Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006AG0033

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 33/2006, της 23ης Νοεμβρίου 2006 , που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αξιολόγηση και τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας

ΕΕ C 311E της 19.12.2006, p. 10–20 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

19.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 311/10


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ αριθ. 33/2006

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο της 23ης Νοεμβρίου 2006

για την έκδοση της οδηγίας 2006/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για την αξιολόγηση και τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας

(2006/C 311 E/02)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 175, παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Οι πλημμύρες μπορεί να προκαλέσουν θανάτους, μετακινήσεις πληθυσμών και ζημίες στο περιβάλλον, να θέσουν σοβαρά σε κίνδυνο την οικονομική ανάπτυξη και να υπονομεύσουν τις οικονομικές δραστηριότητες της Κοινότητας.

(2)

Οι πλημμύρες είναι φυσικά φαινόμενα τα οποία είναι αδύνατο να προληφθούν. Ωστόσο, ορισμένες ανθρώπινες δραστηριότητες και η αλλαγή του κλίματος συμβάλλουν στην αύξηση της πιθανότητας επέλευσης φαινομένων πλημμύρας και των αρνητικών τους επιπτώσεων.

(3)

Είναι σκόπιμο και επιθυμητό να μειωθεί ο κίνδυνος των αρνητικών συνεπειών που συνδέονται με την επέλευση πλημμύρας ιδίως στην ανθρώπινη υγεία και ζωή, στο περιβάλλον, στην πολιτιστική κληρονομιά, στην οικονομική δραστηριότητα και στις υποδομές. Εντούτοις, τα μέτρα για τη μείωση αυτών των κινδύνων θα πρέπει, κατά το μέτρο του δυνατού, να συντονίζονται σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού για να είναι αποτελεσματικά.

(4)

Η οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (3) επιβάλλει την ανάπτυξη σχεδίων διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού για κάθε περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού, με στόχο την επίτευξη καλής οικολογικής και χημικής κατάστασης, θα συμβάλλει δε στον μετριασμό των επιπτώσεων των συμβάντων πλημμύρας. Ωστόσο, η μείωση του κινδύνου πλημμύρας δεν είναι ένας από τους κύριους στόχους της εν λόγω οδηγίας, ούτε λαμβάνονται υπόψη πιθανοί μελλοντικοί κίνδυνοι πλημμύρας λόγω της αλλαγής του κλίματος.

(5)

Η ανακοίνωση της Επιτροπής της 12ης Ιουλίου 2004 προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών-Πλημμύρες: πρόληψη, προστασία και μετριασμός των επιπτώσεών τους» περιγράφει την ανάλυση και την προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας σε επίπεδο Κοινότητας και επισημαίνει ότι η ανάληψη συντονισμένης δράσης σε επίπεδο Κοινότητας θα μπορούσε να προσφέρει αξιοσημείωτη προστιθέμενη αξία και να βελτιώσει το συνολικό επίπεδο της προστασίας από τις πλημμύρες.

(6)

Εκτός του συντονισμού μεταξύ κρατών μελών, η αποτελεσματική πρόληψη και ο μετριασμός των πλημμυρών απαιτούν συνεργασία με τρίτες χώρες. Αυτό συνάδει με την οδηγία 2000/60/ΕΚ και με τις διεθνείς αρχές της διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας όπως διατυπώθηκαν ιδίως στο πλαίσιο της Σύμβασης των Ηνωμένωv Εθνώv για την πρoστασία και τη χρησιμoπoίηση των διασυvoριακών υδατoρευμάτων και των διεθνών λιμνών, πoυ εγκρίθηκε με την απόφαση 95/308/ΕΚ τoυ Συμβoυλίoυ (4) και τυχόν επόμενες συμφωνίες σχετικά με την εφαρμoγή της.

(7)

Η απόφαση 2001/792/EΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, περί κοινοτικού μηχανισμού για τη διευκόλυνση της ενισχυμένης συνεργασίας στις επεμβάσεις βοήθειας της πολιτικής προστασίας (5) ενεργοποιεί την υποστήριξη και την ενίσχυση των κρατών μελών σε περίπτωση σοβαρών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων πλημμύρας. Η πολιτική προστασία μπορεί να προσφέρει ενδεδειγμένες απαντήσεις στους θιγόμενους πληθυσμούς και να βελτιώσει την ετοιμότητα και την ανθεκτικότητα.

(8)

Στο πλαίσιο του κανονισμού (EΚ) αριθ. 2012/2002 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 2002, για την ίδρυση του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (6), είναι δυνατή η ταχεία παροχή χρηματοοικονομικής αρωγής σε περίπτωση μείζονος καταστροφής, ώστε να εξασφαλιστεί βοήθεια σε ανθρώπους, φυσικές ζώνες, περιοχές και χώρες που έχουν πληγεί για να επιστρέψουν σε κατά το δυνατόν ομαλές συνθήκες, το Ταμείο όμως μπορεί να παρέμβει μόνον εφόσον πρόκειται για επιχειρήσεις αντιμετώπισης κατεπειγόντων περιστατικών και όχι για τα στάδια που προηγούνται εκτάκτων καταστάσεων.

(9)

Στην Κοινότητα σημειώνονται διάφοροι τύποι πλημμύρας όπως πλημμύρες ποταμών, αστραπιαίες πλημμύρες, πλημμύρες στα αστικά κέντρα και πλημμύρες από τη θάλασσα σε παράκτιες περιοχές. Οι ζημίες που προκαλούνται από τις πλημμύρες ποικίλλουν στις διάφορες χώρες και περιφέρειες της Κοινότητας. Ως εκ τούτου, οι στόχοι της διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας θα πρέπει να καθορίζονται από τα κράτη μέλη καθαυτά και να βασίζονται στις τοπικές και περιφερειακές περιστάσεις.

(10)

Οι κίνδυνοι πλημμύρας σε ορισμένες περιοχές εντός της Κοινότητας μπορούν να θεωρηθούν ότι στερούνται σημασίας, για παράδειγμα σε ακατοίκητες ή αραιοκατοικημένες περιοχές ή σε περιοχές με περιορισμένους οικονομικούς πόρους ή μικρή οικολογική αξία. Σε κάθε περιοχή ή μονάδα διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού θα πρέπει να αξιολογούνται οι κίνδυνοι πλημμύρας και η ανάγκη ανάληψης περαιτέρω δράσης.

(11)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματικό μέσο ενημέρωσης καθώς και πολύτιμη βάση για τον καθορισμό των προτεραιοτήτων και τη λήψη περαιτέρω τεχνικών, οικονομικών και πολιτικών αποφάσεων σχετικά με τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας, είναι απαραίτητο να προβλεφθεί η καθιέρωση χαρτών επικινδυνότητας πλημμύρας και χαρτών κινδύνων πλημμύρας στους οποίους να εμφαίνονται οι δυνητικές αρνητικές συνέπειες που συνδέονται με διαφορετικά σενάρια πλημμύρας.

(12)

Προκειμένου να αποφευχθούν και να μειωθούν οι αρνητικές επιπτώσεις που απορρέουν από πλημμύρες στην εκάστοτε περιοχή είναι σκόπιμο να καθιερωθούν σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας. Τα αίτια και οι συνέπειες σε περίπτωση πλημμύρας ποικίλλουν ανάλογα με τις χώρες και τις περιφέρειες της Κοινότητας. Κατά συνέπεια, τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των περιοχών που καλύπτουν και να παρέχουν ενδεδειγμένες λύσεις ανάλογα με τις ανάγκες και τις προτεραιότητες των περιοχών αυτών, εξασφαλίζοντας παράλληλα συναφή συντονισμό εντός των περιοχών λεκάνης απορροής ποταμών.

(13)

Τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας θα πρέπει να εστιάζονται στην πρόληψη, την προστασία και την ετοιμότητα. Τα στοιχεία των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας θα πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικά και να καθίστανται επίκαιρα, εάν χρειάζεται, λαμβανομένων υπόψη των πιθανών επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος στην εμφάνιση πλημμυρών.

(14)

Η αρχή της αλληλεγγύης είναι πολύ σημαντική στο πλαίσιο της διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας. Υπό το πρίσμα της εν λόγω αρχής, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνονται να επιδιώκουν δίκαιο επιμερισμό των αρμοδιοτήτων, όταν ορισμένα μέτρα αποφασίζονται από κοινού προς όφελος όλων, όσον αφορά τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας κατά μήκος των υδατορευμάτων.

(15)

Για να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των εργασιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τις προκαταρκτικές αξιολογήσεις των κινδύνων πλημμύρας, τους χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και κινδύνων πλημμύρας και τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας που ήδη υπάρχουν, προκειμένου να επιτυγχάνουν τους στόχους και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(16)

Η ανάπτυξη σχεδίων διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμού στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών. Ως εκ τούτου, οι δύο διαδικασίες θα πρέπει να αξιοποιούν αμοιβαία τη δυνατότητα κοινών συνεργιών και κοινού οφέλους, έχοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και εύλογη χρήση των πόρων, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι οι αρμόδιες αρχές και οι μονάδες διαχείρισης ενδέχεται να είναι διαφορετικές στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας και της οδηγίας 2000/60/EΚ.

(17)

Σε περίπτωση που υδατικά συστήματα χρησιμοποιούνται για πολλαπλούς σκοπούς και διάφορες μορφές βιώσιμων ανθρώπινων δραστηριοτήτων (π.χ. διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας, οικολογία, εσωτερική ναυσιπλοΐα ή υδροηλεκτρική ενέργεια) και εφόσον οι εν λόγω χρήσεις έχουν επιπτώσεις στα εν λόγω υδατικά συστήματα, το άρθρο 4 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ προβλέπει σαφή και διαφανή διαδικασία για την αντιμετώπιση ανάλογων χρήσεων και επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών εξαιρέσεων από τους στόχους για «καλή κατάσταση» ή «μη υποβάθμιση».

(18)

Τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/EΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (7).

(19)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεκριμένα, επιδιώκεται να προαχθεί η ενσωμάτωση υψηλού επιπέδου περιβαλλοντικής προστασίας στις κοινοτικές πολιτικές σύμφωνα με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης, όπως περιγράφεται στο άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(20)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι ο καθορισμός πλαισίου μέτρων για τη μείωση των κινδύνων επέλευσης ζημιών λόγω πλημμύρας, δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μπορεί συνεπώς να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(21)

Σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας και το Πρωτόκολλο σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και αναλογικότητας που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη, και ενόψει των υφισταμένων ικανοτήτων των κρατών μελών, θα πρέπει να παραχωρηθεί σημαντική ευελιξία στο τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, ιδίως όσον αφορά την οργάνωση και την ευθύνη των αρχών.

(22)

Σύμφωνα με την παράγραφο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (8), τα κράτη μέλη παροτρύνονται να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία της οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η θέσπιση πλαισίου για την αξιολόγηση και τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας, με στόχο τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και τις οικονομικές δραστηριότητες που συνδέονται με τις πλημμύρες στην Κοινότητα.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, επιπλέον των ορισμών του «ποταμού», της «λεκάνης απορροής ποταμού», της «υπολεκάνης» και της «περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού», που περιέχονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2000/60/EΚ, ισχύουν και οι εξής ορισμοί:

1.

Ως «πλημμύρα» νοείται η προσωρινή κάλυψη από νερό, εδάφους το οποίο, υπό φυσιολογικές συνθήκες, δεν καλύπτεται από νερό. Αυτό περιλαμβάνει πλημμύρες από ποτάμια, ορεινούς χείμαρρους, εφήμερα ρεύματα της Μεσογείου και πλημμύρες από τη θάλασσα σε παράκτιες περιοχές, δύναται δε να εξαιρεί πλημμύρες από συστήματα αποχέτευσης.

2.

Ως «κίνδυνος πλημμύρας» νοείται ο συνδυασμός της πιθανότητας να λάβει χώρα πλημμύρα και των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων για την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και τις οικονομικές δραστηριότητες, που συνδέονται μ'αυτήν.

Άρθρο 3

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις ρυθμίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1, 2, 3, 5 και 6 της οδηγίας 2000/60/EΚ.

2.   Ωστόσο, για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη δύνανται:

α)

να διορίζουν αρμόδιες αρχές διαφορετικές από εκείνες που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2000/60/ΕΚ,

β)

να προσδιορίζουν ορισμένες παράκτιες περιοχές ή μεμονωμένες λεκάνες απορροής ποταμού και να τις υπαγάγουν σε διαφορετική μονάδα διαχείρισης από εκείνες του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, έως τις … (9), τις πληροφορίες του Παραρτήματος Ι της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Προς τούτο, οποιαδήποτε αναφορά σε αρμόδιες αρχές και περιοχές λεκάνης απορροής ποταμού θεωρείται αναφορά στις αρμόδιες αρχές και στη μονάδα διαχείρισης του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με οποιεσδήποτε αλλαγές όσον αφορά τις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο αυτή εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος των εν λόγω αλλαγών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ

Άρθρο 4

1.   Για κάθε περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού ή μονάδα διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), ή τμήμα διεθνούς περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού που βρίσκεται στην επικράτειά τους, τα κράτη μέλη πραγματοποιούν προκαταρκτική αξιολόγηση κινδύνων πλημμύρας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

2.   Πραγματοποιείται προκαταρκτική αξιολόγηση κινδύνου πλημμύρας για να αξιολογηθούν οι δυνητικοί κίνδυνοι βάσει διαθέσιμων ή ευκόλως υπολογιζόμενων πληροφοριών, όπως οι καταγραφές. Η αξιολόγηση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:

α)

χάρτες της περιοχής της λεκάνης απορροής του ποταμού στην κατάλληλη κλίμακα, οι οποίοι περιλαμβάνουν τα όρια των λεκανών και των υπολεκανών απορροής ποταμών και, ανάλογα με την περίπτωση, παράκτιων ζωνών, οι οποίοι περιγράφουν τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά και τη χρήση γης,

β)

περιγραφή των πλημμυρών οι οποίες σημειώθηκαν κατά το παρελθόν και είχαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις ανθρώπινες ζωές, στις οικονομικές δραστηριότητες και στο περιβάλλον, όταν υπάρχει ακόμη πιθανότητα παρόμοιων μελλοντικών συμβάντων, περιλαμβανομένων της έκτασης της πλημμύρας, των οδών αποστράγγισης και της αξιολόγησης των αρνητικών επιπτώσεων που προκάλεσαν,

γ)

περιγραφή των σημαντικών πλημμυρών οι οποίες σημειώθηκαν κατά το παρελθόν, εκ των οποίων θα μπορούσαν ενδεχομένως να προβλεφθούν οι σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις παρόμοιων φαινομένων στο μέλλον,

και, κατά περίπτωση:

δ)

αξιολόγηση των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων των μελλοντικών πλημμυρών στην ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και την οικονομική δραστηριότητα, λαμβανομένων υπόψη στο μέτρο του δυνατού ζητημάτων όπως η τοπογραφία, η θέση των υδατορευμάτων και τα γενικά υδρολογικά και γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά τους, η θέση των κατοικημένων περιοχών και των περιοχών οικονομικής δραστηριότητας καθώς και οι μακροπρόθεσμες εξελίξεις, περιλαμβανομένων των επιδράσεων της αλλαγής του κλίματος στη συχνότητα επέλευσης των συμβάντων πλημμύρας.

3.   Σε περίπτωση διεθνών περιοχών λεκάνης απορροής ποταμών ή μονάδας διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), οι οποίες είναι κοινές με άλλα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών μεταξύ των ενδιαφερόμενων αρμόδιων αρχών.

4.   Τα κράτη μέλη ολοκληρώνουν την προκαταρκτική αξιολόγηση κινδύνου πλημμύρας έως τις 22 Δεκεμβρίου 2012.

Άρθρο 5

1.   Βάσει της προκαταρκτικής αξιολόγησης των κινδύνων πλημμύρας που προβλέπεται στο άρθρο 4, για κάθε περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού ή μονάδα διαχείρισης που δεν συνδέεται με περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού ή τμήμα διεθνούς περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού που βρίσκεται εντός του εδάφους τους, τα κράτη μέλη προσδιορίζουν τις περιοχές για τις οποίες τα κράτη μέλη συμπεραίνουν ότι υπάρχουν δυνητικοί σοβαροί κίνδυνοι πλημμύρας ή ότι ευλόγως κρίνεται ότι είναι πιθανόν να σημειωθεί πλημμύρα.

2.   Ο προσδιορισμός, στο πλαίσιο της παραγράφου 1, περιοχών που ανήκουν σε διεθνή περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού ή σε μονάδα διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), κοινή με άλλο κράτος μέλος, αποτελούν αντικείμενο συντονισμού μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΧΑΡΤΕΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ

Άρθρο 6

1.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν, σε επίπεδο περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού ή της μονάδας διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και χάρτες κινδύνων πλημμύρας, στην πλέον κατάλληλη κλίμακα για τις περιοχές που προσδιορίζονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1.

2.   Για την κατάρτιση των χαρτών επικινδυνότητας πλημμύρας και των χαρτών κινδύνων πλημμύρας που προβλέπονται στο άρθρο 5 από κοινού με άλλα κράτη μέλη, πραγματοποιείται εκ των προτέρων ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών.

3.   Οι χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας καλύπτουν τις γεωγραφικές περιοχές που θα μπορούσαν να πλημμυρήσουν σύμφωνα με τα εξής σενάρια:

α)

πλημμύρες χαμηλής πιθανότητας ή σενάρια ακραίων φαινομένων,

β)

πλημμύρες μέσης πιθανότητας (με πιθανή περίοδο επαναληπτικότητας ≥ 100 χρόνια),

γ)

πλημμύρες υψηλής πιθανότητας, ανάλογα με την περίπτωση.

4.   Για κάθε σενάριο που εκτίθεται στην παράγραφο 3, παρατίθενται τα εξής στοιχεία:

α)

η έκταση της πλημμύρας,

β)

το βάθος νερού ή η στάθμη νερού ανάλογα με την περίπτωση,

γ)

ανάλογα με την περίπτωση, η ταχύτητα ροής ή η σχετική ροή των υδάτων.

5.   Οι χάρτες κινδύνου πλημμύρας περιγράφουν τις δυνητικές αρνητικές επιπτώσεις που συνδέονται με τις πλημμύρες υπό τις συνθήκες των σεναρίων της παραγράφου 3 και εκφράζονται ως εξής:

α)

ενδεικτικός αριθμός κατοίκων που ενδέχεται να πληγούν,

β)

τύπος οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή που ενδέχεται να πληγεί,

γ)

εγκαταστάσεις του Παραρτήματος Ι της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (10), και οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν τυχαία ρύπανση σε περίπτωση πλημμύρας και προστατευόμενες περιοχές οι οποίες ορίζονται στο Παράρτημα IV παράγραφος 1 σημεία (i), (iii) και (v) της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και ενδέχεται να πληγούν,

δ)

άλλες πληροφορίες που το κράτος μέλος θεωρεί χρήσιμες, όπως η επισήμανση των περιοχών όπου υπάρχει το ενδεχόμενο πλημμυρών με αυξημένο ποσοστό μεταφερόμενων ιζημάτων και πλημμυρών που παρασύρουν υπολείμματα.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν ότι, για τις παράκτιες περιοχές στις οποίες υπάρχει επαρκές επίπεδο προστασίας, η κατάστρωση χαρτών επικινδυνότητας πλημμύρας περιορίζεται στο σενάριο της παραγράφου 3, στοιχείο α).

7.   Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν ότι για τις περιοχές με πλημμύρες οφειλόμενες σε υπόγεια ύδατα, η κατάστρωση χαρτών επικινδυνότητας πλημμύρας περιορίζεται στο σενάριο της παραγράφου 3, στοιχείο α).

8.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η κατάρτιση των χαρτών επικινδυνότητας και των χαρτών κινδύνων πλημμύρας να έχει ολοκληρωθεί έως τις 22 Δεκεμβρίου 2013.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΣΧΕΔΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ

Άρθρο 7

1.   Με βάση τους χάρτες του άρθρου 6, τα κράτη μέλη καταρτίζουν συντονισμένα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας σε επίπεδο περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού ή της μονάδας διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), για τις περιοχές που προσδιορίζονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, και τις περιοχές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 13, παράγραφος 1, στοιχείο β, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Τα κράτη μέλη θέτουν κατάλληλους στόχους για τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας για τις περιοχές που προσδιορίζονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, και τις περιοχές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 13, παράγραφος 1, στοιχείο β), εστιάζοντας στη μείωση των δυνητικών αρνητικών συνεπειών που οι πλημμύρες έχουν για την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και την οικονομική δραστηριότητα, και, εάν κρίνεται σκόπιμο, σε μη διαρθρωτικές πρωτοβουλίες και/ή στη μείωση των πιθανοτήτων πλημμύρας.

3.   Τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας περιλαμβάνουν μέτρα για την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 και περιλαμβάνουν τα στοιχεία που παρατίθενται στο Μέρος Α του Παραρτήματος.

Τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας λαμβάνουν υπόψη συναφείς πτυχές, όπως το κόστος και τα οφέλη, την έκταση της πλημμύρας και τις οδούς και περιοχές αποστράγγισης των πλημμυρών με δυνατότητα συγκράτησης των πλημμυρών, τους περιβαλλοντικούς στόχους του άρθρου 4 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τη διαχείριση του εδάφους και των υδάτων, τον χωροταξικό σχεδιασμό, τη χρήση της γης, τη διαφύλαξη της φύσης, τη ναυσιπλοΐα και τις λιμενικές υποδομές.

Το σχέδιο διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας καλύπτει όλες τις πτυχές της διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας εστιαζόμενο στην πρόληψη, την προστασία και την ετοιμότητα, περιλαμβανομένων των προβλέψεων πλημμυρών και των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της συγκεκριμένης λεκάνης ή υπολεκάνης απορροής του ποταμού. Τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν την ελεγχόμενη κατάκλυση ορισμένων περιοχών σε περίπτωση πλημμύρας.

4.   Τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας που θεσπίζει ένα κράτος μέλος δεν περιλαμβάνουν μέτρα τα οποία, λόγω της έκτασης και του αντικτύπου τους, αυξάνουν σημαντικά τους κινδύνους πλημμύρας, ανάντη ή κατάντη, σε άλλες χώρες στην ίδια λεκάνη ή υπολεκάνη απορροής ποταμού, εκτός εάν έχει γίνει συντονισμός των μέτρων αυτών και έχει βρεθεί συμφωνημένη λύση μεταξύ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών στο πλαίσιο του άρθρου 8.

5.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας να ολοκληρωθούν και να δημοσιευθούν έως τις 22 Δεκεμβρίου 2015.

Άρθρο 8

1.   Για τις περιοχές λεκάνης απορροής ποταμών ή τη μονάδα διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), που βρίσκονται εξολοκλήρου έδαφός τους, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εκπόνηση ενός μόνο σχεδίου διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας ή μιας δέσμης σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας που συντονίζεται στο επίπεδο της περιοχής λεκάνης απορροής του ποταμού.

2.   Στην περίπτωση διεθνών περιοχών λεκανών απορροής ποταμού ή της μονάδας διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), που βρίσκονται εξολοκλήρου εντός της Κοινότητας, τα κράτη μέλη μεριμνούν για τον συντονισμό, ώστε να καταρτίζεται ένα μόνο διεθνές σχέδιο διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας ή μία δέσμη σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας που συντονίζεται στο επίπεδο της διεθνούς περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού. Σε περίπτωση που δεν καταρτισθούν τα εν λόγω σχέδια, τα κράτη μέλη καταρτίζουν σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας που καλύπτουν τουλάχιστον τα μέρη της διεθνούς περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού που ανήκουν στην επικράτειά τους, συντονιζόμενα κατά τον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό στο επίπεδο της διεθνούς περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού.

3.   Εάν η διεθνής περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού ή η μονάδα διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), υπερβαίνουν τα όρια της Κοινότητας, τα κράτη μέλη προσπαθούν να εκπονούν ένα μόνον διεθνές σχέδιο διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας ή μία δέσμη σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας συντονιζόμενη στο επίπεδο της διεθνούς περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού· εάν αυτό δεν είναι εφικτό, εφαρμόζεται η παράγραφος 2 για τα τμήματα της διεθνούς λεκάνης απορροής ποταμού που βρίσκονται στο έδαφός τους.

4.   Τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας των παραγράφων 2 και 3 συμπληρώνονται από χώρες με κοινή υπολεκάνη, οσάκις κρίνεται σκόπιμο με λεπτομερέστερα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας συντονιζόμενα στο επίπεδο των διεθνών υπολεκανών.

5.   Όταν ένα κράτος μέλος εντοπίζει ένα ζήτημα με επιπτώσεις στη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας των υδάτων του, το οποίο δεν είναι δυνατόν να επιλυθεί από αυτό το κράτος μέλος, μπορεί να αναφέρει το ζήτημα αυτό στην Επιτροπή και οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και μπορεί να διατυπώσει συστάσεις για την επίλυσή του.

Η Επιτροπή ανταποκρίνεται σε οποιαδήποτε έκθεση ή συστάσεις κρατών μελών εντός έξι μηνών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2000/60/EΚ, ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ

Άρθρο 9

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να συντονίσουν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, εστιαζόμενα στις δυνατότητες για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, ανταλλαγή πληροφοριών και για την επίτευξη κοινών συνεργειών και κοινού οφέλους που αφορούν τους περιβαλλοντικούς στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Συγκεκριμένα:

1.

Η κατάστρωση των πρώτων χαρτών επικινδυνότητας και των χαρτών κινδύνου πλημμύρας και οι συνακόλουθες επανεξετάσεις τους που προβλέπονται στα άρθρα 6 και 14 της παρούσας οδηγίας εκτελούνται ούτως ώστε οι πληροφορίες που περιέχουν να είναι συνεπείς προς τις σχετικές πληροφορίες που υποβάλλονται σύμφωνα με την οδηγία 2000/60/ΕΚ. Μπορούν, εάν κρίνεται σκόπιμο, να συντονίζονται περαιτέρω με τις επανεξετάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2000/60/EΚ και να εντάσσονται σε αυτές.

2.

Η κατάρτιση των πρώτων σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας και οι συνακόλουθες επανεξετάσεις τους που προβλέπονται στα άρθρα 7 και 14 της παρούσας οδηγίας εκτελούνται, εφόσον κριθεί αναγκαίο, σε συντονισμό με τις επανεξετάσεις των σχεδίων διαχείρισης των λεκανών απορροής των ποταμών που προβλέπονται στο άρθρο 13, παράγραφος 7, της οδηγίας 2000/60/EΚ και μπορούν να εντάσσονται σε αυτές.

3.

Η ενεργός συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων στο πλαίσιο του άρθρου 10 της παρούσας οδηγίας συντονίζεται κατά περίπτωση με την ενεργό συμμετοχή των ενδιαφερομένων στο πλαίσιο του άρθρου 14 της οδηγίας 2000/60/EΚ.

Άρθρο 10

1.   Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι προκαταρκτικές αξιολογήσεις κινδύνων πλημμύρας, οι χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας, οι χάρτες κινδύνων πλημμύρας και τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας να καθίστανται διαθέσιμα στο κοινό.

2.   Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν την ενεργό συμμετοχή των ενδιαφερομένων στην κατάρτιση, την επανεξέταση και την ενημέρωση των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας του Κεφαλαίου IV.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΑ

Άρθρο 11

1.   Με τη διαδικασία του άρθρου 12, παράγραφος 2, η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει τεχνικά υποδείγματα για την επεξεργασία και τη διαβίβαση των δεδομένων, περιλαμβανομένων των στατιστικών και χαρτογραφικών δεδομένων, στην Επιτροπή. Τα τεχνικά υποδείγματα θα πρέπει να εγκριθούν τουλάχιστον δύο έτη πριν από τις ημερομηνίες των άρθρων 4 παράγραφος 4, 6, παράγραφος 8, και 7, παράγραφος 5, αντίστοιχα, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων προδιαγραφών και υποδειγμάτων που έχουν εκπονηθεί στο πλαίσιο των σχετικών κοινοτικών πράξεων.

2.   Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη της προβλεπόμενες προθεσμίες επανεξέτασης και ενημέρωσης και σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 12, παράγραφος 2, μπορεί να προσαρμόζει το Παράρτημα στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο.

Άρθρο 12

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που συγκροτείται στο πλαίσιο του άρθρου 21 της οδηγίας 2000/60/EΚ (εφεξής καλούμενη «επιτροπή»).

2.   Σε περίπτωση παραπομπής στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 13

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν να μην εκτελούν την προκαταρκτική αξιολόγηση κινδύνου πλημμύρας του άρθρου 4 για τις λεκάνες ή υπολεκάνες απορροής ποταμών ή τις παράκτιες περιοχές, για τις οποίες:

α)

έχουν ήδη εκτελέσει αξιολόγηση κινδύνου συμπεραίνοντας πριν από τις 22 Δεκεμβρίου 2010 ότι υφίσταται ή ότι ευλόγως κρίνεται ότι είναι πιθανόν να υπάρξει δυνητικός σοβαρός κίνδυνος πλημμύρας ο οποίος οδηγεί στην επισήμανση της περιοχής μεταξύ εκείνων που παρατίθενται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, ή

β)

έχουν αποφασίσει πριν από τις 22 Δεκεμβρίου 2010 να καταστρώσουν χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και χάρτες κινδύνων πλημμύρας και να καταρτίσουν σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν να χρησιμοποιούν χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και χάρτες κινδύνων πλημμύρας που έχουν καταστρωθεί πριν από τις 22 Δεκεμβρίου 2010, εάν οι χάρτες αυτοί παρέχουν ισοδύναμο επίπεδο πληροφοριών με το προβλεπόμενο στο άρθρο 6.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν να χρησιμοποιούν σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας που έχουν καταρτισθεί πριν από τις 22 Δεκεμβρίου 2010, εφόσον το περιεχόμενο των σχεδίων αυτών είναι ισοδύναμο με τις προδιαγραφές σχεδίου που ορίζει το άρθρο 7.

4.   Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη του άρθρου 14.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙΙ

ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΕΙΣ, ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

1.   Η προκαταρκτική αξιολόγηση κινδύνου πλημμύρας ή η αξιολόγηση και οι αποφάσεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, επανεξετάζονται και, εφόσον απαιτείται, καθίστανται ενήμεροι έως τις 22 Δεκεμβρίου 2018 και εν συνεχεία ανά εξαετία.

2.   Οι χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και οι χάρτες κινδύνων πλημμύρας επανεξετάζονται και, εφόσον απαιτείται, καθίστανται ενήμεροι το αργότερο έως τις 22 Δεκεμβρίου 2019 και εν συνεχεία ανά εξαετία.

3.   Οι χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας, οι χάρτες κινδύνων πλημμύρας και τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, περιλαμβανομένων των στοιχείων του Μέρους Β του Παραρτήματος, επανεξετάζονται και, εφόσον απαιτείται, καθίστανται ενήμεροι έως τις 22 Δεκεμβρίου 2021 και εν συνεχεία ανά εξαετία.

4.   Η πιθανή επίδραση των κλιματικών μεταβολών στην συχνότητα επέλευσης φαινομένων πλημμύρας λαμβάνεται υπόψη στην επανεξέταση που προβλέπουν οι παράγραφοι 1 και 3.

Άρθρο 15

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν την προκαταρκτική αξιολόγηση κινδύνων πλημμύρας, τους χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας, τους χάρτες κινδύνων πλημμύρας και τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας των άρθρων 4, 6 και 7 καθώς και την επανεξετασθείσα και, ενδεχομένως, ενημερωμένη εκδοχή τους στην Επιτροπή εντός τριών μηνών από τις ημερομηνίες των άρθρων 4, παράγραφος 4, 6, παράγραφος 8, 7, παράγραφος 5, και 14, αντιστοίχως.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις αποφάσεις που λαμβάνουν σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 13 και καθιστούν διαθέσιμες τις σχετικές με αυτές πληροφορίες, έως τις ημερομηνίες των άρθρων 4, παράγραφος 4, 6, παράγραφος 8, και 7, παράγραφος 5, αντίστοιχα.

Άρθρο 16

Έως τις 22 Δεκεμβρίου 2018 και, εν συνεχεία, ανά εξαετία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 17

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις … (11). Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 18

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 19

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, ….

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Γνώμη της 17ης Μαΐου 2006 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιουνίου 2006 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση … του Συμβουλίου της …

(3)  ΕΕ L 327, 22.12.2000, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 2455/2001/ΕΚ (ΕΕ L 331, 15.12.2001, σ. 1).

(4)  EE L 186, 5.8.1995, σ. 42.

(5)  ΕΕ L 297, 15.11.2001, σ. 7.

(6)  ΕΕ L 311, 14.11.2002, σ. 3.

(7)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200, 22.7.2006, σ. 11).

(8)  ΕΕ C 321, 31.12.2003, σ. 1.

(9)  Δυόμιση έτη από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(10)  ΕΕ L 257, 10.10.1996, σ. 26. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 166/2006 (ΕΕ L 33, 4.2.2006, σ. 1).

(11)  Δύο έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Α.   ΣΧΕΔΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ

Ι.

Στοιχεία των πρώτων σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας:

1.

τα πορίσματα της προκαταρκτικής αξιολόγησης κινδύνου πλημμύρας όπως προβλέπεται στο Κεφάλαιο II υπό μορφή συνοπτικού χάρτη της περιοχής της λεκάνης απορροής ποταμού ή της μονάδας διαχείρισης του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β), στον οποίο οριοθετούνται οι περιοχές οι οποίες προσδιορίζονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, και οι οποίες υπάγονται στο παρόν σχέδιο διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας,

2.

χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και χάρτες κινδύνων πλημμύρας που εκπονούνται δυνάμει του Κεφαλαίου III ή που έχουν ήδη εκπονηθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 και τα συμπεράσματα που μπορούν να συναχθούν από τους χάρτες αυτούς,

3.

περιγραφή των κατάλληλων στόχων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 2,

4.

περίληψη των μέτρων για την επίτευξη των κατάλληλων στόχων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας και των μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 7 καθώς και των μέτρων για τις πλημμύρες που λαμβάνονται στο πλαίσιο άλλων κοινοτικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (1), 1996/82/ΕΚ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες (2), 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων (3) και 2000/60/ΕΚ,

5.

εφόσον υπάρχει, όσον αφορά τις κοινές λεκάνες ή υπολεκάνες, περιγραφή της μεθοδολογίας που έχει καθορίσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για την ανάλυση κόστους-οφέλους που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση μέτρων με διασυνοριακές επιπτώσεις.

ΙΙ.

Περιγραφή της εφαρμογής του σχεδίου:

1.

περιγραφή του τρόπου με τον οποίον θα παρακολουθείται η πορεία εφαρμογής του σχεδίου,

2.

σύνοψη για την πληροφόρηση του κοινού και για τη διαβούλευση με αυτό για τα μέτρα/ τις δράσεις που αναλαμβάνονται,

3.

κατάλογος των αρμόδιων αρχών και, ανάλογα με την περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας συντονισμού σε κάθε διεθνή περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού και της διαδικασίας συντονισμού με την οδηγία 2000/60/EΚ.

B.   ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ:

1.

οποιεσδήποτε μεταβολές ή ενημερώσεις μετά τη δημοσίευση της προηγούμενης έκδοσης του σχεδίου διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας καθώς και σύνοψη των επανεξετάσεων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 14,

2.

αξιολόγηση της προόδου που πραγματοποιήθηκε όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του άρθρου 7, παράγραφος 2,

3.

περιγραφή τυχόν μέτρων τα οποία προβλέπονταν στην προηγούμενη έκδοση του σχεδίου διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας και τα οποία είχαν προγραμματισθεί αλλά δεν εφαρμόστηκαν καθώς και σχετική επεξήγηση,

4.

περιγραφή τυχόν συμπληρωματικών μέτρων μετά τη δημοσίευση της προηγούμενης έκδοσης του σχεδίου διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας.


(1)  ΕΕ L 175, 5.7.1985, σ. 40. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 156, 25.6.2003, σ. 17).

(2)  ΕΕ L 10, 14.1.1997, σ. 13. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 345, 31.12.2003, σ. 97).

(3)  ΕΕ L 197, 21.7.2001, σ. 30.


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Επιτροπή ενέκρινε την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αξιολόγηση και διαχείριση των πλημμυρών στις 18 Ιανουαρίου 2006.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έδωσε τη γνώμη του σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Ιουνίου 2006.

Η Επιτροπή των Περιφερειών αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει.

Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έδωσε τη γνώμη της στις 17 Μαΐου 2006.

Το Συμβούλιο καθόρισε την κοινή του θέση στις 23 Νοεμβρίου 2006.

ΙΙ.   ΣΤΟΧΟΣ

Στόχος της εν λόγω οδηγίας είναι η θέσπιση πλαισίου αξιολόγησης και διαχείρισης των κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και τις οικονομικές δραστηριότητες, οι οποίοι συνδέονται με τις πλημμύρες. Θα απαιτεί προκαταρκτική αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας, χαρτογράφηση σε όλες τις περιοχές όπου υπάρχει σημαντικός κίνδυνος πλημμύρας, συντονισμό για κοινές λεκάνες απορροής ποταμών και εκπόνηση σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας με ευρεία συμμετοχική διαδικασία.

Λόγω της ποικιλομορφίας σε όλη την ΕΕ όσον αφορά την γεωγραφία, υδρολογία και οικιστική διάρθρωση, η προτεινόμενη οδηγία προβλέπει σημαντική ευελιξία όσον αφορά τον καθορισμό από τα κράτη μέλη των στόχων για τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας, των ληπτέων μέτρων για την επίτευξη των εν λόγω στόχων, καθώς και των χρονοδιαγραμμάτων για την εφαρμογή των μέτρων στα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας.

Η εφαρμογή της προτεινόμενης οδηγίας θα συντονισθεί με την εφαρμογή της οδηγίας πλαισίου για τα ύδατα.

ΙΙΙ.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικό πλαίσιο

Στην κοινή θέση ενσωματώνονται ορισμένες από τις τροπολογίες που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε πρώτη ανάγνωση, είτε κατά λέξη, είτε εν μέρει είτε ως προς το πνεύμα. Οι τροποποιήσεις αυτές βελτιώνουν ή αποσαφηνίζουν το κείμενο της προτεινόμενης οδηγίας.

Ωστόσο, άλλες τροπολογίες δεν αντικατοπτρίζονται στην κοινή θέση διότι το Συμβούλιο συμφώνησε ότι δεν ήσαν αναγκαίες ούτε/ή αποδεκτές.

2.   Γενικές διατάξεις (Τίτλος, Κεφάλαιο Ι)

Η κοινή θέση συμφωνεί με την τροπολογία 1, η οποία αλλάζει τον τίτλο της οδηγίας. Εφόσον η αναφορά στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων που έχουν καθορισθεί στην ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία καλύπτεται από τη νομική βάση της οδηγίας, ενσωματώθηκε εν μέρει η τροπολογία 26. Η κοινή θέση δεν ευθυγραμμίζεται προς την τροπολογία 27, η οποία θα περιόριζε την εφαρμογή της οδηγίας σε ειδικές αιτίες πλημμυρών. Οι συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία και τις οικονομικές δραστηριότητες αναφέρονται επίσης μέσα στον ορισμό του κινδύνου πλημμύρας. Ωστόσο, το Συμβούλιο προσθέτει μη εξαντλητικό κατάλογο τύπων πλημμύρας καθώς και τη δυνατότητα εξαίρεσης των πλημμυρών από τα αποχετευτικά δίκτυα. Οι τροπολογίες 28 και 29 έγιναν δεκτές, αντιστοίχως, εν μέρει και πλήρως.

Η τροπολογία 30 για την προσφυγή σε άλλες αρμόδιες αρχές έγινε πλήρως δεκτή. Επιπλέον, εισήχθη η δυνατότητα χρησιμοποίησης μονάδων διαχείρισης διαφορετικών από εκείνες που ορίσθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

3.   Προκαταρκτική αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας (Κεφάλαιο ΙΙ)

Οι τροπολογίες 32 και 33 έγιναν πλήρως δεκτές. Το άρθρο 4 απλοποιήθηκε για να μειωθεί η διοικητική επιβάρυνση των προκαταρκτικών αξιολογήσεων των κινδύνων πλημμύρας και συνεπώς δεν έγιναν αποδεκτές οι τροπολογίες 34 και 36. Εν τούτοις, εξυπακούεται ότι η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των υφισταμένων υποδομών προστασίας από τις πλημμύρες όπως αναφέρεται στην τροπολογία 36 αποτελεί τμήμα οιασδήποτε αξιολόγησης κινδύνου πλημμύρας. Έγινε επίσης διάκριση μεταξύ πλημμυρών που σημειώθηκαν κατά το παρελθόν και μελλοντικών πλημμυρών. Στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο δ, το Συμβούλιο κατέστησε προαιρετικό τον συνυπολογισμό από τα κράτη μέλη των μελλοντικών πλημμυρών.

Το Συμβούλιο διέγραψε το άρθρο 5 παρ. 1 στοιχείο α) της αρχικής πρότασης στο οποίο αναφέρεται η τροπολογία 38 με σκοπό την απλούστευση και βελτίωση του κειμένου. Η τροπολογία 39 έγινε δεκτή ως προς το πνεύμα. Η τροπολογία 40 λήφθηκε υπόψη στο άρθρο 4.

4.   Χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και χάρτες κινδύνων πλημμύρας (Κεφάλαιο ΙΙΙ)

Το θέμα των επιδοτήσεων υπερβαίνει το πεδίο της παρούσας οδηγίας και συνεπώς η τροπολογία 85 δεν έγινε δεκτή. Οι τροπολογίες 42 και 43 απορρίφθηκαν ως περιττές. Οι τροπολογίες 44, 46 και 48 καλύπτονται από το άρθρο 6 παράγραφος 5 στοιχείο δ, με το οποίο επαφίεται στα κράτη μέλη να αποφασίσουν εάν θα περιλάβουν άλλες πληροφορίες σε χάρτες κινδύνων πλημμύρας. Το άρθρο 7 παράγραφος 3 συμφωνεί επίσης με την τροπολογία 48. Η τροπολογία 45 περιττεύει εφόσον η διατύπωση έχει αλλάξει μέσα στην κοινή θέση. Η τροπολογία 47 απορρίφθηκε εφόσον δεν είναι εφικτό να γίνει διάκριση μεταξύ των ειδικών αιτιών πλημμύρας και χαρτογράφησή τους, η δε τροπολογία 49 ενσωματώθηκε εν μέρει.

Οι τροπολογίες 50 και 51 δεν έγιναν αποδεκτές διότι θα επιβάρυναν περισσότερο την διαδικασία αξιολόγησης και χαρακτηρισμού του κινδύνου. Η τροπολογία 52 έγινε αποδεκτή στο άρθρο 6 παράγραφος 5 στοιχείο δ.

5.   Σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας (Κεφάλαιο IV, Παράρτημα)

Το τμήμα των τροπολογιών 35 και 60 που αφορούσε πτυχές κόστους και οφέλους έχει ληφθεί υπόψη στο άρθρο 7 παράγραφος 3. Η τροπολογία 53 δεν έγινε δεκτή, εφόσον δεν είναι απαραίτητο να γίνει ρητή αναφορά σε άλλες οδηγίες με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται τα κράτη μέλη. Το άρθρο 7 παράγραφος 3 συμφωνεί προς την τροπολογία 54 όσον αφορά τις κατακλυζόμενες περιοχές και τις οδούς αποστράγγισης. Η τροπολογία 56 έγινε δεκτή εφόσον συνδέεται με την αρχή της αλληλεγγύης και η τροπολογία 57 έγινε εν μέρει αποδεκτή όσον αφορά τα μη διαρθρωτικά μέτρα και στο βαθμό που τα σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας δεν θα περιλαμβάνουν μέτρα τα οποία ενδέχεται να αυξήσουν τους κινδύνους πλημμύρας ανάντη ή κατάντη σε άλλες χώρες (άρθρο 7 παρ. 4)).

Η τροπολογία 58 δεν μπόρεσε να γίνει δεκτή εφόσον το Συμβούλιο δεν επιθυμούσε να δώσει έμφαση στην ανασκόπηση των πλημμυρικών συμβάντων. Η τροπολογία 59 λήφθηκε υπόψη κατ' αρχήν στο Παράρτημα. Η τροπολογία 61 έγινε δεκτή εν μέρει και κατ' αρχήν όσον αφορά την αρχή της αλληλεγγύης. Η τροπολογία 62 δεν έγινε δεκτή, προκειμένου να παραμείνει αρκούντως γενική η αρχή της αλληλεγγύης. Η τροπολογία 63 δεν ενσωματώθηκε εφόσον η προτεινόμενη διαδικασία συντονισμού δεν έγινε αποδεκτή και ορισμένα τμήματα της τροπολογίας δεν ήσαν αναγκαία.

Οι τροπολογίες 64 και 65 έγιναν δεκτές εν μέρει και κατ' αρχήν όσον αφορά τον συντονισμό για ολόκληρη τη λεκάνη απορροής ποταμού. Η τροπολογία 66 έγινε πλήρως αποδεκτή αλλά με διαφορετική διατύπωση, με επανάληψη του κειμένου της οδηγίας πλαισίου για τα ύδατα. Οι δύο χωριστές ψηφοφορίες απορρίφθηκαν εφόσον το Συμβούλιο ήθελε να διατηρήσει τον προαιρετικό χαρακτήρα του συντονισμού. Η τροπολογία 68 ενσωματώθηκε κατ' αρχήν στην κοινή θέση με την αναφορά στην συμμετοχή του κοινού στο άρθρο 10 πρώτη παράγραφος. Η τροπολογία 69 απορρίφθηκε διότι η συμμετοχή του κοινού καλύπτεται ήδη από το άρθρο 10. Η κοινή θέση δεν συμπεριλαμβάνει λεπτομέρειες των μέτρων ετοιμότητας και συνεπώς δεν συμφωνεί προς τις τροπολογίες 69 και 70. Η τροπολογία 72 απορρίφθηκε διότι δεν είναι αρμόζουσα στο πλαίσιο των υποχρεώσεων ενημέρωσης.

Η τροπολογία 74 απορρίφθηκε. Το Συμβούλιο πιστεύει ότι το άρθρο 7 παράγραφος 3 ήδη προβλέπει τον σύνδεσμο μεταξύ αυτής της οδηγίας και της οδηγίας πλαισίου για τα ύδατα. Εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν τα μέτρα που έχουν στόχο τη μείωση των δυνητικών αρνητικών συνεπειών των πλημμυρών. Η τροπολογία 75 απορρίφθηκε εφόσον η ορολογία δεν συμφωνεί προς τα άρθρα 7 παράγραφος 2 και 7 παράγραφος 3. Η τροπολογία 86 έγινε δεκτή.

6.   Μεταβατικά μέτρα (Κεφάλαιο VII)

Η κοινή θέση βασίζεται σε υφιστάμενο έργο σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, και συγκεκριμένα χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας, χάρτες κινδύνων πλημμύρας και σχέδια διαχείρισης. Το άρθρο 13 ενσωματώνει, εν μέρει και/ή κατ'αρχήν, τις τροπολογίες 31, 37, 41, 55 και 71.

7.   Διάφορα

Στο προοίμιο, η κοινή θέση ενσωματώνει εν μέρει ή κατ' αρχήν τις τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αριθ. 2, 12, 16, 17, 24 και 25. Η κοινή θέση δεν συμφωνεί προς την τροπολογία 4, εφόσον στην προκαταρκτική αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας εξετάζονται πλημμύρες οι οποίες σημειώθηκαν στο παρελθόν καθώς και η αποτυχία των παραδοσιακών στρατηγικών διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας. Η τροπολογία 5 είναι άτοπη στην παρούσα οδηγία, εφόσον αναφέρεται στον συντονισμό εντός κρατών μελών και στους τρόπους με τους οποίους συντονίζονται εσωτερικά οι αρχές. Η τροπολογία 9 απορρίφθηκε ως μη αναγκαία: διευρύνει την αιτιολογική παράγραφο 19 και επαναλαμβάνει κείμενο από τα συμπεράσματα του Συμβουλίου. Η τροπολογία 23 απορρίφθηκε και αυτή, εφόσον αποτελεί συντακτική τροποποίηση της αιτιολογικής παραγράφου 19. Η τροπολογία 13 απορρίφθηκε διότι δεν αντανακλά διάταξη των άρθρων. Εφόσον η έννοια της προκαταρκτικής αξιολόγησης κινδύνου απλοποιήθηκε, οι τροπολογίες 15 και 18 δεν έγιναν αποδεκτές. Οι τροπολογίες 19 και 21 υπερβαίνουν το πεδίο της παρούσας οδηγίας. Εφόσον η κοινή θέση βασίζεται στις αρχές της επικουρικότητας και της αλληλεγγύης, η τροπολογία 20 ενσωματώθηκε εν μέρει. Η τροπολογία 22 ήδη καλύπτεται από την αιτιολογική παράγραφο 17 και κατά συνέπεια απορρίφθηκε.

Αναφορές στις κλιματικές αλλαγές (οι τροπολογίες 7, 9, 10 και 38 καλύπτονται εν μέρει από τις αιτιολογικές παραγράφους 2 και 5 και από το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο δ). Η υποχρέωση να λαμβάνεται υπόψη η αλλαγή του κλίματος αρχίζει να ισχύει το 2018, επομένως η τροπολογία 73 δεν έγινε αποδεκτή.

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Το Συμβούλιο κρίνει ότι η κοινή του θέση λαμβάνει ευρέως υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση. Αντιπροσωπεύει μία ισόρροπη και ρεαλιστική λύση με στόχο τη μείωση των συνεπειών των πλημμυρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ εξασφαλίζει στενό δεσμό με την εφαρμογή της οδηγίας πλαισίου για τα ύδατα. Το Συμβούλιο προσβλέπει προς μια εποικοδομητική συζήτηση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με σκοπό την έγκαιρη έκδοση της οδηγίας.


Top