Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009AE0047

    Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχ0ος της ρύπανσης) (Αναδιατύπωση)

    ΕΕ C 182 της 4.8.2009, p. 46–49 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    4.8.2009   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 182/46


    Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχ0ος της ρύπανσης) (Αναδιατύπωση)»

    COM(2007) 844 τελικό — 2007/0286 (COD)

    (2009/C 182/10)

    Εισηγητής: ο κ. Stéphane BUFFETAUT

    Στις 25 Φεβρουαρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 175, παράγραφος 1, της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα

    «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (Αναδιατύπωση)»

    COM(2007) 844 τελικό — 2007/0286 (COD).

    Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 30 Οκτωβρίου 2008, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Stéphane BUFFETAUT.

    Κατά την 450ή σύνοδο ολομέλειας της 14ης και 15ης Ιανουαρίου 2009 (συνεδρίαση της 14ης Ιανουαρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 152 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 4 αποχές.

    1.   Εισαγωγή

    1.1   Το κείμενο που υποβλήθηκε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή είναι μια αναδιατύπωση της υπάρχουσας οδηγίας. Πρόκειται στην πραγματικότητα για κάτι περισσότερο από μια απλή αναθεώρηση ή επιμέλεια του κειμένου που ισχύει σήμερα. Η Επιτροπή διαβεβαιώνει ότι αυτή η αναδιατύπωση εντάσσεται στη λογική της απλούστευσης στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «βελτίωση της νομοθεσίας», κάτι που ορισμένοι αμφισβητούν. Οι κύριοι στόχοι αυτής της ρύθμισης είναι:

    Σε περιβαλλοντικό επίπεδο: η αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος με μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που να λαμβάνει υπόψη όλους τους περιβαλλοντικούς παράγοντες·

    Σε οικονομικό επίπεδο: η εναρμόνιση των διαδικασιών και πρακτικών για την αποφυγή των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.

    2.   Οι στόχοι της Επιτροπής

    2.1   Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι έχει υπάρξει μείωση των ρυπογόνων εκπομπών κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, αλλά τη θεωρεί ανεπαρκή και επιθυμεί να κάνει περισσότερα βήματα προόδου για την καταπολέμησή τους.

    2.2   Η οδηγία IPPC αφορά περίπου 52 000 εγκαταστάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται, οι ρυπογόνες εκπομπές εξακολουθούν να ξεπερνούν σημαντικά τους στόχους της θεματικής στρατηγικής για την ατμοσφαιρική ρύπανση.

    2.3   Η ρύπανση που προκαλείται από τη βιομηχανική δραστηριότητα συμβάλλει αισθητά στην άσκηση αρνητικών επιδράσεων επί της υγείας και του περιβάλλοντος. Το 83 % περίπου του διοξειδίου του θείου, το 34 % των οξειδίων του αζώτου, το 25 % των εκπομπών διοξίνης και το 23 % του υδραργύρου προέρχονται από αυτές τις εγκαταστάσεις αυτές (1). Οι εκπομπές αυτές δεν περιορίζονται μόνο στις ατμοσφαιρικές εκπομπές, αλλά μπορεί συνεπάγονται απορρίψεις στο νερό και στο έδαφος. Οι δραστηριότητες αυτές καταναλώνουν σημαντικές ποσότητες πρώτων υλών, νερού και ενέργειας και συμβάλλουν στην παραγωγή αποβλήτων. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση (IPPC) μέσω της διαδικασίας των αδειών που εκδίδουν οι αρμόδιες εθνικές αρχές, αποτελεί συνεπώς το ορθότερο μέσο για τη μείωση, των ρύπων που προκαλούν τα απόβλητα των εν λόγω επιχειρήσεων.

    2.4   Σύμφωνα με την Επιτροπή, αυτή η προσέγγιση πρέπει να βασίζεται κατά κανόνα στην αξιοποίηση των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών (ΒΔΤ). Πρόκειται για την αξιοποίηση των πιο αποτελεσματικών τεχνικών για την προστασία του περιβάλλοντος σε ένα δεδομένο τομέα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές οι τεχνικές είναι εμπορικά διαθέσιμες και οικονομικά βιώσιμες.

    2.5   Για την προώθηση αυτής της προσέγγισης, η Επιτροπή οργανώνει την ανταλλαγή πληροφοριών με τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές με στόχο την κατάρτιση εγγράφων αναφοράς (τα BREF) που να ορίζουν την εκάστοτε βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική σε κοινοτικό επίπεδο για κάθε βιομηχανικό κλάδο. Επειδή δε το γραφείο IPPC βρίσκεται στη Σεβίλλη, στην συνέχεια ονομάστηκε διαδικασία της Σεβίλλης.

    2.6   Ορισμένοι βιομηχανικοί κλάδοι (μόνον ορισμένοι όμως) καλύπτονται επίσης από τομεακές οδηγίες που καθορίζουν τις συνθήκες εκμετάλλευσης και τις ελάχιστες απαιτούμενες τεχνικές προδιαγραφές. Οι οδηγίες αυτές ορίζουν ειδικότερα τις οριακές τιμές εκπομπών για ορισμένους ρύπους και εφαρμόζονται χωρίς να θίγουν την εφαρμογή της οδηγίας IPPC.

    2.7   Έχοντας εκπονήσει διάφορες μελέτες και έρευνες, η Επιτροπή θεωρεί αναγκαία την ενίσχυση των ισχυουσών διατάξεων για την καλύτερη καταπολέμηση των βιομηχανικών εκπομπών. Θεωρεί επίσης ότι υπάρχουν κενά στη σημερινή νομοθεσία που έχουν ως αποτέλεσμα, αφενός, τη μη ικανοποιητική εφαρμογή της οδηγίας και, αφετέρου, τη δυσκολία ελέγχου της εφαρμογής της οδηγίας.

    2.8   Ως εκ τούτου, η Επιτροπή προτείνει την αναθεώρηση και τη συγχώνευση επτά ξεχωριστών οδηγιών σε μία μοναδική οδηγία (οδηγία για τις βιομηχανικές εκπομπές {ΟΒΕ}με σκοπό:

    την ενίσχυση της έννοιας των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών,

    την αναθεώρηση των οριακών τιμών εκπομπών για τις μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης,

    τη δημιουργία μιας επιτροπής για την προσαρμογή των μη ουσιαστικών τεχνικών απαιτήσεων για την τεχνική και επιστημονική πρόοδο, ή για τον καθορισμό των εκθέσεων που υποβάλλουν τα κράτη μέλη,

    την εισαγωγή διατάξεων σχετικά με τις επιθεωρήσεις,

    την τόνωση της καινοτομίας και της ανάπτυξης νέων τεχνικών,

    την απλοποίηση και αποσαφήνιση ορισμένων διατάξεων σχετικά με τη διαδικασία αδειοδότησης,

    την επέκταση και αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας,

    την προώθηση των νέων τεχνικών.

    3.   Γενικές παρατηρήσεις

    3.1   Οι τρεις αρχές της σημερινής οδηγίας:

    η ολοκληρωμένη προσέγγιση των επιπτώσεων της βιομηχανικής δραστηριότητας

    η χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών

    η δυνατότητα συνεκτίμησης των τοπικών συνθηκών για τον καθορισμό των όρων των αδειών

    επιτυγχάνουν τη συναίνεση των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων και αντιστοιχούν σε μια σφαιρική και συνεχή προσπάθεια βελτίωσης της περιβαλλοντικής απόδοσης των βιομηχανικών εγκαταστάσεων.

    3.2   Είναι γεγονός ότι υπάρχουν ορισμένες διαφορές στην εφαρμογή της οδηγίας του 1996 στα κράτη μέλη, ωστόσο θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η πλήρης εφαρμογή της είναι πολύ πρόσφατη (Οκτώβριος 2007 για τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις) και ότι δεν υπάρχει η απαραίτητη απόσταση για τη σφαιρική εκτίμηση της εφαρμογής της. Σύμφωνα με την Επιτροπή, ωστόσο, οι αξιολογήσεις για τις ειδικές άδειες και γενικότερα για τις πρακτικές των κρατών μελών δείχνουν πολλά προβλήματα εφαρμογής που οφείλονται κυρίως στις ασαφείς διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Πάντα δε σύμφωνα με την Επιτροπή, όλες οι διαβουλεύσεις και προβλέψεις που πραγματοποιήθηκαν δείχνουν ότι η κατάσταση δεν θα βελτιωθεί χωρίς αλλαγή της νομοθεσίας. Επισημαίνεται ότι η εφαρμογή μιας νομοθεσίας είναι υπόθεση των κρατών μελών και ότι η υποχρέωση συμμόρφωσης με τους όρους αδειοδότησης βαρύνει τους φορείς εκμετάλλευσης των εγκαταστάσεων.

    3.3   Τα BREF, έγγραφα αναφοράς των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών, υπάρχουν ήδη και χρησιμοποιούνται από το 2001 αλλά χρειάστηκε αρκετός χρόνος ώστε τα έγγραφα αυτά να μεταφραστούν σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει ωστόσο αποδειχθεί από τις μελέτες εφαρμογής ότι οι εθνικές δημόσιες διοικήσεις δεν έχουν όλες εκτελέσει τέλεια τα καθήκοντά τους, και συνεπώς δεν είναι δυνατή η απόδοση της ευθύνης αποκλειστικά στις εκάστοτε βιομηχανίες, σε περίπτωση καθυστερημένης ή ατελούς εφαρμογής εφόσον οι συνθήκες αδειοδότησης δεν συμφωνούν με τα BREF. Θεωρείται συνεπώς σκόπιμο να υπάρξει μεγαλύτερος απόηχος της γενικευμένης εφαρμογής των BREF στο σύνολο της επικράτειας της Ένωσης, εφόσον επισημαίνονται πολύ διαφορετικές προσεγγίσεις όσον αφορά τη χρήση τους.

    3.4   Όλα αυτά μπορούν αναμφίβολα να εξηγήσουν τις σχετικές δυσλειτουργίες, αλλά τίθεται το ερώτημα μήπως είναι εσπευσμένο το εγχείρημα μιας διεξοδικής αναδιατύπωσης της οδηγίας. Πράγματι ορισμένα κράτη μέλη εξέδωσαν καθυστερημένα τις άδειες εκμετάλλευσης στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, ενίοτε μάλιστα μετά τη λήξη της προθεσμίας που ορίζει η οδηγία.

    3.5   Ωστόσο, είναι εύλογη η ανησυχία για το γεγονός ότι τα στοιχεία των κρατών σχετικά με τις εκπομπές αφήνουν να εννοηθεί ότι η εφαρμογή των ΒΔΤ (Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών), ιδίως στις μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης, δεν θα συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής για την μόλυνση του αέρα.

    3.6   Σε κάθε περίπτωση, μια τέτοια αναδιατύπωση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς να τηρούνται «οι αρχές της διαφάνειας, της οικονομικής αποτελεσματικότητας και της αποτελεσματικότητας από πλευράς κόστους, της ισότητας και της αλληλεγγύης στην κατανομή των προσπαθειών μεταξύ των κρατών μελών» σύμφωνα με τη διατύπωση του ίδιου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

    4.   Σημεία με ιδιαίτερες δυσκολίες

    4.1   Ρόλος των BREF

    4.1.1   Μέχρι σήμερα τα BREF είχαν έναν διπλό ρόλο:

    να αποτελούν σημείο αναφοράς προκειμένου να ορισθεί τι θεωρείται ως ΒΔΤ κατά τη σύνταξη των αδειών: τα BREF χρησιμοποιούνται ως πηγή ενημέρωσης αναφοράς για τις πολλαπλές επιλογές των ΒΔΤ σε περίπτωση που πρέπει να ανταποκριθούν σε συγκεκριμένες καταστάσεις θέσεων. Αντιπροσωπεύουν το αποτέλεσμα μιας προσέγγισης πολλαπλών φορέων ως προς το τι πρέπει να θεωρείται βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική, που να ανταποκρίνεται σε διάφορους τύπους διαδικασιών από τις οποίες η αρμόδια αρχή επέλεξε το πλέον κατάλληλο πρότυπο

    η επεξεργασία τους αποτελούσε χώρο ανταλλαγής πληροφοριών για τις αποδόσεις και την εξέλιξη των τεχνικών εντός της Ένωσης.

    Η επιλογή των ΒΔΤ γινόταν με την προϋπόθεση ότι το τεχνικό αυτό κριτήριο πληρούται με κόστος που δεν απειλεί την ανταγωνιστικότητα του κλάδου, δεδομένου ότι στον ορισμό των ΒΔΤ αναφέρεται ότι ως βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές «νοούνται οι αναπτυχθείσες σε κλίμακα που επιτρέπει την εφαρμογή τους εντός του οικείου βιομηχανικού κλάδου, υπό οικονομικώς και τεχνικώς βιώσιμες συνθήκες [και] εφόσον εξασφαλίζεται η πρόσβαση του φορέα εκμετάλλευσης σε αυτές με λογικούς όρους» (άρθρ. 2.11 IPPC, 3(9 IED). Στην αντίθετη περίπτωση, όπως συμβαίνει για αναδυόμενες τεχνικές που δεν θεωρούνται ως ΒΔΤ, οι ΒΔΤ αποτελούσαν καλές πρακτικές και ταυτόχρονα την τελευταία εξέλιξη των μεθόδων κατασκευής και παρείχαν μια βάση δεδομένων για τις διάφορες τεχνολογίες και μεθόδους λειτουργίας που εφαρμόζονταν στον σχετικό βιομηχανικό κλάδο.

    4.1.2   Είναι σημαντικό να διατηρηθεί η σημερινή προσέγγιση: οι ΒΔΤ αποτελούν τις τεχνικές που, περίπτωση προς περίπτωση, ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της ρύθμισης, και, μεταξύ άλλων στόχων, επιτρέπουν τον έλεγχο των βιομηχανικών εκπομπών και τη διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος, λαμβάνοντας πάντα υπόψη το κόστος και τα οφέλη της εφαρμογής των εν λόγω τεχνικών. Σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση, θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλους ταυτόχρονα στην Ένωση προκειμένου να αποφευχθεί μία γενική σύγχυση που να βασίζεται στις ημερομηνίες αναθεώρησης των αδειών, στις ημερομηνίες αναθεώρησης των BREF ανά κλάδο, ή στις λιγότερο ή περισσότερο συντηρητικές προσεγγίσεις των ενδιαφερόμενων τομέων. Οι ΒΔΤ πρέπει επίσης να συμβάλουν στη μείωση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.

    4.1.3   Στο πλαίσιο της αναθεώρησης, πρέπει να αποσαφηνιστεί ο ρόλος των BREF. Αυτά δεν καθορίζουν τα επίπεδα εκπομπών, αλλά πρέπει να εξακολουθήσουν να αποτελούν σημείο αναφοράς και να παραμείνουν ένα εργαλείο προόδου, το οποίο επιτρέπει, μεταξύ άλλων στόχων, την τήρηση των ορίων των εκπομπών και των προτύπων ποιότητας του περιβάλλοντος (ύδατα, αέρας, έδαφος) που έχουν καθοριστεί σε άλλο επίπεδο. Κρίνεται σκόπιμο να υπενθυμιστεί, όπως εξάλλου διατυπώνεται και στις οδηγίες χρήσης και τις κατευθυντήριες γραμμές των BREF του 2005, ότι «τα BREF δεν προβλέπουν ούτε τεχνικές ούτε ελάχιστες οριακές τιμές εκπομπών». Ο καθορισμός των επιπέδων των εκπομπών είναι αρμοδιότητα της οικονομικής και περιβαλλοντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τέλος τα μέσα αυτά δεν πρέπει να σταθούν εμπόδιο στη διαμόρφωση της απαραίτητης ευελιξίας ανάλογα με τις τοπικές και τεχνικές συνθήκες.

    4.2   Η διαδικασία της Σεβίλλης

    4.2.1   Η διαδικασία αυτή είναι ανοικτή και βασίζεται στη διαβούλευση, χωρίς να είναι ωστόσο δημοκρατική με την αυστηρή έννοια του όρου. Πράγματι στη διαδικασία αυτή εκπροσωπούνται ή μπορούν να εκπροσωπηθούν τα «κλασικά» τρία ενδιαφερόμενα μέρη: κράτη, τεχνικοί, μη κυβερνητικοί οργανισμοί. Ωστόσο η διαδικασία παραμένει «κάθετη» και ελάχιστες ανταλλαγές υπάρχουν μεταξύ των βιομηχανικών κλάδων. Οι συντάκτες των BREF αλλάζουν, και (για τα κράτη μέλη και την Επιτροπή) σπανίως είναι τα ίδια πρόσωπα που συντάσσουν τις διαδοχικές μορφές των BREF ή τα BREF των διαφόρων τομέων. Υπάρχει εν προκειμένω απώλεια ουσίας και εμπειρογνωμοσύνης όσον αφορά την προσέγγιση ορισμένων ρύπων «μοιραίου» (NOx, CO, CO2, …) ή καθολικού τύπου (SOx, μέταλα, σκόνη …), σε σχέση με τις τεχνικές που εφαρμόζονται, τεχνικές που θα έπρεπε να υπηρετούν το Φόρουμ Ανταλλαγών Πληροφοριών (IEF). Εντούτοις, στο πλαίσιο της διαδικασίας της Σεβίλλης θα έπρεπε να υπάρχει ενημέρωση ανά τακτά χρονικά διαστήματα για τις αποδόσεις των βιομηχανικών κλάδων. Εάν τα κράτη μέλη ήταν περισσότερο παρόντα, θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη λειτουργία της διαδικασίας αυτής εφόσον θα μπορούσαν να αναφέρουν τα στοιχεία που διαπιστώνουν κατά τις επιθεωρήσεις που οφείλουν να πραγματοποιούν.

    4.3   Η αναθεώρηση των αδειών

    4.3.1   Μια εγκατάσταση πρέπει να καλύπτεται από πολλά BREF ταυτόχρονα. Πρέπει λοιπόν εξασφαλιστεί ότι η περιοδική αναθεώρηση των BREF και ο ρυθμός επανεξέτασης των αδειών εάν εκφραστεί σε τροποποιήσεις των διατάξεων πρέπει να είναι συμβατός με τους κύκλους παύσης της λειτουργίας της εγκατάστασης. Εν προκειμένω ενδείκνυται μόνο μια ρύθμιση/προγραμματισμός νομοθετικής φύσεως. Οι νέες τεχνικές θα αξιοποιηθούν καλύτερα εάν τα θέματα διευκρινιστούν εκ των προτέρων. Επίσης, μια ΒΔΤ θα είναι καλύτερα προσαρμοσμένη εάν είναι εξελικτική, αλλά φαίνεται αδιανόητο να επιβληθεί μια αλλαγή επενδύσεων με τον ίδιο ρυθμό που αναθεωρούνται τα BREF. Εναπόκειται συνεπώς στον ευρωπαίο νομοθέτη να ορίσει ένα συνεκτικό χρονοδιάγραμμα προόδου, στη βάση των αποδόσεων που έχουν διαπιστωθεί και της τεχνικής προόδου, αλλά αυτό το καθήκον δεν μπορεί να ανατεθεί στη διαδικασία της Σεβίλλης.

    4.4   Έννοια της νέας τεχνικής

    Το νέο κείμενο εισάγει την έννοια της νέας τεχνικής. Η ιδιαιτερότητα μιας νέας τεχνικής είναι η απαίτηση ελέγχου της σε πραγματικό βιομηχανικό πλαίσιο. Ορισμένες τεχνικές μπορεί να είναι ελπιδοφόρες στο εργαστήριο, και δη σε πειραματικές εγκαταστάσεις, αλλά να αποδειχθούν ανεπαρκείς σε συνθήκες κανονικής χρήσης. Πρέπει συνεπώς να ληφθεί μέριμνα ώστε η εισαγωγή στο κείμενο της έννοιας αυτής να εννοηθεί ως ένα μέσο τόνωσης της καινοτομίας για τη δοκιμή των νέων τεχνικών αλλά όχι ως το πρελούδιο του ορισμού των νέων αναφορών.

    4.5   Ολοκληρωμένη προσέγγιση

    Το νέο κείμενο διατηρεί την αρχή της προσαρμογής ανάλογα με το τοπικό πλαίσιο και τις ειδικές συνθήκες εκμετάλλευσης, και επιλέγει την προσφυγή σε παρεκκλίσεις. Αυτό το σύστημα, αν και παρέχει στις αρμόδιες αρχές μια κάποια ευελιξία για την συνεκτίμηση των ειδικών όρων, είναι πιο άκαμπτο από το προηγούμενο. Είναι σημαντικό ο ορισμός των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών να προκύπτει από μια ουσιαστική και διαφανή συζήτηση των τοπικών και εθνικών διοικήσεων με τις ενδιαφερόμενες βιομηχανίες.

    4.6   Ενοποίηση των τομεακών οδηγιών

    Η ενοποίηση αυτή δεν θα πρέπει να παράγει ένα ιδιαίτερα βαρύ και σύνθετο κείμενο, διότι αυτό θα ήταν αντίθετο με τον επιδιωκόμενο στόχο απλούστευσης. Η ενοποίηση των τομεακών οδηγιών στην πρόταση οδηγίας ποικίλει αισθητά από τη μια οδηγία στην άλλη, ιδίως όσον αφορά τις οριακές τιμές εκπομπών, η βασική δε αιτία τούτου είναι η προσέγγιση των οριακών τιμών εκπομπών με τις τιμές απόδοσης των ΒΔΤ. Οι στόχοι της διαφάνειας και της συνοχής, τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους ενδιαφερόμενους φορείς, πρέπει να παραμείνουν ο κύριος στόχος αυτής της ενοποίησης εφόσον με τον τρόπο αυτό θα μειωθεί ο περιττός διοικητικός φόρτος.

    4.7   Επιτροπολογία, φόρουμ ανταλλαγής πληροφοριών και γραφείο IPPC της Σεβίλλης

    Η πρόταση οδηγίας προβλέπει μια αυξημένη προσφυγή στην επιτροπολογία, ιδίως για τον καθορισμό των κριτηρίων παρέκκλισης από τα BREF. Ποιος θα είναι ο ρόλος των εμπλεκόμενων μερών; Και ποιος θα είναι ο ρόλος που αναλογεί στο φόρουμ ανταλλαγής πληροφοριών και στο γραφείο της Σεβίλλης; Υπάρχει φόβος ότι στο μέλλον η ευρωπαϊκή βιομηχανία θα είναι ολοένα και περισσότερο διστακτική για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές στο γραφείο IPPC της Σεβίλλης, ενώ μέχρι σήμερα αυτή η συνεργασία χαιρετίζεται ομόφωνα ως ευρωπαϊκή επιτυχία. Επίσης, η επιτροπολογία είναι μια διαδικασία αρκετά αδιαφανής την οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν εκτιμά ιδιαιτέρως. Η διαδικασία της επιτροπολογίας θα πρέπει να περιοριστεί στην τροποποίηση δευτερευόντων στοιχείων της νομοθεσίας.

    4.8   Προστασία του εδάφους

    Το νέο κείμενο προβλέπει την υποχρέωση αποκατάστασης του χώρου στην μορφή που είχε πριν την έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης. Η πολυμορφία του εδάφους στην Ευρώπη επιτρέπει την εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας αφήνοντας μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμού στις εθνικές αρχές. Η βέλτιστη επιλογή φαίνεται να είναι η αποκατάσταση του εδάφους ούτως ώστε να αντιστοιχεί στην εγκεκριμένη μελλοντική χρήση του.

    4.9   Δημοσίευση εκθέσεων

    Το κείμενο προβλέπει ότι μετά τις επιθεωρήσεις, οι αρχές θα δημοσιεύουν τη σχετική έκθεση εντός δύο μηνών. Η προθεσμία είναι πολύ σύντομη, και ενδείκνυται να δίδεται αρκετός χρόνος στον εκάστοτε βιομήχανο για να επισημαίνει τις παρατηρήσεις του και να καθορίζει ένα σχέδιο δράσης ώστε και αυτά τα στοιχεία να δημοσιεύονται.

    4.10   Εφαρμογή της οδηγίας

    Η προβλεπόμενη εφαρμογή της οδηγίας από τον Ιανουάριο του 2016 παρουσιάζει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την εφαρμογή της σημερινής οδηγίας IPPC. Εξάλλου, μια σειρά σχεδίων ευρωπαϊκών οδηγιών βρίσκονται επί του παρόντος στο στάδιο της εκπόνησης και έχουν ως μελλοντική ημερομηνία εφαρμογής το 2020 (αναθεώρηση της οδηγίας για τα ανώτατα εθνικά όρια εκπομπών, εφαρμογή της «πράσινης συμφωνίας»). Επίσης, το πρωτόκολλο του Γκέτεμποργκ είναι υπό αναθεώρηση από την Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη στη Γενεύη και ορίζει το 2020 ως έτος καθορισμού των νέων του στόχων.

    Θα ήταν πιο λογικό η πρόταση οδηγίας να εναρμονιστεί με τους λοιπούς περιβαλλοντικούς κανονισμούς και να οριστεί το 2020 αντί του 2016 ως ημερομηνία εφαρμογής της.

    5.   Συμπέρασμα

    5.1   Εάν η οδηγία IPPC έχει εφαρμοστεί με μη ικανοποιητικό τρόπο, θα ήταν ενδεχομένως σκόπιμη η ανάπτυξη όσο το δυνατόν περισσότερων προσπαθειών με τα κράτη μέλη και τα λοιπά εμπλεκόμενα μέρη για την ταχεία βελτίωση της ποιότητας εφαρμογής της σημερινής οδηγίας προκειμένου να χρησιμεύσει ως βάση στην αναδιατύπωση της οδηγίας IPPC, όπως προβλέπεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής και στο σχέδιο δράσης 2008-2010 σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας για τις βιομηχανικές εκπομπές. Ενδείκνυται να τεθούν ως στόχοι της αναθεώρησης του κειμένου η οικονομική και περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα, η διαφάνεια, η διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους φορείς, η καλή ισορροπία της σχέσης κόστους-οφέλους και η τήρηση της αρχής της ισότητας και της αλληλεγγύης στην κατανομή των προσπαθειών μεταξύ των κρατών μελών.

    5.2   Το δίκτυο IMPEL θα μπορούσε να συνδράμει στη βελτίωση της εφαρμογής της σημερινής οδηγίας. Μια επίσημη μετάφραση των εγγράφων BREF στις γλώσσες της Ένωσης θα συνέβαλε εξίσου στην καλύτερη κατανόηση των BREF και της εφαρμογής τους σε εθνικό επίπεδο. Σε συνεργασία με το γραφείο IPPC της Σεβίλλης, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι δεν συμπεριλαμβάνονται διαφοροποιημένες απόψεις στα BREF οι οποίες θα μπορούσαν να μειώσουν την ορθότητα των κειμένων αυτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

    Βρυξέλλες, 14 Ιανουαρίου 2009

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Mario SEPI


    (1)  SEC (2007) 1679


    Top