EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007R0219

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 219/2007 του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2007 , για τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (SESAR)

ΕΕ L 64 της 2.3.2007, p. 1–11 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ L 4M της 8.1.2008, p. 162–172 (MT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 29/11/2021; καταργήθηκε από 32021R2085

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2007/219/oj

2.3.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 64/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 219/2007 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Φεβρουαρίου 2007

για τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (SESAR)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 171,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στις 10 Μαρτίου 2004, εξέδωσαν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 549/2004 για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») (1), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004 σχετικά με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός για την παροχή υπηρεσιών») (2), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 551/2004 για την οργάνωση και τη χρήση του εναέριου χώρου στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός για τον εναέριο χώρο») (3) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 552/2004 σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας («κανονισμός για τη διαλειτουργικότητα») (4).

(2)

Το σχέδιο εκσυγχρονισμού της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη, («σχέδιο SESAR»), αποτελεί το τεχνολογικό σκέλος του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού. Στοχεύει να παράσχει, έως το 2020, στην Κοινότητα, μια υποδομή ελέγχου υψηλής απόδοσης που θα καταστήσει δυνατή την ασφαλή και φιλοπεριβαλλοντική ανάπτυξη των αεροπορικών μεταφορών, επωφελούμενο πλήρως από τις τεχνολογικές προόδους προγραμμάτων, όπως το Galileo.

(3)

Ύστερα από την προσχώρηση της Κοινότητας στο Eurocontrol, η Επιτροπή και το Eurocontrol υπέγραψαν συμφωνία-πλαίσιο για συνεργασία όσον αφορά την εφαρμογή του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού καθώς και σχετικά με τις δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης στον τομέα ελέγχου της εναέριας κυκλοφορίας.

(4)

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο «Ανταγωνιστικότητα» της 7ης Ιουνίου 2005 σχετικά με την εκπόνηση του μελλοντικού ευρωπαϊκού διαστημικού προγράμματος, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι αρμόδια να εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα και τη συνέχεια των επιχειρησιακών υπηρεσιών για την υποστήριξη των πολιτικών της, και θα συμβάλλει στην ανάπτυξη, την εφαρμογή και τη λειτουργία μιας ευρωπαϊκής διαστημικής υποδομής, με επίκεντρο τις διαστημικές εφαρμογές που συμβάλλουν στην υλοποίηση των πολιτικών της.

(5)

Το σχέδιο SESAR στοχεύει στην ολοκλήρωση και το συντονισμό δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης, οι οποίες προηγουμένως διεξάγονταν κατά τυχαίο και ασυντόνιστο τρόπο στο πλαίσιο της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων των πιο απομακρυσμένων και απόκεντρων περιοχών, όπως ορίζονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της συνθήκης.

(6)

Με την αποφυγή της επικάλυψης των δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης, το σχέδιο SESAR δεν θα οδηγήσει σε αύξηση του συνολικού ποσού της συμβολής των χρηστών του εναέριου χώρου στις προσπάθειες έρευνας και ανάπτυξης.

(7)

Το σχέδιο SESAR περιλαμβάνει τρεις φάσεις: φάση καθορισμού, φάση ανάπτυξης και φάση εφαρμογής.

(8)

Η φάση καθορισμού του σχεδίου SESAR έχει ως στόχο να καθορίσει τα διάφορα τεχνολογικά βήματα που πρέπει να γίνουν, τις προτεραιότητες των προγραμμάτων εκσυγχρονισμού και τα σχέδια επιχειρησιακής εφαρμογής. Η φάση αυτή συγχρηματοδοτείται από την Κοινότητα και από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας (Eurocontrol).

(9)

Η φάση καθορισμού άρχισε τον Οκτώβριο του 2005 και πραγματοποιείται υπό την ευθύνη του Eurocontrol από μια κοινοπραξία επιχειρήσεων που επιλέχθηκε ύστερα από δημόσια πρόσκληση υποβολής προσφορών. Θα περατωθεί το 2008 και θα έχει ως αποτέλεσμα ένα γενικό πρόγραμμα για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη. Το πρόγραμμα αυτό θα καθορίζει το πρόγραμμα εργασίας για την υλοποίηση των εννοιών αναφοράς, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων στρατηγικών εφαρμογής.

(10)

Τη φάση καθορισμού θα ακολουθήσει η φάση ανάπτυξης (2008-2013) κατά την οποία θα αναπτυχθούν νέοι εξοπλισμοί, συστήματα ή πρότυπα, που θα εξασφαλίσουν σύγκλιση προς ένα πλήρως διαλειτουργικό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη.

(11)

Η φάση ανάπτυξης θα μετατραπεί σε φάση εφαρμογής (2014-2020), η οποία θα συνίσταται σε ευρείας κλίμακας παραγωγή και εφαρμογή της νέας υποδομής διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας. Η υποδομή θα πρέπει να αποτελείται από πλήρως εναρμονισμένα και διαλειτουργικά στοιχεία τα οποία εξασφαλίζουν υψηλών επιδόσεων δραστηριότητες αεροπορικών μεταφορών στην Ευρώπη.

(12)

Λαμβάνοντας υπόψη το πλήθος των παραγόντων που θα χρειασθεί να υπεισέλθουν στη διαδικασία αυτή και των απαιτουμένων χρηματοδοτικών πόρων και τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης, είναι ζωτικής σημασίας, για τον εξορθολογισμό των δραστηριοτήτων, να συσταθεί μια νομική οντότητα, ικανή να εξασφαλίζει τη διαχείριση των κονδυλίων που θα διατίθενται στο σχέδιο SESAR κατά τη διάρκεια της φάσης ανάπτυξής του.

(13)

Συνεπώς, είναι αναγκαίο να συσταθεί μια κοινή επιχείρηση δυνάμει του άρθρου 171 της συνθήκης, προκειμένου να καταστεί δυνατή η επίτευξη σημαντικής προόδου όσον αφορά την ανάπτυξη τεχνολογιών που συνδέονται με τα συστήματα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας κατά τη διάρκεια της φάσης ανάπτυξης και να προετοιμασθεί η φάση εφαρμογής.

(14)

Το κύριο καθήκον της κοινής επιχείρησης είναι η διαχείριση των δραστηριοτήτων έρευνας, ανάπτυξης και επικύρωσης του σχεδίου SESAR μέσω του συνδυασμού δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης που παρέχεται από τα μέλη της και μέσω της χρησιμοποίησης εξωτερικών τεχνικών πόρων, ιδίως μέσω της αξιοποίησης της πείρας και τεχνογνωσίας του Eurocontrol.

(15)

Οι δραστηριότητες που αναλαμβάνονται από την κοινή επιχείρηση δυνάμει του προγράμματος SESAR είναι κυρίως δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης. Συνεπώς, η κοινοτική χρηματοδότηση θα πρέπει να καταβάλλεται ιδίως από τα οικεία προγράμματα-πλαίσια έρευνας και ανάπτυξης. Πρόσθετη χρηματοδότηση μπορεί να καταβάλλεται από το πρόγραμμα Διευρωπαϊκών Δικτύων σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχείο ζ) της απόφασης αριθ. 1692/96/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, περί των κοινοτικών προσανατολισμών για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών (5), το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα χρηματοδότησης δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης.

(16)

Σε αυτό το στάδιο του σχεδίου, η κοινοτική χρηματοδότηση της κοινής επιχείρησης θα πρέπει να περιορίζεται στη φάση ανάπτυξης και εντός της περιόδου που καλύπτεται από το σημερινό δημοσιονομικό πλαίσιο 2007-2013. Ωστόσο, αυτό δεν προδικάζει τη δυνατότητα του Συμβουλίου να αναθεωρεί το πεδίο εφαρμογής, τη διοίκηση, τη χρηματοδότηση και τη διάρκεια της κοινής επιχείρησης βάσει της προόδου που πραγματοποιείται κατά τη φάση ανάπτυξης.

(17)

Η ουσιαστική συμμετοχή του κλάδου αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του σχεδίου SESAR. Συνεπώς, έχει θεμελιώδη σημασία να συμπληρώνεται ο δημόσιος προϋπολογισμός της φάσης ανάπτυξης του σχεδίου SESAR από συνεισφορές του κλάδου.

(18)

Η κοινή επιχείρηση θα πρέπει να συσταθεί πριν από το τέλος της φάσης καθορισμού, ώστε να μπορεί να παρακολουθεί το έργο που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της φάσης καθορισμού και να προετοιμάσει τη φάση ανάπτυξης προκειμένου να εξασφαλισθεί η ταχεία εφαρμογή του γενικού σχεδίου για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη.

(19)

Το Συμβούλιο θα πρέπει να αποφασίσει για την υιοθέτηση του γενικού σχεδίου για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς του στην κοινή επιχείρηση, για τον εκσυγχρονισμό της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη, και θα πρέπει, εν προκειμένω, να αναθεωρήσει τη χρηματοδότηση του σχεδίου SESAR, ιδίως τις υποσχέσεις συνεισφοράς του κλάδου στην κοινή επιχείρηση.

(20)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η επικοινωνία με τα ιδρυτικά μέλη, η κοινή επιχείρηση θα πρέπει να εδρεύει στις Βρυξέλλες.

(21)

Η κοινή επιχείρηση είναι μη κερδοσκοπική οντότητα η οποία θα αφιερώνει όλους τους πόρους της στη διαχείριση δημόσιου ερευνητικού προγράμματος ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος. Τα δύο ιδρυτικά της μέλη είναι διεθνείς οργανώσεις που ενεργούν εξ ονόματος των αντίστοιχων κρατών μελών τους. Συνεπώς, θα πρέπει να παρασχεθεί στην οντότητα αυτήν, στο μέτρο του δυνατού, η ευρύτερη δυνατή φορολογική απαλλαγή από το κράτος υποδοχής.

(22)

Η Επιτροπή θα πρέπει να επικουρείται από την Επιτροπή Ενιαίου Ουρανού που συστάθηκε με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004. Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (6).

(23)

Η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο όσον αφορά την πρόοδο της κοινής επιχείρησης. Η ενημέρωση αυτή θα πρέπει να γίνεται μέσω περιοδικών αξιολογήσεων τις οποίες πραγματοποιεί η Επιτροπή και βάσει των ετήσιων εκθέσεων δραστηριοτήτων της κοινής επιχείρησης.

(24)

Οι κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας της κοινής επιχείρησης θα πρέπει να καθορισθούν με την κατάρτιση του καταστατικού της κοινής επιχείρησης, όπως περιέχεται στο παράρτημα.

(25)

Δεδομένου ότι τα τέλη διαδρομής βαρύνουν αποκλειστικά τους χρήστες του εναέριου χώρου, οι χρήστες αυτοί συμβάλλουν οικονομικά σε προσπάθειες έρευνας και ανάπτυξης στον τομέα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας. Συνεπώς, θα πρέπει να εκπροσωπούνται κατάλληλα στο πλαίσιο της κοινής επιχείρησης.

(26)

Η δημόσια χρηματοδότηση των φάσεων καθορισμού και ανάπτυξης του σχεδίου SESAR είναι σημαντική και οι επενδύσεις σε ένα σύστημα νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας θα πρέπει, σε μεγάλο βαθμό, να πραγματοποιηθούν από τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων φορέων που ορίζονται από τα κράτη μέλη. Συνεπώς, θα πρέπει να χορηγηθούν στα κράτη μέλη (της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και του Eurocontrol) δικαιώματα δωρεάν πρόσβασης, για μη εμπορικούς σκοπούς, στις γνώσεις που προκύπτουν από το σχέδιο, και να τους επιτραπεί να χρησιμοποιούν τις γνώσεις αυτές για τους σκοπούς τους, μεταξύ άλλων για δημόσιες προσκλήσεις υποβολής προσφορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Σύσταση κοινής επιχείρησης

1.   Για τη διαχείριση των δραστηριοτήτων της φάσης ανάπτυξης του σχεδίου για τον εκσυγχρονισμό της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη και την προώθηση της ασφάλειας, («σχέδιο SESAR»), συστήνεται κοινή επιχείρηση, γνωστή ως «Κοινή Επιχείρηση SESAR» («κοινή επιχείρηση»).

2.   Η κοινή επιχείρηση παύει να υφίσταται οκτώ έτη μετά την έγκριση, από το Συμβούλιο, γενικού προγράμματος για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη («γενικό πρόγραμμα ATM»), το οποίο προκύπτει από τη φάση καθορισμού του σχεδίου SESAR. Το Συμβούλιο αποφασίζει για την έγκριση αυτή βάσει προτάσεως της Επιτροπής.

3.   Το γενικό πρόγραμμα ΑΤΜ ανακοινώνεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

4.   Το πεδίο εφαρμογής, η διοίκηση, η χρηματοδότηση και η διάρκεια της κοινής επιχείρησης αναθεωρούνται, ανάλογα με την περίπτωση, από το Συμβούλιο βάσει προτάσεως της Επιτροπής ανάλογα με την εξέλιξη του σχεδίου και του γενικού προγράμματος ATM, λαμβανομένης υπόψη της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 7.

5.   Ο σκοπός της κοινής επιχείρησης είναι να εξασφαλίσει τον εκσυγχρονισμό του ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας με το συντονισμό και τη συγκέντρωση όλων των συναφών προσπαθειών έρευνας και ανάπτυξης στην Κοινότητα. Η κοινή επιχείρηση ευθύνεται για την εφαρμογή του γενικού προγράμματος ATM, και ιδίως για την πραγματοποίηση των ακόλουθων εργασιών:

οργάνωση και συντονισμός των δραστηριοτήτων της φάσης ανάπτυξης του σχεδίου SESAR, σύμφωνα με το γενικό πρόγραμμα ATM, οι οποίες προκύπτουν από τη φάση καθορισμού του σχεδίου την οποία διαχειρίζεται το Eurocontrol, συνδυάζοντας και διαχειριζόμενη, μέσω ενιαίας δομής, τη δημόσια και την ιδιωτική χρηματοδότηση,

εξασφάλιση της αναγκαίας χρηματοδότησης για τις δραστηριότητες της φάσης ανάπτυξης του σχεδίου SESAR σύμφωνα με το γενικό πρόγραμμα ATM,

εξασφάλιση της συμμετοχής των ενδιαφερομένων παραγόντων του τομέα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη, ιδίως δε: των παρoχών υπηρεσιών αεροναυτιλίας, των χρηστών του εναέριου χώρου, των ενώσεων επαγγελματικού προσωπικού, των αερολιμένων, και του κατασκευαστικού κλάδου, καθώς και των αρμοδίων επιστημονικών φορέων ή της αρμόδιας επιστημονικής κοινότητας,

οργάνωση του τεχνικού έργου έρευνας και ανάπτυξης, επικύρωσης και μελέτης, που θα πραγματοποιηθεί υπό την ευθύνη της, αποφεύγοντας την κατάτμηση των δραστηριοτήτων αυτών,

εξασφάλιση της εποπτείας των δραστηριοτήτων για την ανάπτυξη κοινών προϊόντων που προσδιορίζονται δεόντως στο γενικό πρόγραμμα ATM και, εφόσον χρειάζεται, προκήρυξη ειδικών προσκλήσεων υποβολής προσφορών.

6.   Η κοινή επιχείρηση αρχίζει να λειτουργεί το αργότερο όταν το γενικό πρόγραμμα ATM μεταφερθεί στην κοινή επιχείρηση.

7.   Η κοινή επιχείρηση εδρεύει στις Βρυξέλλες.

Άρθρο 2

Νομική προσωπικότητα

1.   Η κοινή επιχείρηση έχει νομική προσωπικότητα. Σε κάθε κράτος μέλος, η κοινή επιχείρηση έχει την ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται από το δίκαιο του οικείου κράτους στα νομικά πρόσωπα. Μπορεί, ιδίως, να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα δυνατά μέτρα για να παράσχουν στην κοινή επιχείρηση την ευρύτερη δυνατή φορολογική απαλλαγή όσον αφορά το ΦΠΑ και άλλους φόρους και ειδικούς φόρους κατανάλωσης.

Άρθρο 3

Καταστατικό της κοινής επιχείρησης

Θεσπίζεται το καταστατικό της κοινής επιχείρησης, το οποίο και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του παρόντος κανονισμού, όπως περιέχεται στο παράρτημά του.

Άρθρο 4

Χρηματοδοτικοί πόροι

1.   Η χρηματοδότηση της κοινής επιχείρησης προέρχεται από συνεισφορές των μελών της, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 12 του καταστατικού της.

2.   Η συνεισφορά της Κοινότητας καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό του προγράμματος-πλαισίου έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης. Επιπλέον, μπορεί να καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό του προγράμματος-πλαισίου για τα Διευρωπαϊκά Δίκτυα.

3.   Όλες οι κοινοτικές χρηματοδοτικές συνεισφορές στην κοινή επιχείρηση παύουν με την εκπνοή των δημοσιονομικών προοπτικών 2007-2013, εκτός εάν το Συμβούλιο αποφασίσει άλλως βάσει προτάσεως της Επιτροπής.

Άρθρο 5

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή Ενιαίου Ουρανού που συστάθηκε με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, («επιτροπή»), ενημερώνεται τακτικά για τις εργασίες της κοινής επιχείρησης. Προς τούτο, η Επιτροπή εγγράφει το σχέδιο SESAR ως σημείο στην ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων της επιτροπής.

2.   Η Επιτροπή καθορίζει την κοινοτική θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο.

3.   Ωστόσο, η θέση της Κοινότητας στο Διοικητικό Συμβούλιο για τις αποφάσεις που αφορούν το διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή, στρατηγικά χρηματοοικονομικά θέματα ή τις αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 23 του καταστατικού, υιοθετείται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

4.   Η θέση της Κοινότητας στο Διοικητικό Συμβούλιο όσον αφορά τις αποφάσεις που αφορούν την προσχώρηση νέων μελών, την τροποποίηση του καταστατικού και ουσιαστικές τροποποιήσεις του γενικού προγράμματος ΑΤΜ, υιοθετείται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6 παράγραφος 3.

Άρθρο 6

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 5.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε ένα μήνα.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε ένα μήνα.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητά τη γνώμη της επιτροπής για κάθε άλλο θέμα που αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

5.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 7

Αξιολόγηση

Κάθε τρία χρόνια από την έναρξη των δραστηριοτήτων της κοινής επιχείρησης και τουλάχιστον ένα έτος πριν από την εκπνοή της θητείας της κοινής επιχείρησης, η Επιτροπή αξιολογεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν από την κοινή επιχείρηση και τις μεθόδους εργασίας της, καθώς και τη γενική χρηματοοικονομική κατάσταση της κοινής επιχείρησης. Η Επιτροπή παρουσιάζει τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Άρθρο 8

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Φεβρουαρίου 2007.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. STEINBRÜCK


(1)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 10.

(3)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 20.

(4)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 26.

(5)  EE L 228 της 9.9.1996, σ. 1. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).

(6)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

Άρθρο 1

Μέλη

1.   Ιδρυτικά μέλη της κοινής επιχείρησης είναι:

η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, εκπροσωπούμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή («Επιτροπή»),

ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας («Eurocontrol»), εκπροσωπούμενος από την οργάνωσή του.

2.   Μέλη της κοινής επιχείρησης μπορούν να γίνουν:

η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων,

οποιαδήποτε δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση ή φορέας, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων ή φορέων τρίτων χωρών οι οποίες έχουν συνάψει με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα μία τουλάχιστον συμφωνία στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών.

3.   Κάθε αίτηση προσχώρησης υποβάλλεται στον εκτελεστικό διευθυντή, ο οποίος την διαβιβάζει στο Διοικητικό Συμβούλιο. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει εάν θα εγκρίνει διαπραγματεύσεις. Σε περίπτωση έγκρισης, ο εκτελεστικός διευθυντής διαπραγματεύεται τους όρους προσχώρησης και τους υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο. Οι όροι αυτοί περιλαμβάνουν, ιδίως, διατάξεις που αφορούν τις χρηματοδοτικές συνεισφορές και την εκπροσώπηση στο Διοικητικό Συμβούλιο. Το σχέδιο συμφωνίας προσχώρησης υποβάλλεται στο Διοικητικό Συμβούλιο προς έγκριση δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

4.   Όταν αποφασίζει εάν θα εγκρίνει διαπραγματεύσεις προσχώρησης σε δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση ή φορέα, το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη ιδίως τα ακόλουθα κριτήρια:

τεκμηριωμένη γνώση και πείρα όσον αφορά τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας ή/και την κατασκευή εξοπλισμού ή/και την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας,

συμβολή στην οποία αναμένεται να προβεί η συγκεκριμένη επιχείρηση ή ο συγκεκριμένος φορέας στην εκτέλεση του γενικού προγράμματος ATM,

χρηματοοικονομική καλή κατάσταση της επιχείρησης ή του φορέα,

δυνητικές συγκρούσεις συμφερόντων.

5.   Η ιδιότητα μέλους της κοινής επιχείρησης δεν μπορεί να μεταβιβάζεται σε τρίτον, εκτός εάν συμφωνήσει προηγουμένως ομόφωνα το Διοικητικό Συμβούλιο.

Άρθρο 2

Όργανα της κοινής επιχείρησης

Τα όργανα της κοινής επιχείρησης είναι το Διοικητικό Συμβούλιο και ο εκτελεστικός διευθυντής.

Άρθρο 3

Σύνθεση και προεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο απαρτίζεται από:

α)

εκπρόσωπο από καθένα από τα μέλη της κοινής επιχείρησης·

β)

εκπρόσωπο των ενόπλων δυνάμεων·

γ)

εκπρόσωπο των μη στρατιωτικών χρηστών του εναέριου χώρου, οριζόμενο από την αντιπροσωπευτική του οργάνωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

δ)

εκπρόσωπο των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οριζόμενο από την αντιπροσωπευτική του οργάνωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

ε)

εκπρόσωπο των κατασκευαστών εξοπλισμού, οριζόμενο από την αντιπροσωπευτική του οργάνωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

στ)

εκπρόσωπο των αερολιμένων, οριζόμενο από την αντιπροσωπευτική του οργάνωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

ζ)

εκπρόσωπο των φορέων εκπροσώπησης του προσωπικού του τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, οριζόμενο από την αντιπροσωπευτική του οργάνωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

η)

εκπρόσωπο των αρμοδίων επιστημονικών φορέων ή της αρμόδιας επιστημονικής κοινότητας, οριζόμενο από την αντιπροσωπευτική του οργάνωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

2.   Ο εκπρόσωπος της Κοινότητας προεδρεύει του Διοικητικού Συμβουλίου.

Άρθρο 4

Ψηφοφορία στο πλαίσιο του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Οι εκπρόσωποι που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ), έχουν δικαίωμα ψήφου.

2.   Τα μέλη της κοινής επιχείρησης διαθέτουν αριθμό ψήφων ανάλογο με τη συνεισφορά τους στα κονδύλια της κοινής επιχείρησης. Ωστόσο, παρά την πρώτη πρόταση της παρούσας παραγράφου, η Κοινότητα και το Eurocontrol διαθέτουν ο καθένας το 25 % τουλάχιστον του συνολικού αριθμού ψήφων, ο δε εκπρόσωπος των χρηστών του εναέριου χώρου που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφο 1 στοιχείο γ), διαθέτει το 10 % τουλάχιστον του συνολικού αριθμού των ψήφων.

3.   Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των ψηφιζόντων, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στο παρόν καταστατικό.

4.   Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος της Κοινότητας.

5.   Κάθε απόφαση που αφορά την προσχώρηση νέων μελών (κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2), το διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή, προτάσεις τροποποίησης του παρόντος καταστατικού, προτάσεις προς την Επιτροπή για τη διάρκεια της κοινής επιχείρησης, τη διάλυση της κοινής επιχείρησης ή για τις αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρο 23, απαιτείται η θετική ψήφος του εκπροσώπου της Κοινότητας στο πλαίσιο του Διοικητικού Συμβουλίου,

6.   Για τις αποφάσεις που αφορούν την έγκριση του γενικού προγράμματος ATM και των τροποποιήσεών του απαιτούνται οι θετικές ψήφοι των ιδρυτικών μελών. Παρά την παράγραφο 1, οι εν λόγω αποφάσεις δεν λαμβάνονται εάν καταψηφισθούν ομόφωνα από τους εκπροσώπους που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ), στ) και ζ).

Άρθρο 5

Αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο έχει ιδίως τις εξής αρμοδιότητες:

α)

υιοθετεί το γενικό πρόγραμμα ATM που έχει εγκρίνει το Συμβούλιο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και εγκρίνει τις τυχόν προτάσεις τροποποίησης του·

β)

παρέχει κατευθυντήριες γραμμές και λαμβάνει τις αποφάσεις που απαιτούνται για την υλοποίηση της φάσης ανάπτυξης του σχεδίου SESAR και ασκεί συνολικό έλεγχο της υλοποίησής του·

γ)

εγκρίνει το πρόγραμμα εργασίας και το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της κοινής επιχείρησης που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 καθώς και τον ετήσιο προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανομένου του πίνακα προσωπικού·

δ)

εγκρίνει τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων και αποφασίζει όσον αφορά την προσχώρηση νέων μελών και τις σχετικές συμφωνίες, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 παράγραφος 3·

ε)

εποπτεύει την εκτέλεση των συμφωνιών μεταξύ μελών και της κοινής επιχείρησης·

στ)

διορίζει και παύει τον εκτελεστικό διευθυντή και εγκρίνει το οργανόγραμμα·

ζ)

αποφασίζει όσον αφορά τα ποσά και τις διαδικασίες για την καταβολή των χρηματοδοτικών συνεισφορών των μελών και για την εκτίμηση των συνεισφορών εις είδος·

η)

εγκρίνει το δημοσιονομικό κανονισμό της κοινής επιχείρησης·

θ)

εγκρίνει τους ετήσιους λογαριασμούς και τον ισολογισμό·

ι)

εγκρίνει την ετήσια έκθεση σχετικά με την πρόοδο της φάσης ανάπτυξης του σχεδίου SESAR και τη χρηματοοικονομική του κατάσταση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2·

ια)

αποφασίζει σχετικά με προτάσεις προς την Επιτροπή όσον αφορά την επέκταση και τη διάλυση της κοινής επιχείρησης·

ιβ)

θεσπίζει διαδικασίες για τη χορήγηση δικαιωμάτων πρόσβασης σε υλικά και άυλα στοιχεία ενεργητικού που είναι περιουσία της κοινής επιχείρησης καθώς και για τη μεταβίβαση των στοιχείων αυτών·

ιγ)

καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες ανάθεσης των συμβάσεων που είναι αναγκαίες για την υλοποίηση του γενικού προγράμματος ATM, συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένων διαδικασιών για τις περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων·

ιδ)

αποφασίζει σχετικά με προτάσεις προς την Επιτροπή όσον αφορά την τροποποίηση του καταστατικού σύμφωνα με το άρθρο 24·

ιε)

ασκεί άλλες εξουσίες και αναλαμβάνει άλλα καθήκοντα, συμπεριλαμβανομένης της συγκρότησης επικουρικών φορέων, αναγκαίων, ενδεχομένως, για τους σκοπούς της φάσης ανάπτυξης του σχεδίου SESAR·

ιστ)

θεσπίζει τις ρυθμίσεις για την εφαρμογή του άρθρου 8.

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό, ο οποίος εξασφαλίζει την ομαλή και αποτελεσματική διεξαγωγή των εργασιών του, ιδιαιτέρως σε περίπτωση σημαντικής αύξησης του αριθμού μελών. Ο εσωτερικός αυτός κανονισμός περιλαμβάνει επίσης τις εξής διατάξεις:

α)

το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται τουλάχιστον τέσσερις φορές το χρόνο. Έκτακτες συνεδριάσεις συγκαλούνται είτε κατ’ αίτηση του ενός τρίτου των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 30 % των δικαιωμάτων ψήφου, είτε κατ’ αίτηση της Κοινότητας ή του εκτελεστικού διευθυντή·

β)

κατά κανόνα, οι συνεδριάσεις πραγματοποιούνται στην έδρα της κοινής επιχείρησης·

γ)

ο εκτελεστικός διευθυντής συμμετέχει στις συνεδριάσεις, εκτός εάν αποφασισθεί άλλως σε ειδικές περιπτώσεις·

δ)

συγκεκριμένες διαδικασίες για τον εντοπισμό και την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων.

Άρθρο 6

Αποφυγή συγκρούσεως συμφερόντων

1.   Τα μέλη της κοινής επιχείρησης ή του Διοικητικού Συμβουλίου και το προσωπικό της κοινής επιχείρησης δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν στις διαδικασίες προετοιμασίας, αξιολόγησης ή ανάθεσης δημόσιων προσκλήσεων υποβολής προσφορών, εάν κατέχουν φορείς που είναι δυνητικοί υποψήφιοι για προσκλήσεις υποβολής δημόσιων προσφορών ή εάν έχουν συμφωνίες εταιρικής σχέσης με αυτούς ή εάν τους εκπροσωπούν.

2.   Τα μέλη της κοινής επιχείρησης και οι συμμετέχοντες στο Διοικητικό Συμβούλιο πρέπει να αποκαλύπτουν τυχόν άμεσο ή έμμεσο προσωπικό ή εταιρικό συμφέρον στην έκβαση των συζητήσεων του Διοικητικού Συμβουλίου σχετικά με οποιοδήποτε σημείο της ημερήσιας διάταξης. Η απαίτηση αυτή ισχύει και για τα μέλη του προσωπικού όσον αφορά τα καθήκοντα που τους ανατίθενται.

3.   Βάσει της αποκάλυψης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει να αποκλείει ορισμένα μέλη, συμμετέχοντες ή μέλη του προσωπικού από τις αποφάσεις ή τα καθήκοντα κατά τα οποία είναι πιθανόν να ανακύψει σύγκρουση συμφερόντων. Αυτά τα μέλη, συμμετέχοντες ή μέλη του προσωπικού δεν έχουν πρόσβαση σε τομείς που ενδέχεται να δημιουργήσουν σύγκρουση συμφερόντων.

Άρθρο 7

Εκτελεστικός διευθυντής

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι υπεύθυνος για την τρέχουσα διαχείριση της κοινής επιχείρησης και είναι ο νόμιμος αντιπρόσωπός της.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο βάσει προτάσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία περιλαμβάνει τρεις τουλάχιστον υποψηφίους.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής εκτελεί τα καθήκοντά του με πλήρη ανεξαρτησία στο πλαίσιο των εξουσιών που του ανατίθενται.

4.   Ο εκτελεστικός διευθυντής προΐσταται της εκτέλεσης του σχεδίου SESAR σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζει το Διοικητικό Συμβούλιο ενώπιον του οποίου είναι υπεύθυνος. Ο εκτελεστικός διευθυντής παρέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ιδίως:

α)

προσλαμβάνει, διευθύνει και εποπτεύει το προσωπικό της κοινής επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4·

β)

οργανώνει, διευθύνει και εποπτεύει τις δραστηριότητες της κοινής επιχείρησης·

γ)

υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο τις προτάσεις του σχετικά με το οργανόγραμμα·

δ)

καταρτίζει και ενημερώνει τακτικά το γενικό και το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της κοινής επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένης εκτίμησης των δαπανών του προγράμματος, και τα υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο·

ε)

καταρτίζει, σύμφωνα με το δημοσιονομικό κανονισμό, το σχέδιο ετήσιου προϋπολογισμού, συμπεριλαμβανομένου του πίνακα προσωπικού, και τα υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο·

στ)

μεριμνά για την τήρηση των υποχρεώσεων της κοινής επιχείρησης όσον αφορά τις συμβάσεις και τις συμφωνίες που συνάπτει·

ζ)

εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες της κοινής επιχείρησης εκτελούνται με πλήρη ανεξαρτησία και χωρίς συγκρούσεις συμφερόντων·

η)

συντάσσει την ετήσια έκθεση σχετικά με την πρόοδο του σχεδίου SESAR και τη χρηματοοικονομική του κατάσταση, καθώς και κάθε τυχόν άλλη έκθεση που ζητά το Διοικητικό Συμβούλιο και τις υποβάλλει σε αυτό·

θ)

υποβάλλει τους ετήσιους λογαριασμούς και ισολογισμούς στο Διοικητικό Συμβούλιο·

ι)

υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο κάθε πρόταση που συνεπάγεται μεταβολές στο σχεδιασμό του σχεδίου SESAR.

Άρθρο 8

Προσωπικό της κοινής επιχείρησης

1.   Το προσωπικό καθορίζεται στον πίνακα προσωπικού ο οποίος περιέχεται στον ετήσιο προϋπολογισμό.

2.   Τα μέλη του προσωπικού της κοινής επιχείρησης συνάπτουν σύμβαση ορισμένου χρόνου βάσει του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

3.   Όλες οι δαπάνες προσωπικού βαρύνουν την κοινή επιχείρηση.

4.   Κάθε μέλος της κοινής επιχείρησης μπορεί να προτείνει στον εκτελεστικό διευθυντή να αποσπάσει μέλη του προσωπικού του στην κοινή επιχείρηση σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στη σχετική συμφωνία.

Το προσωπικό που αποσπάται στην κοινή επιχείρηση περιλαμβάνεται στον πίνακα προσωπικού και πρέπει να ενεργεί με πλήρη ανεξαρτησία υπό την εποπτεία του εκτελεστικού διευθυντή.

Άρθρο 9

Συμφωνίες

1.   Για να εκτελεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού, η κοινή επιχείρηση μπορεί να συνάπτει ειδικές συμφωνίες με τα μέλη της.

2.   Ο ρόλος και η συνεισφορά του Eurocontrol καθορίζονται σε συμφωνία με την κοινή επιχείρηση. Η συμφωνία αυτή:

α)

καθορίζει τις λεπτομέρειες για τη μεταβίβαση και τη χρήση των αποτελεσμάτων της φάσης καθορισμού στην κοινή επιχείρηση·

β)

περιγράφει τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές του Eurocontrol όσον αφορά την υλοποίηση του γενικού προγράμματος ATM υπό την ευθύνη της κοινής επιχείρησης, όπως:

i)

οργάνωση δραστηριοτήτων έρευνας, ανάπτυξης και επικύρωσης σύμφωνα με το πρόγραμμα εργασίας της κοινής επιχείρησης,

ii)

συντονισμός των κοινών εξελίξεων για το μελλοντικό σύστημα υπό την ευθύνη του Eurocontrol,

iii)

πρόταση, ύστερα από διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού, ενδεχόμενων τροποποιήσεων του γενικού προγράμματος ATM,

iv)

επικαιροποίηση των δεικτών σύγκλισης (ευρωπαϊκό σχέδιο σύγκλισης και εφαρμογής, τοπικό σχέδιο σύγκλισης και εφαρμογής),

v)

σύνδεσμος με τη Διεθνή Οργάνωση Πολιτικής Αεροπορίας.

3.   Όλες οι συμφωνίες με μέλη περιλαμβάνουν κατάλληλες διατάξεις οι οποίες αποτρέπουν τυχόν δυνητικές συγκρούσεις συμφερόντων των μελών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει των εν λόγω συμφωνιών.

4.   Οι αντιπρόσωποι των μελών της κοινής επιχείρησης δεν συμμετέχουν στις συσκέψεις της κοινής επιχείρησης οι οποίες αφορούν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη των συμφωνιών τους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ούτε διαθέτουν πρόσβαση στα έγγραφα των συσκέψεων αυτών.

Άρθρο 10

Εξωτερικές συμβάσεις

1.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 9, η κοινή επιχείρηση μπορεί να συνάπτει συμβάσεις υπηρεσιών και προμηθειών με επιχειρήσεις ή κοινοπραξία επιχειρήσεων, ιδίως για την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού.

2.   Η κοινή επιχείρηση μεριμνά ώστε οι συμβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 να προβλέπουν το δικαίωμα της Επιτροπής να διενεργεί, εξ ονόματος της κοινής επιχείρησης, ελέγχους με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας.

3.   Οι συμβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν όλες τις κατάλληλες διατάξεις όσον αφορά τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας που προβλέπονται στο άρθρο 18 καθώς και κατάλληλες ποινικές ρήτρες. Για να αποφευχθούν τυχόν συγκρούσεις συμφερόντων, τα μέλη που εμπλέκονται στον καθορισμό των εργασιών που αποτελούν αντικείμενο πρόσκλησης υποβολής προσφορών, συμπεριλαμβανομένου του αποσπασμένου προσωπικού τους δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 4, δεν μπορούν να συμμετέχουν στην εκτέλεση των εν λόγω εργασιών.

Άρθρο 11

Ομάδες εργασίας

1.   Για την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού, η κοινή επιχείρηση μπορεί να συγκροτεί περιορισμένο αριθμό ομάδων εργασίας για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων που δεν εκτελούνται ήδη αλλού. Οι ομάδες αυτές βασίζονται στην εμπειρογνωμοσύνη επαγγελματιών και εργάζονται με διαφάνεια.

2.   Οι εμπειρογνώμονες που συμμετέχουν στις ομάδες εργασίας δεν ανήκουν στο προσωπικό της κοινής επιχείρησης.

3.   Εκπρόσωπος της κοινής επιχείρησης προεδρεύει των ομάδων εργασίας.

Άρθρο 12

Χρηματοοικονομικές διατάξεις

1.   Τα έσοδα της κοινής επιχείρησης προέρχονται από τις πηγές που αναφέρονται στο άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού.

2.   Για την έναρξη των δραστηριοτήτων της κοινής επιχείρησης, τα ιδρυτικά μέλη καταβάλλουν αρχική συνεισφορά 10 εκατ. ευρώ τουλάχιστον εντός ενός έτους από τη σύσταση της κοινής επιχείρησης.

3.   Τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση, δεσμεύονται να καταβάλουν αρχική συνεισφορά 10 εκατ. ευρώ τουλάχιστον εντός ενός έτους από την αποδοχή της προσχώρησής τους στην κοινή επιχείρηση. Το ποσό αυτό μειώνεται στα 5 εκατ. ευρώ για τα μέλη που εγγράφονται στην κοινή επιχείρηση εντός 12 μηνών από τη σύστασή της.

Στην περίπτωση επιχειρήσεων οι οποίες εγγράφονται ατομικά ή συλλογικά και οι οποίες μπορούν να θεωρούνται ως μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατά την έννοια της σύστασης της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (1), το ποσό αυτό μειώνεται στα 250 000 ευρώ ανεξάρτητα από το πότε έγιναν μέλη. Στα νέα μέλη ενδέχεται να προσφερθεί η δυνατότητα να επιλέξουν να καταβάλουν την αρχική συνεισφορά σε πολλές δόσεις, εκτεινόμενες σε χρονικό διάστημα που θα συμφωνείται και θα ορίζεται στις συμφωνίες τους, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 παράγραφος 3.

4.   Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει τα ποσά που πρέπει να απελευθερωθούν από κάθε μέλος αναλογικά με τις συνεισφορές τις οποίες το μέλος συμφώνησε να καταβάλει και ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας τα μέλη πρέπει να καταβάλουν τις συνεισφορές τους.

5.   Οι συνεισφορές εις είδος επιτρέπονται πλην των συνεισφορών που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Οι εν λόγω συνεισφορές αξιολογούνται όσον αφορά την αξία και τη χρησιμότητά τους για την εκτέλεση των καθηκόντων της κοινής επιχείρησης και καθορίζονται στη συμφωνία που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3.

6.   Το μέλος της κοινής επιχείρησης το οποίο παραλείπει να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του όσον αφορά τις συνεισφορές του σε είδος ή δεν καταβάλλει το ποσό που οφείλει εντός της ταχθείσας προθεσμίας, στερείται, επί έξι μήνες από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, του δικαιώματος ψήφου στο Διοικητικό Συμβούλιο μέχρις ότου εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. Μετά τη λήξη της εξάμηνης αυτής περιόδου, εάν δεν έχει ακόμη εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, αίρεται η ιδιότητα του μέλους.

Άρθρο 13

Έσοδα

1.   Όλα τα έσοδα της κοινής επιχείρησης χρησιμοποιούνται για την προώθηση των καθηκόντων που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού. Με την επιφύλαξη του άρθρου 25, δεν καταβάλλεται καμιά πληρωμή στα μέλη της κοινής επιχείρησης υπό μορφή κατανομής τυχόν πλεονάσματος των εσόδων σε σχέση με τις δαπάνες.

2.   Παρά τις κανονιστικές διατάξεις που εφαρμόζονται στην κοινοτική συνεισφορά, τυχόν τόκοι που προκύπτουν από τις συνεισφορές που καταβάλλονται από τα μέλη θεωρούνται έσοδα της κοινής επιχείρησης.

Άρθρο 14

Δημοσιονομικοί κανονισμοί

1.   Οι δημοσιονομικοί κανονισμοί της κοινής επιχείρησης εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο.

2.   Σκοπός των δημοσιονομικών κανονισμών είναι να εξασφαλίζεται η υγιής και οικονομική δημοσιονομική διαχείριση της κοινής επιχείρησης.

3.   Οι δημοσιονομικοί κανονισμοί θα πρέπει να τηρούν τις γενικές αρχές του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), και περιλαμβάνουν ιδίως τους κύριους κανόνες για τα εξής:

α)

την υποβολή και τη διάρθρωση της εκτίμησης κόστους του σχεδίου SESAR και του ετήσιου προϋπολογισμού·

β)

την εκτέλεση του ετήσιου προϋπολογισμού και τον εσωτερικό δημοσιονομικό έλεγχο·

γ)

τη μέθοδο καταβολής των συνεισφορών από τα μέλη της κοινής επιχείρησης·

δ)

την τήρηση και την υποβολή των λογαριασμών και των απογραφών καθώς και την κατάρτιση και την υποβολή του ετήσιου ισολογισμού·

ε)

τη διαδικασία σχετικά με τις προσκλήσεις υποβολής προσφορών, η οποία βασίζεται στη αμερόληπτη μεταχείριση των χωρών των μελών της κοινής επιχείρησης και στον κοινοτικό χαρακτήρα του σχεδίου, την ανάθεση και τους γενικούς και ειδικούς όρους των συμβάσεων και των παραγγελιών για λογαριασμό της κοινής επιχείρησης.

4.   Οι λεπτομερείς εκτελεστικοί κανόνες με τους οποίους η Επιτροπή εξασφαλίζει την τήρηση των υποχρεώσεών της βάσει του άρθρου 274 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας καθορίζονται σε συμφωνία μεταξύ της κοινής επιχείρησης και της Επιτροπής.

Άρθρο 15

Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού

1.   Το οικονομικό έτος αντιστοιχεί προς το ημερολογιακό έτος.

2.   Πριν από τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, ο εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει στα μέλη τις εκτιμήσεις για το κόστος του σχεδίου SESAR, όπως αυτές εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο.

Η εκτίμηση του κόστους του σχεδίου περιλαμβάνει πρόβλεψη των ετήσιων δαπανών για τα δύο επόμενα έτη. Στο πλαίσιο των προβλέψεων αυτών, οι εκτιμήσεις εσόδων και δαπανών για το πρώτο από αυτά τα δύο οικονομικά έτη (προσχέδιο προϋπολογισμού) συντάσσονται με αρκετά λεπτομερή τρόπο για τις ανάγκες της εσωτερικής διαδικασίας προϋπολογισμού κάθε μέλους, βάσει της χρηματοδοτικής συνεισφοράς του στην κοινή επιχείρηση. Ο εκτελεστικός διευθυντής παρέχει στα μέλη κάθε συμπληρωματική πληροφορία αναγκαία προς το σκοπό αυτό.

3.   Τα μέλη γνωστοποιούν αμέσως στον εκτελεστικό διευθυντή τα σχόλιά τους σχετικά με τις εκτιμήσεις κόστους του σχεδίου, και ιδίως σχετικά με τις εκτιμήσεις εσόδων και δαπανών για το επόμενο έτος.

4.   Με βάση τις εγκρινόμενες εκτιμήσεις κόστους του σχεδίου και λαμβάνοντας υπόψη τα παραλαμβανόμενα σχόλια των μελών, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει το σχέδιο προϋπολογισμού για το επόμενο έτος και το υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο προκειμένου να εγκριθεί πριν από τις 30 Σεπτεμβρίου.

5.   Εντός δύο μηνών από τη λήξη κάθε οικονομικού έτους, ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει τους ετήσιους λογαριασμούς και τον ισολογισμό του προηγούμενου έτους στο Ελεγκτικό Συνέδριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο λογιστικός έλεγχος από το Ελεγκτικό Συνέδριο πραγματοποιείται βάσει εγγράφων και επιτόπου.

6.   Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο προς έγκριση, με πλειοψηφία 75 % των ψήφων, τους ετήσιους λογαριασμούς και τον ισολογισμό, μαζί με την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει το δικαίωμα και, εάν το ζητήσει το Διοικητικό Συμβούλιο, την υποχρέωση, να σχολιάζει την έκθεση.

7.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο διαβιβάζει την έκθεσή του στα μέλη της κοινής επιχείρησης.

Άρθρο 16

Πρόγραμμα εργασίας και εκθέσεις

1.   Η κοινή επιχείρηση καταρτίζει το πρόγραμμα εργασίας της βάσει των αρχών της ορθής διαχείρισης και της λογοδοσίας, καθορίζοντας σαφή αποτελέσματα και δείκτες. Το πρόγραμμα αποτελείται από:

α)

γενικό πρόγραμμα εργασίας, υποδιαιρούμενο σε περιόδους τριάντα έξι μηνών·

β)

ετήσια προγράμματα εργασίας τα οποία καταρτίζονται κάθε έτος και τα οποία περιγράφουν τις δραστηριότητες, το χρονοδιάγραμμα και τις δαπάνες της κοινής επιχείρησης κατά την περίοδο αυτήν.

2.   Η ετήσια έκθεση περιγράφει την πρόοδο του σχεδίου SESAR, ιδίως όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, το κόστος και τις επιδόσεις του.

Άρθρο 17

Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας

1.   Η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να εξασφαλίζει την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας με τη διενέργεια ουσιαστικών ελέγχων. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει τυχόν παρατυπίες, επιφυλάσσεται του δικαιώματος να μειώνει ή να αναστέλλει κάθε μεταγενέστερη πληρωμή στην κοινή επιχείρηση.

2.   Το ποσό κατά το οποίο μειώνονται ή αναστέλλονται οι πληρωμές κατά την παράγραφο 1 είναι ισοδύναμο προς το ποσό των παρατυπιών που όντως διαπιστώνει η Επιτροπή.

Άρθρο 18

Δικαιώματα κυριότητας

Η κοινή επιχείρηση είναι κύριος όλων των υλικών και άυλων στοιχείων τα οποία δημιουργούνται από την κοινή επιχείρηση ή της μεταβιβάζονται για τη φάση ανάπτυξης του σχεδίου SESAR σύμφωνα με τις αναφερόμενες στο άρθρο 1 παράγραφος 3 και στο άρθρο 9 συμφωνίες, που συνάπτει η κοινή επιχείρηση. Η κοινή επιχείρηση μπορεί να παρέχει δικαιώματα πρόσβασης στις γνώσεις που προκύπτουν από το σχέδιο, ιδίως στα μέλη της καθώς και στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και του Eurocontrol για δική τους και μη εμπορική χρήση.

Άρθρο 19

Διαφάνεια και χειρισμός των εγγράφων

Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει κανόνες για το χειρισμό των εγγράφων, έτσι ώστε να συμβιβάζει τις πτυχές της ασφάλειας, του εμπορικού απορρήτου και της πρόσβασης του κοινού. Οι κανόνες αυτοί λαμβάνουν υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, τις αρχές και τους περιορισμούς που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (3).

Άρθρο 20

Μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης

1.   Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (4).

2.   Η κοινή επιχείρηση προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία, της 25ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιεί η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (5), και εκδίδει αμέσως τις σχετικές διατάξεις, οι οποίες ισχύουν για όλο το προσωπικό της κοινής επιχείρησης.

3.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διενεργούν, εφόσον είναι αναγκαίο, επιτόπιους ελέγχους μεταξύ των αποδεκτών των πόρων της κοινής επιχείρησης και των υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για τη χορήγησή τους.

Άρθρο 21

Ευθύνη

1.   Η κοινή επιχείρηση είναι ο μόνος υπεύθυνος για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της.

2.   Η συμβατική ευθύνη της κοινής επιχείρησης διέπεται από τις σχετικές συμβατικές διατάξεις και από το εφαρμοστέο δίκαιο που ισχύει για τη συγκεκριμένη σύμβαση.

3.   Κάθε πληρωμή της κοινής επιχείρησης για την κάλυψη της ευθύνης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 καθώς και το κόστος και οι δαπάνες που προκαλούνται σε συνάρτηση με αυτή θεωρούνται δαπάνες της κοινής επιχείρησης.

4.   Ο εκτελεστικός διευθυντής προτείνει στο Διοικητικό Συμβούλιο να συνομολογήσει όλες τις αναγκαίες ασφαλίσεις, η δε κοινή επιχείρηση προβαίνει στις ασφαλίσεις αυτές, όπως τυχόν υποδεικνύει το Διοικητικό Συμβούλιο.

Άρθρο 22

Απόρρητο

Η κοινή επιχείρηση εξασφαλίζει την προστασία των ευαίσθητων πληροφοριών, η μη επιτρεπομένη κοινολόγηση των οποίων θα μπορούσε να βλάψει τα συμφέροντα των συμβαλλομένων μερών. Η κοινή επιχείρηση εφαρμόζει τις αρχές ασφάλειας και τους στοιχειώδεις κανόνες που καθορίζονται και τίθενται σε ισχύ με την απόφαση 2001/264/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2001, για την έγκριση των κανονισμών ασφαλείας του Συμβουλίου (6).

Άρθρο 23

Μεταβίβαση υλικών και άυλων στοιχείων από την κοινή επιχείρηση

Μόλις λήξει η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο συμφωνεί την ολική ή μερική μεταβίβαση, από την κοινή επιχείρηση, των υλικών και άυλων στοιχείων των οποίων είναι κύριος σε άλλο φορέα.

Άρθρο 24

Τροποποίηση του καταστατικού

1.   Κάθε μέλος της κοινής επιχείρησης μπορεί να υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο προτάσεις τροποποίησης του παρόντος καταστατικού.

2.   Εάν το Διοικητικό Συμβούλιο συμφωνεί με τις προτάσεις αυτές με πλειοψηφία 75 % των ψήφων και σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5 του παρόντος καταστατικού, η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 25

Διάλυση της κοινής επιχείρησης

Για το σκοπό της διεκπεραίωσης των διαδικασιών διάλυσης της κοινής επιχείρησης, το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει έναν ή περισσότερους εκκαθαριστές, οι οποίοι συμμορφώνονται με τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.

Άρθρο 26

Εφαρμοστέο δίκαιο

Για κάθε θέμα που δεν καλύπτεται από το παρόν καταστατικό, εφαρμόζεται το δίκαιο του κράτους στο οποίο εδρεύει η κοινή επιχείρηση.


(1)  ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36.

(2)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72.

(3)  ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

(4)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15.

(6)  ΕΕ L 101 της 11.4.2001, σ. 1. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2005/952/ΕΚ (ΕΕ L 346 της 29.12.2005, σ. 18).


Top