Този документ е извадка от уебсайта EUR-Lex.
Документ 62021CJ0100
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Μαρτίου 2023.
QB κατά Mercedes-Benz Group AG.
Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων – Οδηγία 2007/46/ΕΚ – Άρθρο 18, παράγραφος 1 – Άρθρο 26, παράγραφος 1 – Άρθρο 46 – Κανονισμός (ΕΚ) 715/2007 – Άρθρο 5, παράγραφος 2 – Μηχανοκίνητα οχήματα – Πετρελαιοκινητήρας – Εκπομπές ρύπων – Βαλβίδα ανακυκλοφορίας καυσαερίων (βαλβίδα EGR) – Περιορισμός της μειώσεως των εκπομπών οξειδίου του αζώτου (NOx) λόγω “θερμοκρασιακού παραθύρου” – Σύστημα αναστολής – Προστασία των συμφερόντων μεμονωμένου αγοραστή οχήματος εξοπλισμένου με παράνομο σύστημα αναστολής – Αξίωση αποζημιώσεως λόγω αδικοπρακτικής ευθύνης του κατασκευαστή του εν λόγω οχήματος – Τρόπος υπολογισμού της αποζημιώσεως – Αρχή της αποτελεσματικότητας – Άρθρο 267 ΣΛΕΕ – Παραδεκτό – Υποβολή αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο από μονομελή δικαστικό σχηματισμό.
Υπόθεση C-100/21.
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Μαρτίου 2023.
QB κατά Mercedes-Benz Group AG.
Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων – Οδηγία 2007/46/ΕΚ – Άρθρο 18, παράγραφος 1 – Άρθρο 26, παράγραφος 1 – Άρθρο 46 – Κανονισμός (ΕΚ) 715/2007 – Άρθρο 5, παράγραφος 2 – Μηχανοκίνητα οχήματα – Πετρελαιοκινητήρας – Εκπομπές ρύπων – Βαλβίδα ανακυκλοφορίας καυσαερίων (βαλβίδα EGR) – Περιορισμός της μειώσεως των εκπομπών οξειδίου του αζώτου (NOx) λόγω “θερμοκρασιακού παραθύρου” – Σύστημα αναστολής – Προστασία των συμφερόντων μεμονωμένου αγοραστή οχήματος εξοπλισμένου με παράνομο σύστημα αναστολής – Αξίωση αποζημιώσεως λόγω αδικοπρακτικής ευθύνης του κατασκευαστή του εν λόγω οχήματος – Τρόπος υπολογισμού της αποζημιώσεως – Αρχή της αποτελεσματικότητας – Άρθρο 267 ΣΛΕΕ – Παραδεκτό – Υποβολή αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο από μονομελή δικαστικό σχηματισμό.
Υπόθεση C-100/21.
Сборник съдебна практика — общ сборник — раздел „Информация относно непубликуваните решения“
Идентификатор ECLI: ECLI:EU:C:2023:229
Υπόθεση C-100/21
QB
κατά
Mercedes-Benz Group AG, πρώην Daimler AG
(αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Landgericht Ravensburg)
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Μαρτίου 2023
«Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων – Οδηγία 2007/46/ΕΚ – Άρθρο 18, παράγραφος 1 – Άρθρο 26, παράγραφος 1 – Άρθρο 46 – Κανονισμός (ΕΚ) 715/2007 – Άρθρο 5, παράγραφος 2 – Μηχανοκίνητα οχήματα – Πετρελαιοκινητήρας – Εκπομπές ρύπων – Βαλβίδα ανακυκλοφορίας καυσαερίων (βαλβίδα EGR) – Περιορισμός της μειώσεως των εκπομπών οξειδίου του αζώτου (NOx) λόγω “θερμοκρασιακού παραθύρου” – Σύστημα αναστολής – Προστασία των συμφερόντων μεμονωμένου αγοραστή οχήματος εξοπλισμένου με παράνομο σύστημα αναστολής – Αξίωση αποζημιώσεως λόγω αδικοπρακτικής ευθύνης του κατασκευαστή του εν λόγω οχήματος – Τρόπος υπολογισμού της αποζημιώσεως – Αρχή της αποτελεσματικότητας – Άρθρο 267 ΣΛΕΕ – Παραδεκτό – Υποβολή αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο από μονομελή δικαστικό σχηματισμό»
Προσέγγιση των νομοθεσιών – Μηχανοκίνητα οχήματα – Εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα – Κανονισμός 715/2007 – Σύστημα αναστολής – Έννοια – Σύστημα το οποίο μειώνει, αναλόγως της εξωτερικής θερμοκρασίας και του υψομέτρου, την αποτελεσματικότητα του συστήματος ανακυκλοφορίας των καυσαερίων του οικείου οχήματος κατά την κανονική χρήση και λειτουργία του – Εμπίπτει
(Κανονισμός 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 3, σημείο 10, 4 § 2 και 5 § 1)
(βλ. σκέψη 58)
Προσέγγιση των νομοθεσιών – Μηχανοκίνητα οχήματα – Εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα – Οδηγία 2007/46 – Κανονισμός 715/2007 – Υποχρεώσεις των κατασκευαστών σχετικά με την έγκριση – Απαγόρευση χρήσης συστημάτων αναστολής τα οποία μειώνουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων ελέγχου των εκπομπών – Εξαιρέσεις – Προστασία του κινητήρα από ζημία ή ατύχημα και ασφαλής λειτουργία του οχήματος – Περιεχόμενο – Σύστημα το οποίο μειώνει, αναλόγως της εξωτερικής θερμοκρασίας και του υψομέτρου, την αποτελεσματικότητα του συστήματος ανακυκλοφορίας των καυσαερίων του οικείου οχήματος κατά την κανονική χρήση και λειτουργία του – Εμπίπτει
(Κανονισμός 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 5 § 2, στοιχείο aʹ)
(βλ. σκέψεις 60-66)
Προσέγγιση των νομοθεσιών – Μηχανοκίνητα οχήματα – Εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα – Οδηγία 2007/46 – Κανονισμός 715/2007 – Προστατευόμενα συμφέροντα – Έννοια – Ιδιαίτερα συμφέροντα του αγοραστή – Εμπίπτουν – Παράβαση της υποχρεώσεως των κατασκευαστών να διαθέτουν στην αγορά οχήματα σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία – Αξίωση αποκαταστάσεως της ζημίας που προκλήθηκε στον αγοραστή – Λεπτομερείς όροι χορηγήσεως – Τήρηση των αρχών της αποτελεσματικότητας και του προσήκοντος χαρακτήρα της αποζημιώσεως, καθώς και της απαγορεύσεως του αδικαιολόγητου πλουτισμού
(Κανονισμός 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 5 § 2 και 13 § 1)
(βλ. σκέψεις 78-85, 88-96 και διατακτ.)
Σύνοψη
Ο QB είχε αγοράσει το 2014 από μεταπωλητή μεταχειρισμένο όχημα μάρκας Mercedes‑Benz, μοντέλο C 220 CDI, το οποίο ήταν εξοπλισμένο με πετρελαιοκινητήρα γενιάς Euro 5. Το εν λόγω όχημα, το οποίο είχε διαθέσει στην αγορά η κατασκευάστρια αυτοκινήτων Mercedes-Benz Group AG (πρώην Daimler AG), είχε λάβει άδεια κυκλοφορίας για πρώτη φορά το 2013. Το συγκεκριμένο όχημα διέθετε λογισμικό ελέγχου του κινητήρα με το οποίο μειώνεται ο συντελεστής ανακυκλοφορίας των καυσαερίων οσάκις οι εξωτερικές θερμοκρασίες είναι χαμηλότερες από ένα ορισμένο ελάχιστο όριο, με συνέπεια την αύξηση των εκπομπών οξειδίου του αζώτου (NOx). Ως εκ τούτου η ανακυκλοφορία ήταν πλήρως αποτελεσματική μόνον όταν η εξωτερική θερμοκρασία δεν ήταν χαμηλότερη από το συγκεκριμένο ελάχιστο όριο.
Ο QB άσκησε αγωγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, Landgericht Ravensburg (πρωτοδικείου Ravensburg, Γερμανία), με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας την οποία υποστηρίζει ότι του προκάλεσε η Mercedes-Benz Group εξοπλίζοντας το επίμαχο όχημα με συστήματα αναστολής τα οποία απαγορεύονται βάσει του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων ( 1 ).
Υπενθυμίζεται ότι ο σκοπός του εν λόγω κανονισμού συνίσταται στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου περιβαλλοντικής προστασίας και, ειδικότερα, στη σημαντική μείωση των εκπομπών NΟx από τα πετρελαιοκίνητα οχήματα για τη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα και τη συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές για τη ρύπανση ( 2 ). Ο κανονισμός ορίζει το «σύστημα αναστολής» ως «κάθε στοιχείο σχεδιασμού το οποίο αισθάνεται τη θερμοκρασία, την ταχύτητα του οχήματος, τις στροφές του κινητήρα (RPM), τη σχέση μετάδοσης του κιβωτίου ταχυτήτων, την υποπίεση της πολλαπλής εισαγωγής ή οποιαδήποτε άλλη παράμετρο με στόχο την ενεργοποίηση, την αυξομείωση, την καθυστέρηση ή την απενεργοποίηση της λειτουργίας οιουδήποτε μέρους του συστήματος ελέγχου των εκπομπών, που μειώνει την αποτελεσματικότητα του συστήματος ελέγχου των εκπομπών υπό συνθήκες που είναι εύλογα αναμενόμενες κατά την κανονική χρήση και λειτουργία του οχήματος» ( 3 ). Επιπλέον, η οδηγία περί θεσπίσεως πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης ( 4 ), προέβλεπε τις διοικητικές διατάξεις και τις γενικές τεχνικές απαιτήσεις για την έγκριση όλων των νέων οχημάτων που ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής της καθώς και για την έγκριση των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονταν για τα οχήματα αυτά, με σκοπό να διευκολύνει την έκδοση άδειας κυκλοφορίας, την πώληση και τη θέση σε κυκλοφορία των οχημάτων αυτών εντός της Ένωσης ( 5 ).
Κατά την ισχύουσα γερμανική νομοθεσία, η άσκηση της αξιώσεως αποζημιώσεως από μεμονωμένο αγοραστή αυτοκινήτου οχήματος το οποίο δεν πληροί τις απαιτήσεις του δικαίου της Ένωσης προϋποθέτει την παράβαση νόμου που αποσκοπεί στην προστασία τρίτου ( 6 ). Το αιτούν δικαστήριο ζήτησε, ως εκ τούτου, από το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν οι κρίσιμες εν προκειμένω διατάξεις, αφενός, της οδηγίας-πλαισίου ( 7 ), και, αφετέρου, του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων ( 8 ), προστατεύουν, πέραν των γενικών συμφερόντων, τα ιδιαίτερα συμφέροντα του μεμονωμένου αγοραστή μηχανοκίνητου οχήματος έναντι του κατασκευαστή σε περίπτωση κατά την οποία το όχημα είναι εξοπλισμένο με απαγορευμένο βάσει του εν λόγω κανονισμού σύστημα αναστολής. Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν, στο πλαίσιο της αποκαταστάσεως της ζημίας που υπέστη ο αγοραστής οχήματος εξοπλισμένου με απαγορευμένο σύστημα αναστολής, το δίκαιο της Ένωσης αντιτίθεται στον συνυπολογισμό του οφέλους από την πραγματική χρήση του συγκεκριμένου οχήματος κατά την επιστροφή του τιμήματος αγοράς του οχήματος και, σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως, αν αντιτίθεται στον υπολογισμό του οφέλους αυτού βάσει του συνολικού τιμήματος αγοράς του οχήματος.
Το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου παρέχει σημαντικές διευκρινίσεις ως προς το ζήτημα της αξιώσεως αποζημιώσεως των αγοραστών οχημάτων τα οποία έχουν εξοπλισθεί με παράνομο σύστημα αναστολής που έχει ως σκοπό να μειώσει την αποτελεσματικότητα του συστήματος ελέγχου των ρυπογόνων εκπομπών σωματιδίων NOx.
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
Προκαταρκτικώς, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, αφενός, απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να κρίνει, λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας του Δικαστηρίου αν το λογισμικό με το οποίο είναι εξοπλισμένο το όχημα που αγόρασε ο QB συνιστά «σύστημα αναστολής» κατά την έννοια του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων.
Αφετέρου, υπενθυμίζει ότι η απαγόρευση χρήσεως συστημάτων αναστολής τα οποία μειώνουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων ελέγχου των εκπομπών υπόκειται σε τρεις εξαιρέσεις, εκ των οποίων η μόνη κρίσιμη εν προκειμένω αφορά την περίπτωση κατά την οποία «η ανάγκη χρήσης των συστημάτων αιτιολογείται για λόγους προστασίας του κινητήρα από ζημία ή ατύχημα και για την ασφαλή λειτουργία του οχήματος» ( 9 ). Για να δικαιολογηθεί το σύστημα αναστολής πρέπει να ανταποκρίνεται αυστηρώς στην ανάγκη αποφυγής των άμεσων κινδύνων ζημιών στον κινητήρα, οι οποίοι είναι τόσο σοβαροί ώστε να δημιουργούν συγκεκριμένο κίνδυνο κατά την οδήγηση του οχήματος που είναι εξοπλισμένο με το εν λόγω σύστημα αναστολής. Επιπλέον, ένα σύστημα αναστολής το οποίο θα έπρεπε, υπό κανονικές συνθήκες οδήγησης, να λειτουργεί κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους, προκειμένου ο κινητήρας να προστατεύεται από ζημία ή ατύχημα και το όχημα να λειτουργεί με ασφάλεια, θα αντέβαινε προδήλως στον σκοπό προστασίας του περιβάλλοντος που επιδιώκεται με τον εν λόγω κανονισμό και, επομένως, δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να προβεί και επ’ αυτού στις εκτιμήσεις περί των πραγματικών περιστατικών οι οποίες είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των ανωτέρω προϋποθέσεων.
Το Δικαστήριο αποφαίνεται, κατά πρώτον, ότι οι κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας-πλαισίου και του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων, θεωρούμενες από κοινού, προστατεύουν, πέραν των γενικών συμφερόντων, τα ιδιαίτερα συμφέροντα του μεμονωμένου αγοραστή μηχανοκίνητου οχήματος έναντι του κατασκευαστή σε περίπτωση κατά την οποία το όχημα είναι εξοπλισμένο με απαγορευμένο βάσει των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού σύστημα αναστολής.
Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι με την απαγόρευση των συστημάτων αναστολής, τα οποία μειώνουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων ελέγχου των εκπομπών, επιδιώκεται γενικός σκοπός που συνίσταται στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος και ότι η υποχρέωση των κατασκευαστών να παρέχουν στους καταναλωτές και στους χρήστες αντικειμενικές και ακριβείς πληροφορίες ως προς τον κατά το μάλλον ή ήττον ρυπογόνο χαρακτήρα των οχημάτων κατά τον χρόνο που αυτοί λαμβάνουν απόφαση περί αγοράς εντάσσεται ακριβώς στο πλαίσιο του εν λόγω επιδιωκόμενου γενικού σκοπού. Εξάλλου, τα οχήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας-πλαισίου πρέπει να έχουν λάβει έγκριση τύπου, η δε έγκριση αυτή μπορεί να χορηγηθεί μόνον εάν ο συγκεκριμένος τύπος οχήματος ανταποκρίνεται στις διατάξεις του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων, ιδίως δε σε εκείνες που αφορούν τις εκπομπές.
Το Δικαστήριο προσθέτει, όμως, ότι, σύμφωνα με την οδηγία-πλαίσιο, πέραν των απαιτήσεων σχετικά με την έγκριση ΕΚ τύπου που βαρύνουν τους κατασκευαστές, αυτοί υποχρεούνται επίσης να χορηγούν στον μεμονωμένο αγοραστή οχήματος πιστοποιητικό συμμορφώσεως. Βάσει της εν λόγω οδηγίας-πλαισίου, το πιστοποιητικό αυτό είναι υποχρεωτικό για τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας και για την πώληση ή τη θέση σε κυκλοφορία οχήματος. Εξάλλου, οι κυρώσεις που προβλέπονται από την οδηγία-πλαίσιο πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν ότι ο αγοραστής του οχήματος διαθέτει πιστοποιητικό συμμόρφωσης το οποίο καθιστά δυνατή τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, χωρίς την υποχρέωση παροχής πρόσθετης τεχνικής τεκμηρίωσης. Επομένως, ο συγκεκριμένος αγοραστής μπορεί ευλόγως να αναμένει ότι τηρείται ο κανονισμός που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων. Το Δικαστήριο συμπεραίνει εξ αυτού ότι η οδηγία-πλαίσιο, θεωρούμενη από κοινού με τον κανονισμό που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων, εγκαθιδρύει άμεση σχέση μεταξύ του κατασκευαστή αυτοκινήτων και του μεμονωμένου αγοραστή μηχανοκίνητου οχήματος με σκοπό να διασφαλισθεί υπέρ του δευτέρου ότι το συγκεκριμένο όχημα είναι σύμφωνο με την ισχύουσα νομοθεσία της Ένωσης.
Το Δικαστήριο διαπιστώνει συναφώς ότι ενδέχεται ένας τύπος οχήματος, ο οποίος καλύπτεται από έγκριση ΕΚ τύπου και ο οποίος επιτρέπει τη χρήση του οχήματος στο οδικό δίκτυο, να έχει εγκριθεί αρχικώς από την εγκριτική αρχή χωρίς η τελευταία να έχει διαπιστώσει την ύπαρξη λογισμικού, όπως το επίμαχο εν προκειμένω. Η οδηγία-πλαίσιο αφορά την περίπτωση κατά την οποία ο παράνομος χαρακτήρας ενός στοιχείου σχεδιασμού του οχήματος, για παράδειγμα υπό το πρίσμα των απαιτήσεων του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων, δεν διαπιστώνεται παρά μόνο μετά την έγκριση αυτή. Κατά συνέπεια, ο παράνομος χαρακτήρας συστήματος αναστολής με το οποίο είναι εξοπλισμένο μηχανοκίνητο όχημα, ο οποίος διαπιστώνεται μετά την έγκριση ΕΚ τύπου για το όχημα αυτό, μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω το κύρος της συγκεκριμένης εγκρίσεως και, κατ’ επέκταση, το κύρος του πιστοποιητικού συμμόρφωσης το οποίο θεωρείται ότι πιστοποιεί ότι το εν λόγω όχημα, που ανήκε στη σειρά του εγκεκριμένου τύπου, πληρούσε τις απαιτήσεις όλων των κανονιστικών πράξεων που ίσχυαν κατά τον χρόνο κατασκευής του. Ο συγκεκριμένος παράνομος χαρακτήρας μπορεί, μεταξύ άλλων, να προκαλέσει αβεβαιότητα ως προς τη δυνατότητα ταξινομήσεως και χορηγήσεως αδείας κυκλοφορίας, πωλήσεως ή θέσεως σε κυκλοφορία του εν λόγω οχήματος και, μακροπρόθεσμα, να ζημιώσει τον αγοραστή οχήματος εξοπλισμένου με απαγορευμένο σύστημα αναστολής.
Κατά δεύτερον, απαντώντας στο ερώτημα αν, κατ’ ουσίαν, το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι, στο πλαίσιο της αποκαταστάσεως της ζημίας που υπέστη ο αγοραστής οχήματος εξοπλισμένου με απαγορευμένο σύστημα αναστολής, αντιτίθεται στον συνυπολογισμό του οφέλους από την πραγματική χρήση του συγκεκριμένου οχήματος κατά την επιστροφή του τιμήματος αγοράς του οχήματος και, σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως, αν αντιτίθεται στον υπολογισμό του οφέλους αυτού βάσει του συνολικού τιμήματος αγοράς του οχήματος, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι, ελλείψει σχετικών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, απόκειται στο δίκαιο του οικείου κράτος μέλος να καθορίσει τους κανόνες που αφορούν την αποκατάσταση της ζημίας που πράγματι υπέστη ο αγοραστής οχήματος εξοπλισμένου με τέτοιο σύστημα αναστολής, εφόσον η αποκατάσταση αυτή είναι η προσήκουσα ως προς την προκληθείσα ζημία.
Συγκεκριμένα, αφενός, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την ερμηνεία στην οποία η οδηγία-πλαίσιο προστατεύει τα ιδιαίτερα συμφέροντα του μεμονωμένου αγοραστή μηχανοκίνητου οχήματος έναντι του κατασκευαστή του σε περίπτωση κατά την οποία το όχημα αυτό είναι εξοπλισμένο με απαγορευμένο σύστημα αναστολής, με συνέπεια ο αγοραστής να έχει αξίωση να μην είναι εξοπλισμένο το όχημα με τέτοιο σύστημα αναστολής. Αφετέρου, επισημαίνει ότι η οδηγία-πλαίσιο και ο κανονισμός που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων προβλέπουν ότι απόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν τις κυρώσεις οι οποίες επιβάλλονται σε περίπτωση μη τηρήσεως των διατάξεων των εν λόγω νομοθετημάτων και οι οποίες πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικού χαρακτήρα και αποτρεπτικές. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να προβλέπουν ότι ο αγοραστής μηχανοκίνητου οχήματος εξοπλισμένου με απαγορευμένο σύστημα αναστολής έχει αξίωση αποζημιώσεως έναντι του κατασκευαστή του οχήματος. Απόκειται βεβαίως σε κάθε κράτος μέλος να καθορίσει τους λεπτομερείς όρους της χορηγήσεως τέτοιας αποζημιώσεως. Το Δικαστήριο διευκρινίζει, πάντως, ότι δεν θα ήταν σύμφωνη με την αρχή της αποτελεσματικότητας εθνική νομοθεσία η οποία καθιστά, στην πράξη, αδύνατη ή υπέρμετρα δυσχερή την προσήκουσα αποκατάσταση των ζημιών που υπέστη ο αγοραστής μηχανοκίνητου οχήματος λόγω της εκ μέρους του κατασκευαστή παραβάσεως της απαγορεύσεως χρήσεως συστημάτων αναστολής. Υπό την επιφύλαξη αυτή, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι τα εθνικά δικαστήρια μπορούν νομίμως να μεριμνούν ώστε η προστασία των δικαιωμάτων τα οποία εγγυάται η έννομη τάξη της Ένωσης να μη συνεπάγεται αδικαιολόγητο πλουτισμό. Επομένως, το αιτούν δικαστήριο οφείλει να διακριβώσει αν ο συνυπολογισμός του οφέλους από την πραγματική χρήση του οικείου οχήματος διασφαλίζει προσήκουσα αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη ο αγοραστής, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτός υπέστη ζημία συνδεόμενη με την εγκατάσταση στο εν λόγω όχημα απαγορευμένου συστήματος αναστολής.
( 1 ) Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2007, που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων όσον αφορά εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα (Euro 5 και Euro 6) και σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και συντήρησης οχημάτων (ΕΕ 2007, L 171, σ. 1), ειδικότερα δε βάσει του άρθρου του 5, παράγραφος 2.
( 2 ) Αιτιολογικές σκέψεις 1 και 6 του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων.
( 3 ) Άρθρο 3, σημείο 10, του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων.
( 4 ) Οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ 2007, L 263, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 385/2009 της Επιτροπής, της 7ης Μαΐου 2009 (ΕΕ 2009, L 118, σ. 13) (στο εξής: οδηγία-πλαίσιο).
( 5 ) Άρθρο 1 της οδηγίας-πλαισίου.
( 6 ) Άρθρο 823, παράγραφος 2, του Bürgerliches Gesetzbuch (γερμανικού αστικού κώδικα).
( 7 ) Συγκεκριμένα δε το άρθρο 18, παράγραφος 1, το άρθρο 26, παράγραφος 1, και το άρθρο 46 της οδηγίας‑πλαισίου.
( 8 ) Συγκεκριμένα δε το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων.
( 9 ) Εξαίρεση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων.