This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 21994A1223(18)
Uruguay Round of Multilateral Trade Negotiations (1986- 1994) - Annex 2 - Understanding on Rules and Procedures Governing the Settlement of Disputes (WTO)
Πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994) - Παράρτημα 2 - Μνημόνιο Συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών (ΠΟΕ)
Πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994) - Παράρτημα 2 - Μνημόνιο Συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών (ΠΟΕ)
ΠΟΕ
ΕΕ L 336 της 23.12.1994, pp. 234–250
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(FI, SV, CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)
In force
ELI: http://data.europa.eu/eli/agree_internation/1994/800(17)/oj
Πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994) - Παράρτημα 2 - Μνημόνιο Συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών (ΠΟΕ) ΠΟΕ
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 336 της 23/12/1994 σ. 0234 - 0250
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 38 σ. 0236
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 38 σ. 0236
ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΑ ΜΕΛΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ: Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 1. Οι κανόνες και οι διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται σε διαφορές που ανακύπτουν στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και την επίλυση των διαφορών που περιέχονται στις συμφωνίες που παρατίθενται στο προσάρτημα 1 του παρόντος μνημονίου συμφωνίας (εφεξής καλούμενες «καλυπτόμενες συμφωνίες»). Οι κανόνες και οι διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται, επίσης, για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και την επίλυση διαφορών μεταξύ μελών, όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο των διατάξεων της συμφωνίας για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (που εφεξής καλείται «συμφωνία για τον ΠΟΕ) καθώς και του παρόντος μνημονίου συμφωνίας, λαμβανομένων υπόψη ξεχωριστά ή σε συνδυασμό με οποιαδήποτε από τις λοιπές καλυπτόμενες συμφωνίες. 2. Οι κανόνες και οι διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των ειδικών ή πρόσθετων κανόνων και διαδικασιών επίλυσης διαφορών, που περιλαμβάνονται στις καλυπτόμενες συμφωνίες, όπως ορίζονται στο προσάρτημα 2 του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Σε περίπτωση που υφίσταται διαφορά μεταξύ των κανόνων και των διαδικασιών του παρόντος μνημονίου συμφωνίας και των ειδικών ή πρόσθετων κανόνων και διαδικασιών που παρατίθενται στο προσάρτημα 2, υπερέχουν οι ειδικοί η πρόσθετοι κανόνες και διαδικασίες του προσαρτήματος 2. Σε περιπτώσεις διαφορών, όσον αφορά κανόνες και διαδικασίες βάσει περισσοτέρων της μιας καλυπτομένων συμφωνιών, εάν υπάρχει αντίθεση μεταξύ των ειδικών ή πρόσθετων κανόνων και διαδικασιών των εν λόγω υπό εξέταση συμφωνιών και εάν οι διάδικοι δεν δύνανται να αποφασίσουν σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες εντός είκοσι ημερών από τη σύσταση της ειδικής ομάδας (πάνελ), ο πρόεδρος του οργάνου επίλυσης διαφορών που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 (που καλείται εφεξής «ΟΕΔ») σε συνεννόηση με τους διαδίκους, καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες που απαιτείται να τεθούν σε εφαρμογή εντός δέκα ημερών από την υποβολή αίτησης από οποιοδήποτε μέλος. Ο πρόεδρος βασίζεται στην αρχή ότι οι ειδικοί η πρόσθετοι κανόνες και διαδικασίες πρέπει να χρησιμοποιούνται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και ότι οι κανόνες και οι διαδικασίες που καθορίζονται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας είναι σκόπιμο να χρησιμοποιούνται στο βαθμό που απαιτείται για την αποφυγή των συγκρούσεων. Άρθρο 2 Διαχείριση 1. Συστήνεται το όργανο επίλυσης διαφορών με αρμοδιότητα τη διαχείριση των σχετικών κανόνων και διαδικασιών και, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε καλυπτόμενη συμφωνία, των διατάξεων των καλυπτόμενων συμφωνιών που αφορούν τις διαβουλεύσεις και την επίλυση των διαφορών. Συνεπώς, το ΟΕΔ έχει το δικαίωμα να συγκροτεί ειδικές ομάδες, να εγκρίνει εκθέσεις της ειδικής ομάδας και του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, να εξασφαλίζει την παρακολούθηση της εφαρμογής των συστάσεων και των αποφάσεων και να επιτρέπει την αναστολή των παραχωρήσεων και άλλων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο των καλυπτόμενων συμφωνιών. Όσον αφορά τις διαφορές που ανακύπτουν στο πλαίσιο καλυπτόμενης συμφωνίας που αποτελεί πλειομερή εμπορική συμφωνία, με τον όρο «μέλος», όπως χρησιμοποιείται στο παρόν μνημόνιο, νοούνται μόνον τα μέλη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της σχετικής πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας. Σε περιπτώσεις που το ΟΕΔ ρυθμίζει τις διατάξεις επίλυσης διαφορών μιας πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας, μόνον τα μέλη που είναι συμβαλλόμενα μέρη της εν λόγω συμφωνίας δύνανται να συμμετέχουν στις αποφάσεις ή στις ενέργειες του ΟΕΔ σχετικά με τη συγκεκριμένη διαφορά. 2. Το ΟΕΔ ενημερώνει τα αρμόδια συμβούλια και επιτροπές του ΠΟΕ σχετικά με την εξέλιξη των διαφορών που συνδέονται με τις διατάξεις των αντίστοιχων καλυπτόμενων συμφωνιών. 3. Το ΟΕΔ συνεδριάζει τόσο συχνά όσο απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων του, εντός των χρονικών πλαισίων που καθορίζονται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας. 4. Σε περίπτωση που στο πλαίσιο των κανόνων και διαδικασιών του παρόντος μνημονίου συμφωνίας προβλέπεται η λήψη απόφασης από το ΟΕΔ, το τελευταίο αυτό λαμβάνει απόφαση με συναίνεση (1). Άρθρο 3 Γενικές διατάξεις 1. Τα μέλη επιβεβαιώνουν την προσήλωσή τους στις αρχές ρύθμισης διαφορών που προηγουμένως εφαρμόζονταν βάσει των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1947, καθώς και στους κανόνες και τις διαδικασίες, που αποτέλεσαν αντικείμενο περαιτέρω επεξεργασίας και τροποποιήσεων στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. 2. Το σύστημα επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για την παροχή ασφάλειας και την εξασφάλιση της δυνατότητας πρόβλεψης σε ένα πολυμερές εμπορικό σύστημα. Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι συμβάλλει στη διατήρηση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μελών στο πλαίσιο των καλυπτόμενων συμφωνιών και στην αποσαφήνιση των υφιστάμενων διατάξεων των συγκεκριμένων συμφωνιών, βάσει των συνήθων κανόνων ερμηνείας του δημοσίου διεθνούς δικαίου. Οι συστάσεις και οι αποφάσεις του ΟΕΔ δεν είναι δυνατόν να αυξήσουν ή να μειώσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις καλυπτόμενες συμφωνίες. 3. Η ταχεία ρύθμιση των καταστάσεων, κατά τις οποίες ένα μέλος θεωρεί ότι οποιαδήποτε ωφέλεια η οποία απορρέει γι' αυτό άμεσα ή έμμεσα από τις καλυπτόμενες συμφωνίες θίγεται εξαιτίας μέτρων που λαμβάνονται από άλλο μέρος, είναι ουσιαστική για την αποτελεσματική λειτουργία του ΠΟΕ και τη διατήρηση της δέουσας ισορροπίας μεταξύ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών. 4. Οι συστάσεις ή οι αποφάσεις του ΟΕΔ αποσκοπούν στην επίτευξη ικανοποιητικής διευθέτησης του θέματος, σύμφωνα με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το παρόν μνημόνιο συμφωνίας και τις καλυπτόμενες συμφωνίες. 5. Όλες οι λύσεις που δίδονται σε θέματα τα οποία προκύπτουν στο πλαίσιο των διατάξεων των καλυπτόμενων συμφωνιών για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων διαιτησίας, συνάδουν με τις εν λόγω συμφωνίες και δεν αναιρούν εν όλω ή εν μέρει οφέλη που απορρέουν για οποιοδήποτε μέλος από τις συμφωνίες αυτές, ούτε παρεμποδίζουν την επίτευξη των στόχων των εν λόγω συμφωνιών. 6. Οι αμοιβαία αποδεκτές λύσεις σε θέματα που θίγονται επισήμως, στο πλαίσιο των διατάξεων των καλυπτόμενων συμφωνιών για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών, γνωστοποιούνται στο ΟΕΔ και στα σχετικά συμβούλια και επιτροπές, ενώπιον των οποίων τα μέλη δύνανται να θέσουν οποιοδήποτε σχετικό θέμα. 7. Προτού να ασκηθεί προσφυγή, τα μέλη εξετάζουν τη σκοπιμότητα ανάληψης δράσεων στο πλαίσιο των σχετικών διαδικασιών. Στόχος του μηχανισμού επίλυσης διαφορών είναι η εξασφάλιση της θετικής επίλυσης των διαφορών. Προτιμούνται σαφώς λύσεις αμοιβαία αποδεκτές στους διαδίκους και σύμφωνες με τις καλυπτόμενες συμφωνίες. Ελλείψει αμοιβαία αποδεκτών λύσεων, πρώτος στόχος του μηχανισμού επίλυσης διαφορών είναι, συνήθως, η εξασφάλιση της ανάκλησης των σχετικών μέτρων, εάν αυτά αποδεικνύεται ότι αντιβαίνουν στις διατάξεις οποιασδήποτε από τις καλυπτόμενες συμφωνίες. Η προσφυγή στις διατάξεις παροχής αντισταθμιστικού ανταλλάγματος είναι δυνατή μόνο σε περίπτωση που η άμεση ανάκληση του μέτρου είναι πρακτικώς αδύνατη, και προσωρινή, μέχρις ότου ανακληθεί το μέτρο που αντιβαίνει σε καλυπτόμενη συμφωνία. Η τελευταία δυνατότητα που παρέχεται βάσει του παρόντος μνημονίου συμφωνίας στο μέρος που επικαλείται τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών είναι το δικαίωμα αναστολής της εφαρμογής παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων στο πλαίσιο των καλυπτομένων συμφωνιών σε διακριτική βάση εις βάρος του άλλου μέλους, υπό τον όρο χορήγησης σχετικής άδειας από το ΟΕΔ. 8. Σε περιπτώσεις παραβίασης των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο καλυπτόμενων συφμωνιών, το προβλεπόμενο μέτρο θεωρείται εκ πρώτης όψεως ότι αποτελεί περίπτωση μερικής ή ολικής αναίρεσης των οφελών. Αυτό σημαίνει ότι υφίσταται συνήθως η υπόθεση ότι η παραβίαση των κανόνων έχει αρνητικές επιπτώσεις στα άλλα μέλη, που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία, και ότι σε αυτές τις περιπτώσεις εναπόκειται στο μέλος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία να προβάλει στοιχεία προς αντίκρουση των σχετικών ισχυρισμών. 9. Οι διατάξεις του παρόντος μνημονίου συμφωνίας δεν θίγουν το δικαίωμα των μελών να ζητούν επίσημη ερμηνεία των διατάξεων καλυπτόμενης συμφωνίας μέσω διαδικασίας λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή καλυπτόμενης συμφωνίας που συνιστά πλειομερή εμπορική συμφωνία. 10. Εννοείται ότι οι αιτήσεις για συμβιβασμό ή για προσφυγή σε διαδικασίες επίλυσης διαφορών δεν πρέπει να θεωρούνται ως πράξεις που δημιουργούν αντιπαραθέσεις και ότι, όταν προκύψει διαφορά, όλα τα μέλη οφείλουν να συμμετέχουν στις σχετικές διαδικασίες καλοπίστως επιδιώκοντας την επίλυση της διαφοράς. Είναι, επίσης, σαφές ότι είναι σκόπιμο να μη συνδέονται τα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια ένδικα μέσα σε περίπτωση διαφορετικών θεμάτων. 11. Το παρόν μνημόνιο συμφωνίας εφαρμόζεται μόνον όσον αφορά νέες αιτήσεις για διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των διατάξεων των καλυπτομένων συμφωνιών για τις διαβουλεύσεις που υποβάλλονται κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή μετέπειτα. Όσον αφορά τις διαφορές για τις οποίες η αίτηση για την έναρξη διαβουλεύσεων υπεβλήθη βάσει της GATT του 1947, ή βάσει οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας που προηγείτο των καλυπτομένων συμφωνιών πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι σχετικοί κανόνες και διαδικασίες επίλυσης διαφορών που ίσχυαν αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ (2). 12. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 11, σε περίπτωση που αναπτυσσόμενη χώρα μέλος ασκεί καταγγελία βασιζόμενη σε οποιαδήποτε από τις καλυπτόμενες συμφωνίες κατά ανεπτυγμένης χώρας μέλους, ο καταγγέλλων έχει το δικαίωμα να επικαλείται αντί για τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 12 του μνημονίου συμφωνίας, τις αντίστοιχες διατάξεις της απόφασης της 5ης Απριλίου 1966 (BISD 14S/18), εκτός εάν η ειδική ομάδα (πάνελ) θεωρεί ότι η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 7 της σχετικής απόφασης δεν επαρκεί για τη σύνταξη της έκθεσης και ότι με τη σύμφωνη γνώμη του καταγγέλλοντος υπάρχει δυνατότητα παράτασης. Στο βαθμό που υφίσταται διαφορά μεταξύ των κανόνων και διαδικασιών που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 12 και των αντίστοιχων κανόνων και διαδικασιών της απόφασης, υπερέχουν οι κανόνες και οι διαδικασίες της απόφασης. Άρθρο 4 Διαβουλεύσεις 1. Τα μέλη επιβεβαιώνουν την απόφασή τους να ενισχύσουν και να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών διαβούλευσης που εφαρμόζονται από τα μέλη. 2. Κάθε μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξετάζει με πνεύμα κατανόησης τις ενέργειες άλλου μέλους σχετικά με τα μέτρα που επηρεάζουν τη λειτουργία οποιασδήποτε καλυπτόμενης συμφωνίας που συνάπτεται εντός του εδάφους του πρώτου μέλους και παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες για τη διεξαγωγή σχετικών διαβουλεύσεων (3). 3. Εάν η αίτηση για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων υποβάλλεται στο πλαίσιο καλυπτόμενης συμφωνίας, το μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, εκτός εάν συμφωνηθεί αμοιβαία διαφορετικά, απαντά στην αίτηση εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής και προσέρχεται σε διαβουλεύσεις, καλοπίστως, το αργότερο εντός τριάντα ημερών μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης, με στόχο την επίτευξη αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης. Εάν το εν λόγω μέρος δεν απαντήσει εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης ή δεν προσέλθει σε διαβουλεύσεις το αργότερο εντός τριάντα ημερών, ή εντός διαφορετικού αμοιβαία συμφωνηθέντος χρονικού διαστήματος μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης, το μέλος που ζήτησε τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων δύναται να προβεί άμεσα στη σύσταση ειδικής ομάδας. 4. Το μέλος που ζητεί τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων κοινοποιεί όλες τις σχετικές αιτήσεις στο ΟΕΔ και στα αρμόδια συμβούλια και επιτροπές. Οι αιτήσεις για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων υποβάλλονται εγγράφως και περιέχουν τους λόγους υποβολής της αίτησης, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων σχετικών με τα υπό εξέταση μέτρα και τη νομική βάση της καταγγελίας. 5. Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων που διεξάγονται σύμφωνα με τις διατάξεις καλυπτόμενης συμφωνίας και πριν να προσφύγουν σε περαιτέρω ενέργειες στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας, τα μέλη πρέπει να επιδιώκουν την ικανοποιητική διευθέτηση του ζητήματος. 6. Οι διαβουλεύσεις έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα και διεξάγονται χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα των μελών σε περίπτωση που συνεχίζεται, ενδεχομένως, η διαδικασία. 7. Εάν οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε επίλυση της διαφοράς εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης διαβουλεύσεων ο καταγγέλλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας. Ο καταγγέλλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας εντός του διαστήματος των εξήντα ημερών, εάν τα μέρη που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις εκτιμούν από κοινού ότι οι διαβουλεύσεις δεν κατέληξαν στην επίλυση της διαφοράς. 8. Σε επείγουσες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν ευπαθή προϊόντα, τα μέλη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης. Ο καταγγέλλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας σε περίπτωση που οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε επίλυση της διαφοράς εντός 20 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης. 9. Σε επείγουσες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αφορούν ευπαθή προϊόντα, οι διάδικοι, οι ειδικές ομάδες και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την επιτάχυνση των εργασιών, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. 10. Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, τα μέλη οφείλουν να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στα ειδικά προβλήματα και συμφέροντα των αναπτυσσομένων χωρών μελών. 11. Οποτεδήποτε ένα μέλος εκτός των μελών που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις θεωρεί ότι έχει ουσιαστικό εμπορικό ενδιαφέρον για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων σύμφωνα με το άρθρο ΧΧΙΙ παράγραφος 1 της GATT του 1994, το άρθρο ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1 της GATS ή με τις αντίστοιχες διατάξεις σε άλλες καλυπτόμενες συμφωνίες (4), το μέλος αυτό δύναται να γνωστοποιεί στα μέλη που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις και στο ΟΕΔ εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης της αίτησης για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων βάσει του εν λόγω άρθρου, την επιθυμία του να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις. Το μέλος αυτό συμμετέχει στις διαβουλεύσεις υπό την προϋπόθεση ότι το μέλος στο οποίο απευθύνθηκε η αίτηση διαβουλεύσεων συμφωνεί ότι το επιχείρημα σχετικά με την ύπαρξη ουσιαστικού ενδιαφέροντος είναι καλά θεμελιωμένο. Στην περίπτωση αυτή, ενημερώνουν σχετικά το ΟΕΔ. Σε περίπτωση που η αίτηση συμμετοχής στις διαβουλεύσεις δεν γίνεται αποδεκτή, το μέλος που υποβάλλει την αίτηση έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων βάσει του άρθρου ΧΧΙΙ παράγραφος 1 ή του άρθρου ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1 της GATT του 1994, του άρθρου ΧΧΙΙ παράγραφος 1 ή του άρθρου ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1 της GATS ή βάσει των αντίστοιχων διατάξεων σε άλλες καλυπτόμενες συμφωνίες. Άρθρο 5 Καλές υπηρεσίες, συμβιβασμός και διαμεσολάβηση 1. Οι καλές υπηρεσίες, ο συμβιβασμός και η διαμεσολάβηση αποτελούν διαδικασίες που αναλαμβάνονται εκουσίως, εάν συμφωνήσουν σχετικά οι διάδικοι. 2. Οι διαδικασίες παροχής καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης και, ειδικότερα, οι θέσεις που λαμβάνονται από τους διαδίκους έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα και δεν θίγουν τα δικαιώματα εκάστου των δύο μερών όσον αφορά περαιτέρω ενέργειες, στο πλαίσιο των σχετικών διαδικασιών. 3. Οι διαδικασίες καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης είναι δυνατόν να ζητηθούν οποτεδήποτε από τους διαδίκους. Οι διαδικασίες αυτές δύνανται να αρχίσουν και να τελειώσουν ανά πάσα στιγμή. Εφόσον ολοκληρωθούν οι διαδικασίες καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης, ο καταγγέλλων δύναται να υποβάλει αίτηση για τη σύσταση ειδικής ομάδας. 4. Εφόσον οι διαδικασίες καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης αναλαμβάνονται εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης διαβουλεύσεων, ο καταγγέλλων οφείλει να αναμείνει την πάροδο εξήντα ημερών μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης για να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας. Ο καταγγέλλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας κατά τη διάρκεια του διαστήματος εξήντα ημερών, εάν οι διάδικοι θεωρούν από κοινού ότι η διαδικασία καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού ή διαμεσολάβησης δεν κατέληξε στην επίλυση της διαφοράς. 5. Κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων είναι δυνατόν να συνεχίζονται οι διαδικασίες καλών υπηρεσιών, συμβιβασμού και διαμεσολάβησης καθόσον διεξάγονται οι εργασίες της ειδικής ομάδας. 6. Ο γενικός διευθυντής δύναται, ενεργώντας αυτεπαγγέλτως, να προσφέρει καλές υπηρεσίες καθώς και υπηρεσίες συμβιβασμού και διαμεσολάβησης, προκειμένου να βοηθήσει τα μέλη να επιλύσουν τη διαφορά. Άρθρο 6 Σύσταση ειδικών ομάδων (πάνελ) 1. Κατόπιν αιτήσεως του καταγγέλλοντος, συστήνεται ειδική ομάδα, το αργότερο κατά τη συνεδρίαση του ΟΕΔ που έπεται της συνεδρίασης κατά την οποία η σχετική αίτηση εγγράφεται για πρώτη φορά στην ημερήσια διάταξη του ΟΕΔ, εκτός εάν κατά τη συνεδρίαση αυτή το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση να μη συστήσει ειδική ομάδα (5). 2. Η αίτηση για τη σύσταση της ειδικής ομάδας υποβάλλεται εγγράφως. Στην εν λόγω αίτηση αναφέρεται κατά πόσον έχουν διεξαχθεί διαβουλεύσεις, προσδιορίζονται τα συγκεκριμένα υπό εξέταση μέτρα και παρέχεται συνοπτική περίληψη της νομικής βάσης της καταγγελίας, στην οποία δίνεται σαφής περιγραφή του προβλήματος. Σε περίπτωση που ο αιτών ζητεί τη σύσταση ειδικής ομάδας με αρμοδιότητες διαφορετικές από τις συνήθεις, στη γραπτή αίτηση περιλαμβάνονται οι προτεινόμενες ειδικές αρμοδιότητες. Άρθρο Αρμοδιότητες των ειδικών ομάδων 1. Εκτός εάν οι διάδικοι αποφασίσουν διαφορετικά, εντός είκοσι ημερών από τη σύσταση των ειδικών ομάδων, οι τελευταίες αυτές έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες: «Να εξετάζουν υπό το φως των σχετικών διατάξεων της . . . (καλυπτόμενη συμφωνία ή συμφωνίες που αναφέρονται από τους διαδίκους), το θέμα που παραπέμφθηκε στο ΟΕΔ από . . . (όνομα του μέρους) με το έγγραφο . . . και να διατυπώνουν συμπεράσματα κατάλληλα να βοηθήσουν το ΟΕΔ να προβαίνει σε συστάσεις και να λαμβάνει αποφάσεις, όπως προβλέπεται στην ή στις εν λόγω συμφωνίες.» 2. Οι ειδικές ομάδες εξετάζουν τις σχετικές διατάξεις σε οποιαδήποτε καλυπτόμενη συμφωνία ή συμφωνίες που αναφέρονται από τους διαδίκους. 3. Κατά τη σύσταση ειδικής ομάδας το ΟΕΔ δύναται να εξουσιοδοτεί τον πρόεδρό του να ορίζει τις αρμοδιότητες της ειδικής ομάδας σε συνεννόηση με τους διαδίκους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1. Οι κατ' αυτόν τον τρόπο καθοριζόμενες αρμοδιότητες κοινοποιούνται σε όλα τα μέλη. Σε περίπτωση που συμφωνηθούν αρμοδιότητες διαφορετικές από τις συνήθεις, τα μέλη έχουν το δικαίωμα να φέρουν οποιοδήποτε σχετικό θέμα ενώπιον του ΟΕΔ. Άρθρο 8 Σύνθεση των ειδικών ομάδων 1. Οι ειδικές ομάδες αποτελούνται από δημόσιους και/ή μη δημόσιους υπαλλήλους με υψηλά προσόντα, συμπεριλαμβανομένων προσώπων που έχουν διατελέσει μέλη ειδικής ομάδας ή έχουν φέρει υπόθεση ενώπιόν της, που έχουν διατελέσει εκπρόσωποι ενός μέλους ή ενός συμβαλλόμενου μέρους της GATT του 1947 ή εκπρόσωποι στο συμβούλιο ή στην επιτροπή οποιασδήποτε καλυπτόμενης συμφωνίας ή της προηγούμενης από αυτή συμφωνίας ή που έχουν αποτελέσει μέλη της γραμματείας, που έχουν διδάξει ή υποβάλει δημοσιεύσεις σε θέματα διεθνούς εμπορικού δικαίου και πολιτικής ή που έχουν υπηρετήσει ως ανώτεροι υπάλληλοι ενός μέλους στον τομέα εμπορικής πολιτικής. 2. Τα μέλη των ειδικών ομάδων επιβάλλεται να επιλέγονται με στόχο την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας των μελών, της συμμετοχής ατόμων με διαφορετικές ειδικότητες και ευρύ φάσμα εμπειριών. 3. Υπήκοοι χωρών μελών των οποίων η κυβέρνηση (6) είναι διάδικος ή τρίτο μέρος, όπως ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2, δεν δύνανται να είναι μέλη ειδικής ομάδας, η οποία ασχολείται με τη διαφορά αυτή, εκτός εάν οι διάδικοι αποφασίσουν διαφορετικά. 4. Προκειμένου να διευκολυνθεί η επιλογή των μελών των ειδικών ομάδων, η γραμματεία καταρτίζει ενδεικτικό κατάλογο δημοσίων και μη δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι διαθέτουν τα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, από τον οποίο επιλέγονται, κατά περίπτωση, τα μέλη των ειδικών ομάδων. Στον κατάλογο περιλαμβάνεται ο πίνακας των δημοσίων υπαλλήλων, μελών ειδικών ομάδων που καταρτίσθηκε στις 30 Νοεμβρίου 1984 (BISD 31S/9), και άλλοι πίνακες και ενδεικτικοί κατάλογοι που καταρτίσθηκαν στο πλαίσιο των καλυπτόμενων συμφωνιών, και αναφέρονται τα ονόματα των προσώπων που παρατίθενται στους σχετικούς πίνακες και ενδεικτικούς καταλόγους κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Τα μέλη δύνανται κατά τακτά διαστήματα να υποδεικνύουν ονόματα δημοσίων και μη δημοσίων υπαλλήλων που θα ήταν δυνατόν να συμπεριληφθούν στον ενδεικτικό κατάλογο, παρέχοντας πληροφορίες σχετικές με τις γνώσεις τους σε θέματα διεθνούς εμπορίου και σε τομείς ή θέματα που αποτελούν αντικείμενο των καλυπτόμενων συμφωνιών. Τα ονόματα αυτά προστίθενται στο σχετικό κατάλογο ύστερα από έγκριση του ΟΕΔ. Για κάθε άτομο που περιέχεται στον κατάλογο, προσδιορίζονται τα συγκεκριμένα πεδία εμπειρίας ή ειδικευμένων γνώσεων στους τομείς ή τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο των καλυπτομένων συμφωνιών. 5. Οι ειδικές ομάδες αποτελούνται από τρία μέλη, εκτός εάν οι διάδικοι αποφασίσουν, εντός δέκα ημερών από τη σύσταση αυτών, ότι θα αποτελούνται από πέντε μέλη. Τα μέλη ενημερώνονται αμελλητί σχετικά με τη σύνθεση της ειδικής ομάδας. 6. Η γραμματεία προτείνει στους διαδίκους υποψηφίους για την ειδική ομάδα. Οι διάδικοι δύνανται να διατυπώσουν αντιρρήσεις για τους εν λόγω υποψηφίους μόνο για επιτακτικούς λόγους. 7. Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με τη σύνθεση της ειδικής ομάδας εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία σύστασης αυτής, κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των δύο μερών, ο γενικός διευθυντής, σε συνεννόηση με τον πρόεδρο του ΟΕΔ και τον πρόεδρο του αρμόδιου συμβουλίου ή επιτροπής, καθορίζει τη σύνθεση της ειδικής ομάδας, διορίζοντας ως μέλη αυτής τα άτομα που θεωρεί πλέον κατάλληλα, βάσει των σχετικών ειδικών ή πρόσθετων κανόνων ή διαδικασιών της καλυπτόμενης συμφωνίας ή των καλυπτόμενων συμφωνιών που αποτελούν αντικείμενο της διαφοράς, κατόπιν διαβουλεύσεων με τους διαδίκους. Ο πρόεδρος του ΟΕΔ ενημερώνει τα μέλη σχετικά με τη σύνθεση της ειδικής ομάδας το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής αίτησης από τον πρόεδρο. 8. Τα μέλη επιτρέπουν, κατά γενικό κανόνα, στους δημοσίους υπαλλήλους τους να αποτελούν μέλη των ειδικών ομάδων. 9. Τα μέλη των ειδικών ομάδων συμμετέχουν σε ατομική βάση και όχι υπό την ιδιότητα των εκπροσώπων κυβέρνησης ή οργανισμού. Συνεπώς, τα μέλη δεν τους δίνουν οδηγίες ούτε επιδιώκουν να τα επηρεάσουν ως άτομα, όσον αφορά τα θέματα τα οποία έχουν τεθεί ενώπιον της ειδικής ομάδας. 10. Σε περίπτωση που η διαφορά υφίσταται μεταξύ αναπτυσσόμενης χώρας μέλους και ανεπτυγμένης χώρας μέλους, και εάν ζητηθεί από την αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, τουλάχιστον ένα μέλος της ειδικής ομάδας προέρχεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος. 11. Οι δαπάνες των μελών των ειδικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ταξιδίου και των ημερησίων αποζημιώσεων, καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του ΠΟΕ σύμφωνα με τα κριτήρια που εγκρίνονται από το Γενικό Συμβούλιο και τα οποία βασίζονται σε συστάσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμού, Οικονομικών και Διοίκησης. Άρθρο 9 Διαδικασίες που ισχύουν σε περίπτωση πολλών καταγγελλόντων 1. Σε περίπτωση που περισσότερα από ένα μέλη ζητούν τη σύσταση ειδικής ομάδας σχετικά με το ίδιο θέμα, υπάρχει δυνατότητα σύστασης ενιαίας ειδικής ομάδας που εξετάζει τις συγκεκριμένες καταγγελίες λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα όλων των ενδιαφερομένων μελών. Οποτεδήποτε υπάρχει δυνατότητα, είναι σκόπιμο να συστήνεται ενιαία ειδική ομάδα για την εξέταση των σχετικών καταγγελιών. 2. Η ενιαία ειδική ομάδα οργανώνει την εξέτασή της και υποβάλλει τα πορίσματά της στο ΟΕΔ κατά τρόπον ώστε να μη θίγονται τα δικαιώματα που θα είχαν οι διάδικοι εάν ξεχωριστές ειδικές ομάδες εξέταζαν τις καταγγελίες τους. Εάν ζητηθεί από έναν από τους διαδίκους, η ειδική ομάδα υποβάλλει ξεχωριστές εκθέσεις αναφορικά με τις σχετικές διαφορές. Τα στοιχεία που υποβάλλονται εγγράφως από έκαστο των καταγγελλόντων τίθενται στη διάθεση των λοιπών καταγγελλόντων και κάθε καταγγέλλων έχει το δικαίωμα να παρίσταται όταν οποιοσδήποτε από τους λοιπούς καταγγέλλοντες εκθέτει τις απόψεις του στην ειδική ομάδα. 3. Σε περίπτωση σύστασης περισσοτέρων της μιας ειδικών ομάδων για την εξέταση των καταγγελιών που αφορούν το ίδιο θέμα, τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, σε κάθε μια από τις ξεχωριστές ειδικές ομάδες, ενώ το χρονοδιάγραμμα των εργασιών των ειδικών ομάδων, όσον αφορά τις εν λόγω διαφορές, αποτελεί αντικείμενο εναρμόνισης. Άρθρο 10 Τρίτα μέρη 1. Κατά τη διάρκεια των εργασιών της ειδικής ομάδας, λαμβάνονται υπόψη τόσο τα συμφέροντα των διαδίκων όσο και τα συμφέροντα άλλων μελών καλυπτόμενης συμφωνίας που αποτελούν αντικείμενο της διαφοράς. 2. Κάθε μέλος που έχει ουσιώδες ενδιαφέρον για ένα θέμα που τίθεται ενώπιον ειδικής ομάδας και που έχει γνωστοποιήσει το ενδιαφέρον του στο ΟΕΔ (που στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας καλείται «τρίτο μέρος») έχει τη δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του και να υποβάλει εγγράφως στοιχεία στην ειδική ομάδα. Τα στοιχεία αυτά τίθενται, επίσης, στη διάθεση των διαδίκων και συμπεριλαμβάνονται στην έκθεση της ειδικής ομάδας. 3. Τα τρίτα μέρη λαμβάνουν τα στοιχεία που υποβάλλουν οι διάδικοι κατά την πρώτη συνεδρίαση της ειδικής ομάδας. 4. Εάν ένα τρίτο μέρος κρίνει ότι ένα μέτρο, που έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο των εργασιών ειδικής ομάδας, αναιρεί εν όλω ή εν μέρει οφέλη που απορρέουν για αυτό από τις καλυπτόμενες συμφωνίες, το μέλος αυτό δύναται να προσφύγει στις κανονικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών, στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Όταν είναι δυνατόν, η διαφορά αυτή παραπέμπεται στην αρχική ειδική ομάδα. Άρθρο 11 Έργο των ειδικών ομάδων Βασικό καθήκον της ειδικής ομάδας είναι η παροχή επικουρικών υπηρεσιών προς το ΟΕΔ κατά την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων του στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας και των καλυπτόμενων συμφωνιών. Κατά συνέπεια, η ειδική ομάδα οφείλει αφενός να πραγματοποιεί αντικειμενική αξιολόγηση του θέματος που φέρεται ενώπιόν της, συμπεριλαμβανομένης της αντικειμενικής εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, της δυνατότητας εφαρμογής των σχετικών καλυπτόμενων συμφωνιών και της συμμόρφωσης προς αυτές, και, αφετέρου, να διατυπώνει συμπεράσματα κατάλληλα να βοηθήσουν το ΟΕΔ κατά τη διατύπωση συστάσεων ή τη λήψη αποφάσεων, όπως προβλέπεται στις καλυπτόμενες συμφωνίες. Οι ειδικές ομάδες οφείλουν να προβαίνουν τακτικά σε διαβουλεύσεις με τους διαδίκους και να τους παρέχουν δυνατότητες για την επίτευξη αμοιβαίως ικανοποιητικής λύσης. Άρθρο 12 Διαδικασίες των ειδικών ομάδων 1. Οι ειδικές ομάδες ακολουθούν τις διαδικασίες λειτουργίας που καθορίζονται στο προσάρτημα 3 εκτός εάν η ειδική ομάδα αποφασίσει διαφορετικά κατόπιν διαβουλεύσεων με τους διαδίκους. 2. Οι διαδικασίες των ειδικών ομάδων παρέχουν επαρκή βαθμό ευελιξίας προκειμένου να εξασφαλίζουν υψηλή ποιότητα των εκθέσεων των ειδικών ομάδων χορίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση των εργασιών αυτών. 3. Κατόπιν διαβουλεύσεων με τους διαδίκους, τα μέλη των ειδικών ομάδων καθορίζουν, το συντομότερο δυνατό και εάν είναι εφικτό εντός μιας εβδομάδας από την απόφαση για τη σύνθεση και τις αρμοδιότητες της ειδικής ομάδας, το χρονοδιάγραμμα των εργασιών των εν λόγω ομάδων, λαμβάνοντας υπόψη, εάν είναι σκόπιμο, τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 9. 4. Κατά τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος των εργασιών της, η ειδική ομάδα παρέχει επαρκή χρόνο στους διαδίκους για την προετοιμασία των προς υποβολή στοιχείων. 5. Οι ειδικές ομάδες οφείλουν να θέτουν ακριβείς προθεσμίες για την γραπτή υποβολή στοιχείων από τα μέρη, τα οποία οφείλουν να τις τηρούν. 6. Κάθε διάδικος υποβάλλει εγγράφως στοιχεία στη γραμματεία τα οποία αυτή διαβιβάζει αμέσως στην ειδική ομάδα και στους λοιπούς διαδίκους. Ο καταγγέλλων υποβάλλει για πρώτη φορά στοιχεία προτού ο καθού να υποβάλει τα δικά του, εκτός εάν η ειδική ομάδα αποφασίσει, κατά τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος που αναφέρεται στην παράγραφο 3 και κατόπιν διαβουλεύσεων με τους διαδίκους, ότι οι διάδικοι πρέπει να υποβάλουν για πρώτη φορά στοιχεία συγχρόνως. Σε περίπτωση, που προβλέπεται η διαδοχική υποβολή στοιχείων, η ειδική ομάδα θέτει αυστηρή προθεσμία για την υποβολή των στοιχείων από τον καθού. Τα επόμενα στοιχεία υποβάλλονται εγγράφως ταυτόχρονα. 7. Εάν οι διάδικοι δεν καταλήξουν σε αμοιβαία ικανοποιητική λύση, η ειδική ομάδα υποβάλλει τα πορίσματά της υπό μορφή έκθεσης στο ΟΕΔ. Στις περιπτώσεις αυτές, στην έκθεση της ειδικής ομάδας αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά, η δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων και η βασική αιτιολόγηση των διαπιστώσεων και συστάσεων στις οποίες αυτή προβαίνει. Σε περίπτωση που έχει επιτευχθεί επίλυση της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων, η έκθεση της ειδικής ομάδας περιορίζεται σε συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης και στη διαπίστωση ότι έχει βρεθεί λύση. 8. Προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο η ειδική ομάδα πραγματοποιεί την εξέταση, από την ημερομηνία της απόφασης για τη σύνθεση και τις αρμοδιότητες της ειδικής ομάδας έως την ημερομηνία υποβολής της οριστικής έκθεσης στους διαδίκους, δεν υπερβαίνει, κατά γενικό κανόνα, τους έξι μήνες. Σε επείγουσες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν τα ευπαθή προϊόντα, η ειδική ομάδα καταβάλλει προσπάθειες για την υποβολή της έκθεσης στους διαδίκους εντός προθεσμίας τριών μηνών. 9. Όταν η ειδική ομάδα εκτιμά ότι δεν είναι δυνατόν να υποβάλει την έκθεσή της εντός έξι μηνών ή εντός τριών μηνών σε επείγουσες περιπτώσεις, ενημερώνει εγγράφως το ΟΕΔ σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης παρέχοντας, συγχρόνως, εκτίμηση του χρονικού διαστήματος εντός του οποίου θα υποβάλει την αίτηση. Σε καμία περίπτωση, το χρονικό διάστημα από τη σύσταση της ειδικής ομάδας έως τη διανομή της έκθεσης στα μέλη δεν υπερβαίνει τους εννέα μήνες. 10. Στο πλαίσιο διαβουλεύσεων σχετικών με μέτρο που λαμβάνεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν να παρατείνουν τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 7 και 8. Εάν, μετά την εκπνοή του σχετικού χρονικού διαστήματος, τα μέρη που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις δεν είναι δυνατόν να συμφωνήσουν ότι έχουν περατωθεί οι διαβουλεύσεις, ο πρόεδρος του ΟΕΔ αποφασίζει, κατόπιν διαβουλεύσεων με τα μέρη, εάν θα παραταθεί το χρονικό διάστημα και για πόσο. Επίσης, κατά την εξέταση καταγγελίας που στρέφεται κατά αναπτυσσόμενης χώρας μέλους η ειδική ομάδα παρέχει επαρκή χρόνο στην αναπτυσσόμενη χώρα μέλος προκειμένου αυτή να ετοιμάσει την επιχειρηματολογία της. Οι διατάξεις του άρθρου 20 παράγραφος 1 και του άρθρου 21 παράγραφος 4 δεν θίγονται από τη λήψη μέτρων σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο. 11. Σε περίπτωση που ένα ή περισσότερα από τα μέρη είναι αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, στην έκθεση της ειδικής ομάδας ορίζεται ρητώς ο τρόπος κατά τον οποίο ελήφθησαν υπόψη οι σχετικές διατάξεις που αφορούν τη διακριτική και περισσότερο ευνοϊκή μεταχείριση που παρέχεται στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, οι οποίες αποτελούν μέρος των καλυπτόμενων συμφωνιών που εθίγησαν από την αναπτυσσόμενη χώρα μέλος κατά τη διάρκεια των διαδικασιών επίλυσης διαφορών. 12. Η ειδική ομάδα μπορεί αποτεδήποτε να αναστείλει τις εργασίες της μετά από αίτηση του καταγγέλλοντος και για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες. Σε περίπτωση τέτοιας αναστολής, τα χρονικά πλαίσια που τίθενται στο παρόν άρθρο, στις παραγράφους 8 και 9, στο άρθρο 20 παράγραφος 1 και στο άρθρο 21 παράγραφος 4, επεκτείνονται κατά το χρόνο αναστολής των εργασιών. Αν οι εργασίες της ειδικής ομάδας ανασταλούν για περισσότερους από 12 μήνες, εκλείπει η εξουσία για τη σύσταση ειδικής ομάδας. Άρθρο 13 Δικαίωμα υποβολής αιτήματος για πληροφορίες 1. Κάθε ειδική ομάδα έχει το δικαίωμα να ζητεί πληροφορίες και τεχνικές συμβουλές από οποιοδήποτε άτομο ή οργανισμό θεωρεί κατάλληλο. Ωστόσο, πριν ζητήσει τέτοιες πληροφορίες ή συμβουλές από άτομο ή οργανισμό που υπάγεται στη δικαιοδοσία μέλους, η ειδική ομάδα ενημερώνει σχετικά τις αρχές του μέλους αυτού. Κάθε μέλος απαντά το συντομότερο δυνατό και κατά σαφή τρόπο σε κάθε αίτημα για πληροφορίες που υποβάλλεται από ειδική ομάδα, η οποία κρίνει ως απαραίτητες και κατάλληλες τις πληροφορίες αυτές. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που κοινοποιούνται σε ειδική ομάδα δεν ανακοινώνονται χωρίς τη ρητή έγκριση του προσώπου, οργανισμού ή της αρχής που τις παρέσχε. 2. Οι ειδικές ομάδες δύνανται να ζητούν πληροφορίες από οποιαδήποτε σχετική πηγή και να συμβουλεύονται εμπειρογνώμονες προκειμένου να έχουν τις απόψεις τους επί ορισμένων πλευρών του θέματος. Όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά σχετικά με επιστημονικά ή άλλα τεχνικής φύσεως θέματα που θίγονται από διάδικο, η ειδική ομάδα δύναται να ζητεί γραπτή συμβουλευτική έκθεση από συμβουλευτική ειδική ομάδα. Οι κανόνες για τη σύσταση της ομάδας αυτής και των διαδικασιών της παρατίθενται στο προσάρτημα 4. Άρθρο 14 Εμπιστευτικός χαρακτήρας 1. Οι εργασίες των ειδικών ομάδων έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. 2. Οι εκθέσεις των ειδικών ομάδων συντάσσονται χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι, βάσει των παρεχομένων στοιχείων και των δηλώσεων. 3. Οι απόψεις που εκφράζονται στην έκθεση της ειδικής ομάδας από επιμέρους εμπειρογνώμονες που συμμετέχουν σ' αυτή είναι ανώνυμες. Άρθρο 15 Στάδιο ενδιάμεσης επανεξέτασης 1. Σε συνέχεια της εξέτασης των υποβαλλομένων αντικρούσεων και προφορικών επιχειρημάτων, η ειδική ομάδα υποβάλλει στους διαδίκους το περιγραφικό μέρος του σχεδίου έκθεσής της (πραγματικά περιστατικά και επιχειρήματα). Εντός χρονικού διαστήματος που καθορίζεται από την ειδική ομάδα, οι διάδικοι υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους εγγράφως. 2. Μετά την εκπνοή της καθορισμένης ημερομηνίας για την υποβολή των παρατηρήσεων εκ μέρους των διαδίκων, η ειδική ομάδα υποβάλλει σε αυτούς ενδιάμεση έκθεση στην οποία περιλαμβάνονται, αφενός, το περιγραφικό μέρος και, αφετέρου, οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα της εν λόγω ομάδας. Εντός προθεσμίας που καθορίζεται από την ειδική ομάδα, οποιοδήποτε μέρος δύναται να της υποβάλλει εγγράφως αίτημα για επανεξέταση συγκεκριμένων θεμάτων της ενδιάμεσης έκθεσης πριν από τη διαβίβαση της τελικής έκθεσης στα μέλη. Κατόπιν αιτήσεως μέλους, η ειδική ομάδα συνεδριάζει εκ νέου με τα μέρη σχετικά με τα θέματα που προδιορίζονται στις γραπτές παρατηρήσεις. Εάν, εντός της προθεσμίας υποβολής παρατηρήσεων, δεν υποβάλλεται καμία παρατήρηση από τα μέλη, η ενδιάμεση έκθεση θεωρείται ως η τελική έκθεση της ειδικής ομάδας και διανέμεται το συντομότερο δυνατό στα μέλη. 3. Στα πορίσματα της τελικής έκθεσης της ειδικής ομάδας περιλαμβάνεται συζήτηση των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκε κατά το στάδιο της ενδιάμεσης επανεξέτασης. Το στάδιο ενδιάμεσης επανεξέτασης ολοκληρωνεται εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 12 παράγραφος 8. Άρθρο 16 Έγκριση των εκθέσεων των ειδικών ομάδων 1. Προκειμένου να παρασχεθεί επαρκής χρόνος στα μέλη να εξετάσουν τις εκθέσεις της ειδικής ομάδας, το ΟΕΔ προβαίνει σε εξέταση των σχετικών εκθέσεων ενόψει της έγκρισής τους είκοσι ημέρες μετά την υποβολή τους στα μέλη. 2. Τα μέλη, τα οποία δεν συμφωνούν με κάποια έκθεση της ειδικής ομάδας, κοινοποιούν εγγράφως τους λόγους των αντιρρήσεών τους, τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από τη συνεδρίαση του ΟΕΔ κατά την οποία εξετάζεται η σχετική έκθεση της ειδικής ομάδας. 3. Οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν ως πλήρη μέλη κατά την εξέταση της έκθεσης της ειδικής ομάδας από το ΟΕΔ και οι απόψεις τους καταγράφονται στο σύνολό τους. 4. Εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης της έκθεσης της ειδικής ομάδας στα μέλη, η έκθεση αυτή εγκρίνεται κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του ΟΕΔ (7), εκτός εάν διάδικο μέρος γνωστοποιήσει επισήμως στο ΟΕΔ την απόφασή του να προσβάλει την έκθεση ή εάν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση την απόρριψή της. Εάν κάποιος διάδικος έχει γνωστοποιήσει την απόφασή του να ασκήσει έφεση, η έκθεση της ειδικής ομάδας υποβάλλεται στο ΟΕΔ για έγκριση μόνο μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας έφεσης. Η συγκεκριμένη διαδικασία έγκρισης δεν θίγει το δικαίωμα των μελών να εκφράζουν τις απόψεις τους επί της έκθεσης ειδικής ομάδας. Άρθρο 17 Κατ' έφεση εξέταση της υπόθεσης Μόνιμο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο 1. Το ΟΕΔ συστήνει μόνιμο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο. Στο εν λόγω όργανο υποβάλλονται εφέσεις που αφορούν υποθέσεις ειδικών ομάδων. Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο αποτελείται από επτά πρόσωπα εκ των οποίων τρία παρίστανται σε όλες τις υποθέσεις. Τα προσωπα που είναι μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου συμμετέχουν εκ περιτροπής, Το εκ περιτροπής αυτό σύστημα καθορίζεται στις διαδικασίες λειτουργίας του εν λόγω οργάνου. 2. Το ΟΕΔ διορίζει τα μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου. Η θητεία του κάθε μέλους είναι τετραετής και υπάρχει δυνατότητα ανανέωσης για μία φορά. Ωστόσο, η θητεία τριών από τα επτά πρόσωπα που διορίζονται αμέσως μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ λήγει μετά την πάροδο διετίας. Η επιλογή των τριών αυτών προσώπων γίνεται με κλήρωση. Οι θέσεις πληρούνται όταν κενώνονται. Το πρόσωπο που ορίζεται να αντικαταστήσει μέλος του οποίου η θητεία δεν έχει λήξει παραμένει στη θέση του μέχρις ότου λήξει η θητεία του προκατόχου του. 3. Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο αποτελείται από πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους, με αποδεδειγμένη εμπειρία στους τομείς δικαίου διεθνούς εμπορίου και, γενικώς, σε θέματα που αποτελούν αντικείμενο των καλυπτομένων συμφωνιών. Τα μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Η σύνθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου είναι, σε γενικές γραμμές, αντιπροσωπευτική της σύνθεσης του ΠΟΕ. Όλα τα πρόσωπα που αποτελούν μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση και είναι διαρκώς ενημερωμένα για τις δραστηριότητες που αποτελούν αντικείμενο επίλυσης διαφορών, καθώς και για άλλες σχετικές δραστηριότητες του ΠΟΕ. Τα πρόσωπα αυτά δεν συμμετέχουν στην εξέταση διαφορών που θα ήταν δυνατόν να προκαλέσουν, άμεσα ή έμμεσα, σύγκρουση συμφερόντων. 4. Μόνον οι διάδικοι και όχι τρίτα μέρη έχουν δικαίωμα να προσβάλουν έκθεση ειδικής ομάδας. Τα τρίτα μέρη που έχουν γνωστοποιήσει στο ΟΕΔ το ουσιώδες ενδιαφέρον τους ως προς το θέμα, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2, δύνανται να υποβάλουν εγγράφως στοιχεία και να εκθέσουν τις απόψεις τους στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο. 5. Κατά γενικό κανόνα, η διάρκεια της διαδικασίας, από την ημερομηνία κατά την οποία διάδικος ανακοινώνει επισήμως την απόφασή του να ασκήσει έφεση έως την ημερομηνία που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο κοινοποιεί την έκθεσή του, δεν υπερβαίνει τις εξήντα ημέρες. Κατά τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος των εργασιών του, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο, εάν κρίνει σκόπιμο, λαμβάνει υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 9. Σε περίπτωση που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο κρίνει ότι δεν δύναται να υποβάλει την έκθεσή του εντός εξήντα ημερών, ενημερώνει εγγράφως το ΟΕΔ σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης και παρέχει, συγχρόνως, εκτίμηση του χρονικού διαστήματος εντός του οποίου θα υποβάλει την έκθεσή του. Σε καμία περίπτωση η σχετική διαδικασία δεν υπερβαίνει τις ενενήντα ημέρες. 6. Η έφεση περιορίζεται σε νομικά ζητήματα που θίγονται στην έκθεση της ειδικής ομάδας, καθώς και στην ερμηνεία των νομικών εννοιών την οποία πραγματοποιεί η ειδική ομάδα. 7. Στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο παρέχεται η κατάλληλη διοικητική και νομική στήριξη. 8. Τα έξοδα των προσώπων που είναι μέλη του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ταξιδίων και των ημερησίων αποζημιώσεων, καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του ΠΟΕ, σύμφωνα με τα κριτήρια που πρόκειται να υιοθετηθούν από το Γενικό Συμβούλιο, βάσει των συστάσεων της Επιτροπής Προϋπολογισμού, Οικονομικών και Διαχείρισης. Διαδικασίες κατ' έφεση εξέτασης 9. Οι διαδικασίες εργασίας καθορίζονται από το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο, σε συνεννόηση με τον πρόεδρο του ΟΕΔ και το Γενικό Διευθυντή και ανακοινώνονται στα μέλη προς ενημέρωσή τους. 10. Οι εργασίες του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. Οι εκθέσεις του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου συντάσσονται χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και βάσει των παρεχομένων στοιχείων και δηλώσεών τους. 11. Οι απόψεις που εκτίθενται στην έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου από άτομα που αποτελούν μέλη αυτού είναι ανώνυμες. 12. Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εξετάζει κάθε θέμα που θίγεται κατά τη διάρκεια της κατ' έφεση διαδικασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 6. 13. Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δύναται να υποστηρίζει, να τροποποιεί ή να αναιρεί τις νομικές διαπιστώσεις και πορίσματα της ειδικής ομάδας. Έγκριση των εκθέσεων του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου 14. Η έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εγκρίνεται από το ΟΕΔ και γίνεται αποδεκτή άνευ όρων από τους διαδίκους, εκτός εάν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση να μην εγκρίνει την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εντός τριάντα ημερών από την υποβολή της στα μέλη (8). Η διαδικασία αυτή έγκρισης δεν θίγει το δικαίωμα των μελών να εκφέρουν τις απόψεις τους επί της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου. Άρθρο 18 Ανακοινώσεις στην ειδική ομάδα και στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο 1. Δεν πραγματοποιούνται ανακοινώσεις ex parte στην ειδική ομάδα ή στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο όσον αφορά θέματα που εξετάζονται από την ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο. 2. Τα στοιχεία που υποβάλλονται εγγράφως στην ειδική ομάδα ή στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο αντιμετωπίζονται ως εμπιστευτικά, αλλά τίθενται στη διάθεση των διαδίκων. Καμία διάταξη στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας δεν απαγορεύει σε διάδικο να κοινοποιήσει τις απόψεις του. Τα μέλη αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χαρακτήρα τα στοιχεία που υποβάλλονται από άλλο μέλος στην ειδική ομάδα ή στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο και που το εν λόγω μέλος έχει χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικού χαρακτήρα. Επίσης οι διάδικοι υποβάλλουν μη εμπιστευτικού χαρκτήρα περιλήψεις των πληροφοριών που περιέχονται στις γραπτές ανακοινώσεις τους, οι οποίες δύνανται να κοινοποιηθούν. Άρθρο 19 Συστάσεις που διατυπώνονται από την ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο 1. Σε περίπτωση που μια ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο συμπεραίνει ότι ένα μέτρο είναι ασυμβίβαστο με καλυπτόμενη συμφωνία συστήνει στο ενδιαφερόμενο μέλος (9) να αναπροσαρμόσει το μέτρο ώστε να συμβαδίζει προς τη σχετική συμφωνία (10). Πέραν των συστάσεών τους, η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δύνανται να προτείνουν τρόπους κατά τους οποίους το ενδιαφερόμενο μέλος θα ήταν δυνατόν να υλοποιήσει τις συστάσεις. 2. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, στο πλαίσιο των διαπιστώσεων και συστάσεών τους, η ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δεν δύνανται να αυξήσουν ή να μειώσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις καλυπτόμενες συμφωνίες. Άρθρο 20 Χρονοδιάγραμμα των αποφάσεων του ΟΕΔ Εκτός εάν οι διάδικοι αποφασίσουν διαφορετικά, το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας από το ΟΕΔ έως την ημερομηνία εξέτασης από αυτό της έκθεσης της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου προς έγκριση δεν υπερβαίνει, κατά γενικό κανόνα, εννέα μήνες εάν δεν ασκηθεί έφεση κατά της έκθεσης της ειδικής ομάδας, ή δώδεκα μήνες αν ασκηθεί έφεση κατά της εν λόγω έκθεσης. Σε περίπτωση που είτε η ειδική ομάδα είτε το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο έχουν ζητήσει, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 9 ή το άρθρο 17 παράγραφος 5, παράταση της προθεσμίας υποβολής της έκθεσής του, ο επιπλέον χρόνος που παρέχεται προστίθεται στα ανωτέρω χρονικά διαστήματα. Άρθρο 21 Παρακολούθηση της εφαρμογής των συστάσεων και αποφάσεων 1. Η ταχεία συμμόρφωση με τις συστάσεις ή αποφάσεις του ΟΕΔ είναι ουσιαστικής σημασία προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική επίλυση των διαφορών προς όφελος όλων των μελών. 2. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί σε θέματα που θίγουν τα συμφέροντα των αναπτυσσομένων χωρών μελών, όσον αφορά τα μέτρα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο της διαδικασίας επίλυσης διαφορών. 3. Στο πλαίσιο συνεδρίασης του ΟΕΔ που πραγματοποιείται εντός 30 ημερών (8) μετά την ημερομηνία έγκρισης της έκθεσης της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, το ενδιαφερόμενο μέλος ενημερώνει το ΟΕΔ σχετικά με τις προθέσεις του, όσον αφορά την υλοποίηση των συστάσεων και αποφάσεων του ΟΕΔ. Εάν η άμεση συμμόρφωση με τις συστάσεις και αποφάσεις είναι πρακτικώς αδύνατη, παρέχεται για το σκοπό αυτό εύλογο χρονικό διάστημα στο ενδιαφερόμενο μέλος. Το εύλογο χρονικό διάστημα συνίσταται: α) στο χρονικό διάστημα που προτείνεται από το ενδιαφερόμενο μέλος, υπό τον όρο ότι το σχετικό διάστημα εγκρίνεται από το ΟΕΔ 7 ή ελλείψει της έγκρισης αυτής, β) σε χρονικό διάστημα που συμφωνείται αμοιβαία από τους διαδίκους εντός σαρανταπέντε ημερών από την ημερομηνία έγκρισης των συστάσεων και αποφάσεων 7 ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, γ) σε χρονικό διάστημα που καθορίζεται μέσω υποχρεωτικής διαιτησίας εντός ενενήντα ημερών μετά την ημερομηνία έγκρισης των συστάσεων και αποφάσεων (11). Κατά την εν λόγω διαιτησία, μια αρχή που θα πρέπει να κατευθύνει τις εργασίες του διαιτητή (12) είναι ότι το εύλογο χρονικό διάστημα για την υλοποίηση των συστάσεων της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου δεν είναι σκόπιμο να υπερβαίνει τους δεκαπέντε μήνες από την ημερομηνία έγκρισης της έκθεσης ειδικής ομάδας ή δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου. Ωστόσο, το σχετικό χρονικό διάστημα ενδέχεται να είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο, ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις. 4. Εκτός εάν η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο παρατείνει την προθεσμία υποβολής της έκθεσης, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 9 ή το άρθρο 17 παράγραφος 5, το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας από το ΟΕΔ έως την ημερομηνία καθορισμού του εν λόγω χρονικού διαστήματος δεν υπερβαίνει τους δεκαπέντε μήνες, εκτός εάν αποφασίσουν διαφορετικά οι διάδικοι. Σει περίπτωση που είτε η ειδική ομάδα είτε το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο έχουν ενεργήσει για την παράταση της προθεσμίας υποβολής της έκθεσης, ο επιπλέον χρόνος που παρέχεται προστίθεται στο διάστημα των δεκαπέντε μηνών, υπό τον όρο ότι, μόνον εφόσον οι διάδικοι αποφασίσουν ότι υφίστανται εξαιρετικές περιστάσεις, ο συνολικός χρόνος υπερβαίνει τους δεκαοχτών μήνες. 5. Σε περίπτωση διαφωνίας ως προς την ύπαρξη μέτρων ή ως προς το αν συμβιβάζονται με καλυπτόμενη συμφωνία μέτρα που λαμβάνονται προς συμμόρφωση με τις συστάσεις και αποφάσεις, η εν λόγω διαφορά ρυθμίζεται σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών, με προσφυγή, όταν είναι δυνατόν, στην αρχική ειδική ομάδα. Η ειδική ομάδα υποβάλλει την έκθεσή της εντός ενενήντα ημερών από την ημερομηνία παραπομπής τους θέματος σε αυτή. Σε περίπτωση που η ειδική ομάδα εκτιμά ότι δεν δύναται να υποβάλει την έκθεσή της εντός καθορισμένης προθεσμίας, γνωστοποιεί εγγράφως στο ΟΕΔ τους λόγους της καθυστέρησης, παρέχοντας ταυτόχρονα εκτίμηση του χρονικού διαστήματος εντός του οποίου θα υποβάλει την έκθεσή της. 6. Το ΟΕΔ παρακολουθεί την εφαρμογή των εγκεκριμένων συστάσεων ή αποφάσεων. Το θέμα της εφαρμογής των συστάσεων ή αποφάσεων ενδέχεται να θιγεί στο ΟΕΔ από κάθε μέλος και οποτεδήποτε μετά την έγκρισή τους. Εκτός εάν το ΟΕΔ αποφασίσει διαφορετικά, το θέμα της εφαρμογής των συστάσεων και αποφάσεων εγγράφεται στην ημερήσια διάταξη της συνεδρίασης του ΟΕΔ έξι μήνες μετά την ημερομηνία καθορισμού του εν λόγω χρονικού διαστήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 3, και παραμένει στην ημερήσια διάταξη του ΟΕΔ μέχρις ότου επιλυθεί. Τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από κάθε σχετική συνεδρίαση του ΟΕΔ, το ενδιαφερόμενο μέλος υποβάλλει εγγράφως στο ΟΕΔ έκθεση σχετική με την πρόοδο εφαρμογής των συστάσεων και αποφάσεων. 7. Σε περίπτωση που το θέμα έχει θιγεί από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, το ΟΕΔ εξετάζει τις περαιτέρω ενέργειες που θα ήταν δυνατόν να αναλάβει και οι οποίες θα ήταν κατάλληλες για τις περιστάσεις. 8. Εάν ασκείται έφεση από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, κατά την εξέταση των μέτρων που αρμόζει να ληφθούν, το ΟΕΔ λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τις συναλλαγές που προβλέπονται στο πλαίσιο των εν λόγω μέτρων αλλά, επίσης, τις επιπτώσεις τους στην οικονομία των ενδιαφερομένων αναπτυσσομένων χωρών μελών. Άρθρο 22 Παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων και αναστολή των παραχωρήσεων 1. Η παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων και η αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων αποτελούν προσωρινά μέτρα που λαμβάνονται σε περίπτωση που οι συστάσεις και οι αποφάσεις δεν εφαρμόζονται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Ωστόσο, ούτε η παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων ούτε η αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων δεν προτιμώνται έναντι της πλήρους εφαρμογής σύστασης για τη συμμόρφωση μέτρου με τις καλυπτόμενες συμφωνίες. Τα αντισταθμιστικά ανταλλάγματα αποτελούν εθελοντικά μέτρα και, όταν παρέχονται, είναι σύμφωνα με τις καλυπτόμενες συμφωνίες. 2. Εάν το ενδιαφερόμενο μέλος δεν επιτύχει τη συμμόρφωση ενός μέτρου που απεδείχθη ασυμβίβαστο με καλυπτόμενη συμφωνία, ή τη συμμόρφωσή του με τις συστάσεις και αποφάσεις εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος που καθορίζεται βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3, το μέλος αυτό, εάν ζητηθεί, και όχι αργότερα από το πέρας του ευλόγου χρονικού διαστήματος, προβαίνει σε διαβουλεύσεις με οποιοδήποτε μέρος έχει επικαλεσθεί τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών, προκειμένου να συμφωνηθούν αμοιβαία αποδεκτά αντισταθμιστικά ανταλλάγματα. Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία για την παροχή ικανοποιητικού αντισταθμιστικού ανταλλάγματος, εντός είκοσι ημερών από το πέρας του ευλόγου χρονικού διαστήματος, κάθε μέλος που έχει επικαλεσθεί τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών δύναται να ζητήσει τη χορήγηση άδειας από το ΟΕΔ για να αναστείλει έναντι του ενδιαφερόμενου μέλους την εφαρμογή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων που απορρέουν από τις καλυπτόμενες συμφωνίες. 3. Προκειμένου να επιλέξει τις παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις που θα αναστείλει, ο καταγγέλλων εφαρμόζει τις ακόλουθες αρχές και διαδικασίες: α) η γενική αρχή είναι η εξής: ο καταγγέλλων οφείλει κατ' αρχήν να προβεί στην αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων όσον αφορά τον ίδιο τομέα με αυτόν, στον οποίο η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο διαπίστωσε παράβαση ή τυχόν μερική ή ολική αναίρεση των οφελών β) σε περίπτωση που το εν λόγω μέλος θεωρεί ότι δεν είναι εφικτή ή αποτελεσματική η αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων όσον αφορά τον ίδιο τομέα, δύναται να προβεί σε αναστολή των παραχωρήσεων ή λοιπών υποχρεώσεων στο πλαίσιο άλλων τομέων που καλύπτονται από την ίδια συμφωνία γ) εάν το εν λόγω μέλος θεωρεί ότι δεν είναι εφικτή ή αποτελεσματική η αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων όσον αφορά τους λοιπούς τομείς στο πλαίσιο της ίδιας συμφωνίας, και ότι οι περιστάσεις είναι αρκετά σοβαρές, δύναται να επιδιώξει την αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων στο πλαίσιο άλλης καλυπτόμενης συμφωνίας δ) κατά την εφαρμογή των ανωτέρω αρχών, το εν λόγω μέρος λαμβάνει υπόψη: i) τις συναλλαγές στο πλαίσιο του τομέα ή της συμφωνίας ως προς την οποία η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο διαπίστωσε παράβαση ή τυχόν μερική ή ολική αναίρεση οφελών, και τη σημασία αυτών των συναλλαγών για το εν λόγω μέρος, ii) τα ευρύτερα οικονομικά στοιχεία που συνοδεύονται από την αναίρεση ή μείωση των προνομίων και τις ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις της αναστολής των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων ε) εάν το εν λόγω μέρος αποφασίσει να ζητήσει άδεια για την αναστολή των παραχωρήσεων ή λοιπών υποχρεώσεων, σύμφωνα με τα στοιχεία β) ή γ), αναφέρει στην αίτησή του τους σχετικούς λόγους. Ταυτόχρονα με την αποστολή της στο ΟΕΔ η αίτηση διαβιβάζεται επίσης στα αρμόδια συμβούλια καθώς και, σε περίπτωση αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με το στοιχείο β), στα αρμόδια τομεακά όργανα στ) για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως «τομέας» νοείται: i) όσον αφορά τα εμπορεύματα, το σύνολο των εμπορευμάτων, ii) όσον αφορά τις υπηρεσίες, ένας βασικός τομέας όπως καθορίζεται στον ισχύοντα «κατάλογο τομεακής κατάταξης των υπηρεσιών», στον οποίο παρατίθενται οι εν λόγω τομείς (13), iii) όσον αφορά τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, εκάστη των κατηγοριών δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (TRIP) ζ) για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως «συμφωνία» νοείται: i) όσον αφορά τα εμπορεύματα, οι συμφωνίες που παρατίθενται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, στο σύνολό τους, καθώς και οι πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες στο μέτρο που οι ενδιαφερόμενοι διάδικοι είναι μέρη στις εν λόγω συμφωνίες, ii) όσον αφορά τις υπηρεσίες, η GATS, iii) όσον αφορά τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, η συμφωνία για τα TRIP. 4. Το επίπεδο της αναστολής των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων για το οποίο χορηγείται άδεια από το ΟΕΔ αντιστοιχεί στο επίπεδο μερικής ή ολικής αναίρεσης των οφελών. 5. Το ΟΕΔ δεν χορηγεί άδεια για την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων σε περίπτωση που μια καλυπτόμενη συμφωνία απαγορεύει τη σχετική αναστολή. 6. Σε περίπτωση που ισχύουν οι συνθήκες που περιγράφονται στην παράγραφο 2, το ΟΕΔ, κατόπιν αιτήσεως, χορηγεί άδεια για την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων εντός τριάντα ημερών από το πέρας του ευλόγου χρονικού διαστήματος, εκτός εάν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση την απόρριψη της αίτησης. Ωστόσο, εάν το ενδιαφερόμενο μέλος έχει αντιρρήσεις ως προς το προτεινόμενο επίπεδο αναστολής, ή ισχυρίζεται ότι δεν τηρήθηκαν οι αρχές και οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 όταν ο καταγγέλλων ζήτησε άδεια αναστολής των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων, βάσει της παραγράφου 3 στοιχεία β) ή γ), το θέμα παραπέμπεται σε διαιτησία. Η διαδικασία της διαιτησίας αναλαμβάνεται από την αρχική ειδική ομάδα, σε περίπτωση που είναι διαθέσιμα τα μέλη, ή από διαιτητή (14) που ορίζεται από το γενικό διευθυντή, και ολοκληρώνεται εντός εξήντα ημερών μετά το πέρας του ευλόγου χρονικού διαστήματος. Οι παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις δεν αναστέλλονται κατά τη διάρκεια της διαιτησίας. 7. Ο διαιτητής (15), ενεργώντας σύμφωνα με την παράγραφο 6, δεν εξετάζει τη φύση των παραχωρήσεων ή των άλλων υποχρεώσεων που θα ανασταλούν, αλλά κρίνει κατά πόσον το επίπεδο των εν λόγω παραχωρήσεων αντιστοιχεί στο επίπεδο ολικής ή μερική αναίρεσης οφελών. Ο διαιτητής δύναται, επίσης, να προσδιορίζει εάν η προτεινόμενη αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων επιτρέπεται στο πλαίσιο της καλυπτόμενης συμφωνίας. Ωστόσο, εάν το θέμα που παραπέμπεται σε διαιτησία περιλαμβάνει καταγγελία ότι δεν έχουν τηρηθεί οι αρχές και οι διαδικασίες που ορίζονται στην παράγραφο 3, ο διαιτητής εξετάζει τη σχετική καταγγελία. Σε περίπτωση που ο διαιτητής εκτιμά ότι οι εν λόγω αρχές και διαδικασίες δεν έχουν τηρηθεί, ο καταγγέλλων τις εφαρμόζει σύμφωνα με την παράγραφο 3. Τα μέρη δέχονται την απόφαση του διαιτητή ως οριστική και τα μέλη δεν προβαίνουν σε δεύτερη διαιτησία. Το ΟΕΔ ενημερώνεται, αμελλητί, σχετικά με την απόφαση του διαιτητή και χορηγεί κατόπιν αίτησης άδεια για την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων, όταν η αίτηση είναι σύμφωνη με την απόφαση του διαιτητή, εκτός εάν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση την απόρριψη της αίτησης. 8. Η αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων είναι προσωρινή και εφαρμόζεται μόνον έως ότου καταργηθεί το μέτρο που απεδείχθη ότι δεν είναι σύμφωνο με καλυπτόμενη συμφωνία ή έως ότου το μέλος, το οποίο οφείλει να εφαρμόσει συστάσεις ή αποφάσεις, εξεύρει λύση ως προς το θέμα της μερικής ή ολικής αναίρεσης οφελών, ή επιτευχθεί αμοιβαίως ικανοποιητική λύση. Σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 6, το ΟΕΔ συνεχίζει να παρακολουθεί την εφαρμογή εγκεκριμένων συστάσεων ή αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που έχουν παρασχεθεί αντισταθμιστικά ανταλλάγματα ή που έχουν ανασταλεί παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις, αλλά δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή συστάσεις για τη συμμόρφωση του μέτρου με τις καλυπτόμενες συμφωνίες. 9. Η επίκληση των διατάξεων επίλυσης διαφορών των καλυπτομένων συμφωνιών είναι δυνατή μόνο όσον αφορά μέτρα που επηρεάζουν την τήρησή τους και που λαμβάνονται από περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις ή αρχές εντός του εδάφους μέλους. Σε περίπλτωση που το ΟΕΔ αποφανθεί ότι δεν έχει τηρηθεί διάταξη καλυπτόμενης συμφωνίας, το αρμόδιο μέλος λαμβάνει όλα τα μέτρα που έχει στη διάθεσή του για την εξασφάλιση της εν λόγω τήρησης. Οι διατάξεις των καλυπτομένων συμφωνιών και του παρόντος μνημονίου συμφωνίας όσον αφορά την παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων και την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων εφαρμόζονται σε περιπτώσεις που δεν κατέστη δυνατή η εξασφάλιση της σχετικής τήρησης (16). Άρθρο 23 Ενίσχυση του πολυμερούς συστήματος 1. Όταν τα μέλη επιδιώκουν την αποκατάσταση της παραβίασης των υποχρεώσεων ή τυχόν μερικής ή ολικής αναίρεσης των οφελών στο πλαίσιο των καλυπτομένων συμφωνιών, ή ενός εμποδίου στην επίτευξη στόχων των καλυπτομένων συμφωνιών, προσφεύγουν ή/και συμμορφούνται προς τους κανόνες και διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. 2. Στις περιπτώσεις αυτές τα μέλη: α) δεν καθορίζουν ότι υπήρξε παράβαση ή ότι έχουν αναιρεθεί εν όλω ή εν μέρει τα οφέλη ή ότι έχει εμποδισθεί ή επίτευξη οποιουδήποτε στόχου των καλυπτομένων συμφωνιών, παρά μόνον αφού προσφύγουν στη διαδικασία επίλυσης διαφορών, σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας, προβαίνουν δε στη σχετική διαπίστωση σύμφωνα με τα πορίσματα που περιέχονται στην έκθεση της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, η οποία έχει εγκριθεί από το ΟΕΔ ή σύμφωνα με την απόφαση διαιτησίας που εκδίδεται στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας β) ακολουθούν τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 21 για τον καθορισμό του εύλογου χρονικού διαστήματος που παρέχεται στα ενδιαφερόμενα μέλη για την εφαρμογή των συστάσεων και αποφάσεων 7 και γ) ακολουθούν τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 22, για τον καθορισμό του επιπέδου αναστολής παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων και τη χορήγηση άδειας από το ΟΕΔ, σύμφωνα με τις εν λόγω διαδικασίες, πριν να προβούν στην αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο των καλυπτομένων συμφωνιών, εξαιτίας της αδυναμίας του ενδιαφερόμενου μέλους να εφαρμόσει τις σχετικές συστάσεις και αποφάσεις εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Άρθρο 24 Ειδικές διαδικασίες όσον αφορά τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη 1. Σε όλα τα στάδια του καθορισμού των αιτιών μιας διαφοράς και των διαδικασιών επίλυσης διαφορών που αφορούν μια λιγότερη ανεπτυγμένη χώρα μέλος, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην ιδιάζουσα κατάσταση των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών. Τα μέλη επιδεικνύουν σχετικά την αρμόζουσα μετριοπάθεια όταν θίγουν θέματα, στο πλαίσιο των σχετικών διαδικασιών, που αφορούν μια λιγότερο ανεπτυγμένη χώρα μέλος. Σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι ένα μέτρο που λαμβάνεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος έχει ως συνέπεια την ολική ή μερική αναίρεση των οφελών, οι καταγγέλλοντες επιδεικνύουν την αρμόζουσα μετριοπάθεια όταν ζητούν την παροχή αντισταθμιστικών ανταλλαγμάτων ή τη χορήγηση αδείας για την αναστολή των παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων, βάσει των σχετικών διαδικασιών. 2. Σε υποθέσεις επίλυσης διαφορών που αφορούν μια λιγότερο ανεπτυγμένη χώρα, όταν δεν έχει εξευρεθεί ικανοποιητική λύση κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, ο γενικός διευθυντής ή ο πρόεδρος του ΟΕΔ, κατόπιν αιτήσεως μιας λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους, προσφέρει τις καλές του υπηρεσίες καθώς και υπηρεσίες συμβιβασμού και διαμεσολάβησης με στόχο την παροχή βοήθειας στα μέρη για την επίλυση της διαφοράς, προτού υποβληθεί αίτηση για τη σύσταση ειδικής ομάδας. Κατά την παροχή της ανωτέρω βοήθειας, ο γενικός διευθυντής ή ο πρόεδρος του ΟΕΔ δύναται να συμβουλεύεται οποιαδήποτε πηγή κρίνει κατάλληλη. Άρθρο 25 Διαιτησία 1. Η ταχεία διαδικασία διαιτησίας στο πλαίσιο του ΠΟΕ ως εναλλακτικό μέσο επίλυσης διαφορών δύναται να διευκολύνει την επίλυση ορισμένων διαφορών που αφορούν θέματα σαφώς καθορισμένα από αμφότερα τα μέρη. 2. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας, η προσφυγή στη διαιτησία είναι δυνατή μόνον κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας των μερών τα οποία αποφασίζουν, επίσης, τις διαδικασίες που θα ακολουθηθούν. Οι συμφωνίες οι σχετικές με την προσφυγή σε διαιτησία γνωστοποιούνται σε όλα τα μέλη αρκετά πριν από την ουσιαστική έναρξη της εν λόγω διαδικασίας. 3. Η συμμετοχή άλλων μελών στη διαδικασία διαιτησίας είναι δυνατή μόνον κατόπιν συμφωνίας των μερών που έχουν αποφασίσει να προσφύγουν σε αυτή. Τα μέρη που συμμετέχουν στη σχετική διαδικασία συμφωνούν να συμμορφωθούν προς την απόφαση διαιτησίας. Οι αποφάσεις διαιτησίας γνωστοποιούνται στο ΟΕΔ και στο συμβούλιο ή στην επιτροπή οποιασδήποτε σχετικής συμφωνίας, στο πλαίσιο των οποίων κάθε μέλος δύναται να θίξει οποιοδήποτε σχετικό θέμα. 4. Τα άρθρα 21 και 22 του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις αποφάσεις διαιτησίας. Άρθρο 26 1. Καταγγελίες που δεν αφορούν περιπτώσεις παραβιάσεων του τύπου που περιγράφεται στο άρθρο ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994 παράγραφος 1 στοιχείο β) Σε περίπτωση που οι διατάξεις του άρθρου ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1 στοιχείο β) της GATT του 1994 εφαρμόζονται σε καλυπτόμενη συμφωνία, μια ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δύνανται να προβαίνουν σε αποφάσεις ή συστάσεις μόνον όταν ένας διάδικος θεωρεί ότι οποιαδήποτε ωφέλεια που απορρέει υπέρ αυτού, είτε άμεσα είτε έμμεσα, από τη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία αναιρείται εν όλω ή εν μέρει ή ότι παρεμποδίζεται η επίτευξη οποιουδήποτε στόχου της εν λόγω συμφωνίας εξαιτίας της εφαρμογής από μέλος οποιουδήποτε μέτρου, ανεξάρτητα από το αν αυτό αντιτίθεται ή όχι στις διατάξεις της συμφωνίας. Όταν ο διάδικος αυτός θεωρεί και η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο αποφαίνονται ότι μια υπόθεση αφορά μέτρο το οποίο δεν αντιβαίνει στις διατάξεις καλυπτόμενης συμφωνίας για την οποία ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1 στοιχείο β) της GATT 1994, εφαρμόζονται οι διαδικασίες του παρόντος μνημονίου συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι: α) ο καταγγέλλων υποβάλλει εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση για τη στήριξη οποιασδήποτε καταγγελίας που αφορά μέτρο το οποίο δεν αντιβαίνει στη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία β) σε περίπτωση που ένα μέτρο απεδείχθη ότι αναιρεί εν όλω ή εν μέρει οφέλη που απορρέουν από τη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία ή ότι παρεμποδίζει την επίτευξη των στόχων αυτής χωρίς να υφίσταται παράβαση, η ανάκληση του συγκεκριμένου μέτρου δεν είναι υποχρεωτική. Ωστόσο, σε τέτοιες περιπτώσεις, η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εισηγείται την πραγματοποίηση αμοιβαίως ικανοποιητικής προσαρμογής από το ενδιαφερόμενο μέλος γ) κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των δύο μερών, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 21, η διαδικασία διαιτησίας που προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 μπορεί να περιλαμβάνει τον καθορισμό του ύψους των οφελών που έχουν αναιρεθεί εν όλω ή εν μέρει, καθώς, επίσης να προτείνει τρόπους και μέσα επίτευξης αμοιβαίως ικανοποιητικής προσαρμογής. Οι προτάσεις αυτές δεν είναι δεσμευτικές για τους διαδίκους δ) κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 22 παράγραφος 1, η παροχή αντισταθμιστικού ανταλλάγματος δύναται να αποτελεί μέρος αμοιβαίως ικανοποιητικής προσαρμογής που οδηγεί σε οριστική επίλυση της διαφοράς. 2. Καταγγελίες του τύπου που περιγράφονται στο άρθρο ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1 στοιχείο γ) της GATT 1994 Σε περιπτώσεις που οι διατάξεις του άρθρου ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1 στοιχείο γ) της GATT του 1994 ισχύουν για καλυπτόμενες συμφωνίες, μια ειδική ομάδα δύναται να προβαίνει σε αποφάσεις ή συστάσεις μόνον όταν ένα διάδικος θεωρεί ότι οποιαδήποτε ωφέλεια η οποία απορρέει υπέρ αυτού, είτε άμεσα είτε έμμεσα, από τη σχετική καλυπτόμενη συμφωνία αναιρείται εν όλω ή εν μέρει ή ότι παρεμποδίζεται η επίτευξη οποιουδήποτε στόχου της εν λόγω συμφωνίας, εξαιτίας της ύπαρξης συνθηκών διαφορετικών από τις συνθήκες υπό τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) της GATT του 1994. Εάν ο εν λόγω διάδικος θεωρεί και η ειδική ομάδα κρίνει ότι το υπό εξέταση θέμα καλύπτεται από την παρούσα παράγραφο, οι διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας εφαρμόζονται μόνον μέχρι και το στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο η έκθεση της ειδικής ομάδας κοινοποιείται στα μέλη. Οι κανόνες και οι διαδικασίες για την επίλυση διαφορών που περιλαμβάνονται στην απόφαση της 12ης Απριλίου 1989 (BISD 36S/61-67) εφαρμόζονται κατά την εξέταση της σχετικής έκθεσης ενόψει της έγκρισής της καθώς και κατά την παρακολούθηση και εφαρμογή των συστάσεων και των αποφάσεων. Ισχύουν επίσης, τα ακόλουθα: α) ο καταγγέλλων υποβάλλει εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση για τη στήριξη οποιουδήποτε ισχυρισμού αναφορικά με θέματα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο β) σε υποθέσεις που αφορούν ζητήματα τα οποία καλύπτονται από την παρούσα παράγραφο, εάν μια ειδική ομάδα διαπιστώσει ότι οι υποθέσεις αυτές αφορούν και άλλα ζητήματα επίλυσης διαφορών εκτός αυτών που καλύπτονται από την παρούσα παράγραφο, διαβιβάζει στο ΟΕΔ δύο ξεχωριστές εκθέσεις, μία για τα εν λόγω ζητήματα και μία για τα ζητήματα που εμπίπτουν στην παρούσα παράγραφο. Άρθρο 27 Αρμοδιότητες της γραμματείας 1. Η γραμματεία έχει καθήκον να παρέχει βοήθεια στις ειδικές ομάδες ειδικότερα όσον αφορά τις νομικές, ιστορικές και διαδικαστικές πλευρές των υπό εξέταση θεμάτων και να παρέχει γραμματειακή και τεχνική υποστήριξη. 2. Ενώ η γραμματεία παρέχει βοήθεια στα μέλη, κατόπιν αιτήσεών τους, σε ό,τι αφορά την επίλυση των διαφορών, ενδέχεται να υπάρξει ανάγκη πρόσθετης παροχής νομικών συμβουλών και βοήθειας σχετικά με την επίλυση διαφορών σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη. Για το σκοπό αυτό, η γραμματεία θέτει στη διάθεση οποιασδήποτε αναπτυσσόμενης χώρας μέλους το ζητήσει εμπειρογνώμονα ειδικευμένο σε νομικά θέματα από τις υπηρεσίες τεχνικής συνεργασίας του ΠΟΕ. Ο εμπειρογνώμονας αυτός παρέχει βοήθεια στην αναπτυσσόμενη χώρα μέλος κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η διαρκής αμεροληψία της γραμματείας. 3. Η γραμματεία οργανώνει ειδικές σειρές μαθημάτων για τα ενδιαφερόμενα μέλη, όσον αφορά τις συγκεκριμένες διαδικασίες και πρακτικές επίλυσης διαφορών, προκειμένου οι εμπειρογνώμονες των μελών να ενημερώνονται πληρέστερα σχετικά με το θέμα. ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 1 ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ Α) Συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου Β) Πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες Παράρτημα 1Α: Πολυμερείς συμφωνίες για το εμπόριο αγαθών Παράρτημα 1Β: Γενική Συμφωνία για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών Παράρτημα 1Γ: Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου Παράρτημα 2: Μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών Γ) Πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες Παράρτημα 4: Συμφωνία για το εμπόριο αεροσκαφών πολιτικής αεροπορίας Συμφωνία για τις δημόσιες συμβάσεις Διεθνής συμφωνία για τα γαλακτοκομικά προϊόντα Διεθνής συμφωνία για το βόειο κρέας Η εφαρμογή του παρόντος μνημονίου συμφωνίας στις πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες υπόκειται στη σχετική απόφαση των συμβαλλομένων μερών κάθε συμφωνίας, στην οποία θα ορίζονται οι όροι εφαρμογής του μνημονίου συμφωνίας στις επιμέρους συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων τυχόν ειδικών ή πρόσθετων κανόνων ή διαδικασιών που θα συμπεριληφθούν στο προσάρτημα 2, και θα γνωστοποιηθούν στο ΟΕΔ. ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 2 >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 3 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ 1. Κατά τις εργασίες της, η ειδική ομάδα τηρεί τις σχετικές διατάξεις του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Επιπροσθέτως, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διαδικασίες λειτουργίας. 2. Η ειδική ομάδα συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών. Οι διάδικοι και τα ενδιαφερόμενα μέρη παρίστανται στις συνεδριάσεις μόνον εφόσον προσκληθούν για το σκοπό αυτό από την ειδική ομάδα. 3. Οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας και τα έγγραφα που υποβάλλονται σε αυτή έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. Καμία διάταξη στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας δεν εμποδίζει ένα διάδικο να κοινοποιήσει δηλώσεις των δικών του θέσεων. Τα μέλη αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χρακτήρα τις πληροφορίες που υποβάλλονται στην ειδική ομάδα από άλλο μέλος και για τις οποίες το εν λόγω μέλος έχει δηλώσει ότι είναι εμπιστευτικού χαρακτήρα. Όταν ένας διάδικος υποβάλλει εγγράφως εμπιστευτικού χαρακτήρα εκθέσεις στην ειδική ομάδα, παρέχει, επίσης, κατόπιν αιτήσεως ενός μέλους, μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περιλήψεις των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτές τις εκθέσεις, οι οποίες είναι κοινοποιήσιμες. 4. Πριν από την πρώτη επί της ουσίας συνεδρίαση της ειδικής ομάδας, οι διάδικοι υποβάλλουν σε αυτή γραπτές εκθέσεις στις οποίες παραθέτουν τα περιστατικά της υπόθεσης και τα επιχειρήματά τους. 5. Κατά την πρώτη επί της ουσίας συνεδρίαση με τους διαδίκους, η ειδική ομάδα ζητεί από το διάδικο που υπέβαλε την καταγγελία να παρουσιάσει την υπόθεση. Στην συνέχεια, ακόμη και κατά την ίδια συνεδρίαση, ο διάδικος κατά του οποίου υπεβλήθη η καταγγελία καλείται να εκθέσει τις απόψεις του. 6. Όλα τα τρίτα μέρη που έχουν γνωστοποιήσει στο ΟΕΔ το ενδιαφέρον τους για τη διαφορά προσκαλούνται εγγράφως να εκθέσουν τις απόψεις τους, κατά τη διάρκεια συζήτησης, στο πλαίσιο της πρώτης επί της ουσίας συνεδρίασης της ειδικής ομάδας που προορίζεται για το σκοπό αυτό. Όλα τα εν λόγω τρίτα μέρη δύνανται να παρίστανται καθ' όλη τη διάρκεια της εν λόγω συνόδου. 7. Οι επίσημες αντικρούσεις πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της δεύτερης επί της ουσίας συνεδρίασης της ειδικής ομάδας. Ο καθού έχει το δικαίωμα να λάβει πρώτος το λόγο ακολουθούμενος από τον καταγγέλλοντα. Πριν από την εν λόγω συνεδρίαση, τα μέρη υποβάλλουν εγγράφως αντικρούσεις στην ειδική ομάδα. 8. Η ειδική ομάδα δύναται οποτεδήποτε να θέσει ερωτήματα στα μέρη και να τους ζητήσει εξηγήσεις, είτε κατά τη διάρκεια συσκέψεων με αυτά είτε εγγράφως. 9. Οι διάδικοι και τα τρίτα μέρη που καλούνται να εκθέσουν τις απόψεις τους, σύμφωνα με το άρθρο 10, θέτουν στη διάθεση της ειδικής ομάδας γραπτό κείμενο των προφορικών τους δηλώσεων. 10. Προκειμένου να εξασφαλισθεί πλήρης διαφάνεια, οι παρουσιάσεις, αντικρούσεις και δηλώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 έως 9 πραγματοποιούνται παρουσία των μερών. Επίσης, τα στοιχεία που υποβάλλονται εγγράφως από κάθε μέρος, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρατηρήσεων επί του περιγραφικού μέρους της έκθεσης και των απαντήσεων σε ερωτήματα που τέθηκαν από την ειδική ομάδα, τίθενται στη διάθεση του άλλου μέρους ή μερών. 11. Κάθε επιπλέον διαδικασία που αφορά συγκεκριμένα την ειδική ομάδα. 12. Προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα εργασιών των ειδικών ομάδων: α) Παραλαβή των πρώτων εγγράφων στοιχείων των μερών: 1) από τον καταγγέλλοντα:3-6 εβδομάδες 2) από τον καθού:2-3 εβδομάδες β) Ημερομηνία, χρόνος και τόπος της πρώτης επί της ουσίας συνεδρίασης με τους διαδίκους 7 σύσκεψη με τα τρίτα μέρη:1-2 εβδομάδες γ) Παραλαβή των εγγράφων αντικρούσεων των μερών:2-3 εβδομάδες δ) Ημερομηνία, χρόνος και τόπος της δεύτερης επί της ουσίας συνεδρίασης με τους διαδίκους:1-2 εβδομάδες ε) Υποβολή του περιγραφικού μέρους της έκθεσης στους διαδίκους:2-4 εβδομάδες στ) Παραλαβή παρατηρήσεων από τους διαδίκους επί του περιγραφικού μέρους της έκθεσης:2 εβδομάδες ζ) Υποβολή της ενδιάμεσης έκθεσης, συμπεριλαμβανομένων των διαπιστώσεων και των πορισμάτων στους διαδίκους: 2-4 εβδομάδες η) Προθεσμία που παρέχεται στους διαδίκους για να ζητήσουν επανεξέταση τμήματος της έκθεσης: 1 εβδομάδα θ) Χρονικό διάστημα επανεξέτασης από την ειδική ομάδα συμπεριλαμβανομένης πιθανής επιπλέον συνάντησης με τους διαδίκους: 2 εβδομάδες ι) Υποβολή τελικής έκθεσης στα μέλη:2 εβδομάδες κ) Κοινοποίηση της τελικής έκθεσης στα μέρη:3 εβδομάδες Το ανωτέρω χρονοδιάγραμμα είναι δυνατόν να μεταβληθεί υπό το φως απρόβλεπτων εξελίξεων. Εάν χρειασθεί, προγραμματίζονται επιπλέον συνεδριάσεις με τους διαδίκους. ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 4 ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ Οι ακόλουθοι κανόνες και διαδικασίες εφαρμόζονται στις συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων, οι οποίες συστήνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 παράγραφος 2. 1. Οι συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων υπάγονται στη δικαιοδοσία της ειδικής ομάδας. Οι αρμοδιότητες και λεπτομερείς διαδικασίες εργασίας τους καθορίζονται από την ειδική ομάδα στην οποία και αναφέρονται. 2. Η συμμετοχή σε συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων περιορίζεται σε άτομα που διαθέτουν επαγγελματικές ικανότητες και εμπειρία στον υπό εξέταση τομέα. 3. Οι υπήκοοι χωρών των οποίων η κυβέρνηση είναι διάδικος δύνανται να αποτελούν μέλη συμβουλευτικών ομάδων εμπειρογνωμόνων μόνον κατόπιν κοινής συμφωνίας των διαδίκων, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων κατά τις οποίες, η ειδική ομάδα θεωρεί ότι δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθεί με άλλο τρόπο η ανάγκη για εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις. Δημόσιοι υπάλληλοι χωρών των οποίων οι κυβερνήσεις είναι διάδικοι δεν συμμετέχουν σε συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων. Τα μέλη συμβουλευτικών ομάδων εμπειρογνωμόνων συμμετέχουν σε ατομική βάση και όχι υπό την ιδιότητα εκπροσώπων κυβέρνησης ή οργανισμού. Οι κυβερνήσεις ή οι οργανισμοί δεν τους δίνουν επομένως οδηγίες όσον αφορά τα θέματα τα οποία εξετάζει η ειδική ομάδα. 4. Οι συμβουλευτικές ομάδες εμπειρογνωμόνων δύνανται να συμβουλεύονται οποιαδήποτε πηγή κρίνουν κατάλληλη και να ζητούν από αυτή πληροφορίες και συμβουλές τεχνικής φύσεως. Πριν ζητήσει τέτοιες πληροφορίες ή συμβουλές από πηγή που υπάγεται στη δικαιοδοσία μέλους, η συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων ενημερώνει σχετικά την κυβέρνηση αυτού του μέλους. Κάθε μέλος απαντά το συντομότερο δυνατό και εμπεριστατωμένα σε οποιοδήποτε αίτημα για πληροφορίες που υποβάλλεται από συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων, η οποία κρίνει ως απαραίτητες και κατάλληλες τις πληροφορίες αυτές. 5. Οι διάδικοι έχουν πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες που παρέχονται σε συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων, εκτός εάν αυτές είναι εμπιστευτικές. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που παρέχονται σε συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων δεν ανακοινώνονται χωρίς τη ρητή έγκριση της κυβέρνησης, που οργανισμού ή του προσώπου που τις παρέσχε. Όταν οι πληροφορίες αυτές ζητούνται από τη συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων αλλά αυτή δεν εγκρίνει την ανακοίνωσή τους, εκδίδεται περίληψη μη εμπιστευτικού χαρακτήρα από την κυβέρνηση, τον οργανισμό ή το πρόσωπο που τις παρέσχε. 6. Η συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων υποβάλλει σχέδιο της έκθεσης στους διαδίκους με σκοπό να συγκεντρώσει τις απόψεις τις και να του λάβει δεόντως υπόψη στην τελική έκθεση, η οποία, ταυτόχρονα με την υποβολή της στην ειδική ομάδα, κοινοποιείται και στους διαδίκους. Η τελική έκθεση της συμβουλευτικής ομάδας εμπρειρογνωμόνων έχει αποκλειστικά συμβουλευτικό χαρακτήρα. (1) Το ΟΕΔ θεωρείται ότι έχει λάβει απόφαση με συναίνεση σχετικά με θέμα το οποίο παραπέμφθηκε σε αυτό για εξέταση εάν κανένα μέλος, που παρίσταται στη συνεδρίαση του ΟΕΔ όταν λαμβάνεται η απόφαση, δεν προβάλλει επίσημη αντίρρηση για την προτεινόμενη απόφαση. (2) Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται, επίσης, σε διαφορές σχετικά με τις οποίες οι εκθέσεις των ειδικών ομάδων δεν έχουν εγκριθεί ή τεθεί πλήρως σε εφαρμογή. (3) Σε περίπτωση που οι διατάξεις άλλων καλυπτομένων συμφωνιών σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται από περιφερειακούς ή τοπικούς δημόσιους οργανισμούς και αρχές εντός του εδάφους ενός μέλους περιλαμβάνουν διατάξεις διαφορετικές από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, υπερισχύουν οι διατάξεις των εν λόγω άλλων καλυπτομένων συμφωνιών. (4) Οι αντίστοιχες διατάξεις για τις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των καλυπτόμενων συμφωνιών είναι οι εξής: συμφωνία για τη γεωργία, άρθρο 19 7 συμφωνία για την εφαρμογή των υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων, άρθρο 11 παράγραφος 1 7 συμφωνία για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης, άρθρο 8 παράγραφος 4 7 συμφωνία για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο, άρθρο 14 παράγραφος 1 7 συμφωνία για τα επενδυτικά μέτρα στον τομέα του εμπορίου, άρθρο 8 7 συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της GATT του 1994, άρθρο 17 παράγραφος 2 7 συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VII της GATT του 1994, άρθρο 19 παράγραφος 2 7 συμφωνία για τον έλεγχο πριν από την αποστολή, άρθρο 7 7 συμφωνία για τους κανόνες καταγωγής, άρθρο 7 7 συμφωνία για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής, άρθρο 6 7 συμφωνία για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα, άρθρο 30 7 συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης, άρθρο 14 7 συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, άρθρο 64, παράγραφος 1 7 και οι σχετικές διατάξεις για τις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών, όπως ορίζονται από τα αρμόδια όργανα εκάστης συμφωνίας και γνωστοποιούνται στο ΟΕΔ. (5) Εάν ζητηθεί από τον καταγγέλλοντα, συγκαλείται για το σκοπό αυτό το ΟΕΔ εντός δεκαπέντε ημερών από την υποβολή της αίτησης, εφόσον ειδοποιηθεί σχετικά τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν. (6) Σε περίπτωση που τελωνειακές ενώσεις ή κοινές αγορές είναι διάδικοι, η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται σε υπηκόους όλων των χωρών μελών των τελωνειακών ενώσεων ή κοινών αγορών. (7) Εάν εντός της συγκεκριμένης προθεσμίας δεν έχει προγραμματισθεί συνεδρίαση του ΟΕΔ σε χρόνο που να καθιστά δυνατή την ικανοποίηση των απαιτήσεων του άρθρου 16 παράγραφοι 1 και 4, το ΟΕΔ συνεδριάζει για το σκοπό αυτό. (8) Εάν δεν έχει προγραμματισθεί η πραγματοποίηση συνεδρίασης του ΟΕΔ εντός της συγκεκριμένης προθεσμίας, το ΟΕΔ συνέρχεται για το σκοπό αυτό. (9) «Ενδιαφερόμενο μέλος» είναι διάδικος προς τον οποίο η ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο απευθύνουν συστάσεις. (10) Σχετικά με τις συστάσεις σε υποθέσεις που δεν αφορούν παράβαση της GATT του 1994 ή λοιπών καλυπτόμενων συμφωνιών, βλέπε το άρθρο 26. (11) Εάν τα μέρη δεν δύνανται να συμφωνήσουν σχετικά με την επιλογή διαιτητή εντός δέκα ημερών από την παραπομπή του θέματος σε διαιτησία, ο διαιτητής ορίζεται από το γενικό διευθυντή εντός δέκα ημερών, κατόπιν διαβουλεύσεων με τα μέρη. (12) Ο όρος «διαιτητής» νοείται ότι αναφέρεται είτε σε άτομο είτε σε ομάδα. (13) Στον κατάλογο που παρατίθεται στο έγγραφο MTN.GNS/W/120 προσδιορίζονται ένδεκα τομείς. (14) Ο όρος «διαιτητής» αναφέρεται είτε σε άτομο είτε σε ομάδα. (15) Με τον όρο «διαιτητής» νοείται είτε άτομο είτε ομάδα είτε τα μέλη της αρχικής ειδικής ομάδας που ενεργούν με την ιδιότητα του διαιτητή. (16) Στις περιπτώσεις που οι διατάξεις καλυπτόμενης συμφωνίας, όσον αφορά μέτρα που λαμβάνονται από περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις ή αρχές εντός του εδάφους ενός μέλους, περιλαμβάνουν διατάξεις διαφορετικές από τις διατάξεις της καλυπτόμενης συμφωνίας.