Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0574

Απόφαση αριθ. 574/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007 , σχετικά με τη σύσταση του Ταμείου Εξωτερικών Συνόρων για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών

ΕΕ L 144 της 6.6.2007, p. 22–44 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/574/oj

6.6.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/22


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 574/2007/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 23ης Μαΐου 2007

σχετικά με τη σύσταση του Ταμείου Εξωτερικών Συνόρων για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών»

TΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 62, παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Ενώ κάθε κράτος μέλος συμβάλλει για την επίτευξη υψηλού και ομοιόμορφου επιπέδου ελέγχου προσώπων και επιτήρησης των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο κοινών κανόνων, ορισμένα κράτη μέλη αναλαμβάνουν μεγαλύτερο βάρος σε σύγκριση με τα υπόλοιπα.

(2)

Η διαφορά ως προς το βάρος εξηγείται από τις διαφορετικές καταστάσεις που παρατηρούνται στα κράτη μέλη όσον αφορά τη γεωγραφία των εξωτερικών συνόρων τους, τον αριθμό πραγματικών και επιτρεπόμενων συνοριακών σημείων διέλευσης, τον βαθμό μεταναστευτικής πίεσης, νόμιμης και παράνομης, τους κινδύνους και τις απειλές που εμφανίζονται και, τέλος, τον φόρτο εργασίας των εθνικών υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο των αιτήσεων θεώρησης και την έκδοση θεωρήσεων.

(3)

Η κατανομή του βάρους μεταξύ των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων αποτελεί ένα από τα πέντε συστατικά της κοινής πολιτικής διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων, που προτείνεται από την Επιτροπή στην ανακοίνωσή της, της 7ης Μαΐου 2002, με τον τίτλο «Προς μια ολοκληρωμένη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης» και η οποία υποστηρίχθηκε από το Συμβούλιο στο «Σχέδιο διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης» της 14ης Ιουνίου 2002.

(4)

Ενώ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4), αποτελεί σημαντικό βήμα προς την προοδευτική ανάπτυξη της επιχειρησιακής διάστασης του Ευρωπαϊκού Κοινού Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης των Συνόρων, η εφαρμογή αποτελεσματικών κοινών προτύπων όσον αφορά τον έλεγχο και την επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων καθιστά αναγκαίο έναν κοινοτικό μηχανισμό οικονομικής αλληλεγγύης για να υποστηρίζονται τα κράτη μέλη που αναλαμβάνουν, προς όφελος της Κοινότητας, επαχθές και μόνιμο οικονομικό βάρος.

(5)

Το κοινό σώμα νομοθεσίας, όπως ορίζεται, ιδίως με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης των συνόρων από τα πρόσωπα (Κώδικας Συνόρων Σένγκεν) (5) προβλέπει τη διενέργεια συνοριακών ελέγχων προκειμένου να καταπολεμάται η λαθρομετανάστευση και η εμπορία ανθρώπων και να προλαμβάνεται οιαδήποτε απειλή κατά της εσωτερικής ασφάλειας των κρατών μελών ενώ, ταυτόχρονα, προβλέπει τη διενέργεια συνοριακών ελέγχων κατά τρόπο ώστε να γίνεται πλήρως σεβαστή η ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

(6)

Το Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων (εφεξής αποκαλούμενο «Ταμείο»), θα πρέπει να εκφράζει την αλληλεγγύη, μέσω οικονομικών ενισχύσεων, στα κράτη μέλη που εφαρμόζουν τις διατάξεις Σένγκεν για τα εξωτερικά σύνορα.

(7)

Αυτή η οικονομική βοήθεια θα πρέπει να διαρθρωθεί κατά τρόπο που να αποτελέσει ταυτόχρονα τον σύνδεσμο με τις παλαιότερες οικονομικές συνεισφορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα κράτη μέλη τα οποία, κατά τη στιγμή της έναρξης ισχύος της παρούσας απόφασης, δεν εφαρμόζουν ακόμα το σύνολο των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν, χωρίς, εντούτοις, αυτό να αποτελεί απλή συνέχιση των προηγουμένως χρηματοδοτούμενων δράσεων από άλλες πηγές που καλύπτονται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε παρόμοιες περιπτώσεις, το Ταμείο θα πρέπει να υποστηρίζει τα κράτη μέλη που προετοιμάζονται για πλήρη συμμετοχή, το συντομότερο δυνατό, σύμφωνα με το πρόγραμμα της Χάγης της 4ης και 5ης Νοεμβρίου 2004.

(8)

Επιπλέον, το Ταμείο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη ιδιαίτερες καταστάσεις, όπως η διέλευση δια της χερσαίας οδού υπηκόων τρίτων χωρών, οι οποίοι πρέπει αναγκαστικά να διέλθουν από το έδαφος ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών για να κυκλοφορήσουν μεταξύ δύο τμημάτων της ίδιας της χώρας τους τα οποία δεν είναι γεωγραφικά συνεχόμενα, όχι μόνο προς το συμφέρον του ή των συγκεκριμένων κρατών μελών αλλά και όλων των κρατών μελών που κατήργησαν τους ελέγχους στα εσωτερικά τους σύνορα. Σε παρόμοιες περιπτώσεις, οι προς χρηματοδότηση δράσεις θα πρέπει να προσδιορίζονται αναλυτικά και να καθορίζεται η διάθεση των πόρων στη βάση αξιολόγησης των αναγκών σε σχέση με τις συγκεκριμένες δράσεις.

(9)

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ομοιόμορφος και υψηλής ποιότητας έλεγχος των εξωτερικών συνόρων και ευέλικτη διασυνοριακή κυκλοφορία, το Ταμείο θα πρέπει να συμβάλλει στην ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού κοινού ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης των συνόρων που να περιλαμβάνει όλα τα μέτρα που αφορούν την πολιτική, τη νομοθεσία, τη συστηματική συνεργασία, την κατανομή του φόρτου, το προσωπικό, τον εξοπλισμό και την τεχνολογία, μέτρα τα οποία λαμβάνονται σε διάφορα επίπεδα από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, σε συνεργασία και ανάλογα με την περίπτωση, από κοινού με άλλους συντελεστές, χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, το μοντέλο τεσσάρων βαθμίδων για την ασφάλεια των συνόρων καθώς και υπόδειγμα ολοκληρωμένης ανάλυσης κινδύνου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(10)

Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο αριθ. 5 της Συνθήκης Προσχώρησης του 2003 (6) σχετικά με τη διέλευση ατόμων από ξηράς μεταξύ της περιοχής του Καλίνινγκραντ και άλλων περιοχών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, το Ταμείο θα πρέπει να αναλαμβάνει κάθε συμπληρωματική δαπάνη που προκύπτει από την εφαρμογή της ειδικής διάταξης του κεκτημένου που καλύπτει την εν λόγω διέλευση.

(11)

Ως συμπλήρωμα στην επιχειρησιακή συνεργασία που αναπτύσσεται υπό την αιγίδα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 (εφεξής αποκαλούμενος «Οργανισμός»), και επιπροσθέτως, της κατανομής των πόρων στα κράτη μέλη, το Ταμείο θα πρέπει επίσης να εισαγάγει τη δυνατότητα κοινοτικής ανταπόκρισης όσον αφορά τις αδυναμίες σε στρατηγικά συνοριακά σημεία με τη συγχρηματοδότηση ειδικών δράσεων για την αντιμετώπιση των εν λόγω αδυναμιών, βάσει ειδικού ποσού που προορίζεται κάθε έτος για τις συγκεκριμένες αυτές δράσεις.

(12)

Το Ταμείο θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει τη χρηματοδότηση εθνικών μέτρων και τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της πολιτικής θεωρήσεων και άλλων δραστηριοτήτων πριν από τα σύνορα, οι οποίες διεξάγονται σε ένα στάδιο που προηγείται των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα. Η αποτελεσματική διαχείριση των δραστηριοτήτων που διοργανώνονται από τις προξενικές υπηρεσίες των κρατών μελών στις τρίτες χώρες αποβαίνει προς το συμφέρον της κοινής πολιτικής θεωρήσεων στο πλαίσιο ενός πολυεπίπεδου συστήματος με στόχο τη διευκόλυνση των νόμιμων ταξιδιών και την αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αποτελεί εγγενές τμήμα του Ευρωπαϊκού Κοινού Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης των Συνόρων.

(13)

Υπό το πρίσμα του πεδίου εφαρμογής και του σκοπού του, το Ταμείο δεν θα πρέπει, σε καμιά περίπτωση, να στηρίζει δράσεις σχετικές με χώρους και κέντρα κράτησης προσώπων σε τρίτες χώρες.

(14)

Θα πρέπει να ορισθούν αντικειμενικά κριτήρια για τη χορήγηση των διαθέσιμων ετήσιων πόρων στα κράτη μέλη. Αυτά τα κριτήρια θα πρέπει να αναλύονται σύμφωνα με τον τύπο συνόρων, λαμβάνοντας υπόψη τη ροή και τα επίπεδα της απειλής στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών.

(15)

Η εφαρμογή των κριτηρίων αυτών θα πρέπει να επανεξετασθεί το 2010 ούτως ώστε να παρασχεθεί η δυνατότητα τυχόν νέες περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων ιδίως περιστάσεων που προκύπτουν από μεταβολές των ιδίων των εξωτερικών συνόρων, να λαμβάνονται υπόψη.

(16)

Ενόψει της αποστολής του Οργανισμού να επικουρεί τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή των επιχειρησιακών θεμάτων της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων και για να αναπτυχθεί η συμπληρωματικότητα μεταξύ της αποστολής του και των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών όσον αφορά τον έλεγχο και την επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων, θα πρέπει να ζητείται η γνώμη του Οργανισμού από την Επιτροπή όσον αφορά το σχέδιο πολυετών προγραμμάτων που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη και τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που καταρτίζονται από την Επιτροπή.

(17)

Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τον Οργανισμό να συμμετέχει στην αξιολόγηση που διενεργεί η Επιτροπή όσον αφορά τον αντίκτυπο του Ταμείου στην εκπόνηση πολιτικής και νομοθεσίας για τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων, των συνεργιών μεταξύ του Ταμείου και των καθηκόντων του Οργανισμού, καθώς και της καταλληλότητας των κριτηρίων κατανομής των κονδυλίων μεταξύ των κρατών μελών, βάσει των στόχων που επιδιώκονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση στον συγκεκριμένο τομέα.

(18)

Η παρούσα απόφαση σχεδιάσθηκε για να αποτελέσει μέρος ενός συνεκτικού πλαισίου, που περιλαμβάνει επίσης την απόφαση αριθ. 573/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007, σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», και με την κατάργηση της απόφασης 2004/904/ΕΚ του Συμβουλίου (7), την απόφαση αριθ. 575/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών» (8), και την απόφαση 2007/…/ΕΚ του Συμβουλίου, της ..., για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης των Υπηκόων Τρίτων Χωρών για την περίοδο 2007-2013, ως μέρος του Γενικού Προγράμματος «Αλληλεγγύη και Διαχείριση των Μεταναστευτικών Ροών» (9), και το οποίο έχει ως στόχο να εξετάσει το ζήτημα του δίκαιου καταμερισμού των ευθυνών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά το οικονομικό βάρος που προκύπτει από την εισαγωγή ολοκληρωμένης διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από την εφαρμογή κοινών πολιτικών ασύλου και μετανάστευσης, όπως αναπτύχθηκαν σύμφωνα με τον Τίτλο IV του Τρίτου Μέρους της Συνθήκης.

(19)

Η συμμετοχή ενός κράτους μέλους στο Ταμείο δεν θα πρέπει να συμπίπτει με τη συμμετοχή του σε μελλοντικό προσωρινό μέσο προοριζόμενο να υποστηρίξει τα δικαιούχα κράτη μέλη στη χρηματοδότηση δράσεων στα νέα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή του κεκτημένου Σένγκεν και του ελέγχου των εξωτερικών συνόρων.

(20)

Θα πρέπει να υπάρχει συνέργια των δράσεων που υποστηρίζονται στα πλαίσια του παρόντος Ταμείου με τις δράσεις που υποστηρίζονται από τα κοινοτικά μέσα για την παροχή εξωτερικής βοήθειας, και να υλοποιούνται στο πλαίσιο της πολιτικής εξωτερικών σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως της στρατηγικής για τις εξωτερικές διαστάσεις του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

(21)

Η υποστήριξη που παρέχεται από το Ταμείο θα ήταν αποδοτικότερη και καλύτερα στοχοθετημένη εάν η συγχρηματοδότηση των επιλέξιμων δράσεων βασισθεί σε στρατηγικό πολυετή προγραμματισμό, που εκπονεί το εκάστοτε κράτος μέλος σε διάλογο με την Επιτροπή.

(22)

Βάσει των στρατηγικών κατευθυντηρίων γραμμών που υιοθετούνται από την Επιτροπή, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να συντάσσει έγγραφο πολυετούς προγραμματισμού, λαμβάνοντας υπόψη τη συγκεκριμένη κατάσταση και τις ανάγκες του και εκθέτοντας την οικεία στρατηγική ανάπτυξης, η οποία θα πρέπει να αποτελέσει το πλαίσιο προετοιμασίας για την εφαρμογή των δράσεων που απαριθμούνται στα ετήσια προγράμματα.

(23)

Στο πλαίσιο των μεθόδων εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο β), του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (10), (εφεξής «δημοσιονομικός κανονισμός»), θα πρέπει να καθορισθούν οι προϋποθέσεις που θα επιτρέπουν στην Επιτροπή να ασκεί τις αρμοδιότητές της για την εφαρμογή του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να αποσαφηνισθούν οι υποχρεώσεις συνεργασίας των κρατών μελών. Η εφαρμογή αυτών των προϋποθέσεων θα επιτρέψει στην Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη θα κάνουν νόμιμη και ορθή χρήση του Ταμείου και σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης κατά την έννοια των άρθρων 27 και 48, παράγραφος 2, του δημοσιονομικού κανονισμού.

(24)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν την κανονική λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου και την ποιότητα της εφαρμογής. Προς τον σκοπό αυτό, είναι απαραίτητο να ορισθούν οι γενικές αρχές και τα απαραίτητα καθήκοντα, τα οποία θα πρέπει να επιτελούν όλα τα προγράμματα.

(25)

Δεδομένου ότι το Ταμείο μπορεί να υποστηρίξει εθνικά μέτρα κράτους μέλους για την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν, που θα αφορούν από τα εξωτερικά σύνορα μέχρι την πολιτική στον τομέα των θεωρήσεων, αυτό θα μπορούσε να συνεπάγεται τη συμμετοχή περισσότερων από μιας αρχής σε κάθε κράτος μέλος σε διάφορα επίπεδα και θέσεις. Επομένως, θα πρέπει να παρασχεθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να ορίσουν ποικίλες αρχές πιστοποίησης και λογιστικού ελέγχου ή εξουσιοδοτημένες αρχές, εφόσον υπάρχει σαφής κατανομή αρμοδιοτήτων για καθεμία από τις αρχές αυτές.

(26)

Σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την πρωταρχική ευθύνη για την υλοποίηση και τον έλεγχο των παρεμβάσεων του Ταμείου.

(27)

Θα πρέπει να καθορισθούν οι υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου, την πιστοποίηση των δαπανών και την πρόληψη, τον εντοπισμό και τη διόρθωση των παρατυπιών και των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου, προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική και ορθή εφαρμογή των πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων τους. Ιδίως, όσον αφορά τη διαχείριση και τον έλεγχο, είναι απαραίτητο να καθορισθούν οι ρυθμίσεις σύμφωνα με τις οποίες τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εγκαθίδρυση και την ικανοποιητική λειτουργία των σχετικών συστημάτων.

(28)

Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής όσον αφορά τον δημοσιονομικό έλεγχο, η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στον τομέα αυτόν θα πρέπει να ενθαρρυνθεί.

(29)

Η αποτελεσματικότητα και ο αντίκτυπος των δράσεων που υποστηρίζονται από το Ταμείο εξαρτώνται επίσης από την αξιολόγησή τους και από τη διάδοση των αποτελεσμάτων τους. Θα πρέπει να προσδιορισθούν οι αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Επιτροπής σε σχέση με το θέμα αυτό και να διατυπωθούν επισήμως ρυθμίσεις για να εξασφαλισθούν η αξιοπιστία της αξιολόγησης και η ποιότητα των σχετικών πληροφοριών.

(30)

Οι δράσεις θα πρέπει να αξιολογούνται με σκοπό την ενδιάμεση επανεξέταση και την αξιολόγηση των επιπτώσεων και η διαδικασία αξιολόγησης θα πρέπει να ενσωματώνεται στις ρυθμίσεις για την παρακολούθηση των σχεδίων.

(31)

Έχοντας κατά νουν τη σημασία της προβολής της κοινοτικής χρηματοδότησης, η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει καθοδήγηση ώστε να διευκολύνει κάθε αρχή, μη κυβερνητική οργάνωση, διεθνή οργανισμό ή άλλη οντότητα που επιχορηγείται από το παρόν Ταμείο, να αναγνωρίζει προσηκόντως τη στήριξη που δέχεται, λαμβάνοντας υπόψη την πρακτική σχετικά με άλλα μέσα κοινής διαχείρισης, όπως τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

(32)

Η παρούσα απόφαση καθορίζει, για όλη τη διάρκεια του προγράμματος, ένα χρηματοδοτικό πλαίσιο που αποτελεί την προνομιακή αναφορά σύμφωνα με το σημείο 37 της διοργανικής συμφωνίας, της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (11), για την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, μέσα στα πλαίσια της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού.

(33)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας απόφασης, και συγκεκριμένα η υποστήριξη της εγκαθίδρυσης ενός Ευρωπαϊκού Κοινού Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης των Συνόρων, που καλύπτει, μεταξύ άλλων, τη διαχείριση δραστηριοτήτων που διοργανώνονται από τις προξενικές και άλλες υπηρεσίες των κρατών μελών σε τρίτες χώρες, όσον αφορά τις ροές υπηκόων τρίτων χωρών στο έδαφος των κρατών μελών, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(34)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (12).

(35)

Δεδομένου ότι τα μέτρα της παρούσας απόφασης σχετικά με την υιοθέτηση στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών είναι γενικής εμβέλειας και αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας απόφασης, μεταξύ άλλων με τη διαγραφή ορισμένων από τα στοιχεία αυτά ή με τη συμπλήρωση της παρούσας απόφασης μέσω της προσθήκης νέων μη ουσιωδών στοιχείων, θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Όσον αφορά την υιοθέτηση στρατηγικών κατευθυντηρίων γραμμών, και για λόγους αποτελεσματικότητας, οι συνήθεις προθεσμίες που ισχύουν για την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο θα πρέπει να συντομευθούν.

(36)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η έγκαιρη υλοποίηση του Ταμείου, ορισμένες διατάξεις της παρούσας απόφασης θα πρέπει να εφαρμοσθούν από 1ης Ιανουαρίου 2007.

(37)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν, που εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου 1, σημεία Α και Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών, με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (13).

(38)

Θα πρέπει να συμφωνηθεί ρύθμιση ούτως ώστε να μπορούν οι αντιπρόσωποι της Ισλανδίας και της Νορβηγίας να λαμβάνουν μέρος στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Επιτροπή στην άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της. Έχει εξετασθεί το ενδεχόμενο τέτοιας ρύθμισης στη συμφωνία υπό μορφήν ανταλλαγής επιστολών μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τις επιτροπές που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της (14), η οποία έχει προσαρτηθεί στην αναφερόμενη στην αιτιολογική σκέψη (37) συμφωνία, ως Παράρτημα.

(39)

Όσον αφορά την Ελβετία, η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που υπογράφηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν, οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1, στοιχείο (Α) της απόφασης 1999/437/EΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 1, της απόφασης 2004/860/EΚ του Συμβουλίου (15), για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και την προσωρινή εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της συμφωνίας αυτής.

(40)

Θα πρέπει να συμφωνηθεί ρύθμιση ούτως ώστε να επιτραπεί στους αντιπροσώπους της Ελβετίας να λαμβάνουν μέρος στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της. Έχει εξετασθεί το ενδεχόμενο τέτοιας ρύθμισης στην ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετίας, η οποία έχει προσαρτηθεί στην αναφερόμενη στην αιτιολογική σκέψη (39) συμφωνία, ως Παράρτημα.

(41)

Προκειμένου να καθορισθούν οι συμπληρωματικοί κανόνες που είναι απαραίτητοι για την εφαρμογή του παρόντος μέσου, θα πρέπει να συναφθεί συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και της Ισλανδίας, της Νορβηγίας και της Ελβετίας.

(42)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του Πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. Δεδομένου, ότι η παρούσα απόφαση βασίζεται στο κεκτημένο Σένγκεν βάσει των διατάξεων του Τίτλου IV του Τρίτου Μέρους της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία πρέπει να αποφασίσει, σύμφωνα με το άρθρο 5 του προαναφερθέντος Πρωτοκόλλου, εντός προθεσμίας έξι μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης, εάν θα την μεταφέρει ή όχι στο εθνικό της δίκαιο.

(43)

Η παρούσα απόφαση αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, στις οποίες δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/EΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (16) και τη μεταγενέστερη απόφαση 2004/926/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004 σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή από το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας μερών του κεκτημένου του Σένγκεν (17). Συνεπώς, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση της εν λόγω απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(44)

Η παρούσα απόφαση αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, στις οποίες δεν συμμετέχει η Ιρλανδία, σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (18). Η Ιρλανδία δεν συμμετέχει, συνεπώς, στη θέσπιση της εν λόγω απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(45)

Σύμφωνα με το άρθρο 67, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, η απόφαση 2004/927/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με την υπαγωγή ορισμένων τομέων που καλύπτονται από τον Τίτλο IV του Τρίτου Μέρους της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στη διαδικασία του άρθρου 251 της εν λόγω Συνθήκης (19), κατέστησε τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης εφαρμοστέα στους τομείς που υπάγονται στο άρθρο 62, παράγραφος 1, παράγραφος 2, στοιχείο α) και παράγραφος 3, και στο άρθρο 63, παράγραφος 2, στοιχείο β), και παράγραφος 3, στοιχείο β), της Συνθήκης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

ΚΕΦΑΛΑIΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΔΡΑΣΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα απόφαση συστήνει, για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2007 μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 2013, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων, στο εξής αποκαλούμενο «Ταμείο», ως μέρος συνεκτικού πλαισίου που περιλαμβάνει επίσης την απόφαση αριθ. 573/2007/ΕΚ, την απόφαση αριθ. 575/2007/ΕΚ και την απόφαση 2007/…/ΕΚ για να συμβάλει στην ενίσχυση του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και στην εφαρμογή της αρχής της αλληλεγγύης μεταξύ κρατών μελών.

Η παρούσα απόφαση καθορίζει τους στόχους στους οποίους συμβάλλει το Ταμείο, τις προϋποθέσεις λειτουργίας του, τους διαθέσιμους δημοσιονομικούς πόρους καθώς και τα κριτήρια για την κατανομή των διαθέσιμων δημοσιονομικών πόρων.

Θεσπίζει τους κανόνες διαχείρισης του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών, καθώς και τους μηχανισμούς παρακολούθησης και ελέγχου που βασίζονται στην κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, νοούνται ως:

1.

«εξωτερικά σύνορα», τα χερσαία σύνορα των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των ποτάμιων και λιμναίων συνόρων, των θαλάσσιων συνόρων και των αερολιμένων, των ποτάμιων και των λιμναίων λιμένων τους στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου όσον αφορά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, ανεξάρτητα από τον προσωρινό ή μη χαρακτήρα τους·

2.

«προσωρινά εξωτερικά σύνορα»:

α)

τα κοινά σύνορα μεταξύ ενός κράτους μέλους το οποίο εφαρμόζει πλήρως το κεκτημένο Σένγκεν και ενός κράτους μέλους το οποίο έχει την υποχρέωση να το εφαρμόζει πλήρως, σύμφωνα με την αντίστοιχη Πράξη Προσχώρησής του, αλλά για το οποίο δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ η σχετική απόφαση του Συμβουλίου που το εξουσιοδοτεί να εφαρμόζει πλήρως αυτό το κεκτημένο,

β)

τα κοινά σύνορα μεταξύ δύο κρατών μελών τα οποία έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο Σένγκεν, σύμφωνα με τις αντίστοιχες Πράξεις Προσχωρήσεώς τους, αλλά για τα οποία δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ η σχετική απόφαση του Συμβουλίου που τα εξουσιοδοτεί να εφαρμόζουν πλήρως αυτό το κεκτημένο·

3.

«σημείο διέλευσης των συνόρων»: οιοδήποτε σημείο διέλευσης για το οποίο παρέχουν οι αρμόδιες αρχές άδεια διέλευσης των εξωτερικών συνόρων, όπως κοινοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2006·

4.

«Οργανισμός», ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2007/2004.

Άρθρο 3

Γενικοί στόχοι του Ταμείου

1.   Το Ταμείο συμβάλλει στην επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α)

αποτελεσματική οργάνωση αποστολών ελέγχου, που καλύπτουν τόσον το έργο των ελέγχων όσον και της επιτήρησης, όσον αφορά τα εξωτερικά σύνορα,

β)

αποτελεσματική διαχείριση από τα κράτη μέλη των ροών ατόμων στα εξωτερικά σύνορα για να εξασφαλισθεί, αφενός μεν, υψηλό επίπεδο προστασίας στα εξωτερικά σύνορα, αφετέρου δε, απρόσκοπτη διέλευση των εξωτερικών συνόρων σύμφωνα με το κεκτημένο Σένγκεν, καθώς και τις αρχές της κόσμιας μεταχείρισης και της αξιοπρέπειας,

γ)

ομοιόμορφη εφαρμογή από τους συνοριοφύλακες των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου σχετικά με τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, ιδίως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2006,

δ)

βελτίωση της διαχείρισης δραστηριοτήτων που οργανώνονται από τις προξενικές και άλλες υπηρεσίες των κρατών μελών σε τρίτες χώρες όσον αφορά τις ροές υπηκόων τρίτων χωρών στο έδαφος των κρατών μελών και της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών στο συγκεκριμένο τομέα.

2.   Το Ταμείο συνεισφέρει στη χρηματοδότηση της τεχνικής βοήθειας βάσει πρωτοβουλίας των κρατών μελών ή της Επιτροπής.

Άρθρο 4

Ειδικοί στόχοι

1.   Όσον αφορά τον στόχο που ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο α), το Ταμείο υποστηρίζει τους ακόλουθους ειδικούς στόχους:

α)

εφαρμογή των συστάσεων, των επιχειρησιακών κανόνων και των βέλτιστων πρακτικών, που προκύπτουν από την επιχειρησιακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών στον τομέα του ελέγχου των συνόρων,

β)

ανάπτυξη και εφαρμογή των μέτρων που απαιτούνται για τη βελτίωση των συστημάτων επιτήρησης μεταξύ των σημείων διέλευσης των συνόρων,

γ)

θέσπιση μέτρων ή ανάπτυξη αποτελεσματικών συστημάτων που παρέχουν τη δυνατότητα μεθοδικής συλλογής σχετικών πληροφοριών για την εξέλιξη της κατάστασης που παρατηρείται πλησίον των εξωτερικών συνόρων και αμέσως μετά από αυτά, καθώς και εντός και εκτός αυτών,

δ)

εξασφάλιση της δέουσας καταχώρισης του αριθμού ατόμων που διέρχονται όλα τα είδη εξωτερικών συνόρων (χερσαία, εναέρια και θαλάσσια),

ε)

εισαγωγή ή αναβάθμιση ενός συστήματος συλλογής στατιστικών και διοικητικών δεδομένων σχετικά με τις κατηγορίες ταξιδιωτών, τον αριθμό και τον χαρακτήρα των ελέγχων και των μέτρων επιτήρησης που εφαρμόζονται στα διάφορα είδη εξωτερικών συνόρων, βάσει καταχώρισης, και άλλων πηγών συλλογής δεδομένων,

στ)

καθιέρωση αποτελεσματικού, διαρθρωτικού, στρατηγικού και επιχειρησιακού συντονισμού μεταξύ όλων των αρχών που δρουν στα σημεία διέλευσης των συνόρων,

ζ)

βελτίωση της ικανότητας και των προσόντων των συνοριοφυλάκων για την εκτέλεση των αποστολών επιτήρησης, παροχής συμβουλών και ελέγχου,

η)

βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών σε εθνικό επίπεδο μεταξύ των αρχών που είναι υπεύθυνες για τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων και μεταξύ αυτών των αρχών και άλλων αρχών υπεύθυνων για τη μετανάστευση, το άσυλο και άλλα συναφή θέματα,

θ)

προώθηση ποιοτικών προτύπων διαχείρισης.

2.   Όσον αφορά τον στόχο που ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο β), το Ταμείο χρηματοδοτεί τους ακόλουθους ειδικούς στόχους:

α)

εκτός από την περίπτωση των προσωρινών εξωτερικών συνόρων, την ανάπτυξη νέων μεθόδων εργασίας, υλικοτεχνικών μέτρων και τεχνολογιών αιχμής για την ενίσχυση των συστηματικών ελέγχων προσώπων κατά την είσοδο και την έξοδό τους στα σημεία διέλευσης των συνόρων,

β)

προώθηση της χρήσης τεχνολογίας και εξειδικευμένης κατάρτισης του προσωπικού που είναι επιφορτισμένο με την αποτελεσματική αξιοποίησή τους,

γ)

προώθηση της ανταλλαγής πληροφοριών και βελτίωση της κατάρτισης σχετικά με τα παραποιημένα ή πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα, μεταξύ άλλων με την ανάπτυξη και τη διανομή κοινών εργαλείων και πρακτικών με σκοπό την ανίχνευση αυτών των εγγράφων,

δ)

προώθηση αποτελεσματικής και σε πραγματικό χρόνο ανάγνωσης δεδομένων στα συνοριακά σημεία διέλευσης, μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων ευρείας κλίμακας όπως το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) και το Σύστημα Πληροφοριών Θεωρήσεων (VIS), και αποτελεσματική και σε πραγματικό χρόνο ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ όλων των συνοριακών σημείων διέλευσης που βρίσκονται κατά μήκος των εξωτερικών συνόρων,

ε)

εξασφάλιση της καλύτερης δυνατής εφαρμογής, σε επιχειρησιακό και τεχνικό επίπεδο, των αποτελεσμάτων των αναλύσεων κινδύνων.

3.   Όσον αφορά τον στόχο που ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο γ), το Ταμείο υποστηρίζει τους ακόλουθους ειδικούς στόχους:

α)

σταδιακή καθιέρωση σε κάθε κράτος μέλος της ενιαίας εκπαίδευσης, κατάρτισης και των ενιαίων προσόντων των συνοριοφυλάκων, ιδιαίτερα εφαρμόζοντας το κοινό βασικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα που καταρτίζεται από τον Οργανισμό και συμπληρώνοντας, με συνεκτικό τρόπο, τις δραστηριότητες του Οργανισμού στον συγκεκριμένο τομέα,

β)

υποστήριξη και ανάπτυξη των ανταλλαγών και των αποσπάσεων συνοριοφυλάκων μεταξύ των κρατών μελών, προς συμπλήρωση των κατευθυντηρίων γραμμών και των δραστηριοτήτων του Οργανισμού στον συγκεκριμένο τομέα,

γ)

προώθηση της χρήσης συμβατών τεχνολογιών αιχμής κατά μήκος των εξωτερικών συνόρων, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για την ορθή, αποτελεσματική ή ενιαία εφαρμογή των κανόνων,

δ)

προώθηση της ικανότητας των αρχών με στόχο την εφαρμογή των ιδίων διαδικασιών και τη λήψη συνεπών, ταχειών και υψηλής ποιότητας αποφάσεων σχετικά με τη διέλευση εξωτερικών συνόρων, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης θεωρήσεων,

ε)

προώθηση της χρήσης του κοινού Πρακτικού Εγχειριδίου για τους συνοριοφύλακες,

στ)

κατασκευή και αναβάθμιση χώρων και κέντρων για πρόσωπα στα οποία απαγορεύεται η είσοδος και για πρόσωπα που συλλαμβάνονται μετά από παράνομη διέλευση των συνόρων ή ενώ πλησιάζουν τα εξωτερικά σύνορα με σκοπό την παράνομη είσοδο στο έδαφος των κρατών μελών,

ζ)

αναβάθμιση της ασφάλειας στις εγκαταστάσεις των συνοριακών σημείων διέλευσης, για να εξασφαλίζονται η ασφάλεια των συνοριοφυλάκων καθώς και η προστασία του εξοπλισμού, των συστημάτων επιτήρησης και των μέσων μεταφοράς.

4.   Όσον αφορά τον στόχο που ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο δ), το Ταμείο υποστηρίζει τους ακόλουθους ειδικούς στόχους:

α)

αναβάθμιση της επιχειρησιακής ικανότητας του δικτύου υπαλλήλων συνδέσμων για τη μετανάστευση και την προώθηση στενότερης συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών των κρατών μελών μέσω του δικτύου,

β)

θέσπιση μέτρων που στοχεύουν στην παροχή βοήθειας στα κράτη μέλη και στους μεταφορείς ώστε να φέρουν εις πέρας τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλονται δυνάμει της οδηγίας 2004/82/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την υποχρέωση των μεταφορέων να κοινοποιούν τα στοιχεία των επιβατών (20) και του άρθρου 26 της Σύμβασης της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (εφεξής αποκαλούμενη «Σύμβαση Σένγκεν») (21), ώστε να αποφεύγονται οι παράνομες αφίξεις στα εξωτερικά σύνορα,

γ)

προώθηση αποτελεσματικότερης συνεργασίας με τους μεταφορείς στα αεροδρόμια των χωρών αναχώρησης, μεταξύ άλλων μέσω της ενιαίας κατάρτισης του προσωπικού τους όσον αφορά τα ταξιδιωτικά έγγραφα,

δ)

προώθηση ποιοτικής διαχείρισης, καλών υπηρεσιών και εγκαταστάσεων όσον αφορά την υποδομή της διαδικασίας αιτήσεων θεώρησης,

ε)

προώθηση της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών για τη βελτίωση των δυνατοτήτων των προξενικών υπηρεσιών να εξετάζουν αιτήσεις θεώρησης,

στ)

προώθηση κοινών πρακτικών έρευνας, ενιαίων διοικητικών διαδικασιών και αποφάσεων σχετικά με τις θεωρήσεις που εκδίδονται από τις προξενικές υπηρεσίες ενός κράτους μέλους τις εγκατεστημένες σε διάφορες τρίτες χώρες,

ζ)

ενθάρρυνση της ανάπτυξης συστηματικής και τακτικής συνεργασίας μεταξύ των προξενικών και άλλων υπηρεσιών διαφόρων κρατών μελών, ιδίως σε συνδυασμό με το VIS, μεταξύ άλλων με την από κοινού συγκέντρωση των πόρων και των μέσων για την έκδοση θεωρήσεων, με την ανταλλαγή πληροφοριών, μελετών και ερευνών σχετικά με τις αιτήσεις θεώρησης και με τη δημιουργία κοινών κέντρων εξέτασης των αιτήσεων για τη χορήγηση θεώρησης,

η)

ενθάρρυνση των εθνικών πρωτοβουλιών που στοχεύουν σε κοινές πρακτικές έρευνας και στην ομοιομορφία των διοικητικών διαδικασιών και αποφάσεων σχετικά με τις θεωρήσεις που εκδίδονται από τις προξενικές υπηρεσίες διαφόρων κρατών μελών,

θ)

δημιουργία κοινών προξενικών γραφείων.

Άρθρο 5

Επιλέξιμες δράσεις στα κράτη μέλη

1.   Το Ταμείο υποστηρίζει δράσεις στα κράτη μέλη που αφορούν τους ειδικούς στόχους που ορίζονται στο άρθρο 4, και ιδίως τους εξής:

α)

υποδομές διέλευσης συνόρων και σχετικά κτίρια, όπως συνοριακοί σταθμοί, διάδρομοι προσγείωσης ελικοπτέρων ή διάδρομοι ή θάλαμοι προοριζόμενοι για την αναμονή οχημάτων ή προσώπων στα σημεία διέλευσης συνόρων,

β)

υποδομές, κτίρια και συστήματα που απαιτούνται για την επιτήρηση μεταξύ των σημείων διέλευσης συνόρων και προστασία από την παράνομη διέλευση των εξωτερικών συνόρων,

γ)

επιχειρησιακοί εξοπλισμοί, όπως αισθητήρες, επιτήρηση με βιντεοκάμερα, συσκευές εξέτασης εγγράφων, μέσα ανίχνευσης και σταθεροί ή κινητοί τερματικοί επικοινωνίας με το SIS, το VIS, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Αρχειοθέτησης Εικόνων (FADO) και άλλα ευρωπαϊκά και εθνικά συστήματα,

δ)

μεταφορικά μέσα που είναι απαραίτητα για τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων, όπως οχήματα, σκάφη, ελικόπτερα και ελαφρά αεροσκάφη, ειδικά εξοπλισμένα με ηλεκτρονικά συστήματα για την επιτήρηση των συνόρων και τον εντοπισμό ατόμων σε μεταφορικά μέσα,

ε)

εξοπλισμοί για την ανταλλαγή πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο μεταξύ των αρμοδίων αρχών,

στ)

συστήματα ΤΠΕ,

ζ)

προγράμματα για την απόσπαση και την ανταλλαγή προσωπικού, όπως οι συνοριοφύλακες, οι υπάλληλοι των υπηρεσιών μετανάστευσης και οι προξενικοί υπάλληλοι,

η)

εκπαίδευση και κατάρτιση προσωπικού των σχετικών αρχών, συμπεριλαμβανομένης της γλωσσικής κατάρτισης,

θ)

επενδύσεις στον τομέα της ανάπτυξης, του ελέγχου και της εγκατάστασης τεχνολογιών αιχμής,

ι)

μελέτες και πιλοτικά σχέδια που εφαρμόζουν τις συστάσεις, τους επιχειρησιακούς κανόνες και τις βέλτιστες πρακτικές που προκύπτουν από την επιχειρησιακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών στον τομέα του συνοριακού ελέγχου,

ια)

μελέτες και πιλοτικά σχέδια που σχεδιάζονται για την τόνωση της καινοτομίας, τη διευκόλυνση της ανταλλαγής εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών και τη βελτίωση της διαχείρισης δραστηριοτήτων που διοργανώνονται από τις προξενικές και άλλες υπηρεσίες των κρατών μελών στις τρίτες χώρες όσον αφορά τις ροές υπηκόων τρίτων χωρών στο έδαφος των κρατών μελών και τη σχετική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών.

2.   Το Ταμείο δεν υποστηρίζει τις δράσεις που αφορούν τα προσωρινά εξωτερικά σύνορα, εφόσον αυτές οι δράσεις αφορούν διαρθρωτική επένδυση που είναι ασυμβίβαστη με τον στόχο της κατάργησης των ελέγχων προσώπων σε αυτά τα σύνορα, όπως είναι, ιδίως, οι δράσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1.

Άρθρο 6

Εδικό καθεστώς διέλευσης

1.   Το Ταμείο παρέχει στήριξη προς αντιστάθμιση των μη εισπραχθέντων τελών από θεωρήσεις διέλευσης και πρόσθετες δαπάνες που προκύπτουν από την εφαρμογή του συστήματος εγγράφων FTD (έγγραφο διευκόλυνσης της διέλευσης) και FRTD (έγγραφο διευκόλυνσης της σιδηροδρομικής διέλευσης) σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003του Συμβουλίου (22) και τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 694/2003 του Συμβουλίου (23).

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως πρόσθετες δαπάνες νοούνται οι δαπάνες που απορρέουν άμεσα από τις ειδικές απαιτήσεις της εφαρμογής του ειδικού καθεστώτος διέλευσης και οι οποίες δεν είναι αποτέλεσμα της έκδοσης θεωρήσεων διέλευσης ή άλλων θεωρήσεων.

Τα ακόλουθα είδη πρόσθετων δαπανών είναι επιλέξιμα για χρηματοδότηση:

α)

επενδύσεις σε υποδομές,

β)

κατάρτιση του προσωπικού που εφαρμόζει το ειδικό καθεστώς διέλευσης,

γ)

συμπληρωματικές δαπάνες λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένης της μισθοδοσίας προσωπικού που ασχολείται ειδικά με την εφαρμογή του ειδικού καθεστώτος διέλευσης.

3.   Τα μη εισπραχθέντα τέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 υπολογίζονται βάσει του επιπέδου των τελών για θεωρήσεις διέλευσης σύμφωνα με το Παράρτημα 12 της Κοινής Προξενικής Εγκυκλίου για τις θεωρήσεις, στο πλαίσιο του δημοσιονομικού πλαισίου που ορίζεται στο άρθρο 14, παράγραφος 9.

Άρθρο 7

Κοινοτικές δράσεις

1.   Με πρωτοβουλία της Επιτροπής, ένα ποσοστό μέχρι 6 % των διαθέσιμων πόρων του Ταμείου μπορεί να χρησιμοποιείται για να χρηματοδοτούνται διαεθνικές δράσεις ή δράσεις που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Κοινότητα ως σύνολο (στο εξής αποκαλούμενες «κοινοτικές δράσεις»), οι οποίες αφορούν τους ακόλουθους στόχους:

α)

τη συμβολή στη βελτίωση των δραστηριοτήτων που διοργανώνουν οι προξενικές και άλλες υπηρεσίες των κρατών μελών σε τρίτες χώρες όσον αφορά τις ροές υπηκόων τρίτων χωρών στο έδαφος των κρατών μελών και τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών στο συγκεκριμένο τομέα, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων των αξιωματικών συνδέσμων μετανάστευσης και των αξιωματικών συνδέσμων σε αερολιμένες,

β)

στην προώθηση της προοδευτικής συμπερίληψης των τελωνειακών, κτηνιατρικών και φυτοϋγειονομικών ελέγχων στις δραστηριότητες ολοκληρωμένης διαχείρισης των συνόρων, ανάλογα με την εξέλιξη της πολιτικής που εφαρμόζεται στον συγκεκριμένο τομέα,

γ)

την παροχή υπηρεσιών για τη στήριξη των κρατών μελών σε περίπτωση δεόντως τεκμηριωμένων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που απαιτούν την ανάληψη επείγουσας δράσης στα εξωτερικά σύνορα.

2.   Για να είναι επιλέξιμες χρηματοδότησης, οι κοινοτικές δράσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1, στοιχεία α) και β), πρέπει ιδίως:

α)

να προωθούν την κοινοτική συνεργασία για την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου και των καλών πρακτικών,

β)

να υποστηρίζουν την εγκαθίδρυση διαεθνικών δικτύων συνεργασίας και την εφαρμογή πιλοτικών σχεδίων βασισμένων στις διαεθνικές εταιρικές σχέσεις μεταξύ προξενικών υπηρεσιών ευρισκομένων σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, με προορισμό να τονωθεί η καινοτομία και να διευκολύνεται η ανταλλαγή εμπειρίας και καλών πρακτικών,

γ)

να υποστηρίζουν μελέτες, τη διάδοση και την ανταλλαγή πληροφοριών, όσον αφορά τις βέλτιστες πρακτικές και όλες τις άλλες πτυχές του γενικού στόχου της συμβολής στη βελτίωση των δραστηριοτήτων που διοργανώνονται από τις προξενικές υπηρεσίες των κρατών μελών στις τρίτες χώρες και της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών στον συγκεκριμένο τομέα, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τη χρήση τεχνολογιών αιχμής,

δ)

να υποστηρίζουν πιλοτικά σχέδια και μελέτες για τη δυνατότητα νέων μορφών κοινοτικής συνεργασίας και κοινοτικού δικαίου στο συγκεκριμένο τομέα, ιδίως κοινά κέντρα εφαρμογής,

ε)

να υποστηρίζουν την ανάπτυξη και την εφαρμογή από τα κράτη μέλη κοινών στατιστικών εργαλείων, μεθόδων και δεικτών για τη μέτρηση των εξελίξεων της πολιτικής στους τομείς της πολιτικής για τις θεωρήσεις και της προξενικής συνεργασίας.

3.   Το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας το οποίο καθορίζει τις προτεραιότητες για τις κοινοτικές δράσεις θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 56, παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑIΟ II

ΑΡΧΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

Άρθρο 8

Συμπληρωματικότητα, συνέπεια και συμμόρφωση

1.   Το Ταμείο παρέχει ενίσχυση που συμπληρώνει εθνικές, περιφερειακές και τοπικές δράσεις, ενσωματώνοντας σε αυτές τις δράσεις τις προτεραιότητες της Κοινότητας.

2.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ώστε η ενίσχυση από το Ταμείο και τα κράτη μέλη να είναι συνεπής προς τις δραστηριότητες, τις πολιτικές και τις προτεραιότητες της Κοινότητας. Αυτή η συνέπεια υπογραμμίζεται ιδίως στο πολυετές πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 21.

3.   Οι πράξεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο συμμορφώνονται με τις διατάξεις της Συνθήκης και τις πράξεις που απορρέουν από αυτές.

Άρθρο 9

Προγραμματισμός

1.   Οι στόχοι του Ταμείου επιδιώκονται στο πλαίσιο της περιόδου πολυετούς προγραμματισμού (2007-2013), η οποία υπόκειται σε ενδιάμεση επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 24. Το σύστημα πολυετούς προγραμματισμού περιλαμβάνει τις προτεραιότητες καθώς και διαδικασία διαχείρισης, λήψης αποφάσεων, λογιστικού ελέγχου και πιστοποίησης.

2.   Τα πολυετή προγράμματα που εγκρίνονται από την Επιτροπή εφαρμόζονται μέσω ετήσιων προγραμμάτων.

Άρθρο 10

Επικουρικότητα και αναλογική παρέμβαση

1.   Η εφαρμογή των πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 21 και 23 εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών στο ενδεικνυόμενο εδαφικό επίπεδο, σύμφωνα με το ιδιαίτερο θεσμικό σύστημα που ισχύει σε κάθε κράτος μέλος. Η αρμοδιότητα αυτή ασκείται σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.

2.   Όσον αφορά τις διατάξεις λογιστικού ελέγχου, τα μέσα που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη ποικίλλουν ανάλογα με το μέγεθος της κοινοτικής συνεισφοράς. Η αυτή αρχή ισχύει επίσης και για τις διατάξεις που αφορούν την αξιολόγηση, καθώς και για τις εκθέσεις που αφορούν τα πολυετή και ετήσια προγράμματα.

Άρθρο 11

Μέθοδοι εφαρμογής

1.   Ο κοινοτικός προϋπολογισμός που διατίθεται στο Ταμείο εκτελείται σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο β), του δημοσιονομικού κανονισμού, εξαιρουμένων των κοινοτικών δράσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 και της τεχνικής βοήθειας που αναφέρεται στο άρθρο 17 της παρούσας απόφασης.

2.   Η Επιτροπή ασκεί την αρμοδιότητά της για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως εξής:

α)

ελέγχει την ύπαρξη και την εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται στο άρθρο 34,

β)

αναβάλλει ή αναστέλλει το σύνολο ή μέρος των πληρωμών σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται στα άρθρα 43 και 44, σε περίπτωση δυσλειτουργίας των εθνικών συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, και εφαρμόζει κάθε άλλη απαιτούμενη δημοσιονομική διόρθωση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται στα άρθρα 47 και 48.

3.   Οι χώρες που συνδέονται με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν συμμετέχουν στο Ταμείο σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.

4.   Συνάπτονται διακανονισμοί οι οποίοι διευκρινίζουν τους συμπληρωματικούς κανόνες που απαιτούνται για τη συμμετοχή αυτή, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που εξασφαλίζουν την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας και την εξουσία λογιστικού ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Άρθρο 12

Εταιρική σχέση

1.   Κάθε κράτος μέλος οργανώνει, σύμφωνα με τους ισχύοντες εθνικούς κανόνες και πρακτικές, εταιρική σχέση με τις αρχές και τους φορείς που συμμετέχουν στην εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος ή που, σύμφωνα με το οικείο κράτος μέλος, δύνανται να παρέχουν χρήσιμη συμβολή στην ανάπτυξή του.

Οι εν λόγω αρχές και φορείς μπορούν να περιλαμβάνουν τις αρμόδιες περιφερειακές, τοπικές, δημοτικές/κοινοτικές και άλλες δημόσιες αρχές, διεθνείς οργανισμούς, ιδίως την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR), και φορείς που αντιπροσωπεύουν την κοινωνία των πολιτών, όπως μη κυβερνητικές οργανώσεις, ή κοινωνικούς εταίρους.

2.   Η εν λόγω εταιρική σχέση διεξάγεται τηρουμένων πλήρως των αντίστοιχων θεσμικών, νομικών και οικονομικών αρμοδιοτήτων κάθε κατηγορίας εταίρων.

ΚΕΦΑΛΑIΟ III

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Άρθρο 13

Συνολικοί πόροι

1.   Το δημοσιονομικό πλαίσιο για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, ανέρχεται σε 1 820 εκατ. EUR.

2.   Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων του δημοσιονομικού πλαισίου.

3.   Η Επιτροπή πραγματοποιεί ενδεικτικές ετήσιες κατανομές ανά κράτος μέλος σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 14.

Άρθρο 14

Ετήσια κατανομή των πόρων για επιλέξιμες δράσεις στα κράτη μέλη

1.   Οι διαθέσιμοι ετήσιοι πόροι κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών ως εξής:

α)

30 % για τα εξωτερικά χερσαία σύνορα·

β)

35 % για τα εξωτερικά θαλάσσια σύνορα·

γ)

20 % για τους αερολιμένες·

δ)

15 % για τα προξενικά γραφεία.

2.   Οι πόροι που διατίθενται στα πλαίσια της παραγράφου 1, στοιχείο α), κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών, ως εξής:

α)

70 % για το μήκος των εξωτερικών τους συνόρων, το οποίο υπολογίζεται με βάση τους συντελεστές στάθμισης, για κάθε συγκεκριμένο τμήμα που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 3, στοιχείο α), και

β)

30 % για το φόρτο εργασίας στα εξωτερικά χερσαία τους σύνορα, όπως ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 7, στοιχείο α).

3.   Οι πόροι που διατίθενται στα πλαίσια της παραγράφου 1, στοιχείο β), κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών, ως εξής:

α)

70 % για το μήκος των εξωτερικών τους συνόρων, το οποίο υπολογίζεται με βάση τους συντελεστές στάθμισης, για κάθε συγκεκριμένο τμήμα που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 3, στοιχείο β), και

β)

30 % για τον φόρτο εργασίας στα εξωτερικά θαλάσσιά τους σύνορα, όπως ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 7, στοιχείο α).

4.   Οι πόροι που διατίθενται στα πλαίσια της παραγράφου 1, στοιχείo γ), κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με τον φόρτο εργασίας των αερολιμένων τους, όπως καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 7, στοιχείο β).

5.   Οι πόροι που διατίθενται στα πλαίσια της παραγράφου 1, στοιχείο δ), κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών ως εξής:

α)

50 % για τον αριθμό προξενικών γραφείων των κρατών μελών στις χώρες που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 539/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή (24), και

β)

50 % για τον φόρτο εργασίας για τη διαχείριση της πολιτικής στον τομέα της θεωρήσεων στα προξενικά γραφεία των κρατών μελών στις χώρες του Παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 539/2001, όπως ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 7, στοιχείο γ), του παρόντος άρθρου.

6.   Για την ετήσια κατανομή των πόρων όσον αφορά την παράγραφο 1, στοιχεία α) και β):

α)

λαμβάνεται υπόψη, μολονότι δεν αποτελεί εξωτερικό χερσαίο σύνορο, η γραμμή μεταξύ των περιοχών που αναφέρονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 866/2004 του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για το καθεστώς βάσει του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 10 της Πράξης Προσχώρησης (25), ενόσω παραμένουν σε εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αριθ. 10 της Πράξης Προσχώρησης του 2003, αλλά όχι το μήκος του θαλάσσιου συνόρου βορείως της γραμμής αυτής,

β)

«εξωτερικά θαλάσσια σύνορα»: τα εξωτερικά όρια των χωρικών υδάτων των κρατών μελών, όπως ορίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 4 ως 16 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας. Ωστόσο, σε περιπτώσεις που απαιτούνται τακτικές επιχειρήσεις ευρείας έκτασης προκειμένου να προληφθεί η λαθραία μετανάστευση/παράνομη είσοδος, πρόκειται για τα εξωτερικά όρια των περιοχών υψηλής απειλής, τα οποία ορίζονται λαμβάνοντας υπόψη τα επιχειρησιακά δεδομένα της τελευταίας διετίας, όπως υποβάλλονται από τα εν λόγω κράτη μέλη. Ο ορισμός των «εξωτερικών θαλάσσιων συνόρων», χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τον σκοπό της παρούσας απόφασης και για όλες τις ενέργειες τηρείται το διεθνές δίκαιο.

7.   Ο φόρτος εργασίας βασίζεται στα μέσα στοιχεία της προηγούμενης διετίας όσον αφορά τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

στα εξωτερικά χερσαία σύνορα και στα εξωτερικά θαλάσσια σύνορα:

i)

ο αριθμός ατόμων που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα σε επιτρεπόμενα σημεία διέλευσης των συνόρων,

ii)

ο αριθμός των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος στα εξωτερικά σύνορα,

iii)

ο αριθμός των υπηκόων τρίτων χωρών που συλλαμβάνονται έχοντας διαβεί παρανόμως τα εξωτερικά σύνορα, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού προσώπων που συλλαμβάνονται στη θάλασσα·

β)

στους αερολιμένες:

i)

ο αριθμός προσώπων που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα σε επιτρεπόμενα σημεία διέλευσης των συνόρων,

ii)

ο αριθμός των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος στα εξωτερικά σύνορα·

γ)

στα προξενικά γραφεία

ο αριθμός αιτήσεων θεώρησης.

Για το 2007, ο φόρτος εργασίας βασίζεται μόνον στα στοιχεία του 2005.

8.   Η στάθμιση που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3 καθορίζεται από τον Οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 15.

9.   Όσον αφορά το μήκος των εξωτερικών χερσαίων συνόρων, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α), ο υπολογισμός της ετήσιας κατανομής πόρων δεν λαμβάνει υπόψη τα προσωρινά εξωτερικά σύνορα. Ωστόσο, λαμβάνει υπόψη τα προσωρινά εξωτερικά σύνορα κράτους μέλους το οποίο προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι την 1η Μαΐου 2004, με κράτος μέλος το οποίο προσχώρησε μετά την 1η Μαΐου 2004.

10.   Ως στοιχεία αναφοράς σχετικά με το φόρτο εργασίας κατά την παράγραφο 7 λαμβάνονται τα τελευταία στατιστικά στοιχεία που έχουν παραχθεί από την Επιτροπή (Eurostat) βάσει των δεδομένων που υποβάλλουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

Εάν τα κράτη μέλη δεν έχουν υποβάλει στην Επιτροπή (Eurostat) τα σχετικά στατιστικά στοιχεία, τότε υποβάλλουν προσωρινά δεδομένα, το συντομότερο δυνατόν.

Πριν αποδεχθεί τα δεδομένα αυτά ως στοιχεία αναφοράς, η Επιτροπή (Eurostat) αξιολογεί την ποιότητα, τη συγκρισιμότητα και την πληρότητα των στατιστικών πληροφοριών σύμφωνα με τις κανονικές επιχειρησιακές διαδικασίες. Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής (Eurostat), τα κράτη μέλη της παρέχουν κάθε απαιτούμενη προς τούτο πληροφορία.

11.   Όταν δεν διατίθενται στοιχεία αναφοράς ως στατιστικά στοιχεία τα οποία έχουν παραχθεί από την Επιτροπή (Eurostat) σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή προσωρινά δεδομένα μέχρι την 1η Νοεμβρίου εκάστου έτους για τον υπολογισμό του ποσού που θα τους χορηγηθεί για το επόμενο έτος σύμφωνα με το άρθρο 23, παράγραφος 2.

Πριν αποδεχθεί η Επιτροπή τα δεδομένα αυτά ως στοιχεία αναφοράς, η Επιτροπή (Eurostat), αξιολογεί την ποιότητα, τη συγκρισιμότητα και την πληρότητα των στατιστικών πληροφοριών σύμφωνα με τις κανονικές επιχειρησιακές διαδικασίες. Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής (Eurostat), τα κράτη μέλη της παρέχουν όλες τις απαιτούμενες προς τούτο πληροφορίες.

12.   Η χορήγηση πόρων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν περιλαμβάνει τους πόρους που χορηγούνται για τον σκοπό των άρθρων 6 και 19. Οι πόροι που χορηγούνται για τον σκοπό του άρθρου 6 δεν υπερβαίνουν τα 108 εκατ. EUR για την περίοδο 2007-2013.

Άρθρο 15

Ανάλυση κινδύνου που πραγματοποιεί ο Οργανισμός για την ετήσια κατανομή των πόρων

1.   Για τον καθορισμό της στάθμισης που αναφέρεται στο άρθρο 14, παράγραφος 8, ο Οργανισμός υποβάλλει στην Επιτροπή, μέχρι την 1η Απριλίου εκάστου έτους, ειδική έκθεση όπου περιγράφει τη δυσκολία διεξαγωγής επιτήρησης των συνόρων και την κατάσταση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στην ιδιαίτερη εγγύτητα των κρατών μελών, προς περιοχές υψηλού κινδύνου λαθρομετανάστευσης του προηγούμενου έτους, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τον αριθμό ατόμων που εισήλθαν παρανόμως στα εν λόγω κράτη μέλη καθώς και την έκταση των εν λόγω κρατών μελών.

2.   Σύμφωνα με το κοινό υπόδειγμα ολοκληρωμένης ανάλυσης κινδύνου που αναφέρεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004, η έκθεση αναλύει τις απειλές που αντιμετώπισαν τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών κατά το προηγούμενο έτος, λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στις τρίτες χώρες, ιδίως στις γειτονικές τρίτες χώρες, και ορίζει πιθανές μελλοντικές τάσεις όσον αφορά μεταναστευτικά ρεύματα και παράνομες δραστηριότητες στα εξωτερικά σύνορα.

Η ανάλυση κινδύνου βασίζεται κυρίως στις ακόλουθες πληροφορίες τις οποίες συγκεντρώνει ο Οργανισμός, και οι οποίες υποβάλλονται από τα κράτη μέλη ή λαμβάνονται από την Επιτροπή (Eurostat):

α)

αριθμός υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύθηκε η είσοδος στα εξωτερικά σύνορα,

β)

αριθμός υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι συνελήφθησαν κατά την παράνομη διέλευση ή την απόπειρα παράνομης διέλευσης των εξωτερικών συνόρων,

γ)

αριθμός συλληφθέντων μεταφορέων λαθρομεταναστών οι οποίοι εκ προθέσεως συνέβαλαν στην παράνομη είσοδο υπηκόων τρίτων χωρών,

δ)

αριθμός πλαστών ή παραποιημένων ταξιδιωτικών εγγράφων και αριθμός ταξιδιωτικών εγγράφων και θεωρήσεων που εκδόθηκαν με ψευδή στοιχεία που διαπιστώθηκαν στα σημεία διέλευσης των συνόρων σύμφωνα με τον Κώδικα των Συνόρων Σένγκεν.

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα αριθμητικά στοιχεία αναφοράς δεν έχουν παρασχεθεί ως στατιστικά στοιχεία που έχουν παραχθεί από την Επιτροπή (Eurostat) αλλά από τα κράτη μέλη, ο Οργανισμός μπορεί να ζητεί από τα εν λόγω κράτη μέλη τις απαιτούμενες πληροφορίες για να προβαίνει σε αξιολόγηση της ποιότητας, της συγκρισιμότητας και της πληρότητας των στατιστικών πληροφοριών. Ο Οργανισμός μπορεί να ζητεί τη βοήθεια της Επιτροπής (Eurostat) για την αξιολόγηση αυτή.

3.   Τέλος, η έκθεση, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, προσδιορίζει τα τρέχοντα επίπεδα απειλής στα εξωτερικά σύνορα εκάστου κράτους μέλους και προσδιορίζει τους ακόλουθους ειδικούς συντελεστές στάθμισης για κάθε τμήμα των εξωτερικών συνόρων του συγκεκριμένου κράτους μέλους:

α)

εξωτερικά χερσαία σύνορα:

i)

συντελεστής 1 για ομαλό επίπεδο απειλής,

ii)

συντελεστής 1,5 για μέσο επίπεδο απειλής,

iii)

συντελεστής 3 για υψηλό επίπεδο απειλής·

β)

εξωτερικά θαλάσσια σύνορα:

i)

συντελεστής 0 για κατώτατο επίπεδο απειλής,

ii)

συντελεστής 1 για ομαλό επίπεδο απειλής,

iii)

συντελεστής 3 για μέσο επίπεδο απειλής,

iv)

συντελεστής 8 για υψηλό επίπεδο απειλής.

Άρθρο 16

Διάρθρωση της χρηματοδότησης

1.   Οι χρηματοδοτικές συμμετοχές του Ταμείου λαμβάνουν τη μορφή επιδοτήσεων.

2.   Οι δράσεις που υποστηρίζονται από το Ταμείο συγχρηματοδοτούνται από δημόσιες ή ιδιωτικές πηγές, είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και δεν μπορούν να είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από άλλες πηγές που καλύπτονται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Οι πιστώσεις του Ταμείου είναι συμπληρωματικές προς τις δημόσιες ή εξομοιώσιμες δαπάνες των κρατών μελών που διατίθενται για τα μέτρα που καλύπτονται από την παρούσα απόφαση.

4.   Η κοινοτική χρηματοδότηση σε ενισχυόμενα σχέδια, όσον αφορά τις δράσεις που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 4, δεν υπερβαίνει το 50 % του συνολικού κόστους μιας ειδικής δράσης.

Το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξηθεί σε 75 % για σχέδια που θέτουν σε εφαρμογή τις ειδικές προτεραιότητες που προσδιορίζονται στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής που αναφέρονται στο άρθρο 20.

Η κοινοτική συνεισφορά αυξάνεται στο 75 % στα κράτη μέλη που υπάγονται στο Ταμείο Συνοχής.

5.   Στο πλαίσιο της εφαρμογής του εθνικού προγραμματισμού, όπως καθορίζεται στο Κεφάλαιο IV, τα κράτη μέλη επιλέγουν σχέδια προς χρηματοδότηση με βάση τα ακόλουθα ελάχιστα κριτήρια:

α)

την κατάσταση και τις απαιτήσεις στο οικείο κράτος μέλος,

β)

την αποδοτικότητα της δαπάνης από πλευράς κόστους, μεταξύ άλλων ενόψει του αριθμού των ατόμων τα οποία αφορά το σχέδιο,

γ)

την πείρα, την εμπειρογνωμοσύνη, την αξιοπιστία και τη χρηματοδοτική συμβολή του φορέα που υποβάλλει αίτηση για χρηματοδότηση και κάθε οργάνωσης-εταίρου,

δ)

τον βαθμό στον οποίο το σχέδιο συμπληρώνει άλλες δράσεις χρηματοδοτούμενες από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή ως μέρος εθνικών προγραμμάτων.

6.   Κατά γενικό κανόνα, η κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση που παρέχεται σε δράσεις υποστηριζόμενες από το Ταμείο, χορηγείται για μέγιστη περίοδο τριών ετών, υπό την προϋπόθεση περιοδικών εκθέσεων προόδου.

Άρθρο 17

Τεχνική βοήθεια με πρωτοβουλία της Επιτροπής

1.   Με πρωτοβουλία και/ή για λογαριασμό της Επιτροπής, με ανώτατο όριο ετήσιας επιχορήγησης από το Ταμείο ύψους 500 000 EUR, το Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτεί μέτρα προετοιμασίας, παρακολούθησης, διοικητικής και τεχνικής στήριξης, αξιολόγησης, λογιστικού ελέγχου και επιθεώρησης που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

2.   Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν τα εξής:

α)

μελέτες, αξιολογήσεις, εκθέσεις εμπειρογνωμόνων και στατιστικές, μεταξύ άλλων γενικού χαρακτήρα, που αφορούν τη λειτουργία του Ταμείου,

β)

μέτρα πληροφόρησης για τα κράτη μέλη, τους τελικούς δικαιούχους και το ευρύ κοινό, συμπεριλαμβανομένων εκστρατειών ευαισθητοποίησης, και κοινή βάση δεδομένων για τα σχέδια που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Ταμείου,

γ)

την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη διασύνδεση συστημάτων πληροφορικής για τη διαχείριση, την παρακολούθηση, την επιθεώρηση και την αξιολόγηση,

δ)

τον σχεδιασμό κοινού πλαισίου αξιολόγησης και παρακολούθησης καθώς και συστήματος δεικτών, λαμβάνοντας υπόψη τους εθνικούς δείκτες, εφόσον τούτο είναι σκόπιμο,

ε)

βελτίωση των μεθόδων αξιολόγησης και ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις πρακτικές στον συγκεκριμένο τομέα,

στ)

μέτρα πληροφόρησης και κατάρτισης για τις αρχές που έχουν ορισθεί από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 27, συμπληρωματικά των προσπαθειών των κρατών μελών για την παροχή καθοδήγησης στις αρχές τους σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 2.

Άρθρο 18

Τεχνική βοήθεια κατόπιν πρωτοβουλίας των κρατών μελών

1.   Με πρωτοβουλία κράτους μέλους, το Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτεί, για κάθε ετήσιο πρόγραμμα, τα μέτρα προετοιμασίας, διαχείρισης, παρακολούθησης, αξιολόγησης, πληροφόρησης και ελέγχου, καθώς και μέτρα για την ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας σε σχέση με τη λειτουργία του Ταμείου.

2.   Το ποσό που προορίζεται για την τεχνική βοήθεια, στο πλαίσιο εκάστου ετήσιου προγράμματος, δεν μπορεί να υπερβαίνει:

α)

το 7 % του συνολικού ετήσιου ποσού συγχρηματοδότησης που χορηγείται στο εν λόγω κράτος μέλος, επαυξημένο κατά 30 000 EUR, για την περίοδο 2007-2010, και

β)

το 4 % του συνολικού ετήσιου ποσού συγχρηματοδότησης που χορηγείται στο εν λόγω κράτος μέλος, επαυξημένο κατά 30 000 EUR, για την περίοδο 2011-2013.

Άρθρο 19

Ειδικές δράσεις

1.   Η Επιτροπή εκπονεί κατ’ έτος κατάλογο ειδικών δράσεων που πρέπει να εφαρμόσουν τα κράτη μέλη, ανάλογα με την περίπτωση, σε συνεργασία με τον Οργανισμό, ο οποίος συνεισφέρει στην ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Κοινού Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης των Συνόρων αντιμετωπίζοντας τις αδυναμίες στα στρατηγικά συνοριακά σημεία που προσδιορίζονται στις αναλύσεις κινδύνου του άρθρου 15.

2.   Το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 7, παράγραφος 3, καθορίζει ένα πλαίσιο χρηματοδότησης των εν λόγω δράσεων, συμπεριλαμβανομένων στόχων και κριτηρίων αξιολόγησης.

3.   Ο κατάλογος των επιλεγμένων δράσεων θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 56, παράγραφος 2.

4.   Η χρηματοδοτική ενίσχυση του Ταμείου για ειδικές δράσεις περιορίζεται σε διάρκεια έξι μηνών και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 80 % του κόστους κάθε δράσης.

5.   Οι ετήσιοι πόροι που διατίθενται για τις δράσεις αυτές δεν υπερβαίνουν τα 10 εκατ. EUR ετησίως. Οι πόροι που παραμένουν διαθέσιμοι μετά την επιλογή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση δράσεων, όπως ορίζει το άρθρο 7.

ΚΕΦΑΛΑIΟ IV

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΌΣ

Άρθρο 20

Υιοθέτηση στρατηγικών κατευθυντηρίων γραμμών

1.   Η Επιτροπή υιοθετεί στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές, οι οποίες καθορίζουν το πλαίσιο παρέμβασης του Ταμείου, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο που σημειώνεται όσον αφορά την ανάπτυξη και την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα των εξωτερικών συνόρων και της πολιτικής θεωρήσεων, καθώς και την ενδεικτική κατανομή των χρηματοοικονομικών πόρων του Ταμείου για την περίοδο του πολυετούς προγράμματος.

2.   Για τους γενικούς στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχεία α) έως γ), αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές θέτουν, ιδίως, σε εφαρμογή τις προτεραιότητες της Κοινότητας που αποβλέπουν στην περαιτέρω εγκαθίδρυση του Ευρωπαϊκού Κοινού Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης των Συνόρων και στην ενίσχυση των ελέγχων και της επιτήρησης στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης.

3.   Για τον γενικό στόχο που αναφέρεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο δ), αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές θέτουν, ιδίως, σε εφαρμογή τις προτεραιότητες της Κοινότητας που αποβλέπουν την περαιτέρω ανάπτυξη της κοινής πολιτικής θεωρήσεων στο πλαίσιο ενός πολυεπίπεδου συστήματος που προορίζεται να διευκολύνει τα νόμιμα ταξίδια και να καταπολεμήσει τη λαθρομετανάστευση, βελτιώνοντας τις μεθόδους έκδοσης θεωρήσεων στις τοπικές προξενικές αποστολές.

4.   Η Επιτροπή υιοθετεί τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της σχετικά με την περίοδο πολυετούς προγραμματισμού, το αργότερο μέχρι τις 31 Ιουλίου 2007.

5.   Οι στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές υιοθετούνται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 56, παράγραφος 3. Οι εν λόγω στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές, μόλις υιοθετηθούν, προσαρτώνται στην παρούσα απόφαση, ως Παράρτημα.

Άρθρο 21

Προετοιμασία και έγκριση των εθνικών πολυετών προγραμμάτων

1.   Κάθε κράτος μέλος προτείνει, με βάση τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 20, ένα σχέδιο πολυετούς προγράμματος, το οποίο αποτελείται από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης στο εν λόγω κράτος μέλος όσον αφορά τις υποδομές, τους εξοπλισμούς, τα μεταφορικά μέσα και τα συστήματα επικοινωνίας και πληροφοριών (ICT) και τις συμφωνίες για την κατάρτιση και εκπαίδευση του προσωπικού των συνοριακών και των προξενικών αρχών,

β)

την ανάλυση των αναγκών του συγκεκριμένου κράτους μέλους όσον αφορά τις υποδομές, τους εξοπλισμούς, τα μεταφορικά μέσα, τα συστήματα επικοινωνίας και πληροφοριών (ICT) και τις συμφωνίες κατάρτισης και εκπαίδευσης του προσωπικού των συνοριακών και των προξενικών αρχών, καθώς και τον προσδιορισμό των επιχειρησιακών στόχων που έχουν ορισθεί για την πλήρωση αυτών των αναγκών κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από το πολυετές πρόγραμμα,

γ)

την παρουσίαση της δέουσας στρατηγικής για την επίτευξη αυτών των στόχων και των προτεραιοτήτων, προσδιορίζοντας τον βαθμό προτεραιότητας που χορηγείται στην υλοποίησή τους, και περιγραφή των δράσεων που προβλέπονται για να θέσουν σε εφαρμογή αυτές τις προτεραιότητες,

δ)

αναφορά για το συμβατό αυτής της στρατηγικής με άλλα περιφερειακά, εθνικά και κοινοτικά μέσα,

ε)

πληροφορίες για τις προτεραιότητες και τους ειδικούς στόχους τους. Οι στόχοι αυτοί προσδιορίζονται ποσοτικά με τη βοήθεια περιορισμένου αριθμού δεικτών, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αναλογικότητας. Οι δείκτες αυτοί πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα να υπολογίζεται η πρόοδος σε σχέση με την αρχική κατάσταση καθώς και η αποτελεσματικότητα των στόχων που υλοποιούν τις προτεραιότητες,

στ)

την περιγραφή της επιλεγείσας προσέγγισης για την εφαρμογή της αρχής της εταιρικής σχέσης που καθορίζεται στο άρθρο 12,

ζ)

ένα σχέδιο προγράμματος χρηματοδότησης που να προσδιορίζει, για κάθε προτεραιότητα και για κάθε ετήσιο πρόγραμμα, την προτεινόμενη χρηματοδοτική συνεισφορά του Ταμείου, καθώς και το συνολικό ποσό δημόσιας ή ιδιωτικής συγχρηματοδότησης,

η)

τις διατάξεις που έχουν προβλεφθεί προκειμένου να εξασφαλισθεί η δημοσιότητα του πολυετούς προγράμματος.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν το σχέδιο πολυετούς προγράμματος στην Επιτροπή το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών από την ανακοίνωση των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών από την Επιτροπή.

3.   Προκειμένου να εγκρίνει το σχέδιο πολυετούς προγράμματος, η Επιτροπή εξετάζει:

α)

τη συνεκτικότητα του σχεδίου πολυετούς προγράμματος με τους στόχους του Ταμείου και τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 20,

β)

τη συνάφεια των δράσεων που προβλέπονται στο σχέδιο πολυετούς προγράμματος υπό το πρίσμα της στρατηγικής που προτείνεται,

γ)

τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παρούσας απόφασης των ρυθμίσεων διαχείρισης και ελέγχου που θεσπίζονται από το κράτος μέλος για την εφαρμογή των παρεμβάσεων του Ταμείου,

δ)

τη συμμόρφωση του σχεδίου πολυετούς προγράμματος με το κοινοτικό δίκαιο, και ιδίως με το κοινοτικό δίκαιο που αποσκοπεί στην εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, σε συνδυασμό με τα συνοδευτικά μέτρα που αφορούν τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα, το άσυλο και τη μετανάστευση.

4.   Σε περίπτωση που η Επιτροπή κρίνει ότι ένα σχέδιο πολυετούς προγράμματος δεν ανταποκρίνεται στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές και/ή δεν είναι σύμφωνο με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης που αφορούν τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου ή με το κοινοτικό δίκαιο, καλεί το σχετικό κράτος μέλος να παράσχει όλες τις αναγκαίες πρόσθετες πληροφορίες και, εφόσον είναι σκόπιμο, να αναθεωρήσει το σχέδιο πολυετούς προγράμματος, αναλόγως.

5.   Η Επιτροπή εγκρίνει κάθε πολυετές πρόγραμμα εντός προθεσμίας τριών μηνών από την επίσημη υποβολή του, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 56, παράγραφος 2.

Άρθρο 22

Αναθεώρηση του πολυετούς προγράμματος

1.   Με πρωτοβουλία του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή της Επιτροπής, το πολυετές πρόγραμμα επανεξετάζεται και, εν ανάγκη, αναθεωρείται για το υπόλοιπο της περιόδου προγραμματισμού, προκειμένου να ληφθούν υπόψη, περισσότερο ή με διαφορετικό τρόπο, οι προτεραιότητες της Κοινότητας. Τα πολυετή προγράμματα μπορούν να επανεξετάζονται, υπό το πρίσμα των αξιολογήσεων ή/και εάν υπάρχουν δυσκολίες στην υλοποίηση.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει απόφαση με την οποία εγκρίνει την αναθεώρηση του πολυετούς προγράμματος, το ταχύτερο δυνατό μετά την επίσημη υποβολή αιτήματος, για τον σκοπό αυτό, από το συγκεκριμένο κράτος μέλος. Η αναθεώρηση του πολυετούς προγράμματος πραγματοποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 56, παράγραφος 2.

Άρθρο 23

Ετήσια προγράμματα

1.   Τα πολυετή προγράμματα που εγκρίνονται από την Επιτροπή εφαρμόζονται μέσω ετήσιων προγραμμάτων.

2.   Η Επιτροπή διαβιβάζει στα κράτη μέλη, μέχρι την 1η Ιουλίου κάθε έτους, εκτίμηση των ποσών που θα τους χορηγηθούν για το επόμενο έτος από το σύνολο των πιστώσεων που χορηγούνται στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού, που υπολογίζεται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14.

3.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, μέχρι την 1η Νοεμβρίου κάθε έτους, ένα σχέδιο ετήσιου προγράμματος για το επόμενο έτος, το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με το πολυετές πρόγραμμα και αποτελείται από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τους γενικούς κανόνες επιλογής των σχεδίων που θα χρηματοδοτηθούν σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα,

β)

περιγραφή των δράσεων που θα υποστηριχθούν στα πλαίσια του ετήσιου προγράμματος,

γ)

την προτεινόμενη χρηματοοικονομική κατανομή της συνεισφοράς του Ταμείου μεταξύ των διαφόρων δράσεων του προγράμματος και ένδειξη του αιτούμενου, ως τεχνική βοήθεια, ποσού, που αναφέρεται στο άρθρο 18, για τον σκοπό της εφαρμογής του ετήσιου προγράμματος.

4.   Η Επιτροπή εξετάζει το σχέδιο ετήσιου προγράμματος κράτους μέλους, λαμβάνοντας υπόψη το τελικό ποσό των πιστώσεων που χορηγούνται στο Ταμείο στο πλαίσιο της διαδικασίας προϋπολογισμού.

Εντός ενός μηνός από την επίσημη υποβολή του σχεδίου ετήσιου προγράμματος, η Επιτροπή ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος, εάν μπορεί να το εγκρίνει ή όχι. Εάν το σχέδιο ετήσιου προγράμματος δεν συνάδει με το πολυετές πρόγραμμα, η Επιτροπή καλεί το κράτος μέλος να παράσχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες και, εφόσον ενδείκνυται, να αναθεωρήσει το σχέδιο ετήσιου προγράμματος, αναλόγως.

Η Επιτροπή λαμβάνει την απόφασή της σχετικά με τη χρηματοδότηση, εγκρίνοντας το ετήσιο πρόγραμμα, την 1η Μαρτίου του εν λόγω έτους. Η απόφαση ορίζει το ποσό που χορηγείται στο οικείο κράτος μέλος καθώς και την περίοδο για την οποία οι δαπάνες είναι επιλέξιμες.

5.   Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη δεόντως αιτιολογημένες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, οι οποίες δεν είχαν προβλεφθεί κατά τη στιγμή της έγκρισης του ετήσιου προγράμματος και για τις οποίες απαιτείται επείγουσα δράση, ένα κράτος μέλος δύναται να αναθεωρεί μέχρι του ορίου του 10 % τη δημοσιονομική κατανομή της συνεισφοράς του Ταμείου μεταξύ των διαφόρων δράσεων που απαριθμούνται στο ετήσιο πρόγραμμα ή να διαθέτει ποσοστό μέχρι 10 % της κατανομής για άλλες δράσεις σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για το αναθεωρημένο ετήσιο πρόγραμμα.

Άρθρο 24

Ενδιάμεση επανεξέταση του πολυετούς προγράμματος

1.   Η Επιτροπή επανεξετάζει τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές και, εφόσον είναι αναγκαίο, υιοθετεί, έως τις 31 Μαρτίου 2010, τις αναθεωρημένες στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την περίοδο 2011-2013.

2.   Εάν υιοθετηθούν οι εν λόγω αναθεωρηθείσες στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές, κάθε κράτος μέλος επανεξετάζει το πολυετές πρόγραμμά του και, εφόσον ενδείκνυται, το αναθεωρεί.

3.   Οι κανόνες του άρθρου 21 σχετικά με την προετοιμασία και την έγκριση των εθνικών πολυετών προγραμμάτων εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, για την προετοιμασία και την έγκριση των εν λόγω αναθεωρημένων πολυετών προγραμμάτων.

4.   Οι αναθεωρημένες στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές υιοθετούνται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 56, παράγραφος 3.

ΚΕΦΑΛΑIΟ V

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ

Άρθρο 25

Εφαρμογή

Η Επιτροπή ευθύνεται για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης και θεσπίζει κάθε κανόνα απαραίτητο για την εφαρμογή της.

Άρθρο 26

Γενικές αρχές για τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου

Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των πολυετών προγραμμάτων που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη προβλέπουν τα εξής:

α)

τον καθορισμό των καθηκόντων των οικείων φορέων στους τομείς της διαχείρισης και του ελέγχου και την κατανομή αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο κάθε φορέα,

β)

τον σεβασμό της αρχής του διαχωρισμού των καθηκόντων μεταξύ των φορέων καθώς και στο πλαίσιο κάθε φορέα,

γ)

κατάλληλους πόρους σε κάθε φορέα, για την άσκηση των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής των δράσεων που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο,

δ)

διαδικασίες οι οποίες θα διασφαλίζουν την ορθότητα και την κανονικότητα των δαπανών που δηλώνονται στα πλαίσια των ετήσιων προγραμμάτων,

ε)

αξιόπιστα συστήματα λογιστικής, παρακολούθησης και σύνταξης οικονομικών εκθέσεων υπό ηλεκτρονική μορφή,

στ)

σύστημα υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης, στο οποίο ο υπεύθυνος φορέας αναθέτει την εκτέλεση καθηκόντων σε άλλον φορέα,

ζ)

εγχειρίδια διαδικασιών για τα προς εκτέλεση καθήκοντα,

η)

ρυθμίσεις για τον λογιστικό έλεγχο της λειτουργίας του συστήματος,

θ)

συστήματα και διαδικασίες για την εξασφάλιση της κατάλληλης διαδρομής ελέγχου,

ι)

διαδικασίες για την υποβολή εκθέσεων και την παρακολούθηση παρατυπιών καθώς και για την είσπραξη των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.

Άρθρο 27

Ορισμός αρχών

1.   Για την εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος και των ετησίων προγραμμάτων του, το κράτος μέλος ορίζει τα εξής:

α)

μια υπεύθυνη αρχή: λειτουργικός φορέας του κράτους μέλους, εθνική δημόσια αρχή ή φορέας διορισμένος από το κράτος μέλος ή φορέας διεπόμενος από το ιδιωτικό δίκαιο του κράτους μέλους, ο οποίος έχει αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση του πολυετούς προγράμματος και των ετήσιων προγραμμάτων που υποστηρίζονται από το Ταμείο και διαχειρίζεται κάθε επικοινωνία με την Επιτροπή,

β)

μια αρχή πιστοποίησης: εθνική δημόσια αρχή ή φορέας, ή άτομο που ενεργεί ως τέτοιος φορέας ή αρχή, που ορίζεται από το κράτος μέλος για να πιστοποιεί τις δηλώσεις δαπανών πριν από την αποστολή τους στην Επιτροπή,

γ)

μια ελεγκτική αρχή: εθνική δημόσια αρχή ή φορέας, υπό την προϋπόθεση ότι είναι λειτουργικά ανεξάρτητη/ος από την υπεύθυνη αρχή και από την αρχή πιστοποίησης, που διορίζεται από το κράτος μέλος και έχει την ευθύνη να ελέγχει την αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου,

δ)

όπου ενδείκνυται, μια εξουσιοδοτημένη αρχή.

2.   Το κράτος μέλος θεσπίζει κανόνες που διέπουν τις σχέσεις του με τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τις σχέσεις τους με την Επιτροπή.

3.   Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 26, στοιχείο β), ορισμένες ή όλες οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, μπορούν να τοποθετούνται εντός του ίδιου φορέα.

4.   Οι κανόνες για την εφαρμογή των άρθρων 28 ως 32 υιοθετούνται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 56, παράγραφος 2.

Άρθρο 28

Υπεύθυνη αρχή

1.   Η υπεύθυνη αρχή πληροί τις ακόλουθες ελάχιστες προϋποθέσεις. Πρέπει:

α)

να έχει νομική προσωπικότητα, εκτός εάν πρόκειται για λειτουργικό όργανο του κράτους μέλους,

β)

να διαθέτει τις υποδομές που απαιτούνται για την άνετη επικοινωνία με ευρύ φάσμα χρηστών καθώς και με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και με την Επιτροπή,

γ)

να δρα σε διοικητικό πλαίσιο που να της επιτρέπει να ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στα καθήκοντά της και να αποφεύγει κάθε σύγκρουση συμφερόντων,

δ)

να είναι σε θέση να εφαρμόζει τους κοινοτικούς κανόνες διαχείρισης κονδυλίων,

ε)

να έχει οικονομικές ικανότητες και ικανότητες διαχείρισης ανάλογες προς τον όγκο των κοινοτικών κονδυλίων που καλείται να διαχειρισθεί,

στ)

να διαθέτει προσωπικό που να συγκεντρώνει κατάλληλες επαγγελματικές ικανότητες για διοικητική εργασία σε διεθνές περιβάλλον.

2.   Το κράτος μέλος εξασφαλίζει την κατάλληλη χρηματοδότηση της υπεύθυνης αρχής, έτσι ώστε να μπορεί να εξακολουθήσει να εκπληρώνει ικανοποιητικά τα καθήκοντά της κατά τη διάρκεια της περιόδου 2007-2013.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να επικουρεί τα κράτη μέλη στην κατάρτιση του προσωπικού, ιδίως όσον αφορά την ορθή εφαρμογή των Κεφαλαίων V έως IX.

Άρθρο 29

Καθήκοντα της υπεύθυνης αρχής

1.   Η υπεύθυνη αρχή ευθύνεται για τη διαχείριση και την εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Ιδίως:

α)

διαβουλεύεται με τους εταίρους σύμφωνα με το άρθρο 12,

β)

υποβάλλει στην Επιτροπή προτάσεις πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 21 και 23,

γ)

διοργανώνει και δημοσιεύει, εφόσον ενδείκνυται, προσκλήσεις για την υποβολή προσφορών και για την υποβολή προτάσεων,

δ)

διοργανώνει την επιλογή των σχεδίων για συγχρηματοδότηση στα πλαίσια του Ταμείου, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 16, παράγραφος 5,

ε)

λαμβάνει τις πληρωμές της Επιτροπής και προβαίνει στην πληρωμή των τελικών δικαιούχων,

στ)

εξασφαλίζει τη συνοχή και τη συμπληρωματικότητα μεταξύ των συγχρηματοδοτήσεων του Ταμείου και εκείνων που προβλέπονται στο πλαίσιο άλλων εθνικών και κοινοτικών χρηματοδοτικών μέσων,

ζ)

παρακολουθεί την παράδοση των συγχρηματοδοτούμενων προϊόντων και υπηρεσιών και ελέγχει το κατά πόσον οι δηλωθείσες δαπάνες για τις δράσεις έχουν όντως πραγματοποιηθεί και συμμορφώνονται με τους κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες,

η)

μεριμνά ώστε να υφίσταται σύστημα ηλεκτρονικής καταγραφής και αποθήκευσης της λογιστικής καταχώρισης κάθε δράσης που υπάγεται στα ετήσια προγράμματα και να συλλέγονται τα δεδομένα που αφορούν την υλοποίηση και απαιτούνται για την οικονομική διαχείριση, την παρακολούθηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση,

θ)

διασφαλίζει ότι οι τελικοί δικαιούχοι και οι άλλοι οργανισμοί που συμμετέχουν στην εφαρμογή των συγχρηματοδοτούμενων από το Ταμείο δράσεων χρησιμοποιούν είτε ένα χωριστό σύστημα λογιστικής είτε ανάλογη λογιστική κωδικοποίηση όλων των συναλλαγών που έχουν σχέση με τη δράση, υπό την επιφύλαξη των εθνικών λογιστικών κανόνων,

ι)

διασφαλίζει ότι οι αξιολογήσεις του Ταμείου που αναφέρονται στο άρθρο 51 πραγματοποιούνται εντός των προθεσμιών που καθορίζει το άρθρο 52 παράγραφος 2 και ότι ανταποκρίνονται στα πρότυπα ποιότητας που συμφωνήθηκαν μεταξύ της Επιτροπής και του κράτους μέλους,

ια)

θεσπίζει διαδικασίες για την εξασφάλιση της διατήρησης σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 45 όλων των εγγράφων που αφορούν δαπάνες και λογιστικούς ελέγχους τα οποία απαιτούνται για να εξασφαλισθεί κατάλληλη διαδρομή ελέγχου,

ιβ)

διασφαλίζει ότι η ελεγκτική αρχή λαμβάνει, για τους σκοπούς της διεξαγωγής των λογιστικών ελέγχων που ορίζονται στο άρθρο 32, παράγραφος 1, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τις εφαρμοζόμενες διαδικασίες διαχείρισης και για τα συγχρηματοδοτούμενα από το Ταμείο σχέδια,

ιγ)

εξασφαλίζει ότι η αρχή πιστοποίησης λαμβάνει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες και τις επαληθεύσεις που πραγματοποιήθηκαν σε σχέση με δαπάνες για τους σκοπούς της πιστοποίησης,

ιδ)

συντάσσει και διαβιβάζει στην Επιτροπή εκθέσεις προόδου και τελικές εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή των ετησίων προγραμμάτων, δηλώσεις δαπανών πιστοποιούμενες από την αρχή πιστοποίησης και αιτήσεις πληρωμών, ή ανάλογα με την περίπτωση, δηλώσεις επιστροφής,

ιε)

παρέχει πληροφορίες και συμβουλές, και εξασφαλίζει τη διάδοση των αποτελεσμάτων των υποστηριζόμενων δράσεων,

ιστ)

συνεργάζεται με την Επιτροπή και με τις υπεύθυνες αρχές των άλλων κρατών μελών,

ιζ)

επαληθεύει την εφαρμογή από τους τελικούς δικαιούχους των κατευθυντηρίων γραμμών που αναφέρονται στο άρθρο 35, παράγραφος 6.

2.   Οι δραστηριότητες διαχείρισης της υπεύθυνης αρχής για σχέδια που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη μπορούν να χρηματοδοτούνται ως ρυθμίσεις τεχνικής βοήθειας, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 18.

Άρθρο 30

Ανάθεση καθηκόντων από την υπεύθυνη αρχή

1.   Εάν το σύνολο ή μέρος των καθηκόντων της υπεύθυνης αρχής ανατεθούν σε εξουσιοδοτημένη αρχή, η υπεύθυνη αρχή καθορίζει το πεδίο εφαρμογής των καθηκόντων που ανατέθηκαν και θεσπίζει λεπτομερείς διαδικασίες για την εκτέλεσή τους, οι οποίες πρέπει να είναι σύμφωνες με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 28.

2.   Αυτές οι διαδικασίες περιλαμβάνουν την τακτική ενημέρωση της υπεύθυνης αρχής για την καλή εκτέλεση των ανατεθέντων καθηκόντων και την περιγραφή των χρησιμοποιούμενων μέσων.

Άρθρο 31

Αρχή πιστοποίησης

1.   Η αρχή πιστοποίησης:

α)

πιστοποιεί ότι:

i)

η δήλωση δαπανών είναι ακριβής, προκύπτει από αξιόπιστα λογιστικά συστήματα και στηρίζεται σε επαληθεύσιμα δικαιολογητικά,

ii)

οι δηλωθείσες δαπάνες είναι σύμφωνες με τους ισχύοντες κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες και έχουν πραγματοποιηθεί σε σχέση με δράσεις που επελέγησαν, σύμφωνα με τα κριτήρια που ισχύουν για το πρόγραμμα και συνάδουν με τους κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες·

β)

φροντίζει, για τους σκοπούς της πιστοποίησης, να λαμβάνει επαρκείς πληροφορίες από την υπεύθυνη αρχή ως προς τις διαδικασίες και τις επαληθεύσεις που πραγματοποιούνται σε σχέση με τις δαπάνες που περιλαμβάνονται στις δηλώσεις δαπανών·

γ)

λαμβάνει υπόψη, για τους σκοπούς της πιστοποίησης, τα αποτελέσματα όλων των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από την ελεγκτική αρχή ή υπό την ευθύνη της·

δ)

διατηρεί λογιστικά αρχεία υπό ηλεκτρονική μορφή για τις δαπάνες που δηλώνονται στην Επιτροπή·

ε)

επαληθεύει την ανάκτηση κάθε κοινοτικής χρηματοδότησης που διαπιστώθηκε ότι έχει καταβληθεί αχρεωστήτως, ως αποτέλεσμα παρατυπιών που εντοπίσθηκαν, συμπεριλαμβανομένων τόκων, οσάκις ενδείκνυται·

στ)

τηρεί λογαριασμό των προς ανάκτηση ποσών και των ποσών που έχουν ανακτηθεί στο πλαίσιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφαιρώντας τα, όπου αυτό είναι δυνατόν, από την επόμενη δήλωση δαπανών.

2.   Οι δραστηριότητες της αρχής πιστοποίησης σχετικά με σχέδια που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη μπορούν να χρηματοδοτούνται ως ρυθμίσεις τεχνικής βοήθειας, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 18, υπό τον όρο ότι τηρούνται τα προνόμια της συγκεκριμένης αρχής, όπως περιγράφεται στο άρθρο 27.

Άρθρο 32

Ελεγκτική αρχή

1.   Η ελεγκτική αρχή:

α)

φροντίζει ώστε να πραγματοποιούνται λογιστικοί έλεγχοι για την επαλήθευση της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου,

β)

φροντίζει ώστε να πραγματοποιούνται λογιστικοί έλεγχοι των δράσεων με βάση το κατάλληλο δείγμα για την επαλήθευση των δαπανών που δηλώθηκαν· το δείγμα αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 10 % των συνολικών επιλέξιμων δαπανών για κάθε ετήσιο πρόγραμμα,

γ)

υποβάλλει στην Επιτροπή, εντός έξι μηνών από την έγκριση του πολυετούς προγράμματος, στρατηγική ελέγχου που καλύπτει τους οργανισμούς οι οποίοι πραγματοποιούν τους λογιστικούς ελέγχους που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β), μεριμνώντας ώστε να ελέγχονται οι κύριοι δικαιούχοι της συγχρηματοδότησης από το Ταμείο και να κατανέμονται οι έλεγχοι ομοιόμορφα σε ολόκληρη την περίοδο προγραμματισμού.

2.   Εάν η ελεγκτική αρχή που διορίζεται δυνάμει της παρούσας απόφασης είναι επίσης η ελεγκτική αρχή που διορίζεται δυνάμει των αποφάσεων αριθ. 573/2007/ΕΚ, αριθ. 575/2007/ΕΚ και 2007/…/ΕΚ ή, εάν εφαρμόζονται κοινά συστήματα σε δύο ή περισσότερα εξ αυτών των Ταμείων, μπορεί να υποβάλλεται, δυνάμει της παραγράφου 1, στοιχείο γ), συνδυασμένη ενιαία στρατηγική ελέγχου.

3.   Για κάθε ετήσιο πρόγραμμα, η ελεγκτική αρχή συντάσσει έκθεση η οποία περιλαμβάνει:

α)

ετήσια έκθεση λογιστικού ελέγχου που εκθέτει τα συμπεράσματα των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τη στρατηγική λογιστικού ελέγχου όσον αφορά το ετήσιο πρόγραμμα και προσδιορίζει οποιοδήποτε κενό διαπιστώθηκε στα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος,

β)

γνωμοδότηση, με βάση τους λογιστικούς και άλλους ελέγχους που διενεργήθηκαν υπό την ευθύνη της ελεγκτικής αρχής, για το κατά πόσον η λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου παρέχει εύλογη διαβεβαίωση αξιοπιστίας για την ορθότητα των δηλώσεων δαπανών που υποβάλλονται στην Επιτροπή και για τη νομιμότητα και κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών,

γ)

δήλωση που αξιολογεί το κύρος της αίτησης πληρωμής ή της δήλωσης επιστροφής του τελικού υπολοίπου, καθώς και τη νομιμότητα και την κανονικότητα των σχετικών δαπανών.

4.   Η ελεγκτική αρχή μεριμνά ώστε κατά την εργασία λογιστικού ελέγχου να λαμβάνονται υπόψη τα διεθνώς αποδεκτά ελεγκτικά πρότυπα.

5.   Ο λογιστικός έλεγχος σχετικά με σχέδια που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη μπορεί να χρηματοδοτείται ως τεχνική βοήθεια, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 18, υπό τον όρο ότι τηρούνται τα προνόμια της ελεγκτικής αρχής, όπως περιγράφεται στο άρθρο 27.

ΚΕΦΑΛΑIΟ VI

ΕΥΘΥΝΕΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 33

Ευθύνες των κρατών μελών

1.   Τα κράτη μέλη ευθύνονται για τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης των πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων και για τη νομιμότητα και την κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υπεύθυνες αρχές και κάθε εξουσιοδοτημένη αρχή, οι αρχές πιστοποίησης, οι ελεγκτικές αρχές και κάθε άλλος φορέας που συμμετέχει, να λαμβάνουν επαρκή καθοδήγηση σχετικά με τη συγκρότηση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου που αναφέρονται στα άρθρα 26 έως 32, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι η κοινοτική χρηματοδότηση χρησιμοποιείται αποτελεσματικά και σωστά.

3.   Τα κράτη μέλη προλαμβάνουν, εντοπίζουν και διορθώνουν τις παρατυπίες. Κοινοποιούν τις παρατυπίες αυτές στην Επιτροπή και την τηρούν ενήμερη για την εξέλιξη των διοικητικών και δικαστικών διώξεων.

Στην περίπτωση που είναι αδύνατη η ανάκτηση ποσών καταβληθέντων αχρεωστήτως σε τελικό δικαιούχο, το οικείο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την επιστροφή των απολεσθέντων ποσών στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον αποδεικνύεται ότι η απώλεια προκλήθηκε λόγω σφάλματος ή αμέλειάς του.

4.   Τα κράτη μέλη ευθύνονται κατά κύριο λόγο για τον δημοσιονομικό έλεγχο των δράσεων και φροντίζουν ώστε τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου και οι λογιστικοί έλεγχοι να εκτελούνται με τρόπο που εξασφαλίζει την κανονική και αποτελεσματική χρήση των κοινοτικών πόρων. Διαβιβάζουν στην Επιτροπή περιγραφή των συστημάτων αυτών.

5.   Οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή των παραγράφων 1 ως 4 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία η οποία αναφέρεται στο άρθρο 56, παράγραφος 2.

Άρθρο 34

Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου

1.   Πριν από την έγκριση του πολυετούς προγράμματος από την Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 56, παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη σύσταση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου σύμφωνα με τα άρθρα 26 έως 32. Τα κράτη μέλη ευθύνονται να εξασφαλίσουν ότι τα συστήματα λειτουργούν αποτελεσματικά καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, μαζί με το σχέδιο πολυετούς προγράμματος, περιγραφή των συστημάτων, η οποία καλύπτει ιδίως την οργάνωση και τις διαδικασίες των υπεύθυνων αρχών, των εξουσιοδοτημένων αρχών και των αρχών πιστοποίησης, καθώς και των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε αυτές τις αρχές και φορείς, στην ελεγκτική αρχή, και σε κάθε άλλο φορέα που πραγματοποιεί λογιστικούς ελέγχους με δική του ευθύνη.

3.   Η Επιτροπή επανεξετάζει την εφαρμογή της παρούσας διάταξης σε συνάρτηση με την προπαρασκευή της έκθεσης για την περίοδο 2007-2010 που προβλέπεται στο άρθρο 52, παράγραφος 3.

Άρθρο 35

Ευθύνες της Επιτροπής

1.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 34, ότι τα κράτη μέλη συστήνουν συστήματα διαχείρισης και ελέγχου που συμμορφώνονται με τα άρθρα 26 έως 32, και με βάση τις ετήσιες εκθέσεις ελέγχου και τους δικούς της λογιστικούς ελέγχους, ότι τα συστήματα λειτουργούν αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού.

2.   Με την επιφύλαξη των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη, υπάλληλοι της Επιτροπής ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι της Επιτροπής μπορούν να πραγματοποιούν επιτόπιους λογιστικούς ελέγχους για να επαληθεύουν την αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, οι οποίοι είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν λογιστικούς ελέγχους των δράσεων που περιλαμβάνονται στα ετήσια προγράμματα, με προειδοποίηση τουλάχιστον τριών εργάσιμων ημερών. Στους λογιστικούς αυτούς ελέγχους, μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από ένα κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιους ελέγχους για να εξακριβώσει την ορθή λειτουργία των συστημάτων ή την κανονικότητα μιας ή περισσοτέρων συναλλαγών. Στους ελέγχους αυτούς, μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι της Επιτροπής ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποί της.

4.   Η Επιτροπή μεριμνά, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ώστε οι δράσεις που υποστηρίζονται από το Ταμείο να αποτελούν το αντικείμενο δέουσας ενημέρωσης, δημοσιότητας και παρακολούθησης.

5.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, τη συνοχή και την συμπληρωματικότητα των δράσεων με άλλες σχετικές κοινοτικές πολιτικές, μέσα και πρωτοβουλίες.

6.   Η Επιτροπή θεσπίζει κατευθυντήριες γραμμές για την εξασφάλιση της προβολής της χρηματοδότησης που χορηγείται δυνάμει της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 36

Συνεργασία με τις αρχές λογιστικού ελέγχου των κρατών μελών

1.   Η Επιτροπή συνεργάζεται με τις αρχές λογιστικού ελέγχου για τον συντονισμό των αντίστοιχων σχεδίων και μεθόδων λογιστικού ελέγχου και ανταλλάσσει αμέσως τα αποτελέσματα των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιούνται σε συστήματα διαχείρισης και ελέγχου προκειμένου να χρησιμοποιούνται κατά τον καλύτερο τρόπο οι ελεγκτικοί πόροι και να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη επικάλυψη των εργασιών.

Η Επιτροπή διατυπώνει τις παρατηρήσεις της σχετικά με τη στρατηγική λογιστικού ελέγχου που υποβάλλεται με βάση το άρθρο 32, το αργότερο εντός τριμήνου από την παραλαβή της.

2.   Κατά τον καθορισμό της δικής της στρατηγικής λογιστικού ελέγχου, η Επιτροπή εντοπίζει τα ετήσια προγράμματα τα οποία θεωρεί ικανοποιητικά με βάση τις υπάρχουσες γνώσεις για τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου.

Για τα προγράμματα αυτά, η Επιτροπή μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μπορεί να στηριχθεί κυρίως στα αποδεικτικά στοιχεία του λογιστικού ελέγχου που έχουν δοθεί από τα κράτη μέλη και ότι θα πραγματοποιήσει τους δικούς της επιτόπιους ελέγχους μόνον εάν υπάρξουν αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη ελλείψεων στα συστήματα.

ΚΕΦΑΛΑIΟ VIΙ

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 37

Επιλεξιμότητα — δηλώσεις δαπανών

1.   Όλες οι δηλώσεις δαπανών περιλαμβάνουν το ποσό των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τους τελικούς δικαιούχους στα πλαίσια της υλοποίησης των δράσεων και την αντίστοιχη συνεισφορά από δημόσια ή ιδιωτικά κονδύλια.

2.   Οι δαπάνες αντιστοιχούν στις πληρωμές που έχουν γίνει από τους τελικούς δικαιούχους. Δικαιολογούνται με εξοφλημένα τιμολόγια ή παραστατικά ίσης αποδεικτικής αξίας.

3.   Η δαπάνη μπορεί να θεωρείται επιλέξιμη για στήριξη από το Ταμείο μόνον εφόσον έχει πραγματικά καταβληθεί το ενωρίτερο την 1η Ιανουαρίου του έτους που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 23, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο. Οι συγχρηματοδοτούμενες δράσεις δεν πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης της επιλεξιμότητας.

Κατ’ εξαίρεση, η περίοδος για την οποία οι δαπάνες είναι επιλέξιμες ορίζεται σε τρία έτη από τις δαπάνες για την υλοποίηση δράσεων που στηρίζονται στα πλαίσια των ετήσιων προγραμμάτων του 2007.

4.   Οι κανόνες που διέπουν την επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο δράσεων που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη και συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 4, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 56, παράγραφος 2.

Άρθρο 38

Ολική καταβολή στους τελικούς δικαιούχους

Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε η υπεύθυνη αρχή να εξασφαλίζει ότι οι τελικοί δικαιούχοι λαμβάνουν το συνολικό ποσό της συνεισφοράς από δημόσια κονδύλια, το ταχύτερο δυνατό. Δεν πραγματοποιείται κράτηση ή μείωση ποσών, ούτε επιβάλλεται ειδική επιβάρυνση ή άλλο τέλος ισοδύναμου αποτελέσματος που θα ήταν δυνατόν να μειώσει τα ποσά αυτά για τους τελικούς δικαιούχους, υπό την προϋπόθεση ότι οι τελικοί δικαιούχοι πληρούν όλες τις απαιτήσεις όσον αφορά την επιλεξιμότητα των δράσεων και των δαπανών.

Άρθρο 39

Χρήση του ευρώ

1.   Τα ποσά των σχεδίων πολυετών και ετησίων προγραμμάτων των κρατών μελών που αναφέρονται στα άρθρα 21 και 23, αντιστοίχως, των πιστοποιημένων δηλώσεων δαπανών, των αιτήσεων πληρωμής που αναφέρονται στο άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο ιδ), και των δαπανών που αναφέρονται στην έκθεση προόδου σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος που αναφέρεται στο άρθρο 41, παράγραφος 4, και στην τελική έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος που αναφέρεται στο άρθρο 53, εκφράζονται σε ευρώ.

2.   Οι αποφάσεις χρηματοδότησης από την Επιτροπή, με τις οποίες εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 23, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, και οι αναλήψεις υποχρεώσεων και οι πληρωμές της Επιτροπής εκφράζονται και εκτελούνται σε ευρώ.

3.   Τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως νόμισμά τους κατά την ημερομηνία της αίτησης πληρωμής μετατρέπουν σε ευρώ τα ποσά των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν σε εθνικό νόμισμα. Τα ποσά αυτά μετατρέπονται σε ευρώ με την μηνιαία λογιστική ισοτιμία της Επιτροπής για τον μήνα κατά τον οποίον καταχωρήθηκαν οι δαπάνες στους λογαριασμούς της υπεύθυνης αρχής του συγκεκριμένου προγράμματος. Η Επιτροπή δημοσιεύει κάθε μήνα ηλεκτρονικώς την ισοτιμία αυτήν.

4.   Όταν το ευρώ γίνεται το νόμισμα κράτους μέλους, η διαδικασία μετατροπής που μνημονεύεται στην παράγραφο 3 εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε όλες τις δαπάνες που έχουν καταχωρηθεί στους λογαριασμούς από την αρχή πιστοποίησης πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της αμετάκλητης ισοτιμίας μετατροπής του εθνικού νομίσματος σε ευρώ.

Άρθρο 40

Αναλήψεις υποχρεώσεων

Οι αναλήψεις υποχρεώσεων στον κοινοτικό προϋπολογισμό πραγματοποιούνται ετησίως με βάση την απόφαση χρηματοδότησης της Επιτροπής, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 23, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο.

Άρθρο 41

Πληρωμές — Προχρηματοδότηση

1.   Οι πληρωμές από την Επιτροπή της συνεισφοράς που καταβάλλεται από τα Ταμεία πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού.

2.   Οι πληρωμές λαμβάνουν τη μορφή προχρηματοδότησης και πληρωμής του υπολοίπου. Καταβάλλονται στην υπεύθυνη αρχή που έχει ορισθεί από το κράτος μέλος.

3.   Μια πρώτη πληρωμή προχρηματοδότησης, που αντιπροσωπεύει το 50 % του ποσού που ορίζεται στην απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα, καταβάλλεται στο κράτος μέλος εντός 60 ημερών από την έκδοση της συγκεκριμένης απόφασης.

4.   Μια δεύτερη πληρωμή προχρηματοδότησης καταβάλλεται εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες αφότου η Επιτροπή εγκρίνει, εντός διμήνου από την επίσημη υποβολή της αίτησης πληρωμής από κράτος μέλος, έκθεση προόδου σχετικά με την εκτέλεση του ετήσιου προγράμματος, καθώς και πιστοποιημένη δήλωση δαπανών που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 31, παράγραφος 1, στοιχείο α), και το άρθρο 37, η οποία αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 60 % του ποσού της αρχικής πληρωμής.

Το ποσό της δεύτερης πληρωμής της προχρηματοδότησης που καταβάλλεται από την Επιτροπή δεν υπερβαίνει το 50 % του συνολικού ποσού που χορηγείται με την απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα και, εν πάση περιπτώσει, εφόσον ένα κράτος μέλος έχει δεσμεύσει, σε εθνικό επίπεδο, ποσό μικρότερο από το ποσό που περιέχεται στην απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα, το υπόλοιπο μεταξύ του ποσού των κοινοτικών πόρων που έχουν όντως δεσμευθεί από το κράτος μέλος προς όφελος σχεδίων που έχουν επιλεγεί στο πλαίσιο του ετήσιου προγράμματος αφαιρουμένου του ποσού της πρώτης πληρωμής της προχρηματοδότησης.

5.   Οι τυχόν τόκοι που παράγονται από τις πληρωμές προχρηματοδοτήσεων καταλογίζονται στο οικείο πρόγραμμα, θεωρούμενοι ως πόροι του κράτους μέλους υπό μορφήν εθνικής δημόσιας συνεισφοράς και δηλώνονται στην Επιτροπή τη στιγμή της δήλωσης δαπανών σχετικά με την τελική έκθεσή της επί της εφαρμογής του σχετικού ετήσιου προγράμματος.

6.   Τα ποσά που καταβάλλονται ως προχρηματοδότηση αφαιρούνται από τους λογαριασμούς όταν κλείσει το ετήσιο πρόγραμμα.

Άρθρο 42

Πληρωμή υπολοίπου

1.   Η Επιτροπή πληρώνει το υπόλοιπο εφόσον λάβει τα ακόλουθα έγγραφα το αργότερο εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία λήξης της επιλεξιμότητας των δαπανών που ορίζονται στην απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα:

α)

πιστοποιημένη δήλωση δαπανών, που συντάσσεται δεόντως σύμφωνα με το άρθρο 31, παράγραφος 1, στοιχείο α), και το άρθρο 37, και αίτηση πληρωμής του υπολοίπου ή δήλωση επιστροφής,

β)

την τελική έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 53,

γ)

την ετήσια έκθεση ελέγχου, τη γνωμοδότηση και τη δήλωση που προβλέπονται στο άρθρο 32, παράγραφος 3.

Η πληρωμή του υπολοίπου υπόκειται στην αποδοχή της τελικής έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος και της δήλωσης στην οποία αξιολογείται η εγκυρότητα της αίτησης πληρωμής του υπολοίπου.

2.   Εάν η υπεύθυνη αρχή παραλείψει να χορηγήσει τα έγγραφα που ορίζονται στην παράγραφο 1 μέχρι την ημερομηνία λήξης και σε αποδεκτό μορφότυπο, η Επιτροπή αποδεσμεύει το τμήμα της ανάληψης δημοσιονομικής υποχρέωσης στο αντίστοιχο ετήσιο πρόγραμμα, το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε για την πληρωμή της προχρηματοδότησης.

3.   Η διαδικασία αυτεπάγγελτης αποδέσμευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 αναστέλλεται, για το ποσό που αντιστοιχεί στα συγκεκριμένα σχέδια, εάν εκκρεμεί δικαστική διαδικασία ή διοικητική προσφυγή με ανασταλτικό αποτέλεσμα στο επίπεδο του κράτους μέλους, κατά την υποβολή των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Το κράτος μέλος χορηγεί λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με αυτά τα σχέδια, στη μερική τελική έκθεση που υποβάλλει και αποστέλλει ανά έξι μήνες εκθέσεις προόδου για τα εν λόγω σχέδια. Το κράτος μέλος υποβάλλει τα έγγραφα που ορίζονται στην παράγραφο 1 για τα σχετικά σχέδια εντός τριών μηνών από την περάτωση της δικαστικής διαδικασίας ή της διοικητικής προσφυγής.

4.   Η προθεσμία των εννέα μηνών που ορίζεται στην παράγραφο 1 παύει να προσμετράται εάν η Επιτροπή εκδώσει απόφαση με την οποία αναστέλλει τις πληρωμές της συγχρηματοδότησης για το σχετικό ετήσιο πρόγραμμα, σύμφωνα με το άρθρο 44. Η προθεσμία αρχίζει να προσμετράται από την ημερομηνία κοινοποίησης στο κράτος μέλος της απόφασης της Επιτροπής που ορίζεται στο άρθρο 44, παράγραφος 3.

5.   Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 43, η Επιτροπή, εντός έξι μηνών από την παραλαβή των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ανακοινώνει στο κράτος μέλος το ποσό των δαπανών που αναγνωρίζονται από την Επιτροπή ότι βαρύνουν το Ταμείο, καθώς και κάθε δημοσιονομική διόρθωση που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ των δαπανών που δηλώθηκαν και εκείνων που αναγνωρίζονται. Το κράτος μέλος διαθέτει προθεσμία τριών μηνών για να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

6.   Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των παρατηρήσεων του κράτους μέλους, η Επιτροπή αποφασίζει για το ποσό των δαπανών που αναγνωρίζονται ότι βαρύνουν το Ταμείο και ανακτά το υπόλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ των δαπανών που αναγνωρίσθηκαν οριστικά και των ποσών που έχουν ήδη καταβληθεί στο σχετικό κράτος μέλος.

7.   Υπό την επιφύλαξη των διαθέσιμων πόρων, η Επιτροπή πραγματοποιεί την πληρωμή του υπολοίπου εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις 60 ημέρες από την ημερομηνία της αποδοχής των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Το υπόλοιπο της ανάληψης υποχρεώσεων αποδεσμεύεται εντός έξι μηνών από την πληρωμή.

Άρθρο 43

Αναβολή των πληρωμών

1.   Η πληρωμή αναβάλλεται από τον κύριο διατάκτη, κατά την έννοια του δημοσιονομικού κανονισμού, για μέγιστη περίοδο έξι μηνών, εάν:

α)

στην έκθεση εθνικού ή κοινοτικού φορέα λογιστικού ελέγχου περιέχονται ενδείξεις σημαντικών ελαττωμάτων στη λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου,

β)

ο εν λόγω κύριος διατάκτης πρέπει να πραγματοποιήσει πρόσθετες επαληθεύσεις μετά από πληροφορίες που περιέρχονται εις γνώσιν του ότι οι δαπάνες που περιέχονται σε μια πιστοποιημένη δήλωση δαπανών συνδέονται με σοβαρή παρατυπία η οποία δεν έχει διορθωθεί.

2.   Το κράτος μέλος και η υπεύθυνη αρχή ενημερώνονται αμέσως σχετικά με τους λόγους της αναβολής της πληρωμής. Η πληρωμή αναβάλλεται μέχρι να λάβει το κράτος μέλος τα αναγκαία μέτρα.

Άρθρο 44

Αναστολή των πληρωμών

1.   Το σύνολο ή μέρος της προχρηματοδότησης και των πληρωμών του υπολοίπου μπορεί να αναστέλλεται από την Επιτροπή, οσάκις:

α)

υπάρχει σοβαρό ελάττωμα στο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος που επηρεάζει την αξιοπιστία της διαδικασίας πιστοποίησης των πληρωμών και για το οποίο δεν έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα, ή

β)

οι δαπάνες σε πιστοποιημένη δήλωση δαπανών συνδέονται με σοβαρή παρατυπία που δεν έχει διορθωθεί, ή

γ)

ένα κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των άρθρων 33 και 34.

2.   Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει την αναστολή της προχρηματοδότησης ή των πληρωμών του υπολοίπου, αφού δώσει την ευκαιρία στο κράτος μέλος να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός προθεσμίας τριών μηνών.

3.   Η Επιτροπή παύει την αναστολή της προχρηματοδότησης και των πληρωμών του υπολοίπου, εάν θεωρήσει ότι το κράτος μέλος έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα που επιτρέπουν την άρση της αναστολής.

4.   Σε περίπτωση που δεν έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα από το κράτος μέλος, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει απόφαση ακύρωσης του συνόλου ή μέρους του καθαρού ποσού ή να ακυρώσει την κοινοτική συνεισφορά στο ετήσιο πρόγραμμα σύμφωνα με το άρθρο 48.

Άρθρο 45

Διατήρηση εγγράφων

Υπό την επιφύλαξη των κανόνων που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις δυνάμει του άρθρου 87 της Συνθήκης, η υπεύθυνη αρχή εξασφαλίζει ότι τηρούνται και βρίσκονται στη διάθεση της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου όλα τα δικαιολογητικά σχετικά με τις δαπάνες και τους λογιστικούς ελέγχους των συγκεκριμένων προγραμμάτων, για περίοδο πέντε ετών από το κλείσιμο των προγραμμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 42, παράγραφος 1.

Η προθεσμία αυτή διακόπτεται σε περίπτωση δικαστικής δίωξης ή κατόπιν δεόντως τεκμηριωμένης αίτησης της Επιτροπής.

Τα έγγραφα διατηρούνται είτε υπό τη μορφή πρωτοτύπων είτε υπό τη μορφή επικυρωμένων αντιγράφων σύμφωνα με τα πρωτότυπα σε κοινώς αποδεκτά μέσα καταχώρισης δεδομένων.

ΚΕΦΑΛΑIΟ VIII

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Άρθρο 46

Δημοσιονομικές διορθώσεις που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη

1.   Τα κράτη μέλη φέρουν, κατά κύριο λόγο, την ευθύνη για τη διερεύνηση παρατυπιών, ενεργώντας, εφόσον υπάρχουν αποδείξεις, για οποιαδήποτε σημαντική μεταβολή που επηρεάζει τον χαρακτήρα ή τις προϋποθέσεις εφαρμογής ή ελέγχου των προγραμμάτων και προβαίνοντας στις απαραίτητες δημοσιονομικές διορθώσεις.

2.   Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν τις δημοσιονομικές διορθώσεις που απαιτούνται σε σχέση με τις μεμονωμένες ή συστημικές παρατυπίες που εντοπίζονται σε δράσεις ή ετήσια προγράμματα.

Οι διορθώσεις που διενεργούνται από το κράτος μέλος συνίστανται στην ακύρωση, και, κατά περίπτωση, στην ανάκτηση, του συνόλου ή μέρους της κοινοτικής συνεισφοράς. Σε περίπτωση που το ποσό δεν επιστρέφεται εμπρόθεσμα από το συγκεκριμένο κράτος μέλος, τότε οφείλονται τόκοι υπερημερίας με το επιτόκιο που προβλέπεται στο άρθρο 49, παράγραφος 2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τη φύση και τη σοβαρότητα των παρατυπιών ή την οικονομική απώλεια του Ταμείου.

3.   Σε περίπτωση συστημικών παρατυπιών, το οικείο κράτος μέλος επεκτείνει τις έρευνές του, για να καλύψει όλες τις πράξεις που είναι πιθανόν να επηρεάζονται.

4.   Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στην τελική έκθεση της εφαρμογής του ετήσιου προγράμματος που αναφέρεται στο άρθρο 53, κατάλογο των διαδικασιών ακύρωσης που κινήθηκαν για το οικείο ετήσιο πρόγραμμα.

Άρθρο 47

Έλεγχος λογαριασμών και δημοσιονομικές διορθώσεις που πραγματοποιεί η Επιτροπή

1.   Υπό την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή των ελέγχων που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές τους νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, υπάλληλοι ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι της Επιτροπής μπορούν να πραγματοποιούν επιτόπιους ελέγχους, ιδίως δειγματοληπτικούς, των δράσεων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο και των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, με προειδοποίηση τουλάχιστον τριών εργάσιμων ημερών. Η Επιτροπή ειδοποιεί το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προκειμένου να τύχει της απαιτούμενης συνδρομής. Στους ελέγχους αυτούς, μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

Η Επιτροπή μπορεί να ζητεί από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο προκειμένου να εξακριβώσει την ακρίβεια μιας ή περισσότερων συναλλαγών. Στους ελέγχους αυτούς, μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι της Επιτροπής.

2.   Εάν, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων επαληθεύσεων, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 33, αναστέλλει την προχρηματοδότηση ή την πληρωμή του υπολοίπου σύμφωνα με το άρθρο 44.

Άρθρο 48

Κριτήρια που ισχύουν για τις διορθώσεις

1.   Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε δημοσιονομικές διορθώσεις, ακυρώνοντας το σύνολο ή μέρος της κοινοτικής συνεισφοράς σε ένα ετήσιο πρόγραμμα, οσάκις, μετά τη διεξαγωγή της αναγκαίας εξέτασης, καταλήξει στο συμπέρασμα ότι:

α)

υφίσταται σοβαρό ελάττωμα στο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος που έχει θέσει σε κίνδυνο την κοινοτική συνεισφορά, η οποία έχει ήδη καταβληθεί στο πρόγραμμα,

β)

οι δαπάνες που περιλαμβάνονται σε πιστοποιημένη δήλωση δαπανών είναι παράτυπες και δεν έχουν διορθωθεί από το κράτος μέλος πριν από την έναρξη της διαδικασίας διόρθωσης δυνάμει της παρούσας παραγράφου,

γ)

το κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το άρθρο 33, πριν από την έναρξη της διαδικασίας διόρθωσης δυνάμει της παρούσας παραγράφου.

Η Επιτροπή αποφασίζει λαμβάνοντας υπόψη κάθε ενδεχόμενο σχόλιο που έκανε το κράτος μέλος.

2.   Η Επιτροπή στηρίζει τις δημοσιονομικές της διορθώσεις σε μεμονωμένες περιπτώσεις παρατυπιών που εντοπίζονται, λαμβάνοντας υπόψη τον συστημικό χαρακτήρα της παρατυπίας προκειμένου να καθορίσει το κατά πόσον θα πρέπει να εφαρμοσθεί κατ’ αποκοπήν ή κατά παρεκβολή διόρθωση. Σε περίπτωση που η παρατυπία σχετίζεται με δήλωση δαπανών για την οποία έχει προηγουμένως παρασχεθεί εύλογη διαβεβαίωση αξιοπιστίας από την αρχή λογιστικού ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 32, παράγραφος 3, στοιχείο β), υπάρχει τεκμήριο συστημικού προβλήματος που οδηγεί στην εφαρμογή μιας κατ’ αποκοπήν ή κατά παρεκβολή διόρθωσης, εκτός και εάν το κράτος μέλος είναι σε θέση να προσκομίσει αποδείξεις εντός τριών μηνών για να απορρίψει αυτό το τεκμήριο.

3.   Η Επιτροπή, όταν αποφασίζει σχετικά με το ποσό της διόρθωσης, λαμβάνει υπόψη τη σπουδαιότητα της παρατυπίας και την έκταση και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των ελαττωμάτων που διαπιστώθηκαν στο σχετικό ετήσιο πρόγραμμα.

4.   Εάν η Επιτροπή στηρίζει τη θέση της σε γεγονότα που διαπιστώθηκαν από ελεγκτές που δεν ανήκουν στις υπηρεσίες της, συνάγει τα δικά της συμπεράσματα όσον αφορά τις δημοσιονομικές επιπτώσεις μετά την εξέταση των μέτρων που ελήφθησαν από το σχετικό κράτος μέλος βάσει του άρθρου 34, τις εκθέσεις κοινοποιηθεισών παρατυπιών και τις τυχόν απαντήσεις από το κράτος μέλος.

Άρθρο 49

Επιστροφή

1.   Κάθε επιστροφή, η οποία πρέπει να γίνει στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πραγματοποιείται πριν από την ημερομηνία λήξης που αναφέρεται στην εντολή είσπραξης, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 72 του δημοσιονομικού κανονισμού. Αυτή η ημερομηνία λήξης είναι η τελευταία ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την έκδοση της εντολής.

2.   Οποιαδήποτε καθυστέρηση σε σχέση με την πραγματική πληρωμή συνεπάγεται την πληρωμή τόκων υπερημερίας, αρχής γενομένης από την ημερομηνία λήξης μέχρι την ημερομηνία που πραγματοποιείται η πραγματική πληρωμή. Το σχετικό επιτόκιο είναι το επιτόκιο που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τις βασικές της πράξεις αναχρηματοδότησης, όπως δημοσιεύεται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα κατά τον οποίο λήγει η προθεσμία, αυξημένο κατά τρεισήμισι ποσοστιαίες μονάδες.

Άρθρο 50

Υποχρεώσεις των κρατών μελών

Η δημοσιονομική διόρθωση της Επιτροπής δεν επηρεάζει την υποχρέωση του κράτους μέλους να επιδιώκει ανακτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 46.

ΚΕΦΑΛΑIΟ IX

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ, ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

Άρθρο 51

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει την τακτική παρακολούθηση του Ταμείου σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.

2.   Η Επιτροπή αξιολογεί το Ταμείο σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, προκειμένου να εκτιμήσει τη συνάφεια, την αποτελεσματικότητα και τον αντίκτυπο των δράσεων, υπό το πρίσμα των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 3 στο πλαίσιο της προετοιμασίας της έκθεσης που προβλέπεται στο άρθρο 52, παράγραφος 3.

3.   Η Επιτροπή εξετάζει επίσης τη συμπληρωματικότητα μεταξύ των δράσεων που εφαρμόζονται στο πλαίσιο του Ταμείου και εκείνων που αναλαμβάνονται σύμφωνα με άλλες συναφείς κοινοτικές πολιτικές, μέσα και πρωτοβουλίες.

4.   Ως μέρος της έκθεσης για την περίοδο 2007-2010 που αναφέρεται στο άρθρο 52, παράγραφος 3, στοιχείο γ), η Επιτροπή αξιολογεί τον αντίκτυπο του Ταμείου στην εκπόνηση της πολιτικής και της νομοθεσίας για τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων, αξιολογεί τις συνέργειες μεταξύ του Ταμείου και των καθηκόντων του Οργανισμού καθώς και την καταλληλότητα των κριτηρίων κατανομής των πόρων μεταξύ των κρατών μελών βάσει των στόχων που επιδιώκει η Ευρωπαϊκή Ένωση στο συγκεκριμένο τομέα.

Άρθρο 52

Υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων

1.   Σε κάθε κράτος μέλος, η υπεύθυνη αρχή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίζει την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των σχεδίων.

Προς τον σκοπό αυτό, οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που συνάπτονται με τους οργανισμούς που είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή των δράσεων περιλαμβάνουν ρήτρες που επιβάλλουν την υποχρέωση υποβολής τακτικών και λεπτομερών εκθέσεων σχετικά με την πρόοδο της εκτέλεσης της δράσης και της υλοποίησης των ορισθέντων στόχων, οι οποίες αποτελούν τη βάση για την έκθεση προόδου και τις τελικές εκθέσεις, αντίστοιχα, σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή:

α)

μέχρι τις 30 Ιουνίου 2010, έκθεση αξιολόγησης για την εφαρμογή των δράσεων που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο,

β)

μέχρι τις 30 Ιουνίου 2012, για την περίοδο 2007-2010 και τις 30 Ιουνίου 2015, για την περίοδο 2011-2013, αντίστοιχα, έκθεση αξιολόγησης των αποτελεσμάτων και του αντικτύπου των δράσεων που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο.

3.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών:

α)

μέχρι τις 30 Ιουνίου 2010, έκθεση για την επανεξέταση των άρθρων 14 και 15, μαζί με προτάσεις τροποποιήσεων, αν θεωρούνται αναγκαίες,

β)

μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2010, ενδιάμεση έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν και τις ποιοτικές και ποσοτικές πτυχές της υλοποίησης του Ταμείου, μαζί με πρόταση για τη μελλοντική εξέλιξη του Ταμείου,

γ)

μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012, για την περίοδο 2007-2010, και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2015, για την περίοδο 2011-2013, αντίστοιχα, έκθεση εκ των υστέρων αξιολόγησης.

Άρθρο 53

Τελική έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος

1.   Η τελική έκθεση για την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες προκειμένου να υπάρχει σαφής άποψη της εφαρμογής του προγράμματος:

α)

τη δημοσιονομική και λειτουργική εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος,

β)

την πρόοδο που επιτεύχθηκε κατά την εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος και τις προτεραιότητές του σε σχέση με τους ειδικούς, επαληθεύσιμους στόχους του, με ποσοτικοποίηση των δεικτών,

γ)

τα μέτρα που έλαβε η υπεύθυνη αρχή για να εξασφαλίσει την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής, ιδίως:

i)

μέτρα παρακολούθησης και αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένων ρυθμίσεων για τη συλλογή δεδομένων,

ii)

σύνοψη όλων των σημαντικών προβλημάτων που ανέκυψαν κατά την εφαρμογή του επιχειρησιακού προγράμματος και όλων των ληφθέντων μέτρων,

iii)

χρησιμοποίηση της τεχνικής βοήθειας,

δ)

τα μέτρα που ελήφθησαν για να εξασφαλισθεί η ενημέρωση σχετικά με τα ετήσια και πολυετή προγράμματα και τη δημοσιοποίησή τους.

2.   Η έκθεση κρίνεται αποδεκτή όταν περιέχει όλες τις πληροφορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για το περιεχόμενο της έκθεσης που υποβάλλεται στην υπεύθυνη αρχή εντός δύο μηνών από τη λήψη όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες γνωστοποιούνται στα κράτη μέλη. Εάν η Επιτροπή δεν αντιδράσει εντός της προθεσμίας που καθορίσθηκε, η έκθεση θεωρείται αποδεκτή.

3.   Η Επιτροπή ανακοινώνει στον Οργανισμό τις εγκεκριμένες τελικές εκθέσεις εφαρμογής του ετήσιου προγράμματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΈΣ ΔΙΑΤΆΞΕΙΣ

Άρθρο 54

Προετοιμασία του πολυετούς προγράμματος

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 20, τα κράτη μέλη:

α)

το συντομότερο δυνατόν μετά τις 7 Ιουνίου 2007 αλλά το αργότερο έως τις 22 Ιουνίου 2007, ορίζουν την εθνική υπεύθυνη αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 27, παράγραφος 1, στοιχείο α), καθώς επίσης, εφόσον απαιτείται, την εξουσιοδοτημένη αρχή,

β)

έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2007, υποβάλλουν την περιγραφή των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 34, παράγραφος 2.

2.   Έως την 1η Ιουλίου 2007, η Επιτροπή παρέχει στα κράτη μέλη:

α)

εκτίμηση των ποσών που θα τους χορηγηθούν για το δημοσιονομικό έτος 2007,

β)

εκτιμήσεις των ποσών που τους θα τους χορηγηθούν για τα δημοσιονομικά έτη 2008-2013, βάσει παρέκτασης του υπολογισμού της εκτίμησης για το δημοσιονομικό έτος 2007, έχοντας κατά νουν τις προτεινόμενες ετήσιες πιστώσεις για τα έτη 2007-2013, όπως καθορίζονται στο δημοσιονομικό πλαίσιο.

Άρθρο 55

Προετοιμασία του ετήσιου προγράμματος για το 2007 και το 2008

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 23, το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα ισχύει για την εφαρμογή στη διάρκεια του δημοσιονομικού έτους 2007 και 2008:

α)

έως την 1η Ιουλίου 2007, η Επιτροπή παρέχει στα κράτη μέλη εκτίμηση των ποσών που θα τους χορηγηθούν για το δημοσιονομικό έτος 2007,

β)

έως την 1η Δεκεμβρίου 2007, τα κράτη μέλη υποβάλουν στην Επιτροπή το σχέδιο ετήσιου προγράμματος για το 2007,

γ)

έως την 1η Μαρτίου 2008, τα κράτη μέλη υποβάλλουν το σχέδιο ετησίου προγράμματος για το 2008 στην Επιτροπή.

2.   Όσον αφορά το ετήσιο πρόγραμμα του 2007, η δαπάνη η οποία εκταμιεύθηκε πραγματικά μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2007 και της ημερομηνίας της απόφασης χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα του σχετικού κράτους μέλους, μπορεί να είναι επιλέξιμη για στήριξη από το Ταμείο.

3.   Προκειμένου να μπορέσουν να εκδοθούν κατά το 2008 οι αποφάσεις χρηματοδότησης, για την έγκριση του ετήσιου προγράμματος για το 2007, η Επιτροπή προβαίνει στις αναλήψεις υποχρεώσεων του κοινοτικού προϋπολογισμού 2007, με βάση την εκτίμηση του ποσού που θα χορηγηθεί στα κράτη μέλη, που υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XI

ΤΕΛΙΚΈΣ ΔΙΑΤΆΞΕΙΣ

Άρθρο 56

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την κοινή επιτροπή «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», η οποία συστήνεται με την παρούσα απόφαση.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 8 αυτής.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4 και παράγραφος 5β και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 8 αυτής.

Οι προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 5α, παράγραφος 3, στοιχείο γ), και παράγραφος 4, στοιχεία β) και ε), της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζονται σε έξι εβδομάδες.

Άρθρο 57

Αναθεώρηση

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αναθεωρούν την παρούσα απόφαση με βάση πρόταση της Επιτροπής μέχρι τις 30 Ιουνίου 2013.

Άρθρο 58

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από τις 7 Ιουνίου 2007, εξαιρέσει των άρθρων 14, 15, 20, 21, 23, 27, 33, παράγραφοι 2 και 5, 34, 37, παράγραφος 4, και 56, τα οποία εφαρμόζονται από 1ης Ιανουαρίου 2007.

Άρθρο 59

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Βρυξέλλες, 23 Μαΐου 2007.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. GLOSER


(1)  ΕΕ C 88 της 11.4.2006, σ. 15.

(2)  ΕΕ C 115 της 16.5.2006, σ. 47.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2006 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 7ης Μαΐου 2007.

(4)  EE L 349 της 25.11.2004, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 236 της 23.9.2003, σ. 946.

(7)  Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(8)  Βλέπε σελίδα 45 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(9)  Δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(10)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 (ΕΕ L 390 της 30.12.2006, σ. 1).

(11)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(12)  ΕΕ L 184, 17.7.1999 της σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

(13)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(14)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 53.

(15)  ΕΕ L 370 της 17.12.2004, σ. 78.

(16)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(17)  ΕΕ L 395 της 31.12.2004, σ. 70.

(18)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.

(19)  ΕΕ L 396 της 31.12.2004, σ. 45.

(20)  ΕΕ L 261 της 6.8.2004, σ. 24.

(21)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19. Σύμβαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 4).

(22)  ΕΕ L 99 της 17.4.2003, σ. 8.

(23)  ΕΕ L 99 της 17.4.2003, σ. 15.

(24)  ΕΕ L 81 της 21.3.2001, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 851/2005 (ΕΕ L 141 της 4.6.2005, σ. 3).

(25)  ΕΕ L 161 της 30.4.2004, σ. 128. Διορθωμένη έκδοση στην ΕΕ L 206, 9.6.2004, σ. 51. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1283/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 203 της 4.8.2005, σ. 8).


Top