EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012AR1269

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Δέσμη για την προστασία της νόμιμης οικονομίας»

ΕΕ C 391 της 18.12.2012, p. 134–139 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 391/134


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Δέσμη για την προστασία της νόμιμης οικονομίας»

2012/C 391/14

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

χαιρετίζει τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι οποίες ομαδοποιούν κατά τρόπο συνεκτικό τα κανονιστικά μέτρα και τις στρατηγικές που θα πρέπει να εφαρμοστούν ώστε να εξασφαλιστεί γρήγορα και αποτελεσματικά η προστασία της νόμιμης οικονομίας·

επικροτεί τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής για την πρόληψη μη υγιών πρακτικών —όπως σύγκρουση συμφερόντων, ευνοιοκρατία ή δωροδοκία— με βάση τον χαρακτηρισμό τους ως αξιόποινων συμπεριφορών οι οποίες εξακολουθούν να μην τιμωρούνται σε ορισμένα κράτη μέλη και να εμποδίζουν την ελεύθερη πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις·

υποστηρίζει τη δημιουργία ενός νέου μηχανισμού αξιολόγησης, από το 2013, με την μελλοντική ανά διετία έκθεση της Ένωσης για την καταπολέμηση της διαφθοράς·

κρίνει θετική την πρόταση οδηγίας για τη δέσμευση και τη δήμευση των προϊόντων εγκλήματος στην ΕΕ, καθώς πρόκειται για μηχανισμούς αναγκαίους για την προστασία της παγκόσμιας οικονομίας, ώστε το έγκλημα να μην επιβραβεύεται και οι απατεώνες να μην επωφελούνται ποτέ από τα παράνομα κέρδη·

συμφωνεί με τη λογική που διέπει το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, σύμφωνα με την οποία είναι προτιμότερο να καταστούν δεσμευτικοί ορισμένοι ελάχιστοι κανόνες (συμπεριλαμβανομένης της εκτεταμένης δήμευσης, της δήμευσης αντίστοιχης αξίας, της δήμευσης εις χείρας τρίτου και της δήμευσης μη βασιζόμενης σε καταδίκη), δυνάμει του άρθρου 83 ΣΛΕΕ, παρά να αναζητηθεί η βελτίωση των σημερινών μηχανισμών της Ένωσης, που δεν έχουν καταναγκαστικό χαρακτήρα·

ζητά από τα κράτη μέλη να προβλέπουν την επιστροφή στις τοπικές ή/και τις περιφερειακές αρχές ενός μέρους των κατασχέσεων των περιουσιακών στοιχείων του οργανωμένου εγκλήματος (εφόσον θα έχουν ικανοποιηθεί οι νόμιμες αξιώσεις αποκατάστασης), δεδομένου ότι είναι τα πρώτα θύματα των εγκληματικών οργανώσεων που αποσταθεροποιούν την κοινωνική τάξη σε τοπικό επίπεδο. Είναι επίσης οι καταλληλότεροι φορείς για να διεξάγουν τοπικές δράσεις με σκοπό την εξάλειψη των βαθύτερων αιτίων της εγκληματικότητας. Είναι ένας τρόπος να δίδεται θετική προβολή στη δράση των δημόσιων αρχών και να δημιουργηθεί ένα ενάρετο σύστημα που συνδέει τους αιρετούς εκπροσώπους, την κοινωνία πολιτών και τις οικογένειες·

ενθαρρύνει τους τοπικούς αιρετούς εκπροσώπους να υπογράφουν κατά την έναρξη της θητείας τους έναν δεοντολογικό χάρτη υπό τον τίτλο «Οbliti privatorum, publica curate» (Λησμονήστε τις ιδιωτικές υποθέσεις – ασχοληθείτε με τα δημόσια ζητήματα), ο οποίος θα συμβάλει στην οικοδόμηση και τη διατήρηση δεσμών εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών και των κυβερνώντων·

παροτρύνει τους αιρετούς εκπροσώπους να καταθέτουν σε ανεξάρτητη δημόσια αρχή μία δήλωση περιουσιακών στοιχείων όπου θα αναφέρονται οι ιδιοκτησίες τους και οι εμπορικές ή επαγγελματικές τους σχέσεις.

Γενικός εισηγητής

ο κ. Christophe ROUILLON (FR/PES), Δήμαρχος της Coulaines

Έγγραφα αναφοράς

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση των προϊόντων του εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση

COM(2012) 85 final

Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με μέσα του ποινικού δικαίου και με διοικητικές έρευνες – Μια ολοκληρωμένη πολιτική για τη διασφάλιση των χρημάτων των φορολογουμένων

COM(2011) 293 final

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή: Καταπολέμηση της δωροδοκίας στην ΕΕ

COM(2011) 308 final

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης

COM(2012) 363 final

Ι.   ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Γενικές παρατηρήσεις

1.

διαπιστώνει ότι η δωροδοκία, το οργανωμένο έγκλημα και η απάτη αποτελούν μάστιγα για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι πρακτικές αυτές προκαλούν απώλειες 120 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως, ήτοι 1 % του ΑΕγχΠ της ΕΕ, σύμφωνα με την μη κυβερνητική οργάνωση (ΜΚΟ) Transparency International (Διεθνής Διαφάνεια – TI). Η παράνομη οικονομία αυξάνει τα ελλείμματα των κρατών, παρεμποδίζει τη δράση των δημοσίων αρχών για την καταπολέμηση της κρίσης, περιορίζει τα επίπεδα των επενδύσεων, ευνοεί τη διαρροή κεφαλαίων και υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους εκπροσώπους τους και τους θεσμούς·

2.

υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας εξασφάλισε στην ΕΕ ευρύτερα μέσα για την καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος, χάρη στον προσδιορισμό της εντολής της Eurojust, τη δυνατότητα σύστασης Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (άρθρα 85 και 86 ΣΛΕΕ), καθώς και τις διατάξεις για την καταπολέμηση της απάτης και οιασδήποτε άλλης παράνομης δραστηριότητας που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ (άρθρο 310 παρ. 6 και άρθρο 325 ΣΛΕΕ)·

3.

επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, το 75 % των Ευρωπαίων θεωρούν τη δωροδοκία σοβαρό πρόβλημα για τα κράτη μέλη·

4.

διαπιστώνει ότι η δήμευση και η δέσμευση των προϊόντων εγκλήματος έχουν αναγνωριστεί ως αποτελεσματικά μέσα καταπολέμησης των σοβαρών μορφών οργανωμένου εγκλήματος και έχουν αναδειχθεί σε στρατηγική προτεραιότητα σε επίπεδο ΕΕ·

5.

εκτιμά ότι η προστασία των συμφερόντων της Ένωσης επιβάλλει βελτίωση του ελέγχου της χρήσης των επιδοτήσεων, κυρίως όσων χορηγούνται δυνάμει των ευρωπαϊκών κοινωνικών ταμείων, της εδαφικής συνοχής ή της κοινής γεωργικής πολιτικής· η απάτη ενδέχεται να θέσει υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα των ολοκληρωμένων αυτών ευρωπαϊκών πολιτικών υπέρ των διαφόρων περιοχών·

6.

τονίζει ότι, σε τοπικό επίπεδο, το οργανωμένο έγκλημα έχει ως στόχο τους αρμόδιους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) που λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων ή των παραχωρήσεων δημόσιας υπηρεσίας και με την έκδοση οικοδομικών αδειών ή αδειών ασκήσεως εμπορίας·

7.

διαπιστώνει ότι οι δραστηριότητες του οργανωμένου εγκλήματος, όπως η διακίνηση ναρκωτικών ουσιών ή η εμπορία ανθρώπων, υπονομεύουν μακροπρόθεσμα τη δημόσια τάξη, τη δημόσια υγεία και την κοινωνική συνοχή·

8.

υπενθυμίζει ότι, με τη φαινομενικά έννομη χρήση της ευρωπαϊκής φορολογικής νομοθεσίας, ενίοτε της πλέον καινοτόμου, όπως ήταν η περίπτωση του φόρου διοξειδίου του άνθρακα, το οργανωμένο έγκλημα λεηλατεί και φτωχαίνει τα κράτη μέλη της Ένωσης, αλλά και τους ΟΤΑ·

9.

υπογραμμίζει ότι η δωροδοκία στον αθλητισμό («στημένοι» αγώνες, δωροδοκίες για την επιλογή του τόπου διεξαγωγής σημαντικών αθλητικών συναντήσεων, μυστικές προμήθειες για μετεγγραφές παικτών κ.λπ.) αποτελεί πηγή ιδιαίτερης ανησυχίας, επειδή θίγει τις ανθρωπιστικές αξίες που ασπάζονται εκατομμύρια ερασιτέχνες αθλητές και εθελοντές που δραστηριοποιούνται σε οργανώσεις·

10.

πιστεύει ότι οι ΟΤΑ, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, συνιστούν καίριους παράγοντες προστασίας της νόμιμης οικονομίας, καθώς θεσπίζουν τις πολιτικές ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

11.

παρατηρεί ότι το ισχύον δίκαιο της ΕΕ παρουσιάζει ελλείψεις όσον αφορά την καταπολέμηση της απάτης και της δωροδοκίας και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων εγκληματικής προέλευσης·

Καταπολέμηση της απάτης

12.

σημειώνει ότι η Επιτροπή, στη δεύτερη έκθεσή της για την εφαρμογή της σύμβασης του 1995 για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (COM (2008) 77), καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πέντε μόνο κράτη μέλη έχουν λάβει «όλα» τα απαραίτητα μέτρα για μία «ικανοποιητική» εφαρμογή της σύμβασης·

Καταπολέμηση της δωροδοκίας

13.

εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η απόφαση-πλαίσιο αριθ. 2003/568/ΔΕΥ για την καταπολέμηση της ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα, στην οποία θεσπίζονται κανόνες περί ευθύνης νομικών προσώπων, δεν έχει ακόμη μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία·

14.

αποδοκιμάζει το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη κυρώσει τις διεθνείς συμβάσεις ποινικού δικαίου του Συμβουλίου της Ευρώπης, των Ηνωμένων Εθνών ή του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ)·

Δέσμευση και δήμευση περιουσιακών στοιχείων εγκληματικής προέλευσης

15.

διαπιστώνει ανεπάρκειες ως προς τη μεταφορά των πέντε αποφάσεων-πλαίσιο που έχουν εκδοθεί για τον τομέα αυτόν:

η απόφαση-πλαίσιο 2005/212/ΔΕΥ, που καθιστά δυνατή τη δήμευση αντίστοιχης αξίας και την εκτεταμένη δήμευση, έχει υιοθετηθεί αποσπασματικά και μόνον από τα περισσότερα κράτη μέλη·

ενώ η απόφαση-πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ προβλέπει την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των αποφάσεων δέσμευσης, η Επιτροπή έχει εκφράσει τη λύπη της για τις ελάχιστες πληροφορίες που διαθέτει ως προς την εφαρμογή·

η απόφαση-πλαίσιο 2006/783/ΔΕΥ, που προβλέπει την αμοιβαία αναγνώριση των αποφάσεων δήμευσης, δεν στάθηκε δυνατό να συνδυαστεί με τους προαιρετικούς κανόνες σε θέματα εκτεταμένης δήμευσης που θέσπιζε η απόφαση-πλαίσιο 2005/212/ΔΕΥ. Επιπλέον, η απόφαση-πλαίσιο 2006/783/ΔΕΥ εφαρμόζεται αποκλειστικά στις αποφάσεις δήμευσης που λαμβάνονται στα πλαίσια ποινικών διαδικασιών και όχι στα πλαίσια αστικών διαδικασιών δήμευσης, οι οποίες ωστόσο είναι όλο και πιο συχνές·

η απόφαση 2007/845/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με τη συνεργασία των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων, η οποία επιβάλλει στα κράτη μέλη τη σύσταση των υπηρεσιών αυτών ώστε να καταστεί δυνατή η μεταξύ τους συνεργασία και να διευκολυνθεί ο εντοπισμός προϊόντων εγκλήματος, δεν έχει εφαρμοστεί σε όλα τα κράτη.

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

16.

χαιρετίζει τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι οποίες ομαδοποιούν κατά τρόπο συνεκτικό τα κανονιστικά μέτρα και τις στρατηγικές που θα πρέπει να εφαρμοστούν ώστε να εξασφαλιστεί γρήγορα και αποτελεσματικά η προστασία της νόμιμης οικονομίας·

17.

υπενθυμίζει ότι οι νομικές βάσεις για νομοθετική ρύθμιση στον τομέα αυτόν προβλέπονται στη Συνθήκη ΣΛΕΕ, και ειδικότερα στα άρθρα 82 και 83, στο άρθρο 310 παράγραφος 6 και στο άρθρο 325·

18.

αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην προστασία των δημόσιων πόρων της ΕΕ έναντι της απάτης και της κατάχρησης, αλλά επισημαίνει ότι, για λόγους επικουρικότητας και αποτελεσματικότητας, οι νομοθετικές πράξεις ποινικού δικαίου της ΕΕ έχουν νόημα μόνον εφόσον μπορούν να συμβάλουν στην εξάλειψη συγκεκριμένων αδυναμιών που έχουν διαπιστωθεί στο σύστημα ποινικής δίωξης των κρατών μελών·

19.

επικροτεί τον ορισμό σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης των βασικών αδικημάτων, όπως είναι η απάτη και η κατάχρηση δημόσιου χρήματος·

20.

επικροτεί τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής για την πρόληψη μη υγιών πρακτικών —όπως σύγκρουση συμφερόντων, ευνοιοκρατία ή δωροδοκία— με βάση τον χαρακτηρισμό τους ως αξιόποινων συμπεριφορών οι οποίες εξακολουθούν να μην τιμωρούνται σε ορισμένα κράτη μέλη και να εμποδίζουν την ελεύθερη πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις (1)·

21.

επικροτεί τους προσανατολισμούς της μεταρρύθμισης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης (OLAF), για να προστατευθούν τα χρήματα των φορολογούμενων:

σύμφωνα με έναν κανόνα «de minimis», χάρη στον οποίο η OLAF θα αποδίδει προτεραιότητα στις έρευνες για σοβαρές περιπτώσεις απάτης·

με βάση την υποχρέωση παρακολούθησης των διοικητικών ερευνών, κατά τη λήξη της οποίας τα κράτη μέλη θα είναι τουλάχιστον υποχρεωμένα να ενημερώνουν την OLAF για τη συνέχεια που δόθηκε στις υποθέσεις – ενώ μέχρι τούδε δεν υποχρεούνται να δώσουν συνέχεια στις έρευνες της OLAF·

22.

δηλώνει πλήρως ικανοποιημένη από την πολιτική ώθηση που δίδεται στην καταπολέμηση της δωροδοκίας εντός της Ένωσης και από τη σφαιρική αντιμετώπιση του ζητήματος που υιοθετεί η Επιτροπή·

23.

υποστηρίζει τη δημιουργία ενός νέου μηχανισμού αξιολόγησης, από το 2013, με την μελλοντική ανά διετία έκθεση της Ένωσης για την καταπολέμηση της διαφθοράς·

24.

συντάσσεται με την πρόταση της Επιτροπής να χρησιμοποιηθούν ως πρότυπο ήδη υφιστάμενοι μηχανισμοί, όπως αυτοί του ΟΟΣΑ ή του Συμβουλίου της Ευρώπης·

25.

ωστόσο, εφιστά την προσοχή της Επιτροπής στην ανάγκη ταχείας άντλησης των διδαγμάτων από τον σφαιρικό αυτό μηχανισμό που εδράζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη των κρατών και υπενθυμίζει ότι πρέπει να θεσπιστεί νομοθεσία για την επιβολή των ενάρετων πρακτικών, σύμφωνα με το άρθρο 83 ΣΛΕΕ·

26.

εκφράζει την πλήρη ικανοποίησή της από την σφαιρική προσέγγιση που υιοθετεί η Επιτροπή, η οποία την οδηγεί επίσης να ασχοληθεί με τα λογιστικά πρότυπα και με τον έλεγχο των λογαριασμών των επιχειρήσεων της ΕΕ.

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

27.

κρίνει θετική την πρόταση οδηγίας για τη δέσμευση και τη δήμευση των προϊόντων εγκλήματος στην ΕΕ, καθώς πρόκειται για μηχανισμούς αναγκαίους για την προστασία της παγκόσμιας οικονομίας, ώστε το έγκλημα να μην επιβραβεύεται και οι απατεώνες να μην επωφελούνται ποτέ από τα παράνομα κέρδη·

28.

συμφωνεί με τη λογική που διέπει το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, σύμφωνα με την οποία είναι προτιμότερο να καταστούν δεσμευτικοί ορισμένοι ελάχιστοι κανόνες (συμπεριλαμβανομένης της εκτεταμένης δήμευσης, της δήμευσης αντίστοιχης αξίας, της δήμευσης εις χείρας τρίτου και της δήμευσης μη βασιζόμενης σε καταδίκη), δυνάμει του άρθρου 83 ΣΛΕΕ, παρά να αναζητηθεί η βελτίωση των σημερινών μηχανισμών της Ένωσης, που δεν έχουν καταναγκαστικό χαρακτήρα·

29.

υποστηρίζει την πρόταση οδηγίας, δεδομένου ότι επαναλαμβάνει τις διατάξεις και τις νομικές έννοιες που ορίζονται ήδη στις προηγούμενες αποφάσεις-πλαίσια σχετικά με τη δήμευση των προϊόντων και των οργάνων του εγκλήματος και με τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων αξίας ισοδύναμης με τα προϊόντα του εγκλήματος·

30.

κρίνει θετικό το γεγονός ότι εισάγει, από την άλλη πλευρά, διατάξεις που επιτρέπουν μεγάλη διεύρυνση της έννοιας του προϊόντος εγκλήματος (χάρη στην έννοια της επαναχρησιμοποίησης των προϊόντων με τη μορφή δικαιωμάτων ή αγαθών) και συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων κατά το διάστημα που απαιτείται για την εκδίκαση·

31.

Όσον αφορά την εκτεταμένη δήμευση , η ΕτΠ επικροτεί μεν την κατάργηση των εναλλακτικών επιλογών που διέθεταν τα κράτη μέλη βάσει της απόφασης-πλαίσιο του 2005 και εκτιμά ότι βελτιώνονται έτσι οι υφιστάμενες διατάξεις για την εκτεταμένη δήμευση, κρίνει όμως ευκταία τη βελτίωση της παραγράφου 1 του άρθρου 4, που κρίνεται υπερβολικά ασαφής. Σε περίπτωση εκτεταμένης δήμευσης, στόχος της διάταξης είναι να επιτρέπεται δήμευση πέραν του άμεσου προϊόντος του αδικήματος, και τούτο επειδή μπορεί να υποτεθεί ότι το περιουσιακό στοιχείο ή τα δικαιώματα των οποίων ζητείται η δήμευση συνδέονται με το αδίκημα. Η ΕτΠ συνιστά να καταστούν σαφέστερα τα «συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά» βάσει των οποίων το δικαστήριο λαμβάνει την απόφασή του, για παράδειγμα με βάση τη δυσαναλογία ανάμεσα στην αξία των περιουσιακών στοιχείων και τα νόμιμα εισοδήματα. Το παράδειγμα αυτό, που είναι το συνηθέστερο ως «συγκεκριμένο πραγματικό περιστατικό», παρουσιάζει επίσης το πλεονέκτημα ότι τονίζεται πως, στην περίπτωση αυτή, ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος καλείται να αποδείξει ότι τα περιουσιακά στοιχεία ή δικαιώματα που δεν συνιστούν άμεσο προϊόν του αδικήματος, των οποίων όμως ζητείται η δήμευση, προέρχονται από άλλες, νόμιμες, πηγές εισοδημάτων·

32.

εκφράζει την ικανοποίησή της για τη δυνατότητα δήμευσης εις χείρας τρίτου· δεδομένου ότι οι εγκληματίες δεν έχουν ποτέ περιουσιακά στοιχεία ή δικαιώματα στο δικό τους όνομα, υπενθυμίζει ότι ο τρίτος, ο ρόλος του οποίου είναι να αποκρύπτει ή να «ανακυκλώνει» τα περιουσιακά στοιχεία, είναι πολύ συχνά νομικό πρόσωπο, καθώς το οργανωμένο έγκλημα προ πολλού χρησιμοποιεί ιδιαίτερα επιτηδευμένες νομικές τεχνικές ώστε τα περιουσιακά στοιχεία να διαφεύγουν της δήμευσης. Επομένως, η ΕτΠ συνιστά θερμά να εισαχθούν πρόσθετα στοιχεία στην αρχή της ποινικής ευθύνης των νομικών προσώπων και να προβλεφθεί η έννοια του «πραγματικού δικαιούχου»·

33.

προτείνει, επίσης, να εισαχθεί στην υπό εξέταση πρόταση μια έννοια που θα επιτρέπει να θεωρηθεί ότι ο τρίτος συμπεριφέρεται ως πραγματικός ιδιοκτήτης ή/και μόνος οικονομικός δικαιούχος. Η απόδειξη αυτή θα πρέπει να στηρίζεται σε διαπιστώσεις: πράξη νομικής ή πραγματικής διαχειρίσεως ενός νομικού προσώπου για προσωπικούς σκοπούς, χρηματοδότηση του περιουσιακού στοιχείου, διάθεση του περιουσιακού στοιχείου χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα κ.λπ. Η έννοια αυτή, που είναι γνωστή στο Λουξεμβούργο για παράδειγμα, επιτρέπει τη σύλληψη του πραγματικού έλκοντα δικαιώματα από μια επιχείρηση και συμπληρώνει, επομένως, την αρχή της ευθύνης των νομικών προσώπων·

34.

εκφράζει κάποιους δισταγμούς όσον αφορά τη μη βασιζόμενη σε καταδίκη δήμευση, δεδομένου ότι, στα περισσότερα κράτη μέλη, η δήμευση αποτελεί ποινή συνδεόμενη με καταδικαστική ποινική απόφαση. Εξάλλου, η μη βασιζόμενη σε καταδίκη δήμευση είναι δήμευση στηριζόμενη σε αστικές διαδικασίες και δεν διέπεται από την υπ’ όψιν νομική βάση: η υπό εξέταση πρόταση στηρίζεται ρητά στο άρθρο 82 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ και αφορά αποκλειστικά τις κυρώσεις του ποινικού δικαίου. Επιπλέον, έρχεται σε αντίθεση με τη νομική παράδοση σε ορισμένα κράτη μέλη όπως η Γαλλία, όπου το δικαίωμα της ιδιοκτησίας έχει συνταγματική ισχύ·

35.

παρατηρεί ότι η μη βασιζόμενη σε καταδίκη δήμευση δεν μπορεί να υπαχθεί ούτε και στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, όπου διευκρινίζεται ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο «μπορούν να θεσπίζουν ελάχιστους κανόνες για τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων στους τομείς της ιδιαιτέρως σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση»·

36.

προτείνει να προκριθούν ποινικές λύσεις ώστε να επιτευχθεί αντίστοιχο επίπεδο αποτελεσματικότητας του δικαίου περί κατασχέσεων και δημεύσεων, με βάση ποινικές διατάξεις η αποτελεσματικότητα των οποίων έχει δοκιμαστεί·

37.

υπενθυμίζει εν προκειμένω ότι η δέσμευση σε αστικές υποθέσεις στηρίζεται σε μία από τις συστάσεις (αριθ. 3) της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF), όπου τα κράτη παροτρύνονται να υιοθετήσουν μέτρα δήμευσης τα οποία να μην προϋποθέτουν ποινική καταδίκη. Στην ίδια σύσταση, προστίθεται ότι τα κράτη μπορούν επίσης να λαμβάνουν μέτρα που να υποχρεώνουν τον δράστη να αποδείξει τη σύννομη προέλευση του περιουσιακού στοιχείου που εικάζεται ότι θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο δήμευσης. Το ζητούμενο, λοιπόν, φαίνεται να είναι η αντιστροφή του βάρους της αποδείξεως, στην οποία έγκειται το κύριο ενδιαφέρον της μη βασιζόμενης σε καταδίκη δήμευσης. Βέβαια, η θέσπιση νέου ποινικού αδικήματος για κατοχή «μη δικαιολογημένων» περιουσιακών στοιχείων ή για μη δικαιολόγηση πόρων επιτρέπει την επίτευξη του ίδιου αποτελέσματος. (Βλ. λ.χ. το νέο άρθρο 321 παρ. 6 του γαλλικού ποινικού κώδικα, όπου καταδικάζεται ευρέως το γεγονός να μην μπορεί ένα πρόσωπο να δικαιολογήσει εισοδήματα που αντιστοιχούν στον τρόπο ζωής του ή την προέλευση ενός περιουσιακού στοιχείου, ενώ διατηρεί σχέσεις με δράστες αδικήματος που τιμωρείται με τουλάχιστον πενταετή φυλάκιση.) Επιτυγχάνεται, έτσι, η επιζητούμενη αντιστροφή του βάρους της αποδείξεως.

38.

Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, λοιπόν, η υπό εξέταση πρόταση θα πρέπει να αφήνει στα κράτη μέλη την επιλογή να προβλέπουν ή όχι την μη βασιζόμενη σε καταδίκη δήμευση, από τη στιγμή που είναι σε θέση να αποδείξουν ότι η νομοθεσία τους είναι εξίσου αποτελεσματική και ότι δεν θα αντιταχθούν στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης.

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

39.

εκφράζει λιγότερο σοβαρές επιφυλάξεις όσον αφορά τον υπερβολικά επακριβή προσδιορισμό των εγγυήσεων που πρέπει να χορηγούνται κατά τα διάφορα στάδια της διαδικασίας δέσμευσης και δήμευσης των περιουσιακών στοιχείων εγκληματικής προέλευσης, επειδή ενέχει ενδεχόμενους κινδύνους παράλυσης του νέου νομικού πλαισίου περί κατάσχεσης και δήμευσης των περιουσιακών στοιχείων εντός της Ένωσης·

40.

τονίζει, εντούτοις, την αναγκαιότητα σύστασης Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και επισημαίνει ήδη τις ανάγκες ενίσχυσης των αστυνομικών και δικαστικών δομών που ασχολούνται με το οργανωμένο έγκλημα εντός των κρατών μελών.

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

41.

εκτιμά ότι η σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας μπορεί να καταστήσει πιο αποτελεσματική τη μεταρρύθμιση της OLAF·

42.

φρονεί ότι οι οικονομικές έρευνες σχετικά με τη διαφθορά και την εμπλοκή σημαντικών οικονομικών και πολιτικών παραγόντων ή διασυνοριακών εγκληματικών δικτύων θα μπορούσαν να διεξάγονται με μεγαλύτερη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα από μια Ευρωπαϊκή Εισαγγελία·

43.

πιστεύει ότι η ανάπτυξη της Eurojust ως βάσης μιας Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, με ικανότητα κίνησης ποινικών ερευνών, τουλάχιστον όταν απειλούνται σοβαρά τα συμφέροντα της Ένωσης, και με δυνατότητα κίνησης δικαστικών ερευνών, συνιστά έναν αποτελεσματικό τρόπο για να αποτραπούν καταστάσεις όπως αυτές που αναφέρονται στην υπό εξέταση ανακοίνωση της Επιτροπής για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ [COM(2011) 293 final]. Η ΕτΠ υπενθυμίζει ότι τα άρθρα 85 και 86 της ΣΛΕΕ προβλέπουν την εξέλιξη αυτή, που καθίσταται αναγκαία έναντι της διπλής πρόκλησης που αντιπροσωπεύουν οι απειλές της χρηματοπιστωτικής κρίσης και του σοβαρού εγκλήματος·

44.

θεωρεί ότι ένας τέτοιος προσανατολισμός ουδόλως αποκλείει ένα κοινό ευρωπαϊκό πρόγραμμα επιμόρφωσης για τους ερευνητές χρηματοοικονομικών υποθέσεων, στην εκπόνηση και την εφαρμογή του οποίου η Επιτροπή θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα·

45.

εκτιμά ότι η αποτελεσματική προστασία των καταγγελλόντων από τυχόν αντίποινα συνιστά καίρια πτυχή των πολιτικών καταπολέμησης της δωροδοκίας, όπως ακριβώς και στην περίπτωση της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος. Όμως, το νομικό πλαίσιο που διέπει την πτυχή αυτή στην Ένωση παρουσιάζει μεγάλες ανομοιότητες. Η ΕτΠ τάσσεται, λοιπόν, επίσης σαφώς υπέρ των πρωτοβουλιών της Επιτροπής που αφορούν την προστασία των καταγγελλόντων.

Ενίσχυση του ρόλου των ΟΤΑ στην καταπολέμηση της δωροδοκίας και του οργανωμένου εγκλήματος

46.

ζητά από τα κράτη μέλη να προβλέπουν την επιστροφή στις τοπικές ή/και τις περιφερειακές αρχές ενός μέρους των κατασχέσεων των περιουσιακών στοιχείων του οργανωμένου εγκλήματος (εφόσον θα έχουν ικανοποιηθεί οι νόμιμες αξιώσεις αποκατάστασης), δεδομένου ότι είναι τα πρώτα θύματα των εγκληματικών οργανώσεων που αποσταθεροποιούν την κοινωνική τάξη σε τοπικό επίπεδο. Είναι επίσης οι καταλληλότεροι φορείς για να διεξάγουν τοπικές δράσεις με σκοπό την εξάλειψη των βαθύτερων αιτίων της εγκληματικότητας. Η πρακτική αυτή εφαρμόζεται ήδη στην Ιταλία, όπου το 1/3 των 12 000 ακινήτων που κατασχέθηκαν τέθηκαν στη διάθεση των ΟΤΑ ή πωλήθηκαν εις όφελός τους, με στόχο τη διεξαγωγή κοινωνικού έργου. Είναι ένας τρόπος να δίδεται θετική προβολή στη δράση των δημόσιων αρχών και να δημιουργηθεί ένα ενάρετο σύστημα που συνδέει τους αιρετούς εκπροσώπους, την κοινωνία πολιτών και τις οικογένειες·

47.

ενθαρρύνει τους τοπικούς αιρετούς εκπροσώπους να υπογράφουν κατά την έναρξη της θητείας τους έναν δεοντολογικό χάρτη υπό τον τίτλο «Οbliti privatorum, publica curate» (Λησμονήστε τις ιδιωτικές υποθέσεις – ασχοληθείτε με τα δημόσια ζητήματα), ο οποίος θα συμβάλει στην οικοδόμηση και τη διατήρηση δεσμών εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών και των κυβερνώντων. Στον χάρτη αυτό θα ορίζονται κανόνες αμεροληψίας (απαγόρευση των καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων, άρνηση τυχόν προσκλήσεων για ιδιωτική διαμονή προερχόμενων από φυσικό ή νομικό πρόσωπο η δραστηριότητα του οποίου σχετίζεται με τον οικείο ΟΤΑ, απόδοση στο Δημόσιο των δώρων που υπερβαίνουν σε αξία τα 150 ευρώ, μη παρέμβαση υπέρ συγγενών κ.λπ.) και κανόνες ακεραιότητας (μη χρήση των πόρων των ΟΤΑ για προσωπικούς σκοπούς ή για σκοπούς προεκλογικής εκστρατείας, τήρηση των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων κ.λπ.)·

48.

παροτρύνει τους αιρετούς εκπροσώπους να καταθέτουν σε ανεξάρτητη δημόσια αρχή δήλωση περιουσιακών στοιχείων όπου θα αναφέρονται οι ιδιοκτησίες τους και οι εμπορικές ή επαγγελματικές τους σχέσεις·

49.

καλεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν τη δημόσια χρηματοδότηση των προεκλογικών εκστρατειών και την απαγόρευση των δωρεών από νομικά πρόσωπα και να θεσμοθετήσουν καθεστώς του αιρετού εκπροσώπου των ΟΤΑ που θα εγγυάται την ανεξαρτησία του και την οικονομική του αυτονομία·

50.

ζητά την αποτελεσματική καταπολέμηση του «ξεπλύματος» χρημάτων προερχόμενων από τη δωροδοκία και το οργανωμένο έγκλημα στους φορολογικούς παραδείσους·

51.

ενθαρρύνει τα κράτη να θεσπίσουν πραγματικά μέσα πρόληψης και εντοπισμού των προσβολών κατά της εντιμότητας, όπως είναι οι υπηρεσίες αξιολόγησης των μηχανισμών κατά της δωροδοκίας και των μηχανισμών ελέγχου των δημοσίων συμβάσεων και των παραχωρήσεων δημόσιας υπηρεσίας·

52.

ζητά να δημιουργηθεί ευρωπαϊκή πλατφόρμα ανταλλαγής ορθών πρακτικών των ΟΤΑ σε θέματα καταπολέμησης της δωροδοκίας και του οργανωμένου εγκλήματος, σε θέματα αγώνα για την απόδοση των κατασχέσεων περιουσιακών στοιχείων εγκληματικής προέλευσης και για τη διεξαγωγή Ευρωπαϊκής Διάσκεψης περί καταπολέμησης της δωροδοκίας και του οργανωμένου εγκλήματος·

53.

ενθαρρύνει τους ΟΤΑ να συνδέουν τις επιδοτήσεις που χορηγούν σε διακεκριμένους αθλητές και σε επαγγελματικά αθλητικά σωματεία με δεοντολογικές δεσμεύσεις και με υποχρεώσεις αυστηρής οικονομικής διαφάνειας·

54.

προτείνει να ορίσει η Επιτροπή των Περιφερειών έναν παρατηρητή εντός της ειδικής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη διαφθορά και εντός της Ομάδας κρατών κατά της δωροδοκίας (GRECO) του Συμβουλίου της Ευρώπης·

55.

προτίθεται να διευρύνει τον προβληματισμό της σχετικά με τις ορθές πρακτικές διακυβέρνησης και διοικητικής διαχείρισης σε θέματα προστασίας της νόμιμης οικονομίας στις εταίρους χώρες δυνάμει της πολιτικής γειτονίας: τις χώρες της Ευρωμεσογειακής Περιφερειακής και Τοπικής Συνέλευσης (ARLEM) και της Διάσκεψης των τοπικών και των περιφερειακών αρχών των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης (CORLEAP).

Βρυξέλλες, 10 Οκτωβρίου 2012

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής των Περιφερειών

Ramón Luis VALCÁRCEL SISO


(1)  COM(2007) 328 final και COM(2011) 309 final. Στην έκθεση διαπιστώνεται ότι μόνον 9 κράτη μέλη (Βέλγιο, Βουλγαρία, Κύπρος, Φινλανδία, Γαλλία, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Τσεχική Δημοκρατία και Ηνωμένο Βασίλειο) έχουν μεταφέρει ορθά στο εθνικό τους δίκαιο όλα τα στοιχεία που συνιστούν την παράβαση της διαφθοράς, όπως αυτή ορίζεται στην απόφαση-πλαίσιο του 2003.


Top