Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62019TJ0504

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 14ης Απριλίου 2021.
Crédit lyonnais κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Οικονομική και νομισματική πολιτική – Προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων – Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, και παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΕ) 1024/2013 – Υπολογισμός του δείκτη μόχλευσης – Μερική άρνηση της ΕΚΤ να επιτρέψει την εξαίρεση των ανοιγμάτων που πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις – Άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 – Μη εξέταση όλων των κρίσιμων στοιχείων της συγκεκριμένης περιπτώσεως – Δεδικασμένο – Άρθρο 266 ΣΛΕΕ.
Υπόθεση T-504/19.

ECLI identifier: ECLI:EU:T:2021:185

Υπόθεση T‑504/19

Crédit lyonnais

κατά

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 14ης Απριλίου 2021

«Οικονομική και νομισματική πολιτική – Προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων – Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, και παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΕ) 1024/2013 – Υπολογισμός του δείκτη μόχλευσης – Μερική άρνηση της ΕΚΤ να επιτρέψει την εξαίρεση των ανοιγμάτων που πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις – Άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 – Μη εξέταση όλων των κρίσιμων στοιχείων της συγκεκριμένης περιπτώσεως – Δεδικασμένο – Άρθρο 266 ΣΛΕΕ»

  1. Προσφυγή ακυρώσεως – Ακυρωτική απόφαση – Αποτελέσματα – Υποχρέωση λήψεως μέτρων εκτελέσεως – Περιεχόμενο – Υποχρέωση να αποφεύγεται η αντικατάσταση της ακυρωθείσας πράξεως από άλλη ενέχουσα την ίδια πλημμέλεια

    (Άρθρο 266 ΣΛΕΕ)

    (βλ. σκέψεις 35-38, 124)

  2. Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ένωσης – Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων – Εξουσία εκτιμήσεως των αρμοδίων αρχών – Εφαρμογή μιας μεθοδολογίας – Κανόνας ενδεικτικός της προσέγγισης που θα ακολουθηθεί – Υποχρέωση να εξακολουθήσει να λαμβάνει χώρα συγκεκριμένη εξέταση εκάστης ατομικής περιπτώσεως

    (Κανονισμός 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 429 § 14)

    (βλ. σκέψεις 92-95)

  3. Πράξεις των θεσμικών οργάνων – Πράξεις εκδοθείσες στο πλαίσιο της ασκήσεως εξουσίας εκτιμήσεως – Αρχή της χρηστής διοικήσεως – Υποχρέωση εξετάσεως όλων των κρίσιμων στοιχείων με επιμέλεια και αμεροληψία

    (βλ. σκέψεις 99, 106-123)

Σύνοψη

Η προσφεύγουσα, Crédit lyonnais, είναι ανώνυμη εταιρία γαλλικού δικαίου η οποία έχει άδεια λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα. Αποτελεί θυγατρική της Crédit agricole SA. Ως εκ τούτου, υπόκειται στην άμεση προληπτική εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Στις 5 Μαΐου 2015 η εταιρία Crédit agricole ζήτησε από την ΕΚΤ την άδεια, επ’ ονόματί της και επ’ ονόματι των οντοτήτων του ομίλου Crédit agricole, στον οποίο ανήκει και η προσφεύγουσα, να εξαιρέσει από τον υπολογισμό του δείκτη μόχλευσης τα ανοίγματα (επενδύσεις) που συνίσταντο στα ποσά τα οποία συνδέονταν με διάφορους λογαριασμούς ταμιευτηρίου τηρούμενους σε αυτή [λογαριασμός ταμιευτηρίου τύπου Α (livret A), λογαριασμός βιώσιμης και αλληλέγγυας αναπτύξεως (livret de développement durable et solidaire, LDD), λογαριασμός κοινωνικού ταμιευτηρίου (livret d’épargne populaire, LEP)] και μεταβιβάζονταν στο Caisse des dépôts et consignations (Ταμείο Καταθέσεων και Παρακαταθηκών, στο εξής: CDC), γαλλικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.

Με απόφαση της 24ης Αυγούστου 2016 η ΕΚΤ αρνήθηκε να επιτρέψει την εξαίρεση από τον υπολογισμό του δείκτη μόχλευσης των ανοιγμάτων έναντι του CDC που συνίσταντο στο μέρος εκείνο των κατατεθειμένων στο πλαίσιο των τριών προαναφερθέντων λογαριασμών ποσών το οποίο έπρεπε να μεταβιβαστεί στο CDC.

Με την απόφαση Crédit agricole κατά ΕΚΤ, της 13ης Ιουλίου 2018 ( 1 ), το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση της ΕΚΤ. Το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η ΕΚΤ διέθετε διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τη χορήγηση της εξαιρέσεως που προβλέπεται από τον κανονισμό σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα ( 2 ).

Εντούτοις, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε ότι η ΕΚΤ είχε υποπέσει σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον είχε λάβει υπόψη τη συμβατική υποχρέωση που υπείχε η Crédit agricole να αποδώσει στους πελάτες τις καταθέσεις τους, χωρίς να λάβει υπόψη την επιστροφή σε αυτή των κεφαλαίων που είχε μεταβιβάσει στο CDC. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, εξάλλου, ότι η ΕΚΤ είχε υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά την ύπαρξη ενός χρονικού διαστήματος που μεσολαβούσε έως την επιστροφή των κεφαλαίων από το CDC στην εταιρία Crédit agricole, η οποία θα μπορούσε να αναγκαστεί να καταφύγει σε εκποίηση στοιχείων του ενεργητικού έναντι πολύ χαμηλής τιμής.

Στις 26 Ιουλίου 2018 η εταιρία Crédit agricole, επ’ ονόματί της καθώς και επ’ ονόματι των διαφόρων οντοτήτων του ομίλου Crédit agricole, μεταξύ των οποίων και η προσφεύγουσα, ζήτησε εκ νέου την άδεια να εξαιρέσει από τον υπολογισμό του δείκτη μόχλευσης τα ποσά που όφειλε να μεταβιβάσει στο CDC. Στις 3 Μαΐου 2019 η ΕΚΤ επέτρεψε στην εταιρία Crédit Agricole και τις εν λόγω οντότητες του ομίλου να προβούν στην κατά τα ανωτέρω εξαίρεση, όχι όμως στην προσφεύγουσα ως προς την οποία η παρέκκλιση αυτή χορηγήθηκε μόνο μέχρι ποσοστού 66 %. Η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από την ΕΚΤ η οποία ακολούθησε μια μεθοδολογία που στηρίζεται, πρώτον, στην πιστωτική ποιότητα της γαλλικής κεντρικής διοίκησης, δεύτερον, στον κίνδυνο εκποιήσεων έναντι πολύ χαμηλής τιμής και, τρίτον, στην αξιολόγηση της συγκέντρωσης των επίμαχων ανοιγμάτων.

Με την απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο ακυρώνει την απόφαση της ΕΚΤ, κατά το μέτρο που δεν επετράπη στην Crédit lyonnais να εξαιρέσει από τον υπολογισμό του δείκτη μοχλεύσεώς της ποσοστό 34 % των ανοιγμάτων της έναντι του CDC. Για πρώτη φορά στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας σχετικά με την προληπτική εποπτεία, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει τις προϋποθέσεις νομιμότητας των μεθοδολογιών για τον περιορισμό της διακριτικής ευχέρειας.

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Το Γενικό Δικαστήριο ελέγχει κατ’ αρχάς κατά πόσον η ΕΚΤ είχε λάβει μέτρα εκτελέσεως της ακυρωτικής αποφάσεως Crédit agricole κατά ΕΚΤ και εν συνεχεία εξετάζει τη μεθοδολογία την οποία η ΕΚΤ δεσμεύτηκε να εφαρμόσει εκθέτοντας απλώς έναν κανόνα ενδεικτικό της προσέγγισης που θα ακολουθούσε. Το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι μια τέτοια μεθοδολογία δεν προσομοιάζει με την έκδοση κανονιστικής πράξεως υπερβαίνουσας το πλαίσιο των εξουσιών που έχουν ανατεθεί στην ΕΚΤ και δεν την απαλλάσσει από την υποχρέωση συγκεκριμένης εξέτασης εκάστης ατομικής περιπτώσεως, η οποία μπορεί να την οδηγήσει στο να μην εφαρμόσει την εν λόγω μεθοδολογία.

Προς απάντηση στον τρίτο λόγο ακυρώσεως, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει τους λόγους για τους οποίους η ΕΚΤ δεν έκανε πλήρως δεκτό το αίτημα της Crédit lyonnais. Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η ΕΚΤ όφειλε να εξετάσει με επιμέλεια και αμεροληψία όλα τα κρίσιμα στοιχεία της συγκεκριμένης περιπτώσεως και να προβεί σε διεξοδική ανάλυση των χαρακτηριστικών του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι η ΕΚΤ δεν αμφισβήτησε τον χαρακτηρισμό των ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων ως «ασφαλούς τοποθετήσεως», χαρακτηρισμό τον οποίο απέδειξε επαρκώς κατά νόμον η προσφεύγουσα με τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε. Εξάλλου, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι ορθώς η προσφεύγουσα επισήμανε, κατ’ ουσίαν, ότι οι εν λόγω αποταμιεύσεις δεν μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία υπερβολικής μόχλευσης, δεδομένου ότι τα ποσά που μεταβιβάζονται στο CDC δεν μπορούν να επενδύονται σε επισφαλή ή μη ρευστά στοιχεία του ενεργητικού. Επιπλέον, τα ποσά αυτά που μεταβιβάζονται στον CDC απολαύουν διπλής εγγυήσεως εκ μέρους της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων αυτών, η ρευστότητα του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων δεν αποδεικνύει, αφ’ εαυτής, τον κίνδυνο εκποιήσεων έναντι πολύ χαμηλής τιμής. Η ΕΚΤ, όμως, αιτιολόγησε την απόφασή της επικαλούμενη την εμπειρία των πρόσφατων τραπεζικών κρίσεων, χωρίς να λάβει υπόψη το γεγονός ότι, εν προκειμένω, οι ρυθμιζόμενες αποταμιεύσεις συνιστούν «ασφαλή τοποθέτηση» σε περιπτώσεις κρίσεως.

Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι η ΕΚΤ στηρίχθηκε σε ένα και μόνον παράδειγμα μαζικών αναλήψεων κατά τις πρόσφατες τραπεζικές κρίσεις, καίτοι οι καταθέσεις που μνημονεύονται στο παράδειγμα δεν παρουσίαζαν χαρακτηριστικά αρκούντως παρεμφερή με τις καταθέσεις οι οποίες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων.

Το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει ότι η ΕΚΤ δεν έλαβε υπόψη όλα τα χαρακτηριστικά του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων και ότι, ενεργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν προέβη σε ορθή εφαρμογή της αποφάσεως Crédit agricole κατά ΕΚΤ.


( 1 ) Απόφαση της 13ης Ιουλίου 2018, Crédit agricole κατά ΕΚΤ (T‑758/16, EU:T:2018:472).

( 2 ) Άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ 2013, L 176, σ. 1, διορθωτικά ΕΕ 2013, L 208, σ. 68, και ΕΕ 2013, L 321, σ. 6).

Top