EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32022R0991

Κανονισμός (ΕΕ) 2022/991 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2022, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, όσον αφορά τη συνεργασία της Ευρωπόλ με ιδιωτικούς φορείς, την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ προς υποστήριξη ποινικών ερευνών και τον ρόλο της Ευρωπόλ στην έρευνα και την καινοτομία

PE/8/2022/REV/1

ΕΕ L 169 της 27.6.2022, p. 1–42 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2022/991/oj

27.6.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 169/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2022/991 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 8ης Ιουνίου 2022

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, όσον αφορά τη συνεργασία της Ευρωπόλ με ιδιωτικούς φορείς, την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ προς υποστήριξη ποινικών ερευνών και τον ρόλο της Ευρωπόλ στην έρευνα και την καινοτομία

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 88,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) ώστε να στηρίζει και να ενισχύει τις ενέργειες των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών καθώς και την αμοιβαία συνεργασία τους για την πρόληψη και την καταπολέμηση μορφών σοβαρού εγκλήματος που επηρεάζουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, της τρομοκρατίας και μορφών εγκλήματος που θίγουν κοινά συμφέροντα τα οποία καλύπτονται από πολιτική της Ένωσης.

(2)

Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ρευστό τοπίο στον τομέα της ασφάλειας, όπου οι απειλές εξελίσσονται και γίνονται διαρκώς πιο σύνθετες. Τρομοκράτες και άλλοι εγκληματίες εκμεταλλεύονται τον ψηφιακό μετασχηματισμό και τις νέες τεχνολογίες, ιδίως τη διασυνδεσιμότητα και το γεγονός ότι τα όρια μεταξύ του φυσικού και του ψηφιακού κόσμου είναι δυσδιάκριτα, για παράδειγμα αποκρύπτοντας τα εγκλήματά τους και την ταυτότητά τους χάρη στη χρήση ολοένα και πιο εξελιγμένων τεχνικών. Οι τρομοκράτες και άλλοι εγκληματίες έχουν αποδείξει την ικανότητά τους να προσαρμόζουν τους τρόπους λειτουργίας τους και να αναπτύσσουν νέες εγκληματικές δραστηριότητες σε περιόδους κρίσης, μεταξύ άλλων αξιοποιώντας τα μέσα που προσφέρει η τεχνολογία για να πολλαπλασιάζουν και να επεκτείνουν το φάσμα και την κλίμακα των εγκληματικών δραστηριοτήτων τους. Η τρομοκρατία εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική απειλή για την ελευθερία και τον τρόπο ζωής των πολιτών της Ένωσης.

(3)

Πολύπλοκες και εξελισσόμενες απειλές εξαπλώνονται διασυνοριακά, καλύπτουν ευρύ φάσμα εγκλημάτων τα οποία διευκολύνουν, και εκδηλώνονται σε ομάδες οργανωμένου εγκλήματος που αναπτύσσουν πολυεγκληματική δραστηριότητα, καλύπτοντας πολλούς τομείς εγκληματικών πράξεων. Δεδομένου ότι η ανάληψη δράσης σε εθνικό επίπεδο και η διασυνοριακή συνεργασία δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση αυτών των διακρατικών απειλών στον τομέα της ασφάλειας, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αξιοποιούν ολοένα και περισσότερο τη στήριξη και την εμπειρογνωμοσύνη που προσφέρει η Ευρωπόλ με στόχο την πρόληψη και την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας. Από τότε που τέθηκε σε εφαρμογή ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794, η επιχειρησιακή σημασία των καθηκόντων της Ευρωπόλ έχει αυξηθεί σημαντικά. Επιπλέον, το νέο περιβάλλον απειλών μεταβάλλει το εύρος και το είδος της στήριξης που τα κράτη μέλη χρειάζονται και αναμένουν από την Ευρωπόλ προκειμένου να διασφαλίσουν την ασφάλεια των πολιτών.

(4)

Θα πρέπει επομένως να ανατεθούν πρόσθετα καθήκοντα στην Ευρωπόλ με τον παρόντα κανονισμό ώστε να μπορεί η Ευρωπόλ να υποστηρίζει καλύτερα τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, ενώ παράλληλα θα πρέπει να διαφυλάσσονται πλήρως οι αρμοδιότητες των κρατών μελών στον τομέα της εθνικής ασφάλειας που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Η ενισχυμένη εντολή της Ευρωπόλ θα πρέπει να εξισορροπηθεί με την ενίσχυση των εγγυήσεων όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα και την αύξηση της λογοδοσίας, της ευθύνης και της εποπτείας, μεταξύ άλλων της κοινοβουλευτικής εποπτείας και της εποπτείας μέσω του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπόλ («το διοικητικό συμβούλιο»). Για να μπορέσει η Ευρωπόλ να εκπληρώσει την ενισχυμένη εντολή της, θα πρέπει να της παρασχεθούν επαρκείς ανθρώπινοι και οικονομικοί πόροι για να υποστηριχθούν τα πρόσθετα καθήκοντά της.

(5)

Δεδομένου ότι η Ένωση αντιμετωπίζει αυξανόμενες απειλές από ομάδες οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατικές επιθέσεις, μια αποτελεσματική αντίδραση των αρχών επιβολής του νόμου πρέπει να περιλαμβάνει τη διαθεσιμότητα καλά εκπαιδευμένων και διαλειτουργικών ειδικών μονάδων επέμβασης που ειδικεύονται στον έλεγχο ανθρωπογενών καταστάσεων κρίσης. Στην Ένωση, οι ειδικές μονάδες επέμβασης των κρατών μελών συνεργάζονται βάσει της απόφασης 2008/617/ΔΕΥ του Συμβουλίου (3). Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να στηρίζει τις εν λόγω ειδικές μονάδες επέμβασης παρέχοντας τεχνική και χρηματοδοτική υποστήριξη και συμπληρώνοντας τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη.

(6)

Τα τελευταία χρόνια, κυβερνοεπιθέσεις μεγάλης κλίμακας, μεταξύ άλλων επιθέσεις με προέλευση από τρίτες χώρες, είχαν ως στόχο τόσο δημόσιες όσο και ιδιωτικές οντότητες σε πολλές δικαιοδοσίες εντός της Ένωσης και εκτός αυτής, επηρεάζοντας διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών, της υγείας και των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η πρόληψη, η ανίχνευση, η διερεύνηση και η δίωξη τέτοιων κυβερνοεπιθέσεων υποστηρίζονται από τον συντονισμό και τη συνεργασία μεταξύ των σχετικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια (ENISA) που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), των αρμόδιων αρχών για την ασφάλεια των συστημάτων δικτύου και πληροφοριών, κατά την έννοια της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και ιδιωτικών φορέων. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ όλων των σχετικών φορέων σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο όσον αφορά τις κυβερνοεπιθέσεις και τις κυβερνοαπειλές, η Ευρωπόλ θα πρέπει να συνεργάζεται με τον ENISA, ιδίως μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και της αναλυτικής υποστήριξης στους τομείς που εμπίπτουν στις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους.

(7)

Οι εγκληματίες υψηλού κινδύνου έχουν ηγετικό ρόλο στα εγκληματικά δίκτυα και οι εγκληματικές τους δραστηριότητες συνιστούν σημαντικό κίνδυνο για την εσωτερική ασφάλεια της Ένωσης. Για την καταπολέμηση των ομάδων οργανωμένου εγκλήματος υψηλού κινδύνου και των ηγετικών μελών τους, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να στηρίζει τα κράτη μέλη ώστε να εστιάζουν τις έρευνές τους στον εντοπισμό των μελών και των ηγετικών μελών των εν λόγω εγκληματικών δικτύων, των εγκληματικών δραστηριοτήτων τους και των χρηματοοικονομικών στοιχείων τους.

(8)

Οι απειλές που εγείρει το σοβαρό έγκλημα απαιτούν συντονισμένη, συνεκτική, διατομεακή και διυπηρεσιακή αντίδραση. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να διευκολύνει και να στηρίζει πρωτοβουλίες για την ασφάλεια που βασίζονται σε πληροφορίες και προωθούνται από τα κράτη μέλη με σκοπό τον εντοπισμό, την ιεράρχηση και την αντιμετώπιση των απειλών του σοβαρού εγκλήματος, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Πολυκλαδική Πλατφόρμα κατά των Εγκληματικών Απειλών (EMPACT). Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει διοικητική, υλικοτεχνική, οικονομική και επιχειρησιακή υποστήριξη σε τέτοιες δραστηριότητες.

(9)

Το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS), που δημιουργήθηκε στον τομέα της αστυνομικής και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), αποτελεί ουσιαστικό εργαλείο για τη διατήρηση υψηλού επιπέδου ασφάλειας εντός του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Η Ευρωπόλ, ως κόμβος ανταλλαγής πληροφοριών στην Ένωση, λαμβάνει και κατέχει πολύτιμες πληροφορίες από τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς σχετικά με πρόσωπα για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι εμπλέκονται σε εγκλήματα που εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ. Στο πλαίσιο των στόχων της και του καθήκοντός της να υποστηρίζει τα κράτη μέλη στο έργο της πρόληψης και της καταπολέμησης του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας, η Ευρωπόλ θα πρέπει να υποστηρίζει τα κράτη μέλη όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων που παρέχονται από τρίτες χώρες ή από διεθνείς οργανισμούς σε αυτήν προτείνοντας τα κράτη μέλη να εισάγουν στο SIS ενημερωτικές καταχωρίσεις που εμπίπτουν σε μια νέα κατηγορία ενημερωτικών καταχωρίσεων προς το συμφέρον της Ένωσης («ενημερωτικές καταχωρίσεις»), προκειμένου να καθιστά τις εν λόγω ενημερωτικές καταχωρίσεις διαθέσιμες στους τελικούς χρήστες του SIS. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να θεσπιστεί μηχανισμός περιοδικής υποβολής εκθέσεων ώστε να διασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ ενημερώνονται σχετικά με το αποτέλεσμα του ελέγχου και της ανάλυσης των εν λόγω δεδομένων και το αν οι πληροφορίες έχουν εισαχθεί στο SIS. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συντονίζουν συνεχώς τις λεπτομέρειες της μεταξύ τους συνεργασίας σε ό,τι αφορά την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων και την εισαγωγή καταχωρίσεων στο SIS, ιδίως δε για θέματα που αφορούν την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να προσδιορίζει τα κριτήρια βάσει των οποίων θα πρέπει η Ευρωπόλ να μπορεί να εκδίδει προτάσεις για την εισαγωγή των εν λόγω καταχωρίσεων στο SIS.

(10)

Η Ευρωπόλ καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη στήριξη του μηχανισμού αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν, ο οποίος θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου (7). Η Ευρωπόλ θα πρέπει, επομένως, κατόπιν αιτήματος των κρατών μελών, να συμβάλλει με την εμπειρογνωσία της, τις αναλύσεις της, τις εκθέσεις και άλλες συναφείς πληροφορίες στον μηχανισμό αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν.

(11)

Οι εκτιμήσεις επικινδυνότητας βοηθούν στην πρόβλεψη των νέων τάσεων και στην αντιμετώπιση των νέων απειλών που εγείρονται από το σοβαρό έγκλημα και την τρομοκρατία. Για να υποστηριχθούν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη στη διενέργεια αποτελεσματικών εκτιμήσεων επικινδυνότητας, η Ευρωπόλ θα πρέπει να παρέχει στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη ανάλυση της αξιολόγησης απειλών με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει η ίδια σχετικά με εγκληματικά φαινόμενα και τάσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας σχετικά με τη διαχείριση των τελωνειακών κινδύνων.

(12)

Προκειμένου η ενωσιακή χρηματοδότηση της έρευνας στον τομέα της ασφάλειας να επιτύχει τον στόχο της διασφάλισης ότι η εν λόγω έρευνα αξιοποιείται πλήρως και να ανταποκριθεί στις ανάγκες της επιβολής του νόμου, η Ευρωπόλ θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή στον εντοπισμό βασικών ερευνητικών θεμάτων, καθώς και στην κατάρτιση και την εφαρμογή των ενωσιακών προγραμμάτων-πλαισίων για την έρευνα και την καινοτομία που σχετίζονται με τους στόχους της Ευρωπόλ. Κατά περίπτωση, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να διαδίδει τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων της στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας στο πλαίσιο της συμβολής της στη δημιουργία συνεργειών μεταξύ των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας των σχετικών φορέων της Ένωσης. Όταν σχεδιάζει και διαμορφώνει αντίληψη για δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας σχετικές με τους στόχους της Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση, όπου αρμόζει, να συμβουλεύεται το Κοινό Κέντρο Ερευνών (JRC) της Επιτροπής. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων. Η Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να λαμβάνει χρηματοδότηση από ένα ενωσιακό πρόγραμμα-πλαίσιο στις περιπτώσεις στις οποίες επικουρεί την Επιτροπή στον καθορισμό βασικών ερευνητικών θεμάτων ή στην κατάρτιση και την εφαρμογή του εν λόγω προγράμματος. Είναι σημαντικό η Ευρωπόλ να είναι σε θέση να λαμβάνει επαρκή και αξιόπιστη χρηματοδότηση, ώστε να μπορεί να συνδράμει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας.

(13)

Η Ένωση και τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν περιοριστικά μέτρα σχετικά με άμεσες ξένες επενδύσεις για λόγους ασφάλειας ή δημόσιας τάξης. Για τον σκοπό αυτό, ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/452 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) θεσπίζει πλαίσιο για τον έλεγχο των άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ένωση. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις σε αναδυόμενες τεχνολογίες χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής, καθώς μπορεί να έχουν σημαντικές συνέπειες για την ασφάλεια και τη δημόσια τάξη, ιδίως όταν οι τεχνολογίες αυτές αξιοποιούνται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Δεδομένων της συμμετοχής της Ευρωπόλ στην παρακολούθηση αναδυόμενων τεχνολογιών και της συμμετοχής της στην ανάπτυξη νέων τρόπων χρήσης των τεχνολογιών αυτών για σκοπούς επιβολής του νόμου, ιδίως μέσω του εργαστηρίου καινοτομίας και μέσω του κόμβου καινοτομίας της ΕΕ για την εσωτερική ασφάλεια, η Ευρωπόλ διαθέτει εκτενείς γνώσεις σχετικά με τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι εν λόγω τεχνολογίες, καθώς και με τους κινδύνους που συνδέονται με τη χρήση τους. Η Ευρωπόλ θα πρέπει, επομένως, να έχει τη δυνατότητα να στηρίζει τα κράτη μέλη κατά τον έλεγχο άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ένωση και των συναφών κινδύνων για την ασφάλεια που αφορούν επιχειρήσεις οι οποίες παρέχουν τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένου του λογισμικού, που χρησιμοποιούνται από την Ευρωπόλ με σκοπό την πρόληψη και τη διερεύνηση εγκλημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο των στόχων της Ευρωπόλ ή κρίσιμες τεχνολογίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη διευκόλυνση της τρομοκρατίας. Στο πλαίσιο αυτό, η εμπειρογνωσία της Ευρωπόλ θα πρέπει να στηρίζει τον έλεγχο των άμεσων ξένων επενδύσεων και των συναφών κινδύνων για την ασφάλεια. Θα πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη εάν ο ξένος επενδυτής έχει ήδη εμπλακεί σε δραστηριότητες που θίγουν την ασφάλεια, εάν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ο ξένος επενδυτής να προβαίνει σε παράνομες ή εγκληματικές δραστηριότητες και εάν ο ξένος επενδυτής ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από την κυβέρνηση τρίτης χώρας, μεταξύ άλλων μέσω επιδοτήσεων.

(14)

Η Ευρωπόλ παρέχει εξειδικευμένη εμπειρογνωσία για την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας. Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, το προσωπικό της Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει επιχειρησιακή υποστήριξη στις αρμόδιες αρχές του εν λόγω κράτους μέλους όταν διεξάγει επιχειρήσεις και έρευνες, ιδίως διευκολύνοντας τη διασυνοριακή ανταλλαγή πληροφοριών και παρέχοντας εγκληματολογική και τεχνική υποστήριξη σε επιχειρήσεις και έρευνες, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο κοινών ομάδων έρευνας. Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, το προσωπικό της Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να παρίσταται κατά την εκτέλεση μέτρων έρευνας στο εν λόγω κράτος μέλος. Το προσωπικό της Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να έχει την εξουσία να εκτελεί μέτρα έρευνας.

(15)

Ένας από τους στόχους της Ευρωπόλ είναι να στηρίζει και να ενισχύει τη δράση των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και την αμοιβαία συνεργασία τους για την πρόληψη και την καταπολέμηση μορφών εγκλήματος που θίγουν κοινά συμφέροντα τα οποία καλύπτονται από πολιτική της Ένωσης. Για να ενισχυθεί η στήριξη αυτή, ο εκτελεστικός διευθυντής της Ευρωπόλ («ο εκτελεστικός διευθυντής») θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προτείνει στις αρμόδιες αρχές κράτους μέλους να κινήσουν, να διεξαγάγουν ή να συντονίσουν την έρευνα για έγκλημα που αφορά μόνο το εν λόγω κράτος μέλος, αλλά θίγει κοινό συμφέρον το οποίο καλύπτεται από πολιτική της Ένωσης. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να ενημερώνει την Eurojust και, κατά περίπτωση, την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου (9), σχετικά με οποιαδήποτε τέτοιου είδους πρόταση.

(16)

Η δημοσιοποίηση της ταυτότητας και ορισμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υπόπτων ή καταδικασθέντων προσώπων, τα οποία αναζητούνται βάσει εθνικής δικαστικής απόφασης αυξάνει τις πιθανότητες εντοπισμού και σύλληψης των προσώπων αυτών. Η Ευρωπόλ, για να στηρίξει τα κράτη μέλη στον εντοπισμό και τη σύλληψη των προσώπων αυτών, θα πρέπει να είναι σε θέση να δημοσιεύει στον ιστότοπό της πληροφορίες σχετικά με τους πλέον καταζητούμενους φυγόδικους της Ευρώπης για αξιόποινες πράξεις που εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ. Για τον ίδιο σκοπό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να διευκολύνει το κοινό στην παροχή πληροφοριών προς τα κράτη μέλη και την Ευρωπόλ σχετικά με τα εν λόγω πρόσωπα.

(17)

Μόλις η Ευρωπόλ εξακριβώσει ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνει εμπίπτουν στους στόχους της, θα πρέπει να μπορεί να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στις ακόλουθες τέσσερις περιπτώσεις. Στην πρώτη περίπτωση, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται σχετίζονται με οποιαδήποτε από τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 («παράρτημα II»). Στη δεύτερη περίπτωση, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται συνίστανται σε ερευνητικά δεδομένα τα οποία περιέχουν δεδομένα που δεν σχετίζονται με καμία από τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II, αλλά έχουν παρασχεθεί κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, της Eurojust ή τρίτης χώρας για υποστήριξη από την Ευρωπόλ για συγκεκριμένη ποινική έρευνα, υπό την προϋπόθεση ότι το εν λόγω κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, η Eurojust ή η εν λόγω τρίτη χώρα είναι εξουσιοδοτημένες να επεξεργάζονται ερευνητικά δεδομένα τέτοιου είδους σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ισχύουν δυνάμει του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου. Στην περίπτωση αυτή, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζεται τα εν λόγω ερευνητικά δεδομένα για όσο διάστημα υποστηρίζει την εν λόγω συγκεκριμένη ποινική έρευνα. Στην τρίτη περίπτωση, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται ενδέχεται να μη σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II και δεν έχουν παρασχεθεί κατόπιν αιτήματος για υποστήριξη από την Ευρωπόλ σε συγκεκριμένη ποινική έρευνα. Στην περίπτωση αυτή, η Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επαληθεύει εάν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετίζονται με οποιαδήποτε από τις εν λόγω κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων. Στην τέταρτη περίπτωση, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται, έχουν υποβληθεί για τον σκοπό έργων έρευνας και καινοτομίας και δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II.

(18)

Σύμφωνα με το άρθρο 73 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), η Ευρωπόλ θα πρέπει, κατά περίπτωση και στο μέτρο του εφικτού, να προβαίνει σε σαφή διάκριση μεταξύ των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II.

(19)

Όταν τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις υποδομές της Ευρωπόλ για την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με εγκλήματα που δεν εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ δεν πρέπει να έχει πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα και θα πρέπει να θεωρείται «εκτελών την επεξεργασία» δυνάμει του άρθρου 87 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725. Στις περιπτώσεις αυτές, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II. Όταν τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις υποδομές της Ευρωπόλ για την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με εγκλήματα που εμπίπτουν στο πεδίο των στόχων της Ευρωπόλ και όταν παρέχουν στην Ευρωπόλ πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα, οι απαιτήσεις που συνδέονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II θα πρέπει να εφαρμόζονται σε κάθε άλλη επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων από την Ευρωπόλ.

(20)

Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να ελέγχει εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο της πρόληψης και της καταπολέμησης εγκλημάτων που εμπίπτουν στους στόχους της σχετίζονται με μία από τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II, τηρώντας παράλληλα την αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων. Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να διενεργεί προκαταρκτική ανάλυση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται, με μοναδικό σκοπό να προσδιορίζει εάν τα εν λόγω δεδομένα σχετίζονται με οποιαδήποτε από τις συγκεκριμένες κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων, αντιπαραβάλλοντας τα εν λόγω δεδομένα με δεδομένα που έχει ήδη στην κατοχή της, χωρίς να αναλύει περαιτέρω τα εν λόγω δεδομένα. Η εν λόγω προκαταρκτική ανάλυση θα πρέπει να πραγματοποιείται πριν - και χωριστά - από την επεξεργασία δεδομένων από την Ευρωπόλ με σκοπό τη διασταύρωση, τη στρατηγική ανάλυση, την επιχειρησιακή ανάλυση ή την ανταλλαγή πληροφοριών, και αφού η Ευρωπόλ έχει εξακριβώσει ότι τα εν λόγω δεδομένα είναι συναφή και αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων της. Μόλις η Ευρωπόλ επιβεβαιώσει ότι τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό τη διασταύρωση, τη στρατηγική ανάλυση, την επιχειρησιακή ανάλυση ή την ανταλλαγή πληροφοριών. Εάν η Ευρωπόλ διαπιστώσει ότι τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II, θα πρέπει να διαγράψει τα εν λόγω δεδομένα.

(21)

Η κατηγοριοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε συγκεκριμένο σύνολο δεδομένων μπορεί να αλλάζει με την πάροδο του χρόνου, καθώς προκύπτουν νέες πληροφορίες στο πλαίσιο ποινικών ερευνών, για παράδειγμα όσον αφορά επιπλέον υπόπτους. Για τον λόγο αυτό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επεξεργάζεται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όταν είναι απολύτως αναγκαίο και αναλογικό για τον σκοπό του καθορισμού των κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων με τις οποίες σχετίζονται τα εν λόγω δεδομένα για περίοδο έως 18 μηνών από τη στιγμή που η Ευρωπόλ εξακριβώνει ότι τα εν λόγω δεδομένα εμπίπτουν στους στόχους της. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να παρατείνει την εν λόγω περίοδο επεξεργασίας έως και τρία έτη σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και υπό την προϋπόθεση ότι η παράταση αυτή είναι αναγκαία και αναλογική. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων (ΕΕΠΔ) θα πρέπει να ενημερώνεται σχετικά με την παράταση αυτή. Όταν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τον σκοπό του προσδιορισμού των κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων δεν είναι πλέον αναγκαία και δικαιολογημένη και, σε κάθε περίπτωση, μετά τη λήξη της μέγιστης περιόδου επεξεργασίας, η Ευρωπόλ θα πρέπει να διαγράφει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

(22)

Ο όγκος δεδομένων που συλλέγονται στο πλαίσιο ποινικών ερευνών έχει αυξηθεί σε μέγεθος και τα σύνολα δεδομένων έχουν γίνει πιο σύνθετα. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν μεγάλα και σύνθετα σύνολα δεδομένων στην Ευρωπόλ, ζητώντας της επιχειρησιακή ανάλυση για τον εντοπισμό συνδέσμων με εγκλήματα διαφορετικά από το αντικείμενο που τελεί υπό την έρευνα στο πλαίσιο της οποίας συλλέχθηκαν, και εγκληματίες σε άλλα κράτη μέλη και εκτός της Ένωσης. Δεδομένου ότι η Ευρωπόλ μπορεί να εντοπίσει τέτοιου είδους διασυνοριακούς συνδέσμους με μεγαλύτερη επιτυχία από ό,τι τα κράτη μέλη μέσω της δικής τους ανάλυσης των δεδομένων, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να υποστηρίζει τις ποινικές έρευνες των κρατών μελών μέσω της επεξεργασίας μεγάλων και σύνθετων συνόλων δεδομένων για τον εντοπισμό τέτοιων διασυνοριακών συνδέσμων, εφόσον γίνονται σεβαστές οι αυστηρές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Όταν είναι αναγκαίο για την αποτελεσματική υποστήριξη συγκεκριμένης εν εξελίξει ποινικής έρευνας σε κράτος μέλος, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζεται ερευνητικά δεδομένα τα οποία οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών είναι εξουσιοδοτημένες να επεξεργαστούν στο πλαίσιο της εν λόγω συγκεκριμένης ποινικής έρευνας σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ισχύουν δυνάμει του εθνικού δικαίου τους και τα οποία υπέβαλαν στη συνέχεια στην Ευρωπόλ. Σε αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε περιπτώσεις όπου ένα κράτος μέλος δεν ήταν σε θέση να βεβαιώσει εάν τα εν λόγω δεδομένα σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II. Όταν ένα κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust παρέχουν στην Ευρωπόλ ερευνητικά δεδομένα και ζητούν την υποστήριξη της Ευρωπόλ σε συγκεκριμένη εν εξελίξει ποινική έρευνα, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα για όσο χρονικό διάστημα στηρίζει τη συγκεκριμένη ποινική έρευνα, σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ισχύουν δυνάμει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου.

(23)

Για να διασφαλιστεί ότι οιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων πραγματοποιείται στο πλαίσιο ποινικής έρευνας είναι αναγκαία και αναλογική, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο όταν υποβάλλουν ερευνητικά δεδομένα στην Ευρωπόλ. Όταν υποβάλλουν ερευνητικά δεδομένα στην Ευρωπόλ ζητώντας την υποστήριξη της Ευρωπόλ σε συγκεκριμένη εν εξελίξει ποινική έρευνα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την κλίμακα και την πολυπλοκότητα της συνεπαγόμενης επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και το είδος και τη σημασία της έρευνας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την Ευρωπόλ όταν, σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ισχύουν δυνάμει του εθνικού δικαίου τους, δεν επιτρέπουν πλέον την επεξεργασία δεδομένων στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εν εξελίξει οικείας ποινικής έρευνας. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων σύμφωνα με το παράρτημα II, μόνον όταν εκτιμά ότι δεν είναι δυνατό να υποστηριχθεί συγκεκριμένη εν εξελίξει ποινική έρευνα χωρίς την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να τεκμηριώνει την εν λόγω εκτίμηση. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να τηρεί τα εν λόγω δεδομένα λειτουργικώς διαχωρισμένα από άλλα δεδομένα και θα πρέπει να τα επεξεργάζεται μόνο όταν είναι αναγκαίο για την υποστήριξή της σε συγκεκριμένη εν εξελίξει οικεία ποινική έρευνα, όπως σε περίπτωση νέας καθοδηγητικής ένδειξης.

(24)

Η Ευρωπόλ θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι αναγκαία για να υποστηρίξει συγκεκριμένη ποινική έρευνα σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, αν τα εν λόγω δεδομένα παρέχονται από τρίτη χώρα, υπό την προϋπόθεση ότι: η τρίτη χώρα υπόκειται σε απόφαση περί επάρκειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) («απόφαση περί επάρκειας»)· έχει συναφθεί από την Ένωση διεθνής συμφωνία με την εν λόγω τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 218 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), η οποία περιλαμβάνει τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς επιβολής του νόμου («διεθνής συμφωνία»)· έχει συναφθεί μεταξύ της Ευρωπόλ και της τρίτης χώρας πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 συμφωνία συνεργασίας η οποία επιτρέπει την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα («συμφωνία συνεργασίας»)· ή προβλέπονται σε νομικά δεσμευτική πράξη κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή η Ευρωπόλ, βάσει αξιολόγησης όλων των περιστάσεων που είναι συναφείς προς τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω εγγυήσεις υπάρχουν σε αυτήν την τρίτη χώρα, και με την προϋπόθεση ότι η τρίτη χώρα απέκτησε τα δεδομένα στο πλαίσιο ποινικής έρευνας σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ισχύουν δυνάμει του εθνικού ποινικού της δικαίου. Όταν τρίτη χώρα παρέχει στην Ευρωπόλ ερευνητικά δεδομένα, η Ευρωπόλ θα πρέπει να ελέγχει ότι ο όγκος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι προδήλως δυσανάλογος σε σχέση με τη συγκεκριμένη ποινική έρευνα την οποία στηρίζει η Ευρωπόλ στο οικείο κράτος μέλος και ότι, στο μέτρο του εφικτού, δεν υπάρχουν αντικειμενικές ενδείξεις ότι τα ερευνητικά δεδομένα έχουν συλλεγεί από την τρίτη χώρα κατά προφανή παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Στην περίπτωση που η Ευρωπόλ καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις, θα πρέπει να μην επεξεργαστεί τα δεδομένα και θα πρέπει να τα διαγράψει. Όταν τρίτη χώρα παρέχει ερευνητικά δεδομένα στην Ευρωπόλ, ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων της Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να ενημερώνει τον ΕΕΠΔ, όπου αρμόζει.

(25)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι κράτος μέλος μπορεί να χρησιμοποιεί τις εκθέσεις ανάλυσης της Ευρωπόλ στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών κατόπιν ποινικής έρευνας, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποθηκεύει τα σχετικά ερευνητικά δεδομένα κατόπιν αιτήματος του εν λόγω κράτους μέλους, της Ευρωπαϊκή Εισαγγελίας ή της Eurojust με σκοπό τη διασφάλιση της ακρίβειας, της αξιοπιστίας και της ιχνηλασιμότητας της διαδικασίας συλλογής πληροφοριών για την εγκληματικότητα. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να τηρεί αυτά τα δεδομένα λειτουργικώς διαχωρισμένα από άλλα δεδομένα και μόνο για όσο διάστημα οι δικαστικές διαδικασίες που σχετίζονται με την εν λόγω ποινική έρευνα βρίσκονται σε εξέλιξη στο κράτος μέλος. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να διασφαλίζεται, αφενός, η πρόσβαση των αρμόδιων δικαστικών αρχών και, αφετέρου, τα δικαιώματα υπεράσπισης, ιδίως το δικαίωμα των υπόπτων ή κατηγορουμένων ή των δικηγόρων τους να έχουν πρόσβαση στον φάκελο της υπόθεσης. Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να καταγράφει όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και τις μεθόδους με τις οποίες αυτά έχουν συγκεντρωθεί ή αποκτηθεί από την Ευρωπόλ, ώστε να καθίσταται δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων από την υπεράσπιση.

(26)

Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία έλαβε πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό σε δύο περιπτώσεις. Στην πρώτη περίπτωση, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προς υποστήριξη ποινικής έρευνας ή να διασφαλίζει την ακρίβεια, την αξιοπιστία και την ιχνηλασιμότητα της διαδικασίας συλλογής πληροφοριών για την εγκληματικότητα, υπό την προϋπόθεση ότι γίνονται σεβαστές οι απαιτήσεις που ορίζονται στις μεταβατικές ρυθμίσεις σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται προς υποστήριξη ποινικής έρευνας. Στη δεύτερη περίπτωση, η Ευρωπόλ θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να ελέγχει εάν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετίζονται με μία από τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II, διενεργώντας προκαταρκτική ανάλυση των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός προθεσμίας έως 18 μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία τα δεδομένα παρελήφθησαν για πρώτη φορά από την Ευρωπόλ, ή, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα με προηγούμενη έγκριση του ΕΕΠΔ. Η μέγιστη περίοδος επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τον σκοπό της εν λόγω προκαταρκτικής ανάλυσης δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα τρία έτη από την ημερομηνία κατά την οποία τα δεδομένα παρελήφθησαν για πρώτη φορά από την Ευρωπόλ.

(27)

Οι διασυνοριακές υποθέσεις σοβαρού εγκλήματος ή τρομοκρατίας απαιτούν στενή συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των οικείων κρατών μελών. Η Ευρωπόλ παρέχει εργαλεία για τη στήριξη αυτής της συνεργασίας στο πλαίσιο ερευνών, ιδίως μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών. Για την περαιτέρω ενίσχυση αυτής της συνεργασίας σε συγκεκριμένες ποινικές έρευνες μέσω κοινής επιχειρησιακής ανάλυσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιτρέπουν σε άλλα κράτη μέλη να έχουν άμεση πρόσβαση στις πληροφορίες που διαβίβασαν στην Ευρωπόλ, με την επιφύλαξη ενδεχόμενων γενικών ή ειδικών περιορισμών που ανέφεραν όσον αφορά την πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες. Οιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο κοινής επιχειρησιακής ανάλυσης θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και την οδηγία (ΕΕ) 2016/680.

(28)

Η Ευρωπόλ και η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα πρέπει να συνάψουν συμφωνία συνεργασίας που θα καθορίζει τις λεπτομέρειες της συνεργασίας τους, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και να υποστηρίζει ενεργά τις έρευνες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας κατόπιν αιτήματός της, μεταξύ άλλων παρέχοντας αναλυτική υποστήριξη και σχετικές πληροφορίες. Η Ευρωπόλ θα πρέπει επίσης να συμπράττει με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία από τη στιγμή που καταγγέλλεται στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία εικαζόμενη αξιόποινη πράξη έως τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κρίνει αν θα ασκήσει δίωξη ή θα περατώσει την υπόθεση με άλλον τρόπο. Η Ευρωπόλ θα πρέπει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, να αναφέρει στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κάθε αξιόποινη συμπεριφορά για την οποία η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα μπορούσε να ασκήσει την αρμοδιότητά της. Για την ενίσχυση της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπόλ και της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, η Ευρωπόλ θα πρέπει να επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία να έχει πρόσβαση στα δεδομένα που έχει στην κατοχή της η Ευρωπόλ, βάσει συστήματος θετικής απάντησης/απουσίας θετικής απάντησης (hit/no hit) το οποίο ενημερώνει μόνο την Ευρωπόλ σε περίπτωση θετικής απάντησης (hit), σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων περιορισμών που αναφέρει ο πάροχος των πληροφοριών στην Ευρωπόλ. Εάν οι πληροφορίες καλύπτονται από περιορισμό που έχει αναφέρει κράτος μέλος, η Ευρωπόλ θα πρέπει να παραπέμψει το ζήτημα στο εν λόγω κράτος μέλος, ώστε αυτό να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939. Το οικείο κράτος μέλος θα πρέπει, στη συνέχεια, να ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία σύμφωνα με την εθνική του διαδικασία. Οι κανόνες σχετικά με τη μετάδοση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε φορείς της Ένωσης που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εφαρμόζονται στη συνεργασία της Ευρωπόλ με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Η Ευρωπόλ θα πρέπει επίσης να έχει τη δυνατότητα να υποστηρίζει τις έρευνες που διεξάγει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, μέσω της ανάλυσης μεγάλων και σύνθετων συνόλων δεδομένων σύμφωνα με τις διασφαλίσεις και τις εγγυήσεις προστασίας των δεδομένων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

(29)

Η Ευρωπόλ θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) προκειμένου να εντοπίζει περιπτώσεις απάτης, διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στην OLAF κάθε πληροφορία σε σχέση με την οποία η OLAF θα μπορούσε να ασκήσει την αρμοδιότητά της. Οι κανόνες σχετικά με τη μετάδοση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε φορείς της Ένωσης που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εφαρμόζονται στη συνεργασία της Ευρωπόλ με την OLAF.

(30)

Το σοβαρό έγκλημα και η τρομοκρατία συχνά διατηρούν διασυνδέσεις εκτός της Ένωσης. Η Ευρωπόλ μπορεί να ανταλλάσσει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με τρίτες χώρες, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων. Όπου είναι απαραίτητο για την έρευνα συγκεκριμένης αξιόποινης πράξης που εμπίπτει στους στόχους της Ευρωπόλ, ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα, κατά περίπτωση, να επιτρέπει μια κατηγορία διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες, όταν η εν λόγω κατηγορία διαβιβάσεων σχετίζεται με την ίδια συγκεκριμένη κατάσταση, αποτελείται από τις ίδιες κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τις ίδιες κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων, είναι αναγκαία και αναλογική για τη διερεύνηση της συγκεκριμένης αξιόποινης πράξης και πληροί όλες τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα για μεμονωμένες διαβιβάσεις που εμπίπτουν σε κατηγορία διαβιβάσεων να περιλαμβάνουν μόνο ορισμένες από τις κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων, των οποίων η διαβίβαση έχει επιτραπεί από τον εκτελεστικό διευθυντή. Θα πρέπει να υπάρχει επίσης η δυνατότητα να επιτραπεί μια κατηγορία διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις ακόλουθες συγκεκριμένες περιπτώσεις: όταν η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαία για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου· όταν η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητη για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής στη δημόσια ασφάλεια κράτους μέλους ή τρίτης χώρας· όταν ο σκοπός της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι η διασφάλιση των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων· ή, σε μεμονωμένες περιπτώσεις, για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων ή για τη θεμελίωση, την έγερση ή την υπεράσπιση νομικών αξιώσεων που αφορούν την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος ή την εκτέλεση συγκεκριμένης ποινικής κύρωσης.

(31)

Οι διαβιβάσεις που δεν βασίζονται σε άδεια εκ μέρους του εκτελεστικού διευθυντή, σε απόφαση περί επάρκειας, σε διεθνή συμφωνία ή σε συμφωνία συνεργασίας θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον εάν έχουν προβλεφθεί κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε νομικά δεσμευτική πράξη ή εάν η Ευρωπόλ καταλήγει στο συμπέρασμα, βασιζόμενη σε αξιολόγηση όλων των περιστάσεων που είναι συναφείς προς τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ότι υπάρχουν οι εν λόγω κατάλληλες εγγυήσεις. Για τους σκοπούς της εν λόγω αξιολόγησης η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να λαμβάνει υπόψη διμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες επιτρέπουν την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και αν η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προορίζεται να υπόκειται σε υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας και στην αρχή της ειδικότητας, διασφαλίζοντας ότι τα δεδομένα δεν θα υπόκεινται σε επεξεργασία για άλλους σκοπούς πλην της διαβίβασης. Επιπλέον, είναι σημαντικό η Ευρωπόλ να λαμβάνει υπόψη εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να ζητηθεί, να εκδοθεί ή να εκτελεστεί απόφαση θανατικής ποινής ή οποιαδήποτε μορφή βίαιης και απάνθρωπης μεταχείρισης. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να απαιτεί πρόσθετες εγγυήσεις.

(32)

Για τη στήριξη των κρατών μελών στη συνεργασία με ιδιωτικούς φορείς, όταν οι εν λόγω ιδιωτικοί φορείς έχουν στην κατοχή τους πληροφορίες που έχουν σημασία για την πρόληψη και την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς και, σε ειδικές περιπτώσεις όπου είναι αναγκαίο και αναλογικό, να ανταλλάσσει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με ιδιωτικούς φορείς.

(33)

Οι εγκληματίες χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο υπηρεσίες που προσφέρουν ιδιωτικοί φορείς για να επικοινωνούν και να διεξάγουν παράνομες δραστηριότητες. Οι δράστες σεξουαλικών αδικημάτων εκμεταλλεύονται παιδιά και μοιράζονται φωτογραφίες και βίντεο που συνιστούν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών σε παγκόσμιο επίπεδο σε διαδικτυακές πλατφόρμες ή με άλλους χρήστες μέσω υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών χωρίς αριθμούς. Οι τρομοκράτες χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών για την επιστράτευση εθελοντών, τον σχεδιασμό και τον συντονισμό επιθέσεων και τη διάδοση προπαγάνδας. Οι κυβερνοεγκληματίες επωφελούνται από την ψηφιοποίηση των κοινωνιών μας και από την έλλειψη ψηφιακού γραμματισμού και άλλων ψηφιακών δεξιοτήτων στον γενικό πληθυσμό χρησιμοποιώντας το ηλεκτρονικό «ψάρεμα» και την κοινωνική μηχανική για τη διάπραξη άλλων μορφών κυβερνοεγκλήματος, όπως οι διαδικτυακές απάτες, οι επιθέσεις λυτρισμικού ή η απάτη στον τομέα των πληρωμών. Η αυξημένη χρήση διαδικτυακών υπηρεσιών από εγκληματίες έχει ως αποτέλεσμα οι ιδιωτικοί φορείς να κατέχουν αυξανόμενους όγκους δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων συνδρομητή, κίνησης και περιεχομένου, που δυνητικά έχουν σημασία για τις ποινικές έρευνες.

(34)

Δεδομένου ότι το διαδίκτυο εκ φύσεως δεν έχει σύνορα, είναι δυνατόν ο πάροχος διαδικτυακών υπηρεσιών και η ψηφιακή υποδομή στην οποία αποθηκεύονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα να υπόκεινται σε διαφορετικές εθνικές δικαιοδοσίες ο καθένας, είτε εντός της Ένωσης είτε εκτός αυτής. Συνεπώς, οι ιδιωτικοί φορείς μπορούν να έχουν στην κατοχή τους σύνολα δεδομένων που είναι σημαντικά για την επιβολή του νόμου και τα οποία περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που εμπίπτουν σε πολλαπλές δικαιοδοσίες, καθώς και δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν μπορούν εύκολα να αποδοθούν σε κάποια συγκεκριμένη δικαιοδοσία. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορεί να δυσκολεύονται να αναλύσουν αποτελεσματικά μέσω εθνικών λύσεων τέτοια σύνολα δεδομένων πολλαπλών δικαιοδοσιών ή σύνολα δεδομένων σε μορφή που δεν επιτρέπει τη συσχέτισή τους. Επιπλέον, επί του παρόντος δεν υπάρχει ενιαίο σημείο επαφής για ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι αποφασίζουν να κοινοποιήσουν νομίμως και οικειοθελώς σύνολα δεδομένων στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Επομένως, η Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει θεσπίσει μέτρα για τη διευκόλυνση της συνεργασίας με ιδιωτικούς φορείς, μεταξύ άλλων όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών.

(35)

Για να διασφαλιστεί ότι οι ιδιωτικοί φορείς έχουν σημείο επαφής σε ενωσιακό επίπεδο για τη νόμιμη και οικειοθελή παροχή συνόλων δεδομένων πολλαπλών δικαιοδοσιών ή συνόλων δεδομένων που δεν μπορούν να αποδοθούν εύκολα μέχρι εκείνη τη στιγμή σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες δικαιοδοσίες, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απευθείας από ιδιωτικούς φορείς με σκοπό να παρασχεθούν στα κράτη μέλη οι αναγκαίες πληροφορίες για τη θεμελίωση δικαιοδοσίας και για τη διερεύνηση εγκλημάτων στο πλαίσιο των αντίστοιχων δικαιοδοσιών τους, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να συμπεριλαμβάνουν αναφορές σχετικά με ελεγχόμενο περιεχόμενο που μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ότι συνδέεται με εγκληματικές δραστηριότητες που εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ.

(36)

Για να εξασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την έναρξη ερευνών με σκοπό την πρόληψη και την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να επεξεργάζεται και να αναλύει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προκειμένου να εντοπίζει τις αντίστοιχες εθνικές μονάδες και να διαβιβάζει σε αυτές τις εθνικές μονάδες τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και ενδεχόμενα αποτελέσματα της δικής της ανάλυσης και ελέγχου των εν λόγω δεδομένων που είναι σημαντικά για τη θεμελίωση δικαιοδοσίας και για τη διερεύνηση των σχετικών εγκλημάτων στο πλαίσιο των αντίστοιχων δικαιοδοσιών τους. Η Ευρωπόλ θα πρέπει επίσης να μπορεί να διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και τα αποτελέσματα της δικής της ανάλυσης και ελέγχου των εν λόγω δεδομένων που είναι σημαντικά για τον σκοπό της θεμελίωσης δικαιοδοσίας σε σημεία επαφής ή σε αρχές οικείων τρίτων χωρών οι οποίες υπόκεινται σε απόφαση περί επάρκειας ή με τις οποίες έχει συναφθεί διεθνής συμφωνία ή συμφωνία συνεργασίας, ή όταν προβλέπονται σε νομικά δεσμευτική πράξη κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή η Ευρωπόλ καταλήγει στο συμπέρασμα, βάσει αξιολόγησης όλων των περιστάσεων που είναι συναφείς προς τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ότι οι εν λόγω εγγυήσεις υπάρχουν σε αυτές τις τρίτες χώρες. Όταν η οικεία τρίτη χώρα δεν υπόκειται σε απόφαση περί επάρκειας ή δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος σε διεθνή συμφωνία ή συμφωνία συνεργασίας ή ελλείψει νομικά δεσμευτικής πράξης, ή όταν η Ευρωπόλ δεν έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να διαβιβάζει το αποτέλεσμα της δικής της ανάλυσης και ελέγχου των δεδομένων αυτών στην οικεία τρίτη χώρα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(37)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794, σε ορισμένες περιπτώσεις και υπό προϋποθέσεις, ενδέχεται να είναι αναγκαίο και αναλογικό να διαβιβάζει η Ευρωπόλ δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιωτικούς φορείς που δεν είναι εγκατεστημένοι εντός της Ένωσης ή σε τρίτη χώρα που υπόκειται σε απόφαση περί επάρκειας ή με την οποία έχει συναφθεί διεθνής συμφωνία ή συμφωνία συνεργασίας, ή όταν δεν προβλέπονται σε νομικά δεσμευτική πράξη κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή η Ευρωπόλ δεν έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις. Στις περιπτώσεις αυτές, η διαβίβαση θα πρέπει να υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση του εκτελεστικού διευθυντή.

(38)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η Ευρωπόλ μπορεί να εντοπίζει όλες τις οικείες εθνικές μονάδες, αν οι πληροφορίες που παρέχουν οι ιδιωτικοί φορείς δεν επαρκούν προκειμένου να μπορέσει να εντοπίσει τις οικείες εθνικές μονάδες, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να ενημερώνει τους εν λόγω φορείς. Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα στους εν λόγω ιδιωτικούς φορείς να αποφασίσουν αν είναι προς το συμφέρον τους να παράσχουν πρόσθετες πληροφορίες στην Ευρωπόλ και κατά πόσον μπορούν να το πράξουν νόμιμα. Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να ενημερώνει τους ιδιωτικούς φορείς για τις ελλείπουσες πληροφορίες, στον βαθμό που αυτές είναι απολύτως αναγκαίες αποκλειστικά για τον σκοπό του εντοπισμού των οικείων εθνικών μονάδων. Στις διαβιβάσεις πληροφοριών από την Ευρωπόλ σε ιδιωτικούς φορείς θα πρέπει να εφαρμόζονται ειδικές εγγυήσεις, όταν ο οικείος ιδιωτικός φορέας δεν είναι εγκατεστημένος εντός της Ένωσης ή σε τρίτη χώρα η οποία υπόκειται σε απόφαση περί επάρκειας, ή με την οποία έχει συναφθεί διεθνής συμφωνία ή συμφωνία συνεργασίας, ή όταν δεν προβλέπονται σε νομικά δεσμευτική πράξη κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή η Ευρωπόλ δεν έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις.

(39)

Όταν τα κράτη μέλη, οι τρίτες χώρες, οι διεθνείς οργανισμοί ή οι ιδιωτικοί φορείς μοιράζονται με την Ευρωπόλ σύνολα δεδομένων πολλαπλών δικαιοδοσιών ή σύνολα δεδομένων που δεν μπορούν να αποδοθούν σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες δικαιοδοσίες, ενδέχεται τα εν λόγω σύνολα δεδομένων να συνδέονται με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που βρίσκονται στην κατοχή ιδιωτικών φορέων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να υποβάλει αίτημα στα κράτη μέλη, μέσω των εθνικών τους μονάδων, ζητώντας να λάβει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που βρίσκονται στην κατοχή ιδιωτικών φορέων που είναι εγκατεστημένοι ή έχουν νόμιμο εκπρόσωπο στην επικράτειά των εν λόγω κρατών μελών. Το εν λόγω αίτημα θα πρέπει να υποβάλλεται μόνο όταν είναι αναγκαίο να ληφθούν πρόσθετες πληροφορίες από τους εν λόγω ιδιωτικούς φορείς προκειμένου να εντοπιστούν οι οικείες εθνικές μονάδες. Το αίτημα θα πρέπει να είναι αιτιολογημένο και όσο το δυνατόν πιο ακριβές. Τα σχετικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο ευαίσθητα και να περιορίζονται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο και αναλογικό για να εντοπιστούν οι οικείες εθνικές μονάδες, θα πρέπει να παρέχονται στην Ευρωπόλ σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία των οικείων κρατών μελών. Οι αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών θα πρέπει να αξιολογούν το αίτημα της Ευρωπόλ και να αποφασίζουν, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, εάν θα το ικανοποιήσουν. Οποιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων από ιδιωτικούς φορείς διεξάγεται κατά την επεξεργασία των αιτημάτων αυτών από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να εξακολουθήσει να υπόκειται στους κανόνες που ισχύουν, ιδίως όσον αφορά την προστασία των δεδομένων. Οι ιδιωτικοί φορείς θα πρέπει να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών τα ζητούμενα δεδομένα για την περαιτέρω μετάδοση τους στην Ευρωπόλ. Σε πολλές περιπτώσεις, τα εν λόγω κράτη μέλη ενδέχεται να μην μπορούν να προβάλουν άλλον λόγο για την υπαγωγή στη δικαιοδοσία τους από το γεγονός ότι ο ιδιωτικός φορέας που έχει στην κατοχή του τα σχετικά δεδομένα είναι εγκατεστημένος ή έχει νόμιμο εκπρόσωπο εντός της δικαιοδοσίας τους. Ανεξάρτητα από το αν έχουν δικαιοδοσία όσον αφορά τη συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη, τα κράτη μέλη θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους μπορούν να λαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς με σκοπό να παρέχουν στην Ευρωπόλ τις αναγκαίες πληροφορίες για την επίτευξη των στόχων της, σε πλήρη συμμόρφωση με τις διαδικαστικές εγγυήσεις που προβλέπονται στο εθνικό τους δίκαιο.

(40)

Για να διασφαλιστεί ότι η Ευρωπόλ δεν διατηρεί τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται απευθείας από ιδιωτικούς φορείς για μεγαλύτερο διάστημα από εκείνο που είναι αναγκαίο για τον εντοπισμό των οικείων εθνικών μονάδων, θα πρέπει να ισχύουν προθεσμίες για την αποθήκευση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ. Όταν η Ευρωπόλ έχει εξαντλήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της για τον εντοπισμό των οικείων εθνικών μονάδων και δεν μπορεί ευλόγως να αναμένει ότι θα εντοπίσει περαιτέρω οικείες εθνικές μονάδες, η αποθήκευση των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι πλέον αναγκαία και αναλογική για τον εντοπισμό των οικείων εθνικών μονάδων. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να διαγράψει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εντός τεσσάρων μηνών από την τελευταία μετάδοσή τους, να τα διαβιβάσει σε εθνική μονάδα, ή να τα διαβιβάσει σε σημείο επαφής τρίτης χώρας ή αρχής τρίτης χώρας, εκτός αν, σε συμμόρφωση με την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία, η οικεία εθνική μονάδα, σημείο επαφής ή αρχή υποβάλει εκ νέου, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ως δικά της/του δεδομένα στην Ευρωπόλ εντός της εν λόγω περιόδου. Αν τα εκ νέου υποβληθέντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα αποτελούσαν μέρος ευρύτερου συνόλου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Ευρωπόλ θα πρέπει να διατηρεί μόνο εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν υποβληθεί εκ νέου από οικεία εθνική μονάδα, σημείο επαφής ή αρχή.

(41)

Η συνεργασία της Ευρωπόλ με ιδιωτικούς φορείς δεν θα πρέπει ούτε να επικαλύπτεται με τις δραστηριότητες των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) που έχουν συσταθεί σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) ούτε να παρεμβαίνει σε αυτές, και θα πρέπει να αφορά μόνο πληροφορίες που δεν πρέπει ήδη να παρέχονται στις ΜΧΠ σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να συνεχίσει τη συνεργασία της με τις ΜΧΠ, ιδίως μέσω των εθνικών μονάδων.

(42)

Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει την αναγκαία στήριξη στις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών προκειμένου να αλληλεπιδρούν με ιδιωτικούς φορείς, ιδίως παρέχοντας την αναγκαία υποδομή για την εν λόγω αλληλεπίδραση, για παράδειγμα, όταν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αναφέρουν τρομοκρατικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο, διαβιβάζουν εντολές αφαίρεσης τέτοιου περιεχομένου σε παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) ή ανταλλάσσουν πληροφορίες με ιδιωτικούς φορείς στο πλαίσιο κυβερνοεπιθέσεων. Όταν τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν την υποδομή της Ευρωπόλ για ανταλλαγές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με εγκλήματα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο των στόχων της Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να έχει πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να διασφαλίζει με τεχνικά μέσα ότι οποιαδήποτε τέτοια υποδομή περιορίζεται αυστηρά στην παροχή διαύλου για τις εν λόγω αλληλεπιδράσεις μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και ενός ιδιωτικού φορέα, και ότι η Ευρωπόλ παρέχει όλες τις αναγκαίες εγγυήσεις κατά της πρόσβασης ιδιωτικού φορέα σε οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες των συστημάτων της Ευρωπόλ οι οποίες δεν σχετίζονται με τις ανταλλαγές με τον εν λόγω ιδιωτικό φορέα.

(43)

Οι τρομοκρατικές επιθέσεις πυροδοτούν τη διάδοση σε μεγάλη κλίμακα, μέσω διαδικτυακών πλατφορμών, τρομοκρατικού περιεχομένου που αναφέρεται σε προσβολή της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, ή καλεί για άμεση προσβολή της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, καθιστώντας έτσι δυνατή την εξύμνηση της τρομοκρατίας και την παροχή σχετικής εκπαίδευσης και, τελικά, τη ριζοσπαστικοποίηση και τη στρατολόγηση και άλλων προσώπων. Επιπλέον, η αυξημένη χρήση του διαδικτύου για την καταγραφή ή την ανταλλαγή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών διαιωνίζει τη βλάβη που έχουν υποστεί τα θύματα, καθώς το υλικό μπορεί εύκολα να αναπαραχθεί και να διανεμηθεί. Προκειμένου να προλαμβάνει και να καταπολεμά τα εγκλήματα που εμπίπτουν στο πεδίο των στόχων της, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να υποστηρίζει τις ενέργειες των κρατών μελών που αφορούν την αποτελεσματική αντιμετώπιση της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο πλαίσιο καταστάσεων κρίσης στο διαδίκτυο που προκύπτουν από συνεχιζόμενα ή πρόσφατα πραγματικά γεγονότα, και της διάδοσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, καθώς και να υποστηρίζει τις δράσεις των παρόχων διαδικτυακών υπηρεσιών σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους βάσει του ενωσιακού δικαίου, καθώς και τις εθελοντικές δράσεις τους. Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να ανταλλάσσει τα σχετικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των μοναδικών, μη μετατρέψιμων ψηφιακών υπογραφών («hashes»), των διευθύνσεων IP ή των διευθύνσεων URL που σχετίζονται με το εν λόγω περιεχόμενο, με ιδιωτικούς φορείς εγκατεστημένους εντός της Ένωσης ή σε τρίτη χώρα που υπόκειται σε απόφαση περί επάρκειας, ή, ελλείψει τέτοιας απόφασης, με την οποία έχει συναφθεί διεθνής συμφωνία ή συμφωνία συνεργασίας ή όταν προβλέπονται σε νομικά δεσμευτική πράξη κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή η Ευρωπόλ καταλήγει στο συμπέρασμα, βάσει αξιολόγησης όλων των περιστάσεων που είναι συναφείς προς τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ότι οι εν λόγω εγγυήσεις υπάρχουν στην εν λόγω τρίτη χώρα. Οι εν λόγω ανταλλαγές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να πραγματοποιούνται μόνον για τους σκοπούς της αφαίρεσης τρομοκρατικού περιεχομένου και διαδικτυακού υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ιδίως όταν αναμένεται ο εκθετικός πολλαπλασιασμός και η εξάπλωση του περιεχομένου ή του υλικού αυτού μέσω πολλαπλών παρόχων διαδικτυακών υπηρεσιών. Καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι εμποδίζει κράτος μέλος να χρησιμοποιεί εντολές αφαίρεσης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/784, ως μέσο αντιμετώπισης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο.

(44)

Για να αποφεύγεται η επικάλυψη ενεργειών και η πιθανή παρεμβολή στις έρευνες και για να ελαχιστοποιηθεί η επιβάρυνση των θιγόμενων παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας, η Ευρωπόλ θα πρέπει να επικουρεί τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, να ανταλλάσσει πληροφορίες και να συνεργάζεται μαζί τους όσον αφορά μεταδόσεις και διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς ιδιωτικούς φορείς για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης στο διαδίκτυο και της διαδικτυακής διάδοσης διαδικτυακού υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.

(45)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 θεσπίζει κανόνες για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης. Ενώ ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 εφαρμόζεται στην επεξεργασία, από την Ευρωπόλ, διοικητικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με ποινικές έρευνες, όπως τα δεδομένα προσωπικού, το άρθρο 3 σημείο 2) και το κεφάλαιο IX του εν λόγω κανονισμού, τα οποία ρυθμίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, δεν εφαρμόζονται επί του παρόντος στην Ευρωπόλ. Για να διασφαλιστεί η ενιαία και συνεκτική προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το κεφάλαιο IX του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 θα πρέπει να εφαρμόζεται στην Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού και θα πρέπει να συμπληρωθεί με ειδικές διατάξεις για τις ειδικές πράξεις επεξεργασίας που θα πρέπει να εκτελεί η Ευρωπόλ προκειμένου να επιτελεί τα καθήκοντά της. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ενισχυθούν οι εποπτικές εξουσίες του ΕΕΠΔ επί των πράξεων επεξεργασίας της Ευρωπόλ, σύμφωνα με τις συναφείς εξουσίες που ισχύουν όσον αφορά την επεξεργασία διοικητικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ισχύουν για όλα τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης δυνάμει του Κεφαλαίου VI του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725. Για τον σκοπό αυτό, όταν η Ευρωπόλ επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για επιχειρησιακούς σκοπούς, ο ΕΕΠΔ θα πρέπει να είναι σε θέση να δίνει εντολή στην Ευρωπόλ να ευθυγραμμίσει τις πράξεις επεξεργασίας προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, και να δώσει εντολή να ανασταλούν οι ροές δεδομένων προς αποδέκτη σε κράτος μέλος, τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, και θα πρέπει να δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο σε περίπτωση μη συμμόρφωσης από την Ευρωπόλ.

(46)

Η επεξεργασία δεδομένων για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού θα μπορούσε να συνεπάγεται την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τα οριζόμενα στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14). Η επεξεργασία φωτογραφιών δεν θα πρέπει συστηματικά να θεωρείται ότι συνιστά επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς οι φωτογραφίες καλύπτονται από τον ορισμό των βιομετρικών δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 3 σημείο 18) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 μόνο σε περίπτωση επεξεργασίας μέσω ειδικών τεχνικών μέσων που επιτρέπουν την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση ή επαλήθευση της ταυτότητας φυσικού προσώπου.

(47)

Ο μηχανισμός προηγούμενης διαβούλευσης με συμμετοχή του ΕΕΠΔ που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 αποτελεί σημαντική εγγύηση για νέους τύπους πράξεων επεξεργασίας. Εντούτοις, ο εν λόγω μηχανισμός δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε ειδικές επιμέρους επιχειρησιακές δραστηριότητες, όπως η επιχειρησιακή ανάλυση έργων, αλλά στη χρήση νέων συστημάτων τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ) για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή για τυχόν ουσιαστικές αλλαγές στα εν λόγω συστήματα, που θα μπορούσαν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων. Η προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να υποχρεούται ο ΕΕΠΔ να παράσχει γραπτές συμβουλές σχετικά με τις εν λόγω διαβουλεύσεις δεν θα πρέπει να είναι δυνατόν να ανασταλεί. Σε περίπτωση δραστηριοτήτων επεξεργασίας που έχουν καθοριστική σημασία για την εκτέλεση των καθηκόντων της Ευρωπόλ και είναι ιδιαίτερα επείγουσες, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί κατ’ εξαίρεση να αρχίσει την επεξεργασία ήδη μετά την έναρξη της προηγούμενης διαβούλευσης, ακόμη και αν δεν έχει λήξει η προθεσμία για τη διαβίβαση γραπτών συμβουλών από τον ΕΕΠΔ. Τέτοια επείγουσα κατάσταση μπορεί να προκύψει σε περιπτώσεις καθοριστικής σημασίας για την εκτέλεση των καθηκόντων της Ευρωπόλ, όταν η επεξεργασία είναι αναγκαία για την πρόληψη και την αντιμετώπιση άμεσης απειλής εγκλήματος που εμπίπτει εντός των στόχων της Ευρωπόλ, και για να προστατευθούν τα ζωτικά συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου. Ο Υπεύθυνος Προσωπικών Δεδομένων της Ευρωπόλ θα πρέπει να συμμετέχει στην αξιολόγηση του επείγοντος χαρακτήρα και της αναγκαιότητας της εν λόγω επεξεργασίας πριν λήξει η προθεσμία του ΕΕΠΔ να ανταποκριθεί σε προηγούμενη διαβούλευση. Ο Υπεύθυνος Προσωπικών Δεδομένων της Ευρωπόλ θα πρέπει να επιβλέπει την εν λόγω επεξεργασία. Ο ΕΕΠΔ θα πρέπει να μπορεί να ασκεί τις εξουσίες του όσον αφορά την εν λόγω επεξεργασία.

(48)

Δεδομένων των προκλήσεων που θέτουν για την ασφάλεια της Ένωσης η ταχεία τεχνολογική εξέλιξη και η εκμετάλλευση των νέων τεχνολογιών από τρομοκράτες και άλλους εγκληματίες, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών χρειάζεται να ενισχύσουν τις τεχνολογικές τους ικανότητες για τον εντοπισμό, τη διασφάλιση και την ανάλυση των δεδομένων που απαιτούνται για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να είναι σε θέση να στηρίζει τα κράτη μέλη όσον αφορά τη χρήση αναδυόμενων τεχνολογιών, τη διερεύνηση νέων προσεγγίσεων και την ανάπτυξη κοινών τεχνολογικών λύσεων για τα κράτη μέλη με σκοπό την καλύτερη πρόληψη και καταπολέμηση εγκλημάτων που εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ. Παράλληλα, η Ευρωπόλ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η ανάπτυξη, η χρήση και η εφαρμογή νέων τεχνολογιών καθοδηγούνται από τις αρχές της διαφάνειας, της εξηγησιμότητας, της δικαιοσύνης και της λογοδοσίας, δεν υπονομεύουν τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες και συμμορφώνονται με το ενωσιακό δίκαιο. Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να πραγματοποιεί έργα έρευνας και καινοτομίας σχετικά με θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό εντός του γενικού πεδίου έργων έρευνας και καινοτομίας που καθορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο σε δεσμευτικό έγγραφο. Αυτό το έγγραφο θα πρέπει να επικαιροποιείται κατά περίπτωση και να τίθεται στη διάθεση του ΕΕΠΔ. Θα πρέπει είναι δυνατό τα εν λόγω έργα να περιλαμβάνουν επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μόνο όταν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, συγκεκριμένα όταν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απολύτως αναγκαία, ο στόχος του σχετικού έργου δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση δεδομένων μη προσωπικού χαρακτήρα, όπως συνθετικών ή ανώνυμων δεδομένων, και διασφαλίζεται ο πλήρης σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ιδίως όσον αφορά τη μη εισαγωγή διακρίσεων.

Η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς έρευνας και καινοτομίας θα πρέπει να επιτρέπεται μόνον όταν είναι απολύτως αναγκαία. Δεδομένου του ευαίσθητου χαρακτήρα της εν λόγω επεξεργασίας, θα πρέπει να εφαρμόζονται κατάλληλες πρόσθετες εγγυήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ψευδωνυμοποίησης. Για να προληφθεί η μεροληψία στην αλγοριθμική λήψη αποφάσεων, θα πρέπει να επιτρέπεται στην Ευρωπόλ να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να τηρεί αρχεία καταχωρίσεων όλων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο των έργων έρευνας και καινοτομίας της, μόνον για τον σκοπό του ελέγχου όσον αφορά την ακρίβεια του αποτελέσματος της επεξεργασίας των δεδομένων και μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για τον εν λόγω έλεγχο. Οι διατάξεις σχετικά με την ανάπτυξη νέων εργαλείων από την Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να αποτελούν νομική βάση για την εφαρμογή τους σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο. Για την προώθηση της καινοτομίας και την ενίσχυση των συνεργειών στα έργα έρευνας και καινοτομίας, είναι σημαντικό να εντείνει η Ευρωπόλ τη συνεργασία της με συναφή δίκτυα επαγγελματιών των κρατών μελών και άλλους οργανισμούς της Ένωσης στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους στον τομέα αυτόν, και να στηρίξει άλλες, συναφείς μορφές συνεργασίας, όπως η γραμματειακή υποστήριξη του «κόμβου καινοτομίας της ΕΕ για την εσωτερική ασφάλεια» ως συνεργατικού δικτύου εργαστηρίων καινοτομίας.

(49)

Η Ευρωπόλ θα πρέπει να διαδραματίσει κομβικό ρόλο, βοηθώντας τα κράτη μέλη να αναπτύξουν νέες τεχνολογικές λύσεις βασισμένες στην τεχνητή νοημοσύνη οι οποίες είναι κατάλληλες για την επίτευξη των στόχων της Ευρωπόλ και οι οποίες ωφελούν τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών σε ολόκληρη την Ένωση. Η εν λόγω βοήθεια θα πρέπει να παρέχεται με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη μη εισαγωγή διακρίσεων. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να συμβάλει καθοριστικά στην προώθηση της ανάπτυξης και της εφαρμογής δεοντολογικής, αξιόπιστης και ανθρωποκεντρικής τεχνητής νοημοσύνης, η οποία να υπόκειται σε ισχυρές διασφαλίσεις όσον αφορά την ασφάλεια, την προστασία, τη διαφάνεια, την εξηγησιμότητα και τα θεμελιώδη δικαιώματα.

(50)

Η Ευρωπόλ θα πρέπει να ενημερώνει τον ΕΕΠΔ πριν από την έναρξη των έργων έρευνας και καινοτομίας της που περιλαμβάνουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η Ευρωπόλ θα πρέπει να ενημερώνει το διοικητικό συμβούλιό της ή να ζητεί τη γνώμη του, σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια που θα πρέπει να καθορίζονται στις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές. Η Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να επεξεργάζεται δεδομένα για έργα έρευνας και καινοτομίας χωρίς τη συγκατάθεση του κράτους μέλους, του φορέα της Ένωσης, της τρίτης χώρας ή του διεθνούς οργανισμού που υπέβαλε τα δεδομένα στην Ευρωπόλ, εκτός εάν το εν λόγω κράτος μέλος, φορέας της Ένωσης, τρίτη χώρα ή διεθνής οργανισμός έχει δώσει εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή του για την εν λόγω επεξεργασία για τον εν λόγω σκοπό. Για κάθε έργο η Ευρωπόλ θα πρέπει να διενεργεί, πριν από την επεξεργασία, εκτίμηση των επιπτώσεων που θα έχει στην προστασία των δεδομένων, ώστε να διασφαλίζεται ο πλήρης σεβασμός του δικαιώματος της προστασίας των δεδομένων και όλων των άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων. Η εκτίμηση των επιπτώσεων που θα έχει στην προστασία των δεδομένων θα πρέπει να περιλαμβάνει αξιολόγηση της καταλληλότητας, της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πρόκειται να υποβληθούν σε επεξεργασία για τον συγκεκριμένο σκοπό του έργου, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης για ελαχιστοποίηση των δεδομένων, και αξιολόγηση για δυνητική μεροληψία στο αποτέλεσμα και στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που θα υποβληθούν σε επεξεργασία για τον συγκεκριμένο σκοπό του έργου καθώς και τα σχεδιαζόμενα μέτρα αντιμετώπισης των εν λόγω κινδύνων. Η ανάπτυξη νέων εργαλείων από την Ευρωπόλ δεν θα πρέπει να θίγει τη νομική βάση, συμπεριλαμβανομένων των λόγων επεξεργασίας των σχετικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία θα απαιτείτο στη συνέχεια για την ανάπτυξή τους σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο.

(51)

Η παροχή πρόσθετων εργαλείων και ικανοτήτων στην Ευρωπόλ απαιτεί την ενίσχυση της δημοκρατικής εποπτείας και της λογοδοσίας της. Ο από κοινού κοινοβουλευτικός έλεγχος αποτελεί σημαντικό στοιχείο της πολιτικής παρακολούθησης των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ. Για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική πολιτική παρακολούθηση του τρόπου με τον οποίο η Ευρωπόλ εφαρμόζει τα πρόσθετα εργαλεία και ικανότητες που της παρέχονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Ευρωπόλ θα πρέπει να παρέχει στη μεικτή ομάδα κοινοβουλευτικού ελέγχου (ΜΟΚΕ) και στα κράτη μέλη λεπτομερείς ετήσιες πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη, τη χρήση και την αποτελεσματικότητα των εν λόγω εργαλείων και ικανοτήτων και το αποτέλεσμα της χρήσης τους, ιδίως όσον αφορά τα έργα έρευνας και καινοτομίας καθώς και τις νέες δραστηριότητες ή τη σύσταση ενδεχόμενων νέων εξειδικευμένων κέντρων εντός της Ευρωπόλ. Επιπλέον, σε τουλάχιστον δύο τακτικές συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου κατ’ έτος θα πρέπει να προσκαλούνται δύο εκπρόσωποι της ΜΟΚΕ, ένας εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ένας εκ μέρους των εθνικών κοινοβουλίων, ώστε να αντικατοπτρίζεται ο διττός χαρακτήρας της ΜΟΚΕ, οι οποίοι θα απευθύνονται στο διοικητικό συμβούλιο εξ ονόματος της ΜΟΚΕ και θα συζητούν την ενοποιημένη ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων, το ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού και τον ετήσιο προϋπολογισμό, γραπτές ερωτήσεις και απαντήσεις της ΜΟΚΕ, καθώς και τις εξωτερικές σχέσεις και τις συμπράξεις, με σεβασμό στους διαφορετικούς ρόλους και αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου και της ΜΟΚΕ σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Το διοικητικό συμβούλιο, από κοινού με τους εκπροσώπους της ΜΟΚΕ, θα πρέπει να δύναται να καθορίζει άλλα θέματα πολιτικού ενδιαφέροντος προς συζήτηση. Σύμφωνα με τον εποπτικό ρόλο της ΜΟΚΕ, οι δύο εκπρόσωποι της ΜΟΚΕ δεν θα πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου στο διοικητικό συμβούλιο. Οι προγραμματισμένες δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας θα πρέπει να καθορίζονται στο ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού που περιέχει τον πολυετή προγραμματισμό και το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπόλ και να διαβιβάζονται στη ΜΟΚΕ.

(52)

Κατόπιν πρότασης του εκτελεστικού διευθυντή, το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να διορίσει υπεύθυνο θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο οποίος θα πρέπει να είναι αρμόδιος για την υποστήριξη της Ευρωπόλ στην προσπάθειά της να εγγυηθεί τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε όλες τις δραστηριότητες και τα καθήκοντά της, ιδίως όσον αφορά τα έργα έρευνας και καινοτομίας της Ευρωπόλ και τις ανταλλαγές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με ιδιωτικούς φορείς. Θα πρέπει να είναι δυνατόν να διοριστεί μέλος του υπάρχοντος προσωπικού της Ευρωπόλ που έχει λάβει ειδική κατάρτιση στο δίκαιο και τις πρακτικές σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα ως υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ο υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους. Στον βαθμό που θίγονται ζητήματα προστασίας δεδομένων, ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων θα πρέπει να έχει την πλήρη ευθύνη.

(53)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού —δηλαδή η στήριξη και η ενίσχυση τόσο της δράσης των αρμόδιων υπηρεσιών των κρατών μελών όσο και της αμοιβαίας συνεργασίας τους για την πρόληψη και την καταπολέμηση των σοβαρών εγκλημάτων που έχουν επιπτώσεις σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, της τρομοκρατίας και των μορφών εγκλήματος που θίγουν κοινά συμφέροντα τα οποία καλύπτονται από πολιτική της Ένωσης— δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, εξαιτίας του διασυνοριακού χαρακτήρα του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας και εξαιτίας της ανάγκης για συντονισμένη αντιμετώπιση των σχετικών απειλών κατά της ασφάλειας, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(54)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Ιρλανδία γνωστοποίησε την επιθυμία της να συμμετάσχει στην έκδοση και εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(55)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στη εφαρμογή του.

(56)

Ζητήθηκε η γνώμη του ΕΕΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, ο οποίος γνωμοδότησε στις 8 Μαρτίου 2021 (15).

(57)

Ο παρών κανονισμός σέβεται πλήρως τα θεμελιώδη δικαιώματα και εγγυήσεις, και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο «Χάρτης»), και συγκεκριμένα το δικαίωμα του σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και το δικαίωμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτά ορίζονται στα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη, καθώς και στο άρθρο 16 ΣΛΕΕ. Δεδομένης της σημασίας που έχει η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για το έργο της επιβολής του νόμου εν γένει, και για τη στήριξη που παρέχει η Ευρωπόλ ειδικότερα, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει ενισχυμένες εγγυήσεις και μηχανισμούς δημοκρατικής εποπτείας και λογοδοσίας, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι δραστηριότητες και τα καθήκοντα της Ευρωπόλ ασκούνται σε πλήρη συμμόρφωση με τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται στον Χάρτη, ιδίως όσον αφορά τα δικαιώματα της ισότητας ενώπιον του νόμου, της μη διάκρισης και της πραγματικής προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου εθνικού δικαστηρίου κατά οποιουδήποτε από τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να περιορίζεται σε ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο και αναλογικό, και υπόκειται σε σαφείς προϋποθέσεις, αυστηρές απαιτήσεις και αποτελεσματική εποπτεία από τον ΕΕΠΔ.

(58)

Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(59)

Για να καταστεί δυνατή η ταχεία εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται σε αυτόν, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

τα στοιχεία η) έως ια) και τα στοιχεία ιγ), ιδ) και ιε) απαλείφονται·

β)

το στοιχείο ιστ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιστ)

ως “διοικητικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα” νοούνται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται η Ευρωπόλ εκτός από τα επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·»·

γ)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιζ)

ως “ερευνητικά δεδομένα” νοούνται τα δεδομένα τα οποία κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου (*1), η Eurojust, ή τρίτη χώρα εξουσιοδοτείται να επεξεργαστεί σε διεξαγόμενη ποινική έρευνα που αφορά ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις διαδικαστικές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ισχύουν βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, ή τα οποία υπέβαλε κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, η Eurojust, ή τρίτη χώρα στην Ευρωπόλ προς υποστήριξη της εν λόγω εν εξελίξει ποινικής έρευνας και τα οποία περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II·

ιη)

ως “τρομοκρατικό περιεχόμενο” νοείται το τρομοκρατικό περιεχόμενο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 7) του κανονισμού (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2)·

ιθ)

ως “διαδικτυακό υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών” νοείται διαδικτυακό υλικό που συνιστά παιδική πορνογραφία όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3) ή πορνογραφικές παραστάσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας·

κ)

ως “κατάσταση κρίσης στο διαδίκτυο” νοείται η διάδοση διαδικτυακού περιεχομένου που προκύπτει από εν εξελίξει ή πρόσφατο πραγματικό γεγονός που απεικονίζει προσβολή της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, ή καλεί σε άμεση προσβολή της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, και αποσκοπεί σε ή έχει ως αποτέλεσμα τον σοβαρό εκφοβισμό ενός πληθυσμού, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει σύνδεση ή εύλογη υπόνοια σύνδεσης με την τρομοκρατία ή τον βίαιο εξτρεμισμό και ότι αναμένονται δυνητικά ο εκθετικός πολλαπλασιασμός και η εξάπλωση του εν λόγω περιεχομένου μέσω πολλαπλών διαδικτυακών υπηρεσιών·

κα)

ως “κατηγορία διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” νοείται ομάδα διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν τα δεδομένα σχετίζονται με την ίδια συγκεκριμένη κατάσταση και οι διαβιβάσεις αποτελούνται από τις ίδιες κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και από τις ίδιες κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων·

κβ)

ως “έργα έρευνας και καινοτομίας” νοούνται έργα σχετικά με θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά την ανάπτυξη, τη διαμόρφωση, τη δοκιμή και την επικύρωση αλγορίθμων για την ανάπτυξη ειδικών εργαλείων, και άλλα ειδικά έργα έρευνας και καινοτομίας που είναι σημαντικά για την επίτευξη των στόχων της Ευρωπόλ.

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (ΕΕ L 283 της 31.10.2017, σ. 1)."

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 79)."

(*3)  Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).»."

2)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο

«ηα)

παροχή διοικητικής και χρηματοδοτικής στήριξης στις ειδικές μονάδες επέμβασης των κρατών μελών όπως αναφέρεται στην απόφαση 2008/617/ΔΕΥ του Συμβουλίου (*4)·

(*4)  Απόφαση 2008/617/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, για τη βελτίωση της συνεργασίας σε καταστάσεις κρίσεως μεταξύ των ειδικών μονάδων επέμβασης των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 73).»·"

ii)

το στοιχείο ι) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ι)

συνεργασία με τους φορείς της Ένωσης που συστάθηκαν δυνάμει του τίτλου V της ΣΛΕΕ, με την OLAF και τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια (ENISA) που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5), ειδικότερα μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και της παροχής αναλυτικής υποστήριξης στους τομείς που εμπίπτουν στις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους·

(*5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Απριλίου 2019 σχετικά με τον ENISA (“Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια”) και με την πιστοποίηση της κυβερνοασφάλειας στον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 526/2013 (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 15).»·"

iii)

το στοιχείο ιγ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιγ)

στήριξη των δράσεων των κρατών μελών για την πρόληψη και την καταπολέμηση μορφών εγκλήματος που παρατίθενται στο παράρτημα I και διευκολύνονται, προωθούνται ή διαπράττονται με χρήση του διαδικτύου, μεταξύ άλλων ως εξής:

i)

επικουρώντας τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, κατόπιν αιτήματός τους, στην αντιμετώπιση κυβερνοεπιθέσεων με εικαζόμενη εγκληματική προέλευση·

ii)

μέσω της συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών όσον αφορά τις εντολές αφαίρεσης σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/784· και

iii)

προβαίνοντας σε αναφορές διαδικτυακού περιεχομένου στους οικείους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών, προκειμένου οι εν λόγω πάροχοι να εξετάσουν οικειοθελώς τη συμβατότητα του εν λόγω περιεχομένου με τους δικούς τους όρους και προϋποθέσεις·»·

iv)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιη)

στήριξη των κρατών μελών για τον εντοπισμό προσώπων των οποίων οι εγκληματικές δραστηριότητες εμπίπτουν στις μορφές εγκλημάτων που παρατίθενται στο παράρτημα I και συνιστούν υψηλό κίνδυνο για την ασφάλεια·

ιθ)

διευκόλυνση κοινών και συντονισμένων ερευνών προτεραιότητας σχετικά με τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο ιη)·

κ)

στήριξη των κρατών μελών κατά την επεξεργασία δεδομένων που έχουν διαβιβαστεί από τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς στην Ευρωπόλ αναφορικά με πρόσωπα που συνδέονται με την τρομοκρατία ή το σοβαρό έγκλημα και πρόταση τα κράτη μέλη να μπορούν, κατά την κρίση τους και υπό την αίρεση ελέγχου και ανάλυσης των εν λόγω δεδομένων, να εισάγουν ενημερωτικές καταχωρίσεις για υπηκόους τρίτων χωρών προς το συμφέρον της Ένωσης (“ενημερωτικές καταχωρίσεις”) στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS), σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*6)·

κα)

στήριξη της εφαρμογής του μηχανισμού αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 στο πλαίσιο των στόχων της Ευρωπόλ με παροχή εμπειρογνωσίας και ανάλυσης, όπου αρμόζει·

κβ)

προδραστική παρακολούθηση των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας που συνδέονται με την επίτευξη των στόχων της Ευρωπόλ και συμβάλλουν στις εν λόγω δραστηριότητες, μέσω της στήριξης συναφών δραστηριοτήτων των κρατών μελών και της υλοποίησης των ιδίων δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας, συμπεριλαμβανομένων έργων για την ανάπτυξη, τη διαμόρφωση, τη δοκιμή και την επικύρωση αλγορίθμων για την ανάπτυξη ειδικών εργαλείων που θα χρησιμοποιηθούν από τις αρχές επιβολής του νόμου, και διάδοση των αποτελεσμάτων των εν λόγω δραστηριοτήτων στα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 67·

κγ)

συμβολή στη δημιουργία συνεργειών μεταξύ των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας των φορέων της Ένωσης που σχετίζονται με την επίτευξη των στόχων της Ευρωπόλ, μεταξύ άλλων μέσω του κόμβου καινοτομίας της ΕΕ για την εσωτερική ασφάλεια, και σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη·

κδ)

στήριξη των δράσεων των κρατών μελών, κατόπιν αιτήματός τους, για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης στο διαδίκτυο, ιδίως παρέχοντας στους ιδιωτικούς φορείς τις αναγκαίες πληροφορίες για τον εντοπισμό συναφούς διαδικτυακού περιεχομένου·

κε)

στήριξη των δράσεων των κρατών μελών για την αντιμετώπιση της διαδικτυακής διάδοσης διαδικτυακού υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών·

κστ)

συνεργασία, σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*7), με τις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) που συστήνονται δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*8), μέσω της σχετικής εθνικής μονάδας της Ευρωπόλ ή, εφόσον το επιτρέπει το οικείο κράτος μέλος, μέσω απευθείας επαφών με τις ΜΧΠ, ιδίως μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και της παροχής αναλύσεων, απευθυνόμενων στα κράτη μέλη, προς υποστήριξη διασυνοριακών ερευνών που αφορούν δραστηριότητες νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στις οποίες επιδίδονται διεθνικές εγκληματικές οργανώσεις και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας·

(*6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, την τροποποίηση και κατάργηση της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής (ΕΕ L 312 της 7.12.2018, σ. 56)."

(*7)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 122)."

(*8)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).»·"

v)

προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Θεσπίζεται μηχανισμός περιοδικής υποβολής εκθέσεων, προκειμένου ένα κράτος μέλος να ενημερώνει, εντός 12 μηνών αφού η Ευρωπόλ πρότεινε την πιθανή εισαγωγή ενημερωτικής καταχώρισης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο κ), τα άλλα κράτη μέλη και την Ευρωπόλ σχετικά με το αποτέλεσμα του ελέγχου και της ανάλυσης των δεδομένων και σχετικά με το αν μια ενημερωτική καταχώριση έχει εισαχθεί στο SIS.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Ευρωπόλ για τυχόν ενημερωτικές καταχωρίσεις που έχουν εισαχθεί στο SIS και τυχόν θετική απάντηση (hit) στις εν λόγω ενημερωτικές καταχωρίσεις, και δύνανται να ενημερώνουν, μέσω της Ευρωπόλ, την τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό που παρείχε τα δεδομένα που οδηγούν στην ενημερωτική καταχώριση σχετικά με τις θετικές απαντήσεις στην εν λόγω ενημερωτική καταχώριση, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1862.»·

β)

στην παράγραφο 2, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Ευρωπόλ επικουρεί επίσης την επιχειρησιακή υλοποίηση αυτών των προτεραιοτήτων, ιδίως την Ευρωπαϊκή Πολυκλαδική Πλατφόρμα κατά των Εγκληματικών Απειλών (EMPACT), μεταξύ άλλων διευκολύνοντας και παρέχοντας διοικητική, υλικοτεχνική, οικονομική και επιχειρησιακή στήριξη στις επιχειρησιακές και στρατηγικές δραστηριότητες υπό την ευθύνη των κρατών μελών.»·

γ)

στην παράγραφο 3, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Η Ευρωπόλ παρέχει επίσης ανάλυση της αξιολόγησης απειλών με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει η ίδια σχετικά με εγκληματικά φαινόμενα και τάσεις, προς υποστήριξη της Επιτροπής και των κρατών μελών κατά τη διενέργεια εκτιμήσεων επικινδυνότητας.»·

δ)

μετά την παράγραφο 4, παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4α.   Η Ευρωπόλ επικουρεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή στον προσδιορισμό βασικών ερευνητικών θεμάτων.

Η Ευρωπόλ επικουρεί την Επιτροπή στην κατάρτιση και εφαρμογή των προγραμμάτων-πλαισίων της Ένωσης για δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας που είναι σημαντικές για την επίτευξη των στόχων της Ευρωπόλ.

Κατά περίπτωση, η Ευρωπόλ δύναται να προβαίνει στη διάδοση των αποτελεσμάτων των οικείων δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας στο πλαίσιο της συμβολής της στη δημιουργία συνεργειών μεταξύ των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας συναφών φορέων της Ένωσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο κγ).

Η Ευρωπόλ λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων. Η Ευρωπόλ δεν λαμβάνει χρηματοδότηση από συγκεκριμένο πρόγραμμα-πλαίσιο όταν επικουρεί την Επιτροπή στον καθορισμό βασικών ερευνητικών θεμάτων και στην κατάρτιση και εφαρμογή του εν λόγω προγράμματος.

Όταν η Ευρωπόλ σχεδιάζει δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας και διαμορφώνει το εννοιολογικό πλαίσιό τους για θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, δύναται, όπου αρμόζει, να ζητεί τη γνώμη του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Επιτροπής.

4β.   Η Ευρωπόλ υποστηρίζει τα κράτη μέλη στον έλεγχο, όσον αφορά τις αναμενόμενες συνέπειες για την ασφάλεια, συγκεκριμένων περιπτώσεων άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ένωση βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/452 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*9) οι οποίες αφορούν επιχειρήσεις που παρέχουν τεχνολογίες, μεταξύ άλλων λογισμικό, που χρησιμοποιείται από την Ευρωπόλ με σκοπό την πρόληψη και τη διερεύνηση εγκλημάτων που εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ.

(*9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/452 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2019, για τη θέσπιση πλαισίου για τον έλεγχο των άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ένωση (ΕΕ L 79 I της 21.3.2019, σ. 1).»·"

ε)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Ευρωπόλ δεν εφαρμόζει μέτρα καταναγκασμού στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων της.

Το προσωπικό της Ευρωπόλ μπορεί να παρέχει επιχειρησιακή υποστήριξη στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατά την εκτέλεση μέτρων έρευνας, κατόπιν αιτήματός τους και σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, ιδίως διευκολύνοντας τη διασυνοριακή ανταλλαγή πληροφοριών, παρέχοντας εγκληματολογική και τεχνική υποστήριξη και παριστάμενο κατά την εκτέλεση των εν λόγω μέτρων. Το προσωπικό της Ευρωπόλ δεν έχει την εξουσία να εκτελεί το ίδιο μέτρα έρευνας.»·

στ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5α.   Η Ευρωπόλ σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“ο Χάρτης”) κατά την άσκηση των καθηκόντων της.».

3)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, όταν ο εκτελεστικός διευθυντής κρίνει ότι ενδείκνυται η διενέργεια ποινικής έρευνας για συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη που αφορά μόνο ένα κράτος μέλος, αλλά θίγει κοινό συμφέρον το οποίο καλύπτεται από πολιτική της Ένωσης, δύναται να προτείνει στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους μέσω της εθνικής μονάδας του την κίνηση, τη διεξαγωγή ή τον συντονισμό ποινικής έρευνας.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι εθνικές αρχές ενημερώνουν την Ευρωπόλ σχετικά με αίτημα που έχει υποβληθεί δυνάμει της παραγράφου 1, ή τον εκτελεστικό διευθυντή σχετικά με πρόταση που έχει υποβληθεί δυνάμει της παραγράφου 1α, για την απόφαση των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.»·

γ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Ευρωπόλ ενημερώνει αμέσως την Eurojust και, κατά περίπτωση, την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για οιοδήποτε αίτημα που έχει υποβληθεί δυνάμει της παραγράφου 1, πρόταση που έχει υποβληθεί δυνάμει της παραγράφου 1α και για οιαδήποτε απόφαση αρμόδιας αρχής κράτους μέλους δυνάμει της παραγράφου 2.».

4)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η οικεία ΜΧΠ, εντός των ορίων της εντολής και των αρμοδιοτήτων της και με την επιφύλαξη των εθνικών διαδικαστικών εγγυήσεων, έχει το δικαίωμα να απαντά σε δεόντως αιτιολογημένα αιτήματα που υποβάλλει η Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153, τα οποία αφορούν χρηματοοικονομικές πληροφορίες και αναλύσεις, είτε μέσω της οικείας εθνικής μονάδας ή, εφόσον επιτρέπεται από το εν λόγω κράτος μέλος, μέσω απευθείας επαφής μεταξύ της ΜΧΠ και της Ευρωπόλ.».

5)

Το άρθρο 11 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

εγκρίνει κάθε χρόνο, με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του και σύμφωνα με το άρθρο 12 του παρόντος κανονισμού, ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού όπως αναφέρεται στο άρθρο 32 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/715 της Επιτροπής (*10).

(*10)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/715 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους οργανισμούς που δημιουργούνται δυνάμει της ΣΛΕΕ και της Συνθήκης Ευρατόμ και αναφέρονται στο άρθρο 70 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 122 της 10.5.2019, σ. 1).»·"

β)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«κβ)

διορίζει τον υπεύθυνο θεμελιωδών δικαιωμάτων που αναφέρεται στο άρθρο 41γ·

κγ)

προσδιορίζει τα κριτήρια βάσει των οποίων η Ευρωπόλ μπορεί να εκδίδει προτάσεις για την πιθανή εισαγωγή καταχωρίσεων στο SIS.».

6)

Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Το διοικητικό συμβούλιο, βασιζόμενο σε σχέδιο που υποβάλλει ο εκτελεστικός διευθυντής, εγκρίνει έως τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού που περιλαμβάνει τον πολυετή προγραμματισμό και το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών της Ευρωπόλ, λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής και, όσον αφορά τον πολυετή προγραμματισμό, αφού έχει καλέσει σε διαβούλευση τη μεικτή ομάδα κοινοβουλευτικού ελέγχου (ΜΟΚΕ).

Όταν το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει να μη λάβει υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, εν όλω ή εν μέρει, η Ευρωπόλ παρέχει εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση.

Όταν το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει να μη λάβει υπόψη οποιοδήποτε από τα θέματα που θίγει η ΜΟΚΕ σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 2 στοιχείο γ), η Ευρωπόλ παρέχει εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση.

Αφού εγκριθεί το ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού, το διοικητικό συμβούλιο το διαβιβάζει στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στη ΜΟΚΕ.»·

β)

στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το πολυετές πρόγραμμα εργασίας ορίζει τον συνολικό στρατηγικό προγραμματισμό, ο οποίος περιλαμβάνει στόχους, προσδοκώμενα αποτελέσματα και δείκτες επιδόσεων. Ορίζει επίσης τον σχεδιασμό για τους πόρους που περιλαμβάνει τον πολυετή προϋπολογισμό και τον πίνακα προσωπικού. Περιλαμβάνει τη στρατηγική για τις σχέσεις με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς και τις προγραμματισμένες δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας της Ευρωπόλ.».

7)

Στο άρθρο 14, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του οποιονδήποτε μπορεί να συνεισφέρει στη συζήτηση ως παρατηρητής χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Δύο εκπρόσωποι της ΜΟΚΕ καλούνται να παρευρεθούν σε δύο τακτικές συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου κατ’ έτος ως παρατηρητές χωρίς δικαίωμα ψήφου για τη συζήτηση επί των ακόλουθων θεμάτων πολιτικού ενδιαφέροντος:

α)

την ενοποιημένη ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ), για το προηγούμενο έτος·

β)

το ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού που αναφέρεται στο άρθρο 12 για το επόμενο έτος και τον ετήσιο προϋπολογισμό·

γ)

γραπτές ερωτήσεις της ΜΟΚΕ και απαντήσεις·

δ)

θέματα εξωτερικών σχέσεων και συμπράξεων.

Το διοικητικό συμβούλιο, από κοινού με τους εκπροσώπους της ΜΟΚΕ, δύναται να καθορίζει άλλα θέματα πολιτικού ενδιαφέροντος προς συζήτηση στις συνεδριάσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.».

8)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Το Συμβούλιο ή η ΜΟΚΕ μπορούν να καλέσουν τον εκτελεστικό διευθυντή να υποβάλει έκθεση σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του.»·

β)

η παράγραφος 5 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

την κατάρτιση του σχεδίου ενιαίου εγγράφου προγραμματισμού που αναφέρεται στο άρθρο 12 και την υποβολή του στο διοικητικό συμβούλιο κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή και τη ΜΟΚΕ»·

ii)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιεα)

την ενημέρωση του διοικητικού συμβουλίου αναφορικά με τα μνημόνια συνεννόησης που έχουν υπογραφεί με ιδιωτικούς φορείς».

9)

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

διευκόλυνσης της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, της Ευρωπόλ, άλλων φορέων της Ένωσης, τρίτων χωρών, διεθνών οργανισμών και ιδιωτικών φορέων·»·

ii)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ε)

έργων έρευνας και καινοτομίας·

στ)

στήριξης των κρατών μελών, κατόπιν αιτήματός τους, για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με υπόπτους ή καταδικασθέντες που καταζητούνται, βάσει εθνικής δικαστικής απόφασης που αφορά έγκλημα το οποίο εμπίπτει στους στόχους της Ευρωπόλ, και διευκόλυνσης της παροχής από το κοινό πληροφοριών σχετικά με αυτά τα πρόσωπα προς τα κράτη μέλη και την Ευρωπόλ.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Εάν απαιτείται για την επίτευξη των στόχων που επιδιώκονται με τα έργα έρευνας και καινοτομίας της Ευρωπόλ, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους εν λόγω σκοπούς, πραγματοποιείται μόνο στο πλαίσιο έργων έρευνας και καινοτομίας της Ευρωπόλ με σαφώς καθορισμένους σκοπούς και στόχους, και συνάδει με το άρθρο 33α.»·

γ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 4, του άρθρου 18 παράγραφος 2 στοιχείο ε), του άρθρου 18α, και της επεξεργασίας δεδομένων δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 6γ, στις περιπτώσεις στις οποίες η υποδομή της Ευρωπόλ χρησιμοποιείται για διμερείς ανταλλαγές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και η Ευρωπόλ δεν έχει πρόσβαση στο περιεχόμενο των δεδομένων, οι κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και οι κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων των οποίων τα δεδομένα μπορούν να συλλεχθούν και να υποβληθούν σε επεξεργασία για τους σκοπούς της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου παρατίθενται στο παράρτημα II.»·

δ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5α.   Σύμφωνα με το άρθρο 73 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*11), η Ευρωπόλ, κατά περίπτωση και στο μέτρο του εφικτού, προβαίνει σε σαφή διάκριση μεταξύ των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με διαφορετικές κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II.

(*11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).»·"

ε)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Η Ευρωπόλ δύναται προσωρινά να επεξεργάζεται δεδομένα με σκοπό να καθορίσει εάν τα εν λόγω δεδομένα σχετίζονται με τα καθήκοντά της και, στην περίπτωση αυτή, σε ποιον από τους σκοπούς της παραγράφου 2 αντιστοιχούν. Το χρονικό όριο για την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την παραλαβή των εν λόγω δεδομένων.»·

στ)

μετά την παράγραφο 6, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«6α.   Πριν από την επεξεργασία δεδομένων βάσει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, και όπου είναι απολύτως αναγκαίο αποκλειστικά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν τα δεδομένα συμμορφώνονται με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου η Ευρωπόλ μπορεί προσωρινά να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που της έχουν παρασχεθεί σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφοι 1 και 2, μεταξύ άλλων ελέγχοντας τα εν λόγω δεδομένα έναντι όλων των δεδομένων που επεξεργάζεται ήδη η Ευρωπόλ σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

Η Ευρωπόλ επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο για περίοδο έως 18 μηνών από τη στιγμή που η Ευρωπόλ εξακριβώνει ότι τα εν λόγω δεδομένα εμπίπτουν στους στόχους της ή, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα όταν αυτό απαιτείται για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου. Η Ευρωπόλ ενημερώνει τον ΕΕΠΔ για κάθε παράταση της περιόδου επεξεργασίας. Η μέγιστη διάρκεια της περιόδου επεξεργασίας δεδομένων σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο είναι τρία έτη. Τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τηρούνται λειτουργικώς διαχωρισμένα από άλλα δεδομένα.

Εάν η Ευρωπόλ διαπιστώσει ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν συμμορφώνονται με την παράγραφο 5, η Ευρωπόλ διαγράφει τα εν λόγω δεδομένα και ενημερώνει σχετικά τον πάροχο των διαγραμμένων δεδομένων.

6β.   Το διοικητικό συμβούλιο, ενεργώντας κατόπιν πρότασης του εκτελεστικού διευθυντή, έπειτα από διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 71 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, διευκρινίζει τους όρους σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων που αναφέρονται στις παραγράφους 6 και 6α του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά την παροχή των εν λόγω δεδομένων, την πρόσβαση σε αυτά και τη χρήση τους, καθώς και τις προθεσμίες για την αποθήκευση και τη διαγραφή των εν λόγω δεδομένων, η διάρκεια των οποίων δεν υπερβαίνει τις προθεσμίες που ορίζονται στις παραγράφους 6 και 6α του παρόντος άρθρου.».

10)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 18α

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς υποστήριξη ποινικής έρευνας

1.   Όταν είναι αναγκαίο για την υποστήριξη συγκεκριμένης εν εξελίξει ποινικής έρευνας εντός του πεδίου των στόχων της Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ μπορεί να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II, όταν:

α)

ένα κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust παρέχει ερευνητικά δεδομένα στην Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β), και ζητά την υποστήριξη της Ευρωπόλ για την εν λόγω ποινική έρευνα:

i)

μέσω επιχειρησιακών αναλύσεων σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο γ)· ή

ii)

σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, μέσω διασταυρούμενου ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο α)·

β)

η Ευρωπόλ εκτιμά ότι δεν είναι δυνατή η διενέργεια επιχειρησιακών αναλύσεων σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο γ), ή του διασταυρούμενου ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο α), για την υποστήριξη της εν λόγω έρευνας χωρίς την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που δεν συμμορφώνονται με το άρθρο 18 παράγραφος 5.

Τα αποτελέσματα της εκτίμησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β) καταγράφεται και διαβιβάζεται στον ΕΕΠΔ προς ενημέρωση όταν η Ευρωπόλ παύσει να υποστηρίζει την έρευνα που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Όταν το κράτος μέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) δεν είναι πλέον εξουσιοδοτημένο για επεξεργασία των δεδομένων στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εν εξελίξει ποινικής έρευνας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις του ισχύοντος εθνικού δικαίου του, ενημερώνει την Ευρωπόλ.

Όταν η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust παρέχουν ερευνητικά δεδομένα στην Ευρωπόλ και δεν είναι πλέον εξουσιοδοτημένες για την επεξεργασία των δεδομένων στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εν εξελίξει ποινικής έρευνας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ισχύουν βάσει του ενωσιακού και εθνικού δικαίου, ενημερώνουν την Ευρωπόλ.

3.   Η Ευρωπόλ μπορεί να επεξεργάζεται ερευνητικά δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 για όσο διάστημα υποστηρίζει την εν εξελίξει συγκεκριμένη ποινική έρευνα για την οποία τα ερευνητικά δεδομένα παρασχέθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, και μόνο για τον σκοπό της υποστήριξης της εν λόγω έρευνας.

4.   Η Ευρωπόλ μπορεί να αποθηκεύσει τα ερευνητικά δεδομένα που παρασχέθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), και το αποτέλεσμα της επεξεργασίας από αυτήν των εν λόγω δεδομένων, πέραν της περιόδου επεξεργασίας που ορίζεται στην παράγραφο 3, κατόπιν αιτήματος του παρόχου των εν λόγω ερευνητικών δεδομένων, με σκοπό να διασφαλιστούν η ακρίβεια, η αξιοπιστία και η ιχνηλασιμότητα της διαδικασίας συλλογής πληροφοριών για την εγκληματικότητα, και μόνο για όσο διάστημα οι δικαστικές διαδικασίες που αφορούν τη συγκεκριμένη ποινική έρευνα για την οποία έχουν παρασχεθεί τα εν λόγω δεδομένα, βρίσκονται σε εξέλιξη.

Οι πάροχοι ερευνητικών δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), ή, με τη σύμφωνη γνώμη τους, κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται σε εξέλιξη δικαστικές διαδικασίες αναφορικά με σχετική ποινική έρευνα, μπορούν να ζητήσουν από την Ευρωπόλ να αποθηκεύσει τα ερευνητικά δεδομένα και το αποτέλεσμα της επιχειρησιακής ανάλυσης των εν λόγω δεδομένων πέραν της περιόδου επεξεργασίας που ορίζεται στην παράγραφο 3, με μοναδικό σκοπό να διασφαλιστούν η ακρίβεια, η αξιοπιστία και η ιχνηλασιμότητα της διαδικασίας συλλογής πληροφοριών για την εγκληματικότητα, και μόνο για όσο διάστημα οι δικαστικές διαδικασίες που αφορούν σχετική ποινική έρευνα βρίσκονται σε εξέλιξη στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος.

5.   Με την επιφύλαξη της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 6α, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II τηρούνται λειτουργικώς διαχωρισμένα από άλλα δεδομένα και υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο όταν αυτό είναι αναλογικό και αναγκαίο για τους σκοπούς των παραγράφων 3, 4 και 6 του παρόντος άρθρου.

Το διοικητικό συμβούλιο, ενεργώντας κατόπιν πρότασης του εκτελεστικού διευθυντή και έπειτα από διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ, διευκρινίζει τους όρους σχετικά με την παροχή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4.

6.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης όταν παρέχονται στην Ευρωπόλ δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ) ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α, και η εν λόγω τρίτη χώρα παρέχει στην Ευρωπόλ ερευνητικά δεδομένα για επιχειρησιακές αναλύσεις που συμβάλλουν στη συγκεκριμένη ποινική έρευνα σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη που στηρίζει η Ευρωπόλ, με την προϋπόθεση ότι η τρίτη χώρα έχει αποκτήσει τα δεδομένα στο πλαίσιο ποινικής έρευνας σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις που ισχύουν δυνάμει του εθνικού ποινικού της δικαίου.

Όταν τρίτη χώρα παρέχει ερευνητικά δεδομένα στην Ευρωπόλ σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων δύναται, όπου αρμόζει, να ενημερώνει τον ΕΕΠΔ.

Η Ευρωπόλ ελέγχει ότι ο όγκος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν είναι προδήλως δυσανάλογος σε σχέση με τη συγκεκριμένη ποινική έρευνα στο οικείο κράτος μέλος. Όταν η Ευρωπόλ διαπιστώνει ότι υπάρχει ένδειξη σύμφωνα με την οποία τα δεδομένα αυτά είναι προδήλως δυσανάλογα ή έχουν συλλεγεί κατά προφανή παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων, η Ευρωπόλ δεν επεξεργάζεται τα δεδομένα και τα διαγράφει.

Η Ευρωπόλ έχει πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία δυνάμει της παρούσας παραγράφου μόνο όταν αυτό είναι αναγκαίο για τη στήριξη της συγκεκριμένης ποινικής έρευνας για την οποία έχουν παρασχεθεί. Τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται μόνο εντός της Ένωσης.».

11)

Στο άρθρο 19, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη, οι φορείς της Ένωσης, οι τρίτες χώρες ή οι διεθνείς οργανισμοί που παρέχουν πληροφορίες στην Ευρωπόλ καθορίζουν τον ή τους σκοπούς για τους οποίους οι εν λόγω πληροφορίες υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με το άρθρο 18.

Όταν ο πάροχος των πληροφοριών που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν έχει συμμορφωθεί με το εν λόγω εδάφιο, η Ευρωπόλ, σε συμφωνία με τον ενδιαφερόμενο πάροχο των πληροφοριών, επεξεργάζεται τις πληροφορίες προκειμένου να καθοριστούν η καταλληλότητά τους και ο σκοπός ή οι σκοποί για τους οποίους υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία.

Η Ευρωπόλ επεξεργάζεται πληροφορίες για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο διαβιβάστηκαν μόνον αν το επιτρέψει ο πάροχος των πληροφοριών.

Οι πληροφορίες που παρέχονται για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ) δύνανται επίσης να υποστούν επεξεργασία από την Ευρωπόλ για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 2 στοιχείο ε), σύμφωνα με το άρθρο 33α.

2.   Τα κράτη μέλη, οι φορείς της Ένωσης, οι τρίτες χώρες και οι διεθνείς οργανισμοί δύνανται να υποδεικνύουν, κατά τον χρόνο που παρέχουν πληροφορίες στην Ευρωπόλ, ενδεχόμενους περιορισμούς στην πρόσβαση σε αυτές ή στη χρήση τους, υπό γενικούς ή ειδικούς όρους, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη διαβίβαση, τη μετάδοση, τη διαγραφή ή την καταστροφή τους. Σε περίπτωση κατά την οποία η ανάγκη για τέτοιους περιορισμούς καταστεί πρόδηλη μετά την παροχή των πληροφοριών, ενημερώνουν την Ευρωπόλ σχετικά. Η Ευρωπόλ συμμορφώνεται προς τους εν λόγω περιορισμούς.».

12)

Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Στο πλαίσιο σχεδίων επιχειρησιακής ανάλυσης που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 3, και σύμφωνα με τους κανόνες και τις εγγυήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν τις πληροφορίες που πρέπει να καθίστανται άμεσα προσβάσιμες από την Ευρωπόλ σε επιλεγμένα άλλα κράτη μέλη για την κοινή επιχειρησιακή ανάλυση σε συγκεκριμένες έρευνες, με την επιφύλαξη ενδεχόμενων περιορισμών που έχουν αναφερθεί δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 και σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές του άρθρου 18 παράγραφος 7.»·

β)

στην παράγραφο 3, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 2α πρέπει να είναι προσβάσιμες και να υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία από τα κράτη μέλη μόνο για τους σκοπούς της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης και της δίωξης:».

13)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 20α

Σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία

1.   Η Ευρωπόλ δημιουργεί και διατηρεί στενή σχέση με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Στο πλαίσιο αυτής της σχέσης, η Ευρωπόλ και η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ενεργούν εντός των ορίων των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους. Για τον σκοπό αυτό, συνάπτουν συμφωνία συνεργασίας στην οποία καθορίζονται οι όροι της συνεργασίας τους.

2.   Κατόπιν αιτήματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας σύμφωνα με το άρθρο 102 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, η Ευρωπόλ υποστηρίζει τις έρευνες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και συνεργάζεται μαζί της, παρέχοντας πληροφορίες και αναλυτική υποστήριξη, έως ότου Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κρίνει αν θα ασκήσει δίωξη ή θα περατώσει την υπόθεση με άλλον τρόπο.

3.   Προκειμένου να παρέχει πληροφορίες στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, η Ευρωπόλ λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία να έχει έμμεση πρόσβαση βάσει ενός συστήματος θετικής απάντησης/απουσίας θετικής απάντησης (hit/no hit) σε δεδομένα που σχετίζονται με εγκλήματα που εμπίπτουν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, τα οποία παρέχονται για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ). Το εν λόγω σύστημα θετικής απάντησης/απουσίας θετικής απάντησης (hit/no hit) ενημερώνει μόνον την Ευρωπόλ σε περίπτωση θετικής απάντησης (hit) και με την επιφύλαξη ενδεχόμενων περιορισμών που αναφέρουν δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 οι πάροχοι πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1.

Σε περίπτωση θετικής απάντησης (hit), η Ευρωπόλ κινεί τη διαδικασία που επιτρέπει την κοινοποίηση των σχετικών πληροφοριών, σύμφωνα με την απόφαση του παρόχου των πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1, και μόνον στον βαθμό που τα δεδομένα για τα οποία υπήρξε θετική απάντηση είναι σημαντικά για το αίτημα που έχει υποβληθεί δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

4.   Η Ευρωπόλ αναφέρει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κάθε αξιόποινη συμπεριφορά για την οποία η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα μπορούσε να ασκήσει την αρμοδιότητά της σύμφωνα με το άρθρο 22 και το άρθρο 25 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 και με την επιφύλαξη ενδεχόμενων περιορισμών που υποδεικνύει, δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, ο πάροχος των πληροφοριών.

Όταν η Ευρωπόλ υποβάλλει αναφορά στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία βάσει του πρώτου εδαφίου, ενημερώνει αμελλητί τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

Όταν οι πληροφορίες που αφορούν αξιόποινη συμπεριφορά για την οποία η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα μπορούσε να ασκήσει την αρμοδιότητά της έχουν παρασχεθεί στην Ευρωπόλ από κράτος μέλος που υπέδειξε περιορισμούς στη χρήση των εν λόγω πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, η Ευρωπόλ ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για την ύπαρξη των εν λόγω περιορισμών και παραπέμπει το ζήτημα στο οικείο κράτος μέλος. Το εν λόγω κράτος μέλος συνεργάζεται απευθείας με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία προκειμένου να συμμορφωθεί με το άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.».

14)

Στο άρθρο 21, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«8.   Αν, κατά τη διάρκεια επεξεργασίας πληροφοριών για συγκεκριμένη ποινική έρευνα ή συγκεκριμένο έργο, η Ευρωπόλ εντοπίζει πληροφορίες σχετικές με πιθανή παράνομη δραστηριότητα που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, η Ευρωπόλ παρέχει τις εν λόγω πληροφορίες στην OLAF αμελλητί με την επιφύλαξη ενδεχόμενων περιορισμών που αναφέρει δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 το κράτος μέλος που παρείχε τις εν λόγω πληροφορίες.

Όταν η Ευρωπόλ παρέχει πληροφορίες στην OLAF βάσει του πρώτου εδαφίου, ενημερώνει αμελλητί τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.».

15)

Στο άρθρο 23, η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Απαγορεύεται η περαιτέρω διαβίβαση από κράτη μέλη, φορείς της Ένωσης, τρίτες χώρες, διεθνείς οργανισμούς ή ιδιωτικούς φορείς, δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που έχει στην κατοχή της η Ευρωπόλ, εκτός εάν η Ευρωπόλ έχει δώσει ρητά εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή της.».

16)

Ο τίτλος του τμήματος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Μετάδοση, διαβίβαση και ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».

17)

Το άρθρο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 24

Μετάδοση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε φορείς της Ένωσης

1.   Η Ευρωπόλ μεταδίδει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε φορέα της Ένωσης μόνο σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, με την επιφύλαξη τυχόν περιορισμών δυνάμει του παρόντος κανονισμού και χωρίς να θίγεται το άρθρο 67 του παρόντος κανονισμού, αν τα εν λόγω δεδομένα είναι αναλογικά και αναγκαία για τη σύννομη εκτέλεση καθηκόντων του φορέα της Ένωσης που είναι αποδέκτης.

2.   Κατόπιν αιτήματος για μετάδοση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από άλλο φορέα της Ένωσης, η Ευρωπόλ ελέγχει την αρμοδιότητα του άλλου φορέα της Ένωσης. Όταν η Ευρωπόλ δεν δύναται να επιβεβαιώσει ότι η εν λόγω μετάδοση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαία σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Ευρωπόλ ζητά περαιτέρω διευκρινίσεις από τον αιτούντα φορέα της Ένωσης.

Ο αιτών φορέας της Ένωσης που είναι αποδέκτης μεριμνά ώστε η αναγκαιότητα της μετάδοσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να μπορεί να επαληθεύεται.

3.   Ο φορέας της Ένωσης που είναι αποδέκτης επεξεργάζεται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έχουν μεταδοθεί.».

18)

Το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

η εισαγωγική φράση τροποποιείται ως εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη περιορισμών που έχουν αναφερθεί δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 ή 3, και με την επιφύλαξη του άρθρου 67, η Ευρωπόλ δύναται να διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στις αρμόδιες αρχές τρίτης χώρας ή σε διεθνή οργανισμό, υπό την προϋπόθεση ότι η διαβίβαση αυτή είναι αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων της Ευρωπόλ, με βάση ένα από τα ακόλουθα:»·

ii)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

απόφαση της Επιτροπής, εκδοθείσα σύμφωνα με το άρθρο 36 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 σύμφωνα με την οποία η τρίτη χώρα, έδαφος ή ένας ή περισσότεροι τομείς εντός αυτής της τρίτης χώρας, ή ο εν λόγω διεθνής οργανισμός διασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας (“απόφαση περί επάρκειας”)·»·

β)

η παράγραφος 3 απαλείφεται·

γ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4α.   Ελλείψει απόφασης περί επάρκειας, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να εξουσιοδοτεί την Ευρωπόλ να διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε αρμόδια αρχή τρίτης χώρας ή σε διεθνή οργανισμό εφόσον:

α)

προβλέπονται σε νομικά δεσμευτική πράξη κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· ή

β)

η Ευρωπόλ αξιολόγησε όλες τις περιστάσεις που περιβάλλουν τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία των εν λόγω δεδομένων.»·

δ)

η παράγραφος 5 τροποποιείται ως εξής:

i)

η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να επιτρέπει την κατά περίπτωση διαβίβαση ή κατηγορία διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε αρμόδια αρχή τρίτης χώρας ή σε διεθνή οργανισμό, αν η διαβίβαση ή η κατηγορία διαβιβάσεων είναι:»·

ii)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

απαραίτητη για τη διασφάλιση των έννομων συμφερόντων του υποκείμενου των δεδομένων·»·

ε)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Η Ευρωπόλ ενημερώνει τον ΕΕΠΔ σχετικά με τις κατηγορίες διαβιβάσεων δυνάμει της παραγράφου 4α στοιχείο β). Όταν μία διαβίβαση πραγματοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 4α ή 5, η εν λόγω διαβίβαση τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση τίθεται στη διάθεση του ΕΕΠΔ εφόσον ζητηθεί. Η τεκμηρίωση περιλαμβάνει αρχείο με την ημερομηνία και την ώρα της διαβίβασης, καθώς και πληροφορίες σχετικά με την αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο παρόν άρθρο, σχετικά με την αιτιολόγηση της διαβίβασης και σχετικά με τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.».

19)

Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

αρχής τρίτης χώρας ή διεθνούς οργανισμού όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ), ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όταν η Ευρωπόλ λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απευθείας από ιδιωτικούς φορείς, μπορεί να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 18 με σκοπό τον εντοπισμό των οικείων εθνικών μονάδων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου. Η Ευρωπόλ διαβιβάζει αμέσως στις οικείες εθνικές μονάδες τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και κάθε σχετικό αποτέλεσμα της αναγκαίας επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων για τη θεμελίωση δικαιοδοσίας. Η Ευρωπόλ μπορεί να διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και τα σχετικά αποτελέσματα της αναγκαίας επεξεργασίας τους για τη θεμελίωση δικαιοδοσίας, σύμφωνα με το άρθρο 25 στα σημεία επαφής και στις οικείες αρχές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος άρθρου. Εάν η Ευρωπόλ δεν μπορέσει να εντοπίσει καμία οικεία εθνική μονάδα ή έχει ήδη διαβιβάσει τα σχετικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε όλες τις εντοπισθείσες οικείες εθνικές μονάδες και δεν είναι δυνατός ο εντοπισμός άλλων οικείων εθνικών μονάδων, διαγράφει τα δεδομένα, εκτός αν η οικεία εθνική μονάδα, σημείο επαφής ή αρχή υποβάλει εκ νέου τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στην Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 εντός τεσσάρων μηνών μετά τη διενέργεια της μετάδοσης ή της διαβίβασης.

Τα κριτήρια σχετικά με το κατά πόσον η εθνική μονάδα του κράτους μέλους εγκατάστασης του οικείου ιδιωτικού φορέα αποτελεί οικεία εθνική μονάδα καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 7.»·

γ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Οιαδήποτε συνεργασία της Ευρωπόλ με ιδιωτικούς φορείς δεν επικαλύπτεται με τις δραστηριότητες των ΜΧΠ των κρατών μελών και δεν παρεμβαίνει σε αυτές, και δεν αφορά πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στις ΜΧΠ για τους σκοπούς της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849.»·

δ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Όταν η Ευρωπόλ λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικό φορέα που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα, η Ευρωπόλ διαβιβάζει τα δεδομένα αυτά και τα αποτελέσματα της ανάλυσης και της επαλήθευσης των εν λόγω δεδομένων μόνο σε κράτος μέλος ή σε οικεία τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ), ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, η Ευρωπόλ μπορεί να διαβιβάσει τα αποτελέσματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου στην οικεία τρίτη χώρα δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 5 ή 6.»·

ε)

οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Ευρωπόλ δεν μεταδίδει ούτε διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιωτικούς φορείς με εξαίρεση τις ακόλουθες περιπτώσεις και εφόσον η εν λόγω μετάδοση ή διαβίβαση είναι απολύτως αναγκαίες και αναλογικές, όπως προσδιορίζεται κατά περίπτωση:

α)

η μετάδοση ή η διαβίβαση είναι αναμφίβολα προς το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων·

β)

η μετάδοση ή η διαβίβαση είναι αυστηρά αναγκαία για την αποτροπή επικείμενης διάπραξης εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας, το οποίο εμπίπτει στους στόχους της Ευρωπόλ·

γ)

η μετάδοση ή η διαβίβαση δημόσια διαθέσιμων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απολύτως αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ) και πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η μετάδοση ή η διαβίβαση αφορά μεμονωμένη και συγκεκριμένη περίπτωση·

ii)

τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες των οικείων υποκειμένων των δεδομένων δεν υπερισχύουν του δημόσιου συμφέροντος που απαιτεί να μεταδοθούν ή να διαβιβαστούν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στη συγκεκριμένη περίπτωση· ή

δ)

η μετάδοση ή η διαβίβαση είναι απολύτως αναγκαία προκειμένου η Ευρωπόλ να κοινοποιήσει στον ιδιωτικό φορέα ότι οι πληροφορίες που έχει λάβει δεν επαρκούν ώστε η Ευρωπόλ να μπορέσει να εντοπίσει τις οικείες εθνικές μονάδες, και πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η μετάδοση ή η διαβίβαση έπεται της λήψης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα απευθείας από ιδιωτικό φορέα σύμφωνα με την παράγραφο 2·

ii)

οι ελλείπουσες πληροφορίες, τις οποίες μπορεί να αναφέρει η Ευρωπόλ στην εν λόγω κοινοποίηση, έχουν σαφή σύνδεση με τις πληροφορίες που είχαν παρασχεθεί προηγουμένως από τον εν λόγω ιδιωτικό φορέα·

iii)

οι ελλείπουσες πληροφορίες, τις οποίες μπορεί να αναφέρει η Ευρωπόλ στην κοινοποίησή της, περιορίζονται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο για τον εντοπισμό των οικείων εθνικών μονάδων από την Ευρωπόλ.

Η μετάδοση ή η διαβίβαση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου υπόκειται στους τυχόν περιορισμούς που έχουν αναφερθεί δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 ή 3 και δεν θίγει το άρθρο 67.

6.   Όσον αφορά την παράγραφο 5 στοιχεία α), β) και δ) του παρόντος άρθρου, αν ο οικείος ιδιωτικός φορέας δεν είναι εγκατεστημένος εντός της Ένωσης ή σε τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ), ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α, ο εκτελεστικός διευθυντής επιτρέπει τη διαβίβαση μόνο αν αυτή είναι:

α)

αναγκαία για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του οικείου υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου·

β)

αναγκαία για τη διασφάλιση έννομων συμφερόντων του οικείου υποκείμενου των δεδομένων·

γ)

ουσιώδης για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής στη δημόσια ασφάλεια κράτους μέλους ή τρίτης χώρας·

δ)

αναγκαία σε μεμονωμένες περιπτώσεις για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος που εμπίπτει στους στόχους της Ευρωπόλ· ή

ε)

αναγκαία σε μεμονωμένες περιπτώσεις για τη θεμελίωση, την έγερση ή την υπεράσπιση νομικών αξιώσεων που σχετίζονται με την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος που εμπίπτει στους στόχους της Ευρωπόλ.

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν διαβιβάζονται αν ο εκτελεστικός διευθυντής κρίνει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες του οικείου υποκειμένου των δεδομένων υπερισχύουν του δημόσιου συμφέροντος που απαιτεί τη διαβίβαση που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία δ) και ε) της παρούσας παραγράφου.»·

στ)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«6α.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 στοιχεία α), β) και δ) του παρόντος άρθρου και άλλων νομικών πράξεων της Ένωσης, οι μεταδόσεις ή οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει των παραγράφων 5 και 6 δεν είναι συστηματικές, μαζικές ή διαρθρωτικές.

6β.   Η Ευρωπόλ μπορεί να ζητά από τα κράτη μέλη, μέσω των εθνικών τους μονάδων, να αποκτούν σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι ή έχουν νόμιμο εκπρόσωπο στο έδαφός τους, με σκοπό την κοινοποίηση των εν λόγω δεδομένων στην Ευρωπόλ. Τα αιτήματα αυτά είναι αιτιολογημένα και όσο το δυνατόν πιο ακριβή και τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι όσο το δυνατόν λιγότερο ευαίσθητα και περιορίζονται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο και αναλογικό προκειμένου η Ευρωπόλ να είναι σε θέση να εντοπίζει τις οικείες εθνικές μονάδες.

Ανεξάρτητα από τη δικαιοδοσία των κρατών μελών για συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές τους να μπορούν να διεκπεραιώνουν τα αιτήματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία ώστε να παρέχουν στην Ευρωπόλ τις πληροφορίες που χρειάζεται για τον εντοπισμό των οικείων εθνικών μονάδων.

6γ.   Οι υποδομές της Ευρωπόλ μπορούν να χρησιμοποιούνται για ανταλλαγές μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και ιδιωτικών φορέων σύμφωνα με την αντίστοιχη εθνική νομοθεσία. Οι εν λόγω ανταλλαγές αυτές μπορούν να καλύπτουν και εγκλήματα που δεν εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ.

Όταν τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις υποδομές της Ευρωπόλ για ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με εγκλήματα που εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ, μπορούν να δίνουν πρόσβαση στην Ευρωπόλ στα εν λόγω δεδομένα.

Όταν τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις υποδομές της Ευρωπόλ για ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με εγκλήματα που δεν εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ δεν έχει πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα και θεωρείται “εκτελούσα την επεξεργασία” σύμφωνα με το άρθρου 87 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

Η Ευρωπόλ αξιολογεί τους κινδύνους για την ασφάλεια που προκύπτουν όταν επιτρέπεται η χρήση των υποδομών της από ιδιωτικούς φορείς και, εφόσον απαιτείται, εφαρμόζει κατάλληλα προληπτικά μέτρα και μέτρα μετριασμού.»·

ζ)

οι παράγραφοι 9 και 10 απαλείφονται·

η)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«11.   Η Ευρωπόλ καταρτίζει σε ετήσια βάση έκθεση προς το διοικητικό συμβούλιο σχετικά με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που ανταλλάσσονται με ιδιωτικούς φορείς σύμφωνα με τα άρθρα 26, 26α και 26β, βάσει ποσοτικών και ποιοτικών κριτηρίων αξιολόγησης που ορίζει το διοικητικό συμβούλιο.

Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει συγκεκριμένα παραδείγματα που καταδεικνύουν τους λόγους για τους οποίους τα αιτήματα της Ευρωπόλ σύμφωνα με την παράγραφο 6β του παρόντος άρθρου ήταν αναγκαία για την επίτευξη των στόχων και την εκπλήρωση των καθηκόντων της.

Η ετήσια έκθεση λαμβάνει υπόψη τις υποχρεώσεις εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας και, σε ό,τι αφορά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα παραδείγματα ανωνυμοποιούνται.

Η ετήσια έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.».

20)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 26α

Ανταλλαγές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με ιδιωτικούς φορείς σε καταστάσεις κρίσης στο διαδίκτυο

1.   Σε καταστάσεις κρίσης στο διαδίκτυο, η Ευρωπόλ μπορεί να λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απευθείας από ιδιωτικούς φορείς και να τα επεξεργάζεται σύμφωνα με το άρθρο 18.

2.   Όταν η Ευρωπόλ λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικό φορέα που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα, διαβιβάζει τα δεδομένα αυτά και τα αποτελέσματα της οικείας ανάλυσης και επαλήθευσης των εν λόγω δεδομένων μόνο σε κράτος μέλος ή σε οικεία τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ), ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α.

Η Ευρωπόλ μπορεί να διαβιβάζει τα αποτελέσματα της εκ μέρους της ανάλυσης και επαλήθευσης των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου στην οικεία τρίτη χώρα δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 5 ή 6.

3.   Η Ευρωπόλ δύναται να μεταδίδει ή να διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιωτικούς φορείς κατά περίπτωση, με την επιφύλαξη τυχόν περιορισμών που αναφέρονται δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφοι 2 ή 3 και με την επιφύλαξη του άρθρου 67, όταν η μετάδοση ή η διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων είναι απολύτως αναγκαία για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης στο διαδίκτυο, τα δε θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες των οικείων υποκειμένων των δεδομένων δεν υπερισχύουν έναντι του δημόσιου συμφέροντος που απαιτεί να μεταδίδονται ή να διαβιβάζονται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

4.   Εάν ο οικείος ιδιωτικός φορέας δεν είναι εγκατεστημένος στην Ένωση ή σε τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ), στο άρθρο 25 παράγραφος 4α, για τη διαβίβαση απαιτείται έγκριση του εκτελεστικού διευθυντή.

5.   Η Ευρωπόλ επικουρεί τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, ανταλλάσσει πληροφορίες και συνεργάζεται μαζί τους σε θέματα μετάδοσης ή διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιωτικούς φορείς δυνάμει της παραγράφου 3 ή 4, με σκοπό ιδίως να αποφεύγονται οι αλληλεπικαλύψεις προσπαθειών, να ενισχύεται ο συντονισμός και να αποφεύγονται οι παρεμβολές σε έρευνες στα διάφορα κράτη μέλη.

6.   Η Ευρωπόλ μπορεί να ζητά από τα κράτη μέλη, μέσω των εθνικών τους μονάδων, να αποκτούν, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι ή έχουν νόμιμο εκπρόσωπο στο έδαφός τους, με σκοπό την κοινοποίηση των εν λόγω δεδομένων στην Ευρωπόλ. Το αίτημα αυτό είναι αιτιολογημένο και όσο το δυνατόν πιο ακριβές. Τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι όσο το δυνατόν λιγότερο ευαίσθητα και περιορίζονται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο και αναλογικό προκειμένου η Ευρωπόλ να είναι σε θέση να υποστηρίξει τα κράτη μέλη στην αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης στο διαδίκτυο.

Ανεξάρτητα από τη δικαιοδοσία των κρατών μελών όσον αφορά τη διάδοση του περιεχομένου για το οποίο η Ευρωπόλ ζητά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές τους να μπορούν να διεκπεραιώνουν τα αιτήματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, με σκοπό την παροχή στην Ευρωπόλ των αναγκαίων πληροφοριών για την εκπλήρωση των στόχων της.

7.   Η Ευρωπόλ διασφαλίζει ότι όλες οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και οι λόγοι διαβίβασής τους τηρούνται σε αρχεία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Κατόπιν αιτήματος του ΕΕΠΔ, η Ευρωπόλ θέτει τα εν λόγω αρχεία στη διάθεση του ΕΕΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 39α.

8.   Αν τα ληφθέντα ή προς διαβίβαση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θίγουν τα συμφέροντα κράτους μέλους, η Ευρωπόλ ενημερώνει πάραυτα την εθνική μονάδα του οικείου κράτους μέλους.

Άρθρο 26β

Ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με ιδιωτικούς φορείς για την αντιμετώπιση της διάδοσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο

1.   Η Ευρωπόλ μπορεί να λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απευθείας από ιδιωτικούς φορείς και να τα επεξεργάζεται σύμφωνα με το άρθρο 18 με σκοπό την αντιμετώπιση της διαδικτυακής διάδοσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο κδ).

2.   Όταν η Ευρωπόλ λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικό φορέα που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα, η Ευρωπόλ διαβιβάζει τα δεδομένα αυτά και τα αποτελέσματα της εκ μέρους της ανάλυσης και επαλήθευσης των εν λόγω δεδομένων μόνο στο οικείο κράτος μέλος ή στην οικεία τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ), ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α.

Η Ευρωπόλ μπορεί να διαβιβάζει τα αποτελέσματα της εκ μέρους της ανάλυσης και επαλήθευσης των δεδομένων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου στην οικεία τρίτη χώρα δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 5 ή 6.

3.   Η Ευρωπόλ δύναται να διαβιβάζει ή να μεταδίδει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιωτικούς φορείς κατά περίπτωση, με την επιφύλαξη τυχόν περιορισμών που αναφέρονται δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 ή 3 και με την επιφύλαξη του άρθρου 67, όταν η μετάδοση ή η διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων είναι απολύτως αναγκαία για την αντιμετώπιση της διαδικτυακής διάδοσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο κδ), τα δε θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες των οικείων υποκειμένων των δεδομένων δεν υπερισχύουν έναντι του δημόσιου συμφέροντος που απαιτεί να μεταδίδονται ή να διαβιβάζονται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

4.   Όταν ο οικείος ιδιωτικός φορέας δεν είναι εγκατεστημένος στην Ένωση ή σε τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ), ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α, για τη διαβίβαση απαιτείται έγκριση του εκτελεστικού διευθυντή.

5.   Η Ευρωπόλ επικουρεί τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, ανταλλάσσει πληροφορίες και συνεργάζεται μαζί τους σε θέματα μετάδοσης ή διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιωτικούς φορείς δυνάμει των παραγράφων 3 ή 4, με σκοπό ιδίως να αποφεύγονται οι αλληλεπικαλύψεις προσπαθειών, να ενισχύεται ο συντονισμός και να αποφεύγονται οι παρεμβολές σε έρευνες στα διάφορα κράτη μέλη.

6.   Η Ευρωπόλ μπορεί να ζητά από τα κράτη μέλη, μέσω των εθνικών τους μονάδων, να αποκτούν, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι ή έχουν νόμιμο εκπρόσωπο στο έδαφός τους, με σκοπό την κοινοποίηση των εν λόγω δεδομένων στην Ευρωπόλ. Τα αιτήματα αυτά είναι αιτιολογημένα και όσο το δυνατόν πιο ακριβή. Τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι όσο το δυνατόν λιγότερο ευαίσθητα και περιορίζονται αυστηρά σε ό,τι είναι αναλογικό και αναγκαίο ώστε η Ευρωπόλ να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τη διάδοση υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο κδ).

Ανεξάρτητα από τη δικαιοδοσία των κρατών μελών για τη διάδοση του περιεχομένου για το οποίο η Ευρωπόλ ζητά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να μπορούν να διεκπεραιώνουν τα αιτήματα του πρώτου εδαφίου σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, με σκοπό την παροχή στην Ευρωπόλ των αναγκαίων πληροφοριών για την εκπλήρωση των στόχων της.

7.   Η Ευρωπόλ διασφαλίζει ότι όλες οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και οι λόγοι διαβίβασής τους τηρούνται σε αρχεία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Κατόπιν αιτήματος, του ΕΕΠΔ, η Ευρωπόλ θέτει τα εν λόγω αρχεία στη διάθεση του ΕΕΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 39α.

8.   Αν τα ληφθέντα ή προς διαβίβαση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θίγουν συμφέροντα κράτους μέλους, η Ευρωπόλ ενημερώνει πάραυτα την εθνική μονάδα του οικείου κράτους μέλους.».

21)

Στο άρθρο 27, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων της, η Ευρωπόλ δύναται να λαμβάνει και να επεξεργάζεται πληροφορίες προερχόμενες από ιδιώτες.

Η Ευρωπόλ επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προερχόμενα από ιδιώτες μόνο υπό την προϋπόθεση ότι τα λαμβάνει μέσω:

α)

εθνικής μονάδας κράτους μέλους σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία·

β)

σημείου επαφής τρίτης χώρας ή διεθνούς οργανισμού δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο γ)· ή

γ)

αρχής τρίτης χώρας ή διεθνούς οργανισμού όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β), ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α.

2.   Όταν η Ευρωπόλ λαμβάνει πληροφορίες, οι οποίες περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, από ιδιώτη ο οποίος διαμένει σε τρίτη χώρα άλλη από αυτή που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ), ή στο άρθρο 25 παράγραφος 4α, η Ευρωπόλ διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές μόνον σε οικείο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα.».

22)

Ο τίτλος του κεφαλαίου VI αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ».

23)

Μετά το άρθρο 27 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 27α

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ

1.   Με την επιφύλαξη του παρόντος κανονισμού, το άρθρο 3 και το κεφάλαιο IX του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ.

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725, πλην του κεφαλαίου IX, εφαρμόζεται στην επεξεργασία διοικητικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ.

2.   Οι αναφορές σε “δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα” στον παρόντα κανονισμό νοούνται ως αναφορές σε “επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα” όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο 2) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει κανόνες για τον καθορισμό των χρονικών ορίων για την αποθήκευση διοικητικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.».

24)

Το άρθρο 28 απαλείφεται.

25)

Το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η επεξεργασία, με αυτοματοποιημένα ή άλλα μέσα, δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, πολιτικά φρονήματα, θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή συνδικαλιστική δραστηριότητα, καθώς και η επεξεργασία γενετικών δεδομένων, βιομετρικών δεδομένων με σκοπό την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση φυσικού προσώπου, ή δεδομένων που αφορούν την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή ή τον γενετήσιο προσανατολισμό φυσικού προσώπου επιτρέπεται μόνο αν είναι απολύτως αναλογική και αναγκαία για έργα έρευνας και καινοτομίας σύμφωνα με το άρθρο 33α και για επιχειρησιακούς σκοπούς, στο πλαίσιο των στόχων της Ευρωπόλ, και μόνο για την αποτροπή ή την καταπολέμηση εγκλήματος που εμπίπτει στους στόχους της Ευρωπόλ. Η επεξεργασία αυτή υπόκειται επίσης στις ενδεδειγμένες εγγυήσεις που προβλέπει ο παρών κανονισμός σχετικά με τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων και, με εξαίρεση τα βιομετρικά δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία με σκοπό την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση φυσικού προσώπου, επιτρέπεται μόνον αν τα δεδομένα αυτά συμπληρώνουν άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υπόκεινται σε επεξεργασία από την Ευρωπόλ.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων ενημερώνεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε περίπτωση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος άρθρου.»·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Μόνο η Ευρωπόλ έχει άμεση πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα κατά τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2. Ο εκτελεστικός διευθυντής εξουσιοδοτεί με τον δέοντα τρόπο περιορισμένο αριθμό υπαλλήλων της Ευρωπόλ, οι οποίοι θα έχουν τέτοια πρόσβαση εάν αυτό είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, όπου είναι αναγκαίο να παρέχεται άμεση πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών ή των οργανισμών της Ένωσης που έχουν συσταθεί βάσει του τίτλου V της ΣΛΕΕ για την άσκηση των καθηκόντων τους, για τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2α του παρόντος κανονισμού ή για έργο έρευνας και καινοτομίας σύμφωνα με το άρθρο 33α παράγραφος 2 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού, ο εκτελεστικός διευθυντής εξουσιοδοτεί με τον δέοντα τρόπο περιορισμένο αριθμό υπαλλήλων του εν λόγω προσωπικού, οι οποίοι θα έχουν τέτοια πρόσβαση.»·

δ)

η παράγραφος 4 απαλείφεται·

ε)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 δεν διαβιβάζονται σε κράτη μέλη ή φορείς της Ένωσης ούτε μεταδίδονται σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, εκτός αν η εν λόγω διαβίβαση ή μετάδοση απαιτείται δυνάμει του ενωσιακού δικαίου ή είναι απολύτως αναγκαία και αναλογική σε μεμονωμένες περιπτώσεις εγκλημάτων που εμπίπτουν στους στόχους της Ευρωπόλ και σύμφωνα με το κεφάλαιο V.».

26)

Το άρθρο 32 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 32

Ασφάλεια της επεξεργασίας

Μηχανισμοί που διασφαλίζουν ότι τα μέτρα ασφάλειας λαμβάνονται υπόψη σε όλο το φάσμα των συστημάτων πληροφοριών καθορίζονται από την Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 91 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, και από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 29 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.».

27)

Το άρθρο 33 απαλείφεται.

28)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 33α

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς έρευνας και καινοτομίας

1.   Η Ευρωπόλ μπορεί να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς των έργων έρευνας και καινοτομίας εφόσον η επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:

α)

είναι απολύτως αναγκαία και δεόντως αιτιολογημένη για την επίτευξη των στόχων του οικείου έργου·

β)

όσον αφορά ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι απολύτως αναγκαία και υπόκειται σε κατάλληλες διασφαλίσεις, στις οποίες είναι δυνατό να περιλαμβάνεται η ψευδωνυμοποίηση.

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ στο πλαίσιο έργων έρευνας και καινοτομίας καθοδηγείται από τις αρχές της διαφάνειας, της εξηγησιμότητας, της δικαιοσύνης και της λογοδοσίας.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στο πλαίσιο έργων έρευνας και καινοτομίας της Ευρωπόλ, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διασφαλίσεις:

α)

για κάθε έργο έρευνας και καινοτομίας απαιτείται προηγούμενη έγκριση από τον εκτελεστικό διευθυντή, σε διαβούλευση με τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων και τον υπεύθυνο θεμελιωδών δικαιωμάτων, η οποία βασίζεται σε:

i)

περιγραφή των στόχων του έργου και εξήγηση του τρόπου με τον οποίο το έργο υποστηρίζει την Ευρωπόλ ή τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα καθήκοντά τους·

ii)

περιγραφή της σχεδιαζόμενης δραστηριότητας επεξεργασίας, στην οποία καθορίζονται οι στόχοι, το εύρος και η διάρκεια της επεξεργασίας καθώς και η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό, για παράδειγμα, τη διερεύνηση και τη δοκιμή καινοτόμων τεχνολογικών λύσεων και τη διασφάλιση της ακρίβειας των αποτελεσμάτων του έργου·

iii)

περιγραφή των προς επεξεργασία κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

iv)

αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις αρχές περί προστασίας των δεδομένων που ορίζονται στο άρθρο 71 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, της προθεσμίας αποθήκευσης και των όρων πρόσβασης στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα· και

v)

αξιολόγηση των επιπτώσεων που θα έχουν στην προστασία των δεδομένων, περιλαμβανομένων των κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων, του κινδύνου τυχόν μεροληψίας στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που θα χρησιμοποιηθούν για την εκπαίδευση των αλγορίθμων καθώς και στο αποτέλεσμα της επεξεργασίας, και των μέτρων που προβλέπονται για την αντιμετώπιση των εν λόγω κινδύνων καθώς και για την αποφυγή τυχόν παραβιάσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

β)

ο ΕΕΠΔ ενημερώνεται πριν από την έναρξη του έργου·

γ)

πριν από την έναρξη του έργου ζητείται η γνώμη του διοικητικού συμβουλίου ή το διοικητικό συμβούλιο ενημερώνεται, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 7·

δ)

δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που πρόκειται να υποβληθούν σε επεξεργασία στο πλαίσιο του έργου:

i)

αντιγράφονται προσωρινά σε χωριστό, απομονωμένο και προστατευόμενο περιβάλλον επεξεργασίας δεδομένων εντός της Ευρωπόλ με αποκλειστικό σκοπό την υλοποίηση αυτού του έργου·

ii)

είναι προσβάσιμα μόνο σε ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό της Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και, με την επιφύλαξη τεχνικών μέτρων ασφαλείας, ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και των οργανισμών της Ένωσης που έχουν συσταθεί βάσει του τίτλου V της ΣΛΕΕ·

iii)

δεν αποτελούν αντικείμενο διαβίβασης ή μετάδοσης·

iv)

δεν οδηγούν στη λήψη μέτρων ή αποφάσεων που επηρεάζουν τα υποκείμενα των δεδομένων λόγω της επεξεργασίας τους·

v)

διαγράφονται μόλις ολοκληρωθεί το έργο ή όταν παρέλθει η προθεσμία αποθήκευσής τους σύμφωνα με το άρθρο 31·

ε)

τα αρχεία καταγραφής της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του έργου τηρούνται έως δύο έτη μετά την ολοκλήρωση του έργου, αποκλειστικά για τους σκοπούς και μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται προκειμένου να επαληθευθεί η ακρίβεια του αποτελέσματος της επεξεργασίας των δεδομένων.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει σε δεσμευτικό έγγραφο το γενικό πεδίο εφαρμογής για τα έργα έρευνας και καινοτομίας. Το εν λόγω έγγραφο επικαιροποιείται όποτε απαιτείται και τίθεται στη διάθεση του ΕΕΠΔ για τους σκοπούς του εποπτικού του ρόλου.

4.   Η Ευρωπόλ διατηρεί έγγραφο που περιλαμβάνει λεπτομερή περιγραφή της διαδικασίας και του σκεπτικού στο οποίο βασίζεται η εκπαίδευση, η δοκιμή και η επικύρωση των αλγορίθμων, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια της διαδικασίας και των αλγορίθμων, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσής τους με τις εγγυήσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, καθώς και να καθίσταται δυνατή η επαλήθευση της ακρίβειας των αποτελεσμάτων που βασίζονται στη χρήση των εν λόγω αλγορίθμων. Κατόπιν αιτήματος, η Ευρωπόλ θέτει το εν λόγω έγγραφο στη διάθεση των ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών και της ΜΟΚΕ.

5.   Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που πρόκειται να υποβληθούν σε επεξεργασία για έργο έρευνας και καινοτομίας έχουν παρασχεθεί από κράτος μέλος, φορέα της Ένωσης, τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, η Ευρωπόλ ζητεί τη συγκατάθεση του εν λόγω παρόχου των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2, εκτός εάν ο πάροχος των δεδομένων έχει δώσει εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή του για την εν λόγω επεξεργασία για τους σκοπούς έργων έρευνας και καινοτομίας, είτε με γενικούς όρους είτε με την επιφύλαξη ειδικών όρων.

Η Ευρωπόλ δεν επεξεργάζεται δεδομένα για έργα έρευνας και καινοτομίας χωρίς τη συγκατάθεση του παρόχου των δεδομένων. Η συγκατάθεση μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε.».

29)

Το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 92 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Ευρωπόλ ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών για την εν λόγω παραβίαση, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού, καθώς και τον πάροχο των σχετικών δεδομένων, εκτός αν η παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι πιθανό να προκαλέσει κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες φυσικών προσώπων.»·

β)

η παράγραφος 3 απαλείφεται.

30)

Το άρθρο 35 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 απαλείφονται·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 93 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, αν η Ευρωπόλ δεν διαθέτει τα στοιχεία επικοινωνίας του οικείου υποκειμένου των δεδομένων, ζητεί από τον πάροχο των δεδομένων να γνωστοποιήσει την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο οικείο υποκείμενο των δεδομένων και να ενημερώσει την Ευρωπόλ σχετικά με την απόφαση που ελήφθη. Τα κράτη μέλη που παρείχαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα γνωστοποιούν την παραβίαση στο οικείο υποκείμενο των δεδομένων σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.»·

γ)

οι παράγραφοι 4 και 5 απαλείφονται.

31)

Το άρθρο 36 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 απαλείφονται·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα υποκείμενα των δεδομένων που επιθυμούν να ασκήσουν το αναφερόμενο στο άρθρο 80 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, μπορούν να υποβάλουν σχετική αίτηση είτε στην αρχή που έχει οριστεί για τον σκοπό αυτό στο κράτος μέλος της επιλογής τους είτε στην Ευρωπόλ. Όταν η αίτηση υποβάλλεται στην εν λόγω αρχή, η αρχή παραπέμπει την αίτηση στην Ευρωπόλ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και εντός ενός μηνός από την παραλαβή της.»·

γ)

οι παράγραφοι 6 και 7 απαλείφονται.

32)

Το άρθρο 37 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα υποκείμενα των δεδομένων που επιθυμούν να ασκήσουν το δικαίωμα διόρθωσης ή διαγραφής ή περιορισμού της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 82 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, μπορούν να υποβάλουν σχετική αίτηση είτε στην αρχή που έχει οριστεί για τον σκοπό αυτό στο κράτος μέλος της επιλογής τους είτε στην Ευρωπόλ. Όταν η αίτηση υποβάλλεται στην εν λόγω αρχή, η αρχή παραπέμπει την αίτηση στην Ευρωπόλ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και εντός ενός μηνός από την παραλαβή της.»·

β)

η παράγραφος 2 απαλείφεται·

γ)

οι παράγραφοι 3, 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 82 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, η Ευρωπόλ περιορίζει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αντί να διαγράψει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εάν τεκμαίρεται βάσιμα ότι η διαγραφή θα μπορούσε να βλάψει τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων.

Τα περιορισμένα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία με μόνο σκοπό την προστασία των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων, όταν είναι αναγκαία η προστασία των ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου, ή για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 82 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

4.   Όταν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιγράφονται στις παραγράφους 1 και 3 τα οποία έχουν περιέλθει στην κατοχή της Ευρωπόλ από τρίτες χώρες, διεθνείς οργανισμούς ή φορείς της Ένωσης έχουν παρασχεθεί απευθείας από ιδιωτικούς φορείς, έχουν ανακτηθεί από την Ευρωπόλ από δημόσια διαθέσιμες πηγές ή είναι προϊόν των αναλύσεων της ίδιας της Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ διορθώνει ή διαγράφει τα εν λόγω δεδομένα ή περιορίζει την επεξεργασία τους και ενημερώνει, όπου αρμόζει, τους παρόχους των δεδομένων.

5.   Όταν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιγράφονται στις παραγράφους 1 και 3 έχουν περιέλθει στην κατοχή της Ευρωπόλ από κράτη μέλη, τα οικεία κράτη μέλη διορθώνουν ή διαγράφουν τα εν λόγω δεδομένα ή περιορίζουν την επεξεργασία τους σε συνεργασία με την Ευρωπόλ και εντός του πλαισίου των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους.»·

δ)

οι παράγραφοι 8 και 9 απαλείφονται.

33)

Το άρθρο 38 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Ευρωπόλ επεξεργάζεται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα κατά τρόπον ώστε να είναι δυνατόν να διαπιστωθεί η πηγή τους σύμφωνα με το άρθρο 17.»·

β)

στην παράγραφο 2, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η ευθύνη για την ακρίβεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 βαρύνει:»·

γ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Ευρωπόλ είναι υπεύθυνη για τη συμμόρφωση με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 όσον αφορά τα διοικητικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και για τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό και με το άρθρο 3 και το κεφάλαιο IX του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.»·

δ)

στην παράγραφο 7, η τρίτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η ασφάλεια αυτής της ανταλλαγής κατοχυρώνεται βάσει του άρθρου 91 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725».

34)

Το άρθρο 39 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 39

Προηγούμενη διαβούλευση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 90 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, η προηγούμενη διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ δεν εφαρμόζεται για συγκεκριμένες μεμονωμένες επιχειρησιακές δραστηριότητες που δεν περιλαμβάνουν νέους τύπους επεξεργασίας που θα εξέθεταν σε σοβαρό κίνδυνο τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων.

2.   Η Ευρωπόλ μπορεί να κινεί πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται σε προηγούμενη διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, εκτός εάν ο ΕΕΠΔ έχει διαβιβάσει γραπτές συμβουλές σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού εντός των προθεσμιών που ορίζονται στην εν λόγω διάταξη, οι οποίες αρχίζουν από την ημερομηνία παραλαβής του αρχικού αιτήματος για διαβούλευση και δεν αναστέλλονται.

3.   Όταν οι πράξεις επεξεργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου έχουν καθοριστική σημασία για την εκτέλεση των καθηκόντων της Ευρωπόλ και είναι ιδιαίτερα επείγουσες και αναγκαίες προκειμένου να προληφθεί και να καταπολεμηθεί άμεση απειλή εγκλήματος το οποίο εμπίπτει στους στόχους της Ευρωπόλ ή για να προστατευθούν ζωτικά συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου, η Ευρωπόλ μπορεί κατ’ εξαίρεση να κινήσει την επεξεργασία μετά την προηγούμενη διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ που ορίζεται στο άρθρο 90 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, αλλά πριν από τη λήξη της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 90 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού. Στην περίπτωση αυτή, η Ευρωπόλ ενημερώνει τον ΕΕΠΔ πριν από την έναρξη της επεξεργασίας.

Οι γραπτές συμβουλές του ΕΕΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 λαμβάνονται υπόψη εκ των υστέρων και ο τρόπος διενέργειας της επεξεργασίας προσαρμόζεται αναλόγως.

Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων συμμετέχει στην αξιολόγηση του επείγοντος χαρακτήρα των εν λόγω δραστηριοτήτων επεξεργασίας πριν λήξει η προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 90 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και επιβλέπει την εν λόγω επεξεργασία.

4.   Ο ΕΕΠΔ τηρεί μητρώο με όλες τις πράξεις επεξεργασίας που του κοινοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 1. Το μητρώο αυτό δεν δημοσιοποιείται.».

35)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 39α

Αρχεία των κατηγοριών δραστηριοτήτων επεξεργασίας

1.   Η Ευρωπόλ τηρεί αρχείο όλων των κατηγοριών δραστηριοτήτων επεξεργασίας που εκτελούνται υπ’ ευθύνη της. Το αρχείο περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τα στοιχεία επικοινωνίας της Ευρωπόλ, καθώς και το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου προστασίας δεδομένων·

β)

τους σκοπούς της επεξεργασίας·

γ)

περιγραφή των κατηγοριών των υποκειμένων δεδομένων και των κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δ)

τις κατηγορίες αποδεκτών στους οποίους πρόκειται να γνωστοποιηθούν ή γνωστοποιήθηκαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των αποδεκτών σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς·

ε)

κατά περίπτωση, τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα, διεθνή οργανισμό ή ιδιωτικό φορέα, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού του εν λόγω αποδέκτη·

στ)

όπου είναι δυνατόν, τις προβλεπόμενες προθεσμίες για τη διαγραφή των διάφορων κατηγοριών δεδομένων·

ζ)

όπου είναι δυνατόν, γενική περιγραφή των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφάλειας που προβλέπονται στο άρθρο 91 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725·

η)

κατά περίπτωση, τη χρήση κατάρτισης προφίλ.

2.   Το αρχείο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καταρτίζονται γραπτώς, μεταξύ άλλων σε ηλεκτρονική μορφή.

3.   Η Ευρωπόλ θέτει το αρχείο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στη διάθεση του ΕΕΠΔ κατόπιν αίτησης.».

36)

Το άρθρο 40 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 40

Καταχώριση

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 88 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, η Ευρωπόλ τηρεί αρχεία καταχωρίσεων των πράξεων επεξεργασίας που εκτελεί. Οι καταχωρίσεις δεν μπορούν να τροποποιηθούν.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 88 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, αν απαιτούνται από εθνική μονάδα για συγκεκριμένη έρευνα που αφορά τη συμμόρφωση με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων, τα αρχεία καταχωρίσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κοινοποιούνται στην οικεία εθνική μονάδα.».

37)

Το άρθρο 41 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 41

Διορισμός του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

1.   Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει μέλος του προσωπικού της Ευρωπόλ ως υπεύθυνο προστασίας δεδομένων, ο οποίος ορίζεται μόνο για αυτή τη θέση.

2.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων επιλέγεται βάσει επαγγελματικών προσόντων και, ιδίως, βάσει της εμπειρογνωσίας που διαθέτει στον τομέα του δικαίου και των πρακτικών περί προστασίας δεδομένων, καθώς και της ικανότητας να εκπληρώνει τα καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 41β του παρόντος κανονισμού και στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725.

3.   Η επιλογή του υπευθύνου προστασίας δεδομένων δεν οδηγεί σε σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της ιδιότητάς του ως υπευθύνου προστασίας δεδομένων και άλλων επισήμων καθηκόντων που μπορεί ενδεχομένως να ασκεί, ιδίως στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

4.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων δεν απαλλάσσεται από τα καθήκοντά του ούτε υφίσταται κυρώσεις από το διοικητικό συμβούλιο επειδή επιτέλεσε τα καθήκοντά του.

5.   Η Ευρωπόλ δημοσιεύει τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου προστασίας δεδομένων και τα γνωστοποιεί στον ΕΕΠΔ.».

38)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 41α

Θέση του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

1.   Η Ευρωπόλ εξασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων συμμετέχει, δεόντως και εγκαίρως, σε όλα τα ζητήματα τα οποία σχετίζονται με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Η Ευρωπόλ στηρίζει τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων στην άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 41β, παρέχοντας τους πόρους και το προσωπικό που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών, επιτρέποντάς του την πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και σε πράξεις επεξεργασίας, και παρέχοντάς του τη δυνατότητα να διατηρήσει την εμπειρογνωσία του.

Προκειμένου να στηρίξει τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων στην άσκηση των καθηκόντων του, ένα μέλος του προσωπικού της Ευρωπόλ μπορεί να οριστεί ως βοηθός υπεύθυνος προστασίας δεδομένων

3.   Η Ευρωπόλ εξασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων ενεργεί ανεξάρτητα και δεν λαμβάνει εντολές για την άσκηση των εν λόγω καθηκόντων.

Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων αναφέρεται απευθείας στο διοικητικό συμβούλιο.

4.   Τα υποκείμενα των δεδομένων μπορούν να επικοινωνούν με τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων για κάθε ζήτημα σχετικό με την επεξεργασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα και με την άσκηση των δικαιωμάτων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού και δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

Κανένα πρόσωπο δεν επιτρέπεται να υφίσταται ζημία επειδή φέρει σε γνώση του υπευθύνου προστασίας δεδομένων ζήτημα το οποίο ισχυρίζεται ότι συνιστά παραβίαση του παρόντος κανονισμού ή του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

5.   Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει κανόνες εφαρμογής σχετικά με τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων. Οι εν λόγω κανόνες εφαρμογής αφορούν ιδίως τη διαδικασία επιλογής για τη θέση του υπευθύνου προστασίας δεδομένων, την καθαίρεσή του, τα καθήκοντα, τις υποχρεώσεις, τις εξουσίες και τα μέτρα διασφάλισης της ανεξαρτησίας του.

6.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων και το προσωπικό του υπόκεινται στην υποχρέωση εμπιστευτικότητας σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 1.

7.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων διορίζεται για τετραετή θητεία με δυνατότητα ανανέωσης.

8.   Εάν ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων παύσει να πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του, το διοικητικό συμβούλιο δύναται να τον απαλλάξει από τα καθήκοντά του, μόνο με τη συγκατάθεση του ΕΕΠΔ.

9.   Το διοικητικό συμβούλιο γνωστοποιεί στον ΕΕΠΔ το όνομα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων και του βοηθού υπευθύνου προστασίας δεδομένων.

10.   Οι διατάξεις που ισχύουν για τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στον βοηθό υπεύθυνο προστασίας δεδομένων.

Άρθρο 41β

Καθήκοντα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

1.   Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων έχει, ειδικότερα, τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

εξασφαλίζει υπό καθεστώς ανεξαρτησίας τη συμμόρφωση της Ευρωπόλ με τις διατάξεις σχετικά με την προστασία δεδομένων του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, και με τις οικείες διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων που προβλέπονται στους εσωτερικούς κανόνες της Ευρωπόλ, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725, με άλλες ενωσιακές ή εθνικές διατάξεις σχετικά με την προστασία δεδομένων, καθώς και με τις πολιτικές της Ευρωπόλ όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων της ανάθεσης αρμοδιοτήτων, της ευαισθητοποίησης και της κατάρτισης του προσωπικού που συμμετέχει στις πράξεις επεξεργασίας, και τους σχετικούς ελέγχους·

β)

ενημερώνει και συμβουλεύει την Ευρωπόλ και το προσωπικό που εκτελεί την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725, και από άλλες διατάξεις του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου σχετικά με την προστασία δεδομένων·

γ)

παρέχει συμβουλές, όταν αυτό ζητείται, για την εκτίμηση των επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 89 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και παρακολουθεί τη διενέργεια της εκτίμησης των επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων·

δ)

τηρεί μητρώο παραβιάσεων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και παρέχει συμβουλές, όταν αυτό ζητείται, όσον αφορά την αναγκαιότητα γνωστοποίησης ή ανακοίνωσης παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τα άρθρα 92 και 93 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725·

ε)

διασφαλίζει ότι τηρούνται αρχεία μετάδοσης, διαβίβασης και παραλαβής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού·

στ)

διασφαλίζει ότι τα υποκείμενα των δεδομένων ενημερώνονται κατόπιν αίτησής τους σχετικά με τα δικαιώματα που έχουν βάσει του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725·

ζ)

συνεργάζεται με το προσωπικό της Ευρωπόλ που είναι υπεύθυνο για τις διαδικασίες, την κατάρτιση και την παροχή συμβουλών σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων·

η)

ανταποκρίνεται σε αιτήματα του ΕΕΠΔ, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, συνεργάζεται και διαβουλεύεται με τον ΕΕΠΔ, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου ή με δική του πρωτοβουλία·

θ)

συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, ιδίως με τους υπευθύνους προστασίας δεδομένων των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και τις εθνικές εποπτικές αρχές σχετικά με θέματα προστασίας δεδομένων στον τομέα της επιβολής του νόμου·

ι)

ενεργεί ως σημείο επαφής για τον ΕΕΠΔ σχετικά με ζητήματα που αφορούν την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένης της προηγούμενης διαβούλευσης που προβλέπεται στα άρθρα 40 και 90 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, και πραγματοποιεί διαβουλεύσεις, κατά περίπτωση, για οποιοδήποτε άλλο θέμα στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του·

ια)

καταρτίζει ετήσια έκθεση και την κοινοποιεί στο διοικητικό συμβούλιο και στον ΕΕΠΔ·

ιβ)

διασφαλίζει ότι οι πράξεις επεξεργασίας δεν θίγουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων.

2.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να διατυπώνει συστάσεις προς το διοικητικό συμβούλιο για την πρακτική βελτίωση της προστασίας των δεδομένων και να παρέχει συμβουλές για θέματα που αφορούν την εφαρμογή των διατάξεων περί προστασίας δεδομένων.

Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να προβαίνει, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος του διοικητικού συμβουλίου ή οποιουδήποτε φυσικού προσώπου, στη διερεύνηση ζητημάτων και περιστατικών που σχετίζονται ευθέως με τα καθήκοντά του και υποπίπτουν στην αντίληψή του, και να ενημερώνει το πρόσωπο που ζήτησε την έρευνα ή το διοικητικό συμβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα της εν λόγω διερεύνησης.

3.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 όσον αφορά τα διοικητικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

4.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, και τα μέλη του προσωπικού της Ευρωπόλ που επικουρούν τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων στην εκτέλεση των καθηκόντων του, έχουν πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα που επεξεργάζεται η Ευρωπόλ και σε όλους τους χώρους της Ευρωπόλ.

5.   Αν ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων θεωρεί ότι δεν έχει υπάρξει συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού ή του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 όσον αφορά την επεξεργασία διοικητικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού ή του άρθρου 3 και του κεφαλαίου ΙΧ του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ενημερώνει σχετικά τον εκτελεστικό διευθυντή, ζητώντας του να επιλύσει το ζήτημα της μη συμμόρφωσης εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος.

Αν ο εκτελεστικός διευθυντής δεν επιλύσει το ζήτημα της μη συμμόρφωσης της επεξεργασίας εντός του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων ενημερώνει σχετικά το διοικητικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο απαντά εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, η οποία καθορίζεται από κοινού με τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων. Αν το διοικητικό συμβούλιο δεν επιλύσει το ζήτημα της μη συμμόρφωσης εντός της συγκεκριμένης προθεσμίας, ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων παραπέμπει το ζήτημα στον ΕΕΠΔ.

Άρθρο 41γ

Υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων

1.   Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν πρότασης του εκτελεστικού διευθυντή, ορίζει υπεύθυνο θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ο υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων μπορεί να είναι μέλος του υπάρχοντος προσωπικού της Ευρωπόλ που έχει λάβει ειδική κατάρτιση σχετικά με το δίκαιο και τις πρακτικές για τα θεμελιώδη δικαιώματα.

2.   Ο υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων επιτελεί τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

παρέχει συμβουλές στην Ευρωπόλ, όταν το κρίνει αναγκαίο ή όταν του ζητείται, σε σχέση με οποιαδήποτε δραστηριότητα της Ευρωπόλ, χωρίς να εμποδίζει ή να καθυστερεί τις εν λόγω δραστηριότητες·

β)

παρακολουθεί τη συμμόρφωση της Ευρωπόλ με τα θεμελιώδη δικαιώματα·

γ)

παρέχει μη δεσμευτικές γνωμοδοτήσεις σχετικά με τις εργασιακές ρυθμίσεις·

δ)

ενημερώνει τον εκτελεστικό διευθυντή σχετικά με πιθανές παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ·

ε)

προάγει τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων από την Ευρωπόλ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και των δραστηριοτήτων της·

στ)

εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

3.   Η Ευρωπόλ εξασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν λαμβάνει εντολές για την άσκηση των καθηκόντων του.

4.   Ο υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων αναφέρεται απευθείας στον εκτελεστικό διευθυντή και καταρτίζει ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τις δραστηριότητές του, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον βαθμό στον οποίο οι δραστηριότητες της Ευρωπόλ σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα. Οι εκθέσεις αυτές τίθενται στη διάθεση του διοικητικού συμβουλίου.

Άρθρο 41δ

Κατάρτιση περί θεμελιωδών δικαιωμάτων

Όλα τα μέλη του προσωπικού της Ευρωπόλ που συμμετέχουν σε επιχειρησιακά καθήκοντα τα οποία συνεπάγονται επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα λαμβάνουν υποχρεωτική κατάρτιση για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, μεταξύ άλλων όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η κατάρτιση αυτή διεξάγεται σε συνεργασία με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 168/2007 (*12), και τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κατάρτιση στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (CEPOL), που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2219 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*13).

(*12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2007, για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 53 της 22.2.2007, σ. 1)."

(*13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2219 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κατάρτιση στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (ΕΑΑ) και για την αντικατάσταση και κατάργηση της απόφασης 2005/681/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 319 της 4.12.2015, σ. 1).»."

39)

Στο άρθρο 42, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για τον σκοπό της άσκησης της εποπτικής της λειτουργίας, οι εθνικές εποπτικές αρχές που αναφέρεται στο άρθρο 41 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 έχουν πρόσβαση στους χώρους της οικείας εθνικής μονάδας ή στους χώρους που χρησιμοποιούν οι αξιωματικοί σύνδεσμοι, στα δεδομένα που υποβάλλονται από το οικείο κράτος μέλος στην Ευρωπόλ σύμφωνα με τις σχετικές εθνικές διαδικασίες, καθώς και στα αρχεία καταχωρίσεων που προβλέπονται στο άρθρο 40 του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι εθνικές εποπτικές αρχές έχουν πρόσβαση στα γραφεία και στα έγγραφα των οικείων αξιωματικών συνδέσμων τους στην Ευρωπόλ.».

40)

Το άρθρο 43 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο ΕΕΠΔ είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση και τη διασφάλιση της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 σχετικά με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ, καθώς και για την παροχή συμβουλών προς την Ευρωπόλ και στα υποκείμενα των δεδομένων για κάθε θέμα που αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.»·

β)

στην παράγραφο 3 προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ι)

να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να καθιστά τις πράξεις επεξεργασίας σύμφωνες με τον παρόντα κανονισμό, εάν χρειάζεται, με συγκεκριμένο τρόπο και εντός ορισμένης προθεσμίας·

ια)

να δίνει εντολή για αναστολή της κυκλοφορίας δεδομένων σε αποδέκτη σε κράτος μέλος, τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό·

ιβ)

να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της Ευρωπόλ με κάποιο από τα μέτρα που αναφέρονται στα στοιχεία γ), ε), στ), ι) και ια) της παρούσας παραγράφου, ανάλογα με τις περιστάσεις κάθε μεμονωμένης περίπτωσης.»·

γ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Ο ΕΕΠΔ καταρτίζει ετήσια έκθεση σχετικά με τις εποπτικές του δραστηριότητες όσον αφορά την Ευρωπόλ. Η εν λόγω έκθεση αποτελεί τμήμα της ετήσιας έκθεσης του ΕΕΠΔ που προβλέπεται στο άρθρο 60 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

Ο ΕΕΠΔ καλεί τις εθνικές εποπτικές αρχές να υποβάλουν παρατηρήσεις στο εν λόγω τμήμα της ετήσιας έκθεσης προτού η ετήσια έκθεση εκδοθεί. Ο ΕΕΠΔ λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τις παρατηρήσεις των εθνικών εποπτικών αρχών και κάνει σχετική αναφορά στην ετήσια έκθεση.

Το τμήμα της έκθεσης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνει στατιστικές πληροφορίες σχετικά με καταγγελίες, έρευνες και διερευνήσεις, καθώς και σχετικά με τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, περιπτώσεις προηγούμενης διαβούλευσης του ΕΕΠΔ, και την άσκηση των εξουσιών που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.».

41)

Το άρθρο 44 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η συντονισμένη εποπτεία διασφαλίζεται βάσει του άρθρου 62 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725. Ο ΕΕΠΔ χρησιμοποιεί την εμπειρογνωσία και την πείρα των εθνικών εποπτικών αρχών για την εκτέλεση των καθηκόντων του κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 43 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Κατά τη διενέργεια κοινών επιθεωρήσεων με τον ΕΕΠΔ, τα μέλη και το προσωπικό των εθνικών εποπτικών αρχών, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, διαθέτουν εξουσίες ισοδύναμες με εκείνες του άρθρου 43 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού και δεσμεύονται από υποχρέωση ισοδύναμη με εκείνη του άρθρου 43 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Σε περιπτώσεις που αφορούν δεδομένα προερχόμενα από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, και σε περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 47 παράγραφος 2, ο ΕΕΠΔ διαβουλεύεται με τις ενδιαφερόμενες εθνικές εποπτικές αρχές. Ο ΕΕΠΔ δεν αποφασίζει τη λήψη περαιτέρω μέτρων προτού οι εν λόγω εθνικές εποπτικές αρχές του γνωστοποιήσουν τη γνώμη τους, εντός προθεσμίας μεταξύ ενός και τριών μηνών από το χρονικό σημείο κατά το οποίο ο ΕΕΠΔ διαβουλεύεται με τις ενδιαφερόμενες εθνικές εποπτικές αρχές, την οποία καθορίζει ο ΕΕΠΔ. Ο ΕΕΠΔ λαμβάνει σοβαρότατα υπόψη τις αντίστοιχες θέσεις των οικείων εθνικών εποπτικών αρχών. Σε περιπτώσεις όπου ο ΕΕΠΔ προτίθεται να μην ακολουθήσει τη θέση μιας εθνικής εποπτικής αρχής, ενημερώνει την εν λόγω αρχή, παρέχει αιτιολόγηση και υποβάλλει το ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.».

42)

Τα άρθρα 45 και 46 απαλείφονται.

43)

Το άρθρο 47 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα υποκείμενα των δεδομένων έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν καταγγελία στον ΕΕΠΔ, αν θεωρούν ότι η επεξεργασία από την Ευρωπόλ δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν δεν συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό ή με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725.»·

β)

στην παράγραφο 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όταν η καταγγελία αφορά απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 36 ή 37 του παρόντος κανονισμού ή στο άρθρο 81 ή 82 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, ο ΕΕΠΔ ζητά τη γνώμη των εθνικών εποπτικών αρχών του κράτους μέλους που παρέσχε τα δεδομένα ή του άμεσα ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.»·

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

«5.   Ο ΕΕΠΔ ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων για την πρόοδο και την έκβαση της καταγγελίας, καθώς και για τη δυνατότητα άσκησης δικαστικής προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 48.».

44)

Το άρθρο 50 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 50

Δικαίωμα αποζημίωσης

1.   Τα πρόσωπα που έχουν υποστεί υλική ή μη υλική ζημία ως αποτέλεσμα παραβίασης του παρόντος κανονισμού δικαιούνται αποζημίωση σύμφωνα με το άρθρο 65 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και το άρθρο 56 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.

2.   Τυχόν διαφορά μεταξύ της Ευρωπόλ και των κρατών μελών σχετικά με την τελική ευθύνη για την αποζημίωση που καταβάλλεται σε πρόσωπο το οποίο υπέστη υλική ή μη υλική ζημία σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου παραπέμπεται στο διοικητικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει απόφαση για την εν λόγω ευθύνη με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του, χωρίς να θίγεται το δικαίωμα προσβολής αυτής της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ.».

45)

Το άρθρο 51 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

την ενοποιημένη ετήσια έκθεση πεπραγμένων της Ευρωπόλ, που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ), που περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικές με τις δραστηριότητες της Ευρωπόλ και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την επεξεργασία μεγάλων συνόλων δεδομένων, χωρίς να αποκαλύπτονται τυχόν επιχειρησιακές λεπτομέρειες και με την επιφύλαξη τυχόν εν εξελίξει ερευνών·»·

ii)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«στ)

ετήσιες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 11 σχετικά με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που ανταλλάσσονται με ιδιωτικούς φορείς σύμφωνα με τα άρθρα 26, 26α και 26β, που περιλαμβάνουν αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της συνεργασίας, συγκεκριμένα παραδείγματα υποθέσεων που καταδεικνύουν τους λόγους για τους οποίους τα εν λόγω αιτήματα ήταν αναγκαία και αναλογικά προκειμένου η Ευρωπόλ να είναι σε θέση να εκπληρώσει τους στόχους και τα καθήκοντά της και, όσον αφορά τις ανταλλαγές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 26β, τον αριθμό των παιδιών που εντοπίστηκαν ως αποτέλεσμα των εν λόγω ανταλλαγών, στον βαθμό που η Ευρωπόλ έχει στη διάθεσή της αυτές τις πληροφορίες·

ζ)

ετήσιες πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των υποθέσεων στις οποίες η Ευρωπόλ ήταν αναγκαίο να επεξεργαστεί δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα II, προκειμένου να στηρίξει τα κράτη μέλη σε συγκεκριμένη εν εξελίξει ποινική έρευνα σύμφωνα με το άρθρο 18α, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τη διάρκεια και τα αποτελέσματα της επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένων παραδειγμάτων τέτοιων υποθέσεων που να καταδεικνύουν τους λόγους για τους οποίους η εν λόγω επεξεργασία δεδομένων ήταν αναγκαία και αναλογική·

η)

ετήσιες πληροφορίες σχετικά με τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 ή το άρθρο 25 παράγραφος 4α, κατανεμημένες ανά νομική βάση, και σχετικά με τον αριθμό των υποθέσεων στις οποίες ο εκτελεστικός διευθυντής ενέκρινε, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 5, τη διαβίβαση ή κατηγορίες διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με συγκεκριμένη εν εξελίξει ποινική έρευνα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις οικείες χώρες και τη διάρκεια της έγκρισης·

θ)

ετήσιες πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των υποθέσεων στις οποίες η Ευρωπόλ πρότεινε την πιθανή εισαγωγή ενημερωτικών καταχωρίσεων σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο κ), συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένων παραδειγμάτων υποθέσεων που να καταδεικνύουν τους λόγους για τους οποίους προτάθηκε η εισαγωγή των εν λόγω καταχωρίσεων·

ι)

ετήσιες πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των έργων έρευνας και καινοτομίας που αναλαμβάνονται στις οποίες περιλαμβάνονται πληροφορίες για τους σκοπούς των έργων αυτών, τις κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, τις πρόσθετες εγγυήσεις που χρησιμοποιήθηκαν, συμπεριλαμβανομένης της ελαχιστοποίησης των δεδομένων, τις ανάγκες επιβολής του νόμου που επιδιώκουν να καλύψουν τα εν λόγω έργα και την έκβαση των εν λόγω έργων·

ια)

ετήσιες πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των υποθέσεων στις οποίες η Ευρωπόλ έκανε χρήση προσωρινής επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 6α και, κατά περίπτωση, τον αριθμό των υποθέσεων στις οποίες παρατάθηκε η περίοδος επεξεργασίας·

ιβ)

ετήσιες πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό και τα είδη των υποθέσεων στις οποίες υποβλήθηκαν σε επεξεργασία ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2.

Τα παραδείγματα που αναφέρονται στα στοιχεία στ) έως θ) ανωνυμοποιούνται όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

Τα παραδείγματα που αναφέρονται στο στοιχείο ζ) ανωνυμοποιούνται όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, χωρίς να αποκαλύπτονται τυχόν επιχειρησιακές λεπτομέρειες και χωρίς να βλάπτονται τυχόν εν εξελίξει έρευνες.»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η ΜΟΚΕ μπορεί να συντάσσει συνοπτικά συμπεράσματα σχετικά με τον πολιτικό έλεγχο των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ, συμπεριλαμβανομένων μη δεσμευτικών ειδικών συστάσεων προς την Ευρωπόλ, και να υποβάλλει τα συμπεράσματα αυτά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαβιβάζει τα εν λόγω συμπεράσματα προς ενημέρωση στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην Ευρωπόλ.».

46)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 52α

Συμβουλευτικό φόρουμ

1.   Η ΜΟΚΕ συγκροτεί ένα συμβουλευτικό φόρουμ, το οποίο την επικουρεί, κατόπιν αιτήματος, παρέχοντάς της ανεξάρτητες συμβουλές σε ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Η ΜΟΚΕ και ο εκτελεστικός διευθυντής μπορούν να ζητούν γνώμη από το συμβουλευτικό φόρουμ για κάθε θέμα που σχετίζεται με τα θεμελιώδη δικαιώματα.

2.   Η ΜΟΚΕ καθορίζει τη σύνθεση του συμβουλευτικού φόρουμ, τις μεθόδους εργασίας του και τους τρόπους μετάδοσης των πληροφοριών στο συμβουλευτικό φόρουμ.».

47)

Στο άρθρο 58, η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/715 εφαρμόζεται για τα κτιριακά έργα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Ευρωπόλ.».

48)

Το άρθρο 60 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου όσον αφορά τους προσωρινούς λογαριασμούς της Ευρωπόλ για το έτος Ν, βάσει του άρθρου 246 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*14), ο υπόλογος της Ευρωπόλ καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς της Ευρωπόλ για το συγκεκριμένο έτος. Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει τους εν λόγω οριστικούς λογαριασμούς προς γνωμοδότηση στο διοικητικό συμβούλιο.

(*14)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).»·"

β)

η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήματός του, κάθε πληροφορία αναγκαία για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής για το έτος Ν, σύμφωνα με το άρθρο 106 παράγραφος 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/715.».

49)

Το άρθρο 61 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 61

Δημοσιονομικοί Κανόνες

1.   Οι δημοσιονομικοί κανόνες στους οποίους υπόκειται η Ευρωπόλ θεσπίζονται από το διοικητικό συμβούλιο, αφού ζητηθεί η γνώμη της Επιτροπής. Οι εν λόγω κανόνες δεν παρεκκλίνουν από τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/715, εκτός αν η παρέκκλιση αυτή απαιτείται ειδικά για τη λειτουργία της Ευρωπόλ και έχει προηγουμένως συμφωνηθεί από την Επιτροπή

2.   Η Ευρωπόλ μπορεί να παρέχει επιχορηγήσεις για την εκπλήρωση των στόχων και των καθηκόντων της.

3.   Η Ευρωπόλ μπορεί να παρέχει επιχορηγήσεις χωρίς πρόσκληση υποβολής προτάσεων στα κράτη μέλη για την εκτέλεση δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στους στόχους και τα καθήκοντα της Ευρωπόλ.

4.   Όταν δικαιολογείται δεόντως για επιχειρησιακούς σκοπούς, και κατόπιν έγκρισης του διοικητικού συμβουλίου, η χρηματοδοτική στήριξη μπορεί να καλύπτει το σύνολο των επενδυτικών δαπανών σε εξοπλισμό και υποδομές.

Οι δημοσιονομικοί κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να καθορίζουν τα κριτήρια βάσει των οποίων η χρηματοδοτική στήριξη μπορεί να καλύπτει το σύνολο των δαπανών του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

5.   Όσον αφορά τη χρηματοδοτική στήριξη σε δραστηριότητες κοινών ομάδων έρευνας, η Ευρωπόλ και η Eurojust καθορίζουν από κοινού τους κανόνες και τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων εξετάζονται οι αιτήσεις στήριξης.».

50)

Το άρθρο 68 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Έως τις 29 Ιουνίου 2027, και στη συνέχεια ανά πενταετία, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση, ιδίως, των επιπτώσεων, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας της Ευρωπόλ και των εργασιακών πρακτικών της. Η εν λόγω αξιολόγηση είναι δυνατόν να εξετάζει ειδικότερα την ενδεχόμενη ανάγκη τροποποίησης της δομής, της λειτουργίας, του πεδίου αρμοδιότητας και των καθηκόντων της Ευρωπόλ και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις μιας τέτοιας τροποποίησης.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Έως τις 29 Ιουνίου 2025, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στην οποία εκτιμά και αξιολογεί τον επιχειρησιακό αντίκτυπο της εφαρμογής των καθηκόντων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ιδίως στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο κ), το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο ε), το άρθρο 18 παράγραφος 6α και τα άρθρα 18α, 26, 26α και 26β σε σχέση με τους στόχους της Ευρωπόλ. Η έκθεση αξιολογεί τον αντίκτυπο των εν λόγω καθηκόντων στα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες, όπως κατοχυρώνονται στον Χάρτη. Περιλαμβάνει επίσης ανάλυση κόστους-οφέλους της παράτασης των καθηκόντων της Ευρωπόλ.».

51)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 74α

Μεταβατικές ρυθμίσεις για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς υποστήριξη εν εξελίξει ποινικής έρευνας

1.   Όταν ένα κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust έχει παράσχει στην Ευρωπόλ δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που απαριθμούνται στο παράρτημα II πριν από τις 28 Ιουνίου 2022, η Ευρωπόλ μπορεί να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 18α, εφόσον:

α)

το οικείο κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust ενημερώνει την Ευρωπόλ, έως τις 29 Σεπτεμβρίου 2022, ότι εξουσιοδοτείται να επεξεργαστεί τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και τις εγγυήσεις του εφαρμοστέου ενωσιακού ή εθνικού δικαίου, στο πλαίσιο της εν εξελίξει ποινικής έρευνας για την οποία ζήτησε στήριξη από την Ευρωπόλ κατά την αρχική παροχή των δεδομένων·

β)

το οικείο κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust ζητεί από την Ευρωπόλ, έως τις 29 Σεπτεμβρίου 2022, να στηρίξει την εν εξελίξει ποινική έρευνα που αναφέρεται στο στοιχείο α)· και

γ)

η Ευρωπόλ εκτιμά, σύμφωνα με το άρθρο 18α παράγραφος 1 στοιχείο β), ότι δεν είναι δυνατό να υποστηριχθεί η εν εξελίξει ποινική έρευνα που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου χωρίς να γίνει επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που δεν συμμορφώνονται με το άρθρο 18 παράγραφος 5.

Η εκτίμηση που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της παρούσας παραγράφου καταγράφεται και διαβιβάζεται στον ΕΕΠΔ προς ενημέρωση όταν η Ευρωπόλ παύσει να υποστηρίζει τη σχετική συγκεκριμένη ποινική έρευνα.

2.   Όταν ένα κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust δε συμμορφώνονται με μία ή περισσότερες από τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου αναφορικά με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που απαριθμούνται στο παράρτημα II τα οποία έχουν παράσχει στην Ευρωπόλ πριν από τις 28 Ιουνίου 2022, ή όταν ένα κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust δεν συμμορφώνεται με την παράγραφο 1 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, η Ευρωπόλ δεν επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 18α, αλλά, με την επιφύλαξη του άρθρου 18 παράγραφος 5 και του άρθρου 74β, διαγράφει τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα έως τις 29 Οκτωβρίου 2022.

3.   Όταν τρίτη χώρα που αναφέρεται στο άρθρο 18α παράγραφος 6 έχει παράσχει στην Ευρωπόλ δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που απαριθμούνται στο παράρτημα II πριν από τις 28 Ιουνίου 2022, η Ευρωπόλ μπορεί να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 18α παράγραφος 6, εφόσον:

α)

η τρίτη χώρα παρείχε τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προς υποστήριξη συγκεκριμένης ποινικής έρευνας σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη τα οποία υποστηρίζει η Ευρωπόλ·

β)

η τρίτη χώρα απέκτησε τα δεδομένα στο πλαίσιο ποινικής έρευνας σύμφωνα με τις δικονομικές απαιτήσεις και τις εγγυήσεις που ισχύουν δυνάμει του εθνικού ποινικού δικαίου της·

γ)

η τρίτη χώρα ενημερώσει την Ευρωπόλ, έως τις 29 Σεπτεμβρίου 2022, ότι είναι εξουσιοδοτημένη να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας στο πλαίσιο της οποίας απέκτησε τα δεδομένα·

δ)

η Ευρωπόλ εκτιμά, σύμφωνα με το άρθρο 18α παράγραφος 1 στοιχείο β), ότι δεν είναι δυνατό να υποστηριχθεί η συγκεκριμένη ποινική έρευνα που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου χωρίς να γίνει επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που δεν συμμορφώνεται με το άρθρο 18 παράγραφος 5 και η εν λόγω εκτίμηση καταγράφεται και διαβιβάζεται στον ΕΕΠΔ προς ενημέρωση όταν η Ευρωπόλ παύσει να υποστηρίζει τη σχετική συγκεκριμένη ποινική έρευνα· και

ε)

Η Ευρωπόλ επαληθεύει, σύμφωνα με το άρθρο 18α παράγραφος 7, ότι ο όγκος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι προδήλως δυσανάλογος σε σχέση με τη συγκεκριμένη ποινική έρευνα που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου σε ένα ή σε περισσότερα κράτη μέλη τα οποία στηρίζει η Ευρωπόλ.

4.   Όταν τρίτη χώρα δε συμμορφώνεται με την απαίτηση που ορίζεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, σχετικά με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που απαριθμούνται στο παράρτημα II τα οποία έχει παράσχει στην Ευρωπόλ πριν από τις 28 Ιουνίου 2022, ή όταν δεν πληρούνται οι άλλες απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, η Ευρωπόλ δεν επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 18α παράγραφος 7, αλλά με την επιφύλαξη του άρθρου 18 παράγραφος 5 και του άρθρου 74β, διαγράφει τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα έως τις 29 Οκτωβρίου 2022.

5.   Όταν ένα κράτος μέλος, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή η Eurojust έχει παράσχει στην Ευρωπόλ δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που απαριθμούνται στο παράρτημα II πριν από τις 28 Ιουνίου 2022, μπορεί να ζητεί από την Ευρωπόλ, έως τις 29 Σεπτεμβρίου 2022, να αποθηκεύει τα εν λόγω δεδομένα και το αποτέλεσμα της επεξεργασίας των δεδομένων από την Ευρωπόλ όπου αυτό είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση της ακρίβειας, της αξιοπιστίας και της ιχνηλασιμότητας της διαδικασίας συλλογής πληροφοριών για την εγκληματικότητα. Η Ευρωπόλ διατηρεί δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που απαριθμούνται στο παράρτημα II λειτουργικώς διαχωρισμένα από άλλα δεδομένα και επεξεργάζεται τα δεδομένα αυτά με μόνο σκοπό τη διασφάλιση της ακρίβειας, της αξιοπιστίας και της ιχνηλασιμότητας της διαδικασίας συλλογής πληροφοριών για την εγκληματικότητα, και μόνο για όσο διάστημα βρίσκονται σε εξέλιξη οι δικαστικές διαδικασίες που αφορούν την ποινική έρευνα, για την οποία έχουν παρασχεθεί τα εν λόγω δεδομένα.

6.   Όταν η Ευρωπόλ έχει λάβει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν σχετίζονται με τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που απαριθμούνται στο παράρτημα II πριν από τις 28 Ιουνίου 2022, η Ευρωπόλ δεν αποθηκεύει τα εν λόγω δεδομένα με σκοπό τη διασφάλιση της ακρίβειας, της αξιοπιστίας και της ιχνηλασιμότητας της διαδικασίας συλλογής πληροφοριών για την εγκληματικότητα, εκτός εάν αυτό ζητηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 5. Εάν δεν υπάρξει τέτοιο αίτημα, η Ευρωπόλ διαγράφει τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα έως τις 29 Οκτωβρίου 2022.

Άρθρο 74β

Μεταβατικές ρυθμίσεις για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που έχει στην κατοχή της η Ευρωπόλ

Με την επιφύλαξη του άρθρου 74α και σε ό,τι αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχει λάβει η Ευρωπόλ πριν από τις 28 Ιουνίου 2022, η Ευρωπόλ δύναται να επαληθεύει αν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετίζονται με μία από τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που ορίζονται στο παράρτημα II. Για τον σκοπό αυτόν, η Ευρωπόλ δύναται να διενεργεί προκαταρκτική ανάλυση των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για χρονικό διάστημα έως 18 μηνών από την ημέρα της αρχικής παραλαβής των δεδομένων, ή, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις και με προηγούμενη έγκριση του ΕΕΠΔ, για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Η μέγιστη περίοδος επεξεργασίας των δεδομένων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο είναι τρία έτη από την ημέρα της παραλαβής των δεδομένων από την Ευρωπόλ.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Στρασβούργο, 8 Ιουνίου 2022.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

H Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. BEAUNE


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Μαΐου 2022 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 24ης Μαΐου 2022.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(3)  Απόφαση 2008/617/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, για τη βελτίωση της συνεργασίας σε καταστάσεις κρίσεως μεταξύ των ειδικών μονάδων επέμβασης των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 73).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τον ENISA («Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια») και με την πιστοποίηση της κυβερνοασφάλειας στον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 526/2013 (πράξη για την κυβερνοασφάλεια) (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 15).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2016, σχετικά με μέτρα για υψηλό κοινό επίπεδο ασφάλειας συστημάτων δικτύου και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση (ΕΕ L 194 της 19.7.2016, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, την τροποποίηση και κατάργηση της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής (ΕΕ L 312 της 7.12.2018, σ. 56).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση ενός μηχανισμού αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν και την κατάργηση της απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 1998 σχετικά με τη σύσταση της μόνιμης επιτροπής για την αξιολόγηση και την εφαρμογή της σύμβασης Σένγκεν (ΕΕ L 295 της 6.11.2013, σ. 27).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/452 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2019, για τη θέσπιση πλαισίου για τον έλεγχο των άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ένωση (ΕΕ L 79 I της 21.3.2019, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (ΕΕ L 283 της 31.10.2017, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(11)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).

(12)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 79).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(15)  ΕΕ C 143 της 23.4.2021, σ. 6.


Top