμβάνει για τον σκοπό της συμμόρφωσης με τους όρους της παρούσας σύμβασης.

                   Άρθρο 30 – Επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης

         1        Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, συστήνεται διά του παρόντος επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να εκπροσωπείται στην επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης από έναν ή περισσότερους αντιπροσώπους, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων δημόσιων αρχών που είναι αρμόδιες για τον αθλητισμό, την επιβολή του νόμου ή τη ρύθμιση των στοιχημάτων. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος έχει μία ψήφο.

         3        Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και άλλες σχετικές διακυβερνητικές επιτροπές του Συμβουλίου της Ευρώπης, διορίζουν από έναν εκπρόσωπο έκαστη στην επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης προκειμένου να συμβάλουν σε μια διατομεακή και διεπιστημονική προσέγγιση. Η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης μπορεί, αν κριθεί αναγκαίο, να απευθύνει πρόσκληση, με ομόφωνη απόφαση, σε οποιοδήποτε κράτος δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης, σε οποιονδήποτε διεθνή οργανισμό ή φορέα να εκπροσωπηθεί από παρατηρητή στις συνεδριάσεις της. Οι εκπρόσωποι που διορίζονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής παρακολούθησης της σύμβασης χωρίς δικαίωμα ψήφου.

         4        Οι συνεδριάσεις της επιτροπής παρακολούθησης της σύμβασης συγκαλούνται από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η πρώτη συνεδρίαση θα συγκληθεί το συντομότερο δυνατόν, και σε κάθε περίπτωση εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης. Στη συνέχεια, η επιτροπή θα συνεδριάζει όποτε ζητείται συνεδρίαση από το ένα τρίτο τουλάχιστον των συμβαλλόμενων μερών ή από τον Γενικό Γραμματέα.

         5        Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας σύμβασης, η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης καταρτίζει και εκδίδει κατόπιν συναίνεσης τον οικείο εσωτερικό κανονισμό.

         6        Η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης επικουρείται από τη Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της.

                   Άρθρο 31 – Καθήκοντα της επιτροπής παρακολούθησης της σύμβασης

         1        Η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης είναι αρμόδια για την παρακολούθηση της εφαρμογής της παρούσας σύμβασης.

         2        Η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης εκδίδει και τροποποιεί τον κατάλογο των αθλητικών οργανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2, και διασφαλίζει τη δημοσίευσή του με κατάλληλο τρόπο.

         3        Η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης δύναται, ειδικότερα:

                   α       να διατυπώνει συστάσεις προς τα συμβαλλόμενα μέρη όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, ιδίως όσον αφορά τη διεθνή συνεργασία·

                   β       όπου κρίνεται σκόπιμο, να διατυπώνει συστάσεις στα συμβαλλόμενα μέρη, μετά τη δημοσίευση επεξηγηματικών εγγράφων και ύστερα από προηγούμενες διαβουλεύσεις με εκπροσώπους αθλητικών οργανισμών και φορέων εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, ειδικότερα σχετικά με:

                            –       τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι αθλητικοί οργανισμοί και οι φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος για να επωφελούνται της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 της παρούσας σύμβασης·

                            –       άλλους τρόπους ενίσχυσης της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων δημόσιων αρχών, των αθλητικών οργανισμών και των φορέων εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος, όπως αναφέρεται στην παρούσα σύμβαση·

                   γ        να κρατά ενήμερους τους διεθνείς οργανισμούς και το κοινό για τις δραστηριότητες που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο της παρούσας σύμβασης·

                   δ        να συντάσσει γνωμοδότηση προς την Επιτροπή Υπουργών κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε κράτους μη μέλους του Συμβουλίου της Ευρώπης να κληθεί από την Επιτροπή Υπουργών να υπογράψει τη σύμβαση, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2.

         4        Για την εκπλήρωση των καθηκόντων της, η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης μπορεί, με δική της πρωτοβουλία, να διοργανώνει συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων.

         5        Η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης, με προηγούμενη συγκατάθεση των ενδιαφερόμενων συμβαλλόμενων μερών, διοργανώνει επισκέψεις στα συμβαλλόμενα μέρη.

Κεφάλαιο IX – Τελικές διατάξεις

                   Άρθρο 32 – Υπογραφή και έναρξη ισχύος

         1        Η παρούσα σύμβαση θα είναι ανοικτή για υπογραφή από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, τα άλλα συμβαλλόμενα κράτη της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τον Πολιτισμό, την Ευρωπαϊκή Ένωση και κράτη που δεν είναι μέλη αλλά έχουν συμμετάσχει στην κατάρτισή της ή απολαύουν καθεστώτος παρατηρητή στο Συμβούλιο της Ευρώπης.

         2        Η παρούσα σύμβαση είναι επίσης ανοικτή για υπογραφή από οποιοδήποτε άλλο κράτος μη μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης κατόπιν πρόσκλησης της Επιτροπής Υπουργών. Η απόφαση πρόσκλησης κράτους που δεν είναι μέλος να υπογράψει τη σύμβαση λαμβάνεται από την πλειοψηφία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 20 στοιχείο δ του καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης, και με ομόφωνη ψήφο των εκπροσώπων των συμβαλλόμενων κρατών που έχουν δικαίωμα να μετέχουν στην Επιτροπή Υπουργών, κατόπιν διαβουλεύσεων με την επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης, μόλις αυτή συσταθεί.

         3        Η παρούσα σύμβαση υπόκειται σε κύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Οι πράξεις κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

         4        Η παρούσα σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής τρίμηνης περιόδου από την ημερομηνία κατά την οποία πέντε υπογράφοντες, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον τριών κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, θα έχουν εκφράσει τη συναίνεσή τους να δεσμεύονται από τη σύμβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3.

         5        Όσον αφορά υπογράφον κράτος ή την Ευρωπαϊκή Ένωση που θα εκφράσει σε μεταγενέστερο χρόνο τη συναίνεσή του να δεσμεύεται από τη σύμβαση, η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής τρίμηνης περιόδου από την ημερομηνία που θα έχει εκφραστεί η συναίνεση για δέσμευση από τη σύμβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3.

         6        Ένα συμβαλλόμενο μέρος που δεν είναι μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης συνεισφέρει στη χρηματοδότηση της επιτροπής παρακολούθησης της σύμβασης κατά τρόπο που αποφασίζεται από την Επιτροπή Υπουργών κατόπιν διαβούλευσης με το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος.

                   Άρθρο 33 – Αποτελέσματα της σύμβασης και σχέση με άλλες διεθνείς πράξεις

         1        Η παρούσα σύμβαση δεν επηρεάζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών βάσει διεθνών πολυμερών συμβάσεων που αφορούν ειδικά θέματα. Ειδικότερα, η παρούσα σύμβαση δεν μεταβάλλει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από άλλες συμφωνίες που έχουν ήδη συναφθεί σχετικά με την καταπολέμηση της φαρμακοδιέγερσης και συνάδουν με το αντικείμενο και τον σκοπό της παρούσας σύμβασης.

         2        Η παρούσα σύμβαση συμπληρώνει ειδικότερα, κατά περίπτωση, ισχύουσες πολυμερείς ή διμερείς συνθήκες μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, μεταξύ άλλων τις διατάξεις των εξής συμβάσεων:

                   α       Ευρωπαϊκή σύμβαση εκδόσεως (1957, ETS αριθ. 24)·

                   β       Ευρωπαϊκή σύμβαση για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων (1959, ETS αριθ. 30)·

                   γ        Σύμβαση για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και τη δήμευση προϊόντων εγκλήματος (1990, ETS αριθ. 141)·

                   δ        Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση προϊόντων εγκλήματος και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (2005, CETS αριθ. 198).

         3        Τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης δύνανται να συνάπτουν μεταξύ τους διμερείς ή πολυμερείς συνθήκες σχετικά με θέματα που ρυθμίζονται από την παρούσα σύμβαση, προκειμένου να συμπληρώσουν ή να ενισχύσουν τις διατάξεις της τελευταίας ή να διευκολύνουν την εφαρμογή των αρχών που καθιερώνονται με αυτήν.

         4        Αν δύο ή περισσότερα συμβαλλόμενα μέρη έχουν ήδη συνάψει συνθήκη για τα θέματα που ρυθμίζει η παρούσα σύμβαση ή έχουν συνάψει άλλου είδους σχέσεις σχετικά με τα θέματα αυτά, έχουν επίσης το δικαίωμα να εφαρμόζουν την εν λόγω συνθήκη ή να ρυθμίζουν τις σχέσεις αυτές ανάλογα. Ωστόσο, όταν τα συμβαλλόμενα μέρη συνάπτουν σχέσεις όσον αφορά τα θέματα που ρυθμίζει η παρούσα σύμβαση διαφορετικές από αυτές που προβλέπονται στη σύμβαση, οφείλουν να το πράττουν κατά τρόπο συμβατό με τους στόχους και τις αρχές της σύμβασης.

         5        Κανένα σημείο της παρούσας σύμβασης δεν επηρεάζει άλλα δικαιώματα, περιορισμούς, υποχρεώσεις και ευθύνες των συμβαλλόμενων μερών.

                   Άρθρο 34 – Όροι και διασφαλίσεις

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξασφαλίζει ότι η θέσπιση, η υλοποίηση και η εφαρμογή των εξουσιών και των διαδικασιών που προβλέπονται στα κεφάλαια II ως VII υπόκεινται σε όρους και διασφαλίσεις που καθορίζονται από το οικείο εθνικό δίκαιο, οι οποίοι προβλέπουν τη δέουσα προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων που προκύπτουν από τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει το συμβαλλόμενο μέρος σύμφωνα με τη Σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, το Διεθνές Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών του 1966 για τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα και άλλες ισχύουσες διεθνείς πράξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και οι οποίοι εντάσσουν την αρχή της αναλογικότητας στο οικείο εθνικό δίκαιο.

         2        Οι εν λόγω όροι και διασφαλίσεις περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, με βάση τη φύση της εκάστοτε διαδικασίας ή εξουσίας, μεταξύ άλλων, τη δικαστική ή άλλη ανεξάρτητη εποπτεία, την αιτιολόγηση της εφαρμογής, καθώς και τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής και της διάρκειας της εκάστοτε εξουσίας ή διαδικασίας.

         3        Στον βαθμό που συνάδει με το δημόσιο συμφέρον, και ιδίως με την ορθή απονομή της δικαιοσύνης, κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξετάζει τον αντίκτυπο των εξουσιών και των διαδικασιών που περιλαμβάνονται σε αυτά τα κεφάλαια στα δικαιώματα, τις ευθύνες και τα νόμιμα συμφέροντα τρίτων μερών.

                   Άρθρο 35 – Εδαφική εφαρμογή

         1        Κάθε κράτος ή η Ευρωπαϊκή Ένωση δύναται, κατά τον χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης της πράξης κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, να ορίσει το έδαφος ή τα εδάφη στα οποία θα εφαρμόζεται η παρούσα σύμβαση.

         2        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, μέσω δήλωσης απευθυνόμενης στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης σε οποιοδήποτε άλλο έδαφος αναφέρεται στη δήλωση, για τις διεθνείς σχέσεις του οποίου είναι αρμόδιο το συμβαλλόμενο μέρος ή εξ ονόματος του οποίου δύναται να αναλαμβάνει υποχρεώσεις. Όσον αφορά ένα τέτοιο έδαφος, η σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής τρίμηνης περιόδου από την ημερομηνία παραλαβής της δήλωσης από τον Γενικό Γραμματέα.

         3        Κάθε δήλωση που υποβάλλεται σύμφωνα με τις δύο προηγούμενες παραγράφους μπορεί, όσον αφορά οποιοδήποτε έδαφος αναφέρεται στην εν λόγω δήλωση, να ανακληθεί μέσω ειδοποίησης απευθυνόμενης στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η ανάκληση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής τρίμηνης περιόδου από την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.

                   Άρθρο 36 – Ομοσπονδιακή ρήτρα

         1        Ένα ομοσπονδιακό κράτος δύναται να επιφυλαχθεί του δικαιώματος ανάληψης υποχρεώσεων που προβλέπονται στα κεφάλαια II, IV, V και VI της παρούσας σύμβασης σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές που διέπουν τη σχέση μεταξύ της κεντρικής του κυβέρνησης και των κρατών που το απαρτίζουν ή άλλων παρόμοιων εδαφικών οντοτήτων, υπό την προϋπόθεση ότι εξακολουθεί να διαθέτει δυνατότητα συνεργασίας, σύμφωνα με τα κεφάλαια III και VII.

         2        Ένα ομοσπονδιακό κράτος δεν δύναται, κατά τη διατύπωση επιφύλαξης σύμφωνα με την παράγραφο 1, να εφαρμόσει τους όρους της εν λόγω επιφύλαξης προκειμένου να απαλλαγεί ή να περιορίσει σημαντικά τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τη λήψη των μέτρων που καθορίζονται στα κεφάλαια III και VII. Γενικά, εξασφαλίζει ευρεία και αποτελεσματική ικανότητα επιβολής όσον αφορά τα εν λόγω μέτρα.

         3        Όσον αφορά τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης, η εφαρμογή των οποίων υπόκειται στη δικαιοδοσία του εκάστοτε επιμέρους κράτους ή άλλης παρόμοιας εδαφικής οντότητας που δεν υποχρεούται από το συνταγματικό καθεστώς της ομοσπονδίας να λάβει νομοθετικά μέτρα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές αυτών των κρατών σχετικά με τις εν λόγω διατάξεις, εκφράζοντας θετική γνώμη και τις παροτρύνει να λάβουν κατάλληλα μέτρα για τη θέση τους σε ισχύ.

                   Άρθρο 37 – Επιφυλάξεις

         1        Με γραπτή ειδοποίηση προς τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, οποιοδήποτε κράτος ή η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί, κατά τον χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης της πράξης κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, να δηλώσει ότι κάνει χρήση των επιφυλάξεων που προβλέπονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 και στο άρθρο 36 παράγραφος 1. Καμία άλλη επιφύλαξη δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

         2        Ένα συμβαλλόμενο μέρος που έχει διατυπώσει επιφύλαξη σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορεί να την ανακαλέσει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει μέσω ειδοποίησης προς τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Αυτή η ανάκληση αρχίζει να ισχύει κατά την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα. Αν η ειδοποίηση αναφέρει συγκεκριμένη ημερομηνία έναρξης ισχύος της ανάκλησης της επιφύλαξης και αυτή η ημερομηνία είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας παραλαβής της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα, η ανάκληση αρχίζει να ισχύει κατά τη συγκεκριμένη μεταγενέστερη ημερομηνία.

         3        Ένα συμβαλλόμενο μέρος που έχει διατυπώσει επιφύλαξη προβαίνει σε ανάκλησή της, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, μόλις το επιτρέψουν οι περιστάσεις.

         4        Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης δύναται ανά τακτά διαστήματα να ζητεί από τα συμβαλλόμενα μέρη που έχουν διατυπώσει μία ή περισσότερες επιφυλάξεις λεπτομέρειες σχετικά με τις πιθανότητες ανάκλησης αυτών των επιφυλάξεων.

                   Άρθρο 38 – Τροποποιήσεις

         1        Τροποποιήσεις σε άρθρα της παρούσας σύμβασης μπορούν να προταθούν από οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος, από την επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης ή από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης.

         2        Κάθε πρόταση τροποποίησης κοινοποιείται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης και διαβιβάζεται από τον ίδιο στα συμβαλλόμενα μέρη, στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα κράτη που δεν είναι μέλη αλλά έχουν συμμετάσχει στην κατάρτιση της παρούσας σύμβασης ή απολαύουν καθεστώτος παρατηρητή στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε οποιοδήποτε κράτος έχει κληθεί να υπογράψει την παρούσα σύμβαση, και στην επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης, τουλάχιστον δύο μήνες πριν από τη συνεδρίαση στην οποία πρόκειται να εξεταστεί. Η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης υποβάλλει στην Επιτροπή Υπουργών τη γνωμοδότησή της για την προτεινόμενη τροποποίηση.

         3        Η Επιτροπή Υπουργών εξετάζει την προτεινόμενη τροποποίηση και κάθε γνωμοδότηση που υποβάλλεται από την επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης, και μπορεί να εγκρίνει την τροποποίηση κατά την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 20 στοιχείο δ του καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης.

         4        Το κείμενο κάθε τροποποίησης που εγκρίνεται από την Επιτροπή Υπουργών σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου διαβιβάζεται στα συμβαλλόμενα μέρη για αποδοχή.

         5        Κάθε τροποποίηση που εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής περιόδου ενός μηνός αφότου όλα τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν ενημερώσει τον Γενικό Γραμματέα σχετικά με την αποδοχή της, τηρώντας τις αντίστοιχες εσωτερικές διαδικασίες τους.

         6        Αν μια τροποποίηση έχει εγκριθεί από την Επιτροπή Υπουργών αλλά δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με την παράγραφο 5, ένα κράτος ή η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να εκφράσει την συναίνεσή του να δεσμεύεται από τη σύμβαση χωρίς να αποδεχτεί συγχρόνως την τροποποίηση.

                   Άρθρο 39 – Διευθέτηση διαφορών

         1        Η επιτροπή παρακολούθησης της σύμβασης, σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες διακυβερνητικές επιτροπές του Συμβουλίου της Ευρώπης ενημερώνεται για τυχόν δυσχέρειες όσον αφορά την ερμηνεία και την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης.

         2        Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ συμβαλλόμενων μερών ως προς την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, τα εν λόγω μέρη επιζητούν τη διευθέτηση της διαφοράς μέσω διαπραγματεύσεων, συμβιβασμού, διαιτησίας ή άλλων ειρηνικών μέσων της επιλογής τους.

         3        Η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης μπορεί να θεσπίσει διαδικασίες διευθέτησης που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τα συμβαλλόμενα μέρη σε περίπτωση διαφοράς, με τη συγκατάθεσή τους.

                   Άρθρο 40 – Καταγγελία

         1        Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται, ανά πάσα χρονική στιγμή, να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση απευθύνοντας σχετική γνωστοποίηση στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

         2        Η καταγγελία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής τρίμηνης περιόδου από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.

                   Άρθρο 41 – Γνωστοποίηση

         1        Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης γνωστοποιεί στα συμβαλλόμενα μέρη, στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα λοιπά συμβαλλόμενα κράτη της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τον Πολιτισμό, στα κράτη που δεν είναι μέλη αλλά έχουν συμμετάσχει στην κατάρτιση της παρούσας σύμβασης ή απολαύουν καθεστώτος παρατηρητή στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε οποιοδήποτε κράτος έχει κληθεί να υπογράψει την παρούσα σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32:

                   α       κάθε υπογραφή·

                   β       την κατάθεση κάθε πράξης κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης·

                   γ        κάθε ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 32·

                   δ        κάθε επιφύλαξη και κάθε ανάκληση επιφύλαξης που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 37·

                   ε        κάθε δήλωση που υποβάλλεται σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 13·

                   στ      κάθε άλλη πράξη, γνωστοποίηση ή κοινοποίηση που άπτεται της παρούσας σύμβασης.

                   Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες, όντας δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο, υπέγραψαν την παρούσα σύμβαση.

                   Συντάχθηκε στο Magglingen/Macolin, την 18η Σεπτεμβρίου 2014, στην αγγλική και στη γαλλική γλώσσα, με αμφότερα τα κείμενα να είναι εξίσου αυθεντικά, σε ένα και μόνο αντίγραφο το οποίο θα κατατεθεί στο αρχείο του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης διαβιβάζει επικυρωμένο αντίγραφο σε κάθε κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα κράτη που δεν είναι μέλη και έχουν συμμετάσχει στην κατάρτιση της παρούσας σύμβασης ή απολαύουν καθεστώτος παρατηρητή στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε κάθε κράτος το οποίο έχει κληθεί να υπογράψει την παρούσα σύμβαση.

Top