EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31987R3019

Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 3019/87 του Συμβουλίου της 5ης Οκτωβρίου 1987 για τη θέσπιση ειδικών και κατά παρέκκλιση διατάξεων που ισχύουν για τους υπαλλήλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε τρίτη χώρα

ΕΕ L 286 της 9.10.1987, p. 3–7 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1987/3019/oj

31987R3019

Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 3019/87 του Συμβουλίου της 5ης Οκτωβρίου 1987 για τη θέσπιση ειδικών και κατά παρέκκλιση διατάξεων που ισχύουν για τους υπαλλήλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε τρίτη χώρα

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 286 της 09/10/1987 σ. 0003 - 0007
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 1 τόμος 2 σ. 0075
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 1 τόμος 2 σ. 0075


*****

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΥΡΑΤΟΜ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 3019/87 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 5ης Οκτωβρίου 1987

για τη θέσπιση ειδικών και κατά παρέκκλιση διατάξεων που ισχύουν για τους υπαλλήλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε τρίτη χώρα

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και ιδίως το άρθρο 24,

τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών, όπως ορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 (1) και τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ ΕΟΚ) αριθ. 793/87 (2),

την πρόταση της Επιτροπής (3) που υποβλήθηκε μετά από γνώμη της Επιτροπής Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (4),

τη γνώμη του Δικαστηρίου,

Εκτιμώντας:

ότι πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις για τους υπαλλήλους οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε τρίτες χώρες, λόγω των ειδικών συνθηκών διαβίωσης·

ότι εναπόκειται στο Συμβούλιο, που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία μετά από πρόταση της Επιτροπής και κατόπιν διαβουλεύσεως με τα ενδιαφερόμενα όργανα, να τροποποιήσει τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τροποποιείται ως εξής:

1. Μετά από το άρθρο 101, παρεμβάλλονται ο ακόλουθος τίτλος και το ακόλουθο άρθρο:

«ΤΙΤΛΟΣ VIIIα

ΕΙΔΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΘΕΤΗΜΕΝΟΙ ΣΕ ΤΡΙΤΗ ΧΩΡΑ

Άρθρο 101α

Με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, το παράρτημα Χ θεσπίζει τις ειδικές και κατά παρέκκλιση διατάξεις οι οποίες ισχύουν για τους υπαλλήλους που είναι τοποθετημένοι σε τρίτη χώρα.»

2. Προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ

Ειδικές και κατά παρέκκλιση διατάξεις που ισχύουν για τους υπαλλήλους οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε τρίτη χώρα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Το παρόν παράρτημα θεσπίζει τις ειδικές και κατά παρέκκλιση διατάξεις που ισχύουν για τους υπαλλήλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε τρίτη χώρα.

Για την τοποθέτηση αυτή προσλαμβάνονται μόνο υπήκοοι των κρατών μελών των Κοινοτήτων. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δεν δικαιούται να κάνει χρήση της παρέκκλισης που προβλέπεται στο άρθρο 28 στοιχείο α) του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

Οι γενικές εκτελεστικές διατάξεις θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

Άρθρο 2

Με απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, η οποία λαμβάνεται με γνώμονα το συμφέρον της υπηρεσίας, γίνεται περιοδική μετάθεση των υπαλλήλων, ενδεχομένως ανεξάρτητα από την ύπαρξη κενής θέσης.

Οι θέσεις που προορίζονται να καλυφθούν από υπαλλήλους που ασκούν τα καθήκοντά τους εκτός της Κοινότητας, είναι δυνατό να μην κηρύσσονται κενές παρά μόνον αφού συμπληρωθεί η διαδικασία μετάταξης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η οποία στο εξής αποκαλείται "διαδικασία κινητικότητας".

Άρθρο 3

Για να καταστεί δυνατή η μετεκπαίδευση περιορισμένης διάρκειας, στα πλαίσια της κινητικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 2, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αποφασίσει να τοποθετήσει έναν υπάλληλο που ασκεί τα καθήκοντά του εκτός Κοινότητας, σε θέση η οποία βρίσκεται σε κράτος μέλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων· η διάρκεια της τοποθέτησης αυτής, της οποίας δεν προηγείται προκήρυξη κενής θέσης, δεν μπορεί να υπερβεί τα τέσσερα έτη. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 πρώτο εδάφιο, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αποφασίσει, βάσει των γενικών εκτελε

στικών διατάξεων, ότι ο υπάλληλος εξακολουθεί, κατά τη διάρκεια αυτής της προσωρινής τοποθέτησης, να υπάγεται σε ορισμένες διατάξεις του παρόντος παραρτήματος, πλην των άρθρων 5, 10 και 12.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Άρθρο 4

Ο υπάλληλος οφείλει να ασκεί τα καθήκοντά του στον τόπο όπου τοποθετείται κατά την πρόσληψή του ή κατά τη μετάθεσή του που διενεργείται προς το συμφέρον της υπηρεσίας στα πλαίσια της διαδικασίας κινητικότητας.

Άρθρο 5

Όταν το θεσμικό όργανο παραχωρεί στον υπάλληλο κατοικία ανάλογη με το μέγεθος της οικογενείας που συντηρεί, ο υπάλληλος υποχρεούται να μείνει σ' αυτή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Άρθρο 6

Ο υπάλληλος δικαιούται, για κάθε ημερολογιακό έτος, ετήσια άδεια πέντε ημερολογιακών ημερών για κάθε μήνα υπηρεσίας.

Άρθρο 7

Κατά την ανάληψη και την παύση των καθηκόντων σε τρίτη χώρα, το κλάσμα του έτους δίνει δικαίωμα σε άδεια πέντε ημερολογιακών ημερών για κάθε πλήρη μήνα υπηρεσίας, το κλάσμα του μήνα σε άδεια πέντε ημερολογιακών ημερών εφόσον το κλάσμα αυτό είναι μεγαλύτερο από δεκαπέντε ημέρες, και σε άδεια δυόμισι ημερολογιακών ημερών, εφόσον είναι ίσο ή μικρότερο από δεκαπέντε ημέρες.

Εάν ο υπάλληλος, για λόγους που δεν ανάγονται στις ανάγκες της υπηρεσίας, δεν έχει εξαντλήσει την ετήσια άδειά του πριν από τη λήξη του τρέχοντος ημερολογιακού έτους, η μεταφερόμενη στο επόμενο έτος άδεια δεν μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι ημερολογιακές ημέρες.

Άρθρο 8

Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να χορηγήσει σε υπάλληλο, με ειδική και αιτιολογημένη απόφαση, άδεια ανάπαυσης λόγω ιδιαιτέρων δυσχερών συνθηκών διαβίωσης στον τόπο υπηρεσίας. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή καθορίζει, για καθένα από τους τόπους αυτούς, την πόλη ή τις πόλεις όπου η άδεια αυτή μπορεί να ληφθεί.

Άρθρο 9

1. Η ετήσια άδεια μπορεί να λαμβάνεται εφάπαξ ή τμηματικά, ανάλογα με τις προτιμήσεις του υπαλλήλου και λαμβανομένων υπόψη των αναγκών της υπηρεσίας. Θα πρέπει ωστόσο να περιλαμβάνει τουλάχιστον μία φορά, 20 ημερολογιακές ημέρες.

2. Η άδεια ανάπαυσης που προβλέπεται στο άρθρο 8 δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε ημερολογιακές ημέρες ανά έτος υπηρεσίας. Δεν συνδυάζεται με ετήσια άδεια ούτε μεταφέρεται από το ένα έτος στο άλλο.

Η διάρκεια της άδειας ανάπαυσης προσαυξάνεται με την οδοιπορική άδεια σύμφωνα με το άρθρο 7 του παραρτήματος V του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

Τμήμα 1

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ

Άρθρο 10

1. Καθορίζεται αποζημίωση συνθηκών διαβίωσης, ανάλογα με τον τόπο υπηρεσίας του υπαλλήλου, σε ποσοστό του ποσού αναφοράς. Αυτό το ποσό αναφοράς συνίσταται στο άθροισμα του βασικού μισθού, του επιδόματος αποδημίας, του επιδόματος στέγης και του επιδόματος για τα συντηρούμενα τέκνα, αφού αφαιρεθούν οι υποχρεωτικές κρατήσεις που προβλέπονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης ή στους κανονισμούς που εκδίδονται για την εκτέλεσή του.

Εφόσον ο υπάλληλος είναι τοποθετημένος σε χώρα όπου οι συνθήκες διαβίωσης μπορούν να θεωρηθούν αντίστοιχες με εκείνες που υπάρχουν συνήθως μέσα στην Κοινότητα, δεν καταβάλλεται καμία αποζημίωση τέτοιου είδους.

Για τους άλλους τόπους υπηρεσίας, η αποζημίωση συνθηκών διαβίωσης ορίζεται με τον ακόλουθο τρόπο.

Οι παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό της αποζημίωσης συνθηκών διαβίωσης είναι οι εξής:

- υγειονομικές συνθήκες και συνθήκες νοσοκομειακής περίθαλψης,

- συνθηκες ασφάλειας,

- κλιματολογικές συνθήκες·

σε αυτές τις τρεις παραμέτρους εφαρμόζεται ο συντελεστής 1·

- βαθμός απομόνωσης,

- άλλες τοπικές συνθήκες,

σε αυτές τις δύο παραμέτρους εφαρμόζεται ο συντελεστής 0,5.

Κάθε παράμετρος λαμβάνει την ακόλουθη τιμή:

0, εάν αντιπροσωπεύει κανονικές συνθήκες, όχι όμως ισοδύναμες με τις συνθήκες που επικρατούν συνήθως στην Κοινότητα,

2, εφόσον αντιπροσωπεύει συνθήκες δύσκολες σε σχέση με τις συνθήκες που επικρατούν συνήθως στην Κοινότητα,

4, εφόσον αντιπροσωπεύει συνθήκες πολύ δύσκολες σε σχέση με εκείνες που επικρατούν συνήθως στην Κοινότητα. Η αποζημίωση καθορίζεται, σε ποσοστό του ποσού αναφοράς που προβλέπει το πρώτο εδάφιο, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:

- 10 % εφόσον η τιμή αυτή ισούται με 0,

- 15 % εφόσον η τιμή αυτή είναι ανώτερη από 0 αλλά κατώτερη ή ίση με 2,

- 20 % εφόσον η τιμή αυτή είναι ανώτερη από 2 αλλά κατώτερη ή ίση με 5,

- 25 % εφόσον η τιμή αυτή είναι ανώτερη από 5 αλλά κατώτερη ή ίση με 8,

- 35 % εφόσον η τιμή αυτή είναι ανώτερη από 8.

Η αποζημίωση συνθηκών διαβίωσης που ισχύει για κάθε τόπο υπηρεσίας αξιολογείται κάθε χρόνο και, ενδεχομένως, αναθεωρείται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, αφού ζητηθεί η γνώμη της Επιτροπής Προσωπικού.

2. Όταν οι συνθήκες διαβίωσης στον τόπο υπηρεσίας θέτουν σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα του υπαλλήλου, με ειδική και αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, του καταβάλλεται προσωρινά μια συμπληρωματική αποζημίωση. Η αποζημίωση αυτή ορίζεται ως ποσοστό του ποσού αναφοράς του αναφερόμενου στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο:

- 5 %, όταν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή συνιστά στους υπαλλήλους της να μην εγκαταστήσουν την οικογένειά τους στον εν λόγω τόπο υπηρεσίας,

- 10 %, όταν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή αποφασίζει να μειώσει προσωρινά τον αριθμό των υπαλλήλων που εργάζονται στον εν λόγω τόπο υπηρεσίας.

Άρθρο 11

Οι αποδοχές καθώς και τα επιδόματα που αναφέρονται στο άρθρο 10, καταβάλλονται σε βελγικά φράγκα στο Βέλγιο, υπόκεινται δε στο διορθωτικό συντελεστή που εφαρμόζεται στις αποδοχές των υπαλλήλων των τοποθετημένων στο Βέλγιο.

Άρθρο 12

Μετά από αίτηση του υπαλλήλου, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αποφασίσει να καταβάλει τις αποδοχές, εν όλω ή εν μέρει, στο νόμισμα του τόπου υπηρεσίας. Στην περίπτωση αυτή, οι αποδοχές αναπροσαρμόζονται βάσει του διορθωτικού συντελεστή, του τόπου υπηρεσίας, μετατρέπονται δε βάσει της αντίστοιχης συναλλαγματικής ισοτιμίας.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δεόντως αιτιολογημένες, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να καταβάλει τις αποδοχές, εν όλω ή εν μέρει, σε άλλο νόμισμα και όχι στο νόμισμα του τόπου υπηρεσίας, σύμφωνα με τις κατάλληλες διαδικασίες με σκοπό να εξασφαλιστεί η διατήρηση της αγοραστικής δύναμης.

Άρθρο 13

Για να εξασφαλισθεί, στο μέτρο του δυνατού, ίση αγοραστική δύναμη για όλους τους υπαλλήλους, ανεξάρτητα από τον τόπο όπου υπηρετούν, το Σμβούλιο ορίζει κάθε έξι μήνες τους διορθωτικούς συντελεστές που αναφέρονται στο άρθρο 12. Το Συμβούλιο αποφασίζει, βάσει πρότασης της Επιτροπής, με την ειδική πλειοψηφία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο πρώτη περίπτωση του άρθρου 148 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του άρθρου 118 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, με γραπτή διαδικασία και εντός προθεσμίας ενός μηνός. Στην περίπτωση που κράτος μέλος ζητήσει επίσημη εξέταση της πρότασης της Επιτροπής, το Συμβούλιο αποφασίζει εντός δύο μηνών.

Ωστόσο, όταν η διακύμανση του κόστους ζωής υπολογιζόμενη με το διορθωτικό συντελεστή και την αντίστοιχη τιμή συναλλάγματος είναι μεγαλύτερη από 5 % από τότε που έγινε η τελευταία αναπροσαρμογή για μια δεδομένη χώρα, η Επιτροπή λαμβάνει ενδιαμέσως μέτρα αναπροσαρμογής του εν λόγω συντελστή και πληροφορεί σχετικά το Συμβούλιο το συντομότερο δυνατό.

Άρθρο 14

Κάθε χρόνο, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος και ιδίως όσον αφορά τον καθορισμό του ποσοστού της αποζημίωσης συνθηκών διαβίωσης σύμφωνα με το άρθρο 10.

Άρθρο 15

Υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, χορηγείται στον υπάλληλο σχολικό επίδομα προς κάλυψη των πραγματικών σχολικών δαπανών· το επίδομα καταβάλλεται αφού προσκομισθούν τα σχετικά δικαιολογητικά. Εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, για τις οποίες αποφασίζει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, το επίδομα αυτό δεν μπορεί να υπερβεί ένα ανώτατο όριο που αντιστοιχεί στο τριπλάσιο του διπλάσιου ανώτατου ορίου του σχολικού επιδόματος.

Άρθρο 16

Η επιστροφή των εξόδων που οφείλονται στους υπαλλήλους, καταβάλλεται, μετά από αιτιολογημένη αίτηση του υπαλλήλου, είτε σε βελγικά φράγκα είτε στο νόμισμα του τόπου υπηρεσίας.

Οι αποζημιώσεις εγκατάστασης/επανεγκατάστασης μπορεί, κατ' επιλογή του υπαλλήλου, να καταβάλλονται είτε σε βελγικά φράγκα είτε στο νόμισμα του τόπου εγκατάστασης/επανεγκατάστασης· στην τελευταία αυτή περίπτωση, αναπροσαρμόζονται βάσει του διορθωτικού συντελεστή που καθορίζεται για τους τόπους αυτούς και μετατρέπονται σύμφωνα με την αντίστοιχη συναλλαγματική ισοτιμία.

Τμήμα 2

ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΕΞΟΔΩΝ

Άρθρο 17

Στον υπάλληλο στον οποίο το θεσμικό όργανο δεν έχει παραχωρήσει επιπλωμένη κατοικία και ο οποίος είναι υποχρεωμένος, για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή του, να αλλάξει κατοικία στον ίδιο τόπο υπηρεσίας, επιστρέφονται, μετά από ειδική και αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, αφού προσκομίσει τα σχετικά δικαιολογητικά και σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται για τη μετακόμιση, οι δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε για τη μετακόμιση της οικοσκευής.

Στην περίπτωση αυτή τα πραγματικά έξοδα εγκατάστασης επιστρέφονται στον υπάλληλο, αφού προσκομίσει τα σχετικά δικαιολογητικά, και μέχρι ανωτάτου ορίου ίσου προς το ήμισυ της αποζημίωσης εγκατάστασης.

Άρθρο 18

Ο υπάλληλος ο οποίος στον τόπο της υπηρεσίας του διαμένει σε ξενοδοχείο, επειδή η κατοικία που προβλέπεται στο άρθρο 5 δεν του έχει ακόμα παραχωρηθεί ή δεν βρίσκεται πια στη διάθεσή του, ή επειδή δεν μπόρεσε να κατοικήσει σ' αυτή για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή του, εισπράττει για τον ίδιο και την οικογένειά του, αφού προσκομίσει τους λογαριασμούς του ξενοδοχείου, τα έξοδα του ξενοδοχείου, τα οποία έχουν προηγουμένως εγκριθεί από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.

Επιπλέον, χορηγείται στον υπάλληλο ημερήσια αποζημίωση μειωμένη κατά 50 %.

Τα έξοδα που προβλέπονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο επιστρέφονται εντός των ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 10 του παραρτήματος VII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας ως προς τις οποίες λαμβάνει ειδική απόφαση η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.

Στην περίπτωση που δεν μπορεί να εξασφαλιστεί στέγη σε ξενοδοχείο, ο υπάλληλος, αφού προηγουμένως λάβει την έγκριση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, δικαιούται επιστροφής των πραγματικών εξόδων μίσθωσης προσωρινής κατοικίας.

Άρθρο 19

Εφόσον οι μετακινήσεις για υπηρεσιακούς λόγους στο εσωτερικό του τομέα δραστηριότητάς του δεν εξασφαλίζονται από υπηρεσιακό όχημα που τίθεται στη διάθεσή του, ο υπάλληλος λαμβάνει για τη χρήση του προσωπικού του οχήματος, χιλιομετρική αποζημίωση, της οποίας το ποσό καθορίζεται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.

Άρθρο 20

Ο υπάλληλος δικαιούται για τον ίδιο και, αν δικαιούται επιδόματος στέγης, για τον/την σύζυγό του και τα συντηρούμενα από αυτόν πρόσωπα και τα συντηρούμενα από αυτόν πρόσωπα που συγκατοικούν με αυτόν, τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε κατά τις άδειες ανάπαυσης και τα οποία καλύπτουν το ταξίδι από τον τόπο υπηρεσίας στον τόπο της άδειας που έχει εγκριθεί.

Η επιστροφή των εν λόγω εξόδων πραγματοποιείται μετά από ειδική απόφαση και αφού προσκομισθούν τα αεροπορικά εισιτήρια, όποια και αν είναι η απόσταση, όταν δεν υπάρχει σιδηροδρομική σύνδεση ή είναι αδύνατη η χρησιμοποίησή της.

Άρθρο 21

Ο υπάλληλος που είναι υποχρεωμένος να αλλάξει κατοικία για να συμμορφωθεί προς το άρθρο 20 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και το άρθρο 4 του παρόντος παραρτήματος και ο οποίος δεν κάνει μετακόμιση, δικαιούται, κατά την ανάληψη των καθηκόντων του και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, να του επιστραφούν τα έξοδα μεταφοράς των προσωπικών του αντικειμένων, αφού προσκομίσει τα σχετικά δικαιολογητικά.

Σε περίπτωση μετάθεσης, συνεπεία της οποίας ο υπάλληλος είναι αναγκασμένος να αλλάξει κατοικία για να συμμορφωθεί προς το άρθρο 20 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, και ανάλογα με τις προϋποθέσεις με τις οποίες μπορεί να του εξασφαλιστεί στέγη στον τόπο υπηρεσίας, το θεσμικό όργανο βαρύνεται, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, με τα πραγματικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ο υπάλληλος είτε για τη μετακόμιση (όλης ή μέρους) της οικοσκευής του από τον τόπο όπου πράγματι βρίσκεται η οικοσκευή προς τον τόπο υπηρεσίας, είτε για τη μεταφορά των προσωπικών αντικειμένων είτε για τη φύλαξη της οικοσκευής. Οι επιστροφές αυτές δεν αποκλείονται αμοιβαία.

Κατά την οριστική παύση των καθηκόντων ή σε περίπτωση θανάτου του υπαλλήλου, το θεσμικό όργανο βαρύνεται, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, με τα πραγματικά έξοδα που καταβλήθηκαν είτε για τη μετακόμιση της οικοσκευής από τον τόπο όπου αυτή πράγματι βρίσκεται προς τον τόπο καταγωγής, είτε για τη μεταφορά των προσωπικών αντικειμένων από τον τόπο υπηρεσίας στον τόπο καταγωγής, χωρίς να αποκλείονται αμοιβαία οι επιστροφές αυτές.

Αν ο αποβιώσας υπάλληλος είναι άγαμος, τα έξοδα αυτά επιστρέφονται στους έλκοντες δικαιώματα.

Άρθρο 22

Η αποζημίωση προσωρινής κατοικίας και τα έξοδα μεταφοράς των προσωπικών αντικειμένων του/της συζύγου και των συντηρούμενων προσώπων προκαταβάλλονται από το θεσμικό όργανο στο δόκιμο υπάλληλο.

Στην περίπτωση που αυτός δεν μονιμοποιηθεί στο τέλος της περιόδου δοκιμασίας, το θεσμικό όργανο μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να επιδιώξει την επιστροφή μέχρι του ημίσεος των εν λόγω ποσών βάσει διατάξεων οι οποίες καθορίζονται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.

Άρθρο 23

Όταν στον υπάλληλο δεν παρέχεται κατοικία από το θεσμικό όργανο, του καταβάλλεται το ποσό του ενοικίου με το οποίο επιβαρύνεται, με την προϋπόθεση ότι η κατοικία αυτή αντιστοιχεί στο επίπεδο των καθηκόντων που ασκεί και στη σύνθεση της οικογένειας που συντηρεί. Τμήμα 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ

Άρθρο 24

Ο υπάλληλος, ο/η σύζυγός του, τα τέκνα του και τα άλλα συντηρούμενα από αυτόν πρόσωπα καλύπτονται από συμπληρωματική ασφάλιση ασθένειας, η οποία καλύπτει τη διαφορά μεταξύ των πράγματι καταβληθέντων εξόδων και των παροχών του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης που προβλέπεται στο άρθρο 72 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, αποκλειομένης της εφαρμογής της παραγράφου 3 του εν λόγω άρθρου.

Το ήμισυ του ασφάλιστρου που είναι αναγκαίο για την ασφάλιση αυτή, βαρύνει τον ασφαλισμένο, χωρίς εντούτοις το ήμισυ αυτό να μπορεί να υπερβεί το 0,6 % του βασικού μισθού· το υπόλοιπο του ασφάλιστρου βαρύνει το θεσμικό όργανο.

Ο υπάλληλος, ο/η σύζυγός του, τα τέκνα του και τα άλλα συντηρούμενα από αυτόν πρόσωπα είναι ασφαλισμένα κατά του κινδύνου επείγοντος ή κατεπείγοντος επαναπατρισμού για λόγους υγείας, και το ασφάλιστρο βαρύνει εξ ολοκλήρου το θεσμικό όργανο.

Άρθρο 25

Ο/η σύζυγος, τα τέκνα και τα άλλα συντηρούμενα από τον υπάλληλο πρόσωπα καλύπτονται από ασφάλιση κατά των ατυχημάτων τα οποία μπορεί να συμβούν εκτός Κοινότητας, στις χώρες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο τον οποίο καταρτίζει για το σκοπό αυτό η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.

Το σχετικό αναγκαίο ασφάλιστρο βαρύνει τον υπάλληλο και το θεσμικό όργανο εξ ημίσεος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Άρθρο 26

Όταν κινείται πειθαρχική διαδικασία για υπάλληλο που αναφέρεται στον τίτλο VIIIα του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, στη σύνθεση του πειθαρχικού συμβουλίου μετέχουν υποχρεωτικά δύο μέλη τοποθετημένα σε μια από τις έδρες του θεσμικού οργάνου, μετά από αντίστοιχη κλήρωση από κάθε κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27

Σύμφωνα με τις εκτελεστικές διατάξεις που εκδίδει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, μετά από γνώμη της Επιτροπής Προσωπικού, ο υπάλληλος καθώς και τα μέλη του προσωπικού που προβλέπεται στον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 3018/87 (1) εισπράττουν, για την περίοδο που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα της υπηρεσίας τους στη θέση που έχουν τη στιγμή που τίθενται σε ισχύ οι παρούσες διατάξεις και κατ' ανώτατο όριο επί πέντε έτη, αποδοχές τουλάχιστον ίσες με τις αποδοχές που εισέπρατταν την παραμονή της έναρξης ισχύος των παρουσών διατάξεων.

(1) ΕΕ αριθ. L 286 της 9. 10. 1987, σ. 1.»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Λουξεμβούργο, 5 Οκτωβρίου 1987.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

N. WILHTELM

(1) ΕΕ αριθ. L 56 της 4. 3. 1968, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 79 της 21. 3. 1987, σ. 1.

(3) ΕΕ αριθ. C 284 της 11. 11. 1986, σ. 8.

(4) ΕΕ αριθ. C 255 της 13. 10. 1986, σ. 245.

Top