EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32013R0462

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 462/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013 , για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

ΕΕ L 146 της 31.5.2013, p. 1–33 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2013/462/oj

31.5.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 146/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 462/2013 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 21ης Μαΐου 2013

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) απαιτεί από τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες δεοντολογίας για τη μείωση των πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων και την εξασφάλιση υψηλής ποιότητας και επαρκούς διαφάνειας στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και τη διαδικασία αξιολόγησης. Έπειτα από τις τροποποιήσεις που εισήγαγε ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 513/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΑΚΑΑ), η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), έχει εξουσιοδοτηθεί να εγγράφει και να εποπτεύει οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Ο παρών κανονισμός συμπληρώνει το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Ορισμένα από τα σημαντικότερα θέματα, όπως οι συγκρούσεις συμφερόντων λόγω του προτύπου «ο εκδότης πληρώνει» και οι κοινοποιήσεις για τα διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, έχουν αντιμετωπισθεί και το πλαίσιο θα χρειασθεί να αναθεωρηθεί μετά ένα εύλογο διάστημα ισχύος, για να αξιολογηθεί εάν επιλύει πλήρως τα ζητήματα αυτά. Ενδιαμέσως, επισημάνθηκε η ανάγκη να επανεξετασθεί η διαφάνεια, οι διαδικαστικές απαιτήσεις και η επιλογή του χρόνου δημοσίευσης, ειδικά για τις αξιολογήσεις δημοσίου χρέους λόγω της τρέχουσας κρίσης του δημόσιου χρέους.

(2)

Το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας: μελλοντικές προοπτικές (7), ζητούσε να ενισχυθεί το ρυθμιστικό πλαίσιο των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Στην άτυπη συνεδρίασή του της 30ής Σεπτεμβρίου και 1ης Οκτωβρίου 2010, το Συμβούλιο Ecofin αναγνώρισε ότι απαιτείται να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για μια σειρά ζητημάτων που σχετίζονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου υπέρμετρης στήριξης στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και του κινδύνου σύγκρουσης συμφερόντων που απορρέουν από το πρότυπο αποδοχών των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 23ης Οκτωβρίου 2011 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ανάγκη να σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά τη μείωση της υπέρμετρης στήριξης στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

(3)

Σε διεθνές επίπεδο, στις 20 Οκτωβρίου 2010, το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB), ίδρυμα-μέλος του οποίου είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), εξέδωσε αρχές για τον περιορισμό της υπέρμετρης στήριξης εκ μέρους των αρχών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας (εφεξής αποκαλούμενες «αρχές FSB»). Οι αρχές FSB εγκρίθηκαν από τη σύνοδο κορυφής της G20 στη Σεούλ, τον Νοέμβριο του 2010. Ενδείκνυται, συνεπώς, οι τομεακές εποπτικές αρχές να αξιολογήσουν τις πρακτικές των συμμετεχόντων στην αγορά και να τους ενθαρρύνουν να μετριάσουν τον αντίκτυπο τέτοιων πρακτικών. Οι τομεακές εποπτικές αρχές θα πρέπει να αποφασίσουν για τα μέτρα ενθάρρυνσης. Η ΕΑΚΑΑ, σε συνεργασία, κατά περίπτωση, με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), και με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), θα πρέπει να αναλάβουν δράση για να διευκολύνουν τη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 και στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

(4)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να ενημερώνουν τους επενδυτές σχετικά με την πιθανότητα αδυναμίας των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας και των προοπτικών αξιολόγησης, με βάση τα δεδομένα του ιστορικού επιδόσεων, όπως αυτό δημοσιεύεται στο κεντρικό αρχείο που δημιουργήθηκε από την ΕΑΚΑΑ.

(5)

Σύμφωνα με τις αρχές FSB, «οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να σχηματίζουν δική τους πιστωτική αξιολόγηση για τα χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία θα δέχονται στις πράξεις που διενεργούνται στην αγορά, είτε ως ασφάλεια είτε για να τα αγοράσουν. Η πολιτική των κεντρικών τραπεζών θα πρέπει να αποφεύγει τις μηχανιστικές μεθόδους οι οποίες θα ήταν δυνατόν να προκαλέσουν αχρείαστα απότομες και μεγάλες αλλαγές στην επιλεξιμότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων και στο επίπεδο των περικοπών αποτίμησης και, ενδεχομένως, να οξύνουν τα φαινόμενα αυτοτροφοδότησης ενός φαύλου κύκλου». Επιπλέον, η ΕΚΤ δήλωσε, στο πλαίσιο της γνώμης που διατύπωσε στις 2 Απριλίου 2012, ότι είναι προσηλωμένη στη στήριξη του κοινού στόχου επιδίωξης για μείωση της υπέρμετρης στήριξης στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Εν προκειμένω, η ΕΚΤ εκπονεί τακτικά εκθέσεις σχετικά με τα διάφορα μέτρα που λαμβάνονται από το Ευρωσύστημα για τη μείωση της στήριξης στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 284 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), η ΕΚΤ απευθύνει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και για τη νομισματική πολιτική, τόσο του προηγούμενου όσο και του τρέχοντος έτους, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ παρουσιάζει την έκθεση αυτή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο μπορεί να διεξάγει γενική συζήτηση σε αυτήν τη βάση, και στο Συμβούλιο. Επιπλέον, η ΕΚΤ θα μπορούσε, στις εκθέσεις αυτές, να περιγράφει πώς έχει εφαρμόσει η ΕΚΤ τις αρχές FSB και τους εναλλακτικούς μηχανισμούς αξιολόγησης που χρησιμοποιεί.

(6)

Η Ένωση εργάζεται για την επανεξέταση, σε πρώτο στάδιο, του κατά πόσον τυχόν αναφορές σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας στο δίκαιο της Ένωσης ενεργοποιούν ή είναι δυνατόν να ενεργοποιήσουν αποκλειστική ή μηχανιστική στήριξη στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και, σε δεύτερο στάδιο, για την επανεξέταση όλων των αναφορών στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, για κανονιστικούς σκοπούς, προκειμένου να διαγραφούν αυτές έως το 2020, με την επιφύλαξη του προσδιορισμού και της εφαρμογής κατάλληλων εναλλακτικών για την αξιολόγηση πιστωτικού κινδύνου.

(7)

Η σημασία των προβλέψεων αξιολόγησης για τους επενδυτές και τους εκδότες και των επιπτώσεών τους στις αγορές είναι συγκρίσιμη με τη σημασία και τις επιπτώσεις των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας. Ως εκ τούτου, όλες οι απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 που αποσκοπούν να διασφαλίσουν ότι οι αξιολογήσεις είναι ακριβείς, διαφανείς και απαλλαγμένες από συγκρούσεις συμφερόντων, θα πρέπει να εφαρμόζονται και στις προβλέψεις αξιολόγησης. Σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική σε θέματα εποπτείας, ορισμένες απαιτήσεις του εν λόγω κανονισμού εφαρμόζονται στις προβλέψεις αξιολόγησης. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να διευκρινίζει τους κανόνες και να παρέχει ασφάλεια δικαίου προβλέποντας ορισμό για τις προβλέψεις αξιολόγησης και διευκρινίζοντας ποιες συγκεκριμένες διατάξεις εφαρμόζονται στις εν λόγω προβλέψεις αξιολόγησης. Ο ορισμός των προβλέψεων αξιολόγησης θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει απόψεις σχετικά με την πιθανή κατεύθυνση μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας βραχυπρόθεσμα, η οποία συνήθως αναφέρεται ως «καθεστώς πιστοληπτικής επιτήρησης».

(8)

Μεσοπρόθεσμα, θα πρέπει να εξετασθούν περαιτέρω δράσεις για να διαγραφούν οι αναφορές σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας για κανονιστικούς σκοπούς από τη χρηματοπιστωτική ρύθμιση και να εξαλειφθεί η στάθμιση του κινδύνου των περιουσιακών στοιχείων μέσω αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας. Ωστόσο, προς το παρόν, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας είναι σημαντικοί συμμετέχοντες στις χρηματοοικονομικές αγορές. Κατά συνέπεια, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητα των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και των δραστηριοτήτων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που διεξάγουν είναι ιδιαίτερα σημαντικές ώστε να διασφαλίζεται η αξιοπιστία τους έναντι των συμμετεχόντων στην αγορά, ιδίως των επενδυτών και άλλων χρηστών των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 προβλέπει ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας πρέπει να είναι εγγεγραμμένοι και να εποπτεύονται, καθώς οι υπηρεσίες τους έχουν σημαντική επίπτωση στο δημόσιο συμφέρον. Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, σε αντίθεση με τις επενδυτικές έρευνες, δεν αποτελούν απλές γνώμες σχετικά με μια τιμή ή αξία ενός χρηματοπιστωτικού μέσου ή οικονομικής υποχρέωσης. Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν είναι απλά χρηματοοικονομικοί αναλυτές ή σύμβουλοι επενδύσεων. Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας έχουν ρυθμιστική αξία για τους νομοθετικά κατοχυρωμένους επενδυτές, όπως πιστωτικά ιδρύματα, ασφαλιστικές εταιρείες και άλλους θεσμικούς επενδυτές. Αν και τα κίνητρα υπέρμετρης στήριξης στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας μειώνονται, οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας εξακολουθούν να επηρεάζουν τις επενδυτικές επιλογές, ιδίως λόγω της ασύμμετρης πληροφόρησης και για λόγους αποτελεσματικότητας. Στο πλαίσιο αυτό, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας πρέπει να είναι ανεξάρτητοι, και πρέπει να κατανοούνται από τους συμμετέχοντες στην αγορά ως τέτοιοι, και οι μέθοδοι αξιολόγησης που χρησιμοποιούν να είναι διαφανείς, και να γίνονται αντιληπτές ως τέτοιες.

(9)

Η υπέρμετρη στήριξη στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να μειωθεί και όλα τα αυτόματα αποτελέσματα που απορρέουν από τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει σταδιακά να εξαλειφθούν. Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να καθιερώσουν εσωτερικές διαδικασίες για να προβαίνουν σε δικές τους εκτιμήσεις του πιστωτικού κινδύνου, ενώ θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους επενδυτές να προβαίνουν σε έλεγχο δέουσας επιμέλειας. Στο πλαίσιο αυτό, ο παρών κανονισμός προβλέπει ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν θα πρέπει να στηρίζονται αποκλειστικά ούτε μηχανιστικά στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Κατά συνέπεια, τα ιδρύματα αυτά θα πρέπει να αποφεύγουν να συνομολογούν συμβάσεις οσάκις στηρίζονται αποκλειστικά ή μηχανιστικά στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, και θα πρέπει επίσης να αποφεύγουν να τις χρησιμοποιούν στις συμβάσεις ως μοναδική παράμετρο για την αξιολόγηση της φερεγγυότητας των επενδύσεων ή για την απόφαση περί επένδυσης ή εκποίησης.

(10)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 προέβλεπε ήδη την πρώτη σειρά μέτρων για την αντιμετώπιση του ζητήματος της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και των δραστηριοτήτων τους όσον αφορά τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Πλείονες διατάξεις του εν λόγω κανονισμού βασίζονταν ήδη στους στόχους διασφάλισης της ανεξαρτησίας των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και εντοπισμού, διαχείρισης και, στο μέτρο του δυνατού, αποφυγής οποιασδήποτε σύγκρουσης συμφερόντων που θα μπορούσε να προκύψει. Η επιλογή και η αμοιβή του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας από την αξιολογούμενη οντότητα (το πρότυπο «ο εκδότης πληρώνει») δημιουργεί εγγενείς συγκρούσεις συμφερόντων. Σύμφωνα με το πρότυπο αυτό, υπάρχουν κίνητρα που ενθαρρύνουν τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να εκδίδουν εφησυχαστικές αξιολογήσεις σχετικά με τον εκδότη, προκειμένου να εξασφαλίσουν μακροχρόνια επαγγελματική σχέση που θα τους εγγυάται έσοδα ή να εξασφαλίσουν πρόσθετες εργασίες και έσοδα. Επιπλέον, οι σχέσεις μεταξύ των μετόχων των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και των αξιολογούμενων οντοτήτων μπορούν να προκαλέσουν συγκρούσεις συμφερόντων που δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς από τους υφιστάμενους κανόνες. Επομένως, οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται βάσει του προτύπου «ο εκδότης πληρώνει» μπορούν να γίνονται αντιληπτές ως αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εξυπηρετούν τον εκδότη μάλλον παρά ως αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που χρειάζεται ο επενδυτής. Είναι ουσιώδες να ενισχυθούν οι προϋποθέσεις ανεξαρτησίας που εφαρμόζονται στους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, προκειμένου να αυξηθεί το επίπεδο αξιοπιστίας των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται στο πλαίσιο του προτύπου «ο εκδότης πληρώνει».

(11)

Για να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός σε μια αγορά που κυριαρχείται από τρεις οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα τα οποία θα ενθαρρύνουν την προσφυγή σε μικρότερους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Προσφάτως, έχει καθιερωθεί η πρακτική να ζητούν οι εκδότες ή ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας από δύο ή περισσότερους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας· επομένως, όταν ζητούνται δύο ή περισσότερες τέτοιες αξιολογήσεις, ο εκδότης ή το ενδιαφερόμενο τρίτο μέρος θα πρέπει να εξετάζει την ανάθεση της αξιολόγησης σε τουλάχιστον έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που δεν κατέχει συνολικό μερίδιο αγοράς άνω του 10 % και ο οποίος κρίνεται από τον εκδότη ή το ενδιαφερόμενο τρίτο μέρος ως ικανός να αξιολογήσει τη σχετική έκδοση ή οντότητα.

(12)

Η αγορά αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας δείχνει ότι, εκ παραδόσεως, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και οι αξιολογούμενες οντότητες συνάπτουν μακροχρόνιες σχέσεις. Το γεγονός αυτό αυξάνει τον κίνδυνο λόγω οικειότητας, καθώς ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μπορεί να ανταποκριθεί υπερβολικά ευμενώς στις επιθυμίες της αξιολογούμενης οντότητας. Υπό αυτές τις συνθήκες, η αμεροληψία των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μπορεί, με την πάροδο του χρόνου, να αμφισβητηθεί. Πράγματι, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που διορίζονται και αμείβονται από έναν εταιρικό εκδότη έχουν κίνητρο να εκδίδουν υπερβολικά ευνοϊκές αξιολογήσεις για την εν λόγω αξιολογούμενη οντότητα ή τους χρεωστικούς τίτλους της, προκειμένου να διατηρήσουν την επαγγελματική σχέση μαζί της. Οι εκδότες υπόκεινται επίσης σε κίνητρα που ευνοούν τις μακροχρόνιες σχέσεις, όπως το αποτρεπτικό αποτέλεσμα: ένας εκδότης αποφεύγει να αλλάξει οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, καθώς αυτό μπορεί να προκαλέσει ανησυχία στους επενδυτές σχετικά με τη φερεγγυότητά του. Το πρόβλημα αυτό είχε ήδη επισημανθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, ο οποίος προβλέπει ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας πρέπει να εφαρμόζουν έναν μηχανισμό εναλλαγής που προβλέπει τη σταδιακή αλλαγή των αναλυτικών ομάδων και των επιτροπών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των αναλυτών αξιολόγησης και των προσώπων που εγκρίνουν τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Η επιτυχία των κανόνων αυτών, ωστόσο, εξαρτάτο, σε μεγάλο βαθμό, από τη συμπεριφορά που θα εφαρμοζόταν στο εσωτερικό του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας: η πραγματική ανεξαρτησία και ο επαγγελματισμός των εργαζομένων του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας έναντι των εμπορικών συμφερόντων του ίδιου του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Οι κανόνες αυτοί δεν έχουν σχεδιασθεί για να παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις σε τρίτους ότι οι συγκρούσεις συμφερόντων που προκύπτουν από τη μακροχρόνια σχέση μπορούν στην πράξη να περιορισθούν ή να αποφεύγονται. Ένας τρόπος για να επιτευχθεί αυτό θα μπορούσε να είναι ο περιορισμός της περιόδου κατά την οποία ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μπορεί να παρέχει συνεχώς αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας για τον ίδιο εκδότη ή τους χρεωστικούς τίτλους του. Καθορίζοντας μια μέγιστη διάρκεια για τη συμβατική σχέση μεταξύ του εκδότη που αξιολογείται ή ο οποίος εξέδωσε τους αξιολογούμενους χρεωστικούς τίτλους και του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, εξαλείφεται το κίνητρο έκδοσης ευνοϊκής αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σε σχέση με τον εν λόγω εκδότη. Επιπλέον, η απαίτηση εναλλαγής των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ως φυσιολογική και τακτική πρακτική της αγοράς θα πρέπει επίσης να μετριάσει αποτελεσματικά το αποτρεπτικό αποτέλεσμα. Τέλος, η εναλλαγή οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να έχει θετικές επιπτώσεις στην αγορά αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, καθώς θα διευκολύνει την είσοδο στην αγορά νέων οργανισμών και θα προσφέρει στους υπάρχοντες οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας την ευκαιρία να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους σε νέους τομείς.

(13)

Εντούτοις, είναι σημαντικό η εφαρμογή ενός μηχανισμού εναλλαγής να σχεδιασθεί κατά τρόπο ώστε τα πλεονεκτήματά του μηχανισμού να υπερβαίνουν τις ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες του. Παραδείγματος χάριν, η συχνή εναλλαγή θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξημένο κόστος για τους εκδότες και τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας, επειδή το κόστος αξιολόγησης μιας νέας οντότητας ή ενός χρηματοδοτικού μέσου είναι συνήθως υψηλότερο από το κόστος παρακολούθησης μια ήδη εκδοθείσας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Χρειάζεται επίσης πολύς χρόνος και σημαντικοί πόροι για να καθιερωθεί ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, είτε σε εξειδικευμένο τμήμα της αγοράς είτε που να καλύπτει όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Επιπλέον, η συνεχής εναλλαγή των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα μπορούσε να έχει σημαντική επίπτωση στην ποιότητα και στη συνέχεια των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο μηχανισμός εναλλαγής θα πρέπει να εφαρμόζεται με επαρκείς ασφαλιστικές δικλίδες, οι οποίες θα επιτρέπουν στην αγορά να προσαρμοσθεί σταδιακά πριν από ενδεχόμενη ενίσχυση του μηχανισμού στο μέλλον. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί περιορίζοντας το πεδίο εφαρμογής του μηχανισμού εναλλαγής στις επανατιτλοποιήσεις, που αποτελούν περιορισμένη πηγή χρηματοδότησης των τραπεζών, και επιτρέποντας ταυτόχρονα τη συνέχιση της παρακολούθησης των ήδη εκδοθεισών αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας κατόπιν αιτήσεως, ακόμη και αφού η εναλλαγή καταστεί υποχρεωτική. Άρα, κατά γενικό κανόνα, η εναλλαγή θα πρέπει να επηρεάζει μόνο τις νέες επανατιτλοποιήσεις στις οποίες τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία προέρχονται από την ίδια μεταβιβάζουσα οντότητα. H Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει κατά πόσον ο μηχανισμός εναλλαγής ενδείκνυται να διατηρηθεί περιορισμένος ή να εφαρμοσθεί και σε άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και, στην περίπτωση αυτή, κατά πόσον οι άλλες κατηγορίες δικαιολογούν διαφορετική μεταχείριση, παραδείγματος χάριν όσον αφορά τη μέγιστη διάρκεια της συμβατικής σχέσης. Εάν ο μηχανισμός εναλλαγής καθιερωθεί σε άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, η Επιτροπή θα πρέπει να εκτιμήσει κατά πόσον χρειάζεται να θεσπισθεί υποχρέωση του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, στο τέλος της μέγιστης διάρκειας της συμβατικής σχέσης, να παρέχει στον νεοδιορισθέντα οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας πληροφορίες σχετικά με τον εκδότη και τα αξιολογηθέντα χρηματοπιστωτικά μέσα (αρχείο παράδοσης).

(14)

Είναι σκόπιμο να θεσπισθεί εναλλαγή στην αγορά αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για τις επανατιτλοποιήσεις. Πρώτον, πρόκειται για το τμήμα της ευρωπαϊκής αγοράς τιτλοποιήσεων το οποίο είχε αισθητά χαμηλές επιδόσεις από τότε που άρχισε η χρηματοπιστωτική κρίση, και, συνεπώς, η ανάγκη να αντιμετωπισθούν οι συγκρούσεις συμφερόντων είναι ιδιαίτερα σημαντική. Δεύτερον, ενώ ο πιστωτικός κίνδυνος στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων που εκδίδονται, παραδείγματος χάριν, από εταιρείες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα του ίδιου του εκδότη για εξυπηρέτηση του χρέους, ο πιστωτικός κίνδυνος στην περίπτωση των επανατιτλοποιήσεων είναι, κατά κανόνα, μοναδικός για κάθε συναλλαγή. Κατά συνέπεια, όταν γίνεται μια επανατιτλοποίηση δεν είναι μεγαλύτερος ο κίνδυνος να μείνει αναξιοποίητη υπάρχουσα γνώση εξαιτίας του διορισμού νέου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Με άλλα λόγια, μολονότι σήμερα λίγοι μόνο οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δραστηριοποιούνται στην αγορά αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις, η αγορά αυτή είναι φυσικότερο να ανοίξει στον ανταγωνισμό και ένας μηχανισμός εναλλαγής θα μπορούσε να της προσδώσει μεγαλύτερη δυναμική. Τέλος, η αγορά αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις κυριαρχείται από ολιγάριθμους μεγάλους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, αλλά υπάρχουν και άλλοι που έχουν αποκτήσει πείρα στον τομέα αυτόν.

(15)

Η τακτική εναλλαγή μεταξύ οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδουν αξιολογήσεις για επανατιτλοποιήσεις θα πρέπει να επιφέρει μεγαλύτερη ποικιλομορφία στην αξιολόγηση της φερεγγυότητας. Οι πολλαπλές και διαφορετικές απόψεις, οπτικές και μεθοδολογίες των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα έχουν ως αποτέλεσμα την έκδοση μεγαλύτερης ποικιλίας αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας και τελικά θα βελτιώσουν την αξιολόγηση των επανατιτλοποιήσεων. Για να είναι αποτελεσματική η ποικιλομορφία αυτή και να αποφευχθεί ο εφησυχασμός τόσο των μεταβιβαζουσών οντοτήτων όσο και των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, η μέγιστη διάρκεια κατά την οποία ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας επιτρέπεται να αξιολογεί επανατιτλοποιήσεις της ιδίας μεταβιβάζουσας οντότητας πρέπει να περιορίζεται σε επίπεδο που εξασφαλίζει την τακτική ανανέωση της αξιολόγησης της φερεγγυότητας. Οι παράγοντες αυτοί μαζί με την ανάγκη να εξασφαλισθεί ορισμένη συνέχεια στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας σημαίνουν ότι ένα χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών είναι σκόπιμο. Σε περίπτωση διορισμού τουλάχιστον τεσσάρων οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, οι στόχοι του μηχανισμού εναλλαγής έχουν ήδη επιτευχθεί και, συνεπώς, δεν θα πρέπει να ισχύει η απαίτηση εναλλαγής. Για την εξασφάλιση πραγματικού ανταγωνισμού, τέτοια εξαίρεση θα πρέπει να τυγχάνει εφαρμογής μόνον όταν τουλάχιστον τέσσερις από τους διορισμένους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας αξιολογούν ορισμένο μέρος των κυκλοφορούντων χρηματοπιστωτικών μέσων της μεταβιβάζουσας οντότητας.

(16)

Είναι ενδεδειγμένο να διαρθρωθεί μηχανισμός εναλλαγής για τις επανατιτλοποιήσεις γύρω από τη μεταβιβάζουσα οντότητα. Η έκδοση επανατιτλοποιήσεων γίνεται από φορείς ειδικού σκοπού που δεν έχουν αξιόλογη ικανότητα εξυπηρέτησης του χρέους. Κατά συνέπεια, η διάρθρωση της εναλλαγής όσον αφορά τον εκδότη θα έκανε τον μηχανισμό εναλλαγής αναποτελεσματικό. Αντιστρόφως, η διάρθρωση της εναλλαγής όσον αφορά τον ανάδοχο θα σήμαινε ότι η εξαίρεση θα ίσχυε σχεδόν πάντοτε.

(17)

Ο μηχανισμός εναλλαγής θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για να χαμηλώσουν οι φραγμοί εισόδου στην αγορά αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις. Ταυτόχρονα, ωστόσο, θα ήταν δυνατόν να δυσχεράνει τους νέους συμμετέχοντες στην αγορά να εδραιώσουν τη θέση τους στην αγορά, αφού δεν θα τους επιτρεπόταν να διατηρήσουν τους πελάτες τους. Ενδείκνυται, επομένως, να προβλεφθεί μια εξαίρεση από τον μηχανισμό εναλλαγής για τους μικρούς οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

(18)

Προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικός, ο μηχανισμός εναλλαγής πρέπει να εφαρμόζεται με αξιόπιστο τρόπο. H απαίτηση εναλλαγής δεν θα επιτύχει τους στόχους της, εάν ο απερχόμενος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας επιτρέπεται να αξιολογεί επανατιτλοποιήσεις της ιδίας μεταβιβάζουσας οντότητας εκ νέου μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να προβλέπεται ένα ενδεδειγμένο χρονικό διάστημα εντός του οποίου δεν είναι δυνατόν να ανατεθεί εκ νέου στον ίδιο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας η αξιολόγηση επανατιτλοποιήσεων της ιδίας μεταβιβάζουσας οντότητας. Το διάστημα αυτό θα πρέπει να είναι αρκετά μεγάλο, ώστε να μπορεί ο νεοδιοριζόμενος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να παρέχει αποτελεσματικά τις υπηρεσίες του πιστοληπτικής ικανότητας, να εξασφαλισθεί ότι οι επανατιτλοποιήσεις θα υποβληθούν πράγματι σε ένα νέο έλεγχο κάτω από διαφορετική προσέγγιση, καθώς και να διασφαλισθεί η ύπαρξη επαρκούς συνέχειας στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται από τον νέο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Συγχρόνως, για τη σωστή λειτουργία του μηχανισμού εναλλαγής, η διάρκεια της περιόδου υπόκειται στους περιορισμούς της προσφοράς εκ μέρους οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας με επαρκή εμπειρογνωσία στον τομέα των επανατιτλοποιήσεων. Κατά συνέπεια, η διάρκεια της περιόδου θα πρέπει να είναι ανάλογη, και θα πρέπει εν γένει να ισούται με τη διάρκεια της λήξασας σύμβασης του απερχόμενου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας αλλά δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη.

(19)

Η απαίτηση τακτικής εναλλαγής οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο στόχο. Η απαίτηση αυτή εφαρμόζεται μόνο σε εγγεγραμμένους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, οι οποίοι ελέγχονται και οι οποίοι παρέχουν υπηρεσία δημόσιου συμφέροντος (αξιολογήσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κανονιστικούς σκοπούς), σύμφωνα με το πρότυπο «ο εκδότης πληρώνει» και για συγκεκριμένη κατηγορία περιουσιακών στοιχείων (επανατιτλοποιήσεις). Το προνόμιο της αναγνώρισης ότι οι υπηρεσίες τους διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και της έγκρισής τους να διεξάγουν τις δραστηριότητες αυτές, προϋποθέτει την ανάγκη τήρησης ορισμένων υποχρεώσεων για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας τους και του εμφανούς της ανεξαρτησίας τους σε όλες τις περιστάσεις. Ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που παρακωλύεται να αξιολογεί τις επανατιτλοποιήσεις συγκεκριμένης μεταβιβάζουσας οντότητας, επιτρέπεται, παρ’ όλα αυτά, να αξιολογεί επανατιτλοποιήσεις άλλων μεταβιβαζουσών οντοτήτων καθώς και να αξιολογεί άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Σε μια συγκυρία της αγοράς όπου ο κανόνας εναλλαγής ισχύει για όλους τους συμμετέχοντες, θα προκύψουν επιχειρηματικές ευκαιρίες, καθώς όλοι οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να εφαρμόζουν την εναλλαγή. Επιπλέον, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δύνανται πάντα να εκδίδουν μη ζητηθείσες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις της αυτής μεταβιβάζουσας οντότητας, αξιοποιώντας την εμπειρία τους. Οι μη ζητηθείσες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας δεν περιορίζονται από το πρότυπο «ο εκδότης πληρώνει» και, ως εκ τούτου, θεωρητικά επηρεάζονται λιγότερο από πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων. Για τους πελάτες των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, η μέγιστη διάρκεια της συμβατικής σχέσης με έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή ο κανόνας σχετικά με τον διορισμό περισσοτέρων του ενός οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, αποτελεί επίσης περιορισμό της ελευθερίας τους να διοικούν την ίδια την επιχείρησή τους. Ωστόσο, ο περιορισμός αυτός είναι απαραίτητος για λόγους δημόσιου συμφέροντος, λαμβάνοντας υπόψη την επιρροή του προτύπου «ο εκδότης πληρώνει» στην απαραίτητη ανεξαρτησία των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να διασφαλίζουν, για κανονιστικούς σκοπούς, ανεξάρτητες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους επενδυτές. Ταυτόχρονα, οι περιορισμοί αυτοί δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο και θα πρέπει μάλλον να θεωρούνται ότι ενισχύουν τη φερεγγυότητα της επανατιτλοποίησης έναντι άλλων μερών και, εντέλει, της αγοράς.

(20)

Η ανεξαρτησία ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας έναντι μιας αξιολογούμενης οντότητας επηρεάζεται επίσης από ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων οποιωνδήποτε σημαντικών μετόχων της με την αξιολογούμενη οντότητα: Ένας μέτοχος ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μπορεί να είναι μέλος του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου μιας αξιολογούμενης οντότητας ή ενός συνδεδεμένου τρίτου μέρους. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 εξετάζει τέτοιου είδους καταστάσεις μόνο όσον αφορά τις συγκρούσεις συμφερόντων που προκαλούνται από αναλυτές αξιολογήσεων, άτομα που εγκρίνουν τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας ή άλλους υπαλλήλους των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Ωστόσο, ο εν λόγω κανονισμός δεν αναφέρεται σε πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων που προκαλούνται από τους μετόχους ή τα μέλη των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Προκειμένου να ενισχυθεί η αντίληψη της ανεξαρτησίας των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας έναντι των αξιολογούμενων οντοτήτων, είναι σκόπιμο να επεκταθούν οι υφιστάμενοι κανόνες που εκτίθενται στον εν λόγω κανονισμό και ισχύουν για τις συγκρούσεις συμφερόντων οι οποίες προκαλούνται από τους υπαλλήλους των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και σε αυτές που προκαλούνται από τους μετόχους ή τα μέλη που κατέχουν σημαντική θέση εντός του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Ως εκ τούτου, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να απέχει από την έκδοση αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας ή θα πρέπει να κοινοποιεί ότι η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας μπορεί να επηρεασθεί, σε περίπτωση που ένας μέτοχος ή μέλος που κατέχει το 10 % των δικαιωμάτων ψήφου του συγκεκριμένου οργανισμού είναι επίσης μέλος του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου της αξιολογούμενης οντότητας ή έχει επενδύσει στην αξιολογούμενη οντότητα, εφόσον η επένδυση ανέρχεται σε ένα συγκεκριμένο ύψος. Επιπλέον, το γεγονός ότι μέτοχος ή μέλος που κατέχει τουλάχιστον το 5 % των δικαιωμάτων ψήφου του συγκεκριμένου οργανισμού πιστοληπτικής ικανότητας έχει επενδύσει στην αξιολογούμενη οντότητα ή είναι μέλος του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου της αξιολογούμενης οντότητας, θα πρέπει να κοινολογείται δημοσίως, τουλάχιστον εάν η επένδυση φθάνει ένα συγκεκριμένο ύψος. Επιπλέον, όταν ένας μέτοχος ή μέλος είναι σε θέση να επηρεάσει σημαντικά την επιχειρηματική δραστηριότητα του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, το πρόσωπο αυτό δεν θα πρέπει να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες στην αξιολογούμενη οντότητα ή συνδεδεμένο τρίτο μέρος αυτής όσον αφορά την εταιρική ή νομική δομή, τα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις ή τις δραστηριότητες της.

(21)

Προκειμένου να διασφαλισθεί η λειτουργική εφαρμογή των κανόνων ανεξαρτησίας και πρόληψης των συγκρούσεων συμφερόντων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 καθώς και για να μην καταστούν αναποτελεσματικοί, είναι απαραίτητος ένας αρκετά μεγάλος αριθμός οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που δεν συνδέονται τόσο με τον απερχόμενο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σε περίπτωση εναλλαγής, όσο και με τον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που παρέχει υπηρεσίες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παράλληλα στον ίδιο εκδότη. Είναι σκόπιμο να απαιτείται ο αυστηρός διαχωρισμός του εξερχόμενου από τον εισερχόμενο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σε περίπτωση εναλλαγής και των δύο οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που παρέχουν υπηρεσίες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παράλληλα στον ίδιο εκδότη. Οι εν λόγω οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν θα πρέπει να συνδέονται μεταξύ τους μέσω ελέγχου, όντας μέρος του ίδιου ομίλου οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όντας μέτοχοι ή μέλη του ή όντας σε θέση να ασκούν δικαιώματα ψήφου σε οποιονδήποτε από τους άλλους οργανισμούς ή όντας σε θέση να διορίζουν μέλη των διοικητικών ή εποπτικών συμβουλίων σε οποιονδήποτε από τους άλλους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

(22)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να δημιουργούν, να συντηρούν, να επιβάλλουν την εφαρμογή και να τεκμηριώνουν μια αποτελεσματική δομή εσωτερικού ελέγχου που θα διέπει την εφαρμογή πολιτικών και διαδικασιών για την αποφυγή και τον έλεγχο ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων, καθώς και για να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, των αναλυτών αξιολόγησης και των ομάδων αξιολόγησης από τους μετόχους, τους φορείς διοίκησης και διαχείρισης και τις δραστηριότητες πωλήσεων και προώθησης. Θα πρέπει να καθιερωθούν πρότυπες διαδικασίες λειτουργίας (SOP) όσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση, τα ζητήματα οργάνωσης, και τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων. Οι SOP θα πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικά και να παρακολουθούνται, ώστε να αξιολογείται η αποτελεσματικότητά τους καθώς και να εξετάζεται το ενδεχόμενο αναπροσαρμογής τους.

(23)

Η αντίληψη της ανεξαρτησίας των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα επηρεαζόταν ιδιαίτερα σε περίπτωση που οι ίδιοι μέτοχοι ή μέλη επενδύουν σε διαφορετικούς οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που δεν ανήκουν στον ίδιο όμιλο οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, τουλάχιστον εάν η επένδυση αυτή φθάσει σε ένα ορισμένο μέγεθος που μπορεί να επιτρέψει τους μετόχους ή τα μέλη αυτά να ασκήσουν ορισμένη επιρροή στη λειτουργία του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλισθεί η ανεξαρτησία (και η αντίληψη της ανεξαρτησίας) των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν αυστηρότεροι κανόνες για τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και των μετόχων ή των μελών τους. Για τον λόγο αυτό, κανένα πρόσωπο δεν θα πρέπει ταυτόχρονα να κατέχει συμμετοχή 5 % και άνω σε περισσότερους από έναν οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, εκτός εάν οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ανήκουν στον ίδιο όμιλο.

(24)

Ο στόχος της διασφάλισης επαρκούς ανεξαρτησίας των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας συνεπάγεται ότι οι επενδυτές δεν θα πρέπει να κατέχουν ταυτόχρονα επενδύσεις 5 % και άνω σε περισσότερους από έναν οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Η οδηγία 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά (10) προβλέπει ότι τα πρόσωπα εκείνα που ελέγχουν τουλάχιστον 5 % των δικαιωμάτων ψήφου σε μια εισηγμένη εταιρεία δημοσιοποιούν το γεγονός αυτό στο κοινό, μεταξύ άλλων, λόγω του ενδιαφέροντος των επενδυτών να γνωρίζουν τις αλλαγές στη διάρθρωση των δικαιωμάτων ψήφου της εν λόγω εταιρείας. Το επίπεδο του 5 % θεωρείται, επομένως, σημαντική συμμετοχή, που μπορεί να επηρεάσει τη διάρθρωση των δικαιωμάτων ψήφου σε μια εταιρεία. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να χρησιμοποιείται το επίπεδο του 5 % για τον περιορισμό της ταυτόχρονης επένδυσης σε περισσότερους από έναν οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Το μέτρο δεν μπορεί να θεωρηθεί δυσανάλογο, καθώς όλοι οι εγγεγραμμένοι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας στην Ένωση είναι επιχειρήσεις που δεν είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο και, ως εκ τούτου, δεν υπόκεινται στους κανόνες διαφάνειας και διαδικασίας που ισχύουν για τις εισηγμένες εταιρείες στην Ένωση σύμφωνα με την οδηγία 2004/109/ΕΚ. Συχνά, οι μη εισηγμένες επιχειρήσεις διέπονται από πρωτόκολλα ή συμφωνίες των μετόχων και ο αριθμός των μετόχων ή μελών είναι συνήθως χαμηλός. Ως εκ τούτου, ακόμη και μια θέση μειοψηφίας σε ένα μη εισηγμένο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα μπορούσε να έχει επιρροή. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι θα εξακολουθούν να είναι δυνατές οι αμιγώς οικονομικές επενδύσεις σε οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ο περιορισμός της ταυτόχρονης επένδυσης σε περισσότερους από έναν οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν θα πρέπει να επεκτείνεται σε επενδύσεις που διοχετεύονται μέσω οργανισμών συλλογικών επενδύσεων τους οποίους διαχειρίζονται τρίτοι, ανεξάρτητοι από τον επενδυτή και που δεν υπόκεινται στην επιρροή του.

(25)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν τις συγκρούσεις συμφερόντων σε σχέση με τη μετοχική διάρθρωση δεν θα πρέπει να αναφέρονται μόνο στην άμεση αλλά και στην έμμεση κατοχή μετοχών, ειδάλλως οι κανόνες αυτοί θα μπορούσαν εύκολα να καταστρατηγούνται. Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να γνωρίζουν τους έμμεσους μετόχους τους, ώστε να είναι σε θέση να αποφεύγουν οποιαδήποτε ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων στον τομέα αυτόν.

(26)

Η αποτελεσματικότητα των κανόνων σχετικά με την ανεξαρτησία και την πρόληψη της σύγκρουσης συμφερόντων, οι οποίοι προβλέπουν ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν θα πρέπει να παρέχουν για μεγάλο χρονικό διάστημα υπηρεσίες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας στον ίδιο εκδότη, μπορεί να υπονομευθεί εάν οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας επιτρεπόταν να γίνουν σημαντικοί μέτοχοι ή μέλη άλλων οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

(27)

Είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι οι τροποποιήσεις των μεθοδολογιών αξιολόγησης δεν έχουν ως αποτέλεσμα λιγότερο αυστηρές μεθοδολογίες. Για τον σκοπό αυτό, οι εκδότες, οι επενδυτές και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να σχολιάζουν κάθε σχεδιαζόμενη αλλαγή στις μεθοδολογίες αξιολόγησης. Αυτό θα τους βοηθήσει να κατανοήσουν τους λόγους των νέων μεθοδολογιών και για την εν λόγω αλλαγή. Οι παρατηρήσεις που υποβάλλονται από τους εκδότες και τους επενδυτές σχετικά με τα σχέδια μεθοδολογιών μπορούν να παρέχουν πολύτιμη συμβολή για τον καθορισμό των μεθοδολογιών από τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Οι σχεδιαζόμενες αλλαγές θα πρέπει να κοινοποιούνται και στην ΕΑΚΑΑ. Αν και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 αναθέτει στην ΕΑΚΑΑ την εξουσία να επαληθεύει ότι οι μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας είναι αυστηρές, συστηματικές, συνεχείς και υπόκεινται σε πιστοποίηση με βάση τα ιστορικά δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων εκ των υστέρων ελέγχων, αυτή η διαδικασία επαλήθευσης δεν θα πρέπει να παρέχει στην ΕΑΚΑΑ την εξουσία να κρίνει την καταλληλότητα της προτεινόμενης μεθοδολογίας ή το περιεχόμενο των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή των μεθοδολογιών. Όποτε ενδείκνυται, οι μεθοδολογίες αξιολόγησης θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους χρηματοπιστωτικούς κινδύνους που απορρέουν από περιβαλλοντικούς κινδύνους.

(28)

Λόγω της πολυπλοκότητας των διαρθρωμένων χρηματοπιστωτικών μέσων, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν έχουν πάντα επιτύχει να διασφαλίσουν μια αρκετά υψηλή ποιότητα των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται για τέτοια μέσα. Αυτό έχει οδηγήσει σε απώλεια της εμπιστοσύνης των αγορών σε αυτόν τον τύπο αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας. Προκειμένου να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη θα ήταν σκόπιμο να απαιτηθεί από τους εκδότες ή τους τρίτους που σχετίζονται με αυτούς να προσλαμβάνουν τουλάχιστον δύο διαφορετικούς οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για την παροχή των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για τα διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε διαφορετικές και ανταγωνιστικές εκτιμήσεις. Αυτό θα μπορούσε επίσης να μειώσει την υπέρμετρη στήριξη σε μία και μοναδική αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας.

(29)

Η πρόταση οδηγίας για την πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων και η πρόταση κανονισμού σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για τα πιστωτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις επενδύσεων, που πρόκειται να αντικαταστήσουν την οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (11), και την οδηγία 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (12), εισήγαγαν διάταξη που απαιτεί από τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις επενδύσεων να αξιολογούν οι ίδιες τον πιστωτικό κίνδυνο των φορέων και των χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία επενδύουν και όχι απλώς να βασίζονται εν προκειμένω σε εξωτερικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Αυτή η απαίτηση θα πρέπει να επεκταθεί και σε άλλους συμμετέχοντες στην αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των διαχειριστών επενδύσεων. Για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών πάντως, η εν λόγω απαίτηση θα πρέπει να επιβάλλεται με αναλογικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα του συγκεκριμένου συμμετέχοντος. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να δικαιούνται να επιβάλλουν ούτε να διατηρούν κανόνες που να επιτρέπουν αυστηρότερη στήριξη αυτών των επενδυτών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

(30)

Επιπλέον, η ικανότητα των επενδυτών να διεξάγουν τεκμηριωμένη αξιολόγηση της φερεγγυότητας διαρθρωμένων χρηματοπιστωτικών μέσων θα βελτιωθεί αν παρασχεθούν στους επενδυτές επαρκείς πληροφορίες σχετικά με αυτά τα μέσα. Παραδείγματος χάριν, επειδή ο κίνδυνος από τα διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα και τις επιδόσεις των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων, θα ήταν χρήσιμο να παρέχονται στους επενδυτές περισσότερες πληροφορίες για τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία. Αυτό θα μείωνε τη στήριξη των επενδυτών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Επιπλέον, η κοινοποίηση σχετικών πληροφοριών σχετικά με διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα είναι πιθανόν να ενισχύσει τον ανταγωνισμό μεταξύ οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, διότι τούτο θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του αριθμού μη ζητηθεισών αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας. H Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει και να υποβάλει έκθεση ως προς το εάν ενδείκνυται να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής αυτής της απαίτησης κοινοποίησης και σε άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, έως τον Ιανουάριο 2016. Παραδείγματος χάριν, υπάρχουν άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, όπως τα καλυμμένα ομόλογα και άλλοι χρεωστικοί τίτλοι με εξασφάλιση, όπου ο κίνδυνος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα χαρακτηριστικά κάθε υποκείμενης ασφάλειας και όπου θα ήταν χρήσιμο να παρέχονται στους επενδυτές περισσότερες πληροφορίες για τις ασφάλειες.

(31)

Οι επενδυτές, οι εκδότες και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ενημερωμένες πληροφορίες για τις αξιολογήσεις σε έναν κεντρικό δικτυακό τόπο. Μια ευρωπαϊκή πλατφόρμα αξιολόγησης θα πρέπει να θεσπισθεί από την ΕΑΚΑΑ και θα πρέπει να επιτρέπει στους επενδυτές να συγκρίνουν εύκολα όλες τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που υπάρχουν όσον αφορά μια συγκεκριμένη αξιολογούμενη οντότητα. Είναι σημαντικό η δικτυακή θέση της ευρωπαϊκής πλατφόρμας αξιολόγησης να εμφανίζει όλες τις διαθέσιμες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας ανά μέσο, ώστε να μπορούν οι επενδυτές να λαμβάνουν υπόψη το σύνολο των απόψεων πριν να λάβουν τη δική τους επενδυτική απόφαση. Εντούτοις, για να μην υπονομεύεται η δυνατότητα των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να λειτουργούν σύμφωνα με το πρότυπο «ο επενδυτής πληρώνει», αυτές οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται στην ευρωπαϊκή πλατφόρμα αξιολόγησης. Η ευρωπαϊκή πλατφόρμα αξιολόγησης θα πρέπει να βοηθάει τους μικρότερους και νέους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να αποκτήσουν προβολή. Η ευρωπαϊκή πλατφόρμα αξιολόγησης θα πρέπει να ενσωματώνει το κεντρικό αρχείο της ΕΑΚΑΑ, ώστε να δημιουργηθεί μια ενιαία πλατφόρμα, για τα δεδομένα αυτά και τις πληροφορίες για τα δεδομένα του ιστορικού επιδόσεων που δημοσιεύονται στο κεντρικό αρχείο. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστήριξε την καθιέρωση μιας τέτοιας δημοσίευσης των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας στο ψήφισμά του σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας της 8ης Ιουνίου 2011.

(32)

Οι αξιολογήσεις της πιστοληπτικής ικανότητας, είτε έχουν εκδοθεί για κανονιστικούς σκοπούς είτε όχι, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στις επενδυτικές αποφάσεις και στην εικόνα και στην εικόνα και τη χρηματοπιστωτική ελκυστικότητα των εκδοτών. Ως εκ τούτου, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας έχουν σημαντική ευθύνη έναντι των επενδυτών και των εκδοτών, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 ούτως ώστε οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητάς τους να είναι ανεξάρτητες, αντικειμενικές και με επαρκή ποιότητα. Ωστόσο, οι επενδυτές και οι εκδότες δεν είναι πάντα σε θέση να επιβάλλουν την εφαρμογή της ευθύνης του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας προς αυτούς. Μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολο να καταστεί ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας υπεύθυνος όταν δεν υπάρχει συμβατική σχέση μεταξύ ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και, παραδείγματος χάριν, ενός επενδυτή ή ενός εκδότη που αξιολογείται χωρίς να το ζητήσει. Οι εκδότες μπορούν επίσης να αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά την επιβολή της αστικής ευθύνης των οργανισμών προς αυτούς ακόμη και όταν έχουν συμβατική σχέση με τον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας: παραδείγματος χάριν, η υποβάθμιση μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, που αποφασίστηκε βάσει παράβασης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, εκ προθέσεως ή εκ βαρείας αμελείας, μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη φήμη και το χρηματοδοτικό κόστος ενός εκδότη, προκαλώντας έτσι στον εκδότη αυτόν ζημία ακόμη και αν δεν καλύπτεται από τη συμβατική ευθύνη. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να προβλεφθεί επαρκές δικαίωμα αποκατάστασης για τους επενδυτές που στηρίχθηκαν ευλόγως σε μια αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας που εκδόθηκε κατά παράβαση των κανόνων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, καθώς και για τους εκδότες που υπέχουν αστική ευθύνη λόγω αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εκδόθηκε κατά παράβαση των κανόνων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009. Ο επενδυτής και ο εκδότης θα πρέπει να μπορούν να καταστήσουν υπεύθυνο τον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για τη ζημία που προκλήθηκε από την παραβίαση του εν λόγω κανονισμού και είχε αντίκτυπο στο αποτέλεσμα της αξιολόγησης. Ενώ οι επενδυτές και εκδότες που έχουν συμβατική σχέση με οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μπορούν να επιλέξουν να θεμελιώσουν μια αξίωση κατά του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κατά παράβαση της σύμβασης, η δυνατότητα για αξίωση αποζημίωσης λόγω παράβασης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 θα πρέπει να υπάρχει για όλους τους επενδυτές και εκδότες, ασχέτως εάν υπάρχει ή όχι συμβατική σχέση μεταξύ των μερών.

(33)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να είναι δυνατόν να καθίστανται υπεύθυνοι μόνο εάν αθετούν, εκ προθέσεως ή εκ βαρείας αμελείας, τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009. Αυτός ο βαθμός υπαιτιότητας είναι κατάλληλος, διότι η δραστηριότητα της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας περιλαμβάνει έναν ορισμένο βαθμό εκτίμησης πολύπλοκων οικονομικών παραγόντων και η εφαρμογή διαφορετικών μεθοδολογιών μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικά αποτελέσματα αξιολόγησης, κανένα από τα οποία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως λανθασμένο. Επιπλέον, ενδείκνυται να υπέχουν οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εν δυνάμει απεριόριστη ευθύνη μόνον όταν παραβαίνουν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 εκ προθέσεως ή εκ βαρείας αμελείας.

(34)

Ο επενδυτής ή εκδότης που αξιώνει αποζημίωση για παράβαση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 θα πρέπει να προσκομίζει ακριβείς και λεπτομερείς πληροφορίες που υποδεικνύουν ότι ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας διέπραξε τέτοια παράβαση του παρόντος κανονισμού. Αυτό θα πρέπει να κρίνεται από το αρμόδιο δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο επενδυτής ή εκδότης ενδέχεται να μην έχει πρόσβαση σε πληροφορίες που εμπίπτουν καθαρά στο πεδίο του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

(35)

Όσον αφορά τα θέματα που αφορούν την αστική ευθύνη του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και δεν καλύπτονται ούτε ορίζονται από τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων της αιτιώδους συνάφειας και της έννοιας της βαρείας αμέλειας, τα ζητήματα αυτά θα πρέπει να διέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο που καθορίζεται από τους σχετικούς κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να διατηρούν εθνικά καθεστώτα αστικής ευθύνης, τα οποία είναι ευνοϊκότερα για τους επενδυτές ή τους εκδότες ή τα οποία δεν βασίζονται σε παράβαση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009. Το αρμόδιο δικαστήριο που αποφασίζει σχετικά με μια αξίωση για την αστική ευθύνη που προβάλλεται από έναν επενδυτή ή εκδότη θα πρέπει να καθορίζεται από τους σχετικούς κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.

(36)

Το γεγονός ότι οι θεσμικοί επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων των διαχειριστών επενδύσεων, υποχρεούνται να διενεργούν τη δική τους αξιολόγηση της φερεγγυότητας περιουσιακών στοιχείων δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα δικαστήρια να διαπιστώνουν ότι μια παραβίαση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 από έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας προκάλεσε ζημία σε έναν επενδυτή για την οποία ο εν λόγω οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας είναι υπεύθυνος. Ενώ ο παρών κανονισμός θα βελτιώσει τις δυνατότητες των επενδυτών να διεξάγουν δική τους αξιολόγηση κινδύνου, αυτοί θα συνεχίζουν να έχουν πιο περιορισμένη πρόσβαση σε πληροφορίες από ότι οι ίδιοι οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Επιπλέον, ειδικότερα οι μικρότεροι επενδυτές ενδέχεται να μην έχουν τη δυνατότητα να εξετάζουν κριτικά μια εξωτερική αξιολόγηση που παρέχεται από έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

(37)

Τα κράτη μέλη και η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ενδεχόμενες κυρώσεις οι οποίες επιβάλλονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 δημοσιοποιούνται μόνον εάν η εν λόγω δημοσιοποίηση είναι αναλογική.

(38)

Προκειμένου να αμβλυνθούν περαιτέρω οι συγκρούσεις συμφερόντων και να διευκολυνθεί ο θεμιτός ανταγωνισμός στην αγορά αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι τα τέλη που χρεώνονται από τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας στους πελάτες δεν δημιουργούν διακρίσεις. Οι διαφορές στα τέλη που χρεώνονται για τον ίδιο τύπο υπηρεσίας θα πρέπει να δικαιολογούνται μόνο από τη διαφορά στο πραγματικό κόστος στην παροχή αυτής της υπηρεσίας σε διαφορετικούς πελάτες. Επιπλέον, τα τέλη που χρεώνονται για τις υπηρεσίες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σε ένα συγκεκριμένο εκδότη δεν θα πρέπει να εξαρτώνται από τα αποτελέσματα ή την έκβαση των εργασιών που εκτελέστηκαν ή από την παροχή των σχετικών (βοηθητικών) υπηρεσιών. Επιπλέον, προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κανόνων, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να κοινολογούν στην ΕΑΚΑΑ τα τέλη που λαμβάνουν από καθέναν από τους πελάτες τους και τη γενική τιμολογιακή πολιτική τους.

(39)

Προκειμένου να υπάρξει συμβολή στην έκδοση ενημερωμένων και αξιόπιστων αξιολογήσεων δημόσιου χρέους και να διευκολύνεται η κατανόηση από τους χρήστες, είναι σημαντικό να αναθεωρούνται τακτικά αυτές οι αξιολογήσεις. Είναι επίσης σημαντικό να αυξηθεί η διαφάνεια σχετικά με τις ερευνητικές εργασίες που διεξάγονται, το προσωπικό που διατίθεται για την προετοιμασία των αξιολογήσεων δημόσιου χρέους και τις παραδοχές στις οποίες στηρίζονται οι αξιολογήσεις της πιστοληπτικής ικανότητας που πραγματοποιούνται από οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σε σχέση με το δημόσιο χρέος.

(40)

Είναι ουσιώδες οι επενδυτές να έχουν κατάλληλη πληροφόρηση για να αξιολογούν τη φερεγγυότητα των κρατών μελών. Στο πλαίσιο της εποπτείας της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής των κρατών μελών, η Επιτροπή συλλέγει και επεξεργάζεται στοιχεία για την οικονομική, χρηματοπιστωτική και δημοσιονομική κατάσταση και επίδοση όλων των κρατών μελών, τα περισσότερα εκ των οποίων δημοσιεύονται από την Επιτροπή και μπορούν, συνεπώς, να χρησιμοποιούνται από τους επενδυτές για την αξιολόγηση των προοπτικών φερεγγυότητας των κρατών μελών. Οσάκις ενδείκνυται και είναι εφικτό, και με την επιφύλαξη των συναφών κανόνων εμπιστευτικότητας στο πλαίσιο της εποπτείας της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής των κρατών μελών, η Επιτροπή θα πρέπει να συμπληρώνει τα δημοσιοποιούμενα στοιχεία για τις οικονομικές επιδόσεις των κρατών μελών με τυχόν πρόσθετους παράγοντες ή δείκτες που μπορούν να βοηθήσουν τους επενδυτές στην αξιολόγηση της φερεγγυότητας των κρατών μελών. Τα εν λόγω στοιχεία θα πρέπει να καθίστανται διαθέσιμα στο κοινό, συμπληρώνοντας τις υπάρχουσες δημοσιεύσεις και τις άλλες δημοσιοποιούμενες πληροφορίες, προκειμένου να παρέχονται στους επενδυτές πρόσθετα δεδομένα που θα τους βοηθούν στην αξιολόγηση της φερεγγυότητας των κρατικών οντοτήτων και των πληροφοριών που σχετίζονται με το χρέος τους. Έχοντας κατά νουν τα ανωτέρω, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει τη δυνατότητα για την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής αξιολόγησης φερεγγυότητας, ώστε να επιτρέπεται στους επενδυτές να προβαίνουν σε αμερόληπτη και αντικειμενική αξιολόγηση της φερεγγυότητας των κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις. Όταν είναι αναγκαίο, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει κατάλληλες νομοθετικές προτάσεις.

(41)

Οι ισχύοντες κανόνες προβλέπουν την ανακοίνωση των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας στην αξιολογούμενη οντότητα 12 ώρες πριν από τη δημοσίευσή τους. Προκειμένου να αποφευχθεί η πραγματοποίηση αυτής της κοινοποίησης εκτός ωραρίου εργασίας και να δίδεται στην αξιολογούμενη οντότητα αρκετός χρόνος για να επαληθεύσει την ορθότητα των δεδομένων στα οποία βασίζεται η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, η αξιολογούμενη οντότητα θα πρέπει να ειδοποιείται μία πλήρη εργάσιμη ημέρα πριν από τη δημοσίευση της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή μιας προοπτικής αξιολόγησης. Ο κατάλογος των προσώπων που δικαιούνται να λαμβάνουν τέτοια κοινοποίηση θα πρέπει να είναι περιορισμένος και θα πρέπει να δηλώνεται ρητά από την αξιολογούμενη οντότητα.

(42)

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των αξιολογήσεων δημόσιου χρέους και προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος αστάθειας, είναι σκόπιμο και σύμφωνο με την αναλογικότητα να απαιτηθεί από τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να μην δημοσιεύουν αυτές τις αξιολογήσεις παρά μόνο μετά το πέρας των εργασιών των τόπων συναλλαγών που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση και τουλάχιστον μία ώρα πριν από το άνοιγμα τους. Επί της αυτής βάσης, είναι επίσης σκόπιμο και σύμφωνο με την αναλογικότητα να δημοσιεύουν οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, στα τέλος Δεκεμβρίου, ένα χρονοδιάγραμμα για τους επόμενους 12 μήνες, στο οποίο θα καθορίζονται οι ημερομηνίες δημοσίευσης των αξιολογήσεων δημόσιου χρέους και των ενδεχόμενων σχετικών προοπτικών αξιολόγησης. Οι ημερομηνίες αυτές θα πρέπει να καθορίζονται για ημέρα Παρασκευή. Μόνο για τις μη ζητηθείσες αξιολογήσεις δημόσιου χρέους, ο αριθμός δημοσιεύσεων στο ετήσιο χρονοδιάγραμμα θα πρέπει να περιορίζεται στις δύο ή τρεις. Όταν αυτό είναι αναγκαίο για τη συμμόρφωση προς τις νόμιμες υποχρεώσεις τους, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να μπορούν να αποκλίνουν από το ανακοινωμένο χρονοδιάγραμμα, εξηγώντας λεπτομερώς τους λόγους της σχετικής απόκλισης. Εντούτοις, μια τέτοια απόκλιση δεν θα πρέπει να αποτελεί σύνηθες φαινόμενο.

(43)

Βάσει των εξελίξεων στην αγορά, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση στην οποία θα εξετάζεται η σκοπιμότητα και οι τρόποι της στήριξης ενός ευρωπαϊκού δημόσιου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, με έργο την αξιολόγηση της φερεγγυότητας του δημόσιου χρέους των κρατών μελών, και/ή ενός ευρωπαϊκού ιδρύματος αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για όλες τις άλλες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Εν ανάγκη, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει κατάλληλες νομοθετικές προτάσεις.

(44)

Λόγω των ιδιαιτεροτήτων των αξιολογήσεων δημόσιου χρέους και προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος μετάδοσης των επιπτώσεων στα κράτη μέλη, θα πρέπει να απαγορεύονται οι ανακοινώσεις σχετικά με την αναθεώρηση της αξιολόγησης μιας δεδομένης ομάδας χωρών, αν δεν συνοδεύονται από ατομικές εκθέσεις ανά χώρα. Επιπλέον, προκειμένου να βελτιωθεί η εγκυρότητα και προσβασιμότητα των πηγών πληροφοριών που χρησιμοποιούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας στις δημόσιες ανακοινώσεις σχετικά με ενδεχόμενες αλλαγές στην αξιολόγηση δημόσιου χρέους, εξαιρουμένων των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, των προοπτικών αξιολόγησης και των συνοδευτικών δελτίων τύπου, οι ανακοινώσεις αυτές θα πρέπει να βασίζονται πάντοτε σε πληροφορίες που εμπίπτουν καθαρά στο πεδίο της αξιολογούμενης οντότητας και έχουν δημοσιοποιηθεί με τη συγκατάθεσή της, εκτός αν οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες από ευρέως προσβάσιμες πηγές. Οσάκις προκύπτει από το νόμιμο πλαίσιο που διέπει την αξιολογούμενη οντότητα, ότι η αξιολογούμενη οντότητα δεν πρέπει να δημοσιοποιεί ορισμένες πληροφορίες, όπως στην περίπτωση εμπιστευτικών πληροφοριών, κατά την έννοια του άρθρου 1 σημείο 1) της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς) (13), η αξιολογούμενη οντότητα δεν πρέπει να παρέχει τη συγκατάθεσή της.

(45)

Για λόγους διαφάνειας, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, κατά τη δημοσίευση των αξιολογήσεών τους δημόσιου χρέους, θα πρέπει να εξηγούν, στα δελτία τύπου τους ή στις εκθέσεις τους, τούς κυριότερους παράγοντες στους οποίους βασίζονται αυτές οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Εντούτοις, η διαφάνεια για τις αξιολογήσεις δημοσίου χρέους δεν θα πρέπει να οδηγεί σε συμπεράσματα για την κατεύθυνση της εθνικής πολιτικής (οικονομικής, εργασιακής ή άλλης). Κατά συνέπεια, ενώ οι πολιτικές αυτές μπορούν να χρησιμεύουν ως ένας παράγοντας για την αξιολόγηση της φερεγγυότητας μιας κρατικής οντότητας ή του χρέους της από τον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, και μπορούν να χρησιμοποιούνται για την εξήγηση των κυριότερων λόγων αξιολόγησης δημόσιου χρέους, δεν θα πρέπει να επιτρέπονται οι άμεσες ή απερίφραστες απαιτήσεις ή συστάσεις των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας προς κρατικές οντότητες όσον αφορά αυτές τις πολιτικές. Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να απέχουν από κάθε άμεση ή απερίφραστη σύσταση πολιτικής σε ό,τι αφορά τις πολιτικές κρατικών οντοτήτων.

(46)

Τα τεχνικά πρότυπα στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών θα πρέπει να διασφαλίζουν την επαρκή προστασία των καταθετών, των επενδυτών και των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ένωση. Θα ήταν αποδοτικό και σκόπιμο να ανατεθεί στην ΕΑΚΑΑ, ως φορέα με υψηλό βαθμό εξειδικευμένης τεχνογνωσίας, η ανάπτυξη των σχεδίων κανονιστικών τεχνικών προτύπων και των σχεδίων εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που δεν ενέχουν επιλογές πολιτικής, τα οποία κατατίθενται στην Επιτροπή.

(47)

Η Επιτροπή θα πρέπει να θεσπίσει το σχέδιο ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναπτύχθηκε από την ΕΑΚΑΑ σχετικά με το περιεχόμενο, τη συχνότητα και την παρουσίαση των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται από τους εκδότες για διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, την παρουσίαση των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της δομής, της μορφής, της μεθόδου και του χρονοδιαγράμματος των εκθέσεων, τα οποία οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα πρέπει να κοινολογούν στην ΕΑΚΑΑ σε σχέση με την ευρωπαϊκή πλατφόρμα αξιολόγησης, και το περιεχόμενο και τη μορφή των περιοδικών εκθέσεων σχετικά με τα τέλη που χρεώνουν οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για τους σκοπούς της διαρκούς εποπτείας από την ΕΑΚΑΑ. Η Επιτροπή θα πρέπει να θεσπίσει τα εν λόγω πρότυπα μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

(48)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 επιτρέπει να χρησιμοποιούνται για κανονιστικούς σκοπούς οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που έχουν εκδοθεί σε τρίτες χώρες, εφόσον έχουν εκδοθεί από οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, οι οποίοι είναι πιστοποιημένοι σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό ή προσυπογράφονται από οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό. Η πιστοποίηση προϋποθέτει ότι η Επιτροπή έχει εγκρίνει απόφαση ισοδυναμίας σχετικά με το ρυθμιστικό καθεστώς της τρίτης χώρας για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και η προσυπογραφή προϋποθέτει ότι οι κανόνες δεοντολογίας του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μιας τρίτης χώρας πληρούν απαιτήσεις που είναι τουλάχιστον εξίσου αυστηρές με τους σχετικούς κανόνες της Ένωσης. Ορισμένες από τις διατάξεις που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται στις αξιολογήσεις ισοδυναμίας και προσυπογραφής: Αυτό ισχύει για τις διατάξεις που καθορίζουν μόνο τις υποχρεώσεις των εκδοτών, και όχι των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Επιπλέον, τα άρθρα που αφορούν τη δομή της αγοράς αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας εντός της Ένωσης και όχι τη θέσπιση κανόνων δεοντολογίας για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, δεν θα πρέπει να εξετάζονται στο πλαίσιο αυτό. Προκειμένου να παρασχεθεί στις τρίτες χώρες επαρκής χρόνος για να επανεξετάζουν τα ρυθμιστικά τους πλαίσια σχετικά με τις υπόλοιπες νέες ουσιαστικές διατάξεις, οι διατάξεις αυτές θα ισχύουν μόνο για τον σκοπό των αξιολογήσεων ισοδυναμίας και προσυπογραφής από την 1η Ιουνίου 2018. Είναι σημαντικό να επισημανθεί, εν προκειμένω, ότι το ρυθμιστικό καθεστώς μιας τρίτης χώρας δεν χρειάζεται να έχει τους ίδιους κανόνες με εκείνους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Όπως έχει ήδη διατυπωθεί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, για να θεωρηθεί ισοδύναμο ή εξίσου αυστηρό με το ρυθμιστικό καθεστώς της Ένωσης, το ρυθμιστικό καθεστώς της τρίτης χώρας αρκεί να επιτυγχάνει τους ίδιους στόχους και τα ίδια αποτελέσματα στην πράξη.

(49)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ήτοι η ενίσχυση της ανεξαρτησίας των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, η προώθηση υγιών διαδικασιών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και μεθοδολογιών, ο περιορισμός των κινδύνων που συνδέονται με τις αξιολογήσεις δημοσίου χρέους, η μείωση του κινδύνου υπέρμετρης στήριξης σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας από συμμετέχοντες στην αγορά και η διασφάλιση του δικαιώματος αποκατάστασης των επενδυτών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται, συνεπώς, λόγω της πανευρωπαϊκής δομής και επίπτωσης των δραστηριοτήτων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που πρέπει να εποπτεύονται, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως καθορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(50)

Η Επιτροπή θα πρέπει, μέχρι το τέλος του 2013, να υποβάλει έκθεση σχετικά με τη σκοπιμότητα ενός δικτύου μικρότερων οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός στην αγορά. Η έκθεση αυτή θα πρέπει να αξιολογεί την ενωσιακή στήριξη, χρηματοδοτική και μη, και τα κίνητρα για τη δημιουργία ενός τέτοιου δικτύου, λαμβάνοντας υπόψη τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων που απορρέουν από μια τέτοια δημόσια χρηματοδότηση.

(51)

Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (14), ο οποίος διατύπωσε γνώμη (15).

(52)

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός εισάγει κοινή ρυθμιστική προσέγγιση για την ενίσχυση της ακεραιότητας, της διαφάνειας, της υπευθυνότητας, της χρηστής διακυβέρνησης και της ανεξαρτησίας των δραστηριοτήτων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, συμβάλλοντας στην ποιότητα των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται στην Ένωση και στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, επιτυγχάνοντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και των επενδυτών. Ορίζει τις προϋποθέσεις για την έκδοση των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας και τους κανόνες για την οργάνωση και συμπεριφορά των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, συμπεριλαμβανομένων των μετόχων και των μελών τους, ώστε να προωθείται η ανεξαρτησία τους, να αποφεύγονται οι συγκρούσεις συμφερόντων και να ενισχύεται η προστασία των καταναλωτών και των επενδυτών.

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει επίσης τις υποχρεώσεις για τους εκδότες, τις μεταβιβάζουσες οντότητες και τους αναδόχους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση σχετικά με τα διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα.».

2)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ), στο άρθρο 4 παράγραφος 2, στο άρθρο 4 παράγραφος 3 εισαγωγικό μέρος, στο άρθρο 4 παράγραφος 4 πρώτο και δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 5 παράγραφος 1 εισαγωγικό μέρος, στο άρθρο 14 παράγραφος 1 και στο παράρτημα II σημείο 1), η λέξη «Κοινότητα» αντικαθίσταται από τη λέξη «Ένωση».

3)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής;

i)

το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

ως “κανονιστικοί σκοποί” νοούνται η χρησιμοποίηση αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για συγκεκριμένο σκοπό συμμόρφωσης με το ενωσιακό δίκαιο ή με το ενωσιακό δίκαιο, όπως εφαρμόζεται από την εθνική νομοθεσία των κρατών μελών»·

ii)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιστ α)

ως “πιστωτικό ίδρυμα” νοείται το πιστωτικό ίδρυμα, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 1 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ·

ιστ β)

ως “επιχείρηση επενδύσεων” νοείται η επιχείρηση επενδύσεων, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ·

ιστ γ)

ως “ασφαλιστική επιχείρηση” νοείται ασφαλιστική επιχείρηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 13 σημείο 1 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (16)·

ιστ δ)

ως “αντασφαλιστική επιχείρηση” νοείται αντασφαλιστική επιχείρηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 13 σημείο 4 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ·

ιστ ε)

ως “ίδρυμα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών” νοείται ίδρυμα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 στοιχείο α) της οδηγίας 2003/41/ΕΚ·

ιστ στ)

ως “εταιρεία διαχείρισης” νοείται εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (17)·

ιστ ζ)

ως “εταιρεία επενδύσεων” νοείται εταιρεία επενδύσεων που έχει συσταθεί με καταστατικό, σύμφωνα με την οδηγία 2009/65/ΕΚ·

ιστ η)

ως “οργανισμός εναλλακτικών επενδύσεων” νοείται “ΟΕΕ”, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (18)·

ιστ θ)

ως “κεντρικός αντισυμβαλλόμενος” νοείται “CCP”, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (19), ο οποίος έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 του εν λόγω κανονισμού.

ιστ ι)

ως “ενημερωτικό δελτίο” νοείται το δελτίο που δημοσιεύεται σύμφωνα με την οδηγία 2003/71/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 809/2004.

iii)

τα στοιχεία ιζ) και ιη) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιζ)

ως “τομεακή νομοθεσία” νοούνται οι νομοθετικές πράξεις της Ένωσης οι οποίες αναφέρονται στα στοιχεία ιστ α) και ιστ ι)·

ιη)

ως “τομεακές αρμόδιες αρχές” νοούνται οι εθνικές αρμόδιες αρχές που διορίζονται στο πλαίσιο της σχετικής τομεακής νομοθεσίας για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, των επιχειρήσεων επενδύσεων, των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, των εταιρειών διαχείρισης, των εταιρειών επενδύσεων, των διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων, των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των δελτίων.»·

iv)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιθ)

ως “εκδότης” νοείται εκδότης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο η) της οδηγίας 2003/71/ΕΚ·

κ)

ως “μεταβιβάζουσα οντότητα” νοείται μια μεταβιβάζουσα οντότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 41) της οδηγίας 2006/48/ΕΚ·

κα)

ως “ανάδοχος” νοείται ένας ανάδοχος, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 42) της οδηγίας 2006/48/ΕΚ·

κβ)

ως “αξιολόγηση δημόσιου χρέους” νοείται:

i)

μια αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, όταν η αξιολογούμενη οντότητα είναι ένα κράτος ή μια περιφερειακή ή τοπική αρχή ενός κράτους·

ii)

μια αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, όταν ο εκδότης του χρέους ή της οικονομικής υποχρέωσης, του χρεωστικού τίτλου ή άλλου χρηματοπιστωτικού μέσου είναι ένα κράτος ή μια περιφερειακή ή τοπική αρχή ενός κράτους, ή είναι ένας φορέας ειδικού σκοπού ενός κράτους ή μιας περιφερειακής ή τοπικής αρχής·

iii)

μια αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας όταν ο εκδότης είναι διεθνές χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που έχει συσταθεί από δύο ή περισσότερα κράτη, με στόχο την κινητοποίηση της χρηματοδότησης και την παροχή χρηματοδοτικής συνδρομής προς όφελος των μελών του εν λόγω διεθνούς χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, τα οποία βιώνουν ή απειλούνται από σοβαρά προβλήματα χρηματοδότησης·

κγ)

ως “προοπτική αξιολόγησης” νοείται γνώμη σχετικά με την πιθανή κατεύθυνση μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, ή και τα δύο·

κδ)

ως “μη ζητηθείσα αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας” και ως “μη ζητηθείσα αξιολόγηση δημοσίου χρέους” νοείται αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή αξιολόγηση δημοσίου χρέους, αντίστοιχα, την οποία αναλαμβάνει οργανισμός αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας χωρίς αυτό να του έχει ζητηθεί·

κε)

ως “βαθμολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας” νοείται διαβάθμιση της φερεγγυότητας που προκύπτει από τη συνάθροιση και έκφραση δεδομένων που βασίζονται μόνο σε ένα προκαθορισμένο στατιστικό σύστημα ή πρότυπο, χωρίς παρεμβολή πρόσθετων ουσιωδών αναλυτικών πληροφοριών από πλευράς ενός αναλυτή αξιολογήσεων·

κστ)

ως “ρυθμιζόμενη αγορά” νοείται ρυθμιζόμενη αγορά εγκατεστημένη στην Ένωση, όπως ορίζεται στο σημείο 14 του άρθρου 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ·

κζ)

ως “επανατιτλοποίηση” νοείται επανατιτλοποίηση, όπως ορίζεται στο σημείο 40α) του άρθρου 4 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ.».

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ο όρος “μέτοχος” συμπεριλαμβάνει τους πραγματικούς δικαιούχους, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 6 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (20)·

4)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα πιστωτικά ιδρύματα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, τα ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, οι εταιρείες διαχείρισης, οι εταιρείες επενδύσεων, οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, δύνανται να χρησιμοποιούν, για κανονιστικούς σκοπούς, μόνο τις αξιολογήσεις που εκδίδονται από οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση και έχουν εγγραφεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Εφόσον ένα ενημερωτικό δελτίο περιλαμβάνει αναφορά σε αξιολόγηση ή αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, ο εκδότης, ο προσφέρων ή πρόσωπο που ζητεί εισαγωγή σε ρυθμιζόμενη αγορά προς διαπραγμάτευση εξασφαλίζει ότι το δελτίο περιλαμβάνει επίσης σαφείς και ζωτικού ενδιαφέροντος πληροφορίες με τις οποίες δηλώνεται κατά πόσον οι εν λόγω αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας εκδίδονται από οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που είναι εγκατεστημένος στην Ένωση και εγγεγραμμένος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.».

β)

Στην παράγραφο 3, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας έχει επαληθεύσει και είναι σε θέση να αποδεικνύει συνεχώς στην Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΑΚΑΑ) που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21) ότι η διεξαγωγή δραστηριοτήτων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας από τον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας τρίτης χώρας, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση της αξιολόγησης που θα πρέπει να προσυπογραφεί, πληροί απαιτήσεις τουλάχιστον εξίσου αυστηρές με τις προβλεπόμενες στα άρθρα 6 έως 12 και στο παράρτημα I, με εξαίρεση τα άρθρα 6α, 6β, 8α, 8β, 8γ και 11α και το παράρτημα I ενότητα Β σημείο 3 στοιχείο βα) και σημεία 3α) και 3β).

5)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 6, δεύτερο εδάφιο, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας στην εν λόγω τρίτη χώρα υπόκεινται σε νομικά δεσμευτικούς κανόνες που είναι ισοδύναμοι με εκείνους που ορίζονται στα άρθρα 6 έως 12 και στο παράρτημα I, με εξαίρεση τα άρθρα 6α, 6β, 8α, 8β, 8γ και 11α και το παράρτημα I ενότητα Β σημείο 3 στοιχείο βα) και σημεία 3α) και 3β)· και»·

β)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Τα άρθρα 20, 23β και 24 εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 στους πιστοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας τις οποίες εκδίδουν οι οργανισμοί αυτοί.».

6)

Στον τίτλο I, παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 5α

Υπερβολική στήριξη χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας

1.   Οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, διεξάγουν δική τους αξιολόγηση κινδύνου και δεν στηρίζονται αποκλειστικά ή μηχανιστικά στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας για την αξιολόγηση της φερεγγυότητας μιας οντότητας ή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου.

2.   Οι αρμόδιες τομεακές αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εποπτεία των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους, παρακολουθούν την επάρκεια των διαδικασιών αξιολόγησης πιστοληπτικής τους ικανότητας, εξετάζουν τη χρησιμοποίηση συμβατικών αναφορών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και, οσάκις ενδείκνυται, ενθαρρύνουν την άμβλυνση του αντίκτυπου των αναφορών αυτών, προκειμένου να μειωθεί η αποκλειστική και μηχανιστική στήριξη στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, σύμφωνα με την ειδική τομεακή νομοθεσία.

Άρθρο 5β

Στήριξη των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας

1.   Η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (ΕΑΤ), η οποία συστήνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22), η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) (ΕΑΑΕΣ), η οποία συστήνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23) και η ΕΑΚΑΑ δεν αναφέρονται σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας στις κατευθυντήριες γραμμές, τις συστάσεις και τα σχέδια τεχνικών κανόνων τους, οσάκις οι αναφορές αυτές έχουν τη δυνατότητα να ενεργοποιήσουν αποκλειστική ή μηχανιστική στήριξη στις αξιολογήσεις της πιστοληπτικής ικανότητας από αρμόδιες αρχές, τομεακές αρμόδιες αρχές ή τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο ή άλλους συμμετέχοντες στην αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, η ΕΑΤ, η ΕΑΑΕΣ και η ΕΑΚΑΑ επανεξετάζουν και αφαιρούν, εφόσον απαιτείται, όλες αυτές τις αναφορές των υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

2.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ), το οποίο συστήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (24) δεν αναφέρεται σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας στις προειδοποιήσεις και τις συστάσεις του, οσάκις οι αναφορές αυτές έχουν τη δυνατότητα να ενεργοποιήσουν αποκλειστική ή μηχανιστική στήριξη στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

Άρθρο 5γ

Υπέρμετρη στήριξη στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας στο δίκαιο της Ένωσης

Με την επιφύλαξη του δικαιώματος πρωτοβουλίας της, η Επιτροπή συνεχίζει να επανεξετάζει κατά πόσον αναφορές στο ενωσιακό δίκαιο σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας ενεργοποιούν ή είναι δυνατόν να ενεργοποιήσουν αποκλειστική ή μηχανιστική στήριξη στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας από τις αρμόδιες αρχές, τις τομεακές αρμόδιες αρχές ή τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο ή άλλους συμμετέχοντες στην αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, προκειμένου να διαγραφούν όλες οι αναφορές έως την 1η Ιανουαρίου 2020, με την επιφύλαξη του προσδιορισμού και της εφαρμογής κατάλληλων εναλλακτικών για την αξιολόγηση πιστωτικού κινδύνου.

7)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζει ότι η έκδοση αξιολόγησης ή προοπτικής αξιολόγησης δεν επηρεάζεται από υπάρχουσες ή ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων ή επαγγελματικές σχέσεις στις οποίες συμμετέχουν ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδει την αξιολόγηση ή την προοπτική αξιολόγησης, οι μέτοχοί του, τα στελέχη, οι αναλυτές αξιολογήσεων, οι εργαζόμενοι ή οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο οι υπηρεσίες του οποίου τίθενται στη διάθεση ή υπό τον έλεγχο του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή κάθε πρόσωπο που συνδέεται μαζί του μέσω ελέγχου, άμεσα ή έμμεσα.».

β)

Στην παράγραφο 3, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Κατ’ αίτηση οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να εξαιρεί οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας από την εκπλήρωση των απαιτήσεων του παραρτήματος I ενότητα Α σημεία 2, 5, 6 και 9 και του άρθρου 7 παράγραφος 4, εφόσον ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας είναι σε θέση να αποδείξει ότι, λόγω της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, καθώς και της φύσης και του φάσματος της έκδοσης των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, οι απαιτήσεις αυτές δεν ευρίσκονται σε αναλογία και ότι:».

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δημιουργούν, διατηρούν, επιβάλλουν και τεκμηριώνουν σύστημα εσωτερικού ελέγχου που ρυθμίζει την εφαρμογή πολιτικών και διαδικασιών για την αποφυγή και την άμβλυνση πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων και για να εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, των αναλυτών αξιολόγησης και των ομάδων αξιολόγησης σε σχέση με τους μετόχους, τους φορείς διοίκησης και διαχείρισης και τις δραστηριότητες πωλήσεων και προώθησης. Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας καθιερώνουν τυποποιημένες διαδικασίες λειτουργίας (ΤΔΛ) αναφορικά με την εταιρική διακυβέρνηση, την οργάνωση και τη διαχείριση της σύγκρουσης συμφερόντων. Παρακολουθούν και επανεξετάζουν τακτικά τις εν λόγω ΤΔΛ, ώστε να αξιολογείται η αποτελεσματικότητά τους και να κρίνεται κατά πόσον θα πρέπει να επικαιροποιηθούν.».

8)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 6α

Συγκρούσεις συμφερόντων που αφορούν επενδύσεις σε οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας

1.   Ένας μέτοχος ή μέλος ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που κατέχει τουλάχιστον το 5 % είτε του κεφαλαίου είτε των δικαιωμάτων ψήφου ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή μιας εταιρείας η οποία έχει εξουσία άσκησης ελέγχου ή δεσπόζουσας επιρροής στον εν λόγω οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, απαγορεύεται:

α)

να κατέχει το 5 % ή περισσότερο του κεφαλαίου οποιουδήποτε άλλου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

β)

να έχει το δικαίωμα ή την εξουσία να ασκεί το 5 % ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου σε οποιονδήποτε άλλο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

γ)

να έχει το δικαίωμα ή την εξουσία να διορίζει ή να παύει μέλη του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου οποιουδήποτε άλλου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

δ)

να είναι μέλος του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου οποιουδήποτε άλλου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

ε)

να ασκεί ή να έχει την εξουσία να ασκεί έλεγχο ή δεσπόζουσα επιρροή σε οποιονδήποτε άλλο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

Η απαγόρευση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου δεν ισχύει για τα μερίδια σε προγράμματα διαφοροποιημένων συλλογικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαίων υπό διαχείριση, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι ασφαλίσεις ζωής, με την προϋπόθεση ότι οι συμμετοχές σε τέτοια προγράμματα δεν δίνουν τη δυνατότητα στους μετόχους ή τα μέλη ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να ασκούν σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω προγραμμάτων.

2.   Το παρόν άρθρο δεν ισχύει για επενδύσεις σε άλλους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που ανήκουν στον ίδιο όμιλο οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

Άρθρο 6β

Μέγιστη διάρκεια της συμβατικής σχέσης με έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας

1.   Όταν οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας συνομολογεί σύμβαση για την έκδοση αξιολογήσεων για επανατιτλοποιήσεις, δεν εκδίδει αξιολογήσεις για νέες επανατιτλοποιήσεις με υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού από την ίδια μεταβιβάζουσα οντότητα για περίοδο άνω των τεσσάρων ετών.

2.   Όταν οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας συνάπτει σύμβαση για αξιολόγηση επανατιτλοποιήσεων, ζητά από τον εκδότη:

α)

να καθορίσει τον αριθμό των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που έχουν συνάψει συμβατική σχέση για την έκδοση αξιολογήσεων για επανατιτλοποιήσεις με υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού από την ίδια μεταβιβάζουσα οντότητα·

β)

να υπολογίσει το ποσοστό του συνολικού αριθμού των κυκλοφορουσών διαβαθμισμένων επανατιτλοποιήσεων με υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού από την ίδια μεταβιβάζουσα οντότητα για τις οποίες κάθε οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας έχει εκδώσει αξιολόγηση.

Όταν τουλάχιστον τέσσερις οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας αξιολογούν ο καθένας περισσότερο από 10 % των κυκλοφορουσών διαβαθμισμένων επανατιτλοποιήσεων, οι περιορισμοί της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται.

Η εξαίρεση του δευτέρου εδαφίου εξακολουθεί να ισχύει τουλάχιστον έως ότου ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας συνομολογήσει νέα σύμβαση για την αξιολόγηση επανατιτλοποιήσεων με υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού από την ίδια μεταβιβάζουσα οντότητα. Όταν τα κριτήρια του δευτέρου εδαφίου δεν πληρούνται κατά τη συνομολόγηση μιας τέτοιας σύμβασης, η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία συνομολογήθηκε η νέα σύμβαση.

3.   Μετά τη λήξη μιας σύμβασης της παραγράφου 1, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν συνομολογεί νέα σύμβαση για την έκδοση αξιολογήσεων για επανατιτλοποιήσεις με υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού από την ίδια μεταβιβάζουσα οντότητα επί χρονικό διάστημα ίσο προς τη διάρκεια της σύμβασης που έληξε αλλά όχι μεγαλύτερο των τεσσάρων ετών.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει επίσης για:

α)

έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που ανήκει στον ίδιο όμιλο οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ως οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

β)

έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που είναι μέτοχος ή μέλος του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

γ)

έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας στον οποίο ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι μέτοχος ή μέλος.

4.   Παρά την παράγραφο 1, εάν εκδοθεί αξιολόγηση για επανατιτλοποίηση πριν από τη λήξη της μέγιστης διάρκειας της συμβατικής σχέσης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μπορεί, κατόπιν παραγγελίας, να συνεχίσει να παρακολουθεί και να ενημερώνει τις αξιολογήσεις αυτές καθ’ όλη τη διάρκεια της επανατιτλοποίησης.

5.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας οι οποίοι διαθέτουν λιγότερους από 50 απασχολουμένους σε επίπεδο ομίλου και οι οποίοι εμπλέκονται στην παροχή αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, ή με ετήσιο κύκλο εργασιών από δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κάτω των 10 εκατ. EUR σε επίπεδο ομίλου.

6.   Εάν ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας συνομολογήσει σύμβαση για την έκδοση αξιολογήσεων για επανατιτλοποιήσεις πριν από τις 20 Ιουνίου 2013, η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται από την εν λόγω ημερομηνία.».

9)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η αμοιβή και η αξιολόγηση της απόδοσης των υπαλλήλων που συμμετέχουν στις δραστηριότητες έκδοσης αξιολογήσεων ή προοπτικών αξιολόγησης, καθώς και των προσώπων που εγκρίνουν τις αξιολογήσεις ή τις προοπτικές αξιολόγησης, δεν εξαρτάται από το ύψος των εσόδων που εισπράττει ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας από τις αξιολογούμενες οντότητες ή τους σχετιζόμενους με αυτές τρίτους.».

10)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θεσπίζει, εφαρμόζει και επιβάλλει κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζει ότι οι αξιολογήσεις και οι προοπτικές αξιολόγησης που εκδίδει στηρίζονται σε προσεκτική ανάλυση όλων των πληροφοριών που διαθέτει οι οποίες είναι σχετικές με την ανάλυσή του σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες μεθοδολογίες αξιολόγησης. Λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η ποιότητα των πληροφοριών που χρησιμοποιεί για την έκδοση μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και προοπτικών αξιολόγησης να είναι επαρκής και οι εν λόγω πληροφορίες να προέρχονται από αξιόπιστες πηγές. Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εκδίδει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και τις προοπτικές αξιολόγησης, δηλώνοντας ότι η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας είναι η γνώμη του οργανισμού και ότι οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να στηρίζονται σε αυτή σε περιορισμένο βαθμό.

2α.   Οι τροποποιήσεις των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας εκδίδονται σύμφωνα με τις δημοσιευμένες μεθοδολογίες αξιολόγησης του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.».

β)

Στην παράγραφο 5, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι αξιολογήσεις δημόσιου χρέους επανεξετάζονται τουλάχιστον ανά έξι μήνες.».

γ)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5α.   Ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που προτίθεται να κάνει μια ουσιώδη αλλαγή στις ή να χρησιμοποιήσει νέες μεθοδολογίες αξιολόγησης, πρότυπα ή βασικές παραδοχές αξιολόγησης με ενδεχόμενο αντίκτυπο στην αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, δημοσιεύει τις προτεινόμενες ουσιώδεις αλλαγές ή τις προτεινόμενες νέες μεθοδολογίες αξιολόγησης, στον δικτυακό του τόπο, ζητώντας από τους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους για περίοδο ενός μηνός, μαζί με μια λεπτομερή εξήγηση των αιτιών και των επιπτώσεων των προτεινόμενων ουσιωδών αλλαγών ή των προτεινόμενων νέων μεθοδολογιών αξιολόγησης.».

δ)

Η παράγραφος 6 τροποποιείται ως εξής:

i)

το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Όταν οι μεθοδολογίες αξιολόγησης, τα πρότυπα ή οι βασικές παραδοχές αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται στις δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας τροποποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας:»·

ii)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία:

«αα)

ενημερώνει αμέσως την ΕΑΚΑΑ και δημοσιεύει στον δικτυακό του τόπο τα αποτελέσματα της διαβούλευσης και τις νέες μεθοδολογίες αξιολόγησης, μαζί με μια αναλυτική επεξήγηση αυτών και την ημερομηνία εφαρμογής τους·

αβ)

δημοσιεύει αμέσως στον δικτυακό του τόπο τις απαντήσεις στη διαβούλευση που αναφέρεται στην παράγραφο 5α, εκτός εάν ο απαντών στη διαβούλευση έχει ζητήσει εμπιστευτικότητα·».

ε)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7.   Εφόσον ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας αντιληφθεί σφάλματα στις μεθοδολογίες αξιολόγησής του ή στην εφαρμογή τους, αμέσως:

α)

κοινοποιεί τα εν λόγω σφάλματα στην ΕΑΚΑΑ και όλες τις επηρεαζόμενες αξιολογούμενες οντότητες εξηγώντας τον αντίκτυπο στις αξιολογήσεις του, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης να επανεξετασθούν εκδοθείσες αξιολογήσεις·

β)

εάν τα σφάλματα έχουν αντίκτυπο στις αξιολογήσεις του πιστοληπτικής ικανότητας, δημοσιεύει τα εν λόγω σφάλματα στον δικτυακό του τόπο·

γ)

διορθώνει τα εν λόγω σφάλματα στις μεθοδολογίες αξιολόγησης· και

δ)

εφαρμόζει τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 6 στοιχεία α), β) και γ).».

11)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 8α

Αξιολόγηση δημόσιου χρέους

1.   Οι αξιολογήσεις δημόσιου χρέους εκδίδονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται η ανάλυση των επιμέρους ιδιαιτεροτήτων του εκάστοτε κράτους μέλους. Δήλωση με την οποία ανακοινώνεται η αναθεώρηση μιας δεδομένης ομάδας χωρών απαγορεύεται, αν δεν συνοδεύεται από ατομικές εκθέσεις ανά χώρα. Οι εκθέσεις αυτές δημοσιοποιούνται.

2.   Οι δημόσιες κοινοποιήσεις πλην των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, των προοπτικών αξιολόγησης ή των συνοδευτικών δελτίων τύπου ή αναφορών, όπως αναφέρονται στο παράρτημα I ενότητα Δ μέρος I σημείο 5, οι οποίες σχετίζονται με ενδεχόμενες αλλαγές στην αξιολόγηση δημόσιου χρέους, δεν στηρίζονται σε πληροφορίες που ευρίσκονται στην κατοχή της αξιολογούμενης οντότητας και που έχουν κοινοποιηθεί χωρίς την έγκριση της αξιολογούμενης οντότητας, εκτός αν οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες από ευρέως προσβάσιμες πηγές ή δεν υπάρχουν θεμιτοί λόγοι για να μη συγκατατεθεί η αξιολογούμενη οντότητα στην κοινοποίηση της πληροφορίας.

3.   Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 8 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο, δημοσιεύει στον δικτυακό του τόπο και υποβάλλει στην ΕΑΚΑΑ σε ετήσια βάση, σύμφωνα με το παράρτημα I ενότητα Δ μέρος III σημείο 3, κατά το τέλος του μήνα Δεκεμβρίου ένα χρονοδιάγραμμα για τους επόμενους 12 μήνες, στο οποίο καθορίζονται κατ’ ανώτατο όριο τρεις ημερομηνίες για τη δημοσίευση μη ζητηθεισών αξιολογήσεων δημοσίου χρέους και των σχετικών προοπτικών αξιολόγησης καθώς και οι ημερομηνίες για τη δημοσίευση ζητηθεισών αξιολογήσεων δημοσίου χρέους και των σχετικών προοπτικών αξιολόγησης. Οι ημερομηνίες αυτές καθορίζονται για ημέρα Παρασκευή.

4.   Η απόκλιση της δημοσίευσης αξιολογήσεων δημοσίου χρέους ή συναφών προοπτικών αξιολόγησης από το χρονοδιάγραμμα είναι δυνατή μόνο εφόσον αυτό καθίσταται αναγκαίο για τη συμμόρφωση του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 8 παράγραφος 2, του άρθρου 10 παράγραφος 1 και του άρθρου 11 παράγραφος 1, και συνοδεύεται από λεπτομερή αιτιολόγηση των λόγων απόκλισης από το ανακοινωθέν χρονοδιάγραμμα.

Άρθρο 8β

Πληροφορίες σχετικά με διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα

1.   Ο εκδότης, η μεταβιβάζουσα οντότητα και ο ανάδοχος ενός διαρθρωμένου χρηματοπιστωτικού μέσου που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση δημοσιεύουν από κοινού, στον δικτυακό τόπο που δημιουργήθηκε από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 4, τις πληροφορίες σχετικά με την πιστωτική ποιότητα και την απόδοση των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων του διαρθρωμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, τη δομή της πράξης τιτλοποίησης, τις ταμειακές ροές και κάθε ασφάλεια που υποστηρίζει ένα άνοιγμα τιτλοποίησης, καθώς και κάθε πληροφορία που είναι απαραίτητη για τη διεξαγωγή ολοκληρωμένων και καλά ενημερωμένων προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων για τις ταμειακές ροές και τις τιμές των ασφαλειών που υποστηρίζουν τα υποκείμενα ανοίγματα.

2.   Η υποχρέωση δημοσίευσης πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν επεκτείνεται σε περιπτώσεις που μια τέτοια δημοσίευση θα παραβίαζε το εθνικό ή το ενωσιακό δίκαιο που διέπει την προστασία της εμπιστευτικότητας των πηγών πληροφοριών ή της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων.

3.   Η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να διευκρινίσει:

α)

τις πληροφορίες τις οποίες πρέπει να δημοσιεύουν τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, προκειμένου να συμμορφωθούν με την υποχρέωση που απορρέει από την παράγραφο 1 σύμφωνα με την παράγραφο 2·

β)

τη συχνότητα με την οποία ενημερώνονται οι πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α)·

γ)

την παρουσίαση των πληροφοριών που αναφέρονται στο στοιχείο α) μέσω ενός τυποποιημένου περιγράμματος κοινοποίησης.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 21 Ιουνίου 2014.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

4.   Η ΕΑΚΑΑ δημιουργεί ιστότοπο για τη δημοσίευση των πληροφοριών σχετικά με τα διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1.

Άρθρο 8γ

Διπλή αξιολόγηση διαρθρωμένων χρηματοπιστωτικών μέσων

1.   Εφόσον ένας εκδότης ή ένας σχετιζόμενος τρίτος προτίθεται να ζητήσει αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ενός διαρθρωμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, αναθέτει σε τουλάχιστον δύο οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να παράσχουν αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας ο ένας ανεξάρτητα από τον άλλον.

2.   Ο εκδότης ή ο σχετιζόμενος με αυτόν τρίτος που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μεριμνούν ώστε οι διορισμένοι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να πληρούν τους ακόλουθους όρους:

α)

οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν ανήκουν στον ίδιο όμιλο οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

β)

οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν είναι μέτοχοι ή μέλη οποιουδήποτε άλλου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

γ)

οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν έχουν το δικαίωμα ή την εξουσία να ασκούν δικαιώματα ψήφου σε οιοδήποτε άλλο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

δ)

οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν έχουν το δικαίωμα ή την εξουσία να διορίζουν ή να παύουν μέλη του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου οιουδήποτε άλλου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

ε)

κανένα από τα μέλη των διοικητικών ή εποπτικών συμβουλίων σε έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν είναι μέλος του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου άλλου οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

στ)

οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν ασκούν ούτε έχουν την εξουσία να ασκήσουν έλεγχο ή δεσπόζουσα επιρροή σε οιοδήποτε άλλο οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

Άρθρο 8δ

Χρησιμοποίηση δύο ή περισσότερων οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας

1.   Εάν ο εκδότης ή ένας σχετιζόμενος με αυτόν τρίτος προτίθεται να αναθέσει σε δύο ή περισσότερους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας την αξιολόγηση της ίδιας έκδοσης ή οντότητας, ο εκδότης ή ο σχετιζόμενος με αυτόν τρίτος εξετάζει το ενδεχόμενο ανάθεσης σε τουλάχιστον έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που δεν κατέχει συνολικό μερίδιο αγοράς άνω του 10 % και ο οποίος κρίνεται από τον εκδότη ή τον σχετιζόμενο με αυτόν τρίτο ως ικανός να αξιολογήσει τη σχετική έκδοση ή οντότητα, υπό την προϋπόθεση ότι, βάσει του καταλόγου της ΕΑΚΑΑ που αναφέρεται στην παράγραφο 2, είναι διαθέσιμος ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για την αξιολόγηση της συγκριμένης έκδοσης ή οντότητας. Εάν ο εκδότης ή ο σχετιζόμενος με αυτόν τρίτος δεν αναθέσει την αξιολόγηση σε τουλάχιστον έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που δεν κατέχει συνολικό μερίδιο αγοράς άνω του 10 %, το γεγονός αυτό καταγράφεται.

2.   Προκειμένου να διευκολυνθεί ο σχηματισμός της γνώμης του εκδότη ή ενός σχετιζόμενου με αυτόν τρίτου σύμφωνα με την παράγραφο 1, η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει ετησίως στο δικτυακό της τόπο έναν κατάλογο των εγγεγραμμένων οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, αναφέροντας το συνολικό μερίδιό τους της αγοράς και τους τύπους των εκδιδόμενων αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιείται από τον εκδότη ως αφετηρία για να σχηματίσει την εκτίμησή του.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, το συνολικό μερίδιο αγοράς μετράται σε σχέση με τον ετήσιο κύκλο εργασιών που προκύπτει από δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και βοηθητικές υπηρεσίες σε επίπεδο ομίλου.».

12)

Στο άρθρο 10, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κοινοποιεί οιαδήποτε αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτική αξιολόγησης καθώς και οιαδήποτε απόφαση παύσης μιας αξιολόγησης, σε μη επιλεκτική βάση και εγκαίρως. Εφόσον ληφθεί απόφαση παύσης αξιολόγησης, οι πληροφορίες που κοινοποιούνται περιλαμβάνουν πλήρη αιτιολογία της απόφασης.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει επίσης για τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που διανέμονται με την καταβολή συνδρομής.

2.   Οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εξασφαλίζουν ότι οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και οι προοπτικές αξιολόγησης παρουσιάζονται και αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I ενότητα Δ και δεν παρουσιάζουν άλλους παράγοντες πλην εκείνων που σχετίζονται με τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

2α.   Μέχρις ότου κοινοποιηθούν στο κοινό οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, οι προοπτικές αξιολόγησης και οι πληροφορίες που σχετίζονται με αυτές θεωρούνται εμπιστευτικές πληροφορίες, όπως ορίζεται στην και κατά την έννοια της οδηγίας 2003/6/ΕΚ.

Το άρθρο 6 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, στους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας όσον αφορά την υποχρέωσή τους για εχεμύθεια και την υποχρέωσή τους να διατηρούν κατάλογο των προσώπων που έχουν πρόσβαση στις αξιολογήσεις τους πιστοληπτικής ικανότητας, στις προοπτικές αξιολόγησης και στις συναφείς πληροφορίες πριν από την κοινοποίησή τους.

Ο κατάλογος των προσώπων στα οποία οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, οι προοπτικές αξιολόγησης και οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται πριν κοινοποιηθούν περιλαμβάνει μόνο τα πρόσωπα που προσδιορίζονται από την εκάστοτε αξιολογούμενη οντότητα για τον σκοπό αυτό.».

13)

Στο άρθρο 10 παράγραφος 5, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Σε περίπτωση που οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εκδίδει μη ζητηθείσα αξιολόγηση, αναφέρει ευδιάκριτα στην αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, χρησιμοποιώντας εμφανώς διαφορετικό χρωματικό κώδικα για την κατηγορία αξιολόγησης, εάν η αξιολογούμενη οντότητα ή ο σχετιζόμενος με αυτήν τρίτος συμμετείχαν στη διαδικασία αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και εάν ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας είχε πρόσβαση στους λογαριασμούς, στη διαχείριση και σε άλλα συναφή εσωτερικά έγγραφα της αξιολογούμενης οντότητας ή σχετιζόμενου τρίτου.».

14)

Στο άρθρο 11, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Κάθε εγγεγραμμένος ή πιστοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας καθιστά διαθέσιμες, σε κεντρικό αρχείο που δημιουργεί η ΕΑΚΑΑ, τις πληροφορίες σχετικά με τα ιστορικά δεδομένα των επιδόσεών του, συμπεριλαμβανομένης της συχνότητας της μεταβολής των αξιολογήσεων, και πληροφορίες σχετικά με παλαιότερες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εκδόθηκαν στο παρελθόν και τις αλλαγές τους. Ένας τέτοιος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παρέχει πληροφορίες στο αρχείο αυτό σε τυποποιημένη μορφή, όπως προβλέπεται από την ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ παρέχει στο κοινό πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες και δημοσιεύει, σε συνοπτική μορφή, πληροφορίες σχετικά με τις σημαντικότερες εξελίξεις που παρατηρούνται σε ετήσια βάση.».

15)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 11α

Ευρωπαϊκή πλατφόρμα αξιολόγησης

1.   Κάθε εγγεγραμμένος και κάθε πιστοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όταν εκδίδει μια αξιολόγηση ή μια προοπτική αξιολόγησης, υποβάλλει στην ΕΑΚΑΑ πληροφορίες αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και της προοπτικής αξιολόγησης του αξιολογούμενου μέσου, πληροφορίες σχετικά με τον τύπο αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, τον τύπο της δράσης αξιολόγησης και την ημερομηνία και ώρα δημοσίευσης.

2.   Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει σε δικτυακό τόπο τις ατομικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που της υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 (“Ευρωπαϊκή πλατφόρμα αξιολόγησης”).

Το κεντρικό αρχείο του άρθρου 11 παράγραφος 2 ενσωματώνεται στην Ευρωπαϊκή πλατφόρμα αξιολόγησης.

3.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας ή τις προοπτικές αξιολόγησης που παράγονται και κοινοποιούνται αποκλειστικά στους επενδυτές έναντι καταβολής τέλους.».

16)

Στο άρθρο 14 παράγραφος 3, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Υπό την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κοινοποιεί στην ΕΑΚΑΑ τις προτιθέμενες ουσιώδεις αλλαγές στις μεθοδολογίες αξιολόγησης, τα υποδείγματα ή τις βασικές παραδοχές αξιολόγησης ή τις προτεινόμενες νέες μεθοδολογίες αξιολόγησης, υποδείγματα ή βασικές παραδοχές αξιολόγησης όταν ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δημοσιοποιεί τις προτεινόμενες αλλαγές ή τις προτεινόμενες νέες μεθοδολογίες, στον δικτυακό του τόπο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 5α. Μετά τη λήξη της περιόδου διαβούλευσης, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κοινοποιεί στην ΕΑΚΑΑ οιεσδήποτε αλλαγές οφειλόμενες στη διαβούλευση.».

17)

Στο άρθρο 18, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί στην Επιτροπή, την ΕΑΤ, την ΕΑΑΕΣ, τις αρμόδιες αρχές και τις τομεακές αρμόδιες αρχές, κάθε απόφαση βάσει των άρθρων 16, 17 ή 20.».

18)

Στο άρθρο 19, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η ΕΑΚΑΑ χρεώνει τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας με τέλη σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό της Επιτροπής που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Τα εν λόγω τέλη καλύπτουν πλήρως τις αναγκαίες δαπάνες τις ΕΑΚΑΑ που είναι σχετικές με την εγγραφή, την πιστοποίηση και την εποπτεία των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και την κάλυψη κάθε δαπάνης στην οποία είναι δυνατόν να υποβληθούν οι αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ιδίως ως αποτέλεσμα οποιασδήποτε ανάθεσης καθηκόντων σύμφωνα με το άρθρο 30.».

19)

Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

i)

το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να διευκρινίσει:»·

ii)

το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

το περιεχόμενο και τη μορφή των περιοδικών αναφορών των δεδομένων των αξιολογήσεων που πρέπει να ζητούνται από εγγεγραμμένους και πιστοποιημένους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για τον σκοπό της διαρκούς εποπτείας από την ΕΑΚΑΑ.»·

iii)

μετά το στοιχείο ε), προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 21 Ιουνίου 2014.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.».

β)

Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4α.   Η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να διευκρινίσει:

α)

το περιεχόμενο και την παρουσίαση των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της δομής, της μορφής, της μεθόδου και του χρονοδιαγράμματος των εκθέσεων, τα οποία οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας πρέπει να κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 11α παράγραφος 1· και

β)

το περιεχόμενο και τη μορφή των περιοδικών εκθέσεων σχετικά με τα τέλη που χρεώνουν οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για τους σκοπούς της διαρκούς εποπτείας από την ΕΑΚΑΑ.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 21 Ιουνίου 2014.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

4β.   Η ΕΑΚΑΑ συντάσσει έκθεση σχετικά με τη δυνατότητα μιας ή περισσοτέρων χαρτογραφήσεων των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας σύμφωνα με το άρθρο 11α παράγραφος 1 και την υποβάλλει στην Επιτροπή έως τις 21 Ιουνίου 2015. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή αξιολογεί:

α)

τη δυνατότητα, το κόστος και το όφελος μιας ή περισσοτέρων χαρτογραφήσεων·

β)

πώς μπορούν να δημιουργηθούν μια ή περισσότερες χαρτογραφήσεις χωρίς να διαστρεβλώνονται οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας υπό το πρίσμα διαφόρων μεθοδολογιών αξιολόγησης·

γ)

τυχόν συνέπειες που οι χαρτογραφήσεις θα μπορούσαν να έχουν στα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα τα οποία έχουν αναπτυχθεί μέχρι στιγμής σε συνάρτηση με το άρθρο 21 παράγραφος 4α στοιχεία α) και β).

Η ΕΑΚΑΑ διαβουλεύεται με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ σε σχέση με τα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου.».

γ)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει ετησίως έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Αυτή η έκθεση περιέχει, ειδικότερα, αποτίμηση της υλοποίησης του παραρτήματος I από τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που είναι εγγεγραμμένοι σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, και αποτίμηση της εφαρμογής του μηχανισμού προσυπογραφής που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.».

20)

Στο άρθρο 22α, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εξέταση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις μεθοδολογίας».

21)

Το άρθρο 25α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25α

Τομεακές αρμόδιες αρχές υπεύθυνες για την εποπτεία και την επιβολή της εφαρμογής του άρθρου 4 παράγραφος 1 και των άρθρων 5α, 8β, 8γ και 8δ

Οι τομεακές αρμόδιες αρχές είναι υπεύθυνες για την εποπτεία και την επιβολή της εφαρμογής του άρθρου 4 παράγραφος 1 και των άρθρων 5α, 8β, 8γ και 8δ σύμφωνα με τη σχετική τομεακή νομοθεσία.».

22)

Παρεμβάλλεται ο ακόλουθος τίτλος:

«ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙΑ

ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΙΣΤΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 35α

Αστική ευθύνη

1.   Εάν ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας έχει διαπράξει εκ προθέσεως ή εκ βαρείας αμελείας οιαδήποτε από τις παραβάσεις του παραρτήματος III που έχει επιπτώσεις στην αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, ο επενδυτής ή ο εκδότης μπορεί να αξιώσει αποζημίωση από τον εν λόγω οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για την προκληθείσα σε αυτόν ζημία εξαιτίας της παράβασης αυτής.

Ο επενδυτής μπορεί να αξιώσει αποζημίωση βάσει του παρόντος άρθρου, εφόσον αποδεικνύει ότι βασίστηκε ευλόγως, σύμφωνα με το άρθρο 5α παράγραφος 1 ή άλλως με τη δέουσα επιμέλεια, σε μια αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας για να λάβει απόφαση να επενδύσει, να διακρατήσει ή να εκποιήσει χρηματοοικονομικό μέσο που καλύπτεται από την εν λόγω αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας.

Ο εκδότης μπορεί να αξιώσει αποζημίωση βάσει του παρόντος άρθρου, εφόσον αποδεικνύει ότι ο ίδιος ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα του καλύπτονται από την εν λόγω αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας και ότι η παράβαση δεν οφείλεται σε παραπλανητικές και ανακριβείς πληροφορίες που παρέσχε ο εκδότης στον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, είτε απευθείας είτε μέσω δημόσιας πληροφόρησης.

2.   Εναπόκειται στον επενδυτή ή εκδότη να προσκομίσει ακριβή και λεπτομερή στοιχεία που τεκμηριώνουν ότι ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας έχει διαπράξει παράβαση του παρόντος κανονισμού και ότι η εν λόγω παράβαση είχε επίπτωση στην εκδοθείσα αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας.

Το τι συνιστούν ακριβή και λεπτομερή στοιχεία κρίνεται από το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο, λαμβανομένου υπόψη ότι ο επενδυτής ή εκδότης ενδέχεται να μην έχει πρόσβαση σε πληροφορίες που εμπίπτουν καθαρά στο πεδίο του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

3.   Η αστική ευθύνη των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, μπορεί μόνον να περιορισθεί εκ των προτέρων εφόσον ο εν λόγω περιορισμός:

α)

είναι εύλογος και αναλογικός, και

β)

επιτρέπεται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Κάθε περιορισμός που δεν συμμορφώνεται με το πρώτο εδάφιο ή τυχόν αποκλεισμός της αστικής ευθύνης δεν έχει καμία νομική ισχύ.

4.   Όροι όπως “ζημία”, “πρόθεση”, “βαρεία αμέλεια”, “εύλογη εμπιστοσύνη”, “δέουσα επιμέλεια”, “επίπτωση”, “εύλογο” και “αναλογικό”, που αναφέρονται στο παρόν άρθρο χωρίς να ορίζονται, ερμηνεύονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, όπως καθορίζεται από τους σχετικούς κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. Θέματα που αφορούν την αστική ευθύνη του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό διέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, όπως καθορίζεται από τους σχετικούς κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. Το δικαστήριο που είναι αρμόδιο να αποφασίσει σχετικά με αξίωση για αστική ευθύνη η οποία προβάλλεται από έναν επενδυτή ή έναν εκδότη καθορίζεται από τους σχετικούς κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.

5.   Το παρόν άρθρο δεν αποκλείει περαιτέρω αξιώσεις για αστική ευθύνη κατ’ εφαρμογή του εθνικού δικαίου·

6.   Το δικαίωμα αποκατάστασης που καθορίζεται στο παρόν άρθρο δεν εμποδίζει την ΕΑΚΑΑ να ασκεί πλήρως τις εξουσίες της, όπως ορίζονται στο άρθρο 36α.».

23)

Στο άρθρο 36α παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

α)

Τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 5, 11 έως 15, 19, 20, 23, 26α έως 26δ, 28, 30, 32, 33, 35, 41, 43, 50, 51 και 55 έως 62 της ενότητας I του παραρτήματος III, τα ποσά των προστίμων ορίζονται στα 500 000 EUR κατ’ ελάχιστον και δεν υπερβαίνουν τα 750 000 EUR·

β)

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στα σημεία 6, 7 8, 16, 17, 18, 21, 22, 22α, 24, 25, 27, 29, 31, 34, 37 έως 40, 42, 42α, 42β, 45 έως 49α, 52, 53 και 54 της ενότητας I του παραρτήματος III, τα ποσά των προστίμων ορίζονται στα 300 000 EUR κατ’ ελάχιστον και δεν υπερβαίνουν τα 450 000 EUR·».

β)

Τα στοιχεία δ) και ε) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στα σημεία 1, 6, 7, 8 και 9 της ενότητας II του παραρτήματος III, τα ποσά των προστίμων ορίζονται στα 50 000 EUR κατ’ ελάχιστον και δεν υπερβαίνουν τα 150 000 EUR·

ε)

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στα σημεία 2, 3α έως 5 της ενότητας II του παραρτήματος III, τα ποσά των προστίμων ορίζονται στα 25 000 EUR κατ’ ελάχιστον και δεν υπερβαίνουν τα 75 000 EUR·».

γ)

Το στοιχείο η) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«η)

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στο σημείο 20α της ενότητας Ι του παραρτήματος III, στα σημεία 4 έως 4γ, 6, 8 και 10 της ενότητας III του παραρτήματος III, τα ποσά των προστίμων ορίζονται στα 90 000 EUR κατ’ ελάχιστον και δεν υπερβαίνουν τα 200 000 EUR·».

24)

Το άρθρο 39 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 3 διαγράφονται.

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Η Επιτροπή, αφού λάβει τεχνικές συμβουλές από την ΕΑΚΑΑ, επανεξετάζει την κατάσταση στην αγορά αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, και ιδίως στην αγορά αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις. Μετά από αυτήν την επανεξέταση, η Επιτροπή, έως την 1η Ιουλίου 2016, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση, συνοδευόμενη ενδεχομένως από νομοθετική πρόταση, η οποία εξετάζει ειδικότερα:

α)

τη διαθεσιμότητα επαρκών δυνατοτήτων επιλογής προς συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των άρθρων 6β και 8γ·

β)

κατά πόσον είναι σκόπιμο να μειωθεί ή να επεκταθεί η μέγιστη διάρκεια της συμβατικής σχέσης που αναφέρεται στο άρθρο 6β παράγραφος 1 και η ελάχιστη περίοδος πριν από την οποία ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μπορεί να συνάψει εκ νέου σύμβαση με έναν εκδότη ή ένα σχετιζόμενο με αυτόν τρίτο μέρος για την έκδοση αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6β παράγραφος 3·

γ)

κατά πόσον είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί η εξαίρεση που αναφέρεται στο άρθρο 6β παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο.

5.   Η Επιτροπή, αφού λάβει τεχνικές συμβουλές από την ΕΑΚΑΑ, επανεξετάζει την κατάσταση στην αγορά αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας. Μετά από αυτήν την επανεξέταση, η Επιτροπή, έως την 1η Ιανουαρίου 2016, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συνοδευόμενη ενδεχομένως από νομοθετική πρόταση, η οποία εξετάζει ειδικότερα:

α)

κατά πόσον υπάρχει ανάγκη να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων που αναφέρεται στο άρθρο 8β, ώστε να συμπεριλάβει οποιαδήποτε άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα·

β)

κατά πόσον οι απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 6, 6α και 7 μετρίασαν επαρκώς τις συγκρούσεις συμφερόντων·

γ)

κατά πόσον το πεδίο του μηχανισμού εναλλαγής που αναφέρεται στο άρθρο 6β θα πρέπει να επεκταθεί σε άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, και κατά πόσον είναι σκόπιμο να ισχύσουν διαφορετικές διάρκειες περιόδων στις διάφορες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων·

δ)

κατά πόσον ενδείκνυται να υπάρχουν εναλλακτικά μοντέλα αμοιβών·

ε)

κατά πόσον υπάρχει ανάγκη να εφαρμοσθούν άλλα μέτρα προς ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·

στ)

κατά πόσον συνιστώνται πρόσθετες πρωτοβουλίες για την προώθηση του ανταγωνισμού στην αγορά αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, λαμβανομένων υπόψη των εξελίξεων όσον αφορά τη διάρθρωση του κλάδου·

ζ)

κατά πόσον υπάρχει ανάγκη να προταθούν μέτρα για τη διόρθωση της συμβατικής υπέρμετρης στήριξης στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας·

η)

τα επίπεδα συγκέντρωσης της αγοράς, τους κινδύνους που προκύπτουν από την υψηλή συγκέντρωση και τις επιπτώσεις στη συνολική σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα.

6.   Η Επιτροπή ενημερώνει τουλάχιστον ετησίως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με οιαδήποτε νέα απόφαση ισοδυναμίας του άρθρου 5 παράγραφος 6 ληφθείσα κατά την περίοδο που καλύπτει η έκθεση.».

25)

Το άρθρο 39α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 39α

Προσωπικό και πόροι της ΕΑΚΑΑ

Έως τις 21 Ιουνίου 2014, η ΕΑΚΑΑ προβαίνει σε αποτίμηση των αναγκών σε προσωπικό και πόρους τις οποίες συνεπάγεται η ανάληψη των εξουσιών και καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.».

26)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 39β

Υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων

1.   Έως την 31η Δεκεμβρίου 2015, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο επί των εξής:

α)

τις ενέργειες που αναλήφθηκαν όσον αφορά τη διαγραφή των αναφορών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που ενεργοποιούν ή είναι δυνατόν να ενεργοποιήσουν αποκλειστική ή μηχανιστική στήριξη σε αυτές, και

β)

τα εναλλακτικά μέσα που θα παρείχαν τη δυνατότητα στους επενδυτές να προβαίνουν οι ίδιοι σε αξιολόγηση πιστοληπτικού κινδύνου των εκδοτών και των χρηματοπιστωτικών μέσων,

προκειμένου να διαγραφούν όλες οι αναφορές στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας στο ενωσιακό δίκαιο, για κανονιστικούς σκοπούς, έως την 1η Ιανουαρίου 2020, με την επιφύλαξη του προσδιορισμού και της εφαρμογής κατάλληλων εναλλακτικών. Η ΕΑΚΑΑ παρέχει τεχνικές συμβουλές προς την Επιτροπή στο πλαίσιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση στην αγορά, η Επιτροπή υποβάλλει, έως την 31η Δεκεμβρίου 2014, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη σκοπιμότητα της ανάπτυξης μιας ευρωπαϊκής αξιολόγησης φερεγγυότητας για το δημόσιο χρέος.

Λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα της έκθεσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο καθώς και την κατάσταση στην αγορά, η Επιτροπή υποβάλλει, έως την 31η Δεκεμβρίου 2016, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη σκοπιμότητα και την εφικτότητα της στήριξης Ευρωπαϊκού Οργανισμού Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας, με έργο την αξιολόγηση της φερεγγυότητας του δημόσιου χρέους των κρατών μελών, και/ή Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας για όλες τις άλλες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

3.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφικτότητα ενός δικτύου μικρότερων οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας προκειμένου να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στην αγορά. Η έκθεση αυτή αξιολογεί τη δυνατότητα χρηματοδοτικής και μη χρηματοδοτικής ενίσχυσης, για τη σύσταση ενός τέτοιου δικτύου, λαμβάνοντας υπόψη την πιθανή σύγκρουση συμφερόντων που ανακύπτει από αυτή τη δημόσια χρηματοδότηση. Βάσει των πορισμάτων της εν λόγω έκθεσης και μετά την παροχή τεχνικών συμβουλών από την ΕΑΚΑΑ, η Επιτροπή μπορεί να επανεκτιμά και να εισηγηθεί την τροποποίηση του άρθρου 8δ.».

27)

Το παράρτημα I τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα I του παρόντος κανονισμού·

28)

Το παράρτημα III τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παρά την πρώτη παράγραφο:

1)

το σημείο 7 στοιχείο α), τα σημεία 9 και 10, το σημείο 11 σε σχέση με το άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και το άρθρο 1 σημεία 12 και 27 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται από την 1η Ιουνίου 2018 για τους σκοπούς της αξιολόγησης που αναφέρεται:

α)

στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 ως προς το εάν οι απαιτήσεις τρίτων χωρών είναι τουλάχιστον εξίσου αυστηρές με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον εν λόγω σημείο, και

β)

στο άρθρο 5 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 ως προς το εάν οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας τρίτων χωρών υπόκεινται σε νομικά δεσμευτικούς κανόνες που είναι ισοδύναμοι με εκείνους που ορίζονται στο εν λόγω στοιχείο.

2)

Το άρθρο 1 σημείο 8 του παρόντος κανονισμού σε σχέση με το άρθρο 6α παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 εφαρμόζεται από τις 21 Ιουνίου 2014 όσον αφορά οποιονδήποτε μέτοχο ή μέλος οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ο οποίος στις 15 Νοεμβρίου 2011 κατείχε το 5 % ή περισσότερο του κεφαλαίου περισσοτέρων του ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

3)

Το άρθρο 1 σημείο 15 εφαρμόζεται από τις 21 Ιουνίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 21 Μαΐου 2013.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

L. CREIGHTON


(1)  ΕΕ C 167 της 13.6.2012, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 68.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Ιανουαρίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 13ης Μαΐου 2013.

(4)  ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 145 της 31.5.2011, σ. 30.

(6)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.

(7)  ΕΕ C 380 E της 11.12.2012, σ. 24.

(8)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12.

(9)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48.

(10)  ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σ. 38.

(11)  ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1.

(12)  ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 201.

(13)  ΕΕ L 96 της 12.4.2003, σ. 16.

(14)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(15)  ΕΕ C 139 της 15.5.2012, σ. 6.

(16)  ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1.

(17)  ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32.

(18)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1.

(19)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.».

(20)  ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15.».

(21)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.».

(22)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12.

(23)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48.

(24)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 1.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 τροποποιείται ως εξής:

1.

Η ενότητα Β τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εντοπίζει, εξαλείφει ή διαχειρίζεται και κοινοποιεί ρητά και ευδιάκριτα οποιεσδήποτε υπάρχουσες ή ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων που είναι δυνατόν να επηρεάσουν τις αναλύσεις και την κρίση των αναλυτών αξιολογήσεων, των εργαζομένων του, καθώς και οιωνδήποτε άλλων φυσικών προσώπων οι υπηρεσίες των οποίων τίθενται στη διάθεση ή υπό τον έλεγχο του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, συμμετέχουν δε άμεσα στις δραστηριότητες των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, και των προσώπων που εγκρίνουν τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και τις προοπτικές αξιολόγησης.»·

β)

το σημείο 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

στο πρώτο εδάφιο, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν εκδίδει αξιολόγηση ή προοπτική αξιολόγησης σε καμία από τις ακόλουθες περιπτώσεις, ή, στην περίπτωση υπάρχουσας αξιολόγησης ή προοπτικής αξιολόγησης, κοινολογεί αμέσως ότι η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή η προοπτική αξιολόγησης ενδέχεται να επηρεάζεται, στις ακόλουθες περιπτώσεις:»·

ii)

μετά το στοιχείο α), παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«αα)

μέτοχος ή μέλος ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που κατέχει 10 % ή περισσότερο είτε του κεφαλαίου είτε των δικαιωμάτων ψήφου του εν λόγω οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ή είναι με άλλο τρόπο σε θέση να ασκεί σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, κατέχει το 10 % ή περισσότερο είτε του κεφαλαίου είτε των δικαιωμάτων ψήφου της αξιολογούμενης οντότητας, ή ενός σχετιζόμενου με αυτήν τρίτου ή κάθε άλλου ιδιοκτησιακού συμφέροντος στην εν λόγω αξιολογούμενη οντότητα ή τρίτο, με εξαίρεση τα μερίδια σε προγράμματα διαφοροποιημένων συλλογικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαίων υπό διαχείριση, όπως συνταξιοδοτικά ταμεία ή ασφαλίσεις ζωής, τα οποία δεν του δίνουν τη δυνατότητα να ασκεί σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του προγράμματος·»·

iii)

μετά το στοιχείο β), παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«βα)

η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας εκδίδεται σε σχέση με μια αξιολογούμενη οντότητα ή έναν σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο που κατέχει το 10 % ή περισσότερο είτε του κεφαλαίου είτε των δικαιωμάτων ψήφου του εν λόγω οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας·»·

iv)

μετά το στοιχείο γ), παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γα)

μέτοχος ή μέλος οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που κατέχει 10 % ή περισσότερο είτε του κεφαλαίου είτε των δικαιωμάτων ψήφου του εν λόγω οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ή είναι με άλλο τρόπο σε θέση να ασκεί σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, είναι μέλος του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου της αξιολογούμενης οντότητας ή ενός σχετιζόμενου με αυτήν τρίτου·»·

v)

το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εκτιμά επίσης αμέσως μήπως υπάρχουν λόγοι για επαναξιολόγηση ή απόσυρση της υπάρχουσας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης.»·

γ)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«3α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κοινολογεί κατά πόσον μια υπάρχουσα αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτική αξιολόγησης επηρεάζεται ενδεχομένως από εκάτερο των εξής:

α)

μέτοχος ή μέλος οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που κατέχει το 5 % ή περισσότερο είτε του κεφαλαίου είτε των δικαιωμάτων ψήφου του εν λόγω οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ή είναι με άλλο τρόπο σε θέση να ασκεί σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, κατέχει το 5 % ή περισσότερο είτε του κεφαλαίου είτε των δικαιωμάτων ψήφου της αξιολογούμενης οντότητας, ή του σχετιζόμενου με αυτήν τρίτου ή κάθε άλλου ιδιοκτησιακού συμφέροντος στην εν λόγω αξιολογούμενη οντότητα ή τρίτο. Εξαιρούνται τα μερίδια σε προγράμματα διαφοροποιημένων συλλογικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαίων υπό διαχείριση, όπως συνταξιοδοτικά ταμεία ή ασφαλίσεις ζωής, τα οποία δεν του δίνουν τη δυνατότητα να ασκεί σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του προγράμματος·

β)

μέτοχος ή μέλος οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που κατέχει 5 % ή περισσότερο είτε του κεφαλαίου είτε των δικαιωμάτων ψήφου του εν λόγω οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ή είναι με άλλο τρόπο σε θέση να ασκεί σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, είναι μέλος του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου της αξιολογούμενης οντότητας ή σχετιζόμενου με αυτήν τρίτου.

3β.

Υπό την προϋπόθεση ότι ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας γνωρίζει ή θα έπρεπε να γνωρίζει τη σχετική πληροφορία, οι υποχρεώσεις του σημείου 3αα), βα) και γα) και του σημείου 3α σχετίζονται επίσης με:

α)

τους έμμεσους μετόχους, που καλύπτονται από το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/109/ΕΚ, και

β)

τις εταιρείες που ασκούν έλεγχο ή δεσπόζουσα επιρροή, άμεσα ή έμμεσα, στον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, και που καλύπτονται από το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/109/ΕΚ.

3γ.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας διασφαλίζει ότι η αμοιβή που χρεώνεται στους πελάτες του για την παροχή υπηρεσιών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και βοηθητικών υπηρεσιών δεν εισάγουν διακρίσεις και βασίζονται στο πραγματικό κόστος. Τα τέλη που χρεώνονται για τις υπηρεσίες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν εξαρτώνται από το επίπεδο της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδεται από τον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή από οποιοδήποτε άλλο αποτέλεσμα ή έκβαση της εκτελούμενης εργασίας·»·

δ)

στο σημείο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ή οιοδήποτε πρόσωπο που κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον το 5 % είτε του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή είναι με άλλο τρόπο σε θέση να ασκήσει σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δεν παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες στην αξιολογούμενη οντότητα ή στον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο σχετικά με την εταιρική ή νομική δομή, το ενεργητικό, το παθητικό ή τις δραστηριότητες της εν λόγω αξιολογούμενης οντότητας ή του σχετιζόμενου με αυτήν τρίτου.»·

ε)

το σημείο 7 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

για κάθε απόφαση αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και προοπτικής αξιολόγησης, η ταυτότητα των αναλυτών αξιολόγησης που συμμετέχουν στον προσδιορισμό της αξιολόγησης ή της προοπτικής αξιολόγησης, η ταυτότητα των ατόμων που έχουν εγκρίνει την αξιολόγηση ή την προοπτική αξιολόγησης, πληροφορίες περί του εάν η αξιολόγηση ήταν ζητηθείσα ή μη ζητηθείσα και την ημερομηνία κατά την οποία ανελήφθη η δράση της αξιολόγησης·»·

ii)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

οι καταγραφές που τεκμηριώνουν τις καθιερωμένες διαδικασίες και μεθοδολογίες αξιολόγησης που χρησιμοποιεί ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για να προσδιορίσει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και τις προοπτικές αξιολόγησης·»·

iii)

το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

οι καταγραφές και φάκελοι για εσωτερική χρήση, συμπεριλαμβανομένων μη δημοσίων πληροφοριών και εγγράφων εργασίας, που χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για οιαδήποτε απόφαση αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και προοπτικής αξιολόγησης έχει ληφθεί·».

2.

Η ενότητα Γ τροποποιείται ως εξής:

α)

στο σημείο 2, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Κανένα πρόσωπο αναφερόμενο στο σημείο 1 δεν συμμετέχει ούτε επηρεάζει κατ’ άλλον τρόπο τον καθορισμό μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης οποιασδήποτε συγκεκριμένης αξιολογούμενης οντότητας, εάν το εν λόγω πρόσωπο:»·

β)

στο σημείο 3, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

δεν κοινοποιούν καμία πληροφορία σχετικά με τις αξιολογήσεις ή τις πιθανές μελλοντικές αξιολογήσεις ή προοπτικές αξιολόγησης του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, με εξαίρεση εκείνες που έχουν αποδέκτη την αξιολογούμενη οντότητα ή τον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο·»·

γ)

το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Πρόσωπο αναφερόμενο στο σημείο 1 δεν αναλαμβάνει σημαντική διοικητική θέση στην αξιολογούμενη οντότητα ή στον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο πριν παρέλθουν έξι μήνες από την έκδοση της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης.»·

δ)

το σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.

Για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 4:

α)

οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας διασφαλίζουν ότι οι κύριοι αναλυτές αξιολογήσεων δεν συμμετέχουν σε δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας όσον αφορά την ίδια αξιολογούμενη οντότητα ή τον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο για περίοδο που υπερβαίνει τα τέσσερα έτη·

β)

οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, εκτός αυτών που διορίστηκαν από τον εκδότη ή τον σχετιζόμενο με αυτόν τρίτο και όλους τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδουν αξιολογήσεις κρατών διασφαλίζουν ότι:

i)

οι αναλυτές αξιολογήσεων δεν συμμετέχουν σε δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας όσον αφορά την ίδια αξιολογούμενη οντότητα ή τον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα πέντε έτη·

ii)

τα πρόσωπα που εγκρίνουν τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας δεν συμμετέχουν σε δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας όσον αφορά την ίδια αξιολογούμενη οντότητα ή τον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα επτά έτη.

Τα πρόσωπα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου δεν μπορούν να συμμετέχουν σε δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας όσον αφορά την αξιολογούμενη οντότητα ή τον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο κατά τα εν λόγω στοιχεία επί δύο έτη από το πέρας του χρονικού διαστήματος που καθορίζουν τα εν λόγω στοιχεία.».

3.

Ο τίτλος της ενότητας Δ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κανόνες για την παρουσίαση των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας και προοπτικών αξιολόγησης».

4.

Το μέρος I της ενότητας Δ τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας διασφαλίζει ότι κάθε αξιολόγηση και προοπτική αξιολόγησης δηλώνει ρητά και ευδιάκριτα το όνομα και την επαγγελματική θέση του κύριου αναλυτή αξιολογήσεων σε δεδομένη δραστηριότητα αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, καθώς και το όνομα και τη θέση του προσώπου που ήταν κατά πρώτο λόγο υπεύθυνο για την έγκριση της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή της προοπτικής αξιολόγησης.».

β)

Το σημείο 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

αναφέρονται όλες οι ουσιώδεις πηγές πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της αξιολογούμενης οντότητας ή, εφόσον ενδείκνυται, του σχετιζομένου με αυτήν τρίτου, που χρησιμοποιήθηκαν για την προετοιμασία της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή της προοπτικής αξιολόγησης, καθώς επίσης εάν η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή η προοπτική αξιολόγησης έχει κοινοποιηθεί στην εν λόγω αξιολογούμενη οντότητα ή τον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο και έχει τροποποιηθεί μετά την κοινοποίηση αυτή και πριν από την έκδοσή της·»·

ii)

τα στοιχεία δ) και ε) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

σημειώνεται ρητά και ευδιάκριτα η ημερομηνία κατά την οποία η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας δόθηκε για πρώτη φορά για διανομή και η ημερομηνία της τελευταίας ενημέρωσής της, συμπεριλαμβανομένων τυχόν προοπτικών αξιολόγησης·

ε)

παρέχονται πληροφορίες σχετικά με το εάν η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας αφορά προσφάτως εκδοθέν χρηματοπιστωτικό μέσο και εάν ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας αξιολογεί το χρηματοπιστωτικό μέσο για πρώτη φορά· και

στ)

σε περίπτωση προοπτικής αξιολόγησης, παρέχεται ο χρονικός ορίζοντας κατά τον οποίο αναμένεται μια αλλαγή στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας.

Κατά τη δημοσίευση αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης, οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας περιλαμβάνουν αναφορά στα ιστορικά ποσοστά αθέτησης των υποχρεώσεων που δημοσιεύονται από την ΕΑΚΑΑ σε κεντρικό αρχείο σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2, καθώς και επεξηγηματική δήλωση για τη σημασία αυτών των ποσοστών αθέτησης των υποχρεώσεων.».

γ)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«2α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας συνοδεύει την κοινοποίηση των μεθοδολογιών αξιολόγησης, των προτύπων και των βασικών παραδοχών αξιολόγησης με κατευθυντήριες γραμμές που επεξηγούν τις παραδοχές, τις παραμέτρους, τα όρια και τις αβεβαιότητες που περιβάλλουν τα πρότυπα και τις μεθόδους αξιολόγησης που εφαρμόζονται σε αυτού του είδους τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, συμπεριλαμβανομένων και προσομοιώσεων σεναρίων ακραίων καταστάσεων που καλείται να αντιμετωπίσει ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κατά την εκπόνηση των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, πληροφορίες πιστοληπτικής ικανότητας σχετικά με την ανάλυση ζημιών και ταμειακών ροών που πραγματοποίησε ή στις οποίες στηρίζεται, και, εφόσον εφαρμόζεται, ένδειξη τυχόν αναμενόμενης αλλαγής της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές είναι σαφείς και ευχερώς κατανοητές.».

δ)

Το σημείο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ενημερώνει την αξιολογούμενη οντότητα κατά τις εργάσιμες ώρες της αξιολογούμενης οντότητας και τουλάχιστον μία πλήρη εργάσιμη ημέρα πριν από τη δημοσίευση της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή της προοπτικής αξιολόγησης. Αυτές οι πληροφορίες περιλαμβάνουν τους κύριους λόγους στους οποίους βασίζεται η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή η προοπτική αξιολόγησης, προκειμένου να δοθεί στην αξιολογούμενη οντότητα η δυνατότητα να επιστήσει την προσοχή του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σε τυχόν αντικειμενικά λάθη.».

ε)

Στο σημείο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δηλώνει ρητά και ευδιάκριτα κατά την κοινοποίηση αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικών αξιολόγησης, οποιαδήποτε χαρακτηριστικά ή περιορισμούς της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή της προοπτικής αξιολόγησης. Ειδικότερα, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δηλώνει σαφώς, κατά την κοινοποίηση κάθε αξιολόγησης ή προοπτικής αξιολόγησης, εάν θεωρεί ικανοποιητική την ποιότητα των πληροφοριών που διατίθενται για την αξιολογούμενη οντότητα και σε ποιο βαθμό έχει επαληθεύσει τις πληροφορίες που του παρέχονται από την αξιολογούμενη οντότητα ή τον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο. Εάν αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτική αξιολόγησης περιλαμβάνει έναν τύπο οντότητας ή χρηματοπιστωτικού μέσου για τον οποίο τα ιστορικά δεδομένα είναι περιορισμένα, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δηλώνει ρητά και ευδιάκριτα τους περιορισμούς.».

στ)

Στο σημείο 5, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.

Κατά την ανακοίνωση μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εξηγεί στα δελτία τύπου ή τις εκθέσεις του τα βασικά υποκείμενα στοιχεία της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.».

ζ)

Προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«6.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας δημοσιοποιεί στον δικτυακό του τόπο και κοινοποιεί στην ΕΑΚΑΑ πληροφορίες για όλες τις οντότητες ή δανειακά μέσα που υποβάλλονται σε αυτόν για την αρχική τους εξέταση ή προκαταρκτική αξιολόγηση. Η κοινοποίηση αυτή διενεργείται ακόμα και αν οι εκδότες συνάπτουν σύμβαση με τον οργανισμό αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας για να διενεργηθεί τελική αξιολόγηση.».

5.

Στην ενότητα Δ, μέρος II, τα σημεία 3 και 4 διαγράφονται.

6.

Στην ενότητα Δ, προστίθεται το ακόλουθο μέρος:

«III.   Πρόσθετες υποχρεώσεις σε σχέση με αξιολογήσεις δημόσιου χρέους

1.

Όταν οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εκδίδει αξιολόγηση δημόσιου χρέους ή σχετική πρόβλεψη αξιολόγησης, παρέχει συγχρόνως λεπτομερή έκθεση έρευνας η οποία εξηγεί όλες τις παραδοχές, τις παραμέτρους, τα όρια και τις αβεβαιότητες, καθώς και οιαδήποτε άλλη πληροφορία λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της εν λόγω αξιολόγησης δημοσίου χρέους ή προοπτικής αξιολόγησης. Η εν λόγω έκθεση είναι διαθέσιμη στο κοινό, σαφής και εύκολα κατανοητή.

2.

Μια διαθέσιμη στο κοινό έκθεση έρευνας που συνοδεύει αλλαγή σε σύγκριση με την προηγούμενη αξιολόγηση δημόσιου χρέους ή τη σχετική πρόβλεψη αξιολόγησης περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:

α)

λεπτομερή αξιολόγηση των αλλαγών στην ποσοτική παραδοχή που δικαιολογεί τους λόγους για την αλλαγή της αξιολόγησης και σχετικό βάρος τους. Η λεπτομερής αξιολόγηση πρέπει να περιλαμβάνει περιγραφή των εξής: κατά κεφαλήν εισόδημα, αύξηση του ΑΕΠ, πληθωρισμός, δημοσιονομικό ισοζύγιο, ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών, εξωτερικό χρέος, ένας δείκτης για την οικονομική ανάπτυξη, ένας δείκτης για την υπερημερία πληρωμής και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο που ελήφθη υπόψη. Αυτή συμπληρώνεται με το σχετικό βάρος κάθε παράγοντα·

β)

λεπτομερή αξιολόγηση των αλλαγών στην ποιοτική παραδοχή που δικαιολογεί τους λόγους για την αλλαγή της αξιολόγησης και σχετικό βάρος τους·

γ)

λεπτομερή περιγραφή των κινδύνων των ορίων και των αβεβαιοτήτων που σχετίζονται με την αλλαγή της αξιολόγησης· και

δ)

περίληψη των πρακτικών των συνεδριάσεων της επιτροπής αξιολόγησης που αποφάσισε την αλλαγή της αξιολόγησης.

3.

Υπό την επιφύλαξη του παραρτήματος I ενότητα Δ μέρος I σημείο 3, εφόσον ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εκδίδει αξιολογήσεις δημοσίου χρέους ή σχετικές προοπτικές αξιολόγησης, τις δημοσιεύει, σύμφωνα με το άρθρο 8α, μετά το πέρας των ωρών εργασίας των ρυθμιζόμενων αγορών και τουλάχιστον μία ώρα πριν από το άνοιγμά τους.

4.

Υπό την επιφύλαξη του παραρτήματος I ενότητα Δ μέρος I σημείο 5, σύμφωνα με το οποίο, κατά την ανακοίνωση μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας εξηγεί στα δελτία τύπου ή τις εκθέσεις του τα βασικά υποκείμενα στοιχεία της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και, μολονότι οι εθνικές πολιτικές ενδέχεται να αποτελούν υποκείμενο στοιχείο μιας αξιολόγησης δημόσιου χρέους, οι αξιολογήσεις δημόσιου χρέους ή προοπτικές αξιολόγησης δεν περιλαμβάνουν συστάσεις πολιτικής, υποδείξεις ή κατευθυντήριες γραμμές για τις αξιολογούμενες οντότητες, συμπεριλαμβανομένων των κρατών και των περιφερειακών ή τοπικών αρχών των κρατών.».

7.

Στην ενότητα Ε, μέρος I, το σημείο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.

την πολιτική του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σχετικά με τη δημοσίευση των αξιολογήσεων και άλλες σχετικές ανακοινώσεις, συμπεριλαμβανομένων των προοπτικών αξιολόγησης·».

8.

Στην ενότητα Ε, μέρος II, σημείο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

κατάλογο των αμοιβών που χρεώνονται σε κάθε πελάτη για την ατομική αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας και τυχόν βοηθητικές υπηρεσίες·

αα)

η τιμολογιακή πολιτική του, συμπεριλαμβανομένης της διάρθρωσης των αμοιβών και των κριτηρίων τιμολόγησης σε σχέση με τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας για διαφορετικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων·».

9.

Το μέρος III της ενότητας Ε τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.

στατιστικά στοιχεία για την κατανομή του προσωπικού σε νέες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, επανεξετάσεις αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, αξιολόγηση μεθοδολογιών και μοντέλων και ανώτερη διοίκηση, καθώς και για την κατανομή του προσωπικού στις δραστηριότητες αξιολόγησης όσον αφορά τις διάφορες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων (εταιρικά - διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα - κρατικά)·».

β)

Το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

χρηματοπιστωτικές πληροφορίες σχετικά με τα έσοδα του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, συμπεριλαμβανομένου του συνολικού κύκλου εργασιών, κατανεμημένα σε τέλη από την αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας και τις βοηθητικές υπηρεσίες, με αναλυτική περιγραφή καθεμίας, συμπεριλαμβανομένων των εσόδων που προέρχονται από βοηθητικές υπηρεσίες που παρέχονται στους πελάτες υπηρεσιών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και της κατανομής των αμοιβών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας των διάφορων κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων. Οι πληροφορίες για το συνολικό κύκλο εργασιών περιλαμβάνουν επίσης τη γεωγραφική κατανομή του εν λόγω κύκλου εργασιών σε έσοδα που παράγονται στην Ένωση και σε έσοδα στον υπόλοιπο κόσμο·».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Το παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 τροποποιείται ως εξής:

1.

Η ενότητα I τροποποιείται ως εξής:

α)

Τα σημεία 19 έως 22 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«19.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 6 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το σημείο 1 της ενότητας Β του παραρτήματος I, όταν δεν εντοπίζει, δεν εξαλείφει ή δεν διαχειρίζεται και δεν κοινολογεί ρητά ή ευδιάκριτα οποιεσδήποτε υπάρχουσες ή ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων που είναι δυνατόν να επηρεάσουν τις αναλύσεις ή την κρίση των αναλυτών των αξιολογήσεων, των εργαζομένων του, καθώς και οιωνδήποτε άλλων φυσικών προσώπων οι υπηρεσίες των οποίων τίθενται στη διάθεση ή υπό τον έλεγχο του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και τα οποία συμμετέχουν άμεσα στην έκδοση των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, ή των προσώπων που εγκρίνουν τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και τις προοπτικές αξιολόγησης.

20.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 6 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το πρώτο εδάφιο του σημείου 3 της ενότητας Β του παραρτήματος I, εάν εκδώσει αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτική αξιολόγησης σε οιαδήποτε εκ των περιπτώσεων που εκτίθενται στην πρώτη παράγραφο του εν λόγω σημείου ή, στην περίπτωση υπάρχουσας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης, εάν δεν ανακοινώσει αμέσως ότι η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας ή η προοπτική αξιολόγησης ενδέχεται να έχει παρουσιαστεί εξαιτίας των συγκεκριμένων εν προκειμένω συνθηκών.

20α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 6 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το σημείο 3α της ενότητας Β του παραρτήματος I, εάν δεν κοινολογήσει ότι υφιστάμενη αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας είναι δυνατόν να έχει επηρεασθεί από οιαδήποτε των συνθηκών οι οποίες εκτίθενται στα στοιχεία α) και β) του εν λόγω σημείου.

21.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 6 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το δεύτερο εδάφιο του σημείου 3 της ενότητας Β του παραρτήματος I, εάν δεν εκτιμήσει αμέσως αν τίθενται λόγοι επαναξιολόγησης ή απόσυρσης της υπάρχουσας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης.

22.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 6 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το παράρτημα I ενότητα Β σημείο 4 πρώτη παράγραφος, εάν αξιολογήσει οντότητες εφόσον αυτός ο ίδιος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή οιοδήποτε πρόσωπο κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον το 5 % είτε του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή άλλως είναι σε θέση να ασκήσει σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οργανισμού αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας, παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες στην εν λόγω αξιολογούμενη οντότητα ή στον σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο σχετικά με την εταιρική ή νομική δομή, το ενεργητικό, το παθητικό ή τις δραστηριότητες της εν λόγω αξιολογούμενης οντότητας ή του σχετιζόμενου με αυτήν τρίτου.».

β)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«22α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 6α παράγραφος 1, εάν ένας εκ των μετόχων του ή μέλος που κατέχει τουλάχιστον το 5 %του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου στον εν λόγω οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή σε εταιρεία η οποία έχει την εξουσία να ασκεί έλεγχο ή δεσπόζουσα επιρροή στον εν λόγω οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, παραβαίνει μία εκ των απαγορεύσεων που προβλέπονται στα στοιχεία α) έως ε) της συγκεκριμένης παραγράφου, με εξαίρεση της απαγόρευσης που προβλέπεται στο στοιχείο α) για μερίδια σε προγράμματα διαφοροποιημένων συλλογικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαίων υπό διαχείριση, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία ή οι ασφαλίσεις ζωής, με την προϋπόθεση ότι οι συμμετοχές σε τέτοια προγράμματα δεν δίδουν τη δυνατότητα στους μετόχους ή τα μέλη ενός οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να ασκούν σημαντική επιρροή στις επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω προγραμμάτων.».

γ)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία:

«26α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που έχει συνάψει σύμβαση για την έκδοση αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις παραβιάζει το άρθρο 6β παράγραφος 1, αν εκδίδει αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας για νέες επανατιτλοποιήσεις στις οποίες τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία προέρχονται από την ίδια μεταβιβάζουσα οντότητα για περίοδο μεγαλύτερη των τεσσάρων ετών.

26β.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που έχει συνομολογήσει σύμβαση για την έκδοση αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις παραβιάζει το άρθρο 6β παράγραφος 3, εάν συνομολογήσει νέα σύμβαση για την έκδοση αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για επανατιτλοποιήσεις με υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού προερχόμενα από την ίδια μεταβιβάζουσα οντότητα, για περίοδο ίση με τη διάρκεια της σύμβασης που έληξε, όπως προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 6β, η οποία όμως δεν υπερβαίνει τα 4 έτη.».

δ)

Το σημείο 33 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«33.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 7 παράγραφος 3, σε συνδυασμό με το σημείο 2 της ενότητας Γ του Παραρτήματος I, εάν δεν διασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που αναφέρονται στο σημείο 1 της εν λόγω ενότητας δεν συμμετέχουν ούτε επηρεάζουν κατ’ άλλον τρόπο τον καθορισμό μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης κατά τα οριζόμενα στο σημείο 2 της εν λόγω ενότητας.».

ε)

Το σημείο 36 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«36.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 7 παράγραφος 3, σε συνδυασμό με το σημείο 7 της ενότητας Γ του παραρτήματος I, εάν δεν διασφαλίζει ότι το πρόσωπο που αναφέρεται στο σημείο 1 της εν λόγω ενότητας δεν αναλαμβάνει σημαντική διοικητική θέση στην αξιολογούμενη οντότητα ή σε σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο πριν παρέλθουν έξι μήνες από την έκδοση της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή προοπτικής αξιολόγησης.».

στ)

Τα σημεία 38, 39 και 40 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«38.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 7 παράγραφος 4, σε συνδυασμό με το σημείο i) του στοιχείου β) της πρώτης παραγράφου του σημείου 8 της ενότητας Γ του παραρτήματος I, όταν δεν διασφαλίζει ότι, εφόσον παρέχει μη ζητηθείσες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας ή αξιολογήσεις δημοσίου χρέους, ένας αναλυτής αξιολογήσεων δεν συμμετέχει σε δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που αφορούν την ίδια αξιολογούμενη οντότητα ή σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα πέντε έτη.

39.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 7 παράγραφος 4, σε συνδυασμό με το σημείο ii) του στοιχείου β) της πρώτης παραγράφου του σημείου 8 της ενότητας Γ του παραρτήματος I, όταν δεν διασφαλίζει ότι, εφόσον παρέχει μη ζητηθείσες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας ή αξιολογήσεις δημοσίου χρέους, ένα πρόσωπο που εγκρίνει αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας δεν συμμετέχει σε δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που αφορούν την ίδια αξιολογούμενη οντότητα ή σχετιζόμενο με αυτήν τρίτο για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα επτά έτη.

40.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 7 παράγραφος 4, σε συνδυασμό με το παράρτημα I ενότητα Γ σημείο 8 δεύτερο εδάφιο, εάν δεν διασφαλίζει ότι το πρόσωπο το οποίο αναφέρεται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου του εν λόγω σημείου δεν συμμετέχει σε δραστηριότητες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που σχετίζονται με την αξιολογούμενη οντότητα ή με αναφερόμενο στα εν λόγω σημεία τρίτο επί δύο έτη μετά το πέρας των χρονικών περιόδων που καθορίζονται στα στοιχεία αυτά.».

ζ)

Το σημείο 42 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«42.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 2, όταν δεν θεσπίζει, δεν εφαρμόζει ή δεν επιβάλλει την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων για να διασφαλίσει ότι οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και οι προοπτικές αξιολόγησης που εκδίδει στηρίζονται σε προσεκτική ανάλυση όλων των πληροφοριών που διαθέτει και οι οποίες είναι σχετικές με την ανάλυσή του σύμφωνα με τις εφαρμοστέες μεθοδολογίες αξιολόγησης.».

η)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«42α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 2 εάν χρησιμοποιεί πληροφορίες που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 8 παράγραφος 2.

42β.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 2α, εάν εκδίδει τροποποιήσεις των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας που δεν συνάδουν με τις δημοσιευμένες μεθοδολογίες του αξιολόγησης.».

θ)

Το σημείο 46 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«46.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8, παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο, πρώτη πρόταση, εάν δεν παρακολουθεί τις δικές του αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, εκτός από αξιολογήσεις δημόσιου χρέους, ή δεν επανεξετάζει τις δικές του αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, εκτός από αξιολογήσεις δημόσιου χρέους, ή μεθοδολογίες αξιολόγησης διαρκώς ή τουλάχιστον μία φορά ανά έτος.».

ι)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«46α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 8 παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο, πρώτη πρόταση, εάν δεν παρακολουθεί τις δικές του αξιολογήσεις δημόσιου χρέους ή δεν επανεξετάζει τις δικές του αξιολογήσεις δημόσιου χρέους διαρκώς ή τουλάχιστον κάθε έξι μήνες.».

ια)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«49α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 8 παράγραφος 7 στοιχείο γ), εάν δεν επαναξιολογεί μια αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, εφόσον τα σφάλματα όσον αφορά τις μεθοδολογίες αξιολόγησης ή την εφαρμογή τους επηρεάζουν την αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας.».

ιβ)

Προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«55.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8α παράγραφος 3, εάν δεν δημοσιεύει στον δικτυακό του τόπο ή δεν υποβάλλει στην ΕΑΚΑΑ, σε ετήσια βάση, σύμφωνα με το παράρτημα I ενότητα Δ μέρος III σημείο 3, κατά το τέλος του Δεκεμβρίου, ένα χρονοδιάγραμμα για τους επόμενους 12 μήνες, στο οποίο ορίζονται, κατ’ ανώτατο όριο, τρεις ημερομηνίες, ημέρα Παρασκευή, για τη δημοσίευση των μη ζητηθεισών αξιολογήσεων κρατών και των σχετικών προοπτικών αξιολόγησης και στο οποίο καθορίζονται ημέρα Παρασκευή οι ημερομηνίες δημοσίευσης των ζητηθεισών αξιολογήσεων κρατών και των σχετικών προοπτικών αξιολόγησης.

56.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8α παράγραφος 4 εάν αποκλίνει από το ανακοινωθέν χρονοδιάγραμμα χωρίς αυτό να είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2, του άρθρου 10 παράγραφος 1 ή του άρθρου 11 παράγραφος 1, ή εάν δεν παρέχει λεπτομερή εξήγηση των λόγων απόκλισης από το ανακοινωθέν χρονοδιάγραμμα.

57.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 10 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το παράρτημα I ενότητα Δ μέρος III σημείο 3, εάν δημοσιεύει αξιολόγηση δημόσιου χρέους ή σχετική προοπτική αξιολόγησης κατά τις ώρες εργασίας των ρυθμιζόμενων αγορών ή λιγότερο από μία ώρα πριν από το άνοιγμα τους.

58.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 10 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το παράρτημα I ενότητα Δ μέρος III σημείο 4, εάν περιλάβει συστάσεις πολιτικής, υποδείξεις ή κατευθυντήριες γραμμές στις αξιολογούμενες οντότητες, συμπεριλαμβανομένων των κρατών ή των περιφερειακών ή τοπικών αρχών των κρατών, ως μέρος μιας αξιολόγησης δημόσιου χρέους ή σχετικής προοπτικής αξιολόγησης.

59.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8α παράγραφος 2, εάν στηρίζει τις δημόσιες κοινοποιήσεις του που συνδέονται με αλλαγές στην αξιολόγηση δημόσιου χρέους και οι οποίες δεν είναι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, προοπτικές αξιολόγησης ή συνοδευτικά δελτία τύπου, όπως αναφέρονται στο παράρτημα I ενότητα Δ μέρος I σημείο 5, σε πληροφορίες που εμπίπτουν στο πεδίο της αξιολογούμενης οντότητας και οι πληροφορίες αυτές έχουν κοινοποιηθεί χωρίς τη συγκατάθεση της αξιολογούμενης οντότητας, εκτός εάν οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες από ευρέως προσβάσιμες πηγές ή εκτός εάν δεν υπάρχουν θεμιτοί λόγοι ώστε η αξιολογούμενη οντότητα να μην συγκατατίθεται στην κοινοποίηση των πληροφοριών.

60.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8α παράγραφος 1 εάν δεν εκδίδει διαθέσιμες στο κοινό ατομικές εκθέσεις ανά χώρα ενώ ανακοινώνει την αναθεώρηση της αξιολόγησης μιας δεδομένης ομάδας χωρών.

61.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το παράρτημα I ενότητα Δ μέρος III σημείο 1, όταν εκδίδει μια αξιολόγηση δημόσιου χρέους ή μια σχετική προοπτική αξιολόγησης χωρίς ταυτόχρονα να τις συνοδεύει από λεπτομερή έκθεση έρευνας η οποία εξηγεί όλες τις παραδοχές, τις παραμέτρους, τα όρια και τις αβεβαιότητες, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της εν λόγω αξιολόγησης δημοσίου χρέους ή προοπτικής αξιολόγησης, ή όταν η έκθεση αυτή δεν δημοσιοποιείται και δεν είναι σαφής και ευκόλως κατανοητή.

62.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το παράρτημα I ενότητα Δ μέρος III σημείο 2, εάν δεν εκδίδει διαθέσιμη στο κοινό έκθεση έρευνας που συνοδεύει μια μεταβολή σε σχέση με προηγούμενη αξιολόγηση δημόσιου χρέους ή συναφή προοπτική αξιολόγησης, ή εάν δεν περιλαμβάνει στην έκθεση αυτή τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα I ενότητα Δ μέρος III σημεία 2α) έως 2δ).».

2.

Η ενότητα II τροποποιείται ως εξής:

α)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«3α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 14 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο εάν δεν ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ για τις σκοπούμενες ουσιώδεις αλλαγές στις υφιστάμενες μεθοδολογίες αξιολόγησης, πρότυπα ή βασικές παραδοχές αξιολόγησης ή για τις προτεινόμενες νέες μεθοδολογίες αξιολόγησης, πρότυπα ή βασικές παραδοχές αξιολόγησης κατά τη δημοσίευσή των μεθοδολογιών αξιολόγησης στον δικτυακό του τόπο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 5α.

3β.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 5α πρώτο εδάφιο εάν δεν δημοσιεύει στον δικτυακό του τόπο τις προτεινόμενες νέες μεθοδολογίες αξιολόγησης, πρότυπα ή βασικές παραδοχές αξιολόγησης ή τις προτεινόμενες ουσιώδεις αλλαγές στις μεθοδολογίες αξιολόγησης, προτύπων ή βασικών παραδοχών αξιολόγησης, που θα είχαν, ενδεχομένως, επιπτώσεις σε μια αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, μαζί με εξήγηση των αιτιών και των συνεπειών των αλλαγών.

3γ.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 7 στοιχείο α), εάν δεν ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ για σφάλματα που εντοπίζονται στις μεθοδολογίες του αξιολόγησης ή στην εφαρμογή τους ή εάν δεν επεξηγεί την επίπτωσή τους στις αξιολογήσεις του πιστοληπτικής ικανότητας, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης επανεξέτασης εκδοθεισών αξιολογήσεών του πιστοληπτικής ικανότητας.».

β)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«4α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 11α παράγραφος 1, εάν δεν καθιστά διαθέσιμες τις απαιτούμενες πληροφορίες ή δεν παρέχει αυτές τις πληροφορίες στην απαιτούμενη μορφή κατά τα αναφερόμενα στην εν λόγω παράγραφο.».

γ)

Το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 23β παράγραφος 1 εάν απέχει από το να παρέχει πληροφορίες σε απάντηση προς μία απόφαση που απαιτεί πληροφορίες σύμφωνα μα το άρθρο 23β παράγραφος 3, ή παρέχει ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες σε απάντηση προς μία απλή αίτηση ή απόφαση.».

δ)

Το σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το στοιχείο γ) του άρθρου 23γ παράγραφος 1 εάν απέχει από το να παρέχει εξήγηση ή παρέχει ανακριβή ή παραπλανητική εξήγηση επί γεγονότων ή εγγράφων σχετικών με το αντικείμενο και τον σκοπό ενός ελέγχου.».

3.

Η ενότητα ΙΙΙ τροποποιείται ως εξής:

α)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«4α.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο αα), εφόσον σκοπεύει να χρησιμοποιήσει νέες μεθοδολογίες αξιολόγησης, εάν δεν ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ ή εάν δεν δημοσιεύει άμεσα στον δικτυακό του τόπο τα αποτελέσματα της διαβούλευσης και τις νέες αυτές μεθοδολογίες αξιολόγησης, μαζί με λεπτομερή εξήγηση αυτών καθώς και την ημερομηνία εφαρμογής τους.

4β.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 7 στοιχείο α), εάν δεν ενημερώνει τις επηρεαζόμενες αξιολογούμενες οντότητες για σφάλματα που εντοπίζονται στις μεθοδολογίες του αξιολόγησης ή στην εφαρμογή τους, ή εάν δεν επεξηγεί την επίπτωσή τους στις αξιολογήσεις του πιστοληπτικής ικανότητας, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης επανεξέτασης εκδοθεισών αξιολογήσεων του πιστοληπτικής ικανότητας.

4γ.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 8 παράγραφος 7 στοιχείο β), εάν δεν δημοσιεύει στον δικτυακό του τόπο σφάλματα που εντοπίζονται στις μεθοδολογίες του αξιολόγησης ή στην εφαρμογή τους, εφόσον τα σφάλματα αυτά έχουν επίπτωση στις αξιολογήσεις του οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.».

β)

Τα σημεία 6 και 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 10 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το σημείο 1 ή 2, την πρώτη παράγραφο του σημείου 4 ή τα σημεία 5 ή 6, του μέρους I της ενότητας Δ του παραρτήματος I ή τα μέρη II ή III της ενότητας Δ του παραρτήματος I, εάν δεν παρέχει τις πληροφορίες που απαιτούνται από τις εν λόγω διατάξεις κατά την παρουσίαση μιας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή μιας προοπτικής αξιολόγησης.

7.

Ο οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας παραβιάζει το άρθρο 10 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το σημείο 3 του μέρους I της ενότητας Δ του παραρτήματος I, εάν δεν ενημερώσει την αξιολογούμενη οντότητα κατά τις εργάσιμες ώρες της αξιολογούμενης οντότητας και τουλάχιστον μία πλήρη εργάσιμη ημέρα πριν από τη δημοσίευση της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή της προοπτικής αξιολόγησης.».


Top