This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61994TJ0277
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
++++
1. Προσφυγή ακυρώσεως * Πράξεις δεκτικές προσφυγής * Προπαρασκευαστικές πράξεις * Αποκλείεται η άσκηση προσφυγής * Έγγραφο της Επιτροπής με το οποίο ανακοινώνεται στον υποβαλόντα καταγγελία σχετική με κρατική ενίσχυση η άρνηση της Επιτροπής να ασκήσει ενώπιον του Δικαστηρίου προσφυγή λόγω παραβάσεως κράτους μέλους εξ αιτίας της μη εκτελέσεως από το περί ου πρόκειται κράτος μέλος της αποφάσεώς της με την οποία διαπιστώθηκε η έλλειψη νομιμότητας της ανωτέρω ενισχύσεως * Αποκλείεται η άσκηση προσφυγής
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 93 PAR 2, εδ. 2, και 173)
2. Προσφυγή κατά παραλείψεως * Φυσικά ή νομικά πρόσωπα * Παραλείψεις δεκτικές προσφυγής * Παράλειψη κινήσεως της διαδικασίας διαπιστώσεως παραβάσεως στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων * Απαράδεκτο
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 93 PAR 2, εδ. 2, και 175)
3. Προσφυγή κατά παραλείψεως * Φυσικά ή νομικά πρόσωπα * Παραλείψεις δεκτικές προσφυγής * Παράλειψη λήψεως αποφάσεως επί της συνεχείας που πρέπει να δοθεί σε καταγγελία σχετική με τη μη εκτέλεση αποφάσεως στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων * Απαράδεκτο
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 93 PAR 2, 94 και 175)
1. Είναι απαράδεκτη η προσφυγή ακυρώσεως η οποία ασκείται από τον υποβαλόντα καταγγελία, απευθυνθείσα στην Επιτροπή και σκοπούσα να επιτευχθεί από αυτήν η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου με βάση το άρθρο 93, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης για να διαπιστωθεί ότι κράτος μέλος δεν συμμορφώθηκε προς απόφαση της Επιτροπής με την οποία διαπιστώθηκε η έλλειψη νομιμότητας κρατικής ενισχύσεως, και η οποία στρέφεται κατά του εγγράφου με το οποίο η Επιτροπή, χωρίς να λάβει οριστική θέση επί της καταγγελίας, πληροφόρησε τον υποβαλόντα αυτήν ότι έκρινε άσκοπο, στην κατάσταση που είχαν τα πράγματα, να προσφύγει στο Δικαστήριο αλλά ότι μεριμνά για την εκτέλεση της αποφάσεώς της από το περί ου πρόκειται κράτος μέλος.
Πράγματι, αφενός, δεν αρκεί ένα έγγραφο να έχει αποσταλεί από κοινοτικό όργανο στον αποδέκτη του, σε απάντηση αιτήσεως του τελευταίου, για να μπορεί να χαρακτηριστεί ως απόφαση υπό την έννοια του άρθρου 173 της Συνθήκης, παρέχουσα έτσι τη δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής ακυρώσεως.
Αφετέρου, οσάκις πρόκειται περί πράξεων ή αποφάσεων που τυγχάνουν επεξεργασίας σε περισσότερες φάσεις, ιδίως δε στο τέλος μιας εσωτερικής διαδικασίας, συνιστούν, κατ' αρχήν, πράξεις δεκτικές προσφυγής ακυρώσεως μόνον τα μέτρα τα οποία καθορίζουν οριστικώς τη θέση του θεσμικού οργάνου κατά το πέρας της διαδικασίας αυτής και όχι τα ενδιάμεσα μέτρα των οποίων ο σκοπός συνίσταται στην προετοιμασία της τελικής αποφάσεως.
Τέλος, δεν είναι παραδεκτή η προσφυγή ιδιώτη κατά της αρνήσεως της Επιτροπής να κινήσει κατά κράτους μέλους διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεως.
2. Είναι απαράδεκτη η προσφυγή κατά παραλείψεως η οποία ασκείται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ενδιαφερόμενο μέρος στο πλαίσιο διαδικασίας βάσει του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης, και σκοπεί να διαπιστωθεί ότι η Επιτροπή, παραλείποντας να προσφύγει στο Δικαστήριο βάσει του δευτέρου εδαφίου της διατάξεως αυτής, όπως ζητήθηκε με καταγγελία του ενδιαφερομένου μέρους προς το όργανο αυτό, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι η κυβέρνηση κράτους μέλους δεν συμμορφώθηκε προς απόφαση της Επιτροπής με την οποία διαπιστώθηκε η έλλειψη νομιμότητας κρατικής ενισχύσεως, παρέλειψε να αποφανθεί, κατά παράβαση της Συνθήκης.
Πράγματι, ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να προσφύγει στο Πρωτοδικείο βάσει του άρθρου 175, τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης μόνο για να διαπιστωθεί η παράλειψη εκδόσεως, κατά παράβαση της Συνθήκης, πράξεως της οποίας είναι ο δυνητικός αποδέκτης. Όμως, η απόφαση ασκήσεως προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου αποτελεί εσωτερική προπαρασκευαστική πράξη εκδιδόμενη από την Επιτροπή εν σώματι, συνήθως κατόπιν προτάσεως του αρμοδίου για την υπόθεση μέλους, η οποία δεν έχει αποδέκτη. Ακολουθείται από την άσκηση ενώπιον του Δικαστηρίου προσφυγής κατά του περί ου πρόκειται κράτους μέλους, η οποία, αυτή καθαυτή, δεν έχει ούτε και αυτή αποδέκτη, αλλά απλώς δημιουργεί εκκρεμοδικία.
Εξάλλου, ακόμη και αν υποτεθεί ότι το γεγονός ότι μια πράξη που θα έπρεπε να εκδοθεί θα αφορούσε άμεσα ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δεν θα ήταν ο αποδέκτης της μπορεί να παράσχει στο πρόσωπο αυτό δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής κατά παραλείψεως, ούτε η ενδεχόμενη απόφαση της Επιτροπής να προσφύγει στο Δικαστήριο ούτε η ενδεχόμενη άσκηση της προσφυγής ούτε η ενδεχόμενη απόφαση του Δικαστηρίου θα αφορούσαν άμεσα τον υποβαλόντα καταγγελία ο οποίος είχε ζητήσει να αχθεί η υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου.
Τέλος, από το άρθρο 93, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, και γενικότερα από το σύνολο των διατάξεων του άρθρου αυτού, προκύπτει ότι η Επιτροπή δεν είναι υποχρεωμένη να κινήσει μια διαδικασία υπό την έννοια της διατάξεως αυτής, αλλά αντιθέτως διαθέτει συναφώς διακριτική ευχέρεια αποκλείουσα το δικαίωμα οποιουδήποτε προσώπου να αξιώσει από αυτήν να λάβει συγκεκριμένη θέση.
3. Είναι απαράδεκτη η προσφυγή κατά παραλείψεως η οποία ασκείται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ενδιαφερόμενο μέρος στο πλαίσιο διαδικασίας βάσει του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης, και σκοπεί να διαπιστωθεί ότι η Επιτροπή, μη απευθύνοντας στο πρόσωπο αυτό απόφαση επί της συνεχείας που προτίθεται να δώσει στην καταγγελία του σχετικά με τη μη εκτέλεση αποφάσεώς της με την οποία διαπιστώθηκε η έλλειψη νομιμότητας κρατικής ενισχύσεως, παράλειψε να αποφανθεί, κατά παράβαση της Συνθήκης.
Πράγματι, αφενός, ελλείψει εκδόσεως των προβλεπομένων από το άρθρο 94 της Συνθήκης κανονισμών εφαρμογής, καμία διάταξη του κοινοτικού δικαίου δεν προβλέπει τη λήψη αποφάσεως αυτού του είδους. Αφετέρου, ενώ το πρώτο εδάφιο του άρθρου 93, παράγραφος 2, προβλέπει συμμετοχή των ενδιαφερομένων στη διαδικασία, το δεύτερο εδάφιο δεν κάνει μνεία της ανωτέρω συμμετοχής. Συναφώς, μετά τη λήψη αποφάσεως με την οποία διαπιστώνεται η έλλειψη νομιμότητας μιας ενισχύσεως, η Επιτροπή πρέπει να διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όταν αφορά τον τρόπο εκτελέσεως της αποφάσεως αυτής, από τον οποίο μπορούν να ανακύψουν περίπλοκα ζητήματα συνδεόμενα με την επιστροφή της παράνομης ενισχύσεως.