Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32013R0149

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 149/2013 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2012 , για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης, την υποχρέωση εκκαθάρισης, το δημόσιο μητρώο, την πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης, τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

ΕΕ L 52 της 23.2.2013, p. 11–24 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 29/11/2022

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2013/149/oj

23.2.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 52/11


ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 149/2013 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Δεκεμβρίου 2012

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης, την υποχρέωση εκκαθάρισης, το δημόσιο μητρώο, την πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης, τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (2), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 4, το άρθρο 5 παράγραφος 1, το άρθρο 6 παράγραφος 4, το άρθρο 8 παράγραφος 5, το άρθρο 10 παράγραφος 4 και το άρθρο 11 παράγραφος 14,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Θα πρέπει να προβλέπεται ένα πλαίσιο που να περιλαμβάνει κανόνες που διέπουν την υποχρέωση εκκαθάρισης, την εφαρμογή της, τις πιθανές εξαιρέσεις και τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου που πρέπει να καθιερωθούν, όταν δεν μπορεί να λάβει χώρα εκκαθάριση με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Για να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ αυτών των διατάξεων, που θα τεθούν ταυτόχρονα σε ισχύ, και για να διευκολυνθεί μία συνολική εικόνα και η αποτελεσματική πρόσβαση των συμφεροντούχων, και ιδίως αυτών που υπόκεινται στις υποχρεώσεις, είναι ευκταίο να συμπεριληφθούν τα περισσότερα από τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που απαιτούνται βάσει του τίτλου II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε ενιαίο κανονισμό.

(2)

Λαμβανομένου υπόψη του παγκόσμιου χαρακτήρα της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις σχετικές διεθνώς εγκριθείσες κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, καθώς και τους σχετικούς κανόνες που έχουν αναπτυχθεί σε άλλες περιοχές δικαιοδοσίας. Συγκεκριμένα, το πλαίσιο για τον προσδιορισμό υποχρέωσης εκκαθάρισης λαμβάνει υπόψη τις υποχρεωτικές απαιτήσεις εκκαθάρισης, που έχουν δημοσιευθεί από τον Διεθνή Οργανισμό των Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς. Αυτό θα υποστηρίξει, κατά το δυνατόν, τη σύγκλιση με την προσέγγιση σε άλλες δικαιοδοσίες.

(3)

Προκειμένου να επεξηγηθεί σαφώς ένας περιορισμένος αριθμός εννοιών που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, όπως και για να διευκρινιστούν οι τεχνικοί όροι που είναι αναγκαίοι για την κατάρτιση του παρόντος τεχνικού προτύπου, θα πρέπει να δοθεί ο ορισμός ορισμένων όρων.

(4)

Η ρύθμιση έμμεσης εκκαθάρισης δεν θα πρέπει να εκθέτει κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, εκκαθαριστικό μέλος, πελάτη ή έμμεσο πελάτη σε επιπρόσθετο κίνδυνο αντισυμβαλλομένου και τα περιουσιακά στοιχεία και οι θέσεις του έμμεσου πελάτη θα πρέπει να επωφεληθούν από κατάλληλο επίπεδο προστασίας. Ως εκ τούτου, είναι βασικό οποιοσδήποτε τύπος ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης να πληροί κάποιες ελάχιστες προϋποθέσεις για την κατοχύρωση της ασφάλειάς τους. Για τον σκοπό αυτό, τα μέρη που συμμετέχουν σε ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης θα πρέπει να υπόκεινται σε ειδικές υποχρεώσεις. Οι εν λόγω ρυθμίσεις επεκτείνονται πέραν της συμβατικής σχέσης μεταξύ έμμεσων πελατών και του πελάτη εκκαθαριστικού μέλους που παρέχει έμμεσες υπηρεσίες εκκαθάρισης.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 απαιτεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο να εφαρμόζει ένα καθορισμένο σύστημα βάσει της οδηγίας 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (3). Αυτό συνεπάγεται ότι τα εκκαθαριστικά μέλη των κεντρικών αντισυμβαλλομένων θα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις για να είναι συμμετέχοντες κατά την έννοια της εν λόγω οδηγίας. Ως εκ τούτου, για να διασφαλιστεί ισοδύναμο επίπεδο προστασίας σε έμμεσους πελάτες όπως αυτό που παρέχεται σε πελάτες βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι οι πελάτες που παρέχουν υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης είναι πιστωτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις επενδύσεων, ή ισοδύναμα πιστωτικά ιδρύματα ή επιχειρήσεις επενδύσεων.

(6)

Οι ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης θα πρέπει να καθοριστούν έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι οι έμμεσοι πελάτες μπορούν να επιτύχουν ισοδύναμο επίπεδο προστασίας ως έμμεσοι πελάτες σε σενάριο αθέτησης υποχρέωσης. Κατόπιν χρεωκοπίας εκκαθαριστικού μέλους που διευκολύνει ρύθμιση έμμεσης εκκαθάρισης, οι έμμεσοι πελάτες θα πρέπει να συμπεριληφθούν στη μεταβίβαση θέσεων πελάτη σε εναλλακτικό εκκαθαριστικό μέλος βάσει των απαιτήσεων δυνατότητας μεταφοράς που ορίζοντα στα άρθρα 39 και 48 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Θα πρέπει επίσης να υπάρχουν κατάλληλες διασφαλίσεις έναντι χρεωκοπίας πελάτη στο πλαίσιο των ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης και θα πρέπει να υποστηρίζεται η μεταφορά έμμεσων θέσεων πελάτη σε εναλλακτικό πάροχο υπηρεσιών εκκαθάρισης.

(7)

Επειδή οι ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης ενδέχεται να προκαλέσουν την εμφάνιση ειδικών κινδύνων, όλα τα μέρη που περιλαμβάνονται σε ρύθμιση έμμεσης εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένων των εκκαθαριστικών μελών και των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, θα πρέπει να εντοπίζουν, να παρακολουθούν και να διαχειρίζονται τακτικά τυχόν ουσιαστικούς κινδύνους που ανακύπτουν από τη ρύθμιση. Στο πλαίσιο αυτό, είναι ιδιαίτερα σημαντική η κατάλληλη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ πελατών που παρέχουν υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης και εκκαθαριστικών μελών που διευκολύνουν αυτές τις υπηρεσίες. Τα εκκαθαριστικά μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που παρέχουν οι πελάτες μόνο για σκοπούς της διαχείρισης κινδύνων και θα πρέπει να εμποδίζεται η κακή χρήση εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών, μεταξύ άλλων με την τοποθέτηση αποτελεσματικών φραγμών μεταξύ διαφόρων τμημάτων ενός πιστωτικού ιδρύματος ώστε να αποφεύγονται συγκρούσεις συμφερόντων.

(8)

Όταν παρέχει την άδεια σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο για να εκκαθαρίζει κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, η αρμόδια αρχή υποχρεούται να το κοινοποιήσει στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ). Η συγκεκριμένη κοινοποίηση θα πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομερείς πληροφορίες που απαιτούνται προκειμένου η ΕΑΚΑΑ να εφαρμόσει τη διαδικασία εκτίμησής της, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τη ρευστότητα και τον όγκο της σχετικής κατηγορίας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Αν και οι πληροφορίες παρέχονται από την αρμόδια αρχή στην ΕΑΑΚΑ, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που ζητά την άδεια είναι αυτός που πρέπει να παράσχει αρχικά τις απαιτούμενες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές οι οποίες μπορεί στη συνέχεια να τις συμπληρώσουν.

(9)

Αν και όλες οι πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στην κοινοποίηση από την αρμόδια αρχή στην ΕΑΚΑΑ για τον σκοπό της υποχρέωσης εκκαθάρισης μπορεί να μην είναι πάντα διαθέσιμες, ιδίως για νέα προϊόντα, οι εκτιμήσεις που διατίθενται θα πρέπει να παρέχονται, συμπεριλαμβανομένης σαφούς ένδειξης των παραδοχών. Η κοινοποίηση θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει πληροφορίες συναφείς με τους αντισυμβαλλομένους, όπως το είδος και ο αριθμός των αντισυμβαλλομένων, οι απαιτούμενες ενέργειες για την έναρξη της εκκαθάρισης με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, τη νομική και λειτουργική τους ικανότητα ή το πλαίσιο διαχείρισης του κινδύνου τους προκειμένου να επιτραπεί στην ΕΑΚΑΑ να εκτιμήσει την ικανότητα των ενεργών αντισυμβαλλομένων να πληρούν την υποχρέωση εκκαθάρισης χωρίς διακοπή στην αγορά.

(10)

Η κοινοποίηση από την αρμόδια αρχή στην ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τον βαθμό τυποποίησης, τη ρευστότητα και τη διαθεσιμότητα τιμής, προκειμένου η ΕΑΚΑΑ να εκτιμήσει εάν μία κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Τα κριτήρια που σχετίζονται με την τυποποίηση των συμβατικών όρων και λειτουργικών διαδικασιών σχετικής κατηγορίας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων αποτελούν δείκτη της τυποποίησης των οικονομικών όρων κατηγορίας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων καθώς μόνον όταν οι εν λόγω οικονομικοί όροι είναι τυποποιημένοι, οι συμβατικοί όροι και οι λειτουργικές διαδικασίες μπορούν να τυποποιηθούν. Τα κριτήρια που σχετίζονται με τη ρευστότητα και τη διαθεσιμότητα τιμών αξιολογούνται από την ΕΑΚΑΑ με διαφορετικές εκτιμήσεις από την αξιολόγηση της αρμόδιας αρχής κατά τη χορήγηση άδειας στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Η ρευστότητα στο πλαίσιο αυτό εκτιμάται υπό ευρύτερη προοπτική και διαφέρει από τη ρευστότητα μετά την εφαρμογή της υποχρέωσης εκκαθάρισης. Ειδικότερα, το γεγονός ότι η σύμβαση είναι επαρκώς ρευστοποιήσιμη για να εκκαθαριστεί από έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη ότι θα πρέπει να υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Η εκτίμηση της ΕΑΚΑΑ δεν θα πρέπει να αντιγράφει ή να επαναλαμβάνει την επανεξέταση που έχει ήδη πραγματοποιήσει η αρμόδια αρχή.

(11)

Οι πληροφορίες που θα πρέπει να παράσχει η αρμόδια αρχή για τον σκοπό της υποχρέωσης εκκαθάρισης θα πρέπει να επιτρέψει στην ΕΑΚΑΑ να εκτιμήσει τη διαθεσιμότητα των πληροφοριών για τη διαμόρφωση των τιμών. Εν προκειμένω, η πρόσβαση κεντρικού αντισυμβαλλομένου στις πληροφορίες για τη διαμόρφωση των τιμών σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή δεν σημαίνει ότι οι συμμετέχοντες στην αγορά μπορούν να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες για τη διαμόρφωση των τιμών στο μέλλον. Αποτέλεσμα αυτού, το γεγονός ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες για τις τιμές προκειμένου να διαχειρίζεται τους κινδύνους της εκκαθάρισης συμβάσεων παραγώγων στο πλαίσιο ορισμένης κατηγορίας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων με σκοπό τη διαχείριση των κινδύνων εκκαθάρισης συμβάσεων παραγώγων ενός ορισμένης κατηγορίας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, δεν συνεπάγεται αυτόματα ότι η συγκεκριμένη κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης.

(12)

Το επίπεδο των λεπτομερειών που διατίθενται στο μητρώο κατηγοριών συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης εξαρτάται από τη συνάφεια αυτών των λεπτομερειών για τον προσδιορισμό κάθε κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Αποτέλεσμα αυτού, το επίπεδο λεπτομερειών του μητρώου μπορεί να διαφέρει για διαφορετικές κατηγορίες συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

(13)

Η δυνατότητα πρόσβασης πολλών κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης μπορεί να διευρύνει την πρόσβαση συμμετεχόντων στον συγκεκριμένο τόπο και συνεπώς να βελτιώσει τη συνολική ρευστότητα. Είναι πάντως απαραίτητο, υπό αυτές τις συνθήκες, να προσδιοριστεί η έννοια του κατακερματισμού της ρευστότητας σε τόπο διαπραγμάτευσης, διότι μπορεί να διακυβεύσει την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των αγορών για την κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων για τα οποία υποβλήθηκε η αίτηση.

(14)

Η εκτίμηση από την αρμόδια αρχή του τόπου διαπραγμάτευσης στον οποίον ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει ζητήσει πρόσβαση και από την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου θα πρέπει να βασίζεται στους μηχανισμούς που διατίθενται για την αποφυγή του κατακερματισμού της ρευστότητας σε συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης.

(15)

Για να αποφευχθεί ο κατακερματισμός της ρευστότητας, όλοι οι συμμετέχοντες σε τόπο διαπραγμάτευσης θα πρέπει να είναι σε θέση να εκκαθαρίσουν όλες τις συναλλαγές που έχουν εκτελεστεί μεταξύ αυτών. Όμως, δεν θα ήταν αναλογικό να απαιτηθεί να καταστούν όλα τα εκκαθαριστικά μέλη υπάρχοντος κεντρικού αντισυμβαλλομένου επίσης εκκαθαριστικά μέλη οποιουδήποτε νέου κεντρικού αντισυμβαλλομένου που εξυπηρετεί τον εν λόγω τόπο διαπραγμάτευσης. Σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν οντότητες που είναι εκκαθαριστικά μέλη αμφότερων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, μπορεί να διευκολύνουν τη μεταβίβαση και εκκαθάριση των συναλλαγών που εκτελούνται από συμμετέχοντες στην αγορά οι οποίοι εξυπηρετούνται χωριστά από τους δύο κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος του κατακερματισμού της ρευστότητας. Παρ’ όλα αυτά, είναι σημαντικό μία αίτηση πρόσβασης σε τόπο διαπραγμάτευσης από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο να μην κατακερματίζει τη ρευστότητα κατά τρόπο που θα αύξανε τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται ο υπάρχων αντισυμβαλλόμενος.

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, η υποβολή αίτησης πρόσβασης σε τόπο διαπραγμάτευσης από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο δεν θα πρέπει να απαιτεί διαλειτουργικότητα και, επομένως, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει συνιστά τη διαλειτουργικότητα ως μόνο τρόπο αντιμετώπισης του κατακερματισμού της ρευστότητας. Ωστόσο, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εμποδίζει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους να προβαίνουν στην εν λόγω ρύθμιση, σε εκούσια βάση, εάν πληρούνται οι απαραίτητοι όροι για την εφαρμογή της.

(17)

Προκειμένου να καθοριστεί ποιες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μπορούν να μετρηθούν αντικειμενικά και να κριθεί ότι μειώνουν κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα ή τη δραστηριότητα χρηματοδότησης της επιχείρησης, οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να εφαρμόζουν ένα από τα κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένου του λογιστικού ορισμού βάσει των κανόνων των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης (ΔΠΧΠ). Ο λογιστικός ορισμός μπορεί να χρησιμοποιείται από αντισυμβαλλομένους ακόμα και αν δεν εφαρμόζουν κανόνες των ΔΠΧΠ. Γι’ αυτούς τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, που μπορεί να χρησιμοποιούν τοπικούς λογιστικούς κανόνες, αναμένεται ότι οι περισσότερες από τις συμβάσεις που ταξινομούνται ως αντισταθμιστικές βάσει ων εν λόγω τοπικών λογιστικών κανόνων θα εμπίπτουν στον γενικό ορισμό των συμβάσεων που μειώνουν τους κινδύνους που σχετίζονται άμεσα με εμπορική δραστηριότητα ή δραστηριότητα χρηματοδότησης διαθεσίμων που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό.

(18)

Υπό ορισμένες συνθήκες, μπορεί να μην είναι δυνατόν να αντισταθμιστεί ένας κίνδυνος χρησιμοποιώντας μία άμεσα σχετική σύμβαση παραγώγων δηλαδή μία σύμβαση με ακριβώς το ίδιο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο και την ίδια ημερομηνία διακανονισμού με τον καλυπτόμενο κίνδυνο. Σε μία τέτοια περίπτωση, ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να χρησιμοποιήσει έναν δείκτη αντιστάθμισης και να εφαρμόσει ένα στενά συναφές μέσο για την κάλυψη της έκθεσής του, όπως ένα μέσο με διαφορετικό αλλά πολύ παραπλήσιο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο όσον αφορά την οικονομική συμπεριφορά. Επιπλέον, ορισμένοι όμιλοι μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων, που συνάπτουν συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μέσω ενιαίας οντότητας, για την αντιστάθμιση του κινδύνου τους σε σχέση με τους συνολικούς κινδύνους του ομίλου μπορεί να χρησιμοποιούν μακρο-αντιστάθμιση ή αντιστάθμιση χαρτοφυλακίου. Οι εν λόγω συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων με μακρο-αντιστάθμιση, αντιστάθμιση χαρτοφυλακίου ή δείκτη αντιστάθμισης μπορεί να αποτελούν αντιστάθμιση για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και θα πρέπει να εκτιμώνται βάσει των κριτηρίων που ορίζουν ποιες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μειώνουν αντικειμενικά τους κινδύνους.

(19)

Ένας κίνδυνος μπορεί να εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου και, προκειμένου να προσαρμοστούν στην εξέλιξη του κινδύνου, οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που εκτελέστηκαν αρχικά για τη μείωση του κινδύνου σχετικά με εμπορική δραστηριότητα ή με δραστηριότητα χρηματοδότησης διαθεσίμων μπορεί να συμψηφίζονται μέσω της χρήσης επιπλέον συμβάσεων χρηματοδότησης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Αποτέλεσμα αυτού, η αντιστάθμιση κινδύνου μπορεί να επιτευχθεί με συνδυασμό συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μεταξύ άλλων με συμψηφισμό των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που εκκαθαρίζουν τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν σχετίζονται με κίνδυνο εμπορικής δραστηριότητας ή κίνδυνο δραστηριότητας διαθεσίμων.

(20)

Το φάσμα των κινδύνων που σχετίζονται άμεσα με εμπορική δραστηριότητα και δραστηριότητα χρηματοδότησης διαθεσίμων είναι πολύ ευρύ και ποικίλλει μεταξύ των διαφόρων οικονομικών τομέων. Οι κίνδυνοι που σχετίζονται με εμπορική δραστηριότητα συνδέονται τυπικά με εισροές στην παραγωγική λειτουργία μιας εταιρείας, καθώς και με προϊόντα και υπηρεσίες που πωλεί ή παρέχει η εταιρεία. Οι δραστηριότητες χρηματοδότησης διαθεσίμων σχετίζονται τυπικά με τη διαχείριση βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης της οντότητας, συμπεριλαμβανομένου του χρέους της, και με τους τρόπους που επενδύει τους χρηματοοικονομικούς πόρους που δημιουργεί ή κατέχει, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης μετρητών. Η δραστηριότητα χρηματοδότησης διαθεσίμων και η εμπορική δραστηριότητα μπορούν να επηρεαστούν από κοινές πηγές κινδύνων, όπως συνάλλαγμα, τιμές βασικών αγαθών, πληθωρισμό ή πιστωτικό κίνδυνο. Δεδομένου ότι τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα συνάπτονται για να αντισταθμίσουν συγκεκριμένο κίνδυνο, κατά την ανάλυση των κινδύνων που σχετίζονται άμεσα με εμπορική δραστηριότητα ή δραστηριότητα χρηματοδότησης διαθεσίμων, οι συγκεκριμένοι κίνδυνοι θα πρέπει να οριστούν με συνεκτικό τρόπο που θα καλύπτει αμφότερες τις δραστηριότητες. Επιπλέον, καθώς ο διαχωρισμός των δύο εννοιών θα μπορούσε να έχει μη επιδιωκόμενες συνέπειες, δεδομένου ότι εξαρτάται από τον τομέα στον οποίο λειτουργούν οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι, ένας συγκεκριμένος κίνδυνος θα μπορούσε να αντισταθμιστεί βάσει της δραστηριότητας χρηματοδότησης διαθεσίμων ή της εμπορικής δραστηριότητας.

(21)

Αν και τα κατώφλια εκκαθάρισης θα πρέπει να καθορίζονται λαμβανομένης υπόψη της συστημικής συνάφειας των σχετικών κινδύνων, είναι σημαντικό να συνεκτιμηθεί ότι τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα που μειώνουν τους κινδύνους αποκλείονται από τον υπολογισμό των κατωφλίων εκκαθάρισης και ότι τα κατώφλια εκκαθάρισης επιτρέπουν εξαίρεση επί της αρχής της υποχρέωσης εκκαθάρισης για τις συγκεκριμένες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που μπορεί να θεωρηθούν ως μη συναφθείσες για τους σκοπούς της αντιστάθμισης. Ειδικότερα, η αξία των κατωφλίων εκκαθάρισης θα πρέπει να επανεξετάζεται σε περιοδική βάση και θα πρέπει να καθορίζεται ανά κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Οι κατηγορίες των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που καθορίζονται για τον σκοπό των κατωφλίων εκκαθάρισης μπορεί να διαφέρουν από τις κατηγορίες των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για τους σκοπούς της υποχρέωσης εκκαθάρισης. Κατά τον καθορισμό της αξίας των κατωφλίων εκκαθάρισης, θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η ανάγκη καθορισμού ενιαίου δείκτη που αντανακλά τη συστημική σημασία του ποσού των καθαρών θέσεων και της έκθεσης ανά αντισυμβαλλόμενο και ανά κατηγορία περιουσιακού στοιχείου των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Επιπλέον, τα κατώφλια εκκαθάρισης που χρησιμοποιούνται από μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να είναι απλά στην εφαρμογή τους.

(22)

Ο προσδιορισμός της αξίας των κατωφλίων εκκαθάρισης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη συστημική σημασία του ποσού των καθαρών θέσεων και της έκθεσης ανά αντισυμβαλλόμενο και ανά κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Ωστόσο, θα πρέπει να εκτιμηθεί ότι οι συγκεκριμένες καθαρές θέσεις και η έκθεση διαφέρουν από την καθαρή έκθεση μεταξύ αντισυμβαλλομένων μεταξύ όλων των συμβαλλομένων και μεταξύ κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων. Επιπλέον, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 αυτές οι καθαρές θέσεις θα πρέπει να προστίθενται, προκειμένου να προσδιορίζονται τα δεδομένα που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των κατωφλίων εκκαθάρισης. Πρόκειται για το συνολικό ακαθάριστο ποσό το οποίο προκύπτει από την πρόσθεση των εν λόγω καθαρών θέσεων που θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των κατωφλίων εκκαθάρισης. Η ακαθάριστη εικονική αξία που προκύπτει από αυτή την πρόσθεση θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς για τον καθορισμό των κατωφλίων εκκαθάρισης.

(23)

Επιπλέον, η δομή της δραστηριότητας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων οδηγεί συνήθως σε χαμηλό επίπεδο συμψηφισμού καθώς οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων συνάπτονται προς την ίδια κατεύθυνση. Αποτέλεσμα αυτού, η διαφορά μεταξύ του ποσού των καθαρών θέσεων και της έκθεσης ανά αντισυμβαλλόμενο και ανά κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα είναι παραπλήσια της μεικτής αξίας των συμβάσεων. Ως εκ τούτου, και προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της απλούστευσης, η μεικτή αξία των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως έγκυρος δείκτης του μέτρου που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον καθορισμό του κατωφλίου εκκαθάρισης.

(24)

Δεδομένου ότι οι μη χρηματοοικονομικοί παράγοντες που δεν υπερβαίνουν το κατώφλιο εκκαθάρισης δεν υποχρεούνται να αποτιμούν σε αγοραία αξία τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων τους, δεν θα ήταν εύλογο να χρησιμοποιείται αυτό το μέτρο για τον καθορισμό των κατωφλίων εκκαθάρισης, καθώς θα επιβάρυνε σοβαρά τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, πράγμα που δεν ήταν αναλογικό με τον κίνδυνο που θα αντιμετώπιζαν. Αντ’ αυτού, η χρήση της εικονικής αξίας των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα επέτρεπε μια απλή προσέγγιση που δεν εκτίθεται σε εξωτερικά γεγονότα των μη χρηματοοικονομικών παραγόντων.

(25)

Η υπέρβαση μιας από τις αξίες που έχουν καθοριστεί για κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να επιφέρει την υπέρβαση του κατωφλίου εκκαθάρισης για όλες τις κατηγορίες, δεδομένου ότι οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που μειώνουν κινδύνους εξαιρούνται από τον υπολογισμό του κατωφλίου εκκαθάρισης, οι συνέπειες της υπέρβασης του κατωφλίου εκκαθάρισης δεν σχετίζονται μόνο με την υποχρέωση εκκαθάρισης, αλλά επεκτείνονται σε τεχνικές μετριασμού του κινδύνου, και η προσέγγιση για τις σχετικές υποχρεώσεις βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 που εφαρμόζεται σε μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να είναι απλή, λαμβανομένου υπόψη του μη πολύπλοκου χαρακτήρα των περισσοτέρων από αυτές.

(26)

Για τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται, θα πρέπει να εφαρμοστούν τεχνικές μετριασμού των κινδύνων όπως η έγκαιρη επιβεβαίωση. Η επιβεβαίωση των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μπορεί να αναφέρεται σε μία ή περισσότερες συμφωνίες πλαίσιο, σε συμφωνίες πλαίσιο επιβεβαίωσης, ή σε άλλους τυποποιημένους όρους. Μπορεί να λαμβάνουν τη μορφή ηλεκτρονικά εκτελεσθεισών συμβάσεων ή εγγράφου υπογεγραμμένου από αμφότερους τους αντισυμβαλλομένους.

(27)

Είναι βασικό ότι οι αντισυμβαλλόμενοι επιβεβαιώνουν τους όρους των συναλλαγών τους το ταχύτερο δυνατόν μετά την εκτέλεση της συναλλαγής, ιδίως όταν η εκτέλεση ή η επεξεργασία της συναλλαγής γίνεται ηλεκτρονικά, προκειμένου να διασφαλιστεί η κοινή κατανόηση και η νομική ασφάλεια των όρων της συναλλαγής. Οι αντισυμβαλλόμενοι που συνάπτουν μη τυποποιημένες ή περίπλοκες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, ειδικότερα, μπορεί να χρειαστεί να εφαρμόσουν εργαλεία προκειμένου να πληρούν την απαίτηση της έγκαιρης επιβεβαίωσης των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Η έγκαιρη επιβεβαίωση θα μπορούσε να προβλέψει την εξέλιξη των σχετικών πρακτικών αγοράς στον συγκεκριμένο τομέα.

(28)

Για τον περαιτέρω μετριασμό των κινδύνων, η συμφωνία χαρτοφυλακίου επιτρέπει σε κάθε αντισυμβαλλόμενο να αναλαμβάνει συνολική επανεξέταση του χαρτοφυλακίου συναλλαγών όπως θεωρείται από τον αντισυμβαλλόμενό του προκειμένου να προσδιοριστούν άμεσα τυχόν παρανοήσεις των βασικών όρων της συναλλαγής. Οι εν λόγω όροι θα πρέπει να περιλαμβάνουν την αποτίμηση κάθε συναλλαγής και μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν άλλες σχετικές λεπτομέρειες όπως η ημερομηνία έναρξης ισχύος, η προγραμματισμένη ημερομηνία εκπνοής, οποιεσδήποτε ημερομηνίες πληρωμής ή διακανονισμού, η εικονική αξία της σύμβασης και το νόμισμα της συναλλαγής, το υποκείμενο μέσο, η θέση των αντισυμβαλλομένων, η σύμβαση της εργάσιμης ημέρας και οποιαδήποτε σχετικά σταθερά ή κυμαινόμενα επιτόκια της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

(29)

Λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών χαρακτηριστικών κινδύνου και προκειμένου η συμφωνία χαρτοφυλακίου να είναι μία αναλογική τεχνική μετριασμού των κινδύνων, η συχνότητα της συμφωνίας και το μέγεθος του χαρτοφυλακίου που πρέπει να εξεταστεί θα είναι διαφορετικά ανάλογα με τον χαρακτήρα των αντισυμβαλλομένων. Πιο αυστηρές απαιτήσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται τόσο σε χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους όσο και σε μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που υπερβαίνουν το κατώφλιο εκκαθάρισης ανεξαρτήτως της κατηγορίας του αντισυμβαλλομένου του που επίσης θα ωφελείτο από αυτή τη λιγότερη συχνή συμφωνία για το συγκεκριμένο μέρος του χαρτοφυλακίου του.

(30)

Η συμπίεση χαρτοφυλακίων μπορεί επίσης να αποτελεί αποτελεσματικό εργαλείο για τους σκοπούς του μετριασμού του κινδύνου ανάλογα με τις συνθήκες όπως το μέγεθος του χαρτοφυλακίου με αντισυμβαλλόμενο, η εκπνοή, ο σκοπός και ο βαθμός τυποποίησης των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν συμβάσεις χαρτοφυλακίων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν έχουν εκκαθαριστεί από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο πάνω από το επίπεδο που καθορίζεται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να έχουν προβλέψει διαδικασίες προκειμένου να αναλυθεί η δυνατότητα χρήσης της συμπίεσης χαρτοφυλακίου που θα τους επέτρεπε να μειώσουν τον πιστωτικό κίνδυνο του αντισυμβαλλομένου τους.

(31)

Η επίλυση των διαφορών αποσκοπεί στον μετριασμό των κινδύνων που προκύπτουν από συμβάσεις που δεν εκκαθαρίζονται κεντρικά. Όταν προβαίνουν σε συναλλαγές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μεταξύ τους, οι αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να έχουν ένα συμφωνημένο πλαίσιο για την επίλυση οποιασδήποτε σχετικής διαφοράς που μπορεί να ανακύψει. Το πλαίσιο θα πρέπει να αναφέρεται σε μηχανισμούς επίλυσης όπως η διαιτησία τρίτων ή ο μηχανισμός εντοπισμού της αγοράς. Το πλαίσιο αποσκοπεί στην αποφυγή της κλιμάκωσης των μη επιλυθεισών διαφορών και της έκθεσης των αντισυμβαλλομένων σε επιπρόσθετους κινδύνους. Οι διαφορές θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο προσδιορισμού, διαχείρισης και κατάλληλης δημοσιοποίησης.

(32)

Για τους σκοπούς του προσδιορισμού των συνθηκών αγοράς που αποτρέπουν αποτίμηση σε αγοραίες αξίες, είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν μη ενεργές αγορές. Μία αγορά μπορεί να είναι ανενεργή για διάφορους λόγους μεταξύ άλλων όταν δεν υπάρχουν τακτικές συναλλαγές στην αγορά σε βάση πλήρους ανταγωνισμού (arm’s length), όπου η έννοια της «βάσης πλήρους ανταγωνισμού» θα πρέπει να είναι η ίδια όπως και για λογιστικούς σκοπούς.

(33)

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε χρηματοοικονομικούς και μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους πάνω από το κατώφλιο εκκαθάρισης. Αναπτύχθηκε λαμβάνοντας υπόψη την οδηγία 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (4), που ορίζει επίσης τις απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται βάσει υποδείγματος θεωρητικών τιμών.

(34)

Αν και ο σχεδιασμός του μοντέλου που χρησιμοποιείται για το υπόδειγμα θεωρητικών τιμών μπορεί να αναπτυχθεί εσωτερικά ή εξωτερικά, προκειμένου να διασφαλιστεί κατάλληλη υποχρέωση λογοδοσίας, η έγκριση του υποδείγματος είναι ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου ή της εξουσιοδοτημένης επιτροπής του εν λόγω συμβουλίου.

(35)

Σε περίπτωση που οι αντισυμβαλλόμενοι μπορούν να εφαρμόζουν εξαίρεση εντός ομίλου μετά την κοινοποίησή τους στις αρμόδιες αρχές αλλά χωρίς να περιμένουν τη λήξη της περιόδου μη διατύπωσης αντιρρήσεων από τις εν λόγω αρμόδιες αρχές, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι αρμόδιες αρχές αποκτούν έγκαιρα κατάλληλες και επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να εκτιμήσουν εάν θα πρέπει να προβάλλουν αντίρρηση στη χρήση της εξαίρεσης.

(36)

Το προβλεπόμενο μέγεθος, οι προβλεπόμενοι όγκοι και η προβλεπόμενη συχνότητα των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός ομίλου μπορεί να καθοριστούν στη βάση των ιστορικών συναλλαγών εντός ομίλου των αντισυμβαλλομένων καθώς και του προβλεπόμενου υποδείγματος και της δραστηριότητας που αναμένεται μελλοντικά.

(37)

Όταν οι αντισυμβαλλόμενοι εφαρμόζουν εξαίρεση εντός ομίλου, θα πρέπει να δημοσιοποιούν πληροφορίες προκειμένου να διασφαλίζεται η διαφάνεια έναντι των συμμετεχόντων στην αγορά και δυνητικών πιστωτών. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τους δυνητικούς πιστωτές των αντισυμβαλλομένων όσον αφορά την εκτίμηση των κινδύνων. Η δημοσιοποίηση αποσκοπεί να εμποδίζει εσφαλμένη εκτίμηση ότι οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εκκαθαρίζονται κεντρικά ή υπόκεινται σε τεχνικές μετριασμού των κινδύνων όταν αυτό δεν ισχύει.

(38)

Το χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη έγκαιρης επιβεβαίωσης απαιτεί προσπάθειες προσαρμογής, συμπεριλαμβανομένων αλλαγών στην πρακτική αγοράς και βελτίωσης των συστημάτων ΤΠ. Δεδομένου ότι ο ρυθμός προσαρμογής στη συμμόρφωση μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την κατηγορία των αντισυμβαλλομένων και την κατηγορία περιουσιακών στοιχείων των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, ο καθορισμός προοδευτικών ημερομηνιών εφαρμογής που εξασφαλίζει αυτές τις διαφορές θα επιτρέψει βελτίωση του χρονοδιαγράμματος της επιβεβαίωσης αυτών των αντισυμβαλλομένων και προϊόντων που θα μπορούσαν να είναι έτοιμα ταχύτερα.

(39)

Τα πρότυπα που τίθενται για τη συμφωνία χαρτοφυλακίων, η συμπίεση χαρτοφυλακίων ή η επίλυση διαφορών απαιτεί οι αντισυμβαλλόμενοι να καθορίζουν διαδικασίες, πολιτικές, διεργασίες, και να τροποποιούν την τεκμηρίωση που θα απαιτούσε χρόνο. Η έναρξη ισχύος των σχετικών απαιτήσεων θα πρέπει να καθυστερήσει προκειμένου να χορηγηθεί χρόνος στους αντισυμβαλλομένους να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για τους σκοπούς της συμμόρφωσης.

(40)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που έχει υποβάλει η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στην Επιτροπή.

(41)

Σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), η ΕΑΚΑΑ πραγματοποίησε ανοιχτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, ανέλυσε τα δυνητικά συναφή κόστη και οφέλη και ζήτησε τη γνώμη της Ομάδας Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών της ΕΑΚΑΑ που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΑ

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

ως «έμμεσος πελάτης» νοείται ο πελάτης ενός πελάτη εκκαθαριστικού μέλους·

β)

ως «ρύθμιση έμμεσης εκκαθάρισης» νοείται η σειρά συμβατικών σχέσεων μεταξύ του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, του εκκαθαριστικού μέλους, του πελάτη εκκαθαριστικού μέλους και έμμεσου πελάτη, που επιτρέπει στον πελάτη εκκαθαριστικού μέλους να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης σε έμμεσο πελάτη·

γ)

ως «επιβεβαίωση» νοείται η τεκμηρίωση της συμφωνίας των αντισυμβαλλομένων σε όλους τους όρους σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ

[Άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Άρθρο 2

Δομή των ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης

1.   Σε περίπτωση που εκκαθαριστικό μέλος είναι διατεθειμένο να διευκολύνει την έμμεση εκκαθάριση, οποιοσδήποτε πελάτης του εν λόγω εκκαθαριστικού μέλους δύναται να παρέχει υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης σε έναν ή περισσότερους από τους πελάτες του, υπό τον όρο ότι ο πελάτης του εκκαθαριστικού μέλους αποτελεί αδειοδοτημένο/η πιστωτικό ίδρυμα, επιχείρηση επενδύσεων ή ισοδύναμο πιστωτικό ίδρυμα ή επιχείρηση επενδύσεων τρίτης χώρας.

2.   Οι συμβατικοί όροι ρύθμισης έμμεσης εκκαθάρισης συμφωνούνται μεταξύ του πελάτη εκκαθαριστικού μέλους και του έμμεσου πελάτη, κατόπιν διαβούλευσης με το εκκαθαριστικό μέλος σχετικά με τις πτυχές που μπορούν να επηρεάσουν τις εργασίες του εκκαθαριστικού μέλους. Περιλαμβάνουν συμβατικές απαιτήσεις σχετικά με τον πελάτη, προκειμένου να τηρούνται όλες οι υποχρεώσεις του έμμεσου πελάτη προς το εκκαθαριστικό μέλος. Οι απαιτήσεις αυτές αναφέρονται μόνο σε συναλλαγές που προκύπτουν ως μέρος της ρύθμισης έμμεσης εκκαθάρισης, το πεδίο της οποίας τεκμηριώνεται σαφώς στις συμφωνηθείσες συμβάσεις.

Άρθρο 3

Υποχρεώσεις των κεντρικών αντισυμβαλλομένων

1.   Οι ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης δεν υπόκεινται σε επιχειρηματικές πρακτικές του κεντρικού αντισυμβαλλομένου που ενεργεί ως φραγμός στην καθιέρωσή τους υπό εύλογους εμπορικούς όρους. Κατόπιν αίτησης εκκαθαριστικού μέλους, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί χωριστά μητρώα και λογαριασμούς που επιτρέπουν σε κάθε πελάτη να διακρίνει, σε λογαριασμούς που τηρεί με τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις του πελάτη από αυτά που τηρεί για τους λογαριασμούς των έμμεσων πελατών του πελάτη.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προσδιορίζει, παρακολουθεί και διαχειρίζεται τυχόν ουσιαστικούς κινδύνους που προκύπτουν από ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης που μπορεί να επηρεάσουν την ανθεκτικότητα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

Άρθρο 4

Υποχρεώσεις των εκκαθαριστικών μελών

1.   Το εκκαθαριστικό μέλος που προσφέρεται να διευκολύνει υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης το πράττει υπό εύλογους εμπορικούς όρους. Με την επιφύλαξη της εμπιστευτικότητας των συμβατικών ρυθμίσεων με μεμονωμένους πελάτες, το εκκαθαριστικό μέλος δημοσιοποιεί τους γενικούς όρους βάσει των οποίων είναι διατεθειμένο να διευκολύνει υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης. Οι όροι αυτοί μπορεί να συμπεριλαμβάνουν ελάχιστες λειτουργικές απαιτήσεις για πελάτες που παρέχουν υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης.

2.   Κατά τη διευκόλυνση ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης, ένα εκκαθαριστικό μέλος εφαρμόζει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ρυθμίσεις διαχωρισμού, όπως αναφέρεται από τον πελάτη:

α)

τηρεί χωριστά μητρώα και λογαριασμούς, που επιτρέπουν σε κάθε πελάτη να διακρίνει σε λογαριασμούς με το εκκαθαριστικό μέλος τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις του πελάτη από αυτά που τηρεί για τους λογαριασμούς των έμμεσων πελατών του·

β)

τηρεί χωριστά μητρώα και λογαριασμούς, που επιτρέπουν σε κάθε πελάτη να διακρίνει σε λογαριασμούς με το εκκαθαριστικό μέλος τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις που τηρούνται για λογαριασμό έμμεσου πελάτη από αυτά που τηρούνται για λογαριασμό άλλων έμμεσων πελατών.

3.   Η απαίτηση να διακρίνονται τα περιουσιακά στοιχεία και οι θέσεις με το εκκαθαριστικό μέλος θεωρείται ότι πληρούται εφόσον τηρούνται οι όροι του άρθρου 39 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

4.   Το εκκαθαριστικό μέλος εφαρμόζει άρτιες διαδικασίες για τη διαχείριση της αθέτησης υποχρέωσης πελάτη που παρέχει υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης. Οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν αξιόπιστο μηχανισμό μεταφοράς των θέσεων και των περιουσιακών στοιχείων σε εναλλακτικό πελάτη ή εκκαθαριστικό μέλος, υπό τον όρο της συμφωνίας των επηρεαζόμενων έμμεσων πελατών. Ο πελάτης ή το εκκαθαριστικό μέλος δεν υποχρεούται να αποδεχτεί αυτές τις θέσεις, εκτός εάν έχει συνάψει προγενέστερη συμβατική συμφωνία για τον σκοπό αυτό.

5.   Το εκκαθαριστικό μέλος διασφαλίζει επίσης ότι οι διαδικασίες του επιτρέπουν την άμεση ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων και θέσεων των έμμεσων πελατών και επιτρέπουν στο εκκαθαριστικό μέλος να καταβάλει όλα τα χρηματικά ποσά που οφείλονται στους έμμεσους πελάτες λόγω αθέτησης υποχρέωσης του πελάτη.

6.   Το εκκαθαριστικό μέλος προσδιορίζει, παρακολουθεί και διαχειρίζεται οποιουσδήποτε κινδύνους προκύπτουν από τη διευκόλυνση ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησης πληροφοριών που παρέχονται από πελάτες βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 3. Το εκκαθαριστικό μέλος θεσπίζει άρτιες εσωτερικές διαδικασίες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες αυτές δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για εμπορικούς σκοπούς.

Άρθρο 5

Υποχρεώσεις πελατών

1.   Ο πελάτης που παρέχει υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης τηρεί χωριστά μητρώα και λογαριασμούς που του επιτρέπουν να διακρίνει μεταξύ των ίδιων περιουσιακών στοιχείων και θέσεων και εκείνων που τηρεί για λογαριασμό των έμμεσων πελατών του. Προσφέρει σε έμμεσους πελάτες τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ των εναλλακτικών επιλογών διαχωρισμού λογαριασμών, που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, και διασφαλίζει ότι οι έμμεσοι πελάτες είναι πλήρως ενημερωμένοι για τους κινδύνους που συνδέονται με κάθε επιλογή διαχωρισμού. Οι πληροφορίες που παρέχονται από τον πελάτη σε έμμεσους πελάτες συμπεριλαμβάνουν λεπτομέρειες ρυθμίσεων για τη μεταφορά θέσεων και λογαριασμών σε εναλλακτικό πελάτη.

2.   Ο πελάτης που παρέχει υπηρεσίες έμμεσης εκκαθάρισης ζητά από το εκκαθαριστικό μέλος να ανοίξει χωριστό λογαριασμό στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Ο λογαριασμός είναι για τον αποκλειστικό σκοπό της διακράτησης των περιουσιακών στοιχείων και των θέσεων των έμμεσων πελατών του.

3.   Ο πελάτης παρέχει στο εκκαθαριστικό μέλος επαρκείς πληροφορίες για τον προσδιορισμό, την παρακολούθηση και τη διαχείριση τυχόν κινδύνων που ανακύπτουν από τη διευκόλυνση ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης. Στην περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του πελάτη, όλες οι πληροφορίες τις οποίες διαθέτει ο πελάτης όσον αφορά τους έμμεσους πελάτες του καθίστανται άμεσα διαθέσιμες στο εκκαθαριστικό μέλος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΑΚΑΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ

[Άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Άρθρο 6

Λεπτομερή στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στην κοινοποίηση

1.   Η κοινοποίηση για τον σκοπό της υποχρέωσης εκκαθάρισης περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον προσδιορισμό της κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

β)

τον προσδιορισμό των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός της κατηγορίας των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

γ)

άλλες πληροφορίες που πρέπει να συμπεριληφθούν στο δημόσιο μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 8·

δ)

οποιαδήποτε περαιτέρω χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητα για τη διάκριση των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός της κατηγορίας των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων από συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που βρίσκονται εκτός της κατηγορίας·

ε)

αποδεικτικά στοιχεία του βαθμού τυποποίησης των συμβατικών όρων και λειτουργικών διαδικασιών για τη σχετική κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

στ)

δεδομένα σχετικά με τον όγκο της κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

ζ)

δεδομένα σχετικά με τη ρευστότητα της κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

η)

αποδεικτικά στοιχεία της διαθεσιμότητας στους συμμετέχοντες στην αγορά δίκαιων, αξιόπιστων και γενικώς αποδεκτών πληροφοριών για τη διαμόρφωση των τιμών των συμβάσεων στη συγκεκριμένη κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

θ)

αποδεικτικά στοιχεία του αντικτύπου της υποχρέωσης εκκαθάρισης σχετικά με τη διαθεσιμότητα στους συμμετέχοντες στην αγορά πληροφοριών για τη διαμόρφωση των τιμών.

2.   Για τον σκοπό της εκτίμησης της ημερομηνίας ή των ημερομηνιών από την οποία/τις οποίες παράγει αποτελέσματα η υποχρέωση εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένης της σταδιακής εφαρμογής και των κατηγοριών αντισυμβαλλομένων στους οποίους εφαρμόζεται η υποχρέωση εκκαθάρισης, η κοινοποίηση περιλαμβάνει για τον σκοπό της υποχρέωσης εκκαθάρισης:

α)

δεδομένα σχετικά με την εκτίμηση του αναμενόμενου όγκου της κατηγορίας των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, εάν καταστεί αντικείμενο της υποχρέωσης εκκαθάρισης·

β)

αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ικανότητα των αντίστοιχων κεντρικών αντισυμβαλλομένων να χειριστούν τον αναμενόμενο όγκο της κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, εάν καταστεί αντικείμενο της υποχρέωσης εκκαθάρισης, και να διαχειριστούν τον κίνδυνο που προκύπτει από την εκκαθάριση της σχετικής κατηγορίας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων μέσω ρυθμίσεων εκκαθάρισης πελάτη ή έμμεσου πελάτη·

γ)

το είδος και τον αριθμό των αντισυμβαλλομένων που είναι ενεργοί και αναμένεται να είναι ενεργοί στην αγορά για τη σχετική κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, εάν καταστεί αντικείμενο της υποχρέωσης εκκαθάρισης·

δ)

περιγραφή των βασικών καθηκόντων που πρέπει να επιτελεστούν προκειμένου να αρχίσει η εκκαθάριση με τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, από κοινού με τον καθορισμό του χρόνου που απαιτείται για την εκπλήρωση κάθε καθήκοντος·

ε)

πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση του κινδύνου, τη νομική και λειτουργική ικανότητα του φάσματος των αντισυμβαλλομένων που είναι ενεργοί στην αγορά για την κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, εάν καταστεί αντικείμενο της υποχρέωσης εκκαθάρισης.

3.   Τα δεδομένα που αφορούν τον όγκο και τη ρευστότητα περιλαμβάνουν, για την κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και για κάθε σύμβαση παραγώγων εντός της κατηγορίας, τις σχετικές πληροφορίες για την αγορά, μεταξύ άλλων ιστορικά δεδομένα, τρέχοντα δεδομένα, καθώς και οποιαδήποτε αλλαγή που αναμένεται να προκύψει, εάν η κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων καταστεί αντικείμενο της υποχρέωσης εκκαθάρισης, μεταξύ άλλων:

α)

τον αριθμό των συναλλαγών·

β)

τον συνολικό όγκο·

γ)

τον συνολικό ανοικτό τόκο·

δ)

το βάθος των εντολών, συμπεριλαμβανομένου του μέσου αριθμού εντολών και αιτήσεων για τιμές προσφοράς·

ε)

τη στενότητα των περιθωρίων·

στ)

τα μέτρα ρευστότητας υπό ακραίες συνθήκες αγοράς·

ζ)

τα μέτρα ρευστότητας για την εκτέλεση των διαδικασιών σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης.

4.   Οι πληροφορίες σχετικά με τον βαθμό τυποποίησης των συμβατικών όρων και των λειτουργικών διαδικασιών για τη σχετική κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που παρέχονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε) περιλαμβάνουν, για την κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και για κάθε σύμβαση παραγώγων εντός της κατηγορίας, δεδομένα για την καθημερινή τιμή αναφοράς, καθώς και τον αριθμό των ημερών κατ’ έτος με τιμή αναφοράς που θεωρείται αξιόπιστη τουλάχιστον κατά τους προηγούμενους δώδεκα μήνες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΕΞΩΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΟΥ ΥΠΟΚΕΙΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ

[Άρθρο 5 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Άρθρο 7

Κριτήρια που πρέπει να εκτιμώνται από την ΕΑΚΑΑ

1.   Σε σχέση με τον βαθμό τυποποίησης των συμβατικών όρων και των λειτουργικών διαδικασιών για τη σχετική κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) λαμβάνει υπόψη:

α)

αν οι συμβατικοί όροι της σχετικής κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ενσωματώνουν κοινή νομική τεκμηρίωση, συμπεριλαμβανομένων συμφωνιών πλαισίων συμψηφισμού, ορισμών, πρότυπων όρων και επιβεβαιώσεων που αναφέρουν προδιαγραφές της σύμβασης οι οποίες χρησιμοποιούνται συνήθως από αντισυμβαλλομένους·

β)

αν οι λειτουργικές διαδικασίες αυτής της σχετικής κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων υπόκεινται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία μετά τη συναλλαγή και γεγονότα στον κύκλο ζωής που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης με κοινό τρόπο σύμφωνα με χρονοδιάγραμμα που έχει συμφωνηθεί ευρέως μεταξύ αντισυμβαλλομένων.

2.   Σε σχέση με τον όγκο και τη ρευστότητα της σχετικής κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη:

α)

αν τα περιθώρια ασφαλείας ή οι χρηματοοικονομικές απαιτήσεις του κεντρικού αντισυμβαλλομένου είναι αναλογικά του κινδύνου τον οποίο αποσκοπεί να μετριάσει η υποχρέωση εκκαθάρισης·

β)

τη σταθερότητα του μεγέθους και του βάθους της αγοράς όσον αφορά το προϊόν διαχρονικά·

γ)

την πιθανότητα ότι η διασπορά της αγοράς θα παραμείνει επαρκής στην περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης εκκαθαριστικού μέλους·

δ)

τον αριθμό και την αξία των συναλλαγών.

3.   Σε σχέση με τη διαθεσιμότητα δίκαιων, αξιόπιστων και γενικώς αποδεκτών πληροφοριών για τη διαμόρφωση των τιμών στη συγκεκριμένη κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη κατά πόσον οι πληροφορίες που απαιτούνται για τον ακριβή προσδιορισμό της τιμής των συμβάσεων εντός της σχετικής κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι εύκολα προσιτή σε συμμετέχοντες στην αγορά σε εύλογη εμπορική βάση και κατά πόσο θα συνεχίσει να είναι εύκολα προσβάσιμη σε περίπτωση που η σχετική κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων καταστεί αντικείμενο της υποχρέωσης εκκαθάρισης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΗΜΟΣΙΟ ΜΗΤΡΩΟ

[Άρθρο 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Άρθρο 8

Λεπτομερή στοιχεία που πρέπει να συμπεριληφθούν στο μητρώο της ΕΑΚΑΑ

1.   Το δημόσιο μητρώο της ΕΑΚΑΑ περιλαμβάνει για κάθε κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης:

α)

την κατηγορία περιουσιακών στοιχείων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

β)

τον τύπο των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στο πλαίσιο της κατηγορίας·

γ)

το υποκείμενο στοιχείο των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός της κατηγορίας·

δ)

για υποκείμενα στοιχεία που είναι χρηματοπιστωτικά μέσα, ένδειξη του κατά πόσον το υποκείμενο στοιχείο είναι ένα μόνο χρηματοπιστωτικό μέσο ή ένας μόνο εκδότης ή δείκτης ή χαρτοφυλάκιο·

ε)

για άλλα υποκείμενα στοιχεία, ένδειξη της κατηγορίας του υποκείμενου στοιχείου·

στ)

το εικονικό νόμισμα και το νόμισμα διακανονισμού των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός της κατηγορίας·

ζ)

το φάσμα των ημερομηνιών ωρίμανσης των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός της κατηγορίας·

η)

τους όρους διακανονισμού των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός της κατηγορίας·

θ)

το φάσμα της συχνότητας πληρωμών των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός της κατηγορίας·

ι)

τον αναγνωριστικό αριθμό προϊόντος της σχετικής κατηγορίας συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

ια)

οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό που απαιτείται για τη διάκριση μιας σύμβασης στη σχετική κατηγορία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων από άλλη.

2.   Σε σχέση με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι αδειοδοτημένοι ή αναγνωρισμένοι για τους σκοπούς της υποχρέωσης εκκαθάρισης, το δημόσιο μητρώο της ΕΑΚΑΑ για κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο:

α)

τον κωδικό ταυτοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1247/2012 της Επιτροπής (6)·

β)

την πλήρη επωνυμία·

γ)

τη χώρα εγκατάστασης·

δ)

την αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

3.   Σε σχέση με τις ημερομηνίες από τις οποίες αρχίζει να παράγει αποτελέσματα η υποχρέωση εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε σταδιακής εφαρμογής, το δημόσιο μητρώο της ΕΑΚΑΑ περιλαμβάνει:

α)

την ταυτοποίηση των κατηγοριών των αντισυμβαλλομένων για τους οποίους ισχύει κάθε σταδιακή περίοδος·

β)

οποιονδήποτε άλλο όρο που απαιτείται σύμφωνα με τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, προκειμένου να εφαρμοστεί η σταδιακή περίοδος.

4.   Το δημόσιο μητρώο της ΕΑΚΑΑ περιλαμβάνει την αναφορά των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, σύμφωνα με τα οποία καθορίστηκε κάθε υποχρέωση εκκαθάρισης.

5.   Σε σχέση με τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που έχει κοινοποιηθεί στην ΕΑΚΑΑ από την αρμόδια αρχή, το δημόσιο μητρώο της ΕΑΚΑΑ περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

την ταυτοποίηση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

β)

την κατηγορία περιουσιακών στοιχείων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που κοινοποιούνται·

γ)

τον τύπο των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

δ)

την ημερομηνία της κοινοποίησης·

ε)

την ταυτοποίηση της κοινοποιούσας αρμόδιας αρχής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ

[Άρθρο 8 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Άρθρο 9

Προσδιορισμός της έννοιας του κατακερματισμού της ρευστότητας

1.   Ο κατακερματισμός της ρευστότητας θεωρείται ότι συμβαίνει όταν οι συμμετέχοντες σε τόπο συναλλαγής δεν είναι σε θέση να συνάπτουν συναλλαγή με έναν ή περισσότερους από άλλους συμμετέχοντες στον συγκεκριμένο τόπο, λόγω της έλλειψης ρυθμίσεων εκκαθάρισης στον οποίον να έχουν πρόσβαση όλοι οι συμμετέχοντες.

2.   Η πρόσβαση από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο σε τόπο συναλλαγής που εξυπηρετείται ήδη από άλλον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο δεν θεωρείται ότι επιφέρει κατακερματισμό της ρευστότητας εντός του τόπου διαπραγμάτευσης εάν, χωρίς την ανάγκη να επιβληθεί απαίτηση στα εκκαθαριστικά μέλη του αρμόδιου κεντρικού αντισυμβαλλομένου να καταστούν εκκαθαριστικά μέλη του αιτούντος κεντρικού αντισυμβαλλομένου, όλοι οι συμμετέχοντες στον τόπο συναλλαγής μπορούν να εκκαθαρίζουν, άμεσα ή έμμεσα, μέσω ενός από τα ακόλουθα:

α)

τουλάχιστον ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου από κοινού·

β)

ρυθμίσεων εκκαθάρισης που καθορίζονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους.

3.   Οι ρυθμίσεις για την εκπλήρωση των όρων του στοιχείου α) ή β) της παραγράφου 2 καθορίζονται προτού ο αιτών κεντρικός αντισυμβαλλόμενος αρχίσει να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στον σχετικό τόπο διαπραγμάτευσης.

4.   Η πρόσβαση σε κοινό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), μπορεί να καθοριστεί μέσω δύο ή περισσότερων εκκαθαριστικών μελών, ή δύο ή περισσότερων πελατών ή μέσω ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης.

5.   Οι ρυθμίσεις εκκαθάρισης που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) δύνανται να προβλέπουν τη μεταφορά συναλλαγών που εκτελούνται από τους εν λόγω συμμετέχοντες στην αγορά σε εκκαθαριστικά μέλη άλλων κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Μολονότι η πρόσβαση από κεντρικός αντισυμβαλλόμενο σε τόπο διαπραγμάτευσης δεν θα πρέπει να απαιτεί διαλειτουργικότητα, η ρύθμιση διαλειτουργικότητας που έχει συμφωνηθεί από τους αρμόδιους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και έχει εγκριθεί από τις σχετικές αρμόδιες αρχές μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκπλήρωση της απαίτησης για πρόσβαση σε κοινές ρυθμίσεις εκκαθάρισης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΑΝΤΙΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΙ

Άρθρο 10

[Άρθρο 10 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Κριτήρια για τον καθορισμό των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που μειώνουν αντικειμενικά τους κινδύνους

1.   Η σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θεωρείται, με δυνατότητα αντικειμενικής μέτρησης, ότι μειώνει κινδύνους που σχετίζονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα ή τη δραστηριότητα χρηματοδότησης διαθεσίμων του μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου ή του συγκεκριμένου ομίλου, όταν, μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλες συμβάσεις παραγώγων, άμεσα ή μέσω στενά συνδεδεμένων μέσων, πληροί ένα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

καλύπτει τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δυνητική αλλαγή της αξίας περιουσιακών στοιχείων, υπηρεσιών, εισροών, προϊόντων, βασικών προϊόντων ή υποχρεώσεων που ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος ή ο όμιλός του κατέχει, παράγει, κατασκευάζει, επεξεργάζεται, παρέχει, αγοράζει, εμπορεύεται, εκμισθώνει, πωλεί ή βαρύνεται με αυτά ή προβλέπει εύλογα ότι κατέχει, παράγει, κατασκευάζει, επεξεργάζεται, παρέχει, αγοράζει, εμπορεύεται, εκμισθώνει, πωλεί ή βαρύνεται με αυτά κατά την κανονική πορεία της δραστηριότητάς του·

β)

καλύπτει τους κινδύνους που ανακύπτουν από τον δυνητικό έμμεσο αντίκτυπο στην αξία των περιουσιακών στοιχείων, υπηρεσιών, εισροών, προϊόντων, βασικών προϊόντων ή υποχρεώσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α), οι οποίοι προκύπτουν από διακύμανση των επιτοκίων, των ποσοστών πληθωρισμού, των συναλλαγματικών ισοτιμιών ή του πιστωτικού κινδύνου·

γ)

χαρακτηρίζεται ως σύμβαση αντιστάθμισης, σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (ΔΠΧΠ) που εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7).

Άρθρο 11

[Άρθρο 10 παράγραφος 4 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Κατώφλια εκκαθάρισης

Οι αξίες των κατωφλίων εκκαθάρισης για τον σκοπό της υποχρέωσης εκκαθάρισης είναι:

α)

1 δισεκατ. ευρώ σε μεικτή εικονική αξία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων επί πιστωτικών προϊόντων·

β)

1 δισεκατ. ευρώ σε μεικτή εικονική αξία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων επί μετοχών·

γ)

3 δισεκατ. ευρώ σε μεικτή εικονική αξία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων επί επιτοκίων·

δ)

3 δισεκατ. ευρώ σε μεικτή εικονική αξία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων επί συναλλάγματος·

ε)

3 δισεκατ. ευρώ σε μεικτή εικονική αξία συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων επί βασικών εμπορευμάτων και λοιπών συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν προβλέπονται στα στοιχεία α) έως δ).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΜΕΤΡΙΑΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΞΩΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΚΚΑΘΑΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΑΝΤΙΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟ

Άρθρο 12

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Έγκαιρη επιβεβαίωση

1.   Η σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που έχει συναφθεί μεταξύ χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων ή μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων που αναφέρονται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και που δεν εκκαθαρίζεται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο επιβεβαιώνεται, όπου διατίθεται μέσω ηλεκτρονικών μέσων, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο:

α)

για συμβόλαια ανταλλαγής πιστωτικής αθέτησης και συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων οι οποίες έχουν συναφθεί μέχρι και τις 28 Φεβρουαρίου 2014, έως το τέλος της δεύτερης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

β)

για συμβόλαια ανταλλαγής πιστωτικής αθέτησης και συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων οι οποίες έχουν συναφθεί μετά τις 28 Φεβρουαρίου 2014, έως το τέλος της εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

γ)

για ανταλλαγές με μετοχές, προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος, συμφωνίες ανταλλαγής βασικών εμπορευμάτων και όλες τις άλλες πράξεις παραγώγων που δεν προβλέπονται στο στοιχείο α) οι οποίες έχουν συναφθεί μέχρι και τις 31 Αυγούστου 2013, έως το τέλος της τρίτης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης παραγώγων·

δ)

για ανταλλαγές με μετοχές, προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος, συμφωνίες ανταλλαγής βασικών εμπορευμάτων και όλες τις άλλες πράξεις παραγώγων που δεν προβλέπονται στο στοιχείο α) οι οποίες έχουν συναφθεί μετά τις 31 Αυγούστου 2013 και μέχρι και τις 31 Αυγούστου 2014, έως το τέλος της δεύτερης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης παραγώγων·

ε)

για ανταλλαγές με μετοχές, προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος, συμφωνίες ανταλλαγής βασικών εμπορευμάτων και όλες τις άλλες πράξεις παραγώγων που δεν προβλέπονται στο στοιχείο α) οι οποίες έχουν συναφθεί μετά τις 31 Αυγούστου 2014, έως το τέλος της εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης παραγώγων.

2.   Η σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που έχει συναφθεί με μη χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο που δεν αναφέρεται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 επιβεβαιώνεται το συντομότερο δυνατόν, όπου διατίθεται μέσω ηλεκτρονικών μέσων, και το αργότερο:

α)

για συμβόλαια ανταλλαγής πιστωτικής αθέτησης και συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων οι οποίες έχουν συναφθεί μέχρι και τις 31 Αυγούστου 2013, έως το τέλος της πέμπτης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

β)

για συμβόλαια ανταλλαγής πιστωτικής αθέτησης και συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων οι οποίες έχουν συναφθεί μετά τις 31 Αυγούστου 2013 και μέχρι και τις 31 Αυγούστου 2014, έως το τέλος της τρίτης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

γ)

για συμβόλαια ανταλλαγής πιστωτικής αθέτησης και συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων οι οποίες έχουν συναφθεί μετά τις 31 Αυγούστου 2014, έως το τέλος της δεύτερης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

δ)

για ανταλλαγές με μετοχές, προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος, συμφωνίες ανταλλαγής βασικών εμπορευμάτων και όλες τις άλλες πράξεις παραγώγων που δεν προβλέπονται στο στοιχείο α) οι οποίες έχουν συναφθεί μέχρι και τις 31 Αυγούστου 2013, έως το τέλος της έβδομης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

ε)

για ανταλλαγές με μετοχές, προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος, συμφωνίες ανταλλαγής βασικών εμπορευμάτων και όλες τις άλλες πράξεις παραγώγων που δεν προβλέπονται στο στοιχείο α) οι οποίες έχουν συναφθεί μετά τις 31 Αυγούστου 2013 και μέχρι και τις 31 Αυγούστου 2014, έως το τέλος της τέταρτης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης της σύμβασης παραγώγων·

στ)

για ανταλλαγές με μετοχές, προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος, συμφωνίες ανταλλαγής βασικών εμπορευμάτων και όλες τις άλλες πράξεις παραγώγων που δεν προβλέπονται στο στοιχείο α) οι οποίες έχουν συναφθεί μετά τις 31 Αυγούστου 2014, έως το τέλος της δεύτερης εργάσιμης ημέρας μετά την ημερομηνία εκτέλεσης.

3.   Σε περίπτωση που η συναλλαγή που αναφέρεται στη παράγραφο 1 ή 2 συνάπτεται μετά τις 16.00 τοπική ώρα, ή με αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο σε ζώνη διαφορετικής ώρας που δεν επιτρέπει επιβεβαίωση μέχρι την καθορισμένη προθεσμία, η επιβεβαίωση λαμβάνει χώρα το ταχύτερο δυνατόν και, το αργότερο, μία εργάσιμη ημέρα μετά την προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 1 ή 2 κατά περίπτωση.

4.   Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι διαθέτουν την απαραίτητη διαδικασία αναφοράς σε μηναία βάση στην αρμόδια αρχή, που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 48 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), τον αριθμό των μη επιβεβαιωμένων συναλλαγών εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 και που παραμένουν άληκτες για περισσότερες από πέντε εργάσιμες ημέρες.

Άρθρο 13

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Συμφωνία χαρτοφυλακίων

1.   Χρηματοοικονομικοί και μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι σε σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων συμφωνούν εγγράφως ή με άλλα ισοδύναμα ηλεκτρονικά μέσα με έκαστο των αντισυμβαλλομένων τους σχετικά με τις ρυθμίσεις βάσει των οποίων πραγματοποιείται συμφωνία χαρτοφυλακίων. Η εν λόγω συμφωνία λαμβάνει χώρα πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

2.   Η συμφωνία χαρτοφυλακίων εκτελείται από τους αντισυμβαλλομένους στις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μεταξύ τους, ή από ειδικό τρίτο δεόντως εξουσιοδοτημένο για τον σκοπό αυτόν από αντισυμβαλλόμενο. Η συμφωνία χαρτοφυλακίων καλύπτει βασικούς όρους συναλλαγών που προσδιορίζουν κάθε συγκεκριμένη σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και περιλαμβάνει τουλάχιστον την αποτίμηση που αποδίδεται σε κάθε σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

3.   Προκειμένου να προσδιοριστεί σε αρχικό στάδιο, οποιαδήποτε ανακολουθία σε ουσιαστικό όρο της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, συμπεριλαμβανομένης της αποτίμησής της, η συμφωνία χαρτοφυλακίων εκτελείται:

α)

για χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο ή μη χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο που αναφέρεται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012:

i)

κάθε εργάσιμη ημέρα όταν οι αντισυμβαλλόμενοι έχουν 500 ή περισσότερες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων άληκτες μεταξύ τους,

ii)

μία φορά την εβδομάδα όταν οι αντισυμβαλλόμενοι έχουν μεταξύ 51 και 499 συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων άληκτων μεταξύ τους οποιαδήποτε χρονική στιγμή στη διάρκεια της εβδομάδας,

iii)

μία φορά το τρίμηνο όταν οι αντισυμβαλλόμενοι έχουν 50 ή λιγότερες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων άληκτες οποιαδήποτε χρονική στιγμή στη διάρκεια του τριμήνου·

β)

για μη χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο που δεν αναφέρεται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012:

i)

μία φορά το τρίμηνο όταν οι αντισυμβαλλόμενοι έχουν περισσότερες από 100 συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων άληκτες μεταξύ τους οποιαδήποτε χρονική στιγμή στη διάρκεια του τριμήνου,

ii)

μία φορά τον χρόνο όταν οι αντισυμβαλλόμενοι έχουν 100 ή λιγότερες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων άληκτες μεταξύ τους.

Άρθρο 14

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Συμπίεση χαρτοφυλακίου

Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι με 500 ή περισσότερες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων άληκτες με αντισυμβαλλόμενο που εκκαθαρίζονται κεντρικά εφαρμόζουν διαδικασίες για να αναλύουν τακτικά, τουλάχιστον ανά εξάμηνο, τη δυνατότητα πραγματοποίησης της άσκησης συμπίεσης χαρτοφυλακίου προκειμένου να μειωθεί ο πιστωτικός τους κίνδυνος αντισυμβαλλομένου και να αναληφθεί η άσκηση συμπίεσης χαρτοφυλακίου.

Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι διασφαλίζουν ότι είναι σε θέση να παράσχουν εύλογη και έγκυρη εξήγηση στη σχετική αρμόδια αρχή για να συνάγει το συμπέρασμα ότι η άσκηση συμπίεσης χαρτοφυλακίων δεν ενδείκνυται.

Άρθρο 15

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Επίλυση των διαφορών

1.   Κατά τη σύναψη συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μεταξύ τους, οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι πρέπει να έχουν συμφωνήσει λεπτομερείς διαδικασίες και διεργασίες σε σχέση με:

α)

τον προσδιορισμό, την καταγραφή και την παρακολούθηση των διαφορών σχετικά με την αναγνώριση ή την αποτίμηση της σύμβασης και την ανταλλαγή πρόσθετης ασφάλειας μεταξύ αντισυμβαλλομένων. Οι διαδικασίες αυτές καταγράφουν τουλάχιστον τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος για το οποίο η διαφορά παραμένει εκκρεμής, τον αντισυμβαλλόμενο και το ποσό της διαφοράς·

β)

την έγκαιρη επίλυση των διαφορών με συγκεκριμένη διαδικασία για τις διαφορές που δεν επιλύονται εντός πέντε εργάσιμων ημερών.

2.   Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι αναφέρουν στην αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 48 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ οποιεσδήποτε διαφορές μεταξύ αντισυμβαλλομένων σε σχέση με σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, την αποτίμησή της ή την ανταλλαγή πρόσθετης ασφάλειας για ποσό ή αξία που υπερβαίνει τα 15 εκατ. ευρώ και παραμένει άληκτη για τουλάχιστον 15 εργάσιμες ημέρες.

Άρθρο 16

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Συνθήκες αγοράς που παρακωλύουν την αποτίμηση με βάση αγοραίες αξίες

1.   Οι συνθήκες αγοράς που παρακωλύουν την αποτίμηση σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων με βάση αγοραίες αξίες (marking-to-market) θεωρείται ότι συντρέχουν σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

η αγορά είναι ανενεργή·

β)

το φάσμα δίκαιων εκτιμήσεων των εύλογων αξιών είναι σημαντικό και οι πιθανότητες των διαφόρων εκτιμήσεων δεν μπορούν εύλογα να εκτιμηθούν.

2.   Η αγορά για σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θεωρείται ανενεργή όταν δημοσιευμένες τιμές δεν είναι άμεσα και τακτικά διαθέσιμες και αυτές οι τιμές που διατίθενται δεν αντιπροσωπεύουν πραγματικές και τακτικά παρατηρούμενες συναλλαγές στην αγορά σε βάση σε βάση πλήρους ανταγωνισμού (arm’s length basis).

Άρθρο 17

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Κριτήρια για τη χρησιμοποίηση αποτίμησης βάσει υποδείγματος θεωρητικών τιμών

Για τη χρησιμοποίηση αποτίμησης βάσει υποδείγματος θεωρητικών τιμών (marking-to-model), οι χρηματοοικονομικοί και μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν ένα υπόδειγμα το οποίο:

α)

ενσωμαώνει όλους τους παράγοντες που θα λαμβάνουν υπόψη οι αντισυμβαλλόμενοι κατά τον καθορισμό μιας τιμής, μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας κατά το δυνατόν όλες τις πιθανές πληροφορίες με βάση αγοραίες αξίες·

β)

συνάδει με αποδεκτές οικονομικές μεθοδολογίες για τον καθορισμό τιμών των χρηματοπιστωτικών μέσων·

γ)

διακριβώνεται και ελέγχεται ως προς την εγκυρότητα, χρησιμοποιώντας τιμές από οποιεσδήποτε παρατηρήσιμες τρέχουσες συναλλαγές της αγοράς στο ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο ή βάσει οποιωνδήποτε διαθέσιμων παρατηρήσιμων δεδομένων της αγοράς·

δ)

επικυρώνεται και παρακολουθείται σε ανεξάρτητη βάση, από άλλο τμήμα από εκείνο που αναλαμβάνει τον κίνδυνο·

ε)

τεκμηριώνεται και εγκρίνεται δεόντως από το διοικητικό συμβούλιο όσο συχνά απαιτείται, μετά από οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή και τουλάχιστον σε ετήσια βάση. Η συγκεκριμένη έγκριση μπορεί να ανατεθεί σε επιτροπή.

Άρθρο 18

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Λεπτομερή στοιχεία της κοινοποίησης της συναλλαγής εντός ομίλου στην αρμόδια αρχή

1.   Η αίτηση ή η κοινοποίηση λεπτομερών στοιχείων για τη συναλλαγή εντός ομίλου στην αρμόδια αρχή γίνεται γραπτώς και περιλαμβάνει:

α)

τους νομικούς αντισυμβαλλομένους στις συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των αναγνωριστικών κωδικών τους σύμφωνα με το άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1247/2012·

β)

την εταιρική σχέση μεταξύ των αντισυμβαλλομένων·

γ)

τα λεπτομερή στοιχεία της υποστήριξης συμβατικών σχέσεων μεταξύ των μερών·

δ)

την κατηγορία συναλλαγής εντός ομίλου, όπως προσδιορίζεται βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

ε)

λεπτομερή στοιχεία των συναλλαγών για τις οποίες ο αντισυμβαλλόμενος επιδιώκει την εξαίρεση, μεταξύ άλλων:

i)

την κατηγορία περιουσιακών στοιχείων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων,

ii)

τον τύπο των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων,

iii)

τον τύπο των υποκείμενων στοιχείων,

iv)

το εικονικό νόμισμα και το νόμισμα διακανονισμού,

v)

το φάσμα της διάρκειας ισχύος των συμβάσεων,

vi)

τον τύπο διακανονισμού,

vii)

το προβλεπόμενο μέγεθος, τους προβλεπόμενους όγκους και την προβλεπόμενη συχνότητα των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων κατ’ έτος.

2.   Ως μέρος της αίτησης ή της κοινοποίησής του στη σχετική αρμόδια αρχή, ο αντισυμβαλλόμενος υποβάλλει επίσης συνοδευτικές πληροφορίες που αποδεικνύουν ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 11 παράγραφοι 6 έως 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Τα δικαιολογητικά έγγραφα περιλαμβάνουν αντίγραφα τεκμηριωμένων διαδικασιών διαχείρισης του κινδύνου, ιστορικά στοιχεία συναλλαγών, αντίγραφα των σχετικών συμβάσεων μεταξύ των μερών και μπορεί να περιλαμβάνει νομική γνωμοδότηση, κατόπιν αιτήματος από την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 19

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Λεπτομερή στοιχεία της κοινοποίησης της συναλλαγής εντός ομίλου στην ΕΑΚΑΑ

1.   Η κοινοποίηση λεπτομερών στοιχείων για τη συναλλαγή εντός ομίλου από αρμόδια αρχή υποβάλλεται στην ΕΑΚΑΑ εγγράφως:

α)

εντός μηνός από την παραλαβή της κοινοποίησης όσον αφορά κοινοποίηση βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 7 ή 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

β)

εντός μηνός από την απόφαση που υποβάλλεται στον αντισυμβαλλόμενο όσον αφορά απόφαση της αρμόδιας αρχής βάσει του άρθρου 11 παράγραφοι 6, 8 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

2.   Η κοινοποίηση στην ΕΑΚΑΑ περιλαμβάνει:

α)

τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο άρθρο 18·

β)

αν υπάρχει θετική ή αρνητική απόφαση·

γ)

στην περίπτωση θετικής απόφασης:

i)

συνοπτική παρουσίαση του λόγου να πιστεύεται ότι πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 6, 7, 8, 9 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, όπως εφαρμόζονται,

ii)

αν η εξαίρεση είναι πλήρης ή μερική εξαίρεση όσον αφορά κοινοποίηση σχετική με το άρθρο 11 παράγραφοι 6, 8 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

δ)

στην περίπτωση αρνητικής απόφασης:

i)

τον προσδιορισμό των όρων του άρθρου 11 παράγραφοι 6, 7, 8, 9 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, όπως εφαρμόζονται, που δεν πληρούνται,

ii)

συνοπτική παρουσίαση του λόγου να πιστεύεται ότι οι εν λόγω όροι δεν πληρούνται.

Άρθρο 20

[Άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012]

Πληροφορίες που πρέπει να δημοσιοποιούνται σχετικά με την εξαίρεση εντός ομίλου

Οι πληροφορίες που πρέπει να δημοσιοποιούνται σχετικά με εξαίρεση εντός ομίλου περιλαμβάνουν:

α)

τους νομικούς αντισυμβαλλομένους στις συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των αναγνωριστικών κωδικών τους σύμφωνα με το άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1247/2012·

β)

τη σχέση μεταξύ των αντισυμβαλλομένων·

γ)

αν η εξαίρεση είναι πλήρης ή μερική εξαίρεση·

δ)

το εικονικό συνολικό ποσό των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για τις οποίες εφαρμόζεται η εξαίρεση εντός ομίλου.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ωστόσο, τα άρθρα 13, 14 και 15 αρχίζουν να ισχύουν έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Δεκεμβρίου 2012.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(2)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 166 της 11.6.1998, σ. 45.

(4)  ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 201.

(5)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.

(6)  ΕΕ L 352 της 21.12.2012, σ. 20.

(7)  ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.


Top