Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62012CJ0133

Περίληψη της αποφάσεως

Υπόθεση C‑133/12 P

Stichting Woonlinie κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Κρατικές ενισχύσεις — Σύστημα ενισχύσεων που έχει θεσπιστεί υπέρ εταιριών κοινωνικής στέγης — Απόφαση με την οποία το καθεστώς χαρακτηρίζεται συμβατό — Δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι εθνικές αρχές προκειμένου να συμμορφωθούν προς το δίκαιο της Ένωσης — Άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ — Προσφυγή ακυρώσεως — Προϋποθέσεις παραδεκτού — Έννομο συμφέρον — Ενεργητική νομιμοποίηση — Αποδέκτες τους οποίους αφορά ατομικά και άμεσα η απόφαση — Έννοια “κλειστός κύκλος”»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 27ης Φεβρουαρίου 2014

  1. Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Λόγος απαραδέκτου δημοσίας τάξεως – Υποχρέωση του Γενικού Δικαστηρίου να εξετάσει αν πρόκειται περί κανονιστικής πράξεως η οποία δεν συνεπάγεται εκτελεστικά μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ

    (Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

  2. Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Κανονιστικές πράξεις οι οποίες δεν συνεπάγονται εκτελεστικά μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Έννοια – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία χαρακτηρίζονται συμβατές με την εσωτερική αγορά οι τροποποιήσεις υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων που αφορά το γενικό σύστημα χρηματοδοτήσεως των εταιριών κοινωνικής στέγης – Εφαρμογή των δεσμεύσεων από την εθνική νομοθεσία – Δεν εμπίπτει

    (Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

  3. Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία χαρακτηρίζονται συμβατές με την εσωτερική αγορά οι τροποποιήσεις υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων που αφορά το γενικό σύστημα χρηματοδοτήσεως των εταιριών κοινωνικής στέγης – Προσφυγή που ασκεί επιχείρηση της οποίας η ταυτότητα μπορούσε να προσδιοριστεί κατά τον χρόνο εκδόσεως της αποφάσεως και η οποία αποτελεί μέρος περιορισμένου κύκλου επιχειρηματιών – Παραδεκτό

    (Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

  4. Αναίρεση – Αίτηση αναιρέσεως που κρίνεται βάσιμη – Επίλυση της διαφοράς επί της ουσίας από το αναιρετικό δικαστήριο – Διαφορά ώριμη προς εκδίκαση – Δεν υφίσταται – Οριστικός έλεγχος του παραδεκτού της προσφυγής από το αναιρετικό δικαστήριο

    (Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 61)

  5. Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Άμεσος επηρεασμός – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία χαρακτηρίζονται συμβατές με την εσωτερική αγορά οι τροποποιήσεις υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων που αφορά το γενικό σύστημα χρηματοδοτήσεως των εταιριών κοινωνικής στέγης – Διαδικασία του άρθρου 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 659/1999 – Μέτρα που επαναλαμβάνει το εθνικό δίκαιο – Προσφυγή που ασκεί επιχείρηση που έχει υπαχθεί στο υφιστάμενο καθεστώς ενισχύσεων – Παραδεκτό

    (Άρθρα 108 § 1 ΣΛΕΕ και 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 19 § 1)

  6. Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Έννομο συμφέρον – Προσφυγή εταιρίας που είναι δικαιούχος υφιστάμενης κρατικής ενισχύσεως κατά της αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία η ενίσχυση αυτή χαρακτηρίζεται συμβατή με την εσωτερική αγορά με την επιφύλαξη της λήψεως ορισμένων κατάλληλων μέτρων – Προϋποθέσεις – Προσφυγή δυνάμενη να ωφελήσει τον διάδικο που την άσκησε – Παραδεκτό

    (Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

  1.  Στο μέτρο που το κριτήριο δυνάμει του οποίου το παραδεκτό προσφυγής ασκηθείσας από φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατά αποφάσεως της οποίας δεν είναι ο αποδέκτης εξαρτάται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του παραδεκτού κατ’ άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, συνιστά λόγο απαραδέκτου δημοσίας τάξεως, τον οποίο τα δικαιοδοτικά όργανα της Ένωσης μπορούν να εξετάζουν ανά πάσα στιγμή, ακόμη και αυτεπαγγέλτως, το Γενικό Δικαστήριο, για να απορρίψει την προσφυγή του προσφεύγοντος ως απαράδεκτη, δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στην εξέταση της προϋποθέσεως του ατομικού επηρεασμού κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, δεύτερο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ. Οφείλει επίσης να προβεί σε εξέταση του παραδεκτού της προσφυγής υπό το πρίσμα των λοιπών, ηπιότερων προϋποθέσεων του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τρίτο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, λαμβανομένου υπόψη ότι η διαπίστωση της απουσίας ατομικού επηρεασμού δεν μπορεί να προδικάσει το αποτέλεσμα της εξετάσεως αυτής.

    Το Γενικό Δικαστήριο, παραλείποντας να προβεί στην ως άνω εξέταση, υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο. Εντούτοις, η πλάνη αυτή είναι άνευ συνεπειών αν καταδειχθεί ότι η προσφυγή του προσφεύγοντος δεν πληροί τις προϋποθέσεις παραδεκτού του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τρίτο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ.

    (βλ. σκέψεις 32-35)

  2.  Στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως που έχει ασκήσει ένα φυσικό ή ένα νομικό πρόσωπο δυνάμει του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τρίτο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, προκειμένου να εκτιμηθεί αν μια κανονιστική πράξη συνεπάγεται εκτελεστικά μέτρα, πρέπει να εξετάζεται η κατάσταση του προσώπου που επικαλείται το δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής. Εξάλλου, για να ελεγχθεί αν η προσβαλλόμενη πράξη συνεπάγεται εκτελεστικά μέτρα, η εξέταση πρέπει να γίνεται αποκλειστικά με γνώμονα το αντικείμενο της προσφυγής.

    Η προσφυγή δεν πληροί τις προϋποθέσεις παραδεκτού κατ’ άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, τρίτο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, όταν έχει ασκηθεί κατά αποφάσεως με την οποία η Επιτροπή διαπιστώνει τη συμβατότητα υφιστάμενης ενισχύσεως με την εσωτερική αγορά, κατόπιν των δεσμεύσεων που ανέλαβαν οι αρχές του οικείου κράτους μέλους για την τροποποίηση του καθεστώτος ενισχύσεων των οποίων δικαιούχος ήταν ο προσφεύγων και όταν η εν λόγω απόφαση δεν ορίζει τις ειδικές και συγκεκριμένες συνέπειες που θα έχει επί των δραστηριοτήτων του προσφεύγοντος η εφαρμογή των ως άνω δεσμεύσεων.

    (βλ. σκέψεις 37-41)

  3.  Η απόφαση που έχει ως αποδέκτη της ορισμένο πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί ότι αφορά ατομικά έναν τρίτο μόνον εφόσον τον επηρεάζει λόγω της ιδιαιτερότητας της περιπτώσεώς του ή λόγω μιας πραγματικής καταστάσεως που τον χαρακτηρίζει σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο και, ως εκ τούτου, τον εξατομικεύει κατά τρόπον ανάλογο προς την εξατομίκευση του αποδέκτη της αποφάσεως.

    Συναφώς, η δυνατότητα και μόνο να προσδιοριστεί, με μεγαλύτερη ή μικρότερη ακρίβεια, ο αριθμός ή ακόμη και η ταυτότητα των υποκειμένων δικαίου επί των οποίων εφαρμόζεται ένα μέτρο ουδόλως συνεπάγεται ότι το μέτρο αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά ατομικά τα ως άνω υποκείμενα, εφόσον η εφαρμογή αυτή γίνεται βάσει μιας αντικειμενικής καταστάσεως, νομικής ή πραγματικής, την οποία προσδιορίζει η επίμαχη πράξη. Εντούτοις, όταν η απόφαση επηρεάζει μια ομάδα προσώπων που ήταν προσδιορισμένα ή που μπορούσαν να προσδιοριστούν κατά τον χρόνο εκδόσεως της αποφάσεως αυτής και βάσει κριτηρίων συνδεόμενων ειδικά με τα μέλη της εν λόγω ομάδας, η ως άνω απόφαση μπορεί να αφορά ατομικά τα εν λόγω πρόσωπα καθόσον αυτά αποτελούν τμήμα ενός περιορισμένου κύκλου επιχειρηματιών. Τα ανωτέρω ισχύουν, μεταξύ άλλων, όταν η απόφαση τροποποιεί δικαιώματα του ιδιώτη που κτήθηκαν προ της εκδόσεώς της.

    (βλ. σκέψεις 44-46, 49)

  4.  Κατά το άρθρο 61, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Δικαστήριο μπορεί, σε περίπτωση αναιρέσεως της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου, να αποφανθεί οριστικά επί της διαφοράς, εφόσον αυτή είναι ώριμη προς εκδίκαση. Αν το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να αποφανθεί επί της ουσίας της ασκηθείσας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προσφυγής, μπορεί να αποφανθεί οριστικώς επί του παραδεκτού της εν λόγω προσφυγής εφόσον διαθέτει τα αναγκαία προς τούτο στοιχεία.

    (βλ. σκέψεις 52, 53)

  5.  Στο πλαίσιο προσφυγής που έχουν ασκήσει φυσικά ή νομικά πρόσωπα δυνάμει του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, δεύτερο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, η πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση πρέπει να αφορά τους προσφεύγοντες όχι μόνον ατομικά αλλά και άμεσα, υπό την έννοια ότι η πράξη αυτή πρέπει να επηρεάζει την έννομη κατάστασή τους και να μην παρέχει κανένα περιθώριο εκτιμήσεως στις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εκτέλεσή της, δεδομένου ότι η εν λόγω εκτέλεση έχει αμιγώς αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει αποκλειστικά από το δίκαιο της Ένωσης χωρίς εφαρμογή άλλων παρεμβαλλόμενων κανόνων.

    Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 659/1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ, η απόφαση της Επιτροπής με την οποία αυτή δηλώνει ότι λαμβάνει υπόψη τις προτάσεις κατάλληλων μέτρων που έχει υποβάλει το εμπλεκόμενο κράτος μέλος καθιστά τις εν λόγω προτάσεις δεσμευτικές. Το γεγονός ότι η εθνική νομοθεσία επαναλαμβάνει το περιεχόμενο των τροποποιήσεων τις οποίες αφορά η επίμαχη απόφαση δεν ανατρέπει την ως άνω διαπίστωση, διότι οι εθνικές αρχές δεν διαθέτουν εξουσία εκτιμήσεως κατά την εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως. Κατά συνέπεια, η ως άνω απόφαση παράγει άμεσα αποτελέσματα επί της έννομης καταστάσεως των δικαιούχων της ενισχύσεως.

    (βλ. σκέψεις 55, 59-61)

  6.  Όταν οι τροποποιήσεις υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων, οι οποίες είναι αναγκαίες για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση προς το δίκαιο της Ένωσης, καθιστούν τους όρους ασκήσεως των δραστηριοτήτων ορισμένου δικαιούχου λιγότερο ευνοϊκούς σε σχέση με το προγενέστερο καθεστώς, η ακύρωση της αποφάσεως η οποία επέφερε τις εν λόγω τροποποιήσεις θα είχε ως συνέπεια τη διατήρηση των προγενέστερων ευνοϊκότερων όρων. Κατά συνέπεια, ο δικαιούχος αυτός έχει έννομο συμφέρον για την ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 56, 57)

Top

Υπόθεση C‑133/12 P

Stichting Woonlinie κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Κρατικές ενισχύσεις — Σύστημα ενισχύσεων που έχει θεσπιστεί υπέρ εταιριών κοινωνικής στέγης — Απόφαση με την οποία το καθεστώς χαρακτηρίζεται συμβατό — Δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι εθνικές αρχές προκειμένου να συμμορφωθούν προς το δίκαιο της Ένωσης — Άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ — Προσφυγή ακυρώσεως — Προϋποθέσεις παραδεκτού — Έννομο συμφέρον — Ενεργητική νομιμοποίηση — Αποδέκτες τους οποίους αφορά ατομικά και άμεσα η απόφαση — Έννοια “κλειστός κύκλος”»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 27ης Φεβρουαρίου 2014

  1. Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Λόγος απαραδέκτου δημοσίας τάξεως — Υποχρέωση του Γενικού Δικαστηρίου να εξετάσει αν πρόκειται περί κανονιστικής πράξεως η οποία δεν συνεπάγεται εκτελεστικά μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ

    (Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

  2. Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Κανονιστικές πράξεις οι οποίες δεν συνεπάγονται εκτελεστικά μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ — Έννοια — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία χαρακτηρίζονται συμβατές με την εσωτερική αγορά οι τροποποιήσεις υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων που αφορά το γενικό σύστημα χρηματοδοτήσεως των εταιριών κοινωνικής στέγης — Εφαρμογή των δεσμεύσεων από την εθνική νομοθεσία — Δεν εμπίπτει

    (Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

  3. Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία χαρακτηρίζονται συμβατές με την εσωτερική αγορά οι τροποποιήσεις υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων που αφορά το γενικό σύστημα χρηματοδοτήσεως των εταιριών κοινωνικής στέγης — Προσφυγή που ασκεί επιχείρηση της οποίας η ταυτότητα μπορούσε να προσδιοριστεί κατά τον χρόνο εκδόσεως της αποφάσεως και η οποία αποτελεί μέρος περιορισμένου κύκλου επιχειρηματιών — Παραδεκτό

    (Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

  4. Αναίρεση — Αίτηση αναιρέσεως που κρίνεται βάσιμη — Επίλυση της διαφοράς επί της ουσίας από το αναιρετικό δικαστήριο — Διαφορά ώριμη προς εκδίκαση — Δεν υφίσταται — Οριστικός έλεγχος του παραδεκτού της προσφυγής από το αναιρετικό δικαστήριο

    (Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 61)

  5. Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Άμεσος επηρεασμός — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία χαρακτηρίζονται συμβατές με την εσωτερική αγορά οι τροποποιήσεις υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων που αφορά το γενικό σύστημα χρηματοδοτήσεως των εταιριών κοινωνικής στέγης — Διαδικασία του άρθρου 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 659/1999 — Μέτρα που επαναλαμβάνει το εθνικό δίκαιο — Προσφυγή που ασκεί επιχείρηση που έχει υπαχθεί στο υφιστάμενο καθεστώς ενισχύσεων — Παραδεκτό

    (Άρθρα 108 § 1 ΣΛΕΕ και 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 19 § 1)

  6. Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Έννομο συμφέρον — Προσφυγή εταιρίας που είναι δικαιούχος υφιστάμενης κρατικής ενισχύσεως κατά της αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία η ενίσχυση αυτή χαρακτηρίζεται συμβατή με την εσωτερική αγορά με την επιφύλαξη της λήψεως ορισμένων κατάλληλων μέτρων — Προϋποθέσεις — Προσφυγή δυνάμενη να ωφελήσει τον διάδικο που την άσκησε — Παραδεκτό

    (Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

  1.  Στο μέτρο που το κριτήριο δυνάμει του οποίου το παραδεκτό προσφυγής ασκηθείσας από φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατά αποφάσεως της οποίας δεν είναι ο αποδέκτης εξαρτάται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του παραδεκτού κατ’ άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, συνιστά λόγο απαραδέκτου δημοσίας τάξεως, τον οποίο τα δικαιοδοτικά όργανα της Ένωσης μπορούν να εξετάζουν ανά πάσα στιγμή, ακόμη και αυτεπαγγέλτως, το Γενικό Δικαστήριο, για να απορρίψει την προσφυγή του προσφεύγοντος ως απαράδεκτη, δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στην εξέταση της προϋποθέσεως του ατομικού επηρεασμού κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, δεύτερο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ. Οφείλει επίσης να προβεί σε εξέταση του παραδεκτού της προσφυγής υπό το πρίσμα των λοιπών, ηπιότερων προϋποθέσεων του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τρίτο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, λαμβανομένου υπόψη ότι η διαπίστωση της απουσίας ατομικού επηρεασμού δεν μπορεί να προδικάσει το αποτέλεσμα της εξετάσεως αυτής.

    Το Γενικό Δικαστήριο, παραλείποντας να προβεί στην ως άνω εξέταση, υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο. Εντούτοις, η πλάνη αυτή είναι άνευ συνεπειών αν καταδειχθεί ότι η προσφυγή του προσφεύγοντος δεν πληροί τις προϋποθέσεις παραδεκτού του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τρίτο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ.

    (βλ. σκέψεις 32-35)

  2.  Στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως που έχει ασκήσει ένα φυσικό ή ένα νομικό πρόσωπο δυνάμει του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τρίτο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, προκειμένου να εκτιμηθεί αν μια κανονιστική πράξη συνεπάγεται εκτελεστικά μέτρα, πρέπει να εξετάζεται η κατάσταση του προσώπου που επικαλείται το δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής. Εξάλλου, για να ελεγχθεί αν η προσβαλλόμενη πράξη συνεπάγεται εκτελεστικά μέτρα, η εξέταση πρέπει να γίνεται αποκλειστικά με γνώμονα το αντικείμενο της προσφυγής.

    Η προσφυγή δεν πληροί τις προϋποθέσεις παραδεκτού κατ’ άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, τρίτο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, όταν έχει ασκηθεί κατά αποφάσεως με την οποία η Επιτροπή διαπιστώνει τη συμβατότητα υφιστάμενης ενισχύσεως με την εσωτερική αγορά, κατόπιν των δεσμεύσεων που ανέλαβαν οι αρχές του οικείου κράτους μέλους για την τροποποίηση του καθεστώτος ενισχύσεων των οποίων δικαιούχος ήταν ο προσφεύγων και όταν η εν λόγω απόφαση δεν ορίζει τις ειδικές και συγκεκριμένες συνέπειες που θα έχει επί των δραστηριοτήτων του προσφεύγοντος η εφαρμογή των ως άνω δεσμεύσεων.

    (βλ. σκέψεις 37-41)

  3.  Η απόφαση που έχει ως αποδέκτη της ορισμένο πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί ότι αφορά ατομικά έναν τρίτο μόνον εφόσον τον επηρεάζει λόγω της ιδιαιτερότητας της περιπτώσεώς του ή λόγω μιας πραγματικής καταστάσεως που τον χαρακτηρίζει σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο και, ως εκ τούτου, τον εξατομικεύει κατά τρόπον ανάλογο προς την εξατομίκευση του αποδέκτη της αποφάσεως.

    Συναφώς, η δυνατότητα και μόνο να προσδιοριστεί, με μεγαλύτερη ή μικρότερη ακρίβεια, ο αριθμός ή ακόμη και η ταυτότητα των υποκειμένων δικαίου επί των οποίων εφαρμόζεται ένα μέτρο ουδόλως συνεπάγεται ότι το μέτρο αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά ατομικά τα ως άνω υποκείμενα, εφόσον η εφαρμογή αυτή γίνεται βάσει μιας αντικειμενικής καταστάσεως, νομικής ή πραγματικής, την οποία προσδιορίζει η επίμαχη πράξη. Εντούτοις, όταν η απόφαση επηρεάζει μια ομάδα προσώπων που ήταν προσδιορισμένα ή που μπορούσαν να προσδιοριστούν κατά τον χρόνο εκδόσεως της αποφάσεως αυτής και βάσει κριτηρίων συνδεόμενων ειδικά με τα μέλη της εν λόγω ομάδας, η ως άνω απόφαση μπορεί να αφορά ατομικά τα εν λόγω πρόσωπα καθόσον αυτά αποτελούν τμήμα ενός περιορισμένου κύκλου επιχειρηματιών. Τα ανωτέρω ισχύουν, μεταξύ άλλων, όταν η απόφαση τροποποιεί δικαιώματα του ιδιώτη που κτήθηκαν προ της εκδόσεώς της.

    (βλ. σκέψεις 44-46, 49)

  4.  Κατά το άρθρο 61, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Δικαστήριο μπορεί, σε περίπτωση αναιρέσεως της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου, να αποφανθεί οριστικά επί της διαφοράς, εφόσον αυτή είναι ώριμη προς εκδίκαση. Αν το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να αποφανθεί επί της ουσίας της ασκηθείσας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προσφυγής, μπορεί να αποφανθεί οριστικώς επί του παραδεκτού της εν λόγω προσφυγής εφόσον διαθέτει τα αναγκαία προς τούτο στοιχεία.

    (βλ. σκέψεις 52, 53)

  5.  Στο πλαίσιο προσφυγής που έχουν ασκήσει φυσικά ή νομικά πρόσωπα δυνάμει του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, δεύτερο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, η πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση πρέπει να αφορά τους προσφεύγοντες όχι μόνον ατομικά αλλά και άμεσα, υπό την έννοια ότι η πράξη αυτή πρέπει να επηρεάζει την έννομη κατάστασή τους και να μην παρέχει κανένα περιθώριο εκτιμήσεως στις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εκτέλεσή της, δεδομένου ότι η εν λόγω εκτέλεση έχει αμιγώς αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει αποκλειστικά από το δίκαιο της Ένωσης χωρίς εφαρμογή άλλων παρεμβαλλόμενων κανόνων.

    Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 659/1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ, η απόφαση της Επιτροπής με την οποία αυτή δηλώνει ότι λαμβάνει υπόψη τις προτάσεις κατάλληλων μέτρων που έχει υποβάλει το εμπλεκόμενο κράτος μέλος καθιστά τις εν λόγω προτάσεις δεσμευτικές. Το γεγονός ότι η εθνική νομοθεσία επαναλαμβάνει το περιεχόμενο των τροποποιήσεων τις οποίες αφορά η επίμαχη απόφαση δεν ανατρέπει την ως άνω διαπίστωση, διότι οι εθνικές αρχές δεν διαθέτουν εξουσία εκτιμήσεως κατά την εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως. Κατά συνέπεια, η ως άνω απόφαση παράγει άμεσα αποτελέσματα επί της έννομης καταστάσεως των δικαιούχων της ενισχύσεως.

    (βλ. σκέψεις 55, 59-61)

  6.  Όταν οι τροποποιήσεις υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων, οι οποίες είναι αναγκαίες για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση προς το δίκαιο της Ένωσης, καθιστούν τους όρους ασκήσεως των δραστηριοτήτων ορισμένου δικαιούχου λιγότερο ευνοϊκούς σε σχέση με το προγενέστερο καθεστώς, η ακύρωση της αποφάσεως η οποία επέφερε τις εν λόγω τροποποιήσεις θα είχε ως συνέπεια τη διατήρηση των προγενέστερων ευνοϊκότερων όρων. Κατά συνέπεια, ο δικαιούχος αυτός έχει έννομο συμφέρον για την ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 56, 57)

Top