This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31995R2352
COMMISSION REGULATION (EC) No 2352/95 of 6 October 1995 imposing a provisional anti-dumping duty on imports of coumarin originating in the People' s Republic of China
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2352/95 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 6ης Οκτωβρίου 1995 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2352/95 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 6ης Οκτωβρίου 1995 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας
ΕΕ L 239 της 7.10.1995, p. 4–13
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
No longer in force, Date of end of validity: 09/04/1996
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2352/95 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 6ης Οκτωβρίου 1995 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 239 της 07/10/1995 σ. 0004 - 0013
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2352/95 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 6ης Οκτωβρίου 1995 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3283/94 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1994 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1251/95 (2), και ιδίως το άρθρο 23 του εν λόγω κανονισμού, τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 1988 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 522/94 (4), και ιδίως το άρθρο 11 του εν λόγω κανονισμού, μετά από διαβουλεύσεις με τη Συμβουλευτική Επιτροπή, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (1) Τον Φεβρουάριο του 1994 η Επιτροπή έλαβε καταγγελία υποβληθείσα από το European Chemical Industry Council (CEFIC) εξ ονόματος της Rhτne-Poulenc SA, η οποία είναι ο μοναδικός κοινοτικός παραγωγός κουμαρίνης. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με πρακτικές ντάμπινγκ επί του εν λόγω προϊόντος καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και με την εξ αυτών προκαλούμενη σημαντική ζημία 7 τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία κρίθηκαν ικανά να δικαιολογήσουν την κίνηση διαδικασίας. (2) Στη συνέχεια η Επιτροπή ανακοίνωσε με σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (5) την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, η οποία υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2932 21 00, και άρχισε σχετική έρευνα. (3) Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τους παραγωγούς/εξαγωγείς και τους εισαγωγείς που ήταν γνωστό ότι ενδιαφέρονται, τους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής και την καταγγέλλουσα πλευρά σχετικά με την κίνηση της διαδικασίας και παρέσχε στα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. (4) Οι περισσότεροι γνωστοί εισαγωγείς και ορισμένοι χρήστες γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους. Επίσης, ζήτησαν και έγιναν δεκτοί σε ακροάσεις. (5) Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγιο στα μέρη που ήταν γνωστό ότι ενδιαφέρονται και έλαβε λεπτομερή στοιχεία από τον καταγγέλλοντα κοινοτικό παραγωγό και από τους περισσότερους κοινοτικούς εισαγωγείς. Από τους 5 παραγωγούς/εξαγωγείς με τους οποίους ήρθε σε επαφή η Επιτροπή μόνο ένας, η Tianjin No 1 Perfumery, ανταποκρίθηκε στην αίτηση της Επιτροπής για παροχή πληροφοριών. Παρόλα αυτά, η απάντησή του ήταν σε μεγάλο βαθμό ατελής, ενώ ήταν αδύνατη η ανάγνωση πολλών σημείων της. (6) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που έκρινε αναγκαία προκειμένου να καταλήξει σε προσωρινό συμπέρασμα και διεξήγαγε έρευνες στις εγκαταστάσεις των παρακάτω εταιρειών: α) Κοινοτικός παραγωγός: - Rhτne-Poulenc SA, Courbevoie, France. β) Μη συνδεόμενοι κοινοτικοί εισαγωγείς: - Paul Kaders GmbH, Hamburg, Germany, - Adrian S.A., Marseille, France, - Irish Flavours and Fragrances Ltd, Drogheda, Ireland, - Moelhausen Trading srl, Milan, Italy, - International Flavours and Fragrances IFF (Nederland) BV Hilversum, The Netherlands, - Impex Quimica SA, Barcelona, Spain, - Amalgamated Metal Corporation Ltd, London, UK, - Fuerst Day Lawson Ltd, London, UK. (7) Επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής έχουν χρησιμοποιηθεί ως ανάλογη χώρα για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας (βλέπε τη 15η αιτιολογική σκέψη), η Επιτροπή διεξήγαγε έρευνα στις εγκαταστάσεις της Rhτne-Poulenc η οποία είναι ο παραγωγός κουμαρίνης στις Ηνωμένες Πολιτείες. (8) Η έρευνα σχετικά με το ντάμπινγκ κάλυψε το χρονικό διάστημα από την 1η Απριλίου 1993 μέχρι τις 31 Μαρτίου 1994 (στο εξής: «περίοδος έρευνας»). Β. ΥΠΟ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ 1. Περιγραφή του υπό εξέταση προϊόντος (9) Το υπό εξέταση προϊόν είναι η κουμαρίνη μια λευκωπή κρυσταλλική σκόνη, η οποία έχει τη χαρακτηριστική μυρωδιά φρεσκοθερισμένου άχυρου. Χρησιμοποιείται κυρίως ως χημικό συστατικό αρωμάτων και ως σταθεροποιητικό στην παρασκευή αρωματικών συνθέσεων, τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούνται για την παραγωγή απορρυπαντικών, καλλυντικών και εκλεκτών αρωμάτων. (10) Η κουμαρίνη, η οποία αρχικά ήταν φυσικό προϊόν προερχόμενο από τον καρπό της διπτέρυγος της ευόσμου (tonka bean), παράγεται πλέον συνθετικά. Είναι δυνατό να παραχθεί με συνθετική διεργασία, κατά την οποία χρησιμοποιείται φαινόλη για την παραγωγή σαλικυλαλδεΰδης (αντίδραση Perkin), ή με σύνθεση από ορθοκρεσόλη (αντίδραση Raschig). Το κύριο χημικό και φυσικό γνώρισμα που διαφοροποιεί τα διάφορα είδη κουμαρίνης μεταξύ τους είναι η καθαρότητά της, η οποία αποτελεί συνάρτηση του σημείου τήξεως. Η συνήθης ποιότητα της κουμαρίνης που αποτελεί αντικείμενο εμπορίας στην Ευρώπη έχει σημείο τήξεως που κυμαίνεται από 68 °C μέχρι 70 °C, το οποίο αντιστοιχεί σε καθαρότητα 99 %. 2. Ομοειδές προϊόν (11) Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η κουμαρίνη που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και ο παραγωγός από τις Ηνωμένες Πολιτείες (οι δύο αυτές εταιρείες συνδέονται μεταξύ τους) είναι συγκρίσιμη από την άποψη των βασικών φυσικών και χημικών χαρακτηριστικών, της εφαρμογής και της χρήσης της με την κουμαρίνη που παράγεται στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και εξάγεται στην Κοινότητα. Ειδικότερα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και ο παραγωγός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίοι χρησιμοποιούν την ίδια πρώτη ύλη και μέθοδο παραγωγής, παράγουν ένα είδος κουμαρίνης του οποίου η συμπεριφορά από την άποψη του σημείου τήξης παρουσιάζει στενή ομοιότητα με την κινεζική κουμαρίνη. Πράγματι, σε τιμολόγια που εκδίδονται σε σχέση με την πώληση κινεζικής κουμαρίνης δηλώνεται ότι το κατώτατο σημείο τήξης είναι οι 69 °C, ενώ η κουμαρίνη που παράγει η Rhτne-Poulenc έχει ένα σημείο τήξης μεταξύ των 68 και των 70 °C. Συνεπώς, επειδή το σημείο τήξης αποτελεί δείκτη καθαρότητας, είναι δυνατό να υποθέσει κανείς ότι η κινεζική κουμαρίνη είναι ανάλογης καθαρότητας με την κουμαρίνη που παράγει η Rhτne-Poulenc. Επιπλέον, η κινεζική κουμαρίνη χρησιμοποιείται για τους ίδιους σκοπούς όπως και η παραγόμενη από τη Rhτne-Poulenc, δηλαδή για την παρασκευή αρωματικών συνθέσεων. (12) Ορισμένοι εισαγωγείς και χρήστες κουμαρίνης υποστήριξαν ότι η κινεζική κουμαρίνη και εκείνη που παράγει η Rhτne-Poulenc δεν είναι δυνατό να θεωρηθούν ομοειδή προϊόντα. Ειδικότερα, επισήμαναν ότι η κινεζική κουμαρίνη παράγεται με τη χρήση σε αρχικό στάδιο διαφορετικής πρώτης ύλης, δηλαδή ορθοκρεσόλης αντί της φαινόλης, καθώς και διαφορετικής μεθόδου παραγωγής, δηλαδή της αντίδρασης Raschig αντί της αντίδρασης Perkin. Κατά συνέπεια, όπως διατείνονται, η κινεζική κουμαρίνη είναι κατώτερης ποιότητας από εκείνη που παράγει η Rhτne-Poulenc και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τόσες χρήσεις όσες η τελευταία. Επιπλέον, λόγω των ανεπαρκών ελέγχων της ποιότητας του προϊόντος στην Κίνα, η οσμή του, η οποία αποτελεί και τον σημαντικότερο παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη για τη χρήση του συγκεκριμένου προϊόντος, δεν είναι πάντα σταθερή, ακόμη και αν κανείς συγκρίνει μεταξύ τους ποσότητες παραχθείσες από τον ίδιο παραγωγό ή σε σύγκριση με το εκάστοτε δείγμα. Υποστηρίχθηκε ότι οι διαφορές αυτές καθιστούν σε ορισμένες περιπτώσεις το προϊόν ακατάλληλο για τον σκοπό για τον οποίο έχει αγορασθεί. Η Επιτροπή έχει αποφανθεί ότι τα δύο προϊόντα είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν και όντως χρησιμοποιούνται αδιακρίτως για τις περισσότερες εφαρμογές, με μοναδική εξαίρεση ορισμένους τύπους για την παρασκευή εκλεκτών αρωμάτων, για τους οποίους οι περισσότεροι χρήστες ενδιαφέρονται να χρησιμοποιήσουν την κουμαρίνη της Rhτne-Poulenc. Εντούτοις, η τελευταία αυτή χρήση αντιπροσωπεύει ένα ελάχιστο μόνο μέρος της συνολικής κατανάλωσης κουμαρίνης. Συνεπώς, τα δύο προϊόντα φαίνεται ότι μπορούν να υποκαστήσουν το ένα το άλλο σε σχεδόν απόλυτο βαθμό 7 η διαπίστωση αυτή αποδεικνύεται περαιτέρω από τη συστηματική αντικατάσταση της κουμαρίνης της Rhτne-Poulenc από την κινεζική κουμαρίνη στην κοινοτική παραγωγή αρωματικών συνθέσεων (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 27 και 35). Οι ποιοτικές διαφορές δεν έχουν συνέπειες για τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατό να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ των δύο προϊόντων σε σχέση με τη χρήση τους και την αντίληψη που έχουν γι' αυτά οι χρήστες, με μοναδική εξαίρεση τους τύπους που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή εκλεκτών αρωμάτων. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεώρησε ότι η κουμαρίνη που παράγει και πωλεί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι ομοειδές προϊόν σε σχέση με εκείνην που παράγεται στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και εισάγεται από τη χώρα αυτή, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 12 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 (στο εξής: «ο βασικός κανονισμός»). Γ. ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ (13) Η καταγγέλλουσα εταιρεία ήταν ο μοναδικός παραγωγός κουμαρίνης στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας. Συνεπώς, επειδή αντιπροσώπευε το σύνολο της κοινοτικής παραγωγής, η συγκεκριμένη εταιρεία θεωρείται ως ο «κλάδος παραγωγής της Κοινότητας» για τις ανάγκες της εφαρμογής του άρθρου 4 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού. Δ. ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ 1. Κανονική αξία (14) Προκειμένου να καθορίσει την κανονική αξία της κουμαρίνης που παράγεται στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας είναι μια χώρα χωρίς οικονομία αγοράς. Συνεπώς, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 2 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, ο προσδιορισμός της κανονικής αξίας έπρεπε να γίνει με βάση μία χώρα με οικονομία αγοράς (ανάλογο χώρα). Η καταγγέλλουσα υποστήριξε ότι ως ανάλογος χώρα για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Οι ενδιαφερόμενοι εισαγωγείς υποστήριξαν από την πλευρά τους πως η επιλογή των Ηνωμένων Πολιτειών δεν ήταν ενδεδειγμένη, επειδή στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει μόνο ένας παραγωγός κουμαρίνης, ο οποίος είναι εταιρεία συνδεόμενη με τη Rhτne-Poulenc SA. Για το λόγο αυτό ζήτησαν να επιλεγεί η Ινδία ως ανάλογος χώρα, λαμβανομένου υπόψη ότι η τεχνολογία παραγωγής που υπάρχει στην Ινδία και οι προδιαγραφές του ινδικού προϊόντος θα ήταν ανάλογες με αυτές που ισχύουν για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, ενώ επιπλέον στην Ινδία υφίσταται επαρκής εσωτερικός ανταγωνισμός. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκομίστηκαν κατά την έρευνα, η Ινδία, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Ιαπωνία είναι οι μόνες χώρες με οικονομία αγοράς εκτός της Κοινότητας στις οποίες παράγεται κουμαρίνη. Η Επιτροπή ζήτησε από τον μοναδικό γνωστό ινδό παραγωγό κουμαρίνης να συνεργασθεί στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας αντιντάμπινγκ, και του διαβιβάστηκε σχετικό ερωτηματολόγιο. Εντούτοις, ο εν λόγω παραγωγός αρνήθηκε να παράσχει τα στοιχεία που του ζητήθηκαν. Επίσης επιδιώχθηκε επαφή με τον μοναδικό γνωστό ιάπωνα παραγωγό, αλλά δεν υπήρξε αντίδραση εκ μέρους του. Συνεπώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η μόνη εναπομένουσα πιθανή χώρα με οικονομία αγοράς που θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη ως ανάλογος χώρα. (15) Ο παραγωγός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, δηλαδή η Rhτne-Poulenc Inc., χρησιμοποιεί την ίδια μέθοδο παραγωγής όπως και η Rhτne-Poulenc SA, η οποία στηρίζεται στη χρήση ως πρώτης ύλης φαινόλης με σκοπό την παραγωγή σαλικυλαλδεΰδης και, στη συνέχεια, κουμαρίνης. Η Rhτne-Poulenc SA στράφηκε από τη μέθοδο Raschig, την οποία εξακολουθούν να χρησιμοποιούν οι κινέζοι, στη μέθοδο Perkin πριν από 40 περίπου χρόνια, και τούτο λόγω της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας σε σχέση με το κόστος της μεθόδου Perkin. Πράγματι, για την παραγωγή μιας μονάδας κουμαρίνης απαιτείται μικρότερη ποσότητα φαινόλης αντί της ορθοκρεσόλης 7 πέραν αυτού, διαπιστώθηκε ότι κατά την υπό εξέταση περίοδο η τιμή της φαινόλης ήταν κατά κανόνα χαμηλότερη από την τιμή της ορθοκρεσόλης. Η φαινόλη και η ορθοκρεσόλη είναι και οι δύο πρώτες ύλες που μπορεί εύκολα να προμηθευτεί κανείς στη διεθνή αγορά, με αποτέλεσμα η πρόσβαση σε πρώτες ύλες να μορεί να θεωρηθεί συγκρίσιμη τόσο στην ανάλογο χώρα όσο και στην Κίνα. Επιπλέον, το γεγονός ότι η Rhτne-Poulenc Inc. ήταν εταιρεία συνδεόμενη με την καταγγέλλουσα δεν επηρέασε τον καθορισμό της κανονικής αξίας, διότι αυτός έγινε με βάση τις τιμές στις οποίες η κουμαρίνη επωλείτο από τη Rhτne-Poulenc στην αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών. Διαπιστώθηκε ότι, παρά την ύπαρξη μόνο ενός παραγωγού κουμαρίνης στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο ανταγωνισμός ήταν ιδιαίτερα απηνής, όπως αποδεικνύεται από τις μεγάλες ποσότητες των εισαγόμενων προϊόντων. Ειδικότερα, κατά την περίοδο έρευνας η Κίνα, η χώρα με τις σημαντικότερες εξαγωγές κουμαρίνης στις Ηνωμένες Πολιτείες, κατείχε σημαντικό μερίδιο της αγοράς των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ οι αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών διεξήγαγαν διαδικασία αντιντάμπινγκ σε σχέση με τις εισαγωγές αυτές. Τέλος, η παραγωγή και ο όγκος των εγχώριων πωλήσεων του παραγωγού από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ήταν, όπως απεδείχθη, αντιπροσωπευτικά σε μεγάλο βαθμό, διότι το μέγεθός τους ήταν συγκρίσιμο με εκείνο των κινεζικών εξαγωγών στην Κοινότητα. Η Επιτροπή επέλεξε κατά συνέπεια τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ανάλογο χώρα και υπολόγισε την κανονική αξία με βάση τα στοιχεία που διέθεσε ο παραγωγός από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τα οποία επαληθεύτηκαν μέσω επιτόπιας έρευνας. (16) Σε ό,τι αφορά το ζήτημα του καθορισμού της κανονικής αξίας με έναν καταλληλο και όχι στερούμενο λογικής τρόπο ως προς την επιλεγείσα ανάλογο χώρα, μια ομάδα ενδιαφερομένων εισαγωγέων επεσήμανε ότι το εργοστάσιο της Rhτne-Poulenc στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι σχεδιασμένο για την παραγωγή ευρέως φάσματος χημικών προϊόντων, αλλά κατά την περίοδο έρευνας παρήγετο σε αυτό αποκλειστικά κουμαρίνη. Ως εκ τούτου, η επίπτωση των πάγιων εξόδων ανά μονάδα στο κόστος παραγωγής θα ήταν υπερβολικά διογκωμένη. Ο διεξαχθείς έλεγχος κατέδειξε ότι το εργοστάσιο της Rhτne-Poulenc δεν είναι σχεδιασμένο για την παραγωγή ευρέως φάσματος προϊόντων, όπως έχει υποστηριχθεί. Επιπλέον, ο ισχυρισμός αυτός δεν έχει σημασία σε περιπτώσεις καθορισμού της κανονικής αξίας με βάση τις τιμές πώλησης. Παρόλα αυτά, διαπιστώθηκε ότι το κόστος παραγωγής ανά μονάδα αυξήθηκε σημαντικά μετά το 1992, έπειτα από την πτώση του ποσοστού χρησιμοποίησης ικανότητας σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, όσον αφορά τόσο τις εγκαταστάσεις παραγωγής κουμαρίνης, όσο και τις εγκαταστάσεις παραγωγής σαλικυλαλδεΰδης. Ασχέτως της αιτίας της πτώσης αυτής, η Επιτροπή για να καθορίσει την κανονική αξία, αποφάσισε να υπολογίσει το κόστος παραγωγής ανά μονάδα με βάση ένα επίπεδο παραγωγής αντίστοιχο εκείνου που χρησιμοποιεί η ίδια η εταιρεία για τον υπολογισμό του πάγιου κόστους. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι τιμές πώλησης στην εγχώρια αγορά επέτρεπαν την ολοσχερή κάλυψη των ευλόγως καταλογιστέων δαπανών, με αποτέλεσμα να γίνει δεκτό ότι οι τιμές των εγχώριων πωλήσεων διαμορφώνονταν υπό κανονικές συνθήκες εμπορίας. (17) Κατά συνέπεια και κατ' εφαρμογήν του άρθρου 2 παράγραφος 5 στοιχείο α) σημείο i) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση τη μέση τιμή εκ του εργοστασίου της κουμαρίνης που πωλήθηκε στην αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών κατά την περίοδο έρευνας. 2. Τιμές εξαγωγής (18) Η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε με βάση την τιμή που πράγματι πληρώθηκε για το προϊόν κατά την πώλησή του προς εξαγωγή από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας στην Κοινότητα. (19) Επειδή κανένας κινέζος εξαγωγέας κουμαρίνης δεν συνεργάστηκε, η τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε με βάση τα στοιχεία τα οποία διέθεσαν οι εισαγωγείς κινεζικής κουμαρίνης που συνεργάστηκαν. Για τις ανάγκες της εξαγωγής προσωρινού συμπεράσματος, οι εξαχθείσες ποσότητες κουμαρίνης καταγωγής Κίνας, οι οποίες όμως πωλήθηκαν μέσω εμπόρων που εδρεύουν στο Χονγκ Κονγκ, δεν έχουν ληφθεί υπόψη εξαιτίας του γεγονότος ότι η διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσεως και της τιμής πώλησης την οποία εφαρμόζουν οι έμποροι αυτοί δεν είναι γνωστή στην Επιτροπή, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η ανακατασκευή της τιμής εξαγωγής «ελεύθερο στο πλοίο» στην Κίνα, η οποία είναι αναγκαία για λόγους σύγκρισης. Κατά συνέπεια, προκειμένου να εξαχθεί προσωρινό συμπέρασμα, η τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε με βάση αποκλειστικά τις τιμές της κουμαρίνης που εξήχθη απευθείας από την Κίνα στην Κοινότητα 7 οι σχετικές ποσότητες αντιπροσώπευαν ποσοστό ανώτερο του 60 % των συνολικών εξαγωγών από την Κίνα στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας. 3. Σύγκριση (20) Η κανονική αξία συγκρίθηκε με τις τιμές εξαγωγής για κάθε συναλλαγή χωριστά σε επίπεδο «ελεύθερο στο πλοίο» και για το ίδιο στάδιο εμπορίας. Για να διασφαλισθεί η δίκαιη σύγκριση της κανονικής αξίας με τις τιμές εξαγωγής, η Επιτροπή έλαβε υπόψη, όπως προβλέπει το άρθρο 2 παράγραφοι 9 και 10 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, τις διαφορές οι οποίες επηρεάζουν τη συγκρισιμότητα των τιμών. (21) Επειδή οι κινεζικές εξαγωγές πωλούνταν κατά κύριο λόγο προς εισαγωγείς οι οποίοι ενεργούσαν ως έμποροι και προκειμένου να πραγματοποιηθεί η σύγκριση στο ίδιο στάδιο εμπορίας, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση τις τιμές πώλησης της Rhτne-Poulenc Inc. σε επίπεδο διανομέα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι τιμές εξαγωγής υπέστησαν αναπροσαρμογές, για να ληφθούν υπόψη τα έξοδα πώλησης. Τα έξοδα της θαλάσσιας μεταφοράς, καθώς και, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα ασφάλισης για τη μεταφορά αφαιρέθηκαν από τις τιμές εξαγωγής, και με τον τρόπο αυτό προέκυψαν οι τιμές «ελεύθερο στο πλοίο» στα σύνορα της Κίνας. Στην περίπτωση της κανονικής αξίας, πραγματοποιήθηκαν αναπροσαρμογές προκειμένου να ληφθούν υπόψη ορισμένες διαφορές των φυσικών χαρακτηριστικών (βλέπε αιτιολογική σκέψη 22 κατωτέρω) και των εξόδων πίστωσης. Δεν πραγματοποιήθηκε αναπροσαρμογή για να ληφθούν υπόψη τα έξοδα εσωτερικής μεταφοράς και τα έξοδα φόρτωσης, ούτως ώστε η κανονική αξία σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου» να έλθει στο επίπεδο «ελεύθερο στο πλοίο», και τούτο λόγω του ότι τα σχετικά έξοδα ήταν ασήμαντα. (22) Ορισμένοι εισαγωγείς και χρήστες ισχυρίστηκαν ότι έπρεπε να γίνουν κάποιες αναπροσαρμογές με βάση φυσικές διαφορές, προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα έξοδα για τον έλεγχο της ποιότητας που διενήργησαν έμποροι και τελικοί χρήστες, καθώς και τα έξοδα που ανέκυψαν σε σχέση με μη χρησιμοποιήσιμες ποσότητες που δεν ανταποκρίνονταν στο σχετικό δείγμα και που οι κινέζοι παραγωγοί αρνήθηκαν να πάρουν πίσω. Για να εξαχθεί προσωρινό συμπέρασμα, η Επιτροπή δεν έκανε δεκτό το ύψος των ζητούμενων αναπροσαρμογών για να ληφθούν υπόψη φυσικές διαφορές, είτε επειδή το σύνολο σχεδόν των προσκομισθέντων αποδεικτικών στοιχείων δεν μπορούσε να παραβληθεί με απόλυτη βεβαιότητα με τα έξοδα για τον έλεγχο ποιότητας, είτε επειδή δεν είχαν προσκομιστεί καν σχετικά αποδεικτικά στοιχεία. Η Επιτροπή έκρινε, ωστόσο, βάσιμο τον ισχυρισμό ότι έπρεπε να γίνει αναπροσαρμογή για να ληφθούν υπόψη φυσικές διαφορές, και τούτο εξαιτίας των ελαφρά περιορισμένων πιθανών εφαρμογών της κινεζικής κουμαρίνης σε σύγκριση με εκείνη που παράγουν η Rhτne-Poulenc SA και η Rhτne-Poulenc Inc. (βλέπε αιτιολογική σκέψη 12). Ελλείψει κάποιας άλλης εύλογης βάσης, η εν λόγω αναπροσαρμογή για τις ανάγκες του προκαταρκτικού προσδιορισμού έγινε με βάση τη διαφορά μεταξύ της εγχώριας τιμής πώλησης της Rhτne-Poulenc SA στην Κοινότητα και της τιμής εισαγωγής cif από την Κίνα στην Κοινότητα το 1988 μετά τον εκτελωνισμό. Το έτος 1988 κρίθηκε κατάλληλο επειδή από τα αποδεικτικά στοιχεία που είχε στη διάθεσή της η Επιτροπή προέκυπτε ότι οι κινέζοι εξαγωγείς δεν είχαν, τον καιρό εκείνο, αρχίσει να συμπεριφέρονται όσον αφορά τις τιμές με τον τρόπο που οδήγησε στην παρούσα έρευνα. Τούτο συνέβη το 1990, οπότε το μερίδιο αγοράς της κινεζικής κουμαρίνης σημείωσε αιφνίδια αύξηση σε σύγκριση με το 21,3 % που ήταν το μερίδιό της κατά το 1988. Πράγματι, μεταξύ του 1988 και του 1990 η τιμή εισαγωγής της κινεζικής κουμαρίνης μειώθηκε κατά 20 % και παρέμεινε σχεδόν σταθερή μέχρι το 1992. Μεταξύ του 1990 και του 1992 το μερίδιο αγοράς της κινεζικής κουμαρίνης σημείωσε περαιτέρω συναφείς ετήσιες αυξήσεις. Επομένως η διαφορά της τιμής το 1988 μπορεί, όπως απεδείχθη, να οδηγήσει σε αξιόπιστα συμπεράσματα γύρω από τη διαφορά της αγοραίας αξίας μεταξύ της κουμαρίνης της Rhτne-Poulenc SA και της κινεζικής κουμαρίνης. Επειδή η κουμαρίνη που παράγει η Rhτne-Poulenc Inc. είναι όμοια με εκείνην της Rhτne-Poulenc SA, η προκύψασα διαφορά της αγοραίας αξίας ισχύει επίσης προκειμένου για το προϊόν των Ηνωμένων Πολιτειών. Σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι, κατά γενική παραδοχή, η ποιότητα της κινεζικής κουμαρίνης έχει βελτιωθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, αλλά, επειδή εξακολουθεί να υπάρχει η άποψη ότι η ποιότητά της είναι υποδεέστερη σε σύγκριση με εκείνην της κουμαρίνης της Rhτne-Poulenc, έγινε δεκτή παρόλα αυτά μια αναπροσαρμογή. Συνεπώς, για τις ανάγκες της διατύπωσης προκαταρκτικού συμπεράσματος, η κανονική αξία αναπροσαρμόστηκε προς τα κάτω, με βάση το ποσό που αντιστοιχεί στην προαναφερθείσα διαφορά της τιμής. 4. Περιθώριο ντάμπινγκ (23) Η κανονική αξία, η οποία καθορίστηκε με τον προεκτεθέντα τρόπο, συγκρίθηκε με τις τιμές εξαγωγής για κάθε συναλλαγή χωριστά μετά από όλες τις αναπροσαρμογές. Από την προκαταρκτική εξέταση των πραγματικών δεδομένων προκύπτει ότι έχουν πραγματοποιηθεί με πρακτικές ντάμπινγκ εισαγωγές κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Ως προς τους κινέζους εξαγωγείς στο σύνολό τους έχει ορισθεί ενιαίο περιθώριο ντάμπινγκ, το οποίο είναι υψηλότερο από το 50 % της τιμής cif εισαγωγής στην Κοινότητα, πριν από τον εκτελωνισμό. Ε. ΖΗΜΙΑ 1. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις (24) Ορισμένοι εισαγωγείς υποστήριξαν σε σχέση με τον υπολογισμό του όγκου των εισαγωγών κουμαρίνης από την Κίνα και κατ' επέκταση τον υπολογισμό της κοινοτικής κατανάλωσης και των μεριδίων αγοράς ότι η κλάση ΣΟ ex 2932 21 00, στην οποία υπάγεται το υπό διερεύνηση προϊόν, περιλαμβάνει όχι μόνο την κουμαρίνη, αλλά και τη μεθυλική κουμαρίνη και αιθυλική κουμαρίνη, οι ιδιότητες και οι χημικοί τύποι των οποίων διαφέρουν από τις ιδιότητες και τους χημικούς τύπους της κουμαρίνης, ενώ συγχρόνως δεν υπάρχει δυνατότητα υποκατάστασης μεταξύ αυτών και της κουμαρίνης. Ισχυρίστηκαν ότι για τον λόγο αυτό τα συστατικά δεδομένα της Eurostat για τις εισαγωγές, τα οποία αντιστοιχούν στην παραπάνω κλάση και σύμφωνα με τα οποία για την περίοδο έρευνας κατεγράφησαν 331 τόνοι εισαγωγών από την Κίνα στην Κοινότητα, περιλαμβάνουν επίσης τις εισαγωγές μεθυλικής κουμαρίνης και αιθυλικής κουμαρίνης, με αποτέλεσμα ο προκύπτων όγκος εισαγωγών και το μερίδιο αγοράς της κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας να υπερτιμώνται. Με βάση τιμολόγια που προσεκόμισαν οι συνεργασθέντες εισαγωγείς προκύπτει ότι οι εισαγωγές κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας ανήλθαν στους 307 τόνους. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί στο 92,7 % των εισαγωγών που έχει καταγράψει η Eurostat για την κλάση ΣΟ ex 2932 21 00. Επειδή δεν συνεργάστηκαν όλοι οι εισαγωγείς κουμαρίνης, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι οι πραγματικές εισαγωγές δεν απέχουν πολύ από τους 331 τόνους. Επομένως, οι εισαγωγές μεθυλικής κουμαρίνης και αιθυλικής κουμαρίνης κατά την περίοδο έρευνας πρέπει να υπήρξαν ασήμαντες ή ακόμη και μηδαμινές. Ανάλογο είναι το συμπέρασμα που μπορεί να αντλήσει κανείς για τα έτη 1992 και 1993. Στις αρχές της υπό εξέταση περιόδου, δηλαδή το 1990, οι εισαγωγές κουμαρίνης που προκύπτουν με βάση τα στοιχεία τα οποία προσεκόμισαν οι συνεργασθέντες εισαγωγείς ανήλθαν στους 135 τόνους. Σε σύγκριση με τους 199 τόνους που προκύπτουν με βάση τα στοιχεία της Eurostat για το ίδιο έτος, η διαφορά είναι πολύ μεγαλύτερη. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί με το γεγονός ότι ορισένοι εισαγωγείς οι οποίοι δεν συνεργάστηκαν υπήρξαν ιδιαίτερα δραστήριοι το 1990. Κατά συνέπεια, εφόσον δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με εισαγωγές μεθυλικής κουμαρίνης και αιθυλικής κουμαρίνης κατά τα υπό εξέταση έτη, η Επιτροπή, για να καταλήξει σε προκαταρκτικό συμπέρασμα, αποφάσισε να θεωρήσει ότι τα στοιχεία που έχει καταγράψει η Eurostat για την κλάση ΣΟ ex 2932 21 00 αφορούν αποκλειστικά την κουμαρίνη και με βάση αυτά να εκτιμήσει την πορεία των εισαγωγών από την Κίνα και, κατ' επέκταση, την κατανάλωση και το μερίδιο αγοράς. Η επιλογή αυτή οδηγεί σε πιο συντηρητική εκτίμηση του ρυθμού αύξησης των υπόψη δεικτών σε σύγκριση με μία προσέγγιση η οποία θα στηριζόταν αποκλειστικά στα τιμολόγια των συνεργασθέντων εισαγωγέων. (25) Λόγω του γεγονότος ότι ο κλάδος παραγωγής της Κοινότητας συνίσταται σε μία μόνο εταιρεία και για λόγους εμπιστευτικότητας, στον παρόντα κανονισμό δεν παρατίθεται κάποιος απόλυτος αριθμός όσον αφορά τον κλάδο παραγωγής της Κοινότητας, ούτε άλλα αριθμητικά δεδομένα με βάση τα οποία θα ήταν δυνατός ο υπολογισμός στοιχείων εμπιστευτικού χαρακτήρα. 2. Φαινομενική κατανάλωση στην αγορά της Κοινότητας (26) Η φαινομενική κατανάλωση κουμαρίνης στην Κοινότητα έχει υπολογισθεί με βάση τις εγχώριες πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, στις οποίες έχουν προστεθεί οι εισαγωγές χωρίς τις επανεξαγωγές. Βάσει του υπολογισμού αυτού, η φαινομενική κατανάλωση κουμαρίνης μειώθηκε ελαφρά, συρρικνούμενη κατά λιγότερο από 10 % μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. Κατά την υπό εξέταση περίοδο η φαινομενική κατανάλωση παρουσίασε διακυμάνσεις, αυξανόμενη σημαντικά μεταξύ του 1990 και του 1991 και σημειώνοντας έντονη πτώση μεταξύ του 1991 και του 1992. Μεταξύ του 1992 και της περιόδου έρευνας διαπιστώνει κανείς αυξητικές τάσεις. 3. Όγκος και μερίδιο αγοράς των εισαγωγών καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (27) Οι εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ καταγωγής Κίνας αυξήθηκαν σταθερά από τους 199 τόνους το 1990 στους 331 τόνους κατά την περίοδο έρευνας 7 η ποσοστιαία αύξησή τους στο εν λόγω χρονικό διάστημα ήταν δηλαδή 66 %. (28) Εξαιτίας της συρρίκνωσης της κοινοτικής αγοράς κατά την υπό εξέταση περίοδο και της παράλληλης σταθερής αύξησης του όγκου των κινεζικών εισαγωγών, το μερίδιο αγοράς της κινεζικής κουμαρίνης σημείωσε ακόμη πιο εντυπωσιακή αύξηση από ό,τι ο όγκος των εισαγωγών. Πράγματι, αυξήθηκε σταθερά και υπερδιπλασιάστηκε μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. 4. Τιμή των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ (29) Βάσει των στοιχείων που παρέχονται στις απαντήσεις της Rhτne-Poulenc SA και των εισαγωγέων στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, διαπιστώθηκε ότι από το 1990 και μετά, δηλαδή από την αρχή της υπό εξέταση περιόδου, οι τιμές της κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας ήταν συστηματικά χαμηλότερες από τις τιμές που ίσχυαν για την κουμαρίνη του κοινοτικού παραγωγού. Όσον αφορά την περίοδο έρευνας, η απόκλιση των τιμών έχει υπολογισθεί ως η διαφορά μεταξύ των τιμών πώλησης της εισαγόμενης από την Κίνα κουμαρίνης για κάθε συναλλαγή χωριστά και του σταθμισμένου μέσου όρου της τιμής πώλησης του κοινοτικού παραγωγού στο ίδιο στάδιο εμπορίας, δηλαδή έναντι των χρηστών κουμαρίνης. Η διαφορά αυτή έχει εκφρασθεί ως ποσοστό της τιμής του κοινοτικού παραγωγού, και η τιμή που προέκυψε γι' αυτήν όσον αφορά την περίοδο έρευνας είναι 28,7 %. 5. Κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Κοινότητας α) Συνολική παραγωγή (30) Η παραγωγή κουμαρίνης εκ μέρους του κοινοτικού παραγωγού μειώθηκε κατά 56,3 % μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. Μία πρώτη σημαντική μείωση σημειώθηκε μεταξύ του 1990 και του 1992, οπότε το ύψος της παραγωγής μειώθηκε κατά το ήμισυ και πλέον. Η παραγωγή αυξήθηκε ελαφρά το 1993, αλλά μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας κατεγράφη μια περαιτέρω μείωση κατά 10 %. β) Ικανότητα παραγωγής και χρησιμοποίησή της (31) Η ικανότητα παραγωγής υπολογίστηκε με βάση τη μέγιστη μηνιαία παραγωγή των τελευταίων δέκα ετών πολλαπλασιαζόμενη επί 11 εργάσιμους μήνες. Βάσει του υπολογισμού αυτού, η ικανότητα παραγωγής παρέμεινε σταθερή κατά την εξέταση περίοδο. Εντούτοις, η χρησιμοποίηση της ικανότητας παραγωγής μειώθηκε κατά 56 % μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. γ) Όγκος πωλήσεων (32) Οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκαν κατά το ήμισυ και πλέον μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. δ) Απασχόληση (33) Ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολούνται στην παραγωγή κουμαρίνης μειώθηκε κατά 50 % και πλέον κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, κατ' αντιστοιχία προς τον συρρικνούμενο όγκο παραγωγής. ε) Αποθέματα (34) Κατά την υπό εξέταση περίοδο τα αποθέματα περιορίστηκαν σε όγκο, με αποτέλεσμα να διατηρηθεί σχετικά σταθερή η αναλογία του προς τον συνολικό όγκο των πωλήσεων. στ) Μερίδιο αγοράς του κλάδου παραγωγής της Κοινότητας (35) Το μερίδιο αγοράς του κλάδου παραγωγής της Κοινότητας μειώθηκε κατά το ήμισυ και πλέον μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. ζ) Πορεία των καθαρών τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής (36) Οι τιμές πώλησης του κοινοτικού παραγωγού στην αγορά της Κοινότητας σημείωσαν ελαφρά αύξηση της τάξεως του 9 % μεταξύ του 1990 και του 1992, ενώ στη συνέχεια μειώθηκαν σταδιακά, με αποτέλεσμα κατά την περίοδο έρευνας να κατέλθουν ξανά στο επίπεδο των τιμών του 1990. η) Αποδοτικότητα (37) Η απότομη μείωση της παραγωγής εκ μέρους του κοινοτικού παραγωγού συνεπεία της συρρίκνωσης των πωλήσεων στην Κοινότητα είχε αρνητικό αντίκτυπο στην αποδοτικότητα του κλάδου παραγωγής κουμαρίνης. Ο κοινοτικός παραγωγός προσπάθησε να διατηρήσει τις τιμές του στο επίπεδο του 1990, τη στιγμή που το αντίστοιχο κόστος ανά μονάδα αυξήθηκε κατά 20 % περίπου, εξαιτίας κυρίως της μείωσης της αναλογίας ικανότητας/χρησιμοποίησης ικανότητας. Κατά συνέπεια, μολονότι ο κλάδος παραγωγής κουμαρίνης εξακολουθούσε να είναι κερδοφόρος μέχρι το 1991, αυξανόμενες απώλειες κατεγράφησαν από το 1992 και μέχρι την περίοδο έρευνας, οπότε έφθασαν σε επίπεδο μεταξύ του 5 και 10 % του κύκλου εργασιών. 6. Συμπέρασμα για τη ζημία (38) Σε μια ήδη συρρικνούμενη αγορά, ο κοινοτικός παραγωγός υπέστη δραματική διάβρωση του μεριδίου αγοράς του. Προσπάθησε να ανταπεξέλθει στην κατάσταση αυτή με μία περιορισμένη μείωση της τιμής πώλησης που εφάρμοζε, η οποία κατήλθε σε ένα επίπεδο που εξακολουθούσε να του επιτρέπει, αν μη τι άλλο, την κάλυψη των εξόδων λειτουργίας του. Παρόλα αυτά, η απότομη συρρίκνωση του όγκου πωλήσεων επηρέασε σοβαρά το επίπεδο της χρησιμοποίησης ικανότητας και προκάλεσε σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής ανά μονάδα. Κατά συνέπεια, ο κοινοτικός παραγωγός άρχισε να καταγράφει απώλειες από το 1992 και μετά. Με βάση τα εκτεθέντα, έχει εξαχθεί το προσωρινό συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88. ΣΤ. ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ 1. Συνέπεια των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ (39) Μια σαφής και αντιστρόφως ανάλογη σχέση είναι δυνατό να παρατηρηθεί μεταξύ της πορείας των εγχώριων πωλήσεων του κοινοτικού παραγωγού και της πορείας των εισαγωγών καταγωγής Κίνας κατά το υπό εξέταση χρονικό διάστημα. Ενώ οι πωλήσεις του κοινοτικού παραγωγού στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκαν κατά 58,5 %, οι εισαγωγές από την Κίνα αυξήθηκαν κατά 60 % μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. Επιπλέον, η αποδοτικότητα της παραγωγής κουμαρίνης, η οποία το 1990 εξακολουθούσε να είναι σχετικά ικανοποιητική για τον κοινοτικό παραγωγό, χειροτέρευσε σταδιακά, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε αρνητική από το 1992 και μετά. Η αρνητική αυτή χρηματοοικονομική εξέλιξη συνέπεσε με μια πολιτική πραγματοποίησης πωλήσεων σε χαμηλότερες τιμές, την οποία άρχισαν να εφαρμόζουν οι κινέζοι εξαγωγείς το 1990 και η οποία εντεινόταν από χρόνο σε χρόνο μέχρι την περίοδο έρευνας, οπότε το περιθώριο πραγματοποίησης πωλήσεων σε χαμηλότερες τιμές έφθασε στο επίπεδο του 28,7 %. Ειδικότερα, σοβαρές απώλειες κατεγράφησαν κατά την περίοδο έρευνας, οπότε οι εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ από την Κίνα ανήλθαν στο υψηλότερό τους επίπεδο από την άποψη του όγκου, του μεριδίου αγοράς και της απόκλισης των τιμών. Ο κοινοτικός παραγωγός προσπάθησε να διατηρήσει σταθερές τις τιμές του, τη στιγμή που ήταν αναγκασμένος να αντιμετωπίζει αυξανόμενα έξοδα ανά μονάδα, λόγω των αυστηρότερων απαιτήσεων των κανόνων περιβαλλοντικής προστασίας τους οποίους έπρεπε υποχρεωτικά να εφαρμόζει, αλλά πρωτίστως λόγω του ότι τα πάγια έξοδα έπρεπε να κατανέμονται σε έναν ολοένα συρρικνούμενο όγκο παραγωγής, ως αποτέλεσμα των επιπτώσεων των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ στην αγορά της Κοινότητας. Κατά συνέπεια, εξαιτίας της πίεσης που ασκούσαν οι ολοένα φθηνότερες εισαγωγές, ο όγκος των οποίων αυξανόταν σταθερά και για τις οποίες απεδείχθη ότι πραγματοποιούνταν με εκτεταμένες πρακτικές ντάμπινγκ κατά την περίοδο έρευνας, το νεκρό σημείο εκμετάλλευσης ξεπεράστηκε από τον κοινοτικό παραγωγό το 1992, οπότε άρχισε να καταγράφει απώλειες, οι οποίες επιδεινώθηκαν κατά την περίοδο έρευνας. Η Επιτροπή θεωρεί ως εκ τούτου ότι υπάρχει αδιαμφισβήτητη αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημιογόνου καταστάσεως που έχει υποστεί ο κλάδος παραγωγής της Κοινότητας και των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. ν αποκλειστικά στα τιμολόγια των συνεργασθέντων εισαγωγέων. ν αποκλειστικά στα τιμολόγια των συνεργασθέντων εισαγωγέων. 2. Λοιποί παράγοντες (40) Η Επιτροπή εξέτασε επίσης κατά πόσον η ζημία που υπέστη ο κλάδος παραγωγής της Κοινότητας ενδέχεται να έχει προκληθεί από άλλους παράγοντες πλην των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ. Ειδικότερα, εξετάστηκαν η εξέλιξη της κατανάλωσης στην Κοινότητα, η εξέλιξη των εξαγωγών προς τρίτες χώρες και οι συνέπειες των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες πλην της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. (41) Όπως εξηγείται στο σημείο 26 του αιτιολογικού, η κοινοτική κατανάλωση παρουσίασε διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, αλλά μειώθηκε κατά ποσοστό μικρότερο του 10 % στο σύνολο της περιόδου αυτής. Παρόλα αυτά, μεταξύ του 1992 και της περιόδου έρευνας, οπότε η παραγωγή κουμαρίνης κατέστη ολοένα και πιο ζημιογόνος, η κοινοτική κατανάλωση ανέκαμψε εκ νέου σε κάποιο βαθμό. Ως εκ τούτου, η αρνητική, συνολικά, πορεία της ζήτησης συνετέλεσε οριακά και μόνο στη ζημία την οποία υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. (42) Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής προς τρίτες χώρες, έχει παρατηρηθεί μία μείωση τους κατά 40,1 % μεταξύ του 1990 και του 1992 7 η μείωση αυτή είναι αισθητά μικρότερη από τη μείωση των ενδοκοινοτικών πωλήσεων του κλάδου, τόσο σε ποσοστό, όσο και, κυρίως, σε απόλυτα μεγέθη. Πάντως, οι εξαγωγές σημείωσαν πράγματι αύξηση κατά 6 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας, δηλαδή κατά τα έτη στα οποία ο κλάδος παραγωγής κουμαρίνης κατέστη ολοένα και πιο ζημιογόνος. Παρόλα αυτά, αν λάβει κανείς υπόψη το σύνολο της υπό διερεύνηση περιόδου, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 38,7 %, ενώ την ίδια στιγμή οι ενδοκοινοτικές πωλήσεις συρρικνώθηκαν κατά 50 % και πλέον, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 32. Κατά συνέπεια, η μείωση των εξαγωγών έχει επίσης επηρεάσει αρνητικά το ύψος της παραγωγής του κοινοτικού κλάδου και κατ' επέκταση συνέτεινε στην αρνητική χρηματοοικονομική του κατάσταση. (43) Η Επιτροπή εξέταση επίσης την εξέλιξη των εισαγωγών καταγωγής άλλων τρίτων χωρών πλην της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Επί του προκειμένου, διαπιστώθηκε ότι το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τις χώρες αυτές συνολικά αυξήθηκε κατά 160 % μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. Ο όγκος των εισαγωγών απο καθεμιά από αυτές τις χώρες ξεχωριστά εξετάστηκε, και δεν στάθηκε δυνατή η εξακρίβωση κάποιας σαφούς τάσης. Η Ρωσία και η Ιαπωνία ήταν οι κύριοι εξαγωγείς μετά την Κίνα, αλλά οι ποσότητες που εξήγαν ήταν σαφώς μικρότερες από τις αντίστοιχες της Κίνας. Οι εξαγωγές τους στην Κοινότητα αντιστοιχούσαν σε ποσοστό κατώτερο του 4 % της αγοράς. Επί του προκειμένου, έχει παρατηρηθεί ότι κατά την περίοδο έρευνας οι χώρες αυτές εξήγαν κουμαρίνη σε τιμές ελαφρά χαμηλότερες από τις τιμές της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Παρόλα αυτά, ακόμη και αν οι δύο προαναφερθείσες χώρες συνέτειναν στη ζημία την οποία υπέστη ο κλάδος παραγωγής της Κοινότητας, η συμβολή τους αυτή παραμένει απλώς οριακή, αν ληφθεί υπόψη ο περιορισμένος όγκος των εξαγωγών τους συγκριτικά με τον όγκο εξαγωγών της Κίνας. (44) Ορισμένοι εισαγωγείς υποστήριξαν ότι η αναποτελεσματικότητα της ίδιας της Rhτne-Poulenc SA ήταν η αιτία της ζημίας που υπέστη η εν λόγω εταιρεία. Αναφέρθηκαν, ειδικότερα, στη σταθερή αύξηση του κόστους παραγωγής ανά μονάδα της κουμαρίνης της Rhτne-Poulenc SA κατά το υπό εξέταση χρονικό διάστημα και ιδίως στην αύξηση των γενικών εξόδων ανά μονάδα, τα οποία υπερδιπλασιάστηκαν μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας. Η Επιτροπή εξέτασε το επιχείρημα αυτό και διαπίστωσε ότι η αύξηση των γενικών εξόδων ανά μονάδα συνέβη εξαιτίας του γεγονότος ότι τα έξοδα αυτής της κατηγορίας, όντας εξ αυτής τούτης της φύσεώς τους πάγια έξοδα, έπρεπε να κατανέμονται σε έναν ολοένα συρρικνούμενο όγκο παραγωγής, ο οποίος μειώθηκε κατά 56,3 % μεταξύ του 1990 και της περιόδου έρευνας, εξαιτίας κυρίως των κινεζικών εξαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ. Εντούτοις, η Rhτne-Poulenc SA κατέβαλε αξιόλογες προσπάθειες για τον περιορισμό του κόστους παραγωγής ανά μονάδα, προβαίνοντας σε μείωση του αμέσως απασχολούμενου προσωπικού μέσω προγράμματος απολύσεων και βελτιώνοντας την απόδοση της μονάδας παραγωγής, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των δαπανών για πρώτες ύλες. Επομένως, το επιχείρημα περί δήθεν αναποτελεσματικότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι απορριπτέο. (45) Οι εισαγωγείς ισχυρίστηκαν επίσης ότι η Rhτne-Poulenc SA ήταν η ίδια υπεύθυνη για τη ζημία που υπέστη λόγω της τιμολογιακής της πολιτικής. Αναφέρθηκαν, ειδικότερα, στην κατά 9,3 % αύξηση της τιμής πώλησης που η Rhτne-Poulenc SA εφάρμοσε μεταξύ του 1990 και του 1992. Επί του προκειμένου, η Επιτροπή επισημαίνει ότι είναι φυσιολογική εμπορική συμπεριφορά να προσπαθεί μια εταιρεία να καλύψει το κόστος παραγωγής μέσω της τιμής πώλησης, και τέτοια ήταν η πολιτική της Rhτne-Poulenc SA όσον αφορά τη δραστηριότητά της στον τομέα της παραγωγής κουμαρίνης, η αποδοτικότητα του οποίου χειροτέρευσε παρόλα αυτά από το 1990, μέχρι του σημείου να καταστεί αρνητική το 1992. Ακολούθως, η Rhτne-Poulenc SA προέβη σε μείωση κατά το ίδιο ποσό των τιμών πώλησης που εφάρμοζε κατά τα επόμενα έτη, και τούτο υπό την πίεση των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ από την Κίνα, των οποίων οι τιμές μειώθηκαν κατά 10 % και πλέον μεταξύ του 1992 και της περιόδου έρευνας. (46) Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, παρά το γεγονός ότι άλλοι παράγοντες ενδέχεται να έχουν επηρεάσει αρνητικά τον κλάδο παραγωγής της Κοινότητας, οι εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, εξεταζόμενες μεμονωμένα, προξένησαν σημαντική ζημία στον κλάδο παραγωγής της Κοινότητας, λόγω της συνεχούς διάβρωσης του μεριδίου αγοράς του κλάδου αυτού και της πτωτικής πίεσης που άσκησαν στις τιμές. Ζ. ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ 1. Γενικές διαπιστώσεις (47) Σκοπός των μέτρων αντιντάμπινγκ είναι η εξάλειψη των στρεβλώσεων που προκαλούν στο εμπόριο οι ζημιογόνες πρακτικές ντάμπινγκ και η αποκατάσταση συνθηκών ουσιαστικού ανταγωνισμού στην αγορά της Κοινότητας, πράγμα το οποίο έγκειται ούτως ή άλλως στο συμφέρον της Κοινότητας. Βάσει αυτού του σκεπτικού, η Επιτροπή εξέτασε τις συνέπειες που θα είχε η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ επί της κουμαρίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας σε συνάρτηση με τα επιμέρους συμφέροντα του κλάδου παραγωγής της Κοινότητας και των χρηστών. 2. Συμφέρον του κλάδου παραγωγής της Κοινότητας (48) Λαμβανομένων υπόψη των επανειλημμένων και αυξανόμενων χρηματοοικονομικών απωλειών που έχει υποστεί ο κλάδος παραγωγής της Κοινότητας στον τομέα της παραγωγής κουμαρίνης εξαιτίας των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος οριστικής διακοπής της λειτουργίας της μονάδας παραγωγής κουμαρίνης, η οποία ήδη υπολειτουργεί σε πολύ μεγάλο βαθμό, σε περίπτωση που δεν ληφθούν μέτρα. Στην περίπτωση αυτή, η απώλεια θέσεων απασχόλησης δεν θα περιοριζόταν στους ανθρώπους που εξακολουθούν να απασχολούνται άμεσα στην παραγωγή κουμαρίνης, αλλά θα αφορούσε επίσης έναν μεγαλύτερο αριθμό ατόμων τα οποία απασχολούνται στην παραγωγή των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την κουμαρίνη, καθώς και σε άλλες συναφείς παραγωγικές διαδικασίες. Οι διαδικασίες αυτές διατρέχουν τον κίνδυνο να καταστούν μη ανταγωνιστικές σε περίπτωση που αναγκασθούν να επωμισθούν όλα τα πάγια έξοδα τα οποία προηγουμένως ήταν δυνατό να επιβαρύνουν εν μέρει την κουμαρίνη. 3. Συμφέρον των χρηστών (49) Η Επιτροπή εξέτασε τις πιθανές συνέπειες που θα είχε για τις τιμές των αρωματικών συνθέσεων μια αύξηση της τιμής της κουμαρίνης συνεπεία της επιβολής του δασμού αντιντάμπινγκ. Επί του προκειμένου, η κουμαρίνη είναι μία μόνο από τις πολλές αρωματικές ουσίες που απαρτίζουν μία αρωματική σύνθεση. Κατά την έρευνα διαπιστώθηκε ότι, προκειμένου για τους εισαγωγείς που κατεργάζονται οι ίδιοι την κουμαρίνη, η περιεκτικότητα των αρωματικών συνθέσεων σε κουμαρίνη δεν υπερβαίνει τις λίγες ποσοστιαίες μονάδες και ότι φθάνει ή ξεπερνά το 10 % μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις. Συνεπώς, η επίπτωση του κόστους της κουμαρίνης σε σχέση με το κόστος παραγωγής μιας αρωματικής συνθέσεως δεν υπερβαίνει τις λίγες ποσοστιαίες μονάδες κατά μέγιστο. Ως εκ τούτου, η συνέπεια τυχόν αύξησης της τιμής της κουμαρίνης, λόγω της επιβολής δασμού αντιντάμπινγκ, για το κόστος παραγωγής των περισσότερων αρωματικών συνθέσεων θα ήταν εντελώς περιορισμένη. Κατά μείζονα λόγο, η συνέπεια για την τιμή του τελικού προϊόντος, δηλαδή των απορρυπαντικών, των καλλυντικών και των εκλεκτών αρωμάτων για την παρασκευή των οποίων χρησιμοποιείται μια αρωματική σύνθεση, θα ήταν παντελώς αμελητέα. (50) Ορισμένοι εισαγωγείς και παραγωγοί αρωματικών συνθέσεων υποστήριξαν ότι η επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ στην κουμαρίνη που εισάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας θα εξασφάλιζε όσον αφορά το κόστος ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στους παραγωγούς που έχουν την έδρα τους εκτός Κοινότητας, οι οποίοι θα μπορούν να προμηθεύονται την κινεζική κουμαρίνη χωρίς να καταβάλλουν δασμό. Σχετικά με το θέμα αυτό, η Επιτροπή επισημαίνει ότι υπό τις παρούσες συνθήκες τα πλεονεκτήματα ως προς την τιμή των οποίων απολαύουν οι χρήστες του προϊόντος στην Κοινότητα είναι αποτέλεσμα των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών που προξενούν ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Για τον λόγο αυτό, οι χρήστες κουμαρίνης δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι είναι σκόπιμη η περαιτέρω διατήρηση της κατάστασης αυτής. Παρόλα αυτά, η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι, λόγω της ασήμαντης επίπτωσης που έχει το κόστος της κουμαρίνης για την τιμή πώλησης των περισσότερων αρωματικών συνθέσεων (όπως εξηγείται ανωτέρω σητν αιτιολογική σκέψη 49), είναι ελάχιστα πιθανό ότι η απλή επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα είχε ως συνέπεια τη μεταφορά της παραγωγής ορισμένων αρωματικών συνθέσεων σε εταιρείες έχουσες την έδρα τους εκτός Κοινότητας. (51) Ορισμένοι εισαγωγείς και χρήστες κουμαρίνης ισχυρίστηκαν ότι η πρόσφατη πολιτική μάρκετινγκ της Rhτne-Poulenc S.A. συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, υπό την έννοια της επιβολής σε ορισμένους χρήστες της σύναψης πενταετών συμβάσεων, στις οποίες καθορίζονται εκ των προτέρων μία ελάχιστη ποσότητα, η τιμή που θα ισχύει κατά το πρώτο έτος και ένας μηχανισμός αναθεώρησης της τιμής. Επίσης ισχυρίστηκαν ότι σε περίπτωση που μια εταιρεία δεν δεχθεί να δεσμευθεί με αυτούς τους όρους αγοράς, η Rhτne-Poulenc SA αρνείται να εγγυηθεί την παράδοση των αναγκαίων ποσοτήτων. Η Επιτροπή επισημαίνει επί του θέματος αυτού ότι το μερίδιο αγοράς της Rhτne-Poulenc SA είναι πολύ χαμηλότερο από εκείνο της Κίνας. Επιπλέον, δεν έχουν προσκομιστεί αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η Rhτne-Poulenc SA αρνείται την παράδοση ή απειλεί με τη μη παράδοση κουμαρίνης στις καταναλώτριες εταιρείες. Ακόμη και αν η Rhτne-Poulenc SA λειτουργούσε υπό συνθήκες πλήρους χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας, σημαντικές αυξήσεις της παραγωγής είναι απαραίτητο να σχεδιάζονται εκ των προτέρων και απαιτούν κάποιο χρόνο για να υλοποιηθούν. Φαίνεται συνεπώς ότι η πολιτική της Rhτne-Poulenc SA, η οποία έγκειτο στην κατά προτεραιότητα τροφοδοσία των πελατών με τους οποίους τη συνδέουν ήδη συμβατικές υποχρεώσεις, αντιστοιχεί με συνήθη εμπορική πρακτική. (52) Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι, σε περίπτωση που η Rhτne-Poulenc SA δεν καταφέρει να καταστήσει την παραγωγή κουμαρίνης αποδοτική, λόγω του ότι πωλεί σε τιμές που επιτρέπουν απλώς την κάλυψη των εξόδων παραγωγής της, υφίσταται σοβαρός κίνδυνος κλεισίματος της μονάδας παραγωγής κουμαρίνης. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, η κοινοτική αγορά θα καθίστατο εξαρτώμενη εξ ολοκλήρου από τις εισαγωγές, εκ των οποίων το 80 % και πλέον κατάγεται από μία μόνο χώρα, και συγκεκριμένα τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Κάτι τέτοιο ενδέχεται να έχει ως συνέπεια να περιέλθει η κοινοτική αγορά κουμαρίνης υπό την κυριαρχία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, εξέλιξη που από μόνη της θα έθετε σε κίνδυνο τον θεμιτό ανταγωνισμό γύρω από τις τιμές. 4. Συμπέρασμα (53) Αφού εξέτασε τα διάφορα επιχειρήματα που προέβαλαν οι εισαγωγείς και οι χρήστες, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας η επιβολή προσωρινών μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κουμαρίνης κινεζικής καταγωγής, προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση περαιτέρω ζημίας κατά το διάστημα που θα απαιτηθεί για την ολοκλήρωση της έρευνας. Η. ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΣ ΔΑΣΜΟΣ (54) Υπό το φως των προεκτεθέντων, συμπεραίνεται ότι τα μέτρα πρέπει να έχουν τη μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ. Προκειμένου να καθορίσει το ύψος του δασμού αυτού, η Επιτροπή υπολόγισε το ποσό δασμού ου απαιτείται για την εξάλειψη της ζημίας που προξενούν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής οι εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ, ούτως ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι σκόπιμη η επιβολή δασμού χαμηλότερου από αυτόν που προκύπτει με βάση το περιθώριο ντάμπινγκ, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 13 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. (55) Επειδή η ζημία προκλήθηκε πρωτίστως από τη συνεχή μείωση των τιμών των κινεζικών εξαγωγών, με αποτέλεσμα ο κλάδος παραγωγής της Κοινότητας να υποστεί απώλειες μεριδίου αγοράς και χρηματοοικονομικές απώλειες, η εξάλειψη της ζημίας αυτής προϋποθέτει την αύξηση των εν λόγω τιμών εξαγωγής μέχρις ενός σημείου το οποίο να επιτρέπει στον κοινοτικό παραγωγό να διαμορφώνει τις τιμές του σε επίπεδο που να αντιστοιχεί στα έξοδα παραγωγής του συν ένα εύλογο περιθώριο κέρδους. Ένα περιθώριο κέρδους ύψους 5 % κρίθηκε εύλογο, προκειμένου να είναι δυνατή μια ικανοποιητική απόδοση επί της επένδυσης. Με βάση την ανάλυση του κόστους παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα γενικά έξοδα ανά μονάδα ήταν εξαιρετικά υψηλά συνεπεία της σημαντικής συρρίκνωσης του όγκου παραγωγής, ο οποίος μειώθηκε μέχρι ένα εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας. Επιπλέον, η Επιτροπή έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτή η πτώση της παραγωγής δεν οφείλεται αποκλειστικά στις εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, αλλά και σε άλλους παράγοντες, και ιδίως στη μείωση των κοινοτικών εξαγωγών προς τρίτες χώρες. Λαμβανομένων υπόψη των ειδικών αυτών περιστάσεων, κρίθηκε λογική η ελάττωση των γενικών εξόδων ανά μονάδα, ούτως ώστε αυτά να αντικατοπτρίζουν τον αντίκτυπο των κινεζικών εξαγωγών για τον όγκο παραγωγής της Rhτne-Poulenc SA. Για τον σκοπό αυτό, στην αύξηση των γενικών εξόδων της Rhτne-Poulenc SA κατά το υπό εξέταση χρονικό διάστημα εφαρμόστηκε ένας συντελεστής, ο οποίος καθορίστηκε με βάση την αύξηση του όγκου των εισαγωγών από την Κίνα σε σχέση με τη μείωση του όγκου παραγωγής της Rhτne-Poulenc SA. Το κόστος παραγωγής που προέκυψε από τον παραπάνω υπολογισμό, προσαυξημένο κατά ένα περιθώριο κέρδους 5 % επί του κύκλου εργασιών, υπέστη ορισμένες αναπροσαρμογές για να ληφθεί υπόψη η διαφορά των φυσικών χαρακτηριστικών, η οποία προσδιορίστηκε όπως εξηγείται στο σημείο 22 της αιτιολογικής σκέψης 7 με τον τρόπο αυτό καθορίστηκε το ύψος της τιμής που απαιτείται για την εξάλειψη της ζημίας. Η Επιτροπή συνέκρινε την τιμή αυτή με την τιμή εισαγωγής στα σύνορα της Κοινότητας, προσαρμοσμένη στο στάδιο εμπορίας των χρηστών, και εν συνεχεία εξέφρασε τη διαφορά ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής, πριν από τον εκτελωνισμό. Βάσει της μεθόδου αυτής, η μέση τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας» των κινεζικών εξαγωγών θα πρέπει να αυξηθεί κατά 42,9 % προκειμένου να εξαλειφθεί η ζημία την οποία προκαλούν οι εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. (56) Κατ' εφαρμογήν του άρθρου 13 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, ο δασμός αντιντάμπινγκ πρέπει να ορισθεί σε αυτό το επίπεδο, δεδομένου ότι αυτό είναι κατώτερο από το περιθώριο ντάμπινγκ που καθορίστηκε προσωρινά. (57) Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος αποφυγής των δασμών διά της δολίας διαμόρφωσης των τιμών, κρίνεται σκόπιμη η επιβολή του δασμού υπό μορφή συγκεκριμένου ποσού σε Ecu ανά τόνο. Εκπεφρασμένο με τον τρόπο αυτό, το ύψος του δασμού ισούται με 3 479 Ecu ανά τόνο. Θ. ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ (58) Για λόγους χρηστής διοικήσεως, πρέπει να ταχθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη μια προθεσμία εντός της οποίας δύνανται να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι όλα τα συμπεράσματα τα οποία διατυπώνονται για τις ανάγκες του παρόντος κανονισμού είναι προσωρινά, και ενδεχομένως θα απαιτηθεί η επανεξέτασή τους σε περίπτωση που η Επιτροπή προτείνει την επιβολή οριστικού δασμού. ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 1. Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ ύψους 3 479 Ecu ανά τόνο στις εισαγωγές κουμαρίνης η οποία υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2932 21 00 (κωδικός Taric 2932 21 00* 10) και είναι καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. 2. Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετης ρυθμίσεως, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς. 3. Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα του προϊόντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εξαρτάται από την παροχή εγγυήσεως, ίσης με το ποσό που αντιστοιχεί στον προσωρινό δασμό. Άρθρο 2 Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν να γίνουν δεκτά σε ακρόαση από την Επιτροπή εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 3 Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, 6 Οκτωβρίου 1995. Για την Επιτροπή Leon BRITTAN Αντιπρόεδρος (1) ΕΕ αριθ. L 349 της 31. 12. 1994, σ. 1. (2) ΕΕ αριθ. L 122 της 2. 6. 1995, σ. 1. (3) ΕΕ αριθ. L 209 της 2. 8. 1988, σ. 1. (4) ΕΕ αριθ. L 66 της 10. 3. 1994, σ. 10. (5) ΕΕ αριθ. C 138 της 20. 5. 1994, σ. 9. (1) ΕΕ αριθ. L 349 της 31. 12. 1994, σ. 1. (2) ΕΕ αριθ. L 122 της 2. 6. 1995, σ. 1. (3) ΕΕ αριθ. L 209 της 2. 8. 1988, σ. 1. (4) ΕΕ αριθ. L 66 της 10. 3. 1994, σ. 10. (5) ΕΕ αριθ. C 138 της 20. 5. 1994, σ. 9.