Ten dokument pochodzi ze strony internetowej EUR-Lex
Dokument 62016CJ0015
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 19ης Ιουνίου 2018.
Bundesanstalt für Finanzdienstleistungsaufsicht κατά Ewald Baumeister.
Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Οδηγία 2004/39/ΕΚ – Άρθρο 54, παράγραφος 1 – Περιεχόμενο της υποχρεώσεως τηρήσεως του επαγγελματικού απορρήτου την οποία υπέχουν οι εθνικές χρηματοπιστωτικές εποπτικές αρχές – Έννοια των “εμπιστευτικών πληροφοριών”.
Υπόθεση C-15/16.
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 19ης Ιουνίου 2018.
Bundesanstalt für Finanzdienstleistungsaufsicht κατά Ewald Baumeister.
Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Οδηγία 2004/39/ΕΚ – Άρθρο 54, παράγραφος 1 – Περιεχόμενο της υποχρεώσεως τηρήσεως του επαγγελματικού απορρήτου την οποία υπέχουν οι εθνικές χρηματοπιστωτικές εποπτικές αρχές – Έννοια των “εμπιστευτικών πληροφοριών”.
Υπόθεση C-15/16.
Υπόθεση C‑15/16
Bundesanstalt für Finanzdienstleistungsaufsicht
κατά
Ewald Baumeister
(αίτηση του Bundesverwaltungsgericht
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Οδηγία 2004/39/ΕΚ – Άρθρο 54, παράγραφος 1 – Περιεχόμενο της υποχρεώσεως τηρήσεως του επαγγελματικού απορρήτου την οποία υπέχουν οι εθνικές χρηματοπιστωτικές εποπτικές αρχές – Έννοια των “εμπιστευτικών πληροφοριών”»
Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 19ης Ιουνίου 2018
Ελευθερία εγκαταστάσεως–Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών–Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων–Οδηγία 2004/39–Eθνικές χρηματοπιστωτικές εποπτικές αρχές–Yποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου–Περιεχόμενο–Έννοια των εμπιστευτικών πληροφοριών
(Οδηγία 2004/39 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 54 § 1)
Ελευθερία εγκαταστάσεως–Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών–Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων–Οδηγία 2004/39–Eθνικές χρηματοπιστωτικές εποπτικές αρχές–Yποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου–Ημερομηνία εκτιμήσεως του εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφοριών
(Οδηγία 2004/39 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 54 § 1)
Ελευθερία εγκαταστάσεως–Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών–Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων–Οδηγία 2004/39–Eθνικές χρηματοπιστωτικές εποπτικές αρχές–Yποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου–Όρια–Τεκμήριο μη εφαρμογής σε παρωχημένες πληροφορίες εμπορικής φύσεως
(Οδηγία 2004/39 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 54 § 1)
Το άρθρο 54, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου, έχει την έννοια ότι όλες οι πληροφορίες που αφορούν την εποπτευόμενη επιχείρηση και τις οποίες αυτή έχει διαβιβάσει στην αρμόδια αρχή, καθώς και όλες οι εκτιμήσεις της εν λόγω αρχής που περιέχονται στον σχετικό με την εποπτεία φάκελό της, συμπεριλαμβανομένης της αλληλογραφίας της με άλλους φορείς, δεν συνιστούν, άνευ περαιτέρω προϋποθέσεων, εμπιστευτικές πληροφορίες, οι οποίες, συνεπώς, καλύπτονται από την υποχρέωση τηρήσεως του επαγγελματικού απορρήτου κατά τη διάταξη αυτή. Εμπίπτουν στον χαρακτηρισμό αυτόν οι πληροφορίες τις οποίες κατέχουν οι αρχές των κρατών μελών που είναι εντεταλμένες για να ασκούν τα καθήκοντα που προβλέπει η οδηγία αυτή, και οι οποίες, πρώτον, δεν έχουν δημόσιο χαρακτήρα και των οποίων, δεύτερον, η δημοσιοποίηση μπορεί πιθανώς να βλάψει τα συμφέροντα του φυσικού ή νομικού προσώπου που τις προσκόμισε ή τρίτου, ή ακόμα την ομαλή λειτουργία του συστήματος ελέγχου της δραστηριότητας των επιχειρήσεων επενδύσεων το οποίο θέσπισε ο νομοθέτης της Ένωσης με την οδηγία 2004/39.
Περαιτέρω, υπογραμμίζεται ότι το άρθρο 54 της οδηγίας 2004/39 θέτει γενική αρχή απαγορεύσεως της δημοσιοποιήσεως των εμπιστευτικών πληροφοριών που κατέχουν οι αρμόδιες αρχές και αναφέρει εξαντλητικώς τις συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες η γενική αυτή απαγόρευση, κατ’ εξαίρεση, δεν εμποδίζει τη διαβίβασή τους ή τη χρήση τους (πρβλ., απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 2014, Altmann κ.λπ.,C‑140/13, EU:C:2014:2362, σκέψεις 34 και 35). Επομένως, το εν λόγω άρθρο δεν αποσκοπεί στη δημιουργία δικαιώματος προσβάσεως του κοινού στις πληροφορίες που κατέχουν οι αρμόδιες αρχές ή στη λεπτομερή ρύθμιση της ασκήσεως αυτού του δικαιώματος προσβάσεως το οποίο, ενδεχομένως, αναγνωρίζεται από το εθνικό δίκαιο. Τέλος, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι, δεδομένου ότι το άρθρο 54, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/39 επιβάλλει απλώς και μόνον στις αρμόδιες αρχές την υποχρέωση να αρνούνται, κατ’ αρχήν, τη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, τα κράτη μέλη διατηρούν την ελευθερία να παρεκτείνουν την προστασία από τη δημοσιοποίηση στο σύνολο του περιεχομένου των φακέλων εποπτείας των αρμοδίων αρχών ή, αντιστρόφως, να επιτρέπουν την πρόσβαση σε ευρισκόμενες στην κατοχή των αρμοδίων αρχών πληροφορίες που δεν είναι εμπιστευτικές πληροφορίες κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως.
(βλ. σκέψεις 38, 39, 44, 46, διατακτ. 1)
Το άρθρο 54, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/39 έχει την έννοια ότι ο εμπιστευτικός χαρακτήρας πληροφοριών που αφορούν την εποπτευόμενη επιχείρηση και διαβιβάστηκαν στις αρχές των κρατών μελών που είναι εντεταλμένες για να ασκούν τα καθήκοντα που προβλέπει η οδηγία αυτή πρέπει να εκτιμάται κατά την ημερομηνία της εξετάσεως την οποία καλούνται να διενεργήσουν οι αρχές αυτές για να αποφανθούν επί της αιτήσεως δημοσιοποιήσεως των εν λόγω πληροφοριών, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού τους κατά τον χρόνο της διαβιβάσεώς τους στις αρχές αυτές.
(βλ. σκέψη 51, διατακτ. 2)
Το άρθρο 54, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/39 έχει την έννοια ότι οι πληροφορίες τις οποίες κατέχουν οι αρχές των κρατών μελών που είναι εντεταλμένες για να ασκούν τα καθήκοντα που προβλέπει η οδηγία αυτή, και οι οποίες ενδεχομένως αποτέλεσαν επιχειρηματικό απόρρητο, αλλά χρονολογούνται από πέντε και πλέον ετών, θεωρούνται, κατ’ αρχήν, λόγω της παρελεύσεως του χρόνου, παρωχημένες και έχουσες απολέσει, ως εκ τούτου, τον απόρρητο χαρακτήρα τους, εκτός εάν, κατ’ εξαίρεση, ο διάδικος που επικαλείται τον χαρακτήρα αυτόν αποδείξει ότι, παρά την παλαιότητά τους, οι πληροφορίες αυτές εξακολουθούν να αποτελούν ουσιώδη στοιχεία της εμπορικής θέσεώς του ή της εμπορικής θέσεως ενδιαφερομένων τρίτων. Τούτο δεν ισχύει για τις πληροφορίες που κατέχουν οι αρχές αυτές, η εμπιστευτικότητα των οποίων μπορεί να δικαιολογείται από άλλους λόγους εκτός από τη σημασία τους για την εμπορική θέση των οικείων επιχειρήσεων.
(βλ. σκέψη 57, διατακτ. 3)