Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006A0405(02)

    Γνώμη του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2006 , για το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Γερμανίας, 2005-2009

    ΕΕ C 82 της 5.4.2006, p. 6–9 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    5.4.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 82/6


    ΓΝΏΜΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 14ης Μαρτίου 2006

    για το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Γερμανίας, 2005-2009

    (2006/C 82/02)

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 3,

    τη σύσταση της Επιτροπής,

    κατόπιν διαβούλευσης με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΓΝΩΜΗ:

    (1)

    Στις 14 Μαρτίου 2006 Το Συμβούλιο εξέτασε το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Γερμανίας.

    (2)

    Η αύξηση του ΑΕΠ κατά τη διάρκεια των δέκα τελευταίων ετών ανήλθε στο 1,4 % ετησίως, δηλαδή σε επίπεδο χαμηλότερο κατά μισή εκατοστιαία μονάδα από τον μέσο όρο της ζώνης ευρώ. Ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης σημείωσε συνεχή πτώση σε όλη αυτή την περίοδο. Η δραστηριότητα, παρότι υποστηρίχθηκε από τη δυναμική εξέλιξη των εξαγωγών, παρέμεινε συγκρατημένη λόγω της αναιμικής εγχώριας ζήτησης. Μετά από μια μακρά περίοδο στασιμότητας στις αρχές της δεκαετίας, η ζήτηση και το πραγματικό ΑΕΠ κινήθηκαν πρόσκαιρα ανοδικά το 2000 και το 2004, αλλά στη συνέχεια σημείωσαν εκ νέου κάμψη. Προβληματική παραμένει και η δημιουργία θέσεων απασχόλησης, γεγονός που οδήγησε σε αύξηση της ανεργίας στο 9,5 % του εργατικού δυναμικού. Το 2005, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης υπερέβη για τέταρτο συνεχές έτος την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ που καθορίζει η Συνθήκη. Όσον αφορά το δημόσιο χρέος, το οποίο ανερχόταν στο 40 % περίπου του ΑΕΠ το 1991, υπερβαίνει από το 2002 την τιμή αναφοράς του 60 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη.

    (3)

    Στις 21 Ιανουαρίου 2003, το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Γερμανία είχε υπερβολικό έλλειμμα και, βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 7, ζήτησε από τη χώρα αυτή να θέσει τέρμα στην κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος το αργότερο στα τέλη του 2004. Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της του Δεκεμβρίου 2004 προς το Συμβούλιο σχετικά με «την κατάσταση στη Γερμανία και τη Γαλλία όσον αφορά τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικών ελλειμμάτων μετά την απόφαση του Δικαστηρίου», κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το 2005 πρέπει να θεωρηθεί ως η κρίσιμη προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος. Τον Ιανουάριο 2005, το Συμβούλιο συμφώνησε με την άποψη αυτή. Στις 14 Μαρτίου 2006, το Συμβούλιο αποφάσισε να ειδοποιήσει τη Γερμανία, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 9, να λάβει μέτρα για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος έως το 2007. Στη γνώμη που εξέδωσε στις 17 Φεβρουαρίου 2005 σχετικά με την επικαιροποίηση του προγράμματος σταθερότητας του Δεκεμβρίου 2004, το οποίο κάλυπτε την περίοδο 2004-2008, το Συμβούλιο είχε καλέσει τη Γερμανία: να πράξει τα δέοντα προκειμένου να διασφαλιστεί η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος το 2005, να προβεί σε δημοσιονομικές προσαρμογές τα επόμενα έτη και να καταβάλει τις απαιτούμενες προσπάθειες σε διαρθρωτικό επίπεδο προκειμένου να επιτύχει δημοσιονομική θέση σχεδόν ισοσκελισμένη έως τη λήξη της καλυπτόμενης από το πρόγραμμα περιόδου, καθώς και να συνεχίσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να βελτιώσει περαιτέρω τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών, ιδίως όσον αφορά το σύστημα υγείας.

    (4)

    Σύμφωνα με τα δεδομένα της Eurostat, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Γερμανίας το 2005 ανήλθε στο 3,3 % του ΑΕΠ. Τα στοιχεία αυτά, η ποιότητα των οποίων αναμένεται να εξεταστεί πιο εμπεριστατωμένα, βασίζονται σε προσωρινή κοινοποίηση που η Γερμανία απηύθυνε στην Επιτροπή στις 24 Φεβρουαρίου 2006, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου. Η προηγούμενη επικαιροποίηση του προγράμματος σταθερότητας έθετε ως στόχο για το 2005 έλλειμμα της τάξης του 2,9 % του ΑΕΠ.

    (5)

    Το πρόγραμμα σταθερότητας της Γερμανίας υποβλήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2006. Το πρόγραμμα καλύπτει την περίοδο 2005-2009. Το πρόγραμμα αυτό ακολουθεί, εν γένει, το πρότυπο που ισχύει για τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης με βάση τον νέο κώδικα δεοντολογίας (2).

    (6)

    Το μακροοικονομικό σενάριο στο οποίο βασίζεται το πρόγραμμα προβλέπει ανάκαμψη του ρυθμού αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ ο οποίος από 0,9 % το 2005 θα ανέλθει σε 1,4 % το 2006, σε συνθήκες συνεχώς αυξανόμενης εγχώριας ζήτησης. Μετά από υποχώρησή του στο 1 % το 2007, ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ αναμένεται να επανέλθει σε ανοδική τροχιά και να κινηθεί με μέσο ρυθμό 1,5 % για το σύνολο της περιόδου 2005-2009. Το προφίλ αυτό ανάπτυξης επηρεάζεται από τις κατευθυντήριες γραμμές που καθόρισε η νέα κυβερνητική συμμαχία. Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, το σενάριο αναφοράς φαίνεται εύλογο, αλλά ενδέχεται να είναι ελαφρώς λιγότερο ευνοϊκό για τα πιο απομακρυσμένα έτη της περιόδου που καλύπτει το πρόγραμμα. Όσον αφορά τον πληθωρισμό οι προβλέψεις του προγράμματος φαίνονται ρεαλιστικές.

    (7)

    Η μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική που εκτίθεται στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα αποσκοπεί κυρίως στο να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών. Για το σκοπό αυτό, το πρόγραμμα προτείνει να συνεχιστεί η δημοσιονομική εξυγίανση και παράλληλα να δημιουργηθεί ένα πιο πρόσφορο περιβάλλον για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Το πρόγραμμα αποσκοπεί στη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος έως το 2007. Ειδικότερα, το πρόγραμμα προβλέπει για το 2006 και το 2007 ονομαστικό έλλειμμα 3,3 % και 2,5 % του ΑΕΠ αντίστοιχα. Το έλλειμμα αυτό προβλέπεται να μειώνεται αντίστοιχα κατά μισή εκατοστιαία μονάδα του ΑΕΠ ετησίως έως ότου υποχωρήσει στο 1,5 % του ΑΕΠ το 2009. Αυτή η δημοσιονομική προσαρμογή βασίζεται τόσο στα έσοδα όσο και στις δαπάνες. Το κυριότερο στοιχείο του προγράμματος είναι ότι καθιστά τον περιορισμό των κοινωνικών δαπανών ένα βασικό παράγοντα της στρατηγικής για την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών. Στο σκέλος των εσόδων, η αύξηση του μέρους των φόρων αντισταθμίζεται συνολικά από τη μείωση του μέρους των κοινωνικών εισφορών. Δεν αναμένεται να σημειωθεί μεταβολή στο τμήμα των δημοσίων επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ. Σε σχέση με την προηγούμενη επικαιροποίηση του προγράμματος, η πορεία της προσαρμογής παρέμεινε ουσιαστικά η ίδια. Ωστόσο, σε σχέση με την προηγούμενη επικαιροποίηση, το έλλειμμα που προβλέπεται για κάθε έτος είναι ανώτερο κατά μισή εκατοστιαία μονάδα (στρογγυλοποιημένα στοιχεία) και μάλιστα περισσότερο όσον αφορά το 2006.

    (8)

    Σύμφωνα με το πρόγραμμα η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος μέχρι το 2007 συνεπάγεται σωρευτική βελτίωση του διαρθρωτικού αποτελέσματος (δηλαδή του αποτελέσματος διορθωμένου από τις διακυμάνσεις της συγκυρίας πλην έκτακτων και άλλων προσωρινών μέτρων) κατά περισσότερο από μια εκατοστιαία μονάδα του ΑΕΠ μεταξύ 2005 και 2007. Στο σύνολο της περιόδου, το διαρθρωτικό αυτό αποτέλεσμα, μετρούμενο σύμφωνα με την κοινή μέθοδο, θα βελτιωθεί επομένως κατά 0,5 % του ΑΕΠ ετησίως κατά μέσο όρο σύμφωνα με τις προβλέψεις, παρότι η βελτίωση αυτή θα είναι μικρότερη το 2008 και το 2009. Το πρόγραμμα θέτει ως μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο (ΜΠΣ) ισοσκελισμένο προϋπολογισμό σε διαρθρωτικούς όρους, αλλά δεν αποβλέπει στην επίτευξή του κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Δεδομένου ότι ο στόχος αυτός είναι πιο φιλόδοξος από το οριζόμενο ελάχιστο όριο (το οποίο εκτιμάται σε έλλειμμα της τάξης του 1,75 % του ΑΕΠ περίπου), η επίτευξή του αναμένεται να προσφέρει επαρκές περιθώριο ασφαλείας έναντι της εμφάνισης υπερβολικού ελλείμματος. Όσον αφορά την καταλληλότητα, ο ΜΠΣ του προγράμματος βρίσκεται εντός του φάσματος που υποδεικνύεται για τη ζώνη του ευρώ και τα κράτη μέλη του ΜΣΙ ΙΙ στο σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης και στον κώδικα δεοντολογίας, ενώ είναι ελαφρώς απαιτητικότερος από ό,τι αφήνουν να εννοηθεί ο δείκτης χρέους και η μέση δυνητική αύξηση του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα.

    (9)

    Όσον αφορά το 2006, οι κίνδυνοι που συνδέονται με τα δημοσιονομικά αποτελέσματα φαίνονται ισορροπημένοι. Αντίθετα, από το 2007 και μετά τα αποτελέσματα αυτά ενδέχεται να είναι λιγότερο ευνοϊκά απ' ό,τι προβλέπει το πρόγραμμα. Η συμπίεση των κοινωνικών δαπανών, της οποίας δεν είναι γνωστές όλες οι λεπτομέρειες αλλά προορίζεται να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για τη δημοσιονομική προσαρμογή, απαιτεί αυστηρή εφαρμογή των προβλεπόμενων μέτρων. Οι κοινωνικές δαπάνες αποτελούν έναν από τους κυριότερους λόγους στους οποίους οφείλεται η υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων που είχαν καθοριστεί στα προηγούμενα προγράμματα. Η επίτευξη των στόχων του παρόντος προγράμματος θα υπονομευθεί εάν η προβλεπόμενη ελάφρυνση των κοινωνικών εισφορών πραγματοποιηθεί πλήρως χωρίς ταυτόχρονα να επιτευχθούν οι αντίστοιχοι στόχοι από την πλευρά των δαπανών. Εξάλλου, τυχόν χαμηλότερος ρυθμός ανάπτυξης ενδέχεται να επιφέρει μείωση των εσόδων που θα ήταν αναμφίβολα δύσκολο να αντισταθμιστεί με νέες περικοπές στις δαπάνες προκειμένου να διατηρηθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα εντός της προβλεπόμενης τροχιάς. Στο πρόγραμμα εξαγγέλλονται επίσης μεταρρυθμίσεις στη φορολογία των εταιρειών έως το 2008 καθώς και στο σύστημα υγείας και μακροχρόνιας ασφάλισης υγειονομικής περίθαλψης, οι οποίες, εάν δεν χρηματοδοτηθούν πλήρως όπως προβλέπεται στο πρόγραμμα, ενδέχεται να έχουν βραχυπρόθεσμες αρνητικές επιπτώσεις στο έλλειμμα.

    (10)

    Με βάση αυτή την εκτίμηση κινδύνων, ο δημοσιονομικός προσανατολισμός του προγράμματος φαίνεται να είναι συμβατός με την πρόβλεψη για διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος έως το 2007. Ωστόσο, δεν φαίνεται να παρέχει επαρκές περιθώριο ασφαλείας ικανό να αποτρέψει την τυχόν υπέρβαση του ελλείμματος πάνω από το όριο του 3 % του ΑΕΠ σε περίπτωση κανονικών μακροοικονομικών διακυμάνσεων έως το προτελευταίο έτος της περιόδου που καλύπτει το πρόγραμμα. Για τα έτη μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, ο ρυθμός της προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου του προγράμματος είναι συνολικά συμβατός με το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης το οποίο ορίζει ότι για τα κράτη μέλη της ζώνης ευρώ και του ΜΣΙ II, η ετήσια βελτίωση του διαρθρωτικού αποτελέσματος πρέπει να ανέρχεται στο 0,5 % του ΑΕΠ τουλάχιστον, και ότι η προσαρμογή αυτή ενδέχεται να είναι βραδύτερη σε περιόδους αρνητικής συγκυρίας ενώ πρέπει να είναι ταχύτερη σε περιόδους ευνοϊκών οικονομικών συνθηκών.

    (11)

    Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο δείκτης χρέους ανήλθε στο 67,5 % του ΑΕΠ το 2005, δηλαδή σε επίπεδο ανώτερο της τιμής αναφοράς του 60 % που ορίζει η Συνθήκη. Το επικαιροποιημένο πρόγραμμα προβλέπει ότι ο δείκτης αυτός θα αυξηθεί και θα ανέλθει στο 69 % το 2006 (στρογγυλοποιημένο ποσό) και στη συνέχεια θα αρχίσει να υποχωρεί για να διαμορφωθεί στο 67 % στα τέλη της υπό εξέταση περιόδου. Η εξέλιξη του δείκτη χρέους ενδέχεται να είναι λιγότερο ευνοϊκή από ότι προβλέπει το πρόγραμμα εάν ληφθούν υπόψη οι προαναφερθέντες κίνδυνοι που συνδέονται με την επίτευξη των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων. Με βάση αυτή την εκτίμηση των κινδύνων, ο δείκτης χρέους ενδέχεται να μην υποχωρήσει επαρκώς προς την τιμή αναφοράς.

    (12)

    Όσον αφορά τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, το αναμενόμενο δημοσιονομικό κόστος από τη γήρανση του πληθυσμού φαίνεται να αποτελεί για τη Γερμανία κίνδυνο μεσαίου μεγέθους (3). Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τα τελευταία αυτά έτη και ιδίως η μεταρρύθμιση των συντάξεων, βοήθησαν στο να συγκρατηθεί η μελλοντική αύξηση των δημοσίων δαπανών. Δεδομένου ότι ο δείκτης του ακαθάριστου δημόσιου χρέους υπερβαίνει σήμερα την τιμή αναφοράς του 60 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη, και λαμβανομένου υπόψη του εύρους του διαρθρωτικού ελλείμματος, θα είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί με αποφασιστικότητα μια αυστηρή δημοσιονομική εξυγίανση που θα καλύπτει όλη την περίοδο του προγράμματος προκειμένου να μειωθούν οι κίνδυνοι για τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών.

    (13)

    Τα μέτρα που προβλέπονται στον τομέα των δημοσίων οικονομικών ανταποκρίνονται εν γένει στους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής, που περιλαμβάνονται στις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την περίοδο 2005-2008. Ειδικότερα, η Γερμανία προτίθεται να πραγματοποιήσει ορισμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να βελτιώσει τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών. Εάν η περιστολή των δαπανών των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης υλοποιηθεί όπως προβλέπεται, η διάρθρωση των δημοσίων δαπανών θα είναι πιο ευνοϊκή για τις δαπάνες εκείνες που ευνοούν την ανάπτυξη, σύμφωνα με τη στρατηγική της Λισσαβόνας.

    (14)

    Το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ) της Γερμανίας το οποίο υποβλήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2005 στο πλαίσιο της αναθεωρημένης στρατηγικής της Λισσαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση, περιλαμβάνει έξι μεγάλες προτεραιότητες: την κοινωνία της γνώσης, τη λειτουργία της αγοράς και την ανταγωνιστικότητα, το επιχειρηματικό περιβάλλον, τη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών (συμπεριλαμβανομένης της βιώσιμης ανάπτυξης και της κοινωνικής ασφάλισης), την περιβαλλοντική καινοτομία καθώς και τον επαναπροσανατολισμό της αγοράς εργασίας. Γενικά, τα μέτρα που προβλέπει το πρόγραμμα σταθερότητας όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά συνάδουν με τις δράσεις που προβλέπει το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων, ενώ οι δημοσιονομικές συνέπειες των δράσεων που περιγράφει το πρόγραμμα αυτό αντικατοπτρίζονται σε γενικές γραμμές στις δημοσιονομικές προβλέψεις του προγράμματος σταθερότητας. Πέρα από το περιεχόμενο του ΕΠΜ, το πρόγραμμα σταθερότητας προβλέπει, στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του ομοσπονδιακού συστήματος, ότι οι τυχόν κυρώσεις που ενδέχεται να επιβληθούν στο πλαίσιο του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης θα κατανεμηθούν σύμφωνα με συγκεκριμένο κανόνα μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διοίκησης. Η αρχή αυτή προβλέπεται να εισαχθεί στο γερμανικό σύνταγμα.

    Με βάση την ανωτέρω εκτίμηση, το Συμβούλιο χαιρετίζει την προτεραιότητα που η κυβέρνηση παρέχει στη δημοσιονομική εξυγίανση όπως αναφέρεται στο πρόγραμμα, παράλληλα όμως σημειώνει ότι ορισμένοι κίνδυνοι ενδέχεται να υποθηκεύσουν την υλοποίηση των δημοσιονομικών στόχων καθώς και τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών. Λαμβανομένης επίσης υπόψη της απόφασης του Συμβουλίου της 14ης Μαρτίου 2006 σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 9, το Συμβούλιο καλεί τη Γερμανία:

    να εφαρμόσει την προγραμματισμένη συνολική διαρθρωτική προσαρμογή που θα αντιπροσωπεύει τουλάχιστον μια εκατοστιαία μονάδα το 2006 και το 2007, προκειμένου το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης να υποχωρήσει κατά τρόπο αξιόπιστο και βιώσιμο σε επίπεδο κατώτερο του 3 % του ΑΕΠ το αργότερο το 2007·

    να επιτύχει ταχέως τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο μέσω της μείωσης του διαρθρωτικού αποτελέσματος κατά τουλάχιστον μισή εκατοστιαία μονάδα ετησίως μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, ιδίως με την αποφασιστική εφαρμογή της προβλεπόμενης περιστολής των δαπανών ώστε να καταστεί δυνατή η σχεδιαζόμενη ελάφρυνση των κοινωνικών εισφορών, και τη λήψη μέτρων ώστε η εξαγγελθείσα μεταρρύθμιση στη φορολογία των εταιρειών να μην υποθηκεύσει την προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης·

    να υλοποιήσει τα σχέδια για μεταρρύθμιση του ομοσπονδιακού συστήματος προκειμένου να βελτιωθεί το δημοσιονομικό πλαίσιο συμβάλλοντας έτσι στο να εξασφαλιστεί ότι όλοι οι δημοσιονομικοί στόχοι θα επιτευχθούν σε όλα τα επίπεδα του κράτους.

    Σύγκριση βασικών μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων

     

    2004

    2005

    2006

    2007

    2008

    2009

    Πραγματικό ΑΕΠ

    (% μεταβολής)

    ΠΣ Φεβρ. 2006

    1,6

    0,9

    1,5

    1

    1,75

    1,75

    COM Νοέμβ. 2005 (9)

    1,6

    0,8

    1,2

    1,6

    ΠΣ Δεκ. 2004

    1,8

    1,7

    1,75

    2

    Πληθωρισμός ΕνΔΤΚ

    (%)

    ΠΣ Φεβρ. 2006

    COM Νοέμβ. 2005

    1,8

    2,0

    1,6

    1,1

    ΠΣ Δεκ. 2004

    Κενό παραγωγής

    (% του δυνητικού ΑΕΠ)

    ΠΣ Φεβρ. 2006 (4)

    – 0,6

    – 0,9

    – 0,7

    – 1,1

    – 0,7

    – 0,4

    COM Νοέμβ. 2005 (8)

    – 0,6

    – 0,9

    – 0,8

    – 0,4

    ΠΣ Δεκ. 2004 (4)

    – 1,2

    – 0,9

    – 0,7

    – 0,3

    – 0,0

    Αποτέλεσμα γενικής κυβέρνησης

    (% του ΑΕΠ)

    ΠΣ Φεβρ. 2006

    – 3,7

    – 3,3

    – 3,3

    – 2,5

    – 2

    – 1,5

    COM Νοέμβ. 2005

    – 3,7

    – 3,9

    – 3,7

    – 3,3

    ΠΣ Δεκ. 2004

    – 3,75

    – 2,9

    – 2,5

    – 2

    – 1,5

    Πρωτογενές αποτέλεσμα

    (% του ΑΕΠ)

    ΠΣ Φεβρ. 2006

    – 0,8

    – 0,5

    – 0,5

    0,5

    1,25

    1,5

    COM Νοέμβ. 2005

    – 0,8

    – 0,9

    – 0,9

    – 0,4

    ΠΣ Δεκ. 2004

    – 0,5

    0

    0,5

    1,5

    2

    Κυκλικά προσαρμοσμένο αποτέλεσμα

    (% του ΑΕΠ)

    ΠΣ Φεβρ. 2006 (4)

    – 3,4

    – 2,9

    – 2,9

    – 1,8

    – 1,5

    – 1,1

    COM Νοέμβ. 2005

    – 3,3

    – 3,2

    – 3,2

    – 3,0

    ΠΣ Δεκ. 2004 (4)

    – 3,0

    – 2,4

    – 1,9

    – 1,6

    – 1,3

    Διαρθρωτικό αποτέλεσμα (5)

    % του ΑΕΠ)

    ΠΣ Φεβρ. 2006 (6)

    – 3,4

    – 3,0

    – 2,9

    – 1,8

    – 1,5

    – 1,1

    COM Νοέμβ. 2005 (7)

    – 3,3

    – 3,2

    – 3,2

    – 3,0

    ΠΣ Δεκ. 2004

    Ακαθάριστο δημόσιο χρέος

    % του ΑΕΠ)

    ΠΣ Φεβρ. 2006

    65,5

    67,5

    69

    68,5

    68

    67

    COM Νοέμβ. 2005 (10)

    66,4

    68,6

    70,0

    71,4

    ΠΣ Δεκ. 2004

    65,5

    66

    66

    65,5

    65

    Πρόγραμμα σταθερότητας (ΠΣ)· φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις 2005 των υπηρεσιών της Επιτροπής (COM) βάσει αμετάβλητων πολιτικών πριν η νέα κυβέρνηση αναλάβει καθήκοντα το Νοέμβριο 2005· υπολογισμοί των υπηρεσιών της Επιτροπής.


    (1)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 1). Τα έγγραφα που αναφέρονται στο παρόν κείμενο διατίθενται στον ακόλουθο δικτυακό τόπο:

    http://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/main_en.htm

    (2)  Όπως και κατά τα προηγούμενα έτη, το επικαιροποιημένο πρόγραμμα παρέχει μόνο στρογγυλοποιημένα στοιχεία και ενίοτε μέσους περιόδου για τα πιο απομακρυσμένα έτη της περιόδου που καλύπτει το πρόγραμμα. Παραλείπονται εξάλλου ορισμένα υποχρεωτικά στοιχεία και δεν παρέχονται όλες οι προαιρετικές πληροφορίες που απαιτεί ο νέος κώδικας δεοντολογίας (λείπουν ιδίως τα στοιχεία σχετικά με την ανεργία, τα τομεακά αποτελέσματα και κατανομή των φορολογικών εσόδων).

    (3)  Λεπτομέρειες για τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα παρέχονται στην τεχνική εκτίμηση του προγράμματος που πραγματοποίησαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής

    (http://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/main_en.htm)

    (4)  Υπολογισμοί των υπηρεσιών της Επιτροπής βάσει των στοιχείων που παρατίθενται στο πρόγραμμα.

    (5)  Κυκλικά προσαρμοσμένο αποτέλεσμα (όπως και στις προηγούμενες σειρές), πλην έκτακτων και λοιπών προσωρινών μέτρων.

    (6)  Έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα προερχόμενα από το πρόγραμμα (0,1 % του ΑΕΠ το 2005).

    (7)  Έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα προερχόμενα από τις φθινοπωρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2005.

    (8)  Βάσει εκτιμώμενης δυνητικής ανάπτυξης 1,1 %, 1,1 %, 1,1 % και 1,2 %, αντιστοίχως, την περίοδο 2004-2007.

    (9)  Σύμφωνα με πρώτες εκτιμήσεις, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν 0,9 % το 2005. Στις ενδιάμεσες προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής της 21ης Φεβρουαρίου 2006 προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 1,5 % το 2006.

    (10)  Ο δείκτης υπολογίσθηκε χρησιμοποιώντας τις σειρές ΑΕΠ με την παλαιά μέθοδο υπολογισμού των ΥΧΔΜΕ (υπηρεσίες χρηματοοικονομικής διαμεσολάβησης που μετρώνται έμμεσα), και έτσι τα στοιχεία δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα.

    Πηγή:

    Πρόγραμμα σταθερότητας (ΠΣ)· φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις 2005 των υπηρεσιών της Επιτροπής (COM) βάσει αμετάβλητων πολιτικών πριν η νέα κυβέρνηση αναλάβει καθήκοντα το Νοέμβριο 2005· υπολογισμοί των υπηρεσιών της Επιτροπής.


    Top