This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 02010R0904-20210701
Council Regulation (EU) No 904/2010 of 7 October 2010 on administrative cooperation and combating fraud in the field of value added tax (recast)
Consolidated text: Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2010, για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (αναδιατύπωση)
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2010, για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (αναδιατύπωση)
02010R0904 — EL — 01.07.2021 — 004.001
Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 904/2010 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 7ης Οκτωβρίου 2010 για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 268 της 12.10.2010, σ. 1) |
Τροποποιείται από:
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
αριθ. |
σελίδα |
ημερομηνία |
||
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 517/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Μαΐου 2013 |
L 158 |
1 |
10.6.2013 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2454 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 2017 |
L 348 |
1 |
29.12.2017 |
|
Τροποποιείται από: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2018/1541 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2018 |
L 259 |
1 |
16.10.2018 |
|
Τροποποιείται από: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/1108 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Ιουλίου 2020 |
L 244 |
1 |
29.7.2020 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2018/1541 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2018 |
L 259 |
1 |
16.10.2018 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1909 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 4ης Δεκεμβρίου 2018 |
L 311 |
1 |
7.12.2018 |
Διορθώνεται από:
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 904/2010 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 7ης Οκτωβρίου 2010
για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας
(αναδιατύπωση)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Για το σκοπό αυτό, καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες που επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν μεταξύ τους όλες τις πληροφορίες που επιτρέπουν την ορθή εφαρμογή του ΦΠΑ, να ελέγχουν την ορθή εφαρμογή του ΦΠΑ, ιδίως επί των ενδοκοινοτικών συναλλαγών, και να καταπολεμούν την απάτη στον τομέα του ΦΠΑ. Στον παρόντα κανονισμό καθορίζονται, μεταξύ άλλων, οι κανόνες και οι διαδικασίες που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να συλλέγουν και να ανταλλάσσουν ηλεκτρονικώς τις εν λόγω πληροφορίες.
Άρθρο 2
Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι εξής ορισμοί:
α) |
«κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης» : η υπηρεσία που έχει ορισθεί βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 με κύρια αρμοδιότητα τις επαφές με άλλα κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας· |
β) |
«υπηρεσία διασύνδεσης» : κάθε υπηρεσία εκτός της κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης, η οποία έχει ορισθεί ως τέτοια από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 για να ανταλλάσσει απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού· |
γ) |
«αρμόδιος υπάλληλος» : κάθε υπάλληλος που μπορεί να ανταλλάσσει απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού για τις οποίες έχει εξουσιοδοτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3· |
δ) |
«αιτούσα αρχή» : η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, μια υπηρεσία διασύνδεσης ή κάθε αρμόδιος υπάλληλος ενός κράτους μέλους που διατυπώνει αίτηση συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής· |
ε) |
«αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση» : η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, μια υπηρεσία διασύνδεσης ή κάθε αρμόδιος υπάλληλος ενός κράτους μέλους που λαμβάνει αίτηση συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής· |
στ) |
«ενδοκοινοτικές συναλλαγές» : η ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών· |
ζ) |
«ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών» : η παράδοση αγαθών η οποία πρέπει να δηλώνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 262 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ· |
η) |
«ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών» : η παροχή υπηρεσιών η οποία πρέπει να δηλώνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 262 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ· |
θ) |
«ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών» : η απόκτηση, σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, του δικαιώματος διάθεσης ως κυρίου επί κινητών ενσώματων αγαθών· |
ι) |
«αριθμός μητρώου ΦΠΑ» : ο αριθμός που προβλέπεται στα άρθρα 214, 215 και 216 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ· |
ια) |
«διοικητική έρευνα» : όλοι οι έλεγχοι, οι επαληθεύσεις και οι άλλες ενέργειες που διεξάγονται από τα κράτη μέλη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της νομοθεσίας για τον ΦΠΑ· |
ιβ) |
«αυτόματη ανταλλαγή» : η συστηματική, χωρίς προηγούμενη αίτηση, ανακοίνωση προκαθορισμένων πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος· |
ιγ) |
«αυθόρμητη ανταλλαγή» : η μη συστηματική κοινοποίηση πληροφοριών, ανά πάσα στιγμή και χωρίς προηγούμενο αίτημα, σε άλλο κράτος μέλος· |
ιδ) |
«πρόσωπο» :
i)
φυσικό πρόσωπο,
ii)
νομικό πρόσωπο,
iii)
εφόσον προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, ένωση προσώπων στην οποία αναγνωρίζεται δικαιοπρακτική ικανότητα, χωρίς όμως να έχει το νομικό καθεστώς νομικού προσώπου, ή
iv)
κάθε άλλο νομικό μόρφωμα οιουδήποτε χαρακτήρα και μορφής, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που διαπράττει συναλλαγές που υπόκεινται σε ΦΠΑ, |
ιε) |
«αυτόματη πρόσβαση» : δυνατότητα πρόσβασης χωρίς καθυστέρηση σε ηλεκτρονικό σύστημα, με σκοπό την αναζήτηση ορισμένων πληροφοριών που εμπεριέχονται σε αυτό· |
ιστ) |
«με ηλεκτρονικά μέσα» : η χρήση ηλεκτρονικού εξοπλισμού επεξεργασίας (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και αποθήκευσης δεδομένων και η χρησιμοποίηση καλωδιακής ή ασύρματης σύνδεσης, οπτικών μέσων ή άλλων ηλεκτρομαγνητικών μέσων· |
ιζ) |
«δίκτυο CCN/CSI» : η κοινή πλατφόρμα που βασίζεται στο κοινό δίκτυο επικοινωνιών (στο εξής «CCN») και στην κοινή διεπαφή συστημάτων (στο εξής «CSI»), η οποία έχει αναπτυχθεί από την Ένωση για την εξασφάλιση όλων των διαβιβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των αρμόδιων τελωνειακών και φορολογικών αρχών· |
ιη) |
«ταυτόχρονος έλεγχος» : ο συντονισμένος έλεγχος της φορολογικής κατάστασης ενός ή περισσότερων υποκείμενων στον φόρο που συνδέονται μεταξύ τους, ο οποίος οργανώνεται από δύο τουλάχιστον συμμετέχοντα κράτη μέλη, τα οποία έχουν κοινά ή συμπληρωματικά συμφέροντα. |
Άρθρο 3
Οι αρμόδιες αρχές είναι οι αρχές στο όνομα των οποίων εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός είτε άμεσα είτε με μεταβίβαση αρμοδιοτήτων.
Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Επιτροπή έως την 1η Δεκεμβρίου 2010 τις αρμόδιες αρχές του για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και στη συνέχεια ενημερώνει την Επιτροπή χωρίς καθυστέρηση για κάθε σχετική αλλαγή.
Η Κροατία γνωστοποιεί στην Επιτροπή έως την 1η Ιουλίου 2013 την αρμόδια αρχή της για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και την ενημερώνει για τις επακόλουθες αλλαγές κατά τα αναφερόμενα στο δεύτερο εδάφιο.
Η Επιτροπή διαθέτει στα κράτη μέλη κατάλογο όλων των αρχών και δημοσιεύει αυτές τις πληροφορίες στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 4
Άρθρο 5
Όταν μια υπηρεσία διασύνδεσης, ή ένας αρμόδιος υπάλληλος, αποστέλλει ή παραλαμβάνει αίτηση ή απάντηση σε αίτηση συνδρομής, ενημερώνει την κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους της, σύμφωνα με τους όρους που αυτή έχει ορίσει.
Άρθρο 6
Όταν μια υπηρεσία διασύνδεσης, ή ένας αρμόδιος υπάλληλος, παραλαμβάνει αίτηση συνδρομής που συνεπάγεται δράση εκτός του εδαφικού ή του επιχειρησιακού χώρου τους, διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση την αίτηση αυτή στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους της και ενημερώνει σχετικά την αιτούσα αρχή. Στην περίπτωση αυτή, το χρονικό διάστημα που προβλέπεται από το άρθρο 10 άρχεται από την επόμενη ημέρα της διαβίβασης της αίτησης συνδρομής στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΕΩΣ
ΤΜΗΜΑ 1
Αίτηση για παροχή πληροφοριών και για διοικητικές έρευνες
Άρθρο 7
▼M3 M5 —————
Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, διεξαγωγή έρευνας για ποσά που έχει δηλώσει ή που θα έπρεπε να είχε δηλώσει υποκείμενος στον φόρο εγκατεστημένος στο κράτος μέλος της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, τα οποία αφορούν παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών από τον εν λόγω υποκείμενο στον φόρο και τα οποία είναι φορολογητέα στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής, μπορεί να απορριφθεί μόνο για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:
για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 και αξιολογούνται από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση σύμφωνα με δήλωση βέλτιστων πρακτικών σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 54 παράγραφος 1, η οποία θεσπίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2,
για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 54 παράγραφοι 2, 3 και 4,
για τον λόγο ότι η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση είχε ήδη διαβιβάσει στην αιτούσα αρχή πληροφορίες σχετικά με τον ίδιο υποκείμενο στον φόρο, ως αποτέλεσμα διοικητικής έρευνας διεξαχθείσας σε διάστημα μικρότερο της τελευταίας διετίας.
Όταν η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση αρνείται τη διοικητική έρευνα που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο για τους λόγους που παρατίθενται στο στοιχείο α) ή β), γνωστοποιεί εντούτοις στην αιτούσα αρχή τις ημερομηνίες και τα ποσά όλων των σχετικών παραδόσεων και παροχών που πραγματοποίησε ο υποκείμενος στον φόρο στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής κατά την τελευταία διετία.
Εφόσον το απαιτεί το κράτος μέλος προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από τις αιτούσες αρχές δύνανται να λαμβάνουν μέρος στη διοικητική έρευνα. Η εν λόγω διοικητική έρευνα διεξάγεται από κοινού και διενεργείται υπό τη διεύθυνση και σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Οι υπάλληλοι των αιτουσών αρχών έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα όπως και οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και, εφόσον η νομοθεσία του κράτους μέλους προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση το επιτρέπει για τους υπαλλήλους του, μπορούν να καλούν σε συνέντευξη τους υποκείμενους στον φόρο. Οι υπάλληλοι των αιτουσών αρχών ασκούν τις εξουσίες ελέγχου με μοναδικό σκοπό τη διεξαγωγή της διοικητικής έρευνας.
Όταν το κράτος μέλος προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση δεν έχει ζητήσει υπαλλήλους από τα αιτούντα κράτη μέλη, οι υπάλληλοι οποιουδήποτε από τα αιτούντα κράτη μέλη δύνανται να είναι παρόντες κατά τη διάρκεια της διοικητικής έρευνας, ασκώντας τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 28 παράγραφος 2, στον βαθμό που πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Σε κάθε περίπτωση, οι υπάλληλοι των εν λόγω αιτούντων κρατών μελών δύνανται να είναι παρόντες προς διαβούλευση.
Στην περίπτωση που πρέπει να συμμετάσχουν ή να είναι παρόντες υπάλληλοι από τα αιτούντα κράτη μέλη, η διοικητική έρευνα διεξάγεται μόνον όταν έχει εξασφαλισθεί η εν λόγω συμμετοχή ή παρουσία τους για τους σκοπούς της διοικητικής έρευνας.
Άρθρο 8
Οι αιτήσεις για παροχή πληροφοριών και διεξαγωγή διοικητικών ερευνών βάσει του άρθρου 7 διαβιβάζονται μέσω υποδείγματος εντύπου το οποίο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 58 παράγραφος 2, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 50 ή σε έκτακτες περιπτώσεις κατά τις οποίες η αίτηση περιλαμβάνει τους λόγους για τους οποίους η αιτούσα αρχή θεωρεί ακατάλληλο το τυποποιημένο έντυπο.
Άρθρο 9
ΤΜΗΜΑ 2
Προθεσμία παροχής πληροφοριών
Άρθρο 10
Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει τις πληροφορίες τις οποίες αναφέρουν τα άρθρα 7 και 9, το συντομότερο δυνατόν, και το αργότερο τρεις μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.
Ωστόσο, στην περίπτωση που οι σχετικές πληροφορίες βρίσκονται ήδη στη διάθεση της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, η προθεσμία μειώνεται σε ένα μήνα κατ’ ανώτατο όριο.
Άρθρο 11
Για συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες περιπτώσεων, η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορούν να συμφωνούν μεταξύ τους διαφορετικές προθεσμίες από εκείνες που προβλέπονται από το άρθρο 10.
Άρθρο 12
Σε περίπτωση που η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην αίτηση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, ενημερώνει αμέσως γραπτώς την αιτούσα αρχή για τους λόγους που την εμποδίζουν να τηρήσει την εν λόγω προθεσμία και για το πότε υπολογίζει ότι θα μπορέσει, κατά πάσα πιθανότητα, να ανταποκριθεί στο αίτημα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΑΙΤΗΣΗ
Άρθρο 13
Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς προηγούμενη αίτηση, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
όταν θεωρείται ότι οι φόροι επιβάλλονται στο κράτος μέλος προορισμού και οι πληροφορίες που παρέχει το κράτος μέλος καταγωγής είναι αναγκαίες για την αποτελεσματικότητα του συστήματος ελέγχου του κράτους μέλους προορισμού,
όταν ένα κράτος μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι διαπράχθηκε ή ενδέχεται να διαπράχθηκε παραβίαση της νομοθεσίας για τον ΦΠΑ στο άλλο κράτος μέλος,
όταν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής φορολογικών εσόδων στο άλλο κράτος μέλος.
Η Επιτροπή εγκρίνει με εκτελεστικές πράξεις τα τυποποιημένα έντυπα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 58 παράγραφος 2.
Άρθρο 14
Τα ακόλουθα ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2:
οι ακριβείς κατηγορίες πληροφοριών που υπόκεινται σε αυτόματη ανταλλαγή·
η συχνότητα της ανταλλαγής για κάθε κατηγορία πληροφοριών που ανταλλάσσονται αυτόματα, και
οι πρακτικές ρυθμίσεις της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών.
Ένα κράτος μέλος μπορεί να μη συμμετέχει στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με μία ή περισσότερες κατηγορίες όταν η συλλογή πληροφοριών με σκοπό αυτήν την ανταλλαγή απαιτεί την επιβολή νέων υποχρεώσεων στους υποκείμενους στο ΦΠΑ για το σκοπό της συγκέντρωσης πληροφοριών ή επιβάλλει δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στο κράτος μέλος.
Τα αποτελέσματα της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών για κάθε κατηγορία επανεξετάζονται μία φορά το χρόνο, από την Επιτροπή του άρθρου 58 παράγραφος 1, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι ο συγκεκριμένος τύπος ανταλλαγής πραγματοποιείται μόνον όταν είναι το αποτελεσματικότερο μέσο ανταλλαγής πληροφοριών.
Άρθρο 15
Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, μέσω αυθόρμητης ανταλλαγής, διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τις αναφερόμενες στο άρθρο 13 παράγραφος 1 πληροφορίες που δεν έχουν διαβιβασθεί σύμφωνα με την αυτόματη ανταλλαγή του άρθρου 14, τις οποίες γνωρίζουν και τις οποίες θεωρούν ότι θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες σε εκείνες τις αρμόδιες αρχές.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΑΝΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ
Άρθρο 16
Όταν αρμόδια αρχή παρέχει πληροφορίες δυνάμει των άρθρων 7 ή 15, μπορεί να ζητεί από την αρμόδια αρχή που τις παραλαμβάνει να της αποστείλει σχετική αναπληροφόρηση. Σε περίπτωση τέτοιου αιτήματος, η αρμόδια αρχή που παραλαμβάνει τις σχετικές πληροφορίες αποστέλλει, με την επιφύλαξη των κανόνων περί φορολογικού απορρήτου και προστασίας δεδομένων που ισχύουν στο οικείο κράτος μέλος, την αναπληροφόρηση το συντομότερο δυνατόν, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν επιβάλλει δυσανάλογο διοικητικό φόρτο. Οι πρακτικές ρυθμίσεις καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
Άρθρο 17
Κάθε κράτος μέλος αποθηκεύει σε ηλεκτρονικό σύστημα τις ακόλουθες πληροφορίες:
τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει σύμφωνα με το κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·
τα δεδομένα σχετικά με την ταυτότητα, τη δραστηριότητα, τη νομική μορφή και τη διεύθυνση των προσώπων στα οποία έχει χορηγήσει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ και τα οποία δεδομένα έχουν συλλεγεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 213 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, καθώς και την ημερομηνία κατά την οποία χορηγήθηκε ο εν λόγω αριθμός·
τα δεδομένα σχετικά με τους αριθμούς φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει χορηγήσει και είναι πλέον άκυροι, καθώς και τις ημερομηνίες κατά την οποία ακυρώθηκαν αυτοί οι αριθμοί·
τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει δυνάμει των άρθρων 360, 361, 364, 365, 369γ, 369στ, 369ζ, 369ιε, 369ιστ, 369ιθ και 369κ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·
τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει δυνάμει του άρθρου 143 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, όπως επίσης και τη χώρα καταγωγής, τη χώρα προορισμού, τον κωδικό εμπορεύματος, το νόμισμα, το συνολικό ποσό, τη συναλλαγματική ισοτιμία, την τιμή μονάδας και το καθαρό βάρος·
τα δεδομένα σχετικά με τους αριθμούς φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που αναφέρονται στο άρθρο 369ιζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ και τους οποίους έχει χορηγήσει και, ανά αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει χορηγηθεί από οποιοδήποτε κράτος μέλος, τη συνολική αξία των εισαγωγών αγαθών που έχουν εξαιρεθεί δυνάμει του άρθρου 143 παράγραφος 1 στοιχείο γα) κατά τη διάρκεια κάθε μηνός.
Άρθρο 18
Προκειμένου να είναι δυνατή η χρησιμοποίηση των πληροφοριών που μνημονεύονται στο άρθρο 17 στο πλαίσιο των προβλεπόμενων από τον παρόντα κανονισμό διαδικασιών, οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να διατίθενται επί πενταετία τουλάχιστον μετά τη λήξη του πρώτου ημερολογιακού έτους κατά το οποίο επιβάλλεται να δίδεται πρόσβαση στις πληροφορίες.
Άρθρο 19
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες που διατίθενται στο ηλεκτρονικό σύστημα του άρθρου 17 να είναι ενημερωμένες, πλήρεις και ακριβείς.
Δυνάμει της διαδικασίας του άρθρου 58 παράγραφος 2 θεσπίζονται κριτήρια βάσει των οποίων καθορίζεται ποιες τροποποιήσεις δεν είναι συναφείς, ουσιαστικές ή χρήσιμες και μπορούν κατά συνέπεια να παραλείπονται.
Άρθρο 20
Άρθρο 21
Προκειμένου για τις πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α), είναι, οπωσδήποτε, προσπελάσιμες οι ακόλουθες επιμέρους πληροφορίες:
οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που χορηγεί το κράτος μέλος που λαμβάνει τις πληροφορίες,
η συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών και η συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παροχών υπηρεσιών προς πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός μητρώου ΦΠΑ σύμφωνα με το στοιχείο α) από όλες τις επιχειρήσεις που έχουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος που παρέχει τις πληροφορίες,
οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ των προσώπων τα οποία πραγματοποίησαν τις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που προβλέπονται στο στοιχείο β) και οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ των προσώπων που υπέβαλαν πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 262 παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με τα πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α),
η συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών που προβλέπονται στο στοιχείο β) και έχουν πραγματοποιηθεί από καθένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο γ) σε κάθε πρόσωπο που έχει αριθμό μητρώου ΦΠΑ όπως προβλέπεται στο στοιχείο α),
η συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών που προβλέπονται στο στοιχείο β) και έχουν πραγματοποιηθεί από καθένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο γ) προς κάθε πρόσωπο που έχει λάβει αριθμό μητρώου ΦΠΑ από κάποιο άλλο κράτος μέλος και για κάθε πρόσωπο που υποβάλλει πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 262 παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, ο ατομικός του αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ και οι πληροφορίες που είχε υποβάλει σχετικά με κάθε πρόσωπο που έχει λάβει αριθμό μητρώου ΦΠΑ από κάποιο άλλο κράτος μέλος υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
η πρόσβαση συνδέεται με έρευνα για εικαζόμενη απάτη ή αποσκοπεί να εντοπίσει απάτη,
η πρόσβαση γίνεται μέσω υπαλλήλου συνδέσμου του Eurofisc, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1, ο οποίος έχει ταυτοποίηση προσωπικού χρήστη για τα ηλεκτρονικά συστήματα που επιτρέπει πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες.
▼M3 M5 —————
Οι αξίες που αναφέρονται στα στοιχεία β), δ) και ε) εκφράζονται στο νόμισμα του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες και αφορούν τις περιόδους υποβολής των ανακεφαλαιωτικών πινάκων για κάθε υποκείμενο σε φόρο, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 263 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.
Προκειμένου για τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ), είναι προσπελάσιμες οι ακόλουθες επιμέρους πληροφορίες:
οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που χορηγεί το κράτος μέλος που λαμβάνει τις πληροφορίες,
οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του εισαγωγέα ή του φορολογικού του αντιπροσώπου που παραδίδει τα αγαθά στα πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου,
η χώρα καταγωγής, η χώρα προορισμού, ο κωδικός εμπορεύματος, το συνολικό ποσό και το καθαρό βάρος των εισαγόμενων αγαθών που ακολουθούνται από ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών από κάθε πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου σε κάθε πρόσωπο με αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου,
η χώρα καταγωγής, η χώρα προορισμού, ο κωδικός εμπορεύματος, το νόμισμα, το συνολικό ποσό, η συναλλαγματική ισοτιμία, η τιμή μονάδας και το καθαρό βάρος των εισαγόμενων αγαθών που ακολουθούνται από ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών από κάθε πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου σε κάθε πρόσωπο με αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει χορηγηθεί από άλλο κράτος μέλος υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
η πρόσβαση συνδέεται με έρευνα για εικαζόμενη απάτη ή αποσκοπεί να εντοπίσει απάτη,
η πρόσβαση γίνεται μέσω υπαλλήλου συνδέσμου Eurofisc, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1, ο οποίος έχει ταυτοποίηση προσωπικού χρήστη για τα ηλεκτρονικά συστήματα που επιτρέπει πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες.
Οι αξίες που αναφέρονται στα στοιχεία γ) και δ) του πρώτου εδαφίου εκφράζονται στο νόμισμα του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες και αφορούν κάθε είδος εμπορευμάτων της τελωνειακής δήλωσης που υποβάλλεται.
Άρθρο 21α
Κάθε κράτος μέλος παραχωρεί στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους αυτόματη πρόσβαση στις ακόλουθες πληροφορίες σε σχέση με τις εθνικές ταξινομήσεις οχημάτων:
στοιχεία αναγνώρισης οχημάτων,
στοιχεία αναγνώρισης των ιδιοκτητών και των κατόχων του οχήματος στο όνομα των οποίων έχει ταξινομηθεί το όχημα, όπως ορίζεται στο δίκαιο του κράτους μέλους ταξινόμησης.
Η πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παραχωρείται υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
η πρόσβαση συνδέεται με έρευνα για εικαζόμενη απάτη όσον αφορά τον ΦΠΑ ή αποσκοπεί να εντοπίσει απάτη όσον αφορά τον ΦΠΑ,
η πρόσβαση γίνεται μέσω υπαλλήλου συνδέσμου Eurofisc, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1, ο οποίος έχει ταυτοποίηση προσωπικού χρήστη για τα ηλεκτρονικά συστήματα που επιτρέπει πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες.
Άρθρο 22
Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν διαδικασίες για την εξακρίβωση των δεδομένων αυτών όπως καθορίζονται από τα αποτελέσματα της αξιολόγησης κινδύνου τους. Η εξακρίβωση διενεργείται, καταρχήν, πριν από την ταυτοποίηση για τους σκοπούς του ΦΠΑ ή, όταν πριν από αυτήν την ταυτοποίηση διεξάγεται μόνο προκαταρκτική εξακρίβωση, εντός έξι μηνών το πολύ από αυτήν την ταυτοποίηση.
Άρθρο 23
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο αριθμός του φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που προβλέπεται στο άρθρο 214 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ αναφέρεται ως άκυρος στο προβλεπόμενο στο άρθρο 17 του παρόντος κανονισμού ηλεκτρονικό σύστημα, τουλάχιστον σε μια από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
όταν τα πρόσωπα τα οποία έχουν ταυτοποιηθεί για τους σκοπούς του ΦΠΑ έχουν δηλώσει ότι έχει παύσει η οικονομική δραστηριότητά τους, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, ή όταν η αρμόδια φορολογική υπηρεσία θεωρεί ότι έχουν παύσει αυτήν τη δραστηριότητα. Μια φορολογική υπηρεσία μπορεί να υποθέσει συγκεκριμένα ότι έχει παύσει η οικονομική δραστηριότητα προσώπου όταν, παρά τη σχετική αίτηση, το πρόσωπο αυτό δεν έχει υποβάλει δηλώσεις ΦΠΑ και ανακεφαλαιωτικούς πίνακες επί ένα έτος μετά την εκπνοή της προθεσμίας που ίσχυε για την πρώτη δήλωση ή πίνακα που δεν υποβλήθηκε. Το πρόσωπο αυτό έχει το δικαίωμα να αποδείξει κατ’ άλλο τρόπο ότι συνεχίζει την οικονομική δραστηριότητά του,
όταν τα πρόσωπα έχουν δηλώσει ψευδή στοιχεία με σκοπό την εξασφάλιση ταυτοποίησης αναφορικά με τον ΦΠΑ ή δεν έχουν κοινοποιήσει τις αλλαγές των στοιχείων τους και, εάν η φορολογική υπηρεσία ήταν ενήμερη, αυτή θα αρνούταν την ταυτοποίηση για τους σκοπούς του ΦΠΑ ή θα καταργούσε τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ.
Άρθρο 24
Εάν, για την εφαρμογή των άρθρων 17 έως 21α, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες με ηλεκτρονικά μέσα, λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζουν την τήρηση του άρθρου 55.
Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για οποιαδήποτε απαραίτητη εξέλιξη του συστήματός τους για την ανταλλαγή των εν λόγω πληροφοριών με τη χρήση του δικτύου CCN/CSI ή κάθε άλλου παρόμοιου δικτύου που χρησιμοποιείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 21α με ηλεκτρονικά μέσα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ
Άρθρο 25
H αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, κατ’ αίτηση της αιτούσας αρχής και σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, κοινοποιεί στον παραλήπτη όλες τις πράξεις και αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές και αφορούν την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ΦΠΑ στο έδαφος του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η αιτούσα αρχή.
Άρθρο 26
Η αίτηση κοινοποίησης, με την οποία επισημαίνεται το αντικείμενο της προς κοινοποίηση πράξης ή απόφασης, περιλαμβάνει το όνομα, τη διεύθυνση και κάθε άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητας του παραλήπτη.
Άρθρο 27
Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δίνεται στην αίτηση κοινοποίησης και κοινοποιεί, ειδικότερα, την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση ή η πράξη κοινοποιήθηκε στον παραλήπτη.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΝΕΡΓΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ
Άρθρο 28
Εφόσον επιτρέπεται βάσει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, οι υπάλληλοι των αιτούντων κρατών μελών ασκούν τις ίδιες εξουσίες ελέγχου με αυτές που έχουν ανατεθεί στους υπαλλήλους του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.
Οι υπάλληλοι των αιτουσών αρχών ασκούν τις εξουσίες ελέγχου με μοναδικό σκοπό τη διεξαγωγή της διοικητικής έρευνας.
Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των αιτουσών αρχών και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που ορίζονται από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, οι συμμετέχουσες αρχές δύνανται να συντάξουν κοινή έκθεση έρευνας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII
ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ
Άρθρο 29
Τα κράτη μέλη δύνανται να συμφωνήσουν να διενεργούν ταυτόχρονους ελέγχους, όταν θεωρούν ότι οι έλεγχοι αυτοί είναι αποτελεσματικότεροι από τους ελέγχους που διεξάγονται σε ένα μόνο κράτος μέλος.
Άρθρο 30
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟΝ ΦΟΡΟ
Άρθρο 31
▼M2 —————
Άρθρο 32
ΚΕΦΑΛΑΙΟ X
EUROFISC
Άρθρο 33
Στα πλαίσια του Eurofisc, τα κράτη μέλη:
θεσπίζουν πολυμερή μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης με σκοπό την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ,
διεξάγουν και συντονίζουν την ταχεία πολυμερή ανταλλαγή και την από κοινού επεξεργασία και ανάλυση στοχοθετημένων πληροφοριών για τη διασυνοριακή απάτη στους τομείς στους οποίους δραστηριοποιείται το Eurofisc («τομείς εργασίας του Eurofisc»),
συντονίζουν τις εργασίες των υπαλλήλων συνδέσμων των κρατών μελών που συμμετέχουν στο Eurofisc, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1, όσον αφορά την ανταπόκριση στις προειδοποιήσεις και τις πληροφορίες που έχουν λάβει,
συντονίζουν τις διοικητικές έρευνες των συμμετεχόντων κρατών μελών σχετικά με απάτες που εντοπίζουν οι υπάλληλοι σύνδεσμοι του Eurofisc κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 36 παράγραφος 1, χωρίς εξουσία να απαιτούν από τα κράτη μέλη να διενεργούν διοικητικές έρευνες.
Άρθρο 34
Άρθρο 35
Η Επιτροπή παρέχει τεχνική και επιμελητειακή στήριξη στο Eurofisc. Η Επιτροπή δεν έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1, οι οποίες μπορούν να ανταλλάσσονται στο Eurofisc, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 55 παράγραφος 2.
Άρθρο 36
Οι υπάλληλοι σύνδεσμοι των κρατών μελών:
συμφωνούν σχετικά με τον καθορισμό και την περάτωση των τομέων εργασίας του Eurofisc,
εξετάζουν τυχόν θέματα που αφορούν την επιχειρησιακή λειτουργία του Eurofisc,
αξιολογούν, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα της λειτουργίας των δραστηριοτήτων του Eurofisc,
εγκρίνουν την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 37.
Οι συντονιστές του τομέα εργασίας του Eurofisc:
συγκεντρώνουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν από τους συμμετέχοντες υπάλληλους συνδέσμους του Eurofisc όπως συμφωνείται από τους συμμετέχοντες του τομέα εργασίας και θέτουν όλες τις πληροφορίες στη διάθεση των άλλων συμμετεχόντων υπαλλήλων συνδέσμων του Eurofisc· οι πληροφορίες αυτές ανταλλάσσονται με ηλεκτρονικά μέσα,
διασφαλίζουν την επεξεργασία και ανάλυση των πληροφοριών που λαμβάνουν από τους συμμετέχοντες υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc μαζί με τις σχετικές στοχοθετημένες πληροφορίες για τη διασυνοριακή απάτη που γνωστοποιούνται ή συλλέγονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, όπως συμφωνείται από τους συμμετέχοντες του τομέα εργασίας, και θέτουν τα αποτελέσματα στη διάθεση όλων των συμμετεχόντων υπαλλήλων συνδέσμων του Eurofisc,
παρέχουν αναπληροφόρηση σε όλους τους συμμετέχοντες υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc,
υποβάλλουν ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του τομέα εργασίας στους υπαλλήλους συνδέσμους των κρατών μελών.
Άρθρο 37
Ο πρόεδρος του Eurofisc υποβάλλει ετήσια έκθεση των δραστηριοτήτων όλων των τομέων εργασίας στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφος 1.
Η Επιτροπή εγκρίνει, με εκτελεστικές πράξεις, τις διαδικαστικές ρυθμίσεις σε σχέση με το Eurofisc. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 58 παράγραφος 2.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XI
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ ΧΙΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2006/112/ΕΚ
ΤΜΗΜΑ 1
Διατάξεις εφαρμοστέες έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014
Άρθρο 38
Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται για τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Οι ορισμοί που περιέχονται στο άρθρο 358 της οδηγίας αυτής εφαρμόζονται επίσης για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου.
Άρθρο 39
Άρθρο 40
Άρθρο 41
Άρθρο 42
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τους σχετικούς αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για την κατάθεση των ποσών σύμφωνα με το άρθρο 41.
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και την Επιτροπή οποιεσδήποτε μεταβολές του κανονικού φορολογικού συντελεστή.
ΤΜΗΜΑ 2
Διατάξεις εφαρμοστέες από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως τις 30 Ιουνίου 2021·
Άρθρο 43
Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται για τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.
Άρθρο 44
Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο διαβιβάζονται οι πληροφορίες, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 45
Άρθρο 46
Όσον αφορά τις μεταφορές ποσών προς το κράτος μέλος κατανάλωσης σύμφωνα με το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ, κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, το κράτος μέλος εγγραφής δικαιούται να παρακρατήσει από τα ποσά που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο:
από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016, 30 %·
από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, 15 %·
από την 1η Ιανουαρίου 2019, 0 %.
Άρθρο 47
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τους σχετικούς αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για την κατάθεση των ποσών σύμφωνα με το άρθρο 46.
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και την Επιτροπή οποιεσδήποτε μεταβολές του φορολογικού συντελεστή, που ισχύει για την παροχή τηλεπικοινωνιών, τηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικών υπηρεσιών.
ΤΜΗΜΑ 3
Διατάξεις εφαρμοστέες από την 1η Ιουλίου 2021·
Άρθρο 47a
Οι διατάξεις του παρόντος τμήματος εφαρμόζονται από την 1η Ιουλίου 2021.·
Άρθρο 47β
Άρθρο 47γ
Άρθρο 47δ
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει επίσης τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 369ζ παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου κράτους μέλους από το οποίο αποστέλλονται ή μεταφέρονται αγαθά, καθώς και τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 369ζ παράγραφος 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ στην αρμόδια αρχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους εγκατάστασης.
Τα κράτη μέλη που έχουν απαιτήσει τη συμπλήρωση της δήλωσης ΦΠΑ σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης.
Άρθρο 47ε
Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος κατανάλωσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη σύνδεση κάθε πληρωμής με την αντίστοιχη δήλωση ΦΠΑ.
Άρθρο 47στ
Τα κράτη μέλη που είχαν απαιτήσει την καταβολή του φόρου σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης.
Η μεταφορά πραγματοποιείται το αργότερο εντός 20 ημερών μετά το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου ελήφθη η πληρωμή.
Άρθρο 47ζ
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τους σχετικούς αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για την κατάθεση των ποσών σύμφωνα με το άρθρο 47στ.
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και στην Επιτροπή τις μεταβολές των φορολογικών συντελεστών που ισχύουν για τις παραδόσεις αγαθών και την παροχή υπηρεσιών στις οποίες εφαρμόζονται τα ειδικά καθεστώτα.
Άρθρο 47η
Τα κράτη μέλη, κατά την εισαγωγή αγαθών σε σχέση με τα οποία δηλώνεται ΦΠΑ στο πλαίσιο του ειδικού καθεστώτος που προβλέπεται στον τίτλο XII κεφάλαιο 6 τμήμα 4 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, πραγματοποιούν ηλεκτρονική επαλήθευση της εγκυρότητας του ατομικού αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει χορηγηθεί δυνάμει του άρθρου 369ιζ της εν λόγω οδηγίας και έχει κοινοποιηθεί το αργότερο κατά την υποβολή της διασάφησης εισαγωγής.
Άρθρο 47θ
Άρθρο 47ι
Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται μόνο σε σχέση με διοικητική έρευνα που αφορά τα ειδικά καθεστώτα.
Σε περιπτώσεις συμφωνίας σχετικά με την ανάγκη για διοικητική έρευνα, το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη.
Αυτό δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία.
Άρθρο 47ια
Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τη δυνατότητα να αντλεί πληροφορίες απευθείας από τα μηνύματα που προέρχονται από το αυτοματοποιημένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 53 για σκοπούς που αφορούν συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία και για διαγνωστικούς σκοπούς σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και ε). Στα εν λόγω στοιχεία δεν περιλαμβάνονται δεδομένα σχετικά με μεμονωμένους υποκειμένους στον φόρο.
Άρθρο 47ιβ
Για την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίσει τα ακόλουθα μέτρα, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφος 2:
τις τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου του κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 47β παράγραφος 1, στο άρθρο 47γ παράγραφος 1 και στο άρθρο 47δ παράγραφος 1 και το τυποποιημένο έντυπο που αναφέρεται στο άρθρο 47θ παράγραφος 3,
τις τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου του κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 47β παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 47γ παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 47δ παράγραφος 2, στο άρθρο 47ε, στο άρθρο 47στ παράγραφος 2, στο άρθρο 47θ παράγραφοι 1, 2 και 4 και στο άρθρο 47ι παράγραφοι 1, 2 και 3, καθώς και τα τεχνικά μέσα για τη διαβίβαση των εν λόγω πληροφοριών,
τις τεχνικές λεπτομέρειες για τη διαβίβαση μεταξύ των κρατών μελών των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 47ζ,
τις τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν την επαλήθευση των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 47η από το κράτος μέλος εισαγωγής,
τα συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία και για διαγνωστικούς σκοπούς που θα αντλούνται από την Επιτροπή, όπως αναφέρονται στο άρθρο 47ια, καθώς και τα τεχνικά μέσα για την άντληση των εν λόγω πληροφοριών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XII
ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΔΙΑΦΥΛΑΞΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΦΠΑ ΣΕ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟ ΦΟΡΟ ΜΗ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΑΛΛΑ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥΣ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ
Άρθρο 48
Όταν το κράτος μέλος εγκατάστασης λάβει γνώση ότι υποκείμενος στον φόρο που υποβάλλει αίτηση επιστροφής του ΦΠΑ, σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ, έχει φορολογικές οφειλές στο εν λόγω κράτος μέλος εγκατάστασης, μπορεί να ζητήσει τη συγκατάθεση του υποκειμένου στον φόρο για τη μεταφορά της επιστροφής του ΦΠΑ απευθείας στο κράτος μέλος εγκατάστασης για τους σκοπούς της εξόφλησης των εκκρεμών φορολογικών οφειλών. Εφόσον ο υποκείμενος στον φόρο συμφωνήσει για την εν λόγω μεταφορά, το κράτος μέλος εγκατάστασης ενημερώνει το κράτος μέλος επιστροφής του φόρου για το ποσό σχετικά με το οποίο έχει δοθεί η συγκατάθεση, το δε κράτος μέλος επιστροφής μεταφέρει για λογαριασμό του υποκειμένου στον φόρο το ποσό αυτό στο κράτος μέλος εγκατάστασης. Το κράτος μέλος εγκατάστασης ενημερώνει τον υποκείμενο στον φόρο αν το ποσό που μεταφέρθηκε εξοφλεί πλήρως ή εν μέρει την φορολογική οφειλή σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και τις διοικητικές πρακτικές του. Ωστόσο, η μεταφορά της επιστροφής του ΦΠΑ στο κράτος μέλος εγκατάστασης δεν θίγει το δικαίωμα του κράτους μέλους επιστροφής να εισπράττει τις οφειλές που έχει σε αυτό ο υποκείμενος στον φόρο.
Εάν οι φορολογικές οφειλές στο κράτος μέλος εγκατάστασης αμφισβητούνται, η μεταφορά των ποσών επιστροφής μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το κράτος μέλος της εγκατάστασης ως μέτρο παρακράτησης, με τη συγκατάθεση του υποκειμένου στον φόρο, μέχρις ότου πραγματοποιηθεί αποτελεσματικός δικαστικός έλεγχος στο εν λόγω κράτος μέλος.
Οι εναρμονισμένοι κωδικοί που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και επί τη βάσει της ονοματολογίας NACE η οποία καθιερώνεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1893/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE ( 1 ).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIII
ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ Ή ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Άρθρο 49
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIV
ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ
Άρθρο 50
Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να κοινοποιούν σε τρίτη χώρα, σύμφωνα με τις εσωτερικές τους διατάξεις όσον αφορά τη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων σε τρίτες χώρες, πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προέρχονται οι πληροφορίες έχει δώσει τη συγκατάθεσή της για την κοινοποίηση, και
η ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα έχει δεσμευθεί να παρέχει την αναγκαία συνεργασία για να συγκεντρωθούν αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον παράτυπο χαρακτήρα των πράξεων που φαίνεται ότι αντιβαίνουν στη νομοθεσία για τον ΦΠΑ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XV
ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
Άρθρο 51
Όταν μια αρχή παραλαμβάνει αίτηση ή πληροφορίες οι οποίες δεν προορίζονται για αυτήν, αποστέλλει μήνυμα με ηλεκτρονικά μέσα στον αποστολέα χωρίς καθυστέρηση και οπωσδήποτε εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή.
Άρθρο 52
Οι αιτήσεις παροχής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων των αιτήσεων κοινοποίησης πληροφοριών, και τα επισυναπτόμενα σε αυτές δικαιολογητικά, μπορούν να διατυπώνονται σε οποιαδήποτε γλώσσα συμφωνήσουν η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Οι εν λόγω αιτήσεις συνοδεύονται από μετάφραση στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, μόνον σε ειδικές περιπτώσεις όπου η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση αναφέρει μια αιτία για την οποία ζητεί αυτήν τη μετάφραση.
Άρθρο 53
Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα υπάρχοντα ή τα νέα συστήματα επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών, που είναι απαραίτητα σύμφωνα με όσα περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό, θα έχουν τεθεί σε λειτουργία. Η συμφωνία για το επίπεδο των υπηρεσιών που εξασφαλίζει την τεχνική ποιότητα και την ποσότητα των υπηρεσιών που παρέχουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη για τη λειτουργία αυτών των συστημάτων επικοινωνίας και πληροφοριών αποφασίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 58 παράγραφος 2. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για οποιαδήποτε προσαρμογή του δικτύου CCN/CSI που απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών μεταξύ των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για οποιαδήποτε προσαρμογή των συστημάτων τους που απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών με τη χρήση του CCN/CSI.
Τα κράτη μέλη παραιτούνται από κάθε αίτημα κάλυψης των εξόδων που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εκτός, κατά περίπτωση, από τις αμοιβές που καταβάλλονται σε εμπειρογνώμονες.
Άρθρο 54
Η αρχή κράτους μέλους στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει στην αιτούσα αρχή άλλου κράτους μέλους τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1, υπό την προϋπόθεση ότι:
ο αριθμός και η φύση των αιτήσεων παροχής πληροφοριών, οι οποίες υποβάλλονται από την αιτούσα αρχή σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, δεν επιβάλλουν δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στην αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση·
η αιτούσα αρχή έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφοριών τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ανάλογα με τις περιστάσεις για να λάβει τις αιτούμενες πληροφορίες χωρίς να κινδυνεύει η επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος.
Άρθρο 55
Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του προσδιορισμού της φορολογητέας βάσης ή για την είσπραξη και το διοικητικό έλεγχο των φόρων.
Οι πληροφορίες αυτές μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των άλλων εισφορών, δασμών και φόρων που καλύπτονται από το άρθρο 2 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2008, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα ( 2 ).
Επιπλέον, οι πληροφορίες αυτές δύνανται να χρησιμοποιούνται σε δικαστικές διαδικασίες που ενδέχεται να συνεπάγονται κυρώσεις, λόγω παραβιάσεων της φορολογικής νομοθεσίας με την επιφύλαξη των γενικών κανόνων και νομικών διατάξεων που διέπουν τα δικαιώματα των εναγομένων και των μαρτύρων σε τέτοιου είδους διαδικασίες.
Κάθε αποθήκευση, επεξεργασία ή ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό υπόκειται στους κανονισμούς (ΕΕ) 2016/679 ( 3 ) και (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ( 4 ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Εντούτοις, τα κράτη μέλη για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, περιορίζουν την έκταση των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 15 και στα άρθρα 17, 21 και 22 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. Οι περιορισμοί αυτοί περιορίζονται στο απολύτως αναγκαίο για τη διασφάλιση των συμφερόντων που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εν λόγω κανονισμού, ιδίως προκειμένου:
να μπορούν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να εκτελούν ορθά τα καθήκοντά τους για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ή
να μην παρεμποδίζεται η διενέργεια επίσημων ή νομικών ερευνών, αναλύσεων ή διαδικασιών για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και να εξασφαλίζεται ότι δεν διακυβεύονται η πρόληψη, η διερεύνηση και ο εντοπισμός της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης.
Η επεξεργασία και η αποθήκευση των πληροφοριών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό λαμβάνουν χώρα μόνο για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, η δε επεξεργασία τους δεν γίνεται κατά τρόπο ασύμβατο προς τους σκοπούς αυτούς. Απαγορεύεται η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού για άλλους σκοπούς, όπως π.χ. εμπορικούς σκοπούς. Οι περίοδοι αποθήκευσης των πληροφοριών αυτών περιορίζονται στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη αυτών των σκοπών. Οι περίοδοι αποθήκευσης των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 17 του παρόντος κανονισμού καθορίζονται σύμφωνα με τις προθεσμίες που προβλέπονται στη νομοθεσία του κράτους μέλους, αλλά δεν υπερβαίνουν τα δέκα έτη.
Άρθρο 56
Οι αναφορές, οι βεβαιώσεις και τα οποιαδήποτε άλλα έγγραφα, ή τα επικυρωμένα αντίγραφα και αποσπάσματά τους, τα οποία συγκεντρώνουν οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και τα οποία διαβιβάζονται στην αιτούσα αρχή στις περιπτώσεις παροχής συνδρομής που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία από τα αρμόδια όργανα του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής, όπως ακριβώς και τα αντίστοιχα έγγραφα που διαβιβάζονται από άλλη αρχή της εν λόγω χώρας.
Άρθρο 57
Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για:
τη διασφάλιση καλού εσωτερικού συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων αρχών·
την καθιέρωση άμεσης συνεργασίας μεταξύ των ειδικά εξουσιοδοτημένων για το συντονισμό αυτό αρχών·
για τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπει ο παρών κανονισμός.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVI
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 58
Άρθρο 59
Άρθρο 60
Άρθρο 61
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 αντικαθίσταται από την 1η Ιανουαρίου 2012. Ωστόσο, το άρθρο 2 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού εξακολουθεί να ισχύει έως την ημερομηνία δημοσίευσης από την Επιτροπή του καταλόγου των αρμόδιων αρχών που αναφέρεται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού.
Το κεφάλαιο V, πλην του άρθρου 27 παράγραφος 4, του εν λόγω κανονισμού εξακολουθεί να ισχύει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012.
Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.
Άρθρο 62
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2012.
Ωστόσο, τα άρθρα 33 έως 37 εφαρμόζονται από την 1η Νοεμβρίου 2010·
το κεφάλαιο V, πλην των άρθρων 22 και 23, εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2013·
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
▼M3 M5 —————
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Καταργούμενος κανονισμός με τις διαδοχικές τροποποιήσεις του
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου |
ΕΕ L 264 της 15.10.2003, σ. 1. |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 885/2004 του Συμβουλίου |
ΕΕ L 168 της 1.5.2004, σ. 1. |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 του Συμβουλίου |
ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1. |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 143/2008 του Συμβουλίου |
ΕΕ L 44 της 20.2.2008, σ. 1. |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 37/2009 του Συμβουλίου |
ΕΕ L 14 της 20.1.2009, σ. 1. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 |
Παρών κανονισμός |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο |
— |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο |
Άρθρο 1 παράγραφος 4 |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 |
Άρθρο 1 παράγραφος 3 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 1 |
Άρθρο 3 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 2 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 6 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 7 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 9 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο η) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 10 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο θ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 11 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ι) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 12 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ια) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 13 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 14 |
— |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 15 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 16 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17 |
— |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 18 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιστ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 19 |
Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιζ) |
Άρθρο 2 παράγραφος 2 |
Άρθρο 2 παράγραφος 2 |
Άρθρο 3 παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 3 παράγραφος 2 |
Άρθρο 4 παράγραφος 1 |
Άρθρο 3 παράγραφος 3 |
Άρθρο 4 παράγραφος 2 |
Άρθρο 3 παράγραφος 4 |
Άρθρο 4 παράγραφος 3 |
Άρθρο 3 παράγραφος 5 |
Άρθρο 4 παράγραφος 4 |
Άρθρο 3 παράγραφος 6 |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 3 παράγραφος 7 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 4 |
— |
Άρθρο 5 παράγραφος 1 |
Άρθρο 7 παράγραφος 1 |
Άρθρο 5 παράγραφος 2 |
Άρθρο 7 παράγραφος 2 |
Άρθρο 5 παράγραφος 3 |
Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 7 παράγραφος 3 Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 7 παράγραφος 4 |
Άρθρο 5 παράγραφος 4 |
Άρθρο 7 παράγραφος 5 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 7 |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 10 |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 10 |
Άρθρο 12 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 28 |
Άρθρο 12 |
Άρθρο 29 |
Άρθρο 13 |
Άρθρο 30 |
Άρθρο 14 |
Άρθρο 25 |
Άρθρο 15 |
Άρθρο 26 |
Άρθρο 16 |
Άρθρο 27 |
Άρθρο 17 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 13 παράγραφος 1 |
Άρθρο 17 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 14 παράγραφος 2 |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 14 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 19 |
— |
Άρθρο 20 |
— |
Άρθρο 21 |
Άρθρο 14 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 22 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α) |
Άρθρο 22 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 22 παράγραφος 2 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 23 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) |
Άρθρο 23 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 21 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 24 πρώτο εδάφιο σημείο 1 |
Άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο γ) |
Άρθρο 24 πρώτο εδάφιο σημείο 2 |
Άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο δ) |
Άρθρο 24 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 21 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 25 παράγραφος 1 |
Άρθρο 20 παράγραφος 1 |
Άρθρο 25 παράγραφος 2 |
Άρθρο 20 παράγραφος 2 |
Άρθρο 25 παράγραφος 3 |
— |
Άρθρο 26 |
Άρθρο 24 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 27 παράγραφος 1 |
Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) |
Άρθρο 27 παράγραφος 2 |
Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 21 παράγραφος 1 |
Άρθρο 27 παράγραφος 3 |
Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 21 παράγραφος 1 |
Άρθρο 27 παράγραφος 4 |
Άρθρο 31 |
Άρθρο 27 παράγραφος 5 |
Άρθρο 24 |
Άρθρο 28 |
Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 38 Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 43 |
Άρθρο 29 |
Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 39 Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 44 |
Άρθρο 30 |
Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 40 Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 45 |
Άρθρο 31 |
Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο δ) |
Άρθρο 32 |
Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 41 Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 46 |
Άρθρο 33 |
Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: άρθρο 42 Από την 1η Ιανουαρίου 2015: άρθρο 47 |
Άρθρο 34 |
— |
Άρθρο 34α |
Άρθρο 48 |
Άρθρο 35 |
Άρθρο 49 |
Άρθρο 36 |
Άρθρο 50 |
Άρθρο 37 |
Άρθρο 51 παράγραφος 1 |
Άρθρο 38 |
Άρθρο 52 |
Άρθρο 39 |
Άρθρο 53 |
Άρθρο 40 |
Άρθρο 54 |
Άρθρο 41 |
Άρθρο 55 |
Άρθρο 42 |
Άρθρο 56 |
Άρθρο 43 |
Άρθρο 57 |
Άρθρο 44 |
Άρθρο 58 |
Άρθρο 45 |
Άρθρο 59 |
Άρθρο 46 |
Άρθρο 60 |
Άρθρο 47 |
Άρθρο 61 |
Άρθρο 48 |
Άρθρο 62 |
( 1 ) ΕΕ L 393 της 30.12.2006, σ. 1.
( 2 ) ΕΕ L 150 της 10.6.2008, σ. 28.
( 3 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
( 4 ) Κανονισμός (ΕΕ) 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
( 5 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).