EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02010R0904-20210701

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2010, για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (αναδιατύπωση)

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2010/904/2021-07-01

02010R0904 — EL — 01.07.2021 — 004.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 904/2010 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 7ης Οκτωβρίου 2010

για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας

(αναδιατύπωση)

(ΕΕ L 268 της 12.10.2010, σ. 1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 517/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Μαΐου 2013

  L 158

1

10.6.2013

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2454 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 2017

  L 348

1

29.12.2017

►M3

Τροποποιείται από: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2018/1541 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2018

  L 259

1

16.10.2018

►M4

Τροποποιείται από: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/1108 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Ιουλίου 2020

  L 244

1

29.7.2020

►M5

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2018/1541 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2018

  L 259

1

16.10.2018

►M6

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1909 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 4ης Δεκεμβρίου 2018

  L 311

1

7.12.2018


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 125, 22.5.2018, σ.  15 (2017/2454)

►C2

Διορθωτικό, ΕΕ L 196, 24.7.2019, σ.  17 (2017/2454)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 904/2010 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 7ης Οκτωβρίου 2010

για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας

(αναδιατύπωση)



ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

1.  
Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή της νομοθεσίας για τον ΦΠΑ συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με την Επιτροπή προκειμένου να εξασφαλίσουν την τήρηση της νομοθεσίας αυτής.

Για το σκοπό αυτό, καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες που επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν μεταξύ τους όλες τις πληροφορίες που επιτρέπουν την ορθή εφαρμογή του ΦΠΑ, να ελέγχουν την ορθή εφαρμογή του ΦΠΑ, ιδίως επί των ενδοκοινοτικών συναλλαγών, και να καταπολεμούν την απάτη στον τομέα του ΦΠΑ. Στον παρόντα κανονισμό καθορίζονται, μεταξύ άλλων, οι κανόνες και οι διαδικασίες που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να συλλέγουν και να ανταλλάσσουν ηλεκτρονικώς τις εν λόγω πληροφορίες.

2.  
Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συμβάλλουν στην προστασία των εσόδων ΦΠΑ του συνόλου των κρατών μελών.
3.  
Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή στα κράτη μέλη των κανόνων αμοιβαίας συνδρομής επί ποινικών θεμάτων.

▼M2

4.  
Στον παρόντα κανονισμό προβλέπονται επίσης κανόνες και διαδικασίες για την ανταλλαγή με ηλεκτρονικά μέσα πληροφοριών για τον ΦΠΑ σχετικά με αγαθά και υπηρεσίες που παρέχονται σύμφωνα με τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στον τίτλο XII κεφάλαιο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, καθώς επίσης για κάθε επακόλουθη ανταλλαγή πληροφοριών και, όσον αφορά τα αγαθά και τις υπηρεσίες που καλύπτονται από τα εν λόγω ειδικά καθεστώτα, για τη μεταφορά χρημάτων μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

▼B

Άρθρο 2

1.  

Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

α)

«κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης» : η υπηρεσία που έχει ορισθεί βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 με κύρια αρμοδιότητα τις επαφές με άλλα κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας·

β)

«υπηρεσία διασύνδεσης» : κάθε υπηρεσία εκτός της κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης, η οποία έχει ορισθεί ως τέτοια από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 για να ανταλλάσσει απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού·

γ)

«αρμόδιος υπάλληλος» : κάθε υπάλληλος που μπορεί να ανταλλάσσει απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού για τις οποίες έχει εξουσιοδοτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3·

δ)

«αιτούσα αρχή» : η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, μια υπηρεσία διασύνδεσης ή κάθε αρμόδιος υπάλληλος ενός κράτους μέλους που διατυπώνει αίτηση συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής·

ε)

«αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση» : η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, μια υπηρεσία διασύνδεσης ή κάθε αρμόδιος υπάλληλος ενός κράτους μέλους που λαμβάνει αίτηση συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής·

στ)

«ενδοκοινοτικές συναλλαγές» : η ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών·

ζ)

«ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών» : η παράδοση αγαθών η οποία πρέπει να δηλώνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 262 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

η)

«ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών» : η παροχή υπηρεσιών η οποία πρέπει να δηλώνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 262 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

θ)

«ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών» : η απόκτηση, σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, του δικαιώματος διάθεσης ως κυρίου επί κινητών ενσώματων αγαθών·

ι)

«αριθμός μητρώου ΦΠΑ» : ο αριθμός που προβλέπεται στα άρθρα 214, 215 και 216 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

ια)

«διοικητική έρευνα» : όλοι οι έλεγχοι, οι επαληθεύσεις και οι άλλες ενέργειες που διεξάγονται από τα κράτη μέλη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της νομοθεσίας για τον ΦΠΑ·

ιβ)

«αυτόματη ανταλλαγή» : η συστηματική, χωρίς προηγούμενη αίτηση, ανακοίνωση προκαθορισμένων πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος·

ιγ)

«αυθόρμητη ανταλλαγή» : η μη συστηματική κοινοποίηση πληροφοριών, ανά πάσα στιγμή και χωρίς προηγούμενο αίτημα, σε άλλο κράτος μέλος·

ιδ)

«πρόσωπο» :

i) 

φυσικό πρόσωπο,

ii) 

νομικό πρόσωπο,

iii) 

εφόσον προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, ένωση προσώπων στην οποία αναγνωρίζεται δικαιοπρακτική ικανότητα, χωρίς όμως να έχει το νομικό καθεστώς νομικού προσώπου, ή

iv) 

κάθε άλλο νομικό μόρφωμα οιουδήποτε χαρακτήρα και μορφής, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που διαπράττει συναλλαγές που υπόκεινται σε ΦΠΑ,

ιε)

«αυτόματη πρόσβαση» : δυνατότητα πρόσβασης χωρίς καθυστέρηση σε ηλεκτρονικό σύστημα, με σκοπό την αναζήτηση ορισμένων πληροφοριών που εμπεριέχονται σε αυτό·

ιστ)

«με ηλεκτρονικά μέσα» : η χρήση ηλεκτρονικού εξοπλισμού επεξεργασίας (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και αποθήκευσης δεδομένων και η χρησιμοποίηση καλωδιακής ή ασύρματης σύνδεσης, οπτικών μέσων ή άλλων ηλεκτρομαγνητικών μέσων·

ιζ)

«δίκτυο CCN/CSI» : η κοινή πλατφόρμα που βασίζεται στο κοινό δίκτυο επικοινωνιών (στο εξής «CCN») και στην κοινή διεπαφή συστημάτων (στο εξής «CSI»), η οποία έχει αναπτυχθεί από την Ένωση για την εξασφάλιση όλων των διαβιβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των αρμόδιων τελωνειακών και φορολογικών αρχών·

ιη)

«ταυτόχρονος έλεγχος» : ο συντονισμένος έλεγχος της φορολογικής κατάστασης ενός ή περισσότερων υποκείμενων στον φόρο που συνδέονται μεταξύ τους, ο οποίος οργανώνεται από δύο τουλάχιστον συμμετέχοντα κράτη μέλη, τα οποία έχουν κοινά ή συμπληρωματικά συμφέροντα.

▼M2

2.  
Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στα άρθρα 358, 358α, 369α και 369ιβ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ για τους σκοπούς καθενός ειδικού καθεστώτος ισχύουν επίσης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

▼B

Άρθρο 3

Οι αρμόδιες αρχές είναι οι αρχές στο όνομα των οποίων εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός είτε άμεσα είτε με μεταβίβαση αρμοδιοτήτων.

Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Επιτροπή έως την 1η Δεκεμβρίου 2010 τις αρμόδιες αρχές του για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και στη συνέχεια ενημερώνει την Επιτροπή χωρίς καθυστέρηση για κάθε σχετική αλλαγή.

▼M1

Η Κροατία γνωστοποιεί στην Επιτροπή έως την 1η Ιουλίου 2013 την αρμόδια αρχή της για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και την ενημερώνει για τις επακόλουθες αλλαγές κατά τα αναφερόμενα στο δεύτερο εδάφιο.

▼B

Η Επιτροπή διαθέτει στα κράτη μέλη κατάλογο όλων των αρχών και δημοσιεύει αυτές τις πληροφορίες στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

1.  
Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία μοναδική κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης την οποία εξουσιοδοτεί να αναλάβει την κύρια ευθύνη για τις επαφές με τα λοιπά κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης μπορεί επίσης να ορισθεί υπεύθυνη για τις επαφές με την Επιτροπή.
2.  
Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους μπορεί να ορίζει τις υπηρεσίες διασύνδεσης. Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει τον κατάλογο των εν λόγω υπηρεσιών και να τον θέτει στη διάθεση των κεντρικών υπηρεσιών διασύνδεσης των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών.
3.  
Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους μπορεί επιπλέον να ορίζει, υπό τις προϋποθέσεις που η ίδια καθορίζει, τους αρμόδιους υπαλλήλους που μπορούν να ανταλλάσσουν απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν ενεργεί με τον τρόπο αυτό, δύναται να περιορίζει την εμβέλεια της εν λόγω ανάθεσης εξουσιών. Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης είναι υπεύθυνη για την ενημέρωση του εν λόγω καταλόγου υπαλλήλων και για την κοινοποίησή του στις κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών.
4.  
Οι υπάλληλοι που ανταλλάσσουν πληροφορίες δυνάμει των άρθρων 28, 29 και 30 θεωρούνται, σε κάθε περίπτωση, ως οι αρμόδιοι για το σκοπό αυτό υπάλληλοι, τηρουμένων των προϋποθέσεων που ορίζουν οι αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 5

Όταν μια υπηρεσία διασύνδεσης, ή ένας αρμόδιος υπάλληλος, αποστέλλει ή παραλαμβάνει αίτηση ή απάντηση σε αίτηση συνδρομής, ενημερώνει την κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους της, σύμφωνα με τους όρους που αυτή έχει ορίσει.

Άρθρο 6

Όταν μια υπηρεσία διασύνδεσης, ή ένας αρμόδιος υπάλληλος, παραλαμβάνει αίτηση συνδρομής που συνεπάγεται δράση εκτός του εδαφικού ή του επιχειρησιακού χώρου τους, διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση την αίτηση αυτή στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους της και ενημερώνει σχετικά την αιτούσα αρχή. Στην περίπτωση αυτή, το χρονικό διάστημα που προβλέπεται από το άρθρο 10 άρχεται από την επόμενη ημέρα της διαβίβασης της αίτησης συνδρομής στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΕΩΣ



ΤΜΗΜΑ 1

Αίτηση για παροχή πληροφοριών και για διοικητικές έρευνες

Άρθρο 7

1.  
Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ανακοινώνει τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 1, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν μία ή περισσότερες συγκεκριμένες περιπτώσεις.
2.  
Χάριν της διαβίβασης των πληροφοριών που αναφέρει η παράγραφος 1, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση προβαίνει, εάν συντρέχει λόγος, στις αναγκαίες διοικητικές έρευνες για να αποκτήσει τις πληροφορίες αυτές.

▼M3 M5 —————

▼M3 M5

4.  
Η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένη αίτηση για συγκεκριμένη διοικητική έρευνα. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση διεξάγει τη διοικητική έρευνα σε διαβούλευση με την αιτούσα αρχή, εφόσον απαιτείται. Εάν η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση φρονεί ότι δεν απαιτείται διοικητική έρευνα, ενημερώνει αμελλητί την αιτούσα αρχή για τους σχετικούς λόγους.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, διεξαγωγή έρευνας για ποσά που έχει δηλώσει ή που θα έπρεπε να είχε δηλώσει υποκείμενος στον φόρο εγκατεστημένος στο κράτος μέλος της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, τα οποία αφορούν παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών από τον εν λόγω υποκείμενο στον φόρο και τα οποία είναι φορολογητέα στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής, μπορεί να απορριφθεί μόνο για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

α) 

για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 και αξιολογούνται από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση σύμφωνα με δήλωση βέλτιστων πρακτικών σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 54 παράγραφος 1, η οποία θεσπίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2,

β) 

για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 54 παράγραφοι 2, 3 και 4,

γ) 

για τον λόγο ότι η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση είχε ήδη διαβιβάσει στην αιτούσα αρχή πληροφορίες σχετικά με τον ίδιο υποκείμενο στον φόρο, ως αποτέλεσμα διοικητικής έρευνας διεξαχθείσας σε διάστημα μικρότερο της τελευταίας διετίας.

Όταν η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση αρνείται τη διοικητική έρευνα που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο για τους λόγους που παρατίθενται στο στοιχείο α) ή β), γνωστοποιεί εντούτοις στην αιτούσα αρχή τις ημερομηνίες και τα ποσά όλων των σχετικών παραδόσεων και παροχών που πραγματοποίησε ο υποκείμενος στον φόρο στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής κατά την τελευταία διετία.

▼M3 M5

4α.  
Στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές τουλάχιστον δύο κρατών μελών θεωρούν ότι απαιτείται διοικητική έρευνα για τα ποσά που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και υποβάλλουν κοινή αιτιολογημένη αίτηση περιέχουσα ενδείξεις ή αποδείξεις για κινδύνους φοροδιαφυγής ή απάτης όσον αφορά τον ΦΠΑ, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δεν αρνείται να αναλάβει την έρευνα, εκτός εάν συντρέχουν οι λόγοι που προβλέπονται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή στο άρθρο 54 παράγραφος 2, 3 ή 4. Εάν το κράτος μέλος προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση διαθέτει ήδη τις ζητούμενες πληροφορίες, κοινοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες στα αιτούντα κράτη μέλη. Εάν τα αιτούντα κράτη μέλη δεν είναι ικανοποιημένα με τις πληροφορίες που έλαβαν ενημερώνουν το κράτος μέλος προς το οποίο υπέβαλαν την αίτηση να προχωρήσει περαιτέρω με τη διοικητική έρευνα.

Εφόσον το απαιτεί το κράτος μέλος προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από τις αιτούσες αρχές δύνανται να λαμβάνουν μέρος στη διοικητική έρευνα. Η εν λόγω διοικητική έρευνα διεξάγεται από κοινού και διενεργείται υπό τη διεύθυνση και σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Οι υπάλληλοι των αιτουσών αρχών έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα όπως και οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και, εφόσον η νομοθεσία του κράτους μέλους προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση το επιτρέπει για τους υπαλλήλους του, μπορούν να καλούν σε συνέντευξη τους υποκείμενους στον φόρο. Οι υπάλληλοι των αιτουσών αρχών ασκούν τις εξουσίες ελέγχου με μοναδικό σκοπό τη διεξαγωγή της διοικητικής έρευνας.

Όταν το κράτος μέλος προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση δεν έχει ζητήσει υπαλλήλους από τα αιτούντα κράτη μέλη, οι υπάλληλοι οποιουδήποτε από τα αιτούντα κράτη μέλη δύνανται να είναι παρόντες κατά τη διάρκεια της διοικητικής έρευνας, ασκώντας τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 28 παράγραφος 2, στον βαθμό που πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Σε κάθε περίπτωση, οι υπάλληλοι των εν λόγω αιτούντων κρατών μελών δύνανται να είναι παρόντες προς διαβούλευση.

Στην περίπτωση που πρέπει να συμμετάσχουν ή να είναι παρόντες υπάλληλοι από τα αιτούντα κράτη μέλη, η διοικητική έρευνα διεξάγεται μόνον όταν έχει εξασφαλισθεί η εν λόγω συμμετοχή ή παρουσία τους για τους σκοπούς της διοικητικής έρευνας.

▼B

5.  
Για την απόκτηση των επιζητούμενων πληροφοριών ή τη διεξαγωγή της αιτηθείσας διοικητικής έρευνας, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή η διοικητική αρχή προς την οποία η τελευταία παρέπεμψε το θέμα, ενεργεί όπως θα ενεργούσε και για ίδιο λογαριασμό ή κατ’ αίτηση άλλης αρχής του δικού της κράτους μέλους.

Άρθρο 8

Οι αιτήσεις για παροχή πληροφοριών και διεξαγωγή διοικητικών ερευνών βάσει του άρθρου 7 διαβιβάζονται μέσω υποδείγματος εντύπου το οποίο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 58 παράγραφος 2, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 50 ή σε έκτακτες περιπτώσεις κατά τις οποίες η αίτηση περιλαμβάνει τους λόγους για τους οποίους η αιτούσα αρχή θεωρεί ακατάλληλο το τυποποιημένο έντυπο.

Άρθρο 9

1.  
Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτησή της ανακοινώνει κάθε συναφή πληροφορία που αποκτά ή έχει στην κατοχή της, καθώς και τα αποτελέσματα των διοικητικών ερευνών, υπό μορφή εκθέσεων, δηλώσεων ή άλλων εγγράφων ή επικυρωμένων ακριβών αντιγράφων ή αποσπασμάτων τους.
2.  
Η παροχή πρωτότυπων εγγράφων γίνεται μόνον εφόσον οι διατάξεις οι ισχύουσες στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, δεν αντίκεινται σε αυτήν.



ΤΜΗΜΑ 2

Προθεσμία παροχής πληροφοριών

Άρθρο 10

Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει τις πληροφορίες τις οποίες αναφέρουν τα άρθρα 7 και 9, το συντομότερο δυνατόν, και το αργότερο τρεις μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.

Ωστόσο, στην περίπτωση που οι σχετικές πληροφορίες βρίσκονται ήδη στη διάθεση της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, η προθεσμία μειώνεται σε ένα μήνα κατ’ ανώτατο όριο.

Άρθρο 11

Για συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες περιπτώσεων, η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορούν να συμφωνούν μεταξύ τους διαφορετικές προθεσμίες από εκείνες που προβλέπονται από το άρθρο 10.

Άρθρο 12

Σε περίπτωση που η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην αίτηση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, ενημερώνει αμέσως γραπτώς την αιτούσα αρχή για τους λόγους που την εμποδίζουν να τηρήσει την εν λόγω προθεσμία και για το πότε υπολογίζει ότι θα μπορέσει, κατά πάσα πιθανότητα, να ανταποκριθεί στο αίτημα.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΑΙΤΗΣΗ

Άρθρο 13

1.  

Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς προηγούμενη αίτηση, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) 

όταν θεωρείται ότι οι φόροι επιβάλλονται στο κράτος μέλος προορισμού και οι πληροφορίες που παρέχει το κράτος μέλος καταγωγής είναι αναγκαίες για την αποτελεσματικότητα του συστήματος ελέγχου του κράτους μέλους προορισμού,

β) 

όταν ένα κράτος μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι διαπράχθηκε ή ενδέχεται να διαπράχθηκε παραβίαση της νομοθεσίας για τον ΦΠΑ στο άλλο κράτος μέλος,

γ) 

όταν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής φορολογικών εσόδων στο άλλο κράτος μέλος.

2.  
H ανταλλαγή πληροφοριών χωρίς προηγούμενη αίτηση γίνεται είτε αυτόματα, σύμφωνα με το άρθρο 14, είτε αυθόρμητα, σύμφωνα με το άρθρο 15.

▼M3 M5

3.  
Οι πληροφορίες διαβιβάζονται μέσω τυποποιημένων εντύπων εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 50 ή σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου οι σχετικές αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι άλλα ασφαλή μέσα είναι πιο πρόσφορα και συμφωνούν να τα χρησιμοποιήσουν.

Η Επιτροπή εγκρίνει με εκτελεστικές πράξεις τα τυποποιημένα έντυπα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 58 παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 14

1.  

Τα ακόλουθα ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2:

α) 

οι ακριβείς κατηγορίες πληροφοριών που υπόκεινται σε αυτόματη ανταλλαγή·

β) 

η συχνότητα της ανταλλαγής για κάθε κατηγορία πληροφοριών που ανταλλάσσονται αυτόματα, και

γ) 

οι πρακτικές ρυθμίσεις της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών.

Ένα κράτος μέλος μπορεί να μη συμμετέχει στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με μία ή περισσότερες κατηγορίες όταν η συλλογή πληροφοριών με σκοπό αυτήν την ανταλλαγή απαιτεί την επιβολή νέων υποχρεώσεων στους υποκείμενους στο ΦΠΑ για το σκοπό της συγκέντρωσης πληροφοριών ή επιβάλλει δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στο κράτος μέλος.

Τα αποτελέσματα της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών για κάθε κατηγορία επανεξετάζονται μία φορά το χρόνο, από την Επιτροπή του άρθρου 58 παράγραφος 1, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι ο συγκεκριμένος τύπος ανταλλαγής πραγματοποιείται μόνον όταν είναι το αποτελεσματικότερο μέσο ανταλλαγής πληροφοριών.

2.  
Από την 1η Ιανουαρίου 2015, η αρμόδια αρχή εκάστου κράτους μέλους προβαίνει, ειδικότερα, σε αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών οι οποίες επιτρέπουν στα κράτη μέλη κατανάλωσης να εξακριβώσουν αν οι υποκείμενοι στον φόρο που δεν είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους δηλώνουν και καταβάλλουν ορθώς τον οφειλόμενο ΦΠΑ για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικώς παρεχόμενες υπηρεσίες, ανεξάρτητα από το αν οι εν λόγω υποκείμενοι στο φόρο χρησιμοποιούν το ειδικό καθεστώς που καθορίζεται στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Το κράτος μέλος εγκατάστασης ενημερώνει το κράτος μέλος κατανάλωσης για τυχόν διαφορές που υποπίπτουν στην αντίληψή του.

Άρθρο 15

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, μέσω αυθόρμητης ανταλλαγής, διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τις αναφερόμενες στο άρθρο 13 παράγραφος 1 πληροφορίες που δεν έχουν διαβιβασθεί σύμφωνα με την αυτόματη ανταλλαγή του άρθρου 14, τις οποίες γνωρίζουν και τις οποίες θεωρούν ότι θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες σε εκείνες τις αρμόδιες αρχές.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΝΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Άρθρο 16

Όταν αρμόδια αρχή παρέχει πληροφορίες δυνάμει των άρθρων 7 ή 15, μπορεί να ζητεί από την αρμόδια αρχή που τις παραλαμβάνει να της αποστείλει σχετική αναπληροφόρηση. Σε περίπτωση τέτοιου αιτήματος, η αρμόδια αρχή που παραλαμβάνει τις σχετικές πληροφορίες αποστέλλει, με την επιφύλαξη των κανόνων περί φορολογικού απορρήτου και προστασίας δεδομένων που ισχύουν στο οικείο κράτος μέλος, την αναπληροφόρηση το συντομότερο δυνατόν, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν επιβάλλει δυσανάλογο διοικητικό φόρτο. Οι πρακτικές ρυθμίσεις καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 17

1.  

Κάθε κράτος μέλος αποθηκεύει σε ηλεκτρονικό σύστημα τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) 

τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει σύμφωνα με το κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

β) 

τα δεδομένα σχετικά με την ταυτότητα, τη δραστηριότητα, τη νομική μορφή και τη διεύθυνση των προσώπων στα οποία έχει χορηγήσει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ και τα οποία δεδομένα έχουν συλλεγεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 213 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, καθώς και την ημερομηνία κατά την οποία χορηγήθηκε ο εν λόγω αριθμός·

γ) 

τα δεδομένα σχετικά με τους αριθμούς φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει χορηγήσει και είναι πλέον άκυροι, καθώς και τις ημερομηνίες κατά την οποία ακυρώθηκαν αυτοί οι αριθμοί·

▼M2

δ) 

τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει δυνάμει των άρθρων 360, 361, 364, 365, 369γ, 369στ, 369ζ, 369ιε, 369ιστ, 369ιθ και 369κ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

▼M3 M5

στ) 

τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει δυνάμει του άρθρου 143 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, όπως επίσης και τη χώρα καταγωγής, τη χώρα προορισμού, τον κωδικό εμπορεύματος, το νόμισμα, το συνολικό ποσό, τη συναλλαγματική ισοτιμία, την τιμή μονάδας και το καθαρό βάρος·

▼M2

ε) 

τα δεδομένα σχετικά με τους αριθμούς φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που αναφέρονται στο άρθρο 369ιζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ και τους οποίους έχει χορηγήσει και, ανά αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει χορηγηθεί από οποιοδήποτε κράτος μέλος, τη συνολική αξία των εισαγωγών αγαθών που έχουν εξαιρεθεί δυνάμει του άρθρου 143 παράγραφος 1 στοιχείο γα) κατά τη διάρκεια κάθε μηνός.

▼M3 M5

2.  
Η Επιτροπή θεσπίζει με εκτελεστικές πράξεις τις τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν την αυτόματη αναζήτηση των πληροφοριών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως στ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 58 παράγραφος 2.

▼M3 M5

3.  
Η Επιτροπή ορίζει με εκτελεστικές πράξεις τα στοιχεία των πληροφοριών που αναφέρονται στο στοιχείο στ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 58 παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 18

Προκειμένου να είναι δυνατή η χρησιμοποίηση των πληροφοριών που μνημονεύονται στο άρθρο 17 στο πλαίσιο των προβλεπόμενων από τον παρόντα κανονισμό διαδικασιών, οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να διατίθενται επί πενταετία τουλάχιστον μετά τη λήξη του πρώτου ημερολογιακού έτους κατά το οποίο επιβάλλεται να δίδεται πρόσβαση στις πληροφορίες.

Άρθρο 19

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες που διατίθενται στο ηλεκτρονικό σύστημα του άρθρου 17 να είναι ενημερωμένες, πλήρεις και ακριβείς.

Δυνάμει της διαδικασίας του άρθρου 58 παράγραφος 2 θεσπίζονται κριτήρια βάσει των οποίων καθορίζεται ποιες τροποποιήσεις δεν είναι συναφείς, ουσιαστικές ή χρήσιμες και μπορούν κατά συνέπεια να παραλείπονται.

Άρθρο 20

1.  
Οι πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 17 εισάγονται χωρίς καθυστέρηση στο ηλεκτρονικό σύστημα.
2.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α) εισάγονται στο ηλεκτρονικό σύστημα το αργότερο εντός μηνός από τη λήξη της χρονικής περιόδου στην οποία αναφέρονται οι εκάστοτε πληροφορίες.
3.  
Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2, σε περίπτωση επικείμενης διόρθωσης ή προσθήκης πληροφοριών στο ηλεκτρονικό σύστημα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 19, οι πληροφορίες αυτές πρέπει να εισάγονται στο εν λόγω σύστημα το αργότερο εντός του μήνα που έπεται της χρονικής περιόδου κατά την οποία συνελέχθησαν οι πληροφορίες.

Άρθρο 21

1.  
Κάθε κράτος μέλος παραχωρεί στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους αυτόματη πρόσβαση στις πληροφορίες που αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 17.

▼M3 M5

1α.  
Κάθε κράτος μέλος παραχωρεί στους υπαλλήλους του οι οποίοι ελέγχουν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 143 παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ) του παρόντος κανονισμού, για τις οποίες τα άλλα κράτη μέλη έχουν χορηγήσει αυτόματη πρόσβαση.

▼B

2.  

Προκειμένου για τις πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α), είναι, οπωσδήποτε, προσπελάσιμες οι ακόλουθες επιμέρους πληροφορίες:

α) 

οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που χορηγεί το κράτος μέλος που λαμβάνει τις πληροφορίες,

β) 

η συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών και η συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παροχών υπηρεσιών προς πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός μητρώου ΦΠΑ σύμφωνα με το στοιχείο α) από όλες τις επιχειρήσεις που έχουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος που παρέχει τις πληροφορίες,

▼M6

γ) 

οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ των προσώπων τα οποία πραγματοποίησαν τις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που προβλέπονται στο στοιχείο β) και οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ των προσώπων που υπέβαλαν πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 262 παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με τα πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α),

▼B

δ) 

η συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών που προβλέπονται στο στοιχείο β) και έχουν πραγματοποιηθεί από καθένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο γ) σε κάθε πρόσωπο που έχει αριθμό μητρώου ΦΠΑ όπως προβλέπεται στο στοιχείο α),

▼M6

ε) 

η συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών που προβλέπονται στο στοιχείο β) και έχουν πραγματοποιηθεί από καθένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο γ) προς κάθε πρόσωπο που έχει λάβει αριθμό μητρώου ΦΠΑ από κάποιο άλλο κράτος μέλος και για κάθε πρόσωπο που υποβάλλει πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 262 παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, ο ατομικός του αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ και οι πληροφορίες που είχε υποβάλει σχετικά με κάθε πρόσωπο που έχει λάβει αριθμό μητρώου ΦΠΑ από κάποιο άλλο κράτος μέλος υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

▼M3 M5

i) 

η πρόσβαση συνδέεται με έρευνα για εικαζόμενη απάτη ή αποσκοπεί να εντοπίσει απάτη,

ii) 

η πρόσβαση γίνεται μέσω υπαλλήλου συνδέσμου του Eurofisc, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1, ο οποίος έχει ταυτοποίηση προσωπικού χρήστη για τα ηλεκτρονικά συστήματα που επιτρέπει πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες.

▼M3 M5 —————

▼B

Οι αξίες που αναφέρονται στα στοιχεία β), δ) και ε) εκφράζονται στο νόμισμα του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες και αφορούν τις περιόδους υποβολής των ανακεφαλαιωτικών πινάκων για κάθε υποκείμενο σε φόρο, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 263 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

▼M3 M5

2α.  

Προκειμένου για τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ), είναι προσπελάσιμες οι ακόλουθες επιμέρους πληροφορίες:

α) 

οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που χορηγεί το κράτος μέλος που λαμβάνει τις πληροφορίες,

β) 

οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του εισαγωγέα ή του φορολογικού του αντιπροσώπου που παραδίδει τα αγαθά στα πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου,

γ) 

η χώρα καταγωγής, η χώρα προορισμού, ο κωδικός εμπορεύματος, το συνολικό ποσό και το καθαρό βάρος των εισαγόμενων αγαθών που ακολουθούνται από ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών από κάθε πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου σε κάθε πρόσωπο με αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου,

δ) 

η χώρα καταγωγής, η χώρα προορισμού, ο κωδικός εμπορεύματος, το νόμισμα, το συνολικό ποσό, η συναλλαγματική ισοτιμία, η τιμή μονάδας και το καθαρό βάρος των εισαγόμενων αγαθών που ακολουθούνται από ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών από κάθε πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου σε κάθε πρόσωπο με αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει χορηγηθεί από άλλο κράτος μέλος υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i) 

η πρόσβαση συνδέεται με έρευνα για εικαζόμενη απάτη ή αποσκοπεί να εντοπίσει απάτη,

ii) 

η πρόσβαση γίνεται μέσω υπαλλήλου συνδέσμου Eurofisc, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1, ο οποίος έχει ταυτοποίηση προσωπικού χρήστη για τα ηλεκτρονικά συστήματα που επιτρέπει πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες.

Οι αξίες που αναφέρονται στα στοιχεία γ) και δ) του πρώτου εδαφίου εκφράζονται στο νόμισμα του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες και αφορούν κάθε είδος εμπορευμάτων της τελωνειακής δήλωσης που υποβάλλεται.

▼M3 M5

3.  
Η Επιτροπή ορίζει με εκτελεστικές πράξεις τις πρακτικές ρυθμίσεις για τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο στοιχείο ε) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και στο στοιχείο δ) της παραγράφου 2α του παρόντος άρθρου, προκειμένου το κράτος μέλος που παρέχει τις πληροφορίες να μπορεί να εντοπίζει τον υπάλληλο σύνδεσμο του Eurofisc που αποκτά πρόσβαση στις πληροφορίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 58 παράγραφος 2.

▼M3 M5

Άρθρο 21α

1.  

Κάθε κράτος μέλος παραχωρεί στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους αυτόματη πρόσβαση στις ακόλουθες πληροφορίες σε σχέση με τις εθνικές ταξινομήσεις οχημάτων:

α) 

στοιχεία αναγνώρισης οχημάτων,

β) 

στοιχεία αναγνώρισης των ιδιοκτητών και των κατόχων του οχήματος στο όνομα των οποίων έχει ταξινομηθεί το όχημα, όπως ορίζεται στο δίκαιο του κράτους μέλους ταξινόμησης.

2.  

Η πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παραχωρείται υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

η πρόσβαση συνδέεται με έρευνα για εικαζόμενη απάτη όσον αφορά τον ΦΠΑ ή αποσκοπεί να εντοπίσει απάτη όσον αφορά τον ΦΠΑ,

β) 

η πρόσβαση γίνεται μέσω υπαλλήλου συνδέσμου Eurofisc, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1, ο οποίος έχει ταυτοποίηση προσωπικού χρήστη για τα ηλεκτρονικά συστήματα που επιτρέπει πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες.

3.  
Η Επιτροπή ορίζει με εκτελεστικές πράξεις τα στοιχεία των πληροφοριών και τις τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν την αυτόματη αναζήτηση πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και τις πρακτικές ρυθμίσεις που αφορούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, προκειμένου το κράτος μέλος που παρέχει τις πληροφορίες να μπορεί να εντοπίζει τον υπάλληλο σύνδεσμο του Eurofisc που αποκτά πρόσβαση στις πληροφορίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 58 παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 22

1.  
Προκειμένου να παρασχεθεί εύλογο επίπεδο ασφάλειας στις φορολογικές αρχές όσον αφορά την ποιότητα και την αξιοπιστία των πληροφοριών που διατίθενται μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος που προβλέπεται στο άρθρο 17, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα τα οποία παρέχουν οι υποκείμενοι στον φόρο και τα νομικά πρόσωπα που δεν υπόκεινται σε αυτόν για την ταυτοποίησή τους για τους σκοπούς του ΦΠΑ, σύμφωνα με το άρθρο 214 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, είναι, κατά την εκτίμησή τους, πλήρη και αξιόπιστα.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν διαδικασίες για την εξακρίβωση των δεδομένων αυτών όπως καθορίζονται από τα αποτελέσματα της αξιολόγησης κινδύνου τους. Η εξακρίβωση διενεργείται, καταρχήν, πριν από την ταυτοποίηση για τους σκοπούς του ΦΠΑ ή, όταν πριν από αυτήν την ταυτοποίηση διεξάγεται μόνο προκαταρκτική εξακρίβωση, εντός έξι μηνών το πολύ από αυτήν την ταυτοποίηση.

2.  
Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την προβλεπόμενη στο άρθρο 58 παράγραφος 1 επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που θεσπίζουν σε εθνικό επίπεδο με σκοπό τη διασφάλιση της ποιότητας και της αξιοπιστίας των πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 23

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο αριθμός του φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που προβλέπεται στο άρθρο 214 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ αναφέρεται ως άκυρος στο προβλεπόμενο στο άρθρο 17 του παρόντος κανονισμού ηλεκτρονικό σύστημα, τουλάχιστον σε μια από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) 

όταν τα πρόσωπα τα οποία έχουν ταυτοποιηθεί για τους σκοπούς του ΦΠΑ έχουν δηλώσει ότι έχει παύσει η οικονομική δραστηριότητά τους, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, ή όταν η αρμόδια φορολογική υπηρεσία θεωρεί ότι έχουν παύσει αυτήν τη δραστηριότητα. Μια φορολογική υπηρεσία μπορεί να υποθέσει συγκεκριμένα ότι έχει παύσει η οικονομική δραστηριότητα προσώπου όταν, παρά τη σχετική αίτηση, το πρόσωπο αυτό δεν έχει υποβάλει δηλώσεις ΦΠΑ και ανακεφαλαιωτικούς πίνακες επί ένα έτος μετά την εκπνοή της προθεσμίας που ίσχυε για την πρώτη δήλωση ή πίνακα που δεν υποβλήθηκε. Το πρόσωπο αυτό έχει το δικαίωμα να αποδείξει κατ’ άλλο τρόπο ότι συνεχίζει την οικονομική δραστηριότητά του,

β) 

όταν τα πρόσωπα έχουν δηλώσει ψευδή στοιχεία με σκοπό την εξασφάλιση ταυτοποίησης αναφορικά με τον ΦΠΑ ή δεν έχουν κοινοποιήσει τις αλλαγές των στοιχείων τους και, εάν η φορολογική υπηρεσία ήταν ενήμερη, αυτή θα αρνούταν την ταυτοποίηση για τους σκοπούς του ΦΠΑ ή θα καταργούσε τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ.

▼M3 M5

Άρθρο 24

Εάν, για την εφαρμογή των άρθρων 17 έως 21α, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες με ηλεκτρονικά μέσα, λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζουν την τήρηση του άρθρου 55.

Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για οποιαδήποτε απαραίτητη εξέλιξη του συστήματός τους για την ανταλλαγή των εν λόγω πληροφοριών με τη χρήση του δικτύου CCN/CSI ή κάθε άλλου παρόμοιου δικτύου που χρησιμοποιείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 21α με ηλεκτρονικά μέσα.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 25

H αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, κατ’ αίτηση της αιτούσας αρχής και σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, κοινοποιεί στον παραλήπτη όλες τις πράξεις και αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές και αφορούν την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ΦΠΑ στο έδαφος του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η αιτούσα αρχή.

Άρθρο 26

Η αίτηση κοινοποίησης, με την οποία επισημαίνεται το αντικείμενο της προς κοινοποίηση πράξης ή απόφασης, περιλαμβάνει το όνομα, τη διεύθυνση και κάθε άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητας του παραλήπτη.

Άρθρο 27

Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δίνεται στην αίτηση κοινοποίησης και κοινοποιεί, ειδικότερα, την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση ή η πράξη κοινοποιήθηκε στον παραλήπτη.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

▼M3 M5

ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΝΕΡΓΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ

▼B

Άρθρο 28

1.  
Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που ορίζει η τελευταία, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή έχουν τη δυνατότητα, για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται από το άρθρο 1, να είναι παρόντες στα γραφεία των διοικητικών αρχών του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, ή σε οποιονδήποτε άλλο χώρο όπου εκτελούν τα καθήκοντά τους οι εν λόγω αρχές. Στην περίπτωση που οι αιτούμενες πληροφορίες περιέχονται σε έγγραφα στα οποία οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση έχουν πρόσβαση, στους υπαλλήλους της αιτούσας αρχής παρέχονται αντίγραφα αυτών.
2.  
Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που ορίζει η τελευταία, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή δύνανται, για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 1, να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες που διεξάγονται στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Αυτές οι διοικητικές έρευνες διεξάγονται αποκλειστικά από υπαλλήλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής δεν ασκούν τις εξουσίες ελέγχου τις οποίες διαθέτουν οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Μπορούν, ωστόσο, να έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα με αυτούς, με τη διαμεσολάβηση των υπαλλήλων της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και για τις ανάγκες της διεξαγωγής της διοικητικής έρευνας και μόνον.

▼M3 M5

2α.  
Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των αιτουσών αρχών και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που ορίζει η τελευταία, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από τις αιτούσες αρχές δύνανται, για τους σκοπούς της συλλογής και ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 1, να λαμβάνουν μέρος στις διοικητικές έρευνες που διεξάγονται στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Αυτές οι διοικητικές έρευνες διεξάγονται από κοινού από υπαλλήλους των αιτουσών αρχών και των αρχών στις οποίες υποβάλλεται η αίτηση και διενεργούνται υπό τη διεύθυνση και σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Οι υπάλληλοι των αιτουσών αρχών έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα όπως και οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και, εφόσον η νομοθεσία του κράτους μέλους προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση το επιτρέπει για τους υπαλλήλους του, μπορούν να καλούν σε συνέντευξη τους υποκείμενους στον φόρο.

Εφόσον επιτρέπεται βάσει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, οι υπάλληλοι των αιτούντων κρατών μελών ασκούν τις ίδιες εξουσίες ελέγχου με αυτές που έχουν ανατεθεί στους υπαλλήλους του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

Οι υπάλληλοι των αιτουσών αρχών ασκούν τις εξουσίες ελέγχου με μοναδικό σκοπό τη διεξαγωγή της διοικητικής έρευνας.

Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των αιτουσών αρχών και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που ορίζονται από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, οι συμμετέχουσες αρχές δύνανται να συντάξουν κοινή έκθεση έρευνας.

▼M3 M5

3.  
Οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος κατ' εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 2α πρέπει να είναι σε θέση να επιδεικνύουν ανά πάσα στιγμή γραπτή εξουσιοδότηση στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία ταυτότητας και η επίσημη ιδιότητά τους.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 29

Τα κράτη μέλη δύνανται να συμφωνήσουν να διενεργούν ταυτόχρονους ελέγχους, όταν θεωρούν ότι οι έλεγχοι αυτοί είναι αποτελεσματικότεροι από τους ελέγχους που διεξάγονται σε ένα μόνο κράτος μέλος.

Άρθρο 30

1.  
Ένα κράτος μέλος καθορίζει κατά τρόπο ανεξάρτητο τους φορολογουμένους τους οποίους προτίθεται να προτείνει για τη διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου. Η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή των άλλων οικείων κρατών μελών τις περιπτώσεις που προτείνεται να αποτελέσουν αντικείμενο ταυτόχρονου ελέγχου. Αιτιολογεί την επιλογή αυτή, κατά το βαθμό που είναι δυνατόν, παρέχοντας τις πληροφορίες που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Προσδιορίζει τη χρονική περίοδο κατά την οποία θα πρέπει να διεξαχθούν οι έλεγχοι αυτοί.
2.  
Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους η οποία λαμβάνει την πρόταση για διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου επιβεβαιώνει στην αιτούσα αρχή την αποδοχή του αιτήματος ή της ανακοινώνει την αιτιολογημένη απόρριψή του, καταρχήν εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή της πρότασης και το αργότερο εντός μηνός.
3.  
Κάθε αρμόδια αρχή των οικείων κρατών μελών ορίζει αντιπρόσωπο υπεύθυνο να εποπτεύει και να συντονίζει τις εργασίες ελέγχου.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟΝ ΦΟΡΟ

Άρθρο 31

▼M2

1.  
Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα τα οποία αφορούν οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών ή ενδοκοινοτικές παροχές υπηρεσιών και οι μη εγκατεστημένοι υποκείμενοι στον φόρο που παρέχουν υπηρεσίες να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν, για τις ανάγκες του συγκεκριμένου τύπου πράξης, επιβεβαίωση με ηλεκτρονικά μέσα της εγκυρότητας του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ οποιουδήποτε συγκεκριμένου προσώπου, καθώς και του ονόματος και της διεύθυνσης που αντιστοιχούν σε αυτό. Οι πληροφορίες αυτές αντιστοιχούν στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 17.

▼B

2.  
Κάθε κράτος μέλος επιβεβαιώνει με ηλεκτρονικά μέσα το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου στο οποίο έχει χορηγηθεί ο αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ σύμφωνα με τους εθνικούς του κανόνες προστασίας δεδομένων.

▼M2 —————

▼B

Άρθρο 32

1.  
Η Επιτροπή, βάσει των πληροφοριών που θα παράσχουν τα κράτη μέλη, δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της το ακριβές περιεχόμενο των διατάξεων που εγκρίνει κάθε κράτος μέλος και οι οποίες μεταφέρουν το κεφάλαιο 3 του τίτλου XI της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.
2.  
Οι λεπτομέρειες και η μορφή των πληροφοριών που πρέπει να γνωστοποιούνται αποφασίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

EUROFISC

Άρθρο 33

▼M3 M5

1.  
Προκειμένου να προαχθεί και να διευκολυνθεί η πολυμερής συνεργασία για την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, με το παρόν κεφάλαιο δημιουργείται δίκτυο για την ταχεία ανταλλαγή, επεξεργασία και ανάλυση στοχοθετημένων πληροφοριών για τη διασυνοριακή απάτη μεταξύ των κρατών μελών και τον συντονισμό τυχόν επακόλουθων ενεργειών («Eurofisc»).

▼B

2.  

Στα πλαίσια του Eurofisc, τα κράτη μέλη:

α) 

θεσπίζουν πολυμερή μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης με σκοπό την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ,

▼M3 M5

β) 

διεξάγουν και συντονίζουν την ταχεία πολυμερή ανταλλαγή και την από κοινού επεξεργασία και ανάλυση στοχοθετημένων πληροφοριών για τη διασυνοριακή απάτη στους τομείς στους οποίους δραστηριοποιείται το Eurofisc («τομείς εργασίας του Eurofisc»),

γ) 

συντονίζουν τις εργασίες των υπαλλήλων συνδέσμων των κρατών μελών που συμμετέχουν στο Eurofisc, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1, όσον αφορά την ανταπόκριση στις προειδοποιήσεις και τις πληροφορίες που έχουν λάβει,

▼M3 M5

δ) 

συντονίζουν τις διοικητικές έρευνες των συμμετεχόντων κρατών μελών σχετικά με απάτες που εντοπίζουν οι υπάλληλοι σύνδεσμοι του Eurofisc κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 36 παράγραφος 1, χωρίς εξουσία να απαιτούν από τα κράτη μέλη να διενεργούν διοικητικές έρευνες.

▼B

Άρθρο 34

1.  
Τα κράτη μέλη συμμετέχουν στους τομείς εργασίας του Eurofisc της επιλογής τους και μπορούν επίσης να αποφασίσουν να μην συμμετέχουν πλέον σε οιονδήποτε τομέα εργασίας του Eurofisc.

▼M3 M5

2.  
Τα κράτη μέλη που έχουν επιλέξει να συμμετέχουν σε τομέα εργασίας του Eurofisc συμμετέχουν ενεργά στην πολυμερή ανταλλαγή και την από κοινού επεξεργασία και ανάλυση στοχοθετημένων πληροφοριών για τη διασυνοριακή απάτη που διεξάγεται μεταξύ όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών, καθώς και στον συντονισμό τυχόν επακόλουθων ενεργειών.

▼B

3.  
Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται είναι εμπιστευτικές, σύμφωνα με το άρθρο 55.

▼M3 M5

Άρθρο 35

Η Επιτροπή παρέχει τεχνική και επιμελητειακή στήριξη στο Eurofisc. Η Επιτροπή δεν έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1, οι οποίες μπορούν να ανταλλάσσονται στο Eurofisc, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 55 παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 36

1.  
Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους ορίζουν τουλάχιστον έναν υπάλληλο σύνδεσμο του Eurofisc. Οι υπάλληλοι σύνδεσμοι του Eurofisc αποτελούν αρμόδιους υπαλλήλους κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και εκτελούν τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 33 παράγραφος 2. Εξακολουθούν να λογοδοτούν μόνο στις εθνικές διοικήσεις.

▼M3 M5

1α.  
Οι υπάλληλοι σύνδεσμοι των κρατών μελών ορίζουν έναν πρόεδρο του Eurofisc μεταξύ των υπαλλήλων συνδέσμων του Eurofisc, για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

Οι υπάλληλοι σύνδεσμοι των κρατών μελών:

α) 

συμφωνούν σχετικά με τον καθορισμό και την περάτωση των τομέων εργασίας του Eurofisc,

β) 

εξετάζουν τυχόν θέματα που αφορούν την επιχειρησιακή λειτουργία του Eurofisc,

γ) 

αξιολογούν, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα της λειτουργίας των δραστηριοτήτων του Eurofisc,

δ) 

εγκρίνουν την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 37.

▼M3 M5

2.  
Οι υπάλληλοι σύνδεσμοι των κρατών μελών που συμμετέχουν σε συγκεκριμένο τομέα εργασίας του Eurofisc («συμμετέχοντες υπάλληλοι σύνδεσμοι του Eurofisc») ορίζουν συντονιστή του τομέα εργασίας του Eurofisc, μεταξύ των συμμετεχόντων υπαλλήλων συνδέσμων του Eurofisc, για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

Οι συντονιστές του τομέα εργασίας του Eurofisc:

α) 

συγκεντρώνουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν από τους συμμετέχοντες υπάλληλους συνδέσμους του Eurofisc όπως συμφωνείται από τους συμμετέχοντες του τομέα εργασίας και θέτουν όλες τις πληροφορίες στη διάθεση των άλλων συμμετεχόντων υπαλλήλων συνδέσμων του Eurofisc· οι πληροφορίες αυτές ανταλλάσσονται με ηλεκτρονικά μέσα,

β) 

διασφαλίζουν την επεξεργασία και ανάλυση των πληροφοριών που λαμβάνουν από τους συμμετέχοντες υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc μαζί με τις σχετικές στοχοθετημένες πληροφορίες για τη διασυνοριακή απάτη που γνωστοποιούνται ή συλλέγονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, όπως συμφωνείται από τους συμμετέχοντες του τομέα εργασίας, και θέτουν τα αποτελέσματα στη διάθεση όλων των συμμετεχόντων υπαλλήλων συνδέσμων του Eurofisc,

γ) 

παρέχουν αναπληροφόρηση σε όλους τους συμμετέχοντες υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc,

δ) 

υποβάλλουν ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του τομέα εργασίας στους υπαλλήλους συνδέσμους των κρατών μελών.

▼M3 M5

3.  
Οι συντονιστές του τομέα εργασίας του Eurofisc μπορούν να ζητούν σχετικές πληροφορίες από τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου («Ευρωπόλ») και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης («OLAF»). Προς τον σκοπό αυτό και όπως έχει συμφωνηθεί από τους συμμετέχοντες του τομέα εργασίας, μπορούν να τους αποστέλλουν όσες πληροφορίες κρίνουν αναγκαίες ώστε να λάβουν τις ζητούμενες πληροφορίες.
4.  
Οι συντονιστές του τομέα εργασίας του Eurofisc κοινοποιούν τις πληροφορίες που λαμβάνουν από την Ευρωπόλ και την OLAF στους άλλους συμμετέχοντες υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc· οι πληροφορίες αυτές ανταλλάσσονται με ηλεκτρονικά μέσα.
5.  
Οι συντονιστές του τομέα εργασίας του Eurofisc διασφαλίζουν επίσης ότι οι πληροφορίες που λαμβάνουν από την Ευρωπόλ και την OLAF αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και ανάλυσης μαζί με τις σχετικές στοχοθετημένες πληροφορίες που γνωστοποιούνται ή συλλέγονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, κατά τα συμφωνηθέντα από τους συμμετέχοντες του τομέα εργασίας, και θέτουν τα αποτελέσματα στη διάθεση των συμμετεχόντων υπαλλήλων συνδέσμων του Eurofisc.

▼M3 M5

Άρθρο 37

Ο πρόεδρος του Eurofisc υποβάλλει ετήσια έκθεση των δραστηριοτήτων όλων των τομέων εργασίας στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφος 1.

Η Επιτροπή εγκρίνει, με εκτελεστικές πράξεις, τις διαδικαστικές ρυθμίσεις σε σχέση με το Eurofisc. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 58 παράγραφος 2.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ XI

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ ΧΙΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2006/112/ΕΚ



ΤΜΗΜΑ 1

Διατάξεις εφαρμοστέες έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014

Άρθρο 38

Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται για τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Οι ορισμοί που περιέχονται στο άρθρο 358 της οδηγίας αυτής εφαρμόζονται επίσης για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου.

Άρθρο 39

1.  
Οι πληροφορίες του μη εγκατεστημένου στην Κοινότητα υποκείμενου στο φόρο προς το κράτος μέλος εγγραφής κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 361 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλονται ηλεκτρονικά. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
2.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών από το τέλος του μηνός στη διάρκεια του οποίου έλαβε τις πληροφορίες από τον μη εγκατεστημένο υποκείμενο στο φόρο. Ομοίως, οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών ενημερώνονται για το χορηγηθέντα αριθμό φορολογικού μητρώου. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο διαβιβάζονται οι πληροφορίες αυτές, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2.
3.  
Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει άμεσα, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, σε περίπτωση που μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο διαγράφεται από το φορολογικό μητρώο.

Άρθρο 40

1.  
Η δήλωση φόρου προστιθεμένης αξίας, η οποία περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στο άρθρο 365 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
2.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές, με ηλεκτρονικά μέσα, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που αφορούν, το αργότερο εντός δέκα ημερών από το τέλος του μηνός στη διάρκεια του οποίου παρέλαβε τη δήλωση. Τα κράτη μέλη που είχαν απαιτήσει τη συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ, μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Οι τεχνικές λεπτομέρειες της διαβίβασης των πληροφοριών αυτών καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2.
3.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος κατανάλωσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη σύνδεση κάθε πληρωμής με την αντίστοιχη τριμηνιαία φορολογική δήλωση.

Άρθρο 41

1.  
Το κράτος μέλος εγγραφής εξασφαλίζει ότι το ποσό που του έχει καταβάλει ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο, μεταφέρεται σε τραπεζικό λογαριασμό σε ευρώ, που έχει υποδείξει το κράτος μέλος κατανάλωσης στο οποίο οφείλεται ο φόρος. Τα κράτη μέλη που είχαν απαιτήσει την καταβολή του φόρου σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Η μεταφορά πραγματοποιείται το αργότερο εντός δέκα ημερών μετά το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκε η πληρωμή.
2.  
Εάν ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος σε φόρο δεν καταβάλει το συνολικό ποσό του οφειλόμενου φόρου, το κράτος μέλος εγγραφής εξασφαλίζει ότι τα ποσά μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη κατανάλωσης κατ’ αναλογία με το φόρο που οφείλεται σε κάθε κράτος μέλος. Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατανάλωσης.

Άρθρο 42

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τους σχετικούς αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για την κατάθεση των ποσών σύμφωνα με το άρθρο 41.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και την Επιτροπή οποιεσδήποτε μεταβολές του κανονικού φορολογικού συντελεστή.



ΤΜΗΜΑ 2

▼M4

Διατάξεις εφαρμοστέες από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως τις 30 Ιουνίου 2021·

▼B

Άρθρο 43

Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται για τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

Άρθρο 44

1.  
Οι πληροφορίες του μη εγκατεστημένου στην Κοινότητα υποκείμενου στο φόρο προς το κράτος μέλος εγγραφής κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 361 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλονται ηλεκτρονικά. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
2.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρει η παράγραφος 1 ηλεκτρονικά στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών από το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου έλαβε τις πληροφορίες από το μη εγκατεστημένο στην Κοινότητα υποκείμενο στο φόρο. Αντίστοιχες πληροφορίες για τον υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος χρησιμοποιεί το ειδικό καθεστώς βάσει του άρθρου 369β της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, διαβιβάζονται στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών μετά το τέλος του μηνός κατά τον οποίο ο υποκείμενος στο φόρο δήλωσε την έναρξη των φορολογητέων δραστηριοτήτων του βάσει του εν λόγω καθεστώτος. Ομοίως, οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών ενημερώνονται για το χορηγηθέντα αριθμό μητρώου.

Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο διαβιβάζονται οι πληροφορίες, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

3.  
Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει άμεσα, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, εάν ο υποκείμενος στο φόρο ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα ή ο υποκείμενος στο φόρο ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης έχει εξαιρεθεί από το ειδικό καθεστώς.

Άρθρο 45

1.  
Η δήλωση φόρου προστιθεμένης αξίας, η οποία περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στο άρθρο 365 και στο άρθρο 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
2.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές, με ηλεκτρονικά μέσα, στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή του κράτους μέλους κατανάλωσης, το αργότερο εντός δέκα ημερών από το τέλος του μηνός στη διάρκεια του οποίου παρέλαβε τη δήλωση. Οι πληροφορίες που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ πρέπει επίσης να διαβιβάζονται στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης. Τα κράτη μέλη που απαιτούν τη συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ, μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Οι τεχνικές λεπτομέρειες της διαβίβασης των πληροφοριών αυτών καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
3.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος κατανάλωσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη σύνδεση κάθε πληρωμής με την αντίστοιχη τριμηνιαία φορολογική δήλωση.

Άρθρο 46

1.  
Το κράτος μέλος εγγραφής εξασφαλίζει ότι το ποσό που του έχει καταβάλει ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο, μεταφέρεται σε τραπεζικό λογαριασμό σε ευρώ, που έχει υποδείξει το κράτος μέλος κατανάλωσης στο οποίο οφείλεται ο φόρος. Τα κράτη μέλη που είχαν απαιτήσει την καταβολή του φόρου σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Η μεταφορά πραγματοποιείται το αργότερο εντός δέκα ημερών μετά το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκε η πληρωμή.
2.  
Εάν ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος σε φόρο δεν καταβάλει το συνολικό ποσό του οφειλόμενου φόρου, το κράτος μέλος εγγραφής εξασφαλίζει ότι τα ποσά μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη κατανάλωσης κατ’ αναλογία με το φόρο που οφείλεται σε κάθε κράτος μέλος. Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατανάλωσης.
3.  

Όσον αφορά τις μεταφορές ποσών προς το κράτος μέλος κατανάλωσης σύμφωνα με το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ, κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, το κράτος μέλος εγγραφής δικαιούται να παρακρατήσει από τα ποσά που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο:

α) 

από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016, 30 %·

β) 

από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, 15 %·

γ) 

από την 1η Ιανουαρίου 2019, 0 %.

Άρθρο 47

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τους σχετικούς αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για την κατάθεση των ποσών σύμφωνα με το άρθρο 46.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και την Επιτροπή οποιεσδήποτε μεταβολές του φορολογικού συντελεστή, που ισχύει για την παροχή τηλεπικοινωνιών, τηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικών υπηρεσιών.

▼M2



ΤΜΗΜΑ 3

▼M4

Διατάξεις εφαρμοστέες από την 1η Ιουλίου 2021·

▼M2



Υποτμήμα 1

Γενική διάταξη

▼M4

Άρθρο 47a

Οι διατάξεις του παρόντος τμήματος εφαρμόζονται από την 1η Ιουλίου 2021.·

▼M2



Υποτμήμα 2

Ανταλλαγή πληροφοριών

Άρθρο 47β

1.  
Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από τον υποκείμενο στον φόρο που κάνει χρήση του ειδικού καθεστώτος του τίτλου XII κεφάλαιο 6 τμήμα 2της οδηγίας 2006/112/ΕΚ στο κράτος μέλος εγγραφής κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, δυνάμει του άρθρου 361 της εν λόγω οδηγίας, υποβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα. Τα αντίστοιχα στοιχεία για την ταυτοποίηση του υποκειμένου στον φόρο που κάνει χρήση του ειδικού καθεστώτος του τίτλου XII κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, δυνάμει του άρθρου 369γ της εν λόγω οδηγίας, υποβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα. Τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 361 παράγραφος 2 και το άρθρο 369γ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ υποβάλλονται επίσης με ηλεκτρονικά μέσα.
2.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει με ηλεκτρονικά μέσα τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών από το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου έλαβε τις πληροφορίες από τον υποκείμενο στο φόρο που κάνει χρήση ενός από τα ειδικά καθεστώτα του τίτλου XII κεφάλαιο 6 τμήματα 2 και 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Με τον ίδιο τρόπο, το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών για τους αριθμούς φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που αναφέρονται στα εν λόγω τμήματα 2 και 3.
3.  
Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, εάν ο υποκείμενος στον φόρο που κάνει χρήση ενός από τα ειδικά καθεστώτα του τίτλου XII κεφάλαιο 6 τμήματα 2 και 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ έχει εξαιρεθεί από το εν λόγω ειδικό καθεστώς.

Άρθρο 47γ

▼C2

1.  
Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από τον υποκείμενο στον φόρο που κάνει χρήση του ειδικού καθεστώτος του τίτλου XII κεφάλαιο 6 τμήμα 4 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ή τον μεσάζοντά του στο κράτος μέλος εγγραφής κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 369ιστ παράγραφοι 1, 2 και 3 της εν λόγω οδηγίας, υποβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα. Τυχόν αλλαγές στις εν λόγω πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 369ιστ παράγραφος 4 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ υποβάλλονται επίσης με ηλεκτρονικά μέσα.

▼M2

2.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει, με ηλεκτρονικά μέσα, τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών από το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου οι πληροφορίες ελήφθησαν από τον υποκείμενο στον φόρο που κάνει χρήση του ειδικού καθεστώτος του τίτλου XII κεφάλαιο 6 τμήμα 4 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ή, ανάλογα με την περίπτωση, τον μεσάζοντά του. Με τον ίδιο τρόπο, το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών για τον χορηγηθέντα ατομικό αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ για την εφαρμογή αυτού του ειδικού καθεστώτος.
3.  
Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, εάν ο υποκείμενος στον φόρο που κάνει χρήση του ειδικού καθεστώτος του τίτλου XII κεφάλαιο 6 τμήμα 4 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο μεσάζων του, έχει διαγραφεί από το φορολογικό μητρώο.

Άρθρο 47δ

1.  
Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η δήλωση ΦΠΑ, με τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στα άρθρα 365, 369ζ και 369κ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα.
2.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με ηλεκτρονικά μέσα, στην αρμόδια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους κατανάλωσης το αργότερο εντός είκοσι ημερών από το τέλος του μηνός στη διάρκεια του οποίου έλαβε τη δήλωση.

Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει επίσης τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 369ζ παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου κράτους μέλους από το οποίο αποστέλλονται ή μεταφέρονται αγαθά, καθώς και τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 369ζ παράγραφος 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ στην αρμόδια αρχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους εγκατάστασης.

Τα κράτη μέλη που έχουν απαιτήσει τη συμπλήρωση της δήλωσης ΦΠΑ σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης.

Άρθρο 47ε

Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος κατανάλωσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη σύνδεση κάθε πληρωμής με την αντίστοιχη δήλωση ΦΠΑ.

Άρθρο 47στ

1.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διασφαλίζει ότι το ποσό που έχει καταβάλει ο υποκείμενος στον φόρο που κάνει χρήση ενός από τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στον τίτλο XII κεφάλαιο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο μεσάζων του, μεταφέρεται σε τραπεζικό λογαριασμό σε ευρώ που έχει υποδείξει το κράτος μέλος κατανάλωσης στο οποίο οφείλεται ο φόρος.

Τα κράτη μέλη που είχαν απαιτήσει την καταβολή του φόρου σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης.

Η μεταφορά πραγματοποιείται το αργότερο εντός 20 ημερών μετά το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου ελήφθη η πληρωμή.

2.  
Εάν ο υποκείμενος στον φόρο που κάνει χρήση ενός εκ των ειδικών καθεστώτων ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο μεσάζων του δεν καταβάλει το συνολικό ποσό του οφειλόμενου φόρου, το κράτος μέλος εγγραφής διασφαλίζει ότι τα ποσά μεταφέρονται στα κράτη μέλη κατανάλωσης κατ' αναλογία με τον φόρο που οφείλεται σε κάθε κράτος μέλος. Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατανάλωσης.

Άρθρο 47ζ

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τους σχετικούς αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για την κατάθεση των ποσών σύμφωνα με το άρθρο 47στ.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και στην Επιτροπή τις μεταβολές των φορολογικών συντελεστών που ισχύουν για τις παραδόσεις αγαθών και την παροχή υπηρεσιών στις οποίες εφαρμόζονται τα ειδικά καθεστώτα.



Υποτμήμα 3

Έλεγχος συναλλαγών και υποκειμένων στον φόρο

Άρθρο 47η

Τα κράτη μέλη, κατά την εισαγωγή αγαθών σε σχέση με τα οποία δηλώνεται ΦΠΑ στο πλαίσιο του ειδικού καθεστώτος που προβλέπεται στον τίτλο XII κεφάλαιο 6 τμήμα 4 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, πραγματοποιούν ηλεκτρονική επαλήθευση της εγκυρότητας του ατομικού αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει χορηγηθεί δυνάμει του άρθρου 369ιζ της εν λόγω οδηγίας και έχει κοινοποιηθεί το αργότερο κατά την υποβολή της διασάφησης εισαγωγής.

Άρθρο 47θ

1.  
Για την απόκτηση των δεδομένων υποκειμένου στον φόρο ή μεσάζοντος δυνάμει των άρθρων 369, 369ια και 369κδ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, το κράτος μέλος κατανάλωσης υποβάλλει προηγουμένως αίτηση, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος εγγραφής.
2.  
Όταν το κράτος μέλος εγγραφής λάβει την αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τη διαβιβάζει αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στον υποκείμενο στον φόρο ή τον μεσάζοντα.
3.  
Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, κατόπιν αιτήματος, ο υποκείμενος στον φόρο ή ο μεσάζων υποβάλλει τα ζητηθέντα δεδομένα, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος εγγραφής. Τα κράτη μέλη δέχονται ότι τα δεδομένα μπορούν να υποβάλλονται με τη χρήση τυποποιημένου εντύπου.
4.  
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει αμελλητί τα δεδομένα που έλαβε με ηλεκτρονικά μέσα στο αιτούν κράτος μέλος κατανάλωσης.
5.  
Εάν το αιτούν κράτος μέλος κατανάλωσης δεν λάβει τα δεδομένα εντός 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να λάβει οποιοδήποτε μέτρο σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία για την απόκτηση των εν λόγω δεδομένων.

Άρθρο 47ι

1.  
Εάν το κράτος μέλος εγγραφής αποφασίσει να διενεργήσει στην επικράτειά του διοικητική έρευνα επί υποκειμένου στον φόρο που κάνει χρήση ενός από τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στον τίτλο XII κεφάλαιο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ή, ανάλογα με την περίπτωση, επί μεσάζοντος, ενημερώνει πριν από την έρευνα τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται μόνο σε σχέση με διοικητική έρευνα που αφορά τα ειδικά καθεστώτα.

2.  
Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 4, εάν το κράτος μέλος κατανάλωσης αποφασίσει ότι απαιτείται διοικητική έρευνα, διαβουλεύεται προηγουμένως με το κράτος μέλος εγγραφής σχετικά με την ανάγκη να διενεργηθεί έρευνα.

Σε περιπτώσεις συμφωνίας σχετικά με την ανάγκη για διοικητική έρευνα, το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη.

Αυτό δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία.

3.  
Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή τα στοιχεία της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για τον συντονισμό των διοικητικών ερευνών εντός του εν λόγω κράτους μέλους.



Υποτμήμα 4

Στατιστικά στοιχεία

Άρθρο 47ια

Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τη δυνατότητα να αντλεί πληροφορίες απευθείας από τα μηνύματα που προέρχονται από το αυτοματοποιημένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 53 για σκοπούς που αφορούν συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία και για διαγνωστικούς σκοπούς σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και ε). Στα εν λόγω στοιχεία δεν περιλαμβάνονται δεδομένα σχετικά με μεμονωμένους υποκειμένους στον φόρο.



Υποτμήμα 5

Ανάθεση εκτελεστικών αρμοδιοτήτων

Άρθρο 47ιβ

Για την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίσει τα ακόλουθα μέτρα, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφος 2:

α) 

τις τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου του κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 47β παράγραφος 1, στο άρθρο 47γ παράγραφος 1 και στο άρθρο 47δ παράγραφος 1 και το τυποποιημένο έντυπο που αναφέρεται στο άρθρο 47θ παράγραφος 3,

▼C1

β) 

τις τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου του κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 47β παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 47γ παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 47δ παράγραφος 2, στο άρθρο 47ε, στο άρθρο 47στ παράγραφος 2, στο άρθρο 47θ παράγραφοι 1, 2 και 4 και στο άρθρο 47ι παράγραφοι 1, 2 και 3, καθώς και τα τεχνικά μέσα για τη διαβίβαση των εν λόγω πληροφοριών,

▼M2

γ) 

τις τεχνικές λεπτομέρειες για τη διαβίβαση μεταξύ των κρατών μελών των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 47ζ,

δ) 

τις τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν την επαλήθευση των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 47η από το κράτος μέλος εισαγωγής,

ε) 

τα συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία και για διαγνωστικούς σκοπούς που θα αντλούνται από την Επιτροπή, όπως αναφέρονται στο άρθρο 47ια, καθώς και τα τεχνικά μέσα για την άντληση των εν λόγω πληροφοριών.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ XII

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΔΙΑΦΥΛΑΞΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΦΠΑ ΣΕ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟ ΦΟΡΟ ΜΗ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΑΛΛΑ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥΣ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

Άρθρο 48

1.  
Όταν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης λαμβάνει αίτηση για επιστροφή του ΦΠΑ δυνάμει του άρθρου 5 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ και σε περίπτωση που δεν εφαρμόζεται το άρθρο 18 της εν λόγω οδηγίας, η αρμόδια αρχή οφείλει, εντός 15 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της, να διαβιβάσει την αίτηση με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους επιστροφής, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι ο αιτών είναι υποκείμενος στο φόρο προστιθέμενης αξίας κατά τα οριζόμενα στο σημείο 5 του άρθρου 2 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ και ότι ο αριθμός μητρώου ΦΠΑ ή φορολογικού μητρώου που έχει δηλώσει το εν λόγω πρόσωπο είναι έγκυρος κατά την περίοδο επιστροφής.

▼M3 M5

Όταν το κράτος μέλος εγκατάστασης λάβει γνώση ότι υποκείμενος στον φόρο που υποβάλλει αίτηση επιστροφής του ΦΠΑ, σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ, έχει φορολογικές οφειλές στο εν λόγω κράτος μέλος εγκατάστασης, μπορεί να ζητήσει τη συγκατάθεση του υποκειμένου στον φόρο για τη μεταφορά της επιστροφής του ΦΠΑ απευθείας στο κράτος μέλος εγκατάστασης για τους σκοπούς της εξόφλησης των εκκρεμών φορολογικών οφειλών. Εφόσον ο υποκείμενος στον φόρο συμφωνήσει για την εν λόγω μεταφορά, το κράτος μέλος εγκατάστασης ενημερώνει το κράτος μέλος επιστροφής του φόρου για το ποσό σχετικά με το οποίο έχει δοθεί η συγκατάθεση, το δε κράτος μέλος επιστροφής μεταφέρει για λογαριασμό του υποκειμένου στον φόρο το ποσό αυτό στο κράτος μέλος εγκατάστασης. Το κράτος μέλος εγκατάστασης ενημερώνει τον υποκείμενο στον φόρο αν το ποσό που μεταφέρθηκε εξοφλεί πλήρως ή εν μέρει την φορολογική οφειλή σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και τις διοικητικές πρακτικές του. Ωστόσο, η μεταφορά της επιστροφής του ΦΠΑ στο κράτος μέλος εγκατάστασης δεν θίγει το δικαίωμα του κράτους μέλους επιστροφής να εισπράττει τις οφειλές που έχει σε αυτό ο υποκείμενος στον φόρο.

Εάν οι φορολογικές οφειλές στο κράτος μέλος εγκατάστασης αμφισβητούνται, η μεταφορά των ποσών επιστροφής μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το κράτος μέλος της εγκατάστασης ως μέτρο παρακράτησης, με τη συγκατάθεση του υποκειμένου στον φόρο, μέχρις ότου πραγματοποιηθεί αποτελεσματικός δικαστικός έλεγχος στο εν λόγω κράτος μέλος.

▼B

2.  
Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους επιστροφής κοινοποιούν με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών μελών οποιαδήποτε πληροφορία που απαιτείται βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, περιλαμβανομένου και ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο θα διαβιβάζονται οι πληροφορίες αυτές, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
3.  
Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους επιστροφής ενημερώνουν, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών μελών εάν θέλουν να κάνουν χρήση της δυνατότητας που αναφέρεται στο άρθρο 11 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ, να απαιτήσουν δηλαδή από τον αιτούντα να υποβάλει περιγραφή της επιχειρηματικής του δραστηριότητας βάσει εναρμονισμένων κωδικών.

Οι εναρμονισμένοι κωδικοί που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και επί τη βάσει της ονοματολογίας NACE η οποία καθιερώνεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1893/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE ( 1 ).



ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIII

▼M3 M5

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ Ή ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

▼B

Άρθρο 49

1.  
Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξετάζουν και αξιολογούν τη λειτουργία του συστήματος διοικητικής συνεργασίας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Η Επιτροπή συγκεντρώνει στοιχεία από την πείρα των κρατών μελών με στόχο τη βελτίωση της λειτουργίας αυτού του συστήματος.
2.  
Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με την εκ μέρους τους εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

▼M3 M5

2α.  
Τα κράτη μέλη δύνανται να κοινοποιούν στην OLAF τις σχετικές πληροφορίες ώστε να της επιτρέπουν να εξετάζει τις ενδεδειγμένες ενέργειες, σύμφωνα με την εντολή της. Όταν οι πληροφορίες αυτές έχουν ληφθεί από άλλο κράτος μέλος, το κράτος αυτό μπορεί να απαιτεί να υπόκειται η διαβίβαση των πληροφοριών σε προηγούμενη έγκρισή του.

▼B

3.  
Κατάλογος των στατιστικών στοιχείων για την αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού καταρτίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν τα στοιχεία αυτά στην Επιτροπή εφόσον είναι διαθέσιμα, ενώ η κοινοποίηση αυτή δεν πιθανολογείται να προκαλέσει αδικαιολόγητο διοικητικό φόρτο.
4.  
Ενόψει της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του ισχύοντος συστήματος διοικητικής συνεργασίας για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε άλλη πληροφορία που αναφέρεται στο άρθρο 1.
5.  
Η Επιτροπή διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 στα λοιπά ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.
6.  
Οσάκις συντρέχει ανάγκη, συμπληρωματικώς σε σχέση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές εκάστου κράτους μέλους, μόλις περιέλθουν στην κατοχή της, τις πληροφορίες εκείνες που θα επέτρεπαν στα κράτη μέλη να καταπολεμήσουν την απάτη στον τομέα του ΦΠΑ.
7.  
Η Επιτροπή δύναται, κατ’ αίτηση κράτους μέλους, να παράσχει εμπειρογνωμοσύνη, τεχνική ή επιμελητειακή βοήθεια ή οποιαδήποτε άλλη υποστήριξή της, ενόψει της επίτευξης των στόχων του παρόντος κανονισμού.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIV

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

Άρθρο 50

1.  
Όταν η αρμόδια αρχή κράτους μέλους λαμβάνει πληροφορίες από τρίτη χώρα, αυτή η αρχή δύναται να τις διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών που ενδέχεται να ενδιαφέρονται σχετικά και, οπωσδήποτε, σε όσες διατυπώνουν σχετικό αίτημα, εφόσον αυτό επιτρέπεται δυνάμει των ρυθμίσεων που διέπουν την παροχή συνδρομής με τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα.
2.  

Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να κοινοποιούν σε τρίτη χώρα, σύμφωνα με τις εσωτερικές τους διατάξεις όσον αφορά τη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων σε τρίτες χώρες, πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προέρχονται οι πληροφορίες έχει δώσει τη συγκατάθεσή της για την κοινοποίηση, και

β) 

η ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα έχει δεσμευθεί να παρέχει την αναγκαία συνεργασία για να συγκεντρωθούν αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον παράτυπο χαρακτήρα των πράξεων που φαίνεται ότι αντιβαίνουν στη νομοθεσία για τον ΦΠΑ.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ XV

ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 51

1.  
Οι γνωστοποιούμενες βάσει του παρόντος κανονισμού πληροφορίες παρέχονται, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που πρόκειται να θεσπισθούν βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 58 παράγραφος 2.
2.  
Όταν η αίτηση δεν έχει υποβληθεί εντελώς μέσω του αναφερόμενου στην παράγραφο 1 ηλεκτρονικού συστήματος, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση επιβεβαιώνει με ηλεκτρονικά μέσα την παραλαβή της αίτησης χωρίς καθυστέρηση και οπωσδήποτε εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της.

Όταν μια αρχή παραλαμβάνει αίτηση ή πληροφορίες οι οποίες δεν προορίζονται για αυτήν, αποστέλλει μήνυμα με ηλεκτρονικά μέσα στον αποστολέα χωρίς καθυστέρηση και οπωσδήποτε εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή.

Άρθρο 52

Οι αιτήσεις παροχής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων των αιτήσεων κοινοποίησης πληροφοριών, και τα επισυναπτόμενα σε αυτές δικαιολογητικά, μπορούν να διατυπώνονται σε οποιαδήποτε γλώσσα συμφωνήσουν η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Οι εν λόγω αιτήσεις συνοδεύονται από μετάφραση στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, μόνον σε ειδικές περιπτώσεις όπου η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση αναφέρει μια αιτία για την οποία ζητεί αυτήν τη μετάφραση.

Άρθρο 53

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα υπάρχοντα ή τα νέα συστήματα επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών, που είναι απαραίτητα σύμφωνα με όσα περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό, θα έχουν τεθεί σε λειτουργία. Η συμφωνία για το επίπεδο των υπηρεσιών που εξασφαλίζει την τεχνική ποιότητα και την ποσότητα των υπηρεσιών που παρέχουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη για τη λειτουργία αυτών των συστημάτων επικοινωνίας και πληροφοριών αποφασίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για οποιαδήποτε προσαρμογή του δικτύου CCN/CSI που απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών μεταξύ των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για οποιαδήποτε προσαρμογή των συστημάτων τους που απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών με τη χρήση του CCN/CSI.

Τα κράτη μέλη παραιτούνται από κάθε αίτημα κάλυψης των εξόδων που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εκτός, κατά περίπτωση, από τις αμοιβές που καταβάλλονται σε εμπειρογνώμονες.

Άρθρο 54

1.  

Η αρχή κράτους μέλους στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει στην αιτούσα αρχή άλλου κράτους μέλους τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1, υπό την προϋπόθεση ότι:

α) 

ο αριθμός και η φύση των αιτήσεων παροχής πληροφοριών, οι οποίες υποβάλλονται από την αιτούσα αρχή σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, δεν επιβάλλουν δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στην αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση·

β) 

η αιτούσα αρχή έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφοριών τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ανάλογα με τις περιστάσεις για να λάβει τις αιτούμενες πληροφορίες χωρίς να κινδυνεύει η επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος.

2.  
Ο παρών κανονισμός δεν επιβάλλει την υποχρέωση διεξαγωγής ερευνών ή διαβίβασης πληροφοριών σχετικά με μια ειδική περίπτωση, όταν η νομοθεσία ή η διοικητική πρακτική του κράτους μέλους, το οποίο θα έπρεπε να παράσχει τις πληροφορίες, δεν επιτρέπει στο κράτος μέλος ούτε να διεξάγει τις έρευνες αυτές ούτε να συλλέγει ή να χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες πληροφορίες για τους κατ’ ιδίαν σκοπούς του εν λόγω κράτους μέλους.
3.  
Η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους στο οποίο έχει υποβληθεί αίτηση μπορεί να αρνείται να παράσχει πληροφορίες στην περίπτωση που το αιτούν κράτος μέλος αδυνατεί, για νομικούς λόγους, να παράσχει τέτοιες πληροφορίες. Η Επιτροπή ενημερώνεται για τους λόγους της άρνησης από το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.
4.  
Η άρνηση διαβίβασης πληροφοριών είναι δυνατή στην περίπτωση που η διαβίβαση αυτή θα οδηγούσε στην κοινολόγηση εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή εμπορικής μεθόδου, ή πληροφορίας της οποίας η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη.
5.  
Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 δεν είναι δυνατό σε καμία περίπτωση να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι παρέχουν τη δυνατότητα στην αρχή κράτους μέλους στην οποία υποβάλλεται η αίτηση να αρνηθεί να διαβιβάσει πληροφορίες σχετικά με κάποιον υποκείμενο στον φόρο ο οποίος έχει λάβει αριθμό μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής με μόνη αιτιολογία το ότι οι πληροφορίες αυτές βρίσκονται στην κατοχή τράπεζας, άλλου πιστωτικού ιδρύματος ή ενός προσώπου που έχει διορισθεί ή ενεργεί ως αντιπρόσωπος ή καταπιστευματοδόχος, ή ότι αναφέρονται στη συμμετοχή στο κεφάλαιο ενός νομικού προσώπου.
6.  
Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει την αιτούσα αρχή για τους λόγους απόρριψης του αιτήματος συνδρομής.
7.  
Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2, δύναται να θεσπισθεί ένα ελάχιστο ποσό το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε αίτηση συνδρομής.

Άρθρο 55

1.  
Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται ή συλλέγονται, υπό οποιαδήποτε μορφή, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης κάθε πληροφορίας στην οποία είχε πρόσβαση δημόσιος υπάλληλος υπό τις περιστάσεις που καθορίζονται στα κεφάλαια VII, VIII και X, καθώς και στις περιπτώσεις που μνημονεύονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απόρρητου και τυγχάνουν της προστασίας που προβλέπεται για τέτοιου είδους πληροφορίες τόσο από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο περιήλθαν, όσο και από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στις αρχές της Ένωσης. Οι πληροφορίες αυτές επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν μόνο υπό τις περιστάσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του προσδιορισμού της φορολογητέας βάσης ή για την είσπραξη και το διοικητικό έλεγχο των φόρων.

Οι πληροφορίες αυτές μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των άλλων εισφορών, δασμών και φόρων που καλύπτονται από το άρθρο 2 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2008, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα ( 2 ).

Επιπλέον, οι πληροφορίες αυτές δύνανται να χρησιμοποιούνται σε δικαστικές διαδικασίες που ενδέχεται να συνεπάγονται κυρώσεις, λόγω παραβιάσεων της φορολογικής νομοθεσίας με την επιφύλαξη των γενικών κανόνων και νομικών διατάξεων που διέπουν τα δικαιώματα των εναγομένων και των μαρτύρων σε τέτοιου είδους διαδικασίες.

▼M3 M5

2.  
Τα δεόντως διαπιστευμένα πρόσωπα από την αρχή πιστοποίησης της ασφάλειας της Επιτροπής μπορούν να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές μόνο στον βαθμό που απαιτείται για την επιμέλεια, συντήρηση και ανάπτυξη των ηλεκτρονικών συστημάτων που φιλοξενούνται από την Επιτροπή και χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

▼B

3.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες επιτρέπει τη χρησιμοποίησή τους για άλλους σκοπούς στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής, όταν, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, επιτρέπεται η χρησιμοποίησή τους για παρόμοιους σκοπούς.
4.  
Όταν η αιτούσα αρχή κρίνει ότι οι πληροφορίες τις οποίες έλαβε από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενδέχεται να φανούν χρήσιμες στην αρμόδια αρχή τρίτου κράτους μέλους, μπορεί να τις διαβιβάζει σε αυτήν. Ενημερώνει σχετικά την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση εκ των προτέρων. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορεί να υπαγάγει την εν λόγω διαβίβαση πληροφοριών προς ένα τρίτο μέρος στην παροχή της προηγούμενης συγκατάθεσής της.

▼M3 M5

5.  

Κάθε αποθήκευση, επεξεργασία ή ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό υπόκειται στους κανονισμούς (ΕΕ) 2016/679 ( 3 ) και (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ( 4 ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Εντούτοις, τα κράτη μέλη για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, περιορίζουν την έκταση των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 15 και στα άρθρα 17, 21 και 22 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. Οι περιορισμοί αυτοί περιορίζονται στο απολύτως αναγκαίο για τη διασφάλιση των συμφερόντων που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εν λόγω κανονισμού, ιδίως προκειμένου:

α) 

να μπορούν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να εκτελούν ορθά τα καθήκοντά τους για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ή

β) 

να μην παρεμποδίζεται η διενέργεια επίσημων ή νομικών ερευνών, αναλύσεων ή διαδικασιών για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και να εξασφαλίζεται ότι δεν διακυβεύονται η πρόληψη, η διερεύνηση και ο εντοπισμός της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης.

Η επεξεργασία και η αποθήκευση των πληροφοριών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό λαμβάνουν χώρα μόνο για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, η δε επεξεργασία τους δεν γίνεται κατά τρόπο ασύμβατο προς τους σκοπούς αυτούς. Απαγορεύεται η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού για άλλους σκοπούς, όπως π.χ. εμπορικούς σκοπούς. Οι περίοδοι αποθήκευσης των πληροφοριών αυτών περιορίζονται στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη αυτών των σκοπών. Οι περίοδοι αποθήκευσης των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 17 του παρόντος κανονισμού καθορίζονται σύμφωνα με τις προθεσμίες που προβλέπονται στη νομοθεσία του κράτους μέλους, αλλά δεν υπερβαίνουν τα δέκα έτη.

▼B

Άρθρο 56

Οι αναφορές, οι βεβαιώσεις και τα οποιαδήποτε άλλα έγγραφα, ή τα επικυρωμένα αντίγραφα και αποσπάσματά τους, τα οποία συγκεντρώνουν οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και τα οποία διαβιβάζονται στην αιτούσα αρχή στις περιπτώσεις παροχής συνδρομής που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία από τα αρμόδια όργανα του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής, όπως ακριβώς και τα αντίστοιχα έγγραφα που διαβιβάζονται από άλλη αρχή της εν λόγω χώρας.

Άρθρο 57

1.  

Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για:

α) 

τη διασφάλιση καλού εσωτερικού συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων αρχών·

β) 

την καθιέρωση άμεσης συνεργασίας μεταξύ των ειδικά εξουσιοδοτημένων για το συντονισμό αυτό αρχών·

γ) 

για τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

2.  
Η Επιτροπή γνωστοποιεί, το συντομότερο δυνατό, σε κάθε κράτος μέλος, τις πληροφορίες που λαμβάνει και τις οποίες είναι σε θέση να παράσχει.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 58

1.  
Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή διοικητικής συνεργασίας.

▼M3 M5

2.  
Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 5 ).

▼B

Άρθρο 59

1.  
Έως την 1η Νοεμβρίου 2013 και ακολούθως ανά πενταετία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.
2.  
Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των οποιωνδήποτε διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπει ο παρών κανονισμός.

Άρθρο 60

1.  
Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εκτέλεση ευρύτερων υποχρεώσεων σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή που απορρέουν από άλλες νομικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών.
2.  
Όταν τα κράτη μέλη συνάπτουν διμερείς συμφωνίες επί θεμάτων στους τομείς που αποτελούν αντικείμενο του παρόντος κανονισμού, ιδίως κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11, πλην της ρυθμίσεως μεμονωμένων περιπτώσεων, ενημερώνουν αμελλητί την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει με τη σειρά της τα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 61

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 αντικαθίσταται από την 1η Ιανουαρίου 2012. Ωστόσο, το άρθρο 2 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού εξακολουθεί να ισχύει έως την ημερομηνία δημοσίευσης από την Επιτροπή του καταλόγου των αρμόδιων αρχών που αναφέρεται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού.

Το κεφάλαιο V, πλην του άρθρου 27 παράγραφος 4, του εν λόγω κανονισμού εξακολουθεί να ισχύει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012.

Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 62

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2012.

Ωστόσο, τα άρθρα 33 έως 37 εφαρμόζονται από την 1η Νοεμβρίου 2010·

το κεφάλαιο V, πλην των άρθρων 22 και 23, εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2013·

— 
τα άρθρα 38 έως 42 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2012 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014· και
— 
τα άρθρα 43 έως 47 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

▼M3 M5 —————

▼B




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II



Καταργούμενος κανονισμός με τις διαδοχικές τροποποιήσεις του

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου

ΕΕ L 264 της 15.10.2003, σ. 1.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 885/2004 του Συμβουλίου

ΕΕ L 168 της 1.5.2004, σ. 1.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 του Συμβουλίου

ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 143/2008 του Συμβουλίου

ΕΕ L 44 της 20.2.2008, σ. 1.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 37/2009 του Συμβουλίου

ΕΕ L 14 της 20.1.2009, σ. 1.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ



ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 1

Άρθρο 3

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 2

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 6

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 7

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 9

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο η)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 10

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο θ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 11

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ι)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 12

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ια)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 13

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 14

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 15

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 16

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 18

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιστ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 19

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 5

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 3 παράγραφος 6

Άρθρο 5

Άρθρο 3 παράγραφος 7

Άρθρο 6

Άρθρο 4

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 7 παράγραφος 3

Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 7 παράγραφος 5

Άρθρο 6

Άρθρο 8

Άρθρο 7

Άρθρο 9

Άρθρο 8

Άρθρο 10

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 10

Άρθρο 12

Άρθρο 11

Άρθρο 28

Άρθρο 12

Άρθρο 29

Άρθρο 13

Άρθρο 30

Άρθρο 14

Άρθρο 25

Άρθρο 15

Άρθρο 26

Άρθρο 16

Άρθρο 27

Άρθρο 17 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 17 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 18

Άρθρο 14 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 14 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 22 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 22 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 19

Άρθρο 23 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 23 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 24 πρώτο εδάφιο σημείο 1

Άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 24 πρώτο εδάφιο σημείο 2

Άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 24 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 25 παράγραφος 3

Άρθρο 26

Άρθρο 24 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 27 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 27 παράγραφος 3

Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 27 παράγραφος 4

Άρθρο 31

Άρθρο 27 παράγραφος 5

Άρθρο 24

Άρθρο 28

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 38

Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 43

Άρθρο 29

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 39

Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 44

Άρθρο 30

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 40

Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 45

Άρθρο 31

Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 32

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 41

Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 46

Άρθρο 33

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 42

Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 47

Άρθρο 34

Άρθρο 34α

Άρθρο 48

Άρθρο 35

Άρθρο 49

Άρθρο 36

Άρθρο 50

Άρθρο 37

Άρθρο 51 παράγραφος 1

Άρθρο 38

Άρθρο 52

Άρθρο 39

Άρθρο 53

Άρθρο 40

Άρθρο 54

Άρθρο 41

Άρθρο 55

Άρθρο 42

Άρθρο 56

Άρθρο 43

Άρθρο 57

Άρθρο 44

Άρθρο 58

Άρθρο 45

Άρθρο 59

Άρθρο 46

Άρθρο 60

Άρθρο 47

Άρθρο 61

Άρθρο 48

Άρθρο 62



( 1 ) ΕΕ L 393 της 30.12.2006, σ. 1.

( 2 ) ΕΕ L 150 της 10.6.2008, σ. 28.

( 3 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

( 4 ) Κανονισμός (ΕΕ) 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

( 5 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

Top