EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31997R0411

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 411/97 της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 1997 περί καθορισμού των λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα και ταμεία και την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση

ΕΕ L 62 της 4.3.1997, p. 9–15 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 01/04/2001; καταργήθηκε από 32001R0609 εκτός άρθ. 10

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1997/411/oj

31997R0411

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 411/97 της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 1997 περί καθορισμού των λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα και ταμεία και την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 062 της 04/03/1997 σ. 0009 - 0015


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 411/97 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 3ης Μαρτίου 1997 περί καθορισμού των λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα και ταμεία και την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως τα άρθρα 28 και 57,

Εκτιμώντας:

ότι το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 θεσπίζει καθεστώς χρηματοδοτικής ενίσχυσης η οποία χορηγείται στις οργανώσεις παραγωγών που συνιστούν επιχειρησιακό ταμείο το οποίο τροφοδοτείται και χρησιμοποιείται, στο πλαίσιο, ενός επιχειρηματικού προγράμματος, σύμφωνα με ορισμένους κανόνες και εντός ορισμένων ορίων 7 ότι το άρθρο 13 του προαναφερθέντος κανονισμού παρέχει στις υφιστάμενες οργανώσεις παραγωγών οι οποίες έχουν ανάγκη μια μεταβατική περίοδο για να αναγνωριστούν, την ίδια χρηματοδοτική ενίσχυση εφόσον αυτές πληρούν ορισμένους όρους και υλοποιούν σύμφωνα με ορισμένους κανόνες ένα σχέδιο δράσης 7 ότι το άρθρο 16 του εν λόγω κανονισμού προσδιορίζει ορισμένους κανόνες για την εφαρμογή των επιχειρησιακών προγραμμάτων 7 ότι θα πρέπει να καθορισθούν οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων αυτών 7

ότι θα πρέπει, για λόγους απλοποίησης, να εξομοιωθούν σε θέματα παρουσίασης και έγκρισης, τα επιχειρησιακά προγράμματα με τα σχέδια δράσης και να επεκταθεί η έννοια «οργάνωση παραγωγών» στις οργανώσεις παραγωγών που αναφέρονται στα άρθρα 11 και 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 7 ότι θα πρέπει, για να αποφευχθούν οι καταχρήσεις, να προσδιορισθεί η παραγωγή η οποία τίθεται σε εμπορία από μια οργάνωση παραγωγών έτσι ώστε να καλύπτεται κάθε παραγωγή η οποία διετέθη στο εμπόριο από την ίδια την οργάνωση ή με την έγκρισή της 7 ότι, προκειμένου να διευκολυνθεί η εκπόνηση επιχειρησιακών προγραμμάτων και ο καθορισμός των προβλεπομένων ποσών των επιχειρησιακών ταμείων από τις οργανώσεις παραγωγών υπό τους προβλέψιμους όρους, θα πρέπει να βασίζεται ο υπολογισμός των ανωτάτων ορίων της χρηματοδοτικής ενίσχυσης της Κοινότητας στην αξία της παραγωγής που διετέθη στο εμπόριο στη διάρκεια του έτους που προηγείται εκείνου στο οποίο αναφέρονται τα εν λόγω ανώτατα όρια 7

ότι θα πρέπει να καθορισθούν οι προθεσμίες υποβολής και έγκρισης των επιχειρησιακών προγραμμάτων λαμβάνοντας υπόψη τις αναγκαίες διοικητικές προθεσμίες καθώς και τις πληροφορίες και αναλήψεις υποχρεώσεων που θα πρέπει να εισαχθούν εκεί και τις δράσεις που θα πρέπει να αποκλεισθούν, για λόγους ορθής διαχείρισης 7 ότι θα πρέπει, δεδομένου ότι η διαχείριση των προγραμμάτων είναι ετήσια, να προσδιορισθεί ότι τα μη εγκριθέντα προγράμματα πριν μια ορισμένη ημερομηνία μεταφέρονται στον επόμενο χρόνο 7

ότι θα πρέπει να γίνουν αποδεκτές οι αποκλίσεις κατά την υλοποίηση των προγραμμάτων σε σχέση με τις προβλέψεις που αναφέρονται σε αυτά, εντός ορισμένων ορίων και υπό ορισμένους όρους, έτσι ώστε να αποφευχθεί η απομάκρυνση των εγκεκριμένων προγραμμάτων από τους στόχους τους 7 ότι θα πρέπει, επίσης, να καταρτισθεί ετήσια διαδικασία τροποποίησης των επιχειρησιακών προγραμμάτων για τον επόμενο χρόνο ούτως ώστε να προσαρμοσθούν εγκαίρως στις ενδεχομένως νέες συνθήκες, οι οποίες δεν είναι προβλέψιμες πάντα τη στιγμή της υποβολής των 7

ότι θα πρέπει να συμπληρωθεί η διαδικασία προσδιορισμού και κοινοποίησης των πληροφοριών των σχετικών με τα προβλεπόμενα ποσά επιχειρησιακού ταμείου και τα προβλεπόμενα ποσά κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, με ένα συμπληρωματικό στάδιο το οποίο συνίσταται στον προσδιορισμό από την Επιτροπή του προβλεπομένου ανωτάτου ορίου της χρηματοδοτικής ενίσχυσης, δεδομένου ότι πρόκειται για ένα στοιχείο προσανατολισμού για τις οργανώσεις παραγωγών όσον αφορά το οριστικό ανώτατο όριο το οποίο θα πρέπει να ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο του προαναφερθέντος κανονισμού 7

ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα σύστημα προκαταβολών το οποίο θα συνοδεύεται από τις δέουσες εγγυήσεις και να ορισθεί ότι οι προκαταβολές δεν δύνανται να υπερβούν το ελάχιστο επίπεδο χρηματοδοτικής ενίσχυσης για να αποφεύγονται οι συστηματικές ανακτήσεις των προκαταβολών 7 ότι οι εγγυήσεις που συνιστώνται θα πρέπει να απελευθερώνονται σύμφωνα με το ρυθμό της υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος έως το όριο του 80 % του ποσού των προκαταβολών, δεδομένου ότι το τελευταίο τμήμα κρατείται έως την εξόφληση του υπολοίπου της ενίσχυσης 7

ότι θα πρέπει να διευκρινίζονται τα στοιχεία τα οποία περιλαμβάνουν οι αιτήσεις ενίσχυσης 7 ότι, όσον αφορά την αξία της παραγωγής, θα πρέπει, για λόγους ενιαίας εφαρμογής, να διευκρινισθεί το εμπορικό στάδιο στο οποίο λαμβάνει χώρα η τελευταία αυτή 7 ότι είναι, επιπλέον, σκόπιμο να διευκρινισθεί ότι οι χρηματοδοτικές συμμετοχές των εταίρων της οργάνωσης παραγωγών βασίζονται στην παραγωγή η οποία διετέθη στο εμπόριο και η οποία χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης 7 ότι θα πρέπει, για να αποφευχθεί ο άχρηστος πολλαπλασιασμός των αιτήσεων τροποποίησης των επιχειρησιακών προγραμμάτων, λόγω τεχνικών καθυστερήσεων κατά την υλοποίησή των, να γίνει αποδεκτό ότι η ρευστοποίηση των προκαταβολών πραγματοποιείται στο τέλος του επιχειρησιακού προγράμματος, υπό τον όρο ότι, η ισόποση εισφορά της οργάνωσης παραγωγών διατηρείται στο επιχειρησιακό ταμείο 7

ότι θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι ο καθορισμός του ανωτάτου ορίου της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης εφαρμόζεται κατά τρόπο ενιαίο σε όλες τις αιτήσεις που υπερβαίνουν το 2 % και, από το 1999, το 2,5 %, της αξίας της παραγωγής, ενώ οι άλλες αιτήσεις οι οποίες τηρούν το ελάχιστο αυτό όριο το οποίο έχει καθορισθεί από το Συμβούλιο δεν θίγονται 7

ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερα σύντομες προθεσμίες για τη θέση σε εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ορισθούν ορισμένες μεταβατικές διατάξεις όσον αφορά κυρίως τις προθεσμίες υποβολής και έγκρισης των επιχειρησιακών προγραμμάτων 7 ότι είναι άλλωστε σκόπιμο, για την πρώτη εφαρμογή του νέου συστήματος, να βασισθεί ο υπολογισμός του ανωτάτου ορίου της ενίσχυσης στην αξία της παραγωγής η οποία ετέθη στο εμπόριο, στη διάρκεια μιας τριετούς περιόδου, προκειμένου να μη θιγούν οι οργανώσεις οι οποίες αντιμετώπισαν ένα χρόνο χαμηλής αξίας παραγωγή η οποία ετέθη στο εμπόριο 7

ότι είναι αναγκαίο να παρακολουθούνται οι δραστηριότητες των οργανώσεων παραγωγών και η αποτελεσματικότητα των ενεργειών των 7 ότι ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μέσω περιοδικών εκθέσεων και μιας μελέτης αξιολόγησης 7

ότι θα πρέπει να ορισθούν αυστηρές διαδικασίες ελέγχου και επιβολής αποτρεπτικών κυρώσεων, σε περίπτωση παραβάσεως, λαμβανομένου υπόψη του υψηλού βαθμού ευθύνης και πρωτοβουλίας που ανατίθενται στις οργανώσεις παραγωγών 7

ότι θα πρέπει να ορισθεί η προθεσμία διαβίβασης στην Επιτροπή του εθνικού ρυθμιστικού πλαισίου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 7 ότι, δεδομένου ότι η ημερομηνία αυτή είναι, για πρακτικούς λόγους, μεταγενέστερη της προθεσμίας έγκρισης από τα κράτη μέλη της πρώτης σειράς επιχειρησιακών προγραμμάτων, τα τελευταία αυτά θα εγκριθούν λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους οι οποίοι ορίζονται στο άρθρο 130Ρ της συνθήκης και του κοινοτικού προγράμματος πολιτικής και δράσης στον τομέα του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης 7

ότι τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης νωπών οπωροκηπευτικών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 1

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής οι οποίες καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό αφορούν την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση, τα επιχειρησιακά ταμεία και προγράμματα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, καθώς και τα σχέδια δράσης τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο α) του ίδιου κανονισμού.

Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού και, εφόσον δεν υπάρχουν αντίθετες ενδείξεις, τα σχέδια δράσης εξομοιούνται προς τα επιχειρησιακά προγράμματα.

Άρθρο 2

1. Οι οργανώσεις παραγωγών οι οποίες αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό είναι εκείνες οι οποίες αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 καθώς και εκείνες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 13 του ίδιου κανονισμού υπό τους όρους που αναφέρονται σ' αυτό.

2. Εφόσον οι ενώσεις οργανώσεων παραγωγών υποκαθιστούν τα μέλη τους κατά τη διαχείριση του επιχειρησιακού ταμείου, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, εξομοιούνται με τις οργανώσεις παραγωγών όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο οι διατάξεις οι σχετικές με τους ελέγχους και την επιβολή κυρώσεων εξακολουθούν να εφαρμόζονται και στις οργανώσεις παραγωγών που είναι μέλη των εν λόγω ενώσεων.

3. Οι οργανώσεις παραγωγών τυγχάνουν κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται στα άρθρα 15 και 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 καθώς και εκείνες οι οποίες θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

4. Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, με τον όρο «παραγωγή η οποία έχει διατεθεί στο εμπόριο» νοείται η παραγωγή των μελών μιας οργάνωσης παραγωγών η οποία διετέθη σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, για τα προϊόντα για τα οποία η οργάνωση των παραγωγών έχει αναγνωρισθεί.

5. Για την εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, τα ανώτατα όρια χρηματοδοτικής ενίσχυσης υπολογίζονται με βάση την αξία της παραγωγής, η οποία διετέθη στο εμπόριο, στη διάρκεια του έτους που προηγήθηκε εκείνου στο οποίο αναφέρονται τα εν λόγω ανώτατα όρια.

6. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συλλέξουν πληροφορίες σχετικές με την αξία της παραγωγής η οποία διετέθη στο εμπόριο, αφού η τελευταία αυτή επανέλθει στο στάδιο το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο α), κατά την έννοια της παραγράφου 5, των οργανώσεων παραγωγών και οι οποίοι δεν έχουν υποβάλει επιχειρησιακό πρόγραμμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Περί επιχειρησιακών ταμείων και προγραμμάτων

Άρθρο 3

Τα σχέδια επιχειρησιακών προγραμμάτων υπόκεινται για έγκριση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα της η οργάνωση παραγωγών, το αργότερο στις 15 Σεπτεμβρίου του έτους που προηγείται εκείνου της θέσης σε εφαρμογή του. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δύνανται να μεταθέσουν την ημερομηνία αυτή αργότερα.

Η ημερομηνία «15 Σεπτεμβρίου 1998» αποτελεί την τελευταία προθεσμία για την υποβολή σχεδίου δράσης πριν τη λήξη της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96.

Το πρόγραμμα εφαρμόζεται ανά ετήσιες περιόδους οι οποίες διαρκούν από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου.

Άρθρο 4

1. Το σχέδιο επιχειρησιακού προγράμματος πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, ή, στην περίπτωση σχεδίων δράσης, τα στοιχεία τα οποία δύνανται να διασφαλίσουν, στο τέλος του σχεδίου δράσης, την τήρηση των διατάξεων του άρθρου 11 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής ακόλουθα στοιχεία:

α) τη διάρκεια του προγράμματος 7

β) την περιγραφή της αρχικής καταστάσεως όσον αφορά κυρίως την παραγωγή, την εμπορία και τους εξοπλισμούς 7

γ) τους επιδιωκόμενους από το επιχειρησιακό πρόγραμμα στόχους λαμβάνοντας υπόψη τις προοπτικές της παραγωγής και της διάθεσής της στην αγορά 7

δ) τις προς λήψη ενέργειες και τα μέσα τα οποία πρέπει να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι για κάθε χρόνο εφαρμογής του προγράμματος 7

ε) τις δημοσιονομικές πλευρές: τρόπος υπολογισμού και επίπεδο των χρηματοδοτικών συμμετοχών 7 τις διαδικασίες διάθεσης πόρων στο επιχειρησιακό ταμείο το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), τον προϋπολογισμό και το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των ενεργειών για κάθε χρόνο εφαρμογής του προγράμματος.

2. Το σχέδιο επιχειρησιακού προγράμματος δεν πρέπει να αναφέρεται κυρίως:

α) σε διοικητικές και διαχειριστικές δαπάνες, με εξαίρεση εκείνες οι οποίες σχετίζονται με την υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος 7

β) στις ποσότητες που παράγονται από τα μέλη της οργάνωσης εκτός Κοινότητας 7

γ) στα συμπληρωματικά έσοδα ή συμπληρωματικές τιμές 7

δ) στις διαφημιστικές καμπάνιες μεμονωμένων εμπορικών σημάτων 7

ε) σε ενέργειες οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν συνθήκες στρέβλωσης του ανταγωνισμού στις άλλες οικονομικές δραστηριότητες της οργάνωσης παραγωγών 7 οι ενέργειες ή τα μέτρα που ωφελούν, άμεσα ή έμμεσα, άλλες οικονομικές δραστηριότητες της οργάνωσης παραγωγών χρηματοδοτούνται αναλόγως της χρήσης των από τους τομείς ή τα προϊόντα τα οποία έχουν αναγνωριστεί από την οργάνωση παραγωγών.

3. Το σχέδιο επιχειρησιακού προγράμματος είναι παραδεκτό μόνον εφόσον συνοδεύεται:

α) από γραπτή ανάληψη υποχρέωσης της οργάνωσης των παραγωγών ότι τηρούν τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 καθώς και του παρόντος κανονισμού και ότι απολαύουν, άμεσα ή έμμεσα, διπλής κοινοτικής ή εθνικής χρηματοδότησης για τα μέτρα ή/και τις ενέργειες οι οποίες τυγχάνουν ήδη κοινοτικής χρηματοδότησης, δυνάμει του παρόντος κανονισμού 7

β) από την απόδειξη της σύστασης του επιχειρησιακού ταμείου το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και, ιδίως, από την απόδειξη του ανοίγματος ενός τραπεζικού λογαριασμού σε έναν χρηματοδοτικό οργανισμό στο κράτος μέλος όπου η οργάνωση παραγωγών έχει την έδρα της, αποκλειστικός προορισμός του οποίου είναι όλες οι συναλλαγές οι οποίες σχετίζονται με την υλοποίηση του προγράμματος και τη διαχείριση του επιχειρησιακού ταμείου καθώς και τη χρηματοδότηση των αποσύρσεων από την αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96.

Άρθρο 5

1. Η αρμόδια εθνική αρχή αποφασίζει, όσον αφορά το σχέδιο προγράμματος, πριν τις 15 Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο της υποβάλλεται το σχέδιο.

2. Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει:

α) με κάθε χρήσιμο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και των επιτοπίων ελέγχων την ακρίβεια των πληροφοριών οι οποίες της παρέχονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) 7

β) το συμβιβάσιμο των στόχων του προγράμματος με τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 ή, στην περίπτωση των σχεδίων δράσης, το συμβιβάσιμο των στόχων του σχεδίου με τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού 7

γ) την οικονομική συνοχή, την άρτια τεχνική ποιότητα του σχεδίου, το καλώς έχειν των εκτιμήσεων και του σχεδίου χρηματοδότησης καθώς και του προγραμματισμού της εκτέλεσής του.

3. Η αρμόδια εθνική αρχή, αναλόγως της περιπτώσεως:

α) εγκρίνει το πρόγραμμα το οποίο ανταποκρίνεται στις διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 καθώς και σε εκείνες του παρόντος κεφαλαίου 7

β) ζητά τις τροποποιήσεις του σχεδίου. Η έγκριση δίδεται μόνον για ένα σχέδιο στο οποίο έχουν ενσωματωθεί οι απαιτούμενες τροποποιήσεις 7

γ) απορρίπτει το πρόγραμμα.

Η αρμόδια αρχή κοινοποιεί στην οργάνωση παραγωγών την απόφασή της.

4. Η θέση σε εφαρμογή ενός εγκεκριμένου επιχειρησιακού προγράμματος πριν τις 15 Δεκεμβρίου, αρχίζει την 1η Ιανουαρίου που ακολουθεί την έγκρισή του.

Η θέση σε εφαρμογή των σχεδίων προγραμμάτων για τα οποία έχει ληφθεί απόφαση έγκρισης μετά τις 15 Δεκεμβρίου, μετατίθεται κατά ένα χρόνο.

Άρθρο 6

1. Η οργάνωση παραγωγών έχει το δικαίωμα να υλοποιήσει εν μέρει μόνον το επιχειρησιακό της πρόγραμμα, σε περίπτωση απρόβλεπτων συνθηκών ή, προκειμένου να λάβει υπόψη το ανώτατο όριο της χρηματοδοτικής ενίσχυσης, το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5 7 στην περίπτωση αυτή, η συνέχιση του προγράμματος υπόκειται στον όρο της υποβολής αίτησης τροποποίησης του προγράμματος, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Η υπέρβαση των δαπανών που αναφέρονται στο εγκεκριμένο πρόγραμμα είναι δυνατή εντός του ορίου του 20 % για κάθε δράση, εφόσον δεν σημειώνεται υπέρβαση του προβλεπόμενου ποσού του επιχειρησιακού ταμείου το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 7 η συνέχιση του προγράμματος υπόκειται στον όρο ότι έχει υποβληθεί αίτηση τροποποιήσεως του προγράμματος, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου στην περίπτωση κατά την οποία το ποσό των υπερβάσεων είναι ανώτερο του 5 % των δαπανών τις οποίες προβλέπει το επιχειρησιακό πρόγραμμα.

2. Οι οργανώσεις παραγωγών δύνανται να ζητούν κάθε χρόνο, το αργότερο έως τις 15 Σεπτεμβρίου, τροποποιήσεις των επιχειρησιακών προγραμμάτων για τη θέση εφαρμογής τους πριν την 1η Ιανουαρίου που ακολουθεί. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δύνανται να μεταθέσουν την ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων.

Μία τροποποίηση δύναται να περιλαμβάνει την παράταση του επιχειρησιακού προγράμματος υπό τον όρο ότι, η συνολική διάρκεια του προγράμματος δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια. Στην περίπτωση των σχεδίων δράσεων οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, η διάρκεια αυτή αρχίζει να υπολογίζεται από τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού.

Οι αιτήσεις τροποποίησης συνοδεύονται από όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

Για κάθε αίτηση τροποποίησης του προγράμματος, η αρμόδια αρχή αποφασίζει πριν τις 15 Δεκεμβρίου, αφού εξετάσει τους λόγους που προβάλλονται και με βάση τα κριτήρια του άρθρου 5 παράγραφος 2. Κάθε αίτηση τροποποίησης για την οποία δεν έχει ληφθεί απόφαση, εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας, θεωρείται απορριπτέα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση

Άρθρο 7

1. Οι οργανώσεις παραγωγών οι οποίες θέτουν σε εφαρμογή επιχειρησιακό πρόγραμμα διαβιβάζουν στα κράτη μέλη, κάθε χρόνο, το αργότερο στις 15 Σεπτεμβρίου, ενδεχομένως, συγχρόνως με τα σχέδια επιχειρησιακών προγραμμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού ή τις αιτήσεις τροποποιήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, το προβλεπόμενο ποσό επιχειρησιακού ταμείου για τον επόμενο χρόνο, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96.

Ο υπολογισμός του προβλεπομένου ποσού του επιχειρησιακού ταμείου βασίζεται:

α) στα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και περιέχονται στο σχέδιο επιχειρησιακού προγράμματος καθώς και στις προβλέψεις δαπανών των αποσύρσεων που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 του προαναφερθέντος κανονισμού 7

β) στην εκτίμηση της αξίας της παραγωγής που διετέθη στο εμπόριο στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.

2. Τα κράτη μέλη καθορίζουν, κατά τη στιγμή της έγκρισης ενός σχεδίου προγράμματος, το προβλεπόμενο ποσό της χρηματοδοτικής ενίσχυσης το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, λαμβάνοντας υπόψη ένα ανώτατο όριο, της τάξεως του 4 % και από το 1999, του 4,5 % της αξίας της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο από την οργάνωση παραγωγών η οποία χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό του προβλεπομένου ποσού του επιχειρησιακού ταμείου. Ανακοινώνουν το ποσό αυτό στις οργανώσεις παραγωγών έως τις 15 Δεκεμβρίου, συγχρόνως με την κοινοποίηση της απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 ή εκείνης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96.

3. Έως τις 31 Ιανουαρίου του έτους για το οποίο καθορίσθηκε, σύμφωνα με την παράγραφο 1, το προβλεπόμενο ποσόν του επιχειρησιακού ταμείου, οι οργανώσεις παραγωγών ανακοινώνουν την προσαρμογή αυτού του ποσού προκειμένου να ληφθεί υπόψη το οριστικό ποσό της αξίας της παραγωγής η οποία διετέθη στο εμπόριο στη διάρκεια του περασμένου έτους.

Αμέσως μετά την ανακοίνωση αυτή προσαρμόζουν το προβλεπόμενο ποσό της χρηματοδοτικής ενίσχυσης, το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

4. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή, πριν τις 20 Φεβρουαρίου, ανακεφαλαιωτικό πίνακα των προβλεπομένων ποσών των επιχειρησιακών ταμείων, μετά την προσαρμογή τους στα νέα δεδομένα, υποδεικνύοντας χωριστά το οριστικό ποσό της αξίας της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο στη διάρκεια του περασμένου έτους, η οποία και αποτελεί τη βάση του υπολογισμού των ποσών αυτών, καθώς και έναν ανακεφαλαιωτικό πίνακα των προβλεπομένων ποσών των χρηματοδοτικών ενισχύσεων, μετά την προσαρμογή τους στα νέα δεδομένα, διακρίνοντας ανάμεσα στα ποσά που αφορούν ενίσχυση ανώτερη του 2 % και, αρχής γενομένης από το 1999, του 2,5 % της αξίας παραγωγής που έχει τεθεί σε εμπορία από την οργάνωση παραγωγών. Κοινοποιούν επίσης τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 6.

5. Η Επιτροπή καθορίζει ένα κατά πρόβλεψη ανώτατο όριο της χρηματοδοτικής ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 το οποίο κοινοποιεί στα κράτη μέλη προς ενημέρωσή τους.

Άρθρο 8

1. Οι οργανώσεις παραγωγών, κατόπιν αιτήσεώς των, δύνανται να επωφεληθούν του συστήματος προκαταβολών, όσον αφορά το μέρος του επιχειρησιακού ταμείου το οποίο προορίζεται για τη χρηματοδότηση του επιχειρησιακού προγράμματος.

Οι αιτήσεις προκαταβολών υποβάλλονται στη διάρκεια του Ιανουαρίου, Απριλίου, Ιουλίου και Οκτωβρίου. Αφορούν τις προβλέψιμες δαπάνες οι οποίες προκύπτουν από το επιχειρησιακό πρόγραμμα, για περίοδο τριών μηνών, η οποία αρχίζει από το μήνα της υποβολής της αίτησης προκαταβολής. Το συνολικό ποσό των προκαταβολών το οποίο καταβάλλεται κάθε χρόνο, δεν δύναται να υπερβεί το 2 % του οριστικού ποσού της αξίας της παραγωγής που διετέθη στο εμπόριο τον περασμένο χρόνο, αφού αφαιρεθούν οι προβλεπόμενες δαπάνες στο πλαίσιο των αποσύρσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α).

2. Η χορήγηση προκαταβολής υπόκειται στη σύσταση εγγύησης ίσης προς το 110 % του ποσού της.

Οι αιτήσεις ελευθέρωσης των εγγυήσεων δύνανται να υποβληθούν στη διάρκεια του έτους, συνοδευόμενες από τα δέοντα δικαιολογητικά. Οι εγγυήσεις ελευθερώνονται έως το 80 % του ποσού των προκαταβολών.

Αιτήσεις που αφορούν μέρος της χρηματοδοτικής ενίσχυσης, στο πλαίσιο των αποσύρσεων που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, δύνανται, ενδεχομένως, να υποβληθούν συγχρόνως με τις αιτήσεις ελευθέρωσης των εγγυήσεων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, συνοδευόμενες από τα δέοντα δικαιολογητικά. Κάθε αίτηση που αφορά μέρος της χρηματοδοτικής ενίσχυσης πρέπει να αναφέρεται, σωρευτικά με τις προηγούμενες αιτήσεις, στα ποσά και τις αντίστοιχες ποσότητες τηρώντας τους περιορισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο και στο άρθρο 23 παράγραφοι 3 και 4 του προαναφερομένου κανονισμού 7 από το έτος 2002, για την εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, η ανώτατη ποσότητα απόσυρσης που λαμβάνεται υπόψη στα πλαίσια του επιχειρησιακού ταμείου, καθορίζεται με βάση τις ποσότητες οι οποίες αποσύρθηκαν, χρηματοδοτήθηκαν από το ταμείο, στη διάρκεια των δύο προηγουμένων ετών. Για τα δύο πρώτα έτη εφαρμογής, η ανώτατη ποσότητα που αναφέρεται παραπάνω είναι ίση προς 13 %.

3. Η εγγύηση συστήνεται σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85 της Επιτροπής (2).

Η κύρια απαίτηση, κατά την έννοια του άρθρου 20 του εν λόγω κανονισμού, είναι η εκτέλεση των ενεργειών που αναφέρονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα, υπό τον όρο ότι, τηρούνται οι αναλήψεις υποχρεώσεων οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού.

Σε περίπτωση μη εκπλήρωσης της κύριας απαίτησης ή σε περίπτωση σοβαρών παρατυπιών όσον αφορά τις αναλήψεις υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο α), η εγγύηση καταπίπτει, με την επιφύλαξη επιβολής άλλων κυρώσεων οι οποίες αποφασίζονται, σύμφωνα με το άρθρο 48 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96.

Σε περίπτωση μη τήρησης άλλων απαιτήσεων, η εγγύηση καταπίπτει εν μέρει αναλόγως της σοβαρότητας της διαπιστωθείσας παρατυπίας.

Άρθρο 9

1. Οι αιτήσεις για χρηματοδοτική ενίσχυση ή την εξόφληση του υπολοίπου υποβάλλονται εφάπαξ, το αργότερο, στις 31 Ιανουαρίου του έτους που ακολουθεί εκείνο στο οποίο αναφέρονται οι αιτήσεις.

2. Οι αιτήσεις συνοδεύονται από δικαιολογητικά τα οποία πιστοποιούν:

α) τόν όγκο και την αξία της παραγωγής η οποία διετέθη στο εμπόριο, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφοι 4 και 5, αφού η τελευταία αυτή επανέλθει στο στάδιο «έξοδος από την οργάνωση παραγωγών», και ενδεχομένως, «συσκευασθέν ή προετοιμασθέν μη μεταποιηθέν προϊόν» 7

β) το ποσό των πραγματικών χρηματοδοτικών συνδρομών των εταίρων οι οποίες καταβλήθηκαν στο επιχειρησιακό ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, για την παραγωγή η οποία διετέθη στο εμπόριο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού 7

γ) τις δαπάνες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος 7

δ) το τμήμα του επιχειρησιακού ταμείου που προορίζεται για τις αποσύρσεις από την αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, και το επίπεδο των αντισταθμίσεων ή/και των συμπληρωματικών ποσών τα οποία κατεβλήθησαν στα μέλη καθώς και την τήρηση των ορίων αυτών, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο και στο άρθρο 23 παράγραφοι 3, 4 και 5 του προαναφερθέντος κανονισμού.

3. Οι προκαταβολές που κατεβλήθησαν για ενέργειες οι οποίες δεν υλοποιήθηκαν εντός των προβλεπομένων προθεσμιών από το πρόγραμμα, δεν αφαιρούνται από το υπόλοιπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, παρά μόνο κατά τον προσδιορισμό του τελευταίου υπολοίπου του σχετικού με το τελευταίο έτος εφαρμογής του εν λόγω προγράμματος, υπό τον όρο ότι, η ισόποση εισφορά της οργάνωσης παραγωγών διατηρείται στο επιχειρησιακό ταμείο.

Άρθρο 10

Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή, έως την 1η Μαρτίου, ανακεφαλαιωτικό πίνακα των χρηματοδοτικών ενισχύσεων που έχουν ζητηθεί από τις οργανώσεις παραγωγών, καθώς και την αξία της παραγωγής των που διετέθη στο εμπόριο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 5, διακρίνοντας ανάμεσα στις αιτήσεις που αφορούν ενίσχυση ανώτερη ή κατώτερη του 2 % και, από το 1999, του 2,5 % της αξίας της διατεθείσας στο εμπόριο παραγωγής της οργάνωσης παραγωγών. Κοινοποιούν επίσης τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 6.

Η Επιτροπή ορίζει, δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, έως την 1η Απριλίου, το ανώτατο όριο χρηματοδοτικής ενίσχυσης που ισχύει για τις αιτήσεις ενίσχυσης οι οποίες αφορούν ποσό το οποίο υπερβαίνει το 2 % και, από το 1999, το 2,5 % της αξίας της διατεθείσας στο εμπόριο παραγωγής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 11

Οι υλοποιήσεις του επιχειρησιακού προγράμματος και οι επιλέξιμες ενέργειες απόσυρσης μιας κοινοτικής χρηματοδότησης, στο πλαίσιο του επιχειρησιακού ταμείου, αποτελούν αντικείμενο ετησίων εκθέσεων οι οποίες συνοδεύουν τις αιτήσεις για χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης ή, αναλόγως της περιπτώσεως, την αίτηση εξόφλησής της. Αναφέρεται στις υλοποιήσεις του επιχειρησιακού προγράμματος, στη διάρκεια του προηγούμενου έτους καθώς και στις αποσύρσεις.

Μια τελική έκθεση αντικαθιστά την έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σχετικά με το τελευταίο έτος εφαρμογής του επιχειρησιακού προγράμματος.

Η τελική αυτή έκθεση συνοδεύεται από μελέτη αξιολόγησης του εκπονηθέντος επιχειρησιακού προγράμματος, με τη βοήθεια ενδεχομένως, ενός ειδικευμένου γραφείου. Οφείλει να ελέγχει την υλοποίηση των επιδιωκομένων στόχων του προγράμματος και, ενδεχομένως, να προτείνει τροποποιήσεις των ενεργειών ή/και των μέτρων που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εκπόνηση των επομένων επιχειρησιακών προγραμμάτων.

Άρθρο 12

1. Τα κράτη μέλη διενεργούν ελέγχους των οργανώσεων παραγωγών κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ο αποτελεσματικός έλεγχος της τήρησης των όρων για την χορήγηση των ενισχύσεων.

2. Οι έλεγχοι διενεργούνται ετησίως, τουλάχιστον, επί ενός σημαντικού δείγματος αιτήσεων. Το δείγμα αυτό πρέπει να εκπροσωπεί τουλάχιστον 10 % των οργανώσεων παραγωγών και 30 % του συνόλου της κοινοτικής ενίσχυσης.

Στην περίπτωση κατά την οποία, διαπιστωθούν κατά τους ελέγχους σημαντικές παρατυπίες σε μία περιφέρεια ή τμήμα περιφερείας, οι αρμόδιες αρχές διενεργούν συμληρωματικούς ελέγχους εντός του τρέχοντος έτους και αυξάνουν το εκατοστιαίο ποσοστό των προς έλεγχο αιτήσεων τον επόμενο χρόνο για την περιφέρεια αυτή ή μέρος της περιφέρειας.

3. Οι οργανώσεις παραγωγών οι οποίες αποτελούν αντικείμενο ελέγχων καθορίζονται από την αρμόδια αρχή κυρίως με βάση την ανάλυση και μελέτη των κινδύνων καθώς και ένα αντιπροσωπευτικό στοιχείο των ενισχύσεων. Κατά την ανάλυση των κινδύνων λαμβάνονται υπόψη:

α) τα ποσά των ενισχύσεων 7

β) η εξέλιξη των ετήσιων προγραμμάτων σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο 7

γ) οι διαπιστώσεις οι οποίες έγιναν κατά τους ελέγχους στη διάρκεια των προηγούμενων χρόνων 7

δ) άλλες παράμετροι, οι οποίες θα διευκρινισθούν από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 13

1. Ο δικαιούχος υποχρεούται να εξοφλήσει εις διπλούν τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά, προσαυξημένα με τους τόκους που υπολογίζονται για το χρονικό διάστημα ανάμεσα στην πληρωμή και την εξόφληση από το δικαιούχο, εάν σε περίπτωση ελέγχου ο οποίος διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 12, προκύπτει ότι:

α) η πραγματική αξία της παραγωγής η οποία διετέθη στο εμπόριο, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 4 και 5 είναι κατώτερη από το χρησιμοποιηθέν ποσόν για τον υπολογισμό της χρηματοδοτικής κοινοτικής ενίσχυσης ή

β) το επιχειρησιακό ταμείο τροφοδοτείται κατά τρόπο μη σύμφωνο με τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 ή, χρησιμοποιείται για άλλους σκοπούς από εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 του ίδιου κανονισμού ή

γ) το επιχειρησιακό πρόγραμμα εκτελέσθηκε κατά τρόπο μη σύμφωνο με τους όρους της έγκρισής του από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 6 του παρόντος κανονισμού.

Το επιτόκιο των τόκων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο είναι εκείνο που εφαρμόζεται από το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα για τις πράξεις του σε Ecu, και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σειρά C, κατά την ημερομηνία της αχρεωστήτως καταβληθείσας πληρωμής, επαυξημένο κατά τρεις εκατοστιαίες μονάδες.

2. Εφόσον η διαφορά ανάμεσα στην πράγματι καταβληθείσα ενίσχυση και την οφειλόμενη είναι ανώτερη από 20 % της οφειλόμενης ενίσχυσης, ο δικαιούχος υποχρεούται να καταβάλει το σύνολο της καταβληθείσας ενίσχυσης, προσαυξημένης με τους τόκους που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Τα ανακτηθέντα ποσά καθώς και οι τόκοι καταβάλλονται στον αρμόδιο οργανισμό πληρωμής και αφαιρούνται από τις δαπάνες που χρηματοδοτεί το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων.

4. Σε περίπτωση ψευδούς δήλωσης είτε εκ δόλου είτε εκ βαρείας αμέλειας, η ενδιαφερόμενη οργάνωση παραγωγών αποκλείεται από το ευεργέτημα της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης κατά το έτος που ακολουθεί εκείνο κατά το οποίο διαπιστώθηκε η ψευδής δήλωση.

5. Οι παράγραφοι 1 έως 4 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη και άλλων κυρώσεων οι οποίες αποφασίζονται σύμφωνα με το άρθρο 48 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96.

Άρθρο 14

Το εθνικό ρυθμιστικό πλαίσιο που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, διαβιβάζεται στην Επιτροπή, το αργότερο στις 15 Σεπτεμβρίου 1997.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο 15

1. Για το 1997, οι οργανώσεις παραγωγών οι οποίες υπέβαλαν αίτηση αναγνώρισης, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, καθώς και εκείνες οι οποίες αναγνωρίζονται, δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1035/72 του Συμβουλίου (3), δύνανται να υποβάλουν για έγκριση, έως τις 30 Ιουνίου 1997, σχέδιο επιχειρησιακού προγράμματος, η διάρκεια του οποίου δύναται να περιοριστεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998, εφόσον συνοδεύεται από την ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους της οργάνωσης παραγωγών να υποβάλουν ένα νέο επιχειρησιακό πρόγραμμα έως τις 15 Σεπτεμβρίου 1998. Το πρόγραμμα αυτό περιλαμβάνει ένδειξη του προβλεπόμενου ποσού του επιχειρησιακού ταμείου που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 και βασίζεται στο μέσο όρο της αξίας της παραγωγής η οποία διετέθη στο εμπόριο στη διάρκεια των ετών 1994, 1995 και 1996.

2. Η αρμόδια εθνική αρχή αποφασίζει σχετικά με τα σχέδια που υποβάλλονται εντός προθεσμίας τριών μηνών. Τα σχέδια που υποβάλλονται από τις οργανώσεις και τα οποία δεν εγκρίνονται, απορρίπτονται αυτοδικαίως.

3. Η αρμόδια εθνική αρχή κοινοποιεί στις οργανώσεις παραγωγών, συγχρόνως με την απόφασή της να εγκρίνει το σχέδιο, το προβλεπόμενο ποσό της χρηματοδοτικής ενίσχυσης για το 1997, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2.

4. Η κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 πραγματοποιείται πριν από τις 15 Σεπτεμβρίου 1997.

5. Για την εφαρμογή των άρθρων 9 και 10, το 1998, ελήφθη υπόψη ο μέσος όρος της αξίας της παραγωγής η οποία διετέθη στο εμπόριο στη διάρκεια των ετών 1994, 1995 και 1996.

6. Η θέση σε εφαρμογή των επιχειρησιακών προγραμμάτων μπορεί να αρχίσει αμέσως μετά την υποβολή τους, με ευθύνη των οργανώσεων παραγωγών.

Άρθρο 16

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Μαρτίου 1997.

Για την Επιτροπή

Franz FISCHLER

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. L 297 της 21. 11. 1996, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 205 της 3. 8. 1985, σ. 5.

(3) ΕΕ αριθ. L 118 της 20. 5. 1972, σ. 1.

Top