Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62007CJ0166

    Περίληψη της αποφάσεως

    Υπόθεση C-166/07

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    κατά

    Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

    «Προσφυγή ακυρώσεως — Κανονισμός (ΕΚ) 1968/2006 — Χρηματοδοτικές συνεισφορές της Κοινότητας στο Διεθνές Ταμείο για την Ιρλανδία — Επιλογή νομικής βάσεως»

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Y. Bot της 2ας Απριλίου 2009   I ‐ 7139

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 3ης Σεπτεμβρίου 2009   I ‐ 7166

    Περίληψη της αποφάσεως

    1. Πράξεις των οργάνων – Επιλογή νομικής βάσεως – Κριτήρια

      (Άρθρα 2 ΕΚ, 3 § 1, στοιχείο κ’, ΕΚ, 159, εδ. 3, ΕΚ και 308 ΕΚ· κανονισμός 1968/2006 του Συμβουλίου)

    2. Προσφυγή ακυρώσεως – Ακυρωτική απόφαση – Αποτελέσματα – Περιορισμός από το Δικαστήριο

      (Άρθρο 231, εδ. 2, ΕΚ· κανονισμός 1968/2006 του Συμβουλίου)

    1.  Στο πλαίσιο του συστήματος αρμοδιοτήτων της Κοινότητας, η επιλογή της νομικής βάσεως μιας πράξεως πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία επιδεχόμενα δικαστικό έλεγχο, μεταξύ των οποίων καταλέγονται, ιδίως, ο σκοπός και το περιεχόμενο της πράξεως αυτής.

      Η χρήση του άρθρου 308 ΕΚ ως νομικής βάσεως δικαιολογείται μόνον όταν καμία άλλη διάταξη της Συνθήκης ΕΚ δεν παρέχει στα κοινοτικά όργανα την αναγκαία αρμοδιότητα για την έκδοση της πράξεως αυτής. Επιπλέον, η εφαρμογή αυτής της διατάξεως προϋποθέτει ότι η σχεδιαζόμενη δράση αφορά τη «λειτουργία της κοινής αγοράς».

      Αφενός, όμως, οι σκοποί του κανονισμού 1968/2006, σχετικά με τις χρηματοδοτικές συνεισφορές της Κοινότητας στο Διεθνές Ταμείο για την Ιρλανδία (2007-2010), είναι αντίστοιχοι των σκοπών τους οποίους επιδιώκει η κοινοτική πολιτική για την οικονομική και κοινωνική συνοχή, στοιχείο το οποίο επιβεβαιώνεται και από τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού αυτού. Αφετέρου, η κοινοτική χρηματοδοτική συνεισφορά προς το Ταμείο, μη λαμβανομένου υπόψη του νομοθετικού πλαισίου στο οποίο αυτό εντάσσεται, εμπίπτει στις ειδικές δράσεις, οι οποίες, εφόσον καθίστανται αναγκαίες εκτός του πλαισίου των διαρθρωτικών ταμείων προκειμένου να επιτευχθούν οι σκοποί του άρθρου 158 ΕΚ, μπορούν να αναλαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 159, τρίτο εδάφιο, ΕΚ.

      Πάντως, ούτε οι όροι συνεργασίας μεταξύ της Κοινότητας και του Ταμείου ούτε οι όροι και ο τρόπος καταβολής της κοινοτικής χρηματοδοτικής συνεισφοράς καθιστούν δυνατό στην Κοινότητα να αποτρέπει την εκ μέρους του Ταμείου χρήση της συνεισφοράς αυτής για τη χρηματοδότηση δράσεων, οι οποίες, μολονότι επιδιώκουν τους σκοπούς της συμφωνίας σχετικά με το Διεθνές Ταμείο για την Ιρλανδία, βαίνουν πέραν του πεδίου εφαρμογής της κοινοτικής πολιτικής για την οικονομική και πολιτική συνοχή και, πάντως, δεν διέπονται από τα κριτήρια που εφαρμόζει η Κοινότητα στο πλαίσιο της πολιτικής αυτής. Ο κοινοτικός νομοθέτης είχε τη δυνατότητα να αποφανθεί ως όφειλε, με την έκτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1968/2006, ότι το φάσμα των δραστηριοτήτων που χρηματοδοτούνται βάσει του εν λόγω κανονισμού βαίνει πέραν του πεδίου εφαρμογής της κοινοτικής πολιτικής για την οικονομική και κοινωνική συνοχή.

      Το άρθρο 159 ΕΚ, όμως, καλύπτει αποκλειστικά τις αυτοτελείς δράσεις της Κοινότητας, οι οποίες διέπονται από το κοινοτικό νομοθετικό πλαίσιο και των οποίων το περιεχόμενο δεν βαίνει πέραν του πεδίου εφαρμογής της κοινοτικής πολιτικής για την οικονομική και κοινωνική συνοχή. Ως εκ τούτου, το άρθρο 159, τρίτο εδάφιο, ΕΚ δεν παρέχει αφεαυτού στην Κοινότητα την αναγκαία αρμοδιότητα προς επίτευξη των σκοπών της κοινοτικής πολιτικής για την οικονομική και κοινωνική συνοχή μέσω χρηματοδοτικής συνεισφοράς και υπό όρους όπως οι προβλεπόμενοι στον κανονισμό 1968/2006.

      Πάντως, ο κανονισμός 1968/2006 σκοπεί στη στήριξη των δράσεων διεθνούς οργανισμού ο οποίος συστάθηκε από δύο κράτη μέλη και έχει ως σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής. Όπως, όμως, προκύπτει από τα άρθρα 2 ΕΚ και 3, παράγραφος 1, στοιχείο κ’, ΕΚ, η ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής αποτελεί σκοπό της Κοινότητας και εκτός του πλαισίου του τίτλου XVII της Συνθήκης ΕΚ. Εξάλλου, ο σκοπός του εν λόγω κανονισμού εντάσσεται στο πλαίσιο της κοινής αγοράς, δεδομένου ότι σκοπεί να συμβάλει στην οικονομική βελτίωση στις μειονεκτούσες περιοχές των δύο κρατών μελών και, ως εκ τούτου, στη λειτουργία της κοινής αγοράς.

      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι, καθόσον ο κανονισμός 1968/2006 επιδιώκει την επίτευξη των σκοπών των άρθρων 2 ΕΚ και 3, παράγραφος 1, στοιχείο κ’, ΕΚ, καθώς και του τίτλου XVII της Συνθήκης ΕΚ, χωρίς ο τίτλος αυτός να παρέχει αφεαυτού στην Κοινότητα την αρμοδιότητα προς επίτευξή τους, ο κοινοτικός νομοθέτης έπρεπε να χρησιμοποιήσει από κοινού τα άρθρα 159, τρίτο εδάφιο, ΕΚ και 308 ΕΚ, τηρώντας παράλληλα τις νομοθετικές διαδικασίες που προβλέπουν οι διατάξεις αυτές, δηλαδή τόσο τη διαδικασία του άρθρου 251 ΕΚ, την καλούμενη και διαδικασία «συναποφάσεως», όσο και τη διαδικασία που απαιτεί ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου.

      (βλ. σκέψεις 40, 42, 54, 58-59, 63-65, 67-69)

    2.  Κατά το άρθρο 231, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, το Δικαστήριο μπορεί, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, να προσδιορίσει εκείνα τα αποτελέσματα ενός ακυρωθέντος κανονισμού που θεωρούνται ότι διατηρούν την ισχύ τους.

      Η ακύρωση του κανονισμού 1968/2006, σχετικά με τις χρηματοδοτικές συνεισφορές της Κοινότητας στο Διεθνές Ταμείο για την Ιρλανδία (2007-2010), χωρίς διατήρηση των αποτελεσμάτων του δύναται να έχει αρνητικές συνέπειες, ιδίως όσον αφορά τις χρηματοδοτικές συνεισφορές οι οποίες έχουν χορηγηθεί για δράσεις ή έργα τα οποία έχουν προγραμματισθεί και υλοποιούνται, και να θέσει εν αμφιβόλω την τωρινή και τη μελλοντική χρηματοδότηση του Ταμείου.

      Υπό τις συνθήκες αυτές, σοβαροί λόγοι που άπτονται της ασφάλειας δικαίου δικαιολογούν την εκ μέρους του Δικαστηρίου άσκηση της εξουσίας την οποία του παρέχει το άρθρο 231, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, και τον συνακόλουθο εκ μέρους του προσδιορισμό των αποτελεσμάτων του ακυρωθέντος κανονισμού, τα οποία θεωρούνται ότι διατηρούν την ισχύ τους. Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτό ότι η ακύρωση του κανονισμού 1968/2006 δεν θίγει το κύρος των πληρωμών που έχουν γίνει ούτε των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί βάσει του εν λόγω κανονισμού πριν την έκδοση της παρούσας αποφάσεως και ότι δεν τίθενται εν αμφιβόλω τα αποτελέσματα του κανονισμού αυτού μέχρι να τεθεί σε ισχύ, εντός εύλογης προθεσμίας, νέος κανονισμός δυνάμει της προσήκουσας νομικής βάσεως.

      (βλ. σκέψεις 72, 74-75)

    Top