EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009PC0342

Τροποποιημένη πρόταση κανονισμος του Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν (Αναδιατυπωμένη έκδοση) {COM(2009) 344 τελικό} {SEC(2009) 936} {SEC(2009) 937}

/* COM/2009/0342 τελικό - COD 2008/0242 */

52009PC0342




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 10.9.2009

COM(2009) 342 τελικό

2008/0242 (COD)

Τροποποιημένη πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν

(Αναδιατυπωμένη έκδοση)

{ COM(2009) 344 τελικό}{SEC(2009) 936}{SEC(2009) 937}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Εισαγωγή

Το EURODAC θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της Σύμβασης του Δουβλίνου[1]. Τον Δεκέμβριο του 2008, η Επιτροπή υιοθέτησε πρόταση αναδιατύπωσης για την τροποποίηση του εν λόγω κανονισμού (εφεξής «η πρόταση του Δεκεμβρίου 2008)[2].

Ο στόχος της εν λόγω πρότασης ήταν να διασφαλιστεί αποτελεσματικότερη χρήση της βάσης δεδομένων EURODAC με σκοπό να προσδιοριστεί το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου (ούτως ώστε να στηριχθεί με αποτελεσματικότερο τρόπο η εφαρμογή του κανονισμού του Δουβλίνου) και να αντιμετωπιστούν δεόντως τα προβλήματα που συνδέονται με την προστασία των δεδομένων.

Η πρόταση ευθυγράμμισε επίσης το πλαίσιο διαχείρισης ΤΠ με εκείνο που προβλέπουν οι κανονισμοί SIS II και VIS, με την ανάληψη των καθηκόντων της επιχειρησιακής διαχείρισης του EURODAC από τον μελλοντικό οργανισμό επιχειρησιακής διαχείρισης των συστημάτων ΤΠ σε μεγάλη κλίμακα του τομέα ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης[3] (εφεξής «ο οργανισμός ΤΠ»).

Η πρόταση του Δεκεμβρίου 2008 προέβλεπε επίσης την κατάργηση του κανονισμού εφαρμογής και την ενσωμάτωση του περιεχομένου του στον κανονισμό EURODAC.

Τέλος, επήλθαν τροποποιήσεις για να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις του κεκτημένου στον τομέα του ασύλου, καθώς και της τεχνικής προόδου που σημειώθηκε μετά την έκδοση του κανονισμού EURODAC το 2000

Η πρόταση αυτή διαβιβάστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στις 3 Δεκεμβρίου 2008. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαβίβασε με τη σειρά του την πρόταση στην «Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων» (ΕΛΕΥ).

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στη σύνοδό του της 7ης Μαΐου 2009, εξέδωσε νομοθετικό ψήφισμα[4] για την έγκριση της πρότασης της Επιτροπής με την επιφύλαξη ορισμένων τροπολογιών.

Τροποποιημένη πρόταση

Η παρούσα πρόταση τροποποιεί την πρόταση του Δεκεμβρίου 2008 για να ληφθεί υπόψη, αφενός, το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Συμβουλίου και, αφετέρου, να καθιερωθεί η δυνατότητα, για τις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και την Ευρωπόλ, να έχουν πρόσβαση στην κεντρική βάση δεδομένων EURODAC με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

Σε περίπτωση που ένα πρόσωπο που βαρύνεται με υπόνοιες διάπραξης σοβαρής αξιόποινης πράξης ή τρομοκρατικής ενέργειας έχει προηγουμένως καταχωρηθεί ως αιτών άσυλο, αλλά δεν βρίσκεται σε καμία άλλη βάση δεδομένων, ή είναι καταχωρημένο μόνο με αλφαριθμητικά δεδομένα (τα οποία μπορεί να είναι ανακριβή, για παράδειγμα αν ο ενδιαφερόμενος έχει δηλώσει ψευδή ταυτότητα ή αν έχει χρησιμοποιήσει πλαστά έγγραφα), οι μοναδικές διαθέσιμες πληροφορίες για την ταυτοποίησή του θα μπορούσαν να είναι τα βιομετρικά δεδομένα που περιέχει η βάση EURODAC.

Ο σκοπός είναι τώρα να μπορούν και οι αρχές επιβολής του νόμου να αναζητούν πληροφορίες στο EURODAC με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Επομένως, είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί ο κανονισμός EURODAC για να προβλεφθεί ρητά ο νέος αυτός στόχος.

Για τον λόγο αυτό, η παρούσα πρόταση προβλέπει, πέρα από τις απαραίτητες συνοδευτικές διατάξεις, μία ρήτρα γεφύρωσης που επιτρέπει την εν λόγω πρόσβαση για σκοπούς επιβολής του νόμου και τροποποιεί την πρόταση του Δεκεμβρίου 2008.

Η αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχουν στην κατοχή τους οι εντεταλμένες αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και η Ευρωπόλ με τα δακτυλικά αποτυπώματα που φυλάσσονται στη βάση δεδομένων EURODAC θα είναι δυνατή μόνο αν αποδειχθεί αναγκαία σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και υπό σαφώς καθορισμένες περιστάσεις. Οι διατάξεις που διέπουν την πρόσβαση στα δεδομένα και την ασφάλεια των δεδομένων λαμβάνουν υπόψη την πρόσβαση για σκοπούς επιβολής του νόμου.

Δεδομένου ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε την έκθεσή του σχετικά με την πρόταση αναδιατύπωσης ύστερα από πρώτη ανάγνωση, στις 7 Μαΐου 2009, είναι προφανές ότι θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εκδώσει νέο έκθεση ύστερα από πρώτη ανάγνωση σχετικά με την παρούσα πρόταση, η οποία περιλαμβάνει το περιεχόμενο της πρότασης του Δεκεμβρίου 2008, καθώς και τις προαναφερθείσες τροποποιήσεις.

Η παρούσα πρόταση υποβάλλεται συγχρόνως με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τις αιτήσεις αντιπαραβολής με τα δεδομένα EURODAC που υποβάλλουν οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και η Ευρωπόλ για σκοπούς επιβολής του νόμου (εφεξής απόφαση αριθ. […/…]ΔΕΥ του Συμβουλίου [ απόφαση σχετικά με την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC ] που καθορίζει ακριβώς τους όρους πρόσβασης για σκοπούς επιβολής του νόμου.

Γενικό πλαίσιο

Το πρόγραμμα της Χάγης καλεί τις αρχές επιβολής του νόμου να βελτιώσουν τις διασυνοριακές ανταλλαγές δεδομένων με την ευρύτερη πρόσβαση στα υπάρχοντα αρχεία δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στα συμπεράσματά της, η Mικτή Επιτροπή του Συμβουλίου ΔΕΥ που συνεδρίασε στις 12-13 Ιουνίου 2007 κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει το συντομότερο δυνατό τις προτάσεις που απαιτούνται για να δοθεί στις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών, καθώς και στην Ευρωπόλ, η δυνατότητα πρόσβασης, υπό ορισμένους όρους, στο EURODAC, με σκοπό να τους παρασχεθεί βοήθεια, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

Οι επιπτώσεις της πρόσβασης προς το σκοπό της επιβολής του νόμου που θεσπίζεται με την παρούσα τροποποιημένη πρόταση εξετάζονται από τη συνημμένη εκτίμηση των επιπτώσεων.

Συνοχή με άλλες πολιτικές

Η παρούσα πρόταση συμβαδίζει απολύτως με το Πρόγραμμα της Χάγης του 2004, το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 15-16 Οκτωβρίου 2008 και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα ασύλου και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Επιπλέον, η παρούσα πρόταση είναι σύμφωνη με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και την ενίσχυση της διαλειτουργικότητας και των συνεργειών μεταξύ των ευρωπαϊκών βάσεων δεδομένων στον τομέα της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων[5], στην οποία σημειώθηκε ότι το Συμβούλιο και η κοινότητα επιβολής του νόμου θεωρούν ότι αποτελεί πρόβλημα το γεγονός ότι οι αρχές εσωτερικής ασφάλειας δεν έχουν πρόσβαση στα δεδομένα VIS, SIS II μετανάστευσης και EURODAC. Η κατάσταση αυτή θεωρείται ως σοβαρή έλλειψη που δυσχεραίνει την ταυτοποίηση προσώπων υπόπτων διάπραξης τρομοκρατικών πράξεων ή σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Μετά την έκδοση της ανακοίνωσης του 2005, η απόφαση VIS εκδόθηκε για να επιτραπεί στις αρχές επιβολής του νόμου και στην Ευρωπόλ να έχουν η πρόσβαση στη βάση δεδομένων VIS.

Συμμόρφωση με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

Κατά τη διαδικασία σύνταξης της πρότασης, ελήφθη δεόντως υπόψη η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η εκτίμηση των επιπτώσεων που προσαρτάται στην παρούσα πρόταση λαμβάνει υπόψη το δικαίωμα ασύλου και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Σε ό,τι αφορά το δικαίωμα ασύλου, οι τροπολογίες των διατάξεων του κανονισμού σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους αιτούντες άσυλο σχετικά με την εφαρμογή του συστήματος του Δουβλίνου επιτρέπουν την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος ασύλου. Η νέο διάταξη σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να επισημαίνουν στο EURODAC το γεγονός ότι εφαρμόζουν τις ρήτρες διακριτικής ευχέρειας του κανονισμού του Δουβλίνου διευκολύνει την επικοινωνία μεταξύ των κρατών μελών και επομένως μειώνει την αβεβαιότητα για τους αιτούντες άσυλο, καθιστώντας σαφές σε αυτούς ποιο κράτος μέλος έχει αναλάβει την υπόθεσή τους. Σε ό,τι αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η πρόταση επιτρέπει την αποτελεσματική διαχείριση της απαλοιφής δεδομένων και κατ’ επέκταση διασφαλίζει ότι τα δεδομένα φυλάσσονται υπό μορφή που δεν επιτρέπει την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων επί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από αυτό που απαιτείται για τους σκοπούς για τους οποίους συνελέγησαν. Η ίδια αρχή διέπει την τροπολογία με την οποία ευθυγραμμίζεται η περίοδος αποθήκευσης δεδομένων υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων από τους οποίους λαμβάνονται δακτυλικά αποτυπώματα σε σχέση με την παράνομη διάβαση εξωτερικού συνόρου με την περίοδο μέχρι την οποία γίνεται η κατανομή της ευθύνης σύμφωνα με τον κανονισμό του Δουβλίνου βάσει των εν λόγω πληροφοριών.

Όσον αφορά την ιδιαίτερη κατάσταση των ατόμων που ζητούν διεθνή προστασία, για παράδειγμα, εκφράστηκε η ανησυχία ότι τα δεδομένα που εξάγονται από το EURODAC για σκοπούς επιβολής του νόμου θα μπορούσαν να καταλήξουν στα χέρια των ίδιων των χωρών από τις οποίες έχουν διαφύγει οι αιτούντες ή στις οποίες φοβούνται ότι θα υποστούν διώξεις. Οι επιπτώσεις στον αιτούντα, στην οικογένειά του και στους φίλους του θα μπορούσαν να είναι δυσμενείς, γεγονός που υπάρχει κίνδυνος να αποθαρρύνει εντελώς τους πρόσφυγες να υποβάλουν επίσημη αίτηση διεθνούς προστασίας. Κατά συνέπεια, η πρόταση απαγορεύει ρητά την κοινοποίηση σε τρίτες χώρες, οργανώσεις ή οντότητες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται δυνάμει της πρότασης αυτής. Επίσης, προβλέπεται εκτεταμένος μηχανισμός παρακολούθησης και αξιολόγησης της πρότασης. Ο στόχος της αξιολόγησης αυτής θα είναι ιδίως να διαπιστωθεί κατά πόσον η εφαρμογή της λειτουργίας αναζήτησης για σκοπούς επιβολής του νόμου μπορεί να οδηγήσει σε στιγματισμό των προσώπων που ζητούν διεθνή προστασία. Επιπλέον, για να διασφαλιστεί ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς επιβολής του νόμου δεν παραβιάζει το θεμελιώδες δικαίωμα προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, ιδίως, τις αρχές αναγκαιότητας και αναλογικότητας, η πρόταση καθορίζει αυστηρούς όρους όσον αφορά την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στα δεδομένα EURODAC, αποκλείοντας με τον τρόπο αυτό την αναζήτηση δεδομένων στη βάση EURODAC επί καθημερινής βάσεως. Η πρόταση απαγορεύει επίσης οποιαδήποτε άλλη επεξεργασία για σκοπούς επιβολής του νόμου ορίζοντας ρητά το είδος των αξιόποινων πράξεων για τις οποίες επιτρέπεται η πρόσβαση στο EURODAC. Επιπλέον, προβλέπει αυστηρά μέτρα ασφαλείας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, και αναθέτει την εποπτεία των δραστηριοτήτων επεξεργασίας σε ανεξάρτητες δημόσιες αρχές προστασίας των δεδομένων. Η πρόταση ορίζει επίσης ότι η οδηγία 95/46/EΚ και ο κανονισμός 45/2001/EΚ εφαρμόζονται για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται δυνάμει του κανονισμού και ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται από τις αρχές επιβολής του νόμου σε δεδομένα που έχουν εξαχθεί από το EURODAC υπόκειται στην απόφαση-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου.

Συνεπώς, η παρούσα πρόταση συνάδει πλήρως με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως σε σχέση με το δικαίωμα ασύλου (άρθρο 18) και την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8) και πρέπει να εφαρμόζεται αναλόγως.

Διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους

Τον Ιούνιο του 2007, η Επιτροπή δημοσίευσε Πράσινη Βίβλο σχετικά με το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου[6], στην οποία προτείνονταν διάφορες δυνατές επιλογές για τα μελλοντικά χαρακτηριστικά του κανονισμού του Δουβλίνου και του κανονισμού EURODAC. Στο πλαίσιο της ευρείας δημόσιας διαβούλευσης με αντικείμενο την Πράσινη Βίβλο, ελήφθησαν 89 σχετικά υπομνήματα από ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συζήτησαν τα πορίσματα της έκθεσης αξιολόγησης και το περίγραμμα των σχεδιαζόμενων τροποποιήσεων του κανονισμού με τα κράτη μέλη, τον Μάρτιο του 2008, στο πλαίσιο της επιτροπής για τη μετανάστευση και το άσυλο («ΕΜΑ»), καθώς και σε δύο άτυπες συσκέψεις σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων με πρόσωπα που ασκούν συναφή επαγγέλματα στα κράτη μέλη, στις οποίες εξετάστηκαν ειδικά τα συμπεράσματα της έκθεσης αξιολόγησης, τον Οκτώβριο του 2007 και τον Απρίλιο του 2008.

Επιπλέον, για την προπαρασκευή των τροποποιήσεων του κανονισμού πραγματοποιήθηκαν άτυπες διαβουλεύσεις με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και τους Εξόριστους (ECRE), καθώς και τον ΕΕΠΔ.

Κατά τη διάρκεια επεξεργασίας της παρούσας τροποποιηθείσας πρότασης, η Επιτροπή ζήτησε τη γνώμη των κρατών που εφαρμόζουν το κεκτημένο του Δουβλίνου, δηλαδή των κρατών μελών, της Ισλανδίας, της Νορβηγίας και της Ελβετίας, καθώς και της Ευρωπόλ, με δύο ερωτηματολόγια και μία συνεδρίαση εμπειρογνωμόνων που διεξήχθη στις Βρυξέλλες, στις 25 και 26 Σεπτεμβρίου 2007, κατά την οποία οι εμπειρογνώμονες μπόρεσαν να διευκρινίσουν τις απαντήσεις στα ερωτηματολόγια και να εκφράσουν επιπλέον απόψεις. Στις 8 Οκτωβρίου 2007, διοργανώθηκε συνεδρίαση στις Βρυξέλλες, κατά την οποία ζητήθηκε η γνώμη διαφόρων διακυβερνητικών οργανώσεων και μη κυβερνητικών οργανώσεων και διαφόρων άλλων εμπειρογνωμόνων που εργάζονται στον τομέα του ασύλου και των θεμελιωδών αρχών. Στο πλαίσιο μιας άλλης συνεδρίασης που διεξήχθη στις 11 Οκτωβρίου 2007, στις Βρυξέλλες, ζητήθηκε η γνώμη διαφόρων αντιπροσώπων των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την προστασία των δεδομένων στα κράτη που εφαρμόζουν το κεκτημένο του Δουβλίνου, καθώς και της κοινής αρχής ελέγχου της Ευρωπόλ και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

Η εκτίμηση των επιπτώσεων που επισυνάπτεται στην παρούσα πρόταση περιέχει λεπτομερή κατάλογο των μερών που διατύπωσαν τη γνώμη τους.

Νομική βάση

Η παρούσα πρόταση τροποποιεί την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (EΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή άπατριν], COM (2008) 825.

Η παρούσα τροποποιημένη πρόταση στηρίζεται στην ίδια νομική βάση με την αρχική πρόταση, δηλαδή στο άρθρο 63 παράγραφος 1 στοιχείο α) της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Ο τίτλος IV της συνθήκης δεν εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, εκτός αν αυτά τα δύο κράτη αποφασίσουν διαφορετικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας που προσαρτάται στις συνθήκες.

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεσμεύονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου, επειδή δήλωσαν ότι επιθυμούν να συμμετάσχουν στην έκδοση και εφαρμογή του με βάση το προαναφερόμενο πρωτόκολλο. Η θέση των εν λόγω κρατών μελών ως προς τον τρέχοντα κανονισμό δεν επηρεάζει την ενδεχόμενη συμμετοχή τους στον τροποποιημένο κανονισμό.

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στις συνθήκες, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του. Ωστόσο, δεδομένου ότι η Δανία εφαρμόζει τον υφιστάμενο κανονισμό του Δουβλίνου, μετά τη διεθνή συμφωνία[7] που συνήψε με την ΕΚ το 2006, κοινοποιεί, δυνάμει του άρθρου 3 της εν λόγω συμφωνίας, στην Επιτροπή την απόφασή της να εφαρμόσει ή όχι το περιεχόμενο του τροποποιημένου κανονισμού.

Συνέπειες της πρότασης στις τριτεσ χωρεσ της ΕΕ που συνδέονται με το σύστημα του Δουβλίνου

Παράλληλα με τη σύνδεση διαφόρων τρίτων χωρών της ΕΕ με το κεκτημένο Σένγκεν, η Κοινότητα συνήψε, ή έχει κινήσει τη διαδικασία για να συνάψει, αρκετές συμφωνίες για τη σύνδεση των χωρών αυτών με το κεκτημένο του Δουβλίνου/EURODAC:

- συμφωνία για τη σύνδεση της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, η οποία συνήφθη το 2001[8],

- συμφωνία για τη σύνδεση της Ελβετίας, η οποία συνήφθη στις 28 Φεβρουαρίου 2008[9],

- πρωτόκολλο για τη σύνδεση του Λιχτενστάιν που υπεγράφη στις 28 Φεβρουαρίου 2008[10].

Για τη δημιουργία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ της Δανίας – η οποία, όπως εξηγείται παραπάνω, έχει συνδεθεί με το κεκτημένο του Δουβλίνου/EURODAC μέσω διεθνούς συμφωνίας – και των προαναφερόμενων συνδεδεμένων χωρών, έχουν επίσης συναφθεί δύο πράξεις μεταξύ της Κοινότητας και των συνδεδεμένων χωρών[11].

Βάσει των τριών προαναφερόμενων συμφωνιών, οι συνδεδεμένες χώρες αποδέχονται το κεκτημένο του Δουβλίνου/EURODAC και τις σχετικές εξελίξεις χωρίς εξαιρέσεις. Επειδή δεν συμμετέχουν στην έκδοση πράξεων που τροποποιούν το κεκτημένο του Δουβλίνου ούτε βασίζονται σ' αυτό (επομένως ούτε και στην έκδοση της παρούσας πρότασης), οι χώρες αυτές οφείλουν να κοινοποιούν στην Επιτροπή εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος την απόφασή τους να αποδεχθούν ή όχι το περιεχόμενο των εν λόγω πράξεων, μόλις εγκριθούν αυτές από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σε περίπτωση που η Νορβηγία, η Ισλανδία, η Ελβετία ή το Λιχτενστάιν δεν αποδεχθούν μία πράξη που τροποποιεί το κεκτημένο του Δουβλίνου/EURODAC ή βασίζεται σ' αυτό, εφαρμόζεται η καλουμένη «ρήτρα της λαιμητόμου» και οι οικείες συμφωνίες παύουν να ισχύουν, εκτός αν η Κοινή/Μικτή Επιτροπή που έχει συσταθεί από τις συμφωνίες λάβει διαφορετική απόφαση ομόφωνα.

Δεδομένου ότι η τροποποίηση του κανονισμού EURODAC, που αποβλέπει στη συμπερίληψη ρήτρας γεφύρωσης, ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση για σκοπούς επιβολής του νόμου, αποτελεί εξέλιξη του κεκτημένου Δουβλίνου/EURODAC κατά την έννοια των προαναφερόμενων συμφωνιών, η διαδικασία που περιγράφεται εφαρμόζεται και στο πλαίσιο της παρούσας πρότασης.

Αρχή της επικουρικότητας

Λόγω του διεθνικού χαρακτήρα των προβλημάτων που σχετίζονται με το άσυλο και την προστασία των προσφύγων, η ΕΕ βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση για να προτείνει λύσεις, στο πλαίσιο του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου («ΚΕΣΑ»), στα προβλήματα που σχετίζονται με τον κανονισμό EURODAC. Μολονότι με τον κανονισμό που εκδόθηκε το 2000 επετεύχθη σημαντικός βαθμός εναρμόνισης, εξακολουθούν να υπάρχουν περιθώρια για την ενίσχυση της υποστήριξης που παρέχει το EURODAC για την εφαρμογή του κανονισμού του Δουβλίνου. Είναι αναμφισβήτητη η αναγκαιότητα ανάληψης δράσης από την ΕΕ για τη διαχείριση βάσης δεδομένων της ΕΕ η οποία έχει δημιουργηθεί για να συμβάλει στην εφαρμογή ενός κανονισμού που ρυθμίζει τις διεθνικές μετακινήσεις αιτούντων άσυλο.

Είναι επίσης αναγκαίο να τροποποιηθεί ο κανονισμός EURODAC για να προβλεφθεί μια δευτερεύουσα σκοπιμότητα, δηλαδή να επιτραπεί η πρόσβαση στα δεδομένα που φυλάσσονται στην κεντρική βάση EURODAC για σκοπούς καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της εγκληματικότητας. Ο στόχος αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, δεδομένου ότι μόνο η Επιτροπή μπορεί να προτείνει μια τέτοια τροποποίηση.

Αρχή της αναλογικότητας

Η εκτίμηση επιπτώσεων που δημοσιεύθηκε με μαζί με την πρόταση του Δεκεμβρίου 2008[12] αξιολογεί τις επιμέρους επιλογές για την επίλυση των προβλημάτων που εντοπίστηκαν, ούτως ώστε να εξευρεθεί η χρυσή τομή μεταξύ της πρακτικής χρησιμότητας και των απαιτούμενων προσπαθειών και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πρόκριση της λήψης μέτρων σε επίπεδο ΕΕ δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίλυση των σχετικών προβλημάτων, που αποτελεί εξάλλου τον επιδιωκόμενο στόχο.

Η εκτίμηση επιπτώσεων καταλήγει επιπλέον στο συμπέρασμα ότι η πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC αποτελεί το μοναδικό γρήγορο, ακριβές, ασφαλές και αποτελεσματικό μέσο σε σχέση με το κόστος για να καθοριστεί αν, και ενδεχομένως πού, υπάρχουν δεδομένα σχετικά με τους αιτούντες άσυλο στα κράτη μέλη. Για να καθοριστεί ή να επαληθευθεί η ακριβής ταυτότητα ενός αιτούντος άσυλο, δεν υπάρχουν εξίσου εύλογες και αποτελεσματικές εναλλακτικές λύσεις με το EURODAC που επιτρέπουν στις αρχές επιβολής του νόμου να έχουν τα ίδια αποτελέσματα.

Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης

Τροποποιήσεις που επήλθαν μετά το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Στο νομοθετικό του ψήφισμα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστήριξε ευρέως την πρόταση της Επιτροπής και πρότεινε τροπολογίες συντακτικού κυρίως χαρακτήρα, πέρα από ορισμένες τροποποιήσεις ουσίας. Οι τροποπολογίες είναι ως επί το πλείστον δεκτές, εν όλω ή εν μέρει, με ορισμένες εξαιρέσεις. Η θέση της Επιτροπής για καθεμία από τις τροπολογίες αυτές εξετάζεται λεπτομερώς παρακάτω.

Τροπολογίες που γίνονται δεκτές

Τροπολογίες 3, 5, 6, 10, 13, 15, 19, 20, 21, 22, 26, 27, 30, 39

Οι τροπολογίες αυτές είναι δεκτές, επειδή διορθώνουν ανακρίβειες και συμβάλλουν στη συνοχή της πρότασης.

Τροπολογίες 12 και 29

Οι τροπολογίες αυτές παρεμβάλλονται στο νέο άρθρο 8 (πληροφορίες για το καθεστώς του υποκειμένου των δεδομένων) που αποτελεί συγχώνευση του άρθρου 6 παράγραφος 2 και του άρθρου 17 παράγραφος 6 της πρότασης του Δεκεμβρίου 2008.

Τροπολογίες 16, 17 και 18

Οι τροπολογίες αυτές γίνονται δεκτές στην ουσία στο άρθρο 12, με ελαφρώς διαφορετική όμως διατύπωση.

Τροπολογία 35

Η τροπολογία αυτή που σκοπό έχει να διασφαλίσει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο λαμβάνει τις πληροφορίες «σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή την οποία μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ότι κατανοεί», γίνεται αποδεκτή στο άρθρο 25 παράγραφος 1.

Τροπολογίες 37 και 38

Οι τροπολογίες αυτές γίνονται δεκτές, επειδή διευκρινίζουν το κείμενο όσον αφορά τα δικαιώματα του υποκειμένου δεδομένων (άρθρο 25 της παρούσας πρότασης).

Τροπολογίες που γίνονται εν μέρει δεκτές

Τροπολογία 1

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 2 της παρούσας πρότασης, η τροπολογία αυτή γίνεται αποδεκτή για την αναφορά σε « διεθνή προστασία», αλλά όχι για τη διαγραφή της φράσης «αναγκασμένοι από τις περιστάσεις», για λόγους συνοχής με την οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου, της 1ης Δεκεμβρίου 2005, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα[13].

Τροπολογία 11

Το πρώτο μέρος της τροπολογίας αυτής, που προβλέπει δύο προθεσμίες για τη λήψη και την αποστολή δακτυλικών αποτυπωμάτων, δεν είναι αποδεκτό, λόγω των πρακτικών δυσχερειών που θα μπορούσε να προκαλέσει στα κράτη μέλη. Ωστόσο, είναι αποδεκτή η παράταση της προθεσμίας διαβίβασης σε 72 ώρες (σύμφωνα με την πρόταση του ΕΚ σε 48 ώρες συν 24 ώρες) και το άρθρο 7 τροποποιείται ανάλογα. Το δεύτερο μέρος της τροπολογίας προτείνει εξαιρέσεις στον γενικό κανόνα και είναι γενικά αποδεκτό. Ωστόσο, προτείνεται διαφορετική διατύπωση ούτως ώστε να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα των συζητήσεων του Συμβουλίου.

Τροπολογία 25

Το πρώτο μέρος της τροπολογίας που παραπέμπει σε νέο άρθρο σε σχέση με τον αριθμό αναφοράς που χρησιμοποιείται για την αναζήτηση συναλλαγής σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας ή άπατριν που ευρίσκεται παράνομα στο έδαφος ενός κράτους μέλους, είναι αποδεκτό (άρθρο 18 παράγραφος 3 της παρούσας πρότασης).

Τροπολογία 42

Η τροπολογία αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 5 παράγραφος 4.

Τροποποιήσεις που απορρίπτονται

Τροπολογία 4 και 14

Οι τροπολογίες του άρθρου 9 και της σχετικής αιτιολογικής σκέψης 11 της πρότασης του Δεκεμβρίου 2008 (αιτιολογική σκέψη 17 και άρθρο 11 της παρούσας πρότασης) προτείνουν να διαγραφούν από το EURODAC τα δεδομένα τα σχετικά με τα πρόσωπα που έχουν αποκτήσει το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος σύμφωνα με την οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες[14] (οδηγία για τους επί μακρόν διαμένοντες). Η εν λόγω οδηγία αποκλείει ρητά από το πεδίο εφαρμογής της τους αιτούντες και τους δικαιούχους διεθνούς προστασίας. Για το λόγο αυτό, δεν είναι δυνατό να γίνουν δεκτές οι εν λόγω τροποποιήσεις. Επιπλέον, οι εν λόγω τροποποιήσεις έχουν επέλθει στο μέρος του κειμένου που δεν αφορά η αναδιατύπωση και, επομένως, δεν μπορούν να θεωρηθούν δεκτές.

Τροπολογία 8

Η τροπολογία αυτή απορρίπτεται, επειδή ο σκοπός του άρθρου 5 παράγραφος 7 δεν είναι να καθορίσει το πεδίο δραστηριοτήτων του οργανισμού ΤΠ, αλλά να διευκρινίσει ότι η διαχειριστική αρχή που αναφέρεται στον παρόντα κανονισμό είναι η ίδια με εκείνη που αναφέρεται στους κανονισμούς SIS II και VIS.

Τροπολογία 9

Η τροπολογία αυτή (που συνδέεται με το άρθρο 5 της παρούσας απόφασης) απορρίπτεται, επειδή το αντικείμενό της αφορά την πρόταση για τη δημιουργία του οργανισμού ΤΠ και όχι την παρούσα πρόταση.

Τροπολογία 23

Η τροπολογία αυτή, που προτείνει να προστεθεί στο άρθρο 16 παράγραφος 2 της παρούσας πρότασης αναφορά σε ορισμένα επιπλέον άρθρα της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που δικαιούνται διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους[15], δεν θεωρείται απαραίτητη, επειδή πρόκειται για καταστάσεις που καλύπτονται ήδη από τη σημερινή διατύπωση.

Τροπολογία 28

Ο στόχος της τροπολογίας αυτής είναι να καθιερωθεί η υποχρέωση ενημέρωσης του ΕΕΠΔ για κάθε «εσφαλμένη σύμπτωση». Δεδομένου ότι εναπόκειται στις εθνικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την προστασία των δεδομένων και όχι στον ΕΕΠΔ να παρακολουθεί άμεσα την καθημερινή λειτουργία του συστήματος, η τροπολογία αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή (εξάλλου δεν είχε ζητηθεί από τον ίδιο τον ΕΕΠΔ στη γνώμη του για την πρόταση).

Τροπολογία 31

Ο στόχος της τροπολογίας αυτής είναι να θεσπίσει διάταξη που απαγορεύει τη διαβίβαση δεδομένων στις αρχές τρίτων χωρών. Ο ισχύων κανονισμός αναφέρει ήδη ότι μόνο οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών μπορούν να έχουν πρόσβαση στο EURODAC και απαγορεύει ρητά, στο άρθρο 22, τη διαβίβαση των δεδομένων αυτών στις τρίτες χώρες και, επομένως, είναι ήδη σαφής ως προς το θέμα αυτό. Συνεπώς, η τροπολογία αυτή απορρίπτεται, επειδή είναι περιττή και θα μπορούσε επιπλέον να δημιουργήσει την εντύπωση ότι η διαβίβαση των δεδομένων στις τρίτες χώρες ήταν δυνατή στο παρελθόν.

Τροπολογία 32

Η τροπολογία αυτή προτείνει να καθιερωθεί η υποχρέωση, για τη διαχειριστική αρχή, να θεσπίζει «κοινή δέσμη απαιτήσεων που πρέπει να πληρούν τα πρόσωπα προκειμένου να τους επιτρέπεται η πρόσβαση στο EURODAC». Πέραν του ότι είναι ασαφής, η προτεινόμενη διάταξη υπάρχει κίνδυνος να δημιουργήσει περιττή διοικητική επιβάρυνση για τη διαχειριστική αρχή, δεδομένου ότι ο έλεγχος των προσώπων που έχουν πρόσβαση στο EURODAC πραγματοποιείται με αποτελεσματικότερο τρόπο σε εθνικό επίπεδο.

Τροπολογία 33

Ο στόχος της τροπολογίας αυτής είναι να καθιερώσει την υποχρέωση για τα κράτη μέλη να κοινοποιούν τις τροποποιήσεις που επιφέρουν στον κατάλογο των εντεταλμένων αρχών τους το αργότερο 30 ημέρες από την τροποποίηση. Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτό θα προκαλούσε περιττή διοικητική επιβάρυνση και ότι η προτεινόμενη προθεσμία δεν είναι ρεαλιστική. Επιπλέον, η τροπολογία δεν είναι σύμφωνα με ανάλογες διατάξεις του κανονισμού του Δουβλίνου.

Τροπολογία 40

Η τροπολογία αυτή αποβλέπει στο να υπαγάγει τη διαχειριστική αρχή στον έλεγχο του ΕΕΠΔ. Δεν είναι αυτό όμως το αντικείμενο του κανονισμού EURODAC.

Τροποποιήσεις που επήλθαν με βάση την έκβαση των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Συμβουλίου

Άρθρο 8

Το νέο αυτό άρθρο προστέθηκε για να πληροφορούνται τα κράτη μέλη σχετικά με το καθεστώς του υποκειμένου δεδομένων. Πρώτον, περιλαμβάνει διατάξεις που υπήρχαν ήδη στην πρόταση του Δεκεμβρίου 2008, δηλαδή το άρθρο 6 παράγραφος 2 και το άρθρο 17 παράγραφος 6, οι οποίες αφορούν πληροφορίες σχετικά με τα πρόσωπα που μεταφέρονται σύμφωνα με διαδικασία εκ νέου ανάληψης ευθύνης και την εφαρμογή της ρήτρας κυριαρχίας του κανονισμού του Δουβλίνου. Επιπλέον, το άρθρο ορίζει ότι τα κράτη μέλη ενημερώνονται επίσης αν ένα πρόσωπο, του οποίου τα δεδομένα ευρίσκονται στη βάση δεδομένων, μεταφέρθηκε σύμφωνα με διαδικασία αναδοχής ή αν το πρόσωπο αυτό έφυγε από το έδαφος των κρατών μελών, είτε εκουσίως, είτε ύστερα από απόφαση επιστροφής ή διαταγής απομάκρυνσης.

Επομένως, το νέο αυτό άρθρο θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να προσδιορίσουν ευκολότερα το υπεύθυνο κράτος μέλος δυνάμει του κανονισμού του Δουβλίνου.

Άρθρο 12

Ο σκοπός των τροποποιήσεων του άρθρου αυτού είναι να καθορίσουν σαφώς ποιοι υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες πρέπει να δώσουν δακτυλικά αποτυπώματα και σε ποια χρονική στιγμή. Οι τροποποιήσεις αυτές θα συμβάλουν στην εναρμόνιση των πρακτικών των κρατών μελών και θα διασφαλίσουν ότι τα δακτυλικά αποτυπώματα θα λαμβάνονται και θα αποστέλλονται στη βάση δεδομένων EURODAC αμέσως μόλις επιτραπεί στον ενδιαφερόμενο η είσοδος στο έδαφος των κρατών μελών.

Άρθρο 30

Μέχρι να αρχίσει να λειτουργεί ο οργανισμός ΤΠ, η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να συντάσσει τους δύο τύπους εκθέσεων που προβλέπονται στον ισχύοντα κανονισμό, και συγκεκριμένα τις ετήσιες εκθέσεις (που περιέχουν την ανάλυση των ετήσιων στατιστικών) και τις εκθέσεις αξιολόγησης (παράλληλα με την αξιολόγηση του κανονισμού του Δουβλίνου).

Λοιπές τροποποιήσεις

Έχουν επέλθει επίσης τροποποιήσεις στις αιτιολογικές σκέψεις 3, 19 και 32, στο άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 4 και στο άρθρο 19 παράγραφος 1 για να ληφθούν υπόψη οι προτάσεις διατύπωσης που αναφέρθηκαν κατά τις διαπραγματεύσεις στο Συμβούλιο και οι οποίες κρίνονται δεκτές από την Επιτροπή.

Τροποποιήσεις που επιτρέπουν την πρόσβαση για τους σκοπούς επιβολής του νόμου

Άρθρο 1

Η παράγραφος 2 τροποποιείται κατά τρόπο ώστε να ενσωματωθεί η νέο σκοπιμότητα στο σύστημα.

Άρθρο 2

Προστίθεται η παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο iv) για να διασφαλιστεί ότι οι εντεταλμένες αρχές που έχουν πρόσβαση στο EURODAC για σκοπούς επιβολής του νόμου θα συμμορφώνονται επίσης προς τις διατάξεις όσον αφορά την ευθύνη χρησιμοποίησης των δεδομένων και της ασφάλειάς τους. Στα στοιχεία στ) και ζ) ορίζονται, αντίστοιχα, οι έννοιες του εθνικού σημείου πρόσβασης και της επαληθεύουσας αρχής.

Άρθρο 3

Το νέο αυτό άρθρο θεσπίζει μία ρήτρα γεφύρωσης για να επιτραπεί η πρόσβαση για σκοπούς επιβολής του νόμου εξασφαλίζοντας τη σύνδεση μεταξύ της πράξης του τρίτου πυλώνα (απόφασης αριθ. […/…]ΔΕΥ του Συμβουλίου [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] και του παρόντος κανονισμού του πρώτου πυλώνα.

Άρθρο 6

Τα στοιχεία θ και ι, καθιερώνουν την υποχρέωση συλλογής στατιστικών σχετικά με τον αριθμό των αναζητήσεων που πραγματοποιούνται για σκοπούς επιβολής του νόμου και του αριθμού των συμπτώσεων που επιτυγχάνονται.

Για να διευκολυνθεί η πρόσβαση για σκοπούς επιβολής του νόμου, η παρούσα πρόταση προϋποθέτει τεχνική τροποποίηση του κεντρικού συστήματος EURODAC, δηλαδή την προσθήκη νέος λειτουργίας αναζήτησης με βάση λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα[16].

Άρθρο 13

Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, γίνεται αναφορά στο άρθρο 3 για να ληφθεί υπόψη η δυνατότητα πρόσβασης για σκοπούς επιβολής του νόμου.

Άρθρο 19

Το πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 4 διευρύνεται για να ληφθεί υπόψη η δυνατότητα πρόσβασης για σκοπούς επιβολής του νόμου.

Άρθρο 22

Η νέο παράγραφος 2 διασφαλίζει τον νέο τύπο αναζήτησης του συστήματος: κατά την πρόσβαση για σκοπούς επιβολής του νόμου, τα εισαγόμενα δεδομένα αντιπαραβάλλονται με όλα τα δακτυλικά αποτυπώματα που φυλάσσονται στην κεντρική βάση δεδομένων.

Άρθρο 25

Η τροποποίηση της παραγράφου 1 στοιχείο β) διασφαλίζει ότι, κατά τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων, το υποκείμενο των δεδομένων πληροφορείται επίσης για την ενδεχόμενη χρησιμοποίηση των στοιχείων του για σκοπούς επιβολής του νόμου.

Άρθρο 30

Η παράγραφος 5 έχει τροποποιηθεί ώστε να επεκταθεί η συνολική αξιολόγηση του κανονισμού EURODAC στον μηχανισμό πρόσβασης για σκοπούς επιβολής του νόμου. Η διευρυμένη αυτή αξιολόγηση σκοπό έχει ιδίως να εξετάσει εάν ο μηχανισμός που έχει θεσπιστεί στο άρθρο 3 έχει χρησιμοποιηθεί κατά αναλογικό τρόπο, εάν τα δικαιώματα των ενδιαφερόμενων προσώπων έχουν διασφαλιστεί δεόντως και αν η εφαρμογή του μηχανισμού αυτού έχει οδηγήσει σε στιγματισμό των αιτούντων άσυλο. Η αξιολόγηση μπορεί επίσης να λάβει υπόψη τις εκθέσεις που έχει εκπονήσει ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και οι εθνικές αρχές προστασίας των δεδομένων, καθώς και η κοινή αρχή ελέγχου της Ευρωπόλ όσον αφορά τα καθήκοντα εποπτείας τους. Με βάση την αξιολόγηση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις.

Δημοσιονομικές Επιπτώσεις

Η παρούσα πρόταση προϋποθέτει τεχνική τροποποίηση του κεντρικού συστήματος EURODAC για να επιτραπούν οι αντιπαραβολές για σκοπούς επιβολής του νόμου. Έχει προταθεί επίσης νέο λειτουργία αναζήτησης με βάση λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα.

Το δημοσιονομικό δελτίο που επισυνάπτεται στην παρούσα πρόταση ισχύει και για την πρόταση που αφορά την αίτηση αντιπαραβολής με δεδομένα EURODAC που υποβάλλουν οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και η Ευρωπόλ για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων [COM (2009) 344].

Το κόστος εκτιμάται σε 2 415 εκατ. ευρώ και καλύπτει τρία έτη τεχνικής συντήρησης (που συνίσταται σε σχετικές υπηρεσίες ΤΠ, λογισμικό και υλισμικό), την επικαιροποίηση και προσαρμογή για αναζητήσεις στο πλαίσιο της επιβολής του νόμου, καθώς και τις μεταβολές σε σχέση με τους αρχικούς σκοπούς του ασύλου που δεν συνδέονται με την πρόσβαση για σκοπούς επιβολής του νόμου. Για μεγαλύτερη σαφήνεια, τα ποσά που εγγράφονται στην πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού EURODAC που υιοθετήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2008 εξακολουθούν να αναγράφονται στο παρόν δημοσιονομικό δελτίο.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

2008/0242 (COD)

Τροποποιημένη πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν] Õ

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63 σημείο 1) στοιχείο α),

την πρόταση της Επιτροπής[17],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης[18],

Εκτιμώντας τα εξής:

òνέο

(1) Είναι απαραίτητο να επέλθουν ορισμένες σημαντικές τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου[19] και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 407/2002, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, που θεσπίζει ορισμένους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 σχετικά με τη θέσπιση του «Εurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου[20]. Για λόγους σαφήνειας, ο εν λόγω κανονισμός πρέπει να αναδιατυπωθεί.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 1

(1) Τα κράτη μέλη έχουν κυρώσει τη σύμβαση της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της Νέος Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967, περί του καθεστώτος των προσφύγων.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 2 (προσαρμοσμένο)

(2) Τα κράτη μέλη συνήψαν τη σύμβαση περί καθορισμού του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε ένα από τα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία υπογράφηκε στο Δουβλίνο στις 15 Ιουνίου 1990 (εφεξής αποκαλούμενη «σύμβαση του Δουβλίνου»).

ò νέο

(2) Η κοινή πολιτική ασύλου, που περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως διεθνή προστασία στην Κοινότητα.

(3) Στις 4 Νοεμβρίου 2004, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε το πρόγραμμα της Χάγης, το οποίο καθορίζει τους στόχους που πρέπει να υλοποιηθούν στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης κατά την περίοδο 2005-2010. Tο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 15-16 Οκτωβρίου 2008 έκανε έκκληση για την ολοκλήρωση της θέσπισης του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου με τη δημιουργία ενιαίας διαδικασίας ασύλου που θα αποτελείται από την παροχή κοινών εγγυήσεων καθώς και από την υιοθέτηση ενός ενιαίου καθεστώτος για τους πρόσφυγες και τους δικαιούχους επικουρικής προστασίας.

(4) Το πρόγραμμα της Χάγης έκανε έκκληση για τη βελτίωση της πρόσβασης σε υπάρχοντα αρχεία δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(5) Στην ανακοίνωσή της προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας, της διαλειτουργικότητας και των συνεργιών μεταξύ των ευρωπαϊκών βάσεων δεδομένων στον τομέα της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων, της 24ης Νοεμβρίου 2005[21], η Επιτροπή δήλωσε ότι οι αρχές που είναι υπεύθυνες για την εσωτερική ασφάλεια θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στο EURODAC σε επαρκώς καθορισμένες περιπτώσεις, όταν υπάρχει θεμελιωμένη υποψία ότι ένα πρόσωπο που διέπραξε τρομοκρατική πράξη ή άλλη σοβαρή αξιόποινη πράξη έχει υποβάλει αίτηση χορήγησης ασύλου.

(6) Για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, θα πρέπει να παρέχεται πρόσβαση στα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων που ευρίσκονται στην κεντρική βάση EURODAC για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου.

(7) Η πρόσβαση αυτή πρέπει να παρέχεται στις αρχές επιβολής του νόμου που ορίζουν τα κράτη μέλη και στην Ευρωπόλ, υπό ορισμένους όρους, σε συγκεκριμένες και καλώς καθορισμένες περιπτώσεις όπου δεν είναι διαθέσιμα άλλα λιγότερο δραστικά μέσα και μόνο αφού τα κράτη μέλη έχουν συμβουλευθεί τις εθνικές βάσεις τους και έχουν ακολουθήσει τη διαδικασία της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος[22].

(8) Στο EURODAC δεν πρέπει να επιτρέπεται καμία αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών πράξεων και διαφόρων άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 3 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(9) Για τους σκοπούς της εφαρμογής της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν][23] Õ, είναι απαραίτητο να διαπιστώνεται η ταυτότητα των αιτούντων άσυλο ð διεθνή προστασία ï και των προσώπων που συλλαμβάνονται για παράνομη διάβαση των εξωτερικών συνόρων της Κοινότητας. Για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] του Συμβουλίου [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή άπατριν] Õ, και ιδίως του άρθρου 10 παράγραφος 118 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και ε) β) και δ), είναι επίσης σκόπιμο να επιτρέπεται σε κάθε κράτος μέλος να ελέγχει εάν ένας αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ που ευρίσκεται παράνομα στο έδαφός του έχει υποβάλει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε άλλο κράτος μέλος.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 4

(10) Τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτελούν σημαντικό στοιχείο προκειμένου να διαπιστώνεται με ακρίβεια η ταυτότητα των προσώπων αυτών. Είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένα σύστημα για την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 5

ð νέο

(11) Για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να θεσπισθεί ένα σύστημα, γνωστό ως «Eurodac EURODAC», το οποίο αποτελείται από μία κεντρική μονάδα ð ένα κεντρικό σύστημα ï που συστήνεται στο πλαίσιο της Επιτροπής και που περιλαμβάνει μηχανοργανωμένη κεντρική βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων καθώς και ηλεκτρονικά μέσα διαβίβασης μεταξύ των κρατών μελών και της κεντρικής βάσης δεδομένων ð του κεντρικού συστήματος ï.

ò νέο

(12) Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση όλων των αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας, καθώς και η συνοχή με το τρέχον κεκτημένο της ΕΕ για το άσυλο, και ιδίως με την οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους και καθορισμό του περιεχομένου της παρεχόμενης προστασίας, και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν], είναι σκόπιμο να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού για να συμπεριληφθούν οι αιτούντες επικουρική προστασία και τα πρόσωπα που απολαύουν επικουρικής προστασίας.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 6 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(13) Είναι επίσης αναγκαίο να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν ð και να διαβιβάζουν ï ταχέως ð τα δεδομένα ï δακτυλικών αποτυπωμάτων κάθε αιτούντος άσυλο ð διεθνή προστασία ï και κάθε αλλοδαπού Ö υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ που συλλαμβάνεται για παράνομη διάβαση των εξωτερικών συνόρων κράτους μέλος, εφόσον έχει ηλικία τουλάχιστον 14 ετών.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 7 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(14) Είναι αναγκαίο να θεσπισθούν ακριβείς κανόνες σχετικά με τη διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, με την καταχώρηση των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων και άλλων σχετικών δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï , με την αποθήκευση, την αντιπαραβολή τους προς άλλα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων, τη διαβίβαση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής καθώς και με το κλείδωμα ð τη σήμανση ï και την απαλοιφή των καταχωρηθέντων δεδομένων. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να διαφέρουν και θα πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα με την κατάσταση των διαφόρων κατηγοριών αλλοδαπών Ö υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων Õ.

ò νέο

(15) Οι συμπτώσεις που λαμβάνονται μέσω του EURODAC θα πρέπει να επαληθεύονται από εμπειρογνώμονα δακτυλικών αποτυπωμάτων ούτως ώστε να διασφαλίζεται τόσο ο ακριβής προσδιορισμός της ευθύνης δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν] και την ακριβή ταυτοποίηση του υπόπτου, του οποίου τα δεδομένα είναι ενδεχομένως καταχωρημένα στο EURODAC.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 8 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(16) Οι αλλοδαποί Ö υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες Õ που έχουν υποβάλει αίτηση για άσυλο ð διεθνούς προστασίας ï σε ένα κράτος μέλος είναι δυνατόν να έχουν για πολλά έτη τη δυνατότητα να ζητήσουν άσυλο ð διεθνή προστασία ï σε άλλο κράτος μέλος. Κατά συνέπεια, η μέγιστη περίοδος κατά την οποία θα πρέπει να διατηρούνται τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, θα πρέπει να είναι αρκετά μεγάλη. Δέκα έτη θα πρέπει να θεωρείται εύλογη περίοδος διατήρησης των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων, δεδομένου ότι οι περισσότεροι αλλοδαποί Öυπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες Õ που παραμένουν στην Κοινότητα επί αρκετά έτη διευθετούν το καθεστώς τους ή ακόμα αποκτούν και την ιθαγένεια κράτους μέλους μετά την εν λόγω περίοδο.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 9 (προσαρμοσμένο)

(17) Η περίοδος διατήρησης θα πρέπει να συντέμνεται σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, όταν δεν υπάρχει ανάγκη να διατηρούνται τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων θα πρέπει να απαλείφονται αμέσως μόλις οι αλλοδαποί Ö υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες Õ αποκτήσουν την ιθαγένεια κράτους μέλους.

ò νέο

(18) Ενδείκνυται να αποθηκεύονται δεδομένα προσώπων των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα καταχωρήθηκαν αρχικά στην EURODAC κατά την υποβολή των αιτήσεων τους διεθνούς προστασίας και στα οποία έχει χορηγηθεί διεθνής προστασία σε ένα κράτος μέλος για να επιτραπεί η αντιπαραβολή τους με τα δεδομένα που καταχωρήθηκαν κατά την υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας.

(19) Μακροπρόθεσμα και ύστερα από εκτίμηση των επιπτώσεων, η οποία θα περιέχει ουσιώδη ανάλυση των εναλλακτικών λύσεων από δημοσιονομικής, λειτουργικής και οργανωτικής απόψεως, θα πρέπει να προβλεφθεί η σύσταση διαχειριστικής αρχής η οποία θα αναλάβει την επιχειρησιακή διαχείριση του EURODAC. Μέχρι τότε, η Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση του κεντρικού συστήματος και της επικοινωνιακής υποδομής.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 10 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(20) Είναι αναγκαίο να ορισθούν επακριβώς οι αρμοδιότητες, αφενός, της Επιτροπής ð και της διαχειριστικής αρχής ï, όσον αφορά την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï ð και την επικοινωνιακή υποδομή ï και, αφετέρου, των κρατών μελών όσον αφορά τη χρησιμοποίηση και την ασφάλεια των δεδομένων, την πρόσβαση και τη διόρθωση των καταχωρημένων δεδομένων.

ò νέο

(21) Είναι απαραίτητο να εκπονούνται στατιστικές σχετικά με τον αριθμό των αιτήσεων αντιπαραβολής που υποβάλλονται για σκοπούς επιβολής του νόμου, καθώς και για τον αριθμό των συμπτώσεων που αντλούνται από το EURODAC για τις αιτήσεις αυτές.

(22) Το υποκείμενο των δεδομένων πρέπει να ενημερώνεται για την πιθανότητα αναζήτησης των δεδομένων του από τις αρχές επιβολής του νόμου για τους σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 11

(23) Παρότι η εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας όσον αφορά τη λειτουργία του συστήματος EurodacEURODAC διέπεται από τις σχετικές διατάξεις της συνθήκης, είναι αναγκαίο να θεσπισθούν συγκεκριμένοι κανόνες σχετικά με την εξωσυμβατική ευθύνη των κρατών μελών όσον αφορά τη λειτουργία του συστήματος.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 12

(24) Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης, ο στόχος των προτεινόμενων μέτρων, ήτοι η δημιουργία, στα πλαίσια της Επιτροπής, συστήματος για την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων προκειμένου να συμβάλει στην εφαρμογή της κοινοτικής πολιτικής για το άσυλο, δεν είναι δυνατόν, από τη φύση του, να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται, συνεπώς, να επιτευχθεί καλύτερα από την Κοινότητα. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 15 (προσαρμοσμένο)

(25) Η οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[24] εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη Ö που πραγματοποιείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού Õ στο πλαίσιο του συστήματος Eurodac.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 16

(16) Δυνάμει του άρθρου 286 της συνθήκης, η οδηγία 95/46/EΚ εφαρμόζεται επίσης για τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας. Καθόσον η κεντρική μονάδα θα συσταθεί στο πλαίσιο της Επιτροπής, η εν λόγω οδηγία εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αυτή τη μονάδα.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 17

(26) Οι αρχές που αναφέρονται στην οδηγία 95/46/EΚ σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ατόμων, κυρίως του δικαιώματος ιδιωτικής ζωής, και αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να συμπληρωθούν ή να διευκρινιστούν, ιδίως σχετικά με ορισμένους τομείς.

ò νέο

(27) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[25] εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Εντούτοις, πρέπει να αποσαφηνισθούν ορισμένα σημεία όσον αφορά την ευθύνη της επεξεργασίας δεδομένων και την εποπτεία της προστασίας δεδομένων.

(28) Ενδείκνυται να παρακολουθούν οι μεν εθνικές αρχές εποπτείας τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη, ο δε Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, που διορίζεται κατ’ εφαρμογή της απόφασης 2004/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, σχετικά με το διορισμό της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής που προβλέπεται από το άρθρο 286 της συνθήκης ΕΚ[26], τις δραστηριότητες των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με γνώμονα τα περιορισμένα καθήκοντα των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών σε σχέση με τα δεδομένα καθ’ εαυτά.

ê 2725/2000/EK αιτιολογική σκέψη 18

ð νέο

(29) Είναι αναγκαίο να παρακολουθείται και να αξιολογείται η απόδοση του EurodacEURODAC ð κατά τακτά χρονικά διαστήματα ï.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 18 (προσαρμοσμένο) (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(30) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέψουν Ö σύστημα αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών Õ κυρώσεων για τις περιπτώσεις χρησιμοποίησης των ÖκαταχωρημένωνÕ στην κεντρική βάση ð στο κεντρικό σύστημα ï δεδομένων που αντιβαίνουν στους σκοπούς του EurodacEURODAC.

ò νέο

(31) Τα κράτη μέλη πρέπει να ενημερώνονται για το καθεστώς συγκεκριμένων διαδικασιών χορήγησης ασύλου, με σκοπό τη διευκόλυνση της δέουσας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν].

(32) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με αυτά και τηρεί τις αναγνωρισμένες αρχές, ιδίως εκείνες του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, ο παρών κανονισμός σέβεται πλήρως την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμα ασύλου.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 22 (προσαρμοσμένο)

(33) Είναι σκόπιμο να περιοριστεί η εδαφική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ώστε να ευθυγραμμιστεί με την εδαφική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.[…/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν] Õ.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Σκοπός του « EurodacEURODAC»

1. Θεσπίζεται σύστημα, γνωστό ως "EurodacEURODAC", το οποίο έχει σκοπό να συντελεί στον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, σύμφωνα με τη σύμβαση του Δουβλίνου Ö τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν] Õ, να εξετάσει την αίτηση για άσυλο ð διεθνούς προστασίας ï η οποία έχει υποβληθεί σε ένα κράτος μέλος ð από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν ï, και να διευκολύνει γενικότερα την εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού Õ του Δουβλίνου υπό τους όρους που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό.

2. Το Eurodac περιλαμβάνει:

α) την κεντρική μονάδα που αναφέρεται στο άρθρο 3,

β) μηχανογραφημένη κεντρική βάση δεδομένων στην οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, στο άρθρο 8 παράγραφος 2 και στο άρθρο 11 παράγραφος 2, με σκοπό την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτούντων άσυλο και των κατηγοριών αλλοδαπών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1,

γ) τα μέσα διαβίβασης δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών και της κεντρικής βάσης δεδομένων.3.2. Με την επιφύλαξη της χρησιμοποίησης δεδομένων που αποστέλλει στο EurodacEURODAC το κράτος μέλος προέλευσης, τα οποία είναι καταχωρημένα σε βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί δυνάμει του εθνικού του δικαίου, τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων και άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας από το EurodacEURODAC μόνο για τους σκοπούς που προβλέπονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 της σύμβασης Ö του κανονισμού Õ του Δουβλίνου ð και για τους σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 3 του παρόντος κανονισμού και της απόφασης αριθ. […/…]ΔΕΥ του Συμβουλίου [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] ï.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α) «σύμβαση Ö κανονισμός Õ του Δουβλίνου»: η σύμβαση για τον καθορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου η οποία έχει υποβληθεί σε ένα από τα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που υπογράφηκε στο Δουβλίνο στις 15 Ιουνίου 1990 Ö ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν] Õ,

β) «αιτών άσυλο ð διεθνή προστασία ï»: ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις Õο οποίος έχει καταθέσει, ή για λογαριασμό του οποίου έχει κατατεθεί, αίτηση παροχής ασύλου ð διεθνούς προστασίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ για την οποία δεν έχει ακόμα εκδοθεί τελική απόφαση ï,

γ) «Κράτος μέλος προέλευσης»:

ι) σε σχέση με αιτούντα άσυλο, Ö πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 7 Õ, το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï και λαμβάνει τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής,

ii) σε σχέση με πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 8 12, το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï,

iii) σε σχέση με πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 11 15, το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï και λαμβάνει τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής,

ò νέο

iv) σε σχέση με τα καθήκοντα που καλύπτονται από το άρθρο 17 και το άρθρο 21

- το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο κεντρικό σύστημα και λαμβάνει τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής,

- οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και της Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 4 της απόφασης αριθ. […/…] του Συμβουλίου [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] ·

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

δ) «πρόσφυγας» ð «πρόσωπο στο οποίο χορηγείται διεθνής προστασία» ï: Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ που έχει αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας σύμφωνα με την σύμβαση της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951, περί του καθεστώτος των προσφύγων, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο της Νέος Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967 ð ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου ï,

ε) «σύμπτωση»: ένα ή περισσότερα συμπίπτοντα στοιχεία, τα οποία καθορίζονται από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï ύστερα από αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων που ευρίσκονται καταχωρημένα στην βάση δεδομένων Ö κεντρική βάση δεδομένων Õ και εκείνων που διαβιβάζει το κράτος μέλος σχετικά με ένα πρόσωπο, με την επιφύλαξη της απαίτησης ότι τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής ελέγχονται πάραυτα από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 6 19 παράγραφος 4.

ò νέο

στ) «εθνικό σημείο πρόσβασης: το καθορισμένο εθνικό σύστημα που επικοινωνεί με το κεντρικό σύστημα.

ζ) «επαληθεύουσα αρχή»: ο ενιαίος εθνικός οργανισμός που έχει οριστεί από κράτος μέλος ή από την Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης αριθ. […/…]ΔΕΥ [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC].

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

2. Οι όροι του άρθρου 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό.

3. Ελλείψει αντίθετης διάταξης, οι όροι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1 2 της σύμβασης Ö του κανονισμού Õ του Δουβλίνου έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό.

ò νέο

Άρθρο 3

Διαθεσιμότητα δεδομένων για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνησητρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων

1. Όταν γίνεται αντιπαραβολή με τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στην εθνική βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων και η πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων άλλων κρατών μελών δυνάμει της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008 σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος[27] (απόφαση του Prüm) δίνει αρνητικά αποτελέσματα, οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και της Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 και το άρθρο 5 παράγραφος 2 της απόφασης αριθ. […/…] [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] ·μπορούν, εντός των ορίων των εξουσιών τους, εφόσον είναι απαραίτητο σε μια συγκεκριμένη περίπτωση και ύστερα από αιτιολογημένη γραπτή ή αιτιολογημένη καταγραφείσα ηλεκτρονική αίτηση , να ζητήσουν αντιπαραβολή δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων με δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στην κεντρική βάση δεδομένων EURODAC που αναφέρεται στο άρθρο 9 και στο άρθρο 12 παράγραφος 2, εφόσον ευλόγως θεωρείται ότι η αναζήτηση των δεδομένων που είναι αποθηκευμένα στην κεντρική βάση EURODAC θα συμβάλει ουσιαστικά στην πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και διαφόρων άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

2. Η αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διεξάγεται μέσω της επαληθεύουσας αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 4 της απόφασης αριθ. […/…]ΔΕΥ [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] , η οποία εξετάζει και προωθεί τις αιτήσεις των εντεταλμένων αρχών στο εθνικό σημείο πρόσβασης. Η επαληθεύουσα αρχή αναλαμβάνει να διασφαλίσει ότι εκπληρώνονται οι προϋποθέσεις που διέπουν τις αιτήσεις αντιπαραβολής των δακτυλικών αποτυπωμάτων με τα δεδομένα EURODAC, σύμφωνα με την απόφαση αριθ. […/…]ΔΕΥ [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC]. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, η επαληθεύουσα αρχή μπορεί να δέχεται αιτιολογημένες γραπτές ή αιτιολογημένες καταγραφείσες ηλεκτρονικές αιτήσεις και να εξακριβώνει μόνο εκ των υστέρων αν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις πρόσβασης, και αν πρόκειται όντως για εξαιρετικά επείγουσα περίπτωση. Η εκ των υστέρων εξακρίβωση διενεργείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά τη διεκπεραίωση της αίτησης.

3. Θετικές συμπτώσεις ή δεδομένα που λαμβάνονται από το EURODAC σύμφωνα με την απόφαση αριθ. […/…]ΔΕΥ [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] δεν μεταβιβάζονται ούτε διατίθενται σε τρίτη χώρα, διεθνή οργανισμό ή ιδιωτική οντότητα εγκατεστημένη εντός ή εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 23 παράγραφος 2, το κεντρικό σύστημα δεν αποθηκεύει τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται σ'αυτό δυνάμει του παρόντος άρθρου και απαλείφει τα δεδομένα αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διαβίβασης των αποτελεσμάτων αντιπαραβολής.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 4

Αρχιτεκτονική της κεντρικής μονάδας Ö του συστήματος και βασικές αρχές Õ

1. Συστήνεται κεντρική μονάδα στο πλαίσιο της Επιτροπής, η οποία είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία της κεντρικής βάσης δεδομένων περί της οποίας το άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β), για λογαριασμό των κρατών μελών. Η κεντρική μονάδα διαθέτει ηλεκτρονικό σύστημα αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

ò νέο

1. Το EURODAC αποτελείται από:

α) ηλεκτρονική κεντρική βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων («κεντρικό σύστημα»), αποτελούμενη από:

- κεντρική μονάδα,

- σύστημα αδιάλειπτης λειτουργίας,

β) υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος και των κρατών μελών, η οποία παρέχει κρυπτογραφημένο εικονικό δίκτυο αποκλειστικά για τα δεδομένα του EURODAC («επικοινωνιακή υποδομή»).

2. Κάθε κράτος μέλος διαθέτει ένα ενιαίο εθνικό σημείο πρόσβασης.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

2.3. Η επεξεργασία των δεδομένων που αφορούν αιτούντες άσυλο, πρόσωπα που καλύπτονται από το άρθρο 8 και πρόσωπα που καλύπτονται από το άρθρο 11 τα άρθρα 7, 12 και 15 και η οποία λαμβάνει χώρα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï γίνεται για λογαριασμό του κράτους μέλους προέλευσης σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει ο παρών κανονισμός Ö και διαχωρίζεται με τα κατάλληλα τεχνικά μέσα Õ.

ê2725/2000/ΕΚ άρθρο 1(2) τρίτο εδάφιο

ð νέο

4. Οι κανόνες που διέπουν το EurodacEURODAC εφαρμόζονται επίσης στις ενέργειες των κρατών μελών από τη διαβίβαση των δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï έως τη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής.

ê2725/2000/ΕΚ άρθρο 4(1) δεύτερη πρόταση

ð νέο

5. Η μέθοδος λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων καθορίζεται ð και εφαρμόζεται ï σύμφωνα με την εθνική πρακτική του εκάστοτε κράτους μέλους και με τις διασφαλίσεις που ορίζουν ð ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και ï η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού.

ò νέο

Άρθρο 5

Επιχειρησιακή διαχείριση από τη διαχειριστική αρχή

1. Η διαχειριστική αρχή, η οποία χρηματοδοτείται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι επιφορτισμένη με την επιχειρησιακή διαχείριση του EURODAC. Η διαχειριστική αρχή διασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ότι χρησιμοποιείται για το κεντρικό σύστημα ανά πάσα στιγμή η καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία, με την επιφύλαξη ανάλυσης κόστους-ωφέλειας.

2. Η διαχειριστική αρχή φέρει επίσης την ευθύνη για τα ακόλουθα καθήκοντα σε σχέση με την επικοινωνιακή υποδομή:

α) εποπτεία·

β) ασφάλεια,

γ) συντονισμό των σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και του παρόχου.

3. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για όλα τα υπόλοιπα καθήκοντα που σχετίζονται με την επικοινωνιακή υποδομή, και συγκεκριμένα:

α) καθήκοντα που άπτονται της εκτέλεσης του προϋπολογισμού,

β) απόκτηση και ανανέωση,

γ) θέματα συμβάσεων.

4. Πριν αναλάβει η διαχειριστική αρχή τα καθήκοντά της, η Επιτροπή είναι επιφορτισμένη με όλα τα καθήκοντα που ανατίθενται στην αρχή διαχείρισης με τον παρόντα κανονισμό.

5. Η επιχειρησιακή διαχείριση του EURODAC συνίσταται σε όλες τις εργασίες που απαιτούνται ώστε να παραμένει το EURODAC σε λειτουργία επί εικοσιτετραώρου βάσεως, 7 ημέρες την εβδομάδα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό· τούτο ισχύει ιδίως για τις εργασίες συντήρησης και τις τεχνικές βελτιώσεις που απαιτούνται για να διασφαλίζεται ότι η επιχειρησιακή ποιοτική στάθμη της λειτουργίας του συστήματος είναι ικανοποιητική, ιδιαίτερα όσον αφορά τον χρόνο που απαιτείται για τις αναζητήσεις στο κεντρικό σύστημα.

6. Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η διαχειριστική αρχή εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας στο σύνολο του προσωπικού της που καλείται να ασχοληθεί με δεδομένα του EURODAC. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού το οικείο προσωπικό παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του ή να απασχολείται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του.

7. Ως διαχειριστική αρχή που αναφέρεται στον παρόντα κανονισμό λογίζεται η διαχειριστική αρχή που είναι αρμόδια για το σύστημα SIS II δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενεάς (SIS II), και το VIS δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 63

Ö Στατιστικές Õ

3. Η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ εκπονεί ανά τρίμηνο ð μηνιαίως ï στατιστικές για το έργο της Ö τις εργασίες Õ Ö του κεντρικού συστήματος Õ , στις οποίες αναφέρονται ð ιδίως ï :

α) ο αριθμός των συνόλων δεδομένων που διαβιβάζονται σχετικά με τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1, στο άρθρο 8 παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στο άρθρο 12 παράγραφος 1 και στο άρθρο 15 παράγραφος 1,

β) ο αριθμός των συμπτώσεων για αιτούντες άσυλο ð διεθνή προστασία ï που υπέβαλαν αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε ένα άλλο κράτος μέλος,

γ) ο αριθμός των συμπτώσεων για πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 10 παράγραφος 1, τα οποία είχαν προηγουμένως υποβάλει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï,

δ) ο αριθμός των συμπτώσεων για πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1) 13 παράγραφος 1), τα οποία είχαν προηγουμένως υποβάλει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε ένα άλλο κράτος μέλος,

ε) ο αριθμός των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï αναγκάστηκε να ζητήσει ð επανειλημμένως ï για δεύτερη φορά από τα κράτη μέλη προέλευσης, διότι τα αρχικώς διαβιβασθέντα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν προσφέρονται για αντιπαραβολή με τη βοήθεια του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων,.

ò νέο

στ) ο αριθμός των συνόλων δεδομένων που επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1,

ζ) ο αριθμός συμπτώσεων για πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1,

η) τα πρόσωπα για τα οποία έχει καταγραφεί σύμπτωση όσον αφορά τα στοιχεία β), γ), δ) και ζ),

θ) ο αριθμός των αντιπαραβολών που ζητούνται σύμφωνα με το άρθρο 3,

ι) ο αριθμός των συμπτώσεων που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 3.

ê 2725/2000/EΚ

ð νέο

Στο τέλος κάθε έτους, καταρτίζονται στατιστικές υπό μορφή ανασκόπησης των ð μηνιαίων ï τριμηνιαίων στατιστικών που καταγράφονται από την έναρξη των δραστηριοτήτων του Eurodac ð για το συγκεκριμένο έτος ï, συμπεριλαμβανομένης μνείας του αριθμού των προσώπων για τα οποία έχει καταγραφεί σύμπτωση όσον αφορά τα στοιχεία β), γ), και δ) ð ζ) και η) ï.

Οι στατιστικές περιλαμβάνουν ανάλυση των δεδομένων για έκαστο των κρατών μελών.

4. Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2, μπορεί να ανατίθεται στην κεντρική μονάδα η πραγματοποίηση ορισμένων άλλων στατιστικών μελετών βάσει των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία στην κεντρική μονάδα.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΙΤΟΥΝΤΕΣ ΑΣΥΛΟ Ö ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ Õ

Άρθρο 7 4

Συλλογή, διαβίβαση και αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων

1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει πάραυτα τα δακτυλικά αποτυπώματα όλων των δακτύλων κάθε αιτούντος άσυλο ð διεθνή προστασία ï ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών και πάραυτα ð το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός 72 ωρών από την υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 του κανονισμού του Δουβλίνου ï, τα διαβιβάζει στην κεντρική μονάδα Ö στο κεντρικό σύστημα Õ ð μαζί με τα ï δεδομένα που αναφέρονται στα στοιχεία α) β) έως στ) ζ) του άρθρου 9.

ò νέο

ð Η μη συμμόρφωση εντός της προθεσμίας των 72 ωρών δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την υποχρέωση να λάβουν και να διαβιβάσουν τα δακτυλικά αποτυπώματα στο κεντρικό σύστημα. Όταν η κατάσταση των δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν επιτρέπει τη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων σε ποιότητα που διασφαλίζει την κατάλληλη αντιπαραβολή δυνάμει του άρθρου 19 του παρόντος κανονισμού, το κράτος μέλος προέλευσης λαμβάνει εκ νέου τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος και τα επαναδιαβιβάζει το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός 48 ωρών αφού ληφθούν επιτυχώς. ï

ê 2725/2000/ΕΚ

(2) Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καταχωρούνται αμέσως στην κεντρική βάση δεδομένων από την κεντρική μονάδα ή, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προς το σκοπό αυτό τεχνικές προϋποθέσεις, απευθείας από το κράτος μέλος προέλευσης.

ò νέο

2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, όταν δεν είναι δυνατό να λαμβάνονται τα δακτυλικά αποτυπώματα αιτούντος λόγω μέτρων που λαμβάνονται για να διασφαλιστεί η υγεία του αιτούντος ή η προστασία της δημόσιας υγείας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν και διαβιβάζουν τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός 48 ωρών αφότου έπαυσαν να ισχύουν οι λόγοι αυτοί.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

3. Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων, κατά την έννοια του άρθρου 5(1) 9 στοιχείο β) α), που διαβιβάζονται από ένα κράτος μέλος, Ö με εξαίρεση εκείνα που διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 στοιχείο β) Õ αντιπαραβάλλονται ð αυτομάτως ï προς τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία έχουν διαβιβαστεί από άλλα κράτη μέλη και έχουν ήδη αποθηκευτεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï.

4. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï εξασφαλίζει ότι, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους, στην αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 εξετάζονται επίσης τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχει διαβιβάσει κατά το παρελθόν το εν λόγω κράτος μέλος, πέραν των δεδομένων από τα άλλα κράτη μέλη.

5. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï διαβιβάζει πάραυτα ð αυτομάτως ï τη σύμπτωση ή το αρνητικό αποτέλεσμα της αντιπαραβολής στο κράτος μέλος προέλευσης. Στην περίπτωση που υπάρχει σύμπτωση, διαβιβάζει για όλα τα σύνολα δεδομένων που αντιστοιχούν σε αυτήν, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 9 στοιχεία α) έως ( ð ζ ï ), . Ωστόσο, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β), διαβιβάζονται μόνο εφόσον απετέλεσαν τη βάση της σύμπτωσης ð μαζί με τη σήμανση που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 ï.

Εφόσον πληρούνται οι σχετικές προς το σκοπό αυτό τεχνικές προϋποθέσεις, το αποτέλεσμα της αντιπαραβολής είναι δυνατό να μπορεί να διαβιβάζεται άμεσα στο κράτος μέλος προέλευσης.

7. Οι εκτελεστικοί κανόνες σχετικά με τις διαδικασίες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 6, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1.

ò νέο

Άρθρο 8

Πληροφορίες για το καθεστώς του υποκείμενου των δεδομένων

Οι ακόλουθες πληροφορίες διαβιβάζονται στο κεντρικό σύστημα για να αποθηκευθούν σύμφωνα με το άρθρο 10 για τους σκοπούς διαβίβασης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 5:

α) Όταν ένας αιτών διεθνή προστασία ή άλλο πρόσωπο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού του Δουβλίνου φθάνει στο υπεύθυνο κράτος μέλος έπειτα από μεταφορά σύμφωνα με απόφαση που αποδέχεται αίτημα αναδοχής του, όπως αναφέρεται στο άρθρο 24 του κανονισμού του Δουβλίνου, το υπεύθυνο κράτος μέλος ενημερώνει το σύνολο δεδομένων του που έχει καταγράψει σύμφωνα με το άρθρο 9 όσον αφορά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, προσθέτοντας την ημερομηνία άφιξής του.

β) Όταν ένας αιτών διεθνή προστασία φθάνει στο υπεύθυνο κράτος μέλος έπειτα από μεταφορά σύμφωνα με απόφαση που αποδέχεται αίτημα αναδοχής του όπως αναφέρεται στο άρθρο 22 του κανονισμού του Δουβλίνου, το υπεύθυνο κράτος μέλος διαβιβάζει σύνολο δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 9 όσον αφορά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προσθέτοντας την ημερομηνία άφιξής του.

γ) Μόλις μπορέσει το κράτος μέλος προέλευσης να εξακριβώσει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, του οποίου τα δεδομένα είχαν καταγραφεί στο EURODAC σύμφωνα με το άρθρο 9, εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών, ενημερώνει το σύνολο δεδομένων του που έχει καταγραφεί σύμφωνα με το άρθρο 9 όσον αφορά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προσθέτοντας την ημερομηνία αναχώρησης του προσώπου αυτού από το έδαφος, ώστε να διευκολύνει την εφαρμογή του άρθρου 19 παράγραφος 2 και του άρθρου 20 παράγραφος 5 του κανονισμού του Δουβλίνου.

δ) Μόλις το κράτος μέλος προέλευσης διασφαλίσει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, του οποίου τα δεδομένα είχαν καταγραφεί στο EURODAC σύμφωνα με το άρθρο 9 έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών σύμφωνα με απόφαση επιστροφής ή διαταγή απομάκρυνσης που εξέδωσε μετά την ανάκληση ή την απόρριψη της αίτησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 3 του κανονισμού του Δουβλίνου, ενημερώνει το σύνολο των δεδομένων του που έχει καταγραφεί σύμφωνα με το άρθρο 9 όσον αφορά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προσθέτοντας την ημερομηνία της απομάκρυνσής του ή την ημερομηνία αναχώρησης του προσώπου αυτού από το έδαφος.

ε) Το κράτος μέλος που αναλαμβάνει ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του κανονισμού του Δουβλίνου ενημερώνει το σύνολο των δεδομένων του σύμφωνα με το άρθρο 9 όσον αφορά τον αιτούντα προσθέτοντας την ημερομηνία λήψης της απόφασης εξέτασης της αίτησης.

ê 2725/2000/EΚ

ð νέο

Άρθρο 95

Καταχώρηση δεδομένων

1. Στην κεντρική βάση δεδομένων ð Στο κεντρικό σύστημα ï καταχωρούνται μόνο τα εξής δεδομένα :

αβ) τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων,

βα) το κράτος μέλος προέλευσης, ο τόπος και η ημερομηνία της αίτησης ασύλου ð διεθνούς προστασίας στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8 στοιχείο β), η ημερομηνία αίτησης είναι η ημερομηνία που καταγράφει το κράτος μέλος που μετέφερε τον αιτούντα ï,

γ) το φύλο,

δ) τον αριθμό μητρώου που χρησιμοποίησε το κράτος μέλος προέλευσης,

ε) την ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

στ) την ημερομηνία διαβίβασης των δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï,

ζ) η ημερομηνία καταχώρησης των δεδομένων στην κεντρική βάση δεδομένων,

ò νέο

ζ) τον αναγνωριστικό αριθμό χρήστη του χειριστή.

ê 2725/2000/EΚ

ð νέο

η) οι λεπτομέρειες σχετικά με τον (τους) παραλήπτη(-ες) στον (στους) οποίο(-ους) διαβιβάσθηκαν τα δεδομένα και η (οι) ημερομηνία(-ες) διαβίβασης.

η) ενδεχομένως, την ημερομηνία άφιξης του ενδιαφερόμενου προσώπου ύστερα από επιτυχή μεταφορά, σύμφωνα με το άρθρο 8 στοιχείο α) ή στοιχείο β),

θ) ενδεχομένως, σύμφωνα με το άρθρο 8 στοιχείο γ), την ημερομηνία κατά την οποία το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών·

ι) ενδεχομένως, σύμφωνα με το άρθρο 8 στοιχείο γ), την ημερομηνία κατά την οποία το ενδιαφερόμενο πρόσωπο απομακρύνθηκε από το έδαφος των κρατών μελών·

ια) ενδεχομένως, σύμφωνα με το άρθρο 8 στοιχείο ε), την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθη η απόφαση για την εξέταση της αίτησης.

2. Μετά την καταχώρηση των δεδομένων στην κεντρική βάση δεδομένων, η κεντρική μονάδα καταστρέφει τα υποθέματα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διαβίβαση των δεδομένων αυτών, εκτός εάν το κράτος μέλος προέλευσης έχει ζητήσει να του επιστραφούν.

Άρθρο 10 6

Αποθήκευση δεδομένων

Κάθε σύνολο δεδομένων, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 9, αποθηκεύεται στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï για δέκα έτη από την ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου, η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï απαλείφει αυτομάτως τα δεδομένα την κεντρική βάση δεδομένων.

Άρθρο 11 7

Πρόωρη απαλοιφή των δεδομένων

1. Τα δεδομένα που αφορούν πρόσωπο το οποίο απέκτησε την ιθαγένεια οιουδήποτε κράτους μέλους πριν από την λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 6 10 απαλείφονται από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 22 παράγραφος 4 μόλις το κράτος μέλος προέλευσης λάβει γνώση ότι το πρόσωπο αυτό απέκτησε την προαναφερθείσα ιθαγένεια.

ò νέο

2. Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή από άλλο κράτος μέλος προέλευσης, για λόγο καθοριζόμενο στην παράγραφο 1 , των δεδομένων που οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από τα κράτη αυτά σε σχέση με πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 12 παράγραφος 1.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΛΛΟΔΑΠΟΙÖ ΥΠΗΚΟΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ Ή ΑΠΑΤΡΙΔΕΣ Õ ΠΟΥ ΣΥΛΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΡΩΝ

Άρθρο 12 8

Συλλογή και διαβίβαση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων

1. Κάθε κράτος μέλος, σύμφωνα με τις διασφαλίσεις που ορίζουν η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, λαμβάνει πάραυτα τα δακτυλικά αποτυπώματα όλων των δακτύλων κάθε αλλοδαπού Ö υπηκόου ή απάτριδος τρίτης χώρας Õ ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών που συλλαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές ελέγχου κατά την παράνομη διάβαση δια ξηράς, θαλάσσης ή αέρος των συνόρων του εν λόγω κράτους μέλους προερχόμενου από τρίτη χώρα, ο οποίος δεν αποπέμπεται ð ή που παραμένει στο έδαφος των κρατών μελών και δεν τελεί υπό κράτηση, περιορισμό ή φυλάκιση καθ'όλη την περίοδο που μεσολαβεί από τη σύλληψη μέχρι την απομάκρυνση βάσει της απόφασης αποπομπής. ï

2. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος διαβιβάζει πάραυτα ð το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός 72 ωρών από την ημερομηνία σύλληψης ï στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï τα ακόλουθα στοιχεία σχετικά με κάθε αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή άπατριν Õ, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο οποίος δεν αποπέμπεται:

αβ) τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων,

βα) το κράτος μέλος προέλευσης, τον τόπο και την ημερομηνία της σύλληψης,

γ) το φύλο,

δ) τον αριθμό μητρώου που χρησιμοποίησε το κράτος μέλος προέλευσης,

ε) την ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

στ) την ημερομηνία διαβίβασης των δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï,

ò νέο

ζ) τον αναγνωριστικό αριθμό χρήστη του χειριστή.

3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, όσον αφορά τα πρόσωπα που συλλαμβάνονται με τον τρόπο που περιγράφεται στην παράγραφο 1 τα οποία μένουν στο έδαφος των κρατών μελών αλλά τελούν υπό κράτηση, περιορισμό ή φυλάκιση για περίοδο που υπερβαίνει τις 72 ώρες, τα δεδομένα που καθορίζονται στην παράγραφο 2 όσον αφορά τα πρόσωπα αυτά διαβιβάζονται πριν λήξει η κράτηση, ο περιορισμός ή η φυλάκιση.

4. Η μη συμμόρφωση εντός της προθεσμίας των 72 ωρών που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την υποχρέωση να λάβουν και να διαβιβάσουν τα δακτυλικά αποτυπώματα στο κεντρικό σύστημα. Όταν η κατάσταση των δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν επιτρέπει τη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων σε ποιότητα που διασφαλίζει την κατάλληλη αντιπαραβολή δυνάμει του άρθρου 19 του παρόντος κανονισμού, το κράτος μέλος προέλευσης λαμβάνει εκ νέου τα δακτυλικά αποτυπώματα του προσώπου αυτού και τα επαναδιαβιβάζει το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός 48 ωρών αφού ληφθούν επιτυχώς.

5. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, όταν δεν είναι δυνατό να λαμβάνονται τα δακτυλικά αποτυπώματα του προσώπου αυτού λόγω μέτρων που λαμβάνονται για να διασφαλιστεί η υγεία του εν λόγω προσώπου ή η προστασία της δημόσιας υγείας, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος λαμβάνει και διαβιβάζει τα δακτυλικά αποτυπώματα του προσώπου το συντομότερο δυνατό, σύμφωνα με την προθεσμία που καθορίζεται στην παράγραφο 2, αφότου παύσουν να ισχύουν οι λόγοι αυτοί.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 13 9

Καταχώρηση δεδομένων

1. Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) και στο άρθρο 8 παράγραφος 2 12 παράγραφος 2 καταχωρούνται στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφος 3 6, ð και του άρθρου 3 ï , τα δεδομένα που διαβιβάζονται στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 12 παράγραφος 2, καταχωρούνται με αποκλειστικό σκοπό την αντιπαραβολή με δεδομένα σχετικά με αιτούντες άσυλο ð διεθνή προστασία ï τα οποία διαβιβάζονται μεταγενέστερα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï.

Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï δεν αντιπαραβάλλει δεδομένα που της ð του ï διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 12 παράγραφος 2 με δεδομένα που είχαν καταχωρηθεί παλαιότερα στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, ούτε με δεδομένα τα οποία διαβιβάζονται μεταγενέστερα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 12 παράγραφος 2.

2. Εφαρμόζονται οι διαδικασίες του άρθρου 4 παράγραφος 1 δεύτερη πρόταση, του άρθρου 4 παράγραφος 2 και του άρθρου 5 παράγραφος 2 καθώς και οι διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 7. Όσον αφορά την αντιπαραβολή των δεδομένων αιτούντων άσυλο ð διεθνή προστασία ï που διαβιβάσθηκαν μεταγενέστερα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï με τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφαρμόζονται οι διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 3, 5 και 6 7 παράγραφοι 3 και 5 και στο άρθρο 19 παράγραφος 4.

Άρθρο 14 10

Αποθήκευση δεδομένων

1. Κάθε σύνολο δεδομένων σχετικά με αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή άπατριν Õ ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 12 παράγραφος 1 αποθηκεύεται στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï για ð ένα έτος ï δύο έτη από την ημερομηνία λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων του αλλοδαπού Ö υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ. Μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου, η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï απαλείφει αυτομάτως τα δεδομένα από την κεντρική βάση δεδομένων.

2. Τα δεδομένα σχετικά με αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή άπατριν Õ ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 12 παράγραφος 1 απαλείφονται αμέσως από την κεντρική βάση δεδομένων ð το κεντρικό σύστημα ï , σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 22 παράγραφος 3, Ö αμέσως μόλις Õ το κράτος μέλος προέλευσης λάβει γνώση ότι συντρέχει μία από τις ακόλουθες περιστάσεις, πριν από τη λήξη της διετούς περιόδου ð ενός έτους ï που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

α) έχει εκδοθεί άδεια παραμονής για τον αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή τον άπατριν Õ,

β) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις Õ έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών,

γ) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις Õ έχει αποκτήσει την ιθαγένεια οιουδήποτε κράτους μέλους.

ò νέο

3. Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή από άλλο κράτος μέλος προέλευσης, για λόγο καθοριζόμενο στην παράγραφο 2 στοιχεία α) ή β), δεδομένων που οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από αυτό σε σχέση με πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1.

4. Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή από άλλο κράτος μέλος προέλευσης, για λόγο καθοριζόμενο στην παράγραφο 2 στοιχείο γ), δεδομένων που οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από αυτά σε σχέση με πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 12 παράγραφος 1.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ Ö ΥΠΗΚΟΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ Ή ΑΠΑΤΡΙΔΕΣ Õ ΠΟΥ ΕΥΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

Άρθρο 15 11

Αντιπαραβολή δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων

1. Κάθε κράτος μέλος, προκειμένου να ελέγξει εάν ένας αλλοδαπός ð υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις ï που ευρίσκεται παράνομα στο έδαφός του έχει προηγουμένως καταθέσει αίτηση για άσυλο ð διεθνούς προστασίας ï σε άλλο κράτος μέλος, μπορεί να διαβιβάζει στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία ενδεχομένως έχει λάβει από αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή άπατριν Õ, ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών, καθώς και τον αριθμό μητρώου που χρησιμοποιήθηκε από το εν λόγω κράτος μέλος.

Κατά γενικό κανόνα, υπάρχουν λόγοι για να ελεγχθεί εάν ένας αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ έχει προηγουμένως καταθέσει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε άλλο κράτος μέλος όταν:

α) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ δηλώνει ότι έχει καταθέσει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï αλλά δεν αναφέρει το κράτος μέλος στο οποίο υπέβαλε την αίτηση,

β) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ δεν ζητά άσυλο ð διεθνή προστασία ï αλλά αρνείται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του ισχυριζόμενος ότι διατρέχει κίνδυνο, ή

γ) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ προσπαθεί να αποτρέψει την απομάκρυνσή του με άλλα μέσα, αρνούμενος να συνεργασθεί για να διαπιστωθεί η ταυτότητά του, ιδίως μη δείχνοντας έγγραφα ταυτότητας ή προσκομίζοντας πλαστά έγγραφα ταυτότητας.

2. Στην περίπτωση που κράτη μέλη μετέχουν στη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, διαβιβάζουν στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων όλων των δακτύλων, ή τουλάχιστον των δεικτών, και, στην περίπτωση που λείπουν, τα αποτυπώματα όλων των άλλων δακτύλων, των αλλοδαπών Ö υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων Õ που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων αλλοδαπού Ö υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, διαβιβάζονται στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï με αποκλειστικό σκοπό την αντιπαραβολή με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων αιτούντων άσυλο ð διεθνή προστασία ï που έχουν διαβιβασθεί από άλλα κράτη μέλη και έχουν ήδη καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï.

Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων του εν λόγω αλλοδαπού Ö υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ δεν καταχωρούνται στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, ούτε αντιπαραβάλλονται με τα δεδομένα που έχουν διαβιβασθεί στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 12 παράγραφος 2.

4. Όσον αφορά την αντιπαραβολή των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται δυνάμει του παρόντος άρθρου με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτούντων άσυλο ð διεθνή προστασία ï που έχουν διαβιβάσει άλλα κράτη μέλη, τα οποία έχουν ήδη αποθηκευθεί στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, εφαρμόζονται οι διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 3, 5 και 6 7 παράγραφοι 3 και 5 καθώς και οι διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 7.

5. Μόλις τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής διαβιβαστούν στο κράτος μέλος προέλευσης, αμέσως η κεντρική μονάδα:

α) απαλείφει τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων και τα λοιπά δεδομένα που της έχουν διαβιβαστεί δυνάμει της παραγράφου 1· και

β) καταστρέφει τα υποθέματα που χρησιμοποίησε το κράτος μέλος προέλευσης για να διαβιβάσει τα δεδομένα στην κεντρική μονάδα, εκτός εάν το κράτος μέλος προέλευσης έχει ζητήσει να του επιστραφούν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣÖ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΧΟΡΗΓΕΙΤΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ Õ

Άρθρο 12

Κλείδωμα δεδομένων

1. Τα δεδομένα που αφορούν αιτούντα άσυλο και έχουν καταχωρηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, κλειδώνονται στην κεντρική βάση δεδομένων, εάν το πρόσωπο αυτό έχει αναγνωριστεί και έχει γίνει δεκτό ως πρόσφυγας σε κράτος μέλος. Το κλείδωμα αυτό πραγματοποιείται από την κεντρική μονάδα μετά από εντολή του κράτους μέλους προέλευσης.

Μέχρι να ληφθεί απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 2, οι συμπτώσεις που αφορούν πρόσωπα τα οποία έχουν αναγνωριστεί και έχουν γίνει δεκτά ως πρόσφυγες σε κράτος μέλος, δεν διαβιβάζονται. Η κεντρική μονάδα απαντά με αρνητικό αποτέλεσμα στο κράτος μέλος που υποβάλλει το αίτημα.

2. Πέντε έτη μετά την έναρξη λειτουργίας του Eurodac και βάσει αξιόπιστων στατιστικών που θα έχει εκπονήσει η κεντρική μονάδα σχετικά με τα πρόσωπα που έχουν καταθέσει αίτηση ασύλου σε κράτος μέλος αφού έχουν αναγνωρισθεί και έχουν γίνει δεκτά ως πρόσφυγες σε άλλο κράτος μέλος, λαμβάνεται απόφαση, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της συνθήκης, σχετικά με το εάν τα δεδομένα τα οποία αφορούν πρόσωπα που έχουν αναγνωρισθεί και έχουν γίνει δεκτά ως πρόσφυγες σε ένα κράτος μέλος, θα πρέπει:

α) να αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 6 για λόγους αντιπαραβολής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, ή

β) να απαλείφονται πρόωρα αφ'ης στιγμής ένα πρόσωπο έχει αναγνωρισθεί και έχει γίνει δεκτό ως πρόσφυγας.

3. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α), τα δεδομένα που έχουν κλειδωθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 1, αποδεσμεύονται και δεν εφαρμόζεται περαιτέρω η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

4. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, στοιχείο β):

α) τα δεδομένα που έχουν κλειδωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, διαγράφονται αμέσως από την κεντρική μονάδα, και

β) τα δεδομένα σχετικά με πρόσωπα που αναγνωρίσθηκαν και έγιναν δεκτά ως πρόσφυγες μεταγενέστερα, απαλείφονται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3, μόλις το κράτος μέλος προέλευσης λάβει γνώση ότι το εν λόγω πρόσωπο έχει αναγνωρισθεί και έχει γίνει δεκτό ως πρόσφυγας σε ένα κράτος μέλος.

5. Οι εκτελεστικοί κανόνες που διέπουν τη διαδικασία για το κλείδωμα των δεδομένων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και την κατάρτιση στατιστικών που αναφέρεται στην παράγραφο 2, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1.

ò νέο

Άρθρο 16

Σήμανση δεδομένων

1. Το κράτος μέλος προέλευσης που έχει χορηγήσει διεθνή προστασία σε αιτούντα διεθνή προστασία του οποίου δεδομένα καταχωρήθηκαν προηγουμένως στο κεντρικό σύστημα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 επιθέτει σήμανση στα οικεία δεδομένα σε συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες από τη διαχειριστική αρχή απαιτήσεις που διέπουν την ηλεκτρονική επικοινωνία με το κεντρικό σύστημα. Η σήμανση αυτή αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 10 με σκοπό τη διαβίβαση βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 5.

2. Το κράτος μέλος προέλευσης αφαιρεί τη σήμανση από δεδομένα αναφερόμενα σε υπήκοο τρίτης χώρας ή άπατριν του οποίου δεδομένα σημάνθηκαν προηγουμένως δυνάμει της παραγράφου 1 σε περίπτωση που το καθεστώς του εν λόγω προσώπου ανακληθεί ή τερματισθεί ή δεν γίνει δεκτή η ανανέωσή του σύμφωνα με το άρθρο 14 ή 19 της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ

Άρθρο 17 13

Ευθύνη όσον αφορά τη χρησιμοποίηση δεδομένων

1. Το κράτος μέλος προέλευσης είναι υπεύθυνο να εξασφαλίζει:

α) τη νόμιμη καταγραφή των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

β) τη νόμιμη διαβίβαση στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων και των λοιπών δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 9, στο άρθρο 8 παράγραφος 2 12 παράγραφος 2 και στο άρθρο 11 παράγραφος 2 15 παράγραφος 2,

γ) την ακρίβεια και την ενημέρωση των δεδομένων κατά τη διαβίβασή τους στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï,

δ) με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής ð της διαχειριστικής αρχής ï, τη νόμιμη καταχώρηση, αποθήκευση, διόρθωση και απαλοιφή των δεδομένων στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï,

ε) τη νόμιμη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï.

2. Σύμφωνα με το άρθρο 14 12, το κράτος μέλος προέλευσης εξασφαλίζει την ασφάλεια των αναφερομένων στην παράγραφο 1 δεδομένων, πριν από και κατά τη διαβίβαση στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï καθώς και την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï.

3. Το κράτος μέλος προέλευσης είναι υπεύθυνο για την τελική εξακρίβωση των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 6 19 παράγραφος 4.

4. Η Επιτροπή ð διαχειριστική αρχή ï εξασφαλίζει ότι η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και με τους εκτελεστικούς του κανόνες. Ειδικότερα, η Επιτροπή ð διαχειριστική αρχή ï:

α) θεσπίζει μέτρα που εξασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που εργάζονται ð με αντικείμενο ï στην κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï χρησιμοποιούν τα δεδομένα που είναι καταχωρημένα Ö σε αυτό Õ στην κεντρική βάση δεδομένων μόνον κατά τρόπο που συμβιβάζεται με τους σκοπούς του EurodacEURODAC, όπως ορίζονται στο άρθρο 1,

β) εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που εργάζονται στην κεντρική μονάδα πληρούν όλες τις απαιτήσεις των κρατών μελών, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, όσον αφορά την καταχώρηση, την αντιπαραβολή, τη διόρθωση και την απαλοιφή των δεδομένων για τα οποία είναι υπεύθυνα,

β) γ) λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να κατοχυρώσει την ασφάλεια της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï σύμφωνα με το άρθρο 14 12,

γ) δ) εξασφαλίζει ότι μόνο τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να εργάζονται ð με ï στην κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï έχουν πρόσβαση Ö σε αυτό Õ στα δεδομένα που είναι καταχωρημένα στην κεντρική βάση δεδομένων, με την επιφύλαξη του άρθρου 20 και των εξουσιών του ανεξάρτητου εποπτικού οργάνου που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 286 παράγραφος 2 της συνθήκης Ö των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων Õ.

Η Επιτροπή ð διαχειριστική αρχή ï ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνει δυνάμει του πρώτου εδαφίου.

ê 407/2002/EΚ Άρθρο 2 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 18 2

Διαβίβαση

1. Τα δακτυλικά αποτυπώματα υπόκεινται σε ψηφιακή επεξεργασία και διαβιβάζονται υπό τη μορφή των δεδομένων που αναφέρεται στο παράρτημα 1. Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για την αποτελεσματική λειτουργία της, η κεντρική μονάδα ð του κεντρικού συστήματος ï, Ö η διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις τεχνικές προδιαγραφές για τη διαβίβαση της μορφής δεδομένων από τα κράτη μέλη προς την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï και αντιστρόφως. Η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ εξασφαλίζει ότι τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, μπορούν να αντιπαραβάλλονται από το ηλεκτρονικό σύστημα αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

2. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να Ö διαβιβάζουν Õ τα δεδομένα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 9 παράγραφος 1, στο άρθρο 12 παράγραφος 2 και στο άρθρο 15 παράγραφος 2 του κανονισμού Eurodac με ηλεκτρονικό τρόπο. ð Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 και στο άρθρο 12 παράγραφος 2 καταχωρούνται αυτομάτως στο κεντρικό σύστημα. ï Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για την αποτελεσματική λειτουργία της ð του κεντρικού συστήματος ï, η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις τεχνικές προδιαγραφές ώστε να διασφαλίζεται η σωστή ηλεκτρονική διαβίβαση των δεδομένων από τα κράτη μέλη προς την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï και αντιστρόφως. Η διαβίβαση δεδομένων με χαρτί με χρήση του εντύπου του παραρτήματος ΙΙ, ή με άλλα μέσα αποθήκευσης δεδομένων (δισκέτες, CD-ROM ή άλλα μέσα αποθήκευσης δεδομένων που μπορεί να αναπτυχθούν και να χρησιμοποιηθούν ευρέως στο μέλλον), θα πρέπει να περιορίζεται σε καταστάσεις όπου υπάρχουν συνεχή τεχνικά προβλήματα.

3. Ο αριθμός μητρώου που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ) 9 στοιχείο δ), στο άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο δ) και στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού Eurodac πρέπει να καθιστά δυνατό τον αναμφισβήτητο συσχετισμό των δεδομένων με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο και με το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα. Επιπλέον, με αυτόν τον αριθμό μητρώου πρέπει να μπορεί να διαπιστώνεται εάν πρόκειται περί αιτούντος άσυλο ή περί προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 8 ή το άρθρο 11 του κανονισμού Eurodac 7, στο άρθρο 12 ή στο άρθρο 15.

4. Ο αριθμός μητρώου αρχίζει με το κωδικό ή τα κωδικά στοιχεία με τα οποία χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με το πρότυπο του παραρτήματος Ι, το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα. Το κωδικό στοιχείο ή τα κωδικά στοιχεία ακολουθείται/ακολουθούνται από το αναγνωριστικό της κατηγορίας προσώπων. Στα πλαίσια αυτά, τα δεδομένα των αιτούντων άσυλο Ö προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 Õ χαρακτηρίζονται με τον αριθμό «1», εκείνα των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 8 12 παράγραφος 1 του κανονισμού Eurodac με τον αριθμό «2» και εκείνα των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 11 15 παράγραφος 1 του κανονισμού Eurodac με τον αριθμό «3».

5. Η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις τεχνικές διαδικασίες που απαιτούνται ώστε τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï λαμβάνει ακριβή δεδομένα.

64. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï πιστοποιεί την παραλαβή των διαβιβασθέντων δεδομένων, το ταχύτερο δυνατόν. Για το σκοπό αυτό, η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις απαραίτητες τεχνικές προδιαγραφές ώστε να διασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τη βεβαίωση παραλαβής, εάν ζητείται.

Άρθρο 193

Αντιπαραβολή και διαβίβαση των αποτελεσμάτων

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαβίβαση των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων σε μορφή κατάλληλη για την αντιπαραβολή μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Καθ’ όσον κρίνεται αναγκαία η διασφάλιση υψηλού βαθμού ακρίβειας για τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής από την κεντρική μονάδα, η τελευταία ð το κεντρικό σύστημα ï, ð η διαχειριστική αρχή ï καθορίζει την κατάλληλη μορφή των διαβιβαζόμενων δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï ελέγχει, το συντομότερο δυνατόν, την ποιότητα των διαβιβασθέντων δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Εάν τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν είναι κατάλληλα για αντιπαραβολή μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων, η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï ζητά, το συντομότερο δυνατόν, από το κράτος μέλος να διαβιβάσει δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων της ενδεδειγμένης ποιότητας ð ενημερώνει το κράτος μέλος ï. ð Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ï διαβιβάζει δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων της ενδεδειγμένης ποιότητας ðχρησιμοποιώντας τον ίδιο αριθμό αναφοράς του προηγουμένου συνόλου δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων ï.

2. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï διεξάγει τις αντιπαραβολές ακολουθώντας τη σειρά αφίξεως των αιτήσεων. Κάθε αίτηση πρέπει να διεκπεραιώνεται εντός 24ώρου. Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητά, για λόγους που έχουν σχέση με το εθνικό δίκαιο, και όταν πρόκειται για αιτήσεις δεδομένων που διαβιβάστηκαν με ηλεκτρονικό τρόπο, οι ιδιαίτερα επείγουσες αντιπαραβολές να γίνονται εντός μιας ώρας. Εάν, για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται η κεντρική μονάδα ð διαχειριστική αρχή ï οι προθεσμίες επεξεργασίας δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν, η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï διεκπεραιώνει την αίτηση κατά προτεραιότητα μόλις παύσουν να ισχύουν οι λόγοι αυτοί. Στις περιπτώσεις αυτές, εφ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας της, η κεντρική μονάδα ð του κεντρικού συστήματος ï, ð η διαχειριστική αρχή ï καθορίζει κριτήρια ώστε να εξασφαλίζεται η κατά προτεραιότητα διεκπεραίωση των αιτήσεων.

3. Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας της, η κεντρική μονάδα ð του κεντρικού συστήματος ï, ð η διαχειριστική αρχή ï καθορίζει τις επιχειρησιακές διαδικασίες για την επεξεργασία των λαμβανομένων δεδομένων και για τη διαβίβαση του αποτελέσματος της αντιπαραβολής.

ê 2725/2000/EΚ Άρθρο 4(6) (προσαρμοσμένο)

ð νέο

4. Το αποτέλεσμα της αντιπαραβολής ελέγχεται πάραυτα από το κράτος μέλος προέλευσης. Η τελική εξακρίβωση πραγματοποιείται από το κράτος μέλος προέλευσης, σε συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 15 32 της σύμβασης Ö του κανονισμού Õ του Δουβλίνου ð και της απόφασης αριθ. […/…]ΔΕΥ [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] ï.

Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï και αφορούν άλλα δεδομένα που αποδεικνύονται αναξιόπιστα, απαλείφονται ή καταστρέφονται μόλις διαπιστωθεί η αναξιοπιστία των δεδομένων.

ò νέο

5. Οσάκις από την τελική εξακρίβωση βάσει της παραγράφου 4 προκύπτει ότι το αποτέλεσμα της αντιπαραβολής που προήλθε από το κεντρικό σύστημα είναι ανακριβές, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν το γεγονός αυτό στην Επιτροπή και στη διαχειριστική αρχή.

ê 407/2002/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 20 4

Επικοινωνία μεταξύ κρατών μελών και της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï

Τα δεδομένα που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη προς την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï και αντίστροφα χρησιμοποιούν τις βασικές υπηρεσίες IDA που αναφέρει η απόφαση αριθ. 1719/1999/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, σχετικά με σύνολο προσανατολισμών, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος, για τα διευρωπαϊκά δίκτυα ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ διοικήσεων (IDA) ð την επικοινωνιακή υποδομή EURODAC ï Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας της, η κεντρική μονάδα ð του κεντρικού συστήματος ï, Ö η διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις τεχνικές διαδικασίες που απαιτούνται για τη χρήση των βασικών υπηρεσιών IDA ð της επικοινωνιακής υποδομής ï.

ê 2725/2000/ΕΚ

Άρθρο 14

Ασφάλεια

1. Tο κράτος μέλος προέλευσης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε:

α) να αποτρέπει την πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένου προσώπου σε εθνικές εγκαταστάσεις στις οποίες τα κράτη μέλη εκτελούν εργασίες σύμφωνα με τους στόχους του Eurodac (έλεγχοι στην είσοδο της εγκατάστασης),

β) να αποτρέπει την ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων του Eurodac και των υποθεμάτων τους από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα (έλεγχος των υποθεμάτων δεδομένων),

γ) να διασφαλίζει τη δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται εκ των υστέρων ποια δεδομένα έχουν καταχωρηθεί στο Eurodac, πότε και από ποιον (έλεγχος καταχώρισης δεδομένων),

δ) να αποτρέπει την άνευ αδείας καταχώρηση δεδομένων στο Eurodac καθώς και κάθε άνευ αδείας τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν καταχωρηθεί στο Eurodac (έλεγχος εισαγωγής δεδομένων),

ε) να εξασφαλίζει ότι, για τη χρήση του Eurodac, τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα έχουν πρόσβαση μόνο στα δεδομένα που εμπίπτουν στον τομέα της αρμοδιότητάς τους (έλεγχος πρόσβασης),

στ) να διασφαλίζει τη δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές μπορούν να διαβιβάζονται τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στο Eurodac μέσω του εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος διαβίβασης),

ζ) να αποτρέπει την άνευ αδείας ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων, αφενός, κατά την άμεση διαβίβαση δεδομένων από ή προς την κεντρική βάση δεδομένων και, αφετέρου, κατά τη μεταφορά των υποθεμάτων δεδομένων από και προς την κεντρική μονάδα (έλεγχος μεταφοράς).

2. Όσον αφορά τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας, η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ò νέο

Άρθρο 21

Ασφάλεια των δεδομένων

1. Το κράτος μέλος προέλευσης κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων πριν και κατά τη διάρκεια της διαβίβασής τους στο κεντρικό σύστημα. Κάθε κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από το κεντρικό σύστημα.

2. Κάθε κράτος μέλος, στο εθνικό του σύστημα, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου ασφαλείας, ώστε:

α) να προβλέπει την υλική προστασία των δεδομένων, καθώς και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας,

β) να εμποδίζει την πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εθνικές εγκαταστάσεις εντός των οποίων το κράτος μέλος προβαίνει σε ενέργειες σύμφωνα με τους σκοπούς του EURODAC (έλεγχος στην είσοδο των εγκαταστάσεων),

γ) να εμποδίζει τη μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή απομάκρυνση των υποθεμάτων (έλεγχος υποθεμάτων δεδομένων),

δ) να εμποδίζει τη μη εξουσιοδοτημένη καταγραφή δεδομένων και η μη εξουσιοδοτημένη επιθεώρηση, τροποποίηση ή διαγραφή αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος αποθήκευσης)·

ε) να εμποδίζει τη μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων στο EURODAC καθώς και οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν υποστεί επεξεργασία στο EURODAC (έλεγχος της καταγραφής δεδομένων),

στ) να εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για πρόσβαση στο EURODAC έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα που καλύπτονται από τις άδειες πρόσβασής τους, με ατομικές και μοναδικές ταυτότητες χρήστη και μόνο με εμπιστευτικούς κωδικούς πρόσβασης (έλεγχος πρόσβασης στα δεδομένα),

ζ) να εξασφαλίζει ότι όλες οι αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο EURODAC δημιουργούν προφίλ τα οποία περιγράφουν τις λειτουργίες και τις ευθύνες των προσώπων που είναι εξουσιοδοτημένα με την πρόσβαση, εισαγωγή, ενημέρωση, διαγραφή και αναζήτηση των δεδομένων και ότι διαθέτουν τα προφίλ τους στις εθνικές εποπτικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 26, αμελλητί, κατόπιν αιτήσεώς τους (προφίλ προσωπικού),

η) να μπορεί να ελέγχει και να εξακριβώνει σε ποιους φορείς μπορούν να διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μέσω εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος της διαβίβασης),

θ) να μπορεί να ελέγχει και να εξακριβώνει ποια δεδομένα έχουν υποστεί επεξεργασία στο EURODAC, πότε, από ποιον και για ποιο σκοπό (έλεγχος της καταχώρησης δεδομένων),

ι) να εμποδίζει τη μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς ή από το EURODAC, ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων, κυρίως με κατάλληλες τεχνικές κρυπτογράφησης (έλεγχος μεταφοράς),

ια) να παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφάλειας της παρούσας παραγράφου και να λαμβάνει τα απαραίτητα οργανωτικά μέτρα εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό (αυτοέλεγχος).

3. Η διαχειριστική αρχή λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να επιτύχει τους στόχους της παραγράφου 2 όσον αφορά τη λειτουργία του EURODAC, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης σχεδίου ασφαλείας.

ê 2725/2000/ΕΚ

ð νέο

Άρθρο 22 15

Πρόσβαση σε δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στο EurodacEURODAC και διόρθωση ή απαλοιφή τους

1. Το κράτος μέλος προέλευσης έχει πρόσβαση στα δεδομένα τα οποία διαβίβασε και τα οποία έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Δεν επιτρέπεται σε κανένα κράτος μέλος να διενεργεί έρευνες στα δεδομένα που έχει διαβιβάσει άλλο κράτος μέλος, ούτε να λαμβάνει τέτοια δεδομένα, πλην εκείνων που προκύπτουν από την αντιπαραβολή που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 7 παράγραφος 5.

ò νέο

2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και η ειδικευμένη μονάδα της Ευρωπόλ που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 4 της απόφασης αριθ. […/…] του Συμβουλίου [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] ·μπορούν να διενεργούν έρευνες σε όλα τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στην κεντρική βάση ανεξάρτητα από το κράτος μέλος προέλευσής τους και μπορούν να λαμβάνουν τα δεδομένα αυτά σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού και την απόφαση αριθ. […/…]ΔΕΥ [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC]

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

3. Οι αρχές των κρατών μελών οι οποίες, σύμφωνα με την παράγραφο 1, έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που είναι καταχωρημένα στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï είναι εκείνες που διορίζει κάθε κράτος μέλος ð με σκοπό την εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 1 . Με τον εν λόγω διορισμό καθορίζεται επακριβώς η μονάδα η οποία είναι επιφορτισμένη με τα καθήκοντα που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. ï Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει αμελλητί στην Επιτροπή ð και στη διαχειριστική αρχή ï κατάλογο των αρχών αυτών ð και τις τυχόν τροποποιήσεις του. Η διαχειριστική αρχή δημοσιεύει τον ενοποιημένο κατάλογο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που επέρχονται τροποποιήσεις στον κατάλογο, η διαχειριστική αρχή δημοσιεύει επικαιροποιημένο ενοποιημένο κατάλογο ετησίως. ï

4. Μόνο το κράτος μέλος προέλευσης έχει δικαίωμα να τροποποιεί τα δεδομένα που έχει διαβιβάσει στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, διορθώνοντας ή συμπληρώνοντας τα εν λόγω δεδομένα ή να τα απαλείφει, με την επιφύλαξη της απαλοιφής που πραγματοποιείται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6, του άρθρου 10 παράγραφος 1 ή του άρθρου 12 παράγραφος 4 στοιχείο α) 10 ή του άρθρου 14 παράγραφος 1.

Εάν το κράτος μέλος προέλευσης καταχωρεί δεδομένα απευθείας στην κεντρική βάση δεδομένων, δύναται να τα τροποποιεί ή να τα διαγράφει απευθείας.

Εάν το κράτος μέλος προέλευσης δεν καταχωρεί τα δεδομένα απευθείας στην κεντρική βάση δεδομένων, η κεντρική μονάδα τα τροποποιεί ή τα διαγράφει μετά από αίτηση του εν λόγω κράτους μέλους.

5. Εάν ένα κράτος μέλος ή η κεντρική μονάδα ð διαχειριστική αρχή ï έχει ενδείξεις από τις οποίες προκύπτει ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï είναι προδήλως ανακριβή, ειδοποιεί, το συντομότερο δυνατό, το κράτος μέλος προέλευσης.

Εάν ένα κράτος μέλος έχει ενδείξεις από τις οποίες προκύπτει ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï αντιβαίνουν προς τον παρόντα κανονισμό, ειδοποιεί επίσης, το συντομότερο δυνατό, ð τη διαχειριστική αρχή, την Επιτροπή και ï το κράτος μέλος προέλευσης. Το τελευταίο ελέγχει τα σχετικά δεδομένα και, εφόσον συντρέχει λόγος, τα τροποποιεί ή τα απαλείφει αμελλητί.

6. Η κεντρική μονάδα ð διαχειριστική αρχή ï δεν διαβιβάζει στις αρχές τρίτης χώρας ούτε θέτει στη διάθεσή τους δεδομένα καταχωρημένα στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, εκτός αν εξουσιοδοτηθεί ρητώς προς τούτο στα πλαίσια κοινοτικής συμφωνίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς προσδιορισμού του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï.

Άρθρο 21

Εκτελεστικοί κανόνες

1. Ενεργώντας με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 205 παράγραφος 2 της συνθήκης, το Συμβούλιο θεσπίζει τις αναγκαίες εκτελεστικές διατάξεις για:

- τον καθορισμό της διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 7,

- τον καθορισμό της διαδικασίας κλειδώματος των δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1,

- την κατάρτιση των στατιστικών που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2.

Όταν οι εν λόγω εκτελεστικές διατάξεις έχουν επιπτώσεις στις επιχειρησιακές δαπάνες που φέρουν τα κράτη μέλη, το Συμβούλιο ενεργεί με ομοφωνία.

2. Τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 23 16

Τήρηση αρχείων από την κεντρική μονάδα

1. Η κεντρική μονάδα ð διαχειριστική αρχή ï τηρεί αρχείο όλων των εργασιών επεξεργασίας δεδομένων στα πλαίσια της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï. Στα αρχεία αυτά πρέπει να φαίνονται ο σκοπός της πρόσβασης, η ημερομηνία και η ώρα, τα διαβιβασθέντα δεδομένα, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για έρευνα και τα ονόματα τόσο της μονάδας που εισήγαγε Ö καταχώρησε Õ ή ανέκτησε τα δεδομένα όσο και των υπεύθυνων προσώπων.

2. Τα αρχεία αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο, για σκοπούς προστασίας των δεδομένων, του επιτρεπτού της επεξεργασίας των δεδομένων, καθώς και για να διασφαλίζεται η ασφάλεια των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 14 12. Τα αρχεία πρέπει να προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα από κάθε αυθαίρετη πρόσβαση και να απαλείφονται μετά την παρέλευση ενός έτους ð από τη λήξη της περιόδου διατήρησης που προβλέπεται στο άρθρο 10 και στο άρθρο 14 παράγραφος 1 ï, εφόσον δεν είναι απαραίτητα για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη κινηθεί.

ò νέο

3. Έκαστο κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 σε σχέση με το εθνικό του σύστημα. Επιπλέον, έκαστο κράτος μέλος τηρεί μητρώο για το προσωπικό που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένο να καταγράφει ή να ανακτά δεδομένα.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 22

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, καθορίζεται σε τρεις μήνες.

3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 24 17

Ευθύνη

1. Κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη ζημία, σαν αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας ή οποιασδήποτε πράξης που δεν συμβιβάζεται με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, δικαιούται να λαμβάνει αποζημίωση από το κράτος μέλος το οποίο είναι υπεύθυνο για τη ζημία που υπέστη. Αυτό το κράτος μέλος απαλλάσσεται, πλήρως ή εν μέρει, από την ευθύνη αυτή, εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται για το ζημιογόνο γεγονός.

2. Εάν η παράλειψη ενός κράτους μέλους να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού προκαλέσει ζημία στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï , το εν λόγω κράτος μέλος θεωρείται υπεύθυνο για την εν λόγω ζημία, εκτός εάν, και στο μέτρο που, η Επιτροπή ð διαχειριστική αρχή ή κάποιο άλλο κράτος μέλος ï έχει παραλείψει να λάβει τα δέοντα μέτρα για να προλάβει την πρόκληση της ζημίας ή να περιορίσει τις συνέπειές της.

3. Οι απαιτήσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, διέπονται από τις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους κατά του οποίου προβάλλονται.

Άρθρο 25 18

Δικαιώματα του υποκειμένου δεδομένων

1. Κάθε πρόσωπο που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό ενημερώνεται από το κράτος μέλος προέλευσης ð γραπτώς και, στις κατάλληλες περιπτώσεις, προφορικώς, σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή την οποία μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ότι κατανοεί, ï σχετικά με:

α) την ταυτότητα του υπευθύνου της επεξεργασίας και του αντιπροσώπου του, αν υπάρχει,

β) Öόσον αφοράÕ τον σκοπό για τον οποίο θα γίνει επεξεργασία των δεδομένων Ö του Õ στο EurodacEURODAC ð συμπεριλαμβανομένης περιγραφής των στόχων του κανονισμού του Δουβλίνου, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού, των στόχων του άρθρου 3 του παρόντος κανονισμού και της απόφασης αριθ. […/…]ΔΕΥ του Συμβουλίου [απόφαση για την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στο EURODAC] ï.

γ) τους αποδέκτες των δεδομένων,

δ) αναφορικά με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 4 7 ή το άρθρο 8 12, την υποχρέωση λήψης των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων,

ε) την ύπαρξη δικαιώματος το δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα που Ö έχουν σχέση με αυτούς Õ τους αφορούν Ö και το δικαίωμα να ζητούν διόρθωση ανακριβών δεδομένων που τους αφορούν Õ ð ή απαλοιφή των δεδομένων που τους αφορούν τα οποία υπέστησαν παράνομη επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να ενημερώνονται για τις διαδικασίες άσκησης αυτών των δικαιωμάτων και για τα στοιχεία επικοινωνίας με τον υπεύθυνο της επεξεργασίας και τις εθνικές εποπτικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 26, παράγραφος 1ï.

Σε σχέση με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 4 7 ή το άρθρο 8 12, οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες παρέχονται κατά τη λήψη των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων.

Σε σχέση με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 11 15, οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες παρέχονται το αργότερο όταν διαβιβάζονται στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï τα δεδομένα που τατο αφορούν. Η υποχρέωση αυτή δεν τυγχάνει εφαρμογής όταν η παροχή των πληροφοριών είναι αδύνατη ή θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια.

ò νέο

Εάν το πρόσωπο που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό είναι ανήλικος, τα κράτη μέλη παρέχουν τις πληροφορίες κατά τρόπο ενδεδειγμένο για άτομα της ηλικίας του.

ê 2725/2000/EΚ

ð νέο

2. Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε υποκείμενο των δεδομένων μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, να ασκεί τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 12 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης παροχής άλλων πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο α) της οδηγίας 95/46/EΚ, το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται για τα δεδομένα που το αφορούν τα οποία έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï και για το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα αυτά στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï. Η πρόσβαση στα δεδομένα μπορεί να χορηγείται μόνον από κράτος μέλος.

3. Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να ζητεί τη διόρθωση των προδήλως εσφαλμένων δεδομένων ή την απαλοιφή των δεδομένων που δεν έχουν καταχωρηθεί νομίμως. Η διόρθωση και η απαλοιφή διενεργούνται χωρίς υπερβολική καθυστέρηση από το κράτος μέλος που διαβίβασε τα δεδομένα, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του.

4. Εάν τα δικαιώματα διόρθωσης και απαλοιφής ασκούνται σε κράτος μέλος, άλλο από εκείνο, ή εκείνα, που διαβίβασε(-αν) τα δεδομένα, οι αρχές του εν λόγω κράτους μέλους έρχονται σε επαφή με τις αρχές του σχετικού κράτους μέλους, ή κρατών μελών, προκειμένου να εξακριβώσουν αν τα δεδομένα είναι ακριβή και έχουν νομίμως διαβιβασθεί και καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï.

5. Εάν διαπιστωθεί ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï είναι προδήλως ανακριβή ή δεν έχουν καταχωρηθεί νομίμως, το κράτος μέλος που τα διαβίβασε, διορθώνει ή απαλείφει τα δεδομένα, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 22 παράγραφος 3. Το εν λόγω κράτος μέλος επιβεβαιώνει γραπτώς στο υποκείμενο των δεδομένων, χωρίς υπερβολική καθυστέρηση, ότι ανέλαβε να διορθώσει ή να απαλείψει τα δεδομένα που το αφορούν.

6. Εάν το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα δεν συμφωνεί ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï είναι προδήλως ανακριβή ή δεν έχουν καταχωρηθεί νομίμως, εξηγεί γραπτώς στο υποκείμενο των δεδομένων, χωρίς υπερβολική καθυστέρηση, για ποιον λόγο δεν προτίθεται να διορθώσει ή να απαλείψει τα δεδομένα.

Το εν λόγω κράτος μέλος παρέχει επίσης στο υποκείμενο των δεδομένων πληροφορίες σχετικά με τα διαβήματα στα οποία μπορεί να προβεί εάν δεν δέχεται τις προβαλλόμενες εξηγήσεις. Οι πληροφορίες αυτές αφορούν τον τρόπο άσκησης προσφυγής ή, ενδεχομένως, κατάθεσης μηνύσεως ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του, καθώς και κάθε οικονομική ή άλλη αρωγή που μπορεί να παρασχεθεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους.

7. Οποιοδήποτε αίτημα υποβάλλεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, περιέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την εξακρίβωση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Τα δεδομένα αυτά χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την άσκηση των δικαιωμάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 και καταστρέφονται αμέσως μετά.

8. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται ενεργά για την ταχεία άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται στις παραγράφους 3, 4 και 5.

ò νέο

9. Οσάκις ένα πρόσωπο ζητεί δεδομένα που το αφορούν δυνάμει της παραγράφου 2, η αρμόδια αρχή τηρεί αρχείο στο οποίο καταχωρείται εγγράφως η υποβολή της αίτησης και θέτει αμελλητί το σχετικό έγγραφο στη διάθεση των εθνικών εποπτικών αρχών για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 26 παράγραφος 1, εφόσον της το ζητήσουν.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

9. 10. Σε κάθε κράτος μέλος, η εθνική εποπτική αρχή επικουρεί το υποκείμενο των δεδομένων, ð κατόπιν αιτήσεώς του , ï σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 4 της οδηγίας 95/46/EΚ, κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του.

10. 11. Η εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους που διαβίβασε τα δεδομένα και η εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται το υποκείμενο των δεδομένων, του παρέχουν βοήθεια και, εφόσον τους ζητηθεί, συμβουλές σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος διόρθωσης ή απαλοιφής των δεδομένων. Οι δύο εθνικές εποπτικές αρχές συνεργάζονται για τον σκοπό αυτό. Τα αιτήματα συνδρομής μπορούν να υποβάλλονται στην εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται το υποκείμενο των δεδομένων, η οποία τα διαβιβάζει στην εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους που διαβίβασε τα δεδομένα. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί επίσης να υποβάλει αίτημα συνδρομής και παροχής συμβουλών στην κοινή εποπτική αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 20.

11. 12. Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, να ασκήσει προσφυγή ή, εφόσον είναι αναγκαίο, να καταθέσει μήνυση ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή των δικαστηρίων του εν λόγω κράτους, εάν δεν του αναγνωρίζεται το δικαίωμα πρόσβασης που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

12. 13. Οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του κράτους μέλους που διαβίβασε τα δεδομένα, να ασκήσει προσφυγή ή, εφόσον είναι αναγκαίο, να καταθέσει μήνυση ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του εν λόγω κράτους σχετικά με δεδομένα που το αφορούν, τα οποία έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, προκειμένου να ασκήσει τα δικαιώματά του σύμφωνα με την παράγραφο 3. Η υποχρέωση των εθνικών εποπτικών αρχών να παρέχουν βοήθεια και, εφόσον τους ζητηθεί, συμβουλές στο υποκείμενο των δεδομένων, σύμφωνα με την παράγραφο 10 13, ισχύει καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

Άρθρο 26 19

ÖΆσκηση εποπτείας απόÕ την εθνική εποπτική αρχή

1. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η εθνική εποπτική αρχή ή αρχές που ορίζονται στο άρθρο 28 παράγραφος 1 της οδηγίας 95/46/EΚ, να εποπτεύουν με πλήρη ανεξαρτησία, σύμφωνα με το σχετικό εθνικό του δίκαιο, τη νομιμότητα της επεξεργασίας, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το εν λόγω κράτος μέλος, καθώς και τη διαβίβασή τους στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï.

2. Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι, η εθνική εποπτική αρχή του έχει πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων.

ò νέο

Άρθρο 27

Άσκηση εποπτείας από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων ελέγχει εάν οι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από μέρους της διαχειριστικής αρχής διεξάγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στα άρθρα 46 και 47 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζονται αναλόγως.

2. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων μεριμνά ώστε να διενεργείται τουλάχιστον ανά τετραετία έλεγχος των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη διαχειριστική αρχή σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου. Η έκθεση ελέγχου διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, τη διαχειριστική αρχή, την Επιτροπή και τις εθνικές εποπτικές αρχές. Η διαχειριστική αρχή δύναται να διατυπώσει παρατηρήσεις σχετικά με την έκθεση προτού αυτή εγκριθεί.

Άρθρο 28

Συνεργασία μεταξύ των εθνικών εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1. Οι εθνικές εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, έκαστος στο πεδίο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται ενεργά στο πλαίσιο των ευθυνών τους και εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του EURODAC.

2. Οι ανωτέρω αρχές, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εξετάζουν προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν κατά την άσκηση ανεξάρτητης εποπτείας ή κατά την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων, συντάσσουν εναρμονισμένες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα και προάγουν κατά τον δέοντα τρόπο την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία δεδομένων.

3. Οι εθνικές εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συνεδριάζουν για το σκοπό αυτό τουλάχιστον δις ετησίως. Τα έξοδα των συνεδριάσεων αυτών και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατά τη διεξαγωγή τους αναλαμβάνονται από τον ευρωπαίο επόπτη προστασίας δεδομένων. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι σχετικοί διαδικαστικοί κανόνες. Αναλόγως των αναγκών, γίνεται από κοινού η επεξεργασία περαιτέρω μεθόδων εργασίας. Κοινή έκθεση δραστηριοτήτων διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τη διαχειριστική αρχή ανά διετία.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 29 21

Δαπάνες

1. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εγκατάσταση και τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος και της επικοινωνιακής υποδομής ï βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Οι δαπάνες που αφορούν ð τις επαληθεύουσες αρχές ï και τα εθνικά ð σημεία πρόσβασης ï εθνικές μονάδες καθώς και τα έξοδα για την σύνδεσή τους με την κεντρική βάση δεδομένων ð το κεντρικό σύστημα ï βαρύνουν κάθε κράτος μέλος.

3. Οι δαπάνες διαβίβασης των δεδομένων από το κράτος μέλος προέλευσης καθώς και των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής στο εν λόγω κράτος, βαρύνουν το εν λόγω κράτος.

Άρθρο 30 24

Ετήσια έκθεση: πΠαρακολούθηση και αξιολόγηση

1. Η Επιτροπή ð διαχειριστική αρχή ï υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï. Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση και την απόδοση του EurodacEURODAC σε σύγκριση με προκαθορισμένους ποσοτικούς δείκτες για τους στόχους που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

2. Η Επιτροπή ð διαχειριστική αρχή ï εξασφαλίζει την ύπαρξη Ö διαδικασιών Õ συστημάτων για την παρακολούθηση της λειτουργίας της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους, Ö όσον αφορά Õ την απόδοση, τη σχέση κόστους-αποτελέσματος και την ποιότητα των υπηρεσιών.

3. Η Επιτροπή αξιολογεί σε τακτά χρονικά διαστήματα τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας προκειμένου να εξακριβώνει εάν έχουν επιτευχθεί οι στόχοι της από άποψη κόστους-αποτελέσματος καθώς και ενόψει της καθιέρωσης κατευθυντηρίων γραμμών για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας μελλοντικών ενεργειών.

4. Ένα έτος μετά την έναρξη λειτουργίας του Eurodac, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την κεντρική μονάδα, η οποία επικεντρώνεται κυρίως στο επίπεδο της ζήτησης σε σχέση με το προσδοκώμενο επίπεδο, καθώς και σε λειτουργικά και διαχειριστικά θέματα υπό το πρίσμα της κτηθείσας πείρας, με σκοπό την επισήμανση πιθανών τρόπων βραχυπρόθεσμης βελτίωσης της πρακτικής λειτουργίας.

ò νέο

3. Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών, η διαχειριστική αρχή διαθέτει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες οι οποίες σχετίζονται με πράξεις επεξεργασίας εκτελούμενες στο κεντρικό σύστημα.

4. Ανά διετία, η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση για την τεχνική λειτουργία του κεντρικού συστήματος καθώς και της σχετικής ασφάλειας.

ê 2725/2000/ΕΚ

ð νέο

5. Τρία έτη μετά την λειτουργίας του Εurodac ð έναρξη εφαρμογής του παρόντος κανονισμού κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 35 παράγραφος 2 ï, και κάθε έξι ð τέσσερα ï έτη εφεξής, η Επιτροπή προβαίνει σε συνολική αξιολόγηση του EurodacEURODAC, η οποία συνίσταται στην εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους τεθέντες στόχους και σε εκτίμηση του εάν εξακολουθεί να ισχύει η λογική θεμελίωση του συστήματος, ð συμπεριλαμβανομένης, όσον αφορά τον μηχανισμό που θεσπίστηκε με το άρθρο 3, της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το κεντρικό σύστημα και της ασφάλειας του κεντρικού συστήματος ï καθώς και σε εκτίμηση των τυχόν επιπτώσεων σε μελλοντικές ενέργειες ð , και στη διατύπωση των απαιτούμενων συστάσεων ï. ð Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.ï

ò νέο

6. Τα κράτη μέλη παρέχουν στη διαχειριστική αρχή και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5.

7. Η διαχειριστική αρχή παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που χρειάζεται για τις συνολικές αξιολογήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5.

8. Μέχρι να συσταθεί η διαχειριστική αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 5, η Επιτροπή συντάσσει μόνο εκθέσεις σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 5.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 31 25

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη Ö λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να Õ διασφαλίζουν ότι ν Ö κάθε Õ χρήση δεδομένων που καταγράφονται Ö εισάγονται Õ στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï η οποία αντιτίθεται στους σκοπούς του EurodacEURODAC, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, υπόκειται στις δέουσες κυρώσεις Ö τιμωρείται με επιβολή κυρώσεων που είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές και περιλαμβάνουν διοικητικές ή/και ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο Õ.

Άρθρο 32 26

Πεδίο εδαφικής εφαρμογής

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται σε κανένα έδαφος στο οποίο δεν εφαρμόζεται η Σύμβαση Ö ο κανονισμός Õ του Δουβλίνου.

ò νέο

Άρθρο 33

Μεταβατική διάταξη

Τα δεδομένα που κλειδώνονται στο κεντρικό σύστημα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου ξεκλειδώνονται και επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού κατά την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 35 παράγραφος 2.

ê

Άρθρο 34

Κατάργηση διατάξεων

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, που θεσπίζει ορισμένους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου καταργούνται με ισχύ από την ημερομηνία που προβλέπεται στο άρθρο 35 παράγραφος 2.

Οι παραπομπές στους καταργούμενους κανονισμούς νοούνται με βάση τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος III.

ê 2725/2000/EΚ Άρθρο 27 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 35 27

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει Ö την εικοστή Õ ημέρα Ö από τη δημοσίευσή Õ του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Ö της Ευρωπαϊκής Ένωσης Õ.

2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται, και το Eurodac αρχίζει να λειτουργεί, από την ημερομηνία που θα τον δημοσιεύσει η Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Ö της Ευρωπαϊκής Ένωσης Õ όταν εκπληρωθούν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) κάθε κράτος μέλος έχει κοινοποιήσει στην Επιτροπή ότι έχει προβεί στις αναγκαίες τεχνικές προσαρμογές για τη διαβίβαση δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, σύμφωνα με Ö τον παρόντα κανονισμό Õ τους εκτελεστικούς κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 7, καθώς και για τη συμμόρφωσή του προς τους εκτελεστικούς κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 5), και

β) η Επιτροπή έχει προβεί στις αναγκαίες τεχνικές προσαρμογές ώστε να μπορεί να αρχίσει η λειτουργία της κεντρικής μονάδας, ð του κεντρικού συστήματος ï σύμφωνα με Ö τον παρόντα κανονισμό Õ τους εκτελεστικούς κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 7 και του άρθρου 12 παράγραφος 5.

ò νέο

3. Τα κράτη μέλη ειδοποιούν την Επιτροπή αμέσως μόλις θεσπισθούν οι προσαρμογές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), και πάντως το αργότερο εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

ê 2725/2000/EΚ

4. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ê 407/2002/ΕΚ

ð νέο

Παράρτημα Ι

Μορφή δεδομένων για την ανταλλαγή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων

Ορίζεται η ακόλουθη μορφή για την ανταλλαγή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων:

ANSI/NIST - CSL 1 1993 ð ANSI/NIST-ITL 1a-1997, Έκδ.3, Ιούνιος 2001 (INT-1) ï και κάθε μελλοντική περαιτέρω εξέλιξη αυτού του προτύπου.

Πρότυπο κωδικών στοιχείων των κρατών μελών

Ισχύει το εξής πρότυπο του ISO: ISO 3166 - κωδικός δύο στοιχείων.

Παράρτημα ΙΙ

[pic]

é

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙΚαταργούμενοι κανονισμοί(αναφέρονται στο άρθρο 32)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου | (ΕΕ L 316 της 15.12.2000, σ. 1.) (ΕΕ L 062 της 05.03.2002, σελ. 1.) |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΙΠίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός 2725/2000/ΕΚ | Παρών κανονισμός |

Άρθρο 1 παράγραφος 1 | Άρθρο 1 παράγραφος 1 |

Άρθρο 1 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 4 παράγραφος 1 |

Άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 4 παράγραφος 4 |

Άρθρο 1 παράγραφος 3 | Άρθρο 1 παράγραφος 2 |

Άρθρο 3 παράγραφος 1 | Διαγράφεται |

Άρθρο 2 | Άρθρο 2 |

Άρθρο 3 παράγραφος 2 | Άρθρο 4 παράγραφος 3 |

Άρθρο 3 παράγραφος 3 | Άρθρο 6 |

Άρθρο 3 παράγραφος 4 | Διαγράφεται |

Άρθρο 4 παράγραφος 1 | Άρθρο 7 παράγραφος 1 |

Άρθρο 4 παράγραφος 2 | Διαγράφεται |

Άρθρο 4 παράγραφος 3 | Άρθρο 7 παράγραφος 3 |

Άρθρο 4 παράγραφος 4 | Άρθρο 7 παράγραφος 4 |

Άρθρο 4 παράγραφος 5 | Άρθρο 7 παράγραφος 5 |

Άρθρο 4 παράγραφος 6 | Άρθρο 19 παράγραφος 4 |

Άρθρο 5 | Άρθρο 9 |

Άρθρο 6 | Άρθρο 10 |

Άρθρο 7 | Άρθρο 11 |

Άρθρο 8 | Άρθρο 12 |

Άρθρο 9 | Άρθρο 13 |

Άρθρο 10 | Άρθρο 14 |

Άρθρο 11 παράγραφοι 1 έως 4 | Άρθρο 15 παράγραφοι 1 έως 4 |

Άρθρο 11 παράγραφος 5 | Διαγράφεται |

Άρθρο 12 | Άρθρο 16 |

Άρθρο 13 | Άρθρο 17 |

Άρθρο 14 | Άρθρο 21 |

Άρθρο 15 | Άρθρο 22 |

Άρθρο 16 | Άρθρο 23 |

Άρθρο 17 | Άρθρο 24 |

Άρθρο 18 | Άρθρο 25 |

Άρθρο 19 | Άρθρο 26 |

Άρθρο 20 | Άρθρο 27 |

Άρθρο 21 | Άρθρο 29 |

Άρθρο 22 | Διαγράφεται |

Άρθρο 23 | Διαγράφεται |

Άρθρο 24 | Άρθρο 30 |

Άρθρο 25 | Άρθρο 31 |

Άρθρο 26 | Άρθρο 32 |

Άρθρο 27 | Άρθρο 35 |

- | Παράρτημα ΙΙ |

Κανονισμός 407/2002/ΕΚ | Παρών κανονισμός |

Άρθρο 2 | Άρθρο 16 |

Άρθρο 3 | Άρθρο 17 |

Άρθρο 4 | Άρθρο 18 |

Άρθρο 5 παράγραφος 1 | Άρθρο 3 παράγραφος 2 |

Παράρτημα Ι | Παράρτημα Ι |

Παράρτημα ΙΙ | - |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IVΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ:

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…][28].

2. ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΒΔ / ΠΒΔ

Τομέας πολιτικής: Χώρος Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (τίτλος 18)

Δραστηριότητες:

Μεταναστευτικές ροές— Κοινές πολιτικές στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου (κεφάλαιο 18.03)

3. ΓΡΑΜΜΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

3.1. Γραμμές προϋπολογισμού (επιχειρησιακές γραμμές και συναφείς γραμμές τεχνικής και διοικητικής βοήθειας (πρώην γραμμές B.A) περιλαμβανομένων των ονομασιών τους:

Δημοσιονομικό πλαίσιο 2007 – 2013: Τομέας 3Α

Γραμμή προϋπολογισμού: 18.03.11 - Eurodac

3.2. Διάρκεια της δράσης και της δημοσιονομικής επίπτωσης:

Η έναρξη ισχύος του κανονισμού EURODAC συνδέεται με την έναρξη ισχύος του κανονισμού του Δουβλίνου. Η ημερομηνία αυτή μπορεί επίσης να προβλεφθεί για το 2011 το νωρίτερο.

3.3. Δημοσιονομικά χαρακτηριστικά:

Γραμμή προϋπολογισμού | Είδος δαπάνης | Νέο | Συνεισφορά ΕΖΕΣ | Συνεισφορές υποψήφιων χωρών | Τομέας δημοσιονο-μικών προοπτικών |

18.03.11. | ΜΥΔ | Διαχωρ. πιστ.[29] | ΟΧΙ | ΟΧΙ | ΟΧΙ | 3A |

4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΟΡΩΝ

4.1. Δημοσιονομικοί πόροι

4.1.1. Ανακεφαλαιωτικό των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων (ΠΑΥ) και των πιστώσεων πληρωμών (ΠΠ)

σε εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Είδος δαπάνης | Τμήμα αριθ. | Έτος 2010 | 2011 | 2012 | 2013 | ν+4 | ν + 5 και επόμενα | Σύνολο |

Επιχειρησιακές δαπάνες[30] |

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων (ΠΑΥ) | 8.1. | α | 0.000 | 2,415 | 0,000 | 0,000 | 2,415 |

Πιστώσεις πληρωμών (ΠΠ) | β | 0,000 | 2,415 | 0,000 | 0,000 | 2,415 |

Διοικητικές δαπάνες περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς[31] |

Τεχνική και διοικητική βοήθεια (ΜΔΠ) | 8.2.4. | γ | 0,000 | 0,000 | 0,000 | 0,000 | 0,000 |

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ |

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων | α+γ | 0,000 | 2,415 | 0,000 | 0,000 | 2,415 |

Πιστώσεις πληρωμών | β+γ | 0,000 | 2,415 | 0,000 | 0,000 | 2,415 |

Διοικητικές δαπάνες μη περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς[32] |

Ανθρώπινοι πόροι και συναφείς δαπάνες (ΜΔΠ) | 8.2.5. | δ | 0,000 | 0,244 | 0,122 | 0,122 | 0,488 |

Διοικητικές δαπάνες, εκτός ανθρώπινων πόρων και συναφών δαπανών, μη περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς (ΜΔΠ) | 8.2.6. | ε | 0,000 | 0,084 | 0,020 | 0,000 | 0,104 |

Συνολικό ενδεικτικό δημοσιονομικό κόστος της δράσης |

ΣΥΝΟΛΟ ΠΑΥ, περιλαμβανομένων των δαπανών για ανθρώπινους πόρους | α+γ+δ+ε | 0,000 | 2,743 | 0,142 | 0,122 | 3,007 |

ΣΥΝΟΛΟ ΠΠ, περιλαμβανομένων των δαπανών για ανθρώπινους πόρους | β+γ+δ+ε | 0,000 | 2,743 | 0,142 | 0,122 | 3,007 |

Λεπτομέρειες σχετικά με τη συγχρηματοδότηση

Δεν αναμένεται συγχρηματοδότηση.

σε εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Συγχρηματοδοτών οργανισμός | Έτος ν | ν + 1 | ν + 2 | ν + 3 | ν + 4 | ν + 5 και επόμενα | Σύνολο |

…………………… | στ |

ΣΥΝΟΛΟ ΠΑΥ περιλαμβανομένης της συγχρηματοδότησης | α+γ+δ+ε+στ |

4.1.2. Συμβατότητα με τον δημοσιονομικό προγραμματισμό

X Η πρόταση είναι συμβατή με τον ισχύοντα δημοσιονομικό προγραμματισμό.

( Η πρόταση απαιτεί τον επαναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα των δημοσιονομικών προοπτικών.

( Η πρόταση ενδέχεται να απαιτήσει την εφαρμογή των διατάξεων της Διοργανικής Συμφωνίας[33] (σχετικά με το μέσο ευελιξίας ή με την αναθεώρηση των δημοσιονομικών προοπτικών).

4.1.3. Δημοσιονομικές επιπτώσεις επί των εσόδων

X Η πρόταση δεν έχει δημοσιονομική επίπτωση στα έσοδα

( Η πρόταση έχει δημοσιονομική επίπτωση – η επίπτωση στα έσοδα είναι η ακόλουθη:

σε εκατ. EUR (ένα δεκαδικό ψηφίο)

Προ της δράσης [Έτος ν-1] | Κατάσταση μετά τη δράση |

Σύνολο ανθρώπινων πόρων | 0 | 2.0 | 1.0 | 1.0 |

5. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ

5.1. Ανάγκη υλοποίησης βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα

Για να διευκολυνθούν η πρόληψη, η εξακρίβωση και η διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, θα επιτραπεί η πρόσβαση στο EURODAC προς αναζήτηση δεδομένων για σκοπούς επιβολής του νόμου.

5.2. Προστιθέμενη αξία της κοινοτικής συμμετοχής, συνέπεια της πρότασης με άλλα δημοσιονομικά μέσα και δυνατή συνέργεια

Η παρούσα πρόταση θα παράσχει τη λύση στις ανησυχίες του Συμβουλίου και των αρχών επιβολής του νόμου σχετικά με την απουσία πρόσβασης από τις αρχές εσωτερικής ασφάλειας στα δεδομένα EURODAC, η οποία θεωρείται ως σοβαρή έλλειψη που δυσχεραίνει την ταυτοποίηση προσώπων υπόπτων διάπραξης τρομοκρατικών πράξεων ή σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

Η πρόβλεψη της δυνατότητας λειτουργίας αναζητήσεων για σκοπούς επιβολής του νόμου με λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα στο EURODAC εξαρτάται από τη μετάβαση του EURODAC σε ένα νέο σύστημα ΤΠ, το σύστημα βιομετρικής αντιστοιχίας. Το σύστημα βιομετρικής αντιστοιχίας θα χρησιμεύσει ως κοινό πλαίσιο για την παροχή υπηρεσιών βιομετρικής αντιστοιχίας στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενεάς (SIS II), στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και στο EURODAC. Η ενσωμάτωση του EURODAC στο BMS αναμένεται να αρχίσει το 2011.

5.3. Στόχοι, αναμενόμενα αποτελέσματα και συναφείς δείκτες της πρότασης στο πλαίσιο της ΔΒΔ

Κύριοι στόχοι της πρότασης είναι να διευκολυνθούν η πρόληψη, η εξακρίβωση και η διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, καθώς και να επιτραπεί η πρόσβαση στην αναζήτηση για σκοπούς επιβολής του νόμου.

Οι σχετικοί δείκτες συνίστανται στις στατιστικές που θα καταρτίζονται με αντικείμενο τη λειτουργία του EURODAC, π.χ. σχετικά τις αντιπαραβολές δακτυλικών αποτυπωμάτων που ζητούνται για σκοπούς επιβολής του νόμου.

5.4. Μέθοδος υλοποίησης (ενδεικτική)

( Συγκεντρωτική διαχείριση

( απευθείας από την Επιτροπή

( έμμεσα με ανάθεση σε:

( εκτελεστικούς οργανισμούς

( οργανισμούς που έχουν συσταθεί από τις Κοινότητες σύμφωνα με το άρθρο 185 του δημοσιονομικού κανονισμού

( εθνικούς δημόσιους οργανισμούς/οργανισμούς με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας

( Επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη διαχείριση

( από κοινού με τα κράτη μέλη

( από κοινού με τρίτες χώρες

( Από κοινού διαχείριση με διεθνείς οργανισμούς (να διευκρινιστεί)

Μελλοντικώς, η επιχειρησιακή διαχείριση του EURODAC θα μπορούσε να μεταβιβασθεί στον οργανισμό που φέρει την ευθύνη για το SIS II, το VIS και άλλα συστήματα πληροφορικής στον τομέα της Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης. Σε ό,τι αφορά τη συγκρότηση του εν λόγω οργανισμού, η Επιτροπή θα υποβάλει χωριστή πρόταση, που θα περιλαμβάνει εκτίμηση του σχετικού κόστους.

6. ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

6.1. Σύστημα παρακολούθησης

Η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των αλλαγών που επέρχονται με την παρούσα πρόταση θα πραγματοποιείται μέσω των ετήσιων εκθέσεων για τις δραστηριότητες της κεντρικής μονάδας του EURODAC, καθώς και με την αξιολόγηση των πρακτικών πρόσβασης για σκοπούς επιβολής του νόμου.

Η παρακολούθηση των ζητημάτων που άπτονται της προστασίας δεδομένων θα είναι μέλημα του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

6.2. Αξιολόγηση

6.2.1. Εκ των προτέρων αξιολόγηση

Η εκ των προτέρων αξιολόγηση έχει συμπεριληφθεί στην εκτίμηση αντικτύπου.

6.2.2. Μέτρα που λήφθηκαν ύστερα από ενδιάμεση/εκ των υστέρων αξιολόγηση (με βάση διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες στο παρελθόν)

Η Επιτροπή δημοσίευσε έκθεση που εκπόνησε σχετικά με την αξιολόγηση του συστήματος του Δουβλίνου τον Ιούνιο του 2007. Η έκθεση αυτή καλύπτει τα πρώτα 3 έτη λειτουργίας του EURODAC (2003-2005). Στην έκθεση αναγνωρίζεται μεν ότι ο κανονισμός εφαρμόζεται σε γενικές γραμμές ικανοποιητικά, αλλά καταγράφονται ορισμένα ζητήματα που σχετίζονται με την αποτελεσματικότητα των τρεχουσών νομοθετικών διατάξεων και προσδιορίζονται τα ζητήματα για τα οποία πρέπει να ληφθούν μέτρα με στόχο τη βελτίωση της συμβολής του EURODAC στην εφαρμογή του κανονισμού του Δουβλίνου.

6.2.3. Όροι και συχνότητα της αξιολόγησης στο μέλλον

Προτείνεται η πραγματοποίηση τακτικής αξιολόγησης από την Επιτροπή και επίσης από τη διαχειριστική αρχή μετά τη σύστασή της.

7. Μέτρα κατά της απάτης

Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πρακτικών εφαρμόζονται άνευ περιορισμών οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1037/1999.

8. ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΟΡΩΝ

8.1. Στόχοι της πρότασης από πλευράς δημοσιονομικού κόστους

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος 2010 | Έτος 2011 | Έτος 2012 | Έτος 2013 | Έτος ν+4 | Έτος ν+5 |

Μόνιμοι ή έκτακτοι υπάλληλοι[36] (XX 01 01) | A*/AD | 0 | 0 | 0,0 | 0,0 |

B*, C*/AST | 0 | 2,0 | 1,0 | 1,0 |

Προσωπικό που χρηματοδοτείται[37] από το άρθρο XX 01 02 |

Λοιπό προσωπικό[38] που χρηματοδοτείται από το άρθρο XX 01 04/05 |

ΣΥΝΟΛΟ | 0 | 2,0 | 1,0 | 1,0 |

8.2.2. Περιγραφή των καθηκόντων που απορρέουν από τη δράση

Διαχείριση διοικητικών και οικονομικών ζητημάτων που σχετίζονται με τη σύμβαση που συνάπτεται με τον πάροχο του συστήματος.

Παρακολούθηση της εφαρμογής των αλλαγών που επέρχονται στο σύστημα πληροφορικής του EURODAC.

Παρακολούθηση των δοκιμών των κρατών μελών.

Υπηρεσία στήριξης (helpdesk) απευθυνόμενη στα κράτη μέλη για τους νέους χρήστες.

8.2.3. Πηγές ανθρώπινων πόρων (κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης)

( Θέσεις που έχουν διατεθεί για τη διαχείριση του προγράμματος και πρέπει να αντικατασταθούν ή να παραταθούν

( Θέσεις που έχουν διατεθεί εκ των προτέρων στο πλαίσιο της διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ για το έτος ν

( Θέσεις που θα ζητηθούν στο πλαίσιο της επόμενης διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ

( Θέσεις προς αναδιάταξη με χρησιμοποίηση υφιστάμενων πόρων στην υπηρεσία διαχείρισης (εσωτερική αναδιάταξη)

( Θέσεις που απαιτούνται για το έτος ν αλλά δεν προβλέπονται στο πλαίσιο της διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ του σχετικού οικονομικού έτους

8.2.4. Άλλες διοικητικές δαπάνες περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς (XX 01 04/05 – Δαπάνες διοικητικής διαχείρισης)

σε εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Γραμμή προϋπολογισμού (αριθμός και ονομασία) | Έτος ν | Έτος ν+1 | Έτος ν+2 | Έτος ν+3 | Έτος ν+4 | Έτος ν+5 και επό-μενα | ΣΥΝΟΛΟ |

Άλλη τεχνική και διοικητική βοήθεια |

- εσωτερική |

- εξωτερική |

Σύνολο τεχνικής και διοικητικής βοήθειας |

8.2.5. Δημοσιονομικές δαπάνες για ανθρώπινους πόρους και συναφείς δαπάνες που δεν περιλαμβάνονται στο ποσό αναφοράς

σε εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Κατηγορία ανθρώπινων πόρων | Έτος 2010 | Έτος 2011 | Έτος 2012 | Έτος 2013 | Έτος ν+4 | Έτος ν+5 και επό-μενα |

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι (18 01 01) | 0,000 | 0,244 | 0,122 | 0,122 |

Προσωπικό που χρηματοδοτείται από το άρθρο XX 01 02 (επικουρικοί υπάλληλοι, ΑΕΕ, συμβασιούχοι υπάλληλοι, κλπ.) (να αναφερθεί η γραμμή του προϋπολογισμού) |

Συνολικές δαπάνες για ανθρώπινους πόρους και συναφείς δαπάνες (ΜΗ περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς) | 0,000 | 0,244 | 0,122 | 0,122 |

Υπολογισμός– Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι που χρηματοδοτούνται βάσει του άρθρου 18 01 01 01 AD/AST – 122.000 EUR ανά έτος x 2 άτομα = 244 000 EUR (2011) AD/AST – 122.000 EUR ανά έτος x 1 άτομo = 122.000 EUR (2012 -2013) |

8.2.6. Άλλες διοικητικές δαπάνες που δεν περιλαμβάνονται στο ποσό αναφοράς

σε εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος 2010 | Έτος 2011 | Έτος 2012 | Έτος 2013 | Έτος ν+5 | Έτος ν+5 και επό-μενα | ΣΥΝΟΛΟ |

18 01 02 11 01 – Αποστολές | 0,000 | 0,004 | 0,000 | 0,000 | 0,004 |

XX 01 02 11 02 – Συνεδριάσεις και διασκέψεις | 0,000 | 0,080 | 0,020 | 0,000 | 0,100 |

XX 01 02 11 03 – Επιτροπές[40] |

XX 01 02 11 04 – Μελέτες και παροχή συμβουλών |

XX 01 02 11 05 – Συστήματα πληροφοριών |

2 Σύνολο άλλων δαπανών διαχείρισης (XX 01 02 11) |

3 Άλλες δαπάνες διοικητικής φύσης (να προσδιοριστούν και να αναφερθεί η σχετική γραμμή του προϋπολογισμού) |

Σύνολο διοικητικών δαπανών εκτός των ανθρώπινων πόρων και των συναφών δαπανών (που ΔΕΝ περιλαμβάνονται στο ποσό αναφοράς) | 0,000 | 0,084 | 0,020 | 0,000 | 0,104 |

[1] ΕΕ L 062 της 05.03.2002, σ. 1.

[2] Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (EΚ) αριθ. […/…]για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από άπατριν], COM (2008) 825 τελικό.

[3] Η πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ίδρυση Οργανισμού για τη λειτουργική διαχείριση μεγάλων πληροφοριακών συστημάτων στον τομέα της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης [COM(2009) 292 τελικό] υιοθετήθηκε στις 24 Ιουνίου 2009.

[4] Θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων (αναδιατύπωση), P6_TA(2009)0378.

[5] COM (2005) 597.

[6] COM (2007) 301.

[7] Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται στη Δανία ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με το Eurodac για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου (ΕΕ L 66 της 8.3.2006).

[8] Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία (ΕΕ L 93 της 3.4.2001, σ. 40).

[9] Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία (ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 5).

[10] Πρωτόκολλο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκηπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία - COM (2006)754, εκκρεμεί η σύναψη.

[11] Πρωτόκολλο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ελβετία (2006/0257 CNS, συνήφθη στις 24.10.2008, εκκρεμεί η δημοσίευση στην ΕΕ) και πρωτόκολλο στη συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία (ΕΕ L 93 της 3.4.2001).

[12] SEC (2008) 2981.

[13] ΕΕ L 326 της 13.12.2005, σ. 13-34.

[14] ΕΕ L 16 της 23.01.2004, σ. 44-53.

[15] ΕΕ L 304 της 30.09.2004, σ. 12-23.

[16] Λανθάνον αποτύπωμα είναι η τυχαία αναπαραγωγή των λοφοσκοπικών δεδομένων στην επιφάνεια ενός αντικειμένου. Τα λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα είναι συχνά αποσπασματικά και μπορούν να απαιτήσουν χημικές μεθόδους, σκόνη ή εναλλακτικές πηγές φωτισμού για να εμφανιστούν.

[17] COM(2008)XXX.

[18] ΕΕ C […],[…], σ. […].

[19] ΕΕ L 316 της 15.12.2000, σ. 1.

[20] ΕΕ L 62 της 5.3.2002, σ. 1.

[21] COM(2005) 597 τελικό της 24ης Νοεμβρίου 2005

[22] ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 1.

[23] COM(2008)XXX.

[24] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

[25] ΕΕ L 8 της 12.01.2001, σ. 1.

[26] ΕΕ L 12 της 17.01.2004, σ. 47.

[27] ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 1.

[28] Το παρόν νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο αφορά αποκλειστικά τις δαπάνες που προβλέπεται να ανακύψουν σε σχέση με τις αλλαγές που επιφέρει η παρούσα τροποποίηση, πράγμα που σημαίνει ότι δεν περιλαμβάνει τις δαπάνες για την τακτική διαχείριση του EURODAC.

[29] Διαχωριζόμενες πιστώσεις.

[30] Δαπάνες εκτός κεφαλαίου xx 01 του σχετικού τίτλου xx.

[31] Δαπάνες του άρθρου xx 01 04 του τίτλου xx.

[32] Δαπάνες κεφαλαίου xx 01 εκτός των δαπανών των άρθρων xx 01 04 ή xx 01 05.

[33] Βλέπε σημεία 19 και 24 της διοργανικής συμφωνίας.

[34] Να προστεθούν στήλες εάν είναι αναγκαίο, δηλαδή εάν η διάρκεια της δράσης υπερβαίνει τα 6 έτη.

[35] Όπως περιγράφεται στο τμήμα 5.3.

[36] Των οποίων το κόστος ΔΕΝ καλύπτεται από το ποσό αναφοράς.

[37] Των οποίων το κόστος ΔΕΝ καλύπτεται από το ποσό αναφοράς.

[38] Των οποίων το κόστος περιλαμβάνεται στο ποσό αναφοράς.

[39] Να γίνει παραπομπή στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο που αφορά ειδικά τον (τους) εν λόγω εκτελεστικό (-ούς) οργανισμό (-ούς).

[40] Να διευκρινιστεί το είδος της επιτροπής και η ομάδα στην οποία ανήκει.

Top