Ten dokument pochodzi ze strony internetowej EUR-Lex
Dokument 62008TJ0584
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
1. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Σχέδια ενισχύσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Εφαρμογή των κανόνων ουσιαστικού δικαίου που ίσχυαν κατά τον χρόνο εκδόσεως της αποφάσεως της Επιτροπής
(Άρθρο 88 § 3 ΕΚ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 4)
2. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Απαγορεύεται – Παρεκκλίσεις – Καθοριζόμενες με κανονισμό κατηγορίες ενισχύσεων δυνάμενες να θεωρηθούν συμβατές με την κοινή αγορά
(Άρθρα 87 § 3 ΕΚ και 88 § 3 ΕΚ)
1. Όσον αφορά τη διαχρονική εφαρμογή των κανόνων δικαίου ελλείψει μεταβατικών διατάξεων, επιβάλλεται να γίνει διάκριση μεταξύ κανόνων περί αρμοδιότητας και κανόνων ουσιαστικού δικαίου. Όσον αφορά τους κανόνες που διέπουν την αρμοδιότητα των οργάνων της Ένωσης, η διάταξη που συνιστά τη νομική βάση μιας πράξεως και παρέχει στο όργανο της Ένωσης εξουσία προς έκδοση της εν λόγω πράξεως πρέπει να ισχύει κατά τον χρόνο εκδόσεώς της. Όσον αφορά τους κανόνες ουσιαστικού δικαίου, αυτοί εφαρμόζονται από της ενάρξεως της ισχύος τους στα μελλοντικά αποτελέσματα καταστάσεως δημιουργηθείσας υπό το κράτος προγενέστερων ρυθμίσεων. Κατά συνέπεια, οι κανόνες ουσιαστικού δικαίου δεν εφαρμόζονται σε αποτελέσματα τα οποία κατέστησαν οριστικά προ της ενάρξεως της ισχύος των κανόνων αυτών, εκτός και εάν πληρούνται οι εξαιρετικού χαρακτήρα προϋποθέσεις για την αναδρομική εφαρμογή τους.
Όσον αφορά τις κοινοποιηθείσες πλην όμως μη καταβληθείσες ενισχύσεις, στο πλαίσιο του ισχύοντος στην Ένωση συστήματος ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων, η ημερομηνία κατά την οποία τα αποτελέσματα της προβλεπόμενης ενισχύσεως καθίστανται οριστικά συμπίπτει με αυτήν κατά την οποία η Επιτροπή εκδίδει την απόφασή της επί του συμβατού της εν λόγω ενισχύσεως με την κοινή αγορά. Ειδικότερα, οι κανόνες, οι αρχές και τα κριτήρια εκτιμήσεως του συμβατού των κρατικών ενισχύσεων που ισχύουν κατά την ημερομηνία κατά την οποίαν η Επιτροπή εκδίδει την απόφασή της μπορεί, κατ’ αρχήν, να θεωρηθεί ότι προσαρμόζονται καλύτερα στο πλαίσιο του ανταγωνισμού. Η διαπίστωση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι από την επίμαχη ενίσχυση δεν μπορούν να προκύψουν πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματα σε σχέση με την κοινή αγορά παρά μόνο κατά την ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή αποφασίζει να την εγκρίνει ή να την απαγορεύσει. Αντιθέτως, όσον αφορά τις παρανόμως χορηγηθείσες ενισχύσεις χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση, οι εφαρμοστέοι κανόνες ουσιαστικού δικαίου είναι αυτοί οι οποίοι ίσχυαν κατά τον χρόνο της χορηγήσεως της ενισχύσεως, εφόσον τα απορρέοντα από την εν λόγω ενίσχυση πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα προέκυψαν διαρκούσης της περιόδου κατά την οποία χορηγήθηκε η επίμαχη ενίσχυση.
Βεβαίως, το γεγονός ότι η ημερομηνία με βάση την οποία καθορίζονται οι εφαρμοστέοι κανόνες ουσιαστικού δικαίου συμπίπτει, όσον αφορά κοινοποιηθείσα πλην όμως μη καταβληθείσα ενίσχυση, με την εκ μέρους της Επιτροπής έκδοση αποφάσεως επί του συμβατού της ως άνω ενισχύσεως, συνεπάγεται ότι το εν λόγω όργανο δύναται, προσαρμόζοντας αναλόγως τη διάρκεια του ελέγχου του κοινοποιηθέντος μέτρου ενισχύσεως, να προκαλέσει την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου ο οποίος άρχισε να ισχύει κατόπιν της κοινοποιήσεως του εξεταζόμενου μέτρου στην Επιτροπή. Συναφώς, προσήκει να επισημανθεί ότι η δυνατότητα της Επιτροπής να επιλέξει μεταξύ του νέου κανόνα ή του προϊσχύσαντος κανόνα υπόκειται σε όρια και αντισταθμίζεται, αφενός, από το γεγονός ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν διακριτική ευχέρεια ως προς την επιλογή της ημερομηνίας κατά την οποία πρόκειται να κοινοποιήσουν τα μέτρα ενισχύσεως και, αφετέρου, από το γεγονός ότι το άρθρο 4 του κανονισμού 659/1999, περί εφαρμογής του άρθρου 88 ΕΚ, καλεί την Επιτροπή, κατ’ εφαρμογή της αρχής της χρηστής διοικήσεως, να ενεργήσει με επιμέλεια.
(βλ. σκέψεις 32-33, 35-37, 40-41)
2. Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 3, ΕΚ, ορισμένες κατηγορίες ενισχύσεων «δύνανται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την κοινή αγορά». Το γεγονός ότι κανονισμός που εκδίδεται βάσει του άρθρου 87, παράγραφος 3, ΕΚ καθορίζει ποιες ενισχύσεις δύνανται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την κοινή αγορά δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι είναι πράγματι συμβατές. Ειδικότερα, η Επιτροπή είναι αρμόδια να εξετάσει, βάσει του άρθρου 88, παράγραφος 3, ΕΚ, εάν οι συγκεκριμένες ενισχύσεις πληρούν όλες τις προϋποθέσεις προκειμένου να κριθούν συμβατές με την κοινή αγορά.
(βλ. σκέψεις 60-62)