Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32002R2357

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2357/2002 της Επιτροπής, της 27ης Δεκεμβρίου 2002, για τη διαχείριση το 2003 ποσοστώσεων για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου περί της θεσπίσεως κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής

    ΕΕ L 351 της 28.12.2002, p. 45–48 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2003

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2002/2357/oj

    32002R2357

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2357/2002 της Επιτροπής, της 27ης Δεκεμβρίου 2002, για τη διαχείριση το 2003 ποσοστώσεων για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου περί της θεσπίσεως κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 351 της 28/12/2002 σ. 0045 - 0048


    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2357/2002 της Επιτροπής

    της 27ης Δεκεμβρίου 2002

    για τη διαχείριση το 2003 ποσοστώσεων για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου περί της θεσπίσεως κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 1994, περί της θεσπίσεως κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες, τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς, ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1309/2002 της Επιτροπής(2), και ιδίως το άρθρο 17 παράγραφοι 3 και 6 και το άρθρο 21 παράγραφοι 2 και 3,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 517/94 καθιέρωσε ποσοτικούς περιορισμούς κατά την εισαγωγή ορισμένων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων καταγωγής ορισμένων τρίτων χωρών που κατανέμονται βάσει της αρχής προτεραιότητας.

    (2) Βάσει του εν λόγω κανονισμού, είναι δυνατόν, σε oρισμένες περιπτώσεις, να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές μέθοδοι κατανομής για τη διαίρεση των ποσοστώσεων σε τμήματα ή να καθοριστεί ένα μέρος συγκεκριμένου ποσοτικού ορίου αποκλειστικά για τις αιτήσεις που τεκμηριώνονται βάσει απόδειξης των αποτελεσμάτων προηγούμενων εισαγωγών.

    (3) Για να μην διαταραχθεί άσκοπα η συνεχής ροή των συναλλαγών, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν, πριν από την έναρξη του έτους ποσόστωσης, κανόνες διαχείρισης των ποσοστώσεων που καθορίστηκαν για το έτος 2003.

    (4) Τα μέτρα που θεσπίστηκαν σε προηγούμενα έτη, όπως αυτά που περιέχονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2538/2001 της Επιτροπής(3) για θέσπιση κανόνων διαχείρισης και κατανομής ορισμένων ποσοστώσεων για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που καθορίστηκαν για το έτος 2002 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94, αποδείχθηκαν ικανοποιητικά και, συνεπώς, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν πανομοιότυπες ρυθμίσεις για το 2003.

    (5) Για να εξυπηρετηθεί ο μεγαλύτερος δυνατός αριθμός επιχειρηματιών θεωρείται, συνεπώς, σκόπιμο να καταστεί ελαστικότερη η μέθοδος κατανομής που βασίζεται στην αρχή της προτεραιότητας, με τον καθορισμό ανωτάτων ορίων για τις ποσότητες που κατανέμονται ανά επιχειρηματία βάσει αυτής της μεθόδου.

    (6) Για να διασφαλιστεί κάποιος βαθμός συνέχειας στο εμπόριο καθώς και αποτελεσματική διαχείριση της ποσόστωσης, καθίσταται ενδεδειγμένη η χορήγηση στους επιχειρηματίες της δυνατότητας να υποβάλουν, για το έτος 2003, αίτηση για αρχική άδεια εισαγωγής ποσότητας ισοδύναμης με εκείνη που εισήγαγαν κατά το 2002.

    (7) Για να επιτευχθεί η βέλτιστη χρησιμοποίηση των ποσοτήτων, θα πρέπει να επιτραπεί σε κάθε επιχείρηση που χρησιμοποίησε το 50 % τουλάχιστον της ποσότητας που αφορούσε η άδεια, να υποβάλει αίτηση για πρόσθετη ποσότητα υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν ακόμα διαθέσιμες ποσότητες στις ποσοστώσεις.

    (8) Για λόγους υγιούς διαχείρισης, είναι σκόπιμο να οριστεί η διάρκεια ισχύος των αδειών εισαγωγής σε εννέα μήνες από την ημερομηνία έκδοσης, αλλά έως το τέλος του έτους το αργότερο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκδίδουν άδειες εισαγωγής μόνο αφότου ειδοποιηθούν από την Επιτροπή ότι υπάρχουν διαθέσιμες ποσότητες και μόνον εφόσον ο επιχειρηματίας μπορεί να αποδείξει την ύπαρξη συμβάσεως και να βεβαιώσει (εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό) ότι δεν έχει ακόμα λάβει κοινοτική άδεια εισαγωγής βάσει του παρόντος κανονισμού για την συγκεκριμένη κατηγορία και χώρα. Μετά από αίτηση των εισαγωγέων, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα ήταν σκόπιμο να εξουσιοδοτούνται, ωστόσο, να παρατείνουν κατά τρεις μήνες, ως τις 31 Μαρτίου 2004, την ισχύ των αδειών οι οποίες έχουν χρησιμοποιηθεί κατά το 50 % τουλάχιστον κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για παράταση.

    (9) Τα μέτρα που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η θέσπιση για το 2003 κανόνων για τη διαχείριση ποσοτικών ποσοστώσεων για τις εισαγωγές ορισμένων κλωστοϋφαντουργικών ειδών που καθορίζονται στα παραρτήματα ΙΙΙ Β και IV του κανονισμού (EΚ) αριθ. 517/94.

    Άρθρο 2

    Οι ποσοστώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 κατανέμονται βάσει της αρχής προτεραιότητας σύμφωνα με τη χρονολογική σειρά παραλαβής από την Επιτροπή των κοινοποιήσεων, εκ μέρους των κρατών μελών, των αιτήσεων των επιμέρους επιχειρηματιών για ποσότητες που δεν υπερβαίνουν, ανά επιχείρηση, τις μέγιστες ποσότητες που αναφέρονται στο παράρτημα.

    Εντούτοις, οι εν λόγω μέγιστες ποσότητες δεν ισχύουν για επιχειρήσεις οι οποίες, κατά την πρώτη τους αίτηση για το έτος 2003 μπορούν να αποδείξουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, ότι εισήγαγαν από συγκεκριμένες κατηγορίες και συγκεκριμένες τρίτες χώρες βάσει των αδειών εισαγωγής που τους χορηγήθηκαν για το έτος 2002, ποσότητες που υπερέβαιναν τις μέγιστες ποσότητες που καθορίζονται για κάθε κατηγορία.

    Στους εν λόγω επιχειρηματίες, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέπουν εισαγωγές που δεν υπερβαίνουν τις ποσότητες που εισήχθησαν το 2002 από τις συγκεκριμένες τρίτες χώρες και τις συγκεκριμένες κατηγορίες, υπό τον όρο ότι η ποσότητα της ποσόστωσης επαρκεί.

    Άρθρο 3

    Κάθε εισαγωγέας που χρησιμοποίησε το 50 % ή περισσότερο της ποσότητας που του χορηγήθηκε δυνάμει του παρόντος κανονισμού, μπορεί να υποβάλει νέα αίτηση για την ίδια κατηγορία και την ίδια χώρα καταγωγής, για ποσότητες που δεν υπερβαίνουν τις μέγιστες ποσότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα.

    Άρθρο 4

    1. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές έχουν τη δυνατότητα να ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις ποσότητες τις οποίες αφορούν οι αιτήσεις για τη χορήγηση αδειών εισαγωγής από τις 10 π.μ. της 3ης Ιανουαρίου 2003, ώρα Βρυξελλών.

    2. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές εκδίδουν άδειες μόνον αφότου ειδοποιηθούν από την Επιτροπή ότι υπάρχουν διαθέσιμες ποσότητες σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 517/94.

    Εκδίδουν άδειες μόνον εφόσον η επιχείρηση:

    α) αποδεικνύει την ύπαρξη συμβάσεως που αφορά την προμήθεια των εμπορευμάτων· και

    β) βεβαιώνει γραπτώς ότι, όσον αφορά τις σχετικές κατηγορίες και τις ενδιαφερόμενες χώρες:

    i) δεν της έχει χορηγηθεί άδεια βάσει του παρόντος κανονισμού, ή

    ii) της έχει χορηγηθεί άδεια βάσει του παρόντος κανονισμού αλλά έχει χρησιμοποιήσει το 50 % τουλάχιστον αυτής.

    3. Η περίοδος ισχύος των αδειών εισαγωγής ανέρχεται σε εννέα μήνες από την ημερομηνία έκδοσης, αλλά εκπνέει στις 31 Δεκεμβρίου 2003 το αργότερο.

    Οι αρμόδιες εθνικές αρχές, ωστόσο, έχουν τη δυνατότητα να παρατείνουν, μετά από αίτηση του εισαγωγέα, για τρεις μήνες την ισχύ των αδειών που έχουν χρησιμοποιηθεί κατά το 50 % τουλάχιστον κατά τη στιγμή υποβολής της αίτησης παράτασης.

    Άρθρο 5

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2003.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 27 Δεκεμβρίου 2002.

    Για την Επιτροπή

    Pascal Lamy

    Μέλος της Επιτροπής

    (1) ΕΕ L 67 της 10.3.1994, σ. 1.

    (2) ΕΕ L 192 της 20.7.2002, σ. 1.

    (3) ΕΕ L 341 της 22.12.2001, σ. 73.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Μέγιστες ποσότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2357/2002

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    Top