EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006D0349

2006/349/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 3ης Ιανουαρίου 2006 , σχετικά με τις εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε η Δημοκρατία της Αυστρίας δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2005) 5549] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 129 της 17.5.2006, p. 31–36 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2006/349/oj

17.5.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/31


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Ιανουαρίου 2006

σχετικά με τις εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε η Δημοκρατία της Αυστρίας δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2005) 5549]

(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/349/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΓΕΓΟΝΟΤΑ

1.   Κοινοτική νομοθεσία

(1)

Με την οδηγία 76/116/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1975, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα λιπάσματα (1), θεσπίστηκαν οι απαιτήσεις για τη διάθεση στην αγορά των λιπασμάτων με το χαρακτηρισμό «λίπασμα ΕΚ».

(2)

Στο παράρτημα Ι της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ ορίζεται ο τύπος του λιπάσματος και οι αντίστοιχες απαιτήσεις, π.χ. σε σχέση με τη σύνθεσή του, που πρέπει να ικανοποιεί κάθε λίπασμα που φέρει το χαρακτηρισμό «λίπασμα ΕΚ». Τα «λιπάσματα ΕΚ» που περιλαμβάνονται στον κατάλογο αυτό διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, ανάλογα με την περιεκτικότητά τους σε κύρια συστατικά, δηλαδή σε άζωτο, φώσφορο και κάλιο.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ τα κράτη μέλη δεν μπορούσαν να απαγορεύσουν, να περιορίσουν ή να παρεμποδίσουν, για λόγους σχετικούς με τη σύνθεση, την αναγνώριση, την επισήμανση και τη συσκευασία, τη διάθεση στην αγορά των λιπασμάτων που φέρουν την ένδειξη «λίπασμα ΕΚ» και που ανταποκρίνονται στις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας.

(4)

Με την απόφαση 2002/366/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Μαΐου 2002, για τις εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε το Βασίλειο της Σουηδίας, δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ, σχετικά με τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο (2), χορηγήθηκε παρέκκλιση από την οδηγία 76/116/ΕΟΚ βάσει της οποίας εγκρίθηκαν οι αυστριακές διατάξεις που απαγορεύουν την κυκλοφορία στην αυστριακή αγορά φωσφορικών ορυκτών λιπασμάτων (που περιέχουν 5 % P2O5 ή περισσότερο) με περιεκτικότητα σε κάδμιο που υπερβαίνει τα 75 mg/kg P2O5. Η εν λόγω παρέκκλιση ίσχυε μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005.

(5)

Η οδηγία 76/116/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε, αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τα λιπάσματα (3).

(6)

Το άρθρο 35 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 ορίζει ότι οι παρεκκλίσεις από το άρθρο 7 της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ, που παραχωρήθηκαν από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 6 της συνθήκης, θα νοούνται ως παρεκκλίσεις από το άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού και θα συνεχίσουν να παρέχουν αποτελέσματα παρά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(7)

Με την αιτιολογική σκέψη 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 εξαγγέλλεται ότι η Επιτροπή θα εξετάσει το ζήτημα της τυχαίας παρουσίας καδμίου στα ορυκτά λιπάσματα και, εφόσον απαιτείται, θα εκπονήσει πρόταση κανονισμού την οποία θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(8)

Βρίσκονται σε εξέλιξη οι εργασίες για την προπαρασκευή πρότασης της Επιτροπής σχετικά με το κάδμιο στα λιπάσματα.

2.   Η προσχώρηση της Αυστρίας

(9)

Η Αυστρία προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Ιανουαρίου 1995. Η πράξη προσχώρησης (4) θεσπίζει μεταβατικές διατάξεις σχετικά με τη χρήση και την εμπορία του καδμίου στο εν λόγω κράτος. Στο άρθρο 69 παράγραφος 1 προβλέπεται ότι στη διάρκεια περιόδου τεσσάρων ετών από την ημερομηνία προσχώρησης, οι διατάξεις του παραρτήματος VIII της εν λόγω πράξης δεν εφαρμόζονται στην Αυστρία, σύμφωνα με το εν λόγω παράρτημα και υπό την επιφύλαξη των διατάξεών του. Το άρθρο 69 και το σημείο 4 του παραρτήματος VIII της πράξης προσχώρησης προβλέπουν ότι το άρθρο 7 της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ, όσον αφορά την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο, δεν εφαρμόζεται στην Αυστρία πριν από την 1η Ιανουαρίου 1999 και ότι οι διατάξεις της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ θα αναθεωρηθούν σύμφωνα με τις κοινοτικές διαδικασίες έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998.

(10)

Το άρθρο 2 της πράξης προσχώρησης προβλέπει ότι «από την προσχώρηση, οι διατάξεις των αρχικών συνθηκών και οι πριν από την προσχώρηση πράξεις των οργάνων δεσμεύουν τα νέα κράτη μέλη και εφαρμόζονται έναντι αυτών υπό τους όρους που προβλέπονται στις συνθήκες αυτές και στην παρούσα πράξη». Το άρθρο 168 της πράξης προσχώρησης ορίζει ότι «τα νέα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τα μέτρα που χρειάζονται για να συμμορφωθούν, από την προσχώρησή τους, προς τις διατάξεις των οδηγιών και αποφάσεων, κατά την έννοια του άρθρου 189 (νυν άρθρο 249) της συνθήκης ΕΚ […], εκτός εάν στον κατάλογο του παραρτήματος ΧΙΧ ή σε άλλες διατάξεις της παρούσας πράξης προβλέπεται προθεσμία».

(11)

Η οδηγία 98/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), τροποποίησε στη συνέχεια την οδηγία 76/116/ΕΟΚ όσον αφορά τη διάθεση στην αγορά της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο. Το άρθρο 1 προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι η Αυστρία μπορεί να απαγορεύει τη διάθεση στην αγορά της επικράτειάς της λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο σε συγκεντρώσεις ανώτερες εκείνων που είχαν καθοριστεί σε εθνικό επίπεδο κατά την ημερομηνία της προσχώρησης και ότι η παρέκκλιση αυτή ισχύει για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 1999 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2001.

(12)

Στις 16 Νοεμβρίου 2001, η Δημοκρατία της Αυστρίας κοινοποίησε την υπάρχουσα εθνική νομοθεσία, που παρεκκλίνει από τις διατάξεις της οδηγίας 76/116/EOK για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα λιπάσματα. Ύστερα από προσεκτική εξέταση, με την απόφαση 2002/366/ΕΚ δόθηκε παράταση στην παρέκκλιση από την οδηγία 76/116/EOK μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005.

3.   Εθνικές διατάξεις

(13)

Το αυστριακό διάταγμα για τα λιπάσματα (6) του 2004 καθορίζει, μεταξύ άλλων, οριακή τιμή για την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο, συμπεριλαμβανομένων αυτών που φέρουν το χαρακτηρισμό «λίπασμα ΕΚ». Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4, σε συνάρτηση με το παράρτημα 2 τμήμα 2, απαγορεύεται η διάθεση στην αγορά της Αυστρίας φωσφορικών ορυκτών λιπασμάτων (που περιέχουν 5 % P2O5 ή περισσότερο) με περιεκτικότητα σε κάδμιο που υπερβαίνει τα 75 mg/kg P2O5.

(14)

Οι διατάξεις που αφορούν τη μέγιστη επιτρεπτή περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο ισχύουν από το 1985 όταν είχε θεσπιστεί η οριακή τιμή των 120 mg/kg P2O5. Το τρέχον επίπεδο των 75 mg/kg P2O5 θεσπίστηκε στην Αυστρία με το διάταγμα του 1994 για τα λιπάσματα (7), το οποίο στη συνέχεια καταργήθηκε με το διάταγμα για τα λιπάσματα του 2004 που προσάρμοσε τη νομοθεσία στον κανονισμό 2003/2003. Οι διατάξεις για το κάδμιο στα λιπάσματα δεν έχουν τροποποιηθεί.

II.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(15)

Η Δημοκρατία της Αυστρίας γνωστοποίησε στην Επιτροπή, με επιστολή της 14ης Ιουνίου 2005, ότι σκοπεύει, σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ, να συνεχίσει να εφαρμόζει από την 1η Ιανουαρίου 2006 τις εθνικές διατάξεις σχετικά με την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο. Οι αυστριακές αρχές ζητούν παράταση της τρέχουσας παρέκκλισης που παραχωρήθηκε με την απόφαση 2002/366/ΕΚ.

(16)

Σε επιστολή της με ημερομηνία 30 Ιουνίου 2005, η Επιτροπή ενημέρωσε τις αυστριακές αρχές ότι είχε παραλάβει την κοινοποίηση βάσει του άρθρου 95 παράγραφος 4 και ότι η εξάμηνη περίοδος για την εξέτασή της, σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 6, άρχιζε στις 15 Ιουνίου 2005, δηλαδή την επόμενη ημέρα από την παραλαβή της κοινοποίησης.

(17)

Σε επιστολή της με ημερομηνία 10 Αυγούστου 2005, η Επιτροπή ενημέρωσε τα υπόλοιπα κράτη μέλη σχετικά με το αίτημα της Αυστρίας. Η Επιτροπή δημοσίευσε επίσης ανακοίνωση σχετικά με το αίτημα στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (8) ώστε τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη να λάβουν γνώση των εθνικών μέτρων τα οποία η Αυστρία επιθυμεί να διατηρήσει σε ισχύ.

III.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

1.   Εξέταση της δυνατότητας αποδοχής

(18)

Το άρθρο 95 παράγραφος 4 της συνθήκης προβλέπει ότι όταν, αφού το Συμβούλιο ή η Επιτροπή θεσπίσουν ένα μέτρο εναρμόνισης, ένα κράτος μέλος θεωρεί αναγκαίο να διατηρήσει εθνικές διατάξεις που δικαιολογούνται από τις επιτακτικές ανάγκες που προβλέπονται στο άρθρο 30 ή διατάξεις σχετικές με την προστασία του περιβάλλοντος ή του χώρου εργασίας, τις κοινοποιεί στην Επιτροπή, καθώς και τους λόγους διατήρησής τους.

(19)

Η κοινοποίηση που υπέβαλαν οι αυστριακές αρχές στις 7 Ιουνίου 2005 επιδιώκει να επιτύχει την έγκριση της παράτασης της ισχύουσας παρέκκλισης που παραχώρησε η απόφαση 2002/366/ΕΚ και μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2005. Η παρούσα απόφαση επιτρέπει στην Αυστρία να διατηρήσει σε ισχύ εθνικές διατάξεις ασύμβατες με εκείνες που αφορούν τη σύνθεση των λιπασμάτων ΕΚ που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2003/2003.

(20)

Όπως ήδη αναφέρθηκε, το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 εμποδίζει τα κράτη μέλη να περιορίζουν την κυκλοφορία των λιπασμάτων ΕΚ εξαιτίας της σύνθεσής τους, αλλά οι κανόνες που διέπουν τη σύνθεση δεν ορίζουν καμία οριακή τιμή για την περιεκτικότητα σε κάδμιο. Αυτό σημαίνει ότι, βάσει του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003, τα λιπάσματα ΕΚ που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του εν λόγω κανονισμού μπορούν να διατίθενται στην αγορά ανεξάρτητα από την περιεκτικότητά τους σε κάδμιο.

(21)

Βάσει των προαναφερομένων, είναι σαφές ότι οι εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε η Αυστρία, στο βαθμό που απαγορεύουν τη διάθεση στην αγορά φωσφορικών ορυκτών λιπασμάτων με περιεκτικότητα σε κάδμιο η οποία υπερβαίνει τα 75 mg/kg P2O5, είναι πιο περιοριστικές από εκείνες που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2003/2003.

(22)

Οι εθνικές διατάξεις που κοινοποιήθηκαν από τις αυστριακές αρχές είχαν εκδοθεί πριν από την προσχώρηση της Αυστρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως αναφέρεται παραπάνω, η πράξη προσχώρησης θεσπίζει μεταβατικές διατάξεις που επιτρέπουν στην Αυστρία να συνεχίσει να εφαρμόζει τις εθνικές της διατάξεις σχετικά με την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο στα προϊόντα που διέπονται από την οδηγία 76/116/ΕΟΚ για περίοδο τεσσάρων ετών. Με την οδηγία 98/97/ΕΚ επιτράπηκε στην Αυστρία να εξακολουθήσει να εφαρμόζει τις προαναφερόμενες διατάξεις έως τις 31 Δεκεμβρίου 2001. Με την απόφαση 2002/366/ΕΚ παρατάθηκε η παρέκκλιση έως τον Δεκέμβριο του 2005.

(23)

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 95 παράγραφος 4, όπως ερμηνεύονται βάσει των άρθρων 2 και 168 της πράξης προσχώρησης, η Αυστρία κοινοποίησε στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων που εκδόθηκαν πριν από την προσχώρησή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση τις οποίες επιθυμεί να διατηρήσει, συνοδεύοντας το αίτημά της με έκθεση στην οποία παρατίθενται οι λόγοι οι οποίοι κατά τη γνώμη της δικαιολογούν τη διατήρηση των εν λόγω διατάξεων.

(24)

Οι λόγοι που επικαλούνται οι αυστριακές αρχές είναι ίδιοι με αυτούς που είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν και οδήγησαν την Επιτροπή να χορηγήσει, με την απόφασή της 2002/366/ΕΚ, παρέκκλιση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005. Αυτή η προθεσμία ορίστηκε με βάση την υπόθεση ότι η εναρμονισμένη νομοθεσία θα έχει θεσπιστεί έως το τέλος του 2005. Αν και οι εργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη, η νομοθεσία δεν αναμένεται να εκδοθεί σε κοινοτικό επίπεδο πριν από το τέλος του έτους.

(25)

Η κοινοποίηση που υπέβαλε η Αυστρία στις 14 Ιουνίου 2005 για να επιτύχει την έγκριση της διατήρησης των εθνικών διατάξεων κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 κρίνεται, επομένως, αποδεκτή δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4, όπως ερμηνεύεται βάσει των άρθρων 2 και 168 της πράξης προσχώρησης.

2.   Αξιολόγηση πλεονεκτημάτων

(26)

Σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης, η Επιτροπή οφείλει να διασφαλίσει ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις που παρέχουν τη δυνατότητα σε ένα κράτος μέλος να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες παρέκκλισης που προβλέπονται από το εν λόγω άρθρο.

(27)

Ειδικότερα, η Επιτροπή πρέπει να ελέγχει αν οι διατάξεις που κοινοποιούνται από το κράτος μέλος δικαιολογούνται από τις επιτακτικές ανάγκες που αναφέρονται στο άρθρο 30 της συνθήκης ή από ανάγκες που έχουν σχέση με την προστασία του περιβάλλοντος ή του χώρου εργασίας.

(28)

Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 6 της συνθήκης, στις περιπτώσεις που η Επιτροπή κρίνει αιτιολογημένη τη θέσπιση τέτοιων εθνικών διατάξεων, οφείλει να εξακριβώσει εάν οι εν λόγω εθνικές διατάξεις αποτελούν ή όχι μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών και εάν συνιστούν ή όχι εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(29)

Η Αυστρία στηρίζει το αίτημά της στην ανάγκη προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος. Το κάδμιο σε λιπάσματα θεωρείται ότι συνιστά απειλή για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία. Για την υποστήριξη τους αιτήματός της η Αυστρία αναφέρεται στα συμπεράσματα μιας αυστριακής μελέτης που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2000 (9), η οποία περιλαμβάνει αξιολόγηση των κινδύνων που παρουσιάζουν τα λιπάσματα που περιέχουν κάδμιο.

2.1.   Αιτιολόγηση για λόγους επιτακτικών αναγκών

(30)

Από τα επιστημονικά στοιχεία που είναι διαθέσιμα μέχρι σήμερα μπορεί να συναχθεί ότι το μεταλλικό κάδμιο και το οξείδιο του καδμίου γενικά μπορούν να θεωρηθούν ότι προκαλούν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία. Συγκεκριμένα, το οξείδιο του καδμίου έχει ταξινομηθεί ως ουσία καρκινογόνος-μεταλλαξιογόνος-τοξική για την αναπαραγωγή, κατηγορίας 2. Υπάρχει επίσης γενική συμφωνία ότι το κάδμιο στα λιπάσματα είναι με μεγάλη διαφορά η σημαντικότερη πηγή εισόδου του καδμίου στο έδαφος και στην τροφική αλυσίδα.

(31)

Όσον αφορά το κάδμιο στα λιπάσματα, τα πλέον πρόσφατα στοιχεία από την αξιολόγηση κινδύνου που πραγματοποίησε η Αυστρία μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

όσον αφορά το νερό, η έκθεση αναφέρει ότι «κατά τη διασπορά λιπάσματος με μέση συγκέντρωση 25 mg Cd/kg P2O5 σημειώνεται υπέρβαση της τιμής PNEC (10) τόσο σήμερα όσο και σε εκατό χρόνια»,

όσον αφορά το έδαφος, η έκθεση αναφέρει ότι «κατά τη διασπορά λιπάσματος με μέση συγκέντρωση 25 mg Cd/kg P2O5 ή 90 mg Cd/kg P2O5, σημειώνεται υπέρβαση της τιμής PNEC τόσο σήμερα όσο και σε εκατό χρόνια».

(32)

Είναι σαφές ότι τα συμπεράσματα αυτά αναφέρονται στη συγκεκριμένη κατάσταση του αυστριακού εδάφους καθώς και στις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στην Αυστρία.

(33)

Συμπερασματικά, η αξιολόγηση κινδύνων που πραγματοποιήθηκε από την Αυστρία δείχνει ότι η τιμή PEC (predicted environmental concentration – προβλεπόμενη περιβαλλοντική συγκέντρωση) του καδμίου στα ορυκτά λιπάσματα στην Αυστρία υπερβαίνει την τιμή PNEC (11) για το νερό στις περισσότερες ερευνηθείσες περιοχές. Αυτό ισχύει επίσης για το 5 % των 52 καλλιεργήσιμων περιφερειών της Αυστρίας, αν χρησιμοποιηθούν βιοδιαθέσιμες τιμές. Σύμφωνα με τη γνώμη των αυστριακών αρχών, αυτό σημαίνει ότι, βάσει της μεθοδολογίας αξιολόγησης κινδύνου της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η εν λόγω ουσία προκαλεί ανησυχίες και υπάρχει υποχρέωση να ληφθούν περαιτέρω μέτρα.

(34)

Η αξιολόγηση κινδύνου που υπέβαλαν οι αυστριακές αρχές πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τις διαδικασίες και τη μεθοδολογία που έχουν θεσπιστεί σε κοινοτικό επίπεδο και θεωρείται ότι εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο αξιοπιστίας των πληροφοριών που λαμβάνονται.

(35)

Η Επιτροπή εξέτασε ήδη τις πληροφορίες που περιέχονται στην αξιολόγηση κινδύνου στο πλαίσιο της απόφασης 2002/366/ΕΚ με την οποία επετράπη στην Αυστρία να διατηρήσει σε ισχύ τις εθνικές διατάξεις της έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005.

(36)

Δεν δόθηκαν άλλα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα από την Αυστρία το 2005. Η διεργασία σώρευσης είναι αργή και δεν αλλάζει σημαντικά σε περίοδο τριών ετών. Συνεπώς, μπορεί να θεωρηθεί ότι η κατάσταση είναι παρόμοια με αυτή του 2002.

(37)

Η εγκυρότητα των δεδομένων που παρείχε η Αυστρία επιβεβαιώνεται από τα ακόλουθα επιστημονικά δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την προπαρασκευή της πρότασης της Επιτροπής σχετικά με το κάδμιο στα λιπάσματα:

τη γνώμη που διατυπώθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2002 από την ΕΕΤΟΠ (12) [η σημερινή ΕΕΥΠΚ (13)] σχετικά με τη σώρευση του καδμίου στα καλλιεργήσιμα εδάφη λόγω της χρήσης λιπασμάτων. Η εν λόγω γνώμη βασίστηκε στις εκθέσεις αξιολόγησης κινδύνου εννέα κρατών μελών που εξετάζουν μόνον τη σώρευση και όχι τους ενδεχόμενους κινδύνους για την υγεία και το περιβάλλον· το συμπέρασμα της ΕΕΤΟΠ ήταν ότι η περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο πρέπει να είναι περιορισμένη ώστε να εμποδίζεται η σώρευση του καδμίου στο έδαφος,

το τελικό σχέδιο της γενικής αξιολόγησης για το κάδμιο και το οξείδιο του καδμίου, του Σεπτεμβρίου 2004, που συντάχθηκε σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (14) και το οποίο εξετάζει όλες τις πηγές του καδμίου. Το σχέδιο υιοθετεί τη γνώμη της ΕΕΤΟΠ σχετικά με τη σώρευση στο έδαφος. Αν και αναφέρει ότι η συμβολή από το κάδμιο στα λιπάσματα μπορεί να μην επαρκεί από μόνη της για την πρόκληση σοβαρού και άμεσου κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, χρειάζεται προσοχή, δεδομένου ότι ο κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία δεν μπορεί να αποκλειστεί για όλες τις καταστάσεις τοπικού και περιφερειακού επιπέδου λόγω της μεγάλης ποικιλίας των συγκεντρώσεων του καδμίου στα τρόφιμα, των διατροφικών συνηθειών και του πλαισίου διατροφής.

Εν αναμονή της οριστικοποίησης της γενικής αξιολόγησης κινδύνου για το κάδμιο και το οξείδιο του καδμίου, καθώς και της ενδεχόμενης συνέχειας που θα δινόταν στα μέτρα μείωσης του κινδύνου, η πρόταση της Επιτροπής για το κάδμιο στα λιπάσματα έχει καθυστερήσει.

(38)

Μετά την επανεξέταση, συνεπώς, των επιστημονικών στοιχείων βάσει του αυστριακού αιτήματος, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι αυστριακές αρχές κατέδειξαν ότι τα λιπάσματα που περιέχουν κάδμιο παρουσιάζουν κινδύνους για το περιβάλλον και την υγεία του ανθρώπου και ότι οι εθνικές διατάξεις που κοινοποιήθηκαν από τις αυστριακές αρχές με σκοπό τη μείωση στο ελάχιστο της έκθεσης του αυστριακού περιβάλλοντος σε λιπάσματα που περιέχουν κάδμιο είναι αιτιολογημένες.

2.2.   Απουσία αυθαίρετων διακρίσεων

(39)

Το άρθρο 95 παράγραφος 6 υποχρεώνει την Επιτροπή να ελέγχει μήπως οι εθνικές διατάξεις αποτελούν μέσον αυθαίρετων διακρίσεων. Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, απουσία διακρίσεων σημαίνει ότι οι εθνικοί περιορισμοί στο εμπόριο δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις εις βάρος αγαθών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη.

(40)

Οι προβλεπόμενες εθνικές διατάξεις είναι γενικές και εφαρμόζονται τόσο στα εγχώρια όσο και στα εισαγόμενα φωσφορικά λιπάσματα ΕΚ. Επομένως, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσον επιβολής αυθαίρετων διακρίσεων μεταξύ οικονομικών παραγόντων στην Κοινότητα.

2.3.   Απουσία συγκεκαλυμμένων περιορισμών στο εμπόριο

(41)

Κάθε αυστηρότερο εθνικό μέτρο σχετικά με τη σύνθεση των λιπασμάτων ΕΚ που παρεκκλίνει από τις διατάξεις μιας κοινοτικής οδηγίας συνιστά κανονικά εμπόδιο στο εμπόριο. Προϊόντα που μπορούν να διατεθούν νόμιμα στην αγορά στην υπόλοιπη Κοινότητα δεν μπορούν να διατεθούν στην αγορά του υπόψη κράτους μέλους. Το σκεπτικό των διατάξεων του άρθρου 95 παράγραφος 6 είναι να μην επιτρέπεται η εφαρμογή των περιορισμών που βασίζονται στα κριτήρια των παραγράφων 4 και 5 για απρόσφορους λόγους, οι οποίοι στην πραγματικότητα συνιστούν οικονομικά μέτρα που εισάγονται για την παρεμπόδιση της εισαγωγής προϊόντων από άλλα κράτη μέλη προκειμένου να προστατευθεί εμμέσως η εθνική παραγωγή.

(42)

Όπως διαπιστώθηκε παραπάνω, υπάρχει πράγματι ανησυχία όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας του ανθρώπου λόγω της απόθεσης στο έδαφος λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο. Συνεπώς, πραγματικός στόχος του αιτήματος διατήρησης της εθνικής νομοθεσίας φαίνεται να είναι η προστασία της υγείας και του περιβάλλοντος και όχι η δημιουργία συγκεκαλυμμένων εμποδίων στο εμπόριο.

2.4.   Απουσία εμποδίων στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς

(43)

Η προϋπόθεση αυτή δεν μπορεί να ερμηνευτεί κατά τρόπο που να απαγορεύει την έγκριση οποιουδήποτε εθνικού μέτρου που είναι πιθανόν να επηρεάσει την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς. Στην πράξη, κάθε εθνικό μέτρο που παρεκκλίνει από ένα μέτρο εναρμόνισης που στοχεύει στην εγκαθίδρυση και λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, συνιστά κατ’ ουσία μέτρο που είναι πιθανόν να επηρεάσει την εσωτερική αγορά. Κατά συνέπεια, για τη διατήρηση του επωφελούς χαρακτήρα της διαδικασίας παρέκκλισης που προβλέπεται από το άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή θεωρεί ότι, στα πλαίσια του άρθρου 95 παράγραφος 6, η έννοια του εμποδίου στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως ένα δυσανάλογο αποτέλεσμα σε σχέση με τον επιδιωκόμενο στόχο.

(44)

Λόγω των κινδύνων που υπάρχουν τόσο για το περιβάλλον όσο και για την υγεία του ανθρώπου, εξαιτίας της απόθεσης λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο στο αυστριακό έδαφος, και λαμβάνοντας υπόψη ότι:

όπως αναφέρεται παραπάνω, η πράξη προσχώρησης και η οδηγία 98/97/ΕΚ επέτρεψαν στην Αυστρία να εξακολουθήσει να εφαρμόζει τις εθνικές διατάξεις της σχετικά με την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο εν αναμονή της ολοκλήρωσης της αναθεώρησης της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ όσον αφορά το ζήτημα της περιεκτικότητας των λιπασμάτων σε κάδμιο,

η απόφαση 2002/366/ΕΚ επέτρεψε στην Αυστρία να διατηρήσει τις εθνικές της διατάξεις έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005 βάσει της αξιολόγησης κινδύνου που υπέβαλαν οι αυστριακές αρχές,

οι τρέχουσες εργασίες εντός της Επιτροπής για την προσέγγιση των κοινοτικών οριακών τιμών για την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι λιγότερο περιοριστικά μέτρα θα παρείχαν επαρκή προστασία για την υγεία και το περιβάλλον στην Αυστρία. Η αξιολόγηση κινδύνου δείχνει ότι οι ειδικές κλιματικές και εδαφικές συνθήκες στην Αυστρία απαιτούν εθνικές διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος, διότι ορισμένες περιοχές είναι πιο ευάλωτες στις εισροές καδμίου λόγω του όξινου pH του εδάφους στις εν λόγω περιοχές. Η διαλυτότητα του καδμίου αυξάνεται σε όξινο περιβάλλον και, συνεπώς, το κάδμιο μπορεί να απορροφηθεί ευκολότερα από τις καλλιέργειες,

η Επιτροπή θεωρεί ότι, σε αυτό το στάδιο της αναθεώρησης, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι εθνικές διατάξεις θα αποτελέσουν δυσανάλογο εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους.

2.5.   Χρονικός περιορισμός

(45)

Η χρονική περίοδος για την οποία χορηγείται η παρέκκλιση πρέπει να είναι επαρκής ώστε να επιτρέπει στη μεν Επιτροπή να προτείνει, στο δε Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εκδώσουν, νομοθετική πράξη σχετικά με τη χρήση καδμίου στα λιπάσματα σε κοινοτικό επίπεδο. Για να αποφευχθούν οι ενδεχόμενες καθυστερήσεις κατά τη διοργανική συζήτηση, οι διατάξεις της ισχύουσας απόφασης πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ έως ότου εφαρμοστεί το εναρμονισμένο μέτρο σε επίπεδο ΕΕ.

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(46)

Με βάση τα προαναφερόμενα, συνάγεται ότι το αίτημα της Δημοκρατίας της Αυστρίας για τη διατήρηση των εθνικών διατάξεων οι οποίες είναι πιο περιοριστικές από τις διατάξεις της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ όσον αφορά την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο, το οποίο υποβλήθηκε στις 14 Ιουνίου 2005, μπορεί να γίνει δεκτό.

(47)

Επιπλέον, η Επιτροπή κρίνει ότι οι εθνικές διατάξεις:

δικαιολογούνται από τις ανάγκες προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας του ανθρώπου,

είναι ανάλογες των επιδιωκόμενων στόχων,

δεν συνιστούν μέσο αυθαίρετων διακρίσεων, και

τα μέτρα δεν συνιστούν συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών.

Συνεπώς, η Επιτροπή εκτιμά ότι μπορούν να εγκριθούν,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Κατά παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 εγκρίνονται οι αυστριακές διατάξεις που απαγορεύουν τη διάθεση στην αυστριακή αγορά των φωσφορικών ορυκτών λιπασμάτων (που περιέχουν 5 % P2O5 ή περισσότερο) με περιεκτικότητα σε κάδμιο που υπερβαίνει τα 75 mg/kg P2O5.

Η παρέκκλιση αυτή ισχύει έως ότου αρχίσουν να ισχύουν σε κοινοτικό επίπεδο εναρμονισμένα μέτρα για το κάδμιο στα λιπάσματα.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Αυστρίας.

Βρυξέλλες, 3 Ιανουαρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 24 της 30.1.1976, σ. 21· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ L 132 της 17.5.2002, σ. 65.

(3)  ΕΕ L 304 της 21.11.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2076/2004 (ΕΕ L 359 της 4.12.2004, σ. 25).

(4)  ΕΕ C 241 της 29.8.1994, σσ. 35 και 305.

(5)  EE L 18 της 23.1.1999, σ. 60.

(6)  Ομοσπονδιακή Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Δημοκρατίας της Αυστρίας, αριθ. 100/2004, σειρά ΙΙ, της 27ης Φεβρουαρίου 2004.

(7)  Ομοσπονδιακή Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Δημοκρατίας της Αυστρίας, αριθ. 1007/1994, τεύχος 309, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σ. 7235.

(8)  ΕΕ C 197 της 12.8.2005, σ. 2.

(9)  Αυστριακός Ομοσπονδιακός Οργανισμός Περιβάλλοντος: «Αξιολόγηση κινδύνων για το κάδμιο στην Αυστρία βάσει των συστάσεων της ΔΠΠ», 10 Οκτωβρίου 2000 [Η ΔΠΠ (Διαχείριση Περιβαλλοντικών Πόρων) είναι η εταιρεία παροχής συμβουλών που ανέπτυξε τη μεθοδολογία της αξιολόγησης κινδύνων].

(10)  PNEC: predicted no effect concentration — προβλεπόμενη συγκέντρωση χωρίς επιπτώσεις.

(11)  Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξουν δυσμενείς συνέπειες.

(12)  Επιστημονική επιτροπή για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον.

(13)  Επιστημονική επιτροπή για την υγεία και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους.

(14)  ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).


Top