EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31990D0450

90/450/ΕΟΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Ιουλίου 1990 για τη σύσταση ισομερούς επιτροπής τηλεπικοινωνιών

ΕΕ L 230 της 24.8.1990, p. 25–27 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 01/01/1999; καταργήθηκε από 398D0500

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1990/450/oj

31990D0450

90/450/ΕΟΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Ιουλίου 1990 για τη σύσταση ισομερούς επιτροπής τηλεπικοινωνιών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 230 της 24/08/1990 σ. 0025 - 0027
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 19 σ. 0243
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 19 σ. 0243


*****

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 30ής Ιουλίου 1990

για τη σύσταση ισομερούς επιτροπής τηλεπικοινωνιών

(90/450/ΕΟΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

Εκτιμώντας:

ότι οι αρχηγοί κρατών ή κυβερνήσεων στη δήλωσή τους της 21ης Οκτωβρίου 1972 ανέφεραν ότι ο πρώτος στόχος της οικονομικής ανάπτυξης θα έπρεπε να είναι η μείωση των ανισοτήτων όσον αφορά τις συνθήκες διαβίωσης και ότι ο στόχος αυτός θα έπρεπε να εκφραστεί με τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής και την ανύψωση του βιοτικού επιπέδου·

ότι, στο πλαίσιο αυτό, θεώρησαν απαραίτητο να συμμετέχουν τόσο οι εργοδότες όσο και οι εργαζόμενοι ολοένα και περισσότερο στις οικονομικές και κοινωνικές αποφάσεις της Κοινότητας·

ότι μεταξύ των ενεργειών προτεραιότητας που περιέχονται στο « πρόγραμμα κοινωνικής δράσης» της Κοινότητας, η Επιτροπή πρότεινε να προωθηθεί σε κοινοτικό επίπεδο ο διάλογος και η συνεργασία μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων·

ότι το Συμβούλιο στο ψήφισμά του της 21ης Ιανουαρίου 1974 περί προγράμματος κοινωνικής δράσης (1) θεώρησε την αυξανόμενη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στις οικουμενικές και κοινωνικές αποφάσεις της Κοινότητας ως ένα από τα μέτρα προτεραιότητας που έπρεπε να ληφθούν·

ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 13ης Ιουνίου 1972 (2) ανέφερε ότι η συμμετοχή των εργοδοτών και εργαζομένων στη διατύπωση της κοινωνικής πολιτικής της Κοινότητας πρέπει να επιτευχθεί κατά το πρώτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης·

ότι η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή στη γνώμη της της 24ης Νοεμβρίου 1971 διατύπωσε παρόμοια άποψη·

ότι το Συμβούλιο στα συμπεράσματά του της 22ας Ιουνίου 1984 σχετικά με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα κοινωνικής δράσης της Κοινότητας (3), τόνισε ότι ο ευρωπαϊκός κοινωνικός διαλογος πρέπει να ενισχυθεί και οι διαδικασίες του πρέπει να προσαρμοστούν ώστε οι κοινωνικοί εταίροι να συμμετέχουν αποτελεσματικότερα στις οικονομικές και κοινωνικές αποφάσεις της Κοινότητας·

ότι η κατάσταση στα διάφορα κράτη δείχνει σαφώς ότι είναι αναγκαίο να συμμετέχουν ενεργά οι κοινωνικοί εταίροι του τομέα των τηλεπικοινωνιών στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας· ότι η σύσταση ισομερούς επιτροπής συνδεδεμένης με την Επιτροπή αποτελεί το καταλληλότερο μέσο για να διασφαλιστεί η συμμετοχή αυτή διότι δημιουργεί σε κοινοτικό επίπεδο, ένα αντιπροσωπευτικό όργανο για τα σχετικά κοινωνικά και οικονομικά συμφέροντα·

ότι στο πράσινο βιβλίο του 1987 σχετικά με την «Ανάπτυξη της Κοινής Αγοράς των υπηρεσιών και του εξοπλισμού στον τομέα των τηλεπικοινωνιών» καθώς και στο ψήφισμα του Συμβουλίου και τα σχόλια της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής που ακολούθησαν για το εν λόγω πράσινο βιβλίο, αναγνωρίζεται η σημασία του διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων για τη διευκόλυνση της ομαλής και επιτυχούς εισαγωγής των νέων τεχνολογιών,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Συνίσταται ισομερής επιτροπή τηλεπικοινωνιών που καλείται στο εξής «η επιτροπή».

Άρθρο 2

Η επιτροπή επικουρεί την Επιτροπή κατά τη διατύπωση και εφαρμογή της κοινοτικής πολιτικής που αποβλέπει:

- στη βελτίωση της οικονομικής και ανταγωνιστικής θέσης του τομέα τηλεπικοινωνιών της Κοινότητας,

- στη βελτίωση και εναρμόνιση των όρων διαβίωσης και εργασίας του τομέα τηλεπικοινωνιών στο πλαίσιο των σχετικών άρθρων της συνθήκης.

Άρθρο 3

1. Προκειμένου να επιτύχει το στόχο που ορίζεται στο άρθρο 2, η επιτροπή:

α) διατυπώνει γνώμες ή υποβάλλει εκθέσεις στην Επιτροπή, είτε μετά από αίτηση της τελευταίας είτε με δική της πρωτοβουλία·

και

β) σχετικά με τον τομέα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα των ενώσεων των εργοδοτών και των εργαζομένων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3:

- προωθεί το διάλογο και τη συνεργασία μεταξύ των ενώσεων αυτών,

- φροντίζει για την εκπόνηση μελετών,

- συμμετέχει σε συμπόσια και σεμινάρια.

2. Η Επιτροπή ενημερώνει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για τις δραστηριότητές της,

3. Η Επιτροπή, όταν ζητά γνώμη ή έκθεση από την επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α), μπορεί να ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει να παρέχεται η γνώμη ή η έκθεση.

Άρθρο 4

1. Η επιτροπή απαρτίζεται από 50 μέλη.

2. Οι έδρες κατανέμονται ως εξής:

α) 25 στους εκπροσώπους των εργοδοτών·

β) 25 στους εκπροσώπους των εργαζομένων.

3. Τα μέλη της επιτροπής διορίζονται από την Επιτροπή ως εξής:

α) 44 μετά από πρόταση των ακόλουθων οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων:

- Internationale du personnel des postes, telegraphes et telephone (IPTT) και Federation europeenne du personnel des services des publics: 22 μέλη,

- από τις αρχές των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για τον τομέα: 22 μέλη·

β) έξι, απευθείας από την Επιτροπή, ύστερα από διαβούλευση με τις οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο α), από τις πλέον αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων που είναι ενδεχομένως άλλες από αυτές που αναφέρονται στο στοιχείο α).

Άρθρο 5

1. Για κάθε μέλος της επιτροπής ορίζεται αναπληρωματικό μέλος σύμφωνα με τους ίδιους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9, το αναπληρωματικό μέλος παρίσταται στις συνεδριάσεις της επιτροπής ή ομάδας εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 9, ή συμμετέχει στις εργασίες μόνο σε περίπτωση κωλύματος του τακτικού μέλους που αναπληρώνει.

Άρθρο 6

1. Η διάρκεια της θητείας των τακτικών και αναπληρωματικών μελών της επιτροπής είναι τέσσερα έτη και είναι ανανεώσιμη.

2. Τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη των οποίων έχει λήξει η θητεία εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι την αντικατάστασή τους ή την ανανέωση της θητείας τους.

3. Η θητεία τακτικού ή αναπληρωματικού μέλους λήγει πριν την παρέλευση της περιόδου των τεσσάρων ετών λόγω παραίτησης ή θανάτου ή αν η οργάνωση που διόρισε το μέλος αυτό ζητήσει την αντικατάστασή του. Το μέλος αυτό αντικαθίσταται για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

4. Για τα καθήκοντα που ασκούνται δεν καταβάλλεται αμοιβή.

Άρθρο 7

1. Η επιτροπή εκλέγει, με πλειοψηφία δύο τρίτων των παρόντων μελών, από τα μέλη της έναν πρόεδρο και έναν αντιπρόεδρο των οποίων η θητεία είναι διετής. Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος επιλέγονται διαδοχικά μεταξύ των εκπροσώπων μιας από τις δύο ομάδες οργανώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

2. α) ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος του οποίου έληξε η θητεία εξακολουθεί να ασκεί καθήκοντα μέχρι την αντικατάστασή του·

β) αν ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος παύσει να ασκεί καθήκοντα πριν από τη λήξη της θητείας του αντικαθίσταται για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στην παράγραφο 1 μετά από πρόταση της ομάδας στην οποία ανήκει η ένωσή του.

Άρθρο 8

Η επιτροπή δημιουργεί προεδρείο που αποτελείται από τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο και δύο εκπροσώπους της ομάδας των εργοδοτών και της ομάδας των εργαζομένων για τον προγραμματισμό και συντονισμό των εργασιών της. Το προεδρείο μπορεί να καλεί τους εισηγητές οποιασδήποτε από τις ομάδες εργασίας που προβλέπονται στο άρθρο 9 για να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις.

Άρθρο 9

Η επιτροπή μπορεί:

α) να συνιστά ad hoc ή μόνιμες ομάδες εργασίας για να διευκολύνει τις εργασίες της. Μπορεί να επιτρέπει σ' ένα μέλος να αντικαθίσταται σε μια ομάδα εργασίας από άλλο εκπρόσωπο της οργάνωσής του, που αναφέρεται ονομαστικά· ο εκπρόσωπος θα έχει τα ίδια δικαιώματα κατά τις συνεδριάσεις της ομάδας εργασίας με το μέλος που αντικαθιστά·

β) να προτείνει στην Επιτροπή να καλεί εμπειρογνώμονες για να επικουρούν σε συγκεκριμένες εργασίες.

Η ομάδα των εργοδοτών ή εργαζομένων μπορεί να ζητεί να συμμετέχει ως εμπειρογνώμονας στις συνεδριάσεις της επιτροπής οποιοδήποτε πρόσωπο έχει ειδικές γνώσεις σε ένα συγκεκριμένο θέμα της ημερήσιας διάταξης. Ο εμπειρογνώμονας συμμετέχει μόνο στη συζήτηση του συγκεκριμένου θέματος για το οποίο ζητείται η παρουσία του.

Άρθρο 10

Η επιτροπή συγκαλείται με πρόσκληση της γραμματείας της, αφού αυτό ζητηθεί από την Επιτροπή, το προεδρείο ή το ένα τρίτο των μελών της. Στην τελευταία περίπτωση συγκαλείται εντός προθεσμίας 30 ημερών.

Άρθρο 11

1. Η γνώμη της επιτροπής είναι έγκυρη μόνο όταν στη συνεδρίασή της παρευρίσκονται τα δύο τρίτα των τακτικών ή αναπληρωματικών μελών.

2. Η επιτροπή υποβάλλει τις γνώμες ή τις εκθέσεις της στην Επιτροπή. Αν για μια γνώμη ή έκθεση δεν υπάρχει ομοφωνία, η επιτροπή διαβιβάζει στην Επιτροπή τις αποκλίνουσες απόψεις που εκφράστηκαν. Άρθρο 12

1. Η γραμματεία της επιτροπής του προεδρείου και των ομάδων εργασίας εξασφαλίζεται από την Επιτροπή.

2. Η Επιτροπή εξασφαλίζει τη συμμετοχή σε όλες τις συνεδριάσεις της επιτροπής του προεδρείου και των ομάδων εργασίας εκπροσώπων της του κατάλληλου βαθμού από τις σχετικές υπηρεσίες.

3. Ένας εκπρόσωπος της γραμματείας κάθε ομάδας που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 μπορεί να συμμετέχει ενδεχομένως στις συνεδριάσεις της επιτροπής ως παρατηρητής.

4. Η Επιτροπή, αφού ακούσει τις απόψεις της επιτροπής μπορεί να ζητήσει από άλλες οργανώσεις, εκτός από αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, να συμμετέχουν ως παρατηρητές στις εργασίες της επιτροπής.

Άρθρο 13

Αν η Επιτροπή πληροφορήσει την επιτροπή ότι η ζητούμενη γνώμη αφορά θέμα με εμπιστευτικό χαρακτήρα τα μέλη της επιτροπής υποχρεούνται με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 214 της συνθήκης ΕΟΚ, να μη διαδίδουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν κατά τις εργασίες της επιτροπής, των ομάδων εργασίας ή του προεδρείου.

Άρθρο 14

Η Επιτροπή, αφού ακούσει τις απόψεις της επιτροπής μπορεί να αναθεωρήσει τη παρούσα απόφαση σε συνάρτηση με την εμπειρία που θα έχει αποκτηθεί.

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να εφαρμόζεται την 1η Αυγούστου 1990.

Βρυξέλλες, 30 Ιουλίου 1990.

Για την Επιτροπή

Βάσω ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. C 13 της 12. 2. 1974, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. C 70 της 1. 7. 1972, σ. 11.

(3) ΕΕ αριθ. C 175 της 4. 7. 1984, σ. 1.

Top