This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32001D0825
2001/825/EC: Commission Decision of 25 July 2001 on State aid C 67/99 (ex NN 148/98) implemented by Germany for the Dampfkesselbau Hohenturm group, Germany (Text with EEA relevance) (notified under document number C(2001) 2382)
2001/825/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2001, σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 67/99 (πρώην NN 148/98) που χορήγησε η Γερμανία στον όμιλο Dampfkesselbau Hohenturm, Γερμανία (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 2382]
2001/825/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2001, σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 67/99 (πρώην NN 148/98) που χορήγησε η Γερμανία στον όμιλο Dampfkesselbau Hohenturm, Γερμανία (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 2382]
ΕΕ L 308 της 27.11.2001, p. 28–36
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
In force
2001/825/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2001, σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 67/99 (πρώην NN 148/98) που χορήγησε η Γερμανία στον όμιλο Dampfkesselbau Hohenturm, Γερμανία (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 2382]
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 308 της 27/11/2001 σ. 0028 - 0036
Απόφαση της Επιτροπής της 25ης Ιουλίου 2001 σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 67/99 (πρώην NN 148/98) που χορήγησε η Γερμανία στον όμιλο Dampfkesselbau Hohenturm, Γερμανία [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 2382] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (2001/825/ΕΚ) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α), Αφού ζητήθηκε από τα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους(1) σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης(2), Εκτιμώντας τα ακόλουθα: I. Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (1) Με επιστολή της 27ης Δεκεμβρίου 1996, η Επιτροπή κοινοποίησε στη Γερμανία την απόφασή της να εγκρίνει ενισχύσεις ύψους 32,5 εκατ. γερμανικών μάρκων για την ιδιωτικοποίηση και την αναδιάρθρωση της Dampfkesselbau Hohenturm GmbH(3). Η απόφαση αυτή προβλέπει την υποβολή ετησίων εκθέσεων στην Επιτροπή σχετικά με την αναδιάρθρωση. Η Γερμανία, με επιστολή της 20ής Νοεμβρίου 1998, παρουσίασε την έκθεση προόδου για το 1997. (2) Με την ευκαιρία αυτή η Γερμανία γνωστοποίησε στην Επιτροπή την αποτυχία του αρχικού σχεδίου αναδιάρθρωσης που είχε εγκριθεί από την Επιτροπή. Η Γερμανία ενημέρωσε επίσης την Επιτροπή σχετικά με μια σημαντική τροποποίηση του σχεδίου αυτού, στο πλαίσιο της οποίας προβλέπονταν νέα μέτρα αναδιάρθρωσης, που ήταν πιθανό να περιλαμβάνουν κρατικές ενισχύσεις ύψους 13,825 εκατ. γερμανικών μάρκων. Με επιστολή της 31ης Μαρτίου 1999, η Γερμανία χορήγησε στην Επιτροπή συμπληρωματικές πληροφορίες. (3) Με επιστολή της 25ης Οκτωβρίου 1999, η Επιτροπή πληροφόρησε τη Γερμανία ότι αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τις εν λόγω ενισχύσεις. Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(4). Συγχρόνως η Επιτροπή ζήτησε από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Ωστόσο, δεν έλαβε παρατηρήσεις από κανέναν ενδιαφερόμενο. (4) Αφού η Γερμανία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της για την κίνηση της διαδικασίας με επιστολή της 27ης Ιανουαρίου 2000, η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολή της 22ας Φεβρουαρίου 2000, οι οποίες χορηγήθηκαν με επιστολή της 14ης Απριλίου 2000. Κατά τη διάρκεια μιας σύσκεψης που πραγματοποιήθηκε στις 16 Μαΐου 2000 στις Βρυξέλλες, η Επιτροπή εξέθεσε στη Γερμανία τις αντιρρήσεις της. Η Γερμανία χορήγησε συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολή της 22ας Νοεμβρίου. Η Επιτροπή έθεσε στη Γερμανία ορισμένα τελευταία ερωτήματα με επιστολή της 8ης Ιανουαρίου 2001, τα οποία απαντήθηκαν με επιστολή της 15ης Φεβρουαρίου 2001. II. ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 1. Ο αποδέκτης της ενίσχυσης (5) Αποδέκτης της ενίσχυσης είναι ο όμιλος Dampfkessel Hohenturm, μια οικονομική ενότητα που αποτελείται από αρκετά χωριστά νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο(5). Αυτή η οικονομική ενότητα αποτελείται από τις επιχειρήσεις που συνεχίζουν την επιχειρηματική δραστηριότητα της Dampfkessel Hohenturm GmbH, μιας πρώην κρατικής ιδιοκτησίας εταιρεία της Ανατολικής Γερμανίας. Η Επιτροπή είχε εγκρίνει την ιδιωτικοποίηση και την αναδιάρθρωση του ομίλου Dampfkessel με την απόφαση του 1996 (στο εξής αναφέρεται ως "απόφαση του 1996")(6). (6) Ένα βασικό στοιχείο της ιδιωτικοποίησης της πρώην Dampfkessel Hohenturm GmbH ήταν την εποχή εκείνη η μετατροπή της διάρθρωσης της επιχείρησης, η οποία διασπάστηκε σε μια σε εταιρεία χαρτοφυλακίου, στην DH Industrieholding GmbH ("DH Holding"), και σε πέντε νεοσυσταθείσες λειτουργικές μονάδες. Το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων της πρώην Dampfkessel Hohenturm GmbH επρόκειτο να περιέλθουν στην εταιρεία χαρτοφυλακίου. Οι λειτουργικές μονάδες επρόκειτο να ενοικιάζουν τις εγκαταστάσεις που ήταν απαραίτητες για τη λειτουργία τους από την DH Holding. (7) Συνεπώς, από την πρώην Dampfkessel Hohenturm GmbH δημιουργήθηκαν οι πέντε ακόλουθες λειτουργικές θυγατρικές εταιρείες: η DH Dampfkesselbau GmbH & Co. KG ("DHD"), η DH Kraftwerksservice GmbH & Co. KG ("DHKS"), η DH Werkstoffprüfung GmbH & Co. KG ("DHW"), η DH Schweißtechnik & Service GmbH ("DHSS") και η DH Bio-Energieanlagen GmbH ("DHBio"). Εν τω μεταξύ πωλήθηκε η αρχική κατά 50 % συμμετοχή που κατείχε η DH Holding στην DHBio. Οι άλλες θυγατρικές εταιρείες ανήκαν εξ αρχής κατά 100 % στην DH Holding. (8) Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες του ομίλου Dampfkessel Hohenturm περιλαμβάνουν την ανάπτυξη, την κατασκευή, τη συναρμολόγηση και την εμπορία εξοπλισμών και εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας, την κατασκευή περιβαλλοντικών προϊόντων και αγωγών καθώς και συναφείς υπηρεσίες επισκευής και συντήρησης. Το 1998, οι επιχειρήσεις, που ανήκουν σε μια ομάδα ιδιωτικών επενδυτών, απασχολούσαν περίπου 160 εργαζόμενους και ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους ανερχόταν σε περίπου 28 εκατ. γερμανικά μάρκα. Οι επιχειρήσεις, ακόμη και αν ληφθούν υπόψη από κοινού, θεωρούνται ως ΜΜΕ. (9) Το Μάιο του 1998, η DHD, η σημαντικότερη θυγατρική της DH Holding, υπέβαλε αίτηση πτώχευσης. Για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων αυτής της υπό πτώχευση θυγατρικής, ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1998 μια νέα θυγατρική, η DH Dampfkessel- und Behälterbau Hohenturm GmbH ("DHDB"). Από τους 80 εργαζόμενους που απασχολούσε η DHD, η νέα θυγατρική προσέλαβε περίπου 50. (10) Τον Απρίλιο του 2000, η Γερμανία πληροφόρησε την Επιτροπή ότι οι επενδυτές είχαν την πρόθεση να πωλήσουν την DHDB σε ένα άλλο όμιλο, και συγκεκριμένα στην DIM Industriemontagen (DIM). Σύμφωνα με στοιχεία που χορήγησε η Γερμανία, η πώληση αυτή επρόκειτο να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τους όρους της αγοράς και υπό τον έλεγχο εξωτερικών εμπειρογνωμόνων. Η πώληση θα ισχύει μετά την έγκριση από την Επιτροπή των μέτρων αναδιάρθρωσης, αλλά αναδρομικά από την 1η Ιανουαρίου 2000. Με παρόμοια διαδικασία μια άλλη θυγατρική της DH Holding, η DHKS, είχε πωληθεί το 1999 στην DIM. (11) Η DIM ελέγχεται άμεσα και έμμεσα από τους ίδιους ιδιώτες επενδυτές, που κατέχουν πλειοψηφική συμμετοχή στην DH Holding. Με τις πολυάριθμες θυγατρικές της, η DIM προσφέρει ένα ευρύτατο φάσμα βιομηχανικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής όλων των μηχανημάτων των προορίζονται για συγκεκριμένους βιομηχανικούς σκοπούς. Το 1999, η DIM απασχολούσε άνω των 700 εργαζομένων, και πραγματοποιούσε κύκλο εργασιών ύψους 125 εκατ. γερμανικών μάρκων και μέχρι το 2000 ο κύκλος εργασιών της αναμενόταν να φθάσει σε 150 εκατ. γερμανικά μάρκα. Συνεπώς, η DIM δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ΜΜΕ. (12) Η DIM ανήκει με τη σειρά της σε ένα ακόμη μεγαλύτερο βιομηχανικό όμιλο, ο οποίος ελέγχεται από τους ίδιους επενδυτές, την Hydraulik Nord GmbH-Gruppe. Ο όμιλος αυτός απασχολεί περίπου 1700 εργαζόμενους και το 1999 ο κύκλος εργασιών του ανήλθε σε περίπου 400 εκατ. γερμανικά μάρκά. Η Hydraulik Nord GmbH-Gruppe, μέσω των πολυάριθμων θυγατρικών της, δραστηριοποιείται στις αγορές του κατασκευαστικού κλάδου, του μηχανολογικού εξοπλισμού και των βιομηχανικών υπηρεσιών. Εξάλλου, ο όμιλος κατέχει ορισμένες συμμετοχές σε κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου. Η Hydraulik Nord GmbH-Gruppe δεν θεωρείται ΜΜΕ. (13) Οι ιδιώτες επενδυτές, που ελέγχουν όλες αυτές τις επιχειρήσεις, έχουν επανειλημμένα αποδείξει στο παρελθόν ότι είναι σε θέση να αναδιαρθρώσουν με επιτυχία πρώην κρατικές επιχειρήσεις της Ανατολικής Γερμανίας. (14) Οι επιχειρήσεις που ανήκουν στον όμιλο Dampfkessel Hohenturm-Gruppe, έχουν την έδρα τους στη Σαξονία-Άνχαλτ, περιφέρεια με υψηλό ποσοστό ανεργίας (20,4 %). Η περιφέρεια αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης, είναι επιλέξιμη για τη χορήγηση ενισχύσεων. 2. Το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης που εγκρίθηκε το 1996 (15) Το αρχικό πρόγραμμα που είχε εγκριθεί το 1996, προέβλεπε ότι ο όμιλος Dampfkessel Hohenturm-Gruppe θα προσέφερε πλήρη εξοπλισμό και μηχανήματα για μικρού και μεσαίου μεγέθους μονάδες παραγωγής ενέργειας και καυστήρες. Στο πλαίσιο αυτό, ο όμιλος Dampfkessel θα ικανοποιούσε τις εκτιμώμενες ανάγκες των κοινοτικών και άλλων μεσαίου μεγέθους φορέων. (16) Για την εκτέλεση αυτού του πρώτου προγράμματος αναδιάρθρωσης, η Επιτροπή ενέκρινε με την απόφασή της που εκδόθηκε το 1996 ενισχύσεις αναδιάρθρωσης συνολικού ύψους 32,5 εκατ. γερμανικών μάρκων. Εκτός από τη διάσπαση της πρώην Dampfkessel Hohenturm GmbH, αυτό το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης προέβλεπε κυρίως σημαντικές επενδύσεις σε νέες εγκαταστάσεις παραγωγής και την εφαρμογή διαφόρων μέτρων για τη μείωση του κόστους. Την εποχή εκείνη είχε γίνει η υπόθεση ότι ο αναδιαρθρωμένος όμιλος Dampfkessel Hohenturm θα επανερχόταν σε κερδοφορία το αργότερο μέχρι το 1999. 3. Η αποτυχία του προγράμματος αναδιάρθρωσης του 1996 (17) Η Γερμανία αναφέρθηκε σε διάφορους παράγοντες που οδήγησαν στην αποτυχία του αρχικού προγράμματος αναδιάρθρωσης και, συνεπώς, στην πτώχευση της DHD. Αυτό που διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην αποτυχία του προγράμματος αναδιάρθρωσης του 1996 ήταν ο λανθασμένος σχεδιασμός του ομίλου Dampfkessel Hohenturm ως ενός ενιαίου φορέα προμήθειας πλήρων μικρομεσαίων εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας και μηχανημάτων. Ο όμιλος δεν διέθετε εξ αρχής ούτε την απαραίτητη τεχνογνωσία και εμπορική πείρα, ούτε επαρκή οικονομικά μέσα ώστε να είναι σε θέση να προσφέρει όλες τις υπηρεσίες που συνδέονται με τις πολύπλοκες συμβάσεις αυτής της φύσεως. (18) Επίσης, η γενική αγορά εξοπλισμών και μηχανημάτων άρχισε να παρουσιάζει κάμψη από το 1995/1996 και η διάρθρωσή της μεταβλήθηκε. Αυτές οι εξελίξεις οφείλονται τόσο στην οικονομική κρίση στις αγορές της Ασίας, όσο και στις αβέβαιες προοπτικές για τις μονάδες παραγωγής ενέργειας ενόψει της ιδιωτικοποίησης των αγορών παραγωγής ενέργειας. Λόγω αυτών των μεταβολών της αγοράς, διάφοροι μεγάλοι προμηθευτές εξοπλισμών παραγωγής ενέργειας (όπως οι Babcock, Steinmüller, Lentjes, EVT) υποχρεώθηκαν να προβούν σε αναδιαρθρώσεις ή συγχωνεύσεις και να αναθεωρήσουν τη θέση τους. Αυτοί οι μεγάλοι ανταγωνιστές ειδικεύονταν κατά παράδοση στο τμήμα της αγοράς για τις μεγάλες μονάδες παραγωγής ενέργειας. Τώρα όμως ήταν αναγκασμένοι να μετακινηθούν σε αγορές για σχετικά μικρές μονάδες, στις οποίες προσπαθούσε να εισέλθει ο όμιλος Dampfkessel Hohenturm μετά την αναδιάρθρωσή του. Συνεπώς, οι ανταγωνιστικές πιέσεις στις αγορές στις οποίες επιδίωκε να διεισδύσει ο όμιλος Dampfkessel Hohenturm ήταν πολύ ισχυρότερες από ό,τι κατά το χρόνο κατάρτισης του προγράμματος αναδιάρθρωσης. (19) Οι επενδυτές, πριν από την αγορά της Dampfkessel Hohenturm GmbH, είχαν την ευκαιρία να εξετάσουν διεξοδικά την επιχείρηση. Ωστόσο, σύμφωνα με τις γερμανικές αρχές, στηρίχθηκαν, λόγω έλλειψης χρόνου, στα στοιχεία που τους χορήγησε η επιχείρηση. Ορισμένα από τα στοιχεία που τους χορηγήθηκαν κατ' αυτόν τον τρόπο αποδείχθηκαν εκ των υστέρων παραπλανητικά ή εσφαλμένα. (20) Μετά την ιδιωτικοποίηση, οι ιδιώτες επενδυτές διαπίστωσαν ότι τα στοιχεία που είχε δώσει η επιχείρηση σχετικά με τον όγκο των προσφορών υπερέβαιναν τις πραγματικές δυνατότητες της αγοράς. Ενώ η επιχείρηση είχε υποβάλει προσφορές αξίας άνω των 180 εκατ. γερμανικών μάρκων, δόθηκαν εν τέλει παραγγελίες αξίας μόλις 1 εκατ. γερμανικά μάρκα περίπου. Επιπλέον, οι ιδιώτες επενδυτές του ομίλου Dampfkessel Hohenturm δεν είχαν υπολογίσει τις ζημίες από παλαιές συμβάσεις που είχε συνάψει η Dampfkessel Hohenturm GmbH πριν από την ιδιωτικοποίησή της. Η εκτέλεση των συμβάσεων αυτών οδήγησε σε ζημίες ύψους περίπου 5,5 εκατ. γερμανικών μάρκων. Επίσης, οι επενδυτές ισχυρίζονται ότι δεν είχαν ενημερωθεί σωστά σχετικά με τις απαιτήσεις αποζημιώσεων που εκκρεμούσαν κατά της Dampfkessel Hohenturm GmbH από παλαιές συμβάσεις. (21) Τέλος, όσον αφορά την εξέλιξη του κύκλου εργασιών και των κερδών, η κατάσταση το Δεκέμβριο του 1998 δείχνει μια αισθητή απόκλιση από τους στόχους που είχαν τεθεί στο εγκεκριμένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης. Περίπου 80 % των ζημιών που πραγματοποιήθηκαν από την ιδιωτικοποίηση του συνόλου του ομίλου Dampfkessel, δηλαδή 24 εκατ. Γερμανικών μάρκων, μπορούν να αποδοθούν στις δραστηριότητες κατασκευής εγκαταστάσεων. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής ήταν να κηρυχθεί η πτώχευση της κυριότερης θυγατρικής του ομίλου στην αγορά αυτή, της DHD, το Μάιο του 1998. 4. Το τροποποιημένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης (22) Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις δυσχέρειες, το 1998 οι ιδιώτες επενδυτές που ελέγχουν τον όμιλο Dampfkessel Hohenturm αποφάσισαν να τροποποιήσουν σε σημαντικό βαθμό το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης. Με τις τροποποιήσεις αυτές, θα λαμβάνονται καλύτερα υπόψη τόσο οι -περιορισμένες- δυνατότητες του ομίλου, DH, όσο και οι αλλαγές των συνθηκών της αγοράς. 4.1. Εσωτερικά μέτρα (23) Εφόσον αποδείχθηκε στο παρελθόν ότι ο όμιλος Dampfkessel Hohenturm δεν ήταν σε θέση να προσφέρει ολοκληρωμένες λύσεις για το σύνολο των αναγκών των μονάδων παραγωγής ενέργειας, το βασικό στοιχείο του νέου προγράμματος αναδιάρθρωσης ήταν ο επαναπροσανατολισμός του ομίλου. Κατά συνέπεια, εγκαταλείφθηκε η αρχική ιδέα για την προσφορά πλήρων εγκαταστάσεων. (24) Ο όμιλος Dampfkessel Hohenturm ασκεί εν τω μεταξύ δραστηριότητες αναλαμβάνοντας υπεργολαβίες για μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Κατ' αυτόν τον τρόπο μειώνονται οι απαιτήσεις που τίθενται σε επίπεδο μηχανολογικών ικανοτήτων και οικονομικών πόρων, πράγμα που ανταποκρίνεται καλύτερα στο μέγεθος του ομίλου. Εξάλλου, ο όμιλος θα ασκεί σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό δραστηριότητες ως προμηθευτής συστατικών μερών και ως φορέας παροχής υπηρεσιών στην αγορά των εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας. Τέλος, θα καταβληθούν προσπάθειες η επιχείρηση να εστιαστεί περισσότερο σε λύσεις ειδικά προσαρμοσμένες στις ανάγκες του πελάτη, όπως επισκευές και τροποποίηση υφιστάμενων εγκαταστάσεων. Σε αυτό το τμήμα της αγοράς, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις με περισσότερο τυποποιημένα προϊόντα έχουν μικρότερη παρουσία. (25) Στο πλαίσιο αυτό, ήταν ιδιαίτερα σημαντική η ίδρυση μιας νέας επιχείρησης, της DHDB, για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της πρώην DHD. Οι ιδιώτες επενδυτές διέθεσαν στη νέα επιχείρηση 1 εκατ. γερμανικά μάρκα ως αρχικό κεφάλαιο. Δεδομένου ότι το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων, που η πρώην DHD είχε χρησιμοποιήσει για τη λειτουργία της, παρέμειναν στην εταιρεία χαρτοφυλακίου DH, η νεοϊδρυθείσα επιχείρηση DHDB ανέλαβε το προσωπικό της παλαιάς εταιρείας, όχι όμως και τα περιουσιακά της στοιχεία. Για τη συναλλαγή αυτή δεν καταβλήθηκε οποιοδήποτε αντίτιμο. (26) Ωστόσο, οι ιδιώτες επενδυτές αναγκάστηκαν να παραδεχθούν ότι, παρά τα μέτρα αυτά, η DHDB εξακολουθούσε να μην είναι σε θέση να λειτουργήσει αποδοτικά εντός του ομίλου Dampfkessel Hohenturm. Για το λόγο αυτό αποφάσισαν τελικά να ενσωματώσουν την DHDB στον κερδοφόρο όμιλο DIM, ο οποίος βρισκόταν επίσης υπό τον έλεγχό τους. Οι επενδυτές ανέμεναν ότι η ενέργεια αυτή θα σημαντικές θετικές συνέργιες: η DHDB θα μπορούσε να επωφεληθεί αισθητά από την τεχνογνωσία και τις συμβάσεις του ομίλου αυτού στον τομέα των γενικών βιομηχανικών υπηρεσιών. Η τεχνογνωσία αυτή έχει αποφασιστική σημασία τόσο σε επίπεδο διαχείρισης όσο μηχανοτεχνικής οργάνωσης. Ο όμιλος DIM θα μεριμνήσει επίσης για την επαρκή χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της DHDB. (27) Από τις υπόλοιπες θυγατρικές της εταιρείας DH Holding, αναφέρεται ότι η DHSS αναπτύσσει επί του παρόντος μια νέα τεχνολογία τήξης που αναμένεται να εισαχθεί στην αγορά μέχρι το 2000. Η DHW εμφάνισε ζημίες το 1999, αλλά ελπίζει να τις αντισταθμίσει το 2000. 4.2. Οικονομικά μέτρα (28) Το τροποποιημένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης που παρουσιάστηκε στην Επιτροπή το 1998, προέβλεπε επίσης τρία νέα μέτρα που εφαρμόστηκαν από τις δημόσιες αρχές υπέρ του ομίλου Dampfkessel Hohenturm. Τα μέτρα αυτά ενδέχεται να περιέχουν στοιχεία κρατικής ενίσχυσης. 4.2.1. Η εγγύηση της BvS ύψους 3 εκατ. γερμανικών μάρκων (29) Στην αρχική τους ανακοίνωση οι γερμανικές αρχές είχαν δηλώσει ότι η BvS θα χορηγούσε τριτεγγύηση για τη νέα επιχείρηση DHDB ύψους 3 εκατ. γερμανικών μάρκων. Εν αναμονή της τελικής απόφασης της Επιτροπής στην υπόθεση αυτή, το εν λόγω μέτρο δεν εφαρμόστηκε. (30) Στο παρόν στάδιο η Γερμανία δηλώνει ότι, ενόψει της επικείμενης ενσωμάτωσης της DHDB στον πολύ μεγαλύτερο όμιλο DIM, το μέτρο αυτό δεν έχει πλέον νόημα. Η DIM θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει μόνη της την απαιτούμενη χρηματοδότηση των 3 εκατ. γερμανικών μάρκων. Κατά συνέπεια, η Γερμανία, με επιστολή της 22ας Νοεμβρίου απέσυρε επίσημα αυτό το τμήμα της κοινοποίησής της. 4.2.2. Συμμετοχή του δημοσίου στο κεφάλαιο (31) Το δεύτερο μέτρο υπέρ του ομίλου Dampfkessel συνίσταται στη συμμετοχή του ομόσπονδου κράτους της Σαξονίας-Άνχαλτ στο κεφάλαιο ανερχόμενη σε 825000 γερμανικά μάρκα, που καταβλήθηκε ήδη στη DHDB. Αυτή η δημόσια συμμετοχή στο κεφάλαιο σκοπό είχε να συμβάλει στην αποκατάσταση των τρεχόντων περιουσιακών στοιχείων της DHDB, δεδομένου ότι η δεινή οικονομική της κατάσταση δεν της επέτρεπε να εξασφαλίσει τους πόρους αυτούς από τις ιδιωτικές κεφαλαιαγορές. Κατά την άποψη της Γερμανίας, αυτή η δημόσια εισφορά κεφαλαίου καλύπτεται από καθεστώς ενισχύσεων που έχει ήδη εγκριθεί(7). 4.2.3. Τροποποίηση και επέκταση υπάρχουσας εγγύησης (32) Το τρίτο μέτρο στο πλαίσιο του τροποποιημένου προγράμματος αναδιάρθρωσης συνίσταται σε διάφορες μεταβολές και επεκτάσεις μιας υπάρχουσας εγγύησης. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που χορήγησε η Γερμανία, ο αρμόδιος φορέας της Ανατολικής Γερμανίας στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων, χορήγησε το 1995 την εγγύηση αυτή στην επιχείρηση πριν από την ιδιωτικοποίησή της. Το μέτρο αυτό εγκρίθηκε από την Επιτροπή στο πλαίσιο ενός εγκεκριμένου καθεστώτος ενισχύσεων(8). Η εγγύηση κάλυπτε αρχικά έναν κίνδυνο μέγιστου ύψους 15 εκατ. γερμανικών μάρκων και ανανεωνόταν αυτόματα. Στη συνέχεια οι όροι αυτής της εγγύησης μεταβλήθηκαν επανειλημμένα: (33) Πρώτον, βάσει των όρων της αρχικής συμφωνίας ιδιωτικοποίησης, οι ιδιώτες επενδυτές που αγόραζαν τον όμιλο Dampfkessel, ήταν υποχρεωμένοι να αναλάβουν την ευθύνη για όλους τους υπόλοιπους κινδύνους που καλύπτονταν από την εγγύηση το αργότερο μέχρι το 1998. Επίσης, η σύμβαση ιδιωτικοποίησης προέβλεπε κυρώσεις σε περίπτωση μη εκπλήρωσης αυτής της υποχρέωσης, σύμφωνα με την οποία η τελευταία δόση της ήδη εγκριθείσας ενίσχυσης(9) ύψους 5 εκατ. γερμανικών μάρκων θα καταβαλλόταν μόνο εάν οι επενδυτές αναλάμβαναν ταυτόχρονα όλους τους κινδύνους που καλύπτονταν από την εγγύηση. Σε διαφορετική περίπτωση, η υπόλοιπη δόση των 5 εκατ. γερμανικών μάρκων θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την BvS για την εξαγορά της εγγύησης, έτσι ώστε να μειωθεί αισθητά η έκθεσή της βάσει της εγγύησης. (34) Ωστόσο, το 1998 διαπιστώθηκε ότι οι επενδυτές ήταν σε θέση να διαθέσουν μόνο 5 εκατ. γερμανικά μάρκα για την εξαγορά ενός μέρους των κινδύνων που καλύπτονταν από την εγγύηση. Συνεπώς, την ευθύνη για το υπόλοιπο της εγγύησης για την κάλυψη κινδύνων μέχρι του ποσού των 10 εκατ. γερμανικών μάρκων θα εξακολουθούσε να έχει προσωρινά η BvS. Με δύο ακόμη συμφωνίες, η προθεσμία για την εξαγορά της εγγύησης εκ μέρους των επενδυτών παρατάθηκε μέχρι τα τέλη του 2000. Στην τελευταία ανακοίνωση της 15ης Φεβρουαρίου 2001, η Γερμανία επιβεβαίωσε ότι εν τω μεταξύ η εγγύηση εξαγοράστηκε εξ ολοκλήρου από τους επενδυτές. (35) Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ο όρος για την καταβολή της τελευταίας δόσης της ενίσχυσης βάσει της σύμβασης ιδιωτικοποίησης, δηλαδή η ανάληψη εκ μέρους των επενδυτών όλων των κινδύνων που καλύπτονται από την εγγύηση, δεν τηρήθηκε κατά την προβλεπόμενη χρονική στιγμή. Αντίθετα, η BvS αποφάσισε να καταβάλει στους επενδυτές το ποσό αυτό, αντί να το χρησιμοποιήσει για να μειώσει τον δικό της κίνδυνο βάσει της εγγύησης, όπως προβλεπόταν στη σύμβαση ιδιωτικοποίησης(10). Σύμφωνα με τα στοιχεία που χορήγησε η Γερμανία, ο κίνδυνος που καλυπτόταν από την εγγύηση ανερχόταν στις αρχές του 1998 σε 9,961 εκατ. γερμανικά μάρκα. (36) Δεύτερον, τροποποιήθηκε εκ των υστέρων η διάρθρωση της εγγύησης. Αρχικά, η εγγύηση αυτή είχε ανανεούμενο χαρακτήρα. Έτσι, εντός των ορίων των μέγιστων ποσών της, κάλυπτε συνεχώς όλες τις νέες υποχρεώσεις που αναλάμβανε ο όμιλος Dampfkessel Hohenturm οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Από το Σεπτέμβριο του 1998, μετά από συμφωνία, άρθηκε ο ανανεούμενος χαρακτήρας της εγγύησης. Στόχος του μέτρου αυτού ήταν να εξασφαλιστεί ότι η εγγύηση της BvS δεν θα επεκτεινόταν πλέον στην κάλυψη νέων υποχρεώσεων. Κατά συνέπεια οι κίνδυνοι που καλύπτονταν από την εγγύηση θα μειώνονταν σταθερά. (37) Τρίτον, με μια άλλη συμφωνία που έλαβε χώρα το Δεκέμβριο του 1998, μεταβλήθηκε και πάλι μια πτυχή της εγγύησης. Αρχικά, η εγγύηση της BvS είχε σχεδιαστεί ως εγγύηση καλής εκτέλεσης (Ausfallbürgschaft). Κατά συνέπεια, οι πιστωτές μπορούσαν να εγείρουν απαιτήσεις κατά του εγγυητή (δηλαδή την BvS), μόνο εάν δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους κατά του κυρίου οφειλέτη. Αυτό είχε τις ακόλουθες συνέπειες: οι πιστωτές μπορούσαν να στραφούν κατά της BvS, μόνο αφού είχαν προηγουμένως απαιτήσει πληρωμή από τον όμιλο Dampfkessel. Λόγω της μόνιμης έλλειψης ρευστότητας του ομίλου, αυτή η απαίτηση πληρωμής θα είχε αναπόφευκτα οδηγήσει στην πτώχευση του ομίλου. Το Δεκέμβριο του 1998, η εγγύηση εξακολουθούσε να καλύπτει κινδύνους που ανέρχονταν συνολικά σε περίπου 6,3 εκατ. γερμανικά μάρκα. (38) Προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο πτώχευσης του ομίλου Dampfkessel, η οποία θα ήταν επαχθής για την BvS λόγω του ρόλου της ως εγγυητή, από το Δεκέμβριο του 1998 η εγγύηση έπαυσε, εν μέρει τουλάχιστον, είναι εγγύηση καλής εκτέλεσης. Σύμφωνα με την τροποποίηση που επήλθε, οι πιστωτές του ομίλου Dampfkessel μπορούσαν να στραφούν απευθείας κατά της BvS για ποσό μέχρι 5 εκατ. γερμανικών μάρκων, χωρίς να χρειάζεται να ζητήσουν πρώτα την ικανοποίηση της απαίτησής τους από τον όμιλο Dampfkessel. Ωστόσο, αυτή η άμεση απαίτηση μπορούσε να εγερθεί μόνο εφόσον, αν δεν γινόταν χρήση της, θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο η ρευστότητα του ομίλου DH. Βάσει αυτής της νέας συμφωνίας, η BvS προέβη στον άμεσο διακανονισμό απαιτήσεων συνολικού ύψους 2,55 εκατ. γερμανικών μάρκων, πράγμα που επέτρεψε να αποφευχθεί η πτώχευση του ομίλου Dampfkessel. (39) Ως αντιστάθμιση για αυτή την τροποποίηση, η BvS και οι ιδιώτες επενδυτές θέσπισαν ένα μηχανισμό που αποσκοπούσε στην επιστροφή των ποσών που καταβλήθηκαν από την BvS λόγω της εγγύησης. Στο πλαίσιο του μηχανισμού αυτού, ο όμιλος Dampfkessel Hohenturm θα κατέβαλλε στην BvS ένα τρίτο των ετήσιων ταμειακών της διαθεσίμων το 2001 και κατά τα επόμενα δύο χρόνια δύο τρίτα των ταμειακών της διαθεσίμων (Besserungsscheinregelung). Ο μηχανισμός αυτός θα ίσχυε μέχρις ότου ο όμιλος Dampfkessel εξοφλήσει στην BvS το συνολικό ποσό που κατέβαλε η BvS για την ικανοποίηση απαιτήσεων βάσει της εγγύησης. 4.2.4. Συμμετοχή επενδυτών (40) Σύμφωνα με το τροποποιημένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης, οι ιδιώτες επενδυτές κατέβαλαν ήδη στην νεοϊδρυθείσα DHDB μετοχικό κεφάλαιο ύψους 1 εκατ. γερμανικών μάρκων. Επίσης συμμετείχαν στο κεφάλαιο της DH Holding με μετοχικό δάνειο ύψους 3,5 εκατ. γερμανικών μάρκων. Από το ποσό αυτό, η DH Holding χρησιμοποίησε 1,6 εκατ. γερμανικά μάρκα για την κάλυψη ζημιών άλλων θυγατρικών του ομίλου Dampfkessel Hohenturm κατά τη διάρκεια της πτώχευσης της DHD. Εξάλλου υπενθυμίζεται ότι η DIM θα χορηγήσει στην DHDB εγγύηση ύψους 3 εκατ. γερμανικών μάρκων μόλις πωληθεί στον όμιλο DIM. 5. Λόγοι για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης (41) Κατά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή εξέφρασε τις επιφυλάξεις της όσον αφορά την αποκατάσταση της βιωσιμότητας βάσει του τροποποιημένου προγράμματος αναδιάρθρωσης. Ειδικότερα, δεν είχε πεισθεί αν η νέα θυγατρική DHDB θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει επαρκείς πόρους εντός του ομίλου Dampfkessel. Η Επιτροπή δήλωσε επίσης ότι μέχρι τη στιγμή εκείνη δεν υπήρχαν επαρκείς πληροφορίες για να αιτιολογήσουν μια εξαίρεση από την αρχή ότι η ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί μια μόνο φορά. Τέλος, διατύπωσε επιφυλάξεις για το κατά πόσο η Γερμανία, κατά τη χορήγηση της προηγούμενης ενίσχυσης αναδιάρθρωσης είχε συμμορφωθεί με τους όρους της απόφασης του 1996. III. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 1. Εφαρμογή του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ (42) Βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, οι κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται σε μεμονωμένες επιχειρήσεις είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά εφόσον επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και στρεβλώνουν ή απειλούν να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό. 1.1. Μέτρα σχετικά με την εγγύηση BvS (43) Αφού ο προκάτοχος της BvS χορήγησε εγγύηση ύψους 15 εκατ. γερμανικών μάρκων στην Dampfkessel Hohenturm GmbH το 1995, η BvS τροποποίησε επανειλημμένα την εγγύηση αυτή κατά τα έτη που ακολούθησαν. Σύμφωνα με τη Γερμανία οι μετατροπές αυτές σκοπό είχαν να μειώσουν τους κινδύνους στους οποίους ήταν εκτεθειμένη η BvS. Συνεπώς, ισχυρίζεται ότι τα μέτρα αυτά δεν συνιστούσαν κρατική ενίσχυση. Για να αξιολογηθεί κατά πόσο τα μέτρα αυτά συνιστούν όντως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, θα πρέπει να αναλυθούν μεμονωμένα. (44) Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, ένα μέτρο που λαμβάνεται από δημόσιο οργανισμό δεν συνιστά κρατική ενίσχυση εάν ο δημόσιος οργανισμός ενεργεί όπως ένας ιδιώτης πιστωτής επιζητώντας την εξόφληση των ποσών που του οφείλονται από οφειλέτη που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες(11). Συνεπώς, θα πρέπει να διαπιστωθεί κατά πόσο τα μέτρα που εφαρμόστηκαν από την BvS μετά το 1997 είχαν σκοπό να μειώσουν τους κινδύνους που είχε αναλάβει να καλύψει βάσει της εγγύησης. (45) Η Επιτροπή σημειώνει κατ' αρχήν ότι, βάσει της σύμβασης ιδιωτικοποίησης του 1995, η τελευταία δόση (5 εκατ. γερμανικά μάρκα) της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης που είχε εγκριθεί με την απόφαση του 1996 επρόκειτο να καταβληθεί στους επενδυτές μόνο υπό τον όρο ότι μέχρι το 1998 θα είχε πλήρως εξαγορασθεί η εγγύηση που ανερχόταν αρχικά σε 15 εκατ. γερμανικά μάρκα. Ο όρος αυτός δεν εκπληρώθηκε δεδομένου ότι οι ιδιώτες επενδυτές μπόρεσαν να εξαγοράσουν ποσό μόλις 5 εκατ. γερμανικών μάρκων. Παρόλο που δεν τηρήθηκε ο όρος που προβλεπόταν στη συμφωνία ιδιωτικοποίησης, η BvS αποφάσισε να καταβάλει το υπόλοιπο της ενίσχυσης ύψους 5 εκατ. γερμανικών μάρκων. Συνεπώς δεν κατόρθωσε να μειώσει αισθητά τους κινδύνους που είχε αναλάβει να καλύψει βάσει της εγγύησης. (46) Η Γερμανία εξήγησε ότι εάν δεν πραγματοποιείτο η πληρωμή αυτή, ο όμιλος Dampfkessel θα είχε κηρύξει πτώχευση. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι πιστωτές της θα είχαν κάνει χρήση της εγγύησης που είχε εκδοθεί από την BvS, η οποία θα έπρεπε να προβεί στο διακανονισμό εκκρεμουσών υποχρεώσεων ύψους 9,961 εκατ. γερμανικών μάρκων. Η Γερμανία δήλωσε επίσης εάν ο όμιλος Dampfkessel είχε αναγκασθεί να κηρύξει πτώχευση, η BvS θα είχε ανακτήσει από τα περιουσιακά στοιχεία ποσό εκτιμώμενο σε 3,9 εκατ. γερμανικά μάρκα. (47) Κατά συνέπεια, η BvS έπρεπε να αποφασίσει είτε να καταβάλει 5 εκατ. γερμανικά μάρκα είτε να χρησιμοποιήσει το ποσό αυτό για την εξαγορά της εγγύησης, μειώνοντας κατ'αυτόν τον τρόπο αισθητά την έκθεσή της βάσει της εγγύησης. Μια σύγκριση μεταξύ των δύο αυτών επιλογών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η BvS, με την καταβολή των 5 εκατ. γερμανικών μάρκων, δεν προτίμησε τη λύση που θα είχε οδηγήσει στην αποτελεσματικότερη μείωση των κινδύνων στους οποίους ήταν εκτεθειμένη: με την πληρωμή που πραγματοποίησε προς τους επενδυτές, το ύψος των κινδύνων στους οποίους ήταν εκτεθειμένη η BvS βάσει της εγγύησης διατηρήθηκε σε περίπου 10 εκατ.γΓερμανικά μάρκα. Σε διαφορετική περίπτωση, η BvS θα μπορούσε να μειώσει την έκθεσή της κατά 5 εκατ. γερμανικά μάρκα. Επιπλέον θα ήταν σε θέση να ικανοποιήσει τουλάχιστον ορισμένες από τις απαιτήσεις της από τα περιουσιακά στοιχεία του ομίλου Dampfkessel. (48) Ο λόγος που οδήγησε την BvS, στην απόφαση να καταβάλει την δόση της ενίσχυσης ύψους 5 εκατ. γερμανικών μάρκων ήταν η επιθυμία της να συνεχιστεί η λειτουργία του ομίλου Dampfkessel, χωρίς να επιδιώκει κατά κύριο λόγο να μειώσει τη δική της έκθεση. Στο μέτρο αυτό, η BvS δεν ενήργησε όπως ένας ιδιώτης πιστωτής. (49) Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι η απόφαση να καταβληθεί αυτή η τελευταία δόση ύψους 5 εκατ. γερμανικών μάρκων δεν είναι σύμφωνη με τους όρους της απόφασης του 1996. Σύμφωνα με δήλωση της ίδιας της Γερμανίας(12), η πληρωμή αυτή σκοπό είχε τον ανασχηματισμό των τρεχόντων περιουσιακών στοιχείων του ομίλου Dampfkessel. Συνεπώς, η πληρωμή αυτή συνιστούσε σε κάθε περίπτωση ενίσχυση ρευστότητας και όχι επενδυτική ενίσχυση. (50) Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι στην απόφαση του 1996 είχε εγκριθεί ενίσχυση αναδιάρθρωσης ύψους 32,5 εκατ. γερμανικών μάρκων με την προϋπόθεση ότι από το ποσό αυτό 11,9 εκατ. γερμανικά μάρκα θα έπρεπε να επενδυθούν στην πρώην Dampfkessel Hohenturm GmbH για τη χρηματοδότηση των μέτρων αναδιάρθρωσης. Ωστόσο, η Γερμανία δήλωσε(13) ότι χρησιμοποιήθηκε ποσό μόνο 6,2 εκατ. γερμανικών μάρκων για το σκοπό αυτό. Το υπόλοιπο ποσό της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης χρησιμοποιήθηκε κατά κύριο λόγο για την ενίσχυση της ρευστότητας του ομίλου Dampfkessel. Ωστόσο, η απόφαση του 1996 δεν προβλέπει πρόσθετη ενίσχυση ρευστότητας ύψους 5 εκατ. γερμανικών μάρκων. (51) Δεύτερον, θα πρέπει να εξακριβωθεί κατά πόσο αποτελεί νέα κρατική ενίσχυση η απόφαση της BvS να παρατείνει την προθεσμία εντός της οποίας οι ιδιώτες επενδυτές έπρεπε να εξαγοράσουν την υπόλοιπη εγγύηση. Η εγγύηση αυτή είχε αρχικά χορηγηθεί στο πλαίσιο ενός εγκεκριμένου καθεστώτος ενισχύσεων. Η Γερμανία είχε αποδείξει στην Επιτροπή ότι αν δεν λαμβανόταν το μέτρο αυτό η BvS δεν θα ήταν σε θέση να ανακτήσει ένα σημαντικό ποσό βάσει της εγγύησής της ενόψει της επικείμενης ρευστοποίησης του ομίλου Dampfkessel. Ανεξαρτήτως του γενικού ερωτήματος κατά πόσο μια τέτοια συμπεριφορά μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιστοιχεί σε εκείνη ενός ιδιώτη επενδυτή υπό τις συνθήκες αυτές, η Γερμανία δεν απέδειξε στην Επιτροπή ότι σε μια τέτοια περίπτωση ένας ιδιώτης επενδυτής θα είχε πράγματι παρατείνει την προθεσμία χωρίς να ζητήσει κάποια οικονομική αντιστάθμιση. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποφανθεί κατά πόσο η BvS, με την παράταση της προθεσμίας, ενήργησε όπως ένας ιδιώτης εγγυητής που επιθυμεί να ελαχιστοποιήσει την έκθεσή του σε μεσοπρόθεσμη βάση. (52) Ανάλογες διαπιστώσεις ισχύουν και για την συμφωνία του Δεκεμβρίου 1998 με την οποία εγκαταλείφθηκε η εγγύηση καλής εκτέλεσης και έτσι οι πιστωτές της Dampfkessel είχαν τη δυνατότητα να στραφούν απευθείας κατά της BvS. Παρόλο που η συμφωνία αυτή και πάλι συνέβαλε στην αποφυγή της πτώχευσης του ομίλου και της άμεσης κατάπτωσης του πλήρους ποσού της εγγύησης της BvS, δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ένας ιδιώτης πιστωτής θα είχε σε μια ανάλογη κατάσταση λάβει ένα τέτοιο μέτρο χωρίς κάποια αντιπαροχή. Συνεπώς, και το μέτρο αυτό θεωρείται ότι περιέχει στοιχείο ενίσχυσης. (53) Ωστόσο, η συμφωνία του Σεπτεμβρίου 1998, με την οποία άρθηκε ο ανανεώσιμος χαρακτήρας της εγγύησης, δεν συνιστά κρατική ενίσχυση. Το μέτρο αυτό πράγματι μείωσε την έκθεση της BvS χωρίς να παρέχει οποιοδήποτε οικονομικό πλεονέκτημα στον όμιλο Dampfkessel ή τους πιστωτές του. 1.2. Η συμμετοχή του ομόσπονδου κράτους της Σαξονίας-Άνχαλτ στο κεφάλαιο (54) Η συμμετοχή του ομόσπονδου κράτους της Σαξωνίας-Άνχαλτ στο κεφάλαιο ύψους 825000 γερμανικών μάρκων προσέφερε οικονομικό πλεονέκτημα στον αποδέκτη της ενίσχυσης. Λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές δυσχέρειες που αντιμετώπιζε την εποχή εκείνη, η επιχείρηση δεν θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει μια τέτοια συμμετοχή από ιδιωτικές πηγές. (55) Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι το μέτρο αυτό λήφθηκε σύμφωνα με εγκεκριμένο καθεστώς ενισχύσεων(14), βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) (πρώην άρθρο 92 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ, και συγκεκριμένα της Richtlinie über Konsolidierungsbeteiligungen im Mittelstand des Landes Sachsen-Anhalt. Ωστόσο η Επιτροπή επισημαίνει ότι δεν τηρήθηκε ένας από τους όρους που συνόδευαν το καθεστώς αυτό, δεδομένου ότι αυτό είχε εγκριθεί με τη ρητή προϋπόθεση ότι η ενίσχυση δεν θα έπρεπε να συνδυασθεί με άλλες μορφές ενισχύσεων αναδιάρθρωσης(15). Στην παρούσα υπόθεση, η συμμετοχή του ομόσπονδου κράτους της Σαξωνίας-Άνχαλτ, λήφθηκε συγχρόνως με την καταβολή των 5 εκατ. γερμανικών μάρκων μετά την παράταση της προθεσμίας για την εξαγορά της εγγύησης, συμφωνία η οποία, όπως προαναφέρθηκε, συνιστά κρατική ενίσχυση. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί το εν λόγω καθεστώς, και το μέτρο θα πρέπει να εξετασθεί σύμφωνα με το άρθρο 87 της συνθήκης ΕΚ. (56) Τα προαναφερθέντα μέτρα είναι πιθανό να προκαλέσουν στρέβλωση του ανταγωνισμού. Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των πληρωμών και την ύπαρξη ενδοκοινοτικών συναλλαγών στις αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται ο όμιλος Dampfkessel, τα ακόλουθα μέτρα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ: α) η καταβολή εκ μέρους της BvS της τελευταίας δόσης της ενίσχυσης ύψους 5 εκατ. γερμανικών μάρκων· β) η έγκαιρη παράταση της προθεσμίας για τους ιδιώτες επενδυτές· ωστόσο το στοιχείο ενίσχυσης του μέτρου αυτού είναι πιθανό να μην καλύπτει την ονομαστική αξία της εγγύησης την εποχή εκείνη· γ) η τροποποίηση της εγγύησης της BvS που συμφωνήθηκε το Δεκέμβριο του 1998, σύμφωνα με την οποία οι πιστωτές της Dampfkessel μπορούν να στραφούν άμεσα κατά της BvS· δ) η εισφορά κεφαλαίου ύψους 825000 γερμανικών μάρκων του ομόσπονδου κράτους της Σαξωνίας-Άνχαλτ. 2. Συμβιβάσιμο των ενισχύσεων με τη συνθήκη (57) Τα μέτρα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ είναι εν γένει ασυμβίβαστα με την κοινή αγορά εκτός εάν μπορούν να τύχουν μιας από τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφοι 2 και 3. Σε κάθε περίπτωση, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 3 να ενημερώνουν εκ των προτέρων την Επιτροπή για τη χορήγηση τέτοιων ενισχύσεων. (58) Στην παρούσα υπόθεση μπορεί να εφαρμοστεί το άρθρο 87 παράγραφος 3 που επιτρέπει στην Επιτροπή να εγκρίνει κρατικές ενισχύσεις σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ), δύνανται να εγκριθούν ενισχύσεις για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Στις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής σχετικά με τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης(16) ("κατευθυντήριες γραμμές του 1994"), η Επιτροπή περιγράφει αναλυτικά τους όρους για τη θετική άσκηση αυτής της διακριτικής ευχέρειας που της παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ). (59) Επίσης το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ παρέχει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να εγκρίνει κρατικές ενισχύσεις για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης περιοχών στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση. Τα νέα γερμανικά ομόσπονδα κράτη αποτελούν τέτοιου είδους περιοχές. Ωστόσο, στην παρούσα υπόθεση, ο βασικός στόχος της ενίσχυσης είναι η αναδιάρθρωση μιας επιχείρησης που αντιμετωπίζει δυσχέρειες και όχι η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης μιας περιοχής. Ακόμη και αν μια επιχείρηση που ολοκληρώσει με επιτυχία την αναδιάρθρωσή της μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη μιας περιοχής, η ενίσχυση αυτή θα πρέπει να εκτιμηθεί βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) και όχι βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α). (60) Οι όροι επιλεξιμότητας για τη χορήγηση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης προσδιορίζονται στο τμήμα 3.2 των κατευθυντηρίων γραμμών διάσωσης και αναδιάρθρωσης. Τα μέτρα ενίσχυσης που αναφέρονται στην παράγραφο 56 πληρούν στο σύνολό τους τους όρους αυτούς: 2.1. Επιλεξιμότητα του αποδέκτη της ενίσχυσης (61) Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του 1994, ενισχύσεις αναδιάρθρωσης μπορούν να χορηγηθούν μόνο στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες. Μια νεοϊδρυθείσα εταιρεία δεν είναι, κατ' αρχήν, επιλέξιμη για τη χορήγηση ενίσχυσης δεδομένου ότι οι νέες επιχειρήσεις δεν θεωρούνται εν γένει ως επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες. Ο κανόνας αυτός ισχύει επίσης και για τις νέες επιχειρήσεις που ιδρύονται μετά από την εκκαθάριση μιας προκατόχου εταιρείας. Η μόνη εξαίρεση αυτού του κανόνα αφορά εταιρείες που λαμβάνουν ενισχύσεις από την BvS στο πλαίσιο της εντολής της για την ιδιωτικοποίηση πρώην κρατικής ιδιοκτησίας εταιρειών της Ανατολικής Γερμανίας. Η εξαίρεση αυτή, που λαμβάνει υπόψη την ιδιαιτερότητα της κατάστασης στην Ανατολική Γερμανία, ισχύει μόνο για ιδιωτικοποιήσεις που αναλήφθηκαν από την BvS πριν από τα τέλη του 1999(17). (62) Στην παρούσα υπόθεση, όλα τα μέτρα ενίσχυσης υπέρ του ομίλου Dampfkessel εφαρμόστηκαν πριν από τα τέλη του 1999. Λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχιζόμενες χρηματοοικονομικές δυσχέρειές του, ο όμιλος Dampfkessel, συμπεριλαμβανομένης της νεοϊδρυθείσας θυγατρικής του DHDB, μπορεί να θεωρηθεί ως επιχείρηση που αντιμετωπίζει δυσχέρειες και η οποία είναι επιλέξιμη για τη χορήγηση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης. (63) Σύμφωνα με το σημείο 3.2.2. στοιχείο i) των κατευθυντηρίων γραμμών 1994, οι ενισχύσεις αναδιάρθρωσης παρέχονται κανονικά μια μόνο φορά. Στην παρούσα υπόθεση, σύμφωνα με το τροποποιημένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης ο όμιλος Dampfkessel έλαβε ένα δεύτερο πακέτο ενισχύσεων μετά τα μέτρα ενίσχυσης που αποτέλεσαν αντικείμενο της απόφασης του 1996. Ωστόσο, θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη και το οικονομικό πλαίσιο στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας, το οποίο υπέστη ριζικές μεταβολές καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Συνεπώς, η αρχή σύμφωνα με την οποία η ενίσχυση χορηγείται κανονικά μια μόνο φορά δεν θα πρέπει να εφαρμοστεί με την ίδια αυστηρότητα(18). 2.2. Αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας (64) Μια βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994 είναι η αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της επιχείρησης εντός ενός εύλογου χρονικού ορίζοντα και βάσει ρεαλιστικών υποθέσεων. Το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης επιδιώκει την επίλυση προβλημάτων που αντιμετώπιζε παλαιότερα η DHD. Αυτή η προκάτοχος εταιρεία, που έχει πλέον κηρύξει πτώχευση, δεν διέθετε τους κατάλληλους τεχνικούς και χρηματοπιστωτικούς πόρους ή τις αναγκαίες ικανότητες σε επίπεδο διαχείρισης για την επιτυχή εκτέλεση των συμβάσεων παράδοσης πλήρων εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας. Η νέα διάδοχος εταιρεία DHDB εστιάζει τις δραστηριότητές της σε ένα τμήμα της αγοράς στο οποίο οι προοπτικές της είναι αισθητά καλύτερες. Στο μέλλον θα ενεργεί ως υπεργολάβος για άλλους κατασκευαστές εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας καθώς και ως φορέας παροχής υπηρεσιών και συντήρησης. Η τεχνογνωσία και οι χρηματοπιστωτικοί πόροι που απαιτούν οι συμβάσεις αυτές είναι πιο περιορισμένης κλίμακας. Ως προς τα υπόλοιπα, το γεγονός ότι η DHDB θα εστιαστεί σε λύσεις που είναι περισσότερο προσαρμοσμένες στις ανάγκες του πελάτη θα τη βοηθήσει να αποφύγει τις ανταγωνιστικές πιέσεις που ασκούνται από μεγαλύτερους ανταγωνιστές, οι οποίοι εν γένει προσφέρουν πιο τυποποιημένα προϊόντα. (65) Η DHDB, ως η βασική εναπομένουσα θυγατρική του ομίλου Dampfkessel, θα επωφεληθεί αισθητά από την ενσωμάτωσή της στον όμιλο DIM, ο οποίος θα της εξασφαλίσει την αναγκαία εμπειρία καθώς και την πρόσβαση σε πελάτες. Αυτή η ενσωμάτωσή της σε μια μεγαλύτερη επιχείρηση η οποία δραστηριοποιείται με επιτυχία σε διάφορες συνδεόμενες αγορές αναμένεται να οδηγήσει στη δημιουργία σημαντικών θετικών συνεργιών. Επιπλέον, η DIM θα χορηγήσει στη νέα θυγατρική της την αναγκαία χρηματοδότηση έτσι ώστε να αποκτήσει και να εκτελέσει συμβάσεις στην μεταποιητική βιομηχανία. (66) Εξάλλου, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι οι επενδυτές που στηρίζουν τον όμιλο DIM έχουν στο παρελθόν αποδείξει την ικανότητά τους να ιδιωτικοποιούν με επιτυχία πρώην κρατικής ιδιοκτησίας μεταποιητικές εταιρείες που ασκούσαν δραστηριότητες σε συναφείς τομείς στην Ανατολική Γερμανία. Μια σειρά ειδικών συνθηκών συνέβαλε αποφασιστικά στην αποτυχία του αρχικού προγράμματος αναδιάρθρωσης. Η επικείμενη ενσωμάτωση της DHDB στον όμιλο DIM καθησυχάζει την Επιτροπή όσον αφορά τις επιφυλάξεις που είχε επίσης διατυπώσει όταν κινήθηκε η επίσημη διαδικασία διερεύνησης, σχετικά με τους πόρους που θα μπορούσαν να διατεθούν στην DHDB από τον όμιλο Dampfkessel. 2.3. Πρόληψη της αθέμιτης στρέβλωσης του ανταγωνισμού (67) Οι αποδέκτες της ενίσχυσης δεν μπορούν να χρησιμοποιούν την ενίσχυση για την αύξηση της παραγωγικής τους ικανότητας και θα πρέπει να προβαίνουν σε μείωσή της σε περίπτωση τομεακής υπερβάλλουσας παραγωγικής ικανότητας. Παρόλο που ο κανόνας αυτός εφαρμόζεται, κατ' αρχήν, και στην αναδιάρθρωση ενισχυόμενων περιοχών, σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να υιοθετηθεί μια πιο ευέλικτη προσέγγιση(19). Αυτό ισχύει ιδίως σε ενισχύσεις που χορηγούνται σε ΜΜΕ δεδομένου ότι αυτές επηρεάζουν σε μικρότερο βαθμό τους όρους των συναλλαγών από ό,τι οι ενισχύσεις σε μεγάλες επιχειρήσεις και δεδομένου ότι οι τυχόν επιπτώσεις στον ανταγωνισμό είναι πιθανότερο να αντισταθμιστούν από τα οικονομικά οφέλη(20). (68) Με βάση τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της, η Επιτροπή σημειώνει ότι τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων βάσει του τροποποιημένου προγράμματος αναδιάρθρωσης δεν θα οδηγήσουν σε οποιαδήποτε αύξηση της παραγωγικής ικανότητας. Δεδομένου ότι η DHDB έχει προβεί στην εκ νέου πρόσληψη 50 περίπου από τους 80 εργαζομένους που απασχολούσε προηγουμένως η DHD, θα μπορούσε να αναμένεται ακόμη και μια μείωση της παραγωγικής ικανότητας. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των δραστηριοτήτων του ομίλου (κατασκευή εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας και παροχή συναφών υπηρεσιών προσαρμοσμένων στις ανάγκες του πελάτη) είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ποσοτικά η παραγωγική ικανότητα του ομίλου Dampfkessel. (69) Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο όμιλος Dampfkessel θα αντιμετωπίζει ανταγωνισμό από πολύ μεγαλύτερες επιχειρήσεις στην αγορά για την κατασκευή εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας. Συνεπώς, η ενίσχυση προς τον όμιλο είναι πιθανό να έχει περιορισμένες μόνο στρεβλωτικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό. Λαμβάνοντας υπόψη τα οφέλη της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης, τα μέτρα δεν θα οδηγήσουν σε αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού. Συνεπώς, τηρούνται οι όροι που προβλέπονται σχετικά με το θέμα αυτό στις κατευθυντήριες γραμμές του 1994. 2.4. Αναλογικότητα της ενίσχυσης (70) Η ενίσχυση πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατό που απαιτείται για να καταστεί δυνατή η αναδιάρθρωση και πρέπει να σχετίζεται με το συνολικό κόστος της αναδιάρθρωσης. Ο αποδέκτης της ενίσχυσης θα πρέπει να συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στο κόστος της αναδιάρθρωσης του ομίλου Dampfkessel. (71) Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι ιδιώτες επενδυτές έχουν πλέον οι ίδιοι αναλάβει την ευθύνη για ένα από τα μέτρα κρατικής ενίσχυσης που είχαν αρχικά προγραμματισθεί (συγκεκριμένα την εγγύηση ύψους 3 εκατ. γερμανικών μάρκων). Η συνεισφορά αυτή θα πρέπει να εξετασθεί λαμβάνοντας υπόψη τους σημαντικούς χρηματοπιστωτικούς πόρους που οι επενδυτές έχουν ήδη διαθέσει στον όμιλο Dampfkessel σύμφωνα με το τροποποιημένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης. Οι επενδυτές χορήγησαν στην DHDB κεφάλαιο ύψους 1 εκατ. γερμανικών μάρκων καθώς και νέο μετοχικό δάνειο ύψους 3,5 εκατ. γερμανικών μάρκων στην DH Holding. Συνολικά, τα νέα κεφάλαια που χορηγήθηκαν στις εταιρίες του ομίλου Dampfkessel από ιδιωτικές πηγές ανέρχονται σε περίπου 7,5 εκατ. γερμανικά μάρκα. Το ποσό αυτό βρίσκεται σε εύλογη σχέση με τους δημόσιους πόρους που χορηγήθηκαν στην εταιρεία, δηλαδή 5,825 εκατ. γερμανικά μάρκα συν ενίσχυση με τη μορφή παράτασης της προθεσμίας για την εξαγορά της εγγύησης της BvS. Συνεπώς, η Επιτροπή έχει πεισθεί ότι οι επενδυτές συμβάλλουν αισθητά στο κόστος της αναδιάρθρωσης. 2.5. Πλήρης εφαρμογή του προγράμματος αναδιάρθρωσης (72) Η επιχείρηση που λαμβάνει την ενίσχυση αναδιάρθρωσης θα πρέπει να εφαρμόσει πλήρως το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή. Η εφαρμογή του προγράμματος αναδιάρθρωσης θα ελέγχεται με βάση ετήσιες εκθέσεις που θα διαβιβάζονται από τη Γερμανία στην Επιτροπή. IV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ (73) Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η Γερμανία απέσυρε την κοινοποίησή της όσον αφορά την εγγύηση ύψους 3 εκατ. γερμανικών μάρκων που είχε προγραμματισθεί για τον όμιλο Dampfkessel Hohenturm (74) Επίσης, διαπιστώνει ότι τα μέτρα υπέρ του ομίλου Dampfkessel που αναφέρθηκαν στην παράγραφο 56 συνιστούν κρατική ενίσχυση. Η Γερμανία εφάρμοσε τα μέτρα αυτά κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ. Ωστόσο, παρόλο που τα μέτρα εφαρμόστηκαν παράνομα, τηρούν τα κριτήρια που ορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές του 1994 και είναι συνεπώς συμβιβάσιμα με την κοινή αγορά βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ), ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η Γερμανία απέσυρε την κοινοποίησή της όσον αφορά την εγγύηση ύψους 3 εκατ. γερμανικών μάρκων που είχε προγραμματισθεί για τον όμιλο Dampfkessel Hohenturm. Άρθρο 2 Η ad hoc ενίσχυση αναδιάρθρωσης με τη μορφή α) επιχορήγησης ύψους 5 εκατ. γερμανικών μάρκων εκ μέρους της Bundesanstalt für vereinigungsbedingte Sonderaufgaben (BvS), β) παράτασης της προθεσμίας εκ μέρους της BvS εντός της οποίας οι επενδυτές έπρεπε να εξαγοράσουν την εγγύησή της, γ) τροποποίησης της εγγύησης της BvS το Δεκέμβριο του 1998, με την οποία οι πιστωτές της Dampfkessel μπορούν να στραφούν απευθείας κατά της BvS, δ) εισφοράς κεφαλαίου του ομόσπονδου κράτους της Σαξονίας-Άνχαλτ ύψους 825000 γερμανικών μάρκων, που χορήγησε η Γερμανία στον όμιλο Dampfkessel Hohenturm το 1998 και 1999 είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Άρθρο 3 1. Το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης εφαρμόζεται πλήρως. Λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή του προγράμματος. 2. Η εφαρμογή του προγράμματος ελέγχεται με βάση ετήσιες εκθέσεις που διαβιβάζονται από τη Γερμανία στην Επιτροπή. 3. Εάν δεν τηρηθούν οι όροι που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, η παρέκκλιση μπορεί να ανακληθεί. Άρθρο 4 Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Βρυξέλλες, 25 Ιουλίου 2001. Για την Επιτροπή Mario Monti Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ C 379 της 31.12.1999, σ. 4. (2) ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1. (3) Κρατική ενίσχυση N 729/96· επιστολή της Επιτροπής της 27ης Δεκεμβρίου 1996 [SG(96) D/11702]. (4) Βλέπε υποσημείωση 1. (5) Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ως "επιχείρηση" από απόψεως δικαίου ανταγωνισμού νοείται μια οικονομική ενότητα, ακόμη και όταν αποτελείται από έναν αριθμό φυσικών ή νομικών προσώπων (απόφαση της 12ης Ιουλίου 1984 στην υπόθεση 170/83, Hydrotherm Gerätebau GmbH/Firma Compact, συλλογή 1984 σ. 2999· απόφαση του Πρωτοδικείου της 29ης Ιουνίου 2000, DSG Dradenauer Stahlgesellschaft/Kommission, στην υπόθεση T-234/95, συλλογή 2000, σ. II-2603, παράγραφος 124). (6) Βλέπε υποσημείωση 3. (7) Βλέπε υποσημείωση 14. (8) Κρατική ενίσχυση N 768/94, "Τρίτο καθεστώς Treuhand", που εγκρίθηκε από την Επιτροπή με την επιστολή SG(95) D/1062 της 1ης Φεβρουαρίου 1995. (9) Με την απόφαση της Επιτροπής που αναφέρεται στην υποσημείωση 3. (10) Η Γερμανία επιβεβαίωσε στην κοινοποίηση της 15ης Φεβρουαρίου 2001, ότι αυτό θα ήταν δυνατό από νομική άποψη. (11) Υπόθεση C-342/96, Ισπανία κατά Επιτροπής (1999), συλλογή Ι-2459, παράγραφος 46, και υπόθεση C-256/97, DMT, (1999), συλλογή I-3913, παράγραφος 24. (12) Στην κοινοποίησή της της 15ης Φεβρουαρίου 2001. (13) Κοινοποίηση της 27ης Ιανουαρίου 2000. (14) Κρατική ενίσχυση N 337/97, επιστολή της Επιτροπής SG(97) D/6876 της 12 Αυγούστου 1997. (15) Βλέπε τμήμα 7 της απόφασης της Επιτροπής με την οποία εγκρίθηκε η κρατική ενίσχυση N 337/97. (16) ΕΕ C 368 της 23.12.1994. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές αναθεωρήθηκαν το 1999 (ΕΕ C 288 της 9.10.1999, σ. 2). Στην παρούσα υπόθεση δεν ισχύει η εκδοχή του 1999 διότι τα μέτρα ενίσχυσης χορηγήθηκαν πριν από τη δημοσίευσή τους (βλέπε τμήμα 7 των κατευθυντηρίων γραμμών του 1999). (17) Βλέπε υποσήμειωση 10 των κατευθυντηρίων γραμμών του 1999. (18) Οι κατευθυντήριες γραμμές του 1999 είναι σαφώς πιο ευέλικτες όσον αφορά την αρχή σύμφωνα με την οποία η ενίσχυση θα πρέπει κανονικά να χορηγείται μία μόνο φορά όσον αφορά ενέργειες αναδιάρθρωσης στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας που έχουν κοινοποιηθεί πριν από τα τέλη του 2000. (19) Βλέπε τμήμα 3.2.3 των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994. (20) Βλέπε τμήμα 3.2.4. των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994.