This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62023CJ0264
Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 19ης Σεπτεμβρίου 2024.
Booking.com BV και Booking.com (Deutschland) GmbH κατά 25hours Hotel Company Berlin GmbH κ.λπ.
Προδικαστική παραπομπή – Ανταγωνισμός – Άρθρο 101 ΣΛΕΕ – Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων – Συμβάσεις συναφθείσες μεταξύ διαδικτυακής πλατφόρμας κρατήσεων και ξενοδόχων – Ρήτρες καλύτερης τιμής – Παρεπόμενος περιορισμός – Απαλλαγή κατά κατηγορία – Κάθετες συμφωνίες – Κανονισμός (ΕΕ) 330/2010 – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Ορισμός της σχετικής αγοράς.
Υπόθεση C-264/23.
Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 19ης Σεπτεμβρίου 2024.
Booking.com BV και Booking.com (Deutschland) GmbH κατά 25hours Hotel Company Berlin GmbH κ.λπ.
Προδικαστική παραπομπή – Ανταγωνισμός – Άρθρο 101 ΣΛΕΕ – Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων – Συμβάσεις συναφθείσες μεταξύ διαδικτυακής πλατφόρμας κρατήσεων και ξενοδόχων – Ρήτρες καλύτερης τιμής – Παρεπόμενος περιορισμός – Απαλλαγή κατά κατηγορία – Κάθετες συμφωνίες – Κανονισμός (ΕΕ) 330/2010 – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Ορισμός της σχετικής αγοράς.
Υπόθεση C-264/23.
ECLI identifier: ECLI:EU:C:2024:764
Υπόθεση C‑264/23
Booking.com BV
και
Booking.com (Deutschland) GmbH
κατά
25hours Hotel Company Berlin GmbH κ.λπ.
(αίτηση του Rechtbank Amsterdam για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 19ης Σεπτεμβρίου 2024
«Προδικαστική παραπομπή – Ανταγωνισμός – Άρθρο 101 ΣΛΕΕ – Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων – Συμβάσεις συναφθείσες μεταξύ διαδικτυακής πλατφόρμας κρατήσεων και ξενοδόχων – Ρήτρες καλύτερης τιμής – Παρεπόμενος περιορισμός – Απαλλαγή κατά κατηγορία – Κάθετες συμφωνίες – Κανονισμός (ΕΕ) 330/2010 – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Ορισμός της σχετικής αγοράς»
Προδικαστικά ερωτήματα – Παραδεκτό – Αναγκαιότητα εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως και λυσιτέλεια των υποβληθέντων ερωτημάτων – Εκτίμηση από το εθνικό δικαστήριο – Τεκμήριο λυσιτέλειας των υποβληθέντων ερωτημάτων – Αγωγή προς αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από παραβάσεις των κανόνων του ανταγωνισμού – Αποδεικτική αξία την οποία μπορεί να αναγνωρίσει το εν λόγω εθνικό δικαστήριο στις απρόσβλητες αποφάσεις που εκδόθηκαν σε άλλο κράτος μέλος – Δεν ασκεί επιρροή
(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ· οδηγία 2014/104 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 9 §§ 2 και 3)
(βλ. σκέψεις 33-40)
Συμπράξεις – Νόθευση του ανταγωνισμού – Παρεπόμενος περιορισμός – Έννοια – Περιορισμός αναγκαίος για την υλοποίηση μιας κύριας πράξης η οποία δεν είναι αντίθετη προς τους κανόνες του ανταγωνισμού – Αντικειμενικός και αναλογικός χαρακτήρας – Εκτίμηση του αντικειμενικού χαρακτήρα – Προϋποθέσεις διαφορετικές από εκείνες που απαιτούνται για τη χορήγηση απαλλαγής
(Άρθρο 101 §§ 1 και 3 ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 51-53, 55-58, 65, 66)
Συμπράξεις – Νόθευση του ανταγωνισμού – Παρεπόμενος περιορισμός – Έννοια – Περιορισμός αναγκαίος για την υλοποίηση μιας κύριας πράξης η οποία δεν είναι αντίθετη προς τους κανόνες του ανταγωνισμού – Αντικειμενικός και αναλογικός χαρακτήρας – Εκτίμηση του αναλογικού χαρακτήρα
(Άρθρο 101 §§ 1 και 3 ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψη 54)
Συμπράξεις – Νόθευση του ανταγωνισμού – Παρεπόμενος περιορισμός – Έννοια – Περιορισμός αναγκαίος για την υλοποίηση μιας κύριας πράξης η οποία δεν είναι αντίθετη προς τους κανόνες του ανταγωνισμού – Αντικειμενικός και αναλογικός χαρακτήρας – Ρήτρα καλύτερης τιμής η οποία περιλαμβάνεται στις συμβάσεις μεταξύ των διαδικτυακών πλατφορμών ξενοδοχειακών κρατήσεων και των παρόχων καταλυμάτων – Δεν εμπίπτει
(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 59-64, 72-73, 75, διατακτ. 1)
Συμπράξεις – Απαγόρευση – Απαλλαγή κατά κατηγορία – Κάθετες συμφωνίες – Κανονισμός 330/2010 – Προϋποθέσεις – Σχετική αγορά – Οριοθέτηση – Κριτήρια – Δυνατότητα υποκατάστασης μεταξύ των προϊόντων ή υπηρεσιών από την άποψη της προσφοράς και από την άποψη της ζήτησης – Υπηρεσίες διαμεσολάβησης παρεχόμενες από πλατφόρμα ξενοδοχειακών κρατήσεων στο πλαίσιο συναλλαγών που πραγματοποιούνται μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών καταλυμάτων και των καταναλωτών – Συγκεκριμένη εξέταση της δυνατότητας υποκατάστασης των εν λόγω υπηρεσιών – Παράγοντες που ασκούν επιρροή – Συνεκτίμηση των κριθέντων από εθνική αρχή ανταγωνισμού και από τα εθνικά αναθεωρητικά δικαστήρια – Έλεγχος στον οποίο οφείλει να προβεί το εθνικό δικαστήριο
(Άρθρο 101 §§ 1 και 3 ΣΛΕΕ· κανονισμός 330/2010 της Επιτροπής, άρθρο 3 § 1)
(βλ. σκέψεις 80, 82, 85-90, διατακτ. 2)
Σύνοψη
Το Δικαστήριο, επιληφθέν αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Rechtbank Amsterdam (πρωτοδικείο Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες, στο εξής: αιτούν δικαστήριο), παρέχει για πρώτη φορά διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή της κατ’ άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ αρχής της απαγόρευσης των συμπράξεων στις ρήτρες καλύτερης τιμής τις οποίες χρησιμοποιεί η Booking.com, όπως και άλλες πλατφόρμες ξενοδοχειακών κρατήσεων, στις συμβάσεις που συνάπτει με τους παρόχους καταλυμάτων. Εν προκειμένω, το Δικαστήριο κρίνει ότι τέτοιες ρήτρες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «παρεπόμενοι περιορισμοί» μη εμπίπτοντες, ως τέτοιοι, στο πεδίο εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης και, ακολούθως, παρέχει ενδείξεις σχετικές με τα στοιχεία ορισμού της αγοράς των επίμαχων προϊόντων για τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού περί απαλλαγής, ήτοι του κανονισμού 330/2010 ( 1 ).
Η Booking.com BV, εταιρία ολλανδικού δικαίου, φέρνει σε επαφή καταλύματα και πελάτες μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας ξενοδοχειακών κρατήσεων booking.com, έναντι της καταβολής, από τα καταλύματα, προμήθειας για κάθε κράτηση που έχει πραγματοποιηθεί μέσω της πλατφόρμας αυτής και δεν έχει ακυρωθεί. Η Booking.com δραστηριοποιείται στη γερμανική αγορά από το 2006, υποστηριζόμενη από τη γερμανική θυγατρική της, Booking.com (Deutschland).
Μέχρι το 2015 η Booking.com περιλάμβανε, στους γενικούς όρους των συμφωνιών που συνήπτε με τους παρόχους καταλυμάτων, τη λεγόμενη «ευρεία ρήτρα καλύτερης τιμής», βάσει της οποίας οι εν λόγω πάροχοι δεν μπορούσαν να προσφέρουν, μέσω των δικών τους διαύλων πωλήσεων ή μέσω άλλων διαύλων τους οποίους εκμεταλλεύονταν τρίτοι, συμπεριλαμβανομένων των ανταγωνιστικών πλατφορμών, δωμάτια σε τιμή χαμηλότερη από την προτεινόμενη στον ιστότοπο booking.com.
Το 2015 η Booking.com δεσμεύτηκε, σε συνεννόηση με τις αρχές ανταγωνισμού της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Σουηδίας, να διαγράψει την εν λόγω ευρεία ρήτρα καλύτερης τιμής και να την αντικαταστήσει με τη λεγόμενη «στενή ρήτρα καλύτερης τιμής», βάσει της οποίας η απαγόρευση προς τους παρόχους καταλυμάτων να προσφέρουν τα δωμάτιά τους σε καλύτερες τιμές από αυτές που προτείνονταν μέσω του ιστοτόπου booking.com ίσχυε μόνο για τις προσφορές που γίνονταν μέσω των δικών τους διαύλων πωλήσεων.
Με απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2015, η οποία ελήφθη κατόπιν διαβούλευσης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Bundeskartellamt (Ομοσπονδιακή Αρχή Ανταγωνισμού, Γερμανία) εκτίμησε, εντούτοις, ότι μια τέτοια στενή ρήτρα καλύτερης τιμής ήταν επίσης αντίθετη προς την απαγόρευση των συμπράξεων κατά το δίκαιο της Ένωσης και το γερμανικό δίκαιο και, ως εκ τούτου, διέταξε την Booking.com να παύσει να τη χρησιμοποιεί. Με απόφαση της 18ης Μαΐου 2021, το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία), επιληφθέν αιτήσεως αναιρέσεως που άσκησε η Ομοσπονδιακή Αρχή Ανταγωνισμού, αναίρεσε την απόφαση του Oberlandesgericht Düsseldorf (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Ντίσελντορφ, Γερμανία) της 4ης Ιουνίου 2019, με την οποία είχε γίνει εν μέρει δεκτή η προσφυγή της Booking.com κατά της απόφασης της εν λόγω αρχής. Το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο) έκρινε, χωρίς να έχει υποβάλει σχετικό ερώτημα στο Δικαστήριο, ότι η στενή ρήτρα καλύτερης τιμής περιόριζε σημαντικά τον ανταγωνισμό στην αγορά των διαδικτυακών πλατφορμών ξενοδοχειακών κρατήσεων καθώς και στην αγορά των ξενοδοχειακών καταλυμάτων. Μια τέτοια ρήτρα δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «παρεπόμενος περιορισμός», δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε ότι, εάν αυτή δεν υπήρχε, θα διακυβευόταν η κερδοφορία της Booking.com. Η εν λόγω ρήτρα δεν μπορούσε επίσης να τύχει απαλλαγής δυνάμει του κανονισμού 330/2010 ή οποιασδήποτε άλλης απαλλαγής από την απαγόρευση των συμπράξεων κατά το δίκαιο της Ένωσης και το γερμανικό δίκαιο.
Σ’ αυτό το πλαίσιο η Booking.com άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου αγωγή με αίτημα να αναγνωριστεί, μεταξύ άλλων, ότι οι ρήτρες καλύτερης τιμής τις οποίες χρησιμοποιεί δεν αντιβαίνουν στο άρθρο 101 ΣΛΕΕ. Κατόπιν τούτου, 63 γερμανικές ξενοδοχειακές μονάδες ζήτησαν, με ανταγωγή, από το ως άνω δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Booking.com παρέβη το άρθρο 101 ΣΛΕΕ και να την υποχρεώσει να καταβάλει αποζημίωση για παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ.
Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν οι ρήτρες καλύτερης τιμής τις οποίες εφαρμόζουν οι διαδικτυακές πλατφόρμες ξενοδοχειακών κρατήσεων πρέπει να χαρακτηριστούν ως παρεπόμενοι περιορισμοί κατά την έννοια του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Σε περίπτωση που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως τέτοιοι, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι τίθεται το ζήτημα αν οι ρήτρες αυτές μπορούν να τύχουν απαλλαγής βάσει του κανονισμού 330/2010. Ως εκ τούτου, ερωτά το Δικαστήριο πώς πρέπει να οριστεί η αγορά των επίμαχων εν προκειμένω προϊόντων για τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού αυτού.
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
Σε πρώτο στάδιο, το Δικαστήριο παρέχει τις διευκρινίσεις που ζητήθηκαν σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης των συμπράξεων η οποία προβλέπεται στο άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Συναφώς, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία, αν συγκεκριμένη πράξη ή δραστηριότητα δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της κατ’ αρχήν απαγόρευσης που θεσπίζεται στο άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, λόγω του ουδέτερου ή θετικού για τον ανταγωνισμό αποτελέσματός της, τότε ούτε ο περιορισμός της εμπορικής αυτονομίας ενός ή περισσοτέρων από τους μετέχοντες στην εν λόγω πράξη –ο οποίος θα μπορούσε εκ πρώτης όψεως να φαίνεται αντίθετος προς τους κανόνες του ανταγωνισμού– εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της ανωτέρω κατ’ αρχήν απαγόρευσης, αν ο περιορισμός αυτός είναι παρεπόμενος της εν λόγω πράξης.
Για να μπορεί ένας περιορισμός αντίθετος προς τους κανόνες του ανταγωνισμού να χαρακτηριστεί ως «παρεπόμενος», πρέπει, πρώτον, να εξεταστεί αν η υλοποίηση της κύριας πράξης θα ήταν αδύνατη χωρίς τον επίμαχο περιορισμό, διευκρινιζομένου ότι το γεγονός ότι η έλλειψη του επίμαχου περιορισμού απλώς θα δυσχέραινε την υλοποίηση της πράξης αυτής, ή θα την έκανε λιγότερο επικερδή, δεν καθιστά τον περιορισμό «αντικειμενικώς αναγκαίο» για την υλοποίηση της κύριας πράξης. Δεύτερον, ο επίμαχος περιορισμός πρέπει να είναι ανάλογος προς τους σκοπούς που επιδιώκει η κύρια πράξη.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ της έννοιας των «παρεπόμενων περιορισμών», όπως αυτή εξετάζεται στο πλαίσιο του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, και της απαλλαγής βάσει του άρθρου 101, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, σε αντίθεση με την τελευταία, ο χαρακτηρισμός ενός περιορισμού ως αντικειμενικά αναγκαίου σε σχέση με την κύρια πράξη δεν προϋποθέτει στάθμιση μεταξύ των θετικών και των αρνητικών για τον ανταγωνισμό αποτελεσμάτων μιας συμφωνίας, αλλά κρίση περί του αν, στο συγκεκριμένο πλαίσιο της εν λόγω πράξης, ο επίμαχος περιορισμός είναι απαραίτητος για την υλοποίηση της πράξης. Κατ’ αρχήν εναπόκειται μεν αποκλειστικά στο αιτούν δικαστήριο να κρίνει, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των πραγματικών στοιχείων που του έχουν υποβληθεί, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να διαπιστωθεί η ύπαρξη παρεπόμενου περιορισμού, πλην όμως το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να του παράσχει ενδείξεις προκειμένου να το καθοδηγήσει στην εξέταση των προϋποθέσεων αυτών.
Εν προκειμένω, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, μολονότι η παροχή διαδικτυακών υπηρεσιών ξενοδοχειακών κρατήσεων έχει ουδέτερο ή ακόμη και θετικό αποτέλεσμα για τον ανταγωνισμό, δεν αποδεικνύεται αντιθέτως ότι οι ρήτρες καλύτερης τιμής, είτε ευρείες είτε στενές, είναι αντικειμενικώς αναγκαίες για την υλοποίηση της εν λόγω κύριας πράξης και ανάλογες προς τον σκοπό που αυτή επιδιώκει. Πράγματι, οι μεν ευρείες ρήτρες καλύτερης τιμής προδήλως προκαλούν αισθητά περιοριστικά αποτελέσματα, οι δε στενές ρήτρες καλύτερης τιμής είναι βεβαίως λιγότερο περιοριστικές, πλην όμως δεν μπορούν να θεωρηθούν ως αντικειμενικώς αναγκαίες για τη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας της πλατφόρμας ξενοδοχειακών κρατήσεων.
Ακόμη και αν θεωρηθεί αποδεδειγμένο το γεγονός ότι οι ρήτρες αυτές αποσκοπούν στην καταπολέμηση ενδεχόμενων φαινομένων παρασιτισμού και είναι απαραίτητες για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας ή για τη διασφάλιση της εμπορικής επιτυχίας των ανωτέρω υπηρεσιών, οι εν λόγω ρήτρες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν για τον λόγο αυτόν ως «παρεπόμενοι περιορισμοί».
Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η εξέταση του κατά πόσον ένας περιορισμός είναι αντικειμενικά αναγκαίος μπορεί, μεταξύ άλλων, να στηριχθεί σε ανάλυση με αντιπαραδείγματα στο πλαίσιο της οποίας μπορεί να εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο θα λειτουργούσαν οι υπηρεσίες χωρίς τη ρήτρα καλύτερης τιμής. Επισημαίνει συναφώς ότι, στα κράτη μέλη στα οποία έχουν απαγορευθεί οι ρήτρες αυτές, δεν έχει διακυβευθεί η δραστηριότητα της Booking.com.
Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, το Δικαστήριο, σε δεύτερο στάδιο, διευκρινίζει τις προϋποθέσεις απαλλαγής ορισμένων συμφωνιών, βάσει του άρθρου 101, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, οι οποίες μνημονεύονται στον κανονισμό 330/2010. Το αιτούν δικαστήριο εκκινεί από την παραδοχή ότι οι ρήτρες καλύτερης τιμής περιλαμβάνονται σε «κάθετη συμφωνία» συναφθείσα μεταξύ της Booking.com και των διαφόρων παρόχων καταλυμάτων. Οι συμφωνίες αυτές τυγχάνουν απαλλαγής εφόσον πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις, μεταξύ δε άλλων την προϋπόθεση το μερίδιο αγοράς που κατέχει ο οικείος επιχειρηματίας να μην υπερβαίνει το 30 %.
Συναφώς, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, για να οριστεί η σχετική αγορά προϊόντων, πρέπει να εξακριβωθεί αν, για τους καταναλωτές, τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που αποτελούν μέρος μίας και της αυτής αγοράς είναι εναλλάξιμα ή μπορούν να υποκατασταθούν μεταξύ τους.
Εν προκειμένω, πρέπει να εξεταστεί αν άλλα είδη υπηρεσιών διαμεσολάβησης και άλλοι δίαυλοι πωλήσεων μπορούν να υποκαταστήσουν τις υπηρεσίες που παρέχει η Booking.com, τόσο από την άποψη των παρόχων καταλυμάτων όσο και από την άποψη των τελικών πελατών, έστω και αν οι δίαυλοι αυτοί έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά και δεν προσφέρουν τις ίδιες λειτουργίες αναζήτησης και σύγκρισης των προσφορών. Το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι ο ορισμός της σχετικής αγοράς εξαρτάται από εμπεριστατωμένη εξέταση των πραγματικών περιστατικών την οποία μπορεί να διενεργήσει μόνον το αιτούν δικαστήριο, κατά μείζονα δε λόγο όταν, όπως στην προκειμένη περίπτωση, έχουν παρασχεθεί στο Δικαστήριο λίγα στοιχεία.
Προς τούτο, το αιτούν δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψη το σύνολο των στοιχείων που του έχουν υποβληθεί. Στο πλαίσιο αυτό, οι εκτιμήσεις της Ομοσπονδιακής Αρχής Ανταγωνισμού και των αναθεωρητικών δικαστηρίων της Γερμανίας όσον αφορά τον ορισμό της σχετικής αγοράς προϊόντων αποτελούν μέρος των ιδιαιτέρως κρίσιμων στοιχείων του γενικότερου πλαισίου.
Εναπόκειται ωστόσο στο αιτούν δικαστήριο να κρίνει αν ένας τέτοιος ορισμός της αγοράς, ο οποίος λαμβάνει υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των «αναφερόμενων στη σύμβαση υπηρεσιών» που προσφέρουν οι πλατφόρμες ξενοδοχειακών κρατήσεων τόσο από την άποψη των παρόχων καταλυμάτων όσο και από την άποψη των τελικών πελατών, ενέχει κάποιο σφάλμα αναλύσεως ή στηρίζεται σε εσφαλμένες διαπιστώσεις.
( 1 ) Κανονισμός (ΕΕ) 330/2010 της Επιτροπής, της 20ής Απριλίου 2010, για την εφαρμογή του άρθρου 101 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ορισμένες κατηγορίες κάθετων συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών (ΕΕ 2010, L 102, σ. 1).