This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32021R0168
Regulation (EU) 2021/168 of the European Parliament and of the Council of 10 February 2021 amending Regulation (EU) 2016/1011 as regards the exemption of certain third-country spot foreign exchange benchmarks and the designation of replacements for certain benchmarks in cessation, and amending Regulation (EU) No 648/2012 (Text with EEA relevance)
Κανονισμός (ΕΕ) 2021/168 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Φεβρουαρίου 2021 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 όσον αφορά την εξαίρεση ορισμένων δεικτών αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών τρίτων χωρών και τον καθορισμό υποκατάστατων για ορισμένους δείκτες αναφοράς που τίθενται σε παύση και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Κανονισμός (ΕΕ) 2021/168 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Φεβρουαρίου 2021 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 όσον αφορά την εξαίρεση ορισμένων δεικτών αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών τρίτων χωρών και τον καθορισμό υποκατάστατων για ορισμένους δείκτες αναφοράς που τίθενται σε παύση και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΕΕ L 49 της 12.2.2021, p. 6–17
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
In force
12.2.2021 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 49/6 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/168 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 10ης Φεβρουαρίου 2021
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 όσον αφορά την εξαίρεση ορισμένων δεικτών αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών τρίτων χωρών και τον καθορισμό υποκατάστατων για ορισμένους δείκτες αναφοράς που τίθενται σε παύση και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Προκειμένου να αντισταθμιστούν οι δυσμενείς διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών που αφορούν νομίσματα τα οποία δεν είναι άμεσα μετατρέψιμα σε βασικό νόμισμα ή που αφορούν νομίσματα που υπόκεινται σε συναλλαγματικούς ελέγχους, οι εταιρείες της Ένωσης συνάπτουν συμβάσεις παραγώγων επί μη παραδοτέου συναλλάγματος, όπως προθεσμιακές συμβάσεις και συμφωνίες ανταλλαγής. Η μη διαθεσιμότητα δεικτών αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών για τον υπολογισμό των πληρωτέων αποδόσεων βάσει συμβάσεων παραγώγων επί συναλλάγματος θα έχει αρνητικές συνέπειες για εταιρείες της Ένωσης που πραγματοποιούν εξαγωγές σε αναδυόμενες αγορές ή τηρούν στοιχεία ενεργητικού ή παθητικού στις αγορές αυτές, με επακόλουθη έκθεση σε διακυμάνσεις των νομισμάτων των αναδυόμενων αγορών. Μετά τη λήξη στις 31 Δεκεμβρίου 2021 της περιόδου που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) («μεταβατική περίοδος»), δεν θα είναι πλέον δυνατή η χρήση δεικτών αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών που παρέχονται από διαχειριστή που εδρεύει σε τρίτη χώρα, πέραν της κεντρικής τράπεζας. |
(2) |
Προκειμένου οι εταιρείες της Ένωσης να είναι σε θέση να συνεχίσουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, μετριάζοντας τον συναλλαγματικό κίνδυνο, από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 θα πρέπει να εξαιρούνται ορισμένοι δείκτες αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών που χρησιμοποιούνται σε χρηματοπιστωτικά μέσα για τον υπολογισμό των συμβατικών αποδόσεων και οι οποίοι ορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με ορισμένα κριτήρια. |
(3) |
Λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για διεξοδική επανεξέταση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 και των διατάξεών του σχετικά με τους δείκτες αναφοράς που παρέχονται από διαχειριστές που εδρεύουν σε τρίτες χώρες («δείκτες αναφοράς τρίτων χωρών»), θα πρέπει να παραταθεί η τρέχουσα μεταβατική περίοδος για τους δείκτες αναφοράς τρίτων χωρών. Η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να παρατείνει περαιτέρω τη μεταβατική περίοδο με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, για μέγιστο διάστημα δύο ετών, εάν η αξιολόγηση στην οποία βασίζεται η επανεξέταση καταδείξει ότι η προβλεπόμενη λήξη της μεταβατικής περιόδου θα ήταν επιζήμια για τη συνέχιση της χρήσης των δεικτών αναφοράς τρίτων χωρών στην Ένωση ή θα συνιστούσε απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. |
(4) |
Η παράταση της μεταβατικής περιόδου για τους δείκτες αναφοράς τρίτων χωρών ενδέχεται να λειτουργήσει ως κίνητρο προκειμένου οι διαχειριστές δεικτών αναφοράς της Ένωσης να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε τρίτη χώρα προκειμένου να μην υπόκεινται στις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011. Για να αποτραπεί αυτή η καταστρατήγηση, οι διαχειριστές που μετεγκαθίστανται από την Ένωση σε τρίτη χώρα κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου δεν θα πρέπει να επωφελούνται από την πρόσβαση στην αγορά της Ένωσης εάν δεν πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011. |
(5) |
Από τις 31 Δεκεμβρίου 2020, με τη λήξη της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στη συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (5), ο δείκτης αναφοράς επιτοκίου LIBOR (Διατραπεζικό Επιτόκιο Λονδίνου) δεν θεωρείται πλέον δείκτης αναφοράς κρίσιμης σημασίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011. Επιπλέον, η Αρχή Χρηματοοικονομικής Συμπεριφοράς (FCA) του Ηνωμένου Βασιλείου ανακοίνωσε το 2017 ότι δεν θα πείσει ούτε θα υποχρεώσει τις τράπεζες της σχετικής ομάδας να συνεισφέρουν παρέχοντας δεδομένα εισόδου στον δείκτη LIBOR μετά το τέλος του 2021. Επακόλουθες ανακοινώσεις από την FCA και τον διαχειριστή του LIBOR έχουν καταστήσει σαφές ότι ο δείκτης LIBOR είναι πιθανό να καταργηθεί σταδιακά στις περισσότερες διάρκειες ισχύος και τα νομίσματα για τα οποία υπολογίζεται ως το τέλος του 2021, και οι άλλες διάρκειες ισχύος και νομίσματα του LIBOR θα ακολουθήσουν το 2023. Η παύση ή η σταδιακή κατάργηση του LIBOR θα μπορούσε να επισύρει αρνητικές συνέπειες, που διαταράσσουν σημαντικά τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών της Ένωσης. Υπάρχει μεγάλος αριθμός συμβάσεων που επηρεάζουν οικονομικούς φορείς στην Ένωση και αφορούν χρεωστικούς τίτλους, δάνεια, προθεσμιακές καταθέσεις, κινητές αξίες και παράγωγα που αναφέρονται στο σύνολό τους στο LIBOR, οι οποίες λήγουν μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2021 και δεν περιλαμβάνουν επαρκώς ισχυρές εφεδρικές διατάξεις για την κάλυψη της παύσης ή της σταδιακής κατάργησης του LIBOR όπως υπολογίζεται για το οικείο νόμισμα ή για ορισμένες από τις διάρκειες ισχύος του. Ορισμένες από τις συμβάσεις αυτές και ορισμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναδιαπραγμάτευσης με σκοπό την ενσωμάτωση συμβατικής εφεδρικής διάταξης πριν τις 31 Δεκεμβρίου 2021. |
(6) |
Προκειμένου να είναι εφικτή η διασφάλιση της συνεχούς ομαλής λειτουργίας των υπαρχουσών συμβάσεων που αναφέρονται σε δείκτη αναφοράς ευρείας χρήσης, η παύση του οποίου θα μπορούσε να επισύρει αρνητικές συνέπειες, που διαταράσσουν σημαντικά τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών της Ένωσης, και σε περίπτωση που οι συμβάσεις αυτές ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα αυτά, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναδιαπραγμάτευσης για την ενσωμάτωση συμβατικής εφεδρικής διάταξης έως την παύση του εν λόγω δείκτη αναφοράς, θα πρέπει να καθοριστεί ένα πλαίσιο για την παύση ή την ομαλή σταδιακή κατάργηση δεικτών αναφοράς αυτού του είδους. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει έναν μηχανισμό για τη μετάβαση των εν λόγω συμβάσεων ή χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, σε καθορισμένο υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς. Το υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς θα πρέπει να διασφαλίζει την αποφυγή της αδυναμίας εκπλήρωσης των συμβάσεων, η οποία μπορεί να επισύρει αρνητικές επιπτώσεις που θα προκαλέσουν σημαντικές διαταραχές στη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών της Ένωσης. |
(7) |
Η απουσία πλαισίου σε επίπεδο Ένωσης για την παύση ή την ομαλή σταδιακή κατάργηση ενός δείκτη αναφοράς ενδέχεται να οδηγήσει σε αποκλίνουσες ρυθμιστικές λύσεις από τα κράτη μέλη, κάτι που θα οδηγούσε στην έκθεση των ενδιαφερόμενων μερών της Ένωσης σε κινδύνους έλλειψης ασφάλειας δικαίου και αδυναμίας εκπλήρωσης των συμβάσεων. Παράλληλα με το μέγεθος της έκθεσης σε αυτούς τους δείκτες αναφοράς των υφιστάμενων συμβάσεων και χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, ο αυξημένος κίνδυνος αδυναμίας εκπλήρωσης των συμβάσεων και δικαστικών διαφορών θα μπορούσε να διαταράξει σημαντικά τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Σε αυτές τις έκτακτες περιστάσεις και προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συναφείς συστημικοί κίνδυνοι, είναι αναγκαίο να καθιερωθεί εναρμονισμένη προσέγγιση για την αντιμετώπιση της παύσης ή της σταδιακής κατάργησης ορισμένων δεικτών αναφοράς με συστημική σημασία για την Ένωση. Οι αρμοδιότητες των κρατών μελών όσον αφορά τους δείκτες αναφοράς πέραν του πεδίου αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή δεν θίγονται από τον παρόντα κανονισμό. |
(8) |
Με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1011 απαιτείται από τις εποπτευόμενες οντότητες, εκτός των διαχειριστών δεικτών αναφοράς, να διαθέτουν σχέδια έκτακτης ανάγκης προς εφαρμογή, στην περίπτωση που ένας δείκτης αναφοράς αλλάξει ουσιωδώς ή παύσει να παρέχεται. Εάν αυτό είναι δυνατόν, τα εν λόγω σχέδια έκτακτης ανάγκης θα πρέπει να προσδιορίζουν ένα ή περισσότερα δυνητικά υποκατάστατα για δείκτες αναφοράς. Όπως έχει δείξει η εμπειρία με τον δείκτη LIBOR, είναι σημαντικό να καταρτίζονται σχέδια έκτακτης ανάγκης για περιπτώσεις στις οποίες ένας δείκτης αναφοράς αλλάξει ουσιωδώς ή παύσει να παρέχεται. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν κατά πόσον τηρείται αυτή η υποχρέωση και να μπορούν να πραγματοποιούν δειγματοληπτικούς ελέγχους συμμόρφωσης. Κατά συνέπεια, οι εποπτευόμενες οντότητες θα πρέπει να διατηρούν τα σχέδια έκτακτης ανάγκης, καθώς και τις τυχόν επικαιροποιήσεις τους, άμεσα διαθέσιμα ώστε να μπορούν, κατόπιν αιτήματος, να τα διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές χωρίς καθυστέρηση. |
(9) |
Συμβάσεις άλλες από τις χρηματοπιστωτικές συμβάσεις όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1011, ή χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία δεν καλύπτονται από τον ορισμό του χρηματοπιστωτικού μέσου του εν λόγω κανονισμού, αλλά τα οποία αναφέρονται επίσης σε δείκτες αναφοράς που βρίσκονται σε παύση ή σταδιακή κατάργηση, ενδέχεται επίσης να διαταράξουν σημαντικά τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών της Ένωσης. Πολλές οντότητες χρησιμοποιούν τέτοιους δείκτες αναφοράς, αλλά δεν θεωρούνται εποπτευόμενες οντότητες. Κατά συνέπεια, τα μέρη των εν λόγω συμβάσεων και οι κάτοχοι αυτών των χρηματοπιστωτικών μέσων δεν θα επωφελούνταν από τη χρήση ενός υποκατάστατου για δείκτη αναφοράς. Προκειμένου να μετριαστούν όσο το δυνατόν περισσότερο οι δυνητικές επιπτώσεις στην ακεραιότητα της αγοράς και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να παρασχεθεί προστασία από την έλλειψη ασφάλειας δικαίου, η εντολή της Επιτροπής να ορίζει υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς θα πρέπει να ισχύει για κάθε σύμβαση και κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο, όπως ορίζεται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, που υπόκειται στο δίκαιο κράτους μέλους. Επιπλέον, το καθορισμένο υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς θα πρέπει να ισχύει για συμβάσεις που υπόκεινται στο δίκαιο τρίτης χώρας αλλά των οποίων όλα τα μέρη είναι εγκατεστημένα στην Ένωση, σε περιπτώσεις όπου η σύμβαση πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και το δίκαιο της εν λόγω τρίτης χώρας δεν προβλέπει ομαλή σταδιακή κατάργηση ενός δείκτη αναφοράς. Η επέκταση του πεδίου εφαρμογής θα πρέπει να γίνεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 που δεν τροποποιούνται από τον παρόντα κανονισμό. |
(10) |
Το καταστατικό υποκατάστατο ενός δείκτη αναφοράς θα πρέπει να περιορίζεται σε συμβάσεις και σε χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, που δεν έχουν τεθεί σε αναδιαπραγμάτευση πριν την ημερομηνία παύσης του οικείου δείκτη αναφοράς. Όταν χρησιμοποιούνται συμβάσεις-πλαίσια, το καθορισμένο υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς θα ισχύει μόνο για τις συναλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από τη σχετική ημερομηνία αντικατάστασης, ακόμη και αν μεταγενέστερες συναλλαγές ενδέχεται από τεχνική άποψη να αποτελούν μέρος της ίδιας σύμβασης. O καθορισμός του υποκατάστατου για δείκτη αναφοράς δεν θα πρέπει να επηρεάζει συμβάσεις ή χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, που περιλαμβάνουν ήδη κατάλληλη συμβατική εφεδρική διάταξη η οποία καλύπτει την περίπτωση μόνιμης παύσης δείκτη αναφοράς. |
(11) |
Η έγκριση από την Επιτροπή εκτελεστικής πράξης που ορίζει ένα υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα συμβαλλόμενα μέρη μιας σύμβασης να συμφωνήσουν να χρησιμοποιήσουν διαφορετικό υποκατάστατο για τον εν λόγω δείκτη αναφοράς. |
(12) |
Οι δείκτες αναφοράς και τα συμβατικά συμφωνηθέντα εφεδρικά επιτόκιά τους μπορούν με την πάροδο του χρόνου να αποκλίνουν σημαντικά και απροσδόκητα μεταξύ τους και, κατά συνέπεια, να μην αντιπροσωπεύουν πλέον την ίδια υποκείμενη οικονομική πραγματικότητα ή να οδηγούν σε εμπορικά μη αποδεκτά αποτελέσματα. Τέτοιες περιπτώσεις μπορούν να είναι, για παράδειγμα, η σημαντική διεύρυνση, σε βάθος χρόνου, της διαφοράς μεταξύ του δείκτη αναφοράς και του συμβατικά συμφωνηθέντος εφεδρικού επιτοκίου ή καταστάσεις στις οποίες η βάση του δείκτη αναφοράς, στο πλαίσιο της συμβατικά συμφωνηθείσας εφεδρικής διάταξης, τροποποιείται από μεταβλητό επιτόκιο σε σταθερό επιτόκιο. Δεδομένου ότι το ζήτημα αυτό μπορεί να προκύψει σε περισσότερα κράτη μέλη και, σε αυτές τις περιπτώσεις, επηρεάζονται συχνά επίσης συμβαλλόμενα μέρη από διαφορετικά κράτη μέλη, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με εναρμονισμένο τρόπο, προκειμένου να αποφεύγονται η έλλειψη ασφάλειας δικαίου, οι υπερβολικές δικαστικές διαφορές και, κατά συνέπεια, οι πιθανές σημαντικές αρνητικές συνέπειες στην εσωτερική αγορά ή οι επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε μεμονωμένα κράτη μέλη ή στην Ένωση. Αντιστοίχως, το υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς που θεσπίζεται με την εκτελεστική πράξη θα πρέπει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να χρησιμεύει ως υποκατάστατο όταν οι αρμόδιες εθνικές αρχές, για παράδειγμα οι αρχές μακροπροληπτικής εποπτείας, τα συμβούλια συστημικού κινδύνου ή οι κεντρικές τράπεζες, διαπιστώνουν ότι η αρχικά συμφωνηθείσα εφεδρική διάταξη είτε δεν αντικατοπτρίζει πλέον την οικονομική πραγματικότητα για τη μέτρηση της οποίας προοριζόταν ο υπό παύση δείκτης αναφοράς είτε ότι μια τέτοια διάταξη θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Οι οικείες εθνικές αρχές θα πρέπει να διενεργούν αξιολόγηση όταν λαμβάνουν γνώση της πιθανής ακαταλληλότητας μιας ευρέως χρησιμοποιούμενης εφεδρικής διάταξης από ένα ή περισσότερα δυνητικά ενδιαφερόμενα μέρη. Η αξιολόγηση αυτή, ωστόσο, δεν θα πρέπει να διενεργείται χωριστά για κάθε σύμβαση. Οι οικείες εμπλεκόμενες εθνικές αρχές θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) σχετικά με την εν λόγω αξιολόγηση. |
(13) |
Τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν την ευθύνη να αναλύσουν τις συμβατικές τους ρυθμίσεις προκειμένου να προσδιορίσουν τις καταστάσεις τις οποίες προορίζεται να καλύψει μια συμβατική εφεδρική διάταξη. Εάν η ερμηνεία μιας σύμβασης, ή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου όπως ορίζεται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, καταδείξει ότι τα μέρη δεν είχαν την πρόθεση να καλύψουν τη μόνιμη παύση ενός επιλεγμένου δείκτη αναφοράς, το προβλεπόμενο εκ του νόμου υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς που ορίζεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να παρέχει κάλυψη για την αντιμετώπιση της μόνιμης παύσης του εν λόγω δείκτη αναφοράς. |
(14) |
Λαμβανομένου υπόψη ότι για την αντικατάσταση ενός δείκτη αναφοράς ενδέχεται να απαιτούνται αλλαγές συμβάσεων ή χρηματοπιστωτικών μέσων όπως ορίζεται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ που αναφέρονται σε τέτοιους δείκτες, όταν οι εν λόγω αλλαγές είναι αναγκαίες για την πρακτική χρήση ή την εφαρμογή του υποκατάστατου για δείκτη αναφοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να καθορίζει τις αντίστοιχες ουσιώδεις συμμορφούμενες αλλαγές στην εκτελεστική πράξη. |
(15) |
Σε περίπτωση που ένας δείκτης αναφοράς έχει οριστεί από την Επιτροπή ως δείκτης κρίσιμης σημασίας για ένα κράτος μέλος, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1011, και η παύση ή η σταδιακή κατάργησή του ενδέχεται να διαταράξει σημαντικά τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών σε αυτό το κράτος μέλος, η οικεία αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την αποφυγή τέτοιας διαταραχής σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο. |
(16) |
Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος προσχωρήσει στη ζώνη του ευρώ και η επακόλουθη έλλειψη δεδομένων εισόδου για τον υπολογισμό ενός εθνικού δείκτη αναφοράς καθιστά αναγκαία την αντικατάσταση του εν λόγω δείκτη αναφοράς, το εν λόγω κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να θεσπίσει νομοθετική διάταξη που προβλέπει τη μετάβαση από τον εν λόγω εθνικό δείκτη αναφοράς σε υποκατάστατο για αυτόν. Στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω κράτος μέλος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το καθεστώς των καταναλωτών ως συμβαλλομένων μερών και να διασφαλίζει ότι αυτή η μετάβαση δεν τους επηρεάζει αρνητικά σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι είναι αναγκαίο. |
(17) |
Προκειμένου να οριστεί ότι ορισμένοι δείκτες αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών τρίτων χωρών εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την εξαίρεση δεικτών αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών για μη μετατρέψιμα νομίσματα, σε περίπτωση που οι εν λόγω δείκτες αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των αποδόσεων που προκύπτουν βάσει συμβάσεων παραγώγων επί μη παραδοτέου συναλλάγματος. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι διαβουλεύσεις αυτές να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη Διοργανική Συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (7). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. |
(18) |
Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τον καθορισμό ενός υποκατάστατου για δείκτη αναφοράς που θα χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση όλων των αναφορών στον εν λόγω δείκτη αναφοράς σε συμβάσεις ή χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, που δεν έχουν τεθεί σε αναδιαπραγμάτευση έως την ημερομηνία εφαρμογής της εκτελεστικής πράξης. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8). Η ασφάλεια δικαίου προϋποθέτει ότι η Επιτροπή ασκεί τις εν λόγω εκτελεστικές αρμοδιότητες μόνον εφόσον επέλθουν επακριβώς καθορισμένα γεγονότα ενεργοποίησης που αποδεικνύουν με σαφήνεια ότι η διαχείριση και η δημοσίευση του δείκτη αναφοράς που θα αντικατασταθεί έχουν τεθεί σε οριστική παύση. |
(19) |
Η Επιτροπή θα πρέπει να ασκεί τις εκτελεστικές της αρμοδιότητες μόνο σε περιπτώσεις στις οποίες εκτιμά ότι η παύση ή η σταδιακή κατάργηση ενός δείκτη αναφοράς μπορεί να επισύρει αρνητικές συνέπειες που θα διαταράξουν σημαντικά τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών ή της πραγματικής οικονομίας της Ένωσης. Περαιτέρω, η Επιτροπή θα πρέπει να ασκεί τις εκτελεστικές της αρμοδιότητες μόνον εφόσον έχει καταστεί σαφές ότι δεν μπορεί να αποκατασταθεί ο αντιπροσωπευτικός χαρακτήρας του σχετικού δείκτη αναφοράς ή ότι ο δείκτης αναφοράς θα παυτεί μόνιμα. |
(20) |
Πριν από την άσκηση των εκτελεστικών της αρμοδιοτήτων για τον ορισμό υποκατάστατου για δείκτη αναφοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να διενεργεί δημόσια διαβούλευση και να λαμβάνει υπόψη τις συστάσεις των σχετικών ενδιαφερόμενων μερών και ιδίως των ομάδων εργασίας του ιδιωτικού τομέα που λειτουργούν υπό την αιγίδα των δημόσιων αρχών ή της κεντρικής τράπεζας. Οι συστάσεις αυτές θα πρέπει να βασίζονται σε εκτενείς δημόσιες διαβουλεύσεις και σχετική εμπειρογνωμοσύνη, σχετικά με το πλέον κατάλληλο επιτόκιο αντικατάστασης για τον δείκτη αναφοράς επιτοκίου που τίθεται σε παύση. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη τις συστάσεις άλλων σχετικών ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων της αρχής που είναι αρμόδια για τον διαχειριστή του δείκτη αναφοράς και της ΕΑΚΑΑ. |
(21) |
Όταν εκδόθηκε ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011, αναμενόταν ότι έως τα τέλη του 2021 θα θεσπίζονταν από τρίτες χώρες παρόμοια ρυθμιστικά καθεστώτα για τους χρηματοπιστωτικούς δείκτες αναφοράς και ότι θα διασφαλιζόταν στην Ένωση η δυνατότητα των εποπτευόμενων οντοτήτων να χρησιμοποιούν δείκτες αναφοράς τρίτων χωρών, με αποφάσεις ισοδυναμίας που λαμβάνει η Επιτροπή ή με αναγνώριση ή προσυπογραφή που χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές. Ωστόσο, η πρόοδος στον τομέα αυτόν ήταν περιορισμένη. Το πεδίο εφαρμογής του ρυθμιστικού καθεστώτος για τους χρηματοπιστωτικούς δείκτες αναφοράς διαφέρει σημαντικά μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών. Για το λόγο αυτό, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και η διαθεσιμότητα δεικτών αναφοράς τρίτων χωρών προς χρήση στην Ένωση μετά το τέλος της μεταβατικής περιόδου, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει, έως τις 15 Ιουνίου 2023, έκθεση σχετικά με την επανεξέταση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 όπως τροποποιείται από τον παρόντα κανονισμό, ιδίως όσον αφορά τις επιπτώσεις του στη χρήση δεικτών αναφοράς τρίτων χωρών στην Ένωση. Στην εν λόγω έκθεση η Επιτροπή θα πρέπει να αναλύσει τις συνέπειες του εκτεταμένου πεδίου εφαρμογής του εν λόγω ρυθμιστικού καθεστώτος για τους διαχειριστές και τους χρήστες δεικτών αναφοράς στην Ένωση, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη συνέχιση της χρήσης δεικτών αναφοράς τρίτων χωρών. Ειδικότερα, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει κατά πόσο χρειάζεται να τροποποιηθεί περαιτέρω ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011 προκειμένου να περιοριστεί το πεδίο εφαρμογής του μόνο στους διαχειριστές ορισμένων κατηγοριών δεικτών αναφοράς ή στους διαχειριστές των οποίων οι δείκτες αναφοράς χρησιμοποιούνται ευρέως στην Ένωση. |
(22) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) τροποποιήθηκε πρόσφατα ώστε να καταστεί σαφές στους συμμετέχοντες στην αγορά ότι οι συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται ή ανανεώνονται πριν από την έναρξη εφαρμογής των απαιτήσεων περί εκκαθάρισης ή περιθωρίου για τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που αναφέρονται σε δείκτη αναφοράς («συμβάσεις παλαιού τύπου»), δεν θα υπόκεινται σε αυτές τις απαιτήσεις, εάν οι εν λόγω συμβάσεις τροποποιηθούν σε σχέση με τον δείκτη αναφοράς στον οποίο αναφέρονται και εάν οι εν λόγω τροποποιήσεις χρησιμεύουν αποκλειστικά για την εφαρμογή ή την προετοιμασία της εφαρμογής υποκατάστατου για δείκτη αναφοράς ή για τη θέσπιση εφεδρικών διατάξεων κατά τη μετάβαση σε νέο δείκτη αναφοράς στο πλαίσιο μεταρρύθμισης ενός δείκτη αναφοράς. Οι μεταρρυθμίσεις των δεικτών αναφοράς προκύπτουν από διεθνώς συντονισμένους άξονες εργασιών και πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στη μεταρρύθμιση των δεικτών αναφοράς ώστε να συμμορφώνονται με τις διεθνείς αρχές για τους χρηματοπιστωτικούς δείκτες αναφοράς που έχουν δημοσιευτεί από τον Διεθνή Οργανισμό Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011 απαιτεί από τις εποπτευόμενες οντότητες να καταρτίζουν και να διατηρούν άρτια έγγραφα σχέδια όπου καθορίζουν τις ενέργειες στις οποίες θα προβούν σε περίπτωση σημαντικής αλλαγής ή διακοπής της παροχής ενός δείκτη αναφοράς, και να φροντίζουν να αντικατοπτρίζονται τα εν λόγω σχέδια στις συμβατικές σχέσεις με τους πελάτες. Προκειμένου να διευκολυνθεί η συμμόρφωση των συμμετεχόντων στην αγορά με τις εν λόγω υποχρεώσεις και να υποστηριχθούν οι ενέργειες των συμμετεχόντων στην αγορά για την ενίσχυση της αξιοπιστίας των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που αναφέρονται σε δείκτες αναφοράς που ενδέχεται να υπόκεινται σε μεταρρυθμίσεις, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 θα πρέπει να τροποποιηθεί περαιτέρω ώστε να αποσαφηνιστεί ότι οι συμβάσεις παλαιού τύπου δεν θα υπόκεινται σε απαιτήσεις περί εκκαθάρισης ή περιθωρίου, εάν οι εν λόγω συμβάσεις τροποποιηθούν με μοναδικό σκοπό την αντικατάσταση του δείκτη αναφοράς στον οποίο αναφέρονται, στο πλαίσιο μεταρρύθμισης ενός δείκτη αναφοράς. Κατά συνέπεια, η εξαίρεση αυτή ισχύει μόνο για τις τροποποιήσεις συμβάσεων που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή ή την προετοιμασία της εφαρμογής υποκατάστατου για δείκτη αναφοράς λόγω μεταρρύθμισης ενός δείκτη αναφοράς, ή για τις τροποποιήσεις συμβάσεων που είναι αναγκαίες για τη θέσπιση εφεδρικών διατάξεων σε σχέση με έναν δείκτη αναφοράς, προκειμένου να ενισχυθεί η αξιοπιστία των σχετικών συμβάσεων. Οι εν λόγω τροποποιήσεις θα πρέπει να αποσκοπούν στην εξασφάλιση σαφήνειας για τους συμμετέχοντες στην αγορά και δεν θα πρέπει να επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων περί εκκαθάρισης και περιθωρίου σε σχέση με τροποποιήσεις συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για άλλους σκοπούς ή σε σχέση με αντικαταστάσεις ή ανανεώσεις, για παράδειγμα σε περίπτωση αλλαγής των αντισυμβαλλομένων. |
(23) |
Επομένως, οι κανονισμοί (ΕΕ) 2016/1011 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως. |
(24) |
Δεδομένου ότι, από 1ης Ιανουαρίου 2021, ο δείκτης LIBOR δεν θα αποτελεί πλέον δείκτη αναφοράς κρίσιμης σημασίας κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Στο άρθρο 2 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
|
2) |
Στο άρθρο 3, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
|
3) |
Στον τίτλο III, ο τίτλος του κεφαλαίου 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: « Δείκτες αναφοράς διατραπεζικού επιτοκίου και τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών ». |
4) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 18α Δείκτες αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών 1. Η Επιτροπή δύναται να ορίσει δείκτη αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών τον οποίο διαχειρίζονται διαχειριστές που βρίσκονται εκτός Ένωσης, όταν πληρούνται αμφότερα τα ακόλουθα κριτήρια:
2. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, η Επιτροπή διενεργεί δημόσια διαβούλευση για τον προσδιορισμό δεικτών αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών που πληρούν τα κριτήρια της παραγράφου 1. 3. Έως τις 15 Ιουνίου 2023, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 49 για την κατάρτιση ενός καταλόγου δεικτών αναφοράς τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών που πληρούν τα κριτήρια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή επικαιροποιεί τον εν λόγω κατάλογο, κατά περίπτωση.». |
5) |
Στον τίτλο III, παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο: « ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4Α Καταστατική αντικατάσταση ενός δείκτη αναφοράς Άρθρο 23α Πεδίο εφαρμογής της καταστατικής αντικατάστασης ενός δείκτη αναφοράς Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται:
Άρθρο 23β Αντικατάσταση ενός δείκτη αναφοράς από το ενωσιακό δίκαιο 1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται:
2. Η Επιτροπή δύναται να ορίσει έναν ή περισσότερους δείκτες αναφοράς αντικατάστασης για έναν δείκτη αναφοράς, υπό την προϋπόθεση ότι έχει επέλθει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα γεγονότα:
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, το υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς αντικαθιστά όλες τις αναφορές στον εν λόγω δείκτη αναφοράς σε συμβάσεις και χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως αναφέρονται στο άρθρο 23α, όταν οι εν λόγω συμβάσεις και χρηματοπιστωτικά μέσα δεν περιλαμβάνουν:
4. Για τον σκοπό της παραγράφου 3 στοιχείο β), μια εφεδρική διάταξη θεωρείται ακατάλληλη εάν:
5. Το υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς που συμφωνείται συμβατικά ως εφεδρικό επιτόκιο δεν αντικατοπτρίζει πλέον ή αποκλίνει σημαντικά από την υποκείμενη αγορά ή την οικονομική πραγματικότητα για τη μέτρηση της οποίας προοριζόταν ο υπό παύση δείκτης αναφοράς, και θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όταν:
6. Για τους σκοπούς της παραγράφου 4 στοιχείο γ), η αρμόδια εθνική αρχή ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ σχετικά με την αξιολόγησή της που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο α). Σε περίπτωση που η αξιολόγηση θα μπορούσε να επηρεάσει οντότητες σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, διενεργείται από κοινού από τις αρμόδιες αρχές όλων των εν λόγω κρατών μελών. 7. Τα κράτη μέλη ορίζουν μια αρμόδια αρχή, η οποία είναι σε θέση να διενεργήσει την αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο α). Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ σχετικά με τον καθορισμό των αρμόδιων αρχών έως τις 14 Αυγούστου 2021. 8. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό ενός ή περισσότερων υποκατάστατων για δείκτη αναφοράς σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 2, εφόσον έχει επέλθει οποιοδήποτε από τα γεγονότα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. 9. Η εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 8 περιλαμβάνει τα εξής:
10. Κατά την έκδοση εκτελεστικής πράξης σύμφωνα με την παράγραφο 8, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη διαθέσιμες συστάσεις σχετικά με το υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς, τις αντίστοιχες συμμορφούμενες αλλαγές και το προσαρμοσμένο περιθώριο που έχουν πραγματοποιηθεί από την κεντρική τράπεζα που είναι υπεύθυνη για τη νομισματική ζώνη στην οποία καταργείται σταδιακά ο σχετικός δείκτης αναφοράς ή από την ομάδα εργασίας εναλλακτικών επιτοκίων αναφοράς που λειτουργεί υπό την αιγίδα δημόσιων αρχών ή της κεντρικής τράπεζας. Πριν από την έκδοση της εκτελεστικής πράξης, η Επιτροπή διενεργεί δημόσια διαβούλευση και λαμβάνει υπόψη τις συστάσεις άλλων σχετικών ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένης της αρχής που είναι αρμόδια για τον διαχειριστή του δείκτη αναφοράς και της ΕΑΚΑΑ. 11. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς το οποίο ορίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται όταν όλα τα μέρη ή η απαιτούμενη πλειοψηφία μερών σύμβασης ή χρηματοπιστωτικού μέσου που αναφέρεται στο άρθρο 23α έχουν συμφωνήσει να εφαρμόσουν διαφορετικό υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς είτε πριν είτε μετά την ημερομηνία εφαρμογής της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου. Άρθρο 23γ Αντικατάσταση ενός δείκτη αναφοράς από το εθνικό δίκαιο 1. Η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η πλειονότητα των συνεισφερόντων δύναται να ορίσει ένα ή περισσότερα υποκατάστατα για δείκτη αναφοράς όπως αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο β), υπό την προϋπόθεση ότι έχει επέλθει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα γεγονότα:
2. Όταν ένα κράτος μέλος ορίζει ένα ή περισσότερα υποκατάστατα για δείκτη αναφοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ. 3. Το υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς αντικαθιστά όλες τις αναφορές στον εν λόγω δείκτη αναφοράς σε συμβάσεις και χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 23α, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
4. Το υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς το οποίο ορίζεται από αρμόδια αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται όταν όλα τα μέρη ή η απαιτούμενη πλειοψηφία μερών σύμβασης ή χρηματοπιστωτικού μέσου όπως αναφέρεται στο άρθρο 23α έχουν συμφωνήσει να εφαρμόσουν διαφορετικό υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς είτε πριν είτε μετά την ημερομηνία εφαρμογής της σχετικής διάταξης του εθνικού δικαίου.». |
6) |
Στο άρθρο 28, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Οι εποπτευόμενες οντότητες εκτός των διαχειριστών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 οι οποίες χρησιμοποιούν δείκτη αναφοράς, καταρτίζουν και διατηρούν άρτια έγγραφα σχέδια όπου καθορίζουν τις ενέργειες στις οποίες θα προβούν σε περίπτωση σημαντικής αλλαγής ή διακοπής της παροχής ενός δείκτη αναφοράς. Όπου είναι εφικτό και ενδεδειγμένο, τα σχέδια αυτά ορίζουν έναν ή περισσότερους εναλλακτικούς δείκτες αναφοράς που μπορούν να χρησιμοποιηθούν προς υποκατάσταση των δεικτών αναφοράς που θα παύσουν να παρέχονται, εκθέτοντας τους λόγους καταλληλόλητας αυτών των εναλλακτικών δεικτών αναφοράς. Οι εποπτευόμενες οντότητες παρέχουν στην οικεία αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματος και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τα εν λόγω σχέδια και κάθε επικαιροποίησή τους και φροντίζουν να αντικατοπτρίζονται τα σχέδια στις συμβατικές τους σχέσεις με τους πελάτες.». |
7) |
Στο άρθρο 29, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος: «1α. Μια εποπτευόμενη οντότητα μπορεί επίσης να χρησιμοποιήσει το υποκατάστατο για δείκτη αναφοράς το οποίο έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 23β ή το άρθρο 23γ.». |
8) |
Το άρθρο 49 τροποποιείται ως εξής:
|
9) |
Στο άρθρο 51, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «5. Εκτός από την περίπτωση όπου η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση ισοδυναμίας σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 ή 3, ή την περίπτωση όπου διαχειριστής έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 32 ή ένας δείκτης αναφοράς έχει προσυπογραφεί σύμφωνα με το άρθρο 33, η χρήση από εποπτευόμενες οντότητες στην Ένωση δείκτη αναφοράς τρίτων χωρών επιτρέπεται μόνο για τα χρηματοπιστωτικά μέσα, τις χρηματοπιστωτικές συμβάσεις και τις μετρήσεις της απόδοσης επενδυτικού κεφαλαίου που αναφέρονταν ήδη στον εν λόγω δείκτη αναφοράς ή στα οποία προστίθεται αναφορά σε τέτοιον δείκτη αναφοράς πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2023. Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στους δείκτες αναφοράς που παρέχονται από διαχειριστές οι οποίοι μετεγκαθίστανται από την Ένωση σε τρίτη χώρα κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει σχετικά την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 35. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει κατάλογο δεικτών αναφοράς τρίτων χωρών, για τους οποίους δεν εφαρμόζεται το πρώτο εδάφιο.»· |
10) |
Στο άρθρο 54, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «6. Έως τις 15 Ιουνίου 2023, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τη συνέχιση της χρήσης, από εποπτευόμενες οντότητες, δεικτών αναφοράς τρίτων χωρών και όσον αφορά τις πιθανές ελλείψεις του ισχύοντος πλαισίου. Η εν λόγω έκθεση αξιολογεί ειδικότερα κατά πόσο χρειάζεται να τροποποιηθεί ο παρών κανονισμός προκειμένου να περιοριστεί το πεδίο εφαρμογής του στην παροχή ορισμένων τύπων δεικτών αναφοράς ή στην παροχή δεικτών αναφοράς που χρησιμοποιούνται ευρέως στην Ένωση, και συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από νομοθετική πρόταση. 7. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 49 έως τις 15 Ιουνίου 2023, προκειμένου να παραταθεί η μεταβατική περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 5 το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, εάν η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου καταδείξει ότι, σε διαφορετική περίπτωση, η συνεχόμενη χρήση στην Ένωση ορισμένων δεικτών αναφοράς τρίτων χωρών από εποπτευόμενες οντότητες θα θιγόταν σημαντικά ή θα συνιστούσε απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.». |
Άρθρο 2
Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012
Το άρθρο 13α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 13α
Τροποποιήσεις συμβάσεων παλαιού τύπου με σκοπό την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων δεικτών αναφοράς
1. Οι αντισυμβαλλόμενοι μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 3, τις οποίες έχουν θεσπίσει στις 13 Φεβρουαρίου 2021, όσον αφορά συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και οι οποίες έχουν συναφθεί ή ανανεωθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει η υποχρέωση ύπαρξης διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3, εφόσον, μετά τις 13 Φεβρουαρίου 2021, οι συμβάσεις αυτές τροποποιούνται ή ανανεώνονται στη συνέχεια με αποκλειστικό σκοπό την αντικατάσταση ενός δείκτη αναφοράς ή τη θέσπιση εφεδρικής διάταξης σε σχέση με οποιονδήποτε δείκτη αναφοράς που αναφέρεται στην εν λόγω σύμβαση.
2. Οι συμβάσεις που έχουν συναφθεί ή ανανεωθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να παράγει αποτελέσματα η υποχρέωση εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 4 και οι οποίες, μετά τις 13 Φεβρουαρίου 2021, τροποποιούνται ή ανανεώνονται στη συνέχεια με αποκλειστικό σκοπό την αντικατάσταση ενός δείκτη αναφοράς ή τη θέσπιση εφεδρικής διάταξης σε σχέση με οποιονδήποτε δείκτη αναφοράς που αναφέρεται στην εν λόγω σύμβαση, δεν υπόκεινται, για τον λόγο αυτό, στην υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4.
3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται μόνο σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων των οποίων η τροποποίηση ή ανανέωση:
α) |
είναι αναγκαία για την υποκατάσταση δείκτη αναφοράς στο πλαίσιο μεταρρυθμίσεων δεικτών αναφοράς· |
β) |
δεν μεταβάλλει την οικονομική ουσία ή τον παράγοντα κινδύνου που αντιπροσωπεύει η αναφορά σε δείκτη στην εν λόγω σύμβαση· και |
γ) |
δεν περιλαμβάνει άλλες αλλαγές σε νομικό όρο της εν λόγω σύμβασης ο οποίος δεν σχετίζεται με τον αναφερόμενο δείκτη αναφοράς και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να τροποποιήσει τη σύμβαση κατά τρόπο που να απαιτεί ουσιαστικά τη θεώρησή της ως νέας σύμβασης.». |
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 10 Φεβρουαρίου 2021.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. M. SASSOLI
Για το Συμβούλιο
H Πρόεδρος
A. P. ZACARIAS
(1) ΕΕ C 366 της 30.10.2020, σ. 4.
(2) ΕΕ C 10 της 11.1.2021, σ. 35.
(3) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Ιανουαρίου 2021 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 2ας Φεβρουαρίου 2021.
(4) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοπιστωτικά μέσα και χρηματοπιστωτικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 (ΕΕ L 171 της 29.6.2016, σ. 1).
(5) ΕΕ L 29 της 31.1.2020, σ. 7.
(6) Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).
(7) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
(8) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(9) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).