Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32023R2842

    Κανονισμός (ΕΕ) 2023/2842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 2023, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, καθώς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) 2016/1139, (ΕΕ) 2017/2403 και (ΕΕ) 2019/473 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον έλεγχο της αλιείας

    PE/38/2023/REV/1

    ΕΕ L, 2023/2842, 20.12.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2842/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2842/oj

    European flag

    Επίσημη Εφημερίδα
    της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    EL

    Σειρά L


    2023/2842

    20.12.2023

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/2842 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 22ας Νοεμβρίου 2023

    για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, καθώς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) 2016/1139, (ΕΕ) 2017/2403 και (ΕΕ) 2019/473 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον έλεγχο της αλιείας

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

    Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Οι στόχοι της κοινής αλιευτικής πολιτικής και οι απαιτήσεις για τον έλεγχο και την επιβολή στον τομέα της αλιείας καθορίζονται στα άρθρα 2 και 36 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3). Η επιτυχής εφαρμογή της κοινής αλιευτικής πολιτικής εξαρτάται από ένα αποτελεσματικό, αποδοτικό, σύγχρονο και διαφανές σύστημα ελέγχου και επιβολής.

    (2)

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου (4) θέσπισε ένα σύστημα ελέγχου της αλιείας στην Ένωση, το οποίο προβλέπει, μεταξύ άλλων, κέντρα παρακολούθησης αλιείας, τον εντοπισμό αλιευτικών σκαφών, υποχρεώσεις αναφοράς αλιευμάτων, προαναγγελίες, άδειες για μεταφόρτωση σε τρίτες χώρες, δημοσίευση των απαγορεύσεων αλιείας, έλεγχο των αλιευτικών ικανοτήτων, εθνικά προγράμματα ελέγχου, έλεγχο της ερασιτεχνικής αλιείας, έλεγχο στην αλυσίδα εφοδιασμού των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, ζύγιση των αλιευτικών προϊόντων, παραστατικά μεταφοράς, δηλώσεις εκφόρτωσης, δελτία πώλησης και δηλώσεις ανάληψης, επιθεωρήσεις και ελέγχους, την επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις και την πρόσβαση σε δεδομένα.

    (3)

    Ωστόσο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 εκδόθηκε πριν από την έκδοση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, με σκοπό τον έλεγχο και την επιβολή των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής που ίσχυαν τότε. Θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί ώστε να αντικατοπτρίζει καλύτερα τις απαιτήσεις για τον έλεγχο και την επιβολή της κοινής αλιευτικής πολιτικής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, για να αξιοποιηθούν σύγχρονες και πιο οικονομικά αποδοτικές τεχνολογίες ελέγχου καθώς και για να ληφθούν υπόψη τα πλέον πρόσφατα επιστημονικά πορίσματα ώστε να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η περιβαλλοντική βιωσιμότητα των δραστηριοτήτων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Οι τροποποιήσεις θα πρέπει επίσης να συνάδουν με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που απορρέουν από τη συμφωνία του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του 2009 σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνει το κράτος λιμένα για την πρόληψη, αποτροπή και εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας, η οποία εγκρίθηκε από την Ένωση με την απόφαση 2011/443/ΕΕ του Συμβουλίου (5).

    (4)

    Το ενωσιακό σύστημα ελέγχου της αλιείας θα πρέπει, επιπλέον, να προωθεί τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ επιχειρηματιών σε όλα τα κράτη μέλη, συμβάλλοντας παράλληλα στην επίτευξη των άλλων στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    (5)

    Στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, θα πρέπει να γίνεται αναφορά στους ορισμούς του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6). Για λόγους σαφήνειας και συνέπειας, ορισμένοι ορισμοί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 θα πρέπει να απαλειφθούν ή να τροποποιηθούν, ενώ θα πρέπει να προστεθούν νέοι ορισμοί.

    (6)

    Ο ορισμός των «κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής» θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να αποσαφηνιστεί ότι το πεδίο εφαρμογής του καλύπτει το σύνολο του ενωσιακού δικαίου στους τομείς της διατήρησης, της διαχείρισης και της εκμετάλλευσης των θαλάσσιων βιολογικών πόρων, της υδατοκαλλιέργειας καθώς και της μεταποίησης, της μεταφοράς και της εμπορίας προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Αυτό περιλαμβάνει κανόνες για τεχνικά μέτρα και μέτρα διατήρησης των θαλάσσιων βιολογικών πόρων, για τη διαχείριση και τον έλεγχο των στόλων της Ένωσης που εκμεταλλεύονται τους εν λόγω πόρους και για τη μεταποίηση, τη μεταφορά και την εμπορία προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, καθώς και το σύστημα της Ένωσης για την πρόληψη, την αποτροπή και την εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης (ΠΛΑ) αλιείας. Ο εν λόγω ορισμός θα πρέπει επίσης να καλύπτει τις διεθνείς υποχρεώσεις στους εν λόγω τομείς που είναι δεσμευτικοί για την Ένωση και τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων, όσον αφορά τους επιχειρηματίες, των διεθνών υποχρεώσεων της Ένωσης που τους επιβάλλονται.

    (7)

    Ο ορισμός των «δεδομένων του συστήματος παρακολούθησης σκαφών» θα πρέπει να αντικατασταθεί από τον όρο «δεδομένα στίγματος σκάφους», ο οποίος είναι ακριβέστερος. Ο όρος «δεδομένα στίγματος σκάφους» δεν θα πρέπει πια να αναφέρεται στη διαβίβαση από συσκευές δορυφορικού εντοπισμού, καθώς υπάρχουν πλέον διαφορετικές τεχνολογίες για τον εντοπισμό σκαφών και τη διαβίβαση δεδομένων στίγματος σκάφους.

    (8)

    Ο ορισμός της «παρτίδας» θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τον ορισμό της «παρτίδας» που προβλέπεται στην ενωσιακή νομοθεσία για τα τρόφιμα.

    (9)

    Ο ορισμός για τα «πολυετή σχέδια» θα πρέπει να επικαιροποιηθεί ώστε να λαμβάνει υπόψη τις σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    (10)

    Στους ορισμούς της «αλιευτικής άδειας», της «περιοχής περιορισμένης αλιείας» και της «ερασιτεχνικής αλιείας», ο όρος «έμβιοι υδρόβιοι πόροι» θα πρέπει να αντικατασταθεί από τον όρο «θαλάσσιοι βιολογικοί πόροι», ώστε να ευθυγραμμιστούν οι εν λόγω ορισμοί με την ορολογία που χρησιμοποιείται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    (11)

    Για να εξασφαλιστεί η συνοχή με τους κανόνες για τα τεχνικά μέτρα που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), θα πρέπει να εισαχθεί ορισμός για τα «ευαίσθητα είδη».

    (12)

    Για την καλύτερη κατανόηση και πρόληψη των δυσμενών επιπτώσεων των αλιευτικών δραστηριοτήτων σε ευαίσθητα είδη, μεταξύ άλλων για τη μείωση ή την εξάλειψη των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων των ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση, πρέπει να ενισχυθεί η συλλογή δεδομένων σχετικά με τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα ευαίσθητων ειδών. Για τον σκοπό αυτό, στο ημερολόγιο αλιείας θα πρέπει να καταγράφονται πρόσθετα στοιχεία σχετικά με τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα ευαίσθητων ειδών.

    (13)

    Παρότι οι περισσότερες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 αφορούν σκάφη αλίευσης, για την αποτελεσματικότητα του ενωσιακού συστήματος ελέγχου της αλιείας απαιτείται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να καλύπτονται και άλλα σκάφη που χρησιμοποιούνται για την εμπορική εκμετάλλευση των θαλάσσιων βιολογικών πόρων. Για τον σκοπό αυτό, ο ορισμός του «αλιευτικού σκάφους» στον εν λόγω κανονισμό θα πρέπει να αντικατασταθεί από λεπτομερέστερο ορισμό στον οποίο θα αποσαφηνίζεται ότι ο όρος καλύπτει τα σκάφη αλίευσης καθώς και κάθε άλλο σκάφος που χρησιμοποιείται για την εμπορική εκμετάλλευση θαλάσσιων βιολογικών πόρων, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών υποστήριξης, των σκαφών μεταποίησης ιχθύων, των σκαφών που επιδίδονται σε δραστηριότητες μεταφόρτωσης, των ρυμουλκών, των βοηθητικών σκαφών και των σκαφών μεταφοράς που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά αλιευτικών προϊόντων, αλλά εξαιρουμένων των σκαφών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και των σκαφών που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για υδατοκαλλιέργεια. Επιπλέον, θα πρέπει να εισαχθεί ορισμός του «σκάφους αλίευσης».

    (14)

    Θα πρέπει να εισαχθεί ορισμός της «αλιευτικής εργασίας» προκειμένου να αποσαφηνιστεί η έννοια του όρου και να διαχωριστεί από τον όρο «αλιευτικές δραστηριότητες», ο οποίος έχει ευρύτερο πεδίο εφαρμογής.

    (15)

    Η ολίσθηση είναι μια πρακτική κατά την οποία οι ιχθύες ελευθερώνονται σκοπίμως από τα αλιευτικά εργαλεία προτού μεταφερθούν τα αλιεύματα επί του σκάφους, πράγμα που θα μπορούσε να συνιστά παράβαση της υποχρέωσης μεταφοράς και διατήρησης επί του σκάφους ειδών που υπόκεινται στην υποχρέωση εκφόρτωσης. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εισαχθεί ο ορισμός της «ολίσθησης».

    (16)

    Οι διατάξεις σχετικά με τις αλιευτικές άδειες και τις άδειες αλίευσης θα πρέπει να επικαιροποιηθούν και να αποσαφηνιστούν. Για να εξασφαλιστεί ολοκληρωμένος έλεγχος, τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη εκτός των σκαφών αλίευσης θα πρέπει να επιτρέπεται να ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες μόνον εφόσον έχουν λάβει σχετική άδεια από το οικείο κράτος μέλος σημαίας. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εισαχθεί νέα διάταξη σχετικά με τις άδειες αλίευσης για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη εκτός των σκαφών αλίευσης.

    (17)

    Τα εγκαταλελειμμένα, απολεσθέντα ή άλλως απορριπτόμενα αλιευτικά εργαλεία, ιδίως εκείνα που κατασκευάζονται από πλαστική ύλη, αποτελούν μία από τις πλέον επιβλαβείς μορφές θαλάσσιων απορριμμάτων καθώς και πλαστικών αποβλήτων στη θάλασσα. Για να μειωθούν οι μακροχρόνιες και σημαντικές επιπτώσεις των εγκαταλελειμμένων, απολεσθέντων ή άλλως απορριπτόμενων αλιευτικών εργαλείων στη θαλάσσια ζωή και τα οικοσυστήματα, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι τα αλιευτικά εργαλεία, στο τέλος του κύκλου ζωής τους, επιστρέφονται στην ξηρά για επεξεργασία σε λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής που δημιουργήθηκαν για τον σκοπό αυτό με την οδηγία (ΕΕ) 2019/883 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8). Αυτό θα επιτρέψει επίσης στα κράτη μέλη να υποβάλλουν εκθέσεις στην Επιτροπή σχετικά με τα απόβλητα αλιευτικών εργαλείων, συμπεριλαμβανομένων των εργαλείων στο τέλος του κύκλου ζωής τους, τα οποία συλλέγουν κάθε έτος δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2019/904 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα θέσπισης διαδικασιών που θα διασφαλίζουν ότι οι πλοίαρχοι των ενωσιακών αλιευτικών σκαφών κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές τα αλιευτικά τους εργαλεία στο τέλος του κύκλου ζωής τους και τα επιστρέφουν σε λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής ή σε άλλα ισοδύναμα συστήματα συλλογής.

    (18)

    Για να διασφαλιστεί ότι οι αλιευτικές δραστηριότητες είναι μακροπρόθεσμα περιβαλλοντικά βιώσιμες και να αποτραπεί ο σοβαρός κίνδυνος για τα θαλάσσια οικοσυστήματα, τη βιοποικιλότητα και την ανθρώπινη υγεία από την παράνομη διάθεση στη θάλασσα αλιευτικών εργαλείων και άλλων εργαλείων ή σκαφών που χρησιμοποιούνται στην αλιεία, ιδίως εργαλείων από πλαστική ύλη, η εν λόγω διάθεση από αλιευτικά σκάφη θα πρέπει να θεωρείται σοβαρή παράβαση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    (19)

    Η αλιεία μικρής κλίμακας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην Ένωση από βιολογική, οικονομική και κοινωνική άποψη. Λαμβανομένων υπόψη των πιθανών επιπτώσεων της αλιείας μικρής κλίμακας στα αποθέματα, είναι σημαντικό να διασφαλίζεται ότι οι αλιευτικές δραστηριότητες και η αλιευτική προσπάθεια των μικρότερων σκαφών συμμορφώνονται με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εντοπίζουν όλα τα αλιευτικά σκάφη, συμπεριλαμβανομένων των αλιευτικών σκαφών συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, και να λαμβάνουν δεδομένα στίγματος από αυτά σε τακτά και επαρκώς σύντομα χρονικά διαστήματα. Για να διευκολυνθεί περαιτέρω η χρήση συστημάτων εντοπισμού για σκάφη μικρής κλίμακας, η Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει, κατόπιν αιτήματος ενός ή περισσότερων κρατών μελών, σύστημα εντοπισμού για σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εξαιρούν ορισμένα σκάφη μικρής κλίμακας από την υποχρέωση εντοπισμού για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ώστε να υπάρχει επαρκής χρόνος προετοιμασίας για τη χρήση νέων εργαλείων για τα εν λόγω σκάφη. Σε κάθε περίπτωση, η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων θα πρέπει να είναι ισόρροπη και αναλογική προς τους στόχους που επιδιώκονται και δεν θα πρέπει να επιφέρει υπερβολική επιβάρυνση για τον στόλο, ιδίως τον στόλο μικρής κλίμακας, ο οποίος μπορεί να επωφελείται από ενισχύσεις στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1139 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

    (20)

    Σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 και το άρθρο 38 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2403 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), αλιευτικό σκάφος τρίτης χώρας που διαθέτει άδεια για αλιεία στα ενωσιακά ύδατα πρέπει να συμμορφώνεται με τους κανόνες ελέγχου που διέπουν τις αλιευτικές δραστηριότητες των ενωσιακών σκαφών, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που αφορούν το σύστημα παρακολούθησης σκαφών. Για να εξασφαλιστεί ολοκληρωμένος έλεγχος, η υποχρέωση εγκατάστασης επί του σκάφους πλήρως λειτουργούσας συσκευής παρακολούθησης σκαφών, η οποία επιτρέπει τον αυτόματο εντοπισμό και την αναγνώρισή του από σύστημα παρακολούθησης σκαφών, το οποίο αποτελεί μέρος των εν λόγω κανόνων ελέγχου, θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών στα οποία επιτρέπεται να ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες στα ενωσιακά ύδατα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες εκτός των αλιευτικών εργασιών και δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2403.

    (21)

    Για να αποσαφηνιστεί ο ρόλος των κέντρων παρακολούθησης αλιείας, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 σχετικά με τα εν λόγω κέντρα θα πρέπει να ενταχθούν σε ξεχωριστό άρθρο.

    (22)

    Για τους σκοπούς του αποτελεσματικού ελέγχου και επιτήρησης της αλιείας στην Ένωση, θα πρέπει να απαιτείται τα κέντρα παρακολούθησης αλιείας να είναι κατάλληλα στελεχωμένα και εξοπλισμένα και να διαθέτουν τουλάχιστον αυτόματο σύστημα προειδοποίησης ή/και επιφυλακής κατά τη διάρκεια των μη εργάσιμων ωρών.

    (23)

    Θα πρέπει να καθοριστούν κανόνες σχετικά με τη χρήση των συστημάτων αυτόματης αναγνώρισης (AIS) για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη. Για να ληφθούν υπόψη εξαιρετικές περιστάσεις που σχετίζονται με την ασφάλεια ή την προστασία του πληρώματος αλιευτικού σκάφους, θα πρέπει να προβλεφθεί παρέκκλιση από την υποχρέωση συνεχούς λειτουργίας του AIS που αναφέρεται στο άρθρο 6α της οδηγίας 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

    (24)

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/812 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) με σκοπό την ευθυγράμμιση ορισμένων από τις διατάξεις του με την υποχρέωση εκφόρτωσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013. Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του ενωσιακού συστήματος ελέγχου της αλιείας, ιδίως όσον αφορά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με την υποχρέωση εκφόρτωσης, είναι αναγκαίο να εξοπλιστούν, βάσει εκτίμησης κινδύνου, ορισμένα σκάφη αλίευσης με συστήματα ηλεκτρονικής παρακολούθησης εξ αποστάσεως (REM) επί του σκάφους. Τα εν λόγω συστήματα θα πρέπει να περιλαμβάνουν κάμερες κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης (CCTV). Τα δεδομένα CCTV δεν θα πρέπει να μεταδίδονται ζωντανά. Για να διαφυλαχθούν το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η καταγραφή βιντεοσκοπημένου υλικού μέσω CCTV θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε σχέση με τα εργαλεία και τα μέρη των σκαφών στα οποία μεταφέρονται επί του σκάφους, αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και αποθηκεύονται αλιευτικά προϊόντα ή όπου μπορεί να συμβεί απόρριψη. Η δραστηριότητα καταγραφής θα πρέπει να περιορίζεται στις περιπτώσεις στις οποίες τα εργαλεία χρησιμοποιούνται ενεργά, όπως η ρίψη εργαλείων ή η ανάσυρση ή η αφαίρεση εργαλείων από το νερό, καθώς και στις περιπτώσεις όπου τα αλιεύματα φορτώνονται επί του σκάφους και αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας από το πλήρωμα ή όπου μπορεί να συμβεί απόρριψη. Η δυνατότητα ταυτοποίησης μεμονωμένων προσώπων στο μαγνητοσκοπημένο υλικό θα πρέπει να περιορίζεται στο μέτρο του δυνατού και, όπου είναι αναγκαίο, τα δεδομένα θα πρέπει να ανωνυμοποιούνται. Για να εξασφαλιστεί σαφήνεια και συνέπεια, θα πρέπει να καθοριστούν κανόνες σχετικά με την πρόσβαση των αρμόδιων αρχών σε δεδομένα από τα εν λόγω συστήματα REM. Βίντεο από CCTV θα πρέπει να διατίθεται στις αρχές που προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 αποκλειστικά για τους σκοπούς του ελέγχου και της επιθεώρησης που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

    (25)

    Για να διευκολυνθεί η χρήση των συστημάτων REM σε εθελοντική βάση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν κίνητρα για τον σκοπό αυτό.

    (26)

    Για να επιτευχθούν οι στόχοι της κοινής αλιευτικής πολιτικής, η αξιοπιστία και η ολοκληρωμένη συλλογή δεδομένων για τα αλιεύματα είναι ύψιστης σημασίας.

    (27)

    Η υποβολή δεδομένων καταγραφής αλιευμάτων σε έντυπη μορφή έχει οδηγήσει σε ελλιπή και αναξιόπιστη αναφορά και, εν τέλει, σε ανεπαρκή αναφορά των αλιευμάτων από τους επιχειρηματίες στα κράτη μέλη και από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή, ενώ παράλληλα παρεμποδίζει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, θεωρείται απαραίτητο οι πλοίαρχοι να καταγράφουν τα δεδομένα σχετικά με τα αλιεύματα σε ψηφιοποιημένη μορφή και να τα υποβάλλουν ηλεκτρονικά, και πιο συγκεκριμένα στα ημερολόγια αλιείας, στις δηλώσεις μεταφόρτωσης και στις δηλώσεις εκφόρτωσης.

    (28)

    Για να διευκολυνθεί ο έλεγχος της εφαρμογής των πολυετών σχεδίων, τα αλιεύματα βενθοπελαγικών αποθεμάτων που υπόκεινται σε τέτοια σχέδια θα πρέπει να στοιβάζονται χωριστά, ώστε τα διάφορα αποθέματα που αλιεύονται να είναι εύκολα αναγνωρίσιμα επί του αλιευτικού σκάφους για σκοπούς επιθεώρησης. Ωστόσο, η θέσπιση περισσότερων πολυετών σχεδίων αύξησε τις περιπτώσεις στις οποίες, υπό ορισμένες περιστάσεις, ενδέχεται να είναι δύσκολο για τους πλοιάρχους να εκπληρώσουν την υποχρέωση αυτή, για λόγους όπως ο περιορισμένος χώρος αποθήκευσης επί του σκάφους, η διατήρηση επί του σκάφους πολλών ειδών σε μικρές ποσότητες, αλιεύματα που διατηρούνται επί του σκάφους σε ψυχόμενες δεξαμενές θαλασσινού νερού, ο αριθμός των διαφόρων αποθεμάτων που αλιεύονται σε έναν συγκεκριμένο τύπο αλιείας ή λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια του πληρώματος. Για τις περιπτώσεις αυτές, θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να προβλέπονται εξαιρέσεις από την υποχρέωση χωριστής στοιβασίας των αλιευμάτων.

    (29)

    Η έλλειψη υποχρεώσεων αναφοράς αλιευμάτων εκ μέρους των πλοιάρχων σκαφών συνολικού μήκους κάτω των 10 μέτρων οδήγησε σε ελλιπή και αναξιόπιστα δεδομένα καταγραφής αλιευμάτων για τα εν λόγω σκάφη, δεδομένου ότι η συλλογή δεδομένων για τα σκάφη αυτά βασιζόταν κυρίως σε σχέδια δειγματοληψίας. Συνεπώς, είναι σημαντικό να απαιτείται η αναφορά των αλιευμάτων για όλα τα αλιευτικά σκάφη ανεξάρτητα από το μέγεθός τους. Κατά τον τρόπο αυτό, οι κανόνες θα απλουστευτούν και η συμμόρφωση και ο έλεγχος θα βελτιωθούν.

    (30)

    Προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα του ελέγχου, είναι σημαντικό τα στοιχεία που περιέχονται στο ημερολόγιο αλιείας να είναι λεπτομερέστερα και, ως εκ τούτου, να περιλαμβάνουν, στην περίπτωση των σκαφών αλίευσης συνολικού μήκους 12 μέτρων και άνω, δεδομένα για τα αλιεύματα ανά αλιευτική εργασία. Στην περίπτωση σκαφών αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, το ηλεκτρονικό ημερολόγιο αλιείας και η διαβίβαση των στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτό δεν θα πρέπει να συνεπάγονται δυσανάλογη επιβάρυνση για τους πλοιάρχους των εν λόγω σκαφών. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση των σκαφών αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, οι πλοίαρχοι θα πρέπει να υποχρεούνται να υποβάλλουν τα στοιχεία που περιέχονται στο ημερολόγιο αλιείας μόνο μετά την ολοκλήρωση της τελευταίας αλιευτικής εργασίας και πριν από την έναρξη της εκφόρτωσης.

    (31)

    Οι πλοίαρχοι ενωσιακών σκαφών αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συμπληρώνουν και να υποβάλλουν το ηλεκτρονικό ημερολόγιο αλιείας με απλουστευμένα μέσα.

    (32)

    Για να διευκολυνθεί η εφαρμογή και η χρήση ηλεκτρονικών ημερολογίων αλιείας για όλα τα σκάφη, η Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει, κατόπιν αιτήματος ενός ή περισσότερων κρατών μελών, σύστημα καταγραφής και αναφοράς αλιευμάτων για τα σκάφη αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, προσαρμοσμένο στις ειδικές συνθήκες των μικρότερων σκαφών.

    (33)

    Για να ενισχυθεί ο έλεγχος των αλιευμάτων ευαίσθητων ειδών, θα πρέπει να καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας πρόσθετα στοιχεία σχετικά με τις απορρίψεις των εν λόγω ειδών.

    (34)

    Οι διατάξεις σχετικά με το περιθώριο ανοχής στις εκτιμήσεις του ημερολογίου αλιείας για τις ποσότητες ιχθύων που διατηρούνται επί του σκάφους θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις της ακριβούς εκτίμησης των αλιευμάτων επί του σκάφους ανά είδος για μικρότερες ποσότητες αλιευμάτων και για εκφορτώσεις χωρίς διαλογή στο πλαίσιο αλιείας μικρών πελαγικών ειδών, βιομηχανικής αλιείας και αλιείας τροπικού τόνου με γρι-γρι. Θα πρέπει να γίνουν οι ίδιες τροποποιήσεις στις διατάξεις σχετικά με το περιθώριο ανοχής στη δήλωση μεταφόρτωσης. Σε ό,τι αφορά τις παρεκκλίσεις που χορηγούνται για εκφορτώσεις χωρίς διαλογή στο πλαίσιο αλιείας μικρών πελαγικών ειδών, βιομηχανικής αλιείας και αλιείας τροπικού τόνου με γρι-γρι, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για την παροχή περαιτέρω λεπτομερειών σχετικά με τις ενιαίες προϋποθέσεις όσον αφορά την εκφόρτωση και τη ζύγιση αλιευτικών προϊόντων σε λιμένες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, όπως η συμμετοχή διαπιστευμένων ανεξάρτητων τρίτων μερών που μπορούν να εγγυηθούν την ακρίβεια της αναφοράς αλιευμάτων κατά την εκφόρτωση, ή τις απαιτήσεις για τις δειγματοληψίες και τις εργασίες ζύγισης. Οι εν λόγω προϋποθέσεις θα πρέπει να εξασφαλίζουν επαρκή έλεγχο των εν λόγω εργασιών. Η Επιτροπή θα πρέπει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να εγκρίνει τον κατάλογο των λιμένων που πληρούν τις εν λόγω ενιαίες προϋποθέσεις. Το ίδιο θα μπορούσε να ισχύει και για την καταχώριση λιμένων σε τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των λιμένων που έχουν καθοριστεί στο πλαίσιο περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης της αλιείας, υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται ο αναγκαίος έλεγχος από τις σχετικές αρμόδιες αρχές της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας καθώς και η συνεργασία με αυτές.

    (35)

    Όταν ένα σκάφος αλίευσης αναχωρεί, θα πρέπει να κάνει αμέσως εκκίνηση ενός ηλεκτρονικού ημερολογίου αλιείας, ενώ θα πρέπει να εκχωρείται για το ταξίδι αυτό ένας μοναδικός αριθμός ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου. Το ημερολόγιο αλιείας, οι δηλώσεις μεταφόρτωσης και οι δηλώσεις εκφόρτωσης θα πρέπει να περιλαμβάνουν μια αναφορά σε αυτό τον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου ώστε να είναι δυνατή η διενέργεια ενισχυμένου ελέγχου και να βελτιωθούν η επικύρωση των δεδομένων από τα κράτη μέλη και η ιχνηλασιμότητα των αλιευτικών προϊόντων στην αλυσίδα εφοδιασμού.

    (36)

    Για να βελτιωθεί και να απλουστευτεί η διαβίβαση πληροφοριών για τα αλιευτικά εργαλεία και τις απώλειες αλιευτικών εργαλείων στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, το ημερολόγιο αλιείας θα πρέπει να περιλαμβάνει στοιχεία για τα αλιευτικά εργαλεία και τα απολεσθέντα αλιευτικά εργαλεία. Η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιεύει στον ιστότοπό της, σε ετήσια βάση, μια συλλογή πληροφοριών σχετικά με τα απολεσθέντα αλιευτικά εργαλεία που παρέχονται από τα κράτη μέλη.

    (37)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/2403 καθορίζει κανόνες για τα αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών που ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες στα ενωσιακά ύδατα. Σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, τα σκάφη τρίτων χωρών που διαθέτουν άδεια για αλιεία σε ενωσιακά ύδατα συμμορφώνονται με τους κανόνες ελέγχου που διέπουν τις αλιευτικές δραστηριότητες των ενωσιακών σκαφών στην αλιευτική περιοχή στην οποία δραστηριοποιούνται. Για να αποφευχθεί η επανάληψη και να εξασφαλιστεί η σαφήνεια, θα πρέπει να διαγραφούν ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 που προβλέπουν κανόνες ειδικά για τα αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών.

    (38)

    Η προαναγγελία εκφόρτωσης επιτρέπει τον καλύτερο έλεγχο της συμμόρφωσης με τους κανόνες για την καταγραφή αλιευμάτων και τις αλιευτικές δραστηριότητες. Προκειμένου να βελτιωθεί η συμμόρφωση με τους κανόνες για την καταγραφή αλιευμάτων, οι διατάξεις για τις προαναγγελίες θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα σκάφη συνολικού μήκους 12 μέτρων και άνω και όχι μόνο στα αλιευτικά σκάφη που στοχεύουν σε αποθέματα τα οποία υπόκεινται σε πολυετή σχέδια. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατό για τα παράκτια κράτη μέλη να ορίζουν βραχύτερη περίοδο προαναγγελίας για ορισμένες κατηγορίες σκαφών, εφόσον αυτό δεν υπονομεύει την ικανότητα των οικείων αρμόδιων αρχών να επιθεωρούν τα σκάφη κατά την άφιξη.

    (39)

    Τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη που εκφορτώνουν αλιευτικά προϊόντα σε τρίτες χώρες θα πρέπει να υποβάλλουν προαναγγελία στα οικεία κράτη μέλη σημαίας. Τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη που μεταφορτώνουν αλιευτικά προϊόντα σε ύδατα τρίτων χωρών ή στην ανοικτή θάλασσα θα πρέπει να λαμβάνουν άδεια από τα οικεία κράτη μέλη σημαίας. Αυτές οι προαναγγελίες και οι άδειες απαιτούνται δεδομένων των ευθυνών που υπέχουν τα κράτη μέλη σημαίας όσον αφορά την αποτροπή της εισόδου αλιευτικών προϊόντων που προέρχονται από ΠΛΑ αλιεία στις διεθνείς αγορές.

    (40)

    Οι διατάξεις σχετικά με την καταγραφή των δεδομένων αλιευμάτων και των αλιευτικών προσπαθειών από τα κράτη μέλη θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να συμπεριλαμβάνουν τα δεδομένα που περιέχονται στα μητρώα ζύγισης, στις δηλώσεις ανάληψης και στα παραστατικά μεταφοράς.

    (41)

    Οι κανόνες για την υποβολή στην Επιτροπή των συγκεντρωτικών δεδομένων σχετικά με τα αλιεύματα και των αλιευτικών προσπαθειών θα πρέπει να απλουστευτούν μέσω της πρόβλεψης μίας μόνο ημερομηνίας για όλες τις υποβολές.

    (42)

    Για να διασφαλιστεί ότι παρέχονται στην Επιτροπή τα πλέον ακριβή δεδομένα σχετικά με τα αλιεύματα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διορθώνουν τα συγκεντρωτικά δεδομένα που υποβάλλονται στην Επιτροπή όταν έχουν υποβάλει προηγουμένως μόνο εκτιμήσεις, όταν εντοπίζουν ανακολουθίες μετά την επικύρωση των δεδομένων ή όταν η Επιτροπή εντοπίζει ανακολουθίες.

    (43)

    Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι τα αλιεύματα από ένα είδος, απόθεμα ή ομάδα αποθεμάτων που υπόκεινται σε ποσόστωση προσμετρώνται μόνο στις ποσοστώσεις που εφαρμόζονται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος όταν αυτό απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    (44)

    Οι διατάξεις σχετικά με τη δημοσίευση από την Επιτροπή απόφασης για απαγόρευση αλιείας όταν έχει εξαντληθεί η αλιευτική ποσόστωση ή έχει καταβληθεί η μέγιστη επιτρεπόμενη αλιευτική προσπάθεια θα πρέπει να απλουστευτούν ώστε να καταστεί δυνατή η έγκαιρη δημοσίευση αυτών των απαγορεύσεων. Αυτές οι διατάξεις θα πρέπει επίσης να εναρμονιστούν με τις διατάξεις για την υποχρέωση εκφόρτωσης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    (45)

    Οι διατάξεις για την αλιευτική ικανότητα θα πρέπει να επικαιροποιηθούν ώστε να παραπέμπουν στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    (46)

    Εάν τα σκάφη αλίευσης λειτουργούν με κινητήρα του οποίου η ισχύς υπερβαίνει την πιστοποιημένη ισχύ κινητήρα που αναφέρεται στην αλιευτική άδεια και είναι καταχωρισμένη στο μητρώο αλιευτικού στόλου της Ένωσης, είναι αδύνατο να διασφαλιστεί η τήρηση των ανώτατων ορίων αλιευτικής ικανότητας που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν οι διατάξεις σχετικά με την επαλήθευση της ισχύος κινητήρα. Επιπλέον, είναι σημαντικό να προβλεφθεί η δυνατότητα αποτελεσματικού ελέγχου της ισχύος κινητήρα ορισμένων σκαφών αλίευσης τα οποία ενέχουν υψηλό κίνδυνο μη συμμόρφωσης με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής σχετικά με την ισχύ κινητήρα ή τα οποία δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένους τομείς, για παράδειγμα μέσω συσκευών συνεχούς παρακολούθησης της ισχύος κινητήρα. Επίσης, θα πρέπει να απλουστευτούν οι διατάξεις σχετικά με την επαλήθευση της χωρητικότητας των σκαφών αλίευσης για τους σκοπούς του ελέγχου ικανότητας.

    (47)

    Για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να υποχρεούται να καταρτίζει και να επικαιροποιεί τακτικά ένα ετήσιο ή πολυετές εθνικό πρόγραμμα ελέγχου που θα καλύπτει όλους τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο έλεγχος διενεργείται βάσει ανάλυσης του κινδύνου μη συμμόρφωσης.

    (48)

    Για να διασφαλιστεί η διαφάνεια όσον αφορά τον έλεγχο και την επιθεώρηση της αλιείας, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να δημοσιεύει μία φορά ετησίως στον ιστότοπό του ετήσια έκθεση που θα περιλαμβάνει ορισμένες ελάχιστες πληροφορίες, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, όπως δεδομένα σχετικά με τους διαθέσιμους πόρους για τον έλεγχο και τις επιθεωρήσεις, τον έλεγχο και τις επιθεωρήσεις που έχουν διενεργηθεί, τις παραβάσεις που έχουν διαπιστωθεί και επιβεβαιωθεί και τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί. Κάθε έτος, η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιεύει συλλογή των σχετικών πληροφοριών που υποβάλλουν τα κράτη μέλη.

    (49)

    Για λόγους μεγαλύτερης σαφήνειας, ενδείκνυται να τροποποιηθεί ο ορισμός της «περιοχής περιορισμένης αλιείας». Ο εν λόγω ορισμός θα πρέπει να καλύπτει συγκεκριμένες γεωγραφικά καθορισμένες θαλάσσιες περιοχές εντός μίας ή περισσότερων θαλάσσιων λεκανών, συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών, όπου όλες ή ορισμένες αλιευτικές δραστηριότητες περιορίζονται ή απαγορεύονται προσωρινά ή μόνιμα προκειμένου να βελτιωθεί η διατήρηση των θαλάσσιων βιολογικών πόρων ή η προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων σύμφωνα με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, όπως αυτές που αναφέρονται στα άρθρα 12, 17 και 21 και στο παράρτημα II, στο μέρος Γ των παραρτημάτων V έως VIII, στο μέρος Β του παραρτήματος XI και στα μέρη Γ και Δ του παραρτήματος XII του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241 και στον κανονισμό (ΕΕ) 2023/2124 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) και σε παρόμοιες περιοχές που καθορίζονται σε άλλους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Επιπλέον, θα πρέπει να βελτιωθούν οι κανόνες για τον έλεγχο στις περιοχές περιορισμένης αλιείας, μεταξύ άλλων με την απαίτηση δημοσίευσης του καταλόγου των περιοχών περιορισμένης αλιείας και των αντίστοιχων περιορισμών από τα κράτη μέλη στους επίσημους ιστότοπούς τους.

    (50)

    Οι δραστηριότητες που συνίστανται στην εμπορική εκμετάλλευση θαλάσσιων βιολογικών πόρων χωρίς τη χρήση σκάφους αλίευσης εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Οι δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, τη συλλογή οστρακοειδών, την υποβρύχια αλιεία, την αλιεία στον πάγο και την αλιεία από την ακτή, συμπεριλαμβανομένης της πεζής αλιείας. Ως εκ τούτου, για να εναρμονιστεί ο έλεγχος των εν λόγω δραστηριοτήτων σε ολόκληρη την Ένωση, θα πρέπει να εισαχθεί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 ορισμός της «αλιείας χωρίς σκάφος» και ειδικά μέτρα ελέγχου για τις εν λόγω δραστηριότητες, λαμβανομένων υπόψη, όπου απαιτείται, των ιδιαιτεροτήτων των εν λόγω τύπων αλιείας, συμπεριλαμβανομένων των περιφερειακών ιδιαιτεροτήτων.

    (51)

    Η ερασιτεχνική αλιεία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην Ένωση από βιολογική, οικονομική αλλά και κοινωνική άποψη. Λαμβανομένων υπόψη των σημαντικών επιπτώσεων της ερασιτεχνικής αλιείας σε ορισμένα αποθέματα, είναι αναγκαίο να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις που θα επιτρέπουν έναν αποτελεσματικό έλεγχο της ερασιτεχνικής αλιείας από τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου ενός κατάλληλου συστήματος κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Η συλλογή αξιόπιστων δεδομένων σχετικά με τα αλιεύματα από ορισμένους τύπους ερασιτεχνικής αλιείας είναι απαραίτητη προκειμένου να παρέχονται στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή οι πληροφορίες που απαιτούνται για την αποτελεσματική διαχείριση και τον έλεγχο των θαλάσσιων βιολογικών πόρων. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν σύστημα για τον αποτελεσματικό έλεγχο των αλιευμάτων σε ορισμένους τύπους ερασιτεχνικής αλιείας, συμπεριλαμβανομένων των μη εμπορικών δραστηριοτήτων που ασκούνται από μεμονωμένα πρόσωπα με αλιευτικά σκάφη ή δραστηριοτήτων που διοργανώνονται από εμπορικές οντότητες στον τομέα του τουρισμού ή στον τομέα των αθλητικών εκδηλώσεων.

    (52)

    Στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής έχει ήδη θεσπιστεί σειρά ειδικών μέτρων διατήρησης που εφαρμόζονται στην ερασιτεχνική αλιεία, ιδίως στους κανονισμούς του Συμβουλίου για τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων για ορισμένα αποθέματα ιχθύων ή ομάδες αποθεμάτων ιχθύων. Στα ειδικά μέτρα διατήρησης που ήδη εφαρμόζονται συγκαταλέγονται τα όρια αλιευμάτων, τα όρια κάρπωσης και οι απαγορεύσεις αλιείας σε ορισμένες περιόδους, σε ορισμένες περιοχές ή με ορισμένα εργαλεία. Η διατήρηση συγκεκριμένων ειδών ενδέχεται να απαιτήσει τη χρήση στο μέλλον άλλων μέτρων από εκείνα που ήδη εφαρμόζονται. Η επιβολή των μέτρων διατήρησης που εφαρμόζονται στην ερασιτεχνική αλιεία απαιτεί τη θέσπιση κατάλληλων μέτρων ελέγχου.

    (53)

    Με εξαίρεση την απαγόρευση εμπορίας ή πώλησης αλιευμάτων ερασιτεχνικής αλιείας, η οποία θα πρέπει να επιβάλλεται από όλα τα κράτη μέλη, οι κανόνες για τον έλεγχο της ερασιτεχνικής αλιείας θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στα παράκτια κράτη μέλη.

    (54)

    Οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο στην αλυσίδα εφοδιασμού θα πρέπει να αποσαφηνιστούν προκειμένου τα κράτη μέλη να μπορούν να διενεργούν έλεγχο και επιθεωρήσεις σε όλα τα στάδια της εμπορίας προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, από την πρώτη πώληση μέχρι τη λιανική πώληση, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς και της τροφοδοσίας.

    (55)

    Για να βελτιωθεί ο έλεγχος της εμπορίας των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν και να επικαιροποιηθούν οι κανόνες για την κατανομή των εν λόγω προϊόντων σε παρτίδες καθώς και για τη συγχώνευση και τον διαχωρισμό των παρτίδων.

    (56)

    Σύμφωνα με τις απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 931/2011 της Επιτροπής (16) καθορίζει ορισμένους κανόνες ιχνηλασιμότητας για τον συγκεκριμένο τομέα των τροφίμων ζωικής προέλευσης και, ειδικότερα, ότι ένα σύνολο συγκεκριμένων πληροφοριών πρέπει να τηρείται σε αρχείο από τους επιχειρηματίες, να τίθεται στη διάθεση των αρμόδιων αρχών κατόπιν αιτήματος και να διαβιβάζεται στον επιχειρηματία στον οποίο παρέχεται το αλιευτικό προϊόν αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας. Η ιχνηλασιμότητα είναι σημαντική όχι μόνο για τους σκοπούς της ασφάλειας των τροφίμων, αλλά και για τη διενέργεια ελέγχου, τη διασφάλιση της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών, την καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας και ως συμβολή στη διασφάλιση του θεμιτού ανταγωνισμού.

    (57)

    Επομένως, ενδείκνυται να βασιστούμε στους ισχύοντες κανόνες για την ιχνηλασιμότητα που καθορίζονται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 931/2011. Ένα σύνολο συγκεκριμένων πληροφοριών για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας θα πρέπει να τηρείται σε αρχείο από τους επιχειρηματίες, να τίθεται στη διάθεση των αρμόδιων αρχών κατόπιν αιτήματος και να διαβιβάζεται στον επιχειρηματία στον οποίο παρέχονται προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Στην περίπτωση αλιευτικών προϊόντων που δεν είναι εισαγόμενα, αυτές οι πληροφορίες ιχνηλασιμότητας θα πρέπει να περιλαμβάνουν τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου, καθώς αυτό θα καθιστά δυνατή τη σύνδεση μιας συγκεκριμένης παρτίδας αλιευτικών προϊόντων με μια συγκεκριμένη εκφόρτωση από ένα ή περισσότερα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη στην ίδια σχετική γεωγραφική περιοχή. Σε περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος, οι πληροφορίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης της ημέρας αλίευσης.

    (58)

    Σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 931/2011, οι πληροφορίες ιχνηλασιμότητας που είναι συναφείς για τον έλεγχο των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας θα πρέπει να είναι διαθέσιμες από την πρώτη πώληση μέχρι το στάδιο της λιανικής πώλησης. Πιο συγκεκριμένα, οι πληροφορίες που παρέχονται κατά αυτό τον τρόπο στον καταναλωτή σχετικά με το είδος και την προέλευση του προϊόντος αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας θα είναι ακριβείς.

    (59)

    Οι ίδιοι κανόνες με εκείνους που εφαρμόζονται στα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας τα οποία προέρχονται από την Ένωση θα πρέπει να εφαρμόζονται και στα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που εισάγονται από τρίτες χώρες. Στην περίπτωση των εισαγόμενων προϊόντων, οι υποχρεωτικές πληροφορίες ιχνηλασιμότητας θα πρέπει να περιλαμβάνουν αναφορά στους αριθμούς πιστοποιητικού(-ών) αλιευμάτων που υποβάλλονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου (17).

    (60)

    Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και έγκαιρη διαβίβαση των πληροφοριών ιχνηλασιμότητας σχετικά με προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, οι επιχειρηματίες θα πρέπει να καθιστούν τις πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα που εμπίπτουν στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, η οποία θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου (18), διαθέσιμες με ψηφιακό τρόπο εντός της αλυσίδας εφοδιασμού και στις αρμόδιες αρχές κατόπιν αιτήματός τους.

    (61)

    Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική ιχνηλασιμότητα των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που υπάγονται στις κλάσεις 1604 και 1605 του κεφαλαίου 16 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, η Επιτροπή θα πρέπει να διεξαγάγει μελέτη που θα περιλαμβάνει ανάλυση των διαθέσιμων λύσεων ή μεθόδων για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική ιχνηλασιμότητα των εν λόγω προϊόντων. Με βάση την εν λόγω μελέτη, η Επιτροπή θα πρέπει, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, να θεσπίσει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας για παρτίδες των εν λόγω προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας.

    (62)

    Στην περίπτωση των αλιευτικών προϊόντων που πωλούνται απευθείας από αλιευτικά σκάφη στους τελικούς καταναλωτές, οι κανόνες που αφορούν την ιχνηλασιμότητα, τους εγκεκριμένους αγοραστές και τα δελτία πώλησης δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε ποσότητες μικρότερες ορισμένων ορίων. Τα εν λόγω όρια θα πρέπει να εναρμονιστούν και να είναι αρκετά χαμηλά ώστε να ελαχιστοποιηθεί η διάθεση στην αγορά αλιευτικών προϊόντων τα οποία δεν μπορούν να ιχνηλατηθούν και, ως εκ τούτου, να ελεγχθούν και τα οποία ενδέχεται να συμβάλουν στο παράνομο εμπόριο.

    (63)

    Για να επιτευχθούν οι στόχοι της κοινής αλιευτικής πολιτικής, η αξιοπιστία και η ολοκληρωμένη συλλογή δεδομένων για τα αλιεύματα είναι ύψιστης σημασίας. Πιο συγκεκριμένα, η καταγραφή αλιευμάτων κατά τον χρόνο της εκφόρτωσης θα πρέπει να πραγματοποιείται με όσο το δυνατό πιο αξιόπιστο τρόπο. Για τον σκοπό αυτό, είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι διαδικασίες όσον αφορά τη ζύγιση αλιευτικών προϊόντων κατά την εκφόρτωση, χωρίς να προκαλείται δυσανάλογη επιβάρυνση για τους επιχειρηματίες.

    (64)

    Η ζύγιση θα πρέπει να εκτελείται σε συστήματα εγκεκριμένα από τις αρμόδιες αρχές και από επιχειρηματίες που είναι εγκεκριμένοι από τα κράτη μέλη για την εκτέλεση αυτής της εργασίας. Όλα τα προϊόντα θα πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να ζυγίζονται ανά είδος κατά την εκφόρτωση, ώστε να εξασφαλίζεται η ακριβής αναφορά των αλιευμάτων. Επιπλέον, τα μητρώα ζύγισης θα πρέπει να τηρούνται για τρία έτη.

    (65)

    Η ζύγιση των δειγμάτων, η ζύγιση επί του σκάφους ή η ζύγιση μετά τη μεταφορά θα πρέπει να επιτρέπονται μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Μετά την έγκριση από την Επιτροπή των σχεδίων δειγματοληψίας, των σχεδίων ελέγχου και των κοινών προγραμμάτων ελέγχου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιτρέπουν τη ζύγιση των αλιευτικών προϊόντων σύμφωνα με τα εν λόγω σχέδια δειγματοληψίας, τα σχέδια ελέγχου ή τα κοινά προγράμματα ελέγχου.

    (66)

    Για να βελτιωθεί ο έλεγχος και να καταστεί δυνατή η ταχεία επικύρωση των δεδομένων καταγραφής αλιευμάτων καθώς και η ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, είναι απαραίτητο όλοι οι επιχειρηματίες να καταγράφουν τα δεδομένα ψηφιακά και να τα υποβάλλουν ηλεκτρονικά στα κράτη μέλη. Αυτό αφορά ιδίως τις δηλώσεις εκφόρτωσης, τα δελτία πώλησης και τις δηλώσεις ανάληψης.

    (67)

    Λόγω της διαθεσιμότητας κατάλληλων τεχνολογικών εργαλείων, η απαίτηση για την ψηφιακή καταγραφή των δεδομένων και την ηλεκτρονική υποβολή τους στα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλους τους εγκεκριμένους αγοραστές αλιευτικών προϊόντων.

    (68)

    Η διαδικασία διαβίβασης των παραστατικών μεταφοράς στα σχετικά κράτη μέλη θα πρέπει να απλουστευτεί και θα πρέπει να πραγματοποιείται πριν από την έναρξη της μεταφοράς ώστε να είναι δυνατή η διενέργεια ελέγχου και επιθεωρήσεων από τις αρμόδιες αρχές.

    (69)

    Οι δηλώσεις εκφόρτωσης, τα δελτία πώλησης, οι δηλώσεις ανάληψης και τα παραστατικά μεταφοράς θα πρέπει να περιλαμβάνουν αναφορά στον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου ώστε να είναι δυνατή η διενέργεια ενισχυμένου ελέγχου και να βελτιωθούν η επικύρωση των δεδομένων από τα κράτη μέλη και η ιχνηλασιμότητα των αλιευτικών προϊόντων στην αλυσίδα εφοδιασμού. Στην περίπτωση της αλιείας χωρίς σκάφος, τα δελτία πώλησης, οι δηλώσεις ανάληψης και τα παραστατικά μεταφοράς θα πρέπει να περιλαμβάνουν τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης της ημέρας αλίευσης, ενώ θα πρέπει να γίνουν ορισμένες προσαρμογές σε άλλες διατάξεις ώστε να προβλεφθεί η συμπερίληψη της αλιείας χωρίς σκάφος.

    (70)

    Οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 σχετικά με την παρακολούθηση των οργανώσεων παραγωγών και την παρακολούθηση των καθεστώτων τιμών και παρέμβασης δεν είναι πλέον συναφείς και θα πρέπει να διαγραφούν, δεδομένου ότι αυτή η παρακολούθηση προβλέπεται πλέον στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1379/2013.

    (71)

    Οι επιθεωρήσεις στις οποίες συμμετέχουν υπάλληλοι τόσο του κράτους μέλους σημαίας όσο και του παράκτιου κράτους μέλους θα διευκολύνουν τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειρογνωμοσύνης. Ως εκ τούτου, ένα παράκτιο κράτος μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καλεί υπαλλήλους ενός κράτους μέλους σημαίας να συμμετέχουν σε επιθεωρήσεις αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία του εν λόγω κράτους μέλους, όταν τα εν λόγω σκάφη δραστηριοποιούνται στα ύδατα του παράκτιου κράτους ή εκφορτώνουν στους λιμένες του ή στους τόπους εκφόρτωσής του.

    (72)

    Για να διασφαλιστεί ότι οι επιχειρηματίες συμμορφώνονται με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 θα πρέπει να καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να ενεργούν οι υπάλληλοι σε περίπτωση πιθανών παραβάσεων των εν λόγω κανόνων. Εν προκειμένω, θα πρέπει να περιληφθούν κανόνες σχετικά με τον τρόπο χειρισμού των παραβάσεων που διαπιστώνονται όταν οι υπάλληλοι έχουν λόγους να πιστεύουν, βάσει επιθεωρήσεων ή οποιωνδήποτε σχετικών δεδομένων ή πληροφοριών, ότι ενδέχεται να έχει διαπραχθεί παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής και πριν από την έκδοση απόφασης από δικαστήριο ή αρμόδια αρχή με την οποία θα επιβεβαιώνεται εάν έχει διαπραχθεί τέτοια παράβαση ή όχι.

    (73)

    Για να βελτιωθούν η αξιολόγηση κινδύνου που διενεργούν οι εθνικές αρχές κατά τον σχεδιασμό δραστηριοτήτων ελέγχου και η αποτελεσματικότητα των επιθεωρήσεων, θα πρέπει να ενισχυθούν οι απαιτήσεις σχετικά με το εθνικό μητρώο παραβάσεων.

    (74)

    Οι κυρώσεις και τα άλλα μέτρα που προβλέπονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 θα πρέπει να εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη κατά τρόπο που να σέβεται πλήρως τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ενός προσώπου να μην δικάζεται ή να μην τιμωρείται ποινικά δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη.

    (75)

    Θα πρέπει να ενισχυθούν οι κανόνες και οι διαδικασίες για την κοινοποίηση των σχετικών πληροφοριών σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται και τις κυρώσεις που επιβάλλονται από τα κράτη μέλη σε πολίτες άλλων κρατών μελών ή σε αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τον καθορισμό μορίων για σοβαρές παραβάσεις των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, προκειμένου να βελτιωθεί ο έλεγχος της αλιείας και η επιβολή της νομοθεσίας εντός και εκτός των ενωσιακών υδάτων.

    (76)

    Για να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και συνεπής εφαρμογή στα κράτη μέλη όσον αφορά τη δικαστική και τη διοικητική μεταχείριση όσων διαπράττουν παραβάσεις των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν και να ενισχυθούν οι διατάξεις που αφορούν τον καθορισμό των συμπεριφορών που συνιστούν σοβαρές παραβάσεις αυτών των κανόνων.

    (77)

    Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική αποτροπή των πλέον επιβλαβών συμπεριφορών, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης, είναι αναγκαίο να καταρτιστεί διεξοδικός κατάλογος των παραβάσεων που πρέπει να θεωρούνται σοβαρές υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Επιπλέον, υπάρχουν και άλλες παραβάσεις των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής οι οποίες θα πρέπει να θεωρούνται σοβαρές όταν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και αναλογική επιβολή και μια εναρμονισμένη προσέγγιση σε ολόκληρη την Ένωση, είναι αναγκαίο να καταρτιστεί εξαντλητικός κατάλογος των κριτηρίων που πρέπει να χρησιμοποιούν οι αρμόδιες εθνικές αρχές κατά τον προσδιορισμό της σοβαρότητας των εν λόγω παραβάσεων.

    (78)

    Οι σοβαρές παραβάσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις.

    (79)

    Όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι το περιεχόμενο οποιουδήποτε από τα κριτήρια για τον χαρακτηρισμό μιας παράβασης ως σοβαρής δεν επαρκεί για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και αναλογικής επιβολής των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής από τα κράτη μέλη και μεταξύ αυτών, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζει τα εν λόγω κριτήρια, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Κατά την άσκηση της αρμοδιότητας που της έχει ανατεθεί να τροποποιεί τα εν λόγω κριτήρια, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, ιδίως, τις συμβουλές της ομάδας εμπειρογνωμόνων σχετικά με τη συμμόρφωση που αναφέρεται στο άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 ή τα πορίσματα της έκθεσης που συντάσσει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 118 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009. Οποιαδήποτε τέτοια τροποποίηση δεν θα πρέπει να προσθέτει νέα κριτήρια και θα πρέπει να καταργεί τα κριτήρια μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι αυτό είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και αναλογικής επιβολής των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής από τα κράτη μέλη και μεταξύ αυτών.

    (80)

    Σε ό,τι αφορά τις σοβαρές παραβάσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν διοικητικές οικονομικές κυρώσεις, με την επιφύλαξη άλλων κατάλληλων κυρώσεων και συνοδευτικών μέτρων, ενώ θα πρέπει να καθοριστούν ελάχιστα επίπεδα για τις εν λόγω διοικητικές οικονομικές κυρώσεις. Εναλλακτικά, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν κατ’ αποκοπή συντελεστές διοικητικών οικονομικών κυρώσεων, ενώ θα πρέπει να καθοριστούν κατάλληλα επίπεδα για τους εν λόγω κατ’ αποκοπή συντελεστές. Τα εν λόγω ελάχιστα επίπεδα και οι κατ’ αποκοπή συντελεστές δεν θα πρέπει να θίγουν τη διακριτική ευχέρεια των αρμόδιων αρχών να παρεκκλίνουν από τα εν λόγω ελάχιστα επίπεδα σε μεμονωμένες περιπτώσεις, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι συγκεκριμένες ατομικές, οικονομικές και άλλες ελαφρυντικές περιστάσεις της υπόθεσης, όπως η συνεργασία με τις αρχές επιβολής του νόμου, η ηλικία του δράστη ή η μειωμένη ικανότητα του δράστη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα, εναλλακτικά, να προβλέπουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι εν λόγω κυρώσεις έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα με τις διοικητικές οικονομικές κυρώσεις. Αυτό δεν θα πρέπει να θίγει τη διακριτική ευχέρεια των δικαστηρίων να καθορίζουν τις ποινικές κυρώσεις σε μεμονωμένες περιπτώσεις, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, και να λαμβάνουν υπόψη τις συγκεκριμένες ατομικές, οικονομικές και άλλες ελαφρυντικές περιστάσεις της υπόθεσης.

    (81)

    Για να αυξηθούν τα επίπεδα συμμόρφωσης και να μειωθεί η πιθανότητα διάπραξης σοβαρών παραβάσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν σύστημα επιβολής μορίων και να καταλογίζουν μόρια στους κατόχους αλιευτικών αδειών και στους πλοιάρχους των οικείων σκαφών αλίευσης σε περίπτωση επιβεβαιωμένων σοβαρών παραβάσεων. Δεν θα πρέπει να καταλογίζονται μόρια στην περίπτωση παραβάσεων με σκάφη χωρίς εθνικότητα, παραβάσεων που σχετίζονται με τη διάθεση στην αγορά προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας και άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας που συνδέεται άμεσα με ΠΛΑ αλιεία, και παραβάσεων που αφορούν δραστηριότητες ερασιτεχνικής αλιείας. Δεν θα πρέπει επίσης να καταλογίζονται μόρια σε περίπτωση παράβασης που σχετίζεται με τη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής, αποθήκευσης και αναφοράς δεδομένων που αφορούν αλιευτικές δραστηριότητες, εάν η σχετική παράβαση δεν εφαρμόζεται στον κάτοχο της αλιευτικής άδειας ή στον πλοίαρχο.

    (82)

    Για να εξασφαλιστεί το συνεχές αποτρεπτικό αποτέλεσμα του συστήματος επιβολής μορίων για τους κατόχους αλιευτικής άδειας, τα καταλογισθέντα μόρια θα πρέπει να μεταβιβάζονται στον νέο κάτοχο της αλιευτικής άδειας σε περίπτωση που το σκάφος ή η αλιευτική άδεια πωληθεί, μεταβιβαστεί ή αλλάξει με άλλον τρόπο η κυριότητα μετά την ημερομηνία της παράβασης, μεταξύ άλλων σε επιχειρηματία άλλου κράτους μέλους.

    (83)

    Για να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για τους πλοιάρχους, το σύστημα μορίων για τους πλοιάρχους θα πρέπει να εναρμονιστεί και να ευθυγραμμιστεί με το σύστημα μορίων για τους κατόχους άδειας. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη σημαίας θα πρέπει να καταλογίζουν μόρια στους πλοιάρχους σκαφών αλίευσης που φέρουν τη σημαία τους όταν έχουν διαπράξει σοβαρή παράβαση δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009. Επιπλέον, το κράτος μέλος του οποίου είναι πολίτης ο πλοίαρχος θα πρέπει να ενημερώνεται και να καταγράφει τα μόρια που καταλογίζονται στον εν λόγω πλοίαρχο, σε περίπτωση που τα μόρια αυτά έχουν καταλογιστεί από άλλο κράτος μέλος.

    (84)

    Για να επιτευχθούν καλύτερα ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και νοοτροπία συμμόρφωσης εντός και εκτός της Ένωσης, θα πρέπει να απαγορεύεται στους πλοιάρχους για τους οποίους η αναστολή ή η ανάκληση του δικαιώματος χειρισμού αλιευτικού σκάφους προκλήθηκε από τον καταλογισμό μορίων να ασκούν καθήκοντα πλοιάρχου ενωσιακού αλιευτικού σκάφους, είτε μόνιμα είτε καθ’ όλη τη διάρκεια της αναστολής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους για τον σκοπό αυτό.

    (85)

    Οι σοβαρές παραβάσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη χρήση απαγορευμένων αλιευτικών εργαλείων ή απαγορευμένων μεθόδων όπως εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241 ή σε οποιουσδήποτε άλλους ισοδύναμους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής που περιέχουν παρόμοιες γενικές απαγορεύσεις στη χρήση ορισμένων αλιευτικών εργαλείων ή μεθόδων.

    (86)

    Για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής σχετικά με την αλιευτική ικανότητα, ορισμένες δραστηριότητες που συνίστανται στην επέμβαση σε κινητήρες σκαφών, με σκοπό την αύξηση της ισχύος τους, ή στη χρήση κινητήρα που έχει υποστεί επέμβαση, θα πρέπει να θεωρούνται σοβαρές παραβάσεις υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    (87)

    Για να ενισχυθεί η συμμόρφωση με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής και να βελτιωθεί η συλλογή δεδομένων, οι σοβαρές παραβάσεις που συνίστανται στην παραβίαση των κανόνων σχετικά με τα περιθώρια ανοχής για τα ημερολόγια αλιείας και τις δηλώσεις μεταφόρτωσης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, θα πρέπει να διακρίνονται από άλλες σοβαρές παραβάσεις που συνίστανται στη μη τήρηση των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής, αποθήκευσης και αναφοράς δεδομένων σχετικά με αλιευτικές δραστηριότητες, βάσει ορισμένων προϋποθέσεων. Ειδικότερα, η παράλειψη καταγραφής και αναφοράς αλιευμάτων ενός είδους που υπόκειται σε υποχρέωση εκφόρτωσης θα πρέπει να χαρακτηρίζεται ως σοβαρή στην τελευταία αυτή κατηγορία ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, η οποία θα καθορίζεται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών με βάση τις περιστάσεις κάθε υπόθεσης, όπως, κατά περίπτωση, οι ιδιαιτερότητες των σχετικών τύπων αλιείας. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη φύση και την έκταση της συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένων των συνολικών αλιευμάτων, της ποσότητας, του είδους και της αναλογίας των μη δηλωθέντων αλιευμάτων, μεταξύ άλλων υπό το πρίσμα του ισχύοντος περιθωρίου ανοχής, και τυχόν ενδείξεων πρόθεσης καταστρατήγησης των κανόνων σχετικά με τη συμπλήρωση ημερολογίων αλιείας ή δηλώσεων μεταφόρτωσης.

    (88)

    Ενδείκνυται να διευκρινιστεί ποιες δραστηριότητες των πολιτών των κρατών μελών και των ενωσιακών αλιευτικών σκαφών όσον αφορά την άσκηση ή την υποστήριξη της ΠΛΑ αλιείας θα πρέπει να συνιστούν σοβαρή παράβαση. Εκτός από τη συμπεριφορά που συνιστά σοβαρή παράβαση των κανόνων για τις αλιευτικές δραστηριότητες, θα πρέπει επίσης να θεωρείται σοβαρή παράβαση η επιχειρηματική δραστηριότητα που συνδέεται άμεσα με την ΠΛΑ αλιεία, συμπεριλαμβανομένων της εισαγωγής ή του εμπορίου αλιευτικών προϊόντων που προέρχονται από ΠΛΑ αλιεία, όπως η αγορά τέτοιων προϊόντων χωρίς όλα τα έγγραφα που απαιτούνται από τον νόμο.

    (89)

    Το άρθρο 5 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 4 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προβλέπουν ότι κανείς δεν μπορεί να υποχρεωθεί σε αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία. Επιπλέον, όλα τα κράτη μέλη είναι συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης αριθ. 29 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) για την αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία, σύμφωνα με την οποία η παράνομη απαίτηση αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας πρέπει να τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα και να υπόκειται σε κυρώσεις που επιβάλλονται από τον νόμο και είναι πράγματι αποτελεσματικές και εφαρμόζονται αυστηρά. Επίσης, η άσκηση αλιευτικών δραστηριοτήτων με τη χρήση αναγκαστικής εργασίας αντιβαίνει στους στόχους της κοινής αλιευτικής πολιτικής, ιδίως ότι η διαχείριση των αλιευτικών δραστηριοτήτων πρέπει να είναι σύμφωνη με τους στόχους της επίτευξης κοινωνικών οφελών και οφελών για την απασχόληση και να συμβάλλει στην εξασφάλιση δίκαιου βιοτικού επιπέδου για όσους εξαρτώνται από τις αλιευτικές δραστηριότητες. Υπονομεύει επίσης τους ισότιμους όρους ανταγωνισμού για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που διατίθενται στην αγορά της Ένωσης. Ως εκ τούτου, η διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων με τη χρήση αναγκαστικής εργασίας θα πρέπει να θεωρείται σοβαρή παράβαση, με την επιφύλαξη τυχόν ποινικών κυρώσεων για αναγκαστική εργασία σύμφωνα με τις υποχρεώσεις των κρατών μελών δυνάμει της σύμβασης αριθ. 29 της ΔΟΕ για την αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία.

    (90)

    Οι εθνικές οντότητες που είναι επιφορτισμένες με τις δραστηριότητες ελέγχου της αλιείας καθώς και οποιαδήποτε αρμόδια δικαστικά όργανα θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα εθνικά μητρώα παραβάσεων. Η πλήρως διαφανής ανταλλαγή των πληροφοριών που περιέχονται στα εθνικά μητρώα μεταξύ των κρατών μελών θα βελτιώσει επίσης την αποτελεσματικότητα και θα εξασφαλίσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού για τις δραστηριότητες ελέγχου.

    (91)

    Βάσει διεθνών συμφωνιών, η υπεραλίευση από ένα κράτος μέλος μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της ενωσιακής ποσόστωσης στο πλαίσιο της εν λόγω διεθνούς συμφωνίας. Στην περίπτωση μιας τέτοιας μείωσης, το Συμβούλιο θα πρέπει, κατά την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων για το εν λόγω απόθεμα ή ομάδα αποθεμάτων σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, να αναπροσαρμόσει για το έτος για το οποίο γίνεται η εν λόγω μείωση και, εάν χρειαστεί, για το επόμενο έτος, τις ποσοστώσεις των κρατών μελών κατά τρόπο ώστε τα κράτη μέλη που δεν έχουν προβεί σε υπεραλίευση να μην θιγούν από τη μείωση της ενωσιακής ποσόστωσης.

    (92)

    Η επικύρωση αποτελεί σημαντικό βήμα ώστε να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα που συλλέγονται από τα κράτη μέλη δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 είναι αξιόπιστα και πλήρη. Θα πρέπει να αποσαφηνιστούν το σύνολο των δεδομένων προς επικύρωση και οι υποχρεώσεις των κρατών μελών σε περίπτωση ανακολουθιών.

    (93)

    Για να εκπληρώνει τα καθήκοντά της σύμφωνα με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, η Επιτροπή πρέπει να έχει πρόσβαση σε διάφορα δεδομένα που συλλέγουν τα κράτη μέλη. Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ποια δεδομένα θα πρέπει να είναι προσβάσιμα από την Επιτροπή και ποιες εργασίες θα εκτελεί η τελευταία χρησιμοποιώντας τα εν λόγω δεδομένα.

    (94)

    Τα δεδομένα που συλλέγουν τα κράτη μέλη είναι επίσης εξαιρετικά χρήσιμα για επιστημονικούς σκοπούς. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι στους ανεξάρτητους επιστημονικούς φορείς που είναι αναγνωρισμένοι σε εθνικό, ενωσιακό ή διεθνές επίπεδο μπορεί να παρέχεται πρόσβαση στα δεδομένα που συλλέγονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, και ιδίως στα δεδομένα στίγματος σκάφους και στα δεδομένα για τις αλιευτικές δραστηριότητες. Πριν από τη διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν κατά πόσο η επιστημονική έρευνα μπορεί να διεξαχθεί βάσει ψευδωνυμοποιημένων ή ανωνυμοποιημένων δεδομένων και, εάν αυτό είναι δυνατό, να παρέχουν στους εν λόγω επιστημονικούς φορείς δεδομένα που έχουν αποταυτοποιηθεί με τον τρόπο αυτό. Τα δεδομένα για την αλιευτική δραστηριότητα που συλλέγονται από τα κράτη μέλη είναι επίσης χρήσιμα για την παραγωγή στατιστικών, ιδίως από την Eurostat, η οποία θα πρέπει να είναι σε θέση να τα χρησιμοποιεί για την παραγωγή στατιστικών σχετικά με την αλιεία.

    (95)

    Σύμφωνα με την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 19ης Ιουλίου 2012, για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς, για κάθε οργανισμό θα πρέπει να διενεργείται ανά πενταετία αξιολόγηση κατ’ ανάθεση της Επιτροπής. Δεδομένου ότι ορισμένες προκλήσεις στον τομέα της αλιείας και του περιβάλλοντος είναι στενά αλληλένδετες, η Επιτροπή, στο πλαίσιο της επόμενης περιοδικής αξιολόγησης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος («ΕΟΠ»), θα εξετάσει τρόπους ενίσχυσης της συνεργασίας και της σχετικής ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας (η «Υπηρεσία») και του ΕΟΠ και σε ποια μορφή θα μπορούσε να επισημοποιηθεί η εν λόγω ενισχυμένη συνεργασία, μεταξύ άλλων, εάν χρειαστεί, με την υποβολή τυχόν σχετικών νομοθετικών προτάσεων ή άλλων μέτρων για τον σκοπό αυτό.

    (96)

    Δεδομένου ότι η ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών είναι ύψιστης σημασίας για τον έλεγχο και την επιβολή των υποχρεώσεων δυνάμει των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν οι διατάξεις που αφορούν αυτή την ανταλλαγή.

    (97)

    Για να μπορεί η Επιτροπή να επικυρώνει τα δεδομένα σχετικά με τα αλιεύματα που παρέχουν τα κράτη μέλη και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής, μέσω απευθείας ηλεκτρονικής ανταλλαγής, δεδομένα σχετικά με τη δραστηριότητα των αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία τους.

    (98)

    Το σύνολο των δεδομένων που συλλέγουν τα κράτη μέλη και στο οποίο η Επιτροπή θα πρέπει να έχει πρόσβαση, όπως δεδομένα για τις αλιευτικές δραστηριότητες, δεδομένα ελέγχου και δεδομένα σχετικά με τις παραβάσεις, θα μπορούσε να περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Δεδομένου ότι ο μοναδικός αριθμός ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου, το όνομα του αλιευτικού σκάφους ή, στην περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος, ο μοναδικός αριθμός ταυτοποίησης της ημέρας αλίευσης θα μπορούσαν να επιτρέψουν την ταυτοποίηση φυσικών προσώπων, όπως ο ιδιοκτήτης ή ο πλοίαρχος αλιευτικού σκάφους, οι πληροφορίες που περιέχουν τέτοια δεδομένα μπορούν επίσης, υπό ορισμένες περιστάσεις, να συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

    (99)

    Εφαρμόζονται οι κανονισμοί (ΕΕ) 2016/679 (19) και (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20), και για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21), όταν προσωπικά δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και του κανονισμού (EΕ) 2019/473 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22), ενώ θα πρέπει να διασφαλίζεται πάντα και σε όλα τα επίπεδα η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

    (100)

    Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία περιέχονται σε πληροφορίες που συλλέγονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής και της συμμόρφωσης με τους κανόνες και τους στόχους της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Ειδικότερα, για τους σκοπούς της παρακολούθησης των αλιευτικών δυνατοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της απορρόφησης της ποσόστωσης, της διασφάλισης της συμμόρφωσης με άλλα μέτρα διαχείρισης και διατήρησης, της παρακολούθησης των αλιευτικών δραστηριοτήτων ή της διενέργειας αξιολόγησης που επιτρέπει τη διεξαγωγή ελέγχου με βάση τον κίνδυνο, τα κράτη μέλη πρέπει να επεξεργάζονται δεδομένα στίγματος σκάφους, ημερολόγια αλιείας, δηλώσεις εκφόρτωσης, δελτία πώλησης και άλλα δεδομένα αλιευτικής δραστηριότητας προκειμένου να διενεργούν επικύρωση και διασταυρούμενους ελέγχους. Αυτό είναι απαραίτητο για να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα που υποβάλλονται από τους επιχειρηματίες είναι πλήρη και ακριβή και ότι οι επιχειρηματίες συμμορφώνονται με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Για να είναι σε θέση να ελέγχει και να αξιολογεί την εφαρμογή των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής μέσω επαληθεύσεων, επιθεωρήσεων ή ελέγχων και να παρακολουθεί τις ελεγκτικές δραστηριότητες των κρατών μελών, η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια θα πρέπει, πέραν των δεδομένων αλιευτικής δραστηριότητας, να έχει πρόσβαση και σε δεδομένα που περιέχονται στις εκθέσεις των παρατηρητών ελέγχου και επιθεώρησης καθώς και σε δεδομένα που αφορούν παραβάσεις, και να είναι σε θέση να τα επεξεργάζεται. Επιπλέον, στο πλαίσιο της προετοιμασίας και της παρακολούθησης της συμμόρφωσης με τις διεθνείς συμφωνίες και τα μέτρα διατήρησης, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζεται δεδομένα σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες ενωσιακών αλιευτικών σκαφών εκτός των ενωσιακών υδάτων, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ταυτοποίησης των σκαφών και των ονομάτων του ιδιοκτήτη του σκάφους και του πλοιάρχου. Η επεξεργασία δεδομένων αλιευτικής δραστηριότητας θα μπορούσε επίσης να είναι αναγκαία για την απόδειξη, την υπεράσπιση ή τη θέσπιση αλιευτικών δικαιωμάτων μεμονωμένων αλιευτικών σκαφών, κρατών μελών ή της Ένωσης.

    (101)

    Τα κράτη μέλη, η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια δεν θα πρέπει να αποθηκεύουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από όσο είναι απαραίτητο για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να καθοριστούν μέγιστες περίοδοι διατήρησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    (102)

    Για να είναι σε θέση να εκτελούν τα καθήκοντα που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, η Επιτροπή, ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια και τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να διατηρούν, όταν απαιτείται για ορισμένους σκοπούς, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία περιέχονται σε πληροφορίες που συλλέγονται δυνάμει του εν λόγω κανονισμού για περίοδο έως πέντε ετών από την απόκτηση των σχετικών δεδομένων. Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε επικύρωση των δεδομένων προηγούμενων ετών προκειμένου να επαληθεύονται και να διορθώνονται με σκοπό να εξασφαλίζονται πλήρη και ακριβή δεδομένα. Τα κράτη μέλη αξιολογούν επίσης δεδομένα από προηγούμενα έτη για την εκτέλεση της διαχείρισης κινδύνου. Η Επιτροπή πρέπει να παρακολουθεί και να αξιολογεί την εφαρμογή της κοινής αλιευτικής πολιτικής από τα κράτη μέλη και, για τον σκοπό αυτό, πρέπει να εξετάζει τα δεδομένα που συλλέγονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 σχετικά με αρκετά προηγούμενα έτη, για παράδειγμα κατά τη διενέργεια ελέγχων και επαληθεύσεων.

    (103)

    Ωστόσο, στην περίπτωση παρακολούθησης παραβάσεων, επιθεωρήσεων, επαληθεύσεων, καταγγελιών ή ελέγχων, ή στην περίπτωση εν εξελίξει δικαστικών ή διοικητικών διαδικασιών, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να μπορούν να διατηρούν ορισμένα δεδομένα έως την ολοκλήρωση των σχετικών διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών ή έως τον χρόνο που απαιτείται για την επιβολή κυρώσεων λόγω της ανάγκης χρήσης των εν λόγω δεδομένων καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία οι εν λόγω διαδικασίες βρίσκονται σε εξέλιξη και για την επιβολή κυρώσεων, όπως το σύστημα μορίων.

    (104)

    Επιπλέον, για να είναι σε θέση να παρέχουν αποδεικτικά στοιχεία για τις αλιευτικές δραστηριότητες των ενωσιακών σκαφών, για παράδειγμα όταν είναι αναγκαίο για να αποδειχθεί η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις της Ένωσης και των κρατών μελών βάσει διεθνών συμφωνιών ή για την υποστήριξη αξιώσεων για ιστορικά ή άλλα αλιευτικά δικαιώματα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να τηρούν αρχεία δεδομένων αλιευτικών δραστηριοτήτων για περίοδο έως δέκα ετών.

    (105)

    Ορισμένα δεδομένα σχετικά με προηγούμενες αλιευτικές δραστηριότητες είναι απαραίτητα για τους σκοπούς των αξιολογήσεων πολιτικής και των εκτιμήσεων επιπτώσεων καθώς και της επιστημονικής έρευνας και των επιστημονικών συμβουλών, που στηρίζουν τη διαχείριση των αλιευτικών δραστηριοτήτων και τη διατήρηση των θαλάσσιων βιολογικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Οι τάσεις και τα πρότυπα ανάπτυξης των θαλάσσιων βιολογικών πόρων απαιτούν συνήθως μια πιο μακροχρόνια προοπτική και ανάλυση των δεδομένων επί δεκαετίες. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να διατηρούν ορισμένα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για περίοδο έως 25 ετών, ώστε να είναι δυνατή η ανάλυση των επιπτώσεων των αλιευτικών δραστηριοτήτων στους θαλάσσιους βιολογικούς πόρους και στο περιβάλλον για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.

    (106)

    Σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που διασφαλίζουν την προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού. Θα πρέπει να τηρούνται οι αρχές προστασίας των δεδομένων κατά τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων σχετικά με τις απαιτήσεις, τις τεχνικές προδιαγραφές, την εγκατάσταση και τη λειτουργία των συστημάτων REM, συμπεριλαμβανομένου του κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης (CCTV). Ειδικότερα, τα εν λόγω συστήματα θα πρέπει να σχεδιάζονται και να εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε να αποκλείονται, στο μέτρο του δυνατού, οι εικόνες και η ταυτοποίηση φυσικών προσώπων σε μαγνητοσκοπημένο υλικό που λαμβάνεται από εξ αποστάσεως ηλεκτρονικά συστήματα, ενώ θα πρέπει να παρέχονται διασφαλίσεις όταν κατ’ εξαίρεση διαπιστώνεται τέτοια ταυτοποίηση.

    (107)

    Θα πρέπει να αποσαφηνιστούν οι υποχρεώσεις των κρατών μελών και της Επιτροπής όσον αφορά τις πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό και εμπορικό απόρρητο, οι οποίες συλλέγονται, λαμβάνονται και διαβιβάζονται στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009. Οι εν λόγω πληροφορίες δεν θα πρέπει να διαβιβάζονται σε πρόσωπα άλλα από εκείνα των οποίων οι αρμοδιότητες στα κράτη μέλη, στην Επιτροπή ή στον φορέα που έχει ορίσει η ίδια απαιτούν να έχουν πρόσβαση σε αυτές, παρά μόνο με τη συναίνεση του κράτους μέλους ή του φορέα που παρέσχε τις πληροφορίες. Σε περίπτωση άρνησης παροχής της εν λόγω συναίνεσης, θα πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι της άρνησης.

    (108)

    Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 ανατίθενται στην Επιτροπή αρμοδιότητες για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του εν λόγω κανονισμού.

    (109)

    Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, οι αρμοδιότητες που ανατέθηκαν στην Επιτροπή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τα άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ.

    (110)

    Θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 με ειδικούς κανόνες που θα διέπουν τον έλεγχο, όσον αφορά:

    τους κανόνες που πρέπει να εφαρμόζονται σε περίπτωση βλάβης των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς, όσον αφορά την παρακολούθηση σκαφών, το ημερολόγιο αλιείας, την προαναγγελία, και τις δηλώσεις μεταφόρτωσης και εκφόρτωσης·

    την απαλλαγή ορισμένων κατηγοριών αλιευτικών σκαφών από την υποχρέωση της συμπλήρωσης και υποβολής προαναγγελίας και δήλωσης μεταφόρτωσης·

    την εξαίρεση ορισμένων αποθεμάτων από την υποχρέωση στοιβασίας βενθοπελαγικών αποθεμάτων που υπόκεινται σε πολυετή σχέδια χωριστά·

    τους λεπτομερείς κανόνες που αφορούν τη λειτουργία των συστημάτων ιχνηλασιμότητας·

    τους κανόνες για τις διαδικασίες ζύγισης και τους ειδικούς κανόνες για μικρά πελαγικά είδη·

    τους κανόνες για τους παρατηρητές ελέγχου·

    τους κανόνες για τις επιθεωρήσεις για τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και τους επιχειρηματίες·

    την παρακολούθηση της αναστολής ή της ανάκλησης της αλιευτικής άδειας και τις προϋποθέσεις που δικαιολογούν τη διαγραφή μορίων·

    τις ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά προγράμματα ελέγχου, τις ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τον έλεγχος και τις επιθεωρήσεις και τον καθορισμό κριτηρίων αναφοράς·

    τον καθορισμό προθεσμίας για τα κράτη μέλη προκειμένου να αποδείξουν ότι η εκμετάλλευση των αποθεμάτων μπορεί να γίνεται με ασφάλεια·

    τη μείωση ποσοστώσεων λόγω μη συμμόρφωσης με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    Θα πρέπει επίσης να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, προκειμένου να τροποποιεί τον κατάλογο των κριτηρίων που καθορίζονται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διενεργεί η Επιτροπή, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (23). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να διασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματική πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    (111)

    Θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όσον αφορά:

    τις αλιευτικές άδειες και τις άδειες αλίευσης·

    τη σήμανση και την ταυτοποίηση των αλιευτικών σκαφών, των εργαλείων και των λέμβων·

    τις τεχνικές απαιτήσεις και τα χαρακτηριστικά των συστημάτων παρακολούθησης σκαφών·

    το περιθώριο ανοχής·

    τους συντελεστές μετατροπής για τη μετατροπή αποθηκευμένου ή μεταποιημένου βάρους ιχθύων σε βάρος ζωντανών ιχθύων·

    το περιεχόμενο των δεδομένων στίγματος σκάφους και τους κανόνες για το περιεχόμενο και τον μορφότυπο όσον αφορά τη συμπλήρωση και την ψηφιακή καταγραφή και διαβίβαση των ημερολογίων αλιείας, των δηλώσεων μεταφόρτωσης και των δηλώσεων εκφόρτωσης·

    τις απαιτήσεις και τις τεχνικές προδιαγραφές για τα συστήματα REM, συμπεριλαμβανομένου του κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης (CCTV), τον προσδιορισμό των τμημάτων του στόλου και τον χειρισμό δεδομένων από τα εν λόγω συστήματα·

    τον μορφότυπο για την υποβολή στην Επιτροπή των δεδομένων καταγραφής αλιευμάτων και της αλιευτικής προσπάθειας·

    τα μέσα προσφυγής σε περίπτωση ζημίας που προκαλείται σε ένα κράτος μέλος·

    την επαλήθευση της ισχύος κινητήρα και της χωρητικότητας των σκαφών αλίευσης, καθώς και την επαλήθευση του τύπου, του αριθμού και των χαρακτηριστικών των αλιευτικών εργαλείων·

    τις τεχνικές απαιτήσεις και τα χαρακτηριστικά των συστημάτων για τη συνεχή παρακολούθηση της ισχύος κινητήρα·

    την πιστοποίηση της ισχύος κινητήρα·

    τους κανόνες σχετικά με τις δηλώσεις αλιευμάτων για αλιεία χωρίς σκάφος·

    για την ερασιτεχνική αλιεία, τον κατάλογο των ειδών, των αποθεμάτων ή των ομάδων αποθεμάτων στα οποία εφαρμόζονται οι κανόνες καταχώρισης, καταγραφής και υποβολής εκθέσεων, την υποβολή δεδομένων σχετικά με τα αλιεύματα και τη σήμανση των αλιευτικών εργαλείων·

    σχέδια δειγματοληψίας, σχέδια ελέγχου και κοινά προγράμματα ελέγχου για τη ζύγιση·

    διαδικασίες ζύγισης, μητρώα ζύγισης και συστήματα ζύγισης·

    λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις δηλώσεις ανάληψης και τα παραστατικά μεταφοράς·

    τις εκθέσεις επιτήρησης και τις εκθέσεις επιθεώρησης·

    τη λειτουργία της βάσης δεδομένων για τις εκθέσεις επιθεώρησης και επιτήρησης·

    τον καθορισμό ποσοτήτων με βάση ποσοστώσεις σε περίπτωση διορθωτικών μέτρων·

    τη λειτουργία του συστήματος μορίων για τους κατόχους άδειας και τους πλοιάρχους·

    ειδικά προγράμματα ελέγχου και επιθεώρησης·

    την πρόσβαση σε δεδομένα και την ανταλλαγή δεδομένων·

    την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη· και

    την αμοιβαία συνδρομή.

    Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24).

    (112)

    Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, ορισμένες διατάξεις βάσει των οποίων εκχωρούνται στο Συμβούλιο αποκλειστικές αρμοδιότητες λήψης αποφάσεων πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να ευθυγραμμιστούν με τις νέες διαδικασίες που εφαρμόζονται όσον αφορά την κοινή αλιευτική πολιτική. Θα πρέπει, συνεπώς, να αναδιατυπωθούν οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 που αφορούν τα ακόλουθα στοιχεία: την έγκριση, σε κάθε πολυετές σχέδιο, ορίου αλιευμάτων άνω του οποίου πρέπει να χρησιμοποιείται ένας καθορισμένος λιμένας ή τόπος εκφόρτωσης και της συχνότητας κοινοποίησης στοιχείων· και τη θέσπιση καθεστώτος παρατηρητή ελέγχου.

    (113)

    Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

    (114)

    Για λόγους συνέπειας με το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, θα πρέπει να διευρυνθούν οι στόχοι του κανονισμού (ΕΕ) 2019/473. Η αποστολή της Υπηρεσίας θα πρέπει να καλύπτει την εναρμόνιση της εφαρμογής των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Θα πρέπει να περιλαμβάνει έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα των τεχνικών ελέγχου και επιθεώρησης, συμπεριλαμβανομένης, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, της ανάπτυξης πιλοτικών έργων, και την παροχή βοήθειας στην Επιτροπή σε συγκεκριμένους τομείς.

    (115)

    Θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι οι υποχρεώσεις που αφορούν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 τηρούνται από την Υπηρεσία στο πλαίσιο της επεξεργασίας και της ανταλλαγής δεδομένων.

    (116)

    Το διοικητικό συμβούλιο της Υπηρεσίας θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καλεί εκπροσώπους των αρμόδιων θεσμικών οργάνων της Ένωσης να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του.

    (117)

    Οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2019/473 σχετικά με τη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της Υπηρεσίας θα πρέπει να τροποποιηθούν προκειμένου να προβλεφθεί η συμμετοχή ενός εκπροσώπου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με την κοινή προσέγγιση που προσαρτάται στην κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 19ης Ιουλίου 2012, για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς. Η συμπερίληψη αυτή δεν θα πρέπει να θίγει τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά την απαλλαγή σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Υπηρεσίας. Όλα τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου θα πρέπει να διορίζονται με βάση τη σχετική πείρα και εμπειρογνωμοσύνη τους στον τομέα του ελέγχου και της επιθεώρησης της αλιείας, ενώ δεν θα πρέπει να υφίσταται άμεση ή έμμεση σύγκρουση συμφερόντων που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι θίγει την ανεξαρτησία τους. Μόνο οι εκπρόσωποι των κρατών μελών και της Επιτροπής θα πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου.

    (118)

    Η Υπηρεσία θα πρέπει να συμβάλει στην εφαρμογή της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής της Ένωσης. Για τον σκοπό αυτό, η Υπηρεσία θα πρέπει να είναι σε θέση να συνάπτει διοικητικές συμφωνίες με άλλα όργανα της Ένωσης που συμμετέχουν επίσης στην εφαρμογή της εν λόγω πολιτικής.

    (119)

    Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι το σχέδιο ενιαίου εγγράφου προγραμματισμού που καταρτίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή της Υπηρεσίας πρέπει να υποβάλλεται στο διοικητικό συμβούλιο.

    (120)

    Προκειμένου να διασφαλιστεί ο συνεκτικός προγραμματισμός και να ευθυγραμμιστεί ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/473 με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/715 της Επιτροπής (25), η Υπηρεσία θα πρέπει να καταρτίσει ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού που θα περιέχει τον ετήσιο και τον πολυετή προγραμματισμό.

    (121)

    Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η Υπηρεσία θα πρέπει να μπορεί να λαμβάνει κονδύλια υπό τη μορφή συμφωνιών συνεισφοράς ή ad hoc επιχορηγήσεων, με την επιφύλαξη άλλων τύπων εσόδων.

    (122)

    Οι διατάξεις σχετικά με την περιοδική αξιολόγηση της Υπηρεσίας από την Επιτροπή θα πρέπει να αποσαφηνιστούν και να ευθυγραμμιστούν με την κοινή προσέγγιση που προσαρτάται στην κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 19ης Ιουλίου 2012, για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς. Τα κράτη μέλη και η Υπηρεσία θα πρέπει να παρέχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπόνηση της εν λόγω αξιολόγησης. Για τους σκοπούς της εν λόγω αξιολόγησης, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να ζητεί τη συμβολή όλων των σχετικών ενδιαφερόμενων μερών. Κατά τον καθορισμό των όρων αναφοράς για την αξιολόγηση, η Επιτροπή θα πρέπει να διαβουλεύεται με το διοικητικό συμβούλιο της Υπηρεσίας.

    (123)

    Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/473 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

    (124)

    Για να εξασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των διατάξεων για τον έλεγχο, θα πρέπει να τροποποιηθούν ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου (26) και ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1139 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (27). Πιο συγκεκριμένα, οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο της ερασιτεχνικής αλιείας, την καταγραφή και την αναφορά των μεταφορτώσεων και την καταγραφή των αλιευμάτων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου, και οι διατάξεις σχετικά με τα ημερολόγια αλιείας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1139, θα πρέπει να διαγραφούν και, αντί αυτών, θα πρέπει να εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009. Επιπλέον, θα πρέπει να τροποποιηθούν οι διατάξεις σχετικά με το περιθώριο ανοχής στις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1139.

    (125)

    Το σύστημα πιστοποίησης αλιευμάτων, όπως ορίζεται στο κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008, είναι σε έντυπη μορφή και, συνεπώς, δεν είναι αποδοτικό, ενώ παράλληλα δεν συνάδει με τη χρήση ενός ψηφιοποιημένου συστήματος ιχνηλασιμότητας για τα αλιευτικά προϊόντα. Σύμφωνα με τις διεθνείς δεσμεύσεις και για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή του συστήματος, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 θα πρέπει να τροποποιηθεί με στόχο τη δημιουργία βάσης δεδομένων για τη διαχείριση των πιστοποιητικών αλιευμάτων (CATCH) και των σχετικών εγγράφων με βάση το σύστημα TRACES που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (28), καθιστώντας δυνατή τη διενέργεια ελέγχου με βάση τον κίνδυνο, μειώνοντας τις ευκαιρίες για δόλιες πράξεις εισαγωγής και περιορίζοντας τον διοικητικό φόρτο των κρατών μελών.

    (126)

    Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 και, πιο συγκεκριμένα, για να επιτραπούν η ολοκληρωμένη διαχείριση, ο χειρισμός, η αποθήκευση και η ανταλλαγή πληροφοριών και εγγράφων που είναι συναφή για τη διενέργεια ελέγχων, επαληθεύσεων, ελέγχου και τη διεξαγωγή άλλων σχετικών δραστηριοτήτων που αφορούν την εισαγωγή και την εξαγωγή αλιευτικών προϊόντων, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή όσον αφορά τη λειτουργία και την ανάπτυξη της βάσης δεδομένων CATCH με βάση το σύστημα TRACES.

    (127)

    Θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 με τον καθορισμό των προϋποθέσεων για τυχόν εξαιρέσεις από την εφαρμογή της βάσης δεδομένων CATCH.

    (128)

    Για να αυξηθεί η ιχνηλασιμότητα των αλιευτικών προϊόντων που προορίζονται για την αγορά της Ένωσης, θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικές απαιτήσεις για τις τμηματικές αποστολές στο πλαίσιο του καθεστώτος πιστοποίησης αλιευμάτων. Θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 με την κατάρτιση υποδείγματος εγγράφου με σκοπό την εναρμόνιση των ελέγχου των εν λόγω απαιτήσεων.

    (129)

    Για να ενισχυθούν τα μέτρα κατά των μη συνεργαζόμενων τρίτων χωρών στην καταπολέμηση της ΠΛΑΠΛΑ αλιείας, θα πρέπει να απαγορευτεί η κυριότητα, μεταξύ άλλων ως πραγματικού δικαιούχου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29), η εκμετάλλευση ή η διαχείριση από επιχειρηματίες της Ένωσης αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία των εν λόγω τρίτων χωρών. Επιπλέον, θα πρέπει να απαγορευτεί η πρόσβαση σε λιμενικές υπηρεσίες και η διεξαγωγή εργασιών εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης σε ενωσιακούς λιμένες από αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία των εν λόγω τρίτων χωρών.

    (130)

    Για να εξασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των νομικών πράξεων της Ένωσης που διέπουν τον έλεγχο της αλιείας, οι διατάξεις για τις σοβαρές παραβάσεις, τα μέτρα άμεσης επιβολής, τις κυρώσεις και τις συνοδευτικές κυρώσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 θα πρέπει να διαγραφούν και, εάν χρειαστεί, να μεταφερθούν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, ο οποίος αποτελεί τη βασική νομική πράξη στον τομέα του ελέγχου της αλιείας. Κατά συνέπεια, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 θα πρέπει να γίνει αναφορά στις διατάξεις για τις σοβαρές παραβάσεις, τα μέτρα άμεσης επιβολής, τις κυρώσεις και τις συνοδευτικές κυρώσεις που περιέχει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    (131)

    Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

    (132)

    Δεδομένου ότι οι κανόνες για τη μεταφόρτωση εκτός της Ένωσης καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, το κεφάλαιο VI του τίτλου II του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2403, για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τη μεταφόρτωση στην ανοικτή θάλασσα και βάσει απευθείας άδειας, έχει καταστεί περιττό και θα πρέπει να διαγραφεί. Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/2403 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

    (133)

    Οι τροποποιήσεις που εισάγονται με τον παρόντα κανονισμό κυμαίνονται από ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις έως σημαντικές αλλαγές, ενώ απαιτούνται διαφορετικές περίοδοι για την προετοιμασία της εφαρμογής των νέων κανόνων. Ως εκ τούτου, οι ημερομηνίες εφαρμογής των εν λόγω τροποποιήσεων θα πρέπει να διαφοροποιηθούν και να επαρκούν για την προετοιμασία της εφαρμογής των εν λόγω κανόνων. Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν ορισμένες μεταβατικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να εξασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση στους νέους κανόνες.

    (134)

    Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 18 Ιουλίου 2018,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    Το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) και στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2), εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό. Ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

    (*1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και (ΕΚ) αριθ. 639/2004 και της απόφασης 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 22)."

    (*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1184/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 1).»·"

    β)

    παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

    «1α.

    ως “αλιευτική εργασία” νοείται κάθε δραστηριότητα που συνδέεται με την αναζήτηση ιχθύων, την πόντιση, τη ρυμούλκηση και την ανάσυρση ενεργών εργαλείων, τη ρύθμιση, τον εμποτισμό, την ανάσυρση ή την επαναρρύθμιση αδρανών εργαλείων και την αφαίρεση οποιουδήποτε αλιεύματος από τα αλιευτικά εργαλεία και τα δίχτυα διατήρησης, ή από κλωβό μεταφοράς προς κλωβούς πάχυνσης και εκτροφής·»·

    γ)

    το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.

    ως “κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής” νοούνται οι νομικά δεσμευτικές πράξεις της Ένωσης και οι εφαρμοστέες διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης που σχετίζονται με τη διατήρηση, τη διαχείριση και την εκμετάλλευση των θαλάσσιων βιολογικών πόρων, με την υδατοκαλλιέργεια και τη μεταποίηση, τη μεταφορά και την εμπορία προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας·»·

    δ)

    τα σημεία 5, 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «5.

    ως “επιτήρηση” νοείται η παρατήρηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων βάσει διοπτεύσεων από πλοία επιθεώρησης, υπηρεσιακό αεροσκάφος ή υπηρεσιακά συστήματα μη επανδρωμένου αεροσκάφους (RPAS), οχήματα ή άλλα μέσα, συμπεριλαμβανομένων τεχνικών μεθόδων εντοπισμού και αναγνώρισης·

    6.

    ως “υπάλληλος” νοείται κάθε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, την Επιτροπή ή την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας (EFCA) η οποία συστάθηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/473 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3), να διενεργεί ελέγχους ή επιθεωρήσεις·

    7.

    ως “επιθεωρητής της Ένωσης” νοείται ο υπάλληλος κράτους μέλους, της Επιτροπής ή της EFCA, το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται στον κατάλογο που έχει καταρτιστεί σύμφωνα με το άρθρο 79·

    (*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/473 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2019, για την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας (ΕΕ L 83 της 25.3.2019, σ. 18).»·"

    ε)

    τα σημεία 9 και 10 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «9.

    ως “αλιευτική άδεια” νοείται το επίσημο έγγραφο το οποίο παραχωρεί στον κάτοχό του το δικαίωμα, όπως καθορίζεται από τους εθνικούς κανόνες, να χρησιμοποιεί ορισμένη αλιευτική ικανότητα για την εμπορική εκμετάλλευση θαλάσσιων βιολογικών πόρων·

    10.

    ως “άδεια αλίευσης” νοείται η άδεια που εκδίδεται για ένα ενωσιακό αλιευτικό σκάφος, επιπλέον της αλιευτικής του άδειας κατά περίπτωση, που του επιτρέπει να ασκεί συγκεκριμένες αλιευτικές δραστηριότητες κατά τη διάρκεια καθορισμένης περιόδου, σε δεδομένη περιοχή ή για δεδομένο τύπο αλιείας υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις·»·

    στ)

    το σημείο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «12.

    ως “δεδομένα στίγματος σκάφους” νοούνται τα δεδομένα που αφορούν τα στοιχεία ταυτοποίησης αλιευτικού σκάφους, τη γεωγραφική του θέση, την ημερομηνία, την ώρα, την κατεύθυνση και την ταχύτητά του που διαβιβάζονται μέσω συσκευών εντοπισμού εγκατεστημένων σε αλιευτικά σκάφη στο κέντρο παρακολούθησης αλιείας του κράτους μέλους σημαίας·»·

    ζ)

    τα σημεία 14 και 15 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «14.

    ως “περιοχή περιορισμένης αλιείας” νοείται συγκεκριμένη γεωγραφικά καθορισμένη θαλάσσια περιοχή εντός μίας ή περισσότερων θαλάσσιων λεκανών, όπου όλες ή ορισμένες αλιευτικές δραστηριότητες περιορίζονται ή απαγορεύονται προσωρινά ή μόνιμα, προκειμένου να βελτιωθεί η διατήρηση των θαλάσσιων βιολογικών πόρων ή η προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων σύμφωνα με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

    15.

    ως “κέντρο παρακολούθησης αλιείας” νοείται επιχειρησιακό κέντρο ιδρυθέν από το κράτος μέλος σημαίας το οποίο διαθέτει υλισμικό και λογισμικό υπολογιστών που διευκολύνουν την αυτόματη λήψη, την επεξεργασία, την ανάλυση, τον έλεγχο, την παρακολούθηση και την ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων·»·

    η)

    παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

    «15α.

    ως “τόπος εκφόρτωσης” νοείται τοποθεσία, εκτός θαλάσσιου λιμένα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 16) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4), η οποία αναγνωρίζεται επίσημα από κράτος μέλος για εκφόρτωση·

    (*4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2017, για τη θέσπιση πλαισίου όσον αφορά την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και κοινών κανόνων για τη χρηματοοικονομική διαφάνεια των λιμένων (ΕΕ L 57 της 3.3.2017, σ. 1).»·"

    θ)

    τα σημεία 20, 21 και 22 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «20.

    ως “παρτίδα” νοείται μια παρτίδα μονάδων προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας·

    21.

    ως “μεταποίηση” νοείται η διεργασία βάσει της οποίας προετοιμάστηκαν τα παρουσιαζόμενα προϊόντα. Σε αυτή περιλαμβάνεται η κοπή, ο τεμαχισμός σε φιλέτα, η συσκευασία, η κονσερβοποίηση, η κατάψυξη, το κάπνισμα, το αλάτισμα, το μαγείρεμα, η διατήρηση σε ξίδι, η αποξήρανση ή η προετοιμασία των ιχθύων για την αγορά κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο·

    22.

    ως “εκφόρτωση” νοείται η αρχική εκφόρτωση οποιασδήποτε ποσότητας αλιευτικών προϊόντων από αλιευτικό σκάφος στην ξηρά·»·

    ι)

    το σημείο 23 διαγράφεται·

    ια)

    το σημείο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «24.

    ως “πολυετές σχέδιο” νοείται ένα σχέδιο όπως αναφέρεται στα άρθρα 9 και 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, ή άλλο ενωσιακό μέτρο που θεσπίζεται με βάση το άρθρο 43 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει την ειδική διαχείριση ή την αποκατάσταση συγκεκριμένων ιχθυαποθεμάτων και καλύπτει περίοδο μεγαλύτερη του ενός έτους·»·

    ιβ)

    το σημείο 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «28.

    ως “ερασιτεχνική αλιεία” νοούνται οι αλιευτικές μη εμπορικές δραστηριότητες στο πλαίσιο των οποίων αλιεύονται θαλάσσιοι βιολογικοί πόροι για αναψυχή, τουρισμό ή άθληση·»·

    ιγ)

    το σημείο 31 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «31.

    ως “αλιευτικό σκάφος” νοείται το σκάφος αλίευσης ή κάθε άλλο σκάφος που χρησιμοποιείται για την εμπορική εκμετάλλευση θαλάσσιων βιολογικών πόρων, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών υποστήριξης, των σκαφών μεταποίησης ιχθύων, των σκαφών που επιδίδονται σε δραστηριότητες μεταφόρτωσης, των ρυμουλκών, των βοηθητικών σκαφών και των σκαφών μεταφοράς που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά αλιευτικών προϊόντων, αλλά εξαιρουμένων των σκαφών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και των σκαφών που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για υδατοκαλλιέργεια·»·

    ιδ)

    προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

    «33.

    ως “σκάφος αλίευσης” νοείται το σκάφος το οποίο είναι εξοπλισμένο ή χρησιμοποιείται για την αλίευση θαλάσσιων βιολογικών πόρων για εμπορικούς σκοπούς·

    34.

    ως “ολίσθηση” νοείται η πρακτική της σκόπιμης ελευθέρωσης ιχθύων από τα αλιευτικά εργαλεία πριν από την ολοκλήρωση της ανάσυρσης των εργαλείων αυτών πάνω στο σκάφος αλίευσης·

    35.

    ως “αλιευτικό ταξίδι” νοείται κάθε διαδρομή σκάφους αλίευσης που ξεκινά τη στιγμή απόπλου του σκάφους από τον λιμένα και ολοκληρώνεται με τον κατάπλου σε λιμένα·

    36.

    ως “μοναδικός αριθμός ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου” νοείται ο συγκεκριμένος αριθμός που δημιουργείται από το ηλεκτρονικό ημερολόγιο αλιείας για κάθε αλιευτικό ταξίδι·

    37.

    ως “ευαίσθητα είδη” νοούνται τα ευαίσθητα είδη όπως ορίζονται στο άρθρο 6 σημείο 8) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5)·

    38.

    ως “αλιεία χωρίς σκάφος» νοείται η δραστηριότητα για την εμπορική εκμετάλλευση θαλάσσιων βιολογικών πόρων, όταν η αλίευση ή η συγκομιδή των εν λόγω πόρων πραγματοποιείται χωρίς τη χρήση σκάφους αλίευσης, όπως η συλλογή οστρακοειδών, η υποβρύχια αλιεία, η αλιεία στον πάγο και η αλιεία από την ακτή, συμπεριλαμβανομένης της πεζής αλιείας·

    39.

    ως “μοναδικός αριθμός ταυτοποίησης ημέρας αλίευσης» νοείται ο συγκεκριμένος αριθμός που δημιουργείται για οποιαδήποτε συνεχή περίοδο είκοσι τεσσάρων ωρών ή μέρος αυτής κατά την οποία πραγματοποιείται αλιεία χωρίς σκάφος.

    (*5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με τη διατήρηση αλιευτικών πόρων και την προστασία θαλάσσιων οικοσυστημάτων μέσω τεχνικών μέτρων, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1967/2006, (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, (ΕΕ) 2016/1139, (ΕΕ) 2018/973, (ΕΕ) 2019/472 και (ΕΕ) 2019/1022 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 894/97, (ΕΚ) αριθ. 850/98, (ΕΚ) αριθ. 2549/2000, (ΕΚ) αριθ. 254/2002, (ΕΚ) αριθ. 812/2004 και (ΕΚ) αριθ. 2187/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 198 της 25.7.2019, σ. 105).»."

    2)

    Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 5, οι λέξεις «της Κοινοτικής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας που συστάθηκε σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 768/2005» αντικαθίστανται από τις λέξεις «της EFCA»·

    β)

    η παράγραφος 6 διαγράφεται.

    3)

    Τα άρθρα 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 6

    Αλιευτική άδεια

    1.   Ένα ενωσιακό σκάφος αλίευσης μπορεί να χρησιμοποιείται για εμπορική εκμετάλλευση θαλάσσιων βιολογικών πόρων μόνον εφόσον διαθέτει ισχύουσα αλιευτική άδεια.

    2.   Το κράτος μέλος σημαίας εξασφαλίζει ότι η αλιευτική άδεια πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις πληροφόρησης σχετικά με την ταυτοποίηση, τα τεχνικά χαρακτηριστικά και τον εξοπλισμό ενός σκάφους αλίευσης και ότι τα στοιχεία που περιέχονται στην αλιευτική άδεια είναι ακριβή και συνεπή με τα στοιχεία τα οποία περιέχονται στο μητρώο αλιευτικού στόλου της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    3.   Το κράτος μέλος σημαίας προβαίνει σε οριστική αφαίρεση της αλιευτικής άδειας σκάφους αλίευσης στο οποίο έχει επιβληθεί μέτρο προσαρμογής της αλιευτικής ικανότητας σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    4.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την ισχύ των αλιευτικών αδειών που χορηγούν τα κράτη μέλη σημαίας καθώς και σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις πληροφόρησης όσον αφορά την ταυτοποίηση, τα τεχνικά χαρακτηριστικά και τον εξοπλισμό που περιέχεται σε σκάφος αλίευσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    Άρθρο 7

    Άδεια αλίευσης για ενωσιακά σκάφη αλίευσης

    1.   Ένα ενωσιακό σκάφος αλίευσης επιτρέπεται να ασκεί συγκεκριμένες αλιευτικές δραστηριότητες μόνον εφόσον αυτές αναφέρονται σε ισχύουσα άδεια αλίευσης, όταν η αλιεία ή οι αλιευτικές περιοχές στις οποίες επιτρέπονται οι αλιευτικές δραστηριότητες, ή το σκάφος, υπόκεινται σε:

    α)

    καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας·

    β)

    πολυετές σχέδιο·

    γ)

    περιοχή περιορισμένης αλιείας·

    δ)

    αλιεία για επιστημονικούς σκοπούς·

    ε)

    υποχρέωση χρήσης συστήματος ηλεκτρονικής παρακολούθησης εξ αποστάσεως (REM), συμπεριλαμβανομένου του κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης (CCTV)· ή

    στ)

    σε άλλες περιπτώσεις που προβλέπονται στην ενωσιακή νομοθεσία.

    2.   Όταν σε ένα κράτος μέλος ισχύει συγκεκριμένο εθνικό καθεστώς αδειών αλίευσης για σκάφη αλίευσης που φέρουν τη σημαία του, τότε αυτό διαβιβάζει στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματός της, σύνοψη των στοιχείων που περιέχονται στη χορηγηθείσα άδεια αλίευσης καθώς και τα συναφή συγκεντρωτικά δεδομένα σχετικά με την αλιευτική προσπάθεια.

    3.   Όταν το κράτος μέλος σημαίας έχει θεσπίσει εθνικές διατάξεις υπό μορφή εθνικού καθεστώτος αδειών αλίευσης για την παραχώρηση σε μεμονωμένα σκάφη αλίευσης των αλιευτικών δυνατοτήτων που διαθέτει, διαβιβάζει στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματός της, πληροφορίες σχετικά με τα σκάφη αλίευσης που επιτρέπεται να ασκούν αλιευτική δραστηριότητα σε συγκεκριμένο τύπο αλιείας, ιδίως όσον αφορά τον εξωτερικό αριθμό ταυτοποίησης, το όνομα των εν λόγω σκαφών αλίευσης και τις επιμέρους αλιευτικές δυνατότητες που τους έχουν παραχωρηθεί.

    4.   Δεν χορηγείται άδεια αλίευσης σε σκάφος αλίευσης εάν το εν λόγω σκάφος δεν διαθέτει αλιευτική άδεια εκδοθείσα σύμφωνα με το άρθρο 6 ή εάν η αλιευτική του άδεια έχει ανασταλεί ή αφαιρεθεί. Η άδεια αλίευσης σκάφους αλίευσης αίρεται αυτομάτως όταν η αλιευτική άδεια που αντιστοιχεί στο εν λόγω σκάφος αφαιρεθεί οριστικά. Αναστέλλεται προσωρινά σε περίπτωση προσωρινής αναστολής της αλιευτικής άδειας.

    5.   Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις άδειες αλίευσης που χορηγεί το κράτος μέλος σημαίας, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων για την ισχύ της άδειας αλίευσης και των ελάχιστων στοιχείων που πρέπει να περιέχονται σε αυτή, καθώς και των προϋποθέσεων πρόσβασης σε δεδομένα από τα συστήματα REM. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    6.   Με την επιφύλαξη των διεθνών υποχρεώσεων της Ένωσης, ένα κράτος μέλος μπορεί να εξαιρεί ενωσιακά σκάφη αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 10 μέτρων από την υποχρέωση να διαθέτουν άδεια αλίευσης εάν ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες αποκλειστικά σε μία ή και στις δύο από τις ακόλουθες περιοχές:

    α)

    στα χωρικά του ύδατα·

    β)

    στα χωρικά ύδατα άλλου κράτους μέλους το οποίο έχει εξαιρέσει τα σκάφη που φέρουν τη σημαία του και ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες στον ίδιο τύπο αλιείας από την υποχρέωση να διαθέτουν άδεια αλίευσης.

    Κάθε κράτος μέλος που αποφασίζει να εφαρμόσει την εξαίρεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη εντός δέκα εργάσιμων ημερών από τη λήψη της σχετικής απόφασης.».

    4)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 7α

    Άδεια αλίευσης για ενωσιακά αλιευτικά σκάφη εκτός των σκαφών αλίευσης

    1.   Τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη εκτός των σκαφών αλίευσης μπορούν να ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες μόνον εφόσον έχουν λάβει άδεια από το οικείο κράτος μέλος σημαίας.

    2.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την ισχύ των αδειών αλίευσης για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και σχετικά με τα ελάχιστα στοιχεία που πρέπει αυτές να περιέχουν. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    5)

    Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η επικεφαλίδα του άρθρου 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    « Σήμανση και ταυτοποίηση ενωσιακών αλιευτικών σκαφών και εργαλείων »

    β)

    η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:

    α)

    τη σήμανση και τα στοιχεία ταυτοποίησης σκαφών·

    β)

    τα έγγραφα με τα στοιχεία ταυτοποίησης του σκάφους που πρέπει να φυλάσσονται επί του σκάφους·

    γ)

    τη σήμανση και τα στοιχεία ταυτοποίησης λέμβων και διατάξεων συγκέντρωσης ιχθύων·

    δ)

    τη σήμανση και τα στοιχεία ταυτοποίησης αλιευτικών εργαλείων·

    ε)

    τις ετικέτες για τη σήμανση αλιευτικών εργαλείων·

    στ)

    τη σήμανση σημαντήρων και την πόντιση σχοινιών·

    ζ)

    τις διαδικασίες για την κοινοποίηση και την επιστροφή σε λιμένα των αλιευτικών εργαλείων στο τέλος του κύκλου ζωής τους.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    6)

    Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 9

    Συστήματα παρακολούθησης σκαφών

    1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε λειτουργία συστήματα παρακολούθησης σκαφών για την αποτελεσματική παρακολούθηση του στίγματος και της κίνησης των αλιευτικών σκαφών τα οποία φέρουν τη σημαία τους, όπου και εάν αυτά βρίσκονται, καθώς και των αλιευτικών σκαφών στα ύδατά τους. Κάθε κράτος μέλος σημαίας συλλέγει και αναλύει τα δεδομένα στίγματος σκάφους και εξασφαλίζει τη συνεχή και συστηματική παρακολούθησή τους.

    2.   Κάθε ενωσιακό αλιευτικό σκάφος έχει εγκατεστημένη επ’ αυτού πλήρως λειτουργική συσκευή εντοπισμού, η οποία παρέχει δυνατότητα αυτόματου εντοπισμού και αναγνώρισής του από σύστημα παρακολούθησης σκαφών μέσω αυτόματης διαβίβασης των δεδομένων στίγματος σκάφους ανά τακτά διαστήματα.

    Τα συστήματα παρακολούθησης σκαφών παρέχουν επίσης στο κέντρο παρακολούθησης αλιείας του κράτους μέλους σημαίας που αναφέρεται στο άρθρο 9α τη δυνατότητα να λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με αλιευτικό σκάφος ανά πάσα στιγμή. Η διαβίβαση δεδομένων στίγματος σκάφους και η αίτηση παροχής πληροφοριών πρέπει να πραγματοποιούνται είτε μέσω δορυφορικής σύνδεσης είτε, όταν είναι δυνατό, μέσω επίγειου δικτύου κινητών επικοινωνιών ή άλλης ισοδύναμης τεχνολογίας.

    3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων μπορούν να φέρουν επί του σκάφους συσκευή η οποία δεν απαιτείται να είναι εγκατεστημένη επί του σκάφους και η οποία παρέχει δυνατότητα αυτόματου εντοπισμού και αναγνώρισης του σκάφους εν πλω με την καταγραφή και τη διαβίβαση των δεδομένων στίγματος σκάφους ανά τακτά διαστήματα μέσω δορυφορικής σύνδεσης ή μέσω οποιουδήποτε άλλου δικτύου.

    Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη καθιστούν διαθέσιμο ένα τέτοιο εναλλακτικό σύστημα παρακολούθησης σκαφών. Το εν λόγω σύστημα μπορεί να αναπτυχθεί σε εθνικό ή ενωσιακό επίπεδο. Εάν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη το ζητήσουν μέχρι τη 10η Μαΐου 2024, η Επιτροπή αναπτύσσει σύστημα παρακολούθησης σκαφών για αλιευτικά σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων. Το αιτούν κράτος μέλος εφαρμόζει το σύστημα που αναπτύχθηκε από την Επιτροπή. Το σύστημα παρακολούθησης σκαφών παρέχει επίσης στο κέντρο παρακολούθησης αλιείας του κράτους μέλους σημαίας που αναφέρεται στο άρθρο 9α τη δυνατότητα να λαμβάνει πληροφορίες στίγματος του αλιευτικού σκάφους μέσω δορυφορικής σύνδεσης ή, όταν είναι δυνατό, μέσω οποιουδήποτε άλλου δικτύου. Σε περίπτωση που η συσκευή που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο δεν βρίσκεται εντός της εμβέλειας δικτύου, τα δεδομένα στίγματος σκάφους καταγράφονται για το συγκεκριμένο διάστημα και διαβιβάζονται αυτόματα μόλις το σκάφος βρεθεί εντός της εμβέλειας τέτοιου δικτύου. Η σύνδεση με το δίκτυο αποκαθίσταται το αργότερο πριν από την είσοδο σε λιμένα ή τόπο εκφόρτωσης.

    4.   Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2029, τα αλιευτικά σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 9 μέτρων που φέρουν τη σημαία τους από την απαίτηση εξοπλισμού με σύστημα παρακολούθησης σκαφών, εφόσον τα εν λόγω σκάφη:

    α)

    δραστηριοποιούνται αποκλειστικά:

    i)

    στα ύδατα υπό την κυριαρχία ή τη δικαιοδοσία του εν λόγω κράτους μέλους έως έξι ναυτικά μίλια από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το πλάτος των χωρικών υδάτων, και χρησιμοποιούν μόνο αδρανή εργαλεία· ή

    ii)

    στα ύδατα που βρίσκονται στην πλευρά της ξηράς των γραμμών βάσης του εν λόγω κράτους μέλους·

    β)

    δεν παραμένουν ποτέ για χρονικό διάστημα άνω των είκοσι τεσσάρων ωρών στη θάλασσα, αρχής γενομένης από τον χρόνο αναχώρησης έως την επιστροφή στον λιμένα· και

    γ)

    δεν υπόκεινται σε περιορισμούς που εφαρμόζονται σε περιοχές περιορισμένης αλιείας στις οποίες δραστηριοποιούνται.

    5.   Όταν ένα ενωσιακό αλιευτικό σκάφος βρίσκεται στα ύδατα άλλου κράτους μέλους, το κράτος μέλος σημαίας διαθέτει τα δεδομένα στίγματος του εν λόγω σκάφους, μέσω αυτόματης διαβίβασης των ληφθέντων δεδομένων στο κέντρο παρακολούθησης αλιείας του παράκτιου κράτους μέλους.

    6.   Εάν ένα ενωσιακό αλιευτικό σκάφος ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες στα ύδατα τρίτης χώρας ή σε ύδατα όπου οι αλιευτικοί πόροι αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης από περιφερειακή οργάνωση διαχείρισης της αλιείας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, και εφόσον το προβλέπει η συμφωνία με την εν λόγω τρίτη χώρα ή οι εφαρμοστέοι κανόνες της εν λόγω οργάνωσης, τα δεδομένα στίγματος σκάφους διατίθενται επίσης στην εν λόγω χώρα ή στην εν λόγω οργάνωση.

    7.   Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2403 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*6), σε όλα τα αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών στα οποία επιτρέπεται να διεξάγουν αλιευτικές δραστηριότητες σε ενωσιακά ύδατα εγκαθίστανται πλήρως λειτουργικές συσκευές, οι οποίες παρέχουν δυνατότητα αυτόματου εντοπισμού και αναγνώρισης αυτών των σκαφών από σύστημα παρακολούθησης σκαφών, με τη διαβίβαση των δεδομένων στίγματος σκάφους ανά τακτά διαστήματα, όπως ισχύει για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη βάσει του παρόντος άρθρου.

    8.   Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:

    α)

    τον μορφότυπο και το περιεχόμενο των δεδομένων στίγματος σκάφους·

    β)

    τις ελάχιστες απαιτήσεις και τις ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές των συσκευών παρακολούθησης σκαφών·

    γ)

    τη συχνότητα διαβίβασης των δεδομένων σχετικά με το στίγμα και την κίνηση αλιευτικών σκαφών, μεταξύ άλλων σε περιοχές περιορισμένης αλιείας·

    δ)

    τη διαβίβαση δεδομένων σε παράκτια κράτη μέλη·

    ε)

    τις ευθύνες των πλοιάρχων αλιευτικών σκαφών σχετικά με τη λειτουργία των συσκευών παρακολούθησης σκαφών.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    (*6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2403 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη βιώσιμη διαχείριση των εξωτερικών αλιευτικών στόλων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 (ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 81).»."

    7)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 9α

    Κέντρα παρακολούθησης αλιείας

    1.   Τα κράτη μέλη δημιουργούν και θέτουν σε λειτουργία κέντρα παρακολούθησης αλιείας που παρακολουθούν τις αλιευτικές δραστηριότητες και την αλιευτική προσπάθεια. Το κέντρο παρακολούθησης αλιείας κάθε κράτους μέλους παρακολουθεί τα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του εν λόγω κράτους μέλους, ανεξάρτητα από τα ύδατα στα οποία δραστηριοποιούνται ή από τον λιμένα στον οποίο βρίσκονται, καθώς και τα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία άλλων κρατών μελών και τα αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών στα οποία επιτρέπεται να διεξάγουν αλιευτικές δραστηριότητες στα ύδατα που βρίσκονται υπό την κυριαρχία ή δικαιοδοσία του εν λόγω κράτους μέλους.

    2.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη λειτουργία του οικείου κέντρου παρακολούθησης αλιείας και λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για να διασφαλίσει ότι το οικείο κέντρο παρακολούθησης αλιείας έχει στελεχωθεί με το κατάλληλο προσωπικό και είναι εξοπλισμένο με υλισμικό και λογισμικό υπολογιστών που καθιστούν δυνατή την αυτόματη επεξεργασία δεδομένων, την ανάλυση, τον έλεγχο, την ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων και την παρακολούθηση δεδομένων επτά ημέρες την εβδομάδα και επί εικοσιτετραώρου βάσης. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τις διαδικασίες δημιουργίας εφεδρικών αντιγράφων και ανάκτησης των δεδομένων σε περίπτωση βλάβης του συστήματος. Τα κράτη μέλη μπορούν να θέτουν σε λειτουργία κοινό κέντρο παρακολούθησης αλιείας.

    3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα κέντρα παρακολούθησης αλιείας έχουν πρόσβαση σε όλα τα σχετικά δεδομένα και, ιδίως, στα δεδομένα που απαριθμούνται στα άρθρα 109 και 110.

    4.   Τα κέντρα παρακολούθησης αλιείας υποστηρίζουν την παρακολούθηση των σκαφών σε πραγματικό χρόνο, ώστε να καθίσταται δυνατή η λήψη μέτρων επιβολής.

    5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων για την παρακολούθηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων και της αλιευτικής προσπάθειας από τα κέντρα παρακολούθησης αλιείας, ιδίως όσον αφορά:

    α)

    την παρακολούθηση της εισόδου σε συγκεκριμένες περιοχές και της εξόδου από αυτές·

    β)

    την παρακολούθηση και την καταγραφή των αλιευτικών δραστηριοτήτων·

    γ)

    τους κανόνες που εφαρμόζονται σε περίπτωση τεχνικής βλάβης ή αδυναμίας επικοινωνίας ή μη λειτουργίας της συσκευής παρακολούθησης σκάφους·

    δ)

    τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη παραλαβής δεδομένων σχετικά με το στίγμα και την κίνηση των αλιευτικών σκαφών.».

    8)   Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 10

    Συστήματα αυτόματης αναγνώρισης

    1.   Σύμφωνα με το άρθρο 6a της οδηγίας 2002/59/ΕΚ, τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη συνολικού μήκους άνω των 15 μέτρων είναι εξοπλισμένα και διατηρούν σε συνεχή λειτουργία σύστημα αυτόματης αναγνώρισης (AIS) το οποίο ανταποκρίνεται στα πρότυπα επιδόσεων που αναφέρονται στην εν λόγω οδηγία.

    2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ο πλοίαρχος ενωσιακού αλιευτικού σκάφους μπορεί να απενεργοποιήσει το AIS σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν εκτιμήσει ότι διακυβεύεται άμεσα η ασφάλεια ή η προστασία του πληρώματος. Όταν το AIS απενεργοποιείται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ο πλοίαρχος αναφέρει την ενέργεια αυτή και τους σχετικούς λόγους στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους σημαίας και, κατά περίπτωση, στις αρμόδιες αρχές του παράκτιου κράτους. Όταν παρέλθει η κατάσταση που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, ο πλοίαρχος επανεκκινεί το AIS μόλις εξαλειφθεί η πηγή κινδύνου.

    3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα από το AIS τίθενται στη διάθεση των οικείων αρμόδιων αρχών που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο της αλιείας για τους σκοπούς ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων των διασταυρούμενων ελέγχων των δεδομένων AIS με άλλα διαθέσιμα δεδομένα, σύμφωνα με το άρθρο 109.».

    9)

    Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 12

    Διαβίβαση δεδομένων για επιχειρήσεις επιτήρησης

    Για τους σκοπούς της ασφάλειας και προστασίας στη θάλασσα, του ελέγχου των συνόρων, της προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος και εν γένει της επιβολής του νόμου, τα δεδομένα από το (τα) σύστημα(-τα) παρακολούθησης σκαφών και το σύστημα εντοπισμού σκαφών που συλλέγονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής, των οργανισμών της Ένωσης και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις επιτήρησης.».

    10)

    Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 13

    Ηλεκτρονική παρακολούθηση εξ αποστάσεως

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την παρακολούθηση και τον έλεγχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων μέσω συστημάτων ηλεκτρονικής παρακολούθησης εξ αποστάσεως (REM) όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο.

    2.   Για τους σκοπούς της παρακολούθησης και του ελέγχου της υποχρέωσης εκφόρτωσης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ενωσιακά σκάφη αλίευσης συνολικού μήκους 18 μέτρων και άνω που φέρουν τη σημαία τους, τα οποία παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση εκφόρτωσης, έχουν εγκαταστήσει επ’ αυτών λειτουργικό σύστημα REM. Η εκτίμηση του κινδύνου μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση εκφόρτωσης διενεργείται σύμφωνα με τις εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 1. Το σύστημα REM είναι σε θέση να παρακολουθεί και να ελέγχει αποτελεσματικά τη συμμόρφωση με την υποχρέωση εκφόρτωσης, περιλαμβάνει CCTV και μπορεί να περιλαμβάνει άλλα όργανα ή/και εξοπλισμό. Ο πλοίαρχος διασφαλίζει ότι τα δεδομένα από το σύστημα REM τίθενται στη διάθεση των αρμόδιων αρχών. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας και των παράκτιων κρατών μελών που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο της αλιείας έχουν ισότιμη πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα, με την επιφύλαξη των σχετικών κανόνων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

    3.   Για τον σκοπό της εφαρμογής της παραγράφου 2, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων:

    α)

    προσδιορίζει τα τμήματα του στόλου των ενωσιακών σκαφών αλίευσης στα οποία εφαρμόζεται η υποχρέωση εγκατάστασης επί του σκάφους του συστήματος REM, με βάση την αξιολόγηση του κινδύνου μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση εκφόρτωσης·

    β)

    καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις απαιτήσεις, τις τεχνικές προδιαγραφές, την εγκατάσταση, τη συντήρηση και τη λειτουργία του συστήματος REM, καθώς και την περίοδο κατά την οποία πρέπει να λειτουργεί το εν λόγω σύστημα, λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνολογικών και επιστημονικών εξελίξεων. Οι εν λόγω κανόνες προβλέπουν ότι το μαγνητοσκοπημένο υλικό που λαμβάνεται από τα εν λόγω συστήματα αφορά μόνο τα εργαλεία και τα μέρη του σκάφους όπου τα αλιευτικά προϊόντα μεταφέρονται επί του σκάφους, αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας, αποθηκεύονται και σε όλους τους χώρους όπου μπορούν να πραγματοποιηθούν απορρίψεις, και δεν επιτρέπει, στο μέτρο του δυνατού, την ταυτοποίηση φυσικών προσώπων. Απαιτούν επίσης από τις αρμόδιες αρχές να διασφαλίζουν την ανωνυμοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα το συντομότερο δυνατό και ενημερώνουν τον πλοίαρχο ή τον χειριστή του συστήματος REM για τον εντοπισμό αυτό, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι μπορούν να ταυτοποιηθούν φυσικά πρόσωπα στο εν λόγω μαγνητοσκοπημένο υλικό·

    γ)

    καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την αποθήκευση και την ανταλλαγή των δεδομένων που προέρχονται από το σύστημα REM και την πρόσβαση σε αυτά, με την επιφύλαξη του άρθρου 112.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ορισμένα τμήματα του στόλου των ενωσιακών σκαφών αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 18 μέτρων που φέρουν τη σημαία τους οφείλουν να διαθέτουν επ’ αυτών λειτουργικό σύστημα REM, με βάση τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση εκφόρτωσης, όπως αξιολογείται από το οικείο κράτος μέλος ή από την Επιτροπή.

    5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν κίνητρα σε σκάφη τα οποία δεν απαιτείται να είναι εξοπλισμένα με σύστημα REM σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4, αλλά τα οποία χρησιμοποιούν ένα τέτοιο σύστημα για τον έλεγχο της υποχρέωσης εκφόρτωσης σε εθελοντική βάση.

    6.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν τη χρήση συστημάτων REM για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής εκτός της υποχρέωσης εκφόρτωσης.».

    11)

    Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 14

    Συμπλήρωση του ημερολογίου αλιείας

    1.   Ο πλοίαρχος κάθε ενωσιακού σκάφους αλίευσης τηρεί ηλεκτρονικό ημερολόγιο αλιείας για τον σκοπό της καταγραφής των αλιευτικών δραστηριοτήτων.

    2.   Το ημερολόγιο αλιείας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης του αλιευτικού ταξιδίου·

    β)

    τον κοινό αριθμό μητρώου στόλου (CFR) ή, σε περίπτωση που αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλο αριθμό ταυτοποίησης σκάφους και το όνομα του σκάφους αλίευσης·

    γ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους και την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    δ)

    την ημερομηνία και, για τα σκάφη συνολικού μήκους 12 μέτρων και άνω, τον χρόνο λήψης των αλιευμάτων·

    ε)

    την ημερομηνία και την ώρα απόπλου και κατάπλου σε λιμένα·

    στ)

    τον τύπο αλιευτικών εργαλείων, τις τεχνικές προδιαγραφές και τις διαστάσεις τους·

    ζ)

    τις κατ’ εκτίμηση ποσότητες σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων κάθε είδους που διατηρούνται επί του σκάφους, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, των ποσοτήτων ή των ατόμων κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης. Για τα ενωσιακά σκάφη αλίευσης συνολικού μήκους 12 μέτρων και άνω, τα στοιχεία αυτά θα παρέχονται ανά αλιευτική εργασία·

    η)

    κατ’ εκτίμηση ποσότητες κάθε είδους που απορρίπτονται σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων ή, κατά περίπτωση, σε αριθμό ατόμων·

    θ)

    κατά περίπτωση, τον (τους) συντελεστή(-ές) μετατροπής που χρησιμοποιήθηκε(-αν)·

    ι)

    τα δεδομένα που απαιτούνται στο πλαίσιο της εφαρμογής συμφωνιών αλιείας που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

    3.   Όταν συγκρίνεται με τις ποσότητες που εκφορτώνονται ή με το αποτέλεσμα μιας επιθεώρησης, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής όσον αφορά τις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας σχετικά με τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα των ιχθύων που διατηρούνται επί του σκάφους ανέρχεται σε ποσοστό 10 % για κάθε είδος.

    Για τα είδη που διατηρούνται επί του σκάφους και των οποίων η ποσότητα δεν υπερβαίνει τα 100 χιλιόγραμμα ισοδύναμου βάρους ζωντανών αλιευμάτων, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής ανέρχεται σε ποσοστό 20 % για κάθε είδος.

    4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση της αλιείας που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο α) πρώτη και τρίτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, για τα είδη που εκφορτώνονται χωρίς διαλογή, και στην περίπτωση της αλιείας τροπικού τόνου με γρι-γρι για τα είδη που εκφορτώνονται χωρίς διαλογή, εφαρμόζονται τα ακόλουθα περιθώρια ανοχής:

    α)

    στην περίπτωση εκφορτώσεων σε λιμένες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο και με την επιφύλαξη πρόσθετων προϋποθέσεων σχετικά με την εκφόρτωση και τη ζύγιση των αλιευμάτων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ακριβής αναφορά αλιευμάτων:

    i)

    για τα είδη που αντιπροσωπεύουν ποσοστό 2 % και άνω σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων όλων των εκφορτωνόμενων ειδών, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής όσον αφορά τις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας σχετικά με τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα των ιχθύων που διατηρούνται επί του σκάφους ανέρχεται σε ποσοστό 10 % της συνολικής ποσότητας όλων των ειδών που έχουν καταγραφεί στο ημερολόγιο αλιείας, για κάθε είδος·

    ii)

    για τα είδη που αντιπροσωπεύουν ποσοστό κάτω του 2 % σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων όλων των εκφορτωνόμενων ειδών, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής όσον αφορά τις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας σχετικά με τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα των ιχθύων που διατηρούνται επί του σκάφους ανέρχεται σε 200 χιλιόγραμμα ή σε ποσοστό 0,5 %, ανάλογα με το ποιο μέγεθος είναι μεγαλύτερο, της συνολικής ποσότητας όλων των ειδών που έχουν καταγραφεί στο ημερολόγιο αλιείας, για κάθε είδος.

    Πέραν των διατάξεων που προβλέπονται στα σημεία i) και ii), σε κάθε περίπτωση, για τη συνολική ποσότητα όλων των ειδών, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής όσον αφορά τις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας σχετικά με τη συνολική ποσότητα σε χιλιόγραμμα των ιχθύων που διατηρούνται επί του σκάφους ανέρχεται σε ποσοστό 10 % της συνολικής ποσότητας όλων των ειδών που έχουν καταγραφεί στο ημερολόγιο αλιείας.

    Οι προϋποθέσεις που αφορούν την εκφόρτωση και τη ζύγιση περιλαμβάνουν διασφαλίσεις οι οποίες επιτρέπουν την ακριβή αναφορά των αλιευμάτων, όπως η συμμετοχή διαπιστευμένων ανεξάρτητων τρίτων μερών ή ειδικές απαιτήσεις για τις εργασίες δειγματοληψίας και ζύγισης. Οι εν λόγω προϋποθέσεις προβλέπουν τον αναγκαίο έλεγχο και τη συνεργασία με τις σχετικές αρμόδιες αρχές της οικείας χώρας·

    β)

    στην περίπτωση εκφορτώσεων άλλων από εκείνες που αναφέρονται στο στοιχείο α):

    i)

    για τα είδη που αντιπροσωπεύουν ποσοστό 2 % και άνω σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων όλων των εκφορτωνόμενων ειδών, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής όσον αφορά τις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας σχετικά με τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα των ιχθύων που διατηρούνται επί του σκάφους ανέρχεται σε ποσοστό 10 % για κάθε είδος·

    ii)

    για τα είδη που αντιπροσωπεύουν ποσοστό κάτω του 2 % σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων όλων των εκφορτωνόμενων ειδών, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής όσον αφορά τις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας σχετικά με τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα ιχθύων που διατηρούνται επί του σκάφους ανέρχεται σε 200 χιλιόγραμμα ή σε ποσοστό 20 %, ανάλογα με το ποιο μέγεθος είναι μεγαλύτερο, για κάθε είδος που έχει καταγραφεί στο ημερολόγιο αλιείας.

    5.   Για τα ενωσιακά σκάφη αλίευσης που ασκούν τους τύπους αλιείας που αναφέρονται στην παράγραφο 4, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήματος ενός ή περισσότερων κρατών μελών, να ζητήσει από την EFCA να αναπτύξει εναρμονισμένες τεχνικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές για την εκτίμηση των αλιευμάτων επί του σκάφους.

    6.   Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, μέχρι τη 10η Ιουλίου 2024 κανόνες σχετικά με τις προϋποθέσεις που αφορούν ειδικότερα την εκφόρτωση και τη ζύγιση των αλιευμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ακριβής αναφορά αλιευμάτων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    Η Επιτροπή εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τους λιμένες που πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο και με βάση τα στοιχεία που υποβάλλουν τα κράτη μέλη. Ο αρχικός κατάλογος λιμένων θα εγκριθεί μέχρι τη 10η Ιουλίου 2024. Η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει τον κατάλογο και να ανακαλέσει την έγκρισή της για έναν από τους λιμένες του καταλόγου σε περίπτωση που δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις.

    7.   Σε περίπτωση απώλειας αλιευτικών εργαλείων εν πλω, το ημερολόγιο αλιείας περιλαμβάνει επίσης τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον τύπο και τις κατά προσέγγιση διαστάσεις των απολεσθέντων εργαλείων·

    β)

    την ημερομηνία και την κατ’ εκτίμηση ώρα απώλειας των εργαλείων·

    γ)

    το γεωγραφικό στίγμα όπου απολέσθησαν τα εργαλεία·

    δ)

    τα μέτρα που ελήφθησαν για την ανάκτηση των απολεσθέντων εργαλείων.

    8.   Στην περίπτωση αλιευμάτων ευαίσθητων ειδών που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 2 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241, τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο η) του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν επίσης τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων, των αλιευμάτων που έχουν τραυματιστεί, θανατωθεί ή ελευθερωθεί ζωντανά.

    9.   Σε ό,τι αφορά τα αλιεύματα τα οποία υπόκεινται σε ενωσιακό καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας, οι πλοίαρχοι ενωσιακών σκαφών αλίευσης καταγράφουν και αιτιολογούν στα ημερολόγια αλιείας τους τον χρόνο για τον οποίο παραμένουν σε μια περιοχή αναφέροντας:

    α)

    όσον αφορά τα συρόμενα εργαλεία:

    i)

    την είσοδο και την έξοδο από λιμένα που βρίσκεται στην εν λόγω περιοχή·

    ii)

    κάθε είσοδο σε θαλάσσιες περιοχές όπου εφαρμόζονται ειδικοί κανόνες πρόσβασης σε ύδατα και πόρους και κάθε έξοδο από αυτές·

    iii)

    τα αλιεύματα τα οποία παραμένουν επί του σκάφους ανά είδος σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων κατά την έξοδο από την εν λόγω περιοχή ή πριν από την είσοδο σε λιμένα που βρίσκεται στην εν λόγω περιοχή·

    β)

    όσον αφορά τα στατικά εργαλεία:

    i)

    την είσοδο και την έξοδο από λιμένα που βρίσκεται στην εν λόγω περιοχή·

    ii)

    κάθε είσοδο σε θαλάσσιες περιοχές όπου εφαρμόζονται ειδικοί κανόνες πρόσβασης σε ύδατα και πόρους και κάθε έξοδο από αυτές·

    iii)

    την ημερομηνία και τον χρόνο της πόντισης ή της αναπόντισης των στατικών εργαλείων στις εν λόγω περιοχές·

    iv)

    την ημερομηνία και τον χρόνο ολοκλήρωσης των αλιευτικών εργασιών με χρήση στατικών εργαλείων·

    v)

    τα αλιεύματα τα οποία παραμένουν επί του σκάφους ανά είδος σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων κατά την έξοδο από την εν λόγω περιοχή ή πριν από την είσοδο σε λιμένα που βρίσκεται στην εν λόγω περιοχή.

    10.   Για τη μετατροπή αποθηκευμένου ή μεταποιημένου βάρους ιχθύων σε βάρος ζωντανών ιχθύων για τους σκοπούς του ημερολογίου αλιείας, οι πλοίαρχοι ενωσιακών σκαφών αλίευσης εφαρμόζουν συντελεστή μετατροπής που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 12.

    11.   Η ακρίβεια των δεδομένων που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας αποτελεί ευθύνη του πλοιάρχου.

    12.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να καθορίζει συντελεστές μετατροπής και να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:

    α)

    την εφαρμογή του περιθωρίου ανοχής όπως καθορίζεται στις παραγράφους 3 και 4·

    β)

    τη χρήση συντελεστών μετατροπής·

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    12)

    Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 15

    Ηλεκτρονική υποβολή του ημερολογίου αλιείας

    1.   Οι πλοίαρχοι ενωσιακών σκαφών αλίευσης υποβάλλουν με ηλεκτρονικά μέσα στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας τους τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 14:

    α)

    τουλάχιστον μία φορά την ημέρα·

    β)

    μετά την τελευταία αλιευτική εργασία και πριν από τον κατάπλου σε λιμένα ή τόπο εκφόρτωσης.

    2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι πλοίαρχοι ενωσιακών σκαφών αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων υποβάλλουν με ηλεκτρονικά μέσα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 14 στην αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους σημαίας μετά την ολοκλήρωση της τελευταίας αλιευτικής εργασίας και πριν από την έναρξη της εκφόρτωσης.

    3.   Κατά τη στιγμή της επιθεώρησης και κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής του οικείου κράτους μέλους σημαίας, οι πλοίαρχοι ενωσιακών σκαφών αλίευσης καταγράφουν και υποβάλλουν με ηλεκτρονικά μέσα στην εν λόγω αρχή τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 14. Σε περίπτωση που το σκάφος δεν βρίσκεται εντός της εμβέλειας δικτύου, τα στοιχεία υποβάλλονται μόλις το σκάφος βρεθεί εντός της εμβέλειας δικτύου.

    4.   Οι αρμόδιες αρχές παράκτιου κράτους μέλους αποδέχονται τις ηλεκτρονικές εκθέσεις που λαμβάνονται από το κράτος μέλος σημαίας και οι οποίες περιέχουν τα στοιχεία από τα αλιευτικά σκάφη τα οποία αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3.

    5.   Οι πλοίαρχοι σκαφών αλίευσης τρίτων χωρών τα οποία δραστηριοποιούνται στα ενωσιακά ύδατα υποβάλλουν με ηλεκτρονικά μέσα στην αρμόδια αρχή του παράκτιου κράτους μέλους τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 14 υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που εφαρμόζονται στους πλοιάρχους ενωσιακών σκαφών αλίευσης.».

    13)

    Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

    «Άρθρο 15a

    Ηλεκτρονικό ημερολόγιο αλιείας και άλλα συστήματα για σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων

    Για τους σκοπούς της εφαρμογής των άρθρων 14 και 15, για τα σκάφη αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν σύστημα ημερολογίων αλιείας που έχει αναπτυχθεί σε εθνικό ή ενωσιακό επίπεδο. Εάν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη το ζητήσουν μέχρι τη 10η Μαΐου 2024, η Επιτροπή αναπτύσσει τέτοιο σύστημα για τα σκάφη αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων. Εάν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη το ζητήσουν, το σύστημα που αναπτύσσει η Επιτροπή είναι τέτοιο ώστε να επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες να τηρούν επίσης τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τα άρθρα 9, 19α, 20, 21, 22, 23 και 24. Το αιτούν κράτος μέλος εφαρμόζει το σύστημα που αναπτύχθηκε από την Επιτροπή.

    Άρθρο 15β

    Κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τις απαιτήσεις για το ημερολόγιο αλιείας

    1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού σχετικά με τα ακόλουθα:

    α)

    τους κανόνες που εφαρμόζονται σε περίπτωση τεχνικής βλάβης ή αδυναμίας επικοινωνίας ή μη λειτουργίας των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς για δεδομένα του ημερολογίου αλιείας·

    β)

    τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη παραλαβής των δεδομένων του ημερολογίου αλιείας·

    γ)

    την πρόσβαση στα δεδομένα του ημερολογίου αλιείας και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση αδυναμίας πρόσβασης στα δεδομένα·

    δ)

    την εξαίρεση ορισμένων κατηγοριών ενωσιακών σκαφών αλίευσης από τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχεία δ) και ζ) να καταγράφουν στο ημερολόγιο αλιείας τον χρόνο αλίευσης και τις κατ’ εκτίμηση ποσότητες ανά αλιευτική εργασία.

    2.   Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:

    α)

    τον μορφότυπο, το περιεχόμενο και τη διαδικασία υποβολής του ημερολογίου αλιείας·

    β)

    τη συμπλήρωση και την ηλεκτρονική καταγραφή στοιχείων στο ημερολόγιο αλιείας·

    γ)

    τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς για τα δεδομένα του ημερολογίου αλιείας·

    δ)

    τις απαιτήσεις για τη διαβίβαση δεδομένων του ημερολογίου αλιείας από ενωσιακό σκάφος αλίευσης στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους σημαίας και απαντητικών μηνυμάτων από τις αρχές·

    ε)

    τα καθήκοντα της ενιαίας αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 5 όσον αφορά το ημερολόγιο αλιείας·

    στ)

    τη συχνότητα υποβολής δεδομένων του ημερολογίου αλιείας.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    14)

    Το άρθρο 16 διαγράφεται.

    15)

    Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που περιλαμβάνονται στα πολυετή σχέδια, οι πλοίαρχοι ενωσιακών αλιευτικών σκαφών συνολικού μήκους 12 μέτρων και άνω υποβάλλουν με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους σημαίας, τουλάχιστον τέσσερις ώρες πριν από την κατ’ εκτίμηση ώρα κατάπλου σε λιμένα ή τόπο εκφόρτωσης κράτους μέλους τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου και, στην περίπτωση σκαφών εκτός των σκαφών αλίευσης, τον/τους μοναδικό/ούς αριθμό/ούς ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου που σχετίζεται με τα αλιεύματα·

    β)

    τον αριθμό CFR ή, σε περίπτωση που αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλο αριθμό ταυτοποίησης σκάφους και το όνομα του αλιευτικού σκάφους·

    γ)

    τον λιμένα ή τον τόπο εκφόρτωσης προορισμού και τους σκοπούς προσέγγισης, όπως η εκφόρτωση, η μεταφόρτωση ή η πρόσβαση σε υπηρεσίες·

    δ)

    τις ημερομηνίες του αλιευτικού ταξιδίου·

    ε)

    την κατ’ εκτίμηση ημερομηνία και ώρα κατάπλου σε λιμένα ή τόπο εκφόρτωσης·

    στ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους και την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    ζ)

    τις ποσότητες κάθε είδους που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, όσων είναι κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης·

    η)

    τις προς εκφόρτωση ή μεταφόρτωση ποσότητες κάθε είδους, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, όσων είναι κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης.»·

    β)

    παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

    «1α.   Το παράκτιο κράτος μέλος όπου πραγματοποιείται η εκφόρτωση μπορεί να ορίζει βραχύτερη περίοδο για την προαναγγελία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για ορισμένες κατηγορίες ενωσιακών αλιευτικών σκαφών, λαμβάνοντας υπόψη τον τύπο των αλιευτικών προϊόντων και την απόσταση μεταξύ των περιοχών αλιείας και του λιμένα ή του τόπου εκφόρτωσης και υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η βραχύτερη περίοδος προαναγγελίας δεν υπονομεύει την ικανότητα του εν λόγω κράτους μέλους να διεξάγει επιθεωρήσεις. Το εν λόγω παράκτιο κράτος μέλος δημοσιοποιεί την εν λόγω βραχύτερη περίοδο προαναγγελίας και την κοινοποιεί αμελλητί στην Επιτροπή. Η Επιτροπή τη δημοσιοποιεί στον ιστότοπό της.

    1β.   Όταν τα αλιεύματα αλιεύονται μεταξύ του χρόνου προαναγγελίας και της άφιξης στον λιμένα, τα εν λόγω πρόσθετα αλιεύματα κοινοποιούνται σε άλλη προαναγγελία.»

    ·

    γ)

    η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «6.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τα ακόλουθα:

    α)

    την εξαίρεση ορισμένων κατηγοριών ενωσιακών αλιευτικών σκαφών από την υποχρέωση που καθορίζεται στην παράγραφο 1, λαμβανομένων υπόψη των ποσοτήτων και του τύπου των αλιευτικών προϊόντων που πρόκειται να εκφορτωθούν και του κινδύνου μη συμμόρφωσης με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

    β)

    τη θέσπιση κανόνων που πρέπει να εφαρμοστούν σε περίπτωση τεχνικής βλάβης ή αδυναμίας επικοινωνίας ή μη λειτουργίας των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς για την προαναγγελία·

    γ)

    τη θέσπιση μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη παραλαβής δεδομένων προαναγγελίας·

    δ)

    τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την πρόσβαση σε δεδομένα προαναγγελίας και μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση αδυναμίας πρόσβασης σε δεδομένα.»

    .

    16)

    Το άρθρο 18 διαγράφεται.

    17)

    Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 19

    Άδεια εισόδου σε λιμένα

    Οι αρμόδιες αρχές του παράκτιου κράτους μέλους μπορούν να αρνηθούν την πρόσβαση αλιευτικών σκαφών σε λιμένα εάν τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 17 δεν είναι πλήρη, εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας ή κινδύνου.».

    18)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 19α

    Προαναγγελία εκφόρτωσης σε λιμένες τρίτων χωρών

    1.   Τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη επιτρέπεται να εκφορτώνουν σε λιμένες τρίτων χωρών μόνο εφόσον οι πλοίαρχοί τους έχουν υποβάλει με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους σημαίας τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 3 τουλάχιστον σαράντα οκτώ ώρες πριν από την κατ’ εκτίμηση ώρα κατάπλου σε λιμένα τρίτης χώρας και εφόσον το κράτος μέλος σημαίας δεν έχει αρνηθεί να χορηγήσει τέτοια άδεια για εκφόρτωση.

    2.   Το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να ορίσει βραχύτερη περίοδο, τουλάχιστον δύο ωρών, για την υποβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1, για τα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του, λαμβάνοντας υπόψη τον τύπο των αλιευτικών προϊόντων, την απόσταση μεταξύ των περιοχών αλιείας και του λιμένα και τον χρόνο που απαιτείται για την ανάλυση των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του δυνάμει της παραγράφου 4. Το κράτος μέλος σημαίας κοινοποιεί την εν λόγω βραχύτερη περίοδο στην Επιτροπή.

    3.   Οι πλοίαρχοι ενωσιακών αλιευτικών σκαφών υποβάλλουν στο κράτος μέλος σημαίας ιδίως τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου και, στην περίπτωση αλιευτικών σκαφών εκτός των σκαφών αλίευσης, τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου σχετικά με τα αλιεύματα·

    β)

    τον αριθμό CFR ή, σε περίπτωση που αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλο αριθμό ταυτοποίησης σκάφους και το όνομα του αλιευτικού σκάφους·

    γ)

    τον λιμένα προορισμού και τον σκοπό προσέγγισης, όπως εκφόρτωση ή πρόσβαση σε υπηρεσίες·

    δ)

    τις ημερομηνίες του αλιευτικού ταξιδίου·

    ε)

    την κατ’ εκτίμηση ημερομηνία και ώρα κατάπλου στον λιμένα·

    στ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους και τις αντίστοιχες γεωγραφικές περιοχές όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    ζ)

    τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων ή, κατά περίπτωση, σε αριθμό ατόμων κάθε είδους που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας ή σε δήλωση μεταφόρτωσης, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, των ποσοτήτων ή των ατόμων κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης·

    η)

    τις προς εκφόρτωση ποσότητες σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων ή, κατά περίπτωση, σε αριθμό ατόμων κάθε είδους, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, των ποσοτήτων ή των ατόμων κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης.

    4.   Όταν, με βάση την ανάλυση των στοιχείων που υποβάλλονται και άλλων διαθέσιμων στοιχείων, υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι το ενωσιακό αλιευτικό σκάφος δεν συμμορφώνεται ή δεν έχει συμμορφωθεί με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, οι αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους σημαίας ζητούν τη συνεργασία της τρίτης χώρας όπου το σκάφος πρόκειται να εκφορτώσει, ενόψει πιθανής επιθεώρησης. Για τον σκοπό αυτό, το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να απαιτήσει από το αλιευτικό σκάφος να εκφορτώσει σε διαφορετικό λιμένα ή να καθυστερήσει την ώρα κατάπλου στον λιμένα ή την ώρα εκφόρτωσης.».

    19)

    Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, οι λέξεις «σημεία πλησίον της ακτής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σε τόπους εκφόρτωσης»·

    β)

    παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

    «2α.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου (*7) και του άρθρου 43 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, τα παραδίδοντα και τα παραλαμβάνοντα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη επιτρέπεται να μεταφορτώνουν εν πλω εκτός των ενωσιακών υδάτων ή σε λιμένες τρίτων χωρών μόνον εφόσον έχουν λάβει άδεια από το (τα) οικείο(-α) κράτος(-η) μέλος(-η) σημαίας.

    2β.   Για να υποβάλουν αίτηση για τη χορήγηση άδειας μεταφόρτωσης δυνάμει της παραγράφου 2α, οι πλοίαρχοι παραδιδόντων και παραλαμβανόντων ενωσιακών αλιευτικών σκαφών υποβάλλουν ηλεκτρονικά στο κράτος μέλος της σημαίας τους, τουλάχιστον σαράντα οκτώ ώρες πριν από την προγραμματισμένη εργασία μεταφόρτωσης, τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου και, στην περίπτωση σκαφών εκτός των σκαφών αλίευσης, τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου που σχετίζεται με τα αλιεύματα·

    β)

    τον αριθμό CFR ή, σε περίπτωση που αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλο(-ους) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης του σκάφους και το όνομα τόσο των παραδιδόντων όσο και των παραλαμβανόντων αλιευτικών σκαφών·

    γ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους προς μεταφόρτωση και την (τις) αντίστοιχη(-ες) γεωγραφική(-ές) περιοχή(-ές) όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    δ)

    τις κατ’ εκτίμηση ποσότητες κάθε είδους προς μεταφόρτωση σε χιλιόγραμμα βάρους προϊόντος και ζωντανών αλιευμάτων ανά τύπο παρουσίασης προϊόντος και κατάσταση μεταποίησης·

    ε)

    τον λιμένα προορισμού του παραλαμβάνοντος αλιευτικού σκάφους·

    στ)

    την ημερομηνία και ώρα της προγραμματισμένης μεταφόρτωσης·

    ζ)

    τη γεωγραφική θέση ή το ειδικό όνομα του λιμένα στον οποίο έχει προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί η εργασία μεταφόρτωσης.

    2γ.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την παρουσίαση των προϊόντων και την κατάσταση μεταποίησης, ιδίως μέσω κωδικών και περιγραφών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    (*7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, περί δημιουργίας ενωσιακού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας, τροποποίησης των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1936/2001 και (ΕΚ) αριθ. 601/2004 και κατάργησης των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1093/94 και (ΕΚ) αριθ. 1447/1999 (ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 1).»."

    20)

    Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 21

    Συμπλήρωση της δήλωσης μεταφόρτωσης

    1.   Οι πλοίαρχοι ενωσιακών αλιευτικών σκαφών που συμμετέχουν σε εργασία μεταφόρτωσης συμπληρώνουν ηλεκτρονική δήλωση μεταφόρτωσης.

    2.   Η δήλωση μεταφόρτωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον μοναδικό αριθμό ή αριθμούς ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδιού και, σε περίπτωση αλιευτικών σκαφών εκτός των σκαφών αλίευσης, τον μοναδικό αριθμό ή αριθμούς ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου που σχετίζεται με τα αλιεύματα·

    β)

    τον αριθμό CFR ή, όταν αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλο αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης σκάφους και το όνομα τόσο των παραδιδόντων όσο και των παραλαμβανόντων αλιευτικών σκαφών·

    γ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους που έχει μεταφορτωθεί και την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή ή περιοχές όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    δ)

    τις κατ’ εκτίμηση ποσότητες κάθε είδους που έχει μεταφορτωθεί σε χιλιόγραμμα βάρους προϊόντος και ζωντανών αλιευμάτων ανά τύπο παρουσίασης προϊόντος και κατάσταση μεταποίησης ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, των ποσοτήτων ή των ατόμων κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης·

    ε)

    τον λιμένα ή τόπο εκφόρτωσης προορισμού του παραλαμβάνοντος αλιευτικού σκάφους και την κατ’ εκτίμηση ημερομηνία και ώρα κατάπλου·

    στ)

    την ημερομηνία και ώρα της μεταφόρτωσης·

    ζ)

    τη γεωγραφική περιοχή ή τον καθορισμένο λιμένα μεταφόρτωσης·

    η)

    τον (τους) συντελεστή(-ές) μετατροπής που χρησιμοποιήθηκε(-αν).

    3.   Όταν συγκρίνεται με τις ποσότητες που εκφορτώνονται ή με το αποτέλεσμα μιας επιθεώρησης, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής όσον αφορά τις εκτιμήσεις που καταγράφονται στη δήλωση μεταφόρτωσης σχετικά με τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα των ιχθύων που διατηρούνται επί του σκάφους πρέπει να έχει όπως προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφοι 3 και 4.

    4.   Οι πλοίαρχοι τόσο των παραδιδόντων όσο και των παραλαμβανόντων αλιευτικών σκαφών φέρουν ευθύνη για την ακρίβεια των δεδομένων που περιέχουν οι αντίστοιχες δηλώσεις τους μεταφόρτωσης.

    5.   Για τη μετατροπή αποθηκευμένου ή μεταποιημένου βάρους ιχθύων σε βάρος ζωντανών ιχθύων για τους σκοπούς της δήλωσης μεταφόρτωσης, οι πλοίαρχοι αλιευτικών σκαφών εφαρμόζουν συντελεστή μετατροπής που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 12.

    6.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με την εξαίρεση ορισμένων κατηγοριών ενωσιακών αλιευτικών σκαφών από την υποχρέωση που καθορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, λαμβανομένων υπόψη των ποσοτήτων ή/και του είδους των αλιευτικών προϊόντων, της απόστασης μεταξύ των περιοχών αλιείας, των τόπων μεταφόρτωσης και των λιμένων όπου είναι νηολογημένα τα σκάφη.».

    21)

    Τα άρθρα 22, 23 και 24 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 22

    Ηλεκτρονική διαβίβαση των δεδομένων της δήλωσης μεταφόρτωσης

    1.   Οι πλοίαρχοι ενωσιακών αλιευτικών σκαφών υποβάλλουν με ηλεκτρονικά μέσα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 21 στην αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους σημαίας εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από την ολοκλήρωση της δραστηριότητας μεταφόρτωσης.

    2.   Όταν ενωσιακό αλιευτικό σκάφος μεταφορτώνει τα αλιεύματά του σε κράτος μέλος άλλο από το οικείο κράτος μέλος σημαίας, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας διαβιβάζουν αμέσως ηλεκτρονικά τα δεδομένα της δήλωσης μεταφόρτωσης στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο μεταφορτώθηκαν τα αλιεύματα και προς το οποίο προορίζονται τα αλιεύματα.

    3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τα ακόλουθα:

    α)

    τον καθορισμό κανόνων που πρέπει να εφαρμόζονται σε περίπτωση τεχνικής βλάβης ή αδυναμίας επικοινωνίας ή μη λειτουργίας των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς για τα δεδομένα μεταφόρτωσης·

    β)

    τη θέσπιση μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη παραλαβής δεδομένων μεταφόρτωσης·

    γ)

    τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την πρόσβαση σε δεδομένα μεταφόρτωσης και μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση αδυναμίας πρόσβασης σε δεδομένα.

    4.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τα ακόλουθα:

    α)

    τον μορφότυπο και τη διαδικασία υποβολής της δήλωσης μεταφόρτωσης·

    β)

    τη συμπλήρωση και την ηλεκτρονική καταγραφή των δεδομένων της δήλωσης μεταφόρτωσης·

    γ)

    τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς για δεδομένα μεταφόρτωσης·

    δ)

    τις απαιτήσεις για τη διαβίβαση στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους σημαίας δεδομένων μεταφόρτωσης από ενωσιακό αλιευτικό σκάφος και απαντητικών μηνυμάτων από τις αρχές του κράτους μέλους σημαίας.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    Άρθρο 23

    Συμπλήρωση της δήλωσης εκφόρτωσης

    1.   Ο πλοίαρχος ενωσιακού αλιευτικού σκάφους ή εκπρόσωπος του πλοιάρχου συμπληρώνουν ηλεκτρονική δήλωση εκφόρτωσης.

    2.   Η δήλωση εκφόρτωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου·

    β)

    τον αριθμό CFR ή, όταν αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλο αριθμό ταυτοποίησης σκάφους και το όνομα του αλιευτικού σκάφους·

    γ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους που εκφορτώνεται και την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    δ)

    τις ποσότητες κάθε εκφορτωνόμενου είδους σε χιλιόγραμμα βάρους προϊόντος ζυγιζόμενου σύμφωνα με το άρθρο 60 και ζωντανών αλιευμάτων ανά τύπο παρουσίασης προϊόντος και κατάσταση μεταποίησης ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, των ποσοτήτων ή των ατόμων κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης·

    ε)

    τον λιμένα εκφόρτωσης ή τον τόπο εκφόρτωσης·

    στ)

    ημερομηνία και ώρα ολοκλήρωσης της εκφόρτωσης ή, σε περίπτωση που η εκφόρτωση διαρκεί περισσότερο από είκοσι τέσσερις ώρες, ημερομηνία και ώρα έναρξης και ολοκλήρωσης της εκφόρτωσης·

    ζ)

    ημερομηνία και ώρα ολοκλήρωσης της ζύγισης ή, σε περίπτωση που η ζύγιση διαρκεί περισσότερο από είκοσι τέσσερις ώρες, ημερομηνία και ώρα έναρξης και ολοκλήρωσης της ζύγισης·

    η)

    την επωνυμία ή ένα αριθμό ταυτοποίησης του επιχειρηματία που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 5·

    θ)

    τους συντελεστές μετατροπής που χρησιμοποιήθηκαν.

    3.   Η ακρίβεια των δεδομένων που καταγράφονται στη δήλωση εκφόρτωσης αποτελεί ευθύνη του πλοιάρχου.

    4.   Για να γίνει η μετατροπή αποθηκευμένου ή μεταποιημένου βάρους ιχθύων σε βάρος ζωντανών ιχθύων για τον σκοπό της συμπλήρωσης της δήλωσης εκφόρτωσης, ο πλοίαρχος αλιευτικού σκάφους ή ο εκπρόσωπος του πλοιάρχου εφαρμόζει συντελεστή μετατροπής που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 12.

    Άρθρο 24

    Ηλεκτρονική διαβίβαση των στοιχείων της δήλωσης εκφόρτωσης

    1.   Ο πλοίαρχος ενωσιακού αλιευτικού σκάφους ή εκπρόσωπος του πλοιάρχου υποβάλλει με ηλεκτρονικά μέσα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 στην αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους σημαίας εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από την ολοκλήρωση της εκφόρτωσης.

    2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, για τα αλιευτικά προϊόντα που ζυγίζονται σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 3 στοιχεία γ) και δ), ο πλοίαρχος ή ο εκπρόσωπος του πλοιάρχου υποβάλλει με ηλεκτρονικά μέσα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 23 στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από την ολοκλήρωση της ζύγισης.

    3.   Όταν ενωσιακό αλιευτικό σκάφος εκφορτώνει αλιεύματα σε κράτος μέλος άλλο από το οικείο κράτος μέλος σημαίας, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας διαβιβάζουν αμέσως με ηλεκτρονικά μέσα τα ληφθέντα δεδομένα της δήλωσης εκφόρτωσης στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου εκφορτώθηκαν τα αλιεύματα.

    4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τα ακόλουθα:

    α)

    τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με τις παρεκκλίσεις όσον αφορά την υποβολή της δήλωσης εκφόρτωσης·

    β)

    τον καθορισμό των κανόνων που πρέπει να εφαρμόζονται σε περίπτωση τεχνικής βλάβης ή αδυναμίας επικοινωνίας ή μη λειτουργίας των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς για δεδομένα της δήλωσης εκφόρτωσης·

    γ)

    τη θέσπιση των μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση μη παραλαβής των δεδομένων της δήλωσης εκφόρτωσης·

    δ)

    τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την πρόσβαση σε δεδομένα της δήλωσης εκφόρτωσης και μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση αδυναμίας πρόσβασης σε δεδομένα.

    5.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τα ακόλουθα:

    α)

    τον μορφότυπο και τη διαδικασία υποβολής της δήλωσης εκφόρτωσης·

    β)

    τη συμπλήρωση και την ψηφιακή καταγραφή των δεδομένων της δήλωσης εκφόρτωσης·

    γ)

    τη λειτουργία των συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αναφοράς για τα δεδομένα της δήλωσης εκφόρτωσης·

    δ)

    τις απαιτήσεις για τη διαβίβαση στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους σημαίας δεδομένων της δήλωσης εκφόρτωσης αλιείας από ενωσιακό αλιευτικό σκάφος και απαντητικών μηνυμάτων από τις αρχές.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    22)

    Το άρθρο 25 διαγράφεται.

    23)

    Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, οι λέξεις «αλιευτικά σκάφη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφη αλίευσης» και οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφος αλίευσης»·

    β)

    στις παραγράφους 2 και 3, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενωσιακό σκάφος αλίευσης»·

    γ)

    στην παράγραφο 4, οι λέξεις «αλιευτικά σκάφη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενωσιακά σκάφη αλίευσης»·

    δ)

    στην παράγραφο 6, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφος αλίευσης».

    24)

    Στο άρθρο 27 παράγραφος 1, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενωσιακό σκάφος αλίευσης».

    25)

    Το άρθρο 28 διαγράφεται.

    26)

    Το άρθρο 29 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενωσιακό σκάφος αλίευσης»·

    β)

    στην παράγραφο 2, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενωσιακό σκάφος αλίευσης» και οι λέξεις «αλιευτικά σκάφη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφη αλίευσης»·

    γ)

    η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να επιλέξει να μην υπολογίσει βάσει της τυχόν μέγιστης επιτρεπόμενης αλιευτικής προσπάθειας τη δραστηριότητα ενωσιακού σκάφους αλίευσης εντός γεωγραφικής περιοχής υπαγόμενης σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας, όταν το εν λόγω ενωσιακό σκάφος αλίευσης βρισκόταν στην εν λόγω γεωγραφική περιοχή, αλλά δεν ήταν σε θέση να αλιεύσει διότι συνέτρεχε άλλο σκάφος που βρισκόταν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή διότι μετέφερε τραυματία για επείγουσα ιατρική βοήθεια.»

    .

    27)

    Το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενωσιακό σκάφος αλίευσης»·

    β)

    στην παράγραφο 2, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενωσιακό σκάφος αλίευσης»·

    28)

    Το άρθρο 31 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 31

    Σκάφη αλίευσης που εξαιρούνται από την εφαρμογή καθεστώτος αλιευτικής προσπάθειας

    Το παρόν τμήμα δεν εφαρμόζεται στα ενωσιακά σκάφη αλίευσης στον βαθμό που εξαιρούνται από την εφαρμογή καθεστώτος αλιευτικής προσπάθειας.».

    29)

    Το άρθρο 32 διαγράφεται.

    30)

    Το άρθρο 33 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 33

    Καταγραφή των αλιευμάτων και της αλιευτικής προσπάθειας

    1.   Κάθε κράτος μέλος σημαίας ή, σε περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος, κάθε παράκτιο κράτος μέλος καταγράφει όλα τα δεδομένα σχετικά με τα αλιεύματα και την αλιευτική προσπάθεια τα οποία αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, ιδίως εκείνα που αναφέρονται στα άρθρα 14, 21, 23, 54δ, 55, 62, 66 και 68, και τηρεί τα πρωτότυπα αυτών των δεδομένων για διάστημα τουλάχιστον τριών ετών σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

    2.   Πριν από την 15η ημέρα κάθε μήνα, κάθε κράτος μέλος σημαίας ή, σε περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος, κάθε παράκτιο κράτος μέλος υποβάλλει με ηλεκτρονικά μέσα στην Επιτροπή ή στον φορέα που έχει ορίσει η ίδια, τα συγκεντρωτικά δεδομένα σχετικά με:

    α)

    τις ποσότητες κάθε είδους, κατά περίπτωση ανά απόθεμα ή ομάδα αποθεμάτων, που αλιεύθηκαν και διατηρήθηκαν επί του σκάφους, καθώς και τις ποσότητες κάθε είδους που απορρίφθηκαν κατά τον περασμένο μήνα, σε ισοδύναμο βάρους ζωντανών αλιευμάτων, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, όσων είναι κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης·

    β)

    την αλιευτική προσπάθεια που καταβλήθηκε τον περασμένο μήνα για κάθε αλιευτική περιοχή υπαγόμενη σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας ή, κατά περίπτωση, για κάθε τύπο αλιείας υπαγόμενο σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας·

    γ)

    τις ποσότητες κάθε είδους, κατά περίπτωση ανά απόθεμα ή ομάδα αποθεμάτων, που αλιεύθηκαν στην περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος, και τις ποσότητες κάθε είδους που απορρίφθηκαν κατά τον περασμένο μήνα, σε ισοδύναμο βάρους ζωντανών αλιευμάτων, συμπεριλαμβανομένων, σε χωριστή εγγραφή, όσων είναι κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης.

    3.   Όταν τα δεδομένα που υποβάλλει ένα κράτος μέλος σύμφωνα με την παράγραφο 2 βασίζονται σε εκτιμήσεις για ένα είδος, ένα απόθεμα ή μια ομάδα αποθεμάτων, το κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή τα διορθωμένα δεδομένα σχετικά με τις ποσότητες που έχουν καθοριστεί με βάση τις δηλώσεις εκφόρτωσης, τα δελτία πώλησης ή τις δηλώσεις αλιευμάτων το συντομότερο δυνατό και το αργότερο τρεις μήνες μετά το τέλος της περιόδου για την οποία καθορίστηκε η ποσόστωση ή το όριο αλιευτικής προσπάθειας.

    4.   Όταν ένα κράτος μέλος εντοπίσει ανακολουθίες μεταξύ των στοιχείων που υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου και των αποτελεσμάτων της επικύρωσης που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 109, το κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή τα διορθωμένα δεδομένα σχετικά με τις ποσότητες που έχουν καθοριστεί με βάση αυτή την επικύρωση το συντομότερο δυνατό και το αργότερο έξι μήνες μετά το τέλος της περιόδου για την οποία καθορίστηκε η ποσόστωση ή το όριο αλιευτικής προσπάθειας.

    5.   Όταν η Επιτροπή εντοπίσει ανακολουθίες όσον αφορά τα δεδομένα που υποβάλλει ένα κράτος μέλος στην Επιτροπή σύμφωνα με το παρόν άρθρο, διαβουλεύεται με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, το οποίο διορθώνει τα δεδομένα και υποβάλλει τα διορθωμένα δεδομένα στην Επιτροπή το συντομότερο δυνατό.

    6.   Τα αλιεύματα κάθε είδους, αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων που υπόκεινται σε ποσόστωση προσμετρώνται στις ποσοστώσεις που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    7.   Τα αλιεύματα που συλλαμβάνονται στο πλαίσιο επιστημονικής έρευνας και διατίθενται και πωλούνται στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, όσων είναι κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης, καταγράφονται από τα κράτη μέλη και τα δεδομένα για αυτά τα αλιεύματα υποβάλλονται στην Επιτροπή. Τα αλιεύματα προσμετρώνται στην ποσόστωση που εφαρμόζεται στο κράτος μέλος σημαίας όταν υπερβαίνουν το 2 % της οικείας ποσόστωσης. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στα αλιεύματα που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια υποχρεωτικών επιστημονικών ερευνών εν πλω, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*8).

    8.   Εξαιρουμένης της αλιευτικής προσπάθειας που καταβάλλεται από σκάφη αλίευσης τα οποία εξαιρούνται από την εφαρμογή του καθεστώτος αλιευτικής προσπάθειας, όλες οι αλιευτικές προσπάθειες τις οποίες καταβάλλουν τα ενωσιακά σκάφη αλίευσης όταν φέρουν επί του σκάφους ή, κατά περίπτωση, χρησιμοποιούν αλιευτικά εργαλεία τα οποία υπάγονται σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας ή δραστηριοποιούνται σε τύπο αλιείας υπαγόμενο σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας εντός γεωγραφικής περιοχής που υπάγεται στο εν λόγω καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας, υπολογίζονται βάσει της μέγιστης επιτρεπόμενης αλιευτικής προσπάθειας που σχετίζεται με τα συγκεκριμένα αλιευτικά εργαλεία, τύπο αλιείας ή γεωγραφική περιοχή που διατίθεται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος σημαίας.

    9.   Η αλιευτική προσπάθεια που καταβάλλεται στα πλαίσια επιστημονικών ερευνών από σκάφος αλίευσης που φέρει αλιευτικά εργαλεία τα οποία υπάγονται σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας ή δραστηριοποιείται σε τύπο αλιείας υπαγόμενο σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας εντός γεωγραφικής περιοχής που υπάγεται στο συγκεκριμένο καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας, υπολογίζεται βάσει της μέγιστης επιτρεπόμενης αλιευτικής προσπάθειας που σχετίζεται με τα συγκεκριμένα αλιευτικά εργαλεία, τύπο αλιείας ή γεωγραφική περιοχή που διατίθεται στο οικείο κράτος μέλος σημαίας, σε περίπτωση που τα αλιεύματα τα οποία συλλέγονται κατά την εν λόγω αλιευτική προσπάθεια κυκλοφορήσουν στην αγορά και πωληθούν όταν υπερβαίνουν το 2 % της παραχωρηθείσας αλιευτικής προσπάθειας. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στα αλιεύματα που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια υποχρεωτικών επιστημονικών ερευνών εν πλω, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1004.

    10.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να καθορίζει κανόνες σχετικά με τους μορφότυπους για τη διαβίβαση των δεδομένων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    (*8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2017, σχετικά με τη θέσπιση ενωσιακού πλαισίου για τη συλλογή, διαχείριση και χρήση δεδομένων στον τομέα της αλιείας και τη στήριξη όσον αφορά τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για την κοινή αλιευτική πολιτική και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 199/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 157 της 20.6.2017, σ. 1).»."

    31)

    Το άρθρο 34 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 34

    Δεδομένα που αφορούν την εξάντληση των αλιευτικών δυνατοτήτων

    Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από ένα κράτος μέλος να υποβάλει λεπτομερέστερα στοιχεία από εκείνα που προβλέπονται στο άρθρο 33 όταν θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί το 80 % μιας ποσόστωσης για ένα απόθεμα ή μια ομάδα αποθεμάτων, ή όταν θεωρείται ότι έχει επιτευχθεί το 80 % της μέγιστης επιτρεπόμενης αλιευτικής προσπάθειας για αλιευτικά εργαλεία ή συγκεκριμένο τύπο αλιείας και αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή.».

    32)

    Το άρθρο 35 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Κάθε κράτος μέλος καθορίζει την ημερομηνία από την οποία:

    α)

    τα αλιεύματα αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων που υπόκεινται στην ποσόστωση του κράτους μέλους πρέπει να θεωρείται ότι έχουν εξαντλήσει την εν λόγω ποσόστωση·

    β)

    η μέγιστη επιτρεπόμενη αλιευτική προσπάθεια για αλιευτικά εργαλεία ή τύπο αλιείας και αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή πρέπει να θεωρείται ότι έχει επιτευχθεί.

    2.   Από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος απαγορεύει τις αλιευτικές εργασίες καθώς και την αλιεία χωρίς σκάφος, για το απόθεμα ή την ομάδα αποθεμάτων για τα οποία έχει εξαντληθεί η ποσόστωση, στον σχετικό τύπο αλιείας ή, όταν φέρουν επί του σκάφους τα σχετικά αλιευτικά εργαλεία στη γεωγραφική περιοχή όπου έχει επιτευχθεί η μέγιστη επιτρεπόμενη αλιευτική προσπάθεια, από το σύνολο ή μέρος των σκαφών αλίευσης που φέρουν τη σημαία του εν λόγω κράτους μέλους ή, κατά περίπτωση, από τους οικείους επιχειρηματίες στην περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος. Στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να καθορίσει ημερομηνία έως την οποία πρέπει να ολοκληρωθούν οι μεταφορτώσεις, οι μεταφορές και οι εκφορτώσεις ή οι τελικές δηλώσεις αλιευμάτων.

    3.   Η απόφαση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 2 δημοσιοποιείται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και κοινοποιείται αμέσως στην Επιτροπή. Η Επιτροπή τη δημοσιοποιεί στον ιστότοπό της.»

    ·

    β)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «3α.   Από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δημοσιοποιήθηκε από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, το εν λόγω κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι για το σχετικό απόθεμα ή ομάδα αποθεμάτων δεν πραγματοποιούνται αλιευτικές εργασίες από οποιοδήποτε σκάφος αλίευσης που φέρει τη σημαία του ή αλιεία χωρίς σκάφος από τους οικείους επιχειρηματίες.»

    .

    33)

    Στο άρθρο 36, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι αλιευτικές δυνατότητες τις οποίες διαθέτει η Ένωση, ένα κράτος μέλος ή ομάδα κρατών μελών θεωρείται ότι έχουν εξαντληθεί, ενημερώνει σχετικά τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και μπορεί μέσω εκτελεστικών πράξεων, να απαγορεύει τις αλιευτικές εργασίες καθώς και την αλιεία χωρίς σκάφος, για τη σχετική περιοχή, τα αλιευτικά εργαλεία, το απόθεμα, την ομάδα αποθεμάτων ή τον στόλο που συμμετέχει στις εν λόγω αλιευτικές εργασίες.»

    .

    34)

    Το άρθρο 37 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Όταν η Επιτροπή έχει απαγορεύσει τις αλιευτικές δραστηριότητες καθώς και την αλιεία χωρίς σκάφος, λόγω της εικαζόμενης εξάντλησης των αλιευτικών δυνατοτήτων που διαθέτει ένα κράτος μέλος ή ομάδα κρατών μελών ή η Ένωση και διαπιστωθεί ότι ένα κράτος μέλος δεν έχει πράγματι εξαντλήσει τις αλιευτικές του δυνατότητες, εφαρμόζεται το παρόν άρθρο.

    2.   Εάν η ζημία την οποία έχει υποστεί το κράτος μέλος στο οποίο απαγορεύτηκαν οι αλιευτικές εργασίες πριν από την εξάντληση των αλιευτικών του δυνατοτήτων, δεν αποκατασταθεί, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, εγκρίνει μέτρα με στόχο να αποκατασταθεί δεόντως η προκληθείσα ζημία. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις προβλέπουν ειδικότερα:

    α)

    την κοινοποίηση της προκληθείσας ζημίας·

    β)

    τον εντοπισμό των κρατών μελών τα οποία έχουν υποστεί ζημία και το ύψος της εν λόγω ζημίας·

    γ)

    τον εντοπισμό των κρατών μελών τα οποία έχουν υπεραλιεύσει και τον προσδιορισμό των ποσοτήτων ιχθύων που έχουν αλιεύσει καθ’ υπέρβαση των επιτρεπόμενων ορίων·

    δ)

    τις μειώσεις που πρέπει να γίνουν στις αλιευτικές δυνατότητες του κράτους μέλους που έχει υπεραλιεύσει, ανάλογα με τις αλιευτικές δυνατότητες τις οποίες το εν λόγω κράτος έχει υπερβεί·

    ε)

    τις αυξήσεις που πρέπει να γίνουν στις αλιευτικές δυνατότητες των ζημιωθέντων κρατών μελών, ανάλογα με τη ζημία που έχουν υποστεί·

    στ)

    τις ημερομηνίες κατά τις οποίες αρχίζουν να ισχύουν οι εν λόγω αυξήσεις και μειώσεις.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.»·

    β)

    η παράγραφος 4 διαγράφεται·

    35)

    Στον τίτλο IV, η επικεφαλίδα του κεφαλαίου II αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

    « Κεφάλαιο ΙΙ

    Έλεγχος της αλιευτικής ικανότητας ».

    36)

    Το άρθρο 38 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 38

    Αλιευτική ικανότητα

    1.   Τα κράτη μέλη είναι αρμόδια για τη διενέργεια των απαραίτητων ελέγχων ώστε να εξασφαλίζουν ότι η συνολική αλιευτική ικανότητα που αντιστοιχεί στις αλιευτικές άδειες που εκδίδει ένα ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, εκφρασμένη σε GT και σε kW, δεν υπερβαίνει, ανά πάσα στιγμή, τα μέγιστα επίπεδα ικανότητας που έχουν θεσπιστεί για το εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

    2.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου όσον αφορά:

    α)

    την επαλήθευση της ισχύος κινητήρα των σκαφών αλίευσης·

    β)

    την επαλήθευση της χωρητικότητας των σκαφών αλίευσης·

    γ)

    την επαλήθευση του είδους, του αριθμού και των χαρακτηριστικών των αλιευτικών εργαλείων.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    37)

    Στον τίτλο IV, η επικεφαλίδα του τμήματος 2 του κεφαλαίου II αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

    «ΤΜΉΜΑ 2

    ΙΣΧΎς ΚΙΝΗΤΉΡΑ ΚΑΙ ΧΩΡΗΤΙΚΌΤΗΤΑ».

    38)

    Το άρθρο 39 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφος αλίευσης»·

    β)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «2α.   Όταν ένα σκάφος αλίευσης υπερβαίνει την επιτρεπόμενη ισχύ κινητήρα που ορίζεται στην αλιευτική άδεια, μπορεί να προβεί σε τακτοποίηση εντός μέγιστης χρονικής περιόδου και σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται από το οικείο κράτος μέλος σημαίας.»·

    γ)

    η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Όλες οι δαπάνες που προκύπτουν από την πιστοποίηση και την επαλήθευση της ισχύος κινητήρα σύμφωνα με το παρόν άρθρο βαρύνουν τα κράτη μέλη σημαίας. Σύμφωνα με το άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους επιχειρηματίες των σκαφών αλίευσης που φέρουν τη σημαία τους και συμμετέχουν στη σχετική αλιεία να συνεισφέρουν στις εν λόγω δαπάνες.»

    .

    39)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 39α

    Συνεχής παρακολούθηση της ισχύος του κινητήρα

    1.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν, βάσει αξιολόγησης κινδύνου, ποια σκάφη εξοπλισμένα με εσωλέμβιο κινητήρα πρόωσης με πιστοποιημένη ισχύ κινητήρα άνω των 221 κιλοβάτ (kW) και τα οποία χρησιμοποιούν συρόμενα εργαλεία, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 σημείο 12) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241, ενέχουν σοβαρό κίνδυνο μη συμμόρφωσης με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής σχετικά με την ισχύ κινητήρα. Εξασφαλίζουν ότι τα εν λόγω σκάφη είναι εξοπλισμένα με μόνιμα εγκατεστημένα συστήματα που μετρούν και καταγράφουν συνεχώς την ισχύ του κινητήρα.

    2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι τα σκάφη αλίευσης είναι εξοπλισμένα με μόνιμα εγκατεστημένα συστήματα που μετρούν και καταγράφουν συνεχώς την ισχύ κινητήρα στις περιπτώσεις που τα εν λόγω σκάφη χρησιμοποιούν τράτες βυθού ή δανέζικους γρίπους, είναι εξοπλισμένα με εσωλέμβιους κινητήρες πρόωσης με πιστοποιημένη ισχύ κινητήρα μεταξύ 120 και 221 κιλοβάτ (kW), και δραστηριοποιούνται στην περιοχή που αναφέρεται στο παράρτημα V μέρος Γ σημείο 2.1 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241.

    3.   Τα συστήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εξασφαλίζουν τη συνεχή μέτρηση της ισχύος πρόωσης του κινητήρα σε κιλοβάτ (kW) και την αποθήκευση των εν λόγω δεδομένων επί του σκάφους.

    4.   Οι πλοίαρχοι σκαφών αλίευσης και οι κάτοχοι αλιευτικών αδειών εξασφαλίζουν ότι τα συστήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λειτουργούν σε συνεχή βάση και ότι τα δεδομένα από τη συνεχή μέτρηση της ισχύος του κινητήρα πρόωσης καταγράφονται και αποθηκεύονται επί του σκάφους και είναι πάντα προσβάσιμα επί του σκάφους για τους υπαλλήλους.

    5.   Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την εγκατάσταση, τις τεχνικές απαιτήσεις και τα χαρακτηριστικά των συστημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    6.   Η αξιολόγηση κινδύνου που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

    α)

    καθορίζει το επίπεδο κινδύνου μη συμμόρφωσης του τμήματος του στόλου με βάση τα εργαλεία, την καλυπτόμενη περιοχή, το καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας, τα στοχευόμενα είδη, τη μείωση ισχύος και την ταχύτητα·

    β)

    λαμβάνει υπόψη επιβεβαιωμένες παραβάσεις που σχετίζονται με τη χρήση κινητήρα με ισχύ κινητήρα μεγαλύτερη από εκείνη που αναφέρεται στο πιστοποιητικό κινητήρα·

    γ)

    περιλαμβάνει ανάλυση που προσδιορίζει την πιθανότητα και τον αντίκτυπο της μη συμμόρφωσης με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής σχετικά με την ισχύ κινητήρα, ιδίως όσον αφορά την υπεραλίευση·

    δ)

    λαμβάνει υπόψη την υπέρβαση του ανώτατου ορίου ικανότητας.

    7.   Η αξιολόγηση κινδύνου διενεργείται από κοινού από τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με την EFCA.

    8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι τα ενωσιακά σκάφη αλίευσης που φέρουν τη σημαία τους και είναι εξοπλισμένα με εσωλέμβιο κινητήρα πρόωσης με πιστοποιημένη ισχύ κινητήρα έως 221 κιλοβάτ (kW) και χρησιμοποιούν συρόμενα εργαλεία, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 σημείο 12) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241, πρέπει να είναι εξοπλισμένα με μόνιμα εγκατεστημένα συστήματα που μετρούν και καταγράφουν συνεχώς την ισχύ του κινητήρα, με βάση τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής σχετικά με την ισχύ του κινητήρα.».

    40)

    Το άρθρο 40 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, οι λέξεις «αλιευτικά σκάφη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφη αλίευσης»·

    β)

    στην παράγραφο 2, οι λέξεις «αλιευτικά σκάφη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφη αλίευσης»·

    γ)

    η παράγραφος 5 διαγράφεται·

    δ)

    η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «6.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την πιστοποίηση της ισχύος πρόωσης κινητήρα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.»

    .

    41)

    Το άρθρο 41 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 41

    Επαλήθευση της ισχύος του κινητήρα

    1.   Στην περίπτωση σκαφών αλίευσης που δεν είναι εξοπλισμένα με σύστημα συνεχούς παρακολούθησης όπως προβλέπεται στο άρθρο 39α, τα κράτη μέλη, μετά από ανάλυση κινδύνου, επαληθεύουν τα δεδομένα, σύμφωνα με σχέδιο δειγματοληψίας το οποίο βασίζεται στη μεθοδολογία που εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, ως προς την ακρίβεια της ισχύος κινητήρα χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου σκάφους. Ειδικότερα, επαληθεύουν τα στοιχεία που περιέχονται:

    α)

    στα δεδομένα στίγματος σκάφους·

    β)

    στα δεδομένα του ημερολογίου αλιείας·

    γ)

    στο πιστοποιητικό EIAPP (Διεθνές πιστοποιητικό πρόληψης της ρύπανσης της ατμόσφαιρας από κινητήρα), το οποίο έχει εκδοθεί για τον κινητήρα σύμφωνα με το παράρτημα VI της σύμβασης MARPOL 73/78·

    δ)

    στα πιστοποιητικά κλάσης που εκδίδονται από αναγνωρισμένο οργανισμό επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων κατά την έννοια της οδηγίας 2009/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*9)·

    ε)

    στο πιστοποιητικό δοκιμής στη θάλασσα·

    στ)

    στο μητρώο αλιευτικού στόλου της Ένωσης· και

    ζ)

    σε οποιαδήποτε άλλα έγγραφα τα οποία περιέχουν συναφή στοιχεία σχετικά με την ισχύ κινητήρα ή οποιαδήποτε άλλα συναφή τεχνικά χαρακτηριστικά.

    2.   Όταν, μετά την ανάλυση των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υπάρχουν ενδείξεις ότι η ισχύς κινητήρα ενός σκάφους αλίευσης υπερβαίνει την ισχύ που αναφέρεται στην αλιευτική άδεια ή στο ενωσιακό ή εθνικό μητρώο αλιευτικού στόλου, τα κράτη μέλη προβαίνουν σε φυσική επαλήθευση της ισχύος του κινητήρα ή εξασφαλίζουν ότι το συγκεκριμένο σκάφος αλίευσης είναι εξοπλισμένο με σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 39α παράγραφος 1.

    3.   Για την επαλήθευση της ισχύος κινητήρα ενός σκάφους αλίευσης, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις απαιτήσεις που υιοθέτησε ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης στο διεθνές πρότυπό του ISO 15016:2015 ή ισοδύναμες ευρωπαϊκές ή εθνικές αναγνωρισμένες μεθόδους.

    4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για την τροποποίηση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου προκειμένου να προσαρμόζεται στην τεχνολογική πρόοδο η αναφορά στο σχετικό διεθνές πρότυπο ISO.

    5.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την επαλήθευση της ισχύος του κινητήρα, συμπεριλαμβανομένης της μεθοδολογίας για την κατάρτιση του σχεδίου δειγματοληψίας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    (*9)  Οδηγία 2009/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23 Απριλίου 2009, σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου πλοίων και για τις συναφείς δραστηριότητες των ναυτικών αρχών (ΕΕ L 131 της 28.5.2009, σ. 47).»."

    42)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 41α

    Επαλήθευση χωρητικότητας

    1.   Όταν υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η χωρητικότητα ενός σκάφους αλίευσης διαφέρει από τη χωρητικότητα που αναφέρεται στην αλιευτική άδεια, το κράτος μέλος σημαίας προβαίνει σε επαλήθευση της χωρητικότητας. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη, ιδίως, τις αλλαγές στον εσώκλειστο όγκο ή στις διαστάσεις του σκάφους.

    2.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την επαλήθευση χωρητικότητας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    43)

    Το άρθρο 42 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, οι λέξεις «σε σημεία πλησίον της ακτής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σε καθορισμένο τόπο εκφόρτωσης»·

    β)

    στην παράγραφο 2, οι λέξεις «σε σημεία πλησίον της ακτής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σε καθορισμένους τόπους εκφόρτωσης» και οι λέξεις «άρθρα 60 και 61» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 60».

    44)

    Το άρθρο 43 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Σε ένα πολυετές σχέδιο μπορεί να καθορίζεται όριο, το οποίο θα εφαρμόζεται στο βάρος ζωντανών αλιευμάτων για τα είδη που υπάγονται στο εν λόγω σχέδιο, άνω του οποίου ένα ενωσιακό αλιευτικό σκάφος υποχρεούται να εκφορτώνει τα αλιεύματα σε καθορισμένο λιμένα ή σε καθορισμένο τόπο εκφόρτωσης.

    2.   Όταν διατηρούνται επί του σκάφους ποσότητες που υπερβαίνουν το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο πλοίαρχος του ενωσιακού αλιευτικού σκάφους μεριμνά ώστε η εκφόρτωση των αλιευμάτων να πραγματοποιείται σε καθορισμένο λιμένα ή σε καθορισμένο τόπο εκφόρτωσης εντός της Ένωσης.»

    ·

    β)

    στις παραγράφους 4, 5 και 6 οι λέξεις «σημεία πλησίον της ακτής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τόπους εκφόρτωσης»·

    γ)

    η παράγραφος 7 διαγράφεται.

    45)

    Το άρθρο 44 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 44

    Χωριστή στοιβασία των βενθοπελαγικών αλιευμάτων που υπάγονται σε πολυετή σχέδια

    1.   Τα αλιεύματα βενθοπελαγικών αποθεμάτων που υπάγονται σε πολυετές σχέδιο και τα οποία διατηρούνται σε ενωσιακό αλιευτικό σκάφος συνολικού μήκους 12 μέτρων και άνω και τα οποία δεν είναι κάτω του ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης, τοποθετούνται σε δοχεία, διαμερίσματα ή περιέκτες, κάθε απόθεμα χωριστά και κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διακρίνεται από άλλα δοχεία, διαμερίσματα ή περιέκτες.

    2.   Οι πλοίαρχοι ενωσιακών αλιευτικών σκαφών διατηρούν τα αλιεύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σύμφωνα με σχέδιο στοιβασίας, στο οποίο αναγράφεται η θέση των διαφόρων ειδών στα αμπάρια.

    3.   Απαγορεύεται η διατήρηση επί ενωσιακού αλιευτικού σκάφους, εντός οποιουδήποτε δοχείου, διαμερίσματος ή περιέκτη, οποιασδήποτε ποσότητας αλιευμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αναμεμειγμένων με οποιοδήποτε άλλο αλιευτικό προϊόν.

    4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με την απαλλαγή ορισμένων βενθοπελαγικών αποθεμάτων από την υποχρέωση που καθορίζεται στο παρόν άρθρο.».

    46)

    Τα άρθρα 45 και 46 διαγράφονται.

    47)

    Το άρθρο 48 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Ένα ενωσιακό σκάφος αλίευσης διαθέτει επί του σκάφους εξοπλισμό για την ανάκτηση των απολεσθέντων εργαλείων του, συμπεριλαμβανομένων των αλιευτικών εργαλείων, των διατάξεων συγκέντρωσης ιχθύων και των σημαντήρων.»

    ·

    β)

    στην παράγραφο 2, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφος αλίευσης»·

    γ)

    η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Εάν τα απολεσθέντα εργαλεία δεν μπορούν να ανακτηθούν, ο πλοίαρχος του σκάφους αλίευσης περιλαμβάνει τα στοιχεία για τα απολεσθέντα εργαλεία στο ημερολόγιο αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 7. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας διαβιβάζει αμελλητί αυτά τα στοιχεία στην αρμόδια αρχή του παράκτιου κράτους μέλους.»

    ·

    δ)

    στην παράγραφο 4, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφος αλίευσης»·

    ε)

    η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «5.   Τα κράτη μέλη συλλέγουν και καταγράφουν στοιχεία σχετικά με τα απολεσθέντα εργαλεία και παρέχουν τα εν λόγω στοιχεία στην Επιτροπή ή στην EFCA κατόπιν αιτήματος.

    6.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, η Επιτροπή δημοσιοποιεί στον ιστότοπό της συλλογή των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 5, για το προηγούμενο έτος. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την EFCA να συνδράμει στη συγκέντρωση των εν λόγω στοιχείων.»

    .

    48)

    Το άρθρο 49 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, οι λέξεις «αλιευτικό σκάφος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σκάφος αλίευσης»·

    β)

    η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 44, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την τήρηση επί του σκάφους σχεδίου στοιβασίας, ανά είδος, για τα μεταποιημένα προϊόντα, αναγράφοντας πού βρίσκονται στα αμπάρια. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.»

    .

    49)

    Το άρθρο 50 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 50

    Έλεγχος των περιοχών περιορισμένης αλιείας

    1.   Οι αλιευτικές δραστηριότητες σε περιοχές περιορισμένης αλιείας που βρίσκονται εντός των ενωσιακών υδάτων ελέγχονται από το παράκτιο κράτος μέλος. Το παράκτιο κράτος μέλος διαθέτει σύστημα για τον εντοπισμό και την καταγραφή της εισόδου, του διάπλου και της εξόδου των αλιευτικών σκαφών από περιοχές περιορισμένης αλιείας υπό την κυριαρχία ή τη δικαιοδοσία του.

    2.   Οι αλιευτικές δραστηριότητες ενωσιακών αλιευτικών σκαφών σε περιοχές περιορισμένης αλιείας που βρίσκονται σε ύδατα τρίτων χωρών ή σε ανοικτή θάλασσα ελέγχονται από τα κράτη μέλη σημαίας.

    3.   Για τα ενωσιακά σκάφη αλίευσης και τα σκάφη αλίευσης τρίτων χωρών που δεν έχουν άδεια να αλιεύουν σε περιοχές περιορισμένης αλιείας επιτρέπεται μόνο ο διάπλους αυτών των περιοχών υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    όλα τα αλιευτικά εργαλεία επί του σκάφους προσδένονται και στοιβάζονται κατά τη διάρκεια του διάπλου·

    β)

    ο διάπλους είναι συνεχής και ταχύς και η ταχύτητα κατά τον διάπλου είναι τουλάχιστον έξι κόμβοι, εκτός των περιπτώσεων ανωτέρας βίας. Στις περιπτώσεις αυτές, ο πλοίαρχος ενωσιακού σκάφους αλίευσης ενημερώνει αμέσως το κέντρο παρακολούθησης αλιείας του οικείου κράτους μέλους σημαίας, το οποίο ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του παράκτιου κράτους μέλους, και ο πλοίαρχος σκάφους αλίευσης τρίτης χώρας ενημερώνει αμέσως τις αρμόδιες αρχές του παράκτιου κράτους μέλους· και

    γ)

    λειτουργεί η συσκευή εντοπισμού που αναφέρεται στο άρθρο 9.

    4.   Η παράγραφος 3 εφαρμόζεται μόνον εφόσον ισχύει ο σχετικός περιορισμός ή η απαγόρευση όλων ή ορισμένων αλιευτικών δραστηριοτήτων σε περιοχές περιορισμένης αλιείας.».

    50)

    Μετά το άρθρο 54γ παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο:

    « Κεφάλαιο IVα

    Έλεγχος της αλιείας χωρίς σκάφος

    Άρθρο 54δ

    Αλιεία χωρίς σκάφος

    1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η αλιεία χωρίς σκάφος στην επικράτειά τους και στα ενωσιακά ύδατα διεξάγεται σύμφωνα με τους στόχους και τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    2.   Για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη:

    α)

    δημιουργούν σύστημα αδειοδότησης ή άλλο εναλλακτικό σύστημα καταχώρισης για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που ασκούν τέτοιες δραστηριότητες· και

    β)

    διασφαλίζουν ότι οι ποσότητες των ειδών, των αποθεμάτων ή της ομάδας αποθεμάτων που αλιεύονται καταγράφονται και ότι τα εν λόγω αρχεία υποβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές.

    3.   Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που διεξάγουν αλιευτικές δραστηριότητες χωρίς σκάφος ή ο εκπρόσωπός τους καταγράφουν τα αλιεύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) και τα αρχεία αυτά περιέχουν ιδίως τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης ημέρας αλίευσης·

    β)

    το μοναδικό αναγνωριστικό στο σύστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α)·

    γ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους και την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    δ)

    την ημερομηνία των αλιευμάτων·

    ε)

    την κατηγορία των αλιευτικών εργαλείων, κατά περίπτωση·

    στ)

    τις ποσότητες κάθε είδους σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων, συμπεριλαμβανομένων των ποσοτήτων ή των ατόμων κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης, σε χωριστή εγγραφή·

    ζ)

    κατά περίπτωση, κατ’ εκτίμηση ποσότητες κάθε είδους που απορρίπτονται σε χιλιόγραμμα βάρους ζωντανών αλιευμάτων ή, κατά περίπτωση, σε αριθμό ατόμων.

    4.   Τα αρχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) υποβάλλονται στις αρμόδιες αρχές με ηλεκτρονικά μέσα τουλάχιστον μία φορά εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από την έναρξη της αλιευτικής δραστηριότητας.

    5.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη ζύγιση των αλιευμάτων καθώς και σχετικά με τον μορφότυπο και την υποβολή της δήλωσης αλιευμάτων που αναφέρεται στην παράγραφο 3, λαμβάνοντας υπόψη, εάν χρειαστεί, τις ιδιαιτερότητες των εν λόγω τύπων αλιείας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    51)

    Το άρθρο 55 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 55

    Ερασιτεχνική αλιεία

    1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η ερασιτεχνική αλιεία στην επικράτειά τους και στα ενωσιακά ύδατα διεξάγεται κατά τρόπο συμβατό με τους στόχους και τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    Για τον σκοπό αυτό, τα παράκτια κράτη μέλη διαθέτουν ηλεκτρονικό σύστημα για την καταγραφή και την αναφορά αλιευμάτων από ερασιτεχνική αλιεία.

    Τα παράκτια κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικό σύστημα που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, το οποίο έχει αναπτυχθεί σε εθνικό ή ενωσιακό επίπεδο. Εάν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη το ζητήσουν μέχρι τη 10η Μαΐου 2024, η Επιτροπή αναπτύσσει τέτοιο σύστημα. Το αιτούν κράτος μέλος εφαρμόζει το σύστημα που αναπτύχθηκε από την Επιτροπή.

    2.   Με εξαίρεση τα δεδομένα για την ερασιτεχνική αλιεία που καταγράφονται και υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 και με την επιφύλαξη της συλλογής δεδομένων για την ερασιτεχνική αλιεία δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1004, τα παράκτια κράτη μέλη συλλέγουν δεδομένα σχετικά με τα αλιεύματα από φυσικά πρόσωπα που ασκούν ερασιτεχνική αλιεία για είδη, αποθέματα ή ομάδες αποθεμάτων για τα οποία καθορίζονται αλιευτικές δυνατότητες από την Ένωση, τα οποία καλύπτονται από πολυετές σχέδιο ή υπόκεινται σε υποχρέωση εκφόρτωσης. Τα εν λόγω δεδομένα συλλέγονται μέσω μηχανισμών συλλογής δεδομένων που βασίζονται σε μεθοδολογία η οποία καθορίζεται από κάθε παράκτιο κράτος μέλος και κοινοποιείται στην Επιτροπή. Τα παράκτια κράτη μέλη αποστέλλουν τα εν λόγω δεδομένα στην Επιτροπή τουλάχιστον άπαξ ετησίως με αναφορά στο προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

    3.   Τα παράκτια κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα φυσικά πρόσωπα που ασχολούνται με την ερασιτεχνική αλιεία είναι καταχωρισμένα και ότι καταγράφουν και αναφέρουν τα αλιεύματά τους μέσω ηλεκτρονικού συστήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ως εξής:

    α)

    για είδη, αποθέματα ή ομάδες αποθεμάτων που υπόκεινται σε μέτρα διατήρησης της Ένωσης τα οποία εφαρμόζονται ειδικά στην ερασιτεχνική αλιεία, όπως ποσοστώσεις, όρια αλιευμάτων και όρια κάρπωσης, σε καθημερινή βάση· και

    β)

    για είδη, αποθέματα ή ομάδες αποθεμάτων για τα οποία καθορίζονται αλιευτικές δυνατότητες από την Ένωση ή τα οποία καλύπτονται από πολυετές σχέδιο ή υπόκεινται σε υποχρέωση εκφόρτωσης, και για τα οποία οι επιστημονικές γνωμοδοτήσεις της Επιστημονικής, Τεχνικής και Οικονομικής Επιτροπής Αλιείας (ΕΤΟΕΑ), του ICES ή ισότιμου επιστημονικού φορέα διαπιστώνουν ότι η ερασιτεχνική αλιεία έχει σημαντικό αντίκτυπο στη θνησιμότητα λόγω αλιείας, από την 1η Ιανουαρίου 2030.

    Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να εγκρίνει τον κατάλογο των ειδών, αποθεμάτων ή ομάδων αποθεμάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρώτο εδάφιο στοιχείο β) και να καθορίζει τη συχνότητα καταγραφής και αναφοράς των εν λόγω αλιευμάτων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.

    4.   Η καταγραφή και η αναφορά αλιευμάτων της ερασιτεχνικής αλιείας από φυσικά πρόσωπα μπορεί να πραγματοποιείται από νομικό πρόσωπο για λογαριασμό τους.

    5.   Η εμπορία ή η πώληση των αλιευμάτων από την ερασιτεχνική αλιεία απαγορεύεται.

    6.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:

    α)

    την υποβολή στην Επιτροπή των δεδομένων αλιευμάτων που συλλέγονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3·

    β)

    τη σήμανση των εργαλείων που χρησιμοποιούνται για την ερασιτεχνική αλιεία, εκτός από τα εργαλεία χειρός, με απλό και αναλογικό τρόπο.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.

    7.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε κάθε δραστηριότητα ερασιτεχνικής αλιείας, συμπεριλαμβανομένων των αλιευτικών δραστηριοτήτων που διοργανώνονται από εμπορικές οντότητες οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα του τουρισμού και στον τομέα των αθλητικών εκδηλώσεων.».

    52)

    Η επικεφαλίδα του τίτλου V αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

    « ΤΙΤΛΟΣ V

    ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΛΥΣΙΔΑ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΥ ».

    53)

    Στον τίτλο V, το κεφάλαιο I αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    « Κεφάλαιο I

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 56

    Αρχές που διέπουν τον έλεγχο της εμπορίας

    1.   Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για τον έλεγχο της εφαρμογής των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής στην επικράτειά του, σε όλα τα στάδια της εμπορίας προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, από τη διάθεσή τους στην αγορά έως τη λιανική πώληση, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν, ιδίως, μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι η χρήση αλιευτικών προϊόντων κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης που υπόκεινται στην υποχρέωση εκφόρτωσης του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, περιορίζεται σε σκοπούς εκτός της άμεσης ανθρώπινης κατανάλωσης, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε άλλους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    2.   Όταν έχει καθοριστεί ελάχιστο μέγεθος για ένα συγκεκριμένο είδος στην ενωσιακή νομοθεσία, οι επιχειρηματίες που είναι υπεύθυνοι για την αγορά, την πώληση, την αποθήκευση ή τη μεταφορά, πρέπει να μπορούν να αποδεικνύουν την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή προέλευσης των προϊόντων.

    Άρθρο 56α

    Σύσταση παρτίδων ορισμένων προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας

    1.   Τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας από την αλίευση ή τη συγκομιδή τους κατανέμονται σε παρτίδες πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά.

    2.   Μια παρτίδα προϊόντων αλιείας ή μια παρτίδα προϊόντων υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτει στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου (*10) (“Συνδυασμένη Ονοματολογία”) περιέχει μόνο:

    α)

    προϊόντα αλιείας ενός είδους, τα οποία έχουν την ίδια παρουσίαση προϊόντος και προέρχονται από την ίδια αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή καθώς και από το ίδιο αλιευτικό σκάφος ή ομάδα αλιευτικών σκαφών· ή

    β)

    προϊόντα υδατοκαλλιέργειας ενός είδους, τα οποία έχουν την ίδια παρουσίαση προϊόντος και προέρχονται από την ίδια μονάδα παραγωγής υδατοκαλλιέργειας.

    3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, πριν από τη διάθεση στην αγορά, οι ποσότητες αλιευτικών προϊόντων που εμπίπτουν στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, συνολικού βάρους κάτω των 30 χιλιόγραμμων διαφόρων ειδών, οι οποίες προέρχονται από την ίδια σχετική γεωγραφική περιοχή και έχουν την ίδια παρουσίαση προϊόντος, ανά σκάφος αλίευσης και ανά ημέρα, μπορούν να κατανέμονται στην ίδια παρτίδα.

    4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, πριν από τη διάθεση στην αγορά, οι ποσότητες αλιευτικών προϊόντων που εμπίπτουν στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας διαφόρων ειδών, τα οποία αποτελούνται από άτομα κάτω του ισχύοντος ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης και προέρχονται από την ίδια σχετική γεωγραφική περιοχή και το ίδιο σκάφος αλίευσης ή ομάδα σκαφών αλίευσης, μπορούν να κατανέμονται σε παρτίδες για σκοπούς άλλους από την άμεση κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    5.   Μετά τη διάθεση στην αγορά, μια παρτίδα προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτει στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας μπορεί να συγχωνεύεται με άλλη παρτίδα ή να διασπάται, μόνον εάν η παρτίδα που δημιουργείται με τη συγχώνευση ή οι παρτίδες που δημιουργούνται με τη διάσπαση πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    τα στοιχεία ιχνηλασιμότητας που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφος 5 παρέχονται για τη (τις) νέα(-ες) παρτίδα(-ες) που δημιουργήθηκε(-αν)·

    β)

    ο επιχειρηματίας που είναι υπεύθυνος για τη διάθεση της (των) νέας(-ων) παρτίδας(-ων) που δημιουργήθηκε(-καν) στην αγορά διατηρεί και είναι σε θέση να παράσχει τα στοιχεία σχετικά με τη σύνθεση της (των) νέας (-ων) παρτίδας(-ων) που δημιουργήθηκε(-καν), ιδίως τα στοιχεία που αφορούν καθεμία από τις παρτίδες προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που περιέχουν και τις ποσότητες προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που προέρχονται από καθεμία από τις παρτίδες που αποτελούν τη (τις) νέα(-ες) παρτίδα(-ες).

    6.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στα διακοσμητικά ψάρια, τα διακοσμητικά καρκινοειδή, τα διακοσμητικά μαλάκια ή τα διακοσμητικά φύκια.

    Άρθρο 57

    Κοινές προδιαγραφές εμπορίας

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα στα οποία εφαρμόζονται κοινές προδιαγραφές εμπορίας διατίθενται στην αγορά σύμφωνα με τις εν λόγω προδιαγραφές. Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν τη διενέργεια ελέγχων για την εξακρίβωση της εν λόγω συμμόρφωσης.

    Οι έλεγχοι αυτοί μπορούν να διενεργούνται σε όλα τα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς και της τροφοδοσίας.

    2.   Οι επιχειρηματίες που είναι υπεύθυνοι για την αγορά, την πώληση, την αποθήκευση ή τη μεταφορά παρτίδων προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύουν σε όλα τα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού ότι τα προϊόντα τηρούν, κατά περίπτωση, τις κοινές προδιαγραφές εμπορίας.

    Άρθρο 58

    Ιχνηλασιμότητα

    1.   Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων ιχνηλασιμότητας που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*11), τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας κατανέμονται σε παρτίδες από τους επιχειρηματίες και μπορούν να ιχνηλατούνται σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής, από την αλίευση ή τη συγκομιδή έως τη λιανική πώληση.

    2.   Οι παρτίδες προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που διατίθενται στην αγορά ή υπάρχει περίπτωση να διατεθούν στην αγορά φέρουν την κατάλληλη σήμανση για να εξασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα κάθε παρτίδας.

    3.   Τα κράτη μέλη ελέγχουν εάν οι επιχειρηματίες διαθέτουν συστήματα και διαδικασίες για την ταυτοποίηση κάθε επιχειρηματία από τον οποίο έχουν προμηθευτεί παρτίδες προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας και στον οποίο έχουν προμηθεύσει τα εν λόγω προϊόντα. Τα εν λόγω στοιχεία διατίθενται στις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος.

    4.   Οι παρτίδες προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στο κεφάλαιο 3, στις κλάσεις 1604 και 1605 του κεφαλαίου 16 και στη διάκριση 1212 21 του κεφαλαίου 12 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας συνοδεύονται από ένα ελάχιστο σύνολο στοιχείων σύμφωνα με τις παραγράφους 5, 10 και 11 του παρόντος άρθρου αντίστοιχα.

    5.   Για τις παρτίδες προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, διατίθενται τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    ο αριθμός ταυτοποίησης της παρτίδας·

    β)

    στην περίπτωση προϊόντων που δεν εισάγονται στην Ένωση:

    i)

    για όλα τα αλιευτικά προϊόντα που περιλαμβάνονται στην παρτίδα, ο (οι) μοναδικός(-οί) αριθμός(-οί) ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδιού ή ο (οι) μοναδικός(-οί) αριθμός(-οί) ταυτοποίησης της ημέρας αλίευσης, ή

    ii)

    για όλα τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας που περιλαμβάνονται στην παρτίδα, η ονομασία και ο αριθμός καταχώρισης του παραγωγού ή της μονάδας παραγωγής υδατοκαλλιέργειας·

    γ)

    στην περίπτωση εισαγόμενων προϊόντων:

    i)

    για όλα τα αλιευτικά προϊόντα που περιλαμβάνονται στην παρτίδα, ο αριθμός ΔΝΟ ή, εάν δεν εφαρμόζεται, άλλο μοναδικό αναγνωριστικό σκάφους του σκάφους ή των σκαφών αλίευσης, κατά περίπτωση, και ο (οι) αριθμός(-οί) του (των) πιστοποιητικού(-ών) αλιευμάτων που υποβλήθηκαν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008, κατά περίπτωση, ή

    ii)

    για όλα τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας που περιλαμβάνονται στην παρτίδα, η ονομασία και, εάν υπάρχει, ο αριθμός καταχώρισης της μονάδας παραγωγής υδατοκαλλιέργειας·

    δ)

    ο τριψήφιος αλφαβητικός κωδικός FAO του είδους και η επιστημονική ονομασία του·

    ε)

    η (οι) σχετική(-ές) γεωγραφική(-ές) περιοχή(-ές) για τα αλιευτικά προϊόντα που αλιεύονται στη θάλασσα, ή η περιοχή αλίευσης ή παραγωγής για τα αλιευτικά προϊόντα που αλιεύονται σε γλυκά ύδατα και τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1379/2013·

    στ)

    όσον αφορά τα αλιευτικά προϊόντα, η κατηγορία των αλιευτικών εργαλείων, όπως καθορίζεται στην πρώτη στήλη του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1379/2013·

    ζ)

    η (οι) ημερομηνία(-ες) αλίευσης για αλιευτικά προϊόντα ή η (οι) ημερομηνία(-ες) συγκομιδής για προϊόντα υδατοκαλλιέργειας·

    η)

    οι ποσότητες εκφραζόμενες σε χιλιόγραμμα καθαρού βάρους ή, κατά περίπτωση, ο αριθμός ατόμων·

    θ)

    όταν στην παρτίδα υπάρχουν αλιευτικά προϊόντα κάτω του ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης, χωριστά στοιχεία σχετικά με τις ποσότητες σε χιλιόγραμμα καθαρού βάρους ή ο αριθμός των ατόμων κάτω του ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης·

    ι)

    για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που υπόκεινται σε κοινές προδιαγραφές εμπορίας, τα στοιχεία που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με τις εν λόγω προδιαγραφές.

    6.   Οι επιχειρηματίες σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής, από την αλίευση ή τη συγκομιδή έως το στάδιο της λιανικής πώλησης, διασφαλίζουν ότι, για κάθε παρτίδα προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτει στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 5:

    α)

    διατηρούνται σε αρχείο· και

    β)

    διατίθενται ψηφιακά στον επιχειρηματία που προμηθεύεται το προϊόν αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας και, κατόπιν αιτήματος, στις αρμόδιες αρχές.

    7.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους άλλου από αυτό στο οποίο τα αλιευτικά προϊόντα ή τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας κατανεμήθηκαν σε παρτίδες ή εισήχθησαν, έχουν πρόσβαση στα στοιχεία της παραγράφου 5, ιδίως όταν τα στοιχεία παρέχονται με τη μορφή ενός μέσου ταυτοποίησης όπως κώδικας, ραβδοκώδικας (barcode), ηλεκτρονική μικροπλακέτα ή παρόμοια διάταξη ή σύστημα σήμανσης.

    8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν από τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου τις μικρές ποσότητες προϊόντων αλιείας που πωλούνται απευθείας από σκάφη αλίευσης σε καταναλωτές, από επιχειρηματίες που αλιεύουνχωρίς σκάφος ή από επιχειρηματίες αλιείας γλυκών υδάτων, υπό την προϋπόθεση ότι τα προϊόντα χρησιμοποιούνται μόνο για ιδιωτική κατανάλωση και ότι οι ποσότητες αυτές δεν υπερβαίνουν τα 10 χιλιόγραμμα αλιευτικών προϊόντων ανά καταναλωτή και ανά ημέρα. Για τον σολομό (Salmo salar) που αλιεύεται στη Βαλτική Θάλασσα, το όριο είναι δύο άτομα ανά καταναλωτή και ανά ημέρα.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν από τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου μικρές ποσότητες προϊόντων υδατοκαλλιέργειας που πωλούνται απευθείας στους καταναλωτές από μονάδα παραγωγής υδατοκαλλιέργειας, υπό την προϋπόθεση ότι τα προϊόντα χρησιμοποιούνται μόνο για ιδιωτική κατανάλωση και ότι οι ποσότητες αυτές δεν υπερβαίνουν τα 10 χιλιόγραμμα προϊόντων υδατοκαλλιέργειας ανά καταναλωτή και ανά ημέρα.

    9.   Η Επιτροπή διεξάγει μελέτη σχετικά με τα εφικτά συστήματα και διαδικασίες ιχνηλασιμότητας, συμπεριλαμβανομένων των ελάχιστων στοιχείων ιχνηλασιμότητας, για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στις κλάσεις 1604 και 1605 του κεφαλαίου 16 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, με σκοπό τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων για τα εν λόγω προϊόντα. Η μελέτη περιλαμβάνει ανάλυση των διαθέσιμων ψηφιακών λύσεων ή μεθόδων που πληρούν τις απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τον αντίκτυπο στους μικρούς επιχειρηματίες.

    10.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού σχετικά με τις απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας για παρτίδες προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στις κλάσεις 1604 και 1605 του κεφαλαίου 16 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ψηφιακών συστημάτων, με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης που διεξάγεται σύμφωνα με την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω απαιτήσεις εφαρμόζονται από τη 10η Ιανουαρίου 2029.

    11.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού σχετικά με τις απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας για τις παρτίδες και τη σύνθεση παρτίδων προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στη διάκριση 1212 21 του κεφαλαίου 12 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ψηφιακών συστημάτων. Οι εν λόγω απαιτήσεις εφαρμόζονται από τη 10η Ιανουαρίου 2029.

    12.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με:

    α)

    ελάχιστες τεχνικές απαιτήσεις για την καταγραφή και τη διαβίβαση των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 5, σύμφωνα με την παράγραφο 6·

    β)

    μεθόδους σήμανσης παρτίδων και την επικόλληση ετικετών με αναγραφόμενα τα στοιχεία ιχνηλασιμότητας σε παρτίδες προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας·

    γ)

    περαιτέρω συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με την πρόσβαση στα στοιχεία που συνοδεύουν μια παρτίδα·

    δ)

    τις απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας για παρτίδες προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας που περιέχουν διάφορα είδη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 56α παράγραφοι 3 και 4, και για παρτίδες προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στο κεφάλαιο 3 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας που προκύπτουν από τη συγχώνευση ή τον διαχωρισμό διαφορετικών παρτίδων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 56α παράγραφος 5·

    ε)

    τα στοιχεία σχετικά με την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή.

    13.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στα διακοσμητικά ψάρια, τα διακοσμητικά καρκινοειδή, τα διακοσμητικά μαλάκια ή τα διακοσμητικά φύκια.

    (*10)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1)."

    (*11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).»."

    54)

    Στο άρθρο 59, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.   Ο αγοραστής των αλιευτικών προϊόντων σε πρώτη πώληση οφείλει να είναι εγκεκριμένος από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου πραγματοποιείται η πρώτη πώληση. Για τους σκοπούς της καταγραφής, κάθε αγοραστής ταυτοποιείται με τον αριθμό του ΦΠΑ, τον αριθμό του φορολογικού του μητρώου ή άλλο μοναδικό αναγνωριστικό που περιέχεται στις εθνικές βάσεις δεδομένων.

    3.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στους καταναλωτές που αγοράζουν αλιευτικά προϊόντα τα οποία στη συνέχεια δεν διατίθενται στην αγορά αλλά χρησιμοποιούνται μόνο για ιδιωτική κατανάλωση, υπό την προϋπόθεση ότι οι ποσότητες αυτές δεν υπερβαίνουν τα 10 χιλιόγραμμα αλιευτικών προϊόντων ανά καταναλωτή και ανά ημέρα. Για τον σολομό (Salmo salar) που αλιεύεται στη Βαλτική Θάλασσα, το όριο αυτό είναι δύο άτομα ανά καταναλωτή και ανά ημέρα.»

    .

    55)

    Το άρθρο 60 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 60

    Ζύγιση αλιευτικών προϊόντων

    1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι ποσότητες αλιευτικών προϊόντων ζυγίζονται ανά είδος αμέσως μετά την εκφόρτωση σε κράτος μέλος, από τους επιχειρηματίες που αναφέρονται στην παράγραφο 5 και με συστήματα ζύγισης εγκεκριμένα από τις αρμόδιες αρχές, πριν τα εν λόγω προϊόντα αποθηκευθούν, μεταφερθούν ή διατεθούν στην αγορά.

    Οι πλοίαρχοι αλιευτικών σκαφών τρίτων χωρών που εκφορτώνουν αλιευτικά προϊόντα στην Ένωση συμμορφώνονται με τους κανόνες που διέπουν τη ζύγιση και εφαρμόζονται στους πλοιάρχους των αλιευτικών σκαφών της Ένωσης.

    2.   Στην περίπτωση εκφορτώσεων εκτός της Ένωσης και με την επιφύλαξη των εφαρμοστέων ειδικών διατάξεων που προβλέπονται, ιδίως, σε συμφωνίες σύμπραξης βιώσιμης αλιείας ή στη νομοθεσία των ενδιαφερόμενων τρίτων χωρών, οι πλοίαρχοι ενωσιακών αλιευτικών σκαφών ή οι εκπρόσωποί τους εξασφαλίζουν ότι όλες οι ποσότητες αλιευτικών προϊόντων ζυγίζονται, όταν είναι δυνατό, αμέσως μετά την εκφόρτωση και πριν από τη διατήρηση των εν λόγω προϊόντων σε αποθήκευση, τη μεταφορά ή τη διάθεση στην αγορά.

    3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 και με την επιφύλαξη της έγκρισης από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων, τα κράτη μέλη στα οποία εκφορτώνονται τα αλιευτικά προϊόντα μπορούν να επιτρέπουν τη ζύγιση των εν λόγω προϊόντων σε συστήματα ζύγισης εγκεκριμένα από τις αρμόδιες αρχές:

    α)

    κατά την εκφόρτωση σύμφωνα με σχέδιο δειγματοληψίας εγκριθέν σύμφωνα με την παράγραφο 10, ανεξαρτήτως του εάν τα αλιευτικά προϊόντα έχουν υποστεί ή όχι διαλογή·

    β)

    επί του σκάφους, στην περίπτωση αλιευτικών προϊόντων που έχουν υποστεί διαλογή, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω προϊόντα ζυγίζονται κατά την εκφόρτωση σύμφωνα με σχέδιο δειγματοληψίας εγκριθέν σύμφωνα με την παράγραφο 10. Το κράτος μέλος σημαίας είναι υπεύθυνο για τη χορήγηση της παρέκκλισης στα σκάφη αλίευσης που φέρουν τη σημαία του και για τη διασφάλιση της έγκρισης των συστημάτων ζύγισης επί του σκάφους·

    γ)

    μετά τη μεταφορά σε προορισμό στην επικράτεια του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η εκφόρτωση, σύμφωνα με σχέδιο ελέγχου εγκριθέν σύμφωνα με την παράγραφο 10, ανεξαρτήτως του εάν τα αλιευτικά προϊόντα έχουν υποστεί ή όχι διαλογή·

    δ)

    μετά τη μεταφορά από το κράτος μέλος στο οποίο εκφορτώθηκαν τα αλιευτικά προϊόντα σε προορισμό στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, σύμφωνα με κοινό πρόγραμμα ελέγχου που εγκρίθηκε δυνάμει της παραγράφου 10 και κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, ανεξαρτήτως του εάν τα αλιευτικά προϊόντα έχουν υποστεί ή όχι διαλογή.

    4.   Οι πλοίαρχοι εξασφαλίζουν ότι όλες οι ποσότητες των αλιευτικών προϊόντων που εκφορτώνονται ζυγίζονται από επιχειρηματία που αναφέρεται στην παράγραφο 5.

    5.   Η ζύγιση διεξάγεται από επιχειρηματία, ο οποίος είναι εγκεκριμένος αγοραστής, εγκεκριμένη ιχθυόσκαλα, οργάνωση παραγωγών ή οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου του πλοιάρχου, που έχει λάβει άδεια από τις αρμόδιες αρχές για τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων ζύγισης. Ο επιχειρηματίας που διεξάγει τη ζύγιση είναι υπεύθυνος για την ακρίβεια της ζύγισης. Οι επιχειρηματίες που ζυγίζουν τα αλιευτικά προϊόντα συμπληρώνουν μητρώο ζύγισης για κάθε εκφόρτωση. Τηρούν τα μητρώα ζύγισης για περίοδο τριών ετών.

    6.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρηματίες που αναφέρονται στην παράγραφο 5 είναι κατάλληλα εξοπλισμένοι για τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων ζύγισης.

    7.   Τα μητρώα ζύγισης διαβιβάζονται αμέσως στον πλοίαρχο και, κατά περίπτωση, στον μεταφορέα. Χρησιμοποιούνται για τη συμπλήρωση της δήλωσης εκφόρτωσης και, κατά περίπτωση, του παραστατικού μεταφοράς.

    Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, στην περίπτωση αλιευτικών προϊόντων που ζυγίζονται από υπάλληλο σύμφωνα με την παράγραφο 9, το αποτέλεσμα της ζύγισης αυτής χρησιμοποιείται για τη συμπλήρωση της δήλωσης εκφόρτωσης και, κατά περίπτωση, του παραστατικού μεταφοράς.

    8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους επιχειρηματίες που αναφέρονται στην παράγραφο 5 να υποβάλλουν τα μητρώα ζύγισης σε τακτά χρονικά διαστήματα, ή κατόπιν αιτήματος, στις αρμόδιες αρχές τους.

    9.   Οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους μπορούν να απαιτούν οποιαδήποτε ποσότητα αλιευτικών προϊόντων που εκφορτώνονται στο εν λόγω κράτος μέλος να ζυγίζεται από υπαλλήλους τους ή με την παρουσία υπαλλήλων τους προτού μεταφερθεί από το σημείο εκφόρτωσης σε άλλο σημείο.

    10.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να εγκρίνει σχέδια δειγματοληψίας, σχέδια ελέγχου και κοινά προγράμματα ελέγχου που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α), β), γ) και δ) του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    56)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 60α

    Λεπτομερείς κανόνες ζύγισης

    1.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων να θεσπίζει κανόνες σχετικά με:

    α)

    τον καθορισμό των διαδικασιών ζύγισης·

    β)

    τα μητρώα ζύγισης, συμπεριλαμβανομένης της τήρησης των εν λόγω μητρώων·

    γ)

    τον χρόνο ζύγισης·

    δ)

    τα συστήματα ζύγισης, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων ζύγισης για σκοπούς ελέγχου·

    ε)

    τη ζύγιση κατεψυγμένων αλιευτικών προϊόντων·

    στ)

    την αφαίρεση πάγου και νερού·

    ζ)

    την πρόσβαση των αρμόδιων αρχών στα συστήματα ζύγισης και στα μητρώα ζύγισης.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τη θέσπιση ειδικών κανόνων για τη ζύγιση ορισμένων πελαγικών ειδών. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να αφορούν:

    α)

    τη ζύγιση αλιευμάτων ρέγγας, σκουμπριού, προσφυγακιού και σαυριδιού·

    β)

    τους λιμένες ζύγισης·

    γ)

    τα στοιχεία που πρέπει να αποστέλλονται στις αρμόδιες αρχές πριν από την είσοδο στον λιμένα·

    δ)

    την απόρριψη·

    ε)

    το ημερολόγιο αλιείας·

    στ)

    τις δημόσιες εγκαταστάσεις ζύγισης·

    ζ)

    τις ιδιωτικές εγκαταστάσεις ζύγισης·

    η)

    τη ζύγιση κατεψυγμένων ιχθύων·

    θ)

    την τήρηση μητρώων ζύγισης·

    ι)

    τα δελτία πώλησης και τις δηλώσεις ανάληψης·

    ια)

    τους διασταυρούμενους ελέγχους·

    ιβ)

    την παρακολούθηση της ζύγισης.».

    57)

    Το άρθρο 61 διαγράφεται.

    58)

    Το άρθρο 62 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 62

    Συμπλήρωση και υποβολή δελτίων πώλησης

    1.   Οι εγκεκριμένοι αγοραστές, οι εγκεκριμένες ιχθυόσκαλες ή οργανώσεις παραγωγών που έχουν λάβει άδεια από τα κράτη μέλη καταγράφουν με ηλεκτρονικά μέσα τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 64 παράγραφος 1 και υποβάλλουν με ηλεκτρονικά μέσα, εντός σαράντα οκτώ ωρών από την πρώτη πώληση, δελτίο πώλησης που περιέχει αυτά τα στοιχεία στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται η πρώτη πώληση. Την ευθύνη για την ακρίβεια του δελτίου πώλησης φέρουν οι εν λόγω αγοραστές, ιχθυόσκαλες ή οργανώσεις παραγωγών.

    2.   Όταν το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται η πρώτη πώληση δεν είναι το κράτος μέλος σημαίας του οικείου σκάφους αλίευσης, εξασφαλίζει ότι αντίγραφο του δελτίου πώλησης, μετά την παραλαβή του, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας.

    3.   Όταν η πρώτη πώληση αλιευτικών προϊόντων δεν πραγματοποιείται στο κράτος μέλος στο οποίο εκφορτώθηκαν τα προϊόντα, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται η πρώτη πώληση εξασφαλίζει ότι αντίγραφο του δελτίου πώλησης, μετά την παραλαβή του, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία εκφορτώθηκαν τα σχετικά προϊόντα.

    4.   Όταν η πρώτη πώληση πραγματοποιείται εκτός Ένωσης, ο πλοίαρχος του ενωσιακού σκάφους αλίευσης ή εκπρόσωπός του διαβιβάζουν με ηλεκτρονικά μέσα αντίγραφο του δελτίου πώλησης ή οποιουδήποτε άλλου ισοδύναμου εγγράφου που περιέχει πληροφόρηση αντίστοιχου επιπέδου στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας εντός σαράντα οκτώ ωρών από την πρώτη πώληση.

    5.   Όταν ένα δελτίο πώλησης δεν αντιστοιχεί στο τιμολόγιο ή σε έγγραφο που το αντικαθιστά, όπως προβλέπεται στα άρθρα 218 και 219 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου (*12), το οικείο κράτος μέλος θεσπίζει τις αναγκαίες διατάξεις προκειμένου να εξασφαλίσει ότι τα στοιχεία σχετικά με τις ποσότητες και την τιμή, χωρίς φόρους για παραδόσεις προϊόντων στον αγοραστή, ταυτίζονται με εκείνα που αναγράφονται στο τιμολόγιο.

    6.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:

    α)

    την καταχώριση των αγοραστών·

    β)

    τον μορφότυπο των δελτίων πώλησης·

    γ)

    την ηλεκτρονική καταγραφή και την ηλεκτρονική υποβολή των δελτίων πώλησης.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    (*12)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1.»."

    59)

    Το άρθρο 63 διαγράφεται.

    60)

    Τα άρθρα 64, 65 και 66 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 64

    Περιεχόμενο των δελτίων πώλησης

    1.   Τα δελτία πώλησης που αναφέρονται στο άρθρο 62 φέρουν έναν μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης και περιέχουν τα ακόλουθα δεδομένα:

    α)

    τον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου·

    β)

    τον αριθμό CFR ή, όταν αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλον αριθμό ταυτοποίησης σκάφους αλίευσης και το όνομα του σκάφους αλίευσης·

    γ)

    τον λιμένα εκφόρτωσης ή τον τόπο εκφόρτωσης και την ημερομηνία ολοκλήρωσης της εκφόρτωσης·

    δ)

    το όνομα του επιχειρηματία ή του πλοιάρχου του σκάφους αλίευσης και, εάν είναι διαφορετικό, το όνομα του πωλητή·

    ε)

    το όνομα του αγοραστή και τον αριθμό ΦΠΑ του αγοραστή, τον αριθμό φορολογικού μητρώου του αγοραστή ή άλλο μοναδικό αναγνωριστικό·

    στ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους και την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    ζ)

    τις ποσότητες κάθε είδους σε βάρος προϊόντος, αναλυτικά ανά τύπο παρουσίασης προϊόντος και κατάσταση μεταποίησης ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων·

    η)

    για όλα τα προϊόντα που υπάγονται σε κοινές προδιαγραφές εμπορίας, το ατομικό μέγεθος ή βάρος, την κατηγορία μεγέθους, την παρουσίαση προϊόντος και τη φρεσκάδα, κατά περίπτωση·

    θ)

    για αλιευτικά προϊόντα κάτω του ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης, τις ποσότητες, εκφραζόμενες σε χιλιόγραμμα καθαρού βάρους, ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων·

    ι)

    την επωνυμία ή έναν αριθμό ταυτοποίησης του επιχειρηματία που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 5·

    ια)

    τον τόπο και την ημερομηνία της πώλησης·

    ιβ)

    όταν είναι δυνατό, τον αριθμό αναφοράς και την ημερομηνία του τιμολογίου και ενδεχομένως, της σύμβασης πώλησης·

    ιγ)

    κατά περίπτωση, μνεία της δήλωσης ανάληψης που αναφέρεται στο άρθρο 66 ή του παραστατικού μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 68·

    ιδ)

    την τιμή, χωρίς φόρους, και το νόμισμα·

    ιε)

    εφόσον διατίθενται, την προβλεπόμενη χρήση των αλιευτικών προϊόντων, όπως για ανθρώπινη κατανάλωση ή για χρήση ως ζωικών υποπροϊόντων.

    2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, στην περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος, το παραστατικό μεταφοράς περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    το μοναδικό αναγνωριστικό στο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 54δ παράγραφος 2 στοιχείο α)·

    β)

    τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης ημέρας αλίευσης·

    γ)

    τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία ε), στ), ζ), η), θ), ια), ιβ), ιγ), ιδ) και ιε) του παρόντος άρθρου.

    Άρθρο 65

    Εξαιρέσεις από απαιτήσεις για δελτία πώλησης

    Τα άρθρα 62 και 64 δεν εφαρμόζονται σε καταναλωτές που αγοράζουν αλιευτικά προϊόντα που δεν υπερβαίνουν τα 10 χιλιόγραμμα ημερησίως, τα οποία στη συνέχεια δεν πωλούνται, αλλά χρησιμοποιούνται μόνο για ιδιωτική κατανάλωση. Για τον σολομό (Salmo salar) που αλιεύεται στη Βαλτική Θάλασσα, το όριο αυτό είναι δύο άτομα ανά καταναλωτή και ανά ημέρα.

    Άρθρο 66

    Συμπλήρωση και υποβολή της δήλωσης ανάληψης

    1.   Όταν τα αλιευτικά προϊόντα προορίζονται για πώληση σε μεταγενέστερο στάδιο, οι επιχειρηματίες που είναι υπεύθυνοι για την αποθήκευση των αλιευτικών προϊόντων που εκφορτώνονται σε ένα κράτος μέλος καταγράφουν με ηλεκτρονικά μέσα τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 4 και υποβάλλουν με ηλεκτρονικά μέσα εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από την εκφόρτωση, δήλωση ανάληψης που περιέχει τα στοιχεία αυτά στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται η ανάληψη. Οι εν λόγω επιχειρηματίες φέρουν την ευθύνη για την ακρίβεια της δήλωσης ανάληψης.

    2.   Όταν το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται η ανάληψη δεν είναι το κράτος μέλος σημαίας του αλιευτικού σκάφους που εκφόρτωσε τα αλιεύματα, εξασφαλίζει ότι αντίγραφο της δήλωσης ανάληψης, μετά την παραλαβή της, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας.

    3.   Όταν η ανάληψη πραγματοποιείται εκτός Ένωσης, ο πλοίαρχος του ενωσιακού αλιευτικού σκάφους ή ο εκπρόσωπός του πλοιάρχου διαβιβάζουν με ηλεκτρονικά μέσα αντίγραφο της δήλωσης ανάληψης ή οποιουδήποτε άλλου ισοδύναμου εγγράφου που περιέχει πληροφόρηση αντίστοιχου επιπέδου στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας εντός σαράντα οκτώ ωρών από την ανάληψη.

    4.   Η δήλωση ανάληψης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει έναν μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης και περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης αλιευτικού ταξιδίου·

    β)

    τον αριθμό CFR ή, όταν αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλον αριθμό ταυτοποίησης σκάφους αλίευσης και το όνομα του σκάφους αλίευσης·

    γ)

    τον λιμένα εκφόρτωσης ή τον τόπο εκφόρτωσης και την ημερομηνία ολοκλήρωσης της εκφόρτωσης·

    δ)

    το όνομα του επιχειρηματία ή του πλοιάρχου του σκάφους αλίευσης·

    ε)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους και την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    στ)

    τις ποσότητες κάθε αποθηκευόμενου είδους σε χιλιόγραμμα βάρους προϊόντος, αναλυτικά ανά τύπο παρουσίασης προϊόντος και κατάσταση μεταποίησης, ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων·

    ζ)

    την επωνυμία ή έναν αριθμό ταυτοποίησης του επιχειρηματία που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 5·

    η)

    το όνομα και τη διεύθυνση των εγκαταστάσεων στις οποίες είναι αποθηκευμένα τα προϊόντα και το μοναδικό αναγνωριστικό τους·

    θ)

    κατά περίπτωση, μνεία του παραστατικού μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 68·

    ι)

    για αλιευτικά προϊόντα κάτω του ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης, τις ποσότητες, εκφραζόμενες σε χιλιόγραμμα καθαρού βάρους, ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων.

    5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4, στην περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος, η δήλωση ανάληψης περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    το μοναδικό αναγνωριστικό στο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 54δ παράγραφος 2 στοιχείο α)·

    β)

    τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης ημέρας αλίευσης·

    γ)

    τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία ε), στ) η), θ) και ι) του παρόντος άρθρου.

    6.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τον μορφότυπο και την υποβολή της δήλωσης ανάληψης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    61)

    Το άρθρο 67 διαγράφεται.

    62)

    Το άρθρο 68 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 68

    Μεταφορά αλιευτικών προϊόντων και συμπλήρωση και υποβολή του παραστατικού μεταφοράς

    1.   Όταν τα αλιευτικά προϊόντα μεταφέρονται πριν από την πρώτη τους πώληση, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 60 παράγραφος 3 στοιχεία γ) και δ), ή πριν από την πρώτη τους πώληση σε τρίτη χώρα, συνοδεύονται από παραστατικό μεταφοράς στο οποίο αναφέρονται τα αλιευτικά προϊόντα και οι ποσότητες που μεταφέρονται.

    2.   Πριν από την έναρξη της μεταφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο μεταφορέας υποβάλλει με ηλεκτρονικά μέσα το παραστατικό μεταφοράς στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας, του κράτους μέλους εκφόρτωσης, του κράτους μέλους ή των κρατών μελών διαμετακόμισης και του κράτους μέλους προορισμού των αλιευτικών προϊόντων, κατά περίπτωση.

    3.   Ο μεταφορέας είναι υπεύθυνος για την ακρίβεια του περιεχομένου του παραστατικού μεταφοράς.

    4.   Το παραστατικό μεταφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει έναν μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης και περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον (τους) τόπο(-ους) και τη (τις) διεύθυνση(-σεις) προορισμού της (των) αποστολής(-ών) και τα στοιχεία ταυτοποίησης του μεταφορικού οχήματος και του μεταφορέα·

    β)

    τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης του αλιευτικού ταξιδίου·

    γ)

    τον αριθμό CFR ή, όταν αυτός δεν είναι διαθέσιμος, άλλον αριθμό ταυτοποίησης σκάφους αλίευσης και το όνομα του σκάφους αλίευσης·

    δ)

    τον τριψήφιο αλφαβητικό κωδικό FAO κάθε είδους και την αντίστοιχη γεωγραφική περιοχή όπου ελήφθησαν τα αλιεύματα·

    ε)

    τις ποσότητες κάθε μεταφερόμενου είδους σε χιλιόγραμμα βάρους προϊόντος, αναλυτικά ανά τύπο παρουσίασης προϊόντος και κατάσταση μεταποίησης ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό ατόμων και, κατά περίπτωση, ανά τόπο προορισμού·

    στ)

    την επωνυμία ή έναν αριθμό ταυτοποίησης του επιχειρηματία που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 5·

    ζ)

    το (τα) όνομα(-τα), το (τα) μοναδικό(-ά) αναγνωριστικό(-ά) και τη (τις) διεύθυνση(-σεις) του παραλήπτη ή των παραληπτών·

    η)

    τον τόπο και την ημερομηνία και ώρα φόρτωσης·

    θ)

    για αλιευτικά προϊόντα κάτω του εφαρμοστέου ελάχιστου μεγέθους αναφοράς διατήρησης, τις ποσότητες, εκφραζόμενες σε χιλιόγραμμα καθαρού βάρους, ή, κατά περίπτωση, τον αριθμό των ατόμων.

    5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4, στην περίπτωση αλιείας χωρίς σκάφος, το παραστατικό μεταφοράς περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    το μοναδικό αναγνωριστικό στο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 54δ παράγραφος 2 στοιχείο α)·

    β)

    τον (τους) μοναδικό(-ούς) αριθμό(-ούς) ταυτοποίησης ημέρας αλίευσης·

    γ)

    τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία α), δ), ε), ζ), η) και θ) του παρόντος άρθρου.

    6.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να χορηγούν εξαιρέσεις από την υποχρέωση που καθορίζεται στις παραγράφους 1 και 2, εάν τα αλιευτικά προϊόντα μεταφέρονται εντός ζώνης λιμένα ή σε μέγιστη απόσταση 25 χιλιομέτρων από το σημείο εκφόρτωσης.

    7.   Όταν αλιευτικά προϊόντα για τα οποία έχει δηλωθεί σε δελτίο πώλησης ότι έχουν πωληθεί, μεταφέρονται σε τοποθεσία άλλη εκτός του σημείου εκφόρτωσης, ο μεταφορέας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει ότι η πώληση έχει πραγματοποιηθεί.

    8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι υποχρεώσεις και οι ευθύνες του μεταφορέα δυνάμει των παραγράφων 2, 3 και 7 εφαρμόζονται σε οποιονδήποτε άλλο επιχειρηματία.

    9.   Το παραστατικό μεταφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να αντικατασταθεί από αντίγραφο της δήλωσης εκφόρτωσης που αναφέρεται στο άρθρο 23 ή από οποιοδήποτε ισοδύναμο έγγραφο που αφορά τις μεταφερόμενες ποσότητες αλιευτικών προϊόντων, υπό την προϋπόθεση ότι το έγγραφο που αντικαθιστά το παραστατικό μεταφοράς περιέχει τα ίδια στοιχεία που προβλέπονται στις παραγράφους 4 ή 5 του παρόντος άρθρου, ανάλογα με την περίπτωση.

    10.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τον μορφότυπο και την υποβολή του παραστατικού μεταφοράς. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    63)

    Στον τίτλο V, το κεφάλαιο III διαγράφεται.

    64)

    Το άρθρο 71 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «α)

    διοπτεύσεις αλιευτικών σκαφών από σκάφη επιθεώρησης, αεροσκάφη επιτήρησης ή άλλα μέσα επιτήρησης·»·

    β)

    η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Εάν η διόπτευση ή ο εντοπισμός αφορά αλιευτικό σκάφος άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας και οι πληροφορίες δεν αντιστοιχούν σε οποιαδήποτε άλλη πληροφορία που έχει στη διάθεσή του το παράκτιο κράτος μέλος, και εάν το εν λόγω παράκτιο κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες, καταγράφει τα πορίσματά του σε έκθεση επιτήρησης και τη διαβιβάζει αμελλητί, εάν είναι δυνατό με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος σημαίας ή στην οικεία τρίτη χώρα. Στην περίπτωση σκάφους τρίτης χώρας, η έκθεση επιτήρησης αποστέλλεται επίσης στην Επιτροπή και στην EFCA.»

    ·

    γ)

    η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «5.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει κανόνες σχετικά με τον μορφότυπο και το περιεχόμενο της έκθεσης επιτήρησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.»

    .

    65)

    Το άρθρο 73 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Όταν με βάση τη Συνθήκη έχει θεσπιστεί ενωσιακό καθεστώς παρατηρητή ελέγχου, οι παρατηρητές ελέγχου που έχουν οριστεί από τα κράτη μέλη και βρίσκονται επί αλιευτικών σκαφών, παρακολουθούν εάν τα αλιευτικά σκάφη τηρούν τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Εκτελούν όλα τα καθήκοντα που προβλέπει το πρόγραμμα παρατηρητών και, συγκεκριμένα, καταγράφουν τις αλιευτικές δραστηριότητες του σκάφους και εξετάζουν συναφή έγγραφα.

    2.   Οι παρατηρητές ελέγχου:

    α)

    διαθέτουν τα προσόντα για τα καθήκοντά τους και λαμβάνουν τακτική κατάρτιση από τα κράτη μέλη ή, κατά περίπτωση, από την EFCA·

    β)

    είναι ανεξάρτητοι σε σχέση με τον ιδιοκτήτη, τον κάτοχο άδειας ή τον πλοίαρχο του αλιευτικού σκάφους ή σε σχέση με οποιοδήποτε μέλος του πληρώματος·

    γ)

    δεν έχουν οικονομικό δεσμό με τον επιχειρηματία·

    δ)

    εκτελούν τα καθήκοντά τους κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις·

    ε)

    διαθέτουν συσκευή αμφίδρομης επικοινωνίας ανεξάρτητη από το σκάφος εν πλω.»·

    β)

    η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Σε περίπτωση που οι παρατηρητές ελέγχου διαπιστώσουν σοβαρή παράβαση, συμπεριλαμβανομένης της πράξης παρακώλυσης ή παρεμπόδισης με άλλο τρόπο της εκτέλεσης καθηκόντων των παρατηρητών ελέγχου, ενημερώνουν αμελλητί τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας.»

    ·

    γ)

    οι παράγραφοι 8 και 9 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «8.   Όλες οι δαπάνες που προκύπτουν από τη λειτουργία παρατηρητών ελέγχου σύμφωνα με το παρόν άρθρο βαρύνουν τα κράτη μέλη σημαίας. Σύμφωνα με το άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους επιχειρηματίες των αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία τους και συμμετέχουν στη σχετική αλιεία να συνεισφέρουν στις εν λόγω δαπάνες, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 στοιχείο β).

    9.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α σχετικά με:

    α)

    τη μεθοδολογία που πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την ταυτοποίηση των σκαφών για την εφαρμογή καθεστώτος παρατηρητή ελέγχου·

    β)

    τον μορφότυπο και το περιεχόμενο των εκθέσεων των παρατηρητών ελέγχου·

    γ)

    το σύστημα επικοινωνίας για τους παρατηρητές ελέγχου·

    δ)

    τους κανόνες που αφορούν την ασφάλεια των παρατηρητών ελέγχου στα σκάφη·

    ε)

    μέτρα για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των παρατηρητών ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών για την αμοιβή τους·

    στ)

    τα καθήκοντα των παρατηρητών ελέγχου, μεταξύ άλλων σε περίπτωση υπονοιών για σοβαρή παράβαση·

    ζ)

    τις ελάχιστες απαιτήσεις σχετικά με τα προσόντα και την κατάρτιση των παρατηρητών ελέγχου.»

    .

    66)

    Στον τίτλο VII, το κεφάλαιο I αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    « Κεφάλαιο I

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 74

    Διεξαγωγή των επιθεωρήσεων

    1.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν και επικαιροποιούν κατάλογο των αρμόδιων για τη διεξαγωγή επιθεωρήσεων υπαλλήλων.

    2.   Οι υπάλληλοι εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία. Προετοιμάζουν και διεξάγουν επιθεωρήσεις κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις εν πλω, κατά μήκος της ακτογραμμής, στους λιμένες και στους τόπους εκφόρτωσης, κατά τη μεταφορά, σε εγκαταστάσεις μεταποίησης και κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού των αλιευτικών προϊόντων.

    3.   Οι υπάλληλοι επαληθεύουν τη συμμόρφωση των δραστηριοτήτων που διεξάγουν οι επιχειρηματίες και οι πλοίαρχοι, με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, και πιο συγκεκριμένα:

    α)

    τη νομιμότητα των αλιευτικών προϊόντων που διατηρούνται επί του σκάφους, αποθηκεύονται, μεταφέρονται, μεταφορτώνονται, μεταβιβάζονται, εκφορτώνονται, μεταποιούνται ή διατίθενται στο εμπόριο, καθώς και την ακρίβεια των σχετικών δικαιολογητικών ή ηλεκτρονικών διαβιβάσεων·

    β)

    τη νομιμότητα των αλιευτικών εργαλείων που χρησιμοποιούνται για τα στοχευόμενα και τα παρεμπίπτοντα είδη, για τα αλιεύματα που διατηρούνται επί του σκάφους και τη συμμόρφωση με άλλα ισχύοντα τεχνικά μέτρα για τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων και την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων·

    γ)

    την παρουσία επί του σκάφους εξοπλισμού για την ανάσυρση των αλιευτικών εργαλείων όπως αναφέρεται στο άρθρο 48·

    δ)

    κατά περίπτωση, το σχέδιο στοιβασίας και τη χωριστή στοιβασία των ειδών·

    ε)

    τις σημάνσεις και την ταυτοποίηση των σκαφών και των εργαλείων·

    στ)

    τα στοιχεία για τον κινητήρα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 40·

    ζ)

    τη χρήση και τη λειτουργία συστημάτων REM και άλλων ηλεκτρονικών συσκευών παρακολούθησης, κατά περίπτωση·

    η)

    τη συμμόρφωση με τους κανόνες που αφορούν τους παρατηρητές ελέγχου, κατά περίπτωση.

    4.   Οι υπάλληλοι μπορούν να εξετάζουν όλα τα σχετικά τμήματα, καταστρώματα και χώρους. Μπορούν επίσης να εξετάζουν τα αλιεύματα, είτε έχουν υποστεί μεταποίηση είτε όχι, οποιοδήποτε αλιευτικό εργαλείο, τον εξοπλισμό, τους περιέκτες και τις συσκευασίες που περιέχουν αλιεύματα ή αλιευτικά προϊόντα καθώς και οποιαδήποτε σχετικά έγγραφα ή ηλεκτρονικές διαβιβάσεις που θεωρούν απαραίτητα για να εξακριβώσουν εάν τηρούνται οι κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Μπορούν να ανακρίνουν πρόσωπα τα οποία εικάζεται ότι έχουν πληροφορίες σχετικά με το αντικείμενο της επιθεώρησης.

    5.   Οι υπάλληλοι λαμβάνουν την αναγκαία κατάρτιση για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

    6.   Οι υπάλληλοι διεξάγουν τις επιθεωρήσεις με τρόπο που να προκαλεί την ελάχιστη διατάραξη ή ενόχληση στο σκάφος ή στο όχημα μεταφοράς και στις δραστηριότητές του, καθώς και στην αποθήκευση, μεταποίηση και εμπορία των αλιευμάτων. Προσπαθούν, στο μέτρο του δυνατού, να αποφεύγουν οποιαδήποτε αλλοίωση των αλιευμάτων κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων.

    7.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διαθέτουν διαδικασίες για να εξασφαλίζουν την κατάλληλη διερεύνηση κάθε καταγγελίας σχετικά με τη διενέργεια επιθεωρήσεων.

    8.   Εάν ένας υπάλληλος που διενεργεί επιθεώρηση έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα αλιευτικό σκάφος ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες με τη χρήση αναγκαστικής εργασίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της σύμβασης αριθ. 29 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) για την αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία, ο εν λόγω υπάλληλος ενημερώνει κάθε άλλη αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους.

    9.   Τα παράκτια κράτη μέλη μπορούν, ακολουθώντας τις κατάλληλες διαδικασίες του κράτους μέλους σημαίας, να καλούν υπαλλήλους των αρμόδιων αρχών του εν λόγω κράτους μέλους να συμμετέχουν στις επιθεωρήσεις αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία του ιδίου κράτους μέλους, ενώ τα εν λόγω σκάφη δραστηριοποιούνται σε ύδατα του παράκτιου κράτους μέλους ή πραγματοποιούν εκφορτώσεις στους λιμένες του ή τους οικείους χώρους εκφόρτωσης.

    10.   Τα κράτη μέλη υιοθετούν προσέγγιση βασισμένη στον κίνδυνο για την επιλογή των στόχων της επιθεώρησης. Για τύπους αλιείας που υπόκεινται σε ειδικά προγράμματα ελέγχου και επιθεώρησης που αναφέρονται στο άρθρο 95, η εν λόγω προσέγγιση καθορίζεται σύμφωνα με την εναρμονισμένη μεθοδολογία που προσδιορίζεται από τα κράτη μέλη σε συνεργασία με την EFCA.

    11.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τη θέσπιση ειδικών κανόνων για τη διεξαγωγή των επιθεωρήσεων. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να αφορούν:

    α)

    την εξουσιοδότηση και τα ελάχιστα πρότυπα για τα προσόντα των αρμόδιων υπαλλήλων όσον αφορά τη διενέργεια επιθεωρήσεων εν πλω ή στην ξηρά·

    β)

    τον συντονισμό των δραστηριοτήτων ελέγχου, επιθεώρησης και επιβολής μεταξύ των κρατών μελών·

    γ)

    τα καθήκοντα των υπαλλήλων που είναι εξουσιοδοτημένοι να διενεργούν επιθεωρήσεις·

    δ)

    τη διενέργεια επιθεωρήσεων στη θάλασσα και στην ξηρά.

    Άρθρο 75

    Καθήκοντα του επιχειρηματία και του πλοιάρχου

    1.   Ο επιχειρηματίας και ο πλοίαρχος επικουρούν και συνεργάζονται με τους υπαλλήλους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους σχετικά με τις επιθεωρήσεις. Διευκολύνουν την ασφαλή πρόσβαση στο σκάφος, συμπεριλαμβανομένων των αμπαριών του, των οχημάτων μεταφοράς, των εμπορευματοκιβωτίων ή των αποθηκευτικών χώρων όπου αποθηκεύονται, μεταποιούνται ή διατίθενται στην αγορά αλιευτικά προϊόντα, ή στις εγκαταστάσεις όπου αποθηκεύονται ή επισκευάζονται τα αλιευτικά εργαλεία. Μεριμνούν για την ασφάλεια των υπαλλήλων και δεν παρακωλύουν το έργο τους, ούτε τους εκφοβίζουν ή παρεμβαίνουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

    2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τη θέσπιση κανόνων όσον αφορά τα καθήκοντα των επιχειρηματιών και των πλοιάρχων σχετικά με τις επιθεωρήσεις.

    Άρθρο 76

    Έκθεση επιθεώρησης

    1.   Οι υπάλληλοι συντάσσουν έκθεση επιθεώρησης ύστερα από κάθε επιθεώρηση και τη διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές στις οποίες υπάγονται. Τα δεδομένα που περιέχει αυτή η έκθεση αρχειοθετούνται και διαβιβάζονται με ηλεκτρονικά μέσα. Σε περίπτωση επιθεώρησης αλιευτικού σκάφους που φέρει τη σημαία άλλου κράτους μέλους, αντίγραφο της έκθεσης επιθεώρησης διαβιβάζεται με ηλεκτρονικά μέσα και αμελλητί στο κράτος μέλος σημαίας.

    Σε περίπτωση επιθεώρησης αλιευτικού σκάφους που φέρει τη σημαία τρίτης χώρας, αντίγραφο της έκθεσης επιθεώρησης διαβιβάζεται με ηλεκτρονικά μέσα και αμελλητί στις αρμόδιες αρχές της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας. Σε περίπτωση που διαπιστώνεται σοβαρή παράβαση, αποστέλλεται επίσης αντίγραφο της έκθεσης επιθεώρησης στην Επιτροπή.

    Σε περίπτωση επιθεώρησης που διεξάγεται στα ύδατα ή σε λιμένες που υπάγονται στη δικαιοδοσία κράτους μέλους άλλου από το κράτος μέλος που διεξάγει την επιθεώρηση, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ή στα ύδατα ή σε λιμένες τρίτης χώρας, σύμφωνα με διεθνείς συμφωνίες, αντίγραφο της έκθεσης επιθεώρησης διαβιβάζεται με ηλεκτρονικά μέσα και αμελλητί στο συγκεκριμένο κράτος μέλος ή στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα.

    2.   Οι υπάλληλοι κοινοποιούν τα πορίσματα που συνάγουν από την επιθεώρηση στον επιχειρηματία ή στον πλοίαρχο, ο οποίος έχει επίσης τη δυνατότητα να προβεί σε παρατηρήσεις για την επιθεώρηση και τα πορίσματά της. Οι παρατηρήσεις αυτές περιλαμβάνονται στην έκθεση επιθεώρησης. Οι υπάλληλοι αναγράφουν στο ημερολόγιο αλιείας ότι πραγματοποιήθηκε επιθεώρηση.

    3.   Αντίγραφο της έκθεσης επιθεώρησης αποστέλλεται το συντομότερο δυνατό στον επιχειρηματία ή στον πλοίαρχο και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ολοκλήρωση της επιθεώρησης.

    4.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να καθορίζει λεπτομερείς κανόνες για τον ελάχιστο μορφότυπο και το ελάχιστο περιεχόμενο των εκθέσεων επιθεώρησης, καθώς και για τη συμπλήρωση και τη διαβίβαση των εκθέσεων επιθεώρησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    Άρθρο 77

    Παραδεκτό των εκθέσεων επιθεώρησης και επιτήρησης

    Οι εκθέσεις επιθεώρησης και επιτήρησης που συντάσσονται από επιθεωρητές της Ένωσης ή υπαλλήλους άλλου κράτους μέλους, από υπαλλήλους της Επιτροπής ή αρμόδιες αρχές τρίτης χώρας συνιστούν παραδεκτά αποδεικτικά στοιχεία σε διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες οποιουδήποτε κράτους μέλους. Για τον καθορισμό των πραγματικών περιστατικών, οι εκθέσεις επιθεώρησης και επιτήρησης που συντάσσονται από επιθεωρητές της Ένωσης ή υπαλλήλους άλλου κράτους μέλους ή από υπαλλήλους της Επιτροπής αντιμετωπίζονται ως ισότιμες των εκθέσεων επιθεώρησης και επιτήρησης των κρατών μελών.

    Άρθρο 78

    Ηλεκτρονική βάση δεδομένων

    1.   Κάθε κράτος μέλος δημιουργεί και τηρεί επικαιροποιημένη ηλεκτρονική βάση δεδομένων στην οποία αναφορτώνει όλες τις εκθέσεις επιθεώρησης και τις εκθέσεις επιτήρησης που αφορούν επιχειρηματίες που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά του και αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του, τις οποίες συντάσσουν οι υπάλληλοί του, καθώς και άλλες εκθέσεις επιθεώρησης και εκθέσεις επιτήρησης που συντάσσουν οι υπάλληλοί του. Η Επιτροπή και η EFCA έχουν εξ αποστάσεως πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 110.

    2.   Κάθε κράτος μέλος αποθηκεύει, σε ηλεκτρονική μορφή, εκθέσεις επιθεώρησης και εκθέσεις επιτήρησης σχετικά με τα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του, οι οποίες συντάσσονται από υπαλλήλους τρίτων χωρών.

    3.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.

    Άρθρο 79

    Επιθεωρητές της Ένωσης

    1.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή κοινοποιούν στην EFCA κατάλογο των υπαλλήλων που πρέπει να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των επιθεωρητών της Ένωσης. Η EFCA τηρεί και επικαιροποιεί τον κατάλογο των επιθεωρητών της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων των κρατών μελών, της Επιτροπής και της EFCA. Η EFCA θέτει τον εν λόγω κατάλογο στη διάθεση της Επιτροπής και των κρατών μελών.

    2.   Με την επιφύλαξη της κύριας ευθύνης των παράκτιων κρατών μελών, οι επιθεωρητές της Ένωσης μπορούν να πραγματοποιούν επιθεωρήσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό στην επικράτεια των κρατών μελών και εντός των ενωσιακών υδάτων, καθώς και σε ενωσιακά αλιευτικά σκάφη εκτός των ενωσιακών υδάτων. Σε περίπτωση επιθεώρησης στην επικράτεια κράτους μέλους, οι επιθεωρητές της Ένωσης που δεν έχουν οριστεί από το εν λόγω κράτος μέλος μπορούν να διενεργούν τις επιθεωρήσεις μόνο παρουσία υπαλλήλου διορισμένου από το εν λόγω κράτος μέλος που είναι επιφορτισμένος με την επιθεώρηση, ή με τη σύμφωνη γνώμη του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

    3.   Στους επιθεωρητές της Ένωσης μπορεί να ανατεθούν τα ακόλουθα:

    α)

    η εφαρμογή των ειδικών προγραμμάτων ελέγχου και επιθεώρησης που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 95·

    β)

    διεθνή προγράμματα ελέγχου της αλιείας, για τα οποία η Ένωση έχει την υποχρέωση της διενέργειας ελέγχου.

    4.   Οι επιθεωρητές της Ένωσης μπορούν να συμμετέχουν σε δραστηριότητες κατάρτισης που σχετίζονται με τον έλεγχο και την επιθεώρηση, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων κατάρτισης με τη συμμετοχή υπαλλήλων τρίτων χωρών.

    5.   Για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους και με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, οι επιθεωρητές της Ένωσης, στον ίδιο βαθμό και υπό τους ίδιους όρους με τους υπαλλήλους του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η επιθεώρηση, έχουν πρόσβαση αμελλητί:

    α)

    σε όλους τους χώρους επί ενωσιακών αλιευτικών σκαφών και επί οποιωνδήποτε άλλων σκαφών που ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες, σε δημόσιους χώρους ή τόπους και μέσα μεταφοράς· και

    β)

    σε όλες τις σχετικές πληροφορίες και τα έγγραφα που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, ιδίως στα ημερολόγια αλιείας, τις αλιευτικές άδειες, την πιστοποίηση της ισχύος κινητήρα, τα δεδομένα από τα συστήματα REM, τις δηλώσεις εκφόρτωσης, τα πιστοποιητικά αλιευμάτων, τις δηλώσεις μεταφόρτωσης και τα δελτία πώλησης.

    6.   Οι επιθεωρητές της Ένωσης δεν έχουν εξουσίες αστυνόμευσης και επιβολής πέραν της επικράτειας των κρατών μελών καταγωγής τους ή εκτός των ενωσιακών υδάτων υπό την κυριαρχία και δικαιοδοσία των κρατών μελών καταγωγής τους.

    7.   Οι υπάλληλοι της Επιτροπής ή της EFCA, όταν αναλαμβάνουν καθήκοντα επιθεωρητών της Ένωσης, δεν έχουν εξουσίες αστυνόμευσης και επιβολής.

    8.   Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:

    α)

    την κοινοποίηση των επιθεωρητών της Ένωσης στην EFCA·

    β)

    την έγκριση και τήρηση του καταλόγου των επιθεωρητών της Ένωσης·

    γ)

    την κοινοποίηση των επιθεωρητών της Ένωσης στις περιφερειακές οργανώσεις αλιείας·

    δ)

    τις εξουσίες και τα καθήκοντα των επιθεωρητών της Ένωσης·

    ε)

    τις εκθέσεις των επιθεωρητών της Ένωσης·

    στ)

    τη συνέχεια που δίνεται στις εκθέσεις των επιθεωρητών της Ένωσης.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    67)

    Στο άρθρο 80, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιθεωρούν ενωσιακά αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία τους ή τη σημαία άλλου κράτους μέλους σε ύδατα ή σε λιμένες τρίτων χωρών σύμφωνα με διεθνείς συμφωνίες.»

    .

    68)

    Στον τίτλο VII, η επικεφαλίδα του κεφαλαίου III αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

    « Διαδικασίες σε περίπτωση παράβασης ».

    69)

    Το άρθρο 82 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 82

    Καθήκοντα των υπαλλήλων σε περίπτωση παράβασης

    1.   Σε περίπτωση που από τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια επιθεώρησης ή από κάθε άλλο στοιχείο ή πληροφορία, προκύπτει ότι έχει διαπραχθεί παράβαση των διατάξεων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τότε ο υπάλληλος:

    α)

    σημειώνει τη διαπιστωθείσα παράβαση στην έκθεση επιθεώρησης·

    β)

    λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την ασφαλή φύλαξη των αποδεικτικών στοιχείων που συνδέονται με την εν λόγω διαπιστωθείσα παράβαση·

    γ)

    διαβιβάζει αμέσως την έκθεση επιθεώρησης στην αρμόδια αρχή·

    δ)

    ενημερώνει το φυσικό ή το νομικό πρόσωπο το οποίο εικάζεται ότι έχει διαπράξει ή το οποίο συνελήφθη επ’ αυτοφώρω να διαπράττει την παράβαση, ότι η εν λόγω παράβαση μπορεί να επισύρει την επιβολή κυρώσεων και τον καταλογισμό κατάλληλου αριθμού μορίων σύμφωνα με το άρθρο 92. Τα στοιχεία αυτά σημειώνονται στην έκθεση επιθεώρησης.

    2.   Οι υπάλληλοι μπορούν να παραμείνουν επί αλιευτικού σκάφους έως ότου ληφθούν τα αναγκαία μέτρα σε σχέση με την έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 85. Το ίδιο ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών, για τις επιθεωρήσεις που διενεργούνται σε εγκαταστάσεις όπου εκφορτώνονται, αποθηκεύονται, μεταποιούνται ή διατίθενται στο εμπόριο προϊόντα αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας, καθώς και για τις επιθεωρήσεις κατά τη μεταφορά των εν λόγω προϊόντων. Όταν ο έλεγχος διενεργείται σε όχημα που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας, το όχημα δεν επιτρέπεται να συνεχίσει έως ότου ληφθούν τα αναγκαία μέτρα σε σχέση με την έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 85.».

    70)

    Το άρθρο 84 διαγράφεται.

    71)

    Στον τίτλο VII, διαγράφονται οι ακόλουθες λέξεις:

    « Κεφάλαιο IV

    Διαδικασία παράβασης η οποία διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων ».

    72)

    Τα άρθρα 85 και 86 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 85

    Διαδικασίες

    1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 72, του άρθρου 83 παράγραφος 2 και του άρθρου 86, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα σύμφωνα με τον Τίτλο VIII και διεξάγουν αμέσως έρευνα όταν διαπιστώνεται οποιαδήποτε παράβαση κατά τη διάρκεια επιθεώρησης που διεξάγεται από τους υπαλλήλους τους, τους υπαλλήλους άλλων κρατών μελών, επιθεωρητές της Ένωσης ή υπαλλήλους τρίτων χωρών ή όταν βάσει οποιωνδήποτε συναφών στοιχείων ή πληροφοριών οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών έχουν λόγους να πιστεύουν ότι έχει διαπραχθεί παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    2.   Σε περίπτωση σοβαρής παράβασης, τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα άμεσα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 91.

    Άρθρο 86

    Διαβίβαση δικογραφιών

    1.   Το κράτος μέλος στην επικράτεια ή στα ύδατα του οποίου έχει διαπιστωθεί παράβαση μπορεί να διαβιβάζει τη δικογραφία που αφορά τη συγκεκριμένη παράβαση στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας ή του κράτους μέλους του οποίου είναι πολίτης το πρόσωπο το οποίο εικάζεται ότι έχει διαπράξει την παράβαση, με τη σύμφωνη γνώμη του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, και υπό την προϋπόθεση ότι με τη διαβίβαση αυτή καθίσταται πιθανότερο να επιτευχθεί το αποτέλεσμα που αναφέρεται στο άρθρο 89α παράγραφος 2.

    2.   Το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να διαβιβάζει τη δικογραφία που αφορά παράβαση στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους που έχει διαπιστώσει τη συγκεκριμένη παράβαση, με τη σύμφωνη γνώμη του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και υπό την προϋπόθεση ότι με τη διαβίβαση αυτή καθίσταται πιθανότερο να επιτευχθεί το αποτέλεσμα που αναφέρεται στο άρθρο 89α παράγραφος 2.».

    73)

    Το άρθρο 87 διαγράφεται.

    74)

    Το άρθρο 88 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 88

    Διορθωτικά μέτρα απουσία διαδικασίας από το κράτος μέλος εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης

    1.   Εάν το κράτος μέλος εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης δεν είναι το κράτος μέλος σημαίας και οι αρμόδιες αρχές του δεν λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα κατά των φυσικών ή νομικών προσώπων που φέρουν ευθύνη ή δεν διαβιβάζουν τη δικογραφία σύμφωνα με το άρθρο 86, οι ποσότητες ιχθύων που έχουν αλιευθεί, απορριφθεί, εκφορτωθεί ή μεταφορτωθεί κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής μπορούν να προσμετρώνται στην ποσόστωση που έχει χορηγηθεί στο κράτος μέλος εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης.

    2.   Η Επιτροπή αποφασίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, σχετικά με τις ποσότητες ιχθύων που προσμετρώνται στην ποσόστωση του κράτους μέλους εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης, αφού η Επιτροπή διαβουλευθεί με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

    3.   Εάν το κράτος μέλος εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης δεν διαθέτει πλέον αντίστοιχη ποσόστωση, εφαρμόζεται το άρθρο 37. Για τον σκοπό αυτό, οι ποσότητες αλιευμάτων που έχουν αλιευθεί, απορριφθεί, εκφορτωθεί ή μεταφορτωθεί κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής θεωρούνται ίσες προς το ύψος της ζημίας που έχει υποστεί το κράτος μέλος σημαίας, όπως αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.».

    75)

    Ο τίτλος VIII αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    « ΤΙΤΛΟΣ VIII

    ΕΠΙΒΟΛΗ

    Άρθρο 89

    Μέτρα και κυρώσεις για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης

    1.   Σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο και τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με μέτρα και κυρώσεις κατά του φυσικού προσώπου που διέπραξε ή κατά νομικού προσώπου που υπέχει ευθύνη για παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής και κατά συστηματικό τρόπο:

    α)

    κινούν διαδικασίες σύμφωνα με το άρθρο 85·

    β)

    λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα όταν διαπιστώνεται παράβαση· και

    γ)

    επιβάλλουν κυρώσεις δυνάμει του παρόντος τίτλου κατά των φυσικών ή νομικών προσώπων που διέπραξαν ή υπέχουν ευθύνη για παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους που έχει δικαιοδοσία σε περίπτωση παράβασης κοινοποιούν αμελλητί και σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο στο κράτος μέλος σημαίας, στο κράτος μέλος του οποίου ο δράστης είναι πολίτης ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος σχετικό με τη διοικητική ή ποινική διαδικασία, τις εν λόγω διαδικασίες ή άλλα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος τίτλου.

    3.   Τα κράτη μέλη, έως τη 10η Απριλίου 2026, κοινοποιούν στην Επιτροπή τις εθνικές διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και την ενημερώνουν αμελλητί για οποιαδήποτε μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση.

    Άρθρο 89α

    Κυρώσεις

    1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να επιβάλλονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές διοικητικές κυρώσεις στο φυσικό πρόσωπο που διέπραξε παραβάσεις των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής ή στο νομικό πρόσωπο που υπέχει ευθύνη για τις παραβάσεις αυτές. Τα κράτη μέλη μπορούν επιπλέον ή εναλλακτικά να επιβάλλουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις.

    2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το συνολικό ύψος των κυρώσεων και των συνοδευτικών κυρώσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις σχετικές διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, είναι ανάλογο με τη σοβαρότητα των παραβάσεων και δεόντως αυστηρό, ώστε να αποτρέπονται αποτελεσματικά περαιτέρω παραβάσεις και να αφαιρείται ουσιαστικά από όσους υπέχουν ευθύνη το οικονομικό όφελος που προκύπτει ή αναμένεται να προκύψει από την παράβαση που έχουν διαπράξει, με την επιφύλαξη του θεμιτού δικαιώματος για την άσκηση του επαγγέλματός τους. Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα μέτρα άμεσης επιβολής που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 91.

    3.   Κατά τον καθορισμό αυτών των κυρώσεων, τα κράτη μέλη λαμβάνουν ιδίως υπόψη τη σοβαρότητα, τη φύση και την έκταση της παράβασης, μεταξύ άλλων, τη βλάβη ή το ύψος της ζημίας που προκλήθηκε στους συγκεκριμένους αλιευτικούς πόρους και το θαλάσσιο περιβάλλον, τη διάρκεια ή την επανάληψή της και τη συσσώρευση ταυτόχρονων παραβάσεων. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να λαμβάνουν υπόψη την οικονομική κατάσταση του παραβάτη για να διασφαλίσουν την αποτρεπτικότητα των εν λόγω κυρώσεων.

    4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν σύστημα, βάσει του οποίου τα οικονομικά πρόστιμα είναι ανάλογα προς τον κύκλο εργασιών του νομικού προσώπου ή προς τα οικονομικά οφέλη που προέκυψαν ή αναμένεται να προκύψουν από την παράβαση.

    Άρθρο 90

    Σοβαρές παραβάσεις

    1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «σοβαρή παράβαση» νοείται η παράβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή θεωρείται σοβαρή δυνάμει της παραγράφου 3.

    2.   Οποιαδήποτε από τις ακόλουθες δραστηριότητες συνιστά σοβαρή παράβαση:

    α)

    αλίευση χωρίς ισχύουσα άδεια, άδεια αλίευσης ή έγκριση εκδοθείσα από το κράτος σημαίας ή από το οικείο παράκτιο κράτος·

    β)

    παραποίηση ή απόκρυψη των σημάνσεων, της ταυτότητας ή του νηολογίου ενός αλιευτικού σκάφους·

    γ)

    απόκρυψη, μεταβολή ή εξαφάνιση των αποδεικτικών στοιχείων που ενδιαφέρουν μια έρευνα·

    δ)

    παρακώλυση της εργασίας υπαλλήλων ή παρατηρητών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους·

    ε)

    μεταφόρτωση χωρίς την απαιτούμενη άδεια ή όταν η μεταφόρτωση απαγορεύεται·

    στ)

    διεξαγωγή δραστηριοτήτων μεταβίβασης ή εγκλωβισμού, ιδίως όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2023/2053 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*13), κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

    ζ)

    μεταφόρτωση από ή προς σκάφη που περιλαμβάνονται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της Ένωσης ή περιφερειακής οργάνωσης αλιείας, όπως αναφέρεται στα άρθρα 29 και 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 ή διεξαγωγή δραστηριοτήτων μεταβίβασης ή συμμετοχή σε κοινές αλιευτικές δραστηριότητες με τέτοια σκάφη, ή υποστήριξη ή εφοδιασμός τέτοιων σκαφών·

    η)

    συμμετοχή στην εκμετάλλευση, στη διαχείριση ή στην ιδιοκτησία, μεταξύ άλλων ως πραγματικός δικαιούχος όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 6) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*14), σκάφους που περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της Ένωσης ή περιφερειακής οργάνωσης αλιείας, όπως αναφέρεται στα άρθρα 29 και 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008, ή παροχή υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων υλικοτεχνικών, ασφαλιστικών και άλλων χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, σε επιχειρηματίες οι οποίοι συνδέονται με τέτοιο σκάφος·

    θ)

    διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων κατά παράβαση των κανόνων που εφαρμόζονται σε περιοχή περιορισμένης αλιείας·

    ι)

    αλιεία, αλίευση, διατήρηση επί του σκάφους, μεταφόρτωση, εκφόρτωση, αποθήκευση, πώληση, έκθεση ή προσφορά προς πώληση ειδών για τα οποία τέτοιες δραστηριότητες απαγορεύονται, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 10 και 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241·

    ια)

    διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων που αφορούν είδη που υπόκεινται σε όρια αλιευμάτων για τα οποία ο επιχειρηματίας δεν διαθέτει ποσόστωση ή δεν έχει πρόσβαση στην ποσόστωση του κράτους μέλους σημαίας, είδη των οποίων η ποσόστωση έχει εξαντληθεί ή είδη που υπόκεινται σε αναστολή αλιείας, προσωρινή απαγόρευση ή περίοδο απαγόρευσης της αλιείας, πλην των τυχαίων αλιεύσεων, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το στοιχείο ι)·

    ιβ)

    εκμετάλλευση, διαχείριση ή κυριότητα αλιευτικού σκάφους χωρίς εθνικότητα, το οποίο συνεπώς είναι σκάφος χωρίς κράτος σημαίας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο·

    ιγ)

    χρήση απαγορευμένων αλιευτικών εργαλείων ή μεθόδων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241 ή σε οποιονδήποτε άλλο ισοδύναμο κανόνα της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

    ιδ)

    παραποίηση εγγράφων, πληροφοριών ή δεδομένων, είτε σε γραπτή μορφή είτε αποθηκευμένων σε ηλεκτρονική μορφή, που αναφέρονται στους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

    ιε)

    επέμβαση σε κινητήρα ή σε διάταξη συνεχούς παρακολούθησης της ισχύος κινητήρα με σκοπό την αύξηση της ισχύος του σκάφους ώστε να υπερβεί τη μέγιστη συνεχή ισχύ κινητήρα σύμφωνα με το πιστοποιητικό κινητήρα·

    ιστ)

    διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων με τη χρήση αναγκαστικής εργασίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της σύμβασης αριθ. 29 της ΔΟΕ για την αναγκαστική ή την υποχρεωτική εργασία.

    3.   Οι ακόλουθες δραστηριότητες συνιστούν σοβαρή παράβαση όταν η αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους κρίνει ότι πληρούται τουλάχιστον ένα από τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα IV:

    α)

    χρήση παραποιημένων ή άκυρων εγγράφων, πληροφοριών ή δεδομένων, είτε σε γραπτή μορφή είτε αποθηκευμένων σε ηλεκτρονική μορφή, που αναφέρονται στους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

    β)

    μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής, αποθήκευσης και αναφοράς δεδομένων που αφορούν αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που πρέπει να διαβιβάζονται από τα συστήματα παρακολούθησης σκαφών καθώς και δεδομένων σχετικά με προαναγγελίες, δηλώσεις αλιευμάτων, δηλώσεις μεταφόρτωσης, ημερολόγια αλιείας, δηλώσεις εκφόρτωσης, μητρώα ζύγισης, δηλώσεις ανάληψης, παραστατικά μεταφοράς ή δελτία πώλησης, όπως απαιτείται από τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, εκτός από τις υποχρεώσεις σχετικά με το περιθώριο ανοχής όπως αναφέρεται στο στοιχείο γ)·

    γ)

    μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής των εκτιμήσεων ποσοτήτων εντός του επιτρεπόμενου περιθωρίου ανοχής, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφοι 3 και 4 και το άρθρο 21 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1139 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*15)·

    δ)

    μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αφορούν τα χαρακτηριστικά ή τη χρήση αλιευτικών εργαλείων, ακουστικών αποτρεπτικών συσκευών, επιλεκτικότητας ή διατάξεων συγκέντρωσης ιχθύων, ιδίως σχετικά με σήμανση και ταυτοποίηση, περιοχές, βάθη, περιόδους, αριθμό εργαλείων και μεγέθη ματιών, ή εξοπλισμού κατάταξης, διαχωρισμού υδάτων ή μεταποίησης, ή μη συμμόρφωση με μέτρα για τη μείωση των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων ευαίσθητων ειδών, όπως απαιτείται βάσει των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με την παράγραφο 2·

    ε)

    μη ανάσυρση και διατήρηση επί του αλιευτικού σκάφους, μεταξύ άλλων λόγω ολίσθησης, ή μη εκφόρτωση ή, κατά περίπτωση, μεταφόρτωση ή μεταβίβαση, ειδών που υπόκεινται σε υποχρέωση εκφόρτωσης, συμπεριλαμβανομένων αλιευμάτων κάτω από το ελάχιστο μέγεθος αναφοράς διατήρησης, κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής που εφαρμόζονται στους σχετικούς τύπους αλιείας ή στις σχετικές αλιευτικές περιοχές·

    στ)

    διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων σε περιοχή περιφερειακής οργάνωσης αλιείας κατά τρόπο που δεν συνάδει με ή παραβαίνει τα εφαρμοστέα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης της εν λόγω οργάνωσης, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή με άλλα στοιχεία της παρούσας παραγράφου·

    ζ)

    διάθεση στην αγορά προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή με άλλα στοιχεία της παρούσας παραγράφου·

    η)

    διεξαγωγή δραστηριοτήτων ερασιτεχνικής αλιείας κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής ή πώληση αλιευτικών προϊόντων που προέρχονται από ερασιτεχνική αλιεία·

    θ)

    διάπραξη πολλαπλών παραβάσεων των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

    ι)

    διεξαγωγή οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο ζ) σε σχέση με σκάφος που επιδίδεται σε ΠΛΑ αλιεία, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 και δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της Ένωσης ή περιφερειακής οργάνωσης αλιείας·

    ια)

    χρήση ισχύος κινητήρα η οποία υπερβαίνει τη μέγιστη συνεχή ισχύ κινητήρα που έχει πιστοποιηθεί και καταγραφεί στο μητρώο αλιευτικού στόλου του κράτους μέλους·

    ιβ)

    εκφόρτωση σε λιμένες τρίτων χωρών χωρίς προαναγγελία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19α·

    ιγ)

    διεξαγωγή επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που συνδέονται άμεσα με ΠΛΑ αλιεία, συμπεριλαμβανομένων του εμπορίου, της εισαγωγής, της εξαγωγής, της μεταποίησης και της εμπορίας αλιευτικών προϊόντων που προέρχονται από ΠΛΑ αλιεία·

    ιδ)

    παράνομη απόρριψη αλιευτικών εργαλείων ή εργαλείων στη θάλασσα από αλιευτικό σκάφος.

    4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για την τροποποίηση των κριτηρίων που καθορίζονται στο παράρτημα IV, όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι αυτό είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και αναλογικής επιβολής των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής από τα κράτη μέλη και μεταξύ αυτών. Λαμβάνει υπόψη, ιδίως, τις συμβουλές της ομάδας εμπειρογνωμόνων σχετικά με τη συμμόρφωση που αναφέρεται στο άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 ή τα πορίσματα της έκθεσης που συντάσσει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 118 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Οι τροποποιήσεις αυτές δεν προσθέτουν νέα κριτήρια και καταργούν κριτήρια μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

    Άρθρο 91

    Άμεσα μέτρα επιβολής για σοβαρές παραβάσεις

    1.   Όταν βάσει οποιωνδήποτε σχετικών δεδομένων ή πληροφοριών οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών έχουν λόγους να πιστεύουν ότι ένα φυσικό πρόσωπο έχει διαπράξει σοβαρή παράβαση ή ένα νομικό πρόσωπο υπέχει ευθύνη για σοβαρή παράβαση, ή όταν ένα φυσικό πρόσωπο συλλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω κατά τη διάπραξη σοβαρής παράβασης, τα κράτη μέλη λαμβάνουν αμέσως, πέραν της διερεύνησης της παράβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 85, με βάση την εθνική τους νομοθεσία, κατάλληλα και άμεσα μέτρα, όπως:

    α)

    την επιβολή της παύσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων·

    β)

    την αλλαγή πορείας του αλιευτικού σκάφους προς λιμένα·

    γ)

    την αλλαγή πορείας του μεταφορικού οχήματος προς άλλο προορισμό για επιθεώρηση·

    δ)

    την επιβολή εγγύησης·

    ε)

    την κατάσχεση του αλιευτικού σκάφους, του μεταφορικού οχήματος, των αλιευτικών εργαλείων, των αλιευμάτων ή των αλιευτικών προϊόντων ή του κέρδους που έχει αποκομιστεί από την πώληση των αλιευμάτων ή των αλιευτικών προϊόντων·

    στ)

    τον περιορισμό ή την απαγόρευση της διάθεσης των αλιευτικών προϊόντων στην αγορά·

    ζ)

    την προσωρινή ακινητοποίηση του εμπλεκόμενου αλιευτικού σκάφους ή του μεταφορικού οχήματος·

    η)

    την αναστολή της άδειας αλιείας·

    θ)

    την επιβολή προσωρινής παύσης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

    2.   Τα άμεσα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι τέτοια ώστε να αποτρέπουν τη συνέχιση της διαπιστωθείσας σοβαρής παράβασης, να επιτρέπουν τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για τη διασφάλιση της φύλαξης των αποδεικτικών στοιχείων που αφορούν την εν λόγω παράβαση και να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να ολοκληρώσουν την έρευνά τους.

    3.   Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κοινοποιεί αμέσως στο κράτος σημαίας και σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    Άρθρο 91α

    Κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις

    1.   Με την επιφύλαξη άλλων κυρώσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και την εθνική νομοθεσία, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι μια σοβαρή παράβαση που οδήγησε στην απόκτηση προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας τιμωρείται με διοικητικές οικονομικές κυρώσεις, το ελάχιστο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον η αξία των προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα της διάπραξης της σοβαρής παράβασης, ενώ το μέγιστο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον πενταπλάσιο της αξίας των προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα της διάπραξης της σοβαρής παράβασης.

    2.   Σε περίπτωση επανειλημμένης σοβαρής παράβασης εντός τριετίας που οδήγησε στην απόκτηση προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η σοβαρή παράβαση να τιμωρείται με διοικητικές οικονομικές κυρώσεις, το ελάχιστο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον το διπλάσιο της αξίας των προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα της διάπραξης της σοβαρής παράβασης, ενώ το μέγιστο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον το οκταπλάσιο της αξίας των προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα της διάπραξης της σοβαρής παράβασης.

    3.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, τα κράτη μέλη μπορούν στο εθνικό νομικό τους σύστημα να θεσπίζουν κατ’ αποκοπή συντελεστές για τις διοικητικές οικονομικές κυρώσεις αντί ελάχιστων διοικητικών κυρώσεων.

    Οι ελάχιστοι κατ’ αποκοπή συντελεστές δεν είναι χαμηλότεροι από τη μέση αξία των προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που αποκτήθηκαν από τη διάπραξη σοβαρής παράβασης. Σε περίπτωση επανειλημμένης σοβαρής παράβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, οι ελάχιστοι κατ’ αποκοπή συντελεστές δεν είναι χαμηλότεροι από το διπλάσιο της μέσης τιμής.

    Τα κράτη μέλη που καθορίζουν τέτοιους κατ’ αποκοπή συντελεστές μπορούν να επιτρέπουν στα δικαστήρια ή στις αρμόδιες αρχές να αποκλίνουν από τους εν λόγω κατ’ αποκοπή συντελεστές, όταν αυτό είναι αναγκαίο ώστε οι κυρώσεις να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, και να επιβάλλουν διοικητικές οικονομικές κυρώσεις με μέγιστο όριο τουλάχιστον το πενταπλάσιο της αξίας των προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα της διάπραξης της σοβαρής παράβασης ή, σε περίπτωση επανειλημμένης σοβαρής παράβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τουλάχιστον το οκταπλάσιο της αξίας αυτής.

    4.   Το ελάχιστο επίπεδο ή ο κατ’ αποκοπή συντελεστής των διοικητικών οικονομικών κυρώσεων που καθορίζεται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν θίγει την εφαρμογή τυχόν κανόνων σχετικά με ελαφρυντικές περιστάσεις και άλλους παράγοντες, που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία, κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τις κυρώσεις που πρέπει να επιβληθούν σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση.

    5.   Κατά τον υπολογισμό της αξίας των προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα της διάπραξης της σοβαρής παράβασης, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις εθνικές τιμές κατά την πρώτη πώληση, τις τιμές που ισχύουν στις κύριες διεθνείς αγορές που αφορούν το συγκεκριμένο είδος και τη σχετική αλιευτική περιοχή ή τις τιμές της πλατφόρμας του ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου αγοράς προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας (EUMOFA), κατά τον χρόνο διάπραξης της παράβασης.

    6.   Όταν από τη σοβαρή παράβαση δεν αποκτήθηκαν προϊόντα αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας, οι διοικητικές οικονομικές κυρώσεις καθορίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 89α, σε επίπεδο που εξασφαλίζει ότι οι εν λόγω κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

    7.   Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης, εναλλακτικά, να χρησιμοποιούν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι εν λόγω κυρώσεις έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα με τις διοικητικές οικονομικές κυρώσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

    Άρθρο 91β

    Συνοδευτικές κυρώσεις

    1.   Οι κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 89, 89α και 91α μπορούν να συνοδεύονται από άλλες κυρώσεις, και ειδικότερα:

    α)

    την ακινητοποίηση του ή των αλιευτικών σκαφών ή του ή των οχημάτων που εμπλέκονται στην παράβαση·

    β)

    τη δήμευση του ή των σκαφών, του ή των οχημάτων, των απαγορευμένων αλιευτικών εργαλείων, των αλιευμάτων ή των προϊόντων αλιείας·

    γ)

    την αναστολή ή την ανάκληση της αλιευτικής άδειας ή της άδειας αλίευσης·

    δ)

    τη μείωση ή αφαίρεση των αλιευτικών δικαιωμάτων·

    ε)

    τον αποκλεισμό από το δικαίωμα απόκτησης νέων αλιευτικών δικαιωμάτων·

    στ)

    την απαγόρευση πρόσβασης σε κρατικές ενισχύσεις ή επιδοτήσεις·

    ζ)

    την αναστολή ή αφαίρεση του καθεστώτος εγκεκριμένου οικονομικού φορέα που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008·

    η)

    τη διαγραφή του αλιευτικού σκάφους από το εθνικό μητρώο·

    θ)

    την αναστολή ή παύση του συνόλου ή μέρους των οικονομικών δραστηριοτήτων του επιχειρηματία που σχετίζονται με την κοινή αλιευτική πολιτική·

    ι)

    την αναστολή ή ανάκληση της άδειας άσκησης εμπορικών δραστηριοτήτων που αφορούν προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας.

    2.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, τη διάρκεια των κυρώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    3.   Όταν ένα σκάφος υπόκειται σε ακινητοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α), η οποία αποφασίζεται από το οικείο κράτος μέλος σημαίας, ή αναστέλλεται ή του αφαιρείται η άδεια αλίευσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ), το κράτος μέλος σημαίας αναστέλλει την αλιευτική του άδεια για την ίδια διάρκεια ή του την αφαιρεί.

    Άρθρο 92

    Σύστημα επιβολής μορίων για σοβαρές παραβάσεις

    1.   Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν σύστημα επιβολής μορίων για τις σοβαρές παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 90, με εξαίρεση τις σοβαρές παραβάσεις που δεν εφαρμόζονται στον κάτοχο της αλιευτικής άδειας ή στον πλοίαρχο.

    2.   Όταν ένα φυσικό πρόσωπο έχει διαπράξει σοβαρή παράβαση ή ένα νομικό πρόσωπο υπέχει ευθύνη για σοβαρή παράβαση, καταλογίζεται στον κάτοχο της αλιευτικής άδειας για το σχετικό αλιευτικό σκάφος αριθμός μορίων ο οποίος υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα III.

    3.   Τα καταλογισθέντα μόρια μεταβιβάζονται στον τυχόν μελλοντικό κάτοχο της αλιευτικής άδειας για το συγκεκριμένο σκάφος αλίευσης όταν το σκάφος ή η άδεια πωληθεί, μεταβιβαστεί ή αλλάξει κάτοχο με άλλο τρόπο μετά την ημερομηνία της παράβασης, μεταξύ άλλων, σε άλλο κράτος μέλος.

    4.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν επίσης σύστημα επιβολής μορίων, σύμφωνα με το οποίο καταλογίζεται στον πλοίαρχο σκάφους ο ίδιος αριθμός μορίων, δεδομένου ότι πρόκειται για τον κάτοχο της αλιευτικής άδειας ως αποτέλεσμα σοβαρής παράβασης που σχετίζεται με το σκάφος και διαπράχθηκε κατά την περίοδο που αυτό τελούσε υπό τον χειρισμό του, σύμφωνα με το παράρτημα III. Όταν ο πλοίαρχος του σκάφους δεν είναι πολίτης του κράτους μέλους σημαίας, το κράτος μέλος σημαίας κοινοποιεί τον αριθμό των μορίων που καταλογίζονται στον πλοίαρχο στο κράτος μέλος του οποίου είναι πολίτης ο πλοίαρχος ή, στην περίπτωση πολιτών τρίτων χωρών, σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο κράτος.

    5.   Όταν κατά τη διάρκεια επιθεώρησης εντοπίζονται δύο ή περισσότερες σοβαρές παραβάσεις που έχει διαπράξει το ίδιο το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει την αλιευτική άδεια ή ο πλοίαρχος, καταλογίζονται μόρια για καθεμία από αυτές τις σοβαρές παραβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2, με ανώτατο όριο τα 12 μόρια για το σύνολο των εν λόγω παραβάσεων.

    6.   Όταν ο συνολικός αριθμός των μορίων ισούται με ή υπερβαίνει τα 18, η αλιευτική άδεια ή/και το δικαίωμα χειρισμού αλιευτικού σκάφους ως πλοιάρχου αναστέλλονται αυτομάτως για περίοδο τουλάχιστον δύο μηνών. Η εν λόγω περίοδος ορίζεται σε: τέσσερις μήνες, εάν η άδεια αναστέλλεται για δεύτερη φορά και ο αριθμός των μορίων ισούται με ή υπερβαίνει τα 36 μόρια· οκτώ μήνες, εάν η άδεια αναστέλλεται για τρίτη φορά και ο αριθμός των μορίων ισούται με ή υπερβαίνει τα 54 μόρια· και ένα έτος, εάν η άδεια αναστέλλεται για τέταρτη φορά και ο αριθμός των μορίων ισούται με ή υπερβαίνει τα 72 μόρια. Σε περίπτωση που η άδεια αναστέλλεται για πέμπτη φορά και ο αριθμός των μορίων ισούται με ή υπερβαίνει τα 90 μόρια, η αλιευτική άδεια και το δικαίωμα χειρισμού αλιευτικού σκάφους ως πλοιάρχου ανακαλούνται και το αλιευτικό σκάφος δεν χρησιμοποιείται για εμπορική εκμετάλλευση θαλάσσιων βιολογικών πόρων.

    7.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ένα φυσικό πρόσωπο για το οποίο έχει ενεργοποιηθεί η αναστολή ή η ανάκληση του δικαιώματος χειρισμού αλιευτικού σκάφους σύμφωνα με την παράγραφο 6, δεν επιτρέπεται να ενεργεί ως πλοίαρχος επί αλιευτικού σκάφους που φέρει τη σημαία τους. Σε περίπτωση αναστολής του δικαιώματος χειρισμού σκάφους, η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται μόνο για την περίοδο της αναστολής.

    8.   Σε περίπτωση που ο κάτοχος αλιευτικής άδειας ή ο πλοίαρχος δεν διαπράξει σοβαρή παράβαση εντός τριετίας από την ημερομηνία διάπραξης της τελευταίας σοβαρής επιβεβαιωμένης παράβασης, διαγράφονται όλα τα μόρια.

    9.   Όταν κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος σημαίας έχει επιβεβαιώσει, βάσει της εθνικής του νομοθεσίας, ότι έχει διαπραχθεί σοβαρή παράβαση εντός της δικαιοδοσίας του, την κοινοποιεί στο κράτος μέλος σημαίας προκειμένου αυτό να προσδιορίσει και να καταλογίσει τον αριθμό των μορίων σύμφωνα με το παράρτημα III.

    10.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για τη δημιουργία του συστήματος καταλογισμού μορίων για σοβαρές παραβάσεις, για τον καταλογισμό του κατάλληλου αριθμού μορίων στον κάτοχο αλιευτικής άδειας και στον πλοίαρχο και για τη μεταβίβαση των μορίων σύμφωνα με την παράγραφο 3.

    11.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το σύστημα μορίων δεν καθίσταται αναποτελεσματικό με την εφαρμογή εθνικών διαδικασιών.

    12.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τα ακόλουθα:

    α)

    τη συνέχεια που δίνεται στην αναστολή και στην οριστική ανάκληση αλιευτικής άδειας ή του δικαιώματος του πλοιάρχου να ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες·

    β)

    μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση παράνομων αλιευτικών δραστηριοτήτων κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής ή μετά την οριστική ανάκληση αλιευτικής άδειας ή δικαιώματος του πλοιάρχου να ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες·

    γ)

    τις προϋποθέσεις που δικαιολογούν τη διαγραφή των μορίων·

    δ)

    την εγγραφή των πλοιάρχων που είναι εξουσιοδοτημένοι να ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες και την καταγραφή των μορίων που καταλογίζονται στους πλοιάρχους.

    13.   Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:

    α)

    την κοινοποίηση των αποφάσεων για τον καταλογισμό μορίων·

    β)

    τη μεταβίβαση των μορίων σύμφωνα με την παράγραφο 3·

    γ)

    τη διαγραφή από τους σχετικούς καταλόγους αλιευτικών αδειών ή του δικαιώματος χειρισμού αλιευτικού σκάφους ως πλοιάρχου, για το πρόσωπο που ευθύνεται για σοβαρές παραβάσεις·

    δ)

    την υποχρέωση παροχής πληροφοριών σχετικά με το σύστημα επιβολής μορίων για τους πλοιάρχους αλιευτικών σκαφών που έχει θεσπιστεί από τα κράτη μέλη.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.

    Άρθρο 92α

    Ευθύνη νομικών προσώπων

    1.   Τα νομικά πρόσωπα υπέχουν ευθύνη για σοβαρές παραβάσεις όταν οι παραβάσεις αυτές διαπράττονται προς όφελός τους από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου, και το οποίο κατέχει ιθύνουσα θέση εντός του συγκεκριμένου νομικού προσώπου με βάση οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

    α)

    εξουσία εκπροσώπησης του νομικού προσώπου·

    β)

    εξουσία λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου· ή

    γ)

    εξουσία άσκησης ελέγχου στο εσωτερικό του νομικού προσώπου.

    2.   Τα νομικά πρόσωπα μπορεί να υπέχουν ευθύνη και στις περιπτώσεις που η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατέστησε δυνατή τη διάπραξη σοβαρής παράβασης προς όφελός του εν λόγω νομικού προσώπου, από φυσικό πρόσωπο το οποίο τελεί υπό την εξουσία του.

    3.   Η ευθύνη νομικού προσώπου δεν αποκλείει διαδικασίες κατά φυσικών προσώπων που είναι φυσικοί ή ηθικοί αυτουργοί ή συνεργοί στις διαπραχθείσες παραβάσεις.

    Άρθρο 92β

    Υποχρέωση κοινοποίησης οριστικής απόφασης

    1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους που έχει δικαιοδοσία σε σχέση με μια παράβαση κοινοποιούν, αμελλητί και σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διαδικασίες βάσει της εθνικής νομοθεσίας, στο κράτος σημαίας, στο κράτος του οποίου είναι πολίτης το φυσικό πρόσωπο που διέπραξε την παράβαση ή στο οποίο είναι εγκατεστημένο το νομικό πρόσωπο που υπέχει ευθύνη για την παράβαση και, κατά περίπτωση, στο παράκτιο κράτος, στο κράτος λιμένα ή στο κράτος στο οποίο πραγματοποιείται η επεξεργασία, κάθε οριστική απόφαση σχετικά με την εν λόγω παράβαση.

    Σε περίπτωση σοβαρών παραβάσεων που διαπιστώνονται σε ενωσιακά ύδατα ή σε λιμένες της Ένωσης σε σχέση με αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία τρίτων χωρών, οι αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους κοινοποιούν επίσης αμελλητί στην Επιτροπή κάθε οριστική απόφαση σχετικά με τις εν λόγω παραβάσεις.

    2.   Σε περίπτωση κοινοποίησης από το κράτος μέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το κράτος μέλος σημαίας καταλογίζει τον κατάλληλο αριθμό μορίων στον κάτοχο της αλιευτικής άδειας και στον πλοίαρχο του συγκεκριμένου αλιευτικού σκάφους.

    Άρθρο 93

    Εθνικά μητρώα για τις παραβάσεις

    1.   Τα κράτη μέλη καταγράφουν σε εθνικό μητρώο όλες τις επιβεβαιωμένες παραβάσεις των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, οι οποίες έχουν διαπραχθεί από αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία τους ή από πολίτες τους, και από αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία τρίτης χώρας ή από υπηκόους τρίτης χώρας που έχουν διαπράξει παραβάσεις εντός των υδάτων υπό τη δικαιοδοσία τους ή στην επικράτειά τους, συμπεριλαμβανομένων όλων των αποφάσεων και των κυρώσεων που επιβλήθηκαν και του αριθμού των μορίων που καταλογίστηκαν. Οι παραβάσεις από αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία των κρατών μελών ή πολιτών τους οι οποίοι υπόκεινται σε διαδικασίες σε άλλα κράτη μέλη καταγράφονται επίσης στα εθνικά μητρώα παραβάσεων των κρατών μελών, κατόπιν κοινοποίησης της οριστικής απόφασης από το κράτος μέλος δικαιοδοσίας, σύμφωνα με το άρθρο 92β.

    2.   Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας παράβασης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν από τα υπόλοιπα κράτη μέλη πληροφορίες από τα εθνικά τους μητρώα σχετικά με τα αλιευτικά σκάφη και τα πρόσωπα που εικάζει το αιτούν κράτος μέλος ότι έχουν διαπράξει τη συγκεκριμένη παράβαση ή έχουν συλληφθεί επ’ αυτοφώρω να διαπράττουν τη συγκεκριμένη παράβαση.

    3.   Όταν ένα κράτος μέλος ζητεί στοιχεία από άλλο κράτος μέλος σε σχέση με μια παράβαση, το άλλο κράτος μέλος παρέχει αμελλητί τα συναφή στοιχεία για τα αλιευτικά σκάφη και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην παράβαση.

    4.   Τα στοιχεία που περιέχονται στα εθνικά μητρώα παραβάσεων αποθηκεύονται μόνο για όσο διάστημα είναι απαραίτητο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και σε κάθε περίπτωση για ελάχιστο διάστημα πέντε ημερολογιακών ετών από το έτος που ακολουθεί εκείνο κατά τη διάρκεια του οποίου καταχωρίστηκαν οι πληροφορίες.

    (*13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2023/2053 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Σεπτεμβρίου 2023, για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου διαχείρισης του ερυθρού τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1936/2001, (ΕΕ) 2017/2107 και (ΕΕ) 2019/833 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1627 (ΕΕ L 238 της 27.9.2023, σ. 1)."

    (*14)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73)."

    (*15)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1139 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2016, για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου για τα αποθέματα γάδου, ρέγγας και παπαλίνας της Βαλτικής θάλασσας και για τις αλιευτικές δραστηριότητες εκμετάλλευσης των εν λόγω αποθεμάτων, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2187/2005 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1098/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 191 της 15.7.2016, σ. 1).»."

    76)

    Στον τίτλο IX παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

    «Άρθρο 93α

    Εθνικά προγράμματα ελέγχου

    1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ετήσια ή πολυετή εθνικά προγράμματα ελέγχου για τις επιθεωρήσεις και τον έλεγχο των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    Τα εθνικά προγράμματα ελέγχου βασίζονται στον κίνδυνο και επικαιροποιούνται άπαξ ετησίως, εάν χρειαστεί, ιδίως λαμβανομένων υπόψη τυχόν προσφάτως εγκριθέντων μέτρων διατήρησης και ελέγχου και τυχόν πρόσθετων στοιχείων.

    Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα εθνικά τους προγράμματα ελέγχου το αργότερο εντός τριών μηνών από την κατάρτιση ή την επικαιροποίησή τους.

    2.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά τα εθνικά προγράμματα ελέγχου και τα κριτήρια αναφοράς για τον έλεγχο και τις επιθεωρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της κοινής αλιευτικής πολιτικής και την τεχνική πρόοδο και τις επιστημονικές εξελίξεις. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.

    Άρθρο 93β

    Ετήσια έκθεση των κρατών μελών σχετικά με τον έλεγχο και τις επιθεωρήσεις

    1.   Έως τις 30 Ιουνίου κάθε έτους, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή και δημοσιεύουν στον ιστότοπό τους ετήσια έκθεση σχετικά με τον έλεγχο και τις επιθεωρήσεις που διενεργήθηκαν το προηγούμενο έτος. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να ανατρέχουν σε στοιχεία που παρέχονται στο πλαίσιο της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 95.

    2.   Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τους υφιστάμενους διαθέσιμους πόρους για τον έλεγχο και τις επιθεωρήσεις: τον αριθμό των πλοίων επιθεώρησης, υπηρεσιακών αεροσκαφών ή υπηρεσιακών συστημάτων μη επανδρωμένου αεροσκάφους (RPAS)· άλλα μέσα ελέγχου και επιθεώρησης· τον αριθμό των εργαζομένων (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης)· τα κονδύλια του προϋπολογισμού·

    β)

    τον αριθμό και το είδος του ελέγχου και των επιθεωρήσεων και που διενεργήθηκαν·

    γ)

    τον αριθμό και το είδος των παραβάσεων που εντοπίστηκαν και επιβεβαιώθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των σοβαρών παραβάσεων·

    δ)

    τον αριθμό των επακόλουθων ενεργειών, ανά είδος παράβασης, όπως διοικητική κύρωση, ποινική κύρωση, μέτρο άμεσης επιβολής ή αριθμός μορίων που καταλογίστηκαν για επιβεβαιωμένες παραβάσεις.

    3.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, η Επιτροπή δημοσιοποιεί στον ιστότοπό της συλλογή των στοιχείων από τις εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 που καλύπτει το προηγούμενο έτος. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την EFCA να συνδράμει στη συγκέντρωση των εν λόγω στοιχείων.

    4.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τον μορφότυπο και την υποβολή των εκθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    77)

    Στο άρθρο 95, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Ορισμένα είδη αλιείας μπορούν να υπαχθούν σε ειδικά προγράμματα ελέγχου και επιθεώρησης. Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, και σε συνεννόηση με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, να καθορίζει ποια αλιεύματα θα αποτελούν αντικείμενο ειδικών προγραμμάτων ελέγχου και επιθεώρησης με βάση την ανάγκη για ειδικό και συντονισμένο έλεγχο των εν λόγω τύπων αλιείας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.

    2.   Οι εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 1 αναφέρουν τους στόχους, τις προτεραιότητες και τις διαδικασίες καθώς και τα κριτήρια αναφοράς για τις δραστηριότητες επιθεώρησης. Τα εν λόγω κριτήρια αναφοράς καθορίζονται με βάση τη διαχείριση κινδύνου και αναθεωρούνται περιοδικά μετά από ανάλυση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων.»

    .

    78)

    Στο άρθρο 102, οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα της έρευνας και της διαβιβάζουν έκθεση η οποία συντάσσεται το αργότερο εντός τριμήνου μετά το αίτημα της Επιτροπής. Η περίοδος αυτή μπορεί να παραταθεί για εύλογο διάστημα από την Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κατόπιν δεόντως αιτιολογημένου αιτήματος από το κράτος μέλος.

    4.   Σε περίπτωση που η διοικητική έρευνα η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν οδηγήσει στη διάλυση των εικασιών περί παρατυπιών ή σε περίπτωση που η Επιτροπή εντοπίσει ελλείψεις στο σύστημα ελέγχου ενός κράτους μέλους κατά τη διάρκεια των επαληθεύσεων ή των αυτοτελών επιθεωρήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 98 και 99 ή στον έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 100, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταστρώνει σχέδιο δράσης με το εν λόγω κράτος μέλος. Το κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή του εν λόγω σχεδίου δράσης.»

    .

    79)

    Το άρθρο 104 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Όταν ένα κράτος μέλος δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του ως προς την εφαρμογή πολυετούς σχεδίου και η Επιτροπή διαθέτει αποδείξεις ότι η αδυναμία τήρησης αυτών των υποχρεώσεων αποτελεί σοβαρή απειλή για τη διατήρηση ενός αποθέματος ή μιας ομάδας αποθεμάτων, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να απαγορεύσει προσωρινά στο εν λόγω κράτος μέλος την αλιεία του είδους που έχει πληγεί από αυτές τις ελλείψεις.»

    ·

    β)

    η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, αίρει την απαγόρευση αφότου το κράτος μέλος αποδείξει γραπτώς, με τρόπο που να ικανοποιεί την Επιτροπή, ότι ο τύπος της αλιείας μπορεί να συνεχιστεί με ασφάλεια.»

    .

    80)

    Στον τίτλο XI, η επικεφαλίδα του κεφαλαίου III αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

    « Κεφάλαιο III

    Αφαίρεση και προσαρμογές ποσοστώσεων και αλιευτικής προσπάθειας ».

    81)

    Το άρθρο 105 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο, το εισαγωγικό τμήμα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος έχει υπερβεί την ποσόστωση, την παραχωρούμενη ποσότητα ή το διαθέσιμο σε ένα δεδομένο έτος μερίδιο του αποθέματος ή της ομάδας αποθεμάτων του, η Επιτροπή προβαίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν διαβούλευσης με το συγκεκριμένο κράτος μέλος, σε μειώσεις στο επόμενο έτος ή έτη των ετήσιων ποσοστώσεων, της παραχωρούμενης ποσότητας ή του μεριδίου του εν λόγω κράτους μέλους το οποίο έχει υπεραλιεύσει, εφαρμόζοντας πολλαπλασιαστικό συντελεστή σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:»·

    β)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «2α.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, σε περίπτωση υπεραλίευσης από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ποσόστωσης, παραχωρούμενης ποσότητας ή μεριδίου αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων που διαθέτει η Ένωση βάσει διεθνούς συμφωνίας, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν διαβούλευσης με το συγκεκριμένο κράτος μέλος, προβαίνει σε μειώσεις της ποσόστωσης, της κατανομής ή του μεριδίου του κράτους μέλους που έχει υπεραλιεύσει εντός του ίδιου χρονικού πλαισίου με τη μείωση που εφαρμόζεται δυνάμει της διεθνούς συμφωνίας και εφαρμόζοντας πολλαπλασιαστικό συντελεστή σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3.»

    ·

    γ)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «3α.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 2 και 3, σε περίπτωση που εφαρμόζεται επίσης πολλαπλασιαστικός συντελεστής βάσει σχετικής διεθνούς συμφωνίας για το μερίδιο της Ένωσης, ο πολλαπλασιαστικός συντελεστής ο οποίος εφαρμόζεται στη μείωση της ποσόστωσης κράτους μέλους που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2α είναι ο υψηλότερος από τους δύο εφαρμοστέους πολλαπλασιαστικούς συντελεστές.»

    ·

    δ)

    οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος έχει υπεραλιεύσει την ποσόστωση, την παραχωρούμενη ποσότητα ή το διαθέσιμο μερίδιο του αποθέματος ή της ομάδας αποθεμάτων του κατά τη διάρκεια προηγουμένων ετών, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν διαβούλευσης με το συγκεκριμένο κράτος μέλος, να προβεί σε αφαίρεση ποσοστώσεων από μελλοντικές ποσοστώσεις του εν λόγω κράτους μέλους, ούτως ώστε να ληφθεί υπόψη το επίπεδο της υπεραλίευσης.

    5.   Εάν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μείωση σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 επί της ποσόστωσης, της παραχωρούμενης ποσότητας ή του μεριδίου αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων που υπεραλιεύθηκαν διότι η ποσόστωση, η παραχωρούμενη ποσότητα ή το μερίδιο αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων δεν διατίθεται ή δεν διατίθεται επαρκώς στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν διαβούλευσης με το συγκεκριμένο κράτος μέλος, να μειώσει κατά το επόμενο έτος ή έτη ποσοστώσεις για άλλα αποθέματα ή ομάδες αποθεμάτων διαθέσιμων στο εν λόγω κράτος μέλος στην ίδια γεωγραφική περιοχή ή με την ίδια εμπορική αξία σύμφωνα με την παράγραφο 1.

    6.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την προσαρμοσμένη ποσόστωση βάσει της οποίας υπολογίζεται η υπέρβαση της χρήσης, τις μειώσεις των ποσοστώσεων και τη χρονική περίοδο των μειώσεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.»

    .

    82)

    Το άρθρο 106 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ένα κράτος μέλος υπερέβη την αλιευτική προσπάθεια που του αναλογεί, προβαίνει σε μειώσεις της μελλοντικής αλιευτικής προσπάθειας του εν λόγω κράτους μέλους μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν διαβούλευσης με το συγκεκριμένο κράτος μέλος.»

    ·

    β)

    στην παράγραφο 2, το εισαγωγικό τμήμα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.   Σε περίπτωση υπέρβασης της αλιευτικής προσπάθειας που διαθέτει ένα κράτος μέλος σε γεωγραφική περιοχή ή σε αλιεία, η Επιτροπή προβαίνει στο επόμενο έτος ή έτη σε μειώσεις της αλιευτικής προσπάθειας που διαθέτει το εν λόγω κράτος μέλος για τη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή ή αλιεία, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν διαβούλευσης με το συγκεκριμένο κράτος μέλος, εφαρμόζοντας πολλαπλασιαστικό συντελεστή σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:»·

    γ)

    οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Εάν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μείωση σύμφωνα με την παράγραφο 2 επί της μέγιστης επιτρεπόμενης αλιευτικής προσπάθειας της οποίας έγινε υπέρβαση όσον αφορά ένα απόθεμα, διότι η μέγιστη επιτρεπόμενη αλιευτική προσπάθεια για το εν λόγω απόθεμα δεν διατίθεται ή δεν διατίθεται επαρκώς στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν διαβούλευσης με το συγκεκριμένο κράτος μέλος, να μειώσει κατά το επόμενο έτος ή έτη την αλιευτική προσπάθεια που διαθέτει το εν λόγω κράτος μέλος στην ίδια γεωγραφική περιοχή και σύμφωνα με την παράγραφο 2.

    4.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη μέγιστη επιτρεπόμενη αλιευτική προσπάθεια βάσει της οποίας υπολογίζεται η υπέρβαση της χρήσης, τη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας και τη χρονική περίοδο των μειώσεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.»

    .

    83)

    Το άρθρο 107 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Όταν υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ένα κράτος μέλος δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής και ότι το γεγονός αυτό ενδέχεται να συνιστά σοβαρή απειλή για τη διατήρηση αποθεμάτων που υπόκεινται σε αλιευτικές δυνατότητες ή σε καθεστώς αλιευτικής προσπάθειας, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να προβαίνει σε μειώσεις κατά το επόμενο έτος ή έτη από τις ετήσιες ποσοστώσεις, τις παραχωρούμενες ποσότητες ή τα μερίδια αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων, ή από την αλιευτική προσπάθεια, που διαθέτει το εν λόγω κράτος μέλος, εφαρμόζοντας την αρχή της αναλογικότητας και με συνεκτίμηση των ζημιών που υφίστανται τα συγκεκριμένα αποθέματα.»

    ·

    β)

    η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 119α για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού σχετικά με την προθεσμία που διαθέτουν τα κράτη μέλη για να αποδείξουν ότι το είδος αλιείας μπορεί να αλιεύεται με ασφάλεια, τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνουν τα κράτη μέλη στην απάντησή τους και τον καθορισμό των ποσοτήτων που πρέπει να αφαιρούνται λαμβάνοντας υπόψη:

    α)

    την έκταση και τον χαρακτήρα της μη συμμόρφωσης·

    β)

    τη σοβαρότητα και την απειλή για τη διατήρηση των αποθεμάτων·

    γ)

    τη ζημία που προκαλείται στο απόθεμα λόγω της μη συμμόρφωσης.»

    .

    84)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 107α

    Προσαρμογή των αλιευτικών δυνατοτήτων σε περίπτωση μείωσης του μεριδίου της Ένωσης στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών

    Όταν η υπεραλίευση από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ποσόστωσης, παραχωρούμενης ποσότητας ή μεριδίου αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων που διαθέτει η Ένωση δυνάμει διεθνούς συμφωνίας οδηγεί σε μείωση του μεριδίου της Ένωσης δυνάμει της εν λόγω διεθνούς συμφωνίας, το Συμβούλιο, όταν κατανέμει τις αλιευτικές δυνατότητες για το συγκεκριμένο απόθεμα ή ομάδα αποθεμάτων δυνάμει του άρθρου 43 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ και του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 για το έτος για το οποίο γίνεται η εν λόγω μείωση, προσαρμόζει τις ποσοστώσεις των κρατών μελών που δεν υπεραλίευσαν, αυξάνοντάς τες ώστε να φτάσουν τις ποσοστώσεις που θα είχαν λάβει αυτά τα κράτη μέλη αν το μερίδιο της Ένωσης δυνάμει της διεθνούς συμφωνίας δεν είχε μειωθεί. Εάν η προσαρμογή δεν μπορεί να γίνει σε δεδομένο έτος λόγω ανεπαρκούς μεριδίου της Ένωσης, οι εναπομένουσες ποσότητες προσαρμόζονται το επόμενο έτος.».

    85)

    Το άρθρο 109 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Τα κράτη μέλη δημιουργούν ηλεκτρονική βάση δεδομένων για τους σκοπούς της επικύρωσης των δεδομένων που καταγράφονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Η επικύρωση των στοιχείων που καταγράφονται περιλαμβάνει τον διασταυρούμενο έλεγχο, την ανάλυση και την επαλήθευση των στοιχείων.

    2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε όλα τα δεδομένα που καταγράφονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό να είναι ακριβή, πλήρη και να υποβάλλονται από τους επιχειρηματίες, τους πλοιάρχους ή άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα βάσει του παρόντος κανονισμού εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο πλαίσιο των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.»

    ·

    β)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «2α.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2:

    α)

    Τα κράτη μέλη επικυρώνουν τα ακόλουθα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων τα οποία καταγράφονται στο πλαίσιο των αλιευτικών συμφωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, μέσω αυτοματοποιημένων αλγόριθμων και μηχανισμών:

    i)

    δεδομένα στίγματος του σκάφους·

    ii)

    δεδομένα αλιευτικής δραστηριότητας, ιδίως δεδομένα σχετικά με τις εισόδους και εξόδους από αλιευτικές περιοχές, ημερολόγια αλιείας, δηλώσεις εκφόρτωσης, δηλώσεις μεταφόρτωσης και προαναγγελίες·

    iii)

    δεδομένα σχετικά με την αλιευτική προσπάθεια·

    iv)

    δεδομένα από δηλώσεις ανάληψης, παραστατικά μεταφοράς και δελτία πώλησης·

    v)

    δεδομένα από τις αλιευτικές άδειες και τις άδειες αλίευσης·

    vi)

    δεδομένα ελέγχου της ισχύος του κινητήρα·

    β)

    τα κράτη μέλη επικυρώνουν τα δεδομένα που απαριθμούνται στο στοιχείο α) χρησιμοποιώντας ιδίως τα ακόλουθα δεδομένα, εφόσον είναι διαθέσιμα:

    i)

    δεδομένα του συστήματος εντοπισμού σκαφών·

    ii)

    δεδομένα σχετικά με τις διοπτεύσεις·

    iii)

    δεδομένα του AIS·

    iv)

    δεδομένα από επιθεωρήσεις·

    v)

    δεδομένα από εκθέσεις παρατηρητών ελέγχου·

    vi)

    δεδομένα από τα συστήματα REM.»

    ·

    γ)

    η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «5.   Εάν διαπιστωθεί ανακολουθία στα δεδομένα, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος διενεργεί και τεκμηριώνει τις απαραίτητες έρευνες, αναλύσεις και διασταυρούμενους ελέγχους. Τα αποτελέσματα των ερευνών και της αντίστοιχης τεκμηρίωσης διαβιβάζονται στην Επιτροπή κατόπιν αιτήματός της. Εάν υπάρχουν λόγοι να εικάζεται ότι έχει διαπραχθεί παράβαση, το κράτος μέλος διεξάγει επίσης έρευνες και λαμβάνει τα απαραίτητα άμεσα μέτρα σύμφωνα με τα άρθρα 85 και 91.»

    ·

    δ)

    η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «8.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και επικαιροποιούν εθνικό σχέδιο για την εφαρμογή του συστήματος επικύρωσης στο οποίο εμπίπτουν τα δεδομένα που απαριθμούνται στην παράγραφο 2α στοιχεία α) και β), καθώς και για τη συνέχεια που δίνεται σε τυχόν ανακολουθίες. Το σχέδιο καθορίζει τις προτεραιότητες του κράτους μέλους όσον αφορά την επικύρωση των δεδομένων και τη συνέχεια που δίνεται σε τυχόν ανακολουθίες, σύμφωνα με προσέγγιση βάσει κινδύνου. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν αυτό το εθνικό σχέδιο στην Επιτροπή εντός δύο μηνών από την έγκριση ή την επικαιροποίησή του.»

    .

    86)

    Τα άρθρα 110 και 111 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 110

    Πρόσβαση σε δεδομένα, αποθήκευση και επεξεργασία τους

    1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι παρέχεται στην Επιτροπή ή στον φορέα που έχει ορίσει η ίδια εξ αποστάσεως πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή και χωρίς προειδοποίηση, στα ακόλουθα δεδομένα σε μη συγκεντρωτική μορφή:

    α)

    δεδομένα σχετικά με την αλιευτική δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων που αφορούν αλιευτική δραστηριότητα στο πλαίσιο των συμφωνιών αλιείας που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1:

    i)

    δεδομένα στίγματος του σκάφους·

    ii)

    δεδομένα αλιευτικής δραστηριότητας, ιδίως δεδομένα σχετικά με τις εισόδους και εξόδους από αλιευτικές περιοχές, ημερολόγια αλιείας, δηλώσεις εκφόρτωσης, δηλώσεις μεταφόρτωσης και προαναγγελίες·

    iii)

    δεδομένα σχετικά με την αλιευτική προσπάθεια·

    iv)

    δεδομένα από δηλώσεις ανάληψης, παραστατικά μεταφοράς και δελτία πώλησης·

    β)

    άλλα δεδομένα ελέγχου:

    i)

    δεδομένα σχετικά με τις διοπτεύσεις·

    ii)

    δεδομένα από τις αλιευτικές άδειες και τις άδειες αλίευσης·

    iii)

    δεδομένα από επιθεωρήσεις·

    iv)

    δεδομένα σχετικά με τον έλεγχο της ισχύος του κινητήρα·

    v)

    δεδομένα από εκθέσεις παρατηρητών ελέγχου·

    vi)

    εθνικά προγράμματα ελέγχου·

    vii)

    κατάλογο εθνικών υπαλλήλων·

    γ)

    την ηλεκτρονική βάση δεδομένων για τον σκοπό της επαλήθευσης της πληρότητας και της ποιότητας των δεδομένων που έχουν συλλεχθεί, όπως αναφέρεται στο άρθρο 109.

    2.   Η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια μπορούν να επεξεργάζονται τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 δεδομένα, ώστε να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, ιδίως για τη διεξαγωγή επιθεωρήσεων, επαληθεύσεων, ελέγχων και ερευνών, ή στο πλαίσιο των κανόνων συμφωνιών με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς. Επιπλέον η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 για την ανάπτυξη, την παραγωγή και τη διάδοση των ευρωπαϊκών στατιστικών, ιδίως από την Eurostat σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*16) και σύμφωνα με την αποστολή της.

    3.   Για τον σκοπό της διενέργειας επιστημονικής έρευνας ή της παροχής επιστημονικών συμβουλών, τα δεδομένα που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) σημεία i) έως iv), και τα δεδομένα σχετικά με τα αλιεύματα, τις απορρίψεις και τις εκφορτώσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) σημεία iii) και v), μπορούν, όπου είναι αναγκαίο, να παρέχονται σε ανεξάρτητους επιστημονικούς φορείς που αναγνωρίζονται σε ενωσιακό, εθνικό ή διεθνές επίπεδο. Πριν από τη μεταφορά τέτοιων δεδομένων, τα κράτη μέλη εξετάζουν κατά πόσον η επιστημονική έρευνα μπορεί να διενεργηθεί βάσει ψευδωνυμοποιημένων ή ανωνυμοποιημένων δεδομένων.

    Σε κάθε συμβουλή ή άλλη δημοσίευση που βασίζεται σε αυτά τα δεδομένα, τα εν λόγω δεδομένα είναι ανωνυμοποιημένα.

    4.   Τα κράτη μέλη δημιουργούν, θέτουν σε λειτουργία και φιλοξενούν τις σχετικές βάσεις αλιευτικών δεδομένων που περιέχουν τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 δεδομένα.

    5.   Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της Επιτροπής, δεδομένα σχετικά με παραβάσεις στην Επιτροπή ή στον φορέα που έχει ορίσει η ίδια. Τα δεδομένα περιλαμβάνουν, ιδίως, την ημερομηνία της παράβασης, την ημερομηνία της οριστικής απόφασης και τις κυρώσεις και τα μέτρα που επιβλήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των μορίων που καταλογίστηκαν.

    Άρθρο 111

    Ανταλλαγή δεδομένων

    1.   Κάθε κράτος μέλος σημαίας εξασφαλίζει την απευθείας ηλεκτρονική ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών με άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, και ειδικότερα:

    α)

    τα δεδομένα στίγματος του σκάφους, όταν τα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του βρίσκονται σε ύδατα άλλου κράτους μέλους·

    β)

    στοιχεία του ημερολογίου αλιείας όταν τα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του αλιεύουν σε ύδατα άλλου κράτους μέλους, ή εκφορτώνουν ή μεταφορτώνουν σε λιμένες άλλου κράτους μέλους·

    γ)

    δηλώσεις εκφόρτωσης και δηλώσεις μεταφόρτωσης, όταν οι εκφορτώσεις ή οι μεταφορτώσεις πραγματοποιούνται σε λιμένες άλλου κράτους μέλους·

    δ)

    προαναγγελία όταν ο λιμένας προορισμού βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος·

    ε)

    δελτία πώλησης, παραστατικά μεταφοράς και δηλώσεις ανάληψης όταν η πώληση, η μεταφορά ή η ανάληψη πραγματοποιείται σε άλλο κράτος μέλος·

    στ)

    εκθέσεις επιθεώρησης και επιτήρησης και ανάλυση κινδύνου για τα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του τα οποία επιθεωρούνται στα ύδατα ή τους λιμένες άλλου κράτους μέλους.

    2.   Κάθε παράκτιο κράτος μέλος σημαίας εξασφαλίζει την απευθείας ηλεκτρονική ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών με άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, και με την Επιτροπή ή τον φορέα που έχει ορίσει η ίδια, διαβιβάζοντας ιδίως:

    α)

    στοιχεία του δελτίου πώλησης στο κράτος μέλος σημαίας, όταν η πρώτη πώληση προέρχεται από αλιευτικό σκάφος που φέρει τη σημαία άλλου κράτους μέλους·

    β)

    στοιχεία της δήλωσης ανάληψης, όταν το αλίευμα αποθηκεύεται σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος σημαίας ή εκφόρτωσης·

    γ)

    στοιχεία του δελτίου πώλησης και της δήλωσης ανάληψης στο κράτος μέλος όπου πραγματοποιήθηκε η εκφόρτωση·

    δ)

    παραστατικά μεταφοράς στο κράτος μέλος σημαίας, στο κράτος μέλος προορισμού και στο κράτος μέλος διέλευσης·

    ε)

    εκθέσεις επιθεώρησης και επιτήρησης.

    3.   Κάθε κράτος μέλος σημαίας εξασφαλίζει την απευθείας ηλεκτρονική ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών όσον αφορά σκάφη που φέρουν τη σημαία του με την Επιτροπή ή τον φορέα που έχει ορίσει η ίδια, και ειδικότερα:

    α)

    δεδομένα στίγματος του σκάφους·

    β)

    στοιχεία του ημερολογίου αλιείας·

    γ)

    δηλώσεις εκφόρτωσης και δηλώσεις μεταφόρτωσης·

    δ)

    προαναγγελία·

    ε)

    δελτία πώλησης, παραστατικά μεταφοράς και δηλώσεις ανάληψης·

    στ)

    εκθέσεις επιθεώρησης και επιτήρησης.

    (*16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).»."

    87)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 111α

    Ενιαίοι όροι για την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με την παροχή δεδομένων

    Για τον σκοπό της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τα ακόλουθα:

    α)

    την ποιότητα των δεδομένων, την τήρηση προθεσμιών για υποβολή στοιχείων από τους επιχειρηματίες, την επικύρωση των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των διασταυρούμενων ελέγχων, της ανάλυσης και της επαλήθευσης·

    β)

    την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής ή του φορέα που έχει ορίσει η ίδια·

    γ)

    την πρόσβαση σε δεδομένα από την Επιτροπή ή τον φορέα που έχει ορίσει η ίδια·

    δ)

    την πρόσβαση στα δεδομένα από επιστημονικούς φορείς της Ένωσης και από την Eurostat·

    ε)

    τη διαλειτουργικότητα και την τυποποίηση των βάσεων δεδομένων·

    στ)

    τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 110 παράγραφοι 1 και 2, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών διασφαλίσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και των κανόνων ασφαλείας που εφαρμόζονται στις βάσεις δεδομένων.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    88)

    Το άρθρο 112 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 112

    Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

    1.   Οι κανονισμοί (ΕΕ) 2016/679 (*17) και (ΕΕ) 2018/1725 (*18) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, καθώς και οι εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*19), ισχύουν για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό από τα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον φορέα που έχει ορίσει η ίδια.

    2.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τους παρακάτω σκοπούς, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω σκοποί δεν μπορούν να επιτευχθούν με δεδομένα που δεν επιτρέπουν την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων:

    α)

    παρακολούθηση των αλιευτικών δυνατοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της απορρόφησης της ποσόστωσης·

    β)

    επικύρωση δεδομένων·

    γ)

    παρακολούθηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων που διεξάγουν ενωσιακά αλιευτικά σκάφη ή των αλιευτικών δραστηριοτήτων αλιευτικών σκαφών εντός των ενωσιακών υδάτων·

    δ)

    παρακολούθηση του ελέγχου που διενεργούν τα κράτη μέλη όσον αφορά τις αλιευτικές δραστηριότητες και στην αλυσίδα εφοδιασμού·

    ε)

    επιθεωρήσεις, επαληθεύσεις, ελέγχους και έρευνες·

    στ)

    προετοιμασία διεθνών συμφωνιών και μέτρων διατήρησης και σχετική συμμόρφωση·

    ζ)

    διαχείριση κινδύνου, αξιολογήσεις πολιτικής και εκτιμήσεις επιπτώσεων·

    η)

    επιστημονική έρευνα και επιστημονικές συμβουλές και παραγωγή στατιστικών στοιχείων·

    θ)

    έρευνες που αφορούν καταγγελίες και παραβάσεις και δικαστική ή διοικητική διαδικασία·

    ι)

    συγκέντρωση ή παροχή στοιχείων που αποδεικνύουν τα αλιευτικά δικαιώματα επιμέρους σκαφών, κρατών μελών ή της Ένωσης.

    3.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό δεν αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από όσο είναι απαραίτητο για τους σκοπούς που απαριθμούνται στην παράγραφο 2, και σε κάθε περίπτωση για διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία το κράτος μέλος ή η Επιτροπή αποκτά τα σχετικά δεδομένα.

    4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3:

    α)

    τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό δεν αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από όσο είναι απαραίτητο για τους σκοπούς που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχεία ε) και θ), και σε κάθε περίπτωση για διάστημα μεγαλύτερο από την ολοκλήρωση της σχετικής διοικητικής ή δικαστικής διαδικασίας ή το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επιβολή κυρώσεων βάσει του παρόντος κανονισμού, όπως το σύστημα μορίων·

    β)

    τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία περιέχονται στις πληροφορίες που απαριθμούνται στο άρθρο 109 παράγραφος 2α στοιχείο α) σημεία i) ως v) δεν αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από όσο είναι απαραίτητο για τους σκοπούς που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχεία στ) και ι) του παρόντος άρθρου, και σε κάθε περίπτωση για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών από την ημερομηνία κατά την οποία το κράτος μέλος, η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια αποκτά τα σχετικά δεδομένα·

    γ)

    τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία περιλαμβάνονται στις πληροφορίες που απαριθμούνται στο άρθρο 109 παράγραφος 2α στοιχείο α) σημεία i) ως iv) δεν αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από όσο είναι απαραίτητο για τους σκοπούς που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχεία ζ) και η) του παρόντος άρθρου, και σε κάθε περίπτωση για διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία το κράτος μέλος, η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια αποκτά τα σχετικά δεδομένα. Αν οι πληροφορίες αυτές διατηρηθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, όταν είναι απαραίτητο για τους σκοπούς που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχεία ζ) και η) του παρόντος άρθρου, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι ανωνυμοποιημένα ή ψευδωνυμοποιημένα.

    5.   Οι αρχές των κρατών μελών θεωρούνται υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 7) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συλλέγουν δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

    6.   Η Επιτροπή θεωρείται υπεύθυνος επεξεργασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 8) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συλλέγει δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

    7.   Η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια και οι αρχές των κρατών μελών κατοχυρώνουν την ασφάλεια της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια και οι αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται για την εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την ασφάλεια.

    8.   Ειδικότερα, η Επιτροπή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου ασφαλείας, σχεδίου συνέχισης των δραστηριοτήτων και αποκατάστασης της λειτουργίας έπειτα από καταστροφή, προκειμένου:

    α)

    να προστατεύεται η φυσική υπόσταση των δεδομένων, μεταξύ άλλων μέσω της κατάρτισης εναλλακτικών σχεδίων για την προστασία της ζωτικής υποδομής·

    β)

    να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή απομάκρυνση των μέσων αποθήκευσης δεδομένων·

    γ)

    να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη καταχώριση δεδομένων καθώς και ο μη εξουσιοδοτημένος έλεγχος, τροποποίηση ή διαγραφή καταγεγραμμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

    δ)

    να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων καθώς και κάθε μη εξουσιοδοτημένη αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων·

    ε)

    να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να έχουν πρόσβαση στις σχετικές βάσεις αλιευτικών δεδομένων έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα που καλύπτονται από την άδεια πρόσβασής τους, με ατομικές ταυτότητες χρήστη και μόνο με εμπιστευτικά μέσα πρόσβασης·

    στ)

    να εξασφαλίζεται η δυνατότητα επαλήθευσης και προσδιορισμού των φορέων στους οποίους μπορούν να διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και των δεδομένων που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία στις σχετικές βάσεις αλιευτικών δεδομένων, καθώς και η δυνατότητα να προσδιορίζεται το πότε, από ποια πρόσωπα και για ποιον σκοπό·

    ζ)

    να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς ή από τις σχετικές βάσεις αλιευτικών δεδομένων, ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων, ιδίως μέσω κατάλληλων τεχνικών κρυπτογράφησης·

    η)

    να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας που εκτίθενται στην παρούσα παράγραφο και να λαμβάνονται τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα για τη διενέργεια εσωτερικού ελέγχου, ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

    9.   Οι αρχές των κρατών μελών λαμβάνουν μέτρα ισοδύναμα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 8 όσον αφορά την ασφάλεια σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε από τις σχετικές βάσεις αλιευτικών δεδομένων.

    (*17)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1)."

    (*18)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39)."

    (*19)  Οδηγία (EE) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).»."

    89)

    Στο άρθρο 113, οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι τα δεδομένα που καλύπτονται από το επαγγελματικό και εμπορικό απόρρητο τα οποία συλλέγονται, λαμβάνονται και διαβιβάζονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες σχετικά με το επαγγελματικό και εμπορικό απόρρητο των δεδομένων.

    2.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και ανταλλάσσονται μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής δεν μπορούν να διαβιβάζονται σε πρόσωπα, άλλα από εκείνα των οποίων οι αρμοδιότητες στα κράτη μέλη, στην Επιτροπή ή στον φορέα που έχει ορίσει η ίδια απαιτούν να έχουν πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα, παρά μόνο με τη συναίνεση του κράτους μέλους ή της Επιτροπής ή του φορέα που έχει ορίσει η ίδια, που παρέσχε τα εν λόγω δεδομένα. Σε περίπτωση άρνησης, το κράτος μέλος, η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια αιτιολογεί την άρνηση διαβίβασης των δεδομένων. Η έλλειψη απάντησης σε αίτημα για συναίνεση εντός ενός μηνός θεωρείται συναίνεση.

    3.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνον για τον σκοπό που προβλέπει ο παρών κανονισμός, εκτός εάν το κράτος μέλος, η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια που παρέσχε τα εν λόγω δεδομένα και υπό την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος της αρχής που λαμβάνει τα στοιχεία δεν απαγορεύουν τη χρήση αυτή. Σε περίπτωση άρνησης, το κράτος μέλος, η Επιτροπή ή ο φορέας που έχει ορίσει η ίδια αιτιολογεί την άρνηση.»

    .

    90)

    Τα άρθρα 114 και 115 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 114

    Επίσημοι ιστότοποι

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη δημιουργούν και επικαιροποιούν επίσημους ιστότοπους για τους επιχειρηματίες και το ευρύ κοινό, οι οποίοι περιέχουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 115.

    Άρθρο 115

    Περιεχόμενο των επίσημων ιστότοπων

    Στους επίσημους ιστότοπούς τους, τα κράτη μέλη δημοσιεύουν αμελλητί τις ακόλουθες πληροφορίες ή παρέχουν απευθείας σύνδεσμο προς αυτές:

    α)

    τα ονόματα και τις διευθύνσεις των αρχών που είναι αρμόδιες για την έκδοση των αλιευτικών αδειών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 6 και των αδειών αλίευσης όπως αναφέρονται στα άρθρα 7 και 7α·

    β)

    τον κατάλογο των λιμένων, διευκρινίζοντας τις ώρες λειτουργίας τους, για τον σκοπό της μεταφόρτωσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 20·

    γ)

    έναν μήνα μετά τη θέση σε ισχύ ενός πολυετούς σχεδίου, και κατόπιν έγκρισης από την Επιτροπή, τον κατάλογο των λιμένων που έχουν καθοριστεί, όπως αναφέρεται στο άρθρο 43, διευκρινίζοντας τις ώρες λειτουργίας τους και εντός τριάντα ημερών, τους συναφείς όρους για την καταγραφή και την αναφορά των ποσοτήτων των ειδών που υπάγονται στο πολυετές σχέδιο για κάθε εκφόρτωση·

    δ)

    τις αποφάσεις για την απαγόρευση σε πραγματικό χρόνο, συμπεριλαμβανομένου του σαφούς καθορισμού της γεωγραφικής έκτασης των περιοχών αλιείας που επηρεάζονται, της διάρκειας της απαγόρευσης και των προϋποθέσεων που διέπουν την αλιεία στη συγκεκριμένη περιοχή κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης·

    ε)

    τις λεπτομέρειες που αφορούν το σημείο επαφής για τη διαβίβαση ή την υποβολή ημερολογίων αλιείας, προαναγγελιών, δηλώσεων μεταφόρτωσης, δηλώσεων εκφόρτωσης, δελτίων πώλησης, δηλώσεων ανάληψης και παραστατικών μεταφοράς όπως αναφέρεται στα άρθρα 14, 17, 20, 23, 54δ, 55, 62, 66 και 68·

    στ)

    χάρτες με τις συντεταγμένες των περιοχών στις οποίες ισχύει προσωρινή απαγόρευση της αλιείας σε πραγματικό χρόνο, προσδιορίζοντας τη διάρκεια της απαγόρευσης και τις προϋποθέσεις που διέπουν την αλιεία στις εν λόγω περιοχές κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης·

    ζ)

    την απόφαση για απαγόρευση ενός τύπου αλιείας βάσει του άρθρου 35, συμπεριλαμβανομένων όλων των απαραίτητων λεπτομερειών·

    η)

    κατάλογο με τις περιοχές περιορισμένης αλιείας και τους αντίστοιχους περιορισμούς·

    θ)

    κατάλογο επιχειρηματιών που έχουν άδεια να διεξάγουν ζύγιση σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 5, όπου προσδιορίζονται ο λιμένας και η εγκατάσταση ζύγισης·

    ι)

    το εθνικό πρόγραμμα ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 93α, εκτός των τμημάτων των οποίων η αποκάλυψη θα υπονόμευε την αποτελεσματικότητα του ελέγχου·

    ια)

    την ετήσια έκθεση σχετικά με τον έλεγχο και τις επιθεωρήσεις καθώς και σύνδεσμο προς τον ιστότοπο της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένης της συλλογής πληροφοριών από τις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 93β παράγραφος 1·

    ιβ)

    τη βραχύτερη περίοδο προαναγγελίας που ορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1α.».

    91)

    Το άρθρο 116 διαγράφεται.

    92)

    Στο άρθρο 117, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει κανόνες σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή όσον αφορά:

    α)

    τη διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών, τρίτων χωρών, της Επιτροπής και του φορέα που έχει ορίσει η ίδια·

    β)

    τον καθορισμό της ενιαίας αρχής των κρατών μελών·

    γ)

    την κοινοποίηση των επακόλουθων ενεργειών που ελήφθησαν από τις εθνικές αρχές σε συνέχεια της ανταλλαγής πληροφοριών·

    δ)

    την υποβολή αιτημάτων συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων για ενημέρωση, για λήψη μέτρων και για διοικητικές κοινοποιήσεις, καθώς και τον καθορισμό προθεσμιών για την αποστολή απάντησης·

    ε)

    ενημέρωση χωρίς προηγούμενο αίτημα·

    στ)

    τις σχέσεις των κρατών μελών με την Επιτροπή και τρίτες χώρες.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.».

    93)

    Στο άρθρο 118, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «5.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει κανόνες σχετικά με το περιεχόμενο και τον μορφότυπο των εκθέσεων που υποβάλλουν τα κράτη μέλη.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 119 παράγραφος 2.»

    .

    94)

    Το άρθρο 119 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 119

    Διαδικασία επιτροπής

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που έχει συσταθεί με το άρθρο 47 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*20).

    2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    (*20)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (EE L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

    95)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 119α

    Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

    2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 9α παράγραφος 5, στο άρθρο 15β παράγραφος 1, στο άρθρο 17 παράγραφος 6, στο άρθρο 21 παράγραφος 6, στο άρθρο 22 παράγραφος 3, στο άρθρο 24 παράγραφος 4, στο άρθρο 41 παράγραφος 4, στο άρθρο 44 παράγραφος 4, στο άρθρο 58 παράγραφοι 10, 11 και 12, στο άρθρο 60α παράγραφος 2, στο άρθρο 73 παράγραφος 9, στο άρθρο 74 παράγραφος 11, στο άρθρο 75 παράγραφος 2, στο άρθρο 90 παράγραφος 4, στο άρθρο 92 παράγραφος 12 και στο άρθρο 107 παράγραφος 4 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα.

    3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 9α παράγραφος 5, στο άρθρο 15β παράγραφος 1, στο άρθρο 17 παράγραφος 6, στο άρθρο 21 παράγραφος 6, στο άρθρο 22 παράγραφος 3, στο άρθρο 24 παράγραφος 4, στο άρθρο 41 παράγραφος 4, στο άρθρο 44 παράγραφος 4, στο άρθρο 58 παράγραφοι 10, 11 και 12, στο άρθρο 60α παράγραφος 2, στο άρθρο 73 παράγραφος 9, στο άρθρο 74 παράγραφος 11, στο άρθρο 75 παράγραφος 2, στο άρθρο 90 παράγραφος 4, στο άρθρο 92 παράγραφος 12 και στο άρθρο 107 παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

    4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*21).

    5.   Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    6.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 9α παράγραφος 5, το άρθρο 15β παράγραφος 1, το άρθρο 17 παράγραφος 6, το άρθρο 21 παράγραφος 6, το άρθρο 22 παράγραφος 3, το άρθρο 24 παράγραφος 4, το άρθρο 41 παράγραφος 4, το άρθρο 44 παράγραφος 4, το άρθρο 58 παράγραφοι 10, 11 και 12, το άρθρο 60α παράγραφος 2, το άρθρο 73 παράγραφος 9, το άρθρο 74 παράγραφος 11, το άρθρο 75 παράγραφος 2, το άρθρο 90 παράγραφος 4, το άρθρο 92 παράγραφος 12 και το άρθρο 107 παράγραφος 4 τίθενται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    (*21)   ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»."

    96)

    Το παράρτημα I διαγράφεται.

    97)

    Το κείμενο του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού προστίθεται ως παραρτήματα III και IV.

    Άρθρο 2

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2019/473

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/473 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 1

    Στόχος

    1.   Με τον παρόντα κανονισμό προβλέπεται η ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας (“Υπηρεσία”) με σκοπό την εξασφάλιση υψηλού, ομοιόμορφου και αποτελεσματικού επιπέδου ελέγχου, επιθεώρησης και τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της εξωτερικής διάστασής της.

    2.   Προς τον σκοπό αυτό, η Υπηρεσία συνεργάζεται με τα κράτη μέλη και την Επιτροπή και τους παρέχει συνδρομή όσον αφορά τους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εντός των ορίων των αποστολών και των καθηκόντων που καθορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙ.».

    2)

    Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «α)

    “έλεγχος” σημαίνει έλεγχος όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 3) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009·»·

    β)

    παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

    «αα)

    “επιθεώρηση” σημαίνει επιθεώρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 4) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009·».

    3)

    Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ε)

    η παροχή βοήθειας στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή για την εναρμόνιση της εφαρμογής των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, και με τον τρόπο αυτό η συμβολή στην επίτευξη των στόχων της, συμπεριλαμβανομένης της βιώσιμης εκμετάλλευσης των θαλάσσιων βιολογικών πόρων·»·

    β)

    το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «στ)

    η συμβολή και η συμμετοχή στο έργο των κρατών μελών και της Επιτροπής για την έρευνα και την ανάπτυξη τεχνικών ελέγχου και επιθεώρησης και η ανάπτυξη πιλοτικών έργων για την έρευνα και την ανάπτυξη τέτοιων τεχνικών.»·

    γ)

    παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία:

    «ια)

    όπου κρίνεται σκόπιμο, η συνεργασία και ο συντονισμός των δραστηριοτήτων με άλλους αποκεντρωμένους οργανισμούς της Ένωσης εντός του πεδίου των καθηκόντων τους, της αποστολής τους και των τομέων δραστηριότητάς τους·

    ιβ)

    η υποβοήθηση της Επιτροπής στην εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται στο πλαίσιο νομοθετικών πράξεων της Ένωσης όσον αφορά τους στόχους της Υπηρεσίας.».

    4)

    Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 17

    Ανταλλαγή και επεξεργασία δεδομένων και πληροφοριών

    1.   Η Επιτροπή, η Υπηρεσία και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν σχετικά δεδομένα και πληροφορίες που διαθέτουν όσον αφορά τις κοινές δραστηριότητες ελέγχου και επιθεώρησης εντός της επικράτειας των κρατών μελών και των ενωσιακών και διεθνών υδάτων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    2.   Η Υπηρεσία λαμβάνει, σύμφωνα με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία, μέτρα για την κατάλληλη προστασία της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που έχει συλλέξει ή έχει λάβει δυνάμει του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 113 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    3.   Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*22) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται από την Υπηρεσία.

    4.   Σε ό,τι αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγει ή λαμβάνει η Υπηρεσία κατά την εκτέλεση της αποστολής και των καθηκόντων της, όπως ορίζονται στο κεφάλαιο II του παρόντος κανονισμού, η Υπηρεσία θεωρείται υπεύθυνος επεξεργασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

    5.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται ή λαμβάνονται από την Υπηρεσία μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τον σκοπό της εκτέλεσης της αποστολής και των καθηκόντων της, όπως ορίζονται στο κεφάλαιο II του παρόντος κανονισμού, υπό την προϋπόθεση ότι ο σκοπός αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί με δεδομένα που δεν επιτρέπουν την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων.

    6.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται ή λαμβάνονται δεν αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από όσο είναι απαραίτητο για τους σκοπούς που απαριθμούνται στην παράγραφο 5, και σε κάθε περίπτωση για διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία η Υπηρεσία λαμβάνει τα σχετικά δεδομένα.

    7.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 6, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται ή λαμβάνονται δεν αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από όσο είναι απαραίτητο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 5 σε ό,τι αφορά:

    α)

    τη συμμετοχή ή τον συντονισμό ελέγχων και επιθεωρήσεων· ή

    β)

    έρευνες που αφορούν καταγγελίες, παραβάσεις και δικαστική ή διοικητική διαδικασία.

    Σε κάθε περίπτωση, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεν αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα πέραν της λήξης της διαδικασίας και των ερευνών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

    Αν οι πληροφορίες διατηρηθούν για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από αυτό που ορίζεται στην παράγραφο 6 ή στην παρούσα παράγραφο, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ανωνυμοποιούνται.

    8.   Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται σε δεδομένα αλιευτικών δραστηριοτήτων σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό πραγματοποιείται μόνο σύμφωνα με το κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και στο πλαίσιο της συμφωνίας με τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα ή τους εφαρμοστέους κανόνες του συγκεκριμένου διεθνούς οργανισμού.

    (*22)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).»."

    5)

    Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 19

    Ανάθεση καθηκόντων επιθεωρητών της Ένωσης σε υπαλλήλους της Υπηρεσίας

    Στους υπαλλήλους της Υπηρεσίας μπορεί να ανατεθούν καθήκοντα επιθεωρητή της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 79 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.».

    6)

    Στο άρθρο 24, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο γ) συνάδει με το πολυετές πρόγραμμα εργασίας. Επισημαίνονται με σαφήνεια οι προσθήκες, οι αλλαγές ή οι διαγραφές σε σύγκριση με το πρόγραμμα εργασίας τους προηγούμενου έτους καθώς και η σημειωθείσα πρόοδος όσον αφορά την επίτευξη των στόχων και των προτεραιοτήτων του πολυετούς προγράμματος εργασίας.»

    .

    7)

    Το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 25

    Συνεργασία σε θέματα θαλάσσης

    Η Υπηρεσία συμβάλλει στην εφαρμογή της ενιαίας πολιτικής της ΕΕ για τη θάλασσα, και, ειδικότερα συνάπτει διοικητικές συμφωνίες με άλλα όργανα σε θέματα τα οποία καλύπτει ο παρών κανονισμός κατόπιν έγκρισης του διοικητικού συμβουλίου. Ο εκτελεστικός διευθυντής ενημερώνει το διοικητικό συμβούλιο σχετικά με τις εν λόγω διαπραγματεύσεις όταν αυτές βρίσκονται ακόμη σε αρχικό στάδιο.».

    8)

    Στο άρθρο 32, η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στο στοιχείο β) η λέξεις «έως την 30ή Απριλίου κάθε έτους» αντικαθίστανται από τις λέξεις «έως την 1η Ιουλίου κάθε έτους»·

    β)

    το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «γ)

    εγκρίνει, έως τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους, το ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού που περιέχει, μεταξύ άλλων, τον πολυετή προγραμματισμό και τον ετήσιο προγραμματισμό της Υπηρεσίας για το επόμενο έτος.

    Το ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού περιέχει τις προτεραιότητες της Υπηρεσίας. Δίνει προτεραιότητα στα καθήκοντα της Υπηρεσίας σχετικά με τα προγράμματα ελέγχου και επιθεώρησης. Εγκρίνεται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού της Ένωσης. Το ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού εγκρίνεται λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής και, όσον αφορά τον πολυετή προγραμματισμό, κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο διαβιβάζει αμελλητί το έγγραφο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.»·

    γ)

    προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

    «θ)

    εξασφαλίζει την κατάλληλη συνέχεια στα πορίσματα και στις συστάσεις που προκύπτουν από τις εσωτερικές ή εξωτερικές εκθέσεις ελέγχου και αξιολογήσεις καθώς και από τις έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF).».

    9)

    Στο άρθρο 33, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από αντιπροσώπους των κρατών μελών, έξι αντιπροσώπους της Επιτροπής και έναν αντιπρόσωπο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Κάθε κράτος μέλος δικαιούται να διορίζει ένα μέλος. Τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διορίζουν για κάθε μέλος ένα αναπληρωματικό μέλος που θα το εκπροσωπεί σε περίπτωση απουσίας του. Μόνο οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών και της Επιτροπής έχουν δικαίωμα ψήφου.»

    .

    10)

    Το άρθρο 35 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 35

    Συνεδριάσεις

    1.   Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται από τον πρόεδρό του. Η ημερήσια διάταξη καθορίζεται από τον πρόεδρο λαμβανομένων υπόψη των προτάσεων των μελών του διοικητικού συμβουλίου και του εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας.

    2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αντιπρόσωπος που ορίζεται από το γνωμοδοτικό συμβούλιο λαμβάνουν μέρος στις συζητήσεις χωρίς δικαίωμα ψήφου.

    3.   Το διοικητικό συμβούλιο πραγματοποιεί τακτική συνεδρίαση τουλάχιστον άπαξ ετησίως. Επιπροσθέτως, συνεδριάζει κατόπιν πρωτοβουλίας του προέδρου ή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή του ενός τρίτου των κρατών μελών που εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο.

    4.   Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να προσκαλεί αντιπρόσωπο των αρμόδιων θεσμικών οργάνων της Ένωσης ή οποιοδήποτε πρόσωπο, του οποίου η γνώμη μπορεί να παρουσιάζει ενδιαφέρον, να παρίσταται στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητής.

    5.   Σε περίπτωση ύπαρξης θέματος τήρησης του απορρήτου ή σύγκρουσης συμφερόντων, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει την εξέταση συγκεκριμένων θεμάτων της ημερήσιας διάταξής του χωρίς την παρουσία του αντιπροσώπου που έχει οριστεί από το γνωμοδοτικό συμβούλιο, των αντιπροσώπων που ορίζονται από τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης και του (των) προσώπου(-ων) που αναφέρεται(-ονται) στην παράγραφο 4. Λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή της διάταξης αυτής μπορούν να καθοριστούν στους κανόνες διαδικασίας.

    6.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων των κανόνων διαδικασίας του, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες.

    7.   Οι υπηρεσίες γραμματείας του διοικητικού συμβουλίου παρέχονται από την Υπηρεσία.».

    11)

    Στο άρθρο 38 παράγραφος 3, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «α)

    καταρτίζει το σχέδιο ενιαίου εγγράφου προγραμματισμού και το υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο προς έγκριση προτού το σχέδιο αυτό σταλεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έως τις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους. Λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του ενιαίου εγγράφου προγραμματισμού εντός των ορίων που προσδιορίζονται από τον παρόντα κανονισμό, τους κανόνες εφαρμογής του και οποιοδήποτε εφαρμοστέο δίκαιο·».

    12)

    Στο άρθρο 44, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Τα έσοδα της Υπηρεσίας συνίστανται, με την επιφύλαξη άλλων κατηγοριών εσόδων:

    α)

    σε συνεισφορά της Ένωσης που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα “Επιτροπή”)·

    β)

    αμοιβές για υπηρεσίες που παρέχονται από την Υπηρεσία σε κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 6·

    γ)

    τέλη για εκδόσεις, δραστηριότητες κατάρτισης ή/και οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία που παρέχεται από την Υπηρεσία·

    δ)

    τέλη για υπηρεσίες που παρέχει η Υπηρεσία στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής συνεργασίας σχετικά με τα καθήκοντα ακτοφυλακής που ορίζεται στο άρθρο 8·

    ε)

    σε χρηματοδότηση από την Ένωση υπό μορφή συμφωνιών ανάθεσης ή ad hoc επιχορηγήσεων σύμφωνα με τους δημοσιονομικούς κανόνες της Υπηρεσίας που αναφέρονται στο άρθρο 47 και τις διατάξεις των συναφών νομικών πράξεων που πλαισιώνουν τις πολιτικές της Ένωσης.»

    .

    13)

    Το άρθρο 48 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 48

    Αξιολόγηση

    1.   Ανά τακτά διαστήματα και τουλάχιστον κάθε πέντε έτη, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση για να εκτιμήσει ιδίως:

    α)

    τα αποτελέσματα της Υπηρεσίας σε σχέση με τους στόχους, την αποστολή και τα καθήκοντά της·

    β)

    τον αντίκτυπο, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των επιδόσεων της Υπηρεσίας και των πρακτικών εργασίας της σε σχέση με τους στόχους, την αποστολή και τα καθήκοντά της.

    Η Επιτροπή διαβουλεύεται με το διοικητικό συμβούλιο σχετικά με τους όρους εντολής για κάθε αξιολόγηση.

    2.   Η Επιτροπή αποστέλλει την έκθεση αξιολόγησης καθώς και τα συμπεράσματά της επί της έκθεσης, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στο διοικητικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να διατυπώνει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τροποποιήσεις του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση αξιολόγησης και τα συμπεράσματα επί της έκθεσης δημοσιοποιούνται.».

    Άρθρο 3

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    στο άρθρο 17, οι παράγραφοι 2, 3, 5 και 6 διαγράφονται·

    2)

    στο άρθρο 20 παράγραφος 1, η δεύτερη περίοδος διαγράφεται·

    3)

    το άρθρο 21 διαγράφεται.

    Άρθρο 4

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Στον τίτλο του κανονισμού, στα άρθρα, στις επικεφαλίδες των άρθρων και των κεφαλαίων και στα παραρτήματα, το ουσιαστικό «Κοινότητα» ή το αντίστοιχο επίθετο αντικαθίστανται από το ουσιαστικό «Ένωση» και το αντίστοιχο επίθετο, με οποιεσδήποτε αναγκαίες γραμματικές αλλαγές.

    2)

    Στο άρθρο 2, το σημείο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «17.

    “Διόπτευση”: παρατήρηση από αρμόδια για επιθεωρήσεις εν πλω αρχή κράτους μέλους, ή από τον πλοίαρχο αλιευτικού σκάφους της Ένωσης ή τρίτης χώρας, αλιευτικού σκάφους το οποίο ασκεί δραστηριότητες που ενδέχεται να θεωρούνται ΠΛΑ αλιεία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3.».

    3)

    Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 3

    Αλιευτικά σκάφη που επιδίδονται σε ΠΛΑ αλιεία

    Αλιευτικό σκάφος θεωρείται ότι επιδίδεται σε ΠΛΑ αλιεία εάν, κατά παράβαση των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης που εφαρμόζονται στην οικεία αλιευτική περιοχή, διεξάγει μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες:

    α)

    που απαριθμούνται στο άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ιγ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009· ή

    β)

    που θεωρούνται σοβαρές παραβάσεις σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχεία α) ως στ), η), θ), ι), ιβ) και ιδ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.».

    4)

    Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 10

    Διαδικασία επιθεώρησης

    Για τον σκοπό της επαλήθευσης της συμμόρφωσης με τους εφαρμοστέους νόμους και κανονισμούς και τα σχετικά διεθνή μέτρα διατήρησης και διαχείρισης, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις του τίτλου VII κεφάλαιο I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.».

    5)

    Στο άρθρο 11, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Εάν από τις πληροφορίες που συλλέγονται κατά την επιθεώρηση ή από άλλα σχετικά δεδομένα ή πληροφορίες προκύπτουν στοιχεία που οδηγούν τον υπάλληλο στο συμπέρασμα ότι αλιευτικό σκάφος έχει επιδοθεί σε ΠΛΑ αλιεία σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού, ο υπάλληλος εκτελεί τα καθήκοντα που καθορίζονται στο άρθρο 82 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    2.   Εάν, από τα αποτελέσματα της επιθεώρησης, προκύπτουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι αλιευτικό σκάφος τρίτης χώρας επιδόθηκε όντως σε ΠΛΑ αλιεία σύμφωνα με το άρθρο 3, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους λιμένα δεν επιτρέπει στο εν λόγω σκάφος την εκφόρτωση ή τη μεταφόρτωση των αλιευμάτων του ή την πρόσβαση σε λιμενικές υπηρεσίες.»

    .

    6)

    Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου III αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

    « Καθεστώς πιστοποίησης αλιευμάτων για αλιευτικά προϊόντα ».

    7)

    Στο άρθρο 12, η παράγραφος 5 διαγράφεται.

    8)

    Παρεμβάλλονται τα εξής άρθρα:

    «Άρθρο 12α

    Σύστημα ολοκληρωμένης αυτοματοποιημένης διαχείρισης πληροφοριών για το καθεστώς πιστοποίησης αλιευμάτων

    1.   Προκειμένου να επιτραπούν η ολοκληρωμένη διαχείριση, χειρισμός, αποθήκευση και ανταλλαγή πληροφοριών, δεδομένων και εγγράφων συναφών για ελέγχους, επαληθεύσεις, έλεγχο και άλλες σχετικές επίσημες δραστηριότητες που αφορούν την εισαγωγή, την επανεξαγωγή και, κατά περίπτωση, την εξαγωγή αλιευτικών προϊόντων, η Επιτροπή δημιουργεί ψηφιακό σύστημα διαχείρισης πληροφοριών (CATCH) για το καθεστώς πιστοποίησης των αλιευμάτων σύμφωνα με τα άρθρα 12β, 12γ και 12δ του παρόντος κανονισμού. Το CATCH ενσωματώνεται στο σύστημα ελέγχου και πραγματογνωμοσύνης στις συναλλαγές (TRACES) που αναφέρεται στο άρθρο 133 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*23).

    2.   Οι ανταλλαγές πληροφοριών, δεδομένων και εγγράφων σε σχέση με την εισαγωγή, την επανεξαγωγή και κατά περίπτωση, την εξαγωγή αλιευτικών προϊόντων και τους σχετικούς ελέγχους, τη διαχείριση των κινδύνων, τις επαληθεύσεις και τον έλεγχο, καθώς και σε σχέση με έγγραφα τα οποία αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο, όπως δηλώσεις εισαγωγέα, πιστοποιητικά αλιευμάτων, πιστοποιητικά επανεξαγωγής, δηλώσεις, αιτήσεις ή αποφάσεις, μεταξύ του εισαγωγέα, του επανεξαγωγέα και, κατά περίπτωση, του εξαγωγέα και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών ή μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και της Επιτροπής, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, πραγματοποιούνται μέσω του CATCH.

    3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 54β για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού σχετικά με τις περιπτώσεις και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χορηγούνται προσωρινές εξαιρέσεις από την εφαρμογή της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

    4.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που υποβάλλονται από τους εισαγωγείς μέσω του CATCH δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1 για τη διαχείριση της ποσότητας και, βάσει διαχείρισης κινδύνων, για τη διενέργεια των ελέγχων και των επαληθεύσεών τους καθώς και για τη λήψη αποφάσεων, όπως προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο και στις κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο και στο άρθρο 54α.

    Άρθρο 12β

    Γενικές λειτουργίες του CATCH

    1.   Το CATCH:

    α)

    επιτρέπει την αυτοματοποιημένη υποβολή, χειρισμό, αποθήκευση, διαχείριση και ανταλλαγή πληροφοριών, δεδομένων και εγγράφων που είναι απαραίτητα για τη διενέργεια ελέγχων, τη διαχείριση των κινδύνων, τις επαληθεύσεις, τον έλεγχο, τη διαχείριση της ποσότητας και τις αποφάσεις, όπως προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο και τις σχετικές κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο και στο άρθρο 54α μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και της Επιτροπής και, κατά περίπτωση, μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και των αρμόδιων αρχών των κρατών σημαίας, των χωρών μεταποίησης και άλλων ενδιαφερόμενων τρίτων χωρών, και των εισαγωγέων και των εξαγωγέων·

    β)

    προβλέπει μηχανισμό διαχείρισης της ποσότητας, ο οποίος διασφαλίζει ότι το βάρος της πρώτης ύλης για μία ή περισσότερες εισαγωγές στο πλαίσιο ενός ενιαίου πιστοποιητικού αλιευμάτων δεν είναι μεγαλύτερο από το βάρος που έχει επικυρωθεί στο εν λόγω πιστοποιητικό·

    γ)

    έως τη 10η Ιανουαρίου 2028, προβλέπει τη δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών, δεδομένων και εγγράφων που αφορούν την εισαγωγή, την επανεξαγωγή και, κατά περίπτωση, την εξαγωγή αλιευτικών προϊόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου και των κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου, με άλλες αρχές των κρατών μελών και με τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών μέσω της ενωσιακής ενιαίας θυρίδας·

    δ)

    προβλέπει τη δυνατότητα ηλεκτρονικής διαχείρισης και ανάλυσης των κινδύνων.

    2.   Το CATCH μπορεί να αλληλεπιδρά με άλλα συστήματα που σχετίζονται με την καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας, μεταξύ άλλων μέσω διεπαφής με υφιστάμενα και λειτουργικά εθνικά συστήματα ΤΠ.

    Άρθρο 12γ

    Η λειτουργία του CATCH

    Σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται για το TRACES, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη λειτουργία του CATCH, οι οποίες καθορίζουν:

    α)

    τις τεχνικές προδιαγραφές του CATCH ως συστατικού στοιχείου του TRACES, συμπεριλαμβανομένου του μηχανισμού ανταλλαγής ηλεκτρονικών δεδομένων για τις ανταλλαγές με τα υπάρχοντα και άλλα εθνικά συστήματα, τον προσδιορισμό των εφαρμοστέων προτύπων, τον καθορισμό των δομών μηνυμάτων, τους όρους πρόσβασης, τα λεξικά δεδομένων, την ανταλλαγή πρωτοκόλλων και διαδικασιών·

    β)

    τους ειδικούς κανόνες για τη λειτουργία του CATCH και των συστατικών στοιχείων του συστήματος ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και η ασφάλεια της ανταλλαγής πληροφοριών·

    γ)

    τις ρυθμίσεις έκτακτης ανάγκης που πρέπει να εφαρμόζονται στην περίπτωση που δεν είναι διαθέσιμη κάποια από τις λειτουργίες του CATCH·

    δ)

    σε ποιες περιπτώσεις και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να χορηγηθεί μερική πρόσβαση των τρίτων χωρών και των περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης της αλιείας που αναφέρονται στο άρθρο 13 ή άλλων διεθνών οργανώσεων στις λειτουργίες του CATCH, και τις τεχνικές προδιαγραφές αυτής της πρόσβασης·

    ε)

    τους κανόνες βάσει των οποίων τα ηλεκτρονικά έγγραφα επικυρώνονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*24)·

    στ)

    τα υποδείγματα, τα έντυπα και τους κανόνες για την έκδοση των επίσημων εγγράφων, μεταξύ άλλων σε ηλεκτρονικό μορφότυπο, που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εκτός όσων προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο και στα σχετικά παραρτήματα.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 54 παράγραφος 2.

    Άρθρο 12δ

    Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

    1.   Ο κανονισμός (EΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*25) και ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*26) εφαρμόζονται στον βαθμό που η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω του CATCH περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

    2.   Στο πλαίσιο των αντίστοιχων καθηκόντων διαβίβασης των σχετικών πληροφοριών στο CATCH και στο πλαίσιο της επεξεργασίας κάθε δεδομένου προσωπικού χαρακτήρα που ενδέχεται να προκύψει από αυτή τη δραστηριότητα, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θεωρούνται υπεύθυνοι επεξεργασίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 7) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

    3.   Η Επιτροπή θεωρείται υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων κατά την έννοια του άρθρου 3 σημείο 8) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 όσον αφορά την ευθύνη της να διαχειρίζεται το CATCH και την επεξεργασία οποιωνδήποτε δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που μπορεί να προκύψουν από αυτή τη δραστηριότητα.

    4.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξασφαλίζουν ότι το CATCH συμμορφώνεται με τους κανόνες περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στα άρθρα 134 και 135 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.

    Άρθρο 12ε

    Ασφάλεια των δεδομένων

    Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξασφαλίζουν ότι το CATCH συμμορφώνεται με τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων που αναφέρονται στα άρθρα 134 και 136 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.

    (*23)  Κανονισμός (EE) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 999/2001, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, (EE) αριθ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (ΕΕ L 95 της 7.4.2017, σ. 1)."

    (*24)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73)."

    (*25)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1)."

    (*26)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).»."

    9)

    Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    « Εισαγωγή αλιευτικών προϊόντων »

    β)

    οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Για την εισαγωγή αλιευτικών προϊόντων που μεταφέρονται υπό την ίδια μορφή στην Ένωση από τρίτη χώρα διαφορετική από το κράτος σημαίας ή το κράτος στο οποίο πραγματοποιείται μεταποίηση όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, ο εισαγωγέας υποβάλλει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εισαγωγής τα ακόλουθα:

    α)

    το (τα) πιστοποιητικό(-ά) αλιευμάτων που επικυρώνεται(-ονται) από το κράτος σημαίας και, κατά περίπτωση, την εγκεκριμένη δήλωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, ως εξής:

    i)

    το πρωτότυπο του (των) πιστοποιητικού(-ών) αλιευμάτων και, κατά περίπτωση, το πρωτότυπο της δήλωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, των σχετικών αλιευτικών προϊόντων σε περίπτωση εξαγωγής του συνολικού φορτίου· ή

    ii)

    αντίγραφο του (των) πρωτότυπου(-ων) πιστοποιητικού(-ών) αλιευμάτων και, κατά περίπτωση, αντίγραφο της δήλωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, όταν στο φορτίο εξάγεται μέρος μόνο των σχετικών αλιευτικών προϊόντων· και

    β)

    δικαιολογητικά που να αποδεικνύουν ότι τα αλιευτικά προϊόντα δεν υποβλήθηκαν σε άλλες εργασίες πλην της εκφόρτωσης, της επαναφόρτωσης ή άλλης εργασίας που είχε ως προορισμό να διατηρηθούν σε καλή και γνήσια κατάσταση, και παρέμειναν υπό την επιτήρηση των αρμόδιων αρχών στην εν λόγω τρίτης χώρα. Τα σχετικά δικαιολογητικά είναι τα ακόλουθα:

    i)

    εάν εξάγεται το συνολικό φορτίο το οποίο αφορά το πιστοποιητικό αλιευμάτων και, κατά περίπτωση, η δήλωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, το ενιαίο έγγραφο μεταφοράς που εκδίδεται για να καλύψει τη διέλευση από την επικράτεια του κράτους σημαίας ή του κράτους στο οποίο πραγματοποιείται μεταποίηση μέσω της εν λόγω τρίτης χώρας· ή

    ii)

    εάν το αρχικό φορτίο το οποίο αφορά το πιστοποιητικό αλιευμάτων και, κατά περίπτωση, η δήλωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου έχει χωριστεί, έγγραφο που επικυρώνεται από τις αρμόδιες αρχές της εν λόγω τρίτης χώρας, με βάση το υπόδειγμα που αναφέρεται στο άρθρο 54α, το οποίο:

    παρέχει τουλάχιστον ακριβή περιγραφή των αλιευτικών προϊόντων και του βάρους του εξαγόμενου φορτίου, τις ημερομηνίες εκφόρτωσης και επαναφόρτωσης των αλιευτικών προϊόντων και, κατά περίπτωση, τα ονόματα των σκαφών ή των άλλων χρησιμοποιούμενων μεταφορικών μέσων, και

    αναφέρει τουλάχιστον την ονομασία και τον αριθμό έγκρισης της εγκατάστασης αποθήκευσης και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα αλιευτικά προϊόντα παρέμειναν στην εν λόγω τρίτη χώρα.

    Όταν τα σχετικά είδη υπόκεινται σε σύστημα δικαιολογητικών για αλιεύματα που εγκρίνεται από περιφερειακή οργάνωση διαχείρισης της αλιείας και αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 13, τα έγγραφα που αναφέρονται παραπάνω μπορούν να αντικατασταθούν από το πιστοποιητικό επανεξαγωγής του εν λόγω συστήματος δικαιολογητικών για αλιεύματα, εφόσον η τρίτη χώρα έχει τηρήσει αναλόγως τις υποχρεώσεις της όσον αφορά τις κοινοποιήσεις.

    2.   Για την εισαγωγή αλιευτικών προϊόντων που αποτελούν ενιαίο φορτίο και έχουν μεταποιηθεί σε τρίτη χώρα, ο εισαγωγέας υποβάλλει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εισαγωγής δήλωση την οποία έχει καταρτίσει εργοστάσιο μεταποίησης στην εν λόγω τρίτη χώρα και έχει εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές του σύμφωνα με το έντυπο που αναφέρεται στο παράρτημα IV, το οποίο:

    α)

    παρέχει ακριβή περιγραφή των αμεταποίητων και των μεταποιημένων προϊόντων και τις αντίστοιχες ποσότητες·

    β)

    αναφέρει ότι τα αλιευτικά προϊόντα προέρχονται από μεταποίηση, στην εν λόγω τρίτη χώρα, των αλιευμάτων που συνοδεύονται από πιστοποιητικό(-ά) αλιευμάτων επικυρωμένο(-α) από το κράτος σημαίας· και

    γ)

    συνοδεύεται από τα εξής:

    i)

    το (τα) πιστοποιητικό(-ά) αλιευμάτων, όταν το σύνολο των σχετικών αλιευμάτων έχει χρησιμοποιηθεί για τη μεταποίηση αλιευτικών προϊόντων εξαγόμενων σε ενιαίο φορτίο· ή

    ii)

    αντίγραφο του (των) πιστοποιητικού(-ών) αλιευμάτων, όταν τα σχετικά αλιεύματα έχουν εν μέρει χρησιμοποιηθεί για τη μεταποίηση αλιευτικών προϊόντων εξαγόμενων σε ενιαίο φορτίο.

    Όταν τα σχετικά είδη υπόκεινται σε σύστημα δικαιολογητικών για αλιεύματα που εγκρίνεται από περιφερειακή οργάνωση διαχείρισης της αλιείας και αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 13, η δήλωση μπορεί να αντικατασταθεί από το πιστοποιητικό επανεξαγωγής του εν λόγω συστήματος δικαιολογητικών για αλιεύματα, εφόσον η τρίτη χώρα μεταποίησης έχει τηρήσει αναλόγως τις υποχρεώσεις της όσον αφορά τις κοινοποιήσεις.».

    10)

    Στο άρθρο 16, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Ο εισαγωγέας αλιευτικών προϊόντων στην Ένωση υποβάλλει το πιστοποιητικό αλιευμάτων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 4, μαζί με τις λεπτομέρειες μεταφοράς του, όπως καθορίζονται στο προσάρτημα του παραρτήματος II, τη δήλωση του εργοστασίου μεταποίησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 2, και άλλες πληροφορίες, όπως απαιτείται σύμφωνα με τα άρθρα 12, 14 και 17, ηλεκτρονικά μέσω του CATCH στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο πρόκειται να εισαχθούν τα αλιευτικά προϊόντα. Το πιστοποιητικό αλιευμάτων μαζί με όλα τα σχετικά συνοδευτικά έγγραφα υποβάλλεται τουλάχιστον τρεις εργάσιμες ημέρες πριν από την προβλεπόμενη ώρα άφιξης στο σημείο εισόδου στην επικράτεια της Ένωσης. Η προθεσμία των τριών εργάσιμων ημερών μπορεί να αναπροσαρμόζεται ανάλογα με το είδος του αλιευτικού προϊόντος, την απόσταση από τον τόπο εισόδου στην επικράτεια της Ένωσης ή τα χρησιμοποιούμενα μεταφορικά μέσα. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές ελέγχουν βάσει διαχείρισης κινδύνου όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται, και ιδίως το πιστοποιητικό αλιευμάτων με βάση τις πληροφορίες οι οποίες περιέχονται στην κοινοποίηση που έχει ληφθεί από το κράτος σημαίας σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 22.»

    .

    11)

    Στο άρθρο 17, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Οι επαληθεύσεις επικεντρώνονται στους κινδύνους που εντοπίζονται με βάση τα κριτήρια διαχείρισης κινδύνου τα οποία καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης. Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν πρόσθετα εθνικά κριτήρια για τον ίδιο σκοπό. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα εθνικά τους κριτήρια και τις τυχόν αναπροσαρμογές τους. Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τα ενωσιακά κριτήρια. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 54 παράγραφος 2.»

    .

    12)

    Στο άρθρο 27, η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «8.   Τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη δεν περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας εάν το κράτος μέλος σημαίας έχει λάβει μέτρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 κατά παραβάσεων που κρίνονται σοβαρές όπως αναφέρεται στο άρθρο 42 του παρόντος κανονισμού, με την επιφύλαξη τυχόν μέτρων που λαμβάνονται από περιφερειακές οργανώσεις διαχείρισης της αλιείας.»

    .

    13)

    Στο άρθρο 38 παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

    «10.   Η κυριότητα, μεταξύ άλλων ως πραγματικού δικαιούχου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*27), η εκμετάλλευση ή η διαχείριση από επιχειρηματίες της Ένωσης αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία των εν λόγω χωρών απαγορεύεται. Οι ενωσιακοί πλοιοκτήτες, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών δικαιούχων, αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία των εν λόγω χωρών ζητούν τη διαγραφή των σκαφών αυτών από το νηολόγιο των εν λόγω χωρών εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση του καταλόγου μη συνεργαζόμενων τρίτων χωρών σύμφωνα με το άρθρο 33 του παρόντος κανονισμού. Όταν οι πλοιοκτήτες, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών δικαιούχων, δεν μπορούν να υποβάλουν απευθείας το αίτημα, εξουσιοδοτούν ένα σχετικό φυσικό ή νομικό πρόσωπο ώστε να ενεργήσει εκ μέρους τους και να ζητήσει τη διαγραφή αυτή εντός της προβλεφθείσας προθεσμίας·

    11.   Η πρόσβαση σε λιμενικές υπηρεσίες και η διεξαγωγή εργασιών εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης σε ενωσιακούς λιμένες από αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία των εν λόγω τρίτων χωρών απαγορεύεται.

    (*27)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).»."

    14)

    Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου IX αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

    « Κεφάλαιο IX

    Διαδικασία και επιβολή ».

    15)

    Το άρθρο 42 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 42

    Σοβαρές παραβάσεις

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως “σοβαρή παράβαση” νοείται οποιαδήποτε παράβαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού που απαριθμείται στο άρθρο 90 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 ή θεωρείται ότι συνιστά σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού.».

    16)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 42α

    Διαδικασίες σε περίπτωση σοβαρών παραβάσεων

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφος 4 και του άρθρου 50 του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το άρθρο 85 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όταν διαπιστώνεται σοβαρή παράβαση.».

    17)

    Το άρθρο 43 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 43

    Μέτρα και κυρώσεις

    Σε περίπτωση σοβαρών παραβάσεων, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μέτρα και κυρώσεις σύμφωνα με τον τίτλο VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.».

    18)

    Τα άρθρα 44 έως 47 διαγράφονται.

    19)

    Το άρθρο 54 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 54

    Διαδικασία επιτροπής

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που έχει συσταθεί με το άρθρο 47 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (EΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*28).

    2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    (*28)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (EE L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

    20)

    Παρεμβάλλονται τα εξής άρθρα:

    «Άρθρο 54α

    Παραρτήματα και έγγραφα

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 54β για την τροποποίηση του παραρτήματος Ι, του παραρτήματος II συμπεριλαμβανομένου του προσαρτήματός του και του παραρτήματος IV, καθώς και για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με την έγκριση και τη συνεχή επικαιροποίηση υποδείγματος του εγγράφου που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii), ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι διεθνείς εξελίξεις στα συστήματα δικαιολογητικών για τα αλιεύματα, οι επιστημονικές εξελίξεις και η τεχνική πρόοδος, συμπεριλαμβανομένων των προσαρμογών για τον σκοπό της εφαρμογής του CATCH. Επίσης ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 54β για την τροποποίηση του παραρτήματος I κάθε έτος με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται δυνάμει των κεφαλαίων II, III, IV, V, VIII, X και XII.

    Άρθρο 54β

    Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

    2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 12α παράγραφος 3 και στο άρθρο 54α εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα.

    3.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 12α παράγραφος 3 και στο άρθρο 54α εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

    4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*29).

    5.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    6.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 12α παράγραφος 3 και του άρθρου 54α τίθενται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    (*29)   ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»."

    21)

    Το παράρτημα ΙΙ και το προσάρτημά του αντικαθίστανται από το κείμενο που παρατίθεται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

    22)

    Στο παράρτημα IV, το εισαγωγικό τμήμα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ (*30): …

    Βεβαιώνω ότι τα μεταποιημένα αλιευτικά προϊόντα: … (περιγραφή του προϊόντος και κωδικός της συνδυασμένης ονοματολογίας) … ελήφθησαν από αλιεύματα με το (τα) ακόλουθο(-α) πιστοποιητικό(-ά) αλιευμάτων:

    (*30)  Συμπληρώστε τον αριθμό εγγράφου»."

    Άρθρο 5

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1139

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1139 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Το άρθρο 12 διαγράφεται.

    2)

    Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 13

    Περιθώρια ανοχής

    1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, μέχρι τη 10η Ιανουαρίου 2028 για τα αλιεύματα στα οποία εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός και τα οποία εκφορτώνονται άνευ διαλογής, το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής είναι 20 % για κάθε είδος.

    2.   Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1, στην περίπτωση εκφορτώσεων σε λιμένες που απαριθμούνται στο άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, εφαρμόζεται το περιθώριο ανοχής που καθορίζεται στο εν λόγω στοιχείο.».

    Άρθρο 6

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (EΕ) 2017/2403

    Στον τίτλο ΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2403, το κεφάλαιο VI διαγράφεται.

    Άρθρο 7

    Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

    1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2.   Το άρθρο 1 εφαρμόζεται από τη 10η Ιανουαρίου 2026.

    3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, τα ακόλουθα σημεία του άρθρου 1 εφαρμόζονται από την 9η Ιανουαρίου 2024:

    α)

    σημεία 7), 8), 9), 49) και 63)·

    β)

    τα μέρη των σημείων 6), 13) και 51) που αφορούν την ανάπτυξη από την Επιτροπή των ακόλουθων:

    συστημάτων παρακολούθησης σκαφών για αλιευτικά σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό,

    ημερολογίων αλιείας και άλλων συστημάτων για σκάφη αλίευσης συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, βάσει του άρθρου 15α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό, και

    ηλεκτρονικού συστήματος για την καταγραφή και την αναφορά αλιευμάτων από ερασιτεχνική αλιεία, βάσει του άρθρου 55 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό.

    4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, οι ορισμοί του άρθρου 1 σημείο 1) του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται σε οποιοδήποτε άρθρο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό από την ημερομηνία εφαρμογής του εν λόγω τροποποιούμενου άρθρου. Όσον αφορά οποιοδήποτε άλλο άρθρο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, οι ορισμοί αυτοί εφαρμόζονται από τη 10η Ιανουαρίου 2026.

    5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, τα μέρη του άρθρου 1 σημεία 11) και 20) του παρόντος κανονισμού που αφορούν το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής στις εκτιμήσεις που καταγράφονται, αντίστοιχα, στο ημερολόγιο αλιείας, βάσει του άρθρου 14 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό, και στη δήλωση μεταφόρτωσης, βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζονται από τη 10η Ιουλίου 2024.

    6.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, το άρθρο 1 σημείο 76) εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2026.

    7.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, το άρθρο 1 σημεία 10), 14), 22), 36) ως 42) και 50) εφαρμόζεται από τη 10η Ιανουαρίου 2028.

    8.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, το άρθρο 1 σημεία 58), 60) και 62) δεν εφαρμόζεται στην αλιεία χωρίς σκάφος μέχρι τη 10η Ιανουαρίου 2028.

    9.   Το άρθρο 2 εφαρμόζεται από την 9η Ιανουαρίου 2024.

    10.   Το άρθρο 3 εφαρμόζεται από τη 10η Ιανουαρίου 2026.

    11.   Το άρθρο 4 εφαρμόζεται από τη 10η Ιανουαρίου 2026.

    Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το άρθρο 4 σημεία 13), 19) και 20) εφαρμόζεται από την 9η Ιανουαρίου 2024.

    12.   Το άρθρο 5 σημείο 1) εφαρμόζεται από τη 10η Ιανουαρίου 2028 και το σημείο 2) εφαρμόζεται από τη 10η Ιουλίου 2024.

    13.   Το άρθρο 6 εφαρμόζεται από τη 10η Ιανουαρίου 2026.

    14.   Παρά τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 13 του παρόντος άρθρου, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αναθέτουν εξουσίες έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων στην Επιτροπή εφαρμόζονται από την 9η Ιανουαρίου 2024. Οι κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό εφαρμόζονται από τις ημερομηνίες εφαρμογής που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 13 του παρόντος άρθρου και σε οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, με την επιφύλαξη τυχόν μεταβατικών διατάξεων που καθορίζονται στο άρθρο 8.

    Άρθρο 8

    Μεταβατικές διατάξεις

    1.   Όταν οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού καθίστανται εφαρμοστέες σε ορισμένες κατηγορίες σκαφών, ιδίως σε σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, σε ημερομηνία μεταγενέστερη της 9ης Ιανουαρίου 2024, οι κανόνες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 οι οποίοι τροποποιούνται ή καταργούνται με τον παρόντα κανονισμό και οι οποίοι εφαρμόζονται στις συγκεκριμένες κατηγορίες σκαφών την ημέρα πριν από την εν λόγω ημερομηνία, ιδίως τα άρθρα 14 έως 25 και 48 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, συνεχίζουν να εφαρμόζονται στις συγκεκριμένες κατηγορίες σκαφών μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία καθίστανται εφαρμοστέες οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού για τις συγκεκριμένες κατηγορίες σκαφών.

    2.   Όσον αφορά τα σκάφη συνολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων, το άρθρο 9, το άρθρο 14 παράγραφοι 1, 2 και 7 έως 12, τα άρθρα 15, 19α, 21 ως 24 και 48 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζονται στα εν λόγω σκάφη από τη 10η Ιανουαρίου 2028.

    3.   Μέχρι τη 10η Ιανουαρίου 2027, τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τα σχέδια δειγματοληψίας, τα σχέδια ελέγχου και τα κοινά προγράμματα ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 60 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό, τα οποία έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 60 και 61 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και τα άρθρα 76 και 77 και τα παραρτήματα XIX, XX και XXI του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 404/2011 της Επιτροπής (30) όπως εφαρμόζονται την 9η Ιανουαρίου 2024 και τα οποία δεν έχουν λήξει.

    4.   Από τη 10η Ιουλίου 2024 μέχρι τη 10η Ιανουαρίου 2026 και, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β), το άρθρο 3 παράγραφος 2 και το άρθρο 42 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 όπως εφαρμόζονται την 8η Ιανουαρίου 2024, η παράλειψη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής των εκτιμήσεων ποσοτήτων εντός του επιτρεπόμενου περιθωρίου ανοχής όπως προβλέπεται στο άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό συνιστά σοβαρή παράβαση όταν πληρούνται ένα ή περισσότερα από τα αντίστοιχα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009.

    5.   Για την ηλεκτρονική υποβολή μέσω του CATCH των πιστοποιητικών αλιευμάτων και κάθε άλλου σχετικού εγγράφου σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό, μέχρι τη 10η Ιανουαρίου 2028, ο εισαγωγέας μπορεί να χρησιμοποιεί τα πιστοποιητικά αλιευμάτων και κάθε άλλο σχετικό έγγραφο το οποίο έχει επικυρωθεί, εγκριθεί ή υπογραφεί πριν από τη 10η Ιανουαρίου 2026 σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 14 και τα παραρτήματα II και IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 όπως εφαρμόζονται κατά τον χρόνο της επικύρωσης, της έγκρισης ή της υπογραφής τους.

    6.   Σε ό,τι αφορά την υποχρέωση, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 38 σημείο 10) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 όπως τροποποιείται από τον παρόντα κανονισμό, των ενωσιακών πλοιοκτητών, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών δικαιούχων, αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία τρίτων χωρών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο μη συνεργαζόμενων τρίτων χωρών σύμφωνα με το άρθρο 33 του εν λόγω κανονισμού να ζητήσουν τη διαγραφή των εν λόγω σκαφών από το νηολόγιο των εν λόγω χωρών, το εν λόγω αίτημα, σχετικώς με χώρες που περιλαμβάνονται ήδη στον εν λόγω κατάλογο την 9η Ιανουαρίου 2024, υποβάλλεται έως τη 10η Μαρτίου 2024.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Στρασβούργο, 22 Νοεμβρίου 2023.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    H Πρόεδρος

    R. METSOLA

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    P. NAVARRO RÍOS


    (1)   ΕΕ C 110 της 22.3.2019, σ. 118.

    (2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Οκτωβρίου 2023 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2023.

    (3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και (ΕΚ) αριθ. 639/2004 και της απόφασης 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 22).

    (4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως ενωσιακού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 847/96, (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, (ΕΚ) αριθ. 811/2004, (ΕΚ) αριθ. 768/2005, (ΕΚ) αριθ. 2115/2005, (ΕΚ) αριθ. 2166/2005, (ΕΚ) αριθ. 388/2006, (ΕΚ) αριθ. 509/2007, (ΕΚ) αριθ. 676/2007, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 1300/2008, (ΕΚ) αριθ. 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 1).

    (5)  Απόφαση 2011/443/EE του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2011, όσον αφορά την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνει το κράτος λιμένα για την πρόληψη, αποτροπή και εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας (ΕΕ L 191 της 22.7.2011, σ. 1).

    (6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1184/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 1).

    (7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με τη διατήρηση αλιευτικών πόρων και την προστασία θαλάσσιων οικοσυστημάτων μέσω τεχνικών μέτρων, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1967/2006, (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1380/2013, (ΕΕ) 2016/1139, (ΕΕ) 2018/973, (ΕΕ) 2019/472 και (ΕΕ) 2019/1022 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 894/97, (ΕΚ) αριθ. 850/98, (ΕΚ) αριθ. 2549/2000, (ΕΚ) αριθ. 254/2002, (ΕΚ) αριθ. 812/2004 και (ΕΚ) αριθ. 2187/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 198 της 25.7.2019, σ. 105).

    (8)  Οδηγία (EE) 2019/883 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής για την παράδοση αποβλήτων από πλοία, για την τροποποίηση της οδηγίας 2010/65/ΕΕ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/59/EK (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 116).

    (9)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/904 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με τη μείωση των επιπτώσεων ορισμένων πλαστικών προϊόντων στο περιβάλλον (ΕΕ L 155 της 12.6.2019, σ. 1).

    (10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1139 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2021, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1004 (ΕΕ L 247 της 13.7.2021, σ. 1).

    (11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2403 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη βιώσιμη διαχείριση των εξωτερικών αλιευτικών στόλων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 (ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 81).

    (12)  Οδηγία 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 208 της 5.8.2002, σ. 10).

    (13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/812 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 850/98, (ΕΚ) αριθ. 2187/2005, (ΕΚ) αριθ. 1967/2006, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 254/2002, (ΕΚ) αριθ. 2347/2002 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, και των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 και (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την υποχρέωση εκφόρτωσης, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1434/98 του Συμβουλίου (ΕΕ L 133 της 29.5.2015, σ. 1).

    (14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2023/2124 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Οκτωβρίου 2023, σχετικά με ορισμένες διατάξεις περί αλιείας στην περιοχή της συμφωνίας της ΓΕΑΜ (Γενική Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο) (ΕΕ L, 2023/2124, 12.10.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2124/oj).

    (15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).

    (16)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 931/2011 της Επιτροπής, της 19ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας που καθορίζει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τρόφιμα ζωικής προέλευσης (ΕΕ L 242 της 20.9.2011, σ. 2).

    (17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, περί δημιουργίας ενωσιακού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας, τροποποίησης των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1936/2001 και (ΕΚ) αριθ. 601/2004 και κατάργησης των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1093/94 και (ΕΚ) αριθ. 1447/1999 (ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 1).

    (18)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1).

    (19)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

    (20)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

    (21)  Οδηγία (EE) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαισίου 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).

    (22)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/473 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2019, για την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας (ΕΕ L 83 της 25.3.2019, σ. 18).

    (23)   ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

    (24)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

    (25)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/715 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους οργανισμούς που δημιουργούνται δυνάμει της ΣΛΕΕ και της Συνθήκης Ευρατόμ και αναφέρονται στο άρθρο 70 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 122 της 10.5.2019, σ. 1).

    (26)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με μέτρα διαχείρισης για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στη Μεσόγειο Θάλασσα, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1626/94 (ΕΕ L 409 της 30.12.2006, σ. 11).

    (27)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1139 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2016, για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου για τα αποθέματα γάδου, ρέγγας και παπαλίνας της Βαλτικής θάλασσας και για τις αλιευτικές δραστηριότητες εκμετάλλευσης των εν λόγω αποθεμάτων, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2187/2005 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1098/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 191 της 15.7.2016, σ. 1).

    (28)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 999/2001, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, (ΕΕ) αριθ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (ΕΕ L 95 της 7.4.2017, σ. 1).

    (29)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).

    (30)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 404/2011 της Επιτροπής, της 8ης Απριλίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 περί της θέσπισης κοινοτικού συστήματος ελέγχου για την εξασφάλιση της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΕΕ L 112 της 30.4.2011, σ. 1).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Τα ακόλουθα παραρτήματα προστίθενται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009:

    «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

    Μόρια που καταλογίζονται σε κατόχους αλιευτικών αδειών της Ένωσης ή σε πλοιάρχους της Ένωσης για σοβαρές παραβάσεις

    Άρθρο

    Σοβαρή παράβαση

    Μόρια

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο α)

    Αλίευση χωρίς ισχύουσα άδεια, άδεια αλίευσης ή έγκριση εκδοθείσα από το κράτος σημαίας ή από το αντίστοιχο παράκτιο κράτος.

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο β)

    Παραποίηση ή απόκρυψη των σημάνσεων, της ταυτότητας ή του νηολογίου ενός αλιευτικού σκάφους.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

    Απόκρυψη, μεταβολή ή εξαφάνιση αποδεικτικών στοιχείων που ενδιαφέρουν μια έρευνα.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

    Παρεμπόδιση της εργασίας υπαλλήλων ή παρατηρητών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

    Μεταφόρτωση χωρίς την απαιτούμενη άδεια ή όταν η μεταφόρτωση απαγορεύεται.

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο στ)

    Διεξαγωγή εργασιών μεταβίβασης ή εγκλωβισμού, ιδίως όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2023/2053 κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)

    Μεταφόρτωση από ή προς σκάφη που περιλαμβάνονται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της Ένωσης ή περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας, όπως αναφέρεται στα άρθρα 29 και 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 ή διεξαγωγή εργασιών μεταβίβασης ή συμμετοχή σε κοινές αλιευτικές εργασίες με τέτοια σκάφη, ή υποστήριξη ή εφοδιασμός τέτοιων σκαφών.

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο η)

    Συμμετοχή στην εκμετάλλευση, στη διαχείριση ή στην ιδιοκτησία, μεταξύ άλλων ως πραγματικός δικαιούχος όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 6) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, σκάφους που περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της Ένωσης ή περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας, όπως αναφέρεται στα άρθρα 29 και 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008, ή παροχή υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων υλικοτεχνικών, ασφαλιστικών και άλλων χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, σε επιχειρηματίες οι οποίοι συνδέονται με τέτοιο σκάφος.

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο θ)

    Διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων κατά παράβαση των κανόνων που εφαρμόζονται σε περιοχή περιορισμένης αλιείας.

    6

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ι)

    Αλιεία, αλίευση, διατήρηση επί του σκάφους, μεταφόρτωση, εκφόρτωση, αποθήκευση, πώληση, έκθεση ή προσφορά προς πώληση ειδών για τα οποία τέτοιες δραστηριότητες απαγορεύονται, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 10 και 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241.

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ια)

    Διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων οι οποίες αφορούν είδη που υπόκεινται σε όρια αλιευμάτων για τα οποία ο επιχειρηματίας δεν διαθέτει ποσόστωση ή δεν έχει πρόσβαση στην ποσόστωση του κράτους μέλους σημαίας, είδη των οποίων η ποσόστωση έχει εξαντληθεί ή είδη που υπόκεινται σε αναστολή αλιείας, προσωρινή απαγόρευση ή περίοδο απαγόρευσης της αλιείας, εκτός των τυχαίων αλιεύσεων, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση κατά το άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ι).

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ιγ)

    Χρήση απαγορευμένων αλιευτικών εργαλείων ή μεθόδων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241 ή σε οποιονδήποτε άλλο ισοδύναμο κανόνα της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ιδ)

    Παραποίηση εγγράφων, πληροφοριών ή δεδομένων, είτε σε γραπτή μορφή είτε αποθηκευμένων σε ηλεκτρονική μορφή, που αναφέρονται στους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ιε)

    Επέμβαση σε κινητήρα ή σε διάταξη συνεχούς παρακολούθησης της ισχύος κινητήρα με σκοπό την αύξηση της ισχύος του σκάφους ώστε να υπερβεί τη μέγιστη συνεχή ισχύ κινητήρα σύμφωνα με το πιστοποιητικό κινητήρα.

    6

    Άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ιστ)

    Διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων με τη χρήση αναγκαστικής εργασίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της σύμβασης αριθ. 29 της ΔΟΕ περί αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας.

    7

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο α)

    Χρήση παραποιημένων ή άκυρων εγγράφων, πληροφοριών ή δεδομένων, είτε σε γραπτή μορφή είτε αποθηκευμένων σε ηλεκτρονική μορφή, που αναφέρονται στους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο β)

    Παράλειψη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής, αποθήκευσης και αναφοράς δεδομένων που αφορούν αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που πρέπει να διαβιβάζονται από τα συστήματα παρακολούθησης σκαφών καθώς και δεδομένων σχετικά με προαναγγελίες, δηλώσεις αλιευμάτων, δηλώσεις μεταφόρτωσης, ημερολόγια αλιείας, δηλώσεις εκφόρτωσης, μητρώα ζύγισης, δηλώσεις ανάληψης, παραστατικά μεταφοράς ή δελτία πώλησης, όπως απαιτείται από τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, εκτός από τις υποχρεώσεις σχετικά με το περιθώριο ανοχής όπως αναφέρεται στο άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

    3

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο γ)

    Παράλειψη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής των εκτιμήσεων ποσοτήτων εντός του επιτρεπόμενου περιθωρίου ανοχής, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφοι 3 και 4 και το άρθρο 21 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1139.

    3

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

    Παράλειψη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που αφορούν τα χαρακτηριστικά ή τη χρήση αλιευτικών εργαλείων, ακουστικών αποτρεπτικών συσκευών, επιλεκτικότητας ή διατάξεων συγκέντρωσης ιχθύων, ιδίως σχετικά με τη σήμανση και ταυτοποίηση, περιοχές, βάθη, περιόδους ή αριθμό εργαλείων και μεγέθη ματιών, ή εξοπλισμού κατάταξης, διαχωρισμού υδάτων ή μεταποίησης ή παράλειψη συμμόρφωσης με μέτρα για τη μείωση των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων ευαίσθητων ειδών, όπως απαιτείται βάσει των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 2.

    4

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ε)

    Παράλειψη ανάσυρσης και διατήρησης επί του αλιευτικού σκάφους, επίσης λόγω ολίσθησης, ή παράλειψη εκφόρτωσης ή, κατά περίπτωση, μεταφόρτωσης ή μεταφοράς, ειδών που υπόκεινται σε υποχρέωση εκφόρτωσης, συμπεριλαμβανομένων αλιευμάτων κάτω από το ελάχιστο μέγεθος αναφοράς διατήρησης, κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής που εφαρμόζονται στους σχετικούς τύπους αλιείας ή στις σχετικές αλιευτικές ζώνες.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο στ)

    Διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων σε περιοχή περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας κατά τρόπο που δεν συνάδει ή παραβαίνει τα εφαρμοστέα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης της εν λόγω οργάνωσης, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 2 ή με άλλα στοιχεία του άρθρου 90 παράγραφος 3.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο θ)

    Διάπραξη πολλών παραβάσεων των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ια)

    Χρήση ισχύος κινητήρα η οποία υπερβαίνει τη μέγιστη συνεχή ισχύ κινητήρα που έχει πιστοποιηθεί και καταγραφεί στο μητρώο αλιευτικού στόλου του κράτους μέλους.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ιβ)

    Εκφόρτωση σε λιμένες τρίτων χωρών χωρίς προαναγγελία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19α.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ιδ)

    Παράνομη απόρριψη αλιευτικών εργαλείων ή άλλων εργαλείων στη θάλασσα από αλιευτικό σκάφος.

    5

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ι)

    Διεξαγωγή οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) σε σχέση με σκάφος που επιδίδεται σε ΠΛΑ αλιεία, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 και δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της Ένωσης ή περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας.

    5

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV (1)

    Κριτήρια για τον χαρακτηρισμό μιας δραστηριότητας ως σοβαρής παράβασης, σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3

    Δραστηριότητα

    Κριτήρια

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο α)

    Χρήση παραποιημένων ή άκυρων εγγράφων, πληροφοριών ή δεδομένων, είτε σε γραπτή μορφή είτε αποθηκευμένων σε ηλεκτρονική μορφή, που αναφέρονται στους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    α)

    Έγγραφα, δεδομένα ή πληροφορίες που χρησιμοποιούνται σκόπιμα για ίδιο συμφέρον ή για το συμφέρον τρίτων με σκοπό την αποκόμιση οφέλους·

    β)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο α), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο β)

    Παράλειψη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής, αποθήκευσης και αναφοράς δεδομένων που αφορούν αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που πρέπει να διαβιβάζονται από τα συστήματα παρακολούθησης σκαφών καθώς και δεδομένων σχετικά με προαναγγελίες, δηλώσεις αλιευμάτων, δηλώσεις μεταφόρτωσης, ημερολόγια αλιείας, δηλώσεις εκφόρτωσης, μητρώα ζύγισης, δηλώσεις ανάληψης, παραστατικά μεταφοράς ή δελτία πώλησης, όπως απαιτείται από τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής, εκτός από τις υποχρεώσεις σχετικά με το περιθώριο ανοχής όπως αναφέρεται στο άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

    α)

    Όταν τα αλιευτικά προϊόντα που σχετίζονται με την παράβαση αντιπροσωπεύουν το 10 % ή περισσότερο από το συνολικό βάρος των σχετικών προϊόντων·

    β)

    παράλειψη καταγραφής και αναφοράς των ειδών που υπόκεινται σε υποχρέωση εκφόρτωσης ανά είδος, ανάσυρση, περιοχή, ημέρα ή αλιευτικό ταξίδι, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, η οποία θα καθορίζεται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών λαμβάνοντας υπόψη, ιδίως, τη φύση και την έκταση της δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της βλάβης ή του ύψους της ζημίας στους συγκεκριμένους αλιευτικούς πόρους και το θαλάσσιο περιβάλλον·

    γ)

    παρεμβολή στην εγκατάσταση ή τη λειτουργία του συστήματος παρακολούθησης σκαφών, του AIS, του ημερολογίου αλιείας, του συστήματος REM, του συστήματος ζύγισης, της διάταξης συνεχούς παρακολούθησης της ισχύος του κινητήρα ή οποιουδήποτε άλλου εφαρμοστέου συστήματος παρακολούθησης του κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένης της απενεργοποίησης, εκτός εάν επιτρέπεται από τις αρμόδιες αρχές·

    δ)

    μη καταγραφή ή μη αποστολή δεδομένων και πληροφοριών στο κέντρο παρακολούθησης αλιείας του κράτους μέλους σημαίας·

    ε)

    παράλειψη κοινοποίησης προς τις αρχές των κρατών μελών σχετικά με δυσλειτουργία του συστήματος παρακολούθησης σκαφών, του AIS, του ημερολογίου αλιείας, του συστήματος REM ή οποιασδήποτε άλλης διάταξης ή συστήματος παρακολούθησης, όπως απαιτείται βάσει των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής·

    στ)

    παράλειψη διαβίβασης δεδομένων σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες και εργασίες, συμπεριλαμβανομένων των δελτίων πώλησης, όταν η εκφόρτωση ή μεταφόρτωση ή η αλιευτική εργασία πραγματοποιήθηκε εκτός των ενωσιακών υδάτων·

    ζ)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο β), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο γ)

    Παράλειψη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων ακριβούς καταγραφής των εκτιμήσεων ποσοτήτων εντός του επιτρεπόμενου περιθωρίου ανοχής, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφοι 3 και 4 και το άρθρο 21 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1139.

    α)

    Όταν η ποσότητα των αλιευτικών προϊόντων που υπερβαίνει το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής είναι ίση ή μεγαλύτερη του 100 % του επιτρεπόμενου περιθώριο ανοχής, το οποίο υπολογίζεται ως επιτρεπόμενη ποσότητα σε ποσοστά ή σε χιλιόγραμμα, ή, στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο α), όταν η ποσότητα των αλιευτικών προϊόντων που υπερβαίνει το επιτρεπόμενο περιθώριο ανοχής ανέρχεται σε ποσοστό 50 % ή άνω του επιτρεπόμενου περιθώριο ανοχής, το οποίο υπολογίζεται ως επιτρεπόμενη ποσότητα ως ποσοστό·

    β)

    παρά το κριτήριο του στοιχείου α), μέχρι τη 10η Ιανουαρίου 2028, για τα είδη που αλιεύονται στην αλιεία τροπικού τόνου με γρι-γρι και εκφορτώνονται άνευ διαλογής και τα οποία αντιπροσωπεύουν 2 % ή περισσότερο στο βάρος όλων των εκφορτωνόμενων ειδών και για τα οποία δεν εφαρμόζεται το άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο α): όταν η διαφορά ανάμεσα στις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας και τις ποσότητες που εκφορτώνονται ή προκύπτουν από επιθεώρηση είναι ίσο ή μεγαλύτερο του 25 % ανά είδος·

    γ)

    παρά το κριτήριο του στοιχείου α), μέχρι τη 10η Ιανουαρίου 2028, για τα είδη που καλύπτονται από το άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1139: όταν η διαφορά ανάμεσα στις εκτιμήσεις που καταγράφονται στο ημερολόγιο αλιείας και τις ποσότητες που εκφορτώνονται ή προκύπτουν από επιθεώρηση είναι ίσο ή μεγαλύτερο του 25 % ανά είδος·

    δ)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο γ), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

    Παράλειψη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που αφορούν τα χαρακτηριστικά ή τη χρήση αλιευτικών εργαλείων, ακουστικών αποτρεπτικών συσκευών, επιλεκτικότητας ή διατάξεων συγκέντρωσης ιχθύων, ιδίως σχετικά με τη σήμανση και ταυτοποίηση, περιοχές, βάθη, περιόδους ή αριθμό εργαλείων και μεγέθη ματιών, ή εξοπλισμού κατάταξης, διαχωρισμό υδάτων ή μεταποίηση ή παράλειψη συμμόρφωσης με μέτρα για τη μείωση των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων ευαίσθητων ειδών, όπως απαιτείται βάσει των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 2.

    α)

    Τα αδρανή αλιευτικά εργαλεία και οι διατάξεις συγκέντρωσης ιχθύων είτε δεν φέρουν οποιαδήποτε σωστή σήμανση είτε φέρουν λανθασμένη σήμανση, επισήμανση ή σχετικά χαρακτηριστικά, που επηρεάζουν πάνω από το ήμισυ των αλιευτικών εργαλείων ή των διατάξεων συγκέντρωσης ιχθύων·

    β)

    πάνω από το 10 % του απαιτούμενου αριθμού ακουστικών αποτρεπτικών συσκευών δεν χρησιμοποιούνται ή πάνω από το 10 % των απαιτούμενων ακουστικών αποτρεπτικών συσκευών που χρησιμοποιούνται δεν λειτουργούν κανονικά·

    γ)

    ο αριθμός αδρανών αλιευτικών εργαλείων και διατάξεων συγκέντρωσης ιχθύων που χρησιμοποιούνται υπερβαίνει κατά 10 % τον επιτρεπόμενο αριθμό τέτοιων εργαλείων ή διατάξεων·

    δ)

    το μέγεθος του συνόλου ή μέρους των ενεργών αλιευτικών εργαλείων υπερβαίνει κατά 10 % την επιτρεπόμενη διάσταση τέτοιων εργαλείων·

    ε)

    τα χαρακτηριστικά επιλεκτικότητας των εργαλείων όπως απαιτείται βάσει των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής παραποιούνται με τη μείωση του μεγέθους των στοιχείων του εργαλείου που καθορίζουν την επιλεκτικότητα, όπως το μέγεθος των ματιών, η διάμετρος του νήματος ή το μέγεθος των αγκιστριών, κατά 3 mm ή 5 %, ανάλογα με το ποιο μέγεθος είναι μεγαλύτερο·

    στ)

    παράλειψη χρήσης άλλων μεθόδων και διατάξεων σύμφωνα με τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής με σκοπό να μεγιστοποιηθεί η επιλεκτικότητα, όπως ανοίγματα διαφυγής, σχάρες διαλογής ή οπές εξόδου·

    ζ)

    χρήση διατάξεων που εμποδίζουν ή με άλλον τρόπο μειώνουν ουσιαστικά τα χαρακτηριστικά επιλεκτικότητας εργαλείων ή τις μεθόδους και τις διατάξεις που αναφέρονται στο στοιχείο στ)·

    η)

    ο εξοπλισμός επί του σκάφους για την κατάταξη ή τον διαχωρισμό των υδάτων χρησιμοποιείται για είδη για τα οποία απαγορεύεται η χρήση τέτοιων διατάξεων και τα οποία υπόκεινται σε αλιευτικές δυνατότητες, πολυετή σχέδια, σχέδια επιθεώρησης και ελέγχου ή υποχρέωση εκφόρτωσης·

    θ)

    τα αλιευτικά εργαλεία χρησιμοποιούνται σε τοποθεσία όπου η απόσταση από την ακτή παρεκκλίνει από την επιτρεπόμενη απόσταση κατά ποσοστό άνω του 10 % ή όπου το βάθος της θάλασσας παρεκκλίνει από το επιτρεπόμενο βάθος·

    ι)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο δ), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ε)

    Παράλειψη ανάσυρσης και διατήρησης επί του αλιευτικού σκάφους, επίσης λόγω ολίσθησης, ή παράλειψη εκφόρτωσης ή, κατά περίπτωση, μεταφόρτωσης ή μεταβίβασης, ειδών που υπόκεινται σε υποχρέωση εκφόρτωσης, συμπεριλαμβανομένων αλιευμάτων κάτω από το ελάχιστο μέγεθος αναφοράς διατήρησης, κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής που εφαρμόζονται στους σχετικούς τύπους αλιείας ή στις σχετικές αλιευτικές ζώνες.

    α)

    Τα σχετικά με την παράβαση αλιεύματα αντιπροσωπεύουν αξία ίση ή μεγαλύτερη των 1 000  EUR ή ποσοστό 10 % της συνολικής αξίας των σχετικών αλιευτικών προϊόντων· ή ποσότητες που είναι ίσες ή μεγαλύτερες από 200 χιλιόγραμμα·

    β)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ε), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο στ)

    Διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων σε περιοχή περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας κατά τρόπο που δεν συνάδει με ή παραβαίνει τα ισχύοντα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης της εν λόγω οργάνωσης, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 2 ή με άλλα στοιχεία του άρθρου 90 παράγραφος 3.

    α)

    Η παράβαση χαρακτηρίζεται σοβαρή παράβαση βάσει των εφαρμοστέων κανόνων μιας περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας·

    β)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο στ), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ζ)

    Διάθεση στην αγορά αλιευτικών προϊόντων ή προϊόντων υδατοκαλλιέργειας κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, εκτός εάν η δραστηριότητα αποτελεί σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 2 ή με άλλα στοιχεία του άρθρου 90 παράγραφος 3.

    α)

    Οι επιχειρηματίες, οι πλοιοκτήτες ή οι εκπρόσωποι τους πραγματοποιούν την πρώτη πώληση σε μη εγκεκριμένη ιχθυόσκαλα, σε μη εγκεκριμένο αγοραστή ή σε μη εγκεκριμένη οργάνωση παραγωγών·

    β)

    ανύπαρκτες ελάχιστες υποχρεωτικές πληροφορίες στον καταναλωτή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 για παρτίδες 20 χιλιόγραμμων ή άνω ή που αντιπροσωπεύουν αξία ίση ή μεγαλύτερη των 1 000  EUR·

    γ)

    ελλιπείς πληροφορίες ιχνηλασιμότητας για παρτίδες βάρους 20 χιλιόγραμμων ή άνω ή που αντιπροσωπεύουν αξία ίση ή μεγαλύτερη των 1 000  EUR·

    δ)

    τα προϊόντα εισάγονται κατά παράβαση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008·

    ε)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ζ), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο η)

    Διεξαγωγή δραστηριοτήτων ερασιτεχνικής αλιείας κατά παράβαση των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής ή πώληση αλιευτικών προϊόντων που προέρχονται από ερασιτεχνική αλιεία.

    α)

    Πώληση αλιευτικών προϊόντων που προέρχονται από ερασιτεχνική αλιεία τα οποία αντιπροσωπεύουν αξία ίση ή μεγαλύτερη των 50 EUR ή ποσότητες ίσες ή μεγαλύτερες των 10 χιλιόγραμμων·

    β)

    δύο ή περισσότερα άτομα του διατηρούμενου δείγματος είναι μη εγκεκριμένα ή ένα ή περισσότερα άτομα είναι απαγορευμένα είδη·

    γ)

    το 25 % του διατηρούμενου δείγματος δεν συμμορφώνεται με το ελάχιστο μέγεθος αναφοράς διατήρησης·

    δ)

    διατήρηση ποσοτήτων ειδών που υπερβαίνουν τα όρια κάρπωσης ή τα όρια αλιευμάτων ή υπερβαίνουν τις ισχύουσες ποσοστώσεις κατά 50 %·

    ε)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο η), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο θ)

    Διάπραξη πολλών παραβάσεων των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

    Διάπραξη τριών ή περισσότερων παραβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 90 παράγραφος 3, οι οποίες διαπιστώνονται στη διάρκεια της ίδιας επιθεώρησης, επιτήρησης ή έρευνας, και οι οποίες μεμονωμένα δεν θεωρούνται σοβαρές.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ι)

    Διεξαγωγή οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 90 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) σε σχέση με σκάφος που επιδίδεται σε ΠΛΑ αλιεία, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 και δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της Ένωσης ή περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας.

    α)

    Μεταφόρτωση από ή προς σκάφος σε σχέση με αλιευτικό ταξίδι στο οποίο το εν λόγω σκάφος χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη σοβαρής παράβασης ή διεξαγωγή εργασιών μεταβίβασης, συμμετοχή σε κοινές αλιευτικές εργασίες, υποστήριξη ή εφοδιασμός τέτοιου σκάφους·

    β)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ι), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ια)

    Χρήση ισχύος κινητήρα η οποία υπερβαίνει τη μέγιστη συνεχή ισχύ κινητήρα που έχει πιστοποιηθεί και καταγραφεί στο μητρώο αλιευτικού στόλου του κράτους μέλους.

    α)

    Όταν η διαφορά μεταξύ της επαληθευμένης ισχύος και της ισχύος που πιστοποιήθηκε και καταγράφηκε υπερβαίνει το 20 %·

    β)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ια), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ιβ)

    Εκφόρτωση σε λιμένες τρίτων χωρών χωρίς προαναγγελία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19α.

    Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ιβ), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ιγ)

    Διεξαγωγή επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που συνδέονται άμεσα με ΠΛΑ αλιεία, συμπεριλαμβανομένων του εμπορίου, της εισαγωγής, της εξαγωγής, της μεταποίησης και της εμπορίας αλιευτικών προϊόντων που προέρχονται από ΠΛΑ αλιεία.

    α)

    Δεν καταρτίστηκαν ή δεν υποβλήθηκαν όλα τα έγγραφα που απαιτούνται από τον νόμο·

    β)

    εισαγωγή όταν έχει απαγορευθεί η εισαγωγή σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008·

    γ)

    εισαγωγή χωρίς συμμόρφωση με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008·

    δ)

    το σκάφος περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της Ένωσης ή περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας·

    ε)

    η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο διέπραξε σοβαρή παράβαση ή το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο υπείχε ευθύνη για σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ιγ), σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τωρινή παράβαση.

    Άρθρο 90 παράγραφος 3 στοιχείο ιδ)

    Παράνομη απόρριψη αλιευτικών εργαλείων ή άλλων εργαλείων στη θάλασσα από αλιευτικό σκάφος.

    α)

    Η απόρριψη είναι εσκεμμένη και έχει ή είναι πιθανό να έχει ως αποτέλεσμα σοβαρή ζημία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων βιολογικών πόρων και των θαλάσσιων οικοσυστημάτων·

    β)

    η απόρριψη είναι εσκεμμένη και λαμβάνει χώρα σε περιοχή περιορισμένης αλιείας·

    γ)

    η απόρριψη είναι εσκεμμένη και αφορά αλιευτικά εργαλεία που απαγορεύονται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), γ), δ) και ζ) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1241.»

    »

    (1)  Κατά τον υπολογισμό της αξίας των προϊόντων αλιείας ή υδατοκαλλιέργειας που αποκτώνται ως αποτέλεσμα διάπραξης παράβασης που αναφέρεται στο παρόν παράρτημα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις εθνικές τιμές κατά την πρώτη πώληση, τις τιμές που ισχύουν στις κύριες διεθνείς αγορές που αφορούν το συγκεκριμένο είδος και τη σχετική αλιευτική περιοχή ή τις τιμές της πλατφόρμας του ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου αγοράς προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας (EUMOFA), κατά τον χρόνο διάπραξης της παράβασης.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Το παράρτημα IΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 και το προσάρτημα σε αυτό το παράρτημα αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Πιστοποιητικό αλιευμάτων και πιστοποιητικό επανεξαγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    Image 1

    Image 2

    Image 3

    Προσάρτημα

    ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ  (1)

    1.

    Χώρα εξαγωγής

    Λιμένας / αερολιμένας / άλλο

    σημείο αναχώρησης

    2.

    Υπογραφή εξαγωγέα

    3.

    Σημείο προορισμού

    Όνομα και σημαία σκάφους

    Αριθμός πτήσης / αριθμός δελτίου αεροπορικής μεταφοράς

    Εθνικότητα και αριθμός καταχώρισης φορτηγού

    Αριθμός δελτίου σιδηροδρομικής μεταφοράς

    Αριθμός παραστατικού φορτωτικής

    Άλλα παραστατικά μεταφοράς (π.χ. φορτωτική, CMR (2), αεροπορική φορτωτική)

    Αριθμός(-οί) εμπορευματοκιβωτίων

    επισυνάπτεται κατάλογος

    Επωνυμία

    Διεύθυνση

    Υπογραφή

    ».

    (1)  Σε περίπτωση χρήσης πολλαπλών τρόπων μεταφοράς ή πολλαπλών αποστολών, οι πληροφορίες σχετικά με τη μεταφορά πρέπει να παρέχονται για κάθε τρόπο μεταφοράς που χρησιμοποιείται για κάθε αποστολή.

    (2)  Συμβόλαιο για τη διεθνή οδική μεταφορά εμπορευμάτων.


    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2842/oj

    ISSN 1977-0669 (electronic edition)


    Top