Valige katsefunktsioonid, mida soovite proovida

See dokument on väljavõte EUR-Lexi veebisaidilt.

Dokument 62010CJ0549

Περίληψη της αποφάσεως

Υπόθεση C-549/10 P

Tomra Systems ASA κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Ανταγωνισμός — Δεσπόζουσα θέση — Κατάχρηση — Αγορά μηχανημάτων συλλογής χρησιμοποιημένων συσκευασιών ποτών — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση των άρθρων 82 ΕΚ και 54 της Συμφωνίας ΕΟΧ — Συμφωνίες αποκλειστικότητας, αναλήψεως υποχρεώσεων ως προς τις αγοραζόμενες ποσότητες και εκπτώσεις για πιστούς πελάτες»

Περίληψη της αποφάσεως

  1. Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Έννοια – Αντικειμενική έννοια καλύπτουσα συμπεριφορές ικανές να επηρεάσουν τη δομή της αγοράς και αποβλέπουσες στην παρεμπόδιση διατηρήσεως ή αναπτύξεως του ανταγωνισμού – Ανάγκη αποδείξεως προθέσεως αντίθετης προς τον ανταγωνισμό – Δεν υφίσταται

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  2. Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Έννοια – Αποκλεισμός του ανταγωνισμού σε ουσιώδες μέρος της αγοράς από επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση – Βαθμός στον οποίο πρέπει να δεσπόζει στην αγορά η οικεία επιχείρηση – Δεν ασκεί επιρροή – Ανάγκη ορισμού συγκεκριμένου ορίου αποκλεισμού από την αγορά – Δεν υφίσταται

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  3. Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Έννοια – Συμπεριφορές που έχουν είτε ως αποτέλεσμα είτε ως σκοπό την παρεμπόδιση της διατηρήσεως ή της αναπτύξεως του ανταγωνισμού – Αναδρομικές εκπτώσεις

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  4. Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας – Έκπτωση υπέρ πιστών πελατών – Καταχρηστικός χαρακτήρας συστήματος εκπτώσεων – Κριτήρια εκτιμήσεως

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  5. Ανταγωνισμός – Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Αναδρομικές εκπτώσεις – Καταχρηστικός χαρακτήρας – Κριτήρια εκτιμήσεως

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  6. Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Στοιχεία εκτιμήσεως – Αύξηση της τάξεως μεγέθους των προστίμων – Επιτρέπεται – Προϋποθέσεις

    (Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

  1.  Η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως, η οποία απαγορεύεται βάσει του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, είναι αντικειμενική έννοια και αναφέρεται σε συμπεριφορά δεσπόζουσας επιχειρήσεως που μπορεί να επηρεάσει τη δομή μιας αγοράς όπου, ακριβώς λόγω της παρουσίας της προαναφερθείσας επιχειρήσεως, ο ανταγωνισμός είναι ήδη εξασθενημένος και η οποία έχει ως αποτέλεσμα να κωλύεται η διατήρηση του υφισταμένου στην αγορά ανταγωνισμού ή η ανάπτυξή του, λόγω της χρησιμοποιήσεως διαφορετικών μέσων από εκείνα που διέπουν τον κανονικό ανταγωνισμό μεταξύ των προσφερομένων από τους επιχειρηματίες προϊόντων ή υπηρεσιών. Εντούτοις, στο πλαίσιο του ελέγχου της συμπεριφοράς επιχειρήσεως που κατέχει δεσπόζουσα θέση και προκειμένου να εντοπισθεί η τυχόν καταχρηστική εκμετάλλευση τέτοιου είδους θέσεως, η Επιτροπή υποχρεούται να εκτιμήσει το σύνολο των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών που πλαισιώνουν την εν λόγω συμπεριφορά. Συναφώς, η Επιτροπή καλείται εκ των πραγμάτων να αξιολογήσει την εμπορική στρατηγική της οικείας επιχειρήσεως. Στο πλαίσιο αυτό, είναι φυσιολογικό να επικαλείται η Επιτροπή παράγοντες υποκειμενικής φύσεως, ήτοι τα κίνητρα στα οποία βασίσθηκε η επίμαχη εμπορική στρατηγική.

    Επομένως, η ύπαρξη τυχόν αντίθετης προς τον ανταγωνισμό προθέσεως συνιστά μία μόνο από τις πολλές πραγματικές παραμέτρους που μπορούν να ληφθούν υπόψη, προκειμένου να διαπιστωθεί καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως. Εντούτοις, η Επιτροπή ουδόλως υποχρεούται να αποδείξει ότι ο επικεφαλής της κατέχουσας δεσπόζουσα θέση επιχειρήσεως έχει τέτοιου είδους πρόθεση, προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 82 ΕΚ.

    (βλ. σκέψεις 17-21)

  2.  Όσον αφορά το ζήτημα του βαθμού στον οποίο πρέπει να δεσπόζει στην αγορά η οικεία επιχείρηση, ώστε να αποδειχθεί η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως από τον επικεφαλής της, δεσπόζουσα θέση, κατά την έννοια του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, κατέχει μια επιχείρηση που, λόγω της οικονομικής ισχύος της, μπορεί να κωλύει τη διατήρηση αποτελεσματικού ανταγωνισμού στη σχετική αγορά δυνάμενη να υιοθετεί ανεξάρτητη σε μεγάλο βαθμό συμπεριφορά έναντι των ανταγωνιστών της και των πελατών της. Επιπλέον, η διάταξη αυτή δεν εισάγει καμία διάκριση ούτε καμία διαβάθμιση στην έννοια της δεσπόζουσας θέσεως. Όταν μια επιχείρηση διαθέτει την οικονομική ισχύ που απαιτεί το άρθρο 102 ΣΛΕΕ, προκειμένου να αποδειχθεί ότι κατέχει δεσπόζουσα θέση σε συγκεκριμένη αγορά, η συμπεριφορά της πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα τη διάταξη αυτή. Εντούτοις, ο βαθμός της ισχύος στην αγορά έχει, καταρχήν, συνέπειες όσον αφορά το εύρος των αποτελεσμάτων της συμπεριφοράς της εν λόγω επιχειρήσεως και όχι όσον αφορά την ύπαρξη της καταχρήσεως αυτής καθεαυτήν.

    Ο αποκλεισμός του ανταγωνισμού σε ουσιώδες μέρος της αγοράς από επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση δεν μπορεί να δικαιολογείται με την απόδειξη του ότι το ανοικτό στον ανταγωνισμό τμήμα της αγοράς εξακολουθεί να αρκεί για να δρα σε αυτό περιορισμένος αριθμός ανταγωνιστών. Αφενός, οι πελάτες που βρίσκονται στο κλειστό στον ανταγωνισμό τμήμα της αγοράς έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να επωφελούνται πλήρως από τις υφιστάμενες στην αγορά δυνατότητες ανταγωνισμού και οι ανταγωνιστές να μπορούν να ανταγωνίζονται αλλήλους με βάση το κριτήριο της αποδόσεώς τους στο σύνολο της αγοράς και όχι μόνο σε τμήμα της. Αφετέρου, ο ρόλος της επιχειρήσεως με δεσπόζουσα θέση δεν είναι να προσδιορίζει σε πόσους βιώσιμους ανταγωνιστές παρέχεται η δυνατότητα να την ανταγωνιστούν στο ανοικτό στον ανταγωνισμό τμήμα της ζητήσεως.

    Επιπλέον, μόνο η ανάλυση των περιστάσεων συγκεκριμένης υποθέσεως παρέχει τη δυνατότητα να διαπιστωθεί αν οι πρακτικές μιας επιχειρήσεως με δεσπόζουσα θέση είναι ικανές να εμποδίσουν τον ανταγωνισμό. Εντούτοις, είναι αφύσικο να προσδιορίζεται εκ των προτέρων ποιο είναι το τμήμα εκείνο της δέσμιας αγοράς πέραν του οποίου οι πρακτικές μιας επιχειρήσεως με δεσπόζουσα θέση μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των ανταγωνιστών από την αγορά.

    Επομένως, ο ορισμός συγκεκριμένου ορίου αποκλεισμού από την αγορά πέραν του οποίου οι επίμαχες πρακτικές πρέπει να θεωρούνται καταχρηστικές δεν είναι αναγκαίος, προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 102 ΣΛΕΕ.

    (βλ. σκέψεις 38-39, 42-43, 46)

  3.  Προκειμένου να αποδειχθεί η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως κατά την έννοια του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, αρκεί να αποδειχθεί ότι η καταχρηστική συμπεριφορά της κατέχουσας δεσπόζουσα θέση επιχειρήσεως τείνει να περιορίσει τον ανταγωνισμό ή, άλλως, ότι η συμπεριφορά αυτή είναι ικανή ή ενδέχεται να έχει τέτοιο αποτέλεσμα.

    Κατά συνέπεια, όταν υφίσταται σύστημα αναδρομικών εκπτώσεων το οποίο θέτει σε εφαρμογή μηχανισμό δημιουργίας πιστών πελατών μέσω του οποίου ο προμηθευτής αποκλείει τους ανταγωνιστές του, αποβλέποντας στο να επωφεληθεί από το επίμαχο τμήμα της ζητήσεως, δεν είναι αναγκαίο να αναλυθούν τα συγκεκριμένα αποτελέσματα των εκπτώσεων στον ανταγωνισμό, δεδομένου ότι, για να αποδειχθεί η παράβαση του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, αρκεί να αποδειχθεί ότι η επίμαχη συμπεριφορά μπορεί να έχει τέτοιο αποτέλεσμα.

    (βλ. σκέψεις 68, 79)

  4.  Όσον αφορά τις εκπτώσεις που χορηγεί επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση στους πελάτες της, το Δικαστήριο έχει υπογραμμίσει ότι αυτές ενδέχεται να αντιβαίνουν προς το άρθρο 102 ΣΛΕΕ, ακόμη και αν δεν αντιστοιχούν σε κανένα από τα παραδείγματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 αυτού. Στην περίπτωση που επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση προσφεύγει σε σύστημα εκπτώσεων, το Δικαστήριο έκρινε ότι το ίδιο ισχύει και όταν η εν λόγω επιχείρηση, χωρίς να δεσμεύει τους αγοραστές επίσημα, εφαρμόζει, είτε βάσει των όρων συμφωνιών που συνήφθησαν με τους αγοραστές είτε μονομερώς, σύστημα εκπτώσεων σε πιστούς πελάτες, δηλαδή σύστημα εκπτώσεων ή επιστροφών υπό τον όρο της καλύψεως από τον πελάτη του συνόλου ή του μεγαλύτερου μέρους των αναγκών του —άσχετα με το ύψος των αγορών του— από τη δεσπόζουσα επιχείρηση. Συναφώς, πρέπει να εκτιμάται το σύνολο των περιστάσεων, ιδίως τα κριτήρια και ο τρόπος χορηγήσεως των εκπτώσεων, καθώς και να εξετάζεται αν οι εκπτώσεις, με τη χορήγηση πλεονεκτήματος που δεν στηρίζεται σε καμία οικονομική παροχή που να το δικαιολογεί, τείνουν να εξαλείψουν ή να περιορίσουν τη δυνατότητα που έχει ο αγοραστής να επιλέγει τις πηγές εφοδιασμού του, να παρεμποδίσουν την είσοδο των ανταγωνιστών στην αγορά, να επιβάλουν σε αντισυμβαλλομένους άνισους όρους για ισοδύναμες παροχές ή να ενισχύσουν τη δεσπόζουσα θέση νοθεύοντας τον ανταγωνισμό.

    Επομένως, ένα σύστημα εκπτώσεων πρέπει να θεωρείται ότι είναι αντίθετο προς το άρθρο 102 ΣΛΕΕ αν κατατείνει στο να εμποδίσει τον εφοδιασμό των πελατών της επιχειρήσεως κατέχουσας δεσπόζουσα θέση από ανταγωνιστικές επιχειρήσεις.

    (βλ. σκέψεις 69-72)

  5.  Όσον αφορά την εκτίμηση του καταχρηστικού χαρακτήρα συστήματος αναδρομικών εκπτώσεων που εφαρμόζει επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση, η χρέωση «αρνητικών τιμών», ήτοι τιμών πέραν της τιμής κόστους, στους πελάτες δεν συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαπίστωση του καταχρηστικού χαρακτήρα τέτοιου είδους συστήματος αναδρομικών εκπτώσεων.

    Ορθώς θεώρησε το Γενικό Δικαστήριο ότι τέτοιου είδους σύστημα εκπτώσεων έχει αντίθετο προς τον ανταγωνισμό χαρακτήρα σε περίπτωση που, πρώτον, το κίνητρο προς αγορά μηχανημάτων αποκλειστικά ή σχεδόν αποκλειστικά από συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα έντονο, όταν όρια συνδυάζονται με σύστημα δυνάμει του οποίου το όφελος του πελάτη το οποίο συνδέεται, ανάλογα με την κάθε περίπτωση, με την υπέρβαση ενός ορίου πριμοδοτήσεως ή ενός ευνοϊκότερου ορίου αντανακλάται σε όλες τις αγορές του πελάτη κατά τη διάρκεια της εξεταζομένης περιόδου και όχι αποκλειστικά στον όγκο αγορών που υπερβαίνει το όριο αυτό. Δεύτερον, ο συνδυασμός εκπτωτικών καθεστώτων που σχεδιάζονταν ειδικά για κάθε πελάτη και ορίων που προσδιορίζονταν βάσει των εκτιμώμενων αναγκών του πελάτη ή/και του όγκου των αγορών στις οποίες αυτός είχε προβεί στο παρελθόν συνιστά σημαντικό κίνητρο για τον πελάτη να προμηθεύεται το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο του αναγκαίου εξοπλισμού του από την εν λόγω επιχείρηση και αυξάνει τεχνητά το κόστος αλλαγής προμηθευτή, ακόμα και για μικρό αριθμό μονάδων. Τρίτον, οι αναδρομικές εκπτώσεις παραχωρούνται συχνά σε ορισμένους από τους μεγαλύτερους πελάτες της εν λόγω επιχειρήσεως με σκοπό να εξασφαλίζεται ότι αυτοί θα παρέμεναν πιστοί του πελάτες. Τέλος, η συμπεριφορά τους δεν δικαιολογείται αντικειμενικά ή δεν έχει τέτοια ουσιαστικά οφέλη όσον αφορά την αποτελεσματικότητά τους ώστε αυτά να υπερτερούν έναντι των αντίθετων προς τους κανόνες του ανταγωνισμού αποτελεσμάτων σε βάρος των καταναλωτών.

    Επιπλέον, ούτε ο μηχανισμός αποκλεισμού των ανταγωνιστών από την αγορά τον οποίο συνθέτουν οι αναδρομικές εκπτώσεις συνεπάγεται οπωσδήποτε ότι η επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση θα θυσιάζει τα κέρδη της, διότι το κόστος της εκπτώσεως κατανέμεται σε μεγάλο αριθμό μονάδων προϊόντος. Με την αναδρομική χορήγηση εκπτώσεως, η μέση τιμή για την επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση μπορεί κάλλιστα να είναι σαφώς μεγαλύτερη από το κόστος και να παρέχει τη δυνατότητα πραγματοποιήσεως υψηλού κέρδους κατά μέσο όρο. Ωστόσο, το σύστημα αναδρομικών εκπτώσεων συνεπάγεται για τον πελάτη ότι η πραγματική τιμή των τελευταίων μονάδων είναι πολύ χαμηλή λόγω του αποτελέσματος απορροφήσεως.

    (βλ. σκέψεις 73, 75, 78)

  6.  Η σοβαρότητα των παραβάσεων πρέπει να αποδεικνύεται βάσει διαφόρων στοιχείων όπως είναι, μεταξύ άλλων, τα ιδιαίτερα περιστατικά της υποθέσεως, το πλαίσιό της και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των προστίμων, τούτο δε χωρίς να υφίσταται δεσμευτικός ή εξαντλητικός κατάλογος κριτηρίων που πρέπει υποχρεωτικά να λαμβάνονται υπόψη.

    Επιπλέον, η προγενέστερη πρακτική της Επιτροπής κατά τη λήψη αποφάσεων δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ως νομικό πλαίσιο για τα πρόστιμα στον τομέα του ανταγωνισμού και οι αποφάσεις που αφορούν άλλες υποθέσεις έχουν ενδεικτικό χαρακτήρα. Συνεπώς, το γεγονός ότι η Επιτροπή επέβαλε στο παρελθόν πρόστιμο ορισμένου ύψους για κάποιες κατηγορίες παραβάσεων δεν της στερεί τη δυνατότητα να επιβάλλει μεγαλύτερο πρόστιμο, αν αυτό είναι απαραίτητο, προκειμένου να διασφαλισθεί η εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού της Ένωσης, την οποία ορίζει αποκλειστικώς ο κανονισμός 1/2003. Πράγματι, η αποτελεσματική εφαρμογή της συγκεκριμένης πολιτικής προϋποθέτει ότι η Επιτροπή μπορεί οποτεδήποτε να προσαρμόζει το ύψος των προστίμων στις ανάγκες της πολιτικής αυτής.

    (βλ. σκέψεις 104-107)

Üles

Υπόθεση C-549/10 P

Tomra Systems ASA κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Ανταγωνισμός — Δεσπόζουσα θέση — Κατάχρηση — Αγορά μηχανημάτων συλλογής χρησιμοποιημένων συσκευασιών ποτών — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση των άρθρων 82 ΕΚ και 54 της Συμφωνίας ΕΟΧ — Συμφωνίες αποκλειστικότητας, αναλήψεως υποχρεώσεων ως προς τις αγοραζόμενες ποσότητες και εκπτώσεις για πιστούς πελάτες»

Περίληψη της αποφάσεως

  1. Ανταγωνισμός — Δεσπόζουσα θέση — Κατάχρηση — Έννοια — Αντικειμενική έννοια καλύπτουσα συμπεριφορές ικανές να επηρεάσουν τη δομή της αγοράς και αποβλέπουσες στην παρεμπόδιση διατηρήσεως ή αναπτύξεως του ανταγωνισμού — Ανάγκη αποδείξεως προθέσεως αντίθετης προς τον ανταγωνισμό — Δεν υφίσταται

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  2. Ανταγωνισμός — Δεσπόζουσα θέση — Κατάχρηση — Έννοια — Αποκλεισμός του ανταγωνισμού σε ουσιώδες μέρος της αγοράς από επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση — Βαθμός στον οποίο πρέπει να δεσπόζει στην αγορά η οικεία επιχείρηση — Δεν ασκεί επιρροή — Ανάγκη ορισμού συγκεκριμένου ορίου αποκλεισμού από την αγορά — Δεν υφίσταται

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  3. Ανταγωνισμός — Δεσπόζουσα θέση — Κατάχρηση — Έννοια — Συμπεριφορές που έχουν είτε ως αποτέλεσμα είτε ως σκοπό την παρεμπόδιση της διατηρήσεως ή της αναπτύξεως του ανταγωνισμού — Αναδρομικές εκπτώσεις

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  4. Ανταγωνισμός — Δεσπόζουσα θέση — Κατάχρηση — Συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας — Έκπτωση υπέρ πιστών πελατών — Καταχρηστικός χαρακτήρας συστήματος εκπτώσεων — Κριτήρια εκτιμήσεως

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  5. Ανταγωνισμός — Δεσπόζουσα θέση — Κατάχρηση — Αναδρομικές εκπτώσεις — Καταχρηστικός χαρακτήρας — Κριτήρια εκτιμήσεως

    (Άρθρο 102 ΣΛΕΕ)

  6. Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Στοιχεία εκτιμήσεως — Αύξηση της τάξεως μεγέθους των προστίμων — Επιτρέπεται — Προϋποθέσεις

    (Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

  1.  Η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως, η οποία απαγορεύεται βάσει του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, είναι αντικειμενική έννοια και αναφέρεται σε συμπεριφορά δεσπόζουσας επιχειρήσεως που μπορεί να επηρεάσει τη δομή μιας αγοράς όπου, ακριβώς λόγω της παρουσίας της προαναφερθείσας επιχειρήσεως, ο ανταγωνισμός είναι ήδη εξασθενημένος και η οποία έχει ως αποτέλεσμα να κωλύεται η διατήρηση του υφισταμένου στην αγορά ανταγωνισμού ή η ανάπτυξή του, λόγω της χρησιμοποιήσεως διαφορετικών μέσων από εκείνα που διέπουν τον κανονικό ανταγωνισμό μεταξύ των προσφερομένων από τους επιχειρηματίες προϊόντων ή υπηρεσιών. Εντούτοις, στο πλαίσιο του ελέγχου της συμπεριφοράς επιχειρήσεως που κατέχει δεσπόζουσα θέση και προκειμένου να εντοπισθεί η τυχόν καταχρηστική εκμετάλλευση τέτοιου είδους θέσεως, η Επιτροπή υποχρεούται να εκτιμήσει το σύνολο των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών που πλαισιώνουν την εν λόγω συμπεριφορά. Συναφώς, η Επιτροπή καλείται εκ των πραγμάτων να αξιολογήσει την εμπορική στρατηγική της οικείας επιχειρήσεως. Στο πλαίσιο αυτό, είναι φυσιολογικό να επικαλείται η Επιτροπή παράγοντες υποκειμενικής φύσεως, ήτοι τα κίνητρα στα οποία βασίσθηκε η επίμαχη εμπορική στρατηγική.

    Επομένως, η ύπαρξη τυχόν αντίθετης προς τον ανταγωνισμό προθέσεως συνιστά μία μόνο από τις πολλές πραγματικές παραμέτρους που μπορούν να ληφθούν υπόψη, προκειμένου να διαπιστωθεί καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως. Εντούτοις, η Επιτροπή ουδόλως υποχρεούται να αποδείξει ότι ο επικεφαλής της κατέχουσας δεσπόζουσα θέση επιχειρήσεως έχει τέτοιου είδους πρόθεση, προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 82 ΕΚ.

    (βλ. σκέψεις 17-21)

  2.  Όσον αφορά το ζήτημα του βαθμού στον οποίο πρέπει να δεσπόζει στην αγορά η οικεία επιχείρηση, ώστε να αποδειχθεί η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως από τον επικεφαλής της, δεσπόζουσα θέση, κατά την έννοια του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, κατέχει μια επιχείρηση που, λόγω της οικονομικής ισχύος της, μπορεί να κωλύει τη διατήρηση αποτελεσματικού ανταγωνισμού στη σχετική αγορά δυνάμενη να υιοθετεί ανεξάρτητη σε μεγάλο βαθμό συμπεριφορά έναντι των ανταγωνιστών της και των πελατών της. Επιπλέον, η διάταξη αυτή δεν εισάγει καμία διάκριση ούτε καμία διαβάθμιση στην έννοια της δεσπόζουσας θέσεως. Όταν μια επιχείρηση διαθέτει την οικονομική ισχύ που απαιτεί το άρθρο 102 ΣΛΕΕ, προκειμένου να αποδειχθεί ότι κατέχει δεσπόζουσα θέση σε συγκεκριμένη αγορά, η συμπεριφορά της πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα τη διάταξη αυτή. Εντούτοις, ο βαθμός της ισχύος στην αγορά έχει, καταρχήν, συνέπειες όσον αφορά το εύρος των αποτελεσμάτων της συμπεριφοράς της εν λόγω επιχειρήσεως και όχι όσον αφορά την ύπαρξη της καταχρήσεως αυτής καθεαυτήν.

    Ο αποκλεισμός του ανταγωνισμού σε ουσιώδες μέρος της αγοράς από επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση δεν μπορεί να δικαιολογείται με την απόδειξη του ότι το ανοικτό στον ανταγωνισμό τμήμα της αγοράς εξακολουθεί να αρκεί για να δρα σε αυτό περιορισμένος αριθμός ανταγωνιστών. Αφενός, οι πελάτες που βρίσκονται στο κλειστό στον ανταγωνισμό τμήμα της αγοράς έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να επωφελούνται πλήρως από τις υφιστάμενες στην αγορά δυνατότητες ανταγωνισμού και οι ανταγωνιστές να μπορούν να ανταγωνίζονται αλλήλους με βάση το κριτήριο της αποδόσεώς τους στο σύνολο της αγοράς και όχι μόνο σε τμήμα της. Αφετέρου, ο ρόλος της επιχειρήσεως με δεσπόζουσα θέση δεν είναι να προσδιορίζει σε πόσους βιώσιμους ανταγωνιστές παρέχεται η δυνατότητα να την ανταγωνιστούν στο ανοικτό στον ανταγωνισμό τμήμα της ζητήσεως.

    Επιπλέον, μόνο η ανάλυση των περιστάσεων συγκεκριμένης υποθέσεως παρέχει τη δυνατότητα να διαπιστωθεί αν οι πρακτικές μιας επιχειρήσεως με δεσπόζουσα θέση είναι ικανές να εμποδίσουν τον ανταγωνισμό. Εντούτοις, είναι αφύσικο να προσδιορίζεται εκ των προτέρων ποιο είναι το τμήμα εκείνο της δέσμιας αγοράς πέραν του οποίου οι πρακτικές μιας επιχειρήσεως με δεσπόζουσα θέση μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των ανταγωνιστών από την αγορά.

    Επομένως, ο ορισμός συγκεκριμένου ορίου αποκλεισμού από την αγορά πέραν του οποίου οι επίμαχες πρακτικές πρέπει να θεωρούνται καταχρηστικές δεν είναι αναγκαίος, προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 102 ΣΛΕΕ.

    (βλ. σκέψεις 38-39, 42-43, 46)

  3.  Προκειμένου να αποδειχθεί η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως κατά την έννοια του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, αρκεί να αποδειχθεί ότι η καταχρηστική συμπεριφορά της κατέχουσας δεσπόζουσα θέση επιχειρήσεως τείνει να περιορίσει τον ανταγωνισμό ή, άλλως, ότι η συμπεριφορά αυτή είναι ικανή ή ενδέχεται να έχει τέτοιο αποτέλεσμα.

    Κατά συνέπεια, όταν υφίσταται σύστημα αναδρομικών εκπτώσεων το οποίο θέτει σε εφαρμογή μηχανισμό δημιουργίας πιστών πελατών μέσω του οποίου ο προμηθευτής αποκλείει τους ανταγωνιστές του, αποβλέποντας στο να επωφεληθεί από το επίμαχο τμήμα της ζητήσεως, δεν είναι αναγκαίο να αναλυθούν τα συγκεκριμένα αποτελέσματα των εκπτώσεων στον ανταγωνισμό, δεδομένου ότι, για να αποδειχθεί η παράβαση του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, αρκεί να αποδειχθεί ότι η επίμαχη συμπεριφορά μπορεί να έχει τέτοιο αποτέλεσμα.

    (βλ. σκέψεις 68, 79)

  4.  Όσον αφορά τις εκπτώσεις που χορηγεί επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση στους πελάτες της, το Δικαστήριο έχει υπογραμμίσει ότι αυτές ενδέχεται να αντιβαίνουν προς το άρθρο 102 ΣΛΕΕ, ακόμη και αν δεν αντιστοιχούν σε κανένα από τα παραδείγματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 αυτού. Στην περίπτωση που επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση προσφεύγει σε σύστημα εκπτώσεων, το Δικαστήριο έκρινε ότι το ίδιο ισχύει και όταν η εν λόγω επιχείρηση, χωρίς να δεσμεύει τους αγοραστές επίσημα, εφαρμόζει, είτε βάσει των όρων συμφωνιών που συνήφθησαν με τους αγοραστές είτε μονομερώς, σύστημα εκπτώσεων σε πιστούς πελάτες, δηλαδή σύστημα εκπτώσεων ή επιστροφών υπό τον όρο της καλύψεως από τον πελάτη του συνόλου ή του μεγαλύτερου μέρους των αναγκών του —άσχετα με το ύψος των αγορών του— από τη δεσπόζουσα επιχείρηση. Συναφώς, πρέπει να εκτιμάται το σύνολο των περιστάσεων, ιδίως τα κριτήρια και ο τρόπος χορηγήσεως των εκπτώσεων, καθώς και να εξετάζεται αν οι εκπτώσεις, με τη χορήγηση πλεονεκτήματος που δεν στηρίζεται σε καμία οικονομική παροχή που να το δικαιολογεί, τείνουν να εξαλείψουν ή να περιορίσουν τη δυνατότητα που έχει ο αγοραστής να επιλέγει τις πηγές εφοδιασμού του, να παρεμποδίσουν την είσοδο των ανταγωνιστών στην αγορά, να επιβάλουν σε αντισυμβαλλομένους άνισους όρους για ισοδύναμες παροχές ή να ενισχύσουν τη δεσπόζουσα θέση νοθεύοντας τον ανταγωνισμό.

    Επομένως, ένα σύστημα εκπτώσεων πρέπει να θεωρείται ότι είναι αντίθετο προς το άρθρο 102 ΣΛΕΕ αν κατατείνει στο να εμποδίσει τον εφοδιασμό των πελατών της επιχειρήσεως κατέχουσας δεσπόζουσα θέση από ανταγωνιστικές επιχειρήσεις.

    (βλ. σκέψεις 69-72)

  5.  Όσον αφορά την εκτίμηση του καταχρηστικού χαρακτήρα συστήματος αναδρομικών εκπτώσεων που εφαρμόζει επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση, η χρέωση «αρνητικών τιμών», ήτοι τιμών πέραν της τιμής κόστους, στους πελάτες δεν συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαπίστωση του καταχρηστικού χαρακτήρα τέτοιου είδους συστήματος αναδρομικών εκπτώσεων.

    Ορθώς θεώρησε το Γενικό Δικαστήριο ότι τέτοιου είδους σύστημα εκπτώσεων έχει αντίθετο προς τον ανταγωνισμό χαρακτήρα σε περίπτωση που, πρώτον, το κίνητρο προς αγορά μηχανημάτων αποκλειστικά ή σχεδόν αποκλειστικά από συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα έντονο, όταν όρια συνδυάζονται με σύστημα δυνάμει του οποίου το όφελος του πελάτη το οποίο συνδέεται, ανάλογα με την κάθε περίπτωση, με την υπέρβαση ενός ορίου πριμοδοτήσεως ή ενός ευνοϊκότερου ορίου αντανακλάται σε όλες τις αγορές του πελάτη κατά τη διάρκεια της εξεταζομένης περιόδου και όχι αποκλειστικά στον όγκο αγορών που υπερβαίνει το όριο αυτό. Δεύτερον, ο συνδυασμός εκπτωτικών καθεστώτων που σχεδιάζονταν ειδικά για κάθε πελάτη και ορίων που προσδιορίζονταν βάσει των εκτιμώμενων αναγκών του πελάτη ή/και του όγκου των αγορών στις οποίες αυτός είχε προβεί στο παρελθόν συνιστά σημαντικό κίνητρο για τον πελάτη να προμηθεύεται το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο του αναγκαίου εξοπλισμού του από την εν λόγω επιχείρηση και αυξάνει τεχνητά το κόστος αλλαγής προμηθευτή, ακόμα και για μικρό αριθμό μονάδων. Τρίτον, οι αναδρομικές εκπτώσεις παραχωρούνται συχνά σε ορισμένους από τους μεγαλύτερους πελάτες της εν λόγω επιχειρήσεως με σκοπό να εξασφαλίζεται ότι αυτοί θα παρέμεναν πιστοί του πελάτες. Τέλος, η συμπεριφορά τους δεν δικαιολογείται αντικειμενικά ή δεν έχει τέτοια ουσιαστικά οφέλη όσον αφορά την αποτελεσματικότητά τους ώστε αυτά να υπερτερούν έναντι των αντίθετων προς τους κανόνες του ανταγωνισμού αποτελεσμάτων σε βάρος των καταναλωτών.

    Επιπλέον, ούτε ο μηχανισμός αποκλεισμού των ανταγωνιστών από την αγορά τον οποίο συνθέτουν οι αναδρομικές εκπτώσεις συνεπάγεται οπωσδήποτε ότι η επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση θα θυσιάζει τα κέρδη της, διότι το κόστος της εκπτώσεως κατανέμεται σε μεγάλο αριθμό μονάδων προϊόντος. Με την αναδρομική χορήγηση εκπτώσεως, η μέση τιμή για την επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση μπορεί κάλλιστα να είναι σαφώς μεγαλύτερη από το κόστος και να παρέχει τη δυνατότητα πραγματοποιήσεως υψηλού κέρδους κατά μέσο όρο. Ωστόσο, το σύστημα αναδρομικών εκπτώσεων συνεπάγεται για τον πελάτη ότι η πραγματική τιμή των τελευταίων μονάδων είναι πολύ χαμηλή λόγω του αποτελέσματος απορροφήσεως.

    (βλ. σκέψεις 73, 75, 78)

  6.  Η σοβαρότητα των παραβάσεων πρέπει να αποδεικνύεται βάσει διαφόρων στοιχείων όπως είναι, μεταξύ άλλων, τα ιδιαίτερα περιστατικά της υποθέσεως, το πλαίσιό της και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των προστίμων, τούτο δε χωρίς να υφίσταται δεσμευτικός ή εξαντλητικός κατάλογος κριτηρίων που πρέπει υποχρεωτικά να λαμβάνονται υπόψη.

    Επιπλέον, η προγενέστερη πρακτική της Επιτροπής κατά τη λήψη αποφάσεων δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ως νομικό πλαίσιο για τα πρόστιμα στον τομέα του ανταγωνισμού και οι αποφάσεις που αφορούν άλλες υποθέσεις έχουν ενδεικτικό χαρακτήρα. Συνεπώς, το γεγονός ότι η Επιτροπή επέβαλε στο παρελθόν πρόστιμο ορισμένου ύψους για κάποιες κατηγορίες παραβάσεων δεν της στερεί τη δυνατότητα να επιβάλλει μεγαλύτερο πρόστιμο, αν αυτό είναι απαραίτητο, προκειμένου να διασφαλισθεί η εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού της Ένωσης, την οποία ορίζει αποκλειστικώς ο κανονισμός 1/2003. Πράγματι, η αποτελεσματική εφαρμογή της συγκεκριμένης πολιτικής προϋποθέτει ότι η Επιτροπή μπορεί οποτεδήποτε να προσαρμόζει το ύψος των προστίμων στις ανάγκες της πολιτικής αυτής.

    (βλ. σκέψεις 104-107)

Üles