Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31997R0577

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/97 της Επιτροπής της 1ης Απριλίου 1997 περί ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των κανόνων για λιπαρές ουσίες για επάλειψη και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία της ονομασίας του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων κατά τη διάθεσή τους στο εμπόριο

ΕΕ L 87 της 2.4.1997, p. 3–6 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 13/05/2007; καταργήθηκε από 32007R0445

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1997/577/oj

31997R0577

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/97 της Επιτροπής της 1ης Απριλίου 1997 περί ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των κανόνων για λιπαρές ουσίες για επάλειψη και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία της ονομασίας του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων κατά τη διάθεσή τους στο εμπόριο

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 087 της 02/04/1997 σ. 0003 - 0006


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 577/97 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 1ης Απριλίου 1997 περί ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των κανόνων για λιπαρές ουσίες για επάλειψη και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία της ονομασίας του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων κατά τη διάθεσή τους στο εμπόριο

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94 του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 1994, για τον καθορισμό των κανόνων για λιπαρές ουσίες για επάλειψη (1), και ιδίως το άρθρο 8,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1987, σχετικά με τη προστασία της ονομασίας του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων κατά τη διάθεσή τους στο εμπόριο (2), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας, και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας:

ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2991/94 καθορίζει, στο άρθρο 2 παράγραφος 2, ότι οι ονομασίες πωλήσεως, για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 του εν λόγω κανονισμού, πρέπει να είναι αυτές που ορίζονται στο παράρτημά του 7 ότι, εντούτοις, υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό 7 ότι, ακριβώς, ο εν λόγω κανόνας δεν εφαρμόζεται στις ονομασίες των προϊόντων των οποίων η ακριβής φύση προκύπτει από την παραδοσιακή χρήση τους ή/και στην περίπτωση που η ονομασία χρησιμοποιείται προφανώς για την περιγραφή μιας χαρακτηριστικής ιδιότητας του προϊόντος 7 ότι είναι σκόπιμο να θεσπιστούν ορισμένες λεπτομέρειες προκειμένου να εφαρμοσθεί η εν λόγω διάταξη 7

ότι, προς το σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να τηρηθεί το άρθρο 1 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 το οποίο προβλέπει ότι ο εν λόγω κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη, ιδίως, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 7 ότι οι δύο αυτοί κανονισμοί επιδιώκουν ουσιαστικά τον ίδιο σκοπό, να αποτρέψουν δηλαδή κάθε πιθανή σύγχυση του καταναλωτή όσον αφορά τον πραγματικό χαρακτήρα των εν λόγω προϊόντων 7 ότι θα πρέπει επομένως, για να εξασφαλισθεί συνέπεια στην κοινοτική νομοθεσία, να προβλεφθούν λεπτομέρειες εφαρμογής όσον αφορά τη χρησιμοποίηση του χαρακτηρισμού «βούτυρο» τόσο για τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94 όσο και για τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1898/97 σε ένα μόνο κείμενο 7

ότι προκειμένου να καθοριστεί το πεδίο εφαρμογής των εξαιρέσεων, οι οποίες αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94 είναι σκόπιμο να καθορισθεί εξαντλητικός κατάλογος των εν λόγω ονομασιών, ο οποίος θα συνοδεύεται από την περιγραφή των προϊόντων στα οποία αναφέρονται 7

ότι το πρώτο κριτήριο της εξαίρεσης που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο πρώτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94, αναφέρεται στον παραδοσιακό χαρακτήρα μιας ονομασίας ο οποίος δύναται να θεωρηθεί ότι έχει αποδειχθεί εφόσον η ονομασία χρησιμοποιείται, ήδη, για περίοδο τουλάχιστον ίση προς τη διάρκεια που αποδίδεται κατά κανόνα σε μια ανθρώπινη γενιά που προηγείται της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού 7 ότι η εξαίρεση πρέπει να περιορίζεται στα προϊόντα για τα οποία η ονομασία χρησιμοποιήθηκε πράγματι προκειμένου να μην αλλοιωθεί ο παραδοσιακός χαρακτήρας 7

ότι το δεύτερο κριτήριο της προαναφερθείσας εξαίρεσης συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση των ονομασιών που αναφέρονται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 προκειμένου να περιγραφεί μία χαρακτηριστική ιδιότητα του προϊόντος που έχει τεθεί σε εμπορία 7 ότι, στην περίπτωση αυτή, η εξαίρεση αφορά εκείνα που αναφέρονται στο παράρτημα αυτό 7

ότι είναι σκόπιμο να περιορισθεί η εν λόγω εξαίρεση στα προϊόντα τα οποία κυκλοφορούν σήμερα στο εμπόριο 7 ότι τα κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή τον κατάλογο των προϊόντων τα οποία θεωρούν ότι ανταποκρίνονται, στο έδαφός τους, στα κριτήρια της εξαίρεσης 7

ότι η απόφαση 88/566/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 28ης Οκτωβρίου 1988, για την κατάρτιση του καταλόγου των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 του Συμβουλίου (3) περιέχει ήδη εξαιρέσεις όσον αφορά την ονομασία «βούτυρο» και πρέπει συνεπώς να ληφθεί αυτό υπόψη 7

ότι, στον κοινοτικό κατάλογο ο οποίος προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94, θα πρέπει να παραταθούν οι ονομασίες των εν λόγω προϊόντων αποκλειστικά και μόνον στην κοινοτική γλώσσα στην οποία είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν 7

ότι στις ονομασίες των τροφίμων τα οποία περιέχουν ως συστατικά τα προϊόντα όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 ή συμπυκνωμένα προϊόντα όπως αυτά προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση του ιδίου κανονισμού, μπορεί να αναφέρονται στις ετικέτες τους οι αντίστοιχες ονομασίες που αναφέρονται στο εν λόγω παράρτημα, εφόσον τηρούν τις διατάξεις της οδηγίας 79/112/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1978, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την επισήμανση και την παρουσίαση των τροφίμων, καθώς επίσης και τη διαφήμισή τους (4), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 97/4/ΕΚ (5), και συνεπώς δεν πρέπει να αναγραφούν στον κατάλογο των προαναφερθεισών εξαιρέσεων 7

ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις παρούσες τεχνικές συνθήκες, είναι αδύνατο να ικανοποιηθεί η απαίτηση της ένδειξης της περιεκτικότητας σε λιπαρές ουσίες δίχως κανένα περιθώριο ανοχής, δεδομένου ότι αυτό θα συνεπάγετο σημαντικές πρακτικές δυσκολίες 7 ότι είναι επομένως σκόπιμο να καθορισθούν ορισμένοι ειδικοί κανόνες για το λόγο αυτό 7

ότι τα σύνθετα προϊόντα σημαντικό συστατικό των οποίων αποτελεί το βούτυρο αναφέρονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94 και τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 και ότι είναι επομένως αναγκαίο να αντιμετωπίζονται σύμφωνα με μια συνεπή κατευθυντήρια γραμμή τηρώντας συγχρόνως την προσέγγιση η οποία υιοθετείται με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 7 ότι θα πρέπει, συνεπώς να προσδιορισθεί το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 παράγραφος 3 που αναφέρεται παραπάνω όσον αφορά τα σύνθετα προϊόντα των οποίων το βούτυρο αποτελεί σημαντικό μέρος προβλέποντας ένα αντικειμενικό κριτήριο προκειμένου να προσδιορισθεί εάν ένα σημαντικό μέρος του συνθέτου προϊόντος αποτελείται πράγματι από βούτυρο και επομένως εάν η ονομασία βούτυρο είναι δικαιολογημένη 7 ότι η ελάχιστη περιεκτικότητα σε γαλακτικές λιπαρές ουσίες της τάξεως του 75 % του τελικού προϊόντος φαίνεται ότι είναι το καταλληλότερο κριτήριο για το σκοπό αυτό 7

ότι, θα πρέπει, ωστόσο, να προβλεφθεί μία ειδική διαδικασία η οποία θα επιτρέψει στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή, να αξιολογούν κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων, αν είναι απαραίτητο, για τεχνικούς ή/και οργανοληπτικούς λόγους να μειώνεται για ένα προϊόν, σημαντικό συστατικό του οποίου είναι το βούτυρο, το ελάχιστο ποσοστό λιπαρών ουσιών του τελικού προϊόντος, κάτω του 75 %, και να δίδεται, ενδεχομένως, η άδεια της χρησιμοποίησης της ονομασίας «βούτυρο» 7

ότι η θέσπιση των λεπτομερειών εφαρμογής του άρθρου 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 για τα σύνθετα προϊόντα σημαντικό συστατικό των οποίων είναι το βούτυρο απαιτεί ορισμένες μεταβατικές διατάξεις προκειμένου να επιτραπεί στους συναλλασσομένους, εντός μιας ορισμένης προθεσμίας να προσαρμοστούν στους κανόνες αυτούς 7

ότι, από το άρθρο 2 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94, προκύπτει ότι οι ονομασίες πώλησης των προϊόντων οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα του εν λόγω κανονισμού θα αναφέρονται αποκλειστικά και μόνον στα προϊόντα που ανταποκρίνονται στα προβλεπόμενα στο παράρτημα του εν λόγω κανονισμού κριτήρια 7 ότι, κατά συνέπεια, η χρησιμοποίηση σημάτων που κάνουν χρήση των ονομασιών αυτών δύναται να συνεχισθεί μόνον για τα προϊόντα που ανταποκρίνονται σ' αυτά τα κριτήρια 7

ότι η πραγματικότης της αγοράς θα δείξει αν θα πρέπει στη συνέχεια να ληφθούν μέτρα σχετικά με τα σύνθετα προϊόντα, των οποίων το κύριο συστατικό είναι η μαργαρίνη ή οι σύνθετες λιπαρές ουσίες 7

ότι οι σχετικές επιτροπές διαχείρισης δεν διατύπωσαν γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός τους,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Ο κατάλογος που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο πρώτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 παρατίθεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

2. Οι ονομασίες που αναγράφονται στο παράρτημα της απόφασης 88/566/ΕΟΚ και οι οποίες περιέχουν τη λέξη «βούτυρο» σε μία κοινή γλώσσα δεν επηρεάζονται από τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 2

1. Η ένδειξη της περιεκτικότητας σε λιπαρές ουσίες που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 διέπεται από τους ακόλουθους κανόνες:

α) η μέση περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες δηλώνεται δίχως χρησιμοποίηση δεκαδικών 7

β) η περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες ενός μεμονωμένου δείγματος δεν μπορεί να διαφέρει μόνο ± 1 % από το δηλωθέν εκατοστιαίο ποσοστό 7

γ) σε κάθε περίπτωση, τα μεμονωμένα δείγματα πρέπει να παραμένουν εντός των ορίων τα οποία καθορίζονται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχεία α) και β), η περιεκτικότητα που δηλώνεται πρέπει να ανταποκρίνεται στην ελάχιστη περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες του προϊόντος, για τα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα μέρος Α1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2991/94.

3. Ο έλεγχος της τήρησης της παραγράφου 1, πραγματοποιείται σύμφωνα με μέθοδο που θα θεσπισθεί πριν την 1η Ιουλίου 1997.

Άρθρο 3

Ένα σύνθετο προϊόν, σημαντικό συστατικό του οποίου, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87, είναι το βούτυρο, μπορεί να χρησιμοποιήσει την ονομασία βούτυρο μόνον, εφόσον το τελικό προϊόν περιέχει 75 % γαλακτικών λιπαρών ουσιών και παρασκευάσθηκε αποκλειστικά και μόνον με βάση το βούτυρο κατά την έννοια του παραρτήματος μέρος Α1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 και του προστιθεμένου(-ων) συστατικού(-ων) που αναφέρεται στην ονομασία.

Άρθρο 4

1. Κάθε παρακευαστής μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του προκειμένου να του δοθεί η άδεια χρησιμοποίησης της ονομασίας «βούτυρο» για ένα σύνθετο προϊόν σημαντικό συστατικό του οποίου είναι το βούτυρο αλλά του οποίου η περιεκτικότητα σε γαλακτικές λιπαρές ουσίες δεν ανταποκρίνεται στο ελάχιστο που προβλέπεται στο άρθρο 3 για τεχνικούς ή/και οργανοληπτικούς λόγους.

Το κράτος μέλος εξετάζει την αίτηση και τη διαβιβάζει στην Επιτροπή, μαζί με τα έγγραφα στα οποία βασίζεται η απόφασή του, εφόσον θεωρεί ότι συντρέχουν λόγοι του πρώτου εδαφίου.

2. Κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν, εντός έξι μηνών από τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού, να απευθύνουν, με δική τους πρωτοβουλία, αιτιολογημένη αίτηση στην Επιτροπή, συνοδευομένη από τα έγγραφα στα οποία βασίζουν την γνώμη τους ότι συντρέχουν οι λόγοι της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο προκειμένου να λάβουν την άδεια που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο. Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί μόνον για τα προϊόντα που έχουν τεθεί σε εμπορία στο εν λόγω κράτος μέλος κατά την στιγμή της ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού.

3. Η Επιτροπή εξετάζει και αποφασίζει, το συντομότερο δυνατό, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68 του Συμβουλίου (6), σε ποιό βαθμό οι αιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές. Η Επιτροπή δύναται να λάβει κάθε χρήσιμο μέτρο προκειμένου να ενημερωθεί όσον αφορά όλες τις τεχνικές πλευρές της αίτησης. Η απόφαση της Επιτροπής περί χορηγήσεως αδείας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

4. Η άδεια η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 3 ισχύει για τα ίδια προϊόντα τα οποία έχουν παρασκευασθεί και από άλλους παρασκευαστές.

Άρθρο 5

Τα σύνθετα προϊόντα τα οποία χρησιμοποιούν την ονομασία «βούτυρο» με βάση το άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1898/87 τα οποία έχουν τεθεί σε εμπορία κατά τη στιγμή την οποία αρχίζει να ισχύει ο παρών κανονισμός και τα οποία δεν ανταποκρίνονται στις διατάξεις του άρθρου 3 και του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού, δύνανται να συνεχίσουν να κυκλοφορούν στο εμπόριο χρησιμοποιώντας την ονομασία «βούτυρο», για μια περίοδο δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 6

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Ωστόσο, το άρθρο 2 εφαρμόζεται συγχρόνως με τη μέθοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 1 Απριλίου 1997.

Για την Επιτροπή

Franz FISCHLER

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. L 316 της 9. 12. 1994, σ. 2.

(2) ΕΕ αριθ. L 182 της 3. 7. 1987, σ. 36.

(3) ΕΕ αριθ. L 310 της 16. 11. 1988, σ. 32.

(4) ΕΕ αριθ. L 33 της 8. 2. 1979, σ. 1.

(5) ΕΕ αριθ. L 43 της 14. 2. 1997, σ. 21.

(6) ΕΕ αριθ. L 148 της 28. 6. 1968, σ. 13.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Top