EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31992R3950

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3950/92 του Συμβουλίου της 28ης Δεκεμβρίου 1992 για τη θέσπιση συμπληρωματικής εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων

ΕΕ L 405 της 31.12.1992, p. 1–5 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/03/2004; καταργήθηκε από 32003R1788

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1992/3950/oj

31992R3950

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3950/92 του Συμβουλίου της 28ης Δεκεμβρίου 1992 για τη θέσπιση συμπληρωματικής εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 405 της 31/12/1992 σ. 0001 - 0005
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 47 σ. 0159
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 47 σ. 0159


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 3950/92 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 28ης Δεκεμβρίου 1992 για τη θέσπιση συμπληρωματικής εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 43,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

Εκτιμώντας:

ότι, με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 856/84 του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 1984 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68 περί κοινής οργάνωσης των αγορών στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (3), θεσπίστηκε από τις 2 Απριλίου 1984 καθεστώς συμπληρωματικής εισφοράς στον εν λόγω τομέα 7 ότι το καθεστώς το οποίο θεσπίστηκε για εννέα χρόνια και το οποίο λήγει στις 31 Μαρτίου 1993, έχει ως στόχο να μειώσει τη διαφορά ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων και τα διαρθρωτικά πλεονάσματα που προκύπτουν από αυτήν 7 ότι το εν λόγω καθεστώς παραμένει αναγκαίο στο μέλλον, προκειμένου να επιτευχθεί μια καλύτερη ισορροπία της αγοράς 7 ότι θα πρέπει, επομένως, να συνεχιστεί η εφαρμογή του για επτά ακόμη διαδοχικές δωδεκάμηνες περιόδους, αρχής γενομένης από την 1η Απριλίου 1993 7

ότι, τόσο για να αξιοποιηθεί η κτηθείσα στο θέμα αυτό πείρα, όσο και με την επιδίωξη απλούστευσης και αποσαφήνισης, ώστε να διασφαλίζεται αποτελεσματικότερα η νομική ασφάλεια των παραγωγών και των άλλων ενδιαφερομένων παραγόντων, θα πρέπει να θεσπιστούν, με αυτόνομο κανονισμό, οι βασικοί κανόνες του παρατεινόμενου καθεστώτος των οποίων πρέπει να περιοριστεί η εμβέλεια και η ποικιλία και να καταργηθεί, αφενός, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2074/92 του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1992 για τη θέσπιση συμπληρωματικής εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (4), που εκδόθηκε ως συντηρητικό μέτρο από το Συμβούλιο, και αφετέρου, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 857/84 του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 1984 περί των γενικών κανόνων για την εφαρμογή της εισφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 5γ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68 στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (5), με την επιφύλαξη της τήρησης των υποχρεώσεων και δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται δυνάμει του εν λόγω κανονισμού 7

ότι η μέθοδος που υιοθετήθηκε το 1984 και η οποία συνίσταται στην επιβολή εισφοράς στις ποσότητες γάλακτος που συλλέγονται ή πωλούνται απευθείας, πέρα από το κατώτατο όριο εγγύησης, πρέπει να διατηρηθεί 7 ότι το εν λόγω κατώτατο όριο εκφράζεται, για καθένα από τα κράτη μέλη, με τον καθορισμό μιας συνολικής εγγυημένης ποσότητας, την οποία το σύνολο των μεμονωμένα χορηγουμένων ποσοτήτων δεν δύναται να υπερβεί, τόσο όσον αφορά τις παραδόσεις όσο και τις άμεσες πωλήσεις 7 ότι οι ποσότητες αποφασίζονται για τις επτά περιόδους που έπονται της 1ης Απριλίου 1993 και λαμβάνονται γι'αυτό υπόψη διάφορα στοιχεία του παλαιού καθεστώτος 7

ειδικότερα, ότι δημιουργήθηκε κοινοτικό απόθεμα ήδη από την αρχή για να ληφθεί υπόψη η δύσκολη θέση ορισμένων κρατών μελών σε περίπτωση εφαρμογής ενός καθεστώτος ελέγχου της γαλακτοκομικής παραγωγής 7 ότι το εν λόγω απόθεμα αυξήθηκε επανειλημμένα για να καλυφθούν οι ειδικές ανάγκες, τόσο ορισμένων κρατών μελών, όσο και ορισμένων παραγωγών 7 ότι είναι σκόπιμο να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα και να ενσωματωθούν τα διάφορα μέρη του κοινοτικού αποθέματος, που ως εκ τούτου καταργείται, στις συνολικές εγγυημένες ποσότητες 7

ότι το Συμβούλιο αποφάσισε, στα πλαίσια της μεταρρύθμισης της κοινής γεωργικής πολιτικής, να λάβει οριστική απόφαση για το επίπεδο των συνολικών ποσοτήτων που ισχύουν κατά τη διάρκεια της πρώτης από τις δύο δωδεκάμηνες περιόδους, με βάση κυρίως έκθεση για την κατάσταση της αγοράς, την οποία θα υποβάλλει η επιτροπή πριν από καθεμία από τις εν λόγω περιόδους 7

ότι η υπέρβαση κάποιας από τις συνολικές εγγυημένες ποσότητες για το συγκεκριμένο κράτος μέλος συνεπάγεται την καταβολή της εισφοράς από τους παραγωγούς που συνετέλεσαν στην υπέρβαση 7 ότι η εισφορά πρέπει να καθοριστεί για τις παραδόσεις και για τις άμεσες πωλήσεις στο 115 %της ενδεικτικής τιμής του γάλακτος 7 ότι, πράγματι, δεν δικαιολογείται πλέον διαφορά ποσοστού, από τη στιγμή που οι παραγωγοί ευρίσκονται σε συγκρίσιμη κατάσταση ως προς τον υπολογισμό της εισφοράς 7

ότι, προκειμένου να διατηρηθεί μια αρκετά ευέλικτη μορφή διαχείρισης του καθεστώτος, θα πρέπει να προβλεφθεί η ομοιόμορφη κατανομή των υπερβάσεων στο σύνολο των μεμονωμένων ποσοτήτων αναφοράς της ιδίας φύσεως εντός της επικράτειας του κράτους μέλους 7 ότι όσον αφορά τις παραδόσεις, που αντιπροσωπεύουν σχεδόν το σύνολο των ποσοτήτων που διατίθενται στην αγορά, η ανάγκη να εξασφαλιστεί η πλήρης αποτελεσματικότητα της εισφοράς στο σύνολο της Κοινότητας δικαιολογεί, κατ'αρχήν, τη διατήρηση της δυνατότητας των κρατών μελών να επιλέγουν μεταξύ δύο τρόπων ομοιόμορφης κατανομής των υπερβάσεων των μεμονωμένων ποσοτήτων αναφοράς, λαμβανομένης υπόψη της ποικιλίας των διαρθρώσεων παραγωγής και συλλογής γάλακτος 7 ότι, ως προς αυτό, είναι σκόπιμο να επιτραπεί στα κράτη μέλη να μην επαναχορηγούν τις ποσότητες αναφοράς, που παραμένουν αχρησιμοποίητες στο τέλος της περιόδου, σε εθνικό επίπεδο ή μεταξύ αγοραστών, και να διαθέτουν το εισπραχθέν ποσό που υπερβαίνει την οφειλόμενη εισφορά για τη χρηματοδότηση εθνικών προγραμμάτων αναδιάρθρωσης ή/και να το επιστρέφουν στους παραγωγούς ορισμένων κατηγοριών ή στούς παραγωγούς οι οποίοι αντιμετωπίζουν εξαιρετικές περιστάσεις 7

ότι, προκειμένου να αποφευχθούν όπως κατά το παρελθόν μακρές καθυστερήσεις στην είσπραξη και την καταβολή της εισφοράς, ασυμβίβαστες με το στόχο του καθεστώτος, είναι σκόπιμο να καθοριστεί ότι ο αγοραστής, που φαίνεται καλύτερα σε θέση να πραγματοποιεί τις απαιτούμενες πράξεις, είναι ο υπόχρεος της εισφοράς και να του δοθούν τα μέσα είσπραξής της από τους παραγωγούς που είναι οι οφειλέτες 7

ότι θα πρέπει να ορισθεί η ατομική ποσότητα αναφοράς ως διαθέσιμη ποσότητα, ανεξάρτητα από τις ποσότητες που έγινε δυνατόν να εκχωρηθούν προσωρινά, στις 31 Μαρτίου 1993, ημερομηνία λήξης των εννέα πρώτων περιόδων εφαρμογής του καθεστώτος εισφοράς, και να διευκρινισθούν οι αρχές ή οι διατάξεις δυνάμει των οποίων η εν λόγω ποσότητα πρέπει ή μπορεί να μειωθεί ή να αυξηθεί στα πλαίσια του παρατεινόμενου καθεστώτος 7

ότι σύμφωνα με τους κανόνες καθορισμού των ατομικών ποσοτήτων αναφοράς, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι παραγωγοί που έλαβαν προσωρινά μια ειδική ποσότητα δυνάμει του παλαιού καθεστώτος 7

ότι έχει γίνει αποδεκτό ότι η εφαρμογή του καθεστώτος ελέγχου της γαλακτοκομικής παραγωγής δεν πρέπει να θέσει υπό αμφισβήτηση την αναδιάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στο έδαφος της πρώην Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας 7 ότι λόγω των δυσκολιών που απαντώνται απαιτείται παράταση, για μια συμπληρωματική περίοδο, των ελαφρύνσεων του καθεστώτος για το εν λόγω έδαφος, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι το έδαφος αυτό θα είναι ο μοναδικός δικαιούχος των ελαφρύνσεων αυτών 7

ότι θα πρέπει να προσαρμοστούν οι ποσότητες αναφοράς για παραδόσεις και άμεσες πωλήσεις στην οικονομική πραγματικότητα και ότι, συνεπώς, είναι σκόπιμο να δοθεί το δικαίωμα στον παραγωγό να επιτύχει την αύξηση ή τον καθορισμό μιας ποσότητας αναφοράς, με συνακόλουθη μείωση ή κατάργηση του ενός από τα δύο, εφόσον το σχετικό αίτημα δικαιολογείται δεόντως προκειμένου να αντιμετωπισθούν μεταβολές των αναγκών εμπορίας 7

οτι η κτηθείσα πείρα έχει καταδείξει ότι η εφαρμογή του παρόντος καθεστώτος προϋποθέτει την ύπαρξη εθνικού αποθέματος, στο οποίο θα καταλήγουν όλες οι ποσότητες που, για οποιοδήποτε λόγο, δεν έχουν αποτελέσει ή δεν αποτελούν πια αντικείμενο μεμονωμένης εκχώρησης 7 ότι το κράτος μέλος μπορεί να χρειασθεί ποσότητες αναφοράς για να αντιμετωπίσει ιδιαίτερες καταστάσεις, καθοριζόμενες με αντικειμενικά κριτήρια 7 ότι, προς τον σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο να του επιτραπεί η τροφοδότηση του εθνικού αποθέματος, ιδίως μετά από μια γραμμική μείωση του συνόλου των ποσοτήτων αναφοράς 7

ότι οι προσωρινές παραχωρήσεις μέρους της ατομικής ποσότητας αναφοράς στα κράτη μέλη, τα οποία τις επέτρεψαν, επέφεραν βελτίωση του καθεστώτος 7 ότι θα πρέπει λοιπόν να επεκταθεί, κατ'αρχήν, το δικαίωμα στο σύνολο των παραγωγών 7 ότι η εφαρμογή της αρχής αυτής δεν πρέπει, πάντως, να αντιστρατεύεται τη συνέχιση των διαρθρωτικών εξελίξεων και προσαρμογών ούτε να παραγνωρίσει τις επακόλουθες διοικητικές δυσκολίες 7

ότι, κατά τη θέσπιση του καθεστώτος της συμπληρωματικής εισφοράς το 1984, καθιερώθηκε η αρχή της μεταφοράς της ποσότητας αναφοράς που αντιστοιχεί σε μια εκμετάλλευση στον αγοραστή, το μισθωτή ή τον κληρονόμο σε περίπτωση πώλησης, μίσθωσης ή κληρονομικής μεταβίβασης της εκμετάλλευσης 7 ότι δεν θα ήταν σκόπιμο να τροποποιηθεί η αρχική αυτή επιλογή 7 ότι θα πρέπει, ωστόσο, να προβλεφθεί η εφαρμογή, σε όλες τις περιπτώσεις μεταβίβασης, των εθνικών διατάξεων που είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση των θεμιτών συμφερόντων των μερών, όταν δεν υφίσταται μεταξύ τους συμφωνία 7

ότι, προς τον σκοπό της περαιτέρω προώθησης της αναδιάρθρωσης της γαλακτοκομικής παραγωγής και της βελτίωσης του περιβάλλοντος, θα πρέπει να διευρυνθούν ορισμένες παρεκκλίσεις από την αρχή της εξάρτησης της ποσότητας αναφοράς από την εκμετάλλευση και να επιτραπεί στα κράτη μέλη να διατηρήσουν τη δυνατότητα εφαρμογής εθνικών προγραμμάτων αναδιάρθρωσης και να οργανώσουν κάποιο βαθμό κινητικότητας των ποσοτήτων αναφοράς στο εσωτερικό ενός συγκεκριμένου γεωγραφικού πλαισίου και με βάση αντικειμενικά κριτήρια 7

ότι ο στόχος της εισφοράς που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό είναι να ρυθμίσει και να σταθεροποιήσει την αγορά των γαλακτοκομικών προϊόντων 7 ότι θα πρέπει επομένως να διατεθεί το προϊόν του εν λόγω κανονισμού στη χρηματοδότηση των δαπανών στο γαλακτοκομικό τομέα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Θεσπίζεται, για επτά νέες διαδοχικές περιόδους δώδεκα μηνών, αρχής γενομένης από 1ης Απριλίου 1993, συμπληρωματική πρόσθετη εισφορά, η οποία επιβαρύνει τους παραγωγούς αγελαδινού γάλακτος επί των ποσοτήτων γάλακτος ή ισοδυνάμου γάλακτος, οι οποίες παραδίδονται σε αγοραστή ή πωλούνται απευθείας πρός κατανάλωση, κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης δωδεκάμηνης περιόδου, και οι οποίες υπερβαίνουν ποσότητα που θα καθοριστεί.

Η εισφορά καθορίζεται στο 115 % της ενδεικτικής τιμής του γάλακτος.

Άρθρο 2

1. Η εισφορά οφείλεται για όλες τις ποσότητες γάλακτος ή ισοδυνάμου γάλακτος που διατίθενται στο εμπόριο κατά την οικεία δωδεκάμηνη περίοδο και οι οποίες υπερβαίνουν μία από τις ποσότητες που αναφέρονται στο άρθρο 3. Κατανέμεται μεταξύ των παραγωγών που συνέβαλαν στην υπέρβαση.

Σύμφωνα με την απόφαση του κράτους μέλους, η συμμετοχή των παραγωγών στην καταβολή της οφειλόμενης εισφοράς καθορίζεται, μετά από ανακατανομή ή όχι των μη χρησιμοποιηθεισών ποσοτήτων αναφοράς, είτε στο επίπεδο του αγοραστή σε συνάρτηση με την απομένουσα υπέρβαση, αφού προηγουμένως κατανεμηθούν, κατ'αναλογία προς τις ποσότητες αναφοράς που διαθέτει κάθε παραγωγός, οι μη χρησιμοποιηθείσες ποσότητες αναφοράς, είτε σε εθνικό επίπεδο, σε συνάρτηση με την υπέρβαση της ποσότητας αναφοράς την οποία διαθέτει κάθε παραγωγός.

2. Όσον αφορά τις παραδόσεις, ο υπόχρεος της εισφοράς αγοραστής καταβάλλει στον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους, πρίν από μια ορισμένη ημερομηνία και σύμφωνα με διαδικασίες που θα καθορισθούν, το οφειλόμενο ποσό το οποίο παρακρατεί επί της τιμής του γάλακτος την οποία καταβάλλει στους παραγωγούς που οφείλουν την εισφορά, και, αν όχι, το ποσό το οποίο εισπράττει με κάθε κατάλληλο μέσο.

Εάν ένας αγοραστής υποκαθιστά εν όλω ή εν μέρει έναν ή περισσότερους αγοραστές, για την ολοκλήρωση της τρέχουσας δωδεκάμηνης περιόδου, λαμβάνονται υπόψη οι ατομικές ποσότητες αναφοράς που διαθέτουν οι παραγωγοί, αφού αφαιρεθούν οι ποσότητες που έχουν ήδη παραδοθεί και λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη την περιεκτικότητά τους σε λιπαρά. Οι αυτές διατάξεις εφαρμόζονται στην περίπτωση μετάβασης ενός παραγωγού από έναν αγοραστή σε άλλον.

Όταν οι ποσότητες που παραδίδει ένας παραγωγός υπερβαίνουν την ποσότητα αναφοράς την οποία διαθέτει, ο αγοραστής δικαιούται να παρακρατεί έναντι της οφειλομένης εισφοράς, σύμφωνα με διαδικασίες που θα καθορίσει το κράτος μέλος, ποσό της τιμής του γάλακτος για κάθε παράδοση του παραγωγού αυτού, η οποία υπερβαίνει την ποσότητα αναφοράς την οποία διαθέτει.

3. Όσον αφορά τις απ' ευθείας πωλήσεις, ο παραγωγός καταβάλλει την οφειλόμενη εισφορά στον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους πριν από μια συγκεκριμένη ημερομηνία και σύμφωνα με διαδικασίες που θα καθορισθούν.

4. Όταν οφείλεται η εισφορά και το εισπραχθέν ποσό την υπερβαίνει, το κράτος μέλος μπορεί να διαθέσει το υπερβάλλον εισπραχθέν ποσό για τη χρηματοδότηση των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 8 πρώτη περίπτωση και/ή να το επαναδιανείμει στους παραγωγούς που εμπίπτουν σε κατηγορίες προτεραιότητας που ορίζονται από τα κράτη μέλη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που θα καθοριστούν ή που αντιμετωπίζουν εξαιρετικές περιστάσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή εθνικής διάταξης που δεν σχετίζεται με το παρόν σύστημα.

Άρθρο 3

Το σύνολο των ατομικών ποσοτήτων αναφοράς της ίδιας φύσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αντίστοιχες συνολικές ποσότητες που θα καθοριστούν για κάθε κράτος μέλος.

Όταν το Συμβούλιο αποφασίζει την προσαρμογή των προαναφερθεισών συνολικών ποσοτήτων προς την κατάσταση της αγοράς, οι προσαρμογές αυτές εκφράζονται ως ποσοστό των συνολικών ποσοτήτων που ίσχυσαν κατά την προηγούμενη περίοδο.

Άρθρο 4

1. Η διαθέσιμη ατομική ποσότητα αναφοράς για μια εκμετάλλευση είναι ίση προς τη διαθέσιμη στις 31 Μαρτίου 1993 ποσότητα και αναπροσαρμόζεται, ενδεχομένως για καθεμία από τις εν λόγω περιόδους, κατά τρόπο ώστε το σύνολο των ατομικών ποσοτήτων αναφοράς της ίδιας φύσης να μην υπερβαίνει την αντίστοιχη συνολική ποσότητα που αναφέρεται στο άρθρο 3, λαμβανομένων υπόψη των τυχόν μειώσεων που επιβάλλονται για την τροφοδοσία του εθνικού αποθέματος που αναφέρεται στο άρθρο 5.

2. Η ατομική ποσότητα αναφοράς αυξάνεται ή καθορίζεται μετά από δεόντως αιτιολογημένη αίτηση του παραγωγού, ώστε να λαμβάνονται υπόψη τυχόν μεταβολές που επηρεάζουν τις παραδόσεις του ή/και τις απευθείας πωλήσεις τους. Η αύξηση ή ο καθορισμός μιας ποσότητας αναφοράς υπόκειται σε αντίστοιχη μείωση ή κατάργηση της άλλης ποσότητας αναφοράς που διαθέτει ο παραγωγός. Οι προσαρμογές αυτές δεν είναι δυνατόν να συνεπάγονται για το οικείο κράτος μέλος την αύξηση του συνόλου των παραδόσεων και απ' ευθείας πωλήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3.

Σε περίπτωση οριστικών μεταβολών των ατομικών ποσοτήτων αναφοράς, οι ποσότητες που αναφέρονται στο άρθρο 3 προσαρμόζονται ανάλογα, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11.

3. Εάν ο παραγωγός, στον οποίο έχει χορηγηθεί προσωρινά ειδική ατομική ποσότητα αναφοράς, δυνάμει του άρθρου 3α παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 857/84, μπορεί να αποδείξει και να πείσει την αρμόδια αρχή πριν από την 1η Ιουλίου 1993 ότι έχει όντως ξαναρχίσει τις απ' ευθείας πωλήσεις ή/και παραδόσεις και ότι οι απ' ευθείας πωλήσεις ή/και παραδόσεις του, κατά τη διάρκεια του τελευταίου δωδεκαμήνου, έφθασαν σε επίπεδο ίσο ή υψηλότερο από το 80 % της προσωρινής ποσότητας αναφοράς, τότε η ειδική ποσότητα αναφοράς καταλογίζεται οριστικά στον παραγωγό. Σε διαφορετική περίπτωση, η οριστικά καταλογιζόμενη ποσότητα αναφοράς είναι ίση προς την ποσότητα που πράγματι παραδόθηκε ή διατέθηκε με απ' ευθείας πώληση.

Το επίπεδο των πραγματικών απευθείας παραδόσεων και/ή πωλήσεων καθορίζεται με βάση την εξέλιξη του ρυθμού παραγωγής στην εκμετάλλευση του παραγωγού, τις εποχιακές συνθήκες και κάθε εξαιρετική περίσταση.

4. Όσον αφορά τις εκμεταλλεύσεις που είναι εγκατεστημένες στο έδαφος της πρώην Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας και για την περίοδο από της 1ης Απριλίου 1993 έως τις 31 Μαρτίου 1994, η ποσότητα αναφοράς μπορεί να χορηγείται προσωρινά υπό τον όρο ότι η κατ'αυτόν τον τρόπο χορηγούμενη ποσότητα δεν θα τροποποιείται κατά τη διάρκεια της περιόδου.

Άρθρο 5

Εντός των ποσοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 3, το κράτος μέλος μπορεί να τροφοδοτεί το εθνικό του απόθεμα, μέσω γραμμικής μείωσης του συνόλου των ατομικών ποσοτήτων αναφοράς προκειμένου να χορηγεί πρόσθετες ή ειδικές ποσότητες σε παραγωγούς που καθορίζονται σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια τα οποία θεσπίζονται σε συνεννόηση με την Επιτροπή.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 1, οι ποσότητες αναφοράς τις οποίες διαθέτουν οι παραγωγοί που δεν έχουν θέσει σε εμπορία γάλα ή άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα για περίοδο δώδεκα μηνών, προστίθενται στο εθνικό απόθεμα και μπορούν να ανακατανεμηθούν σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο. Οταν ο παραγωγός ξαναρχίζει την παραγωγή γάλακτος ή άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων εντός προθεσμίας που καθορίζει το κράτος μέλος, του χορηγείται ποσότητα αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, το αργότερο την 1η Απριλίου που έπεται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησής του.

Άρθρο 6

1. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν, πριν από μία ημερομηνία που καθορίζουν, αλλά το αργότερο μέχρι της 31 Δεκεμβρίου, για την διάρκεια της εν λόγω περιόδου των δώδεκα μηνών, προσωρινές παραχωρήσεις του τμήματος της ατομικής ποσότητας αναφοράς, που δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί από τον παραγωγό που την έχει στη διάθεσή του. Ωστόσο, οι αναφερόμενες στο άρθρο 4 παράγραφος 3 ποσότητες αναφοράς δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο τέτοιων προσωρινών μεταβιβάσεων έως τις 31 Μαρτίου 1995.

Τα κράτη μέλη δύνανται να ρυθμίζουν τις πράξεις μεταβίβασης σε συνάρτηση με τις κατηγορίες παραγωγών ή τις διαρθρώσεις της γαλακτοκομικής παραγωγής, να τις περιορίζουν στο επίπεδο του αγοραστή ή εντός των περιφερειών και να καθορίζουν σε ποιό βαθμό ο μεταβιβάζων μπορεί να ανανεώσει τις πράξεις μεταβίβασης.

2. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1, βάσει των ακόλουθων κριτηρίων ή ενός εξ αυτών:

- της ανάγκης να διευκολυνθούν οι εξελίξεις και οι διαρθρωτικές αναπροσαρμογές,

- επιτακτικών διοικητικών αναγκών.

Άρθρο 7

1. Η διαθέσιμη σε μια εκμετάλλευση ποσότητα αναφοράς μεταβιβάζεται μαζί με την εκμετάλλευση σε περίπτωση πωλήσεως, εκμισθώσεως ή κληρονομικής μεταβιβάσεως στους παραγωγούς στους οποίους περιέρχεται, σύμφωνα με διαδικασίες που καθορίζουν τα κράτη μέλη λαμβάνοντας υπόψη τις χρησιμοποιούμενες για τη γαλακτοκομική παραγωγή εκτάσεις ή άλλα αντικειμενικά κριτήρια και ενδεχομένως συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων πλευρών. Το μέρος της ποσότητας αναφοράς το οποίο ενδεχομένως δεν μεταβιβάζεται με την εκμετάλλευση προστίθεται στο εθνικό απόθεμα.

Οι ίδιες διατάξεις ισχύουν για τις άλλες περιπτώσεις μεταβιβάσεων που έχουν ανάλογα νομικά αποτελέσματα για τους παραγωγούς.

Ωστόσο:

α) έως τις 30 Ιουνίου 1994, η ποσότητα αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, προστίθεται στο εθνικό απόθεμα σε περίπτωση πώλησης ή εκμίσθωσης της εκμετάλλευσης 7

β) σε περίπτωση μεταβίβασης γαιών στις δημόσιες αρχές ή/και για λόγους κοινής ωφελείας ή όταν η μεταβίβαση πραγματοποιείται για μη γεωργικούς σκοπούς, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να τίθενται σε εφαρμογή οι διατάξεις που είναι απαραίτητες για τη διαφύλαξη των νόμιμων συμφερόντων των μερών και, ιδίως, ώστε να είναι σε θέση ο απερχομένος παραγωγός, εφόσον προτίθεται, να συνεχίσει τη γαλακτοκομική παραγωγή.

2. Ελλείψει συμφωνίας μεταξύ των μερών, στην περίπτωση αγροτικών μισθώσεων που εκπνέουν χωρίς δυνατότητα παράτασης της μίσθωσης με ανάλογους όρους, ή σε περιπτώσεις που περιέχουν συγκρίσιμα νομικά αποτελέσματα, οι διαθέσιμες ποσότητες αναφοράς στις εν λόγω εκμεταλλεύσεις μεταβιβάζονται συνολικά ή εν μέρει στους παραγωγούς οι οποίοι τις ξαναπαίρνουν, σύμφωνα με τις διατάξεις που έχουν θεσπίσει ή πρόκειται να θεσπίσουν τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των μερών.

Άρθρο 8

Προκειμένου να επιτευχθεί η αναδιάρθρωση της γαλακτοκομικής παραγωγής σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο ή στο επίπεδο των ζωνών συγκέντρωσης, ή να βελτιωθεί το περιβάλλον, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες διατάξεις, σύμφωνα με διαδικασίες που καθορίζουν λαμβάνοντας υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των μερών:

- να παρέχουν στους παραγωγούς, που αναλαμβάνουν τη δέσμευση να εγκαταλείψουν οριστικά μέρος ή το σύνολο της γαλακτοκομικής τους παραγωγής, αποζημίωση, καταβαλλόμενη σε μία ή περισσότερες ετήσιες δόσεις, και να τροφοδοτούν το εθνικό απόθεμα με τις ποσότητες αναφοράς που αποδεσμεύονται με τον τρόπο αυτό,

- να ορίζουν, με βάση αντικειμενικά κριτήρια, τους όρους υπό τους οποίους μπορούν, έναντι προηγούμενης πληρωμής, οι παραγωγοί να επιτυγχάνουν, κατά την έναρξη δωδεκάμηνης περιόδου, την ανακατανομή από την αρμόδια αρχή, ή από οργανισμό που έχει ορίσει, ποσοτήτων αναφοράς που αποδεσμεύθηκαν οριστικά κατά το τέλος της προηγούμενης δωδεκάμηνης περιόδου από άλλους παραγωγούς έναντι καταβολής, σε μία ή περισσότερες ετήσιες δόσεις, αποζημίωσης ίσης με την προαναφερόμενη πληρωμή,

- να επιτρέπουν, σε περίπτωση μεταβίβασης γαιών που αποσκοπεί στη βελτίωση του περιβάλλοντος, να διατίθεται στον αποχωρούντα παραγωγό, εφόσον προτίθεται να συνεχίσει τη γαλακτοκομική παραγωγή, η ποσότητα αναφοράς την οποία διαθέτει η συγκεκριμένη εκμετάλλευση,

- να καθορίζουν, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, τις περιοχές και ζώνες συγκέντρωσης, στο εσωτερικό των οποίων επιτρέπονται οι μεταφορές ποσοτήτων αναφοράς μεταξύ παραγωγών ορισμένων κατηγοριών δίχως μεταφορά αντιστοίχων γαιών, προκειμένου να βελτιωθεί η διάρθρωση της γαλακτοκομικής παραγωγής,

- να επιτρέπουν, κατόπιν αιτήσεως του παραγωγού προς την αρμόδια αρχή ή τον οργανισμό που έχει ορίσει η αρχή αυτή, τη μεταβίβαση ποσοτήτων αναφοράς χωρίς αντίστοιχη μεταβίβαση γαιών ή αντιστρόφως, με σκοπό τη βελτίωση της διάρθρωσης της γαλακτοκομικής παραγωγής στο επίπεδο της εκμετάλλευσης ή την εκτατικοποίηση της παραγωγής.

Ωστόσο, έως τις 30 Ιουνίου 1994, οι παραγωγοί που διαθέτουν ποσότητα αναφοράς, που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, δεν μπορούν να επωφεληθούν από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, με την εξαίρεση της τρίτης περίπτωσης.

Άρθρο 9

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοείται ως:

α) γάλα: το προϊόν που προέρχεται από το άρμεγμα μιας ή περισσοτέρων αγελάδων 7

β) άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα: ιδίως η κρέμα γάλακτος, το βούτυρο και τα τυριά 7

γ) παραγωγός: κάτοχος γεωργικής εκμετάλλευσης, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ομάδα φυσικών ή νομικών προσώπων, η εκμετάλλευση των οποίων βρίσκεται στο γεωγραφικό έδαφος της Κοινότητας :

- που πωλεί γάλα ή άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα απευθείας στον καταναλωτή,

- ή/και που παραδίδει στον αγοραστή 7

δ) εκμετάλλευση: το σύνολο των μονάδων παραγωγής τις οποίες διαχείριζεται ο παραγωγός και οι οποίες βρίσκονται στο γεωγραφικό έδαφος της Κοινότητας 7

ε) αγοραστής: η επιχείρηση ή η ένωση που αγοράζει γάλα ή άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα από τον παραγωγό:

- για να τα επεξεργαστεί ή να τα μεταποιήσει,

- για να τα παραχωρίσει σε μία ή περισσότερες επιχειρήσεις οι οποίες επεξεργάζονται ή μεταποιούν το γάλα ή τα άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα.

Ωστόσο, νοείται ως αγοραστής μια ομάδα αγοραστών, εγκατεστημένων στην ίδια γεωγραφική περιοχή, η οποία διενεργεί για λογαριασμό των μελών της εργασίες διοικητικής και λογιστικής φύσεως που είναι αναγκαίες για την καταβολή της εισφοράς. Για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, η Ελλάδα θεωρείται ως ενιαία γεωγραφική ζώνη και μπορεί να εξομοιώσει ένα δημόσιο οργανισμό με την ανωτέρω ομάδα αγοραστών 7

στ) επιχείρηση που επεξεργάζεται ή μεταποιεί γάλα ή άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα: η επιχείρηση ή η ομάδα που ασχολείται με τη συγκέντρωση, συσκευασία, αποθήκευση και ψύξη του γάλακτος, καθώς και τη μεταποίηση του γάλακτος ή περιορίζει τις γαλακτοκομικές της δραστηριότητες σε μία από τις παραπάνω πράξεις 7

ζ) παράδοση: κάθε παράδοση γάλακτος ή άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων, η μεταφορά της οποίας εξασφαλίζεται από τον παραγωγό ή από τον αγοραστή ή από την επιχείρηση που επεξεργάζεται ή μεταποιεί τα προϊόντα αυτά ή από έναν τρίτο 7

η) γάλα ή ισοδύναμο γάλακτος που πωλούνται απευθείας στην κατανάλωση: το γάλα ή τα μεταποιημένα σε ισοδύναμο γάλακτος γαλακτοκομικά προϊόντα, τα οποία πωλούνται ή διατίθενται δωρεάν δίχως τη μεσολάβηση επιχείρησης επεξεργασίας ή μεταποίησης του γάλακτος ή άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων.

Άρθρο 10

Η εισφορά θεωρείται ότι αποτελεί μέρος των παρεμβάσεων, που προορίζονται για τη σταθεροποίηση των γεωργικών αγορών, και διατίθεται για τη χρηματοδότηση των δαπανών του γαλακτοκομικού τομέα.

Άρθρο 11

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και ιδίως τα χαρακτηριστικά του γάλακτος, μεταξύ των οποίων η περιεκτικότητα σε λιπαρά, που θεωρούνται αντιπροσωπευτικά προκειμένου να καθορισθούν οι ποσότητες γάλακτος που παραδίδονται ή αγοράζονται, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68 (1).

Άρθρο 12

Καταργούνται οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 857/84 και (ΕΟΚ) αριθ. 2074/92.

Άρθρο 13

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται από την 1η Απριλίου 1993.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Δεκεμβρίου 1992.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. GUMMER

(1) ΕΕ αριθ. C 337 της 31. 12. 1991, σ. 35.

(2) ΕΕ αριθ. C 94 της 13. 4. 1992, σ. 101.

(3) ΕΕ αριθ. L 90 της 1. 4. 1984, σ. 10.

(4) ΕΕ αριθ. L 215 της 30. 7. 1992, σ. 69.

(5) ΕΕ αριθ. L 90 της 1. 4. 1984, σ. 13. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 817/92 (ΕΕ αριθ. L 86 της 1. 4. 1992, σ. 85).

(1) ΕΕ αριθ. L 148 της 28. 6. 1968, σ. 13. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2071/92 (ΕΕ αριθ. L 215 της 30. 7. 1992, σ. 64).

Top