Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009IP0164

    Η αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής στη νέα προγραμματική περίοδο Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής κατά τη νέα περίοδο προγραμματισμού (2008/2130(INI))

    ΕΕ C 117E της 6.5.2010, p. 73–78 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    6.5.2010   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    CE 117/73


    Τρίτη, 24 Μαρτίου 2009
    Η αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής στη νέα προγραμματική περίοδο

    P6_TA(2009)0164

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής κατά τη νέα περίοδο προγραμματισμού (2008/2130(INI))

    2010/C 117 E/12

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

    έχοντας υπόψη τα άρθρα 158 και 159 της Συνθήκης ΕΚ,

    έχοντας υπόψη το Πρώτο Πρόγραμμα Δράσης για την εφαρμογή της Εδαφικής Ατζέντας της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Πρώτο Πρόγραμμα Δράσης»), το οποίο εγκρίθηκε από το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών χωροταξίας και αστικής ανάπτυξης στην Πόντα Ντελγκάδα (Αζόρες) στις 23 και 24 Νοεμβρίου 2007,

    έχοντας υπόψη την Εδαφική Ατζέντα της ΕΕ («Εδαφική Ατζέντα») και τον Χάρτη της Λειψίας για τις βιώσιμες ευρωπαϊκές πόλεις («Χάρτης της Λειψίας»), τα οποία εγκρίθηκαν από το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών χωροταξίας και αστικής ανάπτυξης στη Λειψία στις 24-25 Μαΐου 2007,

    έχοντας υπόψη τη «Συμφωνία του Μπρίστολ» η οποία εγκρίθηκε από το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών για τις βιώσιμες κοινότητες στο Μπρίστολ στις 6 και 7 Δεκεμβρίου 2005,

    έχοντας υπόψη το «Χωροταξικό Κεκτημένο» (Urban acquis), το οποίο εγκρίθηκε από το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών εδαφικής συνοχής στο Ρότερνταμ στις 29 Νοεμβρίου 2004,

    έχοντας υπόψη τον νέο Χάρτη των Αθηνών του 2003, που διακηρύχθηκε στη Λισαβόνα στις 20 Νοεμβρίου 2003 στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Πολεοδόμων, και το όραμά του για το μέλλον των ευρωπαϊκών πόλεων,

    έχοντας υπόψη το «Πρόγραμμα Δράσης της Λιλ» το οποίο εγκρίθηκε από το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών αστικών υποθέσεων στη Λιλ στις 3 Νοεμβρίου 2000,

    έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Προοπτική για τη Χωροταξική Ανάπτυξη (ESDP), η οποία εγκρίθηκε από το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών χωροταξίας στο Πότσνταμ στις 11 Μαΐου 1999,

    έχοντας υπόψη το Χάρτη για την Αειφορία των Πόλεων όπως αυτός εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Διάσκεψη για την αειφορία των πόλεων στο Aalborg της Δανίας στις 27 Μαΐου 1994,

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Οκτωβρίου 2008 με θέμα «Πράσινη Βίβλος για την εδαφική συνοχή: Μετατροπή της εδαφικής ποικιλομορφίας σε προτέρημα» (COM(2008)0616),

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 19ης Ιουνίου 2008 με θέμα «Πέμπτη έκθεση προόδου σχετικά με την οικονομική και κοινωνική συνοχή: Αυξάνονται οι περιφέρειες, μεγαλώνει η Ευρώπη» (COM(2008)0371),

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 14ης Μαΐου 2008 με θέμα «Τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων σχετικά με τις στρατηγικές και τα προγράμματα της πολιτικής της συνοχής για την περίοδο προγραμματισμού 2007-2013» (COM(2008)0301),

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 30ής Μαΐου 2007 με θέμα «Τέταρτη Έκθεση σχετικά με την Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή» (COM(2007)0273),

    έχοντας υπόψη τον οδηγό της Επιτροπής σχετικά με την «Αστική διάσταση στις κοινοτικές πολιτικές για την περίοδο 2007 – 2013» ο οποίος εγκρίθηκε στις 24 Μαΐου 2007,

    έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής σχετικά με την «Χωροταξία και ανάπτυξη των πόλεων ως διάσταση στα εθνικά στρατηγικά πλαίσια αναφοράς και τα επιχειρησιακά προγράμματα (2007 – 2013): Πρώτη αξιολόγηση» από το Μάιο 2007,

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Ιουλίου 2006 με θέμα «Πολιτική Συνοχής και πόλεις: η αστική συμβολή στην ανάπτυξη και την απασχόληση στις περιφέρειες» (COM(2006)0385),

    έχοντας υπόψη την απόφαση 2006/702/ΕΚ του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2006, για τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τη συνοχή (1),

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Ιουλίου 2005 με θέμα «Πολιτική συνοχής για την υποστήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης: κατευθυντήριες γραμμές της κοινοτικής στρατηγικής για την περίοδο 2007-2013» (COM(2005)0299),

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 14ης Ιουνίου 2002 με θέμα «Προγραμματισμός των διαρθρωτικών ταμείων για την περίοδο 2000-2006: αρχική αξιολόγηση της πρωτοβουλίας Urban» (COM(2002)0308),

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 1997 με θέμα «Προς ένα πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (COM(1997)0197),

    έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα του Προγράμματος 2006 του Ευρωπαϊκού Δικτυακού Παρατηρητηρίου της Ευρωπαϊκής Χωροταξίας (ESPON) και του εγκριθέντος Προγράμματος ESPON 2013,

    έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα των Αστικών Πρότυπων Σχεδίων (1989-1999), της Κοινοτικής πρωτοβουλίας URBAN I (1994-1999) και URBAN II (2000-2006),

    έχοντας υπόψη τα στοιχεία από τη βάση δεδομένων του Αστικού Ελέγχου που παρέχει στατιστικά στοιχεία με 330 δείκτες για 358 ευρωπαϊκές πόλεις,

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη συνέχεια της Εδαφικής Ατζέντας και του Χάρτη της Λειψίας: Προς ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη χωροταξική ανάπτυξη και την εδαφική συνοχή (2),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Μαΐου 2007 σχετικά με τη στέγαση και την περιφερειακή πολιτική (3),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Οκτωβρίου 2005 σχετικά με τις αστικές περιοχές στο πλαίσιο της διεύρυνσης (4),

    έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

    έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A6-0031/2009),

    Α.

    εκτιμώντας ότι έχει αναγνωριστεί πως, ενώ τα αστικά θέματα εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών, οι αστικές περιοχές διαδραματίζουν παρά ταύτα ουσιώδη ρόλο στην αποτελεσματική εφαρμογή των στρατηγικών της Λισαβόνας και του Γκέτεμποργκ και συνιστούν άκρως σημαντικό μέρος της και καταλαμβάνουν εξέχουσα θέση στην πολιτική συνοχής, για την οποία τα κοινοτικά θεσμικά όργανα φέρουν ευθύνη,

    Β.

    εκτιμώντας ότι στόχος της ΕΕ, όπως ορίστηκε στο Χάρτη της Λειψίας, είναι να εξασφαλιστεί ολοκληρωμένη προσέγγιση σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της πολιτικής για την ανάπτυξη των πόλεων προκειμένου να δημιουργηθούν αστικοί χώροι υψηλής ποιότητας, να εκσυγχρονιστούν οι δημοτικές υπηρεσίες, οι μεταφορές, τα δίκτυα ενέργειας και πληροφόρησης, καθώς και να ενθαρρυνθεί η διά βίου μάθηση, η εκπαίδευση και η καινοτομία ιδιαίτερα σε εγκαταλειμμένα αστικά κέντρα και γειτονιές,

    Γ.

    εκτιμώντας ότι τόσο η διαδικασία κατάρτισης ευέλικτου, προσαρμόσιμου και δυναμικού «καταλόγου ελέγχου» για την εφαρμογή του Χάρτη της Λειψίας, ως βασική προϋπόθεση προκειμένου να καλυφθούν οι εξαιρετικά ποικίλες ανάγκες των διαφόρων ευρωπαϊκών πόλεων, όπως το έχει ήδη δρομολογήσει η γαλλική προεδρία, όσο και η περαιτέρω κατάρτιση σχεδίων ολοκληρωμένης αστικής ανάπτυξης ανά κράτος μέλος μπορούν να αποτελέσουν σοβαρό συμπλήρωμα για τη διαφώτιση σχετικά με τις επί μέρους καταστάσεις αλλά και για την ανάληψη πρωτοβουλιών με σαφείς στόχους,

    Δ.

    εκτιμώντας πως χρειάζεται να γίνει διάκριση ανάμεσα σε πόλεις και αστικές περιοχές,

    Ε.

    εκτιμώντας ότι μολονότι το 80 % των 492 εκατομμυρίων κατοίκων της ΕΕ ζει σε πόλεις, η Ένωση χαρακτηρίζεται από την πολυκεντρική ανάπτυξή της, υφίστανται ωστόσο σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά την κατανομή του πληθυσμού στις αστικές, προαστιακές και αγροτικές περιοχές, καθώς επίσης προβλήματα που σχετίζονται με την μάλλον σπάνια παρουσίαση των ενδιαφερόντων των αστικών πληθυσμών και ανάγκες στα λειτουργικά προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων,

    ΣΤ.

    εκτιμώντας ότι στις αστικές περιοχές παράγεται το 70-80 % του ΑΕΠ της ΕΕ και οι πόλεις είναι γνωστό πως αποτελούν κέντρα καινοτομίας και κινητήρια δύναμη της περιφερειακής, εθνικής και κοινοτικής ανάπτυξης,

    Ζ.

    εκτιμώντας ότι οι πόλεις είναι αντιθέτως υπεύθυνες για ποσοστό μεγαλύτερο του 75 % της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας και ότι παράγουν το 80 % των αερίων του θερμοκηπίου λόγω της παραγωγής ενέργειας, των μεταφορών, των βιομηχανιών και της θέρμανσης,

    Η.

    εκτιμώντας ότι η τάση αστικοποίησης εντείνεται από την εσωτερική μετανάστευση προς τις πρωτεύουσες και άλλα μητροπολιτικά κέντρα· εκτιμώντας ότι η επακόλουθη αύξηση του πληθυσμού συνιστά τεράστια επιβάρυνση για τις πόλεις που μεγεθύνονται, εφόσον καλούνται να διαχειριστούν πολλαπλασιαζόμενες ανάγκες όσον αφορά την επεξεργασία των αποβλήτων, την παροχή στέγασης, την εκπαίδευση και τις ευκαιρίες για απασχόληση και εκτιμώντας ότι αυτή η τάση αστικοποίησης δημιουργεί τεράστια πρόκληση στις αγροτικές περιοχές που πρέπει να αντιμετωπίσουν τις απώλειες σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, εργατικού δυναμικού, καταναλωτών και σπουδαστών,

    Θ.

    εκτιμώντας ότι η πρόσφατη άνευ προηγουμένου διεύρυνση της ΕΕ έχει ως αποτέλεσμα την ιδιαίτερα μεγάλη αύξηση των διαφορών κατά περιφέρειες και του αριθμού των πόλεων που παρουσιάζουν έντονα χαρακτηριστικά παρακμής,

    Ι.

    εκτιμώντας ότι παρά το γεγονός πως υπάρχουν διαφορετικές πολιτικές, θεσμικές και συνταγματικές ρυθμίσεις στα κράτη μέλη, οι αστικές περιοχές της ΕΕ αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις και επίσης έχουν κοινές ευκαιρίες στις οποίες πρέπει να ανταποκριθούν, πράγμα που αποδεικνύει πως χρειάζεται να υπάρχουν λεπτομερή στατιστικά δεδομένα αφενός και αφετέρου αμοιβαία συνεργασία και ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών προκειμένου να είναι σε θέση οι ευρωπαϊκές πόλεις να αντιμετωπίσουν τον παγκόσμιο ανταγωνισμό,

    ΙΑ.

    εκτιμώντας ότι η κοινοτική χωροταξική ανάπτυξη αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της οικονομικής αναδιάρθρωσης, των έντονων διακυμάνσεων στην αγορά εργασίας, των δυσπρόσιτων και κορεσμένων δημόσιων μέσων μεταφοράς, του προβλήματος των περιορισμένων χρησιμοποιήσιμων εκτάσεων που επιδεινώνεται από την άναρχη αστική επέκταση, της μείωσης και της γήρανσης του πληθυσμού, της μείωσης του πληθυσμού των αγροτικών περιοχών και των μικρών πόλεων προς όφελος των μεγάλων αστικών κέντρων, του κοινωνικού αποκλεισμού, των υψηλών και αυξανόμενων ποσοστών εγκληματικότητας, της «γκετοποίησης» ορισμένων περιοχών των πόλεων, του χαμηλού εισοδήματος για τα νοικοκυριά, της επιδείνωσης της ποιότητας ζωής στις υποβαθμισμένες γειτονιές, του ανεπαρκούς αριθμού πάρκων και χώρων αναψυχής, της περιβαλλοντικής ρύπανσης, του ελέγχου των υδάτινων πόρων και της διαχείρισης των αποβλήτων και των καταλοίπων, και της ανάγκης διασφάλισης του ενεργειακού εφοδιασμού και της αποτελεσματικής χρήσης της ενέργειας,

    ΙΒ.

    εκτιμώντας ότι η διακυβέρνηση με τη βοήθεια σύγχρονων ηλεκτρονικών τεχνολογιών και συγκεκριμένα η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, σε συντονισμό με όλους τους σχετικούς φορείς, θα μπορούσε να μειώσει σε μεγάλο βαθμό τα υφιστάμενα προβλήματα και να οδηγήσει σε επέκταση των πόλεων που θα ελέγχεται με ολοκληρωμένο τρόπο ο οποίος θα προβλέπει συνεργασία που θα λαμβάνει υπόψη τις προαστιακές περιοχές, τη γειτνίαση με αγροτικές εκτάσεις, και θα συμμορφούται προς τις σύγχρονες μεθόδους χωροταξικού σχεδιασμού, όπως η έξυπνη ανάπτυξη, ο νέος χωροταξικός σχεδιασμός και η έξυπνη πολεοδομία,

    ΙΓ.

    εκτιμώντας ότι οι πολεοδομικές παρεμβάσεις ευνοούν ιδιαίτερα τη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), ιδίως δε στον τομέα των υπηρεσιών, και η πολιτική συνοχής προσανατολίζεται όλο και περισσότερο προς την προώθηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος των πόλεων,

    ΙΔ.

    εκτιμώντας ότι οι ΜΜΕ, ιδιαίτερα οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι βιοτέχνες και οι έμποροι, διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο για τη διατήρηση των δραστηριοτήτων στα αστικά κέντρα και για την διατήρηση της ισορροπίας στις συνοικίες, και ότι οι αστικές πολιτικές σε θέματα μεταφορών, εμπορικών δραστηριοτήτων, αγοραπωλησιών ακινήτων και η αύξηση του κόστους της κατοικίας, ή αντιθέτως η απουσία ισόρροπης πολιτικής στις περιοχές αυτές, συχνά προκαλούν την εξαφάνιση οικονομικών δραστηριοτήτων και την αραίωση των δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών στα άτομα,

    ΙΕ.

    εκτιμώντας ότι είναι αναγκαίο να εξακολουθήσει η ενίσχυση της εταιρικής σχέσης μεταξύ των αστικών και των αγροτικών περιοχών, εφόσον οι πρώτες έχουν τη δυνατότητα να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην αρμονική και ολοκληρωμένη ανάπτυξη των περιφερειών τους σε μια προοπτική εδαφικής συνοχής και ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης,

    1.

    τονίζει πόσο σημαντική είναι η αειφόρος αστική ανάπτυξη και η συμβολή των αστικών περιοχών στην περιφερειακή ανάπτυξη και ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογεί σε τακτική βάση, να μετρά, να αντιπαραβάλει και να συζητά τον αντίκτυπο των κοινοτικών πολιτικών επί της κατάστασης των αστικών περιοχών από οικονομική και κοινωνική άποψη κυρίως δε όσον αφορά τα εκπαιδευτικά και πολιτισμικά προβλήματα, καθώς και από άποψη υγείας, μεταφορών, περιβάλλοντος και ασφάλειας·

    2.

    εκφράζει την λύπη του για το γεγονός ότι τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται αλλά δεν υποχρεούνται να προωθήσουν την αειφόρο αστική ανάπτυξη ως στρατηγική προτεραιότητα και εκφράζει συνεπώς την ανησυχία του μήπως η αστική διάσταση ληφθεί ανεπαρκώς υπόψη από ορισμένα κράτη μέλη· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη σε συνεργασία με τις περιφερειακές και τοπικές αρχές να αναλύουν και να αξιολογούν τον αντίκτυπο της ενσωμάτωσης της πρωτοβουλίας URBAN στις επιμέρους πολιτικές και σε τακτά χρονικά διαστήματα να ελέγχουν και να εξετάζουν τις συνέπειες της εκτέλεσης των κεφαλαίων της ΕΕ στις αστικές περιοχές·

    3.

    εφιστά την προσοχή στις θετικές εμπειρίες της κοινοτικής πρωτοβουλίας URBAN όσον αφορά την εταιρική σχέση, την ολοκληρωμένη προσέγγιση από κάτω προς τα πάνω, δεδομένου ότι συνέβαλαν σημαντικά στην αποτελεσματικότητα και στην επάρκεια των επιλεχθέντων έργων· απαιτεί να λαμβάνονται υπόψη αυτά τα κεκτημένα στην αστική διάσταση της βοήθειας που παρέχουν τα διαρθρωτικά ταμεία, καθώς και να συμπεριλαμβάνονται συγκρίσιμοι μηχανισμοί στην γενική χρηματοδότηση που διατίθεται για την αειφόρο αστική ανάπτυξη, προκειμένου να μπορέσουν περισσότερες πόλεις να επωφεληθούν από αυτή·

    4.

    εκφράζει την άποψη ότι δεν θα ήταν σκόπιμο αλλά αντίθετα προβληματικό να εγκριθεί κοινός ορισμός των «αστικών περιοχών» και γενικότερα του όρου «αστικός», εφόσον θα ήταν δύσκολο να τεθούν στα ίδια πλαίσια οι διαφορετικές καταστάσεις στα κράτη μέλη και στις περιφέρειες, και, ως εκ τούτου, είναι της άποψης πως οποιοσδήποτε υποχρεωτικός ορισμός και προσδιορισμός των αστικών περιοχών πρέπει να αφεθεί στα κράτη μέλη σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας βάσει κοινών ευρωπαϊκών δεικτών·

    5.

    καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να στηρίξουν τις πρωτεύουσές τους και τα άλλα μητροπολιτικά κέντρα στις προσπάθειες που καταβάλλουν για να ανταποκριθούν στις νέες προκλήσεις που θέτει η αστικοποίηση και η αύξηση του πληθυσμού, κυρίως όσον αφορά τη διαχείριση των αποβλήτων, τη στέγαση, την απασχόληση και την εκπαίδευση· θεωρεί, σε γενικότερο πλαίσιο, ότι οι δημογραφικές διακυμάνσεις γεννούν προκλήσεις για τις αστικές και αγροτικές περιοχές εξίσου σε σχέση με την αγορά εργασίας και επιπροσθέτως με τους τομείς της εκπαίδευσης και της εκ νέου κατάρτισης των τέως εργαζομένων που έχουν πληγεί από την ανεργία, και επίσης με την απερήμωση της υπαίθρου·

    6.

    θεωρεί, στο πλαίσιο αυτό, και δεδομένου ότι οι διαφορετικές συνταγματικές ρυθμίσεις των κρατών μελών είναι φανερό πως εκ φύσεως δεν συνάδουν με μεθοδολογίες εναρμόνισης, παρά την αποδοτικότητα των διαφορετικών επιπέδων διακυβέρνησης, θα ήταν χρήσιμο, με διαδικασίες δημόσιας διαβούλευσης, τα κράτη μέλη να ορίσουν κατά περίπτωση την αστική διάσταση όπως την αντιλαμβάνονται, ώστε να υπάρχει ισχυρότερη εσωτερική εναρμόνιση και καλύτερη διαδραστικότητα με την Επιτροπή·

    7.

    υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να εκχωρήσουν στις πόλεις, τη διαχείριση των Διαρθρωτικών Ταμείων της Ένωσης που προορίζονται για την υλοποίηση δράσεων με στόχο την επίτευξη αειφόρου αστικής ανάπτυξης· θεωρεί ότι η εκχώρηση αρμοδιοτήτων παρουσιάζει διπλή προστιθέμενη αξία· αφενός, θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό για την περιφερειακή και την ευρωπαϊκή ανάπτυξη να αναλάβουν οι πόλεις την ευθύνη, από τον προγραμματισμό στην εφαρμογή της αναληφθείσας δράσης, ενώ παράλληλα θα ανταποκρίνονταν στις προκλήσεις σε τοπικό επίπεδο, και αφετέρου, θα αποτελούσε σημαντικό εργαλείο για την βελτίωση της διοικητικής ικανότητας της τοπικής διαχείρισης· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η δυνατότητα της εκχώρησης αρμοδιοτήτων, ενδεχομένως μέσω γενικών επιδοτήσεων προς τις δημοτικές αρχές στο πλαίσιο των επιχειρησιακών προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), δεν έχει χρησιμοποιηθεί πλήρως μέχρι σήμερα και είναι πεπεισμένο πως πρέπει να εξετασθεί και να ενθαρρυνθεί το ενδεχόμενο να ανατεθεί με σαφή τρόπο στις αστικές περιοχές ο ρόλος του μεσολαβητή στο πλαίσιο της προσέγγισης πολυεπίπεδης διακυβέρνησης κατά την προσεχή περίοδο προγραμματισμού· είναι της γνώμης ότι η αστική διάσταση και η εκχώρηση αρμοδιοτήτων στην περιφερειακή πολιτική πρέπει να είναι υποχρεωτική· πρέπει, ωστόσο, να αποφευχθεί το ενδεχόμενο η εκχώρηση αρμοδιοτήτων να επιφέρει την αποδιάρθρωση της περιφερειακής πολιτικής, και, κατά συνέπεια, πρέπει να ορισθεί με σαφήνεια η μέθοδος που χρησιμοποιείται για την εκχώρηση αρμοδιοτήτων·

    8.

    τονίζει το πόσο σημαντική είναι μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για το χωροταξικό σχεδιασμό· προτείνει δε οποιαδήποτε κρατική στήριξη αστικής ανάπτυξης να βασίζεται σε ολοκληρωμένα σχέδια αστικής ανάπτυξης· ζητεί αυτή η ολοκληρωμένη προσέγγιση να αποτελέσει δεσμευτική προϋπόθεση, το συντομότερο δυνατό, αλλά όχι αργότερα από την προσεχή προγραμματική περίοδο, για τη χορήγηση και την απορρόφηση κονδυλίων από τα διαρθρωτικά ταμεία και λήψης δανείων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων· ζητεί από την Επιτροπή να χαράξει κατευθυντήριες γραμμές με συστάσεις και παραδείγματα χρηστής πρακτικής για ολοκληρωμένα σχέδια αστικής ανάπτυξης και να προωθήσει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών·

    9.

    καλεί τα κράτη μέλη, στα στρατηγικά τους πλαίσια αναφοράς και στα εθνικά επιχειρησιακά τους προγράμματα, να δώσουν προτεραιότητα στη χρηματοδότηση έργων που υλοποιούν τα σχέδια αειφόρου αστικής διαχείρισης·

    10.

    συνιστά τα σχέδια αειφόρου αστικής ανάπτυξης να περιλαμβάνουν τουλάχιστον μερικά από τα ακόλουθα στοιχεία: σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων, χάρτες θορύβου και σχέδια δράσης, τοπικά προγράμματα για την ατμοσφαιρική ρύπανση και το περιβάλλον, προοπτικές δημογραφικής αύξησης, αιτήματα για νέες αστικοποιημένες περιοχές, την ανάκτηση εγκαταλελειμμένων εκτάσεων και κτιρίων, την αποκατάσταση υποβαθμισμένων περιοχών και αποβιομηχανοποιημένων ζωνών, τη διαθεσιμότητα και την προσβασιμότητα των δημόσιων υπηρεσιών, την αστική διάρθρωση και την αναλογία ζωνών πρασίνου, τις υποδομές για τα άτομα με αναπηρίες, την αξιοποίηση της πολιτιστικής, ιστορικής και φυσικής κληρονομιάς, την εκτίμηση των αναγκών σε υδάτινους και ενεργειακούς πόρους και την αποτελεσματική χρήση αυτών, τη διαθεσιμότητα των δημόσιων μεταφορών, την αποτελεσματική διαχείριση της κυκλοφορίας, την ενσωμάτωση των ευπαθών ομάδων (μεταναστών, μειονοτήτων, ατόμων με χαμηλή κατάρτιση, ατόμων με αναπηρίες, γυναικών, κλπ.), τη διάθεση αξιοπρεπούς στέγασης σε προσιτές τιμές, και σχέδια καταπολέμησης της παραβατικότητας·

    11.

    πιστεύει πως μόνο εάν διατεθούν επαρκείς πόροι για βιώσιμη αστική ανάπτυξη θα καταστεί δυνατόν να καταρτιστούν ολοκληρωμένα σχέδια αστικής ανάπτυξης και, για το λόγο αυτό, συνιστά να συγκεντρωθούν διαθέσιμοι πόροι σε συγκεκριμένες δράσεις· προτείνει μάλιστα ένα ελάχιστο επίπεδο δαπανών από τα διαρθρωτικά ταμεία που πρέπει να καθορισθεί, ανά κάτοικο της αστικής περιοχής, ανά περίοδο προγραμματισμού, κατά τέτοιον τρόπο ώστε το ποσό αυτό να μην συνιστά μη ρεαλιστική επιβάρυνση για την περιφέρεια·

    12.

    επισημαίνει ότι χρειάζεται επειγόντως να ενισχυθεί η διοικητική ικανότητα κάθετης και οριζόντιας αστικής διακυβέρνησης και επισύρει την προσοχή των κρατών μελών στην πιεστική ανάγκη να υιοθετηθεί ολοκληρωμένη προσέγγιση σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της πολιτικής αστικής ανάπτυξης (η οποία αφορά ζητήματα που κατά κύριο λόγο σχετίζονται με την καθημερινή ζωή των πολιτών όπως οι μεταφορές, οι δημόσιες υπηρεσίες, η ποιότητα ζωής, οι θέσεις απασχόλησης και οι τοπικές οικονομικές δραστηριότητες, η ασφάλεια, κλπ.) όπου στην προσπάθεια αυτή θα συμμετέχουν οι εθνικές κυβερνήσεις μαζί με τις περιφερειακές και τοπικές αρχές και όλοι οι άλλοι σχετικοί δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς, επί τη βάσει της αρχής της εταιρικής σχέσης·

    13.

    αναγνωρίζει ότι είναι δύσκολο για τις αστικές αρχές να συμβιβάσουν τους τομείς της χρηματοδότησης του ΕΚΤ κατά την επιδίωξη της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης με τους τομείς χρηματοδότησης του ΕΤΠΑ κατά τον προγραμματισμό επενδύσεων σε τεχνικές υποδομές· πιστεύει ότι πρέπει να αναθεωρηθεί η αρχή «ένα πρόγραμμα, ένα ταμείο» και ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές πρέπει να αξιοποιήσουν καλύτερα τις συνέργειες σχετικά με τις ενισχύσεις του ΕΤΠΑ και του ΕΚΤ και να ενισχύσουν την ολοκληρωμένη χρηματοδότηση· μακροπρόθεσμα, καλεί την Επιτροπή να μελετήσει το ενδεχόμενο συγχώνευσης των δύο ταμείων, σε περίπτωση που αυτό θα μπορούσε να διασφαλίσει την απλοποίηση των διαδικασιών·

    14.

    υποστηρίζει την αρχή των ανανεώσιμων κεφαλαίων JESSICA και της δυναμικής της για οικονομική ανάπτυξη σε αστικές περιοχές και πιστεύει ότι κατά την προσεχή περίοδο προγραμματισμού η περιφερειακή πολιτική χρειάζεται να επωφεληθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από τους μηχανισμούς χρηματοοικονομικής τεχνικής, όπως π.χ. τα ανανεώσιμα κεφάλαια, που διαθέτουν προνομιακές πιστώσεις παρά αποκλειστικά και μόνο από επιδοτήσεις όπως συμβαίνει σήμερα·

    15.

    επισημαίνει τη δυνατότητα αστικής ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα και πιστεύει πως η χρήση συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα πρέπει να εξετάζεται συστηματικά και να ενθαρρύνεται για την κατάρτιση καινοτόμων χρηματοδοτικών μοντέλων και σχεδίων προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα μείζονα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζουν οι αστικές περιοχές, κυρίως για την κατασκευή υποδομών και για τη στέγαση· επισημαίνει ότι η εν λόγω προσέγγιση προϋποθέτει σαφείς και διαφανείς κανόνες δεοντολογίας, συγκεκριμένα όσον αφορά τη δράση των δημόσιων αρχών, οι οποίες πρέπει, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, να προβούν στις στρατηγικές αποφάσεις για την επιλογή των μεθόδων παροχής υπηρεσιών, την συγγραφή υποχρεώσεων, και επίσης τη διατήρηση επιπέδου ελέγχου·

    16.

    υπογραμμίζει τις εκτελεστικές και διοικητικές πτυχές της αστικής διάστασης και ζητεί να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για να επιτευχθεί η απλοποίηση των εκτελεστικών κανόνων της πολιτικής συνοχής και η γενικότερη μείωση της υπερβολικής γραφειοκρατίας σε ό,τι αφορά τη διαχείριση και τον έλεγχο των κεφαλαίων και επιμέρους προγραμμάτων·

    17.

    επισημαίνει ότι, εκτός από την πολιτική συνοχής, υπάρχουν άλλες κοινοτικές πολιτικές που παρέχουν και αυτές χρηματοδοτική στήριξη στις αστικές περιοχές και ως εκ τούτου ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει και να προτείνει μεγαλύτερο συντονισμό των αντίστοιχων πολιτικών για την συγκέντρωση όλων των πόρων της ΕΕ που διατίθενται στις αστικές περιοχές προκειμένου να εξασφαλιστεί στην πράξη η εφαρμογή της ολοκληρωμένης προσέγγισης, πάντοτε όμως υπό το πρίσμα της πολιτικής συνοχής·

    18.

    θεωρεί ότι οι υφιστάμενες δομές διακυβέρνησης στα κράτη μέλη εξακολουθούν να μην είναι κατάλληλες ώστε να ευνοούν οριζόντια συνεργασία και καλεί επισταμένως την Επιτροπή να προωθήσει την αρχή της δομής διατομεακής διαχείρισης·

    19.

    ζητεί οι υφιστάμενοι οικονομικοί, ανθρώπινοι και οργανωτικοί πόροι να χρησιμοποιηθούν πιο αποτελεσματικά προκειμένου να δημιουργηθούν και να ενισχυθούν τα δίκτυα που δημιουργούνται από τις πόλεις στον τομέα της αειφόρου αστικής ανάπτυξης καθώς αυτά διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εδαφική συνεργασία· υπογραμμίζει, στο πλαίσιο αυτό, την αναγκαιότητα υποδομών που να ενισχύουν τη διατήρηση ιδίων χαρακτηριστικών (π.χ. ιστορικά), τον εκσυγχρονισμό (π.χ. πόλοι καινοτομίας), την οικονομική ανάπτυξη (π.χ. ΜΜΕ) και τις εποχιακές δραστηριότητες και ζητεί από την Επιτροπή να ενισχύσει τη θέση των αστικών περιοχών στην πρωτοβουλία «Περιφέρειες για την οικονομική αλλαγή»·

    20.

    επισημαίνει ότι η ορθή εφαρμογή της πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης και η αειφόρος στρατηγική εδαφικής ανάπτυξης απαιτούν ισορροπία μεταξύ πολιτικών που αφορούν αστικές, προαστιακές περιοχές και περιοχές της υπαίθρου και, κατά συνέπεια, επηρεάζουν την ανάπτυξη της πραγματικής περιφερειακής συνοχής· επαναλαμβάνει το γεγονός ότι η πολιτική ανάπτυξης της υπαίθρου έχει σημαντικό χωροταξικό αντίκτυπο και ότι δεν εντάσσεται επαρκώς στις πολιτικές για την ανάπτυξη των πόλεων και της υπαίθρου· υπογραμμίζει την ανάγκη για πραγματική συνέργεια ανάμεσα σε αυτές τις πολιτικές με αποκορύφωμα την πραγματική δυνατότητα ανάπτυξης και την προώθηση του ελκυστικού και ανταγωνιστικού χαρακτήρα των αγροτικών περιοχών· καλεί τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες να αξιοποιήσουν το μέσο των συμπράξεων αστικών-αγροτικών περιοχών ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της ισορροπημένης εδαφικής ανάπτυξης·

    21.

    ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω και να παρακολουθεί σε τακτική βάση τον Αστικό Έλεγχο και ταυτόχρονα να παρέχει σε όλα τα κράτη μέλη πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση του «Διαχωρισμού μεταξύ αστικών - αγροτικών περιοχών» προκειμένου να υπάρχει σαφής εικόνα της κατάστασης και να εντοπίζονται οι συγκεκριμένες ανάγκες για την ισορροπημένη ανάπτυξη αστικών και αγροτικών περιοχών·

    22.

    συνιστά τη συγκρότηση, από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, ευρωπαϊκής ομάδας υψηλού επιπέδου για την αστική ανάπτυξη και την εφαρμογή της ανοικτής μεθόδου συντονισμού στην πολιτική αστικής ανάπτυξης σε επίπεδο Ένωσης·

    23.

    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και κοινοβούλια των κρατών μελών.


    (1)  ΕΕ L 291, 21.10.2006, σ. 11.

    (2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0069.

    (3)  ΕΕ C 76 E, 27.3.2008, σ. 124.

    (4)  ΕΕ C 233 E, 28.9.2006, σ. 127.


    Top