This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62009CJ0372
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
1. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Υπηρεσίες – Έννοια
(Άρθρο 50 ΕΚ· άρθρο 57 ΣΛΕΕ)
2. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Παρεκκλίσεις – Δραστηριότητες που συνδέονται με την άσκηση δημοσίας εξουσίας
(Άρθρο 45, εδ. 1, ΕΚ· άρθρο 51, εδ. 1, ΣΛΕΕ)
3. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Περιορισμοί – Δραστηριότητες δικαστικού πραγματογνώμονα στον τομέα της μετάφρασης
(Άρθρο 49 ΕΚ· άρθρο 56 ΣΛΕΕ)
4. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Περιορισμοί – Δραστηριότητες δικαστικού πραγματογνώμονα στον τομέα της μετάφρασης
(Άρθρο 49 ΕΚ· άρθρο 56 ΣΛΕΕ)
5. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Εργαζόμενοι – Αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων – Πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2005/36 – Έννοια του «νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος»
(Οδηγία 2005/36 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 1, στοιχείο a΄)
1. Τα καθήκοντα που ανατίθενται κατά περίπτωση από το δικαστήριο, στο πλαίσιο διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιόν του, σε επαγγελματία υπό την ιδιότητα του δικαστικού πραγματογνώμονα μεταφραστή συνιστούν παροχή υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 50 ΕΚ (νυν άρθρο 57 ΣΛΕΕ). Έτσι, απλώς το γεγονός ότι η αμοιβή των δικαστικών πραγματογνωμόνων καθορίζεται βάσει τιμολογίου που θεσπίζει η δημόσια αρχή είναι άνευ σημασίας προκειμένου να χαρακτηριστούν ως παροχή υπηρεσίας οι εργασίες που καλούνται να εκτελέσουν.
(βλ. σκέψεις 38, 40, διατακτ. 1)
2. Οι δραστηριότητες των δικαστικών πραγματογνωμόνων στον τομέα της μεταφράσεως δεν συνιστούν δραστηριότητες που συνδέονται με την άσκηση δημοσίας εξουσίας κατά την έννοια του άρθρου 45, πρώτο εδάφιο, ΕΚ (νυν άρθρο 51, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ), επομένως, οι μεταφράσεις που γίνονται από τον πραγματογνώμονα αυτόν έχουν βοηθητικό χαρακτήρα και δεν επηρεάζουν καθόλου την κρίση της δικαστικής αρχής και την ανεξάρτητη άσκηση της δικαστικής εξουσίας.
(βλ. σκέψεις 44-45, διατακτ. 2)
3. Το άρθρο 56 ΣΛΕΕ αντίκειται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η εγγραφή σε πίνακα δικαστικών πραγματογνωμόνων–μεταφραστών εξαρτάται από ορισμένα προσόντα χωρίς να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να λάβουν γνώση του σκεπτικού της αποφάσεως που τους αφορά και χωρίς να μπορεί η απόφαση αυτή να προσβληθεί με αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα που να παρέχει τη δυνατότητα ελέγχου της νομιμότητάς της και ιδίως του κατά πόσον πληρούται η απαίτηση, που προκύπτει από το δίκαιο της Ένωσης, να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα προσόντα τους που αποκτήθηκαν και αναγνωρίσθηκαν σε άλλα κράτη μέλη.
(βλ. σκέψη 65, διατακτ. 3)
4. Το άρθρο 56 ΣΛΕΕ αντίκειται σε απαίτηση εθνικού νόμου, από την οποία προκύπτει ότι ουδείς περιλαμβάνεται σε εθνικό πίνακα δικαστικών πραγματογνωμόνων με την ιδιότητα του μεταφραστή εάν δεν έχει εγγραφεί επί τρία διαδοχικά έτη σε πίνακα δικαστικών πραγματογνωμόνων καταρτιζόμενο από εφετείο, καθόσον αποδεικνύεται ότι μια τέτοια απαίτηση δεν επιτρέπει, στο πλαίσιο της εξετάσεως αιτήσεως προσώπου εγκατεστημένου σε άλλο κράτος μέλος που δεν έχει την ως άνω εγγραφή, να ληφθούν δεόντως υπόψη τα προσόντα που το πρόσωπο αυτό έχει αποκτήσει και έχουν αναγνωριστεί σε άλλο κράτος μέλος προκειμένου να προσδιοριστεί εάν και σε ποιο βαθμό μπορούν αυτά να αντιστοιχούν στις ικανότητες που αναμένονται συνήθως από κάποιον που έχει εγγραφεί επί τρία διαδοχικά έτη σε πίνακα καταρτιζόμενο από εφετείο.
Βεβαίως, λαμβανομένου υπόψη του προσωρινού χαρακτήρα των καθηκόντων των δικαστικών πραγματογνωμόνων-μεταφραστών που είναι εγγεγραμμένοι σε πίνακα καταρτιζόμενο από εφετείο και του γεγονότος ότι μπορεί να παρέλθουν πολλοί μήνες ή και χρόνια μεταξύ διαδοχικών αναθέσεων καθηκόντων, θα πρέπει να αναγνωριστεί στο οικείο κράτος μέλος ένας βαθμός διακριτικής ευχέρειας ως προς τον εκτιμώμενο χρόνο που απαιτείται για την επίτευξη των σκοπών της προστασίας των πολιτών και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης. Υπό τις συνθήκες αυτές, η απαίτηση εγγραφής για τρία διαδοχικά έτη σε πίνακα δικαστικών πραγματογνωμόνων δεν υπερβαίνει, κατ’ αρχήν, τα αναγκαία όρια για την εξασφάλιση της επιτεύξεως των σκοπών αυτών. Ωστόσο, η εφαρμογή ενός τέτοιου κανόνα σε δικαστικό πραγματογνώμονα-μεταφραστή άλλου κράτους μέλους που έχει ήδη αναλάβει καθήκοντα ενώπιον δικαστηρίων του κράτους μέλους αυτού ή άλλων κρατών μελών, ιδίως ενώπιον ανώτατων δικαστηρίων αυτών των κρατών μελών, είναι δυσανάλογη σε σχέση με την αρχή κατά την οποία εναπόκειται στις εθνικές διοικητικές αρχές να μεριμνούν ιδίως για να αναγνωρίζονται και να λαμβάνονται υπόψη δεόντως τα προσόντα που αποκτήθηκαν σε άλλα κράτη μέλη.
(βλ. σκέψεις 74-75, 78, διατακτ. 4)
5. Οι υπηρεσίες των δικαστικών πραγματογνωμόνων-μεταφραστών που παρέχονται από πραγματογνώμονες που είναι εγγεγραμμένοι σε πίνακα, όπως ο εθνικός πίνακας δικαστικών πραγματογνωμόνων που καταρτίζει το γαλλικό ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο, δεν εμπίπτουν στην έννοια του «νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος» όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2005/36, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, εφόσον οι διατάξεις που διέπουν την εγγραφή στον πίνακα έχουν ως αποκλειστικό σκοπό να διευκολύνουν την εύρεση επαγγελματιών, μελών ή μη νομοθετικά κατοχυρωμένων επαγγελμάτων, και όχι να ρυθμίζουν την αναγνώριση μιας ειδικότητας, αρμοδιότητα η οποία δεν ανήκει ούτε στα εφετεία ούτε στο διοικητικό όργανο του Ανώτατου Ακυρωτικού και εφόσον τα δικαστήρια αυτά μπορούν, επίσης, να προσφύγουν νομίμως σε πραγματογνώμονες οι οποίοι δεν περιλαμβάνονται στους πίνακες. Έτσι, οι διατάξεις αυτές και μόνο δεν κατοχυρώνουν νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα.
(βλ. σκέψεις 30, 32, διατακτ. 5)