This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61999TJ0158
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
1. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Σχέδια ενισχύσεων – Εξέταση από την Επιτροπή – Προκαταρκτικό και κατ’ αντιμωλία στάδιο – Συμβατότητα μιας ενισχύσεως με την κοινή αγορά – Δυσχέρειες εκτιμήσεως – Υποχρέωση της Επιτροπής να κινήσει την κατ’ αντιμωλία διαδικασία
[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 93 §§ 2 και 3 (νυν άρθρο 88 §§ 2 και 3 ΕΚ)]
2. Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Απόφαση της Επιτροπής απευθυνόμενη σε κράτος μέλος και διαπιστώνουσα τη συμβατότητα μιας κρατικής ενισχύσεως προς την κοινή αγορά χωρίς κίνηση της τυπικής διαδικασίας εξετάσεως – Προσφυγή των ενδιαφερομένων κατά την έννοια του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης (νυν άρθρο 88, παράγραφος 2, ΕΚ) – Παραδεκτό
[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 93 §§ 2 και 3 (νυν άρθρο 88 §§ 2 και 3 ΕΚ), και άρθρο 173, εδ. 4 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 230, εδ. 4, ΕΚ)]
3. Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση – Περιεχόμενο – Συνεκτίμηση του πλαισίου και του συνόλου των νομικών κανόνων
[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 190 (νυν άρθρο 253 ΕΚ)]
4. Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Έννοια – Νομικός χαρακτήρας – Ερμηνεία βάσει αντικειμενικών στοιχείων – Σύμβαση κρατήσεως – Εκτίμηση σύμφωνα με το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή
[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 92 § 1 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 § 1 ΕΚ)]
5. Προσφυγή ακυρώσεως – Λόγοι – Κατάχρηση εξουσίας – Έννοια
[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 173 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 230 ΕΚ)]
1. Η διαδικασία του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης (νυν άρθρο 88, παράγραφος 2, ΕΚ) είναι αναγκαία εφόσον η Επιτροπή αντιμετωπίζει σοβαρές δυσχέρειες προκειμένου να εκτιμήσει το ζήτημα εάν μια ενίσχυση είναι συμβατή με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή μπορεί να αρκεστεί στην προκαταρκτική φάση της εξετάσεως που προβλέπεται από το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης προκειμένου να λάβει απόφαση με την οποία να μη διατυπώνει αντιρρήσεις αναφορικά με μια ενίσχυση μόνο εφόσον έχει πεισθεί, μετά το πέρας της εξετάσεως αυτής, ότι η ενίσχυση είναι συμβατή με τη Συνθήκη. Αντιθέτως, εάν η πρώτη αυτή εξέταση οδηγήσει την Επιτροπή στην αντίθετη πεποίθηση ή εάν δεν της επιτρέψει να υπερνικήσει όλες τις δυσχέρειες που έχει προκαλέσει η εκτίμηση του συμβατού της ενισχύσεως αυτής με την κοινή αγορά, η Επιτροπή έχει το καθήκον να γνωρίσει όλες τις αναγκαίες γνώμες και να κινήσει, για τον σκοπό αυτό, τη διαδικασία του άρθρου 93, παράγραφος 2.
(βλ. σκέψεις 59-61)
2. Όσον αφορά επιχειρήσεις οι οποίες ανταγωνίζονται άμεσα μια δικαιούχο ενισχύσεως επιχείρηση και έχουν την ιδιότητα του ενδιαφερομένου κατά την έννοια του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης (νυν άρθρο 88, παράγραφος 2, ΕΚ), πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά αυτές άμεσα και ατομικά μια απόφαση της Επιτροπής με την οποία η χορηγηθείσα ενίσχυση έχει κηρυχθεί συμβατή με την κοινή αγορά χωρίς να έχει κινηθεί η διαδικασία του άρθρου 93, παράγραφος 2, και, επομένως, πρέπει να επιτραπεί σ’ αυτές η άσκηση προσφυγής ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής.
(βλ. σκέψεις 69, 73)
3. Η τήρηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως πρέπει να εκτιμάται από πλευράς όχι μόνο του γράμματος της επικρινόμενης πράξεως αλλά και του πλαισίου της καθώς και του συνόλου των νομικών κανόνων που διέπουν το σχετικό θέμα.
(βλ. σκέψη 94)
4. Η έννοια της κρατικής ενισχύσεως, όπως ορίζεται στη Συνθήκη, είναι νομικής φύσεως και πρέπει να ερμηνεύεται βάσει αντικειμενικών στοιχείων.
Ένα μέτρο που μια δημόσια επιχείρηση υιοθετεί έναντι μιας ιδιωτικής επιχειρήσεως υπό τη μορφή συμβάσεως κρατήσεως δωματίων δεν είναι δυνατόν, από το γεγονός απλώς και μόνον ότι τα δύο συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται για αμοιβαίες παροχές, να αποκλειστεί a priori από την έννοια της κρατικής ενισχύσεως, σύμφωνα με το νόημα του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ)· ο χαρακτηρισμός του εξαρτάται από το εάν η δικαιούχος επιχείρηση αποκομίζει οικονομικό πλεονέκτημα του οποίου δεν θα ετύγχανε υπό κανονικές συνθήκες αγοράς.
(βλ. σκέψεις 106-108)
5. Μια απόφαση πάσχει από κατάχρηση εξουσίας μόνον εφόσον προκύπτει, βάσει αντικειμενικών, καταλλήλων και συγκλινόντων στοιχείων, ότι εκδόθηκε με αποκλειστικό, ή τουλάχιστον καθοριστικό, γνώμονα την επίτευξη σκοπών διαφορετικών αυτών που προβάλλονται από το οικείο όργανο ή για την αποφυγή διαδικασίας που ειδικώς προβλέπεται από τη Συνθήκη για την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων περιστάσεων.
(βλ. σκέψη 164)