Dokument je izvleček s spletišča EUR-Lex.
Dokument 62023CJ0119
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 29ης Ιουλίου 2024.
Virgilijus Valančius κατά Lietuvos Republikos Vyriausybė.
Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ – Άρθρο 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Διορισμός δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εγγυήσεις ανεξαρτησίας – Απαιτούμενη ικανότητα για την άσκηση υψηλών δικαστικών καθηκόντων – Εθνική διαδικασία πρότασης υποψηφίου για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων επιφορτισμένη με την αξιολόγηση των υποψηφίων – Πίνακας κατάταξης των υποψηφίων που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και του άρθρου 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Πρόταση, μεταξύ των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στον εν λόγω πίνακα, υποψηφίου άλλου από εκείνον που έχει καταταγεί στην πρώτη θέση – Γνωμοδότηση της επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ σχετικά με την επάρκεια των υποψηφίων.
Υπόθεση C-119/23.
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 29ης Ιουλίου 2024.
Virgilijus Valančius κατά Lietuvos Republikos Vyriausybė.
Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ – Άρθρο 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Διορισμός δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εγγυήσεις ανεξαρτησίας – Απαιτούμενη ικανότητα για την άσκηση υψηλών δικαστικών καθηκόντων – Εθνική διαδικασία πρότασης υποψηφίου για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων επιφορτισμένη με την αξιολόγηση των υποψηφίων – Πίνακας κατάταξης των υποψηφίων που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και του άρθρου 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Πρόταση, μεταξύ των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στον εν λόγω πίνακα, υποψηφίου άλλου από εκείνον που έχει καταταγεί στην πρώτη θέση – Γνωμοδότηση της επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ σχετικά με την επάρκεια των υποψηφίων.
Υπόθεση C-119/23.
Zbirka odločb – splošno – razdelek „Informacije o neobjavljenih odločbah“
Oznaka ECLI: ECLI:EU:C:2024:653
Υπόθεση C‑119/23
Virgilijus Valančius
κατά
Lietuvos Republikos Vyriausybė
(αίτηση του Vilniaus apygardos administracinis teismas
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 29ης Ιουλίου 2024
«Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ – Άρθρο 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Διορισμός δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εγγυήσεις ανεξαρτησίας – Απαιτούμενη ικανότητα για την άσκηση υψηλών δικαστικών καθηκόντων – Εθνική διαδικασία πρότασης υποψηφίου για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων επιφορτισμένη με την αξιολόγηση των υποψηφίων – Πίνακας κατάταξης των υποψηφίων που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και του άρθρου 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Πρόταση, μεταξύ των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στον εν λόγω πίνακα, υποψηφίου άλλου από εκείνον που έχει καταταγεί στην πρώτη θέση – Γνωμοδότηση της επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ σχετικά με την επάρκεια των υποψηφίων»
Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Έκταση – Διαδικασία διορισμού δικαστών της Ένωσης – Εθνική διαδικασία πρότασης υποψηφίου για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αίτημα ερμηνείας των απαιτήσεων των Συνθηκών για τον διορισμό δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου – Εμπίπτει
(Άρθρο 19 § 2, εδ. 3, ΣΕΕ· άρθρο 254, εδ. 2, ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 28-34)
Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αρχές – Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας – Αρχή της ανεξαρτησίας των δικαστών – Περιεχόμενο – Συνάρθρωση με το δικαίωμα σε ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως
(Άρθρα 2 και 19 § 2, εδ. 3, ΣΕΕ)
(βλ. σκέψεις 46-50)
Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διορισμός δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Απαιτήσεις του δικαίου της Ένωσης περί ανεξαρτησίας και επαγγελματικής ικανότητας – Αντίκτυπος στην εθνική διαδικασία πρότασης υποψηφίου για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα τη συμμετοχή, στη διαδικασία επιλογής, ομάδας ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων η οποία είναι επιφορτισμένη με την αξιολόγηση των υποψηφίων και με την κατάρτιση πίνακα κατάταξης – Απόφαση της εθνικής κυβέρνησης να προτείνει, μεταξύ των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στον εν λόγω πίνακα, υποψήφιο άλλον από εκείνον που έχει καταταγεί στην πρώτη θέση – Επιτρέπεται – Εγγυήσεις τήρησης των ανωτέρω απαιτήσεων
(Άρθρο 19 § 2, εδ. 3, ΣΕΕ· άρθρο 254, εδ. 2, ΣΛΕΕ)
(βλ. σκέψεις 53, 54, 56-60, 62, 63, 65, 66 και διατακτ.)
Σύνοψη
Επιληφθέν αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Vilniaus apygardos administracinis teismas (περιφερειακό διοικητικό δικαστήριο Βίλνιους, Λιθουανία), το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου αποφαίνεται επί της επιρροής που ασκούν οι διατάξεις των Συνθηκών σχετικά με τον διορισμό των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( 1 ) στην εθνική διαδικασία πρότασης υποψηφίου για τη θέση αυτή.
Το 2016 ο V. Valančius διορίστηκε δικαστής του Γενικού Δικαστηρίου. Μετά τη λήξη της θητείας του τον Αύγουστο του 2019, ο ίδιος συνέχισε να ασκεί τα καθήκοντά του ( 2 ). Το 2021 θεσπίστηκε διαδικασία επιλογής υποψηφίου για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου ( 3 ). Σύμφωνα με τη διαδικασία αυτή, μια ομάδα εργασίας αποτελούμενη κατά πλειοψηφία από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες κατήρτισε πίνακα κατάταξης υποψηφίων κατά φθίνουσα σειρά βαθμολογίας. Πρώτος στην κατάταξη στον εν λόγω πίνακα ήταν ο V. Valančius.
Το 2022 η Λιθουανική Κυβέρνηση αποφάσισε να προτείνει ως υποψήφιο για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου το πρόσωπο που είχε καταταγεί στη δεύτερη θέση του πίνακα κατάταξης. Κατόπιν αρνητικής γνωμοδότησης της επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ σχετικά με τον υποψήφιο αυτόν, η Λιθουανική Κυβέρνηση αποφάσισε να προτείνει ως υποψήφιο το πρόσωπο που είχε καταταγεί στην τρίτη θέση του πίνακα κατάταξης. Το 2023 το τελευταίο αυτό πρόσωπο διορίστηκε δικαστής του Γενικού Δικαστηρίου.
Ο V. Valančius αμφισβήτησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου τη νομιμότητα των αποφάσεων της Λιθουανικής Κυβέρνησης περί προτάσεως υποψηφίου, ζητώντας, μεταξύ άλλων, να υποχρεωθεί η Λιθουανική Κυβέρνηση να κινήσει εκ νέου τη σχετική διαδικασία και να προτείνει ως υποψήφιο το πρόσωπο που είχε καταταγεί στην πρώτη θέση του πίνακα κατάταξης.
Σε αυτό το πλαίσιο, το αιτούν δικαστήριο ζήτησε από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί της ερμηνείας των διατάξεων των Συνθηκών που διέπουν τον διορισμό δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου.
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
Όσον αφορά την αρμοδιότητά του να αποφανθεί επί της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, δυνάμει του δικαίου της Ένωσης ( 4 ), η διαδικασία διορισμού δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου περιλαμβάνει τρία στάδια. Σε ένα πρώτο στάδιο, η κυβέρνηση του οικείου κράτους μέλους προτείνει υποψήφιο για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου διαβιβάζοντας τη σχετική πρόταση στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου. Σε ένα δεύτερο στάδιο, η επιτροπή που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ γνωμοδοτεί σχετικά με την επάρκεια του υποψηφίου αυτού για την άσκηση των καθηκόντων δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων του άρθρου 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Στο τρίτο στάδιο, το οποίο έπεται της διαβουλεύσεως με την εν λόγω επιτροπή, οι κυβερνήσεις των κρατών μελών προβαίνουν, μέσω των αντιπροσώπων τους, στον διορισμό του εν λόγω υποψηφίου στη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου, με απόφαση που λαμβάνεται με κοινή συμφωνία κατόπιν προτάσεως της κυβέρνησης του οικείου κράτους μέλους. Επομένως, η απόφαση με την οποία προτείνεται υποψήφιος για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου, η οποία λαμβάνεται από την κυβέρνηση κράτους μέλους, συνιστά το πρώτο στάδιο της διεπόμενης από το άρθρο 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και το άρθρο 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ διαδικασίας διορισμού και εμπίπτει, ως εκ τούτου, στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων. Υπό τις συνθήκες αυτές, η ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων εμπίπτει προδήλως στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου να εκδίδει προδικαστικές αποφάσεις.
Όσον αφορά την ουσία των υποβληθέντων προδικαστικών ερωτημάτων, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι η απαίτηση περί ανεξαρτησίας των δικαστηρίων εξειδικεύει μία από τις θεμελιώδεις αξίες της Ένωσης και των κρατών μελών της, όπως αυτές κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, οι οποίες καθορίζουν την ίδια την ταυτότητα της Ένωσης ως κοινής έννομης τάξης και τις οποίες οφείλουν να τηρούν τόσο η Ένωση όσο και τα κράτη μέλη. Δεδομένου ότι η απαίτηση αυτή, η οποία περιλαμβάνει δύο πτυχές, ήτοι την ανεξαρτησία εν στενή εννοία και την αμεροληψία, είναι συμφυής με το δικαιοδοτικό έργο και ότι το άρθρο 19 ΣΕΕ αναθέτει από κοινού στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα εθνικά δικαστήρια το καθήκον της άσκησης δικαστικού ελέγχου εντός της έννομης τάξης της Ένωσης, η απαίτηση αυτή ισχύει εξίσου σε επίπεδο Ένωσης, μεταξύ άλλων για τους δικαστές του Γενικού Δικαστηρίου, και σε επίπεδο κρατών μελών, για τα εθνικά δικαστήρια.
Επιπλέον, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η απαίτηση περί δικαστηρίου που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως συνδέεται στενά, μεταξύ άλλων, με την απαίτηση περί ανεξαρτησίας, υπό την έννοια ότι αμφότερες αποσκοπούν στον σεβασμό των θεμελιωδών αρχών της υπεροχής του δικαίου και της διάκρισης των εξουσιών, οι οποίες είναι ουσιώδεις για το κράτος δικαίου, η αξία του οποίου κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 ΣΕΕ. Η απαίτηση περί δικαστηρίου που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως περιλαμβάνει, ως εκ της φύσεώς της, τη διαδικασία διορισμού των δικαστών, διευκρινιζομένου ότι η ανεξαρτησία ενός δικαστηρίου αξιολογείται με βάση, μεταξύ άλλων, τον τρόπο διορισμού των μελών του.
Συναφώς, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις και οι όροι της διαδικασίας για τον διορισμό των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου πρέπει να αποκλείουν κάθε εύλογη αμφιβολία των πολιτών ως προς το εάν οι οικείοι δικαστές πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και του άρθρου 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, οι οποίες αφορούν τόσο τις «εγγυήσεις ανεξαρτησίας» όσο και την «απαιτούμενη ικανότητα για την άσκηση υψηλών δικαστικών καθηκόντων». Προς τούτο, είναι, μεταξύ άλλων, αναγκαίο να διασφαλίζεται η ακεραιότητα της διαδικασίας διορισμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου στο σύνολό της και, κατά συνέπεια, το αδιάβλητο του αποτελέσματος της διαδικασίας σε κάθε στάδιό της.
Επομένως, όσον αφορά, καταρχάς, το εθνικό στάδιο της πρότασης υποψηφίου για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου, το Δικαστήριο επισημαίνει, αφενός, ότι, ελλείψει σχετικών ειδικών διατάξεων στο δίκαιο της Ένωσης, εναπόκειται στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους να ρυθμίσει τους όρους της εν λόγω διαδικασίας πρότασης υποψηφίου, υπό την προϋπόθεση να μη μπορούν οι όροι αυτοί να δημιουργήσουν στους πολίτες εύλογες αμφιβολίες ως προς το εάν ο προτεινόμενος υποψήφιος πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και του άρθρου 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Συναφώς, το γεγονός ότι στη διαδικασία διορισμού δικαστών μετέχουν εκπρόσωποι της νομοθετικής ή της εκτελεστικής εξουσίας δεν είναι αφ’ εαυτού ικανό να προκαλέσει τέτοιες εύλογες αμφιβολίες στους πολίτες. Τούτου λεχθέντος, η συμμετοχή ανεξάρτητων συμβουλευτικών οργάνων καθώς και η πρόβλεψη στο εθνικό δίκαιο υποχρέωσης αιτιολόγησης μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση της αντικειμενικότητας της διαδικασίας διορισμού, οριοθετώντας την εξουσία εκτιμήσεως που πιθανώς διαθέτει το αρμόδιο για τους διορισμούς όργανο.
Αφετέρου, όσον αφορά τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που προβλέπονται σε σχέση με την επιλογή και την πρόταση υποψηφίων για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη, μολονότι διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως κατά τον καθορισμό των προϋποθέσεων αυτών, οφείλουν, εντούτοις, να διασφαλίζουν, όποιοι και αν είναι οι επιλεγόμενοι συναφώς όροι της διαδικασίας, ότι οι προτεινόμενοι υποψήφιοι πληρούν τις απαιτήσεις περί ανεξαρτησίας και επαγγελματικής ικανότητας που προβλέπονται στο άρθρο 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και στο άρθρο 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ.
Εν συνεχεία, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι η εξακρίβωση της επάρκειας των προτεινόμενων από τα κράτη μέλη υποψηφίων για την άσκηση των καθηκόντων δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου, υπό το πρίσμα των απαιτήσεων αυτών, εμπίπτει επίσης στην αρμοδιότητα της επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ. Πράγματι, προκειμένου να εκδώσει τη γνωμοδότησή της σχετικά με την επάρκεια των υποψηφίων, η επιτροπή αυτή οφείλει να εξακριβώσει ότι ο προτεινόμενος υποψήφιος πληροί τις απαιτήσεις περί ανεξαρτησίας και επαγγελματικής ικανότητας που απαιτούνται από τις Συνθήκες για την άσκηση των καθηκόντων του δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου.
Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι, μολονότι η ύπαρξη ανοικτής, διαφανούς και αυστηρής διαδικασίας επιλογής αποτελεί κρίσιμο στοιχείο προκειμένου να εξακριβωθεί ότι ο προτεινόμενος υποψήφιος πληροί τις εν λόγω απαιτήσεις, η απουσία τέτοιας διαδικασίας δεν συνιστά, αντιθέτως, αυτή καθεαυτήν, λόγο ικανό να δημιουργήσει αμφιβολίες ως προς την τήρηση των απαιτήσεων αυτών. Για τους σκοπούς της εν λόγω εξακρίβωσης, η επιτροπή που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ μπορεί να ζητήσει από την κυβέρνηση από την οποία προέρχεται η πρόταση να της διαβιβάσει συμπληρωματικές πληροφορίες ή άλλα στοιχεία τα οποία κρίνει απαραίτητα για το έργο της.
Τέλος, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι και οι κυβερνήσεις των κρατών μελών οφείλουν να διασφαλίζουν, μέσω των αντιπροσώπων τους, την τήρηση των απαιτήσεων του άρθρου 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και του άρθρου 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, όταν αποφασίζουν, λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ, να διορίσουν δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου τον υποψήφιο που προτείνει η οικεία κυβέρνηση. Πράγματι, μετά τον διορισμό του, ο υποψήφιος καθίσταται δικαστής της Ένωσης και δεν εκπροσωπεί το κράτος μέλος που τον πρότεινε.
Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, όταν ένα κράτος μέλος έχει θεσπίσει διαδικασία επιλογής υποψηφίων για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου, στο πλαίσιο της οποίας ομάδα αποτελούμενη κατά πλειοψηφία από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες αναλαμβάνει την αξιολόγηση των υποψηφίων, την κατάρτιση πίνακα κατάταξης όσων εξ αυτών πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και του άρθρου 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, και την εισήγηση, εν είδει συστάσεως, της υποψηφιότητας του προσώπου που έχει καταταγεί στην πρώτη θέση, το γεγονός και μόνον ότι η κυβέρνηση του εν λόγω κράτους μέλους αποφάσισε να προτείνει υποψήφιο ο οποίος περιλαμβάνεται στον ως άνω πίνακα αλλά δεν είναι εκείνος που έχει καταταγεί στην πρώτη θέση δεν αρκεί, αφ’ εαυτού, για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η πρόταση αυτή δύναται να δημιουργήσει εύλογες αμφιβολίες ως προς το εάν ο προτεινόμενος υποψήφιος πληροί τις οικείες απαιτήσεις. Επιπλέον, το γεγονός ότι η επιτροπή που προβλέπει το άρθρο 255 ΣΛΕΕ εξέδωσε θετική γνωμοδότηση για τον προταθέντα από την εθνική κυβέρνηση υποψήφιο που είχε καταταγεί στην τρίτη θέση του πίνακα κατάταξης είναι ικανό να επιβεβαιώσει ότι η απόφαση των κυβερνήσεων των κρατών μελών να διορίσουν τον εν λόγω υποψήφιο είναι σύμφωνη με τις προμνησθείσες απαιτήσεις.
( 1 ) Άρθρο 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και άρθρο 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ.
( 2 ) Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 5, τρίτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
( 3 ) Pretendento į Europos Sąjungos Bendrojo Teismo teisėjus atrankos tvarkos aprašas (περιγραφή της διαδικασίας επιλογής των υποψηφίων για τη θέση δικαστή του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης, η οποία θεσπίστηκε με την απόφαση 1R‑65 του Υπουργού Δικαιοσύνης της Δημοκρατίας της Λιθουανίας της 9ης Μαρτίου 2021.
( 4 ) Μεταξύ άλλων, κατά το άρθρο 19, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ, το άρθρο 254, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ και το άρθρο 255 ΣΛΕΕ.