Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52005AG0003

    Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 3/2005, της 7ης Οκτωβρίου 2004, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη ρύπανση από πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις

    ΕΕ C 25E της 1.2.2005, p. 29–40 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    1.2.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    CE 25/29


    ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 3/2005

    που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 7 Οκτωβρίου 2004

    για την έκδοση της οδηγίας 2005/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τη ρύπανση από πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    (2005/C 25E/03)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως την παράγραφο 2 του άρθρου 80,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

    τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Η πολιτική της Κοινότητας στον τομέα της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας επιδιώκει να διασφαλίσει υψηλό επίπεδο ασφάλειας και προστασίας του περιβάλλοντος βασίζεται δε στην παραδοχή ότι όλα τα μέρη που συμμετέχουν στη θαλάσσια μεταφορά εμπορευμάτων έχουν την ευθύνη να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των πλοίων που χρησιμοποιούνται στα κοινοτικά ύδατα με τους ισχύοντες κανόνες και πρότυπα.

    (2)

    Τα ουσιώδη πρότυπα για τις απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών από πλοία σε όλα τα κράτη μέλη βασίζονται στη σύμβαση Μarpol 73/78 ωστόσο, πάρα πολλά πλοία που διαπλέουν τα κοινοτικά ύδατα αγνοούν καθημερινά τους κανόνες αυτούς χωρίς να λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα.

    (3)

    Η εφαρμογή της σύμβασης Μarpol 73/78 παρουσιάζει αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών και, κατά συνέπεια, καθίσταται αναγκαία η εναρμόνιση της εφαρμογής της σε κοινοτικό επίπεδο· ειδικότερα, η πρακτική των κρατών μελών διαφέρει σημαντικά όσον αφορά την επιβολή κυρώσεων για απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών από πλοία.

    (4)

    Τα μέτρα αποτρεπτικού χαρακτήρα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής της Κοινότητας για την ασφάλεια της ναυτιλίας, δεδομένου ότι συνδέουν την ευθύνη καθενός από τα μέρη που συμμετέχουν στη θαλάσσια μεταφορά ρυπογόνων εμπορευμάτων και την επιβολή κυρώσεων σε αυτά· για να επιτευχθεί συνεπώς αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος απαιτούνται ουσιαστικές αποτρεπτικές και αναλογικές κυρώσεις.

    (5)

    Προς τούτο αποκτά ουσιώδη σημασία η προσέγγιση των ισχυουσών νομικών διατάξεων, ιδίως όσον αφορά, αφ' ενός, τον ακριβή ορισμό της εκάστοτε παράβασης και τις περιπτώσεις απαλλαγής, ήτοι το αντικείμενο της παρούσας οδηγίας και, αφ' ετέρου, τους ελάχιστους κανόνες για τις ποινές, την αστική ευθύνη και τη δικαιοδοσία, ήτοι το αντικείμενο της απόφασης-πλαίσιο 2005/.../ΔΕΥ του Συμβουλίου, της..., σχετικά με την ενίσχυση του ποινικού πλαισίου για την επιβολή της νομοθεσίας κατά της ρύπανσης από πλοία.

    (6)

    Σκοπός της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων, είναι να δοθεί ορισμός των απορρίψεων και, συνεπώς, να καταστεί αποτελεσματικότερη η εφαρμογή της απόφασης-πλαίσιο 2005/.../ΔΕΥ για την πρόληψη της συγκεκριμένης παράβασης.

    (7)

    Το διεθνές σύστημα κανόνων για την αστική ευθύνη και αποζημίωση λόγω ρύπανσης από πετρέλαιο, αλλά ούτε εκείνο που αφορά τη ρύπανση από άλλες επικίνδυνες ή επιβλαβείς ουσίες δεν παράγουν επαρκώς αποτρεπτικά αποτελέσματα ώστε να αποθαρρύνουν τα μέρη τα οποία συμμετέχουν στη θαλάσσια μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων από πρακτικές που δεν ανταποκρίνονται στα ισχύοντα πρότυπα· τα απαιτούμενα αποτρεπτικά αποτελέσματα μπορούν να επιτευχθούν μόνο με τη θέσπιση κυρώσεων που θα επιβάλλονται σε όποιον προξενεί θαλάσσια ρύπανση ή συνεργεί στην προξένησή της κυρώσεις πρέπει να επιβάλλονται όχι μόνο στον κύριο του πλοίου ή τον πλοίαρχο, αλλά και στον κύριο του φορτίου, το νηογνώμονα ή κάθε άλλον ενεχόμενο.

    (8)

    Οι απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών από πλοία πρέπει να θεωρούνται παραβάσεις εφόσον διαπράττονται από πρόθεση, ενσυνείδητη αμέλεια ή βαρεία αμέλεια.

    (9)

    Οι κυρώσεις για απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών από πλοία δεν συνδέονται με την αστική ευθύνη των σχετιζομένων μερών και, κατά συνέπεια, δεν υπόκεινται σε κανόνες σχετικούς με τον περιορισμό ή τη μετακύλιση της αστικής ευθύνης, ούτε περιορίζουν την αποτελεσματική αποζημίωση των θυμάτων ατυχημάτων ρύπανσης.

    (10)

    Απαιτείται περαιτέρω αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών ώστε να εξασφαλισθεί ο έγκαιρος εντοπισμός των απορρίψεων ρυπογόνων ουσιών από πλοία και των υπαιτίων.

    (11)

    Εφόσον υπάρχουν σαφείς αντικειμενικές αποδείξεις απόρριψης που προξενούν σημαντική ζημία ή συνιστούν απειλή σημαντικής ζημίας, τα κράτη μέλη υποβάλλουν το ζήτημα στις αρμόδιες αρχές τους για να κινήσουν διαδικασία που συνάδει προς το άρθρο 220 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας.

    (12)

    Η οδηγία είναι σύμφωνη με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας όπως τις ορίζει το άρθρο 5 της συνθήκης. Η ενσωμάτωση στο κοινοτικό δίκαιο των διεθνών προτύπων περί θαλάσσιας ρύπανσης και η θέσπιση κυρώσεων, στις οποίες μπορούν να περιλαμβάνονται ποινικές ή διοικητικές κυρώσεις, για παραβιάσεις των προτύπων αυτών, αποτελεί αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη υψηλού επιπέδου ασφάλειας και προστασίας του περιβάλλοντος στις θαλάσσιες μεταφορές. Ο στόχος αυτός είναι δυνατόν να επιτευχθεί από την Κοινότητα μόνο μέσω εναρμονισμένων κανόνων. Η παρούσα οδηγία περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού και δεν υπερβαίνει τα αναγκαία προς τούτο όρια. Δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να λαμβάνουν αυστηρότερα μέτρα κατά της ρύπανσης από πλοία σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

    (13)

    Η παρούσα οδηγία συνάδει πλήρως προς το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Σκοπός

    1.   Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να διασφαλισθεί ότι επιβάλλονται οι κατάλληλες κυρώσεις στα πρόσωπα τα υπεύθυνα για ρύπανση από πλοία, ώστε να βελτιωθεί η ασφάλεια στην ναυτιλία και να ενισχυθεί η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος από τη ρύπανση που προξενούν πλοία.

    2.   Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να λαμβάνουν αυστηρότερα μέτρα κατά της ρύπανσης από πλοία σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:

    1.

    ως «Marpol 73/78» νοούνται η διεθνής σύμβαση του 1973 για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία και το πρωτόκολλό της του 1978, όπως ισχύει κατόπιν των εκάστοτε τροποποιήσεων,

    2.

    ως «ρυπογόνες ουσίες» νοούνται οι ουσίες που ορίζονται στα παραρτήματα I (πετρέλαιο) και II (επιβλαβείς υγρές ουσίες που μεταφέρονται χύδην) της Marpol 73/78,

    3.

    ως «απόρριψη» νοείται κάθε έκλυση από πλοίο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 της Marpol 73/78,

    4.

    ως «πλοίο» νοείται θαλασσοπλούν σκάφος, ανεξαρτήτως σημαίας, οποιουδήποτε τύπου, το οποίο ασκεί δραστηριότητες στο θαλάσσιο περιβάλλον, περιλαμβανομένων των υδροπτερύγων, των αερόστρωμνων σκαφών, των υποβρυχίων και των πλωτών ναυπηγημάτων.

    Άρθρο 3

    Πεδίο εφαρμογής

    1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, σε απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών:

    α)

    στα εσωτερικά ύδατα κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των λιμένων, εφόσον εφαρμόζεται το καθεστώς Marpol·

    β)

    στα χωρικά ύδατα κράτους μέλους·

    γ)

    στα στενά που χρησιμοποιούνται για τη διεθνή ναυσιπλοΐα και υπόκεινται στο καθεστώς του πλοίου διέλευσης, όπως ορίζεται από το μέρος III τμήμα 2 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας, εφόσον κάποιο κράτος μέλος ασκεί δικαιοδοσία στα στενά αυτά·

    δ)

    στην αποκλειστική οικονομική ζώνη ή σε ανάλογη ζώνη κράτους μέλους, που έχει καθορισθεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και

    ε)

    στην ανοικτή θάλασσα.

    2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών από οποιοδήποτε πλοίο, ανεξαρτήτως σημαίας, με εξαίρεση τα πολεμικά πλοία, τα βοηθητικά πλοία του πολεμικού ναυτικού, ή άλλα πλοία κρατικής ιδιοκτησίας ή κρατικής εκμετάλλευσης, τα οποία χρησιμοποιούνται, προσωρινώς, μόνο για κρατικούς και μη εμπορικούς σκοπούς.

    Άρθρο 4

    Παραβάσεις

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών από πλοία σε οποιαδήποτε από τις περιοχές που αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 αντιμετωπίζονται ως παραβάσεις, εφόσον διαπράττονται από πρόθεση, ενσυνείδητη αμέλεια ή βαρεία αμέλεια.

    Άρθρο 5

    Εξαιρέσεις

    1.   Η απόρριψη ρυπογόνων ουσιών σε οποιαδήποτε από τις περιοχές που αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 δεν θεωρείται παράβαση εφόσον πληροί τους όρους του κανονισμού 11 στοιχεία α) ή γ) του παραρτήματος I, ή του κανονισμού 6 στοιχεία α) ή γ), του παραρτήματος II της Marpol 73/78.

    2.   Η απόρριψη ρυπογόνων ουσιών στις περιοχές που αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ) και ε) δεν αντιμετωπίζεται ως παράβαση για τον κύριο του πλοίου, τον πλοίαρχο ή το πλήρωμα, όταν αυτό ενεργεί υπό την ευθύνη του πλοιάρχου, εφόσον πληροί τους όρους του κανονισμού 11 στοιχείο β), του παραρτήματος I, ή του κανονισμού 6 στοιχείο β) του παραρτήματος II της Marpol 73/78.

    3.   Η απόρριψη ρυπογόνων ουσιών σε οποιαδήποτε από τις περιοχές που αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 δεν θεωρείται παράβαση, εφόσον πληροί τους όρους των κανονισμών 9 ή 10 του παραρτήματος I, ή του κανονισμού 5 του παραρτήματος ΙΙ της Marpol 73/78.

    Άρθρο 6

    Εκτελεστικά μέτρα που αφορούν πλοία ελλιμενισμένα σε κράτος μέλος

    1.   Εάν παρατυπίες ή πληροφορίες γεννούν υπόνοιες ότι πλοίο το οποίο ευρίσκεται εκουσίως σε λιμένα ή σε τερματικό σταθμό ανοικτής θάλασσας κράτους μέλους έχει προβεί ή προβαίνει σε απόρριψη ρυπογόνων ουσιών σε οποιαδήποτε από τις περιοχές που αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 το εν λόγω κράτος μέλος μεριμνά να διενεργηθεί, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, η ενδεδειγμένη επιθεώρηση, λαμβάνοντας υπόψη του τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές που έχει εγκρίνει ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός (IMO).

    2.   Εφόσον από την επιθεώρηση που προβλέπει η παράγραφος 1 αποκαλυφθούν γεγονότα τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν παράβαση κατά την έννοια του άρθρου 4 ενημερώνονται οι αρμόδιες αρχές αυτού του κράτους μέλους και του κράτους της σημαίας.

    Άρθρο 7

    Εκτελεστικά μέτρα από παράκτια κράτη, που αφορούν διερχόμενα πλοία

    1.   Εάν υπάρχουν υπόνοιες ότι διαπράττεται απόρριψη ρυπογόνων ουσιών στις περιοχές τις οποίες αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ), δ) ή ε) και το ύποπτο για την απόρριψη πλοίο δεν καταπλεύσει σε λιμένα του κράτους μέλους το οποίο διαθέτει τις πληροφορίες σχετικά με την εικαζόμενη απόρριψη, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:

    α)

    Εάν ο επόμενος κατάπλους του πλοίου θα γίνει σε λιμένα άλλου κράτους μέλους, τα οικεία κράτη μέλη συνεργάζονται στενά κατά την επιθεώρηση που προβλέπει το άρθρο 6 παράγραφος 1 και κατά τη λήψη απόφασης περί των ενδεδειγμένων διοικητικών μέτρων που αφορούν κάθε απόρριψη αυτού του είδους.

    β)

    Εάν ο επόμενος κατάπλους του πλοίου θα γίνει σε λιμένα κράτους εκτός της Κοινότητας, το κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει την ενημέρωση του επόμενου λιμένα κατάπλου του πλοίου σχετικά με την εικαζόμενη απόρριψη, ζητεί δε από το κράτος του επόμενου λιμένα να λάβει τα αναγκαία μέτρα που αφορούν κάθε απόρριψη αυτού του είδους.

    2.   Εφόσον υπάρχουν σαφή αντικειμενικά αποδεικτικά στοιχεία ότι πλοίο το οποίο πλέει στις περιοχές τις οποίες αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) ή δ) διέπραξε στην περιοχή την οποία αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ) παράβαση με αποτέλεσμα απόρριψη που προκαλεί σημαντική ζημία ή συνιστά απειλή σημαντικής ζημίας για τις ακτές ή άλλα σχετικά συμφέροντα του οικείου κράτους μέλους, ή για οποιουσδήποτε πόρους των περιοχών τις οποίες αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) ή δ), το εν λόγω κράτος, υπό την επιφύλαξη του τμήματος 7 του μέρους ΧΙΙ της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας και εφόσον το δικαιολογούν τα αποδεικτικά στοιχεία υποβάλλει το ζήτημα στις αρμόδιες αρχές του προκειμένου να κινήσουν διαδικασία, περιλαμβανομένης της κράτησης του πλοίου, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.

    3.   Σε κάθε περίπτωση ενημερώνονται οι αρχές του κράτους της σημαίας.

    Άρθρο 8

    Κυρώσεις

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι παραβάσεις κατά το άρθρο 4 επισύρουν αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές κυρώσεις, στις οποίες είναι δυνατόν να περιλαμβάνονται ποινικές ή διοικητικές κυρώσεις.

    2.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι κυρώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 εφαρμόζονται σε οποιονδήποτε υπαίτιο παράβασης κατά το άρθρο 4.

    Άρθρο 9

    Συμμόρφωση προς το διεθνές δίκαιο

    Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας χωρίς διάκριση ως προς τον τύπο ή την ουσία μεταξύ των αλλοδαπών πλοίων και σύμφωνα με το εφαρμοστέο διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος 7 του μέρους XII της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, του 1982, ενημερώνουν δε πάραυτα το κράτος σημαίας του πλοίου και οποιοδήποτε άλλο σχετιζόμενο κράτος για τα μέτρα που λαμβάνουν βάσει της παρούσας οδηγίας.

    Άρθρο 10

    Συνοδευτικά μέτρα

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εργάζονται από κοινού, εφόσον απαιτείται, σε στενή συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια της Ναυτιλίας και, εφόσον απαιτείται, στα πλαίσια του προγράμματος δράσης για την αντιμετώπιση της ακούσιας ή εκούσιας θαλάσσιας ρύπανσης που θεσπίσθηκε με την απόφαση 2850/2000/ΕΚ (3), ώστε:

    α)

    να αναπτύξουν τα αναγκαία συστήματα πληροφοριών που απαιτούνται για την αποτελεσματική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας·

    β)

    να θεσπίσουν κοινές πρακτικές και κατευθυντήριες γραμμές χρησιμοποιώντας ως βάση εκείνες που ισχύουν σε διεθνές επίπεδο, με στόχους ιδίως:

    την παρακολούθηση και την έγκαιρη αναγνώριση των πλοίων που προβαίνουν σε απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών κατά παράβαση της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης, όταν κρίνεται αναγκαίο, της εγκατάστασης εξοπλισμού παρακολούθησης στα πλοία,

    την εφαρμογή αξιόπιστων μεθόδων για την ανίχνευση του συγκεκριμένου πλοίου που έχει απορρίψει ρυπογόνες ουσίες στη θάλασσα και

    την αποτελεσματική επιβολή της παρούσας οδηγίας.

    Άρθρο 11

    Εκθέσεις

    Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ανά τριετία στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας από τις αρμόδιες αρχές. Βάσει των εκθέσεων αυτών, η Επιτροπή υποβάλλει κοινοτική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

    Άρθρο 12

    Επιτροπή

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ασφάλειας της ναυτιλίας και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS), η οποία έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, για την επιτροπή ασφάλειας της ναυτιλίας και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) (4).

    2.   Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά την επιτροπή που έχει συσταθεί βάσει της αποφάσεως αριθ. 2850/2000/ΕΚ, σχετικά με τα προτεινόμενα μέτρα ή με άλλες σχετικές ενέργειες που αναλαμβάνονται σε περίπτωση θαλάσσιας ρύπανσης.

    Άρθρο 13

    Διαδικασία τροποποίησης

    Οι τροποποιήσεις της Marpol 73/78 περί των οποίων το άρθρο 2, σημείο 1, είναι δυνατόν να εξαιρεθούν του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002.

    Άρθρο 14

    Εφαρμογή

    Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο την … (5) και πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

    Άρθρο 15

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 16

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος


    (1)  ΕΕ C 220 της 16.9.2003, σ. 72.

    (2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2004 (ΕΕ C 92 Ε της 21.4.2004, σ. 77).

    (3)  Απόφαση 2850/2000/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2000, για τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου συνεργασίας στον τομέα της ακούσιας ή εκούσιας θαλάσσιας ρύπανσης (ΕΕ L 332 της 28.12.2000, σ. 1)· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση αριθ. 787/2004/ΕΚ (ΕΕ L 138 της 30.4.2004, σ. 12).

    (4)  ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 415/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 68 της 6.3.2004, σ. 10).

    (5)  18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Σύνοψη, η οποία χρησιμοποιείται ως πλαίσιο αναφοράς, των κανόνων της Marpol 73/78 περί απορρίψεων πετρελαίου και επιβλαβών υγρών ουσιών, κατά το άρθρο 2 παράγραφος 2

    ΜΕΡΟΣ I:   ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ (MARPOL 73/78, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I)

    Για την εφαρμογή του παραρτήματος Ι της Marpol 73/78, «πετρέλαιο» σημαίνει το πετρέλαιο σε κάθε μορφή, συμπεριλαμβανομένου του αργού πετρελαίου, του καυσίμου πετρελαίου, της ιλύος, των αποβλήτων πετρελαίου και των προϊόντων διύλισης πετρελαίου (εκτός των πετροχημικών τα οποία υπάγονται στις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ της σύμβασης Marpol 73/78) και «πετρελαιοειδές μείγμα» σημαίνει μείγμα με περιεκτικότητα πετρελαίου σε οιαδήποτε αναλογία.

    Αποσπάσματα των συναφών διατάξεων του παραρτήματος Ι της Marpol 73/78:

    Κανονισμός 9:   Έλεγχος της απόρριψης πετρελαίου

    (1)

    Με την επιφύλαξη των διατάξεων των κανονισμών 10 και 11 του παρόντος παραρτήματος και της παραγράφου 2 του παρόντος κανονισμού, απαγορεύεται κάθε απόρριψη στη θάλασσα πετρελαίου ή μειγμάτων πετρελαίου από τα πλοία, στα οποία εφαρμόζεται το παρόν παράρτημα, εκτός εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    για πετρελαιοφόρο, εκτός από την περίπτωση που προβλέπεται από το στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου, εφόσον:

    i)

    το δεξαμενόπλοιο βρίσκεται εκτός ειδικής περιοχής,

    ii)

    το δεξαμενόπλοιο απέχει περισσότερο από 50 ναυτικά μίλια από την πλησιέστερη ακτή,

    iii)

    το δεξαμενόπλοιο βρίσκεται σε πορεία,

    iv)

    ο στιγμιαίος ρυθμός απόρριψης πετρελαίου δεν υπερβαίνει τα 30 λίτρα ανά ναυτικό μίλι,

    v)

    η ολική ποσότητα πετρελαίου που απορρίφθηκε στη θάλασσα δεν υπερβαίνει για τα υπάρχοντα δεξαμενόπλοια το 1/15 000 της συνολικής ποσότητας του συγκεκριμένου φορτίου, μέρος του οποίου αποτελούσε το κατάλοιπο, και για τα νέα δεξαμενόπλοια το 1/30 000 της συνολικής ποσότητας του συγκεκριμένου φορτίου, μέρος του οποίου αποτελούσε το κατάλοιπο και

    vi)

    το δεξαμενόπλοιο έχει εν λειτουργία σύστημα αυτόματης παρακολούθησης και ελέγχου των απορρίψεων πετρελαίου και δεξαμενή ακαθάρτων κατάλοίπων, όπως απαιτείται από τον κανονισμό 15 του παρόντος παραρτήματος.

    β)

    από πλοίο μη πετρελαιοφόρο, ολικής χωρητικότητας 400 κόρων και άνω, και από τους υδροσυλλέκτες του χώρου του μηχανοστασίου, εξαιρουμένων των υδροσυλλεκτών του αντλιοστασίου φορτίου για τα πετρελαιοφόρα, εκτός εάν υπάρχει ανάμειξη με υπολείμματα φορτίου πετρελαίου, εφόσον:

    i)

    το πλοίο βρίσκεται εκτός ειδικής περιοχής,

    ii)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία,

    iii)

    η περιεκτικότητα σε πετρέλαιο της εκροής χωρίς αραίωση δεν υπερβαίνει τα 15 μέρη ανά εκατομμύριο και

    iv)

    το πλοίο διαθέτει σε λειτουργία [εξοπλισμό παρακολούθησης, ελέγχου και φίλτρου] όπως απαιτείται από τον κανονισμό 16 του παρόντος παραρτήματος.

    (2)

    Όταν πρόκειται για πλοίο μη πετρελαιοφόρο, ολικής χωρητικότητας κάτω των 400 κόρων που ευρίσκεται έξω από την ειδική περιοχή, η αρμόδια αρχή [του κράτους της σημαίας] θα εξασφαλίζει να είναι εξοπλισμένο, όσον είναι πρακτικώς δυνατό και εύλογο, με εγκαταστάσεις αποθήκευσης των υπολειμμάτων πετρελαίου στο πλοίο και εκφόρτωσής τους σε εγκαταστάσεις υποδοχής ή απόρριψής τους στην θάλασσα κατά τις επιταγές της παραγράφου 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού.

    [....]

    (3)

    Οι διατάξεις της παραγράφου (1) του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται στις απορρίψεις καθαρού ή διαχωρισμένου έρματος, ή μη κατεργασμένων πετρελαιοειδών μειγμάτων τα οποία χωρίς αραίωση έχουν περιεκτικότητα σε πετρέλαιο μη υπερβαίνουσα τα 15 μέρη ανά εκατομμύριο, δεν προέρχονται από τους υδροσυλλέκτες του αντλιοστασίου φορτίου και δεν είναι αναμεμειγμένα με υπολείμματα φορτίου πετρελαίου.

    (4)

    Καμία απόρριψη στη θάλασσα δεν πρέπει να περιέχει χημικά ή άλλες ουσίες σε ποσότητες ή συγκεντρώσεις επιβλαβείς για το θαλάσσιο περιβάλλον, ή χημικά ή άλλες ουσίες που χρησιμοποιούνται για την καταστρατήγηση των όρων απόρριψης που καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό.

    (5)

    Τα κατάλοιπα πετρελαίου τα οποία δεν επιτρέπεται να απορριφθούν στη θάλασσα σύμφωνα με τις παραγράφους (1), (2) και (4) του παρόντος κανονισμού παραμένουν στο πλοίο ή εκφορτώνονται σε εγκαταστάσεις υποδοχής.

    [....]

    Κανονισμός 10:   Μέθοδοι για την πρόληψη ρύπανσης από πλοία που ταξιδεύουν σε ειδικές περιοχές

    (1)

    Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, ειδικές περιοχές είναι η Μεσόγειος Θάλασσα, η Βαλτική Θάλασσα, ο Εύξεινος Πόντος, η Ερυθρά Θάλασσα, η περιοχή των «Κόλπων», ο Κόλπος του Aden, η περιοχή της Ανταρκτικής και τα ύδατα της βορειοδυτικής Ευρώπης, [όπως καθορίζονται και διευκρινίζονται περαιτέρω].

    (2)

    Με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού 11 του παρόντος παραρτήματος:

    α)

    Απαγορεύεται κάθε απόρριψη στην θάλασσα πετρελαίου ή πετρελαιοειδούς μείγματος από οιοδήποτε πετρελαιοφόρο και οιοδήποτε μη πετρελαιοφόρο πλοίο ολικής χωρητικότητας άνω των 400 κόρων, όταν βρίσκεται σε ειδική περιοχή. […]

    β)

    […] Απαγορεύεται κάθε απόρριψη στη θάλασσα πετρελαίου ή πετρελαιοειδούς μείγματος από πλοίο μη πετρελαιοφόρο, ολικής χωρητικότητας κάτω των 400 κόρων, όταν αυτό βρίσκεται εντός ειδικής περιοχής, εκτός εάν το περιεχόμενο πετρελαίου της εκροής χωρίς αραίωση δεν υπερβαίνει τα 15 μέρη ανά εκατομμύριο (ppm).

    (3)

    α)

    Οι διατάξεις της παραγράφου (2) του παρόντος κανονισμού δεν ισχύουν για τις απορρίψεις καθαρού ή διαχωρισμένου έρματος.

    β)

    Οι διατάξεις της παραγράφου 2 στοιχείο α), του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται στην απόρριψη κατεργασμένων υδάτων υδροσυλλεκτών από χώρους μηχανοστασίου, εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις.

    i)

    τα ύδατα υδροσυλλεκτών δεν προέρχονται από υδροσυλλέκτες του αντλιοστασίου φορτίου·

    ii)

    τα ύδατα υδροσυλλεκτών δεν έχουν αναμειχθεί με κατάλοιπα φορτίου πετρελαίου·

    iii)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία·

    iv)

    το περιεχόμενο πετρελαίου της εκροής χωρίς αραίωση δεν υπερβαίνει τα 15 μέρη ανά εκατομμύριο·

    v)

    το πλοίο διαθέτει σε λειτουργία εξοπλισμό φίλτρου πετρελαίου σύμφωνου προς τον κανονισμό 16, παράγραφος 5, του παρόντος παραρτήματος·

    vi)

    το σύστημα φίλτρου πετρελαίου διαθέτει διάταξη που αυτομάτως διακόπτει την απόρριψη όταν το περιεχόμενο πετρελαίου της εκροής υπερβεί τα 15 μέρη ανά εκατομμύριο.

    (4)

    α)

    Καμία απόρριψη στη θάλασσα δεν πρέπει να περιέχει χημικά ή άλλες ουσίες σε ποσότητες ή συγκεντρώσεις επικίνδυνες για το θαλάσσιο περιβάλλον ή χημικά ή άλλες ενώσεις που χρησιμοποιούνται για την καταστρατήγηση των διατάξεων απόρριψης που καθορίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

    β)

    Τα κατάλοιπα πετρελαίου τα οποία δεν επιτρέπεται να απορριφθούν στη θάλασσα σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 3 του παρόντος κανονισμού παραμένουν στο πλοίο ή εκφορτώνονται σε εγκαταστάσεις υποδοχής.

    (5)

    Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν απαγορεύουν σε πλοίο, μέρος μόνο της διαδρομής του οποίου ευρίσκεται σε ειδική περιοχή, να προβαίνει σε απόρριψη εκτός της ειδικής περιοχής σύμφωνα με τον κανονισμό 9 του παρόντος παραρτήματος.

    [....]

    Κανονισμός 11:   Εξαιρέσεις

    Οι κανονισμοί 9 και 10 του παρόντος παραρτήματος δεν εφαρμόζονται:

    α)

    στην απόρριψη στη θάλασσα πετρελαίου ή πετρελαιοειδούς μείγματος αναγκαίου για την ασφάλεια του πλοίου ή για την διάσωση ανθρωπίνων ζωών στη θάλασσα· ή

    β)

    στην απόρριψη στη θάλασσα πετρελαίου ή πετρελαιοειδούς μείγματος που προήλθε από βλάβη που προξενήθηκε σε πλοίο ή στον εξοπλισμό του:

    i)

    εφόσον, μετά την επέλευση της βλάβης ή την ανακάλυψη της απόρριψης, ληφθούν όλες οι εύλογες προφυλάξεις, προκειμένου να προληφθεί ή να μειωθεί στο ελάχιστο η απόρριψη και

    ii)

    εκτός αν ο κύριος του πλοίου ή ο πλοίαρχος ενήργησαν είτε με πρόθεση να προξενήσουν βλάβη είτε από αμέλεια και εν επιγνώσει της πιθανότητας να προκληθεί βλάβη· ή

    γ)

    στην απόρριψη στη θάλασσα ουσιών που περιέχουν πετρέλαιο, οι οποίες έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή [του κράτους της σημαίας], όταν οι ουσίες αυτές χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση ειδικών περιστατικών ρύπανσης με σκοπό την μείωση στο ελάχιστο των ζημιών από τη ρύπανση. Οιαδήποτε τέτοια απόρριψη υπόκειται στην έγκριση της κυβέρνησης, στη δικαιοδοσία της οποίας προβλέπεται να πραγματοποιηθεί η απόρριψη.

    ΜΕΡΟΣ II:   ΕΠΙΒΛΑΒΕΙΣ ΥΓΡΕΣ ΟΥΣΙΕΣ (MARPOL 73/78 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II)

    Αποσπάσματα από τις σχετικές διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ της Marpol 73/78:

    Κανονισμός 3:   Κατηγορίες και κατάλογος επιβλαβών υγρών ουσιών

    (1)

    Για την εφαρμογή των κανονισμών του παρόντος παραρτήματος, οι επιβλαβείς υγρές ουσίες κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες ως εξής:

    α)

    Κατηγορία A: Επιβλαβείς υγρές ουσίες οι οποίες, εάν απορριφθούν στη θάλασσα από λειτουργίες καθαρισμού δεξαμενών ή αφερματισμού, θα δημιουργήσουν σοβαρό κίνδυνο είτε για τους θαλάσσιους πόρους είτε για την ανθρώπινη υγεία, ή θα προκαλέσουν σοβαρή βλάβη στις ψυχαγωγικές ή άλλες θεμιτές χρήσεις της θάλασσας και ως εκ τούτου δικαιολογείται η εφαρμογή αυστηρών μέτρων κατά της ρύπανσης.

    β)

    Κατηγορία B: Επιβλαβείς υγρές ουσίες οι οποίες, εάν απορριφθούν στη θάλασσα από λειτουργίες καθαρισμού δεξαμενών ή αφερματισμού, θα δημιουργήσουν κίνδυνο είτε για τους θαλάσσιους πόρους είτε για την ανθρώπινη υγεία, ή θα προκαλέσουν βλάβη σε ψυχαγωγικές ή άλλες θεμιτές χρήσεις της θάλασσας και, ως εκ τούτου, δικαιολογείται η εφαρμογή ειδικών μέτρων κατά της ρύπανσης.

    γ)

    Κατηγορία Γ: Επιβλαβείς υγρές ουσίες οι οποίες, εάν απορριφθούν στη θάλασσα από λειτουργίες καθαρισμού δεξαμενών ή αφερματισμού, θα δημιουργήσουν χαμηλό κίνδυνο είτε για τους θαλάσσιους πόρους είτε για την ανθρώπινη υγεία, ή θα προκαλέσουν μικρή βλάβη σε ψυχαγωγικές ή άλλες θεμιτές χρήσεις της θάλασσας και, ως εκ τούτου, απαιτείται η εφαρμογή ειδικών όρων όσον αφορά τις λειτουργίες αυτές.

    δ)

    Κατηγορία Δ: Επιβλαβείς υγρές ουσίες οι οποίες, εάν απορριφθούν στη θάλασσα από λειτουργίες καθαρισμού δεξαμενών ή αφερματισμού, θα δημιουργήσουν εμφανή κίνδυνο είτε για τους θαλάσσιους πόρους είτε για την ανθρώπινη υγεία, ή θα προκαλέσουν ελάχιστη βλάβη σε ψυχαγωγικές ή άλλες θεμιτές χρήσεις της θάλασσας και, ως εκ τούτου, απαιτείται προσοχή κατά την εκτέλεση των εργασιών αυτών.

    [....]

    [Περαιτέρω κατευθυντήριες γραμμές για την κατάταξη των ουσιών, συμπεριλαμβανομένου ενός καταλόγου ενώσεων ταξινομημένων σε κατηγορίες, υπάρχουν στον κανονισμό 3 παράγραφοι 2 και 4 και στον κανονισμό 4 και στα προσαρτήματα του παραρτήματος ΙΙ της Marpol 73/78]

    [....]

    Kανονισμός 5:   Απόρριψη επιβλαβών υγρών ουσιών

    Ουσίες των κατηγοριών Α, Β και Γ εκτός των ειδικών περιοχών και ουσίες της κατηγορίας Δ σε όλες τις περιοχές

    Με την επιφύλαξη των διατάξεων του […] κανονισμού 6 του παρόντος παραρτήματος,

    (1)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών της κατηγορίας Α, όπως ορίζονται με τον κανονισμού 3 παράγραφος 1 στοιχείο α), του παρόντος παραρτήματος ή εκείνων που έχουν προσωρινά εκτιμηθεί ως τέτοιες, ή υδάτινου έρματος, αποπλυμάτων δεξαμενών ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες. Εάν οι δεξαμενές που περιέχουν τέτοιες ουσίες ή μείγματα πρόκειται να καθαρισθούν, τα κατάλοιπα εκφορτώνονται σε εγκατάσταση υποδοχής μέχρις ότου η συγκέντρωση της ουσίας στα αποπλύματα που εκρέουν σε μια τέτοια εγκατάσταση καταστεί ίση ή χαμηλότερη του 0,1 % κατά βάρος και μέχρις ότου αδειάσει η δεξαμενή, με εξαίρεση τον κίτρινο ή λευκό φώσφορο, για τον οποίο η συγκέντρωση του καταλοίπου πρέπει να είναι 0,01 % κατά βάρος. Κάθε ποσότητα ύδατος που θα προστεθεί κατόπιν στη δεξαμενή μπορεί να απορριφθεί στη θάλασσα εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία με ταχύτητα τουλάχιστον 7 κόμβων στην περίπτωση των αυτοκινούμενων πλοίων ή τουλάχιστον 4 κόμβων στην περίπτωση των μη αυτοκινούμενων πλοίων·

    β)

    η απόρριψη γίνεται κάτω από την ίσαλο γραμμή, λαμβανόμενης υπόψη της θέσεως των εισόδων εισαγωγών θάλασσας· και

    γ)

    η απόρριψη γίνεται σε απόσταση τουλάχιστον 12 ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή και σε περιοχή με βάθος όχι μικρότερο των 25 μέτρων.

    (2)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών της κατηγορίας Β, όπως ορίζονται από τον κανονισμό 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος παραρτήματος, ή εκείνων που έχουν προσωρινά εκτιμηθεί ως τέτοιες, ή του υδάτινου έρματος ή των αποπλυμάτων της δεξαμενής ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες, εκτός εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία με ταχύτητα τουλάχιστον 7 κόμβων στην περίπτωση των αυτοκινούμενων πλοίων ή τουλάχιστον 4 κόμβων στην περίπτωση των μη αυτοκινούμενων πλοίων·

    β)

    οι διαδικασίες και διατάξεις απόρριψης έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή [του κράτους της σημαίας]. Οι εν λόγω διαδικασίες και ρυθμίσεις πρέπει να βασίζονται σε πρότυπα του [ΔΝΟ] και να εξασφαλίζουν ότι η συγκέντρωση και ο ρυθμός απόρριψης του αποβλήτου είναι τέτοιοι ώστε η συγκέντρωση της ουσίας στα απόνερα της έλικας του πλοίου να μην υπερβαίνει το 1 μέρος ανά εκατομμύριο·

    γ)

    η μέγιστη ποσότητα του φορτίου που απερρίφθη από κάθε δεξαμενή και από τις σχετικές σωληνώσεις δεν υπερβαίνει τη μέγιστη ποσότητα που έχει εγκριθεί σύμφωνα με τις διαδικασίες του στοιχείου β) της παρούσας παραγράφου, και η οποία σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνει το 1 m3 ή 1/3 000 της χωρητικότητας της δεξαμενής σε m3·

    δ)

    η απόρριψη γίνεται κάτω από την ίσαλο γραμμή, λαμβανομένης υπόψη της θέσεως των εισόδων εισαγωγών θάλασσας και

    ε)

    η απόρριψη γίνεται σε απόσταση τουλάχιστον 12 ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή και σε περιοχή με βάθος όχι μικρότερο των 25 μέτρων.

    (3)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών της κατηγορίας Γ, όπως ορίζονται με τον κανονισμό 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος παραρτήματος ή εκείνων που έχουν προσωρινά εκτιμηθεί ως τέτοιες ή του υδάτινου έρματος ή των αποπλυμάτων της δεξαμενής ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες, εκτός εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία με ταχύτητα τουλάχιστον 7 κόμβων στην περίπτωση των αυτοκινούμενων πλοίων ή τουλάχιστον 4 κόμβων στην περίπτωση των μη αυτοκινούμενων πλοίων·

    β)

    οι διαδικασίες και διατάξεις απόρριψης έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή [του κράτους της σημαίας]. Οι εν λόγω διαδικασίες και διατάξεις πρέπει να βασίζονται σε πρότυπα του [ΔΝΟ] και να εξασφαλίζουν ότι η συγκέντρωση και ο ρυθμός απόρριψης του αποβλήτου είναι τέτοιοι ώστε η συγκέντρωση της ουσίας στα απόνερα της έλικος του πλοίου να μην υπερβαίνει τα 10 μέρη ανά εκατομμύριο·

    γ)

    η μέγιστη ποσότητα του φορτίου που απορρίφθηκε από κάθε δεξαμενή και από τις σχετικές σωληνώσεις δεν υπερβαίνει τη μέγιστη ποσότητα που έχει εγκριθεί σύμφωνα με τις διαδικασίες του στοιχείου β) της παρούσας παραγράφου, και η οποία σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνει τα 3 m3 ή 1/1 000 της χωρητικότητας της δεξαμενής σε m3·

    δ)

    η απόρριψη γίνεται κάτω από την ίσαλο γραμμή, λαμβανομένης υπόψη της θέσεως των εισόδων εισαγωγών θάλασσας και

    ε)

    η απόρριψη γίνεται σε απόσταση τουλάχιστον 12 ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή και σε περιοχή με βάθος όχι μικρότερο των 25 μέτρων.

    (4)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών της κατηγορίας Δ, όπως ορίζονται με τον κανονισμό 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ), του παρόντος παραρτήματος ή εκείνων που έχουν προσωρινά εκτιμηθεί ως τέτοιες ή του υδάτινου έρματος ή των αποπλυμάτων της δεξαμενής ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες, εκτός εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία με ταχύτητα τουλάχιστον 7 κόμβων στην περίπτωση των αυτοκινούμενων πλοίων ή τουλάχιστον 4 κόμβων στην περίπτωση των μη αυτοκινούμενων πλοίων·

    β)

    τα μείγματα αυτά έχουν συγκέντρωση όχι μεγαλύτερη από ένα μέρος της ουσίας σε δέκα μέρη ύδατος και

    γ)

    η απόρριψη γίνεται σε απόσταση τουλάχιστον 12 ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή.

    (5)

    Είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται διαδικασίες εξαερισμού, εγκεκριμένες από την αρμόδια αρχή [του κράτους της σημαίας] για την απομάκρυνση των καταλοίπων φορτίου από δεξαμενή. Οι διαδικασίες αυτές πρέπει να βασίζονται σε πρότυπα του [ΔΝΟ]. Κάθε ποσότητα ύδατος που στη συνέχεια εισάγεται στη δεξαμενή θεωρείται καθαρή και δεν υπάγεται στις διατάξεις των παραγράφων (1), (2), (3) ή (4) του παρόντος κανονισμού.

    (6)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών οι οποίες δεν έχουν υπαχθεί σε κάποια κατηγορία, δεν έχουν προσωρινά ταξινομηθεί ή εκτιμηθεί σύμφωνα με την παράγραφο1 του κανονισμού 4 του παρόντος παραρτήματος, ή του υδάτινου έρματος, των αποπλυμάτων δεξαμενών ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες.

    Ουσίες των κατηγοριών Α, Β και Γ εντός των ειδικών περιοχών [όπως ορίζονται από τον κανονισμό 1 του παραρτήματος ΙΙ της Marpol 73/78, συμπεριλαμβανομένης της Βαλτικής Θάλασσας]

    Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (14) του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού 6 του παρόντος παραρτήματος,

    (7)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών της κατηγορίας Α, όπως ορίζονται με τον κανονισμό 3 παράγραφος 1 στοιχείο α), του παρόντος παραρτήματος, ή εκείνων που έχουν προσωρινά εκτιμηθεί ως τέτοιες, ή υδάτινου έρματος, αποπλυμάτων δεξαμενών ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιου είδους ουσίες. Εάν οι δεξαμενές που περιέχουν τέτοιες ουσίες ή μείγματα πρόκειται να καθαρισθούν, τα προκύπτοντα κατάλοιπα εκφορτώνονται σε εγκατάσταση υποδοχής την οποία παρέχουν, σύμφωνα με τον κανονισμό 7 του παρόντος παραρτήματος, τα κράτη που γειτνιάζουν με την ειδική περιοχή, μέχρις ότου η συγκέντρωση της ουσίας στα απόβλητα που εκχέονται στην εν λόγω εγκατάσταση καταστεί ίση ή μικρότερη του 0,05 % κατά βάρος και μέχρις ότου αδειάσει η δεξαμενή, με εξαίρεση τον κίτρινο ή λευκό φώσφορο, για τον οποίο η συγκέντρωση του καταλοίπου πρέπει να είναι 0,005 % κατά βάρος. Κάθε ποσότητα ύδατος που στη συνέχεια θα προστεθεί στη δεξαμενή μπορεί να απορρίπτεται στη θάλασσα εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία με ταχύτητα τουλάχιστον 7 κόμβων στην περίπτωση των αυτοκινούμενων πλοίων ή τουλάχιστον 4 κόμβων στην περίπτωση των μη αυτοκινούμενων πλοίων·

    β)

    η απόρριψη γίνεται κάτω από την ίσαλο γραμμή, λαμβανομένης υπόψη της θέσεως των εισόδων εισαγωγών της θαλάσσης και

    γ)

    η απόρριψη γίνεται σε απόσταση τουλάχιστον 12 ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή και σε περιοχή με βάθος όχι μικρότερο των 25 μέτρων.

    (8)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών της κατηγορίας Β, όπως ορίζονται με τον κανονισμό 3 παράγραφος 1 στοιχείο β), του παρόντος παραρτήματος ή εκείνων που έχουν προσωρινά εκτιμηθεί ως τέτοιες, ή του υδάτινου έρματος ή των αποπλυμάτων της δεξαμενής, ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες, εκτός εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    η δεξαμενή έχει προπλυθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που έχει εγκρίνει η αρμόδια αρχή του [κράτους της σημαίας] και με βάση τα πρότυπα του [ΔΝΟ], τα δε κατάλοιπα καθαρισμού της δεξαμενής που προέκυψαν έχουν εκφορτωθεί σε εγκατάσταση υποδοχής·

    β)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία με ταχύτητα τουλάχιστον 7 κόμβων στην περίπτωση των αυτοκινούμενων πλοίων ή τουλάχιστον 4 κόμβων στην περίπτωση των μη αυτοκινούμενων πλοίων·

    γ)

    οι διαδικασίες και διατάξεις απόρριψης και πλύσης έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή [του κράτους της σημασίας]. Οι εν λόγω διαδικασίες και διατάξεις βασίζονται σε πρότυπα του [ΔΝO] και εξασφαλίζουν ότι η συγκέντρωση της ουσίας και ο ρυθμός απόρριψης των αποβλήτων είναι τέτοιοι ώστε η συγκέντρωση της ουσίας στα απόνερα της έλικος του πλοίου να μην υπερβαίνει το 1 μέρος ανά εκατομμύριο·

    δ)

    η απόρριψη γίνεται κάτω από την ίσαλο γραμμή, λαμβανομένης υπόψη της θέσεως των εισόδων εισαγωγών θάλασσας και

    ε)

    η απόρριψη γίνεται σε απόσταση τουλάχιστον 12 ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή και σε περιοχή με βάθος όχι μικρότερο των 25 μέτρων.

    (9)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών της κατηγορίας Γ, όπως ορίζονται με τον κανονισμό 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ), του παρόντος παραρτήματος ή εκείνων που έχουν προσωρινά εκτιμηθεί ως τέτοιες ή του υδάτινου έρματος ή των αποπλυμάτων της δεξαμενής ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες, εκτός εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    το πλοίο ταξιδεύει σε πορεία με ταχύτητα τουλάχιστον 7 κόμβων στην περίπτωση των αυτοκινούμενων πλοίων ή τουλάχιστον 4 κόμβων στην περίπτωση των μη αυτοκινούμενων πλοίων·

    β)

    οι διαδικασίες και διατάξεις απόρριψης έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή [του κράτους της σημαίας]. Οι εν λόγω διαδικασίες και ρυθμίσεις πρέπει να βασίζονται σε πρότυπα του [ΔΝΟ] και να εξασφαλίζουν ότι η συγκέντρωση και ο ρυθμός απόρριψης του αποβλήτου είναι τέτοιοι ώστε η συγκέντρωση της ουσίας στα απόνερα της έλικας του πλοίου να μην υπερβαίνει το 1 μέρος ανά εκατομμύριο·

    γ)

    η μέγιστη ποσότητα φορτίου που απορρίφθηκε από κάθε δεξαμενή και από τις σχετικές σωληνώσεις δεν υπερβαίνει τη μέγιστη ποσότητα που έχει εγκριθεί σύμφωνα με τη διαδικασία του στοιχείου β) της παρούσης παραγράφου, και η οποία ποσότητα σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1 m3 ή το 1/3 000 της χωρητικότητας της δεξαμενής σε m3·

    δ)

    η απόρριψη γίνεται κάτω από την ίσαλο γραμμή, λαμβανομένης υπόψη της θέσεως των εισόδων εισαγωγών θάλασσας και

    ε)

    η απόρριψη γίνεται σε απόσταση τουλάχιστον 12 ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή και σε περιοχή με βάθος όχι μικρότερο των 25 μέτρων.

    (10)

    Επιτρέπεται η χρησιμοποίηση διαδικασιών εξαερισμού οι οποίες έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή [του κράτους της σημαίας] για την απομάκρυνση των καταλοίπων φορτίου από τις δεξαμενές. Οι διαδικασίες αυτές πρέπει να βασίζονται σε πρότυπα του [ΔΝO]. Κάθε ποσότητα ύδατος που στη συνέχεια θα προστεθεί στη δεξαμενή θεωρείται καθαρή και δεν υπόκειται στις διατάξεις των παραγράφων (7), (8) ή (9) του παρόντος κανονισμού.

    (11)

    Απαγορεύεται η απόρριψη στη θάλασσα ουσιών οι οποίες δεν έχουν υπαχθεί σε κάποια κατηγορία, δεν έχουν προσωρινά εκτιμηθεί ή καθοριστεί κατά τον κανονισμό 4 παράγραφος 1 του παρόντος παραρτήματος, ή υδάτινου έρματος, αποπλυμάτων των δεξαμενών ή άλλων καταλοίπων ή μειγμάτων που περιέχουν τέτοιες ουσίες.

    (12)

    Καμία από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν απαγορεύει τη διατήρηση επί του πλοίου καταλοίπων φορτίου της κατηγορίας Β ή Γ και την απόρριψη τέτοιου είδους καταλοίπων στη θάλασσα εκτός ειδικής περιοχής, σύμφωνα με τις παραγράφους (2) ή (3) του παρόντος κανονισμού, αντιστοίχως.

    Κανονισμός 6:   Εξαιρέσεις

    Ο κανονισμός 5 του παρόντος παραρτήματος δεν εφαρμόζεται:

    α)

    στην απόρριψη στη θάλασσα επιβλαβών υγρών ουσιών ή μειγμάτων που περιέχουν ουσίες αναγκαίες για την ασφάλεια του πλοίου ή την διάσωση ζωών στη θάλασσα· ή

    β)

    στην απόρριψη στη θάλασσα πετρελαίου ή πετρελαιοειδούς μείγματος που προήλθε από βλάβη που προξενήθηκε σε πλοίο ή στον εξοπλισμό του:

    i)

    αρκεί, αφού συνέβη η βλάβη ή αφού ανακαλύφθηκε η απόρριψη, να ελήφθησαν όλες οι εύλογες προφυλάξεις ώστε η απόρριψη να προληφθεί ή να μειωθεί στο ελάχιστο και

    ii)

    εκτός αν ο κύριος του πλοίου ή ο πλοίαρχος ενήργησαν είτε με πρόθεση να προξενήσουν βλάβη, είτε από αμέλεια και εν επιγνώσει της πιθανότητας να προκληθεί βλάβη· ή

    γ)

    στην απόρριψη στη θάλασσα ουσιών που περιέχουν πετρέλαιο, οι οποίες έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή [του κράτους της σημαίας], όταν οι ουσίες αυτές χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση ειδικών περιστατικών ρύπανσης με σκοπό την μείωση στο ελάχιστο της ζημίας από τη ρύπανση. Οιαδήποτε τέτοια απόρριψη υπόκειται στην έγκριση της κυβέρνησης, στη δικαιοδοσία της οποίας προβλέπεται να πραγματοποιηθεί η απόρριψη.


    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

    Στο πλαίσιο της διαδικασίας συναπόφασης (άρθρο 251/ΣΕΚ), το Συμβούλιο κατέληξε, στις 11 Ιουνίου 2004, σε πολιτική συμφωνία για το σχέδιο οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη ρύπανση από πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις (1). Ύστερα από αναθεώρηση από νομική και γλωσσική άποψη, το Συμβούλιο καθόρισε την κοινή του θέση στις 7 Οκτωβρίου 2004.

    Καθορίζοντας τη θέση του, το Συμβούλιο έλαβε υπόψη του τη γνώμη που διατύπωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2004 (2), καθώς και τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3)  (4).

    Σκοπός της οδηγίας είναι η μεταφορά, στο κοινοτικό δίκαιο, των διεθνών κανόνων της σύμβασης MARPOL οι οποίοι αφορούν τη ρύπανση από πλοία. Προς τούτο, η οδηγία προβλέπει ότι οι παραβιάσεις των κανόνων περί απόρριψης συνιστούν παραβάσεις, και θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες για την επιβολή των κανόνων αυτών. Επίσης, η οδηγία αποσκοπεί στην επέκταση των κανόνων ώστε, αφενός μεν, να καλύπτονται οι απορρίψεις πετρελαίου που οφείλονται σε βλάβες όταν διαπράττονται από πρόθεση, ενσυνείδητη αμέλεια ή βαρεία αμέλεια, αφετέρου δε, να εξασφαλιστεί η ευρύτερη δυνατή εφαρμογή δυνάμει της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).

    II.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

    Μετά το ατύχημα του πετρελαιοφόρου Prestige, το Συμβούλιο υπογράμμισε όχι μόνον τη σημασία της πολιτικής για την ασφάλεια στη θάλασσα αλλά και την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι οποιοσδήποτε προκαλεί ή συμβάλλει στην πρόκληση ρυπογόνου θαλάσσιου ατυχήματος λόγω βαριάς αμέλειας θα υφίσταται τις κατάλληλες κυρώσεις. Η προσέγγιση που υιοθέτησε το Συμβούλιο όσον αφορά αυτήν την πρόταση της Επιτροπής, η οποία υποβλήθηκε το Μάρτιο του 2003 και υποστηρίχθηκε από τα συμπεράσματα που εξέδωσε τον ίδιο μήνα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επισημαίνοντας την επιλογή της κατάλληλης νομικής βάσης, βασίζεται στην αρχή της πλήρους άσκησης των δικαιωμάτων της Κοινότητας δυνάμει της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), με παράλληλη τήρηση των υποχρεώσεων των κρατών μελών δυνάμει της διεθνούς σύμβασης για την αποφυγή ρυπάνσεως της θαλάσσης από πλοία (MARPOL).

    Το Συμβούλιο κρίνει ότι η μεταφορά του συστήματος της MARPOL όσον αφορά τη ρύπανση από πλοία στο κοινοτικό δίκαιο θα εξασφαλίσει αυστηρότερη και πλέον εναρμονισμένη εφαρμογή και επιβολή στα κράτη μέλη, συμμερίζεται δε την άποψη ότι πρέπει να οριστεί ότι κάθε απόρριψη ρυπογόνων ουσιών θεωρείται ως παράβαση εφόσον διαπράττεται από πρόθεση, ενσυνείδητη αμέλεια ή βαρεία αμέλεια.

    Τηρουμένων καταρχήν των διατάξεων της MARPOL, προβλέπονται εξαιρέσεις για την περίπτωση που η απόρριψη γίνεται για να σωθούν ανθρώπινες ζωές ή το ίδιο το πλοίο. Η εξαίρεση δυνάμει της σύμβασης MARPOL η οποία αφορά τον κύριο και τον πλοίαρχο σε περιπτώσεις απορρίψεων λόγω ατυχημάτων ισχύει σε περιοχές διεθνών υδάτων και στην αποκλειστική οικονομική ή ισοδύναμη ζώνη των κρατών μελών. Στις περιπτώσεις αυτές, ως λογική συνέπεια των διατάξεων της MARPOL, το πλήρωμα προστατεύεται όταν ενεργεί υπό την ευθύνη του πλοιάρχου. Αντίθετα, στα εσωτερικά ύδατα και τα χωρικά ύδατα των κρατών μελών, το Συμβούλιο κρίνει ότι είναι σκόπιμο να ασκούνται τα δικαιώματα της Κοινότητας δυνάμει του άρθρου 211 παράγραφος 4 της UNCLOS, προκειμένου να προστατεύονται καλύτερα οι ακτές, και να αρθεί η εξαίρεση που προβλέπεται για τις απορρίψεις λόγω ατυχήματος.

    Το Συμβούλιο κρίνει ότι οι κυρώσεις για τις παραβάσεις των διατάξεων σχετικά με τη ρύπανση από πλοία πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές και μπορούν να περιλαμβάνουν ποινικές ή διοικητικές κυρώσεις. Επίσης, το Συμβούλιο συμφωνεί ότι οι κυρώσεις αυτές πρέπει να επιβάλλονται σε οιονδήποτε κρίνεται υπεύθυνος για ρύπανση της θάλασσας, δηλαδή να καλύπτουν ολόκληρη την αλυσίδα ευθύνης. Μολονότι οι παραβάσεις ορίζονται στην οδηγία, το Συμβούλιο θεωρεί ότι στοιχειώδεις δεσμευτικοί κανόνες για τις ποινικές ποινές, την ευθύνη και τη δικαιοδοσία θα πρέπει να θεσπιστούν στην παράλληλη απόφαση-πλαίσιο την οποία υπέβαλε η Επιτροπή και την οποία εξέτασε το Συμβούλιο στη σύνθεσή του «Δικαιοσύνη και Εσωτερικές Υποθέσεις».

    Το Συμβούλιο εκφράζει την ικανοποίησή του για την απλούστευση των αυστηρών μέτρων επιβολής έναντι των πλοίων που καταπλέουν σε οποιοδήποτε λιμάνι κράτους μέλους σύμφωνα με τις σχετικές διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές, επικροτεί δε την ενισχυμένη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υπόνοιες απορρίψεων μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, είτε πρόκειται για κράτη του λιμένα είτε για κράτη της σημαίας, ώστε να διευκολυνθεί η επιβολή των κατάλληλων μέτρων.

    Τέλος, το Συμβούλιο κρίνει ότι πρέπει να χρησιμοποιηθούν όλες οι δυνατότητες που προσφέρει η σύμβαση UNCLOS για την προστασία των ακτών και των πόρων των περιοχών αυτών, συμπεριλαμβανομένης της λήψης μέτρων επιβολής από τα κράτη μέλη έναντι διερχόμενων πλοίων που πλέουν εντός των χωρικών υδάτων ή της αποκλειστικής οικονομικής ή ισοδύναμης ζώνης σύμφωνα με το άρθρο 220 παράγραφος 6 της UNCLOS, όταν υπάρχουν σαφείς αντικειμενικές αποδείξεις για απόρριψη η οποία προκαλεί σημαντική ζημία ή συνιστά κίνδυνο σημαντικής ζημίας στις ακτές ή σε οποιονδήποτε πόρο των χωρικών υδάτων ή της αποκλειστικής οικονομικής ή ισοδύναμης ζώνης. Στην περίπτωση αυτήν, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει το θέμα στις αρμόδιες αρχές του προκειμένου να κινηθεί διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης της κράτησης του πλοίου, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.

    III.   ΤΡΟΠΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

    Δεδομένου ότι, όπως ήδη επισημάνθηκε, στο παρόν σχέδιο οδηγίας, το Συμβούλιο ακολουθεί σημαντικά διαφορετική προσέγγιση σε σχέση με το κείμενο της αρχικής πρότασης, δεν κατέστη δυνατόν να περιληφθούν στην κοινή θέση οι περισσότερες τροπολογίες που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε πρώτη ανάγνωση.

    Η ιδέα της σύστασης ευρωπαϊκής ακτοφυλακής (τροπολογίες 6 και 22) δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική πρόταση της Επιτροπής. Μολονότι το Συμβούλιο κρίνει σημαντικό να εξετάσει μέτρα για την καλύτερη προστασία των ακτών της Ευρώπης, δεν επιθυμεί να προδικάσει τυχόν σχετική πρωτοβουλία της Επιτροπής, που θα κατέληγε ενδεχομένως σε χωριστή νομοθετική πράξη, την οποία το Συμβούλιο θα εξετάσει με ενδιαφέρον.

    Μολονότι το Συμβούλιο συμμερίζεται τις ανησυχίες του Κοινοβουλίου όσον αφορά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την ασφάλεια στη θάλασσα (τροπολογίες 3, 19, 20 και 31), κρίνει ότι η εφαρμογή των ισχυουσών νομοθετικών πράξεων, όπως η οδηγία 2000/59/ΕΚ για τις λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής, υπάγεται στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και η παρακολούθησή της είναι ένα από τα καθήκοντα της Επιτροπής δυνάμει της συνθήκης ΕΚ.

    Δεδομένου ότι στόχος της παρούσας οδηγίας είναι να οριστούν σαφώς οι απορρίψεις ρυπογόνων ουσιών από τα πλοία ως παραβάσεις δυνάμει του κοινοτικού δικαίου, το Συμβούλιο κρίνει ότι άλλες τεχνικές διατάξεις όπως η εγκατάσταση εξοπλισμού παρακολούθησης στο πλοίο ή η θέσπιση μητρώων υδρογονανθράκων (τροπολογίες 30 και 32) υπερβαίνουν το πεδίο εφαρμογής της πρότασης.

    Σύμφωνα με την προαναφερόμενη βασική αρχή της προσέγγισης του Συμβουλίου, οι διατάξεις της MARPOL για τις απορρίψεις, συμπεριλαμβανομένης της εξαίρεσης που αφορά τον κύριο και τον πλοίαρχο στις περιπτώσεις απόρριψης λόγω ατυχήματος (τροπολογία 10), ισχύουν στις περιοχές διεθνών υδάτων και στην αποκλειστική οικονομική ή ισοδύναμη ζώνη των κρατών μελών. Στις περιπτώσεις αυτές, το πλήρωμα εξαιρείται επίσης ρητά όταν ενεργεί υπό την ευθύνη του πλοιάρχου. Αντίθετα, στα εσωτερικά ύδατα και τα χωρικά ύδατα των κρατών μελών, δεν παρέχεται η εξαίρεση αυτή σύμφωνα με τις δυνατότητες που προβλέπονται στο άρθρο 211 παράγραφος 4 της UNCLOS.

    Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, το Συμβούλιο κρίνει ότι όλα τα πλοία σε μια συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή, ανεξαρτήτως της σημαίας που φέρουν, πρέπει να αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο ώστε να μη τίθενται σε μειονεκτική μοίρα τα πλοία που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους (τροπολογίες 11 και 13).

    Μολονότι η κοινή θέση δεν περιλαμβάνει λεπτομερείς διατάξεις για τη φύση των ποινών (βλέπε διαγραφή των παραγράφων 4 έως 6 του άρθρου 8 / τροπολογίες 17 και 18) δεδομένου ότι οι στοιχειώδεις κανόνες για την εναρμόνιση των ποινικών ποινών αποτελούν αντικείμενο της παράλληλης απόφασης-πλαισίου, η παράγραφος 2 του άρθρου 7 αφορά τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν τα παράκτια κράτη σύμφωνα με το άρθρο 220 παράγραφος 6 της UNCLOS, συμπεριλαμβανομένης της κράτησης του πλοίου, στις συγκεκριμένες περιπτώσεις που αναφέρει το εν λόγω άρθρο.

    Η κοινή θέση περιλαμβάνει και ορισμένες άλλες ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις και διευκρινίσεις της πρότασης της Επιτροπής. Σε μερικά σημεία, οι τροπολογίες που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενσωματώθηκαν εν μέρει ή εξ ολοκλήρου ώστε να εξασφαλιστεί η συνεκτικότητα του νομοθετικού κειμένου.


    (1)  Η Επιτροπή υπέβαλε την πρότασή της στις 7 Μαρτίου 2003 (ΕΕ C 76 της 25.3.2004, σ. 5) με τίτλο «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη ρύπανση από πλοία και την εισαγωγή κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων ποινικών κυρώσεων, για αδικήματα ρύπανσης».

    (2)  Έγγραφο 5181/04 CODEC 24 MAR 2 ENV 8 DROIPEN 1 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην ΕΕ).

    (3)  ΕΕ C 220 της 16.9.2003, σ. 72.

    (4)  Η Επιτροπή των Περιφερειών αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει.


    Top