EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 01994R1164-20040501

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1164/94 του Συμβουλίου της 16ης Μαΐου 1994 για την ίδρυση του ταμείου συνοχής

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1994/1164/2004-05-01

1994R1164 — EL — 01.05.2004 — 002.003


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1164/94 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Μαΐου 1994

για την ίδρυση του ταμείου συνοχής

(ΕΕ L 130, 25.5.1994, p.1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1264/1999 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 21ης Ιουνίου 1999

  L 161

57

26.6.1999

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1265/1999 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 21ης Ιουνίου 1999

  L 161

62

26.6.1999


Τροποποιείται από:

 A1

Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση

  L 236

33

23.9.2003


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 126, 28.4.2004, σ. 1  (03T0/R)



Σημείωση: Αυτή η κωδικοποιημένη έκδοση περιέχει αναφορές στην ευρωπαϊκή λογιστική μονάδα ή/και στο Ecu, οι οποίες, από την 1η Ιανουαρίου 1999, πρέπει να θεωρούνται ως αναφορές στο ευρώ — κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3308/80 του Συμβουλίου (ΕΕ L 345 της 20.12.1980, σ. 1)και κανονισμός (ΕΚ)αριθ. 1103/97 του Συμβουλίου (ΕΕ L 162 της 19.6.1997, σ. 1)· διορθωτικό στην ΕΕ L 313 της 21.11.1998, σ. 29.




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1164/94 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Μαΐου 1994

για την ίδρυση του ταμείου συνοχής



ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 130 Δ δεύτερο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

τη σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ( 2 ),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 3 ),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών ( 4 ),

Εκτιμώντας:

ότι το άρθρο 2 της συνθήκης περιλαμβάνει την αποστολή της προαγωγής της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής και της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών, που συνιστούν σημαντικούς στόχους για την ανάπτυξη και την επιτυχία της Κοινότητας· ότι η ενίσχυση της συνοχής αναφέρεται στο άρθρο 3 σημείο ι) της συνθήκης ως μία από τις διαστηριότητες της Κοινότητας για την επίτευξη των στόχων που παρατίθενται στο άρθρο 2 της συνθήκης·

ότι το άρθρο 130 Α της συνθήκης προβλέπει ότι η Κοινότητα αναπτύσσει και εξακολουθεί τη δράση της με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής της συνοχής, και, ιδιαίτερα, ότι αποσκοπεί στη μείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών και στη μείωση της καθυστέρησης των πλέον μειονεκτικών περιοχών· ότι η δράση της Κοινότητας μέσω του ταμείου συνοχής πρέπει να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων που εκτίθενται στο εν λόγω άρθρο 130 Α·

ότι τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων της Λισαβόνας της 26ης και 27ης Ιουνίου 1992 και του Εδιμβούργου της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 1992 σχετικά με την ίδρυση του ταμείου συνοχής, προσδιορίζουν τις αρχές λειτουργίας του·

ότι η προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής απαιτεί δράση του ταμείου συνοχής που θα συμπληρώσει εκείνη των διαρθρωτικών ταμείων, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των άλλων χρηματοδοτικών μέσων στον τομέα του περιβάλλοντος και στον τομέα της υποδομής των μεταφορών κοινού ενδιαφέροντος·

ότι το πρωτόκολλο σχετικά με την οικονομική και κοινωνική συνοχή που έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας επιβεβαιώνει την αποστολή της Κοινότητας να προωθήσει την οικονομική και κοινωνική συνοχή και την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών και ορίζει ότι ένα ταμείο συνοχής θα συνεισφέρει οικονομικά σε σχέδια για το περιβάλλον και τα διευρωπαϊκά δίκτυα στα κράτη μέλη υπό δύο όρους: αφενός να έχουν κατά κεφαλήν ακαθάριστο εθνικό προϊόν (ΑΕΠ) χαμηλότερο από το 90 % του κοινοτικού μέσου όρου, και αφετέρου να διαθέτουν πρόγραμμα με στόχο την εκπλήρωση των όρων της οικονομικής σύγκλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 104 Γ της συνθήκης· ότι η σχετική ευημερία των κρατών μελών υπολογίζεται καλύτερα με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκφραζόμενο σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης·

ότι η εκπλήρωση των κριτηρίων σύγκλισης, τα οποία αποτελούν προϋπόθεση για τη μετάβαση στο τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης απαιτεί αποφασιστική προσπάθεια εκ μέρους των δικαιούχων κρατών μελών· ότι, στο πλαίσιο αυτό, κάθε δικαιούχο κράτος μέλος υποβάλλει στο Συμβούλιο αντίστοιχο πρόγραμμα σύγκλισης, ώστε να αποφευχθούν τα υπερβολικά δημόσια ελλείμματα·

▼M1

ότι, όσον αφορά το κριτήριο οικονομικής σύγκλισης, οι ισχύουσες διατάξεις μακροοικονομικής προϋποθετότητας, θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται· ότι, κατά συνέπεια, κανένα νέο έργο ή νέο στάδιο έργου, δεν θα χρηματοδοτείται από το Ταμείο σε κράτος μέλος, σε περίπτωση που το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μετά από σύσταση της Επιτροπής, διαπιστώσει ότι, το κράτος μέλος δεν έχει τηρήσει το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης·

ότι οι διατάξεις για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, με στόχο την αποφυγή των υπερβολικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων με ευρεία έννοια και, εάν αυτά προκύπτουν, την προώθηση της ταχείας διόρθωσής τους, καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 ( 5

▼B

ότι το άρθρο 130 Δ δεύτερο εδάφιο της συνθήκης ορίζει ότι το Συμβούλιο πρέπει να ιδρύσει πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1993 ταμείο συνοχής, το οποίο να συμμετέχει χρηματοδοτικώς σε σχέδια περιβάλλοντος και διευρωπαϊκών δικτύων στον τομέα της υποδομής των μεταφορών·

ότι το άρθρο 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης προβλέπει ότι η Κοινότητα μπορεί να συμβάλει στη χρηματοδότηση, συγκεκριμένων σχεδίων στον τομέα της υποδομής των μεταφορών, στα κράτη μέλη, μέσω του ταμείου συνοχής, λαμβάνοντας υπόψη την εν δυνάμει οικονομική βιωσιμότητα των σχεδίων· ότι τα χρηματοδοτούμενα από το ταμείο σχέδια (έργα) πρέπει να αποτελούν τμήμα των προσανατολισμών που αφορούν τα διευρωπαϊκά δίκτυα, οι οποίοι εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εντάσσονται στις κατευθυντήριες οδηγίες για τα διευρωπαϊκά δίκτυα που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο πριν από την έναρξη ισχύος της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση· ότι, ωστόσο, μπορούν να χρηματοδοτηθούν άλλα έργα υποδομής στον τομέα των μεταφορών που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων του άρθρου 129 Β της συνθήκης, μέχρις ότου εγκριθούν από το Συμβούλιο οι κατάλληλες κατευθυντήριες γραμμές·

ότι το άρθρο 130 Ρ της συνθήκης ορίζει τους στόχους και τις αρχές της Κοινότητας στον τομέα του περιβάλλοντος· ότι η Κοινότητα μπορεί να συνεισφέρει, μέσω του ταμείου συνοχής, στις δράσεις που αποβλέπουν στην επίτευξη των στόχων αυτών· ότι, σύμφωνα με το άρθρο 130 Σ παράγραφος 5 της συνθήκης, με την επιφύλαξη της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει, όταν ένα μέτρο βασιζόμενο στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου συνεπάγεται κόστος που θεωρείται δυσανάλογο για τις δημόσιες αρχές ενός κράτους μέλους, ότι το ταμείο συνοχής θα παράσχει χρηματοδοτική στήριξη·

ότι οι αρχές και οι στόχοι της διαρκούς και σταθερής αναπτύξεως καθορίζονται στο κοινοτικό πρόγραμμα πολιτικής για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη, όπως προβλέπεται στο ψήφισμα του Συμβουλίου της 1ης Φεβρουαρίου 1993 ( 6

ότι πρέπει να εξασφαλιστεί ικανοποιητική ισορροπία μεταξύ της χρηματοδότησης έργων υποδομής στον τομέα των μεταφορών και της χρηματοδότησης έργων που αφορούν το περιβάλλον·

ότι το πράσινο βιβλίο της Επιτροπής για τις επιπτώσεις των μεταφορών στο περιβάλλον υπενθυμίζει την ανάγκη να αναπτυχθεί δίκτυο μεταφορών που συμβιβάζεται με την προστασία του περιβάλλοντος, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών διαρκούς και σταθερής αναπτύξεως των κρατών μελών·

ότι ο προϋπολογισμός του κόστους των έργων υποδομής στον τομέα των μεταφορών πρέπει να περιλαμβάνει το περιβαλλοντικό κόστος·

ότι, επειδή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ανέλαβαν την υποχρέωση να μη μειώσουν τις επενδυτικές τους προσπάθειες στους τομείς της προστασίας του περιβάλλοντος και της υποδομής των μεταφορών, η προσθετικότητα, κατά την έννοια του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1988 για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88, όσον αφορά το συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους, καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφισταμένων χρηματοδοτικών οργάνων ( 7 ), δεν θα έχει εφαρμογή στο ταμείο συνοχής·

ότι, κατ' εφαρμογή του άρθρου 198 Ε της συνθήκης, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) θα διευκολύνει τη χρηματοδότηση επενδύσεων σε συνδυασμό με τις παρεμβάσεις των άλλων κοινοτικών χρηματοδοτικών μέσων·

ότι είναι ανάγκη να συντονισθούν οι δράσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και των διευρωπαϊκών δικτύων όσον αφορά την υποδομή των μεταφορών, οι οποίες αναλαμβάνονται μέσω του ταμείου συνοχής, των διαρθρωτικών ταμείων, της ΕΤΕπ και των άλλων χρηματοδοτικών μέσων, κατά τρόπον ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των κοινοτικών παρεμβάσεων·

ότι, προκειμένου να βοηθηθούν ιδίως τα κράτη μέλη στην εκπόνηση των έργων τους, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να μεριμνά, ώστε να διαθέτουν την αναγκαία τεχνική υποστήριξη, με σκοπό ιδίως τη συμβολή στην προετοιμασία και εκτέλεση, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης και αξιολόγησης των έργων·

ότι, μεριμνώντας, ιδίως, για την αποδοτικότητα, θα πρέπει να πραγματοποιείται αξιολόγηση σε βάθος, πριν δεσμευτούν κοινοτικοί πόροι, ώστε να εξασφαλίζεται ότι θα έχουν κοινωνικοοικονομικά πλεονεκτήματα ανάλογα με τους διατιθέμενους πόρους·

ότι οι παρεμβάσεις του ταμείου συνοχής πρέπει να είναι συμβατές προς τις κοινοτικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας του περιβάλλοντος, των μεταφορών, των διευρωπαϊκών δικτύων, του ανταγωνισμού και της ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων· ότι η προστασία του περιβάλλοντος προϋποθέτει εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον·

ότι θα πρέπει να προβλεφθεί ενδεικτική κατανομή μεταξύ των κρατών μελών των συνολικών διαθέσιμων για την ανάληψη υποχρεώσεων πόρων, ώστε να διευκολυνθεί η προετοιμασία των έργων·

▼M1

ότι οι συνολικές ετήσιες εισπράξεις οποιουδήποτε κράτους μέλους από το Ταμείο Συνοχής δυνάμει του παρόντος κανονισμού —σε συνδυασμό με τη συνδρομή που χορηγείται από τα διαρθρωτικά Ταμεία— θα πρέπει να περιορίζονται βάσει ενός ανωτάτου ορίου ανάλογα με την εθνική ικανότητα απορρόφησης·

▼M1

ότι θα πρέπει να προβλεφθεί, σε συνδυασμό με την εκπλήρωση των προϋποθέσεων οικονομικής σύγκλισης που καθορίζονται στο άρθρο 104 της συνθήκης και την ανάγκη χρηστής διαχείρισης του δημοσιονομικού ελλείμματος, μια μορφή προϋποθετότητας για την χορήγηση οικονομικής συνδρομής· ότι, στο πλαίσιο αυτό, η συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη συνθήκη πρέπει επίσης να εκτιμάται λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίστηκαν στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 1997, σχετικά με το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης ( 8 ) και ότι η έννοια του υπερβολικού ελλείμματος πρέπει να ερμηνεύεται βάσει του ψηφίσματος αυτού· ότι, για κάθε συμμετέχον κράτος μέλος, η μακροοικονομική προϋποθετότητα θα πρέπει να εκτιμάται λαμβάνοντας υπόψη τις ευθύνες αυτού του κράτους μέλους όσον αφορά την σταθερότητα του ευρώ·

▼B

ότι, δεδομένων των απαιτήσεων οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, είναι αναγκαίο να προβλεφθούν υψηλά ποσοστά συνδρομής·

ότι, για να διευκολυνθεί η διαχείριση της συνδρομής του ταμείου συνοχής, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα προσδιορισμού σταδίων των έργων, που παρουσιάζουν αυτονομία από τεχνική και χρηματοδοτική άποψη, καθώς και, ενδεχομένως, συγκέντρωσης των σχεδίων κατά ομάδες·

ότι θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα επιλογής μεταξύ της ανάληψης υποχρεώσεων για τη συνδρομή του ταμείου συνοχής είτε σε ετήσιες δόσεις είτε για το σύνολο του έργου και ότι, σύμφωνα με τη γενική αρχή στην οποία κατέληξε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Εδιμβούργου της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 1992, οι δόσεις που καταβάλλονται μετά από την αρχική προκαταβολή θα πρέπει να συνδέονται στενά και με διαφάνεια με την πρόοδο που θα σημειώνεται στην ολοκλήρωση των έργων·

ότι θα πρέπει να διευκρινισθούν οι αντίστοιχες εξουσίες και αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Επιτροπής στον τομέα του δημοσιονομικού ελέγχου σε σχέση με τις εργασίες του ταμείου·

ότι, για την ορθή διαχείριση του ταμείου συνοχής, πρέπει να προβλεφθεί η προσφυγή σε αποτελεσματικές μεθόδους αξιολόγησης, παρακολούθησης και ελέγχου όσον αφορά τις κοινοτικές παρεμβάσεις, διευκρινίζοντας τις αρχές αξιολόγησης των έργων, τη φύση και τους τρόπους παρακολούθησής της και προβλέποντας μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση παρατυπίας ή σε περίπτωση που θα πληρούνται οι όροι που προβλέπονται κατά την έγκριση της συνδρομής του εν λόγω ταμείου·

ότι πρέπει να παρέχεται επαρκής πληροφόρηση μέσω, μεταξύ άλλων, ετήσιας έκθεσης·

ότι θα πρέπει να προβλεφθεί να δίδεται επαρκής δημοσιότητα στην κοινοτική συνδρομή που παρέχεται από το ταμείο συνοχής·

ότι η δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της προκήρυξης δημοσίων συμβάσεων που αφορούν τα σχέδια, για τα οποία παρέχεται η συνδρομή του ταμείου, θα πρέπει να περιλαμβάνει μνεία της εν λόγω συνδρομής·

ότι, για να διευκολυνθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να καθορισθούν διατάξεις εφαρμογής στο παράρτημα ΙΙ· ότι, για να εξασφαλιστεί η αναγκαία ευελιξία στην εφαρμογή τους θα πρέπει να μπορεί το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, να τις τροποποιεί, εάν χρειάζεται, βάσει της κτηθείσας πείρας·

ότι ο παρών κανονισμός πρέπει να αντικαταστήσει, χωρίς να μεσολαβήσει διακοπή, τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 792/93 του Συμβουλίου της 30ής Μαρτίου 1993 για τη θέσπιση χρηματοδοτικού μέσου συνοχής ( 9 ),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



Άρθρο 1

Ορισμός και στόχος

1.  Ιδρύεται ταμείο συνοχής, καλούμενο εφεξής «το ταμείο».

2.  Το ταμείο συμβάλλει στην ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής της Κοινότητας και διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

3.  Το ταμείο μπορεί να συμβάλει στη χρηματοδότηση:

 έργων, ή

 ανεξαρτήτων από τεχνική και χρηματοδοτική άποψη σταδίων έργου, ή

 ομάδων έργων που συνδέονται με μια ορατή στρατηγική και σχηματίζουν ένα συνεκτικό σύνολο.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.  Το ταμείο παρέχει οικονομική συνδρομή σε έργα που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στην συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στον τομέα του περιβάλλοντος και στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων υποδομής των μεταφορών στα κράτη μέλη, τα οποία έχουν κατά κεφαλή ακαθάριστο προϊόν (ΑΕΠ) χαμηλότερο του 90 % του κοινοτικού μέσου όρου, υπολογιζόμενο με βάση ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης, και τα οποία διαθέτουν ήδη πρόγραμμα που αποσκοπεί στην πλήρωση των όρων οικονομικής σύγκλισης, που αναφέρονται στο άρθρο 104 Γ της συνθήκης.

2.  Μέχρι το τέλος του 1999, μόνο τα τέσσερα κράτη μέλη που ανταποκρίνονται σήμερα στο κριτήριο που αφορά το ΑΕΠ της παραγράφου 1 είναι επιλέξιμα για το ταμείο. Τα εν λόγω κράτη μέλη είναι: η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.

3.  Όσον αφορά το κριτήριο του ΑΕΠ που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2 κράτη μέλη θα εξακολουθούν να μπορούν να επωφεληθούν από τη στήριξη του ταμείου, υπό τον όρο ότι, μετά από ενδιάμεση επανεξέταση το 1996, το επίπεδο του ΑΕΠ τους παραμένει κάτω του 90 % του κοινοτικού μέσου όρου. Κάθε επιλέξιμο κράτος μέλος, του οποίου το επίπεδο τότε θα υπερβαίνει το όριο του 90 %, χάνει το δικαίωμα στήριξης του ταμείου για νέα έργα ή, στην περίπτωση σημαντικών έργων με πολλά στάδια τεχνικώς και οικονομικώς ανεξάρτητα, για νέα στάδια του έργου.

▼M1

4.  Για να είναι επιλέξιμα από το Ταμείο από 1ης Ιανουαρίου 2000, τα δικαιούχα κράτη μέλη πρέπει να έχουν υποβάλει πρόγραμμα, όπως προβλέπεται στα άρθρα 3 και 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου ( 10 ).

Τα τέσσερα κράτη μέλη που πληρούν το κριτήριο σχετικά με το ΑΕΠ που αναφέρεται στην παράγραφο 1, είναι η Ισπανία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.

Πριν από το τέλος του 2003, θα πραγματοποιηθεί ενδιάμεση αναθεώρηση όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3, με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ που προκύπτει από τα κοινοτικά στοιχεία για την περίοδο 2000-2002.

5.  Από την ημερομηνία προσχώρησης μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006, η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία, η Κύπρος, η Λετονία, η Λιθουανία, η Ουγγαρία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Σλοβενία και η Σλοβακία είναι επίσης επιλέξιμες για ενίσχυση από το Ταμείο.

6.  Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ΑΕΠ σημαίνει ΑΕΕ για το συγκεκριμένο έτος σε τιμές αγοράς, όπως προβλέπεται από την Επιτροπή κατ' εφαρμογή του ESA 95 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96.

▼B

Άρθρο 3

Επιλέξιμες δράσεις

1.  Το ταμείο μπορεί να παρέχει ενίσχυση για τα ακόλουθα έργα:

 περιβαλλοντικά έργα που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων του άρθρου 130Ρ της συνθήκης συμπεριλαμβανομένων των έργων που συνεπάγεται η θέσπιση μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 130Σ της συνθήκης, και ιδίως των σχεδίων που εντάσσονται στις προτεραιότητες της κοινοτικής πολιτικής για την προστασία του περιβάλλοντος, δυνάμει του ►M1  ————— ◄ προγράμματος της πολιτικής και δράσεως για το περιβάλλον και την αείφορο ανάπτυξη,

▼M1

 έργα υποδομής κοινού ενδιαφέροντος στον τομέα των μεταφορών, τα οποία υποστηρίζονται από τα κράτη μέλη και προσδιορίζονται στο πλαίσιο των προσανατολισμών που εγκρίθηκαν με την απόφαση αριθ. 1692/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών ( 11 ).

▼B

2.  Το ταμείο μπορεί επίσης να χορηγεί ενίσχυση για:

 παρασκευαστικές μελέτες που συνδέονται με τα επιλέξιμα έργα, συμπεριλαμβανομένων των μελετών που είναι αναγκαίες για την εκτέλεσή τους,

  ►M1  μέτρα τεχνικής υποστήριξης, συμπεριλαμβανομένων των εκστρατειών ενημέρωσης και δημοσιότητας, και ιδίως: ◄

 

α) τα οριζόντια μέτρα, όπως συγκριτικές μελέτες που αποσκοπούν στον υπολογισμό της επίπτωσης της κοινοτικής ενίσχυσης·

β) τα μέτρα και τις μελέτες που δύνανται να συμβάλουν στην εκτίμηση, παρακολούθηση, ►M1  εποπτεία  ◄ ή αξιολόγηση, καθώς και την ενίσχυση και την εξασφάλιση του συντονισμού και της συνοχής των έργων, ιδίως της συνοχής τους με τις άλλες κοινοτικές πολιτικές·

γ) τα μέτρα και τις μελέτες που δύνανται να συμβάλουν στις αναγκαίες προσαρμογές κατά την εκτέλεση των έργων.

Άρθρο 4

Χρηματοδοτικοί πόροι

Για την περίοδο 1993 έως 1999, το σύνολο των διαθεσίμων πόρων, όπως αυτό ορίζεται στη διοργανική συμφωνία της 29ης Οκτωβρίου 1993, για ανάληψη υποχρεώσεων από το ταμείο, δυνάμει του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 792/93, ανέρχεται σε 15,15 δισεκατομμύρια Ecu, σε τιμές 1992.

Οι δημοσιονομικές προοπτικές σε πιστώσεις για ανάληψη υποχρεώσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο κάθε έτος της εν λόγω περιόδου, δυνάμει των κανονισμών, ανέρχονται σε:

1993 : 1,5 δισεκατομμύρια Ecu·

1994 : 1,75 δισεκατομμύρια Ecu·

1995 : 2 δισεκατομμύρια Ecu·

1996 : 2,25 δισεκατομμύρια Ecu·

1997 : 2,5 δισεκατομμύρια Ecu·

1998 : 2,55 δισεκατομμύρια Ecu·

1999 : 2,6 δισεκατομμύρια Ecu.

Από την 1η Ιανουαρίου 2000, οι συνολικοί πόροι που διατίθενται για την ανάληψη υποχρεώσεων στην Ελλάδα, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία για την περίοδο 2000-2006 θα πρέπει να είναι 18 δισ. EUR σε τιμές 1999.

▼M1

Οι πιστώσεις υποχρεώσεων για κάθε έτος αυτής της περιόδου, θα πρέπει να είναι:

2000 : 2,615 δισεκατομμύρια ευρώ,

2001 : 2,615 δισεκατομμύρια ευρώ,

2002 : 2,615 δισεκατομμύρια ευρώ,

2003 : 2,615 δισεκατομμύρια ευρώ,

2004 : 2,515 δισεκατομμύρια ευρώ,

2005 : 2,515 δισεκατομμύρια ευρώ,

2006 : 2,510 δισεκατομμύρια ευρώ.

Οι συνολικοί πόροι που διατίθενται για την ανάληψη υποχρεώσεων στην Τσεχική Δημοκρατία, την Εσθονία, την Κύπρο, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία, τη Μάλτα, την Πολωνία, τη Σλοβενία και τη Σλοβακία κατά την περίοδο από την ημερομηνία προσχώρησης μέχρι το 2006 θα πρέπει να είναι 7,5905 δισ. EUR σε τιμές 1999.

Οι πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων για κάθε έτος της περιόδου αυτής θα πρέπει να είναι:

 2004: 2,6168 δισ. EUR

 2005: 2,1517 δισ. EUR

 2006: 2,8220 δισ. EUR.

▼M1

Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος καθίσταται μη επιλέξιμο, οι πόροι από το Ταμείο Συνοχής, μειώνονται αναλόγως.

▼M1

Άρθρο 5

Ενδεικτική κατανομή

Η ενδεικτική κατανομή των συνολικών πόρων του Ταμείου βασίζεται σε συγκεκριμένα και αντικειμενικά κριτήρια, κυρίως στον πληθυσμό, στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ λαμβανομένης υπόψη της βελτίωσης της εθνικής ευημερίας που επιτεύχθηκε κατά την προηγούμενη περίοδο, και στην έκταση της χώρας· λαμβάνονται επίσης υπόψη και άλλοι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, όπως η ανεπάρκεια της υποδομής των μεταφορών.

Η ενδεικτική κατανομή των συνολικών πόρων που προκύπτει από την εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων, περιλαμβάνεται στο παράρτημα I.

Οι συνολικές ετήσιες εισπράξεις από το Ταμείο Συνοχής δυνάμει του παρόντος κανονισμού —σε συνδυασμό με τη συνδρομή που χορηγείται από τα διαρθρωτικά ταμεία— δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 4 % του εθνικού ΑΕΠ.

Άρθρο 6

Συνδρομή υπό όρους

1.  Το Ταμείο δεν χρηματοδοτεί κανένα νέο έργο ή, σε περίπτωση σημαντικών έργων, κανένα νέο στάδιο έργου, σε κράτος μέλος σε περίπτωση που το Συμβούλιο, ενεργώντας με ειδική πλειοψηφία κατόπιν συστάσεως της Επιτροπής, διαπιστώσει ότι, το κράτος μέλος κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, δεν έχει εφαρμόσει το πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 κατά τρόπον ώστε να αποφευχθεί ένα υπερβολικό δημοσιονομικό έλλειμμα.

Η αναστολή της χρηματοδότησης παύει να ισχύει μόλις διαπιστώσει το Συμβούλιο, ενεργώντας υπό τους ίδιους όρους, ότι το εν λόγω κράτος μέλος έλαβε μέτρα για την υλοποίηση του προγράμματος αυτού κατά τρόπον ώστε να αποφευχθεί ένα υπερβολικό δημοσιονομικό έλλειμμα.

2.  Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση έργων που αφορούν άμεσα περισσότερα του ενός κράτη μέλη, το Συμβούλιο, ενεργώντας με ειδική πλειοψηφία, κατόπιν συστάσεως της Επιτροπής, μπορεί να αποφασίσει να αναβάλει την αναστολή της χρηματοδότησης.

▼B

Άρθρο 7

Ποσοστό της ενίσχυσης

1.  Το ποσοστό της κοινοτικής ενίσχυσης που χορηγείται από το ταμείο είναι 80 έως 85 % των δημοσίων ή εξομοιουμένων δαπανών, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών των οργανισμών, των οποίων οι δραστηριότητες διεξάγονται σε διοικητικά ή νομικά πλαίσια που τις εξομοιώνουν με δραστηριότητες δημοσίων οργανισμών.

▼M1

Εντούτοις, από 1ης Ιανουαρίου 2000, το ποσοστό αυτό δύναται να μειωθεί ώστε να λαμβάνονται υπόψη, σε συνεργασία με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, τα κατ' εκτίμηση έσοδα που προκύπτουν από τα έργα, καθώς και η εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει».

▼M1

Για να επιτευχθεί αυτό, η Επιτροπή υποστηρίζει τις προσπάθειες των δικαιούχων κρατών μελών να μεγιστοποιήσουν το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα που προκύπτει από τη χρήση των πόρων του Ταμείου, ενθαρρύνοντας την αυξημένη προσφυγή σε ιδιωτικές πηγές χρηματοδότησης.

▼B

2.  Εάν χρημοτοδοτείται έργο που δημιουργεί έσοδα, το ποσό ►M1  ————— ◄ της ενίσχυσης του ταμείου καθορίζεται από την Επιτροπή, λαμβανομένων υπόψη των εσόδων, υπό τον όρο ότι πρόκειται για σημαντικά καθαρά έσοδα για τους αναδόχους, και σε στενή συνεννόηση με το δικαιούχο κράτος μέλος.

Ως έργο που δημιουργεί έσοδα, νοούνται:

 η υποδομή, η χρήση της οποίας συνεπάγεται άμεσες επιβαρύνσεις για τους χρήστες,

 οι παραγωγικές επενδύσεις στον τομέα του περιβάλλοντος.

3.  Τα δικαιούχα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλλουν προτάσεις για προπαρασκευαστικές μελέτες και για μέτρα τεχνικής υποστήριξης.

4.  Οι προπαρασκευαστικές μελέτες και τα μέτρα τεχνικής υποστήριξης μπορούν να χρηματοδοτηθούν έως το 100 % του συνολικού κόστους, κατ' εξαίρεση, συμπεριλαμβανομένων όσων αναλαμβάνονται με πρωτοβουλία της Επιτροπής.

Το σύνολο των δαπανών που πραγματοποιούνται δυνάμει της παρούσας παραγράφου δεν μπορεί να υπερβεί το 0,5 % των συνολικών πιστώσεων του ταμείου.

Άρθρο 8

Συντονισμός και συμβατότητα με τις κοινοτικές πολιτικές

1.  Τα έργα που χρηματοδοτούνται από το ταμείο πρέπει να συμβιβάζονται με τις διατάξεις των συνθηκών, με τις πράξεις που εγκρίθηκαν βάσει αυτών και με τις κοινοτικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, τις μεταφορές, τα διευρωπαϊκά δίκτυα, τον ανταγωνισμό και τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων.

2.  Η Επιτροπή μεριμνά για το συντονισμό και τη συνεκτικότητα μεταξύ των έργων που αναλαμβάνονται στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού και των δράσεων που αναλαμβάνονται με τη συνδρομή του κοινοτικού προϋπολογισμού, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, εφεξής καλούμενη ΕΤΕπ, και άλλων κοινοτικών χρηματοδοτικών μέσων.

Άρθρο 9

Σώρευση και επικάλυψη

1.  Καμία θέση δαπάνης δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί ταυτόχρονα από το ταμείο και από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης ή το Χρηματοδοτικό Μέσο Προσανατολισμού της Αλιείας.

2.  Το σύνολο της στήριξης που παρέχεται σε ένα έργο από το ταμείο και από άλλες κοινοτικές ενισχύσεις δεν μπορεί να υπερβαίνει το 90 % του συνόλου των δαπανών που αφορούν το έργο αυτό.

Άρθρο 10

Έγκριση των έργων

1.  Τα έργα τα οποία πρόκειται να χρηματοδοτηθούν από το ταμείο εγκρίνονται από την Επιτροπή σε συμφωνία με το δικαιούχο κράτος μέλος.

2.  Διασφαλίζεται η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των έργων στον τομέα του περιβάλλοντος και εκείνων που αφορούν την υποδομή των μεταφορών. Η ισορροπία αυτή διαμορφώνεται λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 130Σ παράγραφος 5 της συνθήκης.

3.  Οι αιτήσεις ενίσχυσης για έργα δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 1 υποβάλλονται από το δικαιούχο κράτος μέλος. Τα έργα, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων συναφών έργων, πρέπει να είναι ικανοποιητικής κλίμακας, ώστε να έχουν σημαντική επίπτωση στους τομείς της προστασίας του περιβάλλοντος ή της βελτίωσης των διευρωπαϊκών δικτύων υποδομής των μεταφορών. Εν πάση περιπτώσει, το συνολικό κόστος ενός έργου ή ομάδας έργων δεν μπορεί, κατ' αρχήν, να είναι κατώτερο των 10 εκατομμυρίων ►M1  ευρώ ◄ . Σε δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις μπορούν να εγκρίνονται έργα ή ομάδες έργων με χαμηλότερο κόστος.

4.  Οι αιτήσεις περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία: τον αρμόδιο για την εκτέλεση οργανισμό, τη φύση της επένδυσης και την περιγραφή της, το κόστος και τη γεωγραφική της θέση συμπεριλαμβανομένης, στις σχετικές περιπτώσεις, της αναφοράς των έργων κοινού ενδιαφέροντος που εκτελούνται στον ίδιο άξονα μεταφορών, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των εργασιών, την ανάλυση κόστους-οφέλους, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων επιπτώσεων στην απασχόληση, τα στοιχεία που επιτρέπουν να εκτιμηθούν οι ►M1  ————— ◄ επιπτώσεις στο περιβάλλον, τα στοιχεία τα σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, το σχέδιο χρηματοδότησης συμπεριλαμβανομένων, στο μέτρο του δυνατού, ενδείξεων για την οικονομική βιωσιμότητα του έργου και το συνολικό ποσό των οικονομικών πόρων που ζητεί το κράτος μέλος από το ταμείο και οποιαδήποτε άλλη κοινοτική πηγή.

Περιλαμβάνουν, επίσης, όλα τα αναγκαία στοιχεία για να διαπιστωθεί ότι τα έργα είναι σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με τα κριτήρια της παραγράφου 5, ιδίως όσον αφορά τα μεσοπρόθεσμα κοινωνικοοικονομικά οφέλη σε σχέση με τους διατιθέμενους πόρους.

5.  Τα κάτωθι κριτήρια χρησιμοποιούνται για να διασφαλίζεται η υψηλή ποιότητα των έργων:

 τα μεσοπρόθεσμα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη εξ αυτών, τα οποία πρέπει να είναι ανάλογα με τους πόρους που διατίθενται· η σχετική εκτίμηση πρέπει να γίνεται με βάση ανάλυση κόστους και οφέλους,

 οι προτεραιότητες που καθορίζονται από τα δικαιούχα κράτη μέλη,

 η συμβολή την οποία μπορούν να έχουν τα έργα στην εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών σχετικά με το περιβάλλον ►M1   συμπεριλαμβανομένης της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» ◄ και τα διευρωπαϊκά δίκτυα,

 η συμβατότητα των έργων με τις κοινοτικές πολιτικές και η συνεκτικότητά τους με άλλα κοινοτικά διαρθρωτικά μέτρα,

 η δημιουργία κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ περιβάλλοντος και υποδομής μεταφορών.

6.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 και της ύπαρξης διαθέσιμων πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων, η Επιτροπή αποφασίζει για τη χορήγηση ενίσχυσης από το ταμείο, εφόσον πληρούνται οι προβλεπόμενοι στο παρόν άρθρο όροι, κατά κανόνα εντός τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της αιτήσεως. Οι αποφάσεις της Επιτροπής για την έγκριση των έργων, σταδίων έργων ή ομάδων συναφών έργων καθορίζουν το ποσό της χρηματοδοτικής στήριξης, το σχέδιο χρηματοδότησης, καθώς επίσης και όλες τις διατάξεις και τις προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την υλοποίηση των έργων.

7.  Τα ουσιώδη στοιχεία των αποφάσεων της Επιτροπής δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 11

Χρηματοδοτικές διατάξεις

1.  Οι εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό πιστώσεις χορηγούνται βάσει των αποφάσεων με τις οποίες εγκρίνονται οι σχετικές δράσεις σύμφωνα με το άρθρο 10.

2.  Για τα έργα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, οι αναλήψεις υποχρεώσεων πραγματοποιούνται κατά γενικό κανόνα με ετήσιες δόσεις. Ωστόσο, σε κατάλληλες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να προβεί στην ανάληψη υποχρέωσης για το συνολικό ποσό της ενίσχυσης όταν εκδίδει την απόφαση για τη χορήγησή της.

3.  Μια δαπάνη κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 δεν θεωρείται επιλέξιμη για συνδρομή από το ταμείο συνοχής, εάν έχει πραγματοποιηθεί από το δικαιούχο κράτος μέλος, πριν από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής αίτησης από την Επιτροπή.

Για την Τσεχική Δημοκρατία, την Εσθονία, την Κύπρο, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία, τη Μάλτα, την Πολωνία, τη Σλοβενία και τη Σλοβακία, μια δαπάνη κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, θεωρείται επιλέξιμη για ενίσχυση από το Ταμείο, μόνον εάν έχει πραγματοποιηθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2004 και υπό τον όρο ότι πληρούνται όλες οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

▼B

4.  Οι πληρωμές που πραγματοποιούνται μετά την αρχική προκαταβολή πρέπει να συνδέονται στενά και με διαφάνεια με την πρόοδο που σημειώνεται κατά την εκτέλεση των έργων.

5.  Οι πληρωμές γίνονται σε ►M1  ευρώ ◄ και υπόκεινται στις ειδικές διατάξεις που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 12

Δημοσιονομικός έλεγχος

▼M1

1.  Με την επιφύλαξη της ευθύνης της Επιτροπής για την εφαρμογή του κοινοτικού προϋπολογισμού, τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν κατά πρώτο λόγο την ευθύνη για το δημοσιονομικό έλεγχο των έργων. Προς τούτο, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα μέτρα:

α) εξακριβώνουν ότι οι ρυθμίσεις όσον αφορά τη διαχείριση και τον έλεγχο έχουν θεσπισθεί και εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται ότι οι κοινοτικοί πόροι χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά και ορθά·

β) παρέχουν περιγραφή των ρυθμίσεων αυτών στην Επιτροπή·

γ) διασφαλίζουν ότι η διαχείριση των έργων γίνεται σύμφωνα με όλους τους εφαρμοστέους κοινοτικούς κανόνες και ότι οι πόροι που τίθενται στη διάθεσή τους χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης·

δ) πιστοποιούν ότι οι δηλώσεις δαπανών που υποβάλλονται στην Επιτροπή είναι ακριβείς, εγγυώνται δε ότι προκύπτουν από την εφαρμογή λογιστικών συστημάτων βάσει δικαιολογητικών που επιδέχονται επαλήθευση·

ε) προλαμβάνουν και εντοπίζουν τις παρατυπίες, τις ανακοινώνουν στην Επιτροπή σύμφωνα με τους κανόνες, τηρούν δε την Επιτροπή ενήμερη όσον αφορά την εξέλιξη των διοικητικών και νομικών διαδικασιών. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι ανταλλασσόμενες πληροφορίες παραμένουν εμπιστευτικές·

στ) υποβάλλουν στην Επιτροπή, κατά την περάτωση κάθε έργου, σταδίου έργου ή ομάδας έργων, δήλωση προσώπου ή υπηρεσίας λειτουργικά ανεξάρτητου ή ανεξάρτητης από την ορισθείσα αρχή. Στη δήλωση, παρατίθεται σύνοψη των πορισμάτων των ελέγχων που διεξήχθησαν κατά τα προηγούμενα έτη και κρίνεται η εγκυρότητα της αίτησης πληρωμής του υπολοίπου, καθώς και η νομιμότητα και η κανονικότητα των δαπανών που καλύπτονται από το οριστικό πιστοποιητικό. Τα κράτη μέλη επισυνάπτουν στην εν λόγω δήλωση τη γνώμη τους, εφόσον το κρίνουν απαραίτητο·

ζ) συνεργάζονται με την Επιτροπή, για να εξασφαλίζεται ότι η χρησιμοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων είναι σύμφωνη με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης·

η) ανακτούν τα ποσά που ενδεχομένως έχουν απωλεσθεί λόγω παρατυπιών τις οποίες διαπιστώνουν, χρεώνοντας, ανάλογα με την περίπτωση, τόκους υπερημερίας.

2.  Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της ευθύνης της για την εφαρμογή του κοινοτικού προϋπολογισμού, βεβαιώνεται για την ομαλή λειτουργία στα κράτη μέλη συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου ώστε τα κοινοτικά κονδύλια να χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά και ορθά.

Προς τούτο, με την επιφύλαξη των ελέγχων που διενεργούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, οι υπάλληλοι ή το λοιπό προσωπικό της Επιτροπής μπορούν, σύμφωνα με τις συμφωνηθείσες με το κράτος μέλος ρυθμίσεις στα πλαίσια της συνεργασίας που περιγράφεται στο άρθρο Ζ παράγραφος 1 του παραρτήματος II, να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους, συμπεριλαμβανομένων δειγματοληπτικών ελέγχων, των έργων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο και των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου ύστερα από προειδοποίηση μιας τουλάχιστον εργάσιμης ημέρας. Η Επιτροπή ειδοποιεί το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προκειμένου να τύχει της απαιτούμενης συνδρομής. Οι υπάλληλοι ή το λοιπό προσωπικό του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, μπορούν να συμμετέχουν στους ελέγχους αυτούς.

Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο προκειμένου να εξακριβώσει την ορθότητα μιας ή περισσότερων συναλλαγών. Οι υπάλληλοι ή το λοιπό προσωπικό της Επιτροπής μπορούν να λαμβάνουν μέρος στους ελέγχους αυτούς.

▼M2

Πριν τη διενέργεια επιτόπιου ελέγχου, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, ούτως ώστε να λάβει κάθε απαραίτητη βοήθεια. Η προσφυγή της Επιτροπής σε ενδεχόμενους επιτόπιους ελέγχους χωρίς προειδοποίηση διέπεται από συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού. Στους ελέγχους μπορούν να συμμετέχουν μόνιμοι ή έκτακτοι υπάλληλοι του κράτους μέλους.

Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο για να εξακριβώσει αν η αίτηση πληρωμής είναι σύμφωνη με τους κανόνες. Στους ελέγχους αυτούς μπορούν να συμμετέχουν μόνιμοι ή άλλοι υπάλληλοι της Επιτροπής και οφείλουν να το πράξουν, εάν το ζητήσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

Η Επιτροπή μεριμνά ώστε οι έλεγχοι που πραγματοποιεί να διενεργούνται με συντονισμένο τρόπο για να αποφεύγεται η επανάληψη των ελέγχων για το ίδιο θέμα και κατά την ίδια χρονική περίοδο. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και η Επιτροπή διαβιβάζουν αμοιβαία, χωρίς καθυστέρηση, όλες τις προσήκουσες πληροφορίες που αφορούν τα αποτελέσματα των διενεργηθέντων ελέγχων.

▼B

3.  Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής όλες τις κατάλληλες εθνικές εκθέσεις σχετικά με τον έλεγχο των εν λόγω έργων.

▼M1 —————

▼B

►M1  4 ◄ .  Με την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θεσπίζει τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου και τους ανακοινώνει για ενημέρωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρο 13

Εκτίμηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.  Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διασφαλίζουν ότι η εκτέλεση των έργων δυνάμει του παρόντος κανονισμού αποτελεί πραγματικά αντικείμενο μέτρων παρακολούθησης και αξιολόγησης. Τα έργα πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και της αξιολόγησης.

2.  Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της κοινοτικής ενίσχυσης, η Επιτροπή και τα δικαιούχα κράτη μέλη προβαίνουν σε συνεργασία, κατά περίπτωση, με την ΕΤΕπ, σε συστηματική εκτίμηση και συστηματική αξιολόγηση των έργων.

3.  Μόλις λάβει αίτηση για παροχή ενίσχυσης και πριν εγκριθεί το έργο, η Επιτροπή προβαίνει σε εκτίμηση εις βάθος του έργου, προκειμένου να κρίνει εάν συμφωνεί με τα κριτήρια του άρθρου 10 παράγραφος 5. Η Επιτροπή καλεί, εάν προκύψει ανάγκη, την ΕΤΕπ να συμβάλει στην αξιολόγηση των έργων.

4.  Κατά την εκτέλεση των έργων και μετά την ολοκλήρωσή τους, η Επιτροπή και τα δικαιούχα κράτη μέλη προβαίνουν σε αξιολόγηση του τρόπου εκτέλεσής των, καθώς και του δυνητικού και πραγματικού αντίκτυπου της εφαρμογής τους ώστε να εκτιμήσουν εάν επιτεύχθηκαν ή είναι δυνατόν να επιτευχθούν οι στόχοι που είχαν αρχικά προβλεφθεί. Αυτή η εκτίμηση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις επιπτώσεις των έργων στο περιβάλλον, τηρουμένων των ισχυόντων κοινοτικών κανόνων.

5.  Κατά την εξέταση των επί μέρους αιτήσεων για τη χορήγηση συνδρομής, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων και των αξιολογήσεων που έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

6.  Οι λεπτομερείς κανόνες παρακολούθησης και αξιολόγησης, όπως προβλέπονται στην παράγραφο 4, καθορίζονται στις αποφάσεις έγκρισης των έργων.

Άρθρο 14

Πληροφόρηση και δημοσιότητα

1.  Η Επιτροπή υποβάλλει, για εξέταση και διατύπωση γνώμης, ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες του ταμείου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκφέρει γνώμη για την έκθεση αυτή το συντομότερο δυνατό. Η Επιτροπή εκθέτει τον τρόπο με τον οποίο έθεσε σε εφαρμογή τις παρατηρήσεις που περιέχονται στη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η Επιτροπή θα μεριμνά για την ενημέρωση των κρατών μελών σχετικά με τις δραστηριότητες του ταμείου.

2.  Τα κράτη μέλη που είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή μιας δράσης που χρηματοδοτείται από το ταμείο μεριμνούν, ώστε να δίδεται επαρκής δημοσιότητα σε αυτήν προκειμένου:

 να ευαισθητοποιηθεί η κοινή γνώμη για το ρόλο της Κοινότητας όσον αφορά τη δράση αυτή,

 να ευαισθητοποιηθούν οι ενδεχόμενοι δικαιούχοι και οι επαγγελματικές οργανώσεις όσον αφορά τις δυνατότητες που προσφέρει η δράση.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ιδίως για την τοποθέτηση εμφανών πινακίδων που διευκρινίζουν το ποσοστό του συνολικού κόστους ενός συγκεκριμένου σχεδίου που χρηματοδοτείται από την Κοινότητα και φέρουν το κοινοτικό έμβλημα, καθώς και για την δέουσα συμμετοχή των αντιπροσώπων των κοινοτικών οργάνων στις σημαντικότερες δημόσιες δραστηριότητες που ενδιαφέρουν το ταμείο.

Ενημερώνουν την Επιτροπή για τις πρωτοβουλίες που ανέλαβαν για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

3.  Με την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς διατάξεις όσον αφορά την πληροφόρηση και τη δημοσιότητα, τις ανακοινώνει για ενημέρωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 15

Θέση σε εφαρμογή

Οι διατάξεις εφαρμογής του παρόντος κανονισμού περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 16

Τελικές και μεταβατικές διατάξεις

1.  Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 130Δ της συνθήκης, επανεξετάζει τον παρόντα κανονισμό ►M1  το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006 ◄ .

2.  Ο παρών κανονισμός, αμέσως μόλις αρχίσει να ισχύει, αντικαθιστά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 792/93.

3.  Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τη συνέχιση των δράσεων που έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή βάσει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 792/93 που εφαρμόζεται πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, ο οποίος συνεπώς εφαρμόζεται, από την ημερομηνία αυτή, στις εν λόγω δράσεις.

4.  Οι αιτήσεις που έχουν υποβληθεί στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 792/93 πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού παραμένουν σε ισχύ υπό τον όρο ότι οι αιτήσεις αυτές συμπληρώνονται, εάν απαιτείται, προκειμένου να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, εντός μεγίστης προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 16a

Ειδικές διατάξεις για μετά την προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση νέου κράτους μέλους το οποίο έχει ωφεληθεί προενταξιακής ενίσχυσης δυνάμει του μέσου προενταξιακών διαρθρωτικών πολιτικών (ISPA)

1.  Τα μέτρα τα οποία, κατά την ημερομηνία προσχώρησης της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας, αποτελούσαν αντικείμενο αποφάσεων της Επιτροπής περί ενίσχυσης δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1267/99 για τη θέσπιση μέσου προενταξιακών διαρθρωτικών πολιτικών ( 12 ) και η εφαρμογή των οποίων δεν θα έχει ολοκληρωθεί κατά την ημερομηνία αυτή, ►C1  θεωρούνται ως εγκριθέντα από την Επιτροπή δυνάμει του παρόντος κανονισμού. ◄ Εκτός αν ορίζεται άλλως στις παραγράφους 2 έως 5, οι διατάξεις που διέπουν την εφαρμογή των μέτρων τα οποία εγκρίνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ισχύουν για τα μέτρα αυτά.

2.  Κάθε διαδικασία σύναψης συμβάσεων σχετική με μέτρο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η οποία, κατά την ημερομηνία προσχώρησης, έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο προκήρυξης διαγωνισμού δημοσιευθείσας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διενεργείται σύμφωνα με τους κανόνες που εκτίθενται στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Οι διατάξεις του άρθρου 165 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ( 13 ) δεν εφαρμόζονται.

Κάθε διαδικασία σύναψης συμβάσεων σχετική με μέτρο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η οποία δεν έχει ακόμη αποτελέσει αντικείμενο προκήρυξης διαγωνισμού δημοσιευθείσας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διενεργείται βάσει των κανόνων και των διατάξεων του άρθρου 8.

3.  Η Επιτροπή δύναται να αποφασίζει, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και μόνο για τις ετήσιες δόσεις για τις οποίες δεν έχουν ακόμα αναληφθεί υποχρεώσεις στο πλαίσιο του γενικού προϋπολογισμού, να τροποποιήσει τη χορηγητέα κοινοτική βοήθεια βάσει των κριτηρίων του άρθρου 7. Η τροποποίηση της κοινοτικής βοήθειας δεν επηρεάζει το τμήμα του μέτρου που έχει ήδη καλυφθεί από δάνειο υπογεγραμμένο με την ΕΤΕπ, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης ή άλλο διεθνή χρηματοδοτικό οργανισμό.

Οι πληρωμές οι οποίες καταβάλλονται από την Επιτροπή βάσει μέτρου της παραγράφου 1 καταλογίζονται στην παλαιότερη εκκρεμούσα ανάληψη υποχρεώσεων σε πρώτο βαθμό σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1267/1999 και στη συνέχεια σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

4.  Για τα μέτρα τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνεχίζουν να ισχύουν οι κανόνες που διέπουν την επιλεξιμότητα των δαπανών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1267/1999, πλην δεόντως αιτιολογημένων περιπτώσεων τις οποίες αποφασίζει η Επιτροπή κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

5.  Η Επιτροπή δύναται να αποφασίζει, σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να εγκρίνει ειδικές εξαιρέσεις από τους κανόνες που εφαρμόζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό για τα μέτρα της παραγράφου 1.

▼B

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Ενδεικτική κατανομή, μεταξύ των δικαιούχων κρατών μελών, των συνολικών πόρων του ταμείου συνοχής, όπως αναφέρεται στην τρίτη παράγραφο του άρθρου 4:

 Ελλάδα: 16 % έως 18 % του συνόλου

 Ισπανία: 61 % έως 63,5 % του συνόλου

 Ιρλανδία: 2 % έως 6 % του συνόλου

 Πορτογαλία: 16 % έως 18 % του συνόλου.

Ενδεικτική κατανομή, μεταξύ των δικαιούχων κρατών μελών, των συνολικών πόρων του ταμείου συνοχής, όπως αναφέρεται στην πέμπτη παράγραφο του άρθρου 4:

 Τσεχική Δημοκρατία: 9,76 % έως 12,28 % του συνόλου

 Εσθονία: 2,88 % έως 4,39 % του συνόλου

 Κύπρος: 0,43 % έως 0,84 % του συνόλου

 Λετονία: 5,07 % έως 7,08 % του συνόλου

 Λιθουανία: 6,15 % έως 8,17 % του συνόλου

 Ουγγαρία: 11,58 % έως 14,61 % του συνόλου

 Μάλτα: 0,16 % έως 0,36 % του συνόλου

 Πολωνία: 45,65 % έως 52,72 % του συνόλου

 Σλοβενία: 1,72 % έως 2,73 % του συνόλου

 Σλοβακία: 5,71 % έως 7,72 % του συνόλου.

▼B




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

▼M2

Άρθρο A

Προσδιορισμός έργων, σταδίων έργου ή ομάδας έργων

1.  Η Επιτροπή μπορεί, σε συμφωνία με το δικαιούχο κράτος μέλος, να συγκεντρώνει τα έργα κατά ομάδες και να καθορίζει χωριστά, από τεχνική και χρηματοδοτική άποψη, στάδια έργου για τους σκοπούς της χορήγησης συνδρομής.

2.  Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) «έργο», είναι σύνολο εργασιών, που δεν μπορούν να διαχωριστούν από οικονομική άποψη, έχουν συγκεκριμένη τεχνική λειτουργία και σαφώς καθορισμένους στόχους που παρέχουν τη δυνατότητα να εκτιμηθεί, εάν το εν λόγω έργο πληροί το κριτήριο που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 5 πρώτη περίπτωση·

β) «τεχνικά και χρηματοδοτικά ανεξάρτητο στάδιο», είναι το στάδιο του οποίου ο λειτουργικός χαρακτήρας δύναται να προσδιοριστεί.

3.  Ένα στάδιο μπορεί επίσης να καλύπτει προκαταρκτικές μελέτες, μελέτες σκοπιμότητας και τεχνικές μελέτες αναγκαίες για την υλοποίηση ενός έργου.

4.  Για την εφαρμογή του κριτηρίου που καθορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 τρίτη περίπτωση, δύνανται να συγκεντρώνονται κατά ομάδες τα έργα που πληρούν τις ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις:

α) βρίσκονται στην ίδια περιοχή ή βρίσκονται στον ίδιο άξονα μεταφορών·

β) εκτελούνται κατ' εφαρμογή ενός συνολικού σχεδίου για την εν λόγω περιοχή ή άξονα μεταφορών, με σαφώς καθορισμένους στόχους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3·

γ) επιβέπονται από φορέα επιφορτισμένο με τον συντονισμό και την παρακολούθηση της ομάδας έργων, στην περίπτωση που τα έργα εκτελούνται από διαφορετικές αρμόδιες αρχές.

▼B

Άρθρο B

Αξιολόγηση

1.  Η Επιτροπή εξετάζει τις αιτήσεις συνδρομής, για να εξακριβώσει ιδίως εάν οι διοικητικοί και χρηματοδοτικοί μηχανισμοί είναι κατάλληλοι για να διασφαλίσουν την αποτελεσματική εκτέλεση του έργου.

2.  Η Επιτροπή, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 13 παράγραφος 3, προβαίνει σε εκτίμηση των έργων, για να διαπιστώσει την προσδοκώμενη επίπτωσή τους σε σχέση με τους στόχους του ταμείου, οι οποίοι πορσδιορίζονται ποσοτικά με βάση τους κατάλληλους δείκτες. ►M2  

Τα δικαιούχα κράτη μέλη παρέχουν όλα τα αναγκαία στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 4, συμπεριλαμβανομένων των πορισμάτων των μελετών σκοπιμότητας και των εκ των προτέρων αξιολογήσεων. Προκειμένου η εν λόγω αξιολόγηση να καταστεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική, τα κράτη μέλη παρέχουν επίσης τα αποτελέσματα της εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, και της συνέπειάς τους προς μια γενική στρατηγική στον τομέα του περιβάλλοντος ή των μεταφορών σε επίπεδο διοικητικής μονάδας ή τομέως και, εφόσον απαιτείται:

 αναφορά των πιθανών εναλλακτικών λύσεων οι οποίες δεν προκρίθηκαν και

 τη συνάρθρωση με έργα κοινού ενδιαφέροντος που βρίσκονται στον ίδιο άξονα μεταφορών.

 ◄

Άρθρο Γ

Αναλήψεις υποχρεώσεων

1.  Οι αναλήψεις υποχρεώσεων από τον προϋπολογισμό πραγματοποιούνται με βάση τις αποφάσεις της Επιτροπής, με τις οποίες εγκρίνονται οι συγκεκριμένες δράσεις (έργο, στάδιο έργου, ομάδα έργων, μελέτη ή μέτρο τεχνικής υποστήριξης). Ισχύουν για περίοδο, η διάρκεια της οποίας εξαρτάται από τη φύση και τους ειδικούς όρους εφαρμογής της δράσης.

2.  Οι αναλήψεις υποχρεώσεων από τον προϋπολογισμό που αφορούν τις συνδρομές που χορηγούνται σε έργα, σε στάδια έργου ή σε ομάδες έργων πραγματοποιούνται με έναν από τους δύο ακόλουθους τρόπους:

α) για τα έργα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 διάρκειας δύο ή άνω των δύο ετών, οι αναλήψεις υποχρεώσεων πραγματοποιούνται, κατά κανόνα και με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου β), με ετήσιες δόσεις.

Οι αναλήψεις υποχρεώσεων που αφορούν την πρώτη ετήσια δόση πραγματοποιούνται κατά την έκδοση της απόφασης για τη χορήγηση της κοινοτικής συνδρομής από την Επιτροπή. ►M2  Οι αναλήψεις υποχρεώσεων, για τις μεταγενέστερες ετήσιες δόσεις, βασίζονται στο αρχικό ή αναθεωρημένο σχέδιο χρηματοδότησης του έργου, και πραγματοποιούνται, κανονικά, κατά την έναρξη κάθε δημοσιονομικής χρήσης και, κατά γενικό κανόνα, μέχρι τις 30 Απριλίου εκάστου έτους, ανάλογα με τις προβλέψεις δαπανών του έργου για το τρέχον έτος. ◄

▼M2

β) για τα έργα διάρκειας κάτω των δύο ετών ή για τα οποία η κοινοτική συνδρομή δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια ευρώ, μια αρχική υποχρέωση ύψους 80 % της χορηγούμενης συνδρομής μπορεί να αναλαμβάνεται, όταν η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση για τη χορήγηση κοινοτικής συνδρομής.

Το εναπομένον υπόλοιπο αποτελεί αντικείμενο ανάληψης υποχρέωσης, ανάλογα με την εκτέλεση του έργου.

▼B

3.  Για τις μελέτες και τα μέτρα τεχνικής υποστήριξης που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 η ανάληψη υποχρέωσης για τη συνδρομή πραγματοποιείται κατά την έγκριση της εν λόγω δράσης από την Επιτροπή.

4.  Οι λεπτομέρειες για την ανάληψη υποχρέωσης καθορίζονται στις αποφάσεις της Επιτροπής για την έγκριση των σχετικών δράσεων.

▼M2

5.  Με εξαίρεση δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, ακυρώνεται η χορήγηση συνδρομής για έργο, ομάδα έργων ή στάδιο έργου, του οποίου οι εργασίες δεν έχουν αρχίσει εντός δύο ετών από την ημερομηνία της αναμενόμενης έναρξης των εργασιών που προβλέπεται στην απόφαση χορήγησης συνδρομής ή από την ημερομηνία της έγκρισής τους, εάν είναι μεταγενέστερη.

Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή ενημερώνει εγκαίρως τα κράτη μέλη και την ορισθείσα αρχή οποτεδήποτε υπάρχει κίνδυνος ακύρωσης.

▼B

Άρθρο Δ

Πληρωμές

1.  Η πληρωμή της χρηματοδοτικής συνδρομής πραγματοποιείται σύμφωνα με τις αναλήψεις υποχρεώσεων από τον προϋπολογισμό και απευθύνεται στην αρχή ή τον οργανισμό που έχει ορισθεί γι' αυτό τον σκοπό στην αίτηση που έχει υποβάλει το ενδιαφερόμενο δικαιούχο κράτος μέλος. ►M2  Η πληρωμή μπορεί να λαμβάνει τη μορφή πληρωμών έναντι, ενδιάμεσων πληρωμών ή καταβολής του τελικού υπολοίπου. Οι ενδιάμεσες πληρωμές ή οι πληρωμές του υπολοίπου αφορούν δαπάνες που έχουν όντως καταβληθεί και δικαιολογούνται με εξοφλημένα τιμολόγια ή λογιστικά στοιχεία ισοδύναμης αποδεικτικής αξίας. ◄

▼M2

2.  Οι πληρωμές πραγματοποιούνται ως εξής:

α) μία μόνον πληρωμή έναντι, ύψους 20 % της συνδρομής του Ταμείου, όπως αποφασίστηκε αρχικά, καταβάλλεται μετά την έκδοση της απόφασης για χορήγηση της κοινοτικής συνδρομής και, με εξαίρεση δεόντως αιτιολογημένων περιπτώσεων, μετά την υπογραφή των συμβάσεων κρατικών προμηθειών.

Εάν δεν υποβληθεί στην Επιτροπή αίτηση πληρωμής εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία καταβολής της πληρωμής έναντι, επιστρέφεται ολόκληρο ή μέρος της πληρωμής αυτής από την αρχή ή τον οργανισμό που έχουν ορισθεί και αναφέρονται στην παράγραφο 1·

β) ενδιάμεσες πληρωμές μπορούν να γίνονται υπό τον όρο ότι το έργο προχωρεί ικανοποιητικά προς την ολοκλήρωσή του και πραγματοποιούνται για την επιστροφή δαπανών που έχουν πιστοποιηθεί και όντως καταβληθεί και υπόκεινται στην τήρηση των ακόλουθων όρων:

 υποβολή από το κράτος μέλος αίτησης, στην οποία περιγράφεται η πρόοδος του έργου, με βάση φυσικούς και δημοσιονομικούς δείκτες, καθώς και η συμμόρφωσή του προς την απόφαση χορήγησης συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, τυχόν ειδικών όρων που επισυνάπτονται στη συνδρομή,

 έχει δοθεί συνέχεια στις παρατηρήσεις και συστάσεις των εθνικών ή/και κοινοτικών αρχών ελέγχου, ιδίως όσον αφορά τη διόρθωση τυχόν τεκμαιρομένων ή διαπιστουμένων παρατυπιών,

 αναφορά των κυριοτέρων τεχνικών, χρηματοδοτικών και νομικών προβλημάτων που ανέκυψαν και τα μέτρα που ελήφθησαν για την διόρθωσή τους,

 ανάλυση των αποκκλίσεων σε σχέση με το αρχικό σχέδιο χρηματοδότησης,

 αναφορά των μέτρων που ελήφθησαν για να εξασφαλισθεί δημοσιότητα στο έργο.

Τα κράτη μέλη ενημερώνονται αμελλητί από την Επιτροπή σε περίπτωση κατά την οποία δεν πληρούται μία από τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις·

γ) το συνολικό ποσό των πληρωμών που πραγματοποιούνται βάσει των στοιχείων α) και β), δεν δύναται να υπερβαίνει το 80 % της συνολικής χορηγούμενης συνδρομής. Για σημαντικά έργα με αναλήψεις υποχρεώσεων σε ετήσιες δόσεις και σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξηθεί μέχρι 90 %·

δ) η πληρωμή του τελικού υπολοίπου της κοινοτικής συνδρομής που υπολογίζεται με βάση τις δαπάνες που έχουν πιστοποιηθεί και όντως καταβληθεί, πραγματοποιείται εάν:

 το έργο, το στάδιο έργου ή η ομάδα έργων υλοποιήθηκε σύμφωνα με τους στόχους του,

 η αρχή ή ο οργανισμός που έχει ορισθεί, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, έχει υποβάλει στην Επιτροπή αίτηση πληρωμής εντός έξι μηνών από την καταληκτική ημερομηνία για την ολοκλήρωση των εργασιών και των δαπανών, που αναφέρεται στην απόφαση χορήγησης συνδρομής για το έργο, το στάδιο έργου ή την ομάδα έργων,

 έχει υποβληθεί στην Επιτροπή η τελική έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο ΣΤ παράγραφος 4,

 το κράτος μέλος έχει αποστείλει στην Επιτροπή βεβαίωση με την οποία πιστοποιείται ότι τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην αίτηση πληρωμής και την έκθεση είναι ακριβή,

 το κράτος μέλος αποστέλλει στην Επιτροπή τη δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1,

 έχουν εφαρμοσθεί όλα τα μέτρα πληροφόρησης και δημοσιότητας, τα οποία έχουν εκπονηθεί από την Επιτροπή, κατ' εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 3·

3.  Εάν η τελική έκθεση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν υποβληθεί στην Επιτροπή εντός 18 μηνών από την τελική ημερομηνία που αναφέρεται στην απόφαση χορήγησης της συνδρομής για την ολοκλήρωση των εργασιών και των πληρωμών, ακυρώνεται το μέρος της συνδρομής που αντιστοιχεί στο εναπομένον υπόλοιπο του έργου.

▼B

4.  Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρχές που είναι αρμόδιες για την έκδοση των βεβαιώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο δ) ►M2  ————— ◄ .

▼M2

4α.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν, ώστε οι αιτήσεις πληρωμής να υποβάλλονται στην Επιτροπή, κατά γενικό κανόνα, τρεις φορές το χρόνο, και το αργότερο την 1η Μαρτίου, 1η Ιουλίου και 1η Νοεμβρίου κάθε έτους.

▼B

5.  Οι πληρωμές πραγματοποιούνται στην αρχή ή τον οργανισμό που ορίζει το κράτος μέλος και τούτο, κατά γενικό κανόνα, δύο μήνες, το αργότερο, από την παραλαβή αποδεκτής αίτησης πληρωμής ►M2  , εφόσον υπάρχουν διαθέσιμα κονδύλια του προϋπολογισμού. ◄

6.  Για τις μελέτες και τα άλλα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2, η Επιτροπή καθορίζει τις κατάλληλες διαδικασίες πληρωμών.

▼M2

7.  Η Επιτροπή θεσπίζει κοινούς κανόνες επιλεξιμότητας των δαπανών.

▼B

Άρθρο E

Χρησιμοποίηση του ►M2  ευρώ ◄

1.  Οι αιτήσεις συνδρομής, συμπεριλαμβανομένου του οικείου σχεδίου χρηματοδότησης, υποβάλλονται στην Επιτροπή σε ►M2  ευρώ ◄ ►M2  ————— ◄ .

2.  Τα ποσά της συνδρομής καθώς και τα σχέδια χρηματοδότησης που εγκρίνονται από την Επιτροπή εκφράζονται σε ►M2  ευρώ ◄ .

3.  Οι δηλώσεις δαπανών που στηρίζουν τις αντίστοιχες αιτήσεις πληρωμής γίνονται σε ►M2  ευρώ ◄ ►M2  ————— ◄ .

4.  Οι πληρωμές της χρηματοδοτικής συνδρομής, οι οποίες πραγματοποιούνται από την Επιτροπή, καταβάλλονται σε ►M2  ευρώ ◄ στην αρχή που ορίζεται από το κράτος μέλος για την είσπραξη των πληρωμών.

▼M2

5.  Για τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στο ευρώ, η ισοτιμία που ισχύει είναι η λογιστική ισοτιμία που εφαρμόζεται από την Επιτροπή.

▼B

Άρθρο ΣΤ

Παρακολούθηση

1.  Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την αποτελεσματική παρακολούθηση της εκτέλεσης των κοινοτικών έργων που συγχρηματοδοτούνται από το ταμείο. Η παρακολούθηση αυτή εξασφαλίζεται μέσω εκθέσεων που συντάσσονται με διαδικασίες που θεσπίζονται με κοινή συμφωνία, μέσω δειγματοληπτικών ελέγχων καθώς και επιτροπών που συνιστώνται για τον σκοπό αυτό.

2.  Η παρακολούθηση εξασφαλίζεται μέσω φυσικών και χρηματοδοτικών δεικτών. Οι δείκτες αυτοί αναφέρονται στον ειδικό χαρακτήρα του έργου και στους στόχους του. Η διάρθρωση των δεικτών αυτών είναι τέτοια ώστε να δηλώνουν:

 την πορεία του έργου σε σχέση με το σχέδιο και τους στόχους που καθορίσθηκαν αρχικά,

 την πρόοδο της διαχείρισης και τα ενδεχόμενα συναφή προβλήματα.

3.  Δημιουργούνται επιτροπές παρακολούθησης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και της Επιτροπής.

Σε αυτές τις επιτροπές εκπροσωπούνται οι αρχές ή οργανισμοί που ορίζονται από το κράτος μέλος, η Επιτροπή και, ενδεχομένως η ΕΤΕπ

Στις επιτροπές αυτές εκπροσωπούνται και οι τοπικές και περιφερειακές αρχές που είναι αρμόδιες για την εκτέλεση ενός έργου και που, ενδεχομένως, τις αφορά άμεσα το έργο αυτό.

4.  Για κάθε έργο, η αρχή ή ο οργανισμός που ορίζεται γι' αυτόν το σκοπό από το κράτος μέλος αποστέλλει στην Επιτροπή, εντός τριών μηνών από το τέλος κάθε πλήρους έτους εκτέλεσης, έκθεση για την πρόοδο που έχει σημειωθεί. Τελική έκθεση αποστέλλεται στην Επιτροπή εντός έξι μηνών από την αποπεράτωση του έργου ή ένός σταδίου του έργου.

▼M2

Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α) την περιγραφή των εργασιών που εκτελέσθηκαν, συνοδευόμενη από τους υλικούς δείκτες, τις δαπάνες ανά κατηγορία εργασιών και τα, ενδεχομένως, ληφθέντα μέτρα σύμφωνα με τις ειδικές ρήτρες που περιλαμβάνονται στην απόφαση χορήγησης της συνδρομής·

β) τα στοιχεία σχετικά με όλα τα μέτρα δημοσιότητας·

γ) την πιστοποίηση ότι οι εργασίες συμφωνούν με την απόφαση χορήγησης της συνδρομής·

δ) μια πρώτη εκτίμηση της πιθανότητας επίτευξης των αναμενόμενων αποτελεσμάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 4, που περιλαμβάνει ιδίως:

 την πραγματική ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του έργου,

 τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η διαχείριση του έργου όταν περατωθεί,

 την επιβεβαίωση, ενδεχομένως, των χρηματοοικονομικών προβλέψεων, ιδίως όσον αφορά τις λειτουργικές δαπάνες και τα αναμενόμενα έσοδα,

 την επιβεβαίωση των κοινωνικοοικονομικών προβλέψεων, ιδίως το αναμενόμενο κόστος και τα ωφέλη,

 την αναφορά των μέτρων που ελήφθησαν για την προστασία του περιβάλλοντος, και το κόστος τους, συμπεριλαμβανομένης της τήρησης της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει».

▼B

5.  Με βάση τα στοιχεία της παρακολούθησης και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις της επιτροπής παρακολούθησης, η Επιτροπή προσαρμόζει, ενδεχομένως κατόπιν προτάσεως του κράτους μέλους, το ποσό και τους όρους χορήγησης της αρχικά εγκεκριμένης χρηματοδοτικής συνδρομής, καθώς και το σχέδιο της προβλεπόμενης χρηματοδότησης.

▼M2

Στην απόφαση χορήγησης συνδρομής, περιλαμβάνονται οι κατάλληλες λεπτομέρειες για την πραγματοποίηση των τροποποιήσεων, διαφοροποιούμενες ανάλογα με τη φύση τους και την έκτασή τους.

▼B

6.  Για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του ταμείου, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι, στο πλαίσιο της διοίκησης του εν λόγω ταμείου, δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στη διαφάνεια της διαχείρισης.

7.  Οι λεπτομέρειες της παρακολούθησης καθορίζονται στις αποφάσεις της Επιτροπής για την έγκριση των έργων.

Άρθρο Ζ

Έλεγχος

▼M2 —————

▼M2

1.  Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συνεργάζονται βάσει διμερών διοικητικών ρυθμίσεων για τον συντονισμό των προγραμμάτων, της μεθοδολογίας και της εφαρμογής των ελέγχων, με σκοπό τη μεγιστοποίηση της χρησιμότητας των διενεργούμενων ελέγχων. Ανταλλάσσουν αμέσως τα αποτελέσματα των διεξαχθέντων ελέγχων. Τουλάχιστον μία φορά κατ' έτος προβαίνουν στην εξέταση και αξιολόγηση:

α) των αποτελεσμάτων των ελέγχων που διεξήχθηκαν από το κράτος μέλος και την Επιτροπή·

β) των ενδεχομένων παρατηρήσεων που έχουν υποβληθεί από άλλους εθνικούς ή κοινοτικούς φορείς ή όργανα ελέγχου·

γ) των δημοσιονομικών επιπτώσεων των διαπιστωθεισών παρατυπιών, των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί ή απαιτείται να ληφθούν για τη διόρθωσή τους και, ενδεχομένως, των προσαρμογών των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου.

Μετά από αυτήν την εξέταση και αξιολόγηση και με την επιφύλαξη των μέτρων που πρέπει να ληφθούν αμέσως από το κράτος μέλος, δυνάμει του άρθρου Η, η Επιτροπή μπορεί να προβεί σε παρατηρήσεις, ιδίως για τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των παρατυπιών που ενδεχομένως διαπιστώθηκαν. Οι παρατηρήσεις αυτές διαβιβάζονται στο κράτος μέλος και στην ορισθείσα αρχή του αφορωμένου σχεδίου. Οι παρατηρήσεις συνοδεύονται, ενδεχομένως, από αιτήματα για τη λήψη διορθωτικών μέτρων με σκοπό την κάλυψη των ελλείψων ως προς τη διαχείριση και την επανόρθωση των διαπιστωθεισών παρατυπιών που ενδεχομένως δεν έχουν ήδη διορθωθεί. Το κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να σχολιάσει τις παρατηρήσεις αυτές.

Όταν, κατόπιν ή ελλείψει παρατηρήσεων του κράτους μέλους, η Επιτροπή εκδώσει συμπεράσματα, το κράτος μέλος λαμβάνει, εντός της καθορισμένης προθεσμίας, τα μέτρα που απαιτούνται για να συμμορφωθεί προς τα αιτήματα της Επιτροπής και ενημερώνει την Επιτροπή για τις ενέργειές του.

2.  Με την επιφύλαξη του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε αναστολή όλου ή μέρους ενδιάμεσης πληρωμής αν κρίνει ότι οι σχετικές δαπάνες συνδέονται με σοβαρή παρατυπία. Η Επιτροπή ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για την αναληφθείσα δράση και για τους λόγους ανάληψής της.

3.  Για διάστημα τριών ετών, εκτός αν αποφασισθεί άλλως στα πλαίσια διμερών διοικητικών ρυθμίσεων, μετά την πληρωμή εκ μέρους της Επιτροπής του τελικού υπολοίπου για το έργο, ο αρμόδιος οργανισμός και οι αρμόδιες αρχές τηρούν στη διάθεση της Επιτροπής όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα (είτε τα πρωτότυπα είτε πιστοποιημένα γνήσια αντίγραφα σε κοινώς αποδεκτό υπόθεμα) που αφορούν τις δαπάνες και τους ελέγχους σχετικά με το συγκεκριμένο έργο.

Η προθεσμία αυτή διακόπτεται είτε σε περίπτωση νομικών διαδικασιών είτε κατόπιν δεόντως αιτιολογημένης αίτησης της Επιτροπής.

▼B

Άρθρο H

▼M2

Δημοσιονομικές διορθώσεις

1.  Αν, μετά από την ολοκλήρωση των απαιτουμένων εξακριβώσεων, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα:

α) ότι η υλοποίηση ενός έργου δεν δικαιολογεί ούτε μέρος ούτε το σύνολο της συνδρομής που χορηγήθηκε σε αυτό, συμπεριλαμβανομένης της παράλειψης συμμόρφωσης με κάποιον από τους όρους που περιέχονται στην απόφαση χορήγησης της συνδρομής, και ιδίως εάν σημειώθηκε κάποια σημαντική μεταβολή ως προς τη φύση ή τους όρους εκτέλεσης του έργου για την οποία δεν ζητήθηκε η έγκριση της Επιτροπής ή

β) ότι σημειώθηκαν παρατυπίες όσον αφορά τη συνδρομή από το Ταμείο και ότι το συγκεκριμένο κράτος μέλος δεν έχει λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα,

η Επιτροπή αναστέλλει τη συνδρομή σχετικά με το εν λόγω έργο και, αιτιολογώντας την απόφασή της, ζητά από το κράτος μέλος να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός καθορισμένης προθεσμίας.

Εάν το κράτος μέλος έχει αντιρρήσεις για τις παρατηρήσεις της Επιτροπής, η Επιτροπή καλεί αυτό το κράτος μέλος σε ακρόαση κατά την οποία και τα δύο μέρη καταβάλλουν προσπάθειες να επιτύχουν συμφωνία σχετικά με τις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα που συνάγονται από αυτές.

2.  Κατά το τέλος της περιόδου που ορίζει η Επιτροπή, η Επιτροπή, υπό τον όρον ότι τηρείται η δέουσα διαδικασία, οφείλει, αν δεν επιτευχθεί συμφωνία εντός τριών μηνών και λαμβάνοντας υπόψη τις τυχόν παρατηρήσεις του κράτους μέλους, να αποφασίσει:

α) να μειώσει τις πληρωμές έναντι που αναφέρονται στο άρθρο Δ παράγραφος 2 ή

β) να πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες δημοσιονομικές διορθώσεις. Αυτό σημαίνει ακύρωση εν όλω ή εν μέρει της συνδρομής που χορηγείται στο συγκεκριμένο έργο.

Στις αποφάσεις αυτές, τηρείται η αρχή της αναλογικότητας. Η Επιτροπή, όταν αποφασίζει το ποσό μιας διόρθωσης, λαμβάνει υπόψη της το είδος της παρατυπίας ή μεταβολής και την έκταση των ενδεχόμενων δημοσιονομικών επιπτώσεων από τις τυχόν ελλείψεις στα συστήματα διαχείρισης ή ελέγχου. Κάθε μείωση ή ακύρωση της συνδρομής, συνεπάγεται ανάκτηση των καταβληθέντων ποσών.

▼B

3.   ►M2  Οιοδήποτε ποσό έχει εισπραχθεί αχρεωστήτως και πρέπει να ανακτηθεί, επιστρέφεται στην Επιτροπή. Τα ποσά που καταβάλλονται καθυστερημένα, προσαυξάνονται με τόκους υπερημερίας, σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται από την Επιτροπή. ◄

▼M2

4.  Η Επιτροπή θεσπίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής των παραγράφων 1 έως 3 και ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

▼B

Άρθρο Θ

Δημόσιες συμβάσεις

Στο πλαίσιο της εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις, οι προκηρύξεις οι οποίες προορίζονται για δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ορίζουν ακριβώς τα στοιχεία των έργων για τα οποία έχει ζητηθεί ή αποφασισθεί κοινοτική συνδρομή.

Άρθρο Ι

Πληροφόρηση

Οι πληροφορίες, τις οποίες πρέπει να περιέχει η ετήσια έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 14, παρατίθενται στο παράρτημα του παρόντος παραρτήματος.

Εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Επιτροπής η οργάνωση, κάθε έξι μήνες, ενημερωτικής συνεδρίασης με τα κράτη μέλη. ►M2   Κατά τη συνεδρίαση, αυτή, η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη ιδίως για τα σχετικά με την ετήσια έκθεση θέματα και για τις ενέργειες στις οποίες προέβη και τις αποφάσεις τις οποίες έλαβε. Η Επιτροπή διαβιβάζει στα κράτη μέλη τα αναγκαία έγγραφα εγκαίρως πριν από τη συνεδρίαση. ◄

Άρθρο K

Αναθεώρηση

Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής και κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μπορεί, εφόσον χρειάζεται, να τροποποιεί τις διατάξεις του παρόντος παραρτήματος με βάση την κτηθείσα πείρα.




Παράρτημα του παραρτήματος ΙΙ

Η ετήσια έκθεση περιέχει πληροφορίες για τα ακόλουθα θέματα:

1. τη χρηματοδοτική ενίσχυση η οποία έχει αναληφθεί και καταβάλλεται από το ταμείο, με ετήσια κατανομή ανά κράτος μέλος και ανά κατηγορία έργων (περιβάλλον και μεταφορές)·

▼M2

2. τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο του Ταμείου στα κράτη μέλη και, σε ό,τι αφορά την οικονομική και κοινωνική συνοχή της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων στην απασχόληση·

▼B

3. τη συνοπτική πληροφόρηση για τα προγράμματα που εκτελούνται στα δικαιούχα κράτη μέλη με στόχο να πληρωθούν οι όροι οικονομικής σύγκλισης που αναφέρονται στο άρθρο 104Γ της συνθήκης και για την εφαρμογή του άρθρου 6 του κανονισμού·

4. πληροφορίες για τις επιπτώσεις που διαπιστώνει η Επιτροπή, όσον αφορά την αναστολή της χρηματοδότησης, από τις αποφάσεις του Συμβουλίου που αναφέρονται στο άρθρο 6 ►M2  ————— ◄ ·

5. τη συνεισφορά του ταμείου στις προσπάθειες των δικαιούχων κρατών μελών για την εφαρμογή της κοινοτικής πολιτικής που αφορά το περιβάλλον και για την ενίσχυση των διευρωπαϊκών δικτύων υποδομής των μεταφορών· την ισορροπία μεταξύ των έργων στον τομέα του περιβάλλοντος και των έργων στον τομέα της υποδομής των μεταφορών·

6. την αξιολόγηση της συμβατότητας των παρεμβάσεων του ταμείου με τις κοινοτικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, τις μεταφορές, τον ανταγωνισμό και τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων·

7. την πληροφόρηση για μέτρα που εξασφαλίζουν το συντονισμό και τη συνεκτικότητα μεταξύ των έργων που χρηματοδοτούνται από το ταμείο και των μέτρων που χρηματοδοτούνται με πιστώσεις που προέρχονται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, την ΕΤΕπ και τα άλλα χρηματοδοτικά μέσα της Κοινότητας·

8. την πληροφόρηση για τις επενδυτικές προσπάθειες των δικαιούχων κρατών μελών στους τομείς της προστασίας του περιβάλλοντος και της υποδομής των μεταφορών·

9. την πληροφόρηση για τις προπαρασκευαστικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί και για τα μέτρα τεχνικής υποστήριξης που έχουν χρηματοδοτηθεί, όπου συμπεριλαμβάνονται σαφείς ενδείξεις όσον αφορά τον τύπο των σχετικών μελετών και μέτρων·

10. την πληροφόρηση για τα αποτελέσματα της εκτίμησης, της παρακολούθησης και αξιολόγησης των έργων, συμπεριλαμβανομένων των διευκρινίσεων για οποιαδήποτε προσαρμογή των έργων ώστε να είναι σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτά·

11. την πληροφόρηση για τη συμβολή της ΕΤΕπ στην αξιολόγηση των έργων·

12. περιληπτικά στοιχεία για τα αποτελέσματα των πραγματοποιηθέντων ελέγχων, τις διαπιστωθείσες παρατυπίες και τις ήδη δρομολογηθείσες διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες.



( 1 ) ΕΕ αριθ. C 39 της 9. 2. 1994, σ. 6.

( 2 ) Σύμφωνη γνώμη που διατυπώθηκε στις 5 Μαΐου 1994 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

( 3 ) ΕΕ αριθ. C 133 της 16. 5. 1994.

( 4 ) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 5 Απριλίου 1994 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

( 5 ) ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

( 6 ) ΕΕ αριθ. C 138 της 17. 5. 1993, σ. 1.

( 7 ) ΕΕ αριθ. L 374 της 31. 12. 1988, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2082/93 (ΕΕ αριθ. L 193 της 31. 7. 1993, σ. 20).

( 8 ) ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 1.

( 9 ) ΕΕ αριθ. L 79 της 1. 4. 1993, σ. 74.

( 10 ) ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 2.

( 11 ) ΕΕ L 228 της 9.9.1996, σ. 1.

( 12 ) ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 73 όπως τροποποιήθηκε.

( 13 ) ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

Top