This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32008D0633
Council Decision 2008/633/JHA of 23 June 2008 concerning access for consultation of the Visa Information System (VIS) by designated authorities of Member States and by Europol for the purposes of the prevention, detection and investigation of terrorist offences and of other serious criminal offences
Απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008 , σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων
Απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008 , σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων
ΕΕ L 218 της 13.8.2008, p. 129–136
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(HR)
In force: This act has been changed. Current consolidated version: 11/06/2019
13.8.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 218/129 |
ΑΠΌΦΑΣΗ 2008/633/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 23ης Ιουνίου 2008
σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο γ),
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2004, για τη δημιουργία του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) (1), καθιέρωσε το VIS ως σύστημα για την ανταλλαγή δεδομένων για τις θεωρήσεις μεταξύ των κρατών μελών. Η σύσταση του VIS αποτελεί μία από τις βασικές πρωτοβουλίες στο πλαίσιο των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποσκοπούν στη δημιουργία χώρου ελευθερίας και ασφάλειας και δικαιοσύνης. Το VIS θα πρέπει να αποσκοπεί στη βελτίωση της υλοποίησης της κοινής πολιτικής θεωρήσεων και να συμβάλλει στην εσωτερική ασφάλεια και στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας υπό σαφείς και ελεγχόμενες συνθήκες. |
(2) |
Στη σύνοδο της 7ης Μαρτίου 2005, το Συμβούλιο συμπεραίνει ότι «για την πλήρη επίτευξη του στόχου της βελτίωσης της εσωτερικής ασφάλειας και της καταπολέμησης της τρομοκρατίας», θα πρέπει να εξασφαλισθεί υπέρ των αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την εσωτερική ασφάλεια πρόσβαση στο VIS «στα πλαίσια της άσκησης των αρμοδιοτήτων που έχουν σχέση με την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, περιλαμβανομένων των τρομοκρατικών πράξεων ή απειλών», ενώ «θα πρέπει να τηρούνται αυστηρά οι κανόνες περί προστασίας προσωπικών δεδομένων». |
(3) |
Στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και άλλων σοβαρών εγκλημάτων είναι ουσιαστικό να διαθέτουν οι σχετικές υπηρεσίες τις πληρέστερες και πιο ενημερωμένες πληροφορίες στον τομέα τους. Οι αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες των κρατών μελών χρειάζονται πληροφορίες για να εκτελούν τα καθήκοντά τους. Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο VIS μπορεί να είναι απαραίτητες για την πρόληψη και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και άλλων σοβαρών εγκλημάτων, και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να είναι διαθέσιμες, υπό τους όρους της παρούσας απόφασης, για να μπορούν να τις συμβουλεύονται οι εντεταλμένες αρχές. |
(4) |
Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δήλωσε ότι η Ευρωπόλ έχει ουσιαστικό ρόλο στη συνεργασία των αρχών των κρατών μελών στον τομέα της διασυνοριακής διερεύνησης εγκλημάτων, συμβάλλοντας στην πρόληψη, την ανάλυση και τη διερεύνηση της εγκληματικότητας σε επίπεδο Ένωσης. Κατά συνέπεια, και η Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει πρόσβαση και στα δεδομένα του VIS σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της και με τη σύμβαση της 26ης Ιουλίου 1995 για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (2). |
(5) |
Η παρούσα απόφαση συμπληρώνει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (3) («κανονισμός VIS»), στο βαθμό που παρέχει νομική βάση, σύμφωνα με τον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που επιτρέπει την πρόσβαση των εντεταλμένων αρχών καθώς και της Ευρωπόλ στο VIS. |
(6) |
Είναι αναγκαίο να ορισθούν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, καθώς και τα κεντρικά σημεία πρόσβασης διά των οποίων αυτή θα επιτυγχάνεται, και να διατηρείται κατάλογος των επιχειρησιακών μονάδων στους κόλπους των εντεταλμένων αρχών που έχουν εξουσιοδότηση πρόσβασης στο VIS για τους συγκεκριμένους σκοπούς της πρόληψης, της εξακρίβωσης και της διερεύνησης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων που αναφέρονται στην απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (4). Είναι σημαντικό να διασφαλίζεται ότι το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό με δικαίωμα πρόσβασης στο VIS θα είναι μόνο το προσωπικό που «έχει ανάγκη να γνωρίζει» και κατέχει τις κατάλληλες γνώσεις για την ασφάλεια των δεδομένων και τους κανόνες ασφάλειας και προστασίας των δεδομένων. |
(7) |
Οι αιτήσεις πρόσβασης στο VIS θα πρέπει να υποβάλλονται στα κεντρικά σημεία πρόσβασης από τις επιχειρησιακές μονάδες στους κόλπους των εντεταλμένων αρχών. Τα κεντρικά σημεία πρόσβασης θα πρέπει κατόπιν να διεκπεραιώνουν τις αιτήσεις πρόσβασης στο VIS αφού εξακριβώσουν ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις πρόσβασης. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιστάσεις, τα κεντρικά σημεία πρόσβασης θα πρέπει να διεκπεραιώνουν αμέσως τις αιτήσεις και προβαίνουν σε εξακρίβωση εν συνεχεία. |
(8) |
Για να προστατεύονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως δε για να αποκλείεται η συστηματική πρόσβαση, η επεξεργασία δεδομένων VIS θα πρέπει να γίνεται μόνον για συγκεκριμένες περιπτώσεις. Τέτοια συγκεκριμένη περίπτωση υφίσταται ιδίως όταν η πρόσβαση για αναζήτηση συνδέεται με συγκεκριμένο γεγονός ή με κίνδυνο σχετιζόμενο με σοβαρό έγκλημα, ή με συγκεκριμένο άτομο ή άτομα για τα οποία υφίστανται σοβαρές υπόνοιες ότι θα διαπράξουν ή ότι έχουν διαπράξει τρομοκρατικές πράξεις ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, ή ότι έχουν σαφείς διασυνδέσεις με τέτοια άτομα. Οι εντεταλμένες αρχές και η Ευρωπόλ θα πρέπει, συνεπώς, να αναζητούν δεδομένα στο VIS μόνο όταν έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι η αναζήτηση θα δώσει στοιχεία που θα τις βοηθήσουν ουσιαστικά στην πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση σοβαρών εγκλημάτων. |
(9) |
Μόλις η προτεινόμενη απόφαση-πλαίσιο σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, αρχίσει να ισχύει, θα πρέπει να εφαρμόζεται και έναντι των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υφίστανται επεξεργασία δυνάμει της παρούσας απόφασης. Εντούτοις, μέχρι να τεθούν σε ισχύ οι κανόνες της απόφασης-πλαισίου και χάριν συμπλήρωσής τους, πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλες διατάξεις για την εξασφάλιση της απαραίτητης προστασίας των δεδομένων. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να εξασφαλίζει στο εθνικό του δίκαιο το κατάλληλο επίπεδο προστασίας των δεδομένων, αντίστοιχο τουλάχιστον προς αυτό που απορρέει από τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 28ης Ιανουαρίου 1981, για την προστασία των ατόμων κατά την αυτόματη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων και από τη συναφή νομολογία δυνάμει του άρθρου 8 της Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, και, για όσα κράτη μέλη την έχουν επικυρώσει, από το πρόσθετο πρωτόκολλο της εν λόγω σύμβασης, της 8ης Νοεμβρίου 2001, να λαμβάνει δε επίσης υπόψη τη σύσταση αριθ. R(87) 15 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη ρύθμιση της χρήσεως δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον αστυνομικό τομέα, της 17ης Σεπτεμβρίου 1987. |
(10) |
Η αποτελεσματική παρακολούθηση της εφαρμογής της παρούσας απόφασης θα πρέπει να αξιολογείται τακτικά. |
(11) |
Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας απόφασης, και συγκεκριμένα η δημιουργία υποχρεώσεων και όρων πρόσβασης προκειμένου οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και η Ευρωπόλ να συμβουλεύονται τα δεδομένα του VIS δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου αυτού άρθρου, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων. |
(12) |
Σύμφωνα με το άρθρο 47 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η παρούσα απόφαση δεν θίγει τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ειδικότερα όπως ασκούνται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (5). |
(13) |
Η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, στο οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (6). Ως εκ τούτου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. |
(14) |
Η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν, στο οποίο η Ιρλανδία δεν συμμετέχει, σύμφωνα με την απόφαση 2000/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (7). Ως εκ τούτου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. |
(15) |
Ωστόσο, σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την απλούστευση της ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (8), πληροφορίες που περιέχονται στο VIS μπορούν να παρέχονται στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, οι εντεταλμένες αρχές των οποίων έχουν πρόσβαση στο VIS δυνάμει της παρούσας απόφασης. Οι πληροφορίες που βρίσκονται στα εθνικά μητρώα θεωρήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας μπορούν να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου των λοιπών κρατών μελών. Κάθε μορφή άμεσης πρόσβασης των κεντρικών αρχών του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας στο VIS απαιτεί, υπό την παρούσα μορφή της συμμετοχής τους στο κεκτημένο Σένγκεν, συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών της, η οποία θα συμπληρώνεται ενδεχομένως από άλλες διατάξεις για τον καθορισμό των προϋποθέσεων και διαδικασιών της πρόσβασης αυτής. |
(16) |
Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η παρούσα απόφαση, πλην του άρθρου 7, συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών, με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (9), που εμπίπτει στο χώρο που αναφέρεται στο άρθρο 1 σημείο Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου (10) σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας. |
(17) |
Όσον αφορά την Ελβετία, η παρούσα απόφαση, πλην του άρθρου 7, συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και την Ελβετική Συνομοσπονδία για τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν που εμπίπτει στο χώρο που αναφέρεται στο άρθρο 1 σημείο Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνάρτηση με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της απόφασης 2004/849/ΕΚ του Συμβουλίου (11). |
(18) |
Η παρούσα απόφαση, πλην του άρθρου 6, συνιστά πράξη που βασίζεται στο κεκτημένο του Σένγκεν ή που άλλως σχετίζεται με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2003 και του άρθρου 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2005. |
(19) |
Η παρούσα απόφαση τηρεί τα θεμελιώδη δικαιώματα και σέβεται τις αρχές που αντικατοπτρίζονται ειδικότερα στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
Η παρούσα απόφαση καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και η Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (Ευρωπόλ) έχουν πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.
Άρθρο 2
Ορισμοί
1. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, νοούνται ως:
α) |
«Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS)», το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις που συστάθηκε με την απόφαση 2004/512/ΕΚ· |
β) |
«Ευρωπόλ», η Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία, που συστάθηκε με τη σύμβαση της 26ης Ιουλίου 1995 για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας («σύμβαση Ευρωπόλ»)· |
γ) |
«τρομοκρατικές πράξεις», πράξεις αξιόποινες κατά το εθνικό δίκαιο που αντιστοιχούν ή ισοδυναμούν με τα εγκλήματα που αναφέρονται στα άρθρα 1 έως 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (12)· |
δ) |
«σοβαρές αξιόποινες πράξεις», οι μορφές εγκληματικότητας που αντιστοιχούν ή ισοδυναμούν με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ· |
ε) |
«εντεταλμένες αρχές», οι αρχές οι οποίες είναι αρμόδιες για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων και οι οποίες ορίζονται από τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 3. |
2. Τυγχάνουν επίσης εφαρμογής οι ορισμοί του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.
Άρθρο 3
Εντεταλμένες αρχές και κεντρικά σημεία επαφής
1. Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε), οι οποίες έχουν εξουσιοδότηση πρόσβασης στα δεδομένα του VIS κατά την παρούσα απόφαση.
2. Κάθε κράτος μέλος τηρεί κατάλογο των εντεταλμένων αρχών. Μέχρι τις 2 Δεκεμβρίου 2008, κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, με δήλωση, τις οικείες εντεταλμένες αρχές και μπορεί πάντοτε να τροποποιεί ή να αντικαθιστά τη δήλωσή του με άλλη δήλωση.
3. Κάθε κράτος μέλος ορίζει το κεντρικό ή τα κεντρικά σημεία επαφής μέσω των οποίων διενεργείται η πρόσβαση. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν πλείονα κεντρικά σημεία επαφής, αντίστοιχα προς την οργανωτική και διοικητική τους δομή, σε συμμόρφωση προς τις οικείες συνταγματικές ή νομικές απαιτήσεις. Μέχρι τις 2 Δεκεμβρίου 2008, κάθε κράτος μέλος δηλώνει στην Επιτροπή και στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου το ή τα οικεία κεντρικά σημεία επαφής και μπορεί πάντοτε να τροποποιεί ή να αντικαθιστά τη δήλωσή του με άλλη δήλωση.
4. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις δηλώσεις που προβλέπουν οι παράγραφοι 2 και 3 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Σε εθνικό επίπεδο, κάθε κράτος μέλος τηρεί κατάλογο των επιχειρησιακών μονάδων εντός των εντεταλμένων αρχών που έχουν εξουσιοδοτηθεί για πρόσβαση στο VIS μέσω του κεντρικού ή των κεντρικών σημείων επαφής.
6. Μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των επιχειρησιακών μονάδων καθώς και του κεντρικού ή των κεντρικών σημείων επαφής έχει πρόσβαση στο VIS σύμφωνα με το άρθρο.
Άρθρο 4
Διαδικασία πρόσβασης στο VIS
1. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, οι επιχειρησιακές μονάδες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 υποβάλλουν αιτιολογημένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα πρόσβασης στο VIS προς τα κεντρικά σημεία επαφής που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3. Μόλις παραληφθεί αίτηση πρόσβασης, το ή τα κεντρικά σημεία επαφής εξακριβώνουν αν πληρούνται οι προϋποθέσεις πρόσβασης του άρθρου 5. Εάν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις πρόσβασης, το εξουσιοδοτημένο προσωπικό του κεντρικού ή των κεντρικών σημείων επαφής διεκπεραιώνει τις αιτήσεις. Τα δεδομένα VIS που εξακριβώθηκαν διαβιβάζονται στις επιχειρησιακές μονάδες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 κατά τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων.
2. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, το κεντρικό ή τα κεντρικά σημεία επαφής μπορούν να δέχονται γραπτές, ηλεκτρονικές ή προφορικές αιτήσεις. Στην περίπτωση αυτή, το κεντρικό ή τα κεντρικά σημεία επαφής διεκπεραιώνουν αμέσως την αίτηση και απλώς εξακριβώνουν εκ των υστέρων αν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, και αν όντως υπάρχει εξαιρετικά επείγουσα περίπτωση. Η εκ των υστέρων εξακρίβωση διενεργείται δίχως αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά τη διεκπεραίωση της αίτησης.
Άρθρο 5
Προϋποθέσεις πρόσβασης στα δεδομένα του VIS εκ μέρους εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών
1. Η πρόσβαση στο VIS των εντεταλμένων αρχών προς αναζήτηση δεδομένων γίνεται εντός των ορίων των εξουσιών τους και εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) |
η πρόσβαση είναι αναγκαία για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων· |
β) |
η πρόσβαση είναι απαραίτητη για μια συγκεκριμένη υπόθεση· |
γ) |
υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρηθεί ότι η μελέτη των δεδομένων του VIS θα συμβάλει ουσιαστικά στην πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση οποιασδήποτε των ανωτέρω αξιόποινων πράξεων. |
2. Η αναζήτηση στο VIS αφορά μόνο τα ακόλουθα δεδομένα VIS που αναφέρονται στον φάκελο της αίτησης θεώρησης:
α) |
επώνυμο, γένος (προηγούμενο επώνυμο ή επώνυμα), όνομα ή ονόματα, φύλο, ημερομηνία, τόπος και χώρα γεννήσεως· |
β) |
παρούσα ιθαγένεια και ιθαγένεια κατά τη γέννηση· |
γ) |
είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου, αρχή έκδοσης, ημερομηνία έκδοσης και λήξης ισχύος· |
δ) |
κύριος προορισμός και διάρκεια της προτιθέμενης παραμονής· |
ε) |
σκοπός του ταξιδιού· |
στ) |
προβλεπόμενη ημερομηνία άφιξης και αναχώρησης· |
ζ) |
προβλεπόμενος μεθοριακός σταθμός πρώτης εισόδου ή διαδρομή διέλευσης· |
η) |
διαμονή· |
θ) |
δακτυλικά αποτυπώματα· |
ι) |
τύπος θεώρησης και αριθμός αυτοκόλλητης θεώρησης· |
ια) |
στοιχεία του ατόμου που απευθύνει την πρόσκληση και/ή αναλαμβάνει τα έξοδα διαβίωσης του αιτούντος κατά τη διάρκεια της διαμονής. |
3. Η αναζήτηση στο VIS, σε περίπτωση θετικής απάντησης, παρέχει πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα της παραγράφου 2 όπως επίσης και:
α) |
σε οποιαδήποτε άλλα δεδομένα που περιλαμβάνονται στο έντυπο της αίτησης· |
β) |
φωτογραφίες· |
γ) |
στα καταχωρημένα δεδομένα για εκδοθείσες, απορριφθείσες, ακυρωθείσες, ανακληθείσες ή παραταθείσες θεωρήσεις. |
Άρθρο 6
Προϋποθέσεις πρόσβασης στα δεδομένα VIS εκ μέρους των εντεταλμένων αρχών κράτους μέλους όπου δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008
1. Η πρόσβαση στο VIS των εντεταλμένων αρχών κράτους μέλους όπου δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 προς αναζήτηση δεδομένων, γίνεται εντός των ορίων των εξουσιών τους και εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις και:
α) |
υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που εκτίθενται στο άρθρο 5 παράγραφος 1· και |
β) |
με δεόντως αιτιολογημένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα προς εντεταλμένη αρχή κράτους μέλους όπου εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008· στη συνέχεια, η εν λόγω αρχή ζητά από το εθνικό ή τα εθνικά της κεντρικά σημεία πρόσβασης να συμβουλευτούν το VIS. |
2. Κράτος μέλος στο οποίο δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 θέτει στη διάθεση των κρατών μελών στα οποία εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 τις πληροφορίες που έχει σχετικά με θεωρήσεις, μετά από δεόντως αιτιολογημένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα και υπό τους όρους του άρθρου 5 παράγραφος 1.
3. Το άρθρο 8 παράγραφος 1 και παράγραφοι 3 έως 6, το άρθρο 9 παράγραφος 1, το άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 3, το άρθρο 12 και το άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 3 εφαρμόζονται αναλόγως.
Άρθρο 7
Προϋποθέσεις πρόσβασης της Ευρωπόλ σε δεδομένα VIS
1. Η πρόσβαση της Ευρωπόλ στο VIS προς αναζήτηση δεδομένων γίνεται εντός των ορίων της εντολής της και:
α) |
εφόσον είναι αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων της σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 2 της σύμβασης Ευρωπόλ και για τους σκοπούς ειδικής ανάλυσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 της σύμβασης Ευρωπόλ· ή |
β) |
εφόσον είναι αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων της σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 2 της σύμβασης Ευρωπόλ και για ανάλυση γενικού και στρατηγικού χαρακτήρα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 της σύμβασης Ευρωπόλ, με την επιφύλαξη ότι τα δεδομένα του VIS καθίστανται ανώνυμα από την Ευρωπόλ πριν από αυτή την επεξεργασία τους και διατηρούνται υπό μορφή που καθιστά πλέον αδύνατη την αναγνώριση των ατόμων που αφορούν. |
2. Εφαρμόζεται κατ’ αναλογίαν το άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3.
3. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, η Ευρωπόλ ορίζει ειδικευμένη μονάδα της οποίας οι δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι συνιστούν το κεντρικό σημείο πρόσβασης για να συμβουλεύεται το VIS.
4. Η επεξεργασία των πληροφοριών που λαμβάνει η Ευρωπόλ με την πρόσβασή της στο VIS υπόκειται στη συγκατάθεση του κράτους μέλους που καταχώρησε τα συγκεκριμένα δεδομένα στο VIS. Η συγκατάθεση λαμβάνεται μέσω της εθνικής μονάδας της Ευρωπόλ στο οικείο κράτος μέλος.
Άρθρο 8
Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των οποίων η αναζήτηση γίνεται δυνάμει της παρούσας απόφασης υπόκειται στους ακόλουθους κανόνες και στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους το οποίο πραγματοποιεί την αναζήτηση. Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των οποίων η αναζήτηση γίνεται δυνάμει της παρούσας απόφασης, κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει στο εθνικό του δίκαιο επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων, αντίστοιχο τουλάχιστον προς αυτό που προκύπτει από τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 28ης Ιανουαρίου 1981, για την προστασία του ατόμου όσον αφορά την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα και, για τα κράτη μέλη που το έχουν επικυρώσει, το πρόσθετο πρωτόκολλο της 8ης Νοεμβρίου 2001 της εν λόγω σύμβασης, και λαμβάνει υπόψη τη σύσταση αριθ. R(87) 15 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη ρύθμιση της χρήσεως των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον αστυνομικό τομέα, της 17ης Σεπτεμβρίου 1987.
2. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ σύμφωνα με την παρούσα απόφαση γίνεται σύμφωνα με τη σύμβαση της Ευρωπόλ και τους κανόνες εφαρμογής της και εποπτεύεται από την ανεξάρτητη κοινή εποπτική αρχή που έχει συσταθεί με το άρθρο 24 της εν λόγω σύμβασης.
3. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται από το VIS δυνάμει της παρούσας απόφασης γίνεται μόνον για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης διερεύνησης και δίωξης τρομοκρατικών πράξεων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.
4. Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα λαμβανόμενα δυνάμει της παρούσας απόφασης από το VIS δεν μεταφέρονται ούτε καθίστανται διαθέσιμα σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό. Ωστόσο, σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, τα δεδομένα αυτά μπορούν να διαβιβάζονται ή να καθίστανται διαθέσιμα σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό, αποκλειστικά για τους σκοπούς της πρόληψης και της εξακρίβωσης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιοποίνων πράξεων και υπό τους όρους του άρθρου 5 παράγραφος 1 της παρούσας απόφασης, αν συμφωνεί το κράτος μέλος που έχει καταχωρήσει τα δεδομένα στο VIS και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ου κράτους μέλους που μεταφέρει τα δεδομένα ή τα καθιστά διαθέσιμα. Σύμφωνα με το εθνικό, δίκαιο τα κράτη μέλη διατηρούν αρχεία των διαβιβάσεων αυτών στη διάθεση των εθνικών αρχών προστασίας των δεδομένων, κατόπιν αίτησής τους. Η διαβίβαση δεδομένων από το κράτος μέλος που εισήγαγε τα δεδομένα στο VIS σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008, υπόκειται στο εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.
5. Ο αρμόδιος φορέας ή φορείς που σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο επιβλέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις εντεταλμένες αρχές δυνάμει της παρούσας απόφασης, ελέγχουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι φορείς αυτοί να έχουν επάρκεια πόρων για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται βάσει της παρούσας απόφασης.
6. Οι φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 5 διασφαλίζουν ότι τουλάχιστον ανά τετραετία διενεργείται έλεγχος της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει της παρούσας απόφασης, όπου εφαρμόζεται σύμφωνα με διεθνή πρότυπα ελέγχου.
7. Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ επιτρέπουν στον ή στους αρμόδιους φορείς των παραγράφων 2 και 5 να αποκτούν τις αναγκαίες πληροφορίες για να ασκούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
8. Προτού εξουσιοδοτηθεί για την επεξεργασία δεδομένων του VIS, το προσωπικό των αρχών με δικαίωμα πρόσβασης στο VIS εκπαιδεύεται κατάλληλα στην ασφάλεια των δεδομένων και στους κανόνες προστασίας των δεδομένων και ενημερώνεται για οποιεσδήποτε σχετικές αξιόποινες πράξεις και ποινές.
Άρθρο 9
Ασφάλεια δεδομένων
1. Το υπεύθυνο κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων κατά τη διαβίβασή τους στην εντεταλμένη αρχή και την παραλαβή τους από αυτήν.
2. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ασφάλειας όσον αφορά τα δεδομένα που θα αναζητηθούν από το VIS δυνάμει της παρούσας απόφασης και, εν συνεχεία, θα αποθηκευθούν, προκειμένου ειδικότερα:
α) |
να προβλέπεται η φυσική προστασία των δεδομένων, καθώς και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας· |
β) |
να απαγορεύεται η είσοδος μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εθνικές εγκαταστάσεις όπου το κράτος μέλος αποθηκεύει δεδομένα (έλεγχος της εισόδου στην εγκατάσταση)· |
γ) |
να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή απομάκρυνση των μέσων αποθήκευσης δεδομένων (έλεγχος των μέσων αποθήκευσης δεδομένων)· |
δ) |
να αποτρέπεται ο μη εξουσιοδοτημένος έλεγχος, καθώς και η μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή των καταχωρημένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος της καταχώρησης σε αρχείο)· |
ε) |
να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων από το VIS (έλεγχος της επεξεργασίας δεδομένων)· |
στ) |
να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για τη χρησιμοποίηση του VIS έχουν πρόσβαση μόνο στα δεδομένα που καλύπτονται από την εξουσιοδότηση χρησιμοποιώντας έναν ατομικό και αποκλειστικό κωδικό και μόνο εμπιστευτικούς τρόπους πρόσβασης (έλεγχος της πρόσβασης σε δεδομένα)· |
ζ) |
να εξασφαλίζεται ότι όλες οι αρχές με δικαίωμα πρόσβασης στο VIS καταρτίζουν καταλόγους που περιγράφουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των προσώπων που έχουν εξουσιοδοτηθεί να έχουν πρόσβαση στο σύστημα και να ερευνούν τα δεδομένα και ότι οι κατάλογοι αυτοί θα είναι προσιτοί στις εθνικές αρχές ελέγχου του άρθρου 8 παράγραφος 5, χωρίς καθυστέρηση, κατόπιν σχετικής αιτήσεώς τους (χαρακτηριστικά του προσωπικού)· |
η) |
να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές μπορούν να διαβιβάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με τη χρήση εξοπλισμού διαβίβασης των δεδομένων (έλεγχος της διαβίβασης)· |
θ) |
να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ανακτήθηκαν από το VIS, πότε, από ποιον και για ποιο σκοπό (έλεγχος της καταχώρησης δεδομένων)· |
ι) |
να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση και αντιγραφή των δεδομένων κατά τη διαβίβασή τους από το VIS, ιδίως με κατάλληλες τεχνικές κρυπτογράφησης (έλεγχος της μεταφοράς)· |
ια) |
να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας που εκτίθενται στην παρούσα παράγραφο και να λαμβάνονται τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα εσωτερικού ελέγχου για συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση (αυτοέλεγχος). |
Άρθρο 10
Ευθύνη
1. Κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που ζημιώνεται ως αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας ή οποιασδήποτε ενέργειας ασυμβίβαστης προς την παρούσα απόφαση, δικαιούται αποζημίωσης από το κράτος μέλος το οποίο είναι υπαίτιο της ζημίας αυτής. Το κράτος μέλος αυτό απαλλάσσεται πλήρως ή εν μέρει εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται για το ζημιογόνο περιστατικό.
2. Εάν η μη τήρηση από ένα κράτος μέλος των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση προκαλέσει ζημίες στο VIS, το συγκεκριμένο κράτος μέλος θεωρείται υπαίτιο των εν λόγω ζημιών, εκτός εάν και στο βαθμό που κάποιο άλλο κράτος μέλος δεν έλαβε εύλογα μέτρα για να προλάβει την πρόκληση ζημίας ή να περιορίσει τις συνέπειές της.
3. Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 διέπονται από τις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους κατά του οποίου εγείρονται.
Άρθρο 11
Αυτοέλεγχος
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε αρχή που έχει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα του VIS να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα συμμόρφωσής της με την παρούσα απόφαση και να συνεργάζεται, όπου απαιτείται, με την εθνική αρχή ή αρχές του άρθρου 8 παράγραφος 5.
Άρθρο 12
Κυρώσεις
Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε κάθε χρησιμοποίηση δεδομένων VIS κατά παράβαση της παρούσας απόφασης να τιμωρείται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, μεταξύ άλλων διοικητικές και/ή ποινικές.
Άρθρο 13
Τήρηση δεδομένων VIS στα εθνικά αρχεία
1. Τα δεδομένα που ανακτώνται από το VIS μπορούν να διατηρηθούν στα εθνικά αρχεία μόνο για τον χρόνο που απαιτείται στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τους σκοπούς της παρούσας απόφασης και τις σχετικές νομικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που αφορούν την προστασία των δεδομένων.
2. Η παράγραφος 1 δεν θίγει τις διατάξεις του εθνικού δικαίου των κρατών μελών όσον αφορά την εισαγωγή από τις εντεταλμένες αρχές στα εθνικά τους αρχεία δεδομένων τα οποία αυτό το κράτος μέλος εισήγαγε στο VIS σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008.
3. Κάθε χρησιμοποίηση δεδομένων που δεν είναι σύμφωνη με τις παραγράφους 1 και 2 θεωρείται καταχρηστική δυνάμει του εθνικού δικαίου κάθε κράτους μέλους.
Άρθρο 14
Δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης και διαγραφής
1. Το δικαίωμα των προσώπων να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που τα αφορούν και τα οποία έχουν ληφθεί από το VIS σύμφωνα με την παρούσα απόφαση ασκείται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο τα οικεία πρόσωπα επικαλούνται το δικαίωμα αυτό.
2. Εφόσον προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, η εθνική εποπτική αρχή αποφασίζει εάν και με ποια διαδικασία ανακοινώνονται οι πληροφορίες.
3. Ένα κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος που έχει εισαγάγει τα δεδομένα στο VIS σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 μπορεί να ανακοινώσει πληροφορίες σχετικές με αυτά τα δεδομένα μόνον εάν έχει προηγουμένως δώσει στο κράτος μέλος που εισήγαγε τα δεδομένα τη δυνατότητα να διατυπώσει τη θέση του.
4. Δεν ανακοινώνονται οι πληροφορίες προς το πρόσωπο το οποίο αφορούν τα δεδομένα εάν τούτο είναι αναγκαίο για την εκτέλεση εντεταλμένου νόμιμου έργου σε συνάρτηση με τα δεδομένα ή για λόγους προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων.
5. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να ζητήσει τη διόρθωση αντικειμενικώς ανακριβών δεδομένων που το αφορούν ή τη διαγραφή δεδομένων που το αφορούν και έχουν καταχωρηθεί παρανόμως. Αν οι εντεταλμένες αρχές λάβουν τέτοιο αίτημα, ή αν έχουν άλλα στοιχεία που υποδεικνύουν ότι τα δεδομένα που ερευνήθηκαν στο VIS είναι ανακριβή, ενημερώνουν αμέσως την αρμόδια για τις θεωρήσεις αρχή που εισήγαγε τα δεδομένα στο VIS, η οποία τα ελέγχει και αν είναι απαραίτητο τα διορθώνει ή τα διαγράφει αμέσως, βάσει του άρθρου 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.
6. Ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται το ταχύτερο δυνατό και πάντως 60 ημέρες το αργότερο από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του για πρόσβαση, ή νωρίτερα αν προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο.
7. Ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται για τη συνέχεια που δίδεται στην άσκηση του δικαιώματός του για διόρθωση και διαγραφή το ταχύτερο δυνατό και πάντως σε τρεις μήνες από την ημερομηνία της αίτησής του για διόρθωση ή διαγραφή, ή νωρίτερα αν προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο.
8. Σε κάθε κράτος μέλος οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα να εγείρει αγωγή ή να προβεί σε καταγγελία ενώπιον των αρμόδιων αρχών ή δικαστηρίων του κράτους μέλους που του αρνήθηκε το δικαίωμα πρόσβασης ή το δικαίωμα διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων που τον αφορούν κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο.
Άρθρο 15
Έξοδα
Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ δημιουργούν και συντηρούν με δικές τους δαπάνες την τεχνική υποδομή που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης και φέρουν το κόστος πρόσβασης στο VIS για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 16
Τήρηση αρχείων
1. Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ μεριμνούν ώστε όλες οι πράξεις επεξεργασίας δεδομένων που προκύπτουν από την πρόσβαση στο VIS προς αναζήτηση δεδομένων σύμφωνα με την παρούσα απόφαση να καταγράφονται προκειμένου να ελέγχεται εάν η έρευνα είναι αποδεκτή ή όχι, για τους σκοπούς του ελέγχου της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων, του αυτοελέγχου, της ορθής λειτουργίας του συστήματος και της ακεραιότητας και ασφάλειας των δεδομένων.
Στα αρχεία αυτά εμφαίνεται:
α) |
ο ακριβής σκοπός της πρόσβασης προς αναζήτηση δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α), μαζί με το οικείο είδος τρομοκρατικής πράξης ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης και, για την Ευρωπόλ, ο ακριβής σκοπός της πρόσβασης προς αναζήτηση που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1· |
β) |
η σχετική αναφορά στον εθνικό φάκελο· |
γ) |
η ημερομηνία και ο ακριβής χρόνος της πρόσβασης· |
δ) |
όπου εφαρμόζεται, ότι έγινε χρήση της διαδικασίας του άρθρου 4 παράγραφος 2· |
ε) |
τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν κατά την αναζήτηση· |
στ) |
ο τύπος των δεδομένων που ανακτήθηκαν· |
ζ) |
σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες ή τους κανόνες της σύμβασης Ευρωπόλ, τα αναγνωριστικά στοιχεία του υπαλλήλου που διενήργησε την έρευνα και του υπαλλήλου που διέταξε την έρευνα ή την παροχή δεδομένων. |
2. Αρχεία που περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χρησιμοποιούνται μόνον για την παρακολούθηση της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων από άποψη προστασίας των δεδομένων καθώς και για την προστασία της ασφάλειάς τους. Για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση κατά το άρθρο 17, χρησιμοποιούνται μόνον αρχεία με δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα.
3. Τα αρχεία αυτά προστατεύονται με ενδεδειγμένα μέτρα από τη μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση και κατάχρηση, και διαγράφονται μετά την πάροδο ενός έτους από τη λήξη της περιόδου διατήρησής τους κατά το άρθρο 23 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, εκτός αν είναι αναγκαία για τις διαδικασίες παρακολούθησης που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και έχουν ήδη αρχίσει.
Άρθρο 17
Παρακολούθηση και αξιολόγηση
1. Η διαχειριστική επιτροπή που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008, εξασφαλίζει ότι υπάρχουν συστήματα για την παρακολούθηση της λειτουργίας του VIS σύμφωνα με την παρούσα απόφαση σε συνάρτηση με στόχους όσον αφορά τα αποτελέσματα, τη σχέση κόστους και αποτελεσματικότητας, την ασφάλεια και την ποιότητα της υπηρεσίας.
2. Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, η διαχειριστική αρχή έχει πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες που σχετίζονται με τις πράξεις επεξεργασίας που εκτελούνται στο VIS.
3. Δύο έτη μετά την έναρξη λειτουργίας του VIS και εν συνεχεία ανά διετία, η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή έκθεση για την τεχνική λειτουργία του VIS σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Η έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες ως προς τις επιδόσεις του VIS σε συνάρτηση με ποσοτικούς δείκτες που προκαθορίζει η Επιτροπή και ιδίως ως προς την προσφυγή στο άρθρο 4 παράγραφος 2.
4. Τρία έτη μετά την έναρξη λειτουργίας του VIS και εν συνεχεία ανά τετραετία, η Επιτροπή διενεργεί μια γενική αξιολόγηση του VIS σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Στην αξιολόγηση εξετάζονται τα επιτευχθέντα αποτελέσματα σε συνάρτηση με τους στόχους και εκτιμάται αν οι αρχές στις οποίες βασίζεται η παρούσα απόφαση εξακολουθούν να ισχύουν, η εφαρμογή της παρούσας απόφασης σε σχέση με το VIS, η ασφάλεια του VIS και τυχόν επιπτώσεις για τη μελλοντική λειτουργία. Η Επιτροπή διαβιβάζει τις εκθέσεις αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
5. Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ παρέχουν στη διαχειριστική αρχή και στην Επιτροπή τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την κατάρτιση των εκθέσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 4. Τα στοιχεία αυτά δεν θέτουν σε κίνδυνο μεθόδους εργασίας ούτε περιλαμβάνουν πληροφορίες που αποκαλύπτουν πηγές, μέλη του προσωπικού ή έρευνες των εντεταλμένων αρχών.
6. Η διαχειριστική αρχή παρέχει στην Επιτροπή τα απαραίτητα στοιχεία για την κατάρτιση της γενικής αξιολόγησης κατά την παράγραφο 4.
7. Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μέχρι να αναλάβει καθήκοντα η διαχειριστική αρχή, την ευθύνη για την κατάρτιση και την υποβολή των εκθέσεων της παραγράφου 3 την έχει η Επιτροπή.
Άρθρο 18
Έναρξη ισχύος και ημερομηνία εφαρμογής
1. Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία που θα καθορισθεί από το Συμβούλιο, μόλις η Επιτροπή ενημερώσει το Συμβούλιο ότι έχει τεθεί σε ισχύ και εφαρμόζεται πλήρως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008.
Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου δημοσιεύει την εν λόγω ημερομηνία στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Λουξεμβούργο, 23 Ιουνίου 2008.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
I. JARC
(1) ΕΕ L 213 της 15.6.2004, σ. 5.
(2) ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 2, σύμβαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από το Πρωτόκολλο το οποίο τροποποιεί την εν λόγω σύμβαση (ΕΕ C 2 της 6.1.2004, σ. 3).
(3) Βλ. σελίδα 60 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
(4) ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1.
(5) ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
(6) ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.
(7) ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.
(8) ΕΕ L 386 της 18.12.2006, σ. 89.
(9) ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.
(10) ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.
(11) Απόφαση 2004/849/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2004, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και την προσωρινή εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 368 της 15.12.2004, σ. 26.)
(12) ΕΕ L 164 της 22.6.2002, σ. 3.