Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52010DC0584

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Σχετικά με την κατάρτιση σχεδίου χρονοδιαγράμματος με στόχο τη δημιουργία ενός κοινού περιβάλλοντος ανταλλαγής πληροφοριών για την επιτήρηση του θαλάσσιου τομέα της ΕΕ

/* COM/2010/0584 τελικό */

52010DC0584

/* COM/2010/0584 τελικό */ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Σχετικά με την κατάρτιση σχεδίου χρονοδιαγράμματος με στόχο τη δημιουργία ενός κοινού περιβάλλοντος ανταλλαγής πληροφοριών για την επιτήρηση του θαλάσσιου τομέα της ΕΕ


[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |

Βρυξέλλες, 20.10.2010

COM(2010) 584 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Σχετικά με την κατάρτιση σχεδίου χρονοδιαγράμματος με στόχο τη δημιουργία ενόςκοινού περιβάλλοντος ανταλλαγής πληροφοριώνγια την επιτήρηση του θαλάσσιου τομέα της ΕΕ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Σχετικά με την κατάρτιση σχεδίου χρονοδιαγράμματος με στόχο τη δημιουργία ενόςκοινού περιβάλλοντος ανταλλαγής πληροφοριώνγια την επιτήρηση του θαλάσσιου τομέα της ΕΕ Σχέδιο χρονοδιαγράμματος με στόχο τη δημιουργία ενός κοινού περιβάλλοντος ανταλλαγής πληροφοριών για την επιτήρηση του θαλάσσιου τομέα της ΕΕ

Εισαγωγή

Στις 15 Οκτωβρίου 2009 η Επιτροπή ενέκρινε ανακοίνωση[1] με τίτλο «Προς την ενοποίηση της θαλάσσιας επιτήρησης: Ένα κοινό περιβάλλον ανταλλαγής πληροφοριών για τον θαλάσσιο τομέα της ΕΕ» (CISE), στην οποία καθορίζονται οι κατευθυντήριες αρχές με στόχο τη δημιουργία του.

Στα συμπεράσματά του της 17ης Νοεμβρίου 2009 το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων[2] ενέκρινε την εν λόγω ανακοίνωση και ζήτησε από την Επιτροπή να υποβάλει έως τα τέλη του 2010 χρονοδιάγραμμα με στόχο τη σταδιακή δημιουργία του CISE. Το 2011 το εν λόγω χρονοδιάγραμμα θα τροποποιηθεί περαιτέρω με βάση τα αποτελέσματα των δοκιμαστικών σχεδίων. Ζητήθηκε επίσης από την Επιτροπή να ολοκληρώσει, έως το 2013, την εκτίμησής της όσον αφορά τους απαραίτητους χρηματοοικονομικούς πόρους για την εφαρμογή του CISE. Το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων[3] επιβεβαίωσε την εν λόγω προσέγγιση στα συμπεράσματά του της 14ης Ιουνίου 2010 για την ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική.

Η παρούσα ανακοίνωση αποτελεί απάντηση στο αίτημα του Συμβουλίου.

Κατά τη χάραξη του παρόντος σχεδίου χρονοδιαγράμματος η Επιτροπή ζήτησε τη γνώμη της υποομάδας εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών σχετικά με την ενοποίηση της θαλάσσιας επιτήρησης (εφεξής: «ΟΜΑΔΑ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΩΝ ΚΜ»), η οποία λειτούργησε ως συντονιστικό πλαίσιο κατ’εφαρμογή των συμπερασμάτων του Συμβουλίου. Η ευρεία διατομεακή εκπροσώπευση στις εν λόγω συναντήσεις, στις οποίες περιλαμβάνονταν και εκπρόσωποι της κοινότητας του χώρου της άμυνας από τα κράτη μέλη, επέτρεψε την ουσιαστική συμβολή σε μια κοινή συναίνεση όσον αφορά τα διακυβευόμενα θέματα. Κατά την επεξεργασία του χρονοδιαγράμματος η Επιτροπή ήρθε σε επαφή και με άλλες τομεακές ομάδες, όπως η διευθύνουσα ομάδα υψηλού επιπέδου για το δίκτυο SafeSeaNet.

Στόχος της ενοποιημένης θαλάσσιας επιτήρησης είναι η διαμόρφωση σαφούς εικόνας της κατάστασης όσον αφορά τις δραστηριότητες στη θάλασσα που έχουν επίπτωση στη θαλάσσια ασφάλεια και προστασία, στον συνοριακό έλεγχο, στη θαλάσσια ρύπανση και στο θαλάσσιο περιβάλλον, στον έλεγχο της αλιείας, στις δραστηριότητες επιβολής του νόμου εν γένει, στην άμυνα, καθώς και στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ, κατά τρόπον ώστε να διευκολύνεται η λήψη ορθών αποφάσεων.

Η προστιθέμενη αξία που συνεπάγεται η ενοποίηση της θαλάσσιας επιτήρησης έγκειται στη βελτίωση της εικόνας που διαθέτουν σήμερα για τη θάλασσα οι κοινότητες χρηστών σε τομεακό επίπεδο[4] στα κράτη μέλη της ΕΕ και στις χώρες του ΕΟΧ, χάρη σε συναφή διατομεακά και διασυνοριακά δεδομένα επιτήρησης τα οποία θα διατίθενται ανάλογα με την ανάγκη γνώσης και ανάλογα με την ανάγκη ανταλλαγής των εν λόγω δεδομένων και την ευθύνη που αυτή προϋποθέτει. Ο κάτοχος πληροφοριών πρέπει να εκτιμά, ειδικότερα σε περίπτωση άμεσου κινδύνου, την αναγκαιότητα της κοινοποίησης αυτών των πληροφοριών σε σχέση με τον κίνδυνο που ενδεχομένως θα συνιστούσε η μη κοινοποίησή τους. Η ακριβέστερη εικόνα θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα των αρχών των κρατών μελών και θα βελτιώσει την οικονομική αποδοτικότητα.

Η προσέγγιση αυτού του εγχειρήματος ανταλλαγής πληροφοριών από μια γενικότερη ευρωπαϊκή προοπτική θα εξασφαλίσει ότι εκπροσωπούνται ισότιμα όλοι οι χρήστες, ότι λαμβάνονται υπόψη οι αντίστοιχοι τομεακοί στόχοι και περιορισμοί και ότι η ανάπτυξη του κοινού περιβάλλοντος ανταλλαγής πληροφοριών θα προσφέρει επίσης προστιθέμενη αξία για κάθε τομεακή κοινότητα χρηστών. Επιπλέον, θα εξασφαλίσει την πλήρη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών συστημάτων μέσω της τήρησης της αρχής της επικουρικότητας.

Ανασκοπηση του Χρονοδιαγραμματοσ

Οι συζητήσεις στην ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το παρόν χρονοδιάγραμμα πρέπει να οδηγήσει στη δημιουργία ενός αποκεντρωμένου συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών, το οποίο θα συνδέει όλες τους χρήστες, πολιτικούς ή στρατιωτικούς. Η δημιουργία του CISE πρέπει να δρομολογηθεί με ευελιξία, κατά τρόπον ώστε να είναι δυνατή η εισαγωγή τεχνικών βελτιώσεων καθώς και βελτιώσεων ανά τομέα. Κατά την επεξεργασία του CISE πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη τόσο υφιστάμενα όσο και προγραμματισμένα συστήματα. Εξάλλου, η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να παρεμποδίσει την ανάπτυξη των υφιστάμενων και προγραμματισμένων τομεακών πληροφοριακών συστημάτων, αρκεί να ληφθεί υπόψη η ανάγκη διαλειτουργικότητας που θα επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλα συστήματα. Πρέπει να αξιοποιηθεί η εμπειρία που έχει αντληθεί από συστήματα ανταλλαγής πληροφοριών τα οποία επιτρέπουν την πολιτικο-στρατιωτική συνεργασία.

Δεδομένου του μεγάλου αριθμού δυνητικών συμμετεχόντων στον CISE, των διαφορετικών νομικών πλαισίων και των πιθανών ανταλλαγών πληροφοριών, είναι μάλλον απίθανο μια ενιαία τεχνική λύση να είναι κατάλληλη για κάθε ανταλλαγή πληροφορίας στο πλαίσιο του CISE. Για τον λόγο αυτό το CISE πρέπει να δομηθεί ως μια οικονομικώς αποδοτική, αποκεντρωμένη διασύνδεση διαφορετικών στιβάδων πληροφοριών η οποία αυξάνει την αποτελεσματικότητα των συστημάτων θαλάσσιας επιτήρησης συμπληρώνοντας υφιστάμενα κενά πληροφοριών σε όλη την Ευρώπη, αποφεύγοντας όμως, ταυτόχρονα, την αλληλεπικάλυψη δεδομένων .

Η διαχείριση αυτών των στιβάδων πληροφοριών σε επίπεδο κρατών μελών και ΕΕ άπτεται της αρμοδιότητας των αντίστοιχων κατόχων τους και διέπεται από τις αντίστοιχες νομοθετικές πράξεις εν ισχύ. Έτσι παραμένουν τελείως άθικτες τόσο οι αρμοδιότητες των εθνικών αρχών όσο και οι αρμοδιότητες των οργανισμών της ΕΕ που προβλέπονται στις εν λόγω νομικές πράξεις.

Κοινή ανάγκη της πλειονότητας των κοινοτήτων χρηστών είναι η πρόσβαση σε μια αξιόπιστη βασική εικόνα όσον αφορά την κατάσταση στη θάλασσα, χρήσιμη σε όλες τις κοινότητες. Η εικόνα αυτή μπορεί να αποτελείται από δεδομένα τα οποία προέρχονται από έναν συνδυασμό συστημάτων και αισθητήρων που εντοπίζουν στόχους κάθε μεγέθους, συνεργάσιμους ή μη.

Τα δεδομένα που συνθέτουν αυτή τη βασική εικόνα όσον αφορά την κυκλοφορία στη θάλασσα δεν είναι διαβαθμισμένα και είναι δυνατή η ανταλλαγή τους δίχως περιορισμό μεταξύ όλων των κοινοτήτων χρηστών, εφόσον έχουν προηγουμένως ληφθεί τα απαραίτητα μέτρα.

Οι ειδικές ανάγκες ορισμένων κοινοτήτων χρηστών οι οποίοι επιθυμούν να συμπληρώσουν αυτή τη βασική θαλάσσια εικόνα είναι:

α) Η πρόσβαση σε δεδομένα όσον αφορά παράνομες δραστηριότητες και απειλές που επηρεάζουν τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική ασφάλεια της ΕΕ και αφορούν κάθε τύπο σκάφους. Τέτοιου είδους πληροφορίες συγκεντρώνονται κυρίως από ακτοφύλακες, από τις αρχές φύλαξης των συνόρων, από αστυνομικές αρχές και από στρατιωτικές δυνάμεις.

β) Η πρόσβαση σε ειδικές πληροφορίες περί αλιευμάτων σε συνδυασμό με πληροφορίες σχετικά με το γεωγραφικό στίγμα αλιευτικών σκαφών για την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας.

γ) Η πρόσβαση σε προηγμένα ηλεκτρονικά δεδομένα όσον αφορά όλα τα προϊόντα τα οποία εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ ή εξέρχονται από αυτό με σκοπό την εκ τω προτέρων αξιολόγηση της ασφάλειας και της προστασίας των προϊόντων.

Ορισμένες από τις πληροφορίες τις οποίες διαχειρίζονται οι εν λόγω χρήστες είναι εξαιρετικά ευαίσθητες και συνεπώς η διαβίβασή τους είναι δυνατή μόνον από σημείο σε σημείο ή εντός τομεακών δικτύων ασφάλειας και μεταξύ αυτών. Επί του παρόντος οι πληροφορίες και οι πληροφορίες ασφαλείας ανταλλάσσονται μεταξύ αυτών των ομάδων σε ένα πολύ αυστηρό πλαίσιο, το οποίο συχνά διέπεται από διεθνείς συμφωνίες. Συνεπώς, ο CISE δεν θα βασίζεται στην αρχή της «ανταλλαγής πληροφοριών πάσης φύσεως μεταξύ των πάντων», αλλά στην αρχή της «ανταλλαγής με βάση την ανάγκη γνώσης και την ευθύνη που αυτή προϋποθέτει.»

Παράδειγμα στιβάδων πληροφοριών (μη ιεραρχικών)

[pic]

Οι κοινότητες χρηστών θα πρέπει να συμμετέχουν πλήρως στην επεξεργασία των ακόλουθων έξι σταδίων καθώς και στην εκτίμηση του αντικτύπου που η Επιτροπή και η ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ κρίνουν απαραίτητη για την ανάπτυξη του CISE:

Στάδιο 1 - Ορισμός όλων των κοινοτήτων χρηστών: Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ορίζουν τους συμμετέχοντες στην ανταλλαγή πληροφοριών. Λόγω των διαφορών που υφίστανται στη διοικητική οργάνωση στα κράτη μέλη της ΕΕ και στις χώρες του ΕΟΧ, είναι απαραίτητο να εστιάσουμε σε «καθήκοντα» ήδη καθιερωμένων «κοινοτήτων χρηστών» παρά σε τύπους εθνικών αρχών.

Στάδιο 2 – Χαρτογράφηση ομάδων δεδομένων και ανάλυση των διαφορών όσον αφορά την ανταλλαγή δεδομένων ώστε να εξασφαλιστεί η προστιθέμενη αξία του CISE: Μέσω: α) της εκπόνησης ενός χάρτη όσον αφορά την τρέχουσα ανταλλαγή δεδομένων τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο και β) μέσω της ανάλυσης των διαφορών για τον εντοπισμό των δεδομένων εκείνων για τα οποία, επί του παρόντος, η ζήτηση δεν καλύπτει την προσφορά ανά τομέα.

Στάδιο 3 – Καθορισμός κοινών επιπέδων ταξινόμησης των δεδομένων με στόχο την αντιμετώπιση του προβλήματος που συνίσταται στο ότι διαφορετικοί χρήστες ταξινομούν το ίδιο είδος δεδομένων κατά διαφορετικό τρόπο. Δίχως να παρεμβαίνει στα εθνικά επίπεδα ταξινόμησης δεδομένων και με σκοπό τη διευκόλυνση της ανταλλαγής δεδομένων στο πλαίσιο του CISE, το στάδιο 3 συνίσταται στον εντοπισμό των εθνικών επιπέδων ταξινόμησης που αντιστοιχούν μεταξύ τους με στόχο τη δημιουργία κοινών πλαισίων ανταλλαγής δεδομένων εντός του CISE.

Στάδιο 4 – Ανάπτυξη του πλαισίου στήριξης του CISE , ήτοι του τεχνικού πλαισίου στήριξης του CISE , με στόχο τη δημιουργία διεπαφής μεταξύ των υφιστάμενων και των προγραμματισμένων τομεακών συστημάτων, ώστε να διευκολυνθεί η διατομεακή ανταλλαγή δεδομένων. Το εγχείρημα αυτό πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο επεξεργασίας από τους εκπροσώπους των διαφόρων τομεακών κοινοτήτων χρηστών με βάση τα διαθέσιμα αποτελέσματα από το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο και από πιλοτικά προγράμματα (όπως το MARSUNO, το BluemassMed, το πιλοτικό σχέδιο EUROSUR για τα δίκτυα επικοινωνίας, το GMES, το PT MARSUR και τα δοκιμαστικά σχέδια που βασίζονται στο SafeSeaNet).

Στάδιο 5 – Καθορισμός δικαιωμάτων πρόσβασης, που συνεπάγεται τον εντοπισμό των δικαιωμάτων των χρηστών που ανήκουν σε διαφορετικές τομεακές κοινότητες ώστε να έχουν πρόσβαση σε διαφορετικές ομάδες δεδομένων σε διατομεακό επίπεδο. Αυτό αφορά μόνον τα δεδομένα τα οποία ανταλλάσσονται μέσω του CISE στην ΕΕ και στον ΕΟΧ[5]

Στάδιο 6 – Η διασφάλιση της τήρησης των νομικών διατάξεων αποσκοπεί στο να εξασφαλιστεί η ύπαρξη σαφούς νομικού πλαισίου για την ανταλλαγή, το οποίο να καθορίζει τουλάχιστον τη φύση των εμπλεκόμενων δεδομένων, την ικανότητα και το δικαίωμα των προμηθευτών και των αποδεκτών των δεδομένων για την ανταλλαγή τους, τους στόχους (και τις μεθόδους) της ανταλλαγής καθώς και να ενσωματώνει τις αναγκαίες εγγυήσεις όσον αφορά την εμπιστευτικότητα και την ασφάλεια (ορισμένων) δεδομένων και την προστασία των προσωπικών δεδομένων, ανάλογα με την περίπτωση. Τυχόν εμπόδια που μπορεί να υφίστανται στην ενωσιακή νομοθεσία όσον αφορά την ανταλλαγή δεδομένων πρέπει να εντοπιστούν και να εξεταστούν λύσεις ώστε να παρακαμφθούν.

Καταρτιση του Χρονοδιαγραμματος

Αρχή 1: Μια προσπάθεια διασύνδεσης όλων των κοινοτήτων χρηστών, συμπεριλαμβανομένου του χώρου της άμυνας

Στάδιο 1: Εντοπισμός όλων των κοινοτήτων χρηστών

Στόχος : εντοπισμός των μελών του CISE

Περιγραφή : Δεδομένου ότι η εσωτερική οργάνωση των αρχών των κρατών μελών διαφέρει σημαντικά, προτείνεται να καθοριστούν οι κοινότητες χρηστών που συμμετέχουν στον CISE με βάση τις εξής « αρμοδιότητες »:

1. Ναυτικής ασφάλειας[6] (καθώς και αναζήτησης και διάσωσης), ασφάλειας στη θάλασσα[7] και πρόληψης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία[8],

2. Ελέγχου της αλιείας

3. Ετοιμότητας αντίδρασης στη θαλάσσια ρύπανση· θαλάσσιου περιβάλλοντος

4. Τελωνείων[9]

5. Ελέγχου των συνόρων[10]

6. Επιβολής του νόμου, εν γένει[11]

7. Άμυνας[12]

Ενδεικτική περιγραφή των εν λόγω αρμοδιοτήτων περιέχεται στο παράρτημα.

Δράση : Κάθε κράτος μέλος πρέπει να εντοπίσει ποια αρχή(ές) είναι επιφορτισμένη(ες) με τις προαναφερόμενες αρμοδιότητες. Είναι δυνατόν να αντιστοιχούν περισσότερες από μια αρχή ανά αρμοδιότητα. Σε αυτή τη βάση, οι εν λόγω αρχές θα αναγνωρίζονται ως μέλη της κοινότητας των χρηστών και με την ιδιότητα αυτή θα έχουν τη δυνατότητα « να παρέχουν ή/και να λαμβάνουν πληροφορίες σε εθνικό επίπεδο από διεθνή, περιφερειακά, κοινοτικά, στρατιωτικά και εσωτερικά συστήματα και μηχανισμούς ασφαλείας, σύμφωνα με όρους χρήσης και καθορισμένα δικαιώματα πρόσβασης των χρηστών, ώστε να διαμορφώνουν τη δική τους, καθορισμένη από τους χρήστες, ιδιαίτερη εικόνα της κατάστασης » (Αρχή 1 της ανακοίνωσης του 2009).

Κάθε αρχή που θα ορίζεται θα αναφέρει, επιπλέον, εάν συνδέεται με εθνικό, περιφερειακό ή ευρωπαϊκό δίκτυο και θα ορίζει τα λοιπά μέλη του εν λόγω δικτύου.

Σε επίπεδο ΕΕ συγκεκριμένα, η αρμοδιότητα 1) καλύπτεται ήδη από την οδηγία για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης[13]. Δεδομένου ότι το σύστημα λειτουργεί ήδη, οι χρήστες του έχουν ήδη οριστεί.

Σε επίπεδο ΕΕ, η αρμοδιότητα 5) θα καλυφθεί από το δίκτυο EUROSUR, το οποίο θα προσφέρει στα κράτη μέλη το κατάλληλο τεχνικό και επιχειρησιακό πλαίσιο για τη βελτίωση της επίγνωσης της κατάστασης στα εξωτερικά τους σύνορα και για τη βελτίωση της ικανότητας αντίδρασης των εθνικών τους αρχών.

Η αρμοδιότητα 6) αφορά έναν ευρύ τομέα, ο οποίος καλύπτεται, συγκεκριμένα, από αρμοδιότητες εσωτερικής ασφάλειας τις οποίες έχει αναλάβει η EUROPOL καθώς και άλλοι συναφείς οργανισμοί . Η ενοποίηση των δεδομένων εντός του δικτύου EUROSUR πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη.

Παράλληλα με τα προαναφερόμενα, η Επιτροπή θα καταρτίσει κατάλογο στον οποίο θα αντιστοιχίζονται οι οικείοι οργανισμοί/θεσμικά όργανα της ΕΕ με τις συναφείς αρμοδιότητες.

Φορείς : Τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και οι οικείοι οργανισμοί.

Χρονοδιάγραμμα : Τέλη του 2010.

Στάδιο 2: Χαρτογράφηση ομάδων δεδομένων και ανάλυση των διαφορών όσον αφορά την ανταλλαγή δεδομένων

Στόχος : Καθορισμός υφιστάμενων και μελλοντικών ομάδων δεδομένων για τη θαλάσσια επιτήρηση και υπολογισμός της ζήτησης σε ενωσιακό επίπεδο για διατομεακή ανταλλαγή δεδομένων που επί του παρόντος δεν καλύπτεται από την προσφορά δεδομένων. Ο στόχος αυτός πρέπει να επιτευχθεί σε εθνικό, περιφερειακό και ενωσιακό επίπεδο.

Περιγραφή : Τα δεδομένα παρακολούθησης και επιτήρησης που έχουν ενδιαφέρον για τον CISE εντοπίζονται σε ενωσιακά και εθνικά συστήματα τα οποία έχουν αναπτυχθεί σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία καθώς και σε εθνικά και περιφερειακά συστήματα τα οποία έχουν αναπτυχθεί σύμφωνα με εθνικές διατάξεις. Η εκπόνηση ενός χάρτη ο οποίος θα καλύπτει τα διαθέσιμα δεδομένα επιτήρησης κάθε κοινότητας χρηστών και τη ζήτηση από εκάστη κοινότητα για συναφή δεδομένα από άλλες κοινότητες χρηστών θα επιτρέψει τον εντοπισμό των αντίστοιχων διαφορών μεταξύ ζήτησης και προσφοράς δεδομένων θαλάσσιας επιτήρησης.

Από τον εντοπισμό των υφιστάμενων διαφορών θα αναδειχθεί η προστιθέμενη αξία που θα προκύψει μέσω της μελλοντικής διατομεακής ανταλλαγής δεδομένων θαλάσσιας επιτήρησης σε όλη την ΕΕ.

Δράση :

α) Χαρτογράφηση δεδομένων: Κάθε κοινότητα χρηστών, σε συνεργασία με τις αντίστοιχες ομάδες εργασίας της και με οργανισμούς της ΕΕ (ανάλογα με την περίπτωση) κοινοποιεί τα συναφή δεδομένα επιτήρησης που διαθέτει (χαρτογράφηση προσφοράς), τα συναφή δεδομένα που ζητά από άλλες κοινότητες (χαρτογράφηση ζήτησης) αναφέροντας ταυτόχρονα την αντίστοιχη νομική βάση ανά ομάδα δεδομένων και εάν αυτή περιέχει πληροφορίες που περιλαμβάνουν προσωπικά δεδομένα ή δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (IPR) ή άλλους νομικούς περιορισμούς.

β) Ανάλυση των διαφορών : Με βάση αυτή τη χαρτογράφηση καθορίζονται οι διαφορές μεταξύ ζήτησης και προσφοράς.

Φορείς : Ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ σε στενή συνεργασία με τομεακές ομάδες εργασίας.

Στο έργο τους αυτό οι προαναφερόμενοι φορείς θα επικουρηθούν από διεπιστημονική ad hoc συμβουλευτική ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων (ΟΤΕ) που αποτελείται από εκπροσώπους της κάθε κοινότητας χρηστών, από έναν εκπρόσωπο των πιλοτικών σχεδίων BLUEMASSMED και MARSUNO, αντίστοιχα, καθώς και από τους συναφείς οργανισμούς και πρωτοβουλίες της ΕΕ. Κάθε ένας από τους προαναφερόμενους εμπειρογνώμοντες αναμένεται να συμβάλει πλήρως με τις γνώσεις που διαθέτει όσον αφορά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στον αντίστοιχο τομέα του. Η ΟΤΕ θα προσφέρει ένα υπόδειγμα όσον αφορά την προαναφερόμενη χαρτογράφηση δεδομένων ζήτησης και προσφοράς, βάσει του οποίου μεμονωμένες κοινότητες χρηστών θα κοινοποιούν τα δεδομένα που διαθέτουν. Το έργο της εν λόγω ομάδας θα διευκολυνθεί από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και έτσι θα αξιοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο οι υφιστάμενες και οι προγραμματιζόμενες πρωτοβουλίες σε επίπεδο ΕΕ. Η πρόοδος που σημειώνεται θα υποβάλλεται στην ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ.

Χρονοδιάγραμμα : Τέλη του 2011

Αρχή 2: Δημιουργία ενός τεχνικού πλαισίου για τη διαλειτουργικότητα – Μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των υφιστάμενων συστημάτων με διατήρηση, ωστόσο, των αποκλειστικών συνδέσεων (από σημείο σε σημείο) για ορισμένα είδη δεδομένων

Στάδιο 3: Καθορισμός κοινών επιπέδων ταξινόμησης των δεδομένων

Στόχος : Για τη διευκόλυνση της διατομεακής ανταλλαγής πληροφοριών οι κοινότητες χρηστών πρέπει να αναπτύξουν μια κοινή μέθοδο κατά τον καθορισμό των επιπέδων ταξινόμησης.

Περιγραφή : Δεδομένου ότι ο CISE προορίζεται να αποτελέσει απλώς εργαλείο διαβίβασης μεταξύ των διαφορετικών κοινοτήτων χρηστών, αλλά όχι (κεντρικό) υπόβαθρο για την αποθήκευση ανταλλάξιμων δεδομένων, η κάθε κοινότητα χρηστών παραμένει αρμόδια για την συγκέντρωση και αποθήκευση των δεδομένων που διαθέτει μέσω των τομεακών συστημάτων και προδιαγραφών ασφαλείας της. Ωστόσο, αυτό οδηγεί στο πρόβλημα οι ίδιες ομάδες δεδομένων να ταξινομούνται, ενδεχομένως, από διαφορετικές κοινότητες χρηστών με διαφορετικό τρόπο. Με στόχο την αξιόπιστη ανταλλαγή δεδομένων με αποκεντρωμένο και διατομεακό τρόπο, είναι ανάγκη να ανταπτυχθεί μια κοινή μέθοδος όσον αφορά τα επίπεδα ταξινόμησης. Πρέπει να εφαρμοστούν τα κοινώς αποδεκτά κριτήρια ταξινόμησης των δεδομένων τα οποία έχουν θεσπιστεί βάσει νομοθεσίας του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[14].

Δράση : Ανάπτυξη μιας κοινής οντολογίας, ώστε τα ίδια δεδομένα να έχουν την ίδια ή συμβατή ταξινόμηση με στόχο την διευκόλυνση της διατομεακής ανταλλαγής πληροφοριών, σε δύο φάσεις:

8. Συγκριτική ανασκόπηση όσον αφορά την υπαγωγή συναφών ομάδων δεδομένων σε επίπεδα ταξινόμησης δεδομένων (π.χ. Περιορισμένης χρήσης ΕΕ, Εμπιστευτικό ΕΕ, κλπ.). Τα εν λόγω επίπεδα θα αντανακλώνται και σε μελλοντικές εργασίες που θα αφορούν τον καθορισμό.

9. Οι κοινότητες χρηστών πρέπει να ελέγξουν τους τρέχοντες τρόπους όσον αφορά την υπαγωγή των συναφών ομάδων δεδομένων σε διάφορα επίπεδα ταξινόμησης.

Παράγοντες :

Η φάση 1 πρέπει να υλοποιηθεί από την ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ με τη στήριξη των προναφερόμενων ΟΤΕ.

Η φάση 2 πρέπει να υλοποιηθεί από τις συναφείς κοινότητες χρηστών, με στήριξη από τις συναφείς ομάδες εργασίας εμπειρογνωμόνων και τους συναφείς οργανισμούς της ΕΕ, ανάλογα με την περίπτωση, και να ληφθούν υπόψη οιεσδήποτε άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες όπως τρέχοντα πιλοτικά σχέδια. Τα πιλοτικά σχέδια MARSUNO και BluemassMed σχετικά με την ολοκλήρωση της θαλάσσιας επιτήρησης αναμένεται να βοηθήσουν τις κοινότητες των χρηστών σε αυτή τους την προσπάθεια.

Χρονοδιάγραμμα :

Φάση 1: 2011

Φάση 2: Πρώτο τρίμηνο του 2012

Στάδιο 4: Ανάπτυξη του πλαισίου στήριξης του CISE

Στόχος : Η θέσπιση διαλειτουργικών υπηρεσιών και μιας κοινής τεχνικής γλώσσας για την ανταλλαγή δεδομένων θαλάσσιας επιτήρησης κατά αποκεντρωμένο τρόπο.

Επιπλέον, πρέπει να δοθεί προσοχή στη διασφάλιση και αύξηση της ασφάλειας όσον αφορά την ΤΠ στον CISE.

Περιγραφή : Εφόσον τα δεδομένα προς ανταλλαγή καθοριστούν κατά τη φάση 2, πρέπει να καθοριστεί και το καλύτερο τεχνικό μέσο για την ανταλλαγή τους.

Είναι επιθυμητή η επεξεργασία μιας προσέγγισης κοινής γλώσσας πληροφορικής, ώστε να επιτραπεί η διαλειτουργικότητα των δεδομένων μεταξύ συναφών συστημάτων. Βάσει μιας τέτοιας προσέγγισης, οι κοινότητες των χρηστών θα μπορούν να μετατρέπουν τα δεδομένα τα οποία προέρχονται από τα δικά τους συστήματα σε έναν κοινά συμφωνημένο μορφότυπο, διαθέσιμο σε όλες τις κοινότητες χρηστών και αναγνώσιμο από οιοδήποτε σύστημα υπολογιστή διαθέτει άδεια πρόσβασης στο διαδίκτυο. Το κοινό λογισμικό που απαιτείται μπορεί να αναπτυχθεί, έως έναν βαθμό, από κοινού με βάση ένα ελεύθερο λογισμικό ανοικτής πηγής.

Το πλεονέκτημα μιας τέτοιας προσέγγισης όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών είναι:

10. Η σταδιακή και σχετικά πιο απλή ανάπτυξη ενός κοινού περιβάλλοντος ανταλλαγής πληροφοριών «CISE» (αποφεύγοντας σημαντικές εργασίες τυποποίησης που θα αποσκοπούσαν στο να καταστήσουν συμβατά διαφορετικά μεταξύ τους συστήματα επιτήρησης) ξεκινώντας από τις πληροφορίες που είναι πιο εύκολο να ανταλλαχθούν.

11. Η μόνη επέμβαση στα υφιστάμενα συστήματα των διαφόρων εταίρων θα ήταν η εγκατάσταση μιας ενότητας η οποία θα επιτρέπει στις υπηρεσίες διαδικτύου να λαμβάνουν τα απαραίτητα δεδομένα.

12. Μια προσέγγιση ελεύθερου λογισμικού ανοικτής πηγής θα επιτρέπει ανά πάσα στιγμή την αναβάθμιση της κοινής γλώσσας πληροφορικής με βάση τις μελλοντικές ανάγκες, αποφεύγοντας την προσφυγή σε πολλαπλές, πολυδάπανες και μη αναγκαίες διαδικασίες και την εξάρτηση από τον εκάστοτε προμηθευτή και θα συμβάλει στην οικοδόμηση κοινοτήτων με κοινά συμφέροντα.

Υπό άλλες συνθήκες, ωστόσο, μπορεί να απαιτείται η ανταλλαγή δεδομένων και η διαλειτουργικότητα με βάση τεχνικές και διαδικασίες διαφορετικές από τις προβλεπόμενες (π.χ. σε περιπτώσεις αποστολής δεδομένων σε πραγματικό χρόνο, ειδικότερα όταν αυτά είναι διαβαθμισμένα ή όταν αποστέλλονται ταυτόχρονα σε μεγάλες αποστάσεις). Στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να απαιτούνται διαφορετικές τεχνικές (π.χ. διαβίβασης μέσω δορυφόρου), λαμβάνοντας υπόψη διεθνείς προδιαγραφές όσον αφορά τη διαβίβαση δεδομένων, όπως εκείνες που προβλέπονται στον κατάλογο στοιχείων εμπορικών δεδομένων των Ηνωμένων Εθνών [United Nations Trade Elements Directory (UNTDED)], καθώς και η πείρα που έχει αντληθεί από συναφή σχέδια ΕΤΑ και από υφιστάμενα στρατιωτικά συστήματα ανταλλαγής πληροφοριών. Τα αποτελέσματα που έχουν προκύψει από τρέχοντα ερευνητικά σχέδια, τα οποία αφορούν την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, π.χ. όσον αφορά την ανάπτυξη κατάλληλων προτύπων διαλειτουργικότητας, μπορεί επίσης να είναι χρήσιμα για την ενίσχυση της τεχνολογικής βάσης του CISE .

Δράση : Η προαναφερόμενη ΟΤΕ πρέπει να ορίσει εναλλακτικές επιλογές που θα υποβληθούν και θα συζητηθούν με τις κοινότητες χρηστών. Η πρόοδος που σημειώνεται υποβάλλεται στην ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ.

Φορείς : ΟΤΕ, ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ και οι τομεακές ομάδες εργασίας

Χρονοδιάγραμμα : 2012

Αρχή 3: Πολιτικοστρατιωτική συνεργασία

Η κοινότητα του χώρου της άμυνας πρέπει να συμμετάσχει στην επεξεργασία του CISE. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει να ταυτοποιήσουν τις συναφείς εθνικές αρχές τους, στο πλαίσιο του σταδίου 1. Κατά συνέπεια, κάθε κράτος μέλος πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι στρατιωτικές του αρχές εξακολουθούν να λαμβάνουν μέρος στην επεξεργασία του χρονοδιαγράμματος συμμετέχοντας στην υπο-ομάδα εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών της Επιτροπής για την ολοκλήρωση της θαλάσσιας επιτήρησης. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας (EDA) θα συμμετάσχει ως συναφής οργανισμός στην ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ και στην ΟΤΕ, συμβάλλοντας με τις γνώσεις του στην ομάδα έργου για την θαλάσσια επιτήρηση («PT-Marsur»).

Η έκθεση της ομάδας σοφών συντακτών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας δημοσιεύθηκε στις 26/04/2010 και συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη της βελτιωμένης συνεργασίας μεταξύ της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ) και των πολιτικών φορέων της θαλάσσιας επιτήρησης, κυρίως όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών.

Αρχή 4: Ειδικές νομικές διατάξεις

Στάδιο 5: Καθορισμός δικαιωμάτων πρόσβασης

Στόχος : Το στάδιο 5 συνίσταται στον καθορισμό των δικαιωμάτων πρόσβασης των κοινοτήτων χρηστών στα δεδομένα της κάθε κοινότητας, αντίστοιχα.

Περιγραφή : Με βάση τα προηγούμενα στάδια κάθε κοινότητα χρηστών πρέπει να καθορίσει τα δικαιώματα πρόσβασης που επιθυμεί να χορηγήσει σε άλλες κοινότητες χρηστών για οιαδήποτε ομάδα δεδομένων (ενωσιακών ή εθνικών δεδομένων) τα οποία ζητούν οι άλλες κοινότητες χρηστών.

Τα δικαιώματα πρόσβασης χρηστών πρέπει να είναι παγιοποιημένα και επικαιροποιημένα. Για την αντιμετώπιση ειδικών συγκυριών οι κάτοχοι των πληροφοριών διαχειρίζονται τα δικαιώματα πρόσβασης με ευελιξία και μπορούν, ενδεχομένως, υπό ειδικές συνθήκες, να απαγορεύουν ή να χορηγούν επιπλέον δικαιώματα πρόσβασης, κατά περίπτωση.

Δράση : Μέσω εντύπου το οποίο θα έχει επεξεργαστεί η ΟΤΕ, οι κοινότητες χρηστών δηλώνουν την πρόθεσή τους να ανταλλάσσουν συγκεκριμένες ομάδες δεδομένων που τους ανήκουν με άλλες κοινότητες χρηστών, με βάση τις ανάγκες για δεδομένα που προκύπτουν από την προαναφερόμενη ανάλυση των διαφορών. Δεδομένου ότι ο CISE δεν είναι υπόβαθρο αποθήκευσης δεδομένων αλλά εργαλείο για την διαβίβαση δεδομένων από σημείο σε σημείο, πρέπει να μελετηθεί σε ποιο βαθμό μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι υφιστάμενες πολιτικές όσον αφορά τα τομεακά δεδομένα για διατοεμακή ανταλλαγή δεδομένων μέσω του CISE. Η ΟΤΕ θα συγκεντρώνει τις προτάσεις των κοινοτήτων χρηστών σε έναν ευρύ πίνακα επισκόπησης. Ο εν λόγω πίνακας θα υποβάλλεται από την Επιτροπή στην ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ για επικύρωση.

Η προσέγγιση αυτή θα προσφέρει τα εξής αποτελέσματα:

13. Τη διασύνδεση όλων των κοινοτήτων χρηστών με βάση τη λογική της ανάγκης γνώσης/ανταλλαγής

14. Ένα μη ιεραρχικό πλαίσιο για τη διαλειτουργικότητα

15. Ένα ευέλικτο περιβάλλον ανταλλαγής πληροφοριών το οποίο επιτρέπει στα κράτη μέλη να συνεισφέρουν με εθνικά/περιφερειακά δεδομένα ανάλογα με τη ζήτηση

16. Τον καθορισμό κοινών επιπέδων ταξινόμησης των δεδομένων

17. Αποδοτικότητα σε σχέση με το κόστος καθώς τα ίδια δεδομένα χρησιμοποιούνται για διαφορετικούς σκοπούς

Φορέας : ΟΤΕ, τομεακές ομάδες εργασίας σε στενή συνεργασία με την ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ.

Χρονοδιάγραμμα : 2012

Στάδιο 6: Θέσπιση ενός ενιαίου νομικού πλαισίου

Στόχος : Να εξασφαλιστεί ότι τα δεδομένα ανταλλάσσονται βάσει του κατάλληλου νομικού πλαισίου.

Περιγραφή : Έως τα τέλη του 2011 τα πιλοτικά σχέδια αναμένεται να έχουν προσφέρει μια προκαταρκτική εικόνα των νομικών, διοικητικών και τεχνικών εμποδίων για την ανταλλαγή δεδομένων, βέλτιστων πρακτικών για την προώθηση της ανταλλαγής και καθορισμό του τρόπου τήρησης της εμπιστευτικότητας και των όρων που απαιτούνται για την ανταλλαγή πληροφοριών. Συνεπώς, το στάδιο αυτό αποσκοπεί στο να εξασφαλιστεί ότι για κάθε ανταλλαγή υπάρχει σαφές πλαίσιο όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμμετεχόντων στην ανταλλαγή. Παράλληλα, πρέπει να εξεταστούν δεόντως άλλα νομικά ζητήματα, όπως η εμπιστευτικότητα των δεδομένων, τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, η προστασία των προσωπικών δεδομένων καθώς και η κυριότητα επί των δεδομένων σύμφωνα με το εθνικό και το διεθνές δίκαιο.

Δράση : Καθορισμός των όρων ανταλλαγής πληροφοριών που καλύπτονται ήδη από διεθνές ή ενωσιακό νομικό πλαίσιο και εκείνων που πρέπει να θεσπιστούν με βάση το/α νέο/α νομοθετικό/ά πλαίσιο/α.

Φορείς : Η ΟΜΑΔΑ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΩΝ ΚΜ σε συνεργασία με τομεακές ομάδες εμπειρογνωμόνων.

Εκτίμηση του αντικτύπου, περιλαμβανομένων και των δημοσιονομικών επιπτώσεων

Η Επιτροπή θα πραγματοποιήσει εκτίμηση του αντικτύπου βασιζόμενη σε όσα προβλέπονται στα στάδια 1 έως 6 του παρόντος χρονοδιαγράμματος πριν από την υποβολή πρότασης στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την εφαρμογή του CISE. Θα ορίσει επίσης ένα κατάλληλο χρονοδιάγραμμα για τα κράτη μέλη και τους συναφείς οργανισμούς της ΕΕ για την εφαρμογή του CISE.

Για να εξασφαλιστεί ότι η Ένωση ενεργεί μόνον εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που της ανατίθενται από τα κράτη μέλη από τις συνθήκες, και συγκεκριμένα από το άρθρο 5 της συνθήκης της ΕΕ, όταν οι δράσεις άπτονται θεμάτων που εμπίπτουν στην εθνική αρμοδιότητα (π.χ. στάδιο 2), αυτές δεν θα περιέχονται ούτε στο χρονοδιάγραμμα ούτε στην πρόταση της Επιτροπής.

Χρονοδιάγραμμα : Τα διαφορετικά στάδια του σχεδίου χρονοδιαγράμματος και συγκεκριμένα το έργο στο πλαίσιο της ομάδας εμπειρογνωμόνων των ΚΜ και των τομεακών ομάδων εργασίας πρέπει να θεωρούνται ως συστατικά στοιχεία για την εκτίμηση του αντικτύπου. Η εκτίμηση του αντικτύπου θα έχει ολοκληρωθεί έως το 2013.

Συμπέρασμα

Το παρόν σχέδιο χρονοδιαγράμματος αποτελεί μια ευέλικτη, σταδιακή προσέγγιση με στόχο την δημιουργία ενός αποκεντρωμένου CISE που προέκυψε, σύμφωνα με αίτημα του Συμβουλίου, από τη στενή συνεργασία με την ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ.

Η αποτελεσματική του εφαρμογή θα εξαρτηθεί από τη δέσμευση των εμπλεκομένων σε καθένα από τα διαφορετικά στάδια. Η Επιτροπή θα εξασφαλίσει την εναρμονισμένη εφαρμογή του χρονοδιαγράμματος. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν αυτή την εναρμόνιση μέσω των τομεακών ομάδων εργασίας. Η ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΚΜ εξασφαλίζει την εναρμόνιση όλων των ενεργειών ενοποίησης της διαδικασίας θαλάσσιας επιτήρησης.

Η σκοπιμότητα της υιοθέτησης μιας περιφερειακής προσέγγισης για τον CISE πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των δοκιμαστικών σχεδίων MARSUNO και BlueMassMed τα οποία θα πρέπει, ακολούθως, να υποβάλουν τα συμπεράσματά τους στην υπο-ομάδα εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών της Επιτροπής. Η ομάδα αυτή θα εξετάσει επίσης τη σκοπιμότητα και τις προϋποθέσεις ένταξης των υποψήφιων ή των δυνάμει υποψήφιων χωρών στην παρούσα πρωτοβουλία στο ενδεδειγμένο στάδιο της διαδικασίας ενοποίησης. Ενδεχομένως να εξεταστεί στο μέλλον η σύνδεση, με τον ενδεδειγμένο τρόπο, ορισμένων τρίτων χωρών. Όπως ζήτησε το Συμβούλιο το παρόν χρονοδιάγραμμα θα επανεξεταστεί στα τέλη του 2011.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

.

Μέλη της ΟΝΕ (Κοινότητες χρηστών) | Αρμοδιότητες παρακολούθησης και υποστήριξης του CISE |

1. Ναυτική ασφάλεια (περιλαμβανομένης της αναζήτησης και της διάσωσης), ασφάλεια στη θάλασσα και πρόληψη της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία | Παρακολούθηση της συμμόρφωσης με κανονισμούς σχετικά με την ασφάλεια και την πρόληψη της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία (ως προς την κατασκευή, τον εξοπλισμό, το πλήρωμα/τους επιβάτες, το φορτίο)· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

Παρακολούθηση της συμμόρφωσης με κανονισμούς σχετικά με την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας (ασφάλεια της κυκλοφορίας των πλοίων)· στήριξη επιχειρήσεων επιβολής της νομοθεσίας |

Παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους κανονισμούς σχετικά με την ασφάλεια των πλοίων· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

Υποστήριξη της ασφαλούς και αποτελεσματικής ροής της κυκλοφορίας πλοίων· διαχείριση της κυκλοφορίας πλοίων |

Έγκαιρη προειδοποίηση/εντοπισμός πλοίων/ατόμων σε κατάσταση κινδύνου· Υποστήριξη επιχειρήσεων ταχείας αντίδρασης (αναζήτηση και διάσωση, καταφύγιο) |

Έγκαιρη προειδοποίηση/εντοπισμός απειλών για την ασφάλεια στη θαλάσσα κατά την έννοια του κεφαλαίου XI-2 της σύμβασης SOLAS· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

Έγκαιρη προειδοποίηση/εντοπισμός απειλών/πειρατείας ή ένοπλης ληστείας· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

2. Έλεγχος της αλιείας | Παρακολούθηση της συμμόρφωσης με κανονισμούς που αφορούν την αλιεία· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

Έγκαιρη προειδοποίηση/εντοπισμός παράνομης αλιείας ή εκφόρτωσης αλιευμάτων· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

3. Ετοιμότητα αντίδρασης στη θαλάσσια ρύπανση Θαλάσσιο περιβάλλον | Παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους κανονισμούς σχετικά με την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος · υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

Έγκαιρη προειδοποίηση/ εντοπισμός πλοίων/ατυχήματα που μπορεί να έχουν περιβαλλοντικό αντίκτυπο· υποστήριξη των ενεργειών ταχείας αντίδρασης σε περιπτώσεις ρύπανσης |

4. Τελωνεία | Παρακολούθηση της συμμόρφωσης με την τελωνειακή νομοθεσία όσον αφορά την εισαγωγή, εξαγωγή και διακίνηση των προϊόντων· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

Έγκαιρη προειδοποίηση/εντοπισμός παράνομης διακίνησης προϊόντων (ναρκωτικών, όπλων, κλπ.)· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

5. Έλεγχος συνόρων | Παρακολούθηση της συμμόρφωσης με κανονισμούς που αφορούν την μετανάστευση και τη διέλευση των συνόρων· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

Έγκαιρη προειδοποίηση/εντοπισμός περιπτώσεων λαθρομετανάστευσης ή εμπορίας ανθρώπων· υποστήριξη των ενεργειών επιβολής της νομοθεσίας |

6. Επιβολή του νόμου, εν γένει | Παρακολούθηση της συμμόρφωσης με την ισχύουσα νομοθεσία σε θαλάσσιες περιοχές όπου υπάρχει αρμοδιότητα αστυνόμευσης και υποστήριξη της επιβολής του νόμου και /ή των ενεργειών ταχείας αντίδρασης |

7. Άμυνα | Παρακολούθηση με στόχο την υποστήριξη γενικών καθηκόντων άμυνας, όπως: Άσκηση της εθνικής κυριαρχίας στη θάλασσα· Καταπολέμηση της τρομοκρατίας και άλλων εχθρικών ενεργειών εκτός της ΕΕ· Λοιπά καθήκοντα που αφορούν την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφαλείας, όπως ορίζεται στα άρθρα 42 και 43 της συνθήκης ΕΕ |

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

.

BluemassMed: «Blue Maritime Surveillance System Med», Πιλοτικό έργο ενοποίησης της θαλάσσιας επιτήρησης που συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή

CISE: Κοινό περιβάλλον ανταλλαγής πληροφοριών για τον θαλάσσιο τομέα της ΕΕ

ΚΕΠΠΑ: Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας της ΕΕ

ΕΟΑ: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας

EUROPOL: Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία

EUROSUR: Ευρωπαϊκό σύστημα επιτήρησης συνόρων

GMES: Η «Παγκόσμια Παρακολούθηση για το Περιβάλλον και την Ασφάλεια» («Global Monitoring for Environment and Security») είναι η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη δημιουργία ευρωπαϊκής ικανότητας γεωσκόπησης

MARSUNO: «Maritime Surveillance in the Northern European Sea Basins»: Θαλάσσια επιτήρηση στις θαλάσσιες λεκάνες της Βόρειας Ευρώπης: πιλοτικό έργο ενοποίησης της θαλάσσιας επιτήρησης που συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή

PT MARSUR: «Project Team Maritime Surveillance» Ομάδα έργου για την θαλάσσια επιτήρηση – Σχέδιο του ΕΟΑ για το «δίκτυο θαλάσσιας επιτήρησης»

SafeSeaNet: «Safe Sea Network», δίκτυο Safe Sea Ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την ανταλλαγή θαλάσσιων δεδομένων μεταξύ των αρχών θαλάσσιων μεταφορών στα κράτη μέλη.

SOLAS: Διεθνής σύμβαση για την ασφάλεια της ζωής στη θάλασσα

ΟΤΕ: Ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων· Αποτελείται από εκπροσώπους όλων των κοινοτήτων χρηστών που συνδέονται με τη θαλάσσια επιτήρηση· Υπό την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η ΟΤΕ θα προσφέρει τεχνική συνδρομή στην επεξεργασία του σχεδίου χρονοδιαγράμματος με στόχο τη δημιουργία του CISE

VMS: «Satellite-based Vessel Monitoring System» Δορυφορικό σύστημα παρακολούθησης των σκαφών που χρησιμοποιείται στον αλιευτικό τομέα

Ομάδα Σοφών Συντακτών: Ομάδα πέντε ναυάρχων που συνέταξαν έκθεση με αποδέκτες το διοικητικό συμβούλιο του ΕΟΑ με τίτλο: «Θαλάσσια επιτήρηση προς στήριξη της ΚΠΑΑ»

[1] COM(2009)538 τελικό

[2] http://ec.europa.eu/maritimeaffairs/pdf/external_relations_council_conclusions_17112009_en.pdf

[3] http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_data/docs/pressdata/EN/genaff/115184.pdf, σελίδα 16

[4] Για λεπτομερή κατάλογο όλων των κοινοτήτων χρηστών μπορείτε να ανατρέξετε στο σημείο 3.1 και στο παράρτημα

[5] Σύφωνα με τη σύμβαση Aarhus, η πρόσβαση στα περιβαλλοντικά δεδομένα πρέπει να είναι ελεύθερη.

[6] Ναυτική Ασφάλεια, εντός του πεδίου εφαρμογής των συναφών συμβάσεων του IMO (του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού), και ειδικότερα των συμβάσεων SOLAS, STCW και COLREG καθώς και της συναφούς ενωσιακής νομοθεσίας.

[7] Ασφάλεια στη θάλασσα, κατά την έννοια του κεφαλαίου XI-2 της σύμβασης SOLAS, του κανονισμού 725/2004 και της οδηγίας 2005/65/EΚ. Σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού αριθ. 725/2004: ως «Ασφάλεια στη θάλασσα» νοείται ο συνδυασμός των προληπτικών μέτρων για την προστασία των θαλάσσιων μεταφορών και των λιμενικών εγκαταστάσεων από τις απειλές διάπραξης σκόπιμων παράνομων ενεργειών.

[8] Σύμβαση MARPOL 73/78 και συναφής ενωσιακή νομοθεσία

[9] Εστιάζοντας κυρίως στον έλεγχο των προϊόντων.

[10] Εστιάζοντας κυρίως στην πρόληψη της παράνομης μετανάστευσης και του διασυνοριακού εγκλήματος στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ.

[11] Εστιάζοντας κυρίως στην πρόληψη τυχόν εγκληματικών/παράνομων δραστηριοτήτων και σε διοικητικές δραστηριότητες της αστυνομίας στον θαλάσσιο τομέα στην ΕΕ.

[12] Βλέπε και αρχή 3 κατωτέρω.

[13] Οδηγία 2002/59/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/17/EΚ.

[14] Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Νοεμβρίου 2001, ΕΕ L 317 της 3.12.2001 όπως τροποποιήθηκε. Η προαναφερόμενη απόφαση της Επιτροπής βασίζεται στις αποφάσεις της 19ης Μαρτίου 01 του Συμβουλίου ΕΕ L 101 της 11.4.01, όπως τροποποιήθηκε.

Top