Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011XP0289

    Απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών * Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών (COM(2010)0523 – C7-0397/2010 – 2010/0277(NLE))

    ΕΕ C 390E της 18.12.2012, p. 100–111 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    18.12.2012   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    CE 390/100


    Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
    Απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών *

    P7_TA(2011)0289

    Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών (COM(2010)0523 – C7-0397/2010 – 2010/0277(NLE)) (1)

    2012/C 390 E/19

    (Διαβούλευση)

    [Τροπολογία 2]

    ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (2)

    στην πρόταση της Επιτροπής για


    (1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0184/2011).

    (2)  Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες· η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▐.


    Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 126 παράγραφος 14 τρίτο εδάφιο,

    έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    έχοντας υπόψη τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

    έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας  (2),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Είναι αναγκαίο να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει αποκτηθεί κατά την πρώτη δεκαετία λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Οι πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις έχουν θέσει την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής σε ολόκληρη την Ένωση αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις και έχουν καταστήσει ιδιαίτερα εμφανή την ανάγκη για ενίσχυση της εθνικής διαχείρισης και για ενιαίες απαιτήσεις όσον αφορά τους κανόνες και τις διαδικασίες που διαμορφώνουν τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών. Συγκεκριμένα, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί τι πρέπει να πράττουν οι εθνικές αρχές προκειμένου να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου (αριθ. 12) σχετικά με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, που προσαρτάται στις Συνθήκες, και ιδίως με το άρθρο 3.

    (2)

    Οι κυβερνήσεις των κρατών μελών και οι υποτομείς της κυβέρνησης διαθέτουν δημόσια λογιστικά συστήματα τα οποία περιλαμβάνουν στοιχεία όπως τήρηση λογιστικών βιβλίων, εσωτερικό έλεγχο, χρηματοοικονομική αναφορά και λογιστικό έλεγχο. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να διακρίνονται, αφενός, από τα στατιστικά δεδομένα, τα οποία αφορούν τα αποτελέσματα των δημοσίων οικονομικών βάσει στατιστικών μεθοδολογιών, και, αφετέρου, από τις προγνώσεις ή την κατάρτιση του προϋπολογισμού, που αφορούν τα μελλοντικά δημόσια οικονομικά.

    (3)

    Οι πλήρεις και αξιόπιστες πρακτικές δημόσιας λογιστικής για όλους τους τομείς της γενικής κυβέρνησης αποτελούν προϋπόθεση για την παραγωγή στατιστικών υψηλής ποιότητας, οι οποίες να είναι συγκρίσιμες μεταξύ των κρατών μελών. Ο εσωτερικός έλεγχος πρέπει να διασφαλίζει ότι οι ισχύοντες κανόνες εφαρμόζονται σε ολόκληρο τον τομέα της γενικής κυβέρνησης. Ο ανεξάρτητος λογιστικός έλεγχος που διεξάγεται από δημόσια θεσμικά όργανα όπως Ελεγκτικά Συνέδρια ή ιδιωτικούς ελεγκτικούς φορείς πρέπει να ενθαρρύνει τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές.

    (4)

    Η διαθεσιμότητα δημοσιονομικών δεδομένων έχει καίρια σημασία για την ορθή λειτουργία του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας στην Ένωση. Η τακτική διάθεση αξιόπιστων δημοσιονομικών δεδομένων εγκαίρως αποτελεί το βασικό στοιχείο της κατάλληλης παρακολούθησης στον σωστό χρόνο, πράγμα το οποίο, στη συνέχεια, παρέχει τη δυνατότητα για άμεσες ενέργειες, σε περίπτωση μη αναμενόμενων δημοσιονομικών εξελίξεων. Στοιχείο καίριας σημασίας για τη διασφάλιση της ποιότητας των δημοσιονομικών δεδομένων είναι η διαφάνεια, η οποία πρέπει να συνεπάγεται τακτική δημοσίευση των δεδομένων αυτών.

    (5)

    Όσον αφορά τις στατιστικές, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές (3) θεσπίστηκε νομοθετικό πλαίσιο για την παραγωγή ευρωπαϊκών στατιστικών, με σκοπό τη διαμόρφωση, την εφαρμογή, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των πολιτικών της Ένωσης. Στον εν λόγω κανονισμό καθορίστηκαν επίσης οι αρχές που διέπουν την ανάπτυξη, την παραγωγή και τη διάδοση των ευρωπαϊκών στατιστικών: επαγγελματική ανεξαρτησία, αμεροληψία, αντικειμενικότητα, αξιοπιστία, στατιστικό απόρρητο και σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, με επακριβή ορισμό εκάστης αρχής. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (4), όπως τροποποιήθηκε, ενισχύθηκαν οι εξουσίες της Επιτροπής όσον αφορά την επαλήθευση των στατιστικών δεδομένων που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.

    (6)

    Οι ορισμοί των όρων «δημόσιος και δημοσιονομικός», «έλλειμμα» και «επένδυση» προσδιορίζονται στο πρωτόκολλο σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, με παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Ολοκληρωμένων Οικονομικών Λογαριασμών (ΕΣΟΛ), το οποίο αντικαταστάθηκε από το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (όπως θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996, περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (5) στο εξής αποκαλούμενο «ΕΣΟΛ 95»).

    (6α)

    Η διαθεσιμότητα και ποιότητα των δεδομένων του ΕΣΟΛ 95 έχει καθοριστική σημασία για την ορθή λειτουργία του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ. Το ΕΣΟΛ 95 βασίζεται σε πληροφορίες που παρέχονται σε βάση δεδουλευμένων. Ωστόσο, αυτά τα δημοσιονομικά στατιστικά δεδομένα που υπολογίζονται σε βάση δεδουλευμένων βασίζονται στην προηγούμενη κατάρτιση ταμειακών δεδομένων ή στις ισοδύναμες τιμές τους. Αυτά μπορούν να επιτελέσουν σημαντικό ρόλο ώστε να εντατικοποιείται εγκαίρως η δημοσιονομική παρακολούθηση, προκειμένου να αποφεύγεται ο καθυστερημένος εντοπισμός σημαντικών δημοσιονομικών σφαλμάτων. Η διαθεσιμότητα χρονολογικών σειρών με ταμειακά δεδομένα που αφορούν τις δημοσιονομικές εξελίξεις μπορεί να αποκαλύψει χαρακτηριστικά που να δικαιολογούν στενότερη εποπτεία. Τα προς δημοσιοποίηση δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση (ή οι ισοδύναμες τιμές από τα δημόσια λογιστικά συστήματα αν τα δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση δεν είναι διαθέσιμα) πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον συνολικό ισοζύγιο, συνολικά έσοδα και συνολικές δαπάνες. Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, λόγου χάρη αν υπάρχει μεγάλος αριθμός τοπικών κρατικών οργανισμών, η έγκαιρη δημοσίευση δεδομένων μπορεί να στηριχθεί σε κατάλληλες τεχνικές υπολογισμού βάσει υποδείγματος οργανισμών, ενώ σε μεταγενέστερη αναθεώρηση θα χρησιμοποιούνται πλήρη δεδομένα.

    (7)

    Οι μεροληπτικές και μη ρεαλιστικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις είναι δυνατόν να υπονομεύσουν σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότητα του δημοσιονομικού σχεδιασμού και, κατά συνέπεια, να εμποδίσουν την τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, ενώ η διαφάνεια και η συζήτηση των μεθοδολογιών πρόγνωσης είναι σε θέση να αυξήσουν σημαντικά την ποιότητα των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προγνώσεων για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό.

    (8)

    Στοιχείο καίριας σημασίας για την εξασφάλιση της χρησιμοποίησης ρεαλιστικών προγνώσεων κατά την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής είναι η διαφάνεια, η οποία πρέπει να συνεπάγεται τη δημοσιοποίηση όχι μόνο της επίσημης μακροοικονομικής και δημοσιονομικής πρόγνωσης που έχει προετοιμαστεί για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό , αλλά και των μεθοδολογιών, των παραδοχών και των συναφών παραμέτρων στις οποίες βασίζονται οι προγνώσεις αυτές.

    (9)

    Αναλύσεις ευαισθησίας και αντίστοιχες δημοσιονομικές προβλέψεις, που συμπληρώνουν το πιθανότερο μακροοικονομικό δημοσιονομικό σενάριο, επιτρέπουν να αναλυθεί το πώς θα εξελίσσονταν οι κυριότερες δημοσιονομικές μεταβλητές υπό διαφορετικές παραδοχές για τους συντελεστές ανάπτυξης και τα επιτόκια και, επομένως, μειώνουν σε μεγάλο βαθμό το ενδεχόμενο να τεθεί σε κίνδυνο η δημοσιονομική πειθαρχία από σφάλματα πρόγνωσης.

    (10)

    Οι προγνώσεις της Επιτροπής και οι πληροφορίες σχετικά με τα μοντέλα στα οποία βασίζονται μπορούν να αποτελέσουν για τα κράτη μέλη χρήσιμο σημείο αναφοράς για το πιθανότερο μακροοικονομικό δημοσιονομικό τους σενάριο, ενισχύοντας το κύρος των προγνώσεων που χρησιμοποιούν για το δημοσιονομικό σχεδιασμό, μολονότι αναμένεται να ποικίλλει ο βαθμός σύγκρισης από τα κράτη μέλη των προγνώσεων που χρησιμοποιούν για το δημοσιονομικό σχεδιασμό με τις προγνώσεις της Επιτροπής, ανάλογα με το χρονοδιάγραμμα της κατάρτισης των προγνώσεων και τη συγκρισιμότητα των μεθοδολογιών πρόγνωσης και των παραδοχών. Οι προγνώσεις άλλων ανεξάρτητων φορέων μπορούν να προσφέρουν χρήσιμους δείκτες επιδόσεων.

    (10α)

    Σημαντικές διαφορές μεταξύ του μακροοικονομικού δημοσιονομικού σεναρίου που επελέγη και των προγνώσεων της Επιτροπής πρέπει να περιγράφονται κατά τρόπο τεκμηριωμένο, ιδίως εάν το επίπεδο ή η εξέλιξη των μεταβλητών των εξωτερικών παραδοχών αποκλίνουν σημαντικά από τις τιμές που περιλαμβάνονται στις προγνώσεις της Επιτροπής.

    (10β)

    Δεδομένης της αλληλεξάρτησης των προϋπολογισμών των κρατών μελών κα του προϋπολογισμού της Ένωσης, η Επιτροπή, προκειμένου να υποστηρίζει τα κράτη μέλη κατά την προετοιμασία των δημοσιονομικών τους προγνώσεων, πρέπει να παρέχει προγνώσεις για τις δαπάνες της ΕΕ με βάση το επίπεδο δαπανών που έχει προγραμματιστεί στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο .

    (10γ)

    Προκειμένου να διευκολύνεται η παραγωγή των προγνώσεων που χρησιμοποιούνται για το δημοσιονομικό σχεδιασμό και να αποσαφηνίζονται οι διαφορές μεταξύ των προγνώσεων της Επιτροπής και των κρατών μελών, κάθε κράτος μέλος πρέπει κάθε έτος να έχει τη δυνατότητα να συζητεί με την Επιτροπή τις παραδοχές στις οποίες στηρίζεται η προετοιμασία των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προγνώσεων.

    (11)

    Η ποιότητα των επίσημων μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων ενισχύεται καθοριστικά από την τακτική, αμερόληπτη και περιεκτική αξιολόγηση βασισμένη σε αντικειμενικά κριτήρια. Η διεξοδική αξιολόγηση περιλαμβάνει ενδελεχή έλεγχο των οικονομικών παραδοχών, σύγκριση με τις προγνώσεις που έχουν καταρτίσει άλλοι οργανισμοί και αξιολόγηση των επιδόσεων προηγουμένων προγνώσεων.

    (12)

    Δεδομένου ότι τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών που βασίζονται σε κανόνες είναι αποδεδειγμένα αποτελεσματικά για την ενίσχυση της αποδοχής από κάθε κράτος μέλος των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ και για την προώθηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, οι αυστηροί ανά χώρα αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες, συνεπείς με τους δημοσιονομικούς στόχους στο επίπεδο της Ένωσης, πρέπει να αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του ενισχυμένου πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης. Οι αυστηροί αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες θα πρέπει να στηρίζονται σε σαφώς διατυπωμένο καθορισμό στόχων, μαζί με μηχανισμούς αποτελεσματικής και έγκαιρης παρακολούθησης. Εδώ είναι αναγκαία η αξιόπιστη και ανεξάρτητη ανάλυση που να διενεργείται από ανεξάρτητους φορείς ή φορείς στους οποίους εξασφαλίζεται λειτουργική αυτονομία έναντι των δημοσιονομικών αρχών των κρατών μελών. Επιπλέον, η πείρα από τις πολιτικές έχει δείξει ότι, για να λειτουργούν αποτελεσματικά οι αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες, η μη συμμόρφωση πρέπει να συνεπάγεται κυρώσεις, ακόμη και αν θίγουν μόνον την υπόληψη.

    (12α)

    Δεδομένου ότι, δυνάμει του πρωτοκόλλου (αριθ. 15) σχετικά με ορισμένες διατάξεις που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και τη Βόρεια Ιρλανδία, οι τιμές αναφοράς που αναφέρονται στο πρωτόκολλο (αριθ. 12) σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος δεν δεσμεύουν άμεσα το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν εφαρμόζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο η υποχρέωση των κρατών μελών να διαθέτουν αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες που προωθούν αποτελεσματικά τη συμμόρφωση με τις ειδικές τιμές αναφοράς για το υπερβολικό έλλειμμα ούτε η σχετική υποχρέωση να είναι σύμφωνοι προς τους κανόνες αυτούς οι πολυετείς στόχοι των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πλαισίων.

    (13)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποφεύγουν φιλοκυκλικές δημοσιονομικές πολιτικές, οι δε προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης θα πρέπει να είναι εντονότερες σε ευνοϊκές περιόδους. Η σαφής διατύπωση των αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων συντελεί στην επίτευξη αυτών των στόχων και πρέπει να αντικατοπτρίζεται στην ετήσιο νόμο περί προϋπολογισμού των κρατών μελών.

    (14)

    Ο εθνικός δημοσιονομικός σχεδιασμός μπορεί να είναι συνεπής τόσο με το προληπτικό όσο και με το διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης μόνον εφόσον υιοθετεί μια πολυετή προοπτική και επιδιώκει, συγκεκριμένα, την επίτευξη των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων. Τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια είναι απολύτως απαραίτητα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών συνάδουν με τη νομοθεσία της Ένωσης. Στο πνεύμα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (6) και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (7), τα προληπτικά και τα διορθωτικά μέρη του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης δεν θα πρέπει να εξετάζονται μεμονωμένα.

    (15)

    Μολονότι η έκδοση του ετήσιου νόμου περί προϋπολογισμού αποτελεί το βασικό στάδιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού κατά το οποίο λαμβάνονται σημαντικές δημοσιονομικές αποφάσεις στα κράτη μέλη, τα περισσότερα δημοσιονομικά μέτρα έχουν δημοσιονομικές συνέπειες που υπερβαίνουν κατά πολύ τον ετήσιο δημοσιονομικό κύκλο. Ως εκ τούτου, η μονοετής προοπτική δεν αποτελεί επαρκή βάση για ορθές δημοσιονομικές πολιτικές. Προκειμένου να ενσωματωθεί η πολυετής δημοσιονομική προοπτική του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης, η κατάρτιση του ετήσιου νόμου περί προϋπολογισμού θα πρέπει να βασίζεται σε πολυετή δημοσιονομικό σχεδιασμό, που να απορρέει από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο.

    (15α)

    Αυτό το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, προβλέψεις για κάθε σημαντικό στοιχείο δαπανών και εσόδων για το δημοσιονομικό έτος και πέραν αυτού σε βάση αμετάβλητης πολιτικής. Κάθε κράτος μέλος πρέπει να είναι σε θέση να ορίζει καταλλήλως τις αμετάβλητες πολιτικές, και ο ορισμός πρέπει να δημοσιοποιείται μαζί με τις συναφείς παραδοχές, μεθοδολογίες και σχετικές παραμέτρους.

    (15β)

    Η παρούσα οδηγία δεν απαγορεύει σε καμία νέα κυβέρνηση κράτους μέλους να επικαιροποιεί το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο έτσι ώστε αυτό να αντανακλά τις νέες τις προτεραιότητες όσον αφορά τις πολιτικές, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος επισημαίνει τις διαφορές με το προηγούμενο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο.

    (16)

    Οι διατάξεις του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας, που προβλέπεται στη Συνθήκη, και ιδίως το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ισχύουν για τη γενική κυβέρνηση στο σύνολό της, η οποία περιλαμβάνει τους υποτομείς «κεντρική διοίκηση», «διοίκηση ομόσπονδων κρατιδίων», «τοπική αυτοδιοίκηση» και «οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης», όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96.

    (17)

    Αξιοσημείωτος αριθμός κρατών μελών έχουν προβεί σε σημαντική δημοσιονομική αποκέντρωση, με μεταβίβαση δημοσιονομικών εξουσιών σε υπο-εθνικό επίπεδο. Ο ρόλος των εν λόγω υπο-εθνικών κυβερνήσεων στη διασφάλιση της τήρησης του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης έχει ήδη αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, θα πρέπει δε να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη δέουσα υπαγωγή όλων των υποτομέων της γενικής κυβέρνησης στο πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων και των διαδικασιών που προβλέπονται στα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, ιδίως, αλλά όχι αποκλειστικά, στα κράτη μέλη εκείνα που χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερο βαθμό αποκέντρωσης.

    (18)

    Για να προωθήσουν αποτελεσματικά τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών, τα δημοσιονομικά πλαίσια θα πρέπει να καλύπτουν συνολικά τα δημόσια οικονομικά. Για το λόγο αυτόν, θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής οι συναλλαγές οργανισμών της γενικής κυβέρνησης και ταμείων του δημοσίου που δεν αποτελούν μέρος των τακτικών προϋπολογισμών σε επίπεδο υποτομέα και οι οποίες έχουν άμεσο ή μεσοπρόθεσμο αντίκτυπο στις δημοσιονομικές θέσεις των κρατών μελών. Ο συνδυασμένος αντίκτυπός τους στα ισοζύγια γενικής κυβέρνησης και στο χρέος πρέπει να παρουσιάζεται στο πλαίσιο των ετήσιων δημοσιονομικών διαδικασιών και των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών σχεδίων.

    (18α)

    Ομοίως, η ύπαρξη ενδεχόμενων υποχρεώσεων χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Ειδικότερα, οι ενδεχόμενες υποχρεώσεις περιλαμβάνουν πιθανές δεσμεύσεις που εξαρτώνται από το αν θα συμβεί κάποιο αβέβαιο μελλοντικό γεγονός, ή παρούσες δεσμεύσεις όπου η πληρωμή δεν είναι πιθανή ή το ποσό δεν μπορεί να αποτιμηθεί με αξιοπιστία. Περιλαμβάνουν λόγου χάρη σχετικές πληροφορίες για κρατικές εγγυήσεις, μη εξυπηρετούμενα δάνεια και υποχρεώσεις που απορρέουν από τη λειτουργία των δημόσιων επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται σκόπιμο, της πιθανότητας εκτέλεσης και της ενδεχόμενης ημερομηνίας πραγματοποίησης της δαπάνης των ενδεχόμενων υποχρεώσεων. Ευαισθησίες της αγοράς θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

    (18β)

    Η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί τακτικά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Πρέπει να εντοπίζονται και να ανταλλάσσονται βέλτιστες πρακτικές σχετικά με τις διατάξεις των πέντε κεφαλαίων που αφορούν τις διαφορετικές πτυχές των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων.

    (18γ)

    Σύμφωνα με το σημείο 34 της Διοργανικής Συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (8), τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να καταρτίζουν προς ιδία χρήση, και προς όφελος της Ένωσης, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία της παρούσας οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

    (19)

    Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας , και συγκεκριμένα η ομοιόμορφη συμμόρφωση με τη δημοσιονομική πειθαρχία, όπως απαιτείται βάσει της Συνθήκης, είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται, συνεπώς, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Αντικείμενο και ορισμοί

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο

    Η παρούσα οδηγία καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τα αναγκαία χαρακτηριστικά των δημοσιονομικών πλαισίων των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη θα συμμορφώνονται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη Συνθήκη όσον αφορά την αποφυγή υπερβολικών κρατικών ελλειμμάτων.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ορισμοί των όρων «δημόσιος και δημοσιονομικός», «έλλειμμα» και «επένδυση» που παρατίθενται στο άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου (Αριθ. 12) σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, το οποίο προσαρτάται στις Συνθήκες. Για τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης ισχύει ο ορισμός που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 (ΕΣΟΛ 95).

    Επιπλέον, ισχύει ο ακόλουθος ορισμός:

    ως «δημοσιονομικό πλαίσιο» νοείται ένα σύνολο ρυθμίσεων, διαδικασιών κανόνων και θεσμικών οργάνων που αποτελούν τη βάση για την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής της γενικής κυβέρνησης, και ιδίως:

    α)

    συστήματα δημοσιονομικής λογιστικής και στατιστικής αναφοράς·

    β)

    κανόνες και διαδικασίες που διέπουν την κατάρτιση προγνώσεων για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό·

    γ)

    ανά χώρα αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες, οι οποίοι συμβάλλουν ώστε η άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής των κρατών μελών να είναι συνεπής με τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους βάσει της Συνθήκης που εκφράζονται ως συνοπτικός δείκτης δημοσιονομικών επιδόσεων, όπως είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα, ο δημόσιος δανεισμός, το δημόσιο χρέος ή μια σημαντική συνιστώσα τους·

    δ)

    δημοσιονομικές διαδικασίες οι οποίες περιλαμβάνουν διαδικαστικούς κανόνες που ρυθμίζουν όλα τα στάδια της διαδικασίας του προϋπολογισμού·

    ε)

    μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια, ως ειδικό σύνολο εθνικών δημοσιονομικών διαδικασιών που επεκτείνουν τον ορίζοντα χάραξης της δημοσιονομικής πολιτικής πέραν του ετήσιου δημοσιονομικού κύκλου και συνεπάγονται επίσης τον καθορισμό πολιτικών προτεραιοτήτων και μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων·

    στ)

    ρυθμίσεις για την ανεξάρτητη παρακολούθηση και ανάλυση, ώστε να ενισχυθεί η διαφάνεια των στοιχείων της διαδικασίας του προϋπολογισμού·

    ζ)

    μηχανισμοί και κανόνες που ρυθμίζουν τις δημοσιονομικές σχέσεις μεταξύ των δημοσίων αρχών στους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

    Λογιστική και στατιστικές

    Άρθρο 3

    1.   Όσον αφορά τα εθνικά δημόσια λογιστικά συστήματα, τα κράτη μέλη διαθέτουν δημόσια λογιστικά συστήματα τα οποία καλύπτουν συνολικά και συστηματικά όλους τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης ▐ και περιέχουν τις αναγκαίες πληροφορίες για τη παραγωγή δεδομένων δεδουλευμένων προκειμένου να εκπονηθούν δεδομένα βάσει του ΕΣΟΛ 95. Τα εν λόγω δημόσια λογιστικά συστήματα υπόκεινται σε εσωτερικό έλεγχο και ανεξάρτητο λογιστικό έλεγχο.

    2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την έγκαιρη και τακτική δημοσίευση δημοσιονομικών δεδομένων για όλους τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 (ΕΣΟΛ 95) . Ειδικότερα, τα κράτη μέλη δημοσιεύουν:

    α)

    δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση (ή την ισοδύναμη τιμή από τα δημόσια λογιστικά συστήματα αν τα δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση δεν είναι διαθέσιμα) με την εξής συχνότητα:

    ανά μήνα για την κεντρική διοίκηση, τη διοίκηση ομόσπονδων κρατιδίων, και τους υποτομείς κοινωνικής ασφάλισης, πριν από το τέλος του επόμενου μήνα, και

    ανά τρίμηνο, για τον υποτομέα της τοπικής αυτοδιοίκησης, πριν το τέλος του επόμενου τριμήνου,

    β)

    λεπτομερή πίνακα αντιστοιχίας, όπου εμφαίνεται η μεθοδολογία μετάβασης από δεδομένα σε ταμειακή βάση (ή τις ισοδύναμες τιμές από τα δημόσια λογιστικά συστήματα αν τα δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση δεν είναι διαθέσιμα) σε δεδομένα βάσει του ΕΣΟΛ 95.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

    Προγνώσεις

    Άρθρο 4

    1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο δημοσιονομικός σχεδιασμός να βασίζεται σε ρεαλιστικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις, χρησιμοποιώντας τις πλέον επίκαιρες πληροφορίες. Ο δημοσιονομικός σχεδιασμός βασίζεται στο πιθανότερο μακροοικονομικό δημοσιονομικό σενάριο ή σε επιφυλακτικότερο σενάριο ▐. Οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις συγκρίνονται με τις πλέον επικαιροποιημένες προγνώσεις της Επιτροπής και, ενδεχομένως, τις προγνώσεις άλλων ανεξάρτητων οργανισμών. Σημαντικές διαφορές μεταξύ του μακροοικονομικού δημοσιονομικού σεναρίου που επελέγη και των προγνώσεων της Επιτροπής πρέπει να περιγράφονται κατά τρόπο τεκμηριωμένο, ιδίως εάν το επίπεδο ή η εξέλιξη των μεταβλητών των εξωτερικών παραδοχών αποκλίνουν σημαντικά από τις τιμές που περιλαμβάνονται στις προγνώσεις της Επιτροπής.

    1α.     Η Επιτροπή προβαίνει σε δημοσιοποίηση των μεθοδολογιών, υποθέσεων και σχετικών παραμέτρων πάνω στις οποίες στηρίζονται οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις της.

    1β.     Η Επιτροπή, προκειμένου να υποστηρίζει τα κράτη μέλη κατά την προετοιμασία των δημοσιονομικών τους προγνώσεων, παρέχει προγνώσεις για τις δαπάνες της ΕΕ με βάση το επίπεδο δαπανών που έχει προγραμματιστεί στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο .

    2.    Στο πλαίσιο μιας ανάλυσης ευαισθησίας, οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις εξετάζουν την πορεία των κύριων δημοσιονομικών μεταβλητών υπό διαφορετικές παραδοχές για τους συντελεστές ανάπτυξης και τα επιτόκια. Το φάσμα των εναλλακτικών παραδοχών που χρησιμοποιούνται στις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις προσδιορίζεται με γνώμονα τις επιδόσεις των προηγουμένων προγνώσεων και επιδιώκει να λαμβάνει υπόψη σχετικά σενάρια κινδύνου.

    3.   Τα κράτη μέλη διευκρινίζουν ποιο όργανο είναι αρμόδιο για την κατάρτιση των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προγνώσεων και δημοσιεύουν τις επίσημες μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις που καταρτίζονται για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό, συμπεριλαμβανομένων των μεθοδολογιών, παραδοχών και σχετικών παραμέτρων στις οποίες στηρίζονται οι εν λόγω προγνώσεις. Τουλάχιστον κάθε έτος τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διεξάγουν τεχνικό διάλογο σχετικά με τις παραδοχές στις οποίες στηρίζεται η προετοιμασία των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προγνώσεων.

    4.   Οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις για το δημοσιονομικό σχεδιασμό υποβάλλονται σε τακτική, αμερόληπτη και περιεκτική αξιολόγηση βάσει αντικειμενικών κριτηρίων συμπεριλαμβανομένης της εκ των υστέρων αξιολόγησης. Τα αποτελέσματα της εν λόγω αξιολόγησης δημοσιοποιούνται και λαμβάνονται δεόντως υπόψη στις μελλοντικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις. Εάν η αξιολόγηση εντοπίσει μια σημαντική μεροληπτική αντιμετώπιση που επηρεάζει τις μακροοικονομικές προγνώσεις για μια περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων συναπτών ετών, το ενεχόμενο κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα και τα δημοσιοποιεί.

    4α.     Τα επίπεδα τριμήνου όσον αφορά το χρέος και το έλλειμμα των κρατών μελών δημοσιοποιούνται από την Επιτροπή (Eurostat) ανά τρίμηνο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

    Αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες

    Άρθρο 5

    Τα κράτη μέλη διαθέτουν ανά χώρα αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες που προωθούν αποτελεσματικά τη συμμόρφωση, σε ένα πολυετές πλαίσιο, της γενικής κυβέρνησης συνολικά με τις αντίστοιχες υποχρεώσεις της οι οποίες απορρέουν από τη Συνθήκη στον τομέα της δημοσιονομικής πολιτικής. Οι εν λόγω κανόνες προωθούν συγκεκριμένα:

    α)

    τη συμμόρφωση με τις τιμές αναφοράς για το έλλειμμα και το χρέος, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με τη Συνθήκη·

    β)

    την υιοθέτηση ενός ορίζοντα πολυετούς δημοσιονομικού σχεδιασμού, που συμπεριλαμβάνει την τήρηση των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων του κράτους μέλους .

    Άρθρο 6

    1.    Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της Συνθήκης σχετικά με το πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης, οι ανά χώρα αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες περιέχουν διευκρινίσεις για τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον καθορισμό στόχου και πεδίου εφαρμογής των κανόνων·

    β)

    αποτελεσματική και έγκαιρη παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους κανόνες βάσει αξιόπιστης και ανεξάρτητης ανάλυσης που να διενεργείται από ανεξάρτητους φορείς ή φορείς στους οποίους εξασφαλίζεται λειτουργική αυτονομία έναντι των δημοσιονομικών αρχών του κράτους μέλους.

    γ)

    τις συνέπειες σε περίπτωση μη συμμόρφωσης·

    2.     Σε περίπτωση που οι αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες περιέχουν ρήτρες διαφυγής, αυτές πρέπει να προβλέπουν περιορισμένο αριθμό ειδικών περιστάσεων που συνάδουν με τις υποχρεώσεις του κράτους μέλους που απορρέουν από τη Συνθήκη στον τομέα της δημοσιονομικής πολιτικής και αυστηρές διαδικασίες, στις οποίες επιτρέπεται προσωρινή μη συμμόρφωση με τον κανόνα.

    Άρθρο 7

    Ο ετήσιος νόμος περί προϋπολογισμού των κρατών μελών αντικατοπτρίζει τους ανά χώρα ισχύοντες αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες τους.

    Άρθρο 7α

    Τα άρθρα 5 έως 7 δεν εφαρμόζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    Μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια

    Άρθρο 8

    1.   Τα κράτη μέλη διαμορφώνουν ένα αξιόπιστο, αποτελεσματικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο, το οποίο προβλέπει την υιοθέτηση δημοσιονομικού σχεδιασμού με χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον τριών ετών, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι ο εθνικός δημοσιονομικός σχεδιασμός εντάσσεται σε μια προοπτική πολυετούς δημοσιονομικού σχεδιασμού.

    2.   Τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια περιλαμβάνουν διαδικασίες προκειμένου να καθορίζονται τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    συνολικοί και διαφανείς πολυετείς δημοσιονομικοί στόχοι ως προς το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, το δημόσιο χρέος και οιονδήποτε άλλον συνοπτικό δημοσιονομικό δείκτη, όπως οι δαπάνες, οι οποίοι διασφαλίζουν τη συνέπειά τους με τους ισχύοντες αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες, όπως προβλέπονται στο κεφάλαιο IV·

    β)

    ▐ προβλέψεις για κάθε σημαντικό στοιχείο δαπανών και εσόδων της γενικής κυβέρνησης με περισσότερες διευκρινίσεις για το επίπεδο της κεντρικής διοίκησης και της κοινωνικής ασφάλισης, για το δημοσιονομικό έτος και πέραν αυτού, σε βάση αμετάβλητων πολιτικών·

    γ)

    περιγραφή των μεσοπρόθεσμα προβλεπόμενων πολιτικών που έχουν αντίκτυπο στα οικονομικά της γενικής κυβέρνησης, με ανάλυση ανά σημαντικό στοιχείο εσόδων και δαπανών ▐, όπου καταδεικνύεται το πώς θα επιτευχθεί η προσαρμογή προς τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, σε σύγκριση με τις προβλέψεις σε βάση αμετάβλητων πολιτικών·

    γα)

    αξιολόγηση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι προαναφερόμενες προβλεπόμενες πολιτικές, υπό το φως του άμεσου μακροπρόθεσμου αντικτύπου τους στα οικονομικά της γενικής κυβέρνησης, πρόκειται να επηρεάσουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών.

    3.   Οι προβλέψεις που εγκρίνονται εντός των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πλαισίων βασίζονται σε ρεαλιστικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις, σύμφωνα με το κεφάλαιο III.

    Άρθρο 9

    Ο ετήσιος νόμος περί προϋπολογισμού συνάδει με τις διατάξεις που απορρέουν από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο. Ειδικότερα, οι προβλέψεις εσόδων και δαπανών και οι προτεραιότητες που καθορίζονται στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο, όπως διευκρινίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, αποτελούν τη βάση για την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού. Κάθε απόκλιση από τις εν λόγω διατάξεις δικαιολογείται δεόντως.

    Άρθρο 9α

    Η παρούσα οδηγία δεν απαγορεύει σε καμία νέα κυβέρνηση κράτους μέλους να επικαιροποιεί το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο έτσι ώστε αυτό να αντανακλά τις νέες τις προτεραιότητες όσον αφορά τις πολιτικές, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος επισημαίνει τις διαφορές με το προηγούμενο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

    Διαφάνεια των οικονομικών της γενικής κυβέρνησης και συνολικό πεδίο εφαρμογής των δημοσιονομικών πλαισίων

    Άρθρο 10

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλα τα μέτρα που λαμβάνουν, προκειμένου να συμμορφωθούν με τα κεφάλαια II, III και IV, να εμφανίζουν συνέπεια μεταξύ όλων των υποτομέων της γενικής κυβέρνησης και να τους καλύπτουν συνολικά. Αυτό συνεπάγεται, ιδίως, συνέπεια των λογιστικών κανόνων και διαδικασιών ▐ και την ακεραιότητα των υποκείμενων συστημάτων συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων.

    Άρθρο 11

    1.    Τα κράτη μέλη δημιουργούν κατάλληλους μηχανισμούς συντονισμού μεταξύ των υποτομέων της γενικής κυβέρνησης, ώστε να παρέχεται συνολική και συνεκτική κάλυψη όλων των υποτομέων της γενικής κυβέρνησης στον δημοσιονομικό σχεδιασμό, στους ανά χώρα αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες, και στην κατάρτιση των δημοσιονομικών προγνώσεων, καθώς και στον καθορισμό του πολυετούς σχεδιασμού, όπως προβλέπεται ιδίως στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.

    2.   Προκειμένου να προωθηθεί η δημοσιονομική λογοδοσία, καθορίζονται σαφώς οι δημοσιονομικές ευθύνες των δημοσίων αρχών στους διάφορους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης.

    Άρθρο 13

    1.    Όλοι οι οργανισμοί γενικής κυβέρνησης και τα κονδύλια που δεν αποτελούν μέρος των τακτικών προϋπολογισμών σε επίπεδο υποτομέα πρέπει να προσδιορίζονται και να παρουσιάζονται μαζί με άλλες σχετικές πληροφορίες, στο πλαίσιο των ετήσιων δημοσιονομικών διαδικασιών. Ο συνδυασμένος αντίκτυπός τους στα ισοζύγια και στο χρέη της γενικής κυβέρνησης πρέπει να παρουσιάζεται στο πλαίσιο των ετήσιων δημοσιονομικών διαδικασιών και των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών σχεδίων.

    2.   Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο των φορολογικών δαπανών στα έσοδα.

    3.   Για όλους τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης, τα κράτη μέλη δημοσιεύουν σχετικές πληροφορίες για τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις οι οποίες είναι πιθανό να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στους προϋπολογισμούς του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών εγγυήσεων, των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη λειτουργία των δημόσιων επιχειρήσεων, όπως και για την έκτασή τους ▐. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν επίσης πληροφορίες για τις συμμετοχές της γενικής κυβέρνησης στο κεφάλαιο ιδιωτικών και δημοσίων επιχειρήσεων για σημαντικά από οικονομικής απόψεως ποσά.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

    Τελικές διατάξεις

    Άρθρο 14

    1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή τους προς την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2013. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων . Το Συμβούλιο παροτρύνει τα κράτη μέλη να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση, και προς όφελος της Ένωσης, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία ▐ της παρούσας οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

    1α.     Η Επιτροπή υποβάλλει ενδιάμεση έκθεση προόδου σχετικά με την εφαρμογή των κυριότερων διατάξεων της παρούσας οδηγίας βάσει των σχετικών πληροφοριών που παρέχονται από τα κράτη μέλη και που υποβάλλονται το αργότερο ένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας.

    1β.    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

    2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κυριοτέρων διατάξεων τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 14α

    1.     Πέντε έτη από την ημερομηνία μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 14, παράγραφος 1, η Επιτροπή δημοσιεύει επισκόπηση σχετικά με την καταλληλότητα των διατάξεων της οδηγίας.

    2.     Στην επισκόπηση αξιολογείται, μεταξύ άλλων η καταλληλότητα:

    α)

    των στατιστικών απαιτήσεων για όλους τους υποτομείς της κυβέρνησης·

    β)

    της σχεδίασης και της αποτελεσματικότητας των αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων στα κράτη μέλη·

    γ)

    του γενικού επιπέδου διαφάνειας των δημόσιων οικονομικών στα κράτη μέλη.

    3.     Η Επιτροπή πρέπει να προβεί το αργότερο έως το τέλος του 2012 σε αξιολόγηση της καταλληλότητας των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων του Δημόσιου Τομέα για τα κράτη μέλη.

    Άρθρο 15

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 16

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    …,

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος


    (1)  ΕΕ C …..

    (2)  ΕΕ C 150 της 20.5.2011, σ. 1.

    (3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164.

    (4)  ΕΕ L 145 της 10.6.2009, σ. 1.

    (5)  EE L 310 της 30.11.1996, σ. 1.

    (6)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

    (7)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

    (8)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.


    Top