EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 22001A0403(01)

Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και τους Βασιλείου της Νορβηγίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία - Δηλώσεις

ΕΕ L 93 της 3.4.2001, p. 40–47 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/agree_internation/2001/258/oj

Related Council decision

22001A0403(01)

Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και τους Βασιλείου της Νορβηγίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία - Δηλώσεις

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 093 της 03/04/2001 σ. 0040 - 0047


Συμφωνία

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και τους Βασιλείου της Νορβηγίας

για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ,

και

η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΙΣΛΑΝΔΙΑΣ,

και

το ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑΣ,

στο εξής αποκαλούμενες "τα συμβαλλόμενα μέρη",

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν συνάψει τη σύμβαση του Δουβλίνου περί καθορισμού του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου η οποία υποβάλλεται σε ένα από τα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(1), η οποία υπεγράφη στο Δουβλίνο στις 15 Ιουνίου 1990 (στο εξής αποκαλούμενη "σύμβαση του Δουβλίνου"),

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ ότι το άρθρο 7 της συμφωνίας της 18ης Μαΐου 1999 που συνήφθη από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής αποκαλούμενο "Συμβούλιο"), τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με τη θέση σε εφαρμογή, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν(2), επιβάλλει την επίτευξη διακανονισμού σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης ασύλου υποβληθείσας σε οποιοδήποτε κράτος μέλος ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι είναι, ως εκ τούτου, ενδεδειγμένο η παρούσα συμφωνία να ενσωματώσει τις διατάξεις της σύμβασης του Δουβλίνου και τις σχετικές διατάξεις που έχουν ήδη θεσπιστεί από την επιτροπή που συστήθηκε με το άρθρο 18 αυτής της σύμβασης, υπό την επιφύλαξη των σχέσεων που εγκαθιδρύονται από τη σύμβαση του Δουβλίνου μεταξύ των συμβαλλομένων μερών της εν λόγω σύμβασης,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών(3) (στο εξής αποκαλούμενη "οδηγία προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα") πρέπει να εφαρμόζεται από την Ισλανδία και τη Νορβηγία όπως εφαρμόζεται από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όταν επεξεργάζονται δεδομένα για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ, εντούτοις, ότι οι διατάξεις που ενσωματώνονται στην παρούσα συμφωνία πρέπει, όπου χρειάζεται, να προσαρμοστούν ώστε να ληφθεί υπόψη η θέση της Ισλανδίας και της Νορβηγίας ως μη κρατών μελών,

ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΟΙ ότι είναι απαραίτητο να συμπεριληφθεί στην παρούσα συμφωνία μηχανισμός που να προβλέπει τη συνοχή με την ανάπτυξη του κοινοτικού κεκτημένου, ειδικότερα σε σχέση με τα θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 63 σημείο 1 στοιχείο α) της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΟΙ ότι είναι απαραίτητο να διοργανωθεί η συνεργασία με τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σε όλα τα επίπεδα σε σχέση με την υλοποίηση, την πρακτική εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη της σύμβασης του Δουβλίνου,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι, γι' αυτό το σκοπό, είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί μια οργανωτική δομή, που να εξασφαλίζει τη συμμετοχή της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας στις δραστηριότητες αυτών των τομέων και να καθιστά δυνατή τη συμμετοχή τους σε αυτές τις δραστηριότητες μέσω επιτροπής,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2725/2000, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του "Eurodac" για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου(4), καθορίζοντας το συμβαλλόμενο μέρος που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης ασύλου σύμφωνα με τη σύμβαση του Δουβλίνου, εφεξής αποκαλούμενος "κανονισμός Eurodac",

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η παρούσα συμφωνία θα πρέπει να επεκταθεί στο θέμα που καλύπτεται από τον κανονισμό Eurodac, με σκοπό την παράλληλη εφαρμογή αυτού του κανονισμού στην Ισλανδία, τη Νορβηγία και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι διατάξεις του τίτλου IV της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των πράξεων που θεσπίστηκαν βάσει αυτού του τίτλου δεν εφαρμόζονται για το Βασίλειο της Δανίας, αλλά ότι η Δανία θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να συμμετάσχει στην παρούσα συμφωνία, εφόσον το επιθυμεί,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Άρθρο 1

1. Οι διατάξεις της σύμβασης του Δουβλίνου, που απαριθμούνται στο μέρος 1 του παραρτήματος της παρούσας συμφωνίας και οι αποφάσεις της επιτροπής που συστήθηκε με το άρθρο 18 της σύμβασης του Δουβλίνου, που απαριθμούνται στο μέρος 2 του εν λόγω παραρτήματος, εφαρμόζονται από την Ισλανδία και τη Νορβηγία και ισχύουν στις μεταξύ τους σχέσεις και στις σχέσεις τους με τα κράτη μέλη, υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 4.

2. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τους κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 4, σε σχέση με την Ισλανδία και τη Νορβηγία.

3. Οι διατάξεις της οδηγίας προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ισχύουν στα κράτη μέλη σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων με σκοπό την υλοποίηση και την εφαρμογή των διατάξεων που ορίζονται στο παράρτημα, τυγχάνουν εφαρμογής και υλοποιούνται mutatis mutandis, από την Ισλανδία και τη Νορβηγία.

4. Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, οι παραπομπές στις διατάξεις που καλύπτονται από το παράρτημα στα "κράτη μέλη", νοούνται ως περιλαμβάνουσες την Ισλανδία και τη Νορβηγία.

5. Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στον κανονισμό Eurodac, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση της Νορβηγίας και της Ισλανδίας, εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σκοπό την παράλληλη εφαρμογή αυτού του κανονισμού στην Ισλανδία, τη Νορβηγία και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Άρθρο 2

1. Κατά την εκπόνηση νέας νομοθεσίας με βάση το άρθρο 63 σημείο 1 στοιχείο α) της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε τομέα ο οποίος καλύπτεται από το αντικείμενο του παραρτήματος της παρούσας συμφωνίας ή από το άρθρο 1 παράγραφος 5, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής αποκαλούμενη "Επιτροπή") ζητεί άτυπα τη γνώμη εμπειρογνωμόνων της Ισλανδίας και της Νορβηγίας κατά τον ίδιο τρόπο που ζητεί τη γνώμη εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών για την εκπόνηση των προτάσεών της.

2. Η Επιτροπή, κατά τη διαβίβαση των προτάσεών της που αφορούν την παρούσα συμφωνία, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, διαβιβάζει αντίγραφα στην Ισλανδία και τη Νορβηγία.

Κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των συμβαλλομένων μερών, μπορεί να υπάρξει προκαταρκτική ανταλλαγή απόψεων στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής που συστήθηκε με το άρθρο 3.

3. Σε σημαντικές στιγμές της φάσης που προηγείται της θέσπισης νομοθεσίας, στο πλαίσιο διαδικασίας συνεχούς ενημέρωσης και διαβούλευσης, τα συμβαλλόμενα μέρη διαβουλεύονται μεταξύ τους, στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής, κατόπιν αιτήσεως ενός εξ αυτών. Μετά τη θέσπιση νομοθεσίας, εφαρμόζεται η διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 7.

4. Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται καλόπιστα κατά τη διάρκεια της φάσης ενημέρωσης και διαβούλευσης με σκοπό να διευκολύνουν, κατά το πέρας της διαδικασίας, τις δραστηριότητες της μεικτής επιτροπής, σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία.

5. Οι αντιπρόσωποι των κυβερνήσεων της Ισλανδίας και της Νορβηγίας έχουν το δικαίωμα να κάνουν υποδείξεις στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής σχετικά με θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

6. Η Επιτροπή εξασφαλίζει στους εμπειρογνώμονες της Νορβηγίας και της Ισλανδίας την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή, ανάλογα με τους σχετικούς τομείς, κατά την προπαρασκευαστική φάση των σχεδίων μέτρων που θα υποβληθούν στη συνέχεια στις επιτροπές που συνεπικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της. Σε σχέση με το συγκεκριμένο θέμα, κατά την κατάρτιση μέτρων, η Επιτροπή συμβουλεύεται τους εμπειρογνώμονες της Ισλανδίας και της Νορβηγίας στην ίδια βάση με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών.

7. Στις περιπτώσεις στις οποίες γίνεται προσφυγή στο Συμβούλιο σύμφωνα με την εφαρμοστέα διαδικασία για το είδος της αφορωμένης επιτροπής, η Επιτροπή διαβιβάζει στο Συμβούλιο τις απόψεις των εμπειρογνωμόνων της Ισλανδίας και της Νορβηγίας.

Άρθρο 3

1. Συνιστάται μεικτή επιτροπή, απαρτιζόμενη από αντιπροσώπους των συμβαλλομένων μερών.

2. Η μεικτή επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της με κοινή συναίνεση.

3. Η μεικτή επιτροπή συνέρχεται με πρωτοβουλία του προέδρου της ή κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των μελών της.

4. Η μεικτή επιτροπή συνέρχεται σε κατάλληλο επίπεδο, ανάλογα με τις ανάγκες, για να εξετάσει την υλοποίηση και την πρακτική εφαρμογή των διατάξεων που καλύπτονται από το παράρτημα, συμπεριλαμβανομένων των νέων πράξεων ή μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 1, που θεσπίζονται από την επιτροπή που συστήθηκε από το άρθρο 18 της σύμβασης του Δουβλίνου και για να ανταλλάξει απόψεις για την επεξεργασία νέας νομοθεσίας βασισμένης στο άρθρο 63 σημείο 1 στοιχείο α) της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία καλύπτει τα θέματα του άρθρου 1 παράγραφος 5 ή του παραρτήματος.

Κάθε ανταλλαγή πληροφοριών σχετική με την παρούσα συμφωνία, θεωρείται ότι εμπίπτει στον τομέα δραστηριότητας της μεικτής επιτροπής.

5. Η προεδρία της μεικτής επιτροπής ασκείται, εναλλακτικά, για περίοδο έξι μηνών, από τον αντιπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και από τον αντιπρόσωπο της κυβέρνησης της Ισλανδίας ή της Νορβηγίας, κατ' αλφαβητική σειρά.

Άρθρο 4

1. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, όταν θεσπίζονται νέες πράξεις ή μέτρα σχετικά με θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 1, από την επιτροπή που συστήθηκε από το άρθρο 18 της σύμβασης του Δουβλίνου, οι εν λόγω πράξεις ή μέτρα εφαρμόζονται ταυτόχρονα τόσο από τα κράτη μέλη όσο και από την Ισλανδία και τη Νορβηγία, εκτός εάν άλλως ρητώς ορίζουν.

2. Η θέσπιση των πράξεων ή μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κοινοποιείται αμελλητί από την Επιτροπή στην Ισλανδία και τη Νορβηγία. Η Ισλανδία και η Νορβηγία αποφασίζουν ανεξάρτητα εάν θα δεχθούν το περιεχόμενό τους και θα το θέσουν σε ισχύ στο πλαίσιο της εσωτερικής έννομης τάξης τους. Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και στην Επιτροπή εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από τη θέσπιση των εν λόγω πράξεων ή μέτρων.

3. Εάν, καθόσον αφορά την Ισλανδία, προαπαιτείται η εκπλήρωση συνταγματικών υποχρεώσεων για να καταστεί δεσμευτικό το περιεχόμενο μιας πράξης ή ενός μέτρου, η Ισλανδία ενημερώνει σχετικά τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και την Επιτροπή κατά το χρόνο της κοινοποίησής τους. Η Ισλανδία ενημερώνει γραπτώς τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και την Επιτροπή αμέσως μόλις εκπληρώσει τις συνταγματικές υποχρεώσεις της, και πράττει τούτο, το συντομότερο δυνατόν, πριν από την καθορισθείσα ημερομηνία έναρξης ισχύος της πράξης ή του μέτρου για την Ισλανδία, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

4. Εάν, καθόσον αφορά τη Νορβηγία, προαπαιτείται η εκπλήρωση συνταγματικών υποχρεώσεων προκειμένου να καταστεί δεσμευτικό το περιεχόμενο μιας πράξης ή ενός μέτρου, η Νορβηγία ενημερώνει σχετικά τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και την Επιτροπή κατά το χρόνο της κοινοποίησής τους. Η Νορβηγία, το αργότερο έξι μήνες από την κοινοποίηση εκ μέρους του αρμοδίου οργάνου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενημερώνει τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και την Επιτροπή γραπτώς για την εκπλήρωση των συνταγματικών υποχρεώσεών της. Από την καθοριζόμενη ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της πράξης ή του μέτρου για τη Νορβηγία μέχρι την κοινοποίηση για την εκπλήρωση των συνταγματικών της υποχρεώσεων, η Νορβηγία εφαρμόζει προσωρινά, στο μέτρο του δυνατού, το περιεχόμενο της εν λόγω πράξης ή μέτρου.

5. Η εκ μέρους της Ισλανδίας και Νορβηγίας αποδοχή των πράξεων και μέτρων της παραγράφου 1, δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις μεταξύ Ισλανδίας και Νορβηγίας, αλλά και μεταξύ Ισλανδίας και Νορβηγίας, αφενός, και των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφετέρου.

6. Στην περίπτωση που:

α) η Ισλανδία ή η Νορβηγία κοινοποιήσει ότι αποφάσισε να μην δεχθεί το περιεχόμενο πράξης ή μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και ως προς το οποίο εφαρμόστηκαν οι διαδικασίες της παρούσας συμφωνίας, ή

β) η Ισλανδία ή η Νορβηγία δεν προβεί σε κοινοποίηση εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών η οποία ορίζεται στην παράγραφο 2, ή

γ) η Ισλανδία δεν προβεί σε κοινοποίηση πριν από την οριζόμενη για την έναρξη ισχύος της πράξης ή του μέτρου ημερομηνία, ή

δ) η Νορβηγία δεν προβεί σε κοινοποίηση εντός της αναφερομένης στην παράγραφο 4 προθεσμίας των έξι μηνών ή δεν προχωρήσει στην προσωρινή εφαρμογή η οποία προβλέπεται στην ίδια παράγραφο από την ημερομηνία την οριζομένη για την έναρξη ισχύος της πράξης ή του μέτρου καθόσον την αφορά,

η παρούσα συμφωνία θεωρείται ότι αναστέλλεται όσον αφορά την Ισλανδία ή τη Νορβηγία, ανάλογα με την περίπτωση.

7. Η μεικτή επιτροπή εξετάζει το ζήτημα που οδήγησε στην αναστολή και αναλαμβάνει να επανορθώσει τις αιτίες της μη αποδοχής ή της μη επικύρωσης εντός προθεσμίας ενενήντα ημερών. Αφού εξετάσει όλες τις άλλες δυνατότητες διατήρησης της ορθής λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να ληφθεί υπόψη ισοδύναμη νομοθεσία, μπορεί να αποφασίζει ομόφωνα να επαναφέρει σε ισχύ την παρούσα συμφωνία. Σε περίπτωση που η παρούσα συμφωνία συνεχίσει να τελεί υπό αναστολή μετά την πάροδο ενενήντα ημερών, η συμφωνία θεωρείται ότι έπαυσε να ισχύει ως προς την Ισλανδία ή τη Νορβηγία, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 5

Καθόσο χρόνο εκκρεμεί η θέση σε ισχύ των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, η οποία αντικαθιστά τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 3 και 4, αν ένα συμβαλλόμενο μέρος αντιμετωπίσει σημαντικές δυσκολίες προκύπτουσες από ουσιαστική μεταβολή των συνθηκών που ίσχυαν κατά τη σύναψη της παρούσας συμφωνίας, αυτό το συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να προσφύγει ενώπιον της μεικτής επιτροπής, που συστήθηκε από το άρθρο 3, έτσι ώστε να μπορέσει να υποβάλει μέτρα στα συμβαλλόμενα μέρη για την εξεύρεση λύσης. Η μεικτή επιτροπή αποφασίζει ομόφωνα για τα μέτρα αυτά. Σε περίπτωση που δε μπορεί να επιτευχθεί ομοφωνία, εφαρμόζεται το άρθρο 8.

Άρθρο 6

1. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος των συμβαλλομένων μερών για όσο το δυνατόν ομοιογενέστερη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1, η μεικτή επιτροπή εξετάζει συνεχώς την εξέλιξη της νομολογίας του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής αποκαλούμενο "Δικαστήριο") αλλά και την εξέλιξη της νομολογίας των αρμόδιων δικαστηρίων της Ισλανδίας και της Νορβηγίας που άπτεται των εν λόγω διατάξεων. Προς το σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να εξασφαλίζουν την αμοιβαία διαβίβαση αυτής της νομολογίας, αμελλητί.

2. Υπό την επιφύλαξη της θέσπισης των αναγκαίων τροποποιήσεων του κανονισμού διαδικασίας του Δικαστηρίου, η Ισλανδία και η Νορβηγία δικαιούνται να υποβάλλουν υπομνήματα ή γραπτές παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, εφόσον δικαστήριο κράτους μέλους έχει υποβάλλει στο Δικαστήριο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως σχετικά με την ερμηνεία διατάξεως που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 και στο άρθρο 2 παράγραφος 1.

Άρθρο 7

1. Η Ισλανδία και η Νορβηγία υποβάλλουν ετησίως στη μεικτή επιτροπή εκθέσεις με αντικείμενο τον τρόπο με τον οποίο οι διοικητικές και δικαστικές αρχές τους εφήρμοσαν και ερμήνευσαν τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, όπως, ενδεχομένως, ερμηνεύθηκαν από το Δικαστήριο.

2. Εάν η μεικτή επιτροπή, εντός δύο μηνών αφότου πληροφορηθεί μια σημαντική διαφορά μεταξύ της νομολογίας του Δικαστηρίου και της νομολογίας των δικαστηρίων της Ισλανδίας ή της Νορβηγίας ή μια σημαντική διαφορά στην εφαρμογή των αναφερομένων στο άρθρο 1 διατάξεων μεταξύ των αρχών των αφορωμένων κρατών μελών και των αρχών της Ισλανδίας ή της Νορβηγίας, δεν κατορθώσει να εξασφαλίσει ενιαία εφαρμογή και ερμηνεία, εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 8.

Άρθρο 8

1. Εάν ανακύψει διαφορά περί της εφαρμογής ή της ερμηνείας της παρούσας συμφωνίας ή δημιουργηθεί η κατάσταση που προβλέπεται στο άρθρο 5 ή στο άρθρο 7 παράγραφος 2, το θέμα εγγράφεται επίσημα ως διαφορά, στην ημερήσια διάταξη της μεικτής επιτροπής.

2. Για την επίλυση της διαφοράς, η μεικτή επιτροπή διαθέτει προθεσμία ενενήντα ημερών από την ημερομηνία έγκρισης της ημερήσιας διάταξης, στην οποία έχει εγγραφεί το θέμα.

3. Εάν η διαφορά δεν μπορέσει να επιλυθεί από τη μεικτή επιτροπή εντός της προθεσμίας των ενενήντα ημερών που προβλέπεται στην παράγραφο 2, η προθεσμία αυτή παρατείνεται εκ νέου κατά ενενήντα ημέρες με σκοπό την οριστική διευθέτηση της διαφοράς. Αν η μεικτή επιτροπή δεν έχει λάβει απόφαση κατά το πέρας αυτής της προθεσμίας, η παρούσα συμφωνία θεωρείται ότι έπαυσε να ισχύει ως προς την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ανάλογα με την περίπτωση, κατά το πέρας της τελευταίας ημέρας αυτής της προθεσμίας.

Άρθρο 9

1. Καθόσον αφορά τα διοικητικά και λειτουργικά έξοδα που έχουν σχέση με την εγκατάσταση και τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας Eurodac, η Ισλανδία και η Νορβηγία συνεισφέρουν στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ετήσιο ποσό ύψους:

- 0,1 % για την Ισλανδία,

- 4,995 % για τη Νορβηγία,

ενός αρχικού ποσού αναφοράς 9575000 ευρώ σε πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων και 5000000 ευρώ σε πιστώσεις πληρωμών και, από το οικονομικό έτος 2002 και εξής, τις αντίστοιχες πιστώσεις του προϋπολογισμού για το σχετικό οικονομικό έτος.

Τα άλλα διοικητικά και λειτουργικά έξοδα που συνδέονται με την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, επιμερίζονται μεταξύ της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, οι οποίες καταβάλλουν στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ετήσιο ποσό σύμφωνα προς το ακαθάριστο εθνικό προϊόν τους σε σχέση με το ακαθάριστο εθνικό προϊόν όλων των συμμετεχόντων κρατών.

2. Η Ισλανδία και η Νορβηγία δικαιούνται να λαμβάνουν έγγραφα που έχουν σχέση με την παρούσα συμφωνία και, κατά τις συνεδριάσεις της μεικτής επιτροπής, να ζητούν διερμηνεία σε μια από τις επίσημες γλώσσες των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την οποία επιλέγουν. Εντούτοις, όλα τα έξοδα μετάφρασης και διερμηνείας από και προς τα ισλανδικά ή τα νορβηγικά επιβαρύνουν την Ισλανδία ή τη Νορβηγία, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 10

Οι εθνικές εποπτικές αρχές προστασίας δεδομένων της Ισλανδίας και της Νορβηγίας και το ανεξάρτητο εποπτικό όργανο που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 286 παράγραφος 2 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, συνεργάζονται, στο βαθμό που είναι απαραίτητος για την εκτέλεση των καθηκόντων τους και ανταλλάσσουν κάθε χρήσιμη πληροφορία. Οι λεπτομέρειες για τη συνεργασία αυτή συμφωνούνται μόλις δημιουργηθεί το εν λόγω όργανο.

Άρθρο 11

1. Η παρούσα συμφωνία επ' ουδενί θίγει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο ή οποιαδήποτε άλλη συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλανδίας ή/και της Νορβηγίας ή μεταξύ του Συμβουλίου ή/και της Ισλανδίας και της Νορβηγίας.

2. Η παρούσα συμφωνία επ' ουδενί επηρεάζει μελλοντικές συμφωνίες που θα συναφθούν με την Ισλανδία ή/και τη Νορβηγία από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

3. Η παρούσα συμφωνία δεν επηρεάζει τη συνεργασία στο πλαίσιο της σκανδιναβικής ένωσης διαβατηρίων, στο βαθμό που η συνεργασία αυτή δεν αντιβαίνει ούτε παρεμβάλλει προσκόμματα στην παρούσα συμφωνία και τις πράξεις ή τα μέτρα που θεσπίζονται βάσει της συμφωνίας αυτής.

Άρθρο 12

Το Βασίλειο της Δανίας μπορεί να ζητήσει να συμμετάσχει στην παρούσα συμφωνία. Οι προϋποθέσεις αυτής της συμμετοχής καθορίζονται από τα συμβαλλόμενα μέρη, με τη συναίνεση του Βασιλείου της Δανίας, σε πρωτόκολλο της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 13

1. Υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 2 έως 5, η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στο έδαφος στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και στην Ισλανδία και τη Νορβηγία.

2. Η παρούσα συμφωνία δεν εφαρμόζεται στο Σβάλμπαρντ (Σπιτσβέργη).

3. Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στο έδαφος του Βασιλείου της Δανίας μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 και στις Νήσους Φερόε και τη Γροιλανδία μόνο κατ' επέκταση της σύμβασης του Δουβλίνου σε αυτά τα εδάφη.

4. Η παρούσα συμφωνία δεν εφαρμόζεται στα Γαλλικά Υπερπόντια Διαμερίσματα.

5. Η παρούσα συμφωνία παράγει αποτελέσματα για το Γιβραλτάρ μόνο με την εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου ή οποιουδήποτε κοινοτικού μέτρου που αντικαθιστά αυτή τη σύμβαση στο Γιβραλτάρ.

Άρθρο 14

1. Η παρούσα συμφωνία υποβάλλεται σε επικύρωση ή έγκριση των συμβαλλομένων μερών. Τα μέσα επικύρωσης ή έγκρισης κατατίθενται στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, η οποία ενεργεί ως θεματοφύλακας.

2. Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την κοινοποίηση από τον θεματοφύλακα στα συμβαλλόμενα μέρη ότι κατετέθη το τελευταίο μέσο επικύρωσης ή έγκρισης.

Άρθρο 15

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να καταγγείλει την παρούσα συμφωνία με γραπτή δήλωση στον θεματοφύλακα. Αυτή η δήλωση παράγει αποτελέσματα έξι μήνες μετά την υποβολή της. Η παρούσα συμφωνία παύει να εφαρμόζεται εάν είτε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα είτε αμφότερες η Ισλανδία και η Νορβηγία την καταγγείλουν.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δέκα εννέα Ιανουαρίου δύο χιλιάδες ένα, σε ένα μοναδικό πρωτότυπο στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική, πορτογαλική, σουηδική, φινλανδική, ισλανδική και νορβηγική γλώσσα, και έκαστο κείμενο είναι εξίσου αυθεντικό. Το πρωτότυπο αυτό παραμένει κατατεθειμένο στα αρχεία της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Por la Comunidad Europea/For Det Europæiske Fællesskab/Für die Europäische Gemeinschaft/Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα/For the European Community/Pour la Communauté européenne/Per la Comunità europea/Voor de Europese Gemeenschap/Pela Comunidade Europeia/Euroopan yhteisön puolesta/På Europeiska gemenskapens vägnar/Fyrir hönd Evrópubandalagsins/For Det europeiske fellesskap

>PIC FILE= "L_2001093EL.004401.EPS">

Por la República de Islandia/For Republikken Island/Für die Republik Island/Για τη Δημοκρατία της Ισλανδίας/For the Republic of Iceland/Pour la République d'Islande/Per la Repubblica d'Islanda/Voor de Republiek IJsland/Pela República da Islândia/Islannin tasavallan puolesta/På Republiken Islands vägnar/Fyrir hönd Lýðveldisins Íslands/For Republikken Island

>PIC FILE= "L_2001093EL.004402.EPS">

Por el Reino de Noruega/For Kongeriget Norge/Für das Königreich Norwegen/Για το Βασίλειο της Νορβηγίας/For the Kingdom of Norway/Pour le Royaume de Norvège/Per il Regno di Norvegia/Voor het Koninkrijk Noorwegen/Pelo Reino da Noruega/Norjan kuningaskunnan puolesta/På Konungariket Norges vägnar/Fyrir hönd Konungsríkisins Noregs/For Kongeriket Norge

>PIC FILE= "L_2001093EL.004501.EPS">

(1) ΕΕ C 254 της 19.8.1997, σ. 1.

(2) ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(3) ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(4) ΕΕ L 316 της 15.12.2000, σ. 1.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΔΟΥΒΛΙΝΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΣΥΣΤΑΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 18 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΟΥ ΔΟΥΒΛΙΝΟΥ

Μέρος 1: Σύμβαση του Δουβλίνου

Όλες οι διατάξεις της σύμβασης, που υπεγράφη στο Δουβλίνο στις 15 Ιουνίου 1990, για τον καθορισμό του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε ένα από τα κράτη μέλη, εξαιρουμένων των άρθρων 16 έως 22.

Μέρος 2: Αποφάσεις της επιτροπής η οποία συστάθηκε από το άρθρο 18 της σύμβασης του Δουβλίνου

Απόφαση αριθ. 1/97, της 9ης Σεπτεμβρίου 1997, της επιτροπής η οποία συστάθηκε από το άρθρο 18 της σύμβασης του Δουβλίνου της 15ης Ιουνίου 1990, σχετικά με ορισμένες διατάξεις για την εφαρμογή της σύμβασης.

Απόφαση αριθ. 1/98, της 30ής Ιουνίου 1998, της επιτροπής η οποία συστάθηκε από το άρθρο 18 της σύμβασης του Δουβλίνου της 15ης Ιουνίου 1990, για ορισμένες διατάξεις εφαρμογής της σύμβασης.

Δηλώσεις

ΔΗΛΩΣΗ αριθ. 1

Εν αναμονή της θέσπισης από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα νομοθεσίας η οποία θα αντικαταστήσει τη σύμβαση του Δουβλίνου, τα συμβαλλόμενα μέρη θα πραγματοποιούν συνεδρίαση της μεικτής επιτροπής που συστάθηκε από το άρθρο 3 παράγραφος 1 της συμφωνίας, σε συνδυασμό με οποιαδήποτε συνεδρίαση της επιτροπής που συστάθηκε από το άρθρο 18 της σύμβασης του Δουβλίνου, συμπεριλαμβανομένων των συνεδριάσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, για την προετοιμασία των εργασιών τους.

ΔΗΛΩΣΗ αριθ. 2

Τα συμβαλλόμενα μέρη τονίζουν τη σημασία στενού και ενεργούς διαλόγου μεταξύ όλων αυτών που συμμετέχουν στην εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου και των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της συμφωνίας.

Η Επιτροπή θα καλέσει εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη σε συνεδριάσεις της μεικτής επιτροπής, με σκοπό την ανταλλαγή απόψεων, τηρουμένου του άρθρου 3 παράγραφος 1 της συμφωνίας, με την Ισλανδία και τη Νορβηγία, για όλα τα θέματα που καλύπτονται από τη συμφωνία.

Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν υπό σημείωση την επιθυμία των κρατών μελών να δεχθούν της προαναφερθείσες προσκλήσεις και να συμμετάσχουν σ' αυτές τις ανταλλαγές απόψεων με την Ισλανδία και τη Νορβηγία, για όλα τα θέματα που καλύπτονται από την συμφωνία.

ΔΗΛΩΣΗ αριθ. 3

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι ο εσωτερικός κανονισμός της μεικτής επιτροπής που συστήθηκε με το άρθρο 3 της συμφωνίας θα ορίζει ότι οι κανόνες των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης από όπου προέρχονται τα έγγραφα όσον αφορά τα μέτρα για την προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών που ισχύουν για τα όργανα αυτά εφαρμόζονται εξίσου για την προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών που χρησιμοποιούνται από τη μεικτή επιτροπή.

ΔΗΛΩΣΗ αριθ. 4

Στο πλαίσιο της συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι οι αρχές που διέπουν την ανταλλαγή επιστολών που προσαρτώνται στη συμφωνία της 18ης Μαΐου 1999 ισχύουν για τις επιτροπές που συνεπικουρούν την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά την άσκηση των εκτελεστικών της καθηκόντων.

ΔΗΛΩΣΗ αριθ. 5

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι η απόφαση αριθ. 1/2000, της 31ης Οκτωβρίου 2000, της επιτροπής που συστάθηκε με το άρθρο 18 της σύμβασης του Δουβλίνου της 15ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τη μεταβίβαση της ευθύνης για την εξέταση των αιτήσεων ασύλου από τα μέλη της οικογένειας, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 και το άρθρο 9 της εν λόγω σύμβασης, θα πρέπει να υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 4 της συμφωνίας αυτής.

Top