EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005D0919

2005/919/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2004 , Άμεσα φορολογικά κίνητρα σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4746] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 335 της 21.12.2005, p. 39–47 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2005/919/oj

21.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 335/39


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 14ης Δεκεμβρίου 2004

Άμεσα φορολογικά κίνητρα σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4746]

(Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/919/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Η Ιταλία θέσπισε το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 269, της 30ής Σεπτεμβρίου 2003 με τίτλο «Disposizioni urgenti per favorire lo sviluppo e la correzione dell’andamento dei conti pubblic» (Επείγουσες διατάξεις για την ανάπτυξη και τη διόρθωση της εξέλιξης των δημοσίων οικονομικών) («DL 269/2003»), που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ιταλικής Δημοκρατίας αριθ. 229 της 2ας Οκτωβρίου 2003. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003 προβλέπει ειδικά φορολογικά κίνητρα για προϊόντα που εκτίθενται σε εκθέσεις στο εξωτερικό, νομοθετικό διάταγμα που στη συνέχεια μετατράπηκε, χωρίς τροποποιήσεις, στον νόμο αριθ. 326 της 24ης Νοεμβρίου 2003 («L 326/2003»), που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερία της Ιταλικής Δημοκρατίας αριθ. 274 της 25ης Νοεμβρίου 2003.

(2)

Με επιστολή της 22ας Οκτωβρίου 2003 (D/56756) η Επιτροπή κάλεσε τις ιταλικές αρχές να χορηγήσουν πληροφορίες σχετικά με τα εν λόγω κίνητρα και με την θέση τους σε ισχύ, για να εξετάσει τον ενδεχόμενο χαρακτήρα ενίσχυσης σύμφωνα με το άρθρο 87 της συνθήκης. Στην ίδια επιστολή η Επιτροπή υπενθύμισε στην Ιταλία την υποχρέωση γνωστοποίησης στην Επιτροπή, πριν από την υλοποίηση, οποιουδήποτε μέτρου που συνιστά ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης.

(3)

Με επιστολές της 11ης Νοεμβρίου 2003 (A/37737) και της 26ης Νοεμβρίου 2003 (A/38138) οι ιταλικές αρχές παρέσχον τις ζητηθείσες πληροφορίες. Στις 19 Δεκεμβρίου 2003 (D/58192) η Επιτροπή υπενθύμισε εκ νέου στην Ιταλία τις υποχρεώσεις που της επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ και κάλεσε τις ιταλικές αρχές να ενημερώσουν τους ενδεχόμενους δικαιούχους των εν λόγω φορολογικών κινήτρων σχετικά με τις συνέπειες που προβλέπονται από τη Συνθήκη και από το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (2), σε περίπτωση που αυτά τα κίνητρα συνιστούν ενίσχυση στην οποία δόθηκε εφαρμογή χωρίς προηγούμενη εξουσιοδότηση εκ μέρους της Επιτροπής.

(4)

Με επιστολή της 18ης Μαρτίου 2004 (SG 2004 D/201066), η Επιτροπή ενημέρωσε την Ιταλία για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τα φορολογικά κίνητρα που χορήγησε η Ιταλία σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό. Με επιστολή της 1ης Ιουνίου 2004 (A/35042) οι ιταλικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους.

(5)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καλώντας τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (3). Η Επιτροπή δεν έλαβε καμία παρατήρηση.

II.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

(6)

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003 προβλέπει ότι για τις επιχειρήσεις που υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος επιχειρήσεων στην Ιταλία, εν ενεργεία κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του διατάγματος, εξαιρείται της φορολογίας το ποσό των εξόδων που έχουν καταβληθεί άμεσα για τη συμμετοχή των προϊόντων στις εκθέσεις στο εξωτερικό. Η διάταξη εφαρμόζεται αποκλειστικά στα έξοδα που καταβλήθηκαν από τους δικαιούχους κατά τη φορολογική περίοδο που ακολουθεί τη φορολογική περίοδο της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του DL 269/2003 (2 Οκτωβρίου 2003) και κατά συνέπεια, για τις επιχειρήσεις των οποίων ο κύκλος δραστηριοτήτων συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, το μέτρο επηρεάζει τον καθορισμό του φορολογήσιμου εισοδήματός τους για το 2004. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003, η απαλλαγή από τη φορολογία εισοδήματος των επιχειρήσεων προστίθεται στην τακτική έκπτωση των εξόδων για τη συμμετοχή σε εκθέσεις στο εξωτερικό, στη φορολογική δήλωση των δικαιούχων.

(7)

Όσον αφορά τους γενικούς κανόνες σχετικά με την έκπτωση των επιχειρηματικών εξόδων σχετικών με τη συμμετοχή στις εκθέσεις στο εξωτερικό, με βάση τις αρχές που διατυπώνονται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 του ενιαίου κειμένου για τη φορολογία των εισοδημάτων (TUIR), μπορεί να γίνει διάκριση, μεταξύ εξόδων διαφήμισης, εξόδων προβολής (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων για εκθέσεις) αφενός και των εξόδων εκπροσώπησης αφετέρου. Ενώ τα πρώτα έξοδα εκπίπτουν από το οικονομικό έτος στο οποίο πραγματοποιήθηκαν ή, σε σταθερές δόσεις, από το ίδιο οικονομικό έτος και στα επόμενα τέσσερα, τα έξοδα εκπροσώπησης είναι αποδεκτά για απαλλαγή μόνο κατά ένα τρίτο του συνολικού ύψους τους και εκπίπτουν και αυτά σε σταθερές δόσεις για μία περίοδο πέντε ετών.

(8)

Όσον αφορά τις πιθανές διάφορες κατηγορίες εξόδων σχετικά με τη συμμετοχή σε εκθέσεις, η διάταξη του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003 προβλέπει ότι τα κίνητρα που προβλέπονται από το καθεστώς είναι περιορισμένα στη συμμετοχή των προϊόντων σε εκθέσεις και ότι στο επιλέξιμο ποσό ενισχύσεων, σύμφωνα με το καθεστώς, δεν συμπεριλαμβάνονται άλλα έξοδα που ενδεχομένως πραγματοποιήθηκαν για τη συμμετοχή σε εκθέσεις.

(9)

Οι ιταλικές αρχές διευκρίνισαν ότι το εν λόγω όφελος εφαρμόζεται ανεξαρτήτως της μορφής των εξόδων, που κατά κανόνα υπόκεινται σε διαφοροποιημένη φορολογική αντιμετώπιση όπως εξετάσθηκε ανωτέρω. Πράγματι, η Ιταλία διευκρίνισε ότι όλα τα έξοδα σχετικά με τη συμμετοχή σε εκθέσεις αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο ώστε να αποφευχθούν οι δυσκολίες κατάταξης στις διάφορες κατηγορίες εξόδων. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003, ωστόσο, αποκλείει ρητώς από το επιλέξιμο ποσό τα έξοδα χορηγίας, που αποτελούν ένα μέρος των εξόδων διαφημίσεων, και που συνήθως εκπίπτουν εξ ολοκλήρου βάσει του προαναφερθέντος άρθρου 108 παράγραφος 2 του TUIR.

III.   ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(10)

Στην επιστολή της 18ης Μαρτίου 2004 με την οποία κίνησε την επίσημη διαδικασία, η Επιτροπή θεώρησε ότι το μέτρο ανταποκρινόταν στα κριτήρια που προβλέπονται για να θεωρηθεί ότι συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(11)

Με την ευκαιρία αυτή, ιδίως, η Επιτροπή θεώρησε ότι το καθεστώς χορηγούσε ένα επιλεκτικό πλεονέκτημα στους δικαιούχους, αφού φαινόταν να παρέχει αποκλειστικό πλεονέκτημα στις επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες εκθέσεων προϊόντων προς εξαγωγή, αποκλείοντας τις άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Για παράδειγμα, αποκλείονται από τα ενδεχόμενα οφέλη του καθεστώτος οι ιταλικές επιχειρήσεις που εμπορεύονται τα δικά τους προϊόντα αποκλειστικά στην ιταλική αγορά, οι επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες, οι επιχειρήσεις που εμπορεύονται αγαθά που δεν προσφέρονται για συμμετοχή στις εκθέσεις και οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εκθέσεις στην Ιταλία.

(12)

Επιπλέον, η Επιτροπή θεώρησε ότι το καθεστώς ευνοούσε τις ιταλικές επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε αυτές τις εκθέσεις στο εξωτερικό ενισχύοντας τη θέση τους έναντι των ξένων ανταγωνιστριών τους επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων τόσο των ξένων εμπόρων σε ανταγωνισμό με τις εν λόγω επιχειρήσεις στην ιταλική αγορά και τις ξένες αγορές όσο και τους ξένους ανταγωνιστές που εδρεύουν στην Ιταλία σε ανταγωνισμό με τους δικαιούχους στην ιταλική αγορά.

(13)

Τέλος, η Επιτροπή θεώρησε ότι ο επιλεκτικός χαρακτήρας των εν λόγω φορολογικών ελαφρύνσεων δεν ήταν δικαιολογημένος από τη φύση ή από τη δομή του ιταλικού φορολογικού συστήματος, ούτε φαινόταν να παρέχει αντιστάθμισμα των ενδεχομένων πραγματοποιηθεισών δαπανών στο εξωτερικό εξαιτίας της συμμετοχής σ’ αυτές τις εκθέσεις, αφού η ενίσχυση δεν υπόκειται στην επιβολή καμίας ειδικής φορολογικής ή χρηματοοικονομικής επιβάρυνσης στο εξωτερικό. Επιπλέον, δεν φαινόταν ότι μπορούσε να εφαρμοστεί καμία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης ΕΚ. Τα πλεονεκτήματα συνδέονταν με δαπάνες μη επιλέξιμες για ενίσχυση σύμφωνα με τον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία ή με τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές· σε ό,τι αφορά ιδίως τον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία σχετικά με τις ενισχύσεις στις ΜΜΕ, οι ενισχύσεις για τη συμμετοχή σε εκθέσεις είναι επιλέξιμες μόνο εάν υπερβαίνουν το 50 % των επιλέξιμων δαπανών και για την πρώτη συμμετοχή μιας ΜΜΕ σε μια συγκεκριμένη έκθεση, ενώ το εν λόγω φορολογικό κίνητρο αφορά όλες τις επιχειρήσεις και όλες τις δαπάνες σχετικά με συμμετοχή σε οποιαδήποτε έκθεση στο εξωτερικό.

IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ

(14)

Σε απάντηση της αξιολόγησης που πραγματοποίησε η Επιτροπή στην επιστολή της τής 18ης Μαρτίου 2004 για την κίνηση της διαδικασίας, οι ιταλικές αρχές αντέταξαν τρεις κύριες παρατηρήσεις ως απόδειξη του γεγονότος ότι το εν λόγω καθεστώς δεν διακρίνει μεταξύ των εν δυνάμει δικαιούχων των διαφόρων τομέων του εμπορίου, αλλά συνιστά ένα γενικό μέτρο στο οποίο έχουν πρόσβαση όλες οι επιχειρήσεις που ασκούν εμπορικές δραστηριότητες.

(15)

Πρώτον, σύμφωνα με τις ιταλικές αρχές το μέτρο δεν εφαρμόζεται αδιακρίτως σε όλους τους τομείς της οικονομίας και έχουν πρόσβαση σ’ αυτό όλες οι επιχειρήσεις που υπόκεινται στην ιταλική φορολογία των επιχειρήσεων, υπό τον όρο ότι πραγματοποιούν έξοδα για συμμετοχή σε εκθέσεις στο εξωτερικό. Επιπλέον, οι ιταλικές αρχές υπογραμμίζουν ότι η εν λόγω φορολογική απαλλαγή εφαρμόζεται και στις επιχειρήσεις με σταθερή οργανωτική δομή στο εξωτερικό. Οι ιταλικές αρχές επισημαίνουν επίσης ότι η εν λόγω φορολογική απαλλαγή συνδέεται στενά με τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για τη συμμετοχή σε εκθέσεις στο εξωτερικό και δεν παρέχει δυσανάλογα φορολογικά κίνητρα. Οι ιταλικές αρχές θεωρούν ότι το καθεστώς δεν προάγει τη συμμετοχή στις εκθέσεις στο εξωτερικό ως ξεχωριστή εμπορική δραστηριότητα, αλλά ως επένδυση στην οποία έχουν πρόσβαση όλες οι επιχειρήσεις τις οποίες η ιταλική κυβέρνηση προτίθεται να ενθαρρύνει στα πλαίσια της γενικής οικονομικής πολιτικής. Τέλος, οι ιταλικές αρχές διευκρινίζουν ότι το πλεονέκτημα εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις με σταθερή οργανωτική δομή στο εξωτερικό στο μέτρο που οι δαπάνες για τη συμμετοχή σε εκθέσεις πραγματοποιούνται από την κεντρική έδρα στην Ιταλία.

(16)

Δεύτερον, οι ιταλικές αρχές θεωρούν ότι το μέτρο δεν αδικεί τις μη εξαγωγικές επιχειρήσεις αλλά ότι, απεναντίας, αποτελεί ένα κίνητρο ώστε αυτές να θεωρήσουν ότι είναι προς το συμφέρον τους να συμμετάσχουν σ’ αυτόν τον τύπο εκθέσεων. Πράγματι, σε περίπτωση που μια επιχείρηση δραστηριοποιείται σε ένα τομέα που παράγει αγαθά ή υπηρεσίες μη εμπορεύσιμες και εξαγώγιμες, η επιχείρηση αυτή δεν θα ήταν σε ανταγωνισμό με τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς που παράγουν αυτά τα αγαθά ή υπηρεσίες.

(17)

Τρίτον, οι ιταλικές αρχές, υπογραμμίζουν το γεγονός ότι το μέτρο είναι σε ισχύ εδώ και ένα έτος και ότι τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν στις επιχειρήσεις που συμμετείχαν σε εκθέσεις στο εξωτερικό δεν συνεπάγονται, κατά συνέπεια, μια σημαντική στρέβλωση της λειτουργίας της κοινής αγοράς.

V.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

1.   Κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ

(18)

Η Επιτροπή επιβεβαιώνει, αφού έλαβε υπόψη της τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν οι ιταλικές αρχές, τη θέση που εξέφρασε στην επιστολή της 18ης Μαρτίου 2004 για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας, δηλαδή ότι το εν λόγω καθεστώς συνιστά κρατική ενίσχυση αφού ανταποκρίνεται συσσωρευτικά στα κριτήρια που προβλέπονται σχετικά στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(19)

Πρώτον, ένα μέτρο για να θεωρηθεί ότι συνιστά κρατική ενίσχυση πρέπει να χορηγεί στους δικαιούχους ένα πλεονέκτημα το οποίο μειώνει τις δαπάνες που κανονικά αυτοί θα πραγματοποιούσαν στα πλαίσια της εμπορικής δραστηριότητάς τους. Όλες οι επιχειρήσεις στην Ιταλία υπόκεινται σε φόρο επιχειρήσεων που υπολογίζεται επί του καθαρού κέρδους που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ μεικτών επιχειρηματικών εσόδων και εξόδων, όπως αυτά καθορίζονται στους λογαριασμούς τους. Το καθεστώς χορηγεί στους δικαιούχους ένα οικονομικό πλεονέκτημα ισοδύναμο προς τη μείωση του φορολογητέου εισοδήματος για ένα ποσό που αντιστοιχεί στα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν για τη συμμετοχή για εκθέσεις στο εξωτερικό, το οποίο προστίθεται στην τακτική έκπτωση από τα μεικτά έσοδα της επιχείρησης, η οποία είναι παραδεκτή για φορολογικούς σκοπούς. Μια δικαιούχος επιχείρηση που πραγματοποιεί αυτές τις δαπάνες εγγράφει στον ισολογισμό μια αρνητική διόρθωση, γεγονός που συνεπάγεται τη μείωση του φόρου επί του φορολογητέου εισοδήματος της επιχείρησης κατά το εν λόγω φορολογικό έτος. Τέλος, το πλεονέκτημα μετατρέπεται σε μια μικρότερη καταβολή φόρου σχετικά με αυτό το οικονομικό έτος, με χρηματοοικονομικό πλεονέκτημα για τον δικαιούχο.

(20)

Στις υποβληθείσες παρατηρήσεις, η Ιταλία παρατηρεί ότι το εν λόγω καθεστώς δεν συνεπάγεται σημαντικά πλεονεκτήματα σε ό,τι αφορά τον ανταγωνισμό για τους δικαιούχους, εφόσον τα αποτελέσματά του περιορίζονται στις πραγματικά πραγματοποιηθείσες δαπάνες και εφαρμόζονται οι ίδιοι μηχανισμοί που προβλέπονται για άλλες ελαφρύνσεις από το TUIR.

(21)

Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι, όπως αναγνωρίστηκε από τις ιταλικές αρχές, η υπό εξέταση απαλλαγή έχει έκτακτο χαρακτήρα έναντι της τακτικής απαλλαγής που χορηγείται για φορολογικούς σκοπούς και κατά συνέπεια πρέπει να θεωρηθεί ως πλεονέκτημα που μειώνει τις επιβαρύνσεις που επωμίζονται κανονικά οι επιχειρήσεις που υπόκεινται στη φορολογία εισοδήματος επιχειρήσεων στην Ιταλία. Ωστόσο, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την αξιολόγησή της σύμφωνα με την οποία το εν λόγω καθεστώς χορηγεί στους δικαιούχους ένα οικονομικό και χρηματοοικονομικό πλεονέκτημα υπό μορφή μείωσης του φορολογητέου εισοδήματος στην Ιταλία.

(22)

Δεύτερον, το πλεονέκτημα πρέπει να χορηγείται από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων. Επειδή η Ιταλία δεν πρόβαλε αντιρρήσεις, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την αξιολόγηση που πραγματοποίησε κατά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας, σύμφωνα με την οποία το πλεονέκτημα οφείλεται στο κράτος εφόσον συνίσταται σε μια παραίτηση από φόρο ο οποίος κανονικά εισπράττεται από το ιταλικό δημόσιο.

(23)

Το μέτρο πρέπει να είναι ειδικό ή επιλεκτικό δηλαδή να ευνοεί «ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής». Οι ιταλικές αρχές υποστηρίζουν κυρίως ότι στο μέτρο έχουν πρόσβαση όλες οι επιχειρήσεις που υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος στην Ιταλία και που πραγματοποιούν συγκεκριμένες επενδύσεις που προάγονται από την ιταλική κυβέρνηση, σύμφωνα με τους στόχους της οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί το εν λόγω καθεστώς.

(24)

Μετά από ενδελεχή ανάλυση, η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι το καθεστώς φοροαπαλλαγής που σύστησε η Ιταλία συνιστά ένα ειδικό καθεστώς που ευνοεί μόνο τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν συγκεκριμένες επιλέξιμες δαπάνες σχετικές με τη συμμετοχή σε εκθέσεις στο εξωτερικό, αποκλείοντας άλλες επιχειρήσεις που δεν συμμετέχουν σ’ αυτές τις εκθέσεις. Παρόλο που καταρχήν έχουν πρόσβαση στο καθεστώς όλες οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εκθέσεις στο εξωτερικό με τη δική τους βούληση, ευνοεί πράγματι μόνο τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των εξαγωγών και δεν έχουν σ’ αυτό πρόσβαση άλλοι οικονομικοί τομείς. Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τα πλεονεκτήματα που παρέχονται στις επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες εξαγωγής και που πραγματοποιούν συγκεκριμένες δαπάνες που σχετίζονται με αυτές τις δραστηριότητες έχουν επιλεκτικό χαρακτήρα (4).

(25)

Η Επιτροπή δεν δέχεται τα επιχειρήματα που πρόβαλαν οι ιταλικές αρχές, σύμφωνα με τα οποία οι επιχειρήσεις που δεν ασκούν εμπορική και εξαγωγική δραστηριότητα δεν είναι συγκρίσιμες με εκείνες που ασκούν εμπορική δραστηριότητα και ότι το καθεστώς κατά συνέπεια θα ήταν γενικό. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το πλεονέκτημα που καθορίζεται από τον αποκλεισμό ορισμένων ειδικών δαπανών από τη φορολογική βάση, αφού περιορίζεται μόνο στις επιχειρήσεις που ασκούν εξαγωγική δραστηριότητα, που προστίθεται στις τακτικές φορολογικές απαλλαγές, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως γενικό μέτρο. Η Επιτροπή υπογραμμίζει επίσης ότι οι ιταλικές αρχές δεν απέδειξαν ότι το μέτρο δικαιολογείται από τη φύση και από τη δομή του φορολογικού συστήματος. Πάντως, τα πλεονεκτήματα που χορηγούνται στους δικαιούχους δεν είναι συνεπή με τη φιλοσοφία του ιταλικού φορολογικού συστήματος και έχουν έκτακτο και προσωρινό χαρακτήρα.

(26)

Η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι θεωρεί πως το συγκεκριμένο καθεστώς έχει ειδικό χαρακτήρα εφόσον, για παράδειγμα, ευνοεί μόνο τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των εξαγωγών και που κατά συνέπεια «ασκούν δραστηριότητα εξαγωγής προϊόντων» σε εκθέσεις στο εξωτερικό, αντίθετα από τις επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες, από τους εμπόρους αγαθών που δεν συμμετέχουν σε εκθέσεις, καθώς και από εκείνους που συμμετέχουν σε τοπικές εκθέσεις.

(27)

Επιπλέον, η Επιτροπή επιβεβαιώνει τις αρχικές αμφιβολίες της όσον αφορά το γεγονός ότι όλες οι επιχειρήσεις που υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος στην Ιταλία έχουν δικαίωμα στα ίδια πλεονεκτήματα σε ό,τι αφορά τις εκθέσεις στις οποίες συμμετέχουν στο εξωτερικό. Οι ιταλικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι στις δαπάνες που μπορούν να τύχουν του εν λόγω κινήτρου συμπεριλαμβάνονται και εκείνες που πραγματοποιήθηκαν από μια σταθερή οργανωτική δομή στο εξωτερικό μιας ιταλικής επιχείρησης, που αναλαμβάνει τον βαθμό ανεξαρτησίας από την κεντρική έδρα που προβλέπεται στο άρθρο 162 του TUIR ή από τις σχετικές φορολογικές συμφωνίες εν ισχύ με τη χώρα στην οποία εδρεύει αυτή η σταθερή οργανωτική δομή.

(28)

Ωστόσο, η Ιταλία υποστηρίζει ότι το εν λόγω πλεονέκτημα είναι εφαρμόσιμο μόνο εάν, όπως προβλέπεται από το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του νομοθετικού διατάγματος 269/2003, οι εν λόγω δαπάνες πραγματοποιούνται άμεσα από έναν ιταλό δικαιούχο. Αυτό επιβάλλει στις σταθερές οργανωτικές δομές ή στις θυγατρικές στο εξωτερικό ιταλικών επιχειρήσεων να χρεώσουν τα εν λόγω έξοδα άμεσα σε μια ιταλική έδρα για να μπορέσουν να τύχουν της φορολοαπαλλαγής, αποκλείοντας εκ των πραγμάτων από το πλεονέκτημα τις σταθερές οργανωτικές δομές στο εξωτερικό επιχειρήσεων που εδρεύουν στην Ιταλία. Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι και γι’ αυτόν τον λόγο το καθεστώς δεν φαίνεται να είναι προσβάσιμο κατά τον ίδιο τρόπο σε όλες τις φορολογούμενες επιχειρήσεις στην Ιταλία.

(29)

Τέλος, το μέτρο πρέπει να επηρεάζει τον ανταγωνισμό και τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές. Η Ιταλία υποστηρίζει στην ουσία ότι το μέτρο δεν επηρεάζει κατά κανένα τρόπο τον ανταγωνισμό ή, κατά συνέπεια, ότι τα αποτελέσματά του στον ανταγωνισμό δεν είναι σημαντικά λόγω της σύντομης διάρκειας του εν λόγω καθεστώτος.

(30)

Έχοντας λάβει υπόψη τα αποτελέσματα του μέτρου, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την αξιολόγηση που πραγματοποίησε κατά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (5), για να νοθεύσει ένα μέτρο τον ανταγωνισμό είναι αρκετό ο αποδέκτης της ενίσχυσης να είναι σε ανταγωνισμό με άλλες επιχειρήσεις σε αγορές ανοικτές στον ανταγωνισμό. Ιδίως, η Επιτροπή επαναλαμβάνει ότι το εν λόγω μέτρο νοθεύει τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών επειδή οι στόχοι και τα αποτελέσματα του καθεστώτος αφορούν ειδικά τη βελτίωση των συνθηκών συναλλαγής των δικαιούχων για την εξαγωγή των προϊόντων τους σε ξένες αγορές και κατά συνέπεια ενδιαφέρουν άμεσα τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο διεθνές εμπόριο, συμπεριλαμβανομένου και του ενδοκοινοτικού εμπορίου. Επιπλέον, και οι ενισχύσεις σε εξωκοινοτικές δραστηριότητες εξαγωγών μπορούν να επηρεάσουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό της Κοινότητας (6).

(31)

Η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί το επιχείρημα σχετικά με τα περιορισμένα αποτελέσματα στον ανταγωνισμό που προκαλούνται από το καθεστώς, γιατί το γεγονός ότι το καθεστώς παραμένει σε ισχύ μόνο για ένα έτος δεν αποκλείει ότι οι σχετικές εισαγωγές είναι αρκετά σημαντικές για να έχουν σημαντικά αποτελέσματα σε συγκεκριμένες αγορές. Αυτό είναι αλήθεια, ιδίως, όταν οι δικαιούχοι είναι μεγάλες επιχειρήσεις που συνήθως συμμετέχουν σε πολλές εκθέσεις. Επιπλέον, δεδομένου ότι η ενίσχυση δεν περιορίζεται σε απόλυτους όρους, το ύψος της ενίσχυσης θα μπορούσε να είναι σημαντικό. Πάντως, το περιορισμένο ύψος των ενισχύσεων δεν θα ήταν ικανό να αποκλείσει την πιθανότητα στρέβλωσης του ανταγωνισμού και του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών.

(32)

Επίσης, φαίνεται λογικό να υποτεθεί ότι η σύντομη διάρκεια ισχύος του μέτρου δεν θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις που συνήθως δεν συμμετέχουν σε εκθέσεις να τύχουν των προβλεπομένων πλεονεκτημάτων, ιδίως εάν αυτές οι επιχειρήσεις πρέπει να λάβουν αποφάσεις όπως εκείνη της εισόδου σε μια νέα αγορά. Κατά συνέπεια, το μέτρο φαίνεται σε μεγαλύτερο βαθμό προοριζόμενο να ευνοήσει τις επιχειρήσεις που ήδη, συνήθως, συμμετέχουν σε εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων των οποίων ο κύριος επιχειρηματικός στόχος είναι ειδικότερα να οργανώνουν και να διαχειρίζονται την έκθεση προϊόντων σε εμπορικές εκθέσεις και που θα ετύγχαναν σε δυσανάλογο βαθμό του εν λόγω κινήτρου εφόσον δεν αποκλείονται ρητώς από την εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του νομοθετικού διατάγματος 269/2003.

2.   Νομιμότητα του καθεστώτος

(33)

Οι ιταλικές αρχές έθεσαν σε εφαρμογή το καθεστώς χωρίς προηγούμενη γνωστοποίηση στην Επιτροπή, και κατά συνέπεια δεν τήρησαν την υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ. Το μέτρο έχει χαρακτήρα παράνομης ενίσχυσης στο βαθμό που συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ και τέθηκε σε εφαρμογή χωρίς την προκαταρκτική έγκριση της Επιτροπής.

3.   Συμβιβασιμότητα

(34)

Στο βαθμό που συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, η συμβιβασιμότητα του εν λόγω μέτρου πρέπει να αξιολογηθεί βάσει των προβλεπομένων εξαιρέσεων του άρθρου 87 παράγραφος 2 και του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ.

(35)

Οι ιταλικές αρχές δεν αμφισβήτησαν ρητώς την αξιολόγηση της Επιτροπής όπως αυτή εκτέθηκε στην επιστολή της 18ης Μαρτίου 2004 για την κίνηση της επίσημης έρευνας, σύμφωνα με την οποία δεν εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση καμία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης ΕΚ, βάσει των οποίων οι κρατικές ενισχύσεις μπορούν να θεωρηθούν συμβατές με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή επιβεβαιώνει, κατά συνέπεια, την αξιολόγησή της η οποία έχει ήδη εκτεθεί στα σημεία από 25 έως 32 της επιστολής της 18ης Μαρτίου 2004.

(36)

Τα πλεονεκτήματα στη συγκεκριμένη περίπτωση συνδέονται με δαπάνες μη επιλέξιμες για ενίσχυση σύμφωνα με τον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία ή των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών. Σε ό,τι αφορά ιδίως τη συμμετοχή σε εκθέσεις, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ σε ενισχύσεις ήσσονος σημασίας («de minimis») (7)  (8) του άρθρου 5 στοιχείο β), ορίζει ότι οι ενισχύσεις για τη συμμετοχή σε εκθέσεις είναι επιλέξιμες μόνο εάν υπερβαίνουν το 50 % των επιλέξιμων δαπανών και για την πρώτη συμμετοχή μιας ΜΜΕ σε μια συγκεκριμένη έκθεση, ενώ το εν λόγω φορολογικό κίνητρο αφορά όλες τις επιχειρήσεις και όλες τις δαπάνες σχετικά με τη συμμετοχή σε οποιαδήποτε έκθεση στο εξωτερικό.

(37)

Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, σχετικές με τις ενισχύσεις κοινωνικού χαρακτήρα προς μεμονωμένους καταναλωτές, τις ενισχύσεις για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα και τις ενισχύσεις προς την οικονομία ορισμένων περιοχών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας δεν εφαρμόζονται σ’ αυτήν την περίπτωση.

(38)

Δεν εφαρμόζεται ούτε η εξαίρεση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ, που προβλέπει την εξουσιοδότηση των ενισχύσεων για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης περιοχών, στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση.

(39)

Κατά τον ίδιο τρόπο, το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σημαντικό σχέδιο κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ούτε προορίζεται για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας της Ιταλίας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ. Επίσης το καθεστώς δεν έχει ως στόχο να προωθήσει τον πολιτισμό και τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς όπως ορίζει το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης ΕΚ.

(40)

Τέλος, το καθεστώς πρέπει να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ. Αυτό το άρθρο προβλέπει την εξουσιοδότηση των ενισχύσεων για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Οι φορολογικές απαλλαγές που χορηγούνται μέσω του καθεστώτος δεν χορηγούνται σε ειδικές επενδύσεις, στη δημιουργία θέσεων εργασίας ή σε ειδικά σχέδια. Αυτές αποτελούν απλώς μείωση των επιβαρύνσεων που οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις θα έπρεπε κανονικά να επωμισθούν κατά τη διάρκεια της εξαγωγικής τους δραστηριότητας και πρέπει κατά συνέπεια να θεωρηθούν ως λειτουργικές κρατικές ενισχύσεις για εξαγωγές. Σύμφωνα με την πάγια τακτική της Επιτροπής, τέτοιες ενισχύσεις δεν θεωρούνται συμβατές με την κοινή αγορά.

(41)

Η Επιτροπή παρατηρεί επίσης ότι, ακόμα και σε περίπτωση που θα εξακριβωνόταν ότι το καθεστώς διευκολύνει την ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως η διεθνοποίηση των ιταλικών επιχειρήσεων, με επακόλουθη αύξηση του όγκου των συναλλαγών, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να αποκλείσει ότι σχετικά αποτελέσματα στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές θα είχαν μια κατάληξη αντίθετη προς το κοινό συμφέρον.

VI.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(42)

Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι οι φορολογικές απαλλαγές που χορηγήθηκαν μέσω του εν λόγω μέτρου συνιστούν καθεστώς λειτουργικών κρατικών ενισχύσεων στο οποίο δεν εφαρμόζεται καμία από τις προβλεπόμενες εξαιρέσεις και ότι κατά συνέπεια αυτό είναι ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά. Επίσης η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ιταλία εφάρμοσε παράνομα το εν λόγω μέτρο.

(43)

Σε περίπτωση που εξακριβωθεί ότι μια κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε παράνομα είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά, φυσική συνέπεια είναι η ενίσχυση να ανακτηθεί από τους δικαιούχους. Μέσω της ανάκτησης της ενίσχυσης επανορθώνεται, στο μέτρο του δυνατού, η ανταγωνιστική θέση που υπήρχε πριν από την ενίσχυση.

(44)

Παρόλο που η παρούσα διαδικασία ολοκληρώθηκε πριν από το τέλος του οικονομικού έτους στο οποίο το καθεστώς παράγει τα αποτελέσματά του, συνεπώς πριν καταστεί οριστικός ο οφειλόμενος φόρος από την πλειονότητα των δικαιούχων, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποκλείσει ότι οι επιχειρήσεις έχουν ήδη ωφεληθεί από την ενίσχυση, για παράδειγμα από μικρότερες προκαταβολές φόρου σχετικά με το σε εξέλιξη οικονομικό έτος. Η Επιτροπή σημειώνει ότι, σε συνέχεια της κίνησης της επίσημης έρευνας, οι ιταλικές αρχές ειδοποίησαν δημοσίως τους δυνάμει δικαιούχους του καθεστώτος για τις πιθανές συνέπειες σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπίστωνε ότι το εν λόγω μέτρο συνιστούσε μη συμβατή ενίσχυση. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίο, για να προβεί στην ανάκτηση των ενισχύσεων που έχουν ενδεχομένως ήδη τεθεί στη διάθεση των δικαιούχων, η Ιταλία να προειδοποιήσει τους εν δυνάμει δικαιούχους του καθεστώτος, εντός δύο μηνών από την παρούσα απόφαση, να επιστρέψουν τις ενισχύσεις, προσαυξημένες με τους τόκους, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (9). Ιδίως, σε περίπτωση που η ενίσχυση έχει ήδη χορηγηθεί μέσω μείωσης των καταβολών οφειλομένων φόρων για το σε εξέλιξη οικονομικό έτος, η Ιταλία πρέπει να εισπράξει το σύνολο των οφειλομένων φόρων με την τελευταία πληρωμή που προβλέπεται για το 2004. Πάντως, η συνολική ανάκτηση πρέπει να συμπληρωθεί το αργότερο στο τέλος του πρώτου οικονομικού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης.

(45)

Η Ιταλία οφείλει να παράσχει στην Επιτροπή, χρησιμοποιώντας το ερωτηματολόγιο του παραρτήματος της παρούσας απόφασης, την κατάσταση των ενδιαφερομένων δικαιούχων και να διευκρινίσει ρητώς τα προβλεπόμενα μέτρα και εκείνα που έχουν ήδη ληφθεί για την άμεση και αποτελεσματική ανάκτηση των παράνομων κρατικών ενισχύσεων. Εντός δύο μηνών από την παρούσα απόφαση πρέπει επίσης να διαβιβασθούν στην Επιτροπή όλα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την πραγματοποιηθείσα κίνηση της διαδικασίας ανάκτησης των παράνομων ενισχύσεων από τους δικαιούχους (όπως εγκύκλιοι, εντολές ανάκτησης κ.λπ.).

(46)

Η παρούσα απόφαση αφορά το ίδιο το καθεστώς και πρέπει να εκτελεσθεί άμεσα, συμπεριλαμβανομένης της ανάκτησης των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το καθεστώς. Ωστόσο, αυτό δεν προδικάζει τη δυνατότητα να θεωρηθούν συμβατές όλες ή ένα μέρος των χορηγηθεισών ενισχύσεων σε ατομικές περιπτώσεις, ιδίως κατά την έννοια του άρθρου 5 στοιχείο β) του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία σχετικά με τις ενισχύσεις στις ΜΜΕ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν υπό μορφή φορολογικών κινήτρων σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εκθέσεις στο εξωτερικό, που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του νομοθετικού διατάγματος 269/2003, το οποίο η Ιταλία εφάρμοσε παράνομα κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ είναι ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά.

Η Ιταλία καταργεί το καθεστώς ενισχύσεων που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 2

1.   Η Ιταλία λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να ανακτήσει από τους δικαιούχους τις ενισχύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 και οι οποίες χορηγήθηκαν παράνομα.

Η ανάκτηση εκτελείται χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο.

2.   Σε περίπτωση που η ενίσχυση έχει ήδη χορηγηθεί μέσω μείωσης των προκαταβολών φόρου που οφείλονται για το τρέχον οικονομικό έτος, η Ιταλία εισπράττει το συνολικό φόρο που οφείλεται με το αντιστάθμισμα που προβλέπεται για το 2004.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η Ιταλία ανακτά τον οφειλόμενο φόρο το αργότερο στο τέλος του πρώτου οικονομικού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης.

3.   Οι προς ανάκτηση ενισχύσεις παράγουν τόκους οι οποίοι αρχίζουν από την ημερομηνία κατά την οποία οι ενισχύσεις τέθηκαν στη διάθεση των δικαιούχων μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής ανάκτησης και υπολογιζόμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004, άρθρα 9, 10 και 11.

Άρθρο 3

Στο τέλος των δύο μηνών που υπολογίζονται από την ημερομηνία της γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης η Ιταλία ανακοινώνει στην Επιτροπή, μέσω του ερωτηματολογίου που επισυνάπτεται, τα μέτρα που έχει λάβει για να συμμορφωθεί με την απόφαση αυτή.

Εντός του ιδίου χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο η Ιταλία:

α)

προειδοποιεί όλους τους δικαιούχους των ενισχύσεων του άρθρου 1 να επιστρέψουν τις παράνομες ενισχύσεις, προσαυξημένες με τους φόρους·

β)

υποβάλλει όλα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την επιτευχθείσα κίνηση της διαδικασίας ανάκτησης των παρανόμων ενισχύσεων από τους δικαιούχους.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιταλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 14 Δεκεμβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 221 της 3.9.2004, σ. 2.

(2)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(3)  Βλέπε υποσημείωση 1.

(4)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 1969 στις κοινές υποθέσεις 6 και 11/69, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, Συλλογή 1969, σ. 523· απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Ιουνίου 1988 στην υπόθεση 57/86, Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1988, σ. 2855· απόφαση της 15ης Ιουλίου 2004 στην υπόθεση C-501/00, Βασίλειο της Ισπανίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 2004, σ. 6717.

(5)  Βλέπε για παράδειγμα CGCE, απόφαση του Πρωτοδικείου της 30ής Απριλίου 1998 στην υπόθεση T-214/95 Het Vleemse Gewest κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1998, σ. II-717.

(6)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 21ης Μαρτίου 1990 στην υπόθεση C-142/87, Βασίλειο του Βελγίου κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1990, σ. I-959.

(7)  Το κείμενο περιέχει ένα σημαντικό λάθος. Η παρούσα φράση πρέπει να διαβαστεί ως εξής: «Σε ό,τι αφορά ιδίως τη συμμετοχή σε εκθέσεις, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ….». Ο κανονισμός βρίσκεται στη σελίδα 33 και όχι στη σελίδα 1 της ΕΕ L 10 της 13.1.2001 σ. 33 όπως εκ παραδρομής αναφέρεται στην υποσημείωση 7 ανωτέρω.

(8)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 1.

(9)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πληροφορίες σχετικά με την εκτέλεση της απόφασης της Επιτροπής σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων C 12/2004 — Ιταλία — Άμεσα φορολογικά κίνητρα σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό

1.   Συνολικός αριθμός των δικαιούχων και συνολικό ποσό της ενίσχυσης προς ανάκτηση

1.1.

Αναφέρατε λεπτομερώς με ποιο τρόπο θα υπολογισθεί το ύψος της ενίσχυσης προς ανάκτηση από τους δικαιούχους

Κεφάλαιο

Τόκοι.

1.2.

Συνολικό ύψος της παράνομης ενίσχυσης προς ανάκτηση (μεικτό ισοδύναμο επιχορήγησης· τιμές …) που χορηγήθηκε βάσει του καθεστώτος.

1.3.

Συνολικός αριθμός των δικαιούχων από τους οποίους πρέπει να ανακτηθεί η παράνομα χορηγηθείσα ενίσχυση στα πλαίσια του παρόντος καθεστώτος.

2.   Προβλεπόμενα μέτρα και μέτρα που έχουν ήδη θεσπισθεί για την ανάκτηση της ενίσχυσης

2.1.

Παρακαλείσθε να αναφέρετε λεπτομερώς ποια μέτρα προβλέπονται και ποια μέτρα έχουν ήδη θεσπισθεί για την άμεση και αποτελεσματική ανάκτηση της ενίσχυσης. Διευκρινίστε τη νομική βάση αυτών των μέτρων.

2.2.

Ημερομηνία εντός της οποίας θα έχει ολοκληρωθεί η ανάκτηση.

3.   Πληροφορίες σχετικά με τους ατομικούς δικαιούχους

Στο συνημμένο πίνακα χορηγείστε τα στοιχεία σχετικά με κάθε δικαιούχο από τον οποίο πρέπει να ανακτηθεί η ενίσχυση που χορηγήθηκε παράνομα στα πλαίσια του καθεστώτος.

Ταυτότητα του δικαιούχου

Ύψος της παράνομα χορηγηθείσας ενίσχυσης (1)

Τοκοφόρος ημερομηνία: …

Επιστραφέντα ποσά (2)

Τοκοφόρος ημερομηνία: …

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


(1)  Ύψος της ενίσχυσης που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου (σε μεικτό ισοδύναμο επιχορήγησης· τιμές σε …).

(2)  

(°)

Μεικτά επιστραφέντα ποσά (συμπεριλαμβανομένων των φόρων).


Top