Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32008R0240

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 240/2008 του Συμβουλίου, της 17ης Μαρτίου 2008 , για την κατάργηση του δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Κροατίας, Λιβύης και Ουκρανίας μετά την επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96

    ΕΕ L 75 της 18.3.2008, p. 33–48 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2008/240/oj

    18.3.2008   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 75/33


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 240/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 17ης Μαρτίου 2008

    για την κατάργηση του δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Κροατίας, Λιβύης και Ουκρανίας μετά την επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (στο εξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9 και το άρθρο 11 παράγραφος 2,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1.   Ισχύοντα μέτρα

    (1)

    Τον Ιανουάριο του 2002, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 92/2002 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ, από 7,81 ευρώ έως 16,84 ευρώ ανά τόνο, στις εισαγωγές ουρίας, είτε σε υδατικό διάλυμα είτε όχι, καταγωγής Λευκορωσίας, Κροατίας, Λιβύης και Ουκρανίας. Με τον ίδιο κανονισμό επιβλήθηκε οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ, από 6,18 ευρώ έως 21,43 ευρώ ανά τόνο, στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Εσθονίας, Λιθουανίας, Βουλγαρίας και Ρουμανίας, ο οποίος καταργήθηκε αυτόματα την 1η Μαΐου 2004 για την Εσθονία και τη Λιθουανία και την 1η Ιανουαρίου 2007 για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, ημερομηνίες προσχώρησης των χωρών αυτών στην Κοινότητα.

    2.   Αίτηση επανεξέτασης

    (2)

    Τον Απρίλιο του 2006 η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση για την επικείμενη λήξη ισχύος των ισχυόντων μέτρων (3). Στις 17 Οκτωβρίου 2006 η Επιτροπή έλαβε αίτηση για επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των εν λόγω μέτρων βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

    (3)

    Η εν λόγω αίτηση υποβλήθηκε από την Ένωση Ευρωπαίων Παραγωγών Λιπασμάτων (EFMA) (στο εξής «ο αιτών») εξ ονόματος των παραγωγών που αντιπροσώπευαν μεγάλο ποσοστό, στην προκειμένη περίπτωση πάνω από το 50 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ουρίας.

    (4)

    Ο αιτών ισχυρίστηκε και προσκόμισε επαρκή εκ πρώτης όψεως στοιχεία για το επιχείρημά του ότι η λήξη ισχύος των μέτρων θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τη συνέχιση ή την επανάληψη της πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας για την κοινοτική βιομηχανία όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Κροατίας, Λιβύης και Ουκρανίας (στο εξής «οι εξεταζόμενες χώρες»).

    (5)

    Η Επιτροπή, αφού διαπίστωσε, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (4) ανακοίνωση για την έναρξη της εν λόγω επανεξέτασης.

    3.   Έρευνες όσον αφορά άλλες χώρες

    (6)

    Τον Μάιο του 2006 η Επιτροπή ξεκίνησε επανεξέταση (5) του οριστικού δασμού αντιντάμπιγκ που είχε επιβληθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 901/2001 του Συμβουλίου (6) στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού. Με βάση τα αποτελέσματα της επανεξέτασης αυτής, το Συμβούλιο κατάργησε το δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 907/2007 (7). Συνήχθη το συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε συνέχιση της σημαντικής ζημίας για την κοινοτική βιομηχανία και ότι δεν υπήρχε πιθανότητα επανάληψης της ζημίας λόγω της άρσης των μέτρων.

    4.   Τρέχουσα έρευνα

    4.1.   Περίοδος έρευνας

    (7)

    Η έρευνα για το ενδεχόμενο συνέχισης ή επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας κάλυψε την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου 2005 έως την 30ή Σεπτεμβρίου 2006 (στο εξής «ΠΕΕ»). Η εξέταση των τάσεων που σχετίζονται με την εκτίμηση της πιθανότητας συνέχισης ή επανάληψης της ζημίας κάλυψε την περίοδο από το 2002 έως το τέλος της ΠΕΕ (στο εξής «η υπό εξέταση περίοδος»).

    4.2.   Μέρη τα οποία αφορά η έρευνα

    (8)

    Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τον αιτούντα, τους κοινοτικούς παραγωγούς, τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη Λευκορωσία, στην Κροατία, στη Λιβύη και στην Ουκρανία (στο εξής «οι ενδιαφερόμενοι εξαγωγείς»), τους εισαγωγείς, τους εμπόρους, τους χρήστες και τις γνωστές ως ενδιαφερόμενες ενώσεις τους, καθώς και τους αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των χωρών εξαγωγής, για την έναρξη της επανεξέτασης.

    (9)

    Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγιο σε όλα τα μέρη καθώς και σε αυτούς που γνωστοποίησαν την παρουσία τους εντός της προθεσμίας που καθορίστηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας επανεξέτασης.

    (10)

    Η Επιτροπή έδωσε επίσης τη δυνατότητα στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας.

    (11)

    Δεκτά σε ακρόαση έγιναν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

    (12)

    Λόγω του εμφανώς μεγάλου αριθμού κοινοτικών παραγωγών, εισαγωγέων στην Κοινότητα και παραγωγών-εξαγωγέων στην Ουκρανία, θεωρήθηκε σκόπιμο, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, να εξεταστεί το ενδεχόμενο δειγματοληψίας. Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον είναι όντως αναγκαία η δειγματοληψία και, εάν ναι, να επιλέξει ένα δείγμα, κλήθηκαν τα ανωτέρω μέρη, δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, να αναγγελθούν εντός 15 ημερών από την έναρξη της έρευνας και να παράσχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που ζητούνταν στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας.

    (13)

    Όσον αφορά τους εισαγωγείς στην Κοινότητα, το επίπεδο συνεργασίας που επετεύχθη ήταν πολύ χαμηλό, αφού ένας μόνο εισαγωγέας προθυμοποιήθηκε να συνεργαστεί. Ως εκ τούτου, αποφασίστηκε ότι δεν ήταν αναγκαία η δειγματοληψία όσον αφορά τους εισαγωγείς.

    (14)

    Δώδεκα κοινοτικοί παραγωγοί συμπλήρωσαν δεόντως το έντυπο δειγματοληψίας και συμφώνησαν επισήμως να συνεργαστούν περαιτέρω στην έρευνα. Για το δείγμα επιλέχθηκαν τέσσερις από τις δώδεκα αυτές εταιρείες, που διαπιστώθηκε ότι ήταν αντιπροσωπευτικές της κοινοτικής βιομηχανίας όσον αφορά τον όγκο της παραγωγής και των πωλήσεων ουρίας στην Κοινότητα. Οι τέσσερις δειγματοληπτικά επιλεγμένοι κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσώπευαν το 60 % περίπου της συνολικής παραγωγής της κοινοτικής βιομηχανίας κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, ενώ οι ανωτέρω δώδεκα κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσώπευαν το 80 % περίπου της κοινοτικής παραγωγής. Αυτό το δείγμα αποτελούσε το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής και πωλήσεων ουρίας στην Κοινότητα ο οποίος θα μπορούσε εύλογα να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας εντός της ορισθείσας προθεσμίας.

    (15)

    Τέσσερις παραγωγοί-εξαγωγείς της Ουκρανίας συμπλήρωσαν δεόντως το έντυπο δειγματοληψίας εμπρόθεσμα και συμφώνησαν επισήμως να συνεργαστούν περαιτέρω στην έρευνα. Οι τέσσερις αυτοί παραγωγοί-εξαγωγείς αντιστοιχούσαν στο 100 % σχεδόν των συνολικών εξαγωγών από την Ουκρανία στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ. Λόγω του μικρού αριθμού συνεργαζόμενων εταιρειών στην Ουκρανία, αποφασίστηκε να μη γίνει δειγματοληψία και όλες οι εταιρείες κλήθηκαν να υποβάλουν ερωτηματολόγιο.

    (16)

    Στο ερωτηματολόγιο απάντησαν τέσσερις κοινοτικοί παραγωγοί, ένας εισαγωγέας, δύο χρήστες, καθώς και τέσσερις παραγωγοί-εξαγωγείς από την Ουκρανία, ένας από τη Λευκορωσία, ένας από την Κροατία και ένας από τη Λιβύη. Επιπροσθέτως, αρκετοί εισαγωγείς και χρήστες και οι ενώσεις τους υπέβαλαν παρατηρήσεις χωρίς να απαντήσουν στο ερωτηματολόγιο.

    (17)

    Η Επιτροπή ζήτησε και έλεγξε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για να αποφασίσει εάν συνεχιζόταν η πρακτική ντάμπινγκ και ζημίας και ποιο είναι το κοινοτικό συμφέρον. Πραγματοποιήθηκαν επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

    α)

    Δειγματοληπτικά επιλεγμένοι κοινοτικοί παραγωγοί:

    Fertiberia SA, Μαδρίτη, Ισπανία

    SKW Stickstoffwerke Piesteritz GmbH, Lutherstadt Wittenberg, Γερμανία

    Yara Group (Yara Spa Ferrara, Ιταλία και Yara Sluiskil BV, Sluiskil, Κάτω Χώρες)

    Zaklady Azotowe Pulawy SA, Pulawy, Πολωνία

    β)

    Παραγωγοί-εξαγωγείς

    Ουκρανία:

    Joint Stock Company Concern Stirol, Gorlovka,

    Close Joint Stock Company Severodonetsk, Severodonetsk,

    Joint Stock Company Dnipro Azot, Dneprodzerzhinsk,

    Open Joint Stock Company Cherkassy Azot, Cherkassy.

    Κροατία:

    Petrokemija D.D., Kutina.

    γ)

    Κοινοτικοί εισαγωγείς

    Dynea Austria GmbH, Krems, Αυστρία.

    δ)

    Κοινοτικοί χρήστες

    Associazione Liberi Agricoltori Cremonesi, Cremona, Ιταλία,

    Acefer, Asociación Comercial Española de Fertilizantes, Μαδρίτη, Ισπανία.

    Β.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

    1.   Υπό εξέταση προϊόν

    (18)

    Το υπό εξέταση προϊόν είναι το ίδιο με εκείνο της αρχικής έρευνας, δηλαδή η ουρία που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 3102 10 10 και 3102 10 90 (στο εξής «το υπό εξέταση προϊόν») και είναι καταγωγής Λευκορωσίας, Κροατίας, Λιβύης και Ουκρανίας.

    (19)

    Η ουρία παράγεται κυρίως από την αμμωνία, η οποία παράγεται με τη σειρά της από το φυσικό αέριο. Μπορεί να έχει στερεά ή υγρή μορφή. Η στερεά ουρία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για γεωργικούς και βιομηχανικούς σκοπούς. Η ουρία γεωργικής ποιότητας μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ως λίπασμα, οπότε και διασπείρεται πάνω στο έδαφος, είτε ως πρόσθετο ζωοτροφών. Η ουρία βιομηχανικής ποιότητας χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για ορισμένες κόλλες και πλαστικές ύλες. Η ουρία σε υγρή μορφή μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως λίπασμα και για βιομηχανικούς σκοπούς. Αν και η ουρία διατίθεται στις διάφορες προαναφερόμενες μορφές, τα χημικά χαρακτηριστικά της παραμένουν ουσιαστικά τα ίδια και μπορούν να θεωρούνται, για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, ενιαίο προϊόν.

    2.   Ομοειδές προϊόν

    (20)

    Όπως είχε διαπιστωθεί και κατά την αρχική έρευνα, η παρούσα έρευνα επανεξέτασης επιβεβαίωσε ότι τα προϊόντα τα οποία παρήγαγαν και εξήγαγαν οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Λευκορωσίας, της Κροατίας, της Λιβύης και της Ουκρανίας, τα προϊόντα τα οποία παράγονταν και πωλούνταν στην εγχώρια αγορά των χωρών αυτών, καθώς και τα προϊόντα που παράγονταν και πωλούνταν από τους κοινοτικούς παραγωγούς στην κοινοτική αγορά είχαν όλα τα ίδια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και ουσιαστικά τις ίδιες χρήσεις. Ως εκ τούτου, τα προϊόντα αυτά θεωρούνται ομοειδή προϊόντα, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

    Γ.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Η ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    (21)

    Δεδομένων των συμπερασμάτων τα οποία αφορούν την πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης της ζημίας, στη συνέχεια αναπτύσσονται μόνο τα κύρια επιχειρήματα που αφορούν την πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ.

    1.   Ντάμπινγκ εισαγωγών κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης

    1.1.   Γενικές αρχές

    (22)

    Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε κατά πόσον η πρακτική ντάμπινγκ εφαρμόστηκε κατά την ΠΕΕ και, εάν ναι, κατά πόσον η λήξη ισχύος των μέτρων θα ήταν πιθανόν να οδηγήσει σε συνέχιση της πρακτικής ντάμπινγκ.

    (23)

    Στην περίπτωση των τριών χωρών εξαγωγής με καθεστώς οικονομίας της αγοράς, δηλαδή της Κροατίας, της Λιβύης και της Ουκρανίας, η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 1 έως 3 του βασικού κανονισμού. Στην περίπτωση της Λευκορωσίας η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού.

    1.2.   Κροατία

    (24)

    Το περιθώριο ντάμπινγκ για το μοναδικό παραγωγό-εξαγωγέα στην Κροατία καθορίστηκε βάσει σύγκρισης μεταξύ μιας σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας και μιας σταθμισμένης μέσης τιμής εξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 5, 11 και 12 του βασικού κανονισμού.

    (25)

    Η Κροατία εξήγαγε πάνω από 200 000 τόνους ουρίας στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, καταλαμβάνοντας το 2,3 % της κοινοτικής αγοράς. Ο μοναδικός γνωστός και συνεργασθείς παραγωγός-εξαγωγέας διαπιστώθηκε ότι εξακολουθούσε να εξάγει σαφώς σε τιμές ντάμπινγκ στην Κοινότητα, κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Το περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε υπερέβαινε το 20 %.

    (26)

    Υπήρχαν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με το εάν το κόστος του φυσικού αερίου, που αποτελεί βασικό συντελεστή για την παραγωγή της ουρίας, αντικατοπτριζόταν εύλογα στα βιβλία του παραγωγού-εξαγωγέα. Πράγματι, διαπιστώθηκε ότι η προμήθεια του φυσικού αερίου γινόταν με πολύ ειδικές συνθήκες, δεδομένου ότι τόσο ο παραγωγός-εξαγωγέας όσο και ο προμηθευτής φυσικού αερίου είναι εταιρείες των οποίων ο μεγαλύτερος μέτοχος είναι το κροατικό κράτος και οι τιμές ήταν αφύσικα χαμηλές. Ελλείψει μη στρεβλωμένων τιμών φυσικού αερίου σχετικά με την κροατική εγχώρια αγορά, και σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, οι τιμές φυσικού αερίου θα έπρεπε να καθοριστούν σε «οποιαδήποτε άλλη εύλογη βάση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές». Καθώς το μεγαλύτερο μέρος του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος είναι ρωσικής καταγωγής, η προσαρμοσμένη τιμή μπορούσε να βασιστεί στη μέση τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου όταν πωλούνταν προς εξαγωγή στα σύνορα Γερμανίας/Τσεχικής Δημοκρατίας (Waidhaus), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κόστος μεταφοράς, λόγω του ότι το Waidhaus αποτελεί τον κύριο κόμβο για τις πωλήσεις ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ. Έτσι το περιθώριο ντάμπινγκ θα ήταν πολύ μεγαλύτερο. Λόγω του ότι η πρακτική ντάμπινγκ υφίσταται χωρίς αυτή την προσαρμογή και λόγω των συμπερασμάτων σχετικά με την πιθανότητα επανάληψης της ζημίας που αναφέρονται πιο κάτω, στο θέμα αυτό δεν δόθηκε συνέχεια.

    1.3.   Λευκορωσία, Λιβύη και Ουκρανία

    (27)

    Όπως εξηγείται πιο κάτω στις αιτιολογικές σκέψεις 29, 38 και 45 οι ποσότητες που εξήχθησαν από τις άλλες τρεις εξεταζόμενες χώρες εξαγωγής ήταν τόσο μικρές που θεωρήθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής που συνδέονται με αυτές δεν θα ήταν αρκετά αξιόπιστες, μεμονωμένα, για την εξαγωγή συμπεράσματος σχετικά με τη συνέχιση της πρακτικής ντάμπινγκ.

    2.   Πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ

    2.1.   Λευκορωσία

    (28)

    Επειδή η Λευκορωσία δεν θεωρείται χώρα με καθεστώς οικονομίας της αγοράς, η κανονική αξία καθορίστηκε βάσει των στοιχείων που κατέθεσε παραγωγός από τρίτη χώρα με καθεστώς οικονομίας της αγοράς. Στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας θεωρήθηκε ότι κατάλληλη ανάλογη χώρα ήταν οι ΗΠΑ, καθώς είχε ήδη χρησιμοποιηθεί στην αρχική έρευνα. Κανένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με το θέμα αυτό. Ο αμερικανός παραγωγός που είχε ήδη συνεργαστεί στην αρχική έρευνα απάντησε στο ερωτηματολόγιο που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

    (29)

    Ο μόνος γνωστός λευκορώσος παραγωγός απάντησε στο ερωτηματολόγιο. Συνολικά, η Λευκορωσία εξήγαγε περίπου 25 000 τόνους ουρίας, ποσότητα που αντιστοιχεί σε μερίδιο 0,3 % της κοινοτικής αγοράς. Λόγω του πολύ χαμηλού μεριδίου της αγοράς, η ανάλυση όσον αφορά τη Λευκορωσία επικεντρώνεται στην πιθανότητα επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ.

    (30)

    Αναλύθηκε η συμπεριφορά της Λευκορωσίας ως προς τις εξαγωγές της σε όλες τις τρίτες χώρες. Οι εξαγωγές σε όλες τις περιοχές του κόσμου γίνονταν σε τιμές οι οποίες ήταν σταθερά χαμηλότερες από την κανονική αξία που διαπιστώθηκε στην ανάλογη αγορά, γεγονός που δείχνει ότι οι τιμές προς τις άλλες εξαγωγικές αγορές αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

    (31)

    Επιπλέον, εξετάστηκε αν οι τιμές εξαγωγής της Λευκορωσίας θα αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, στην περίπτωση που το επίπεδό τους ήταν ευθυγραμμισμένο με τα τρέχοντα επίπεδα τιμών στην Κοινότητα. Πράγματι, για ένα βασικό προϊόν όπως η ουρία, θα ήταν απίθανο η τιμή πώλησης να είναι υψηλότερη από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς. Επίσης, από την ανάλυση αυτή προέκυψαν σημαντικά περιθώρια ντάμπινγκ.

    (32)

    Ταυτόχρονα, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής για άλλες εξαγωγικές αγορές ήταν ελαφρώς υψηλότερες από τις τιμές που χρεώνονταν για εξαγωγές στην Κοινότητα. Επομένως, είναι αμφίβολο εάν η Κοινότητα θα μπορούσε να αποτελέσει ελκυστικότερη αγορά όσον αφορά τις τιμές, συγκριτικά με τις αγορές άλλων τρίτων χωρών.

    (33)

    Από τα γεγονότα και το σκεπτικό που προαναφέρθηκαν προκύπτουν ενδείξεις ότι η πρακτική ντάμπινγκ είναι πιθανόν να επαναληφθεί εάν δεν ληφθούν μέτρα.

    2.2.   Κροατία

    (34)

    Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 25, οι εξαγωγές προς την Κοινότητα διαπιστώθηκε ότι αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Αναλύθηκε, επίσης, η συμπεριφορά της Κροατίας ως προς τις εξαγωγές της σε όλες τις τρίτες χώρες. Οι εξαγωγές σε όλες τις περιοχές του κόσμου γίνονταν σε τιμές οι οποίες ήταν χαμηλότερες από την κανονική αξία γεγονός που δείχνει ότι, ακόμη και χωρίς την προσαρμογή που προαναφέρθηκε, εφαρμοζόταν πρακτική ντάμπινγκ.

    (35)

    Επιπλέον, εξετάστηκε αν οι τιμές εξαγωγής της Κροατίας θα αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, στην περίπτωση που το επίπεδό τους ήταν ευθυγραμμισμένο με τα τρέχοντα επίπεδα τιμών στην Κοινότητα. Πράγματι, για ένα βασικό προϊόν όπως η ουρία, θα ήταν απίθανο η τιμή πώλησης να είναι υψηλότερη από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς. Επίσης, από την ανάλυση αυτή προέκυψαν σημαντικά περιθώρια ντάμπινγκ.

    (36)

    Ταυτόχρονα, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής για άλλες εξαγωγικές αγορές ήταν ελαφρώς υψηλότερες από τις τιμές που χρεώνονταν για εξαγωγές στην Κοινότητα. Επομένως, αμφισβητείται εάν η Κοινότητα θα μπορούσε να αποτελέσει ελκυστικότερη αγορά όσον αφορά τις τιμές, συγκριτικά με τις αγορές άλλων τρίτων χωρών.

    (37)

    Επομένως, υπάρχουν ενδείξεις ότι το ντάμπινγκ μπορεί να επαναληφθεί εάν δεν ληφθούν μέτρα.

    2.3.   Λιβύη

    (38)

    Ο μοναδικός γνωστός παραγωγός-εξαγωγέας απάντησε ελλιπώς στο ερωτηματολόγιο. Επειδή δεν υπέβαλε τα στοιχεία που έλειπαν, εφαρμόστηκαν οι διατάξεις του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού. Από τις διαθέσιμες πληροφορίες προέκυψε ότι συνολικά η Λιβύη εξήγαγε 70 000 τόνους ουρίας στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, ποσότητα η οποία αντιστοιχεί σε μερίδιο 0,8 % της κοινοτικής αγοράς. Λόγω του πολύ χαμηλού μεριδίου της αγοράς, η ανάλυση όσον αφορά τη Λιβύη επικεντρώνεται στην πιθανότητα επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ. Η ανάλυση της πρακτικής ντάμπινγκ και της πιθανότητας επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ έγινε με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες.

    (39)

    Ελλείψει αντιπροσωπευτικών εγχώριων πωλήσεων στην αγορά της Λιβύης, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση το κόστος παραγωγής στη χώρα καταγωγής, στο οποίο προστέθηκε ένα εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και τα κέρδη, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Στην περίπτωση αυτή θεωρήθηκε ότι ένα περιθώριο κέρδους 8 % ήταν λογικό.

    (40)

    Από την ανάλυση των απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο που υπέβαλε η συνεργασθείσα εταιρεία στη Λιβύη προέκυψε ότι βασική δραστηριότητά της ήταν οι εξαγωγές σε άλλες τρίτες αγορές. Κατά την ΠΕΕ εξήχθησαν σε τρίτες αγορές 570 000 τόνοι περίπου, δηλαδή ποσότητα υπεροκταπλάσια των συνολικών εξαγωγών που έγιναν προς την κοινοτική αγορά. Από τη σύγκριση των τιμών εξαγωγής που χρεώνονταν για τις εξαγωγές αυτές με την κανονική αξία αποδείχτηκε ότι εφαρμοζόταν σαφώς πρακτική ντάμπινγκ.

    (41)

    Υπήρχαν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με το εάν το κόστος του φυσικού αερίου, που αποτελεί το βασικό συντελεστή για την παραγωγή της ουρίας, αντικατοπτριζόταν εύλογα στα βιβλία του παραγωγού-εξαγωγέα. Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, διαπιστώθηκε ότι η αγορά του φυσικού αερίου γινόταν με πολύ ειδικές συνθήκες, δεδομένου ότι τόσο ο παραγωγός-εξαγωγέας όσο και ο προμηθευτής φυσικού αερίου είναι εταιρείες των οποίων ο μεγαλύτερος μέτοχος είναι το κράτος της Λιβύης και οι τιμές ήταν αφύσικα χαμηλές. Μια προσαρμογή θα έκανε το περιθώριο ντάμπινγκ πολύ μεγαλύτερο. Λόγω του ότι η πρακτική ντάμπινγκ υφίσταται χωρίς αυτή την προσαρμογή και λαμβανομένων υπόψη των συμπερασμάτων σχετικά με την πιθανότητα επανάληψης της ζημίας που αναφέρονται πιο κάτω, δεν κρίθηκε αναγκαίο να εφαρμοστεί μια τέτοια προσαρμογή, αν και ήταν αιτιολογημένη.

    (42)

    Επιπλέον, εξετάστηκε αν οι τιμές εξαγωγής της Λιβύης θα αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, στην περίπτωση που το επίπεδό τους ήταν ευθυγραμμισμένο με τα τρέχοντα επίπεδα τιμών στην Κοινότητα. Πράγματι, για ένα βασικό προϊόν όπως η ουρία, θα ήταν απίθανο η τιμή πώλησης να είναι υψηλότερη από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς. Οπότε και από την ανάλυση αυτή προέκυψαν σημαντικά περιθώρια ντάμπινγκ.

    (43)

    Ταυτόχρονα, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής για άλλες εξαγωγικές αγορές ήταν ελαφρώς υψηλότερες από τις τιμές που χρεώνονταν για εξαγωγές στην Κοινότητα. Επομένως, είναι αμφίβολο εάν η Κοινότητα θα μπορούσε να αποτελέσει ελκυστικότερη αγορά όσον αφορά τις τιμές, συγκριτικά με τις αγορές άλλων τρίτων χωρών.

    (44)

    Με βάση τα προαναφερθέντα προκύπτουν ενδείξεις ότι η πρακτική ντάμπινγκ είναι πιθανόν να επαναληφθεί εάν δεν υπάρχουν μέτρα.

    2.4.   Ουκρανία

    (45)

    Τέσσερις παραγωγοί συνεργάστηκαν στην έρευνα. Δύο μόνο από αυτούς έκαναν εξαγωγές στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Συνολικά, η Ουκρανία εξήγαγε μόνο 20 000 τόνους ουρίας περίπου, ποσότητα που αντιστοιχεί σε μερίδιο 0,2 % της κοινοτικής αγοράς. Λόγω του χαμηλού μεριδίου της αγοράς, η ανάλυση όσον αφορά την Ουκρανία επικεντρώνεται στην πιθανότητα επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ.

    (46)

    Όσον αφορά το κόστος του φυσικού αερίου, διαπιστώθηκε ότι η Ουκρανία εισάγει το μεγαλύτερο μέρος του φυσικού αερίου που καταναλώνει για την παραγωγή ουρίας από τη Ρωσία. Ως προς αυτό, από όλα τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι η Ουκρανία εισάγει φυσικό αέριο από τη Ρωσία σε τιμές πολύ χαμηλότερες από τις τιμές αγοράς που καταβάλλονται σε μη ελεγχόμενες αγορές φυσικού αερίου. Η έρευνα αποκάλυψε ότι η τιμή εξαγωγής του φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Κοινότητα ήταν σχεδόν διπλάσια από την τιμή του φυσικού αερίου στην εγχώρια αγορά της Ουκρανίας. Επομένως, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, το κόστος του φυσικού αερίου που βάρυνε τον αιτούντα είχε προσαρμοστεί με βάση στοιχεία από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές. Η προσαρμοσμένη τιμή βασίστηκε στη μέση τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου όταν πωλούνταν προς εξαγωγή στα σύνορα Γερμανίας/Τσεχικής Δημοκρατίας (Waidhaus), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κόστος μεταφοράς. Λόγω του ότι το Waidhaus αποτελεί τον κύριο κόμβο για τις πωλήσεις ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ, η οποία είναι η μεγαλύτερη αγορά ρωσικού φυσικού αερίου και έχει τιμές που αντικατοπτρίζουν εύλογα το κόστος, μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

    (47)

    Από την προσαρμογή προέκυψαν εγχώριες τιμές χαμηλότερες του κόστους για τρεις από τις εταιρείες που συμμετείχαν και, επομένως, το κόστος παραγωγής, στο οποίο προστέθηκε ένα λογικό περιθώριο κέρδους 8 %, χρησιμοποιήθηκε ως κανονική αξία. Για την τέταρτη εταιρεία, χρησιμοποιήθηκαν για το σκοπό αυτό δεόντως προσαρμοσμένες εγχώριες τιμές.

    (48)

    Αναλύθηκε, επίσης, η συμπεριφορά των Ουκρανών εξαγωγέων ως προς τις εξαγωγές τους σε όλες τις τρίτες χώρες. Οι εξαγωγές σε όλες τις περιοχές του κόσμου γίνονταν σε τιμές οι οποίες ήταν σταθερά και σημαντικά χαμηλότερες από την κανονική αξία που καθορίστηκε με τον τρόπο αυτό.

    (49)

    Επιπλέον, εξετάστηκε αν οι τιμές εξαγωγής της Ουκρανίας θα αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, στην περίπτωση που το επίπεδό τους ήταν ευθυγραμμισμένο με τα τρέχοντα επίπεδα τιμών στην Κοινότητα. Πράγματι, για ένα βασικό προϊόν όπως η ουρία, θα ήταν απίθανο η τιμή πώλησης να είναι υψηλότερη από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς. Επίσης, από την ανάλυση αυτή προέκυψαν σημαντικά περιθώρια ντάμπινγκ. Ταυτόχρονα, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής για άλλες εξαγωγικές αγορές ήταν σε συγκρίσιμο επίπεδο με τις τιμές που χρεώνονταν για εξαγωγές στην Κοινότητα. Επομένως, είναι αμφίβολο εάν η Κοινότητα θα μπορούσε να αποτελέσει ελκυστικότερη αγορά όσον αφορά τις τιμές, συγκριτικά με τις αγορές άλλων τρίτων χωρών. Από τα γεγονότα και το σκεπτικό που προαναφέρθηκαν προκύπτουν ενδείξεις ότι η πρακτική ντάμπινγκ είναι πιθανόν να επαναληφθεί εάν δεν υπάρχουν μέτρα.

    3.   Εξέλιξη των εισαγωγών σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων

    3.1.   Λευκορωσία

    (50)

    Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η Λευκορωσία είχε πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα 150 000 τόνων περίπου κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Επιπλέον, οι εξαγωγές προς άλλες τρίτες χώρες αντιστοιχούσαν σε 225 000 τόνους περίπου.

    (51)

    Δεν αποκλείεται η πιθανότητα μέρος της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας να κατευθυνθεί προς την Κοινότητα σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων. Ο μοναδικός λευκορώσος εξαγωγέας έχει αναπτύξει ικανοποιητικούς διαύλους διανομής στην Κοινότητα και, γενικά, το μέγεθος της κοινοτικής αγοράς είναι ελκυστικό, ιδίως για τις χώρες που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά.

    (52)

    Ωστόσο, δεν αποκλείεται ορισμένες από τις ποσότητες αυτές να εξαχθούν σε άλλες τρίτες χώρες, καθώς τα πιθανά επίπεδα τιμών στις περιοχές αυτές δίνουν τιμές εκ του εργοστασίου ανάλογες (ή ακόμη και υψηλότερες) από εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν από την εξαγωγή στην Κοινότητα. Επιπλέον, δεν αποκλείεται η κατανάλωση ουρίας να αυξηθεί σε αυτές τις περιοχές του κόσμου, με δεδομένες τις τρέχουσες τάσεις για μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή. Γενικά, δεν αναμένεται οι εξαγωγές να απορροφήσουν το σύνολο της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας, όταν λήξει η ισχύς των μέτρων, αλλά είναι πιθανόν να υπερβούν τα επίπεδα του ελάχιστου ορίου.

    (53)

    Όσον αφορά την πιθανή στροφή των εξαγωγών από τρίτες χώρες στην Κοινότητα ισχύουν τα ίδια επιχειρήματα, οπότε δεν φαίνεται πιθανόν να εξαχθούν σημαντικές πρόσθετες ποσότητες στην κοινοτική αγορά στο άμεσο μέλλον, όταν λήξει η ισχύς των μέτρων.

    3.2.   Κροατία

    (54)

    Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η Κροατία είχε μέγιστη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα 120 000 τόνων περίπου κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Επιπλέον, οι εξαγωγές προς άλλες τρίτες χώρες αντιστοιχούσαν σε 60 000 τόνους περίπου. Δεν αποκλείεται μέρος της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας να κατευθυνθεί προς την Κοινότητα σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων. Ο μοναδικός κροάτης εξαγωγέας έχει αναπτύξει ικανοποιητικούς διαύλους διανομής στην Κοινότητα και, γενικά, το μέγεθος της κοινοτικής αγοράς είναι ελκυστικό, ιδίως για τις χώρες που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά.

    (55)

    Ωστόσο, τα μέτρα αντιντάμπινγκ δεν εμπόδισαν την Κροατία να εξαγάγει σημαντικές ποσότητες στην Κοινότητα. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα μέτρα θα αποτελούσαν εμπόδιο για την εξαγωγή περαιτέρω ποσοτήτων στην Κοινότητα. Λόγω του ότι δεν ήταν αυτή η περίπτωση, δεν είναι πιθανόν σημαντικές επιπλέον εξαγωγές προς την Κοινότητα να γίνουν από την ενεργοποίηση της πλεονάζουσας παραγωγικότητας. Επιπλέον, δεν αποκλείεται ορισμένες από τις ποσότητες αυτές να εξαχθούν σε άλλες τρίτες χώρες, καθώς τα πιθανά επίπεδα τιμών στις περιοχές αυτές δίνουν τιμές εκ του εργοστασίου ανάλογες (ή ελαφρώς υψηλότερες) από εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν από την εξαγωγή στην Κοινότητα.

    (56)

    Επιπλέον, δεν αποκλείεται η κατανάλωση ουρίας να αυξηθεί σε άλλες περιοχές του κόσμου, με δεδομένες τις τρέχουσες τάσεις για μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή. Γενικά, δεν αναμένεται σημαντικό μέρος της πλεονάζουσας κροατικής παραγωγικής ικανότητας να χρησιμοποιηθεί για επιπλέον εξαγωγές προς την Κοινότητα, αλλά με δεδομένα τα τρέχοντα επίπεδα εξαγωγών, ο όγκος των εξαγωγών προς την Κοινότητα αναμένεται να παραμείνει πάνω από τα επίπεδα του ελάχιστου ορίου.

    (57)

    Όσον αφορά την πιθανή στροφή των εξαγωγών από τις τρίτες χώρες στην Κοινότητα, με ανάλογα επιχειρήματα, δεν φαίνεται πιθανόν να εξαχθούν σημαντικές πρόσθετες ποσότητες στην κοινοτική αγορά στο άμεσο μέλλον, όταν λήξει η ισχύς των μέτρων.

    3.3.   Λιβύη

    (58)

    Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η Λιβύη είχε μέγιστη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα 140 000 τόνων περίπου κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Επιπλέον, οι εξαγωγές προς άλλες τρίτες χώρες αντιστοιχούσαν σε 570 000 τόνους περίπου. Δεν αποκλείεται η πιθανότητα μέρος της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας να κατευθυνθεί προς την Κοινότητα σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων. Ο μοναδικός λίβυος εξαγωγέας έχει αναπτύξει ικανοποιητικούς διαύλους διανομής στην Κοινότητα και, γενικά, το μέγεθος της κοινοτικής αγοράς είναι ελκυστικό, ιδίως για τις χώρες που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά.

    (59)

    Ωστόσο, δεν αποκλείεται ορισμένες από τις ποσότητες αυτές να εξαχθούν σε άλλες τρίτες χώρες, καθώς τα πιθανά επίπεδα τιμών στις περιοχές αυτές δίνουν τιμές εκ του εργοστασίου ανάλογες (ή ακόμη και υψηλότερες) από εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν από την εξαγωγή στην Κοινότητα. Επιπλέον, δεν αποκλείεται η κατανάλωση ουρίας να αυξηθεί σε άλλες περιοχές του κόσμου, με δεδομένες τις τρέχουσες τάσεις για μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή. Γενικά, δεν αναμένεται οι εξαγωγές να απορροφήσουν το σύνολο της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας, όταν λήξει η ισχύς των μέτρων, αλλά είναι πιθανόν να υπερβούν τα επίπεδα του ελάχιστου ορίου.

    (60)

    Όσον αφορά την πιθανή στροφή των εξαγωγών από τρίτες χώρες στην Κοινότητα ισχύουν τα ίδια επιχειρήματα, οπότε δεν φαίνεται πιθανόν να εξαχθούν σημαντικές πρόσθετες ποσότητες στην κοινοτική αγορά στο άμεσο μέλλον, όταν λήξει η ισχύς των μέτρων.

    3.4.   Ουκρανία

    (61)

    Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η Ουκρανία είχε μέγιστη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα 375 000 τόνων περίπου κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Επιπλέον, οι εξαγωγές προς άλλες τρίτες χώρες αντιστοιχούσαν σε 3 500 000 τόνους περίπου. Δεν αποκλείεται η πιθανότητα μέρος της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας να κατευθυνθεί προς την Κοινότητα σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων. Οι ουκρανοί εξαγωγείς έχουν αναπτύξει ικανοποιητικούς διαύλους διανομής στην Κοινότητα και, γενικά, το μέγεθος της κοινοτικής αγοράς είναι ελκυστικό, ιδίως για τις χώρες που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά. Ωστόσο, δεν αποκλείεται ορισμένες από τις ποσότητες αυτές να εξαχθούν σε άλλες τρίτες χώρες, καθώς τα πιθανά επίπεδα τιμών στις περιοχές αυτές δίνουν τιμές εκ του εργοστασίου ανάλογες με εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν από την εξαγωγή στην Κοινότητα. Επιπλέον, δεν αποκλείεται η κατανάλωση ουρίας να αυξηθεί σε άλλες περιοχές του κόσμου, με δεδομένες τις τρέχουσες τάσεις για μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή. Γενικά, δεν αναμένεται οι εξαγωγές να απορροφήσουν το σύνολο της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας, όταν λήξει η ισχύς των μέτρων, αλλά είναι πιθανόν να υπερβούν τα επίπεδα του ελάχιστου ορίου.

    (62)

    Όσον αφορά την πιθανή στροφή των εξαγωγών από τις τρίτες χώρες στην Κοινότητα, οι αιτούντες υποστήριξαν ότι η προβλεπόμενη αύξηση της παραγωγικής ικανότητας σε άλλες περιοχές (ιδίως της Μέσης Ανατολής) θα αντικαταστήσει τις εξαγωγές της Ουκρανίας κυρίως προς την Ασία, αλλά και προς την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, σε ποσότητες που θα ξεπεράσουν τους 3 000 000 τόνους, με αποτέλεσμα οι εξαγωγές της Ουκρανίας να στραφούν προς την Κοινότητα. Ωστόσο, με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, δεν είναι πιθανόν να συναχθεί το συμπέρασμα ότι θα πραγματοποιηθεί μια τέτοια στροφή, κυρίως λόγω του ότι η αυξανόμενη παγκόσμια κατανάλωση θα μπορούσε πολύ καλά να απορροφήσει αυτές τις πρόσθετες ποσότητες, εάν διετίθεντο στην αγορά. Επιπλέον, δεν αποκλείεται οι αυξήσεις της παραγωγικότητας να συμβούν κατά τη διάρκεια μεγαλύτερης χρονικής περιόδου από αυτήν που υποθέτει ο αιτών. Εν κατακλείδι, δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιωθεί ότι σημαντικές επιπλέον ποσότητες είναι πιθανόν να στραφούν προς την αγορά της Κοινότητας στο άμεσο μέλλον, όταν λήξει η ισχύς των μέτρων.

    4.   Συμπέρασμα σχετικά με την πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ

    (63)

    Από την προαναφερθείσα ανάλυση, συμπεραίνεται ότι η πρακτική ντάμπινγκ για σημαντικές ποσότητες ουρίας δεν είναι πιθανόν να συνεχιστεί στην περίπτωση της Κροατίας, ούτε να επαναληφθεί στην περίπτωση των τριών άλλων εξεταζόμενων χωρών, εάν τα μέτρα καταργηθούν.

    Δ.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

    1.   Ορισμός της κοινοτικής παραγωγής

    (64)

    Εντός της Κοινότητας, το ομοειδές προϊόν παρασκευάζεται από 16 παραγωγούς, η παραγωγή των οποίων θεωρείται ότι συνιστά το σύνολο της κοινοτικής παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Οκτώ από αυτούς έγιναν κοινοτικοί παραγωγοί μετά τη διεύρυνση της ΕΕ τον Μάιο του 2004.

    (65)

    Από τους 16 κοινοτικούς παραγωγούς, οι δώδεκα συμφώνησαν να συνεργαστούν με την έρευνα, ενώ τρεις απέστειλαν τις πληροφορίες που τους ζητήθηκαν για τους σκοπούς της δειγματοληψίας, αλλά δεν προσέφεραν περαιτέρω συνεργασία. Κανένας κοινοτικός παραγωγός δεν αντιτάχθηκε στην αίτηση επανεξέτασης.

    (66)

    Συμφώνησαν να συνεργαστούν οι ακόλουθοι δώδεκα παραγωγοί:

    Achema AB (Λιθουανία),

    Adubos de Portugal (Πορτογαλία),

    AMI Agrolinz Melamine International GmbH (Αυστρία),

    Duslo AS (Σλοβακική Δημοκρατία),

    Fertiberia SA (Ισπανία),

    AS Nitrofert (Εσθονία),

    Nitrogénmüvek Zrt (Ουγγαρία),

    SKW Stickstoffwerke Piesteritz (Γερμανία),

    Yara Group (συγχώνευση των εταιρειών Yara France SA (Γαλλία), Yara Italia Spa (Ιταλία), Yara Brunsbüttel GmbH (Γερμανία) και Yara Sluiskil BV (Κάτω Χώρες),

    Zaklady Azotowe Pulawy (Πολωνία),

    ZAK SA (Πολωνία),

    BASF AG (Γερμανία).

    (67)

    Επειδή οι δώδεκα αυτοί κοινοτικοί παραγωγοί αντιστοιχούσαν στο 80 % περίπου της συνολικής κοινοτικής παραγωγής κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, κρίνεται ότι εκπροσωπούν σημαντικό ποσοστό της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος. Επομένως, θεωρείται ότι αποτελούν την κοινοτική βιομηχανία κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού και καλούνται στο εξής «κοινοτική βιομηχανία». Οι τέσσερις μη συνεργαζόμενοι κοινοτικοί παραγωγοί θα αναφέρονται στο εξής ως «οι άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί».

    (68)

    Όπως προαναφέρθηκε, επιλέχθηκε δείγμα τεσσάρων εταιρειών. Όλοι οι δειγματοληπτικά επιλεγμένοι κοινοτικοί παραγωγοί συνεργάστηκαν και απάντησαν στο ερωτηματολόγιο εμπρόθεσμα. Επιπλέον, οι υπόλοιποι οκτώ συνεργαζόμενοι παραγωγοί υπέβαλαν ορισμένα γενικά στοιχεία για την ανάλυση της ζημίας.

    E.   Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

    1.   Η κατανάλωση στην κοινοτική αγορά

    (69)

    Η φαινομένη κοινοτική κατανάλωση καθορίστηκε με βάση τις ποσότητες των πωλήσεων της κοινοτικής βιομηχανίας στην κοινοτική αγορά, τις ποσότητες των πωλήσεων των άλλων κοινοτικών παραγωγών στην κοινοτική αγορά, και τα στοιχεία της Eurostat για όλες τις εισαγωγές της ΕΕ. Λόγω της διεύρυνσης της ΕΕ το 2004, για λόγους σαφήνειας και συνέπειας της ανάλυσης, η κατανάλωση καθορίστηκε με βάση την αγορά της ΕΕ των 25 καθ’ όλη την υπό εξέταση περίοδο. Δεδομένου ότι η έρευνα αυτή ξεκίνησε πριν από την περαιτέρω διεύρυνση της ΕΕ με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, η ανάλυση περιορίζεται στην κατάσταση που επικρατούσε στην ΕΕ των 25.

    (70)

    Μεταξύ του 2002 και του 2003 η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 3 % και παρέμεινε σταθερή έως την ΠΕΕ.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    Συνολική κατανάλωση ΕΚ (τόνοι)

    8 650 000

    8 945 000

    8 955 000

    8 875 000

    8 950 000

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    103

    104

    103

    103

    2.   Εισαγωγές από τις εξεταζόμενες χώρες

    2.1.   Όγκος, μερίδιο της αγοράς και τιμές των εισαγωγών

    (71)

    Όσον αφορά τη Λευκορωσία, την Κροατία, τη Λιβύη και την Ουκρανία, οι όγκοι των εισαγωγών, τα μερίδια αγοράς και οι μέσες τιμές εξελίχθηκαν όπως καθορίζεται πιο κάτω. Τα στοιχεία βασίζονται στις στατιστικές της Eurostat.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    Λευκορωσία — Όγκος εισαγωγών (τόνοι)

    134 931

    167 981

    62 546

    62 044

    25 193

    Μερίδιο αγοράς

    1,6 %

    1,9 %

    0,7 %

    0,7 %

    0,3 %

    Τιμές εισαγωγών

    (ευρώ/τόνο)

    107,5

    126,6

    148,5

    165,7

    190,5

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    118

    138

    154

    177

    Ουκρανία — Όγκος εισαγωγών (τόνοι)

    44 945

    36 304

    77 270

    84 338

    52 553

    Μερίδιο αγοράς

    0,5 %

    0,4 %

    0,8 %

    0,9 %

    0,5 %

    Τιμές εισαγωγών

    (ευρώ/τόνο)

    117,4

    134,5

    139,6

    192,7

    194,0

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    115

    119

    164

    165

    Κροατία — Όγκος εισαγωγών (τόνοι)

    126 400

    179 325

    205 921

    187 765

    208 050

    Μερίδιο αγοράς

    1,5 %

    2,0 %

    2,3 %

    2,1 %

    2,3 %

    Τιμές εισαγωγών

    (ευρώ/τόνο)

    125,1

    135,0

    145,0

    171,7

    185,0

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    108

    116

    137

    148

    Λιβύη — Όγκος εισαγωγών (τόνοι)

    142 644

    227 793

    153 390

    124 515

    73 361

    Μερίδιο αγοράς

    1,6 %

    2,5 %

    1,7 %

    1,4 %

    0,8 %

    Τιμές εισαγωγών

    (ευρώ/τόνο)

    114,1

    134,9

    147,2

    193,8

    201,6

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    118

    129

    170

    177

    (72)

    Όσον αφορά τη Λευκορωσία, ο όγκος των εισαγωγών αυξήθηκε ελαφρώς μεταξύ του 2002 και του 2003 και στη συνέχεια παρουσίασε σταθερή μείωση σε όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου (–81 % για το σύνολο της περιόδου). Ομοίως, το μερίδιο αγοράς της Λευκορωσίας αυξήθηκε ελαφρώς μεταξύ του 2002 και του 2003 και στη συνέχεια παρουσίασε σταθερή μείωση φτάνοντας το 0,3 % κατά την ΠΕΕ. Οι όγκοι ήταν στα επίπεδα του ελαχίστου ορίου από το 2004 και έπειτα. Οι τιμές είχαν θετική εξέλιξη φτάνοντας από 107 σε 190 ευρώ/τόνο κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    (73)

    Όσον αφορά την Ουκρανία, τα επίπεδα εισαγωγών παρέμειναν σταθερά κάτω από ελάχιστο όριο, ενώ οι τιμές εισαγωγής αυξήθηκαν κατά 65 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ.

    (74)

    Οι εισαγωγές της Κροατίας παρέμειναν μάλλον σταθερές καθ’ όλη την περίοδο, με μερίδιο 2 % περίπου στην κοινοτική αγορά, ενώ οι τιμές εισαγωγής αυξήθηκαν κατά 48 %.

    (75)

    Οι εισαγωγές από τη Λιβύη αυξήθηκαν κατά το 2003, αλλά στη συνέχεια μειώνονταν σταθερά μέχρι το τέλος της ΠΕΕ. Καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου μειώθηκαν κατά 49 % και το μερίδιο αγοράς της χώρας αυτής μειώθηκε από 1,6 % το 2002 σε 0,8 % κατά την ΠΕΕ. Όπως συνέβη και με τις άλλες εξεταζόμενες χώρες, οι τιμές εισαγωγής της Λιβύης αυξήθηκαν κατά 77 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ.

    (76)

    Η εξέλιξη των τιμών για τις τέσσερις χώρες είναι αναλογικά υψηλότερη ή συγκρίσιμη με την αύξηση της τιμής πώλησης της κοινοτικής βιομηχανίας.

    (77)

    Για τον υπολογισμό του επιπέδου του ντάμπινγκ που εφαρμοζόταν από την Κροατία κατά την ΠΕΕ, οι τιμές εργοστασίου της κοινοτικής βιομηχανίας προς μη συνδεδεμένους πελάτες συγκρίθηκαν με τις τιμές εισαγωγής CIF στα κοινοτικά σύνορα τις οποίες χρέωνε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας της Κροατίας, δεόντως προσαρμοσμένες ώστε να αντικατοπτρίζεται η τιμή του εκφορτωθέντος προϊόντος. Η σύγκριση έδειξε ότι οι εισαγωγές είχαν τιμές χαμηλότερες από αυτές της κοινοτικής βιομηχανίας κατά 4,7 %. Ωστόσο, οι τιμές αυτές ήταν ανάλογες με τη μη ζημιογόνο τιμή που έχει καθοριστεί για την κοινοτική βιομηχανία.

    (78)

    Λόγω του γεγονότος ότι το μερίδιο αγοράς των τριών από τις τέσσερις εξεταζόμενες χώρες ήταν χαμηλότερο από το ελάχιστο όριο, είτε μεμονωμένα είτε συνολικά, θεωρήθηκε ότι οι εξαγωγές τους στην Κοινότητα δεν προκάλεσαν ζημία και ότι, επομένως, τα περιθώρια εφαρμογής χαμηλότερων τιμών δεν αφορούσαν την ανάλυση για τη συνέχιση της ζημίας.

    3.   Εισαγωγές από άλλες χώρες

    (79)

    Ο όγκος των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες κατά την υπό εξέταση περίοδο παρατίθεται στον πίνακα που ακολουθεί. Οι τάσεις ποσοτήτων και τιμών που ακολουθούν βασίζονται επίσης σε στοιχεία της Eurostat.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    Όγκος εισαγωγών από τη Ρωσία (τόνοι)

    1 360 025

    1 429 543

    1 783 742

    1 404 863

    1 488 367

    Μερίδιο αγοράς

    15,7 %

    16,0 %

    19,9 %

    15,8 %

    16,6 %

    Τιμές εισαγωγών από τη Ρωσία

    (ευρώ/τόνο)

    119

    133

    154

    180

    196

    Όγκος εισαγωγών από την Αίγυπτο (τόνοι)

    579 830

    629 801

    422 892

    385 855

    624 718

    Μερίδιο αγοράς

    6,7 %

    7,0 %

    4,7 %

    4,3 %

    7,0 %

    Τιμές εισαγωγών από την Αίγυπτο

    (ευρώ/τόνο)

    149

    163

    178

    220

    222

    Όγκος εισαγωγών από τη Ρουμανία (τόνοι)

    260 298

    398 606

    235 417

    309 195

    248 377

    Μερίδιο αγοράς

    3,0 %

    4,5 %

    2,6 %

    3,5 %

    2,8 %

    Τιμές εισαγωγών από τη Ρουμανία

    (ευρώ/τόνο)

    123

    142

    175

    197

    210

    Όγκος εισαγωγών από όλες τις άλλες χώρες (τόνοι)

    373 732

    291 620

    254 311

    336 110

    326 579

    Μερίδιο αγοράς

    4,3 %

    3,3 %

    2,8 %

    3,8 %

    3,6 %

    Τιμές εισαγωγών από όλες τις άλλες χώρες (ευρώ/τόνο)

    141

    170

    194

    221

    224

    Μερίδιο αγοράς όλων των τρίτων χωρών

    29,7 %

    30,8 %

    30,0 %

    27,4 %

    30,0 %

    (80)

    Πρέπει να σημειωθεί ότι το σύνολο των εισαγωγών από τρίτες χώρες αυξήθηκε κατά 4,4 % κατά τη διάρκεια όλης της περιόδου. Το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εισαγωγών από τη Ρωσία (9,4 %), χώρα η οποία είναι ο κυριότερος εξαγωγέας. Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι οι εισαγωγές από τη Ρωσία υπόκειντο σε μέτρα ελάχιστης τιμής εισαγωγής (MIP) σε όλη τη διάρκεια της περιόδου, μέτρα τα οποία καταργήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 907/2007 (βλέπε αιτιολογική σκέψη 6). Μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ οι εισαγωγές από την Αίγυπτο αυξήθηκαν κατά 7,7 %, ενώ οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες μειώθηκαν σε ίδιο περίπου ποσοστό· πάνω από το 40 % των εισαγωγών αυτών αναλογούσε στη Ρουμανία. Όσον αφορά τις τιμές εξαγωγής, οι εξαγωγές όλων των παραπάνω χωρών γίνονταν στην Κοινότητα σε τιμές οι οποίες δεν είναι χαμηλότερες από τις τιμές της κοινοτικής βιομηχανίας κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ ή/και είναι υψηλότερες από τη μη ζημιογόνο τιμή για την κοινοτική βιομηχανία.

    4.   Οικονομική κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας

    (81)

    Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους σχετικούς οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας.

    4.1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

    (82)

    Διαπιστώθηκε ότι οι περισσότεροι από τους συνεργαζόμενους παραγωγούς της κοινοτικής βιομηχανίας χρησιμοποιούν το ομοειδές προϊόν για περαιτέρω κατεργασία σε σύνθετα ή συνθετικά λιπάσματα που είναι περαιτέρω δευτερογενή αζωτούχα λιπάσματα που περιέχουν εκτός από το άζωτο άλλες ουσίες, όπως υδατοδιαλυτό φώσφορο ή/και υδατοδιαλυτό κάλιο.

    (83)

    Διαπιστώθηκε ότι αυτές οι εσωτερικές μεταφορές της παραγωγής ουρίας δεν εισέρχονται στην ανοικτή αγορά και συνεπώς δεν βρίσκονται σε ανταγωνισμό με τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος. Η έρευνα απέδειξε ότι αυτή η δεσμευμένη χρήση αντιπροσωπεύει ένα σταθερό ποσοστό 20 % περίπου της συνολικής παραγωγής της κοινοτικής βιομηχανίας. Επομένως, θεωρείται ότι δεν μπορεί να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την εικόνα ζημίας της κοινοτικής βιομηχανίας.

    (84)

    Όταν γίνεται προσφυγή στη δειγματοληψία, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, αναλύονται ορισμένοι δείκτες της ζημίας (παραγωγή, παραγωγική ικανότητα, αποθέματα, πωλήσεις, μερίδιο αγοράς, μεγέθυνση και απασχόληση) για την κοινοτική βιομηχανία συνολικά («ΚΒ» στους πίνακες που ακολουθούν), ενώ οι δείκτες της ζημίας που αφορούν τις επιδόσεις μεμονωμένων εταιρειών, δηλαδή τιμές, κόστος παραγωγής, αποδοτικότητα, μισθοί, επενδύσεις, απόδοση των επενδύσεων, ταμειακές ροές, ικανότητα άντλησης κεφαλαίων, εξετάζονται με βάση τις πληροφορίες που συγκεντρώνονται στο επίπεδο κοινοτικών παραγωγών στους οποίους έγινε δειγματοληψία («ΠΔ» στους πίνακες που ακολουθούν).

    4.2.   Στοιχεία σχετικά με την κοινοτική βιομηχανία ως σύνολο

    α)   Παραγωγή

    (85)

    Η παραγωγή της κοινοτικής βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων των όγκων που προορίζονται για δεσμευμένη χρήση, παρέμεινε ουσιαστικά σταθερή μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ, αυξήθηκε κατά 5 % το 2003 και μειώθηκε κατά το ίδιο ποσοστό το 2004. Το 2005 και κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ καταγράφηκε μια μικρή αύξηση 2 % και 1 % αντίστοιχα, φτάνοντας το επίπεδο των 4,45 εκατ. τόνων.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΚΒ Παραγωγή (σε τόνους)

    4 300 000

    4 500 000

    4 300 000

    4 400 000

    4 450 000

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    105

    100

    102

    103

    Παραγωγή ΚΒ που χρησιμοποιείται για δεσμευμένες μεταφορές

    800 000

    800 000

    800 000

    900 000

    900 000

    Ποσοστό της συνολικής παραγωγής

    19,3 %

    18,5 %

    19,5 %

    20,6 %

    20,2 %

    Πηγή: Καταγγέλλοντες, απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο δειγματοληψίας και επαληθευμένες απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο.

    β)   Παραγωγική ικανότητα και συντελεστής χρήσης της παραγωγικής ικανότητας

    (86)

    Η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε ελαφρώς (κατά 5 %) μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ. Λόγω του σταθερού όγκου της παραγωγής, η απορρέουσα χρήση της παραγωγικής ικανότητας μειώθηκε ελαφρώς από 84 % το 2002 σε 81 % κατά την ΠΕΕ. Ωστόσο, η χρήση της ικανότητας γι’ αυτό το είδος παραγωγής και βιομηχανίας μπορεί να επηρεαστεί από την παραγωγή άλλων προϊόντων, τα οποία μπορούν να παραχθούν με τον ίδιο εξοπλισμό παραγωγής, και επομένως δεν ενδείκνυται ως δείκτης ζημίας.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΚΒ Παραγωγική ικανότητα (σε τόνους)

    5 100 000

    5 200 000

    5 200 000

    5 400 000

    5 360 000

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    101

    101

    106

    105

    ΚΒ Χρήση της παραγωγικής ικανότητας

    84 %

    88 %

    84 %

    81 %

    81 %

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    104

    100

    96

    96

    γ)   Αποθέματα

    (87)

    Το επίπεδο των τελικών αποθεμάτων της κοινοτικής βιομηχανίας παρέμεινε μάλλον σταθερό μεταξύ του 2002 και του 2004 και στη συνέχεια αυξήθηκε κατά 24 ποσοστιαίες μονάδες το 2005 και κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες ακόμη στο τέλος της ΠΕΕ. Ωστόσο, επειδή η ουρία που προορίζεται για δεσμευμένη χρήση αποθηκεύεται μαζί με το προϊόν που πωλείται στην ελεύθερη αγορά, το επίπεδο των αποθεμάτων θεωρείται λιγότερο σημαντικός δείκτης ζημίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι το τέλος της ΠΕΕ συμπίπτει με την έναρξη των εποχικών πωλήσεων.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΚΒ Τελικά αποθέματα (τόνοι)

    250 000

    240 000

    260 000

    320 000

    350 000

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    94

    103

    127

    140

    δ)   Όγκος πωλήσεων

    (88)

    Μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ οι πωλήσεις της κοινοτικής βιομηχανίας στην αγορά της Κοινότητας σημείωσαν μικρή μείωση (3 %).

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΚΒ Όγκος πωλήσεων του ΚΚΠ (σε τόνους)

    3 150 000

    3 240 000

    3 050 000

    3 000 000

    3 070 000

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    103

    97

    95

    97

    ε)   Μερίδιο αγοράς

    (89)

    Επίσης, μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ μειώθηκε σε μέτριο βαθμό το μερίδιο αγοράς της κοινοτικής βιομηχανίας περνώντας από το 36,5 % στο 34,3 %.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    Μερίδιο αγοράς της κοινοτικής βιομηχανίας

    36,5 %

    36,3 %

    34,1 %

    33,8 %

    34,3 %

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    99

    93

    93

    94

    στ)   Μεγέθυνση

    (90)

    Η κοινοτική βιομηχανία έχασε ένα μικρό μέρος του μεριδίου αγοράς από μια σταθερή αγορά κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Το μερίδιο αγοράς που έχασε η κοινοτική βιομηχανία δεν το κατέλαβαν οι εισαγωγές των τεσσάρων εξεταζόμενων χωρών, το μερίδιο αγοράς των οποίων μειώθηκε από 5,8 % έως 4,4 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ.

    ζ)   Απασχόληση

    (91)

    Το επίπεδο απασχόλησης της κοινοτικής βιομηχανίας μειώθηκε κατά 6 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ, ενώ η παραγωγή αυξήθηκε ελαφρώς, αντικατοπτρίζοντας τη μέριμνα της κοινοτικής βιομηχανίας για συνεχή αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητάς της.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΚΒ Απασχόληση για το υπό εξέταση προϊόν

    1 235

    1 230

    1 155

    1 160

    1 165

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    100

    94

    94

    94

    η)   Παραγωγικότητα

    (92)

    Η παραγωγή ανά απασχολούμενο στην κοινοτική βιομηχανία ανά έτος αυξήθηκε κατά 6 % μεταξύ του 2002 και του 2003 και παρέμεινε σταθερή μέχρι την ΠΕΕ, αντικατοπτρίζοντας τη συνδυασμένη θετική επίδραση της μείωσης της απασχόλησης και της αύξησης της παραγωγής της κοινοτικής βιομηχανίας.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΚΒ Παραγωγικότητα (τόνοι ανά απασχολούμενο)

    3 500

    3 700

    3 745

    3 765

    3 735

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    106

    107

    108

    107

    θ)   Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ

    (93)

    Ο αντίκτυπος που έχει στην κοινοτική βιομηχανία το μέγεθος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ κατά την ΠΕΕ, θεωρείται άνευ σημασίας και ο δείκτης μη σημαντικός, δεδομένου ότι: i) ο όγκος εισαγωγών από τη Λευκορωσία, την Ουκρανία και τη Λιβύη ήταν κάτω από τα επίπεδα του ελαχίστου ορίου, ii) οι εισαγωγές από την Κροατία ήταν σταθερές, σε τιμές που αυξήθηκαν ανάλογα με τις τιμές πώλησης στην ΕΕ και iii) η συνολική οικονομική κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας ήταν πολύ θετική.

    ι)   Ανάκαμψη από τις συνέπειες παλαιών πρακτικών ντάμπινγκ

    (94)

    Οι δείκτες που εξετάζονται πιο πάνω και στη συνέχεια αποδεικνύουν σαφώς ότι συντελέστηκαν σημαντικές βελτιώσεις στην οικονομική και στη χρηματοοικονομική κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας.

    4.3.   Στοιχεία σχετικά με τους δειγματοληπτικά επιλεγμένους κοινοτικούς παραγωγούς

    α)   Τιμές πώλησης και παράγοντες που επηρεάζουν τις εγχώριες τιμές

    (95)

    Μεταξύ του 2004 και της ΠΕΕ η μέση καθαρή τιμή πωλήσεων όσον αφορά τις πωλήσεις των δειγματοληπτικά επιλεγμένων παραγωγών της κοινοτικής βιομηχανίας αυξήθηκε σημαντικά, αντικατοπτρίζοντας τη σταθερή και συνεχή αύξηση του κόστους της πρώτης ύλης και τις επικρατούσες ευνοϊκές συνθήκες της διεθνούς αγοράς για την ουρία κατά την ίδια περίοδο.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΔΕΠ Τιμή μονάδας στην αγορά ΕΚ

    (ευρώ/τόνο)

    138

    149

    164

    189

    207

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    108

    120

    138

    151

    β)   Μισθοί

    (96)

    Από το 2002 έως την ΠΕΕ, ο μέσος μισθός ανά εργαζόμενο αυξήθηκε κατά 13 %, όπως δείχνει ο πίνακας που ακολουθεί. Με βάση το ποσοστό πληθωρισμού και τη συνολική μείωση της απασχόλησης, η αύξηση αυτή θεωρείται μέτρια.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΔΕΠ Ετήσιο κόστος εργασίας ανά απασχολούμενο (000 ευρώ)

    44,2

    47,2

    47,1

    48,6

    49,9

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    107

    107

    110

    113

    γ)   Επενδύσεις

    (97)

    Οι ετήσιες επενδύσεις που πραγματοποίησαν στο ομοειδές προϊόν οι τέσσερις δειγματοληπτικά επιλεγμένοι παραγωγοί εξελίχθηκαν θετικά κατά την υπό εξέταση περίοδο, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 74 % αν και σημειώθηκαν κάποιες διακυμάνσεις. Οι επενδύσεις αυτές αφορούσαν κυρίως τον εκσυγχρονισμό των μηχανημάτων και τις απαιτήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Αυτό επιβεβαιώνει τις προσπάθειες της κοινοτικής βιομηχανίας να βελτιώνει συνεχώς την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της. Τα αποτελέσματα είναι προφανή στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας, η οποία αυξήθηκε σημαντικά κατά την ίδια περίοδο (βλέπε αιτιολογική σκέψη 92).

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΔΕΠ Καθαρές επενδύσεις (000 ευρώ)

    20 493

    11 095

    31 559

    40 001

    35 565

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    54

    154

    195

    174

    δ)   Αποδοτικότητα και απόδοση των επενδύσεων

    (98)

    Η αποδοτικότητα των δειγματοληπτικά επιλεγμένων παραγωγών δείχνει μια σημαντική βελτίωση μεταξύ του 2002 και του 2005, οπότε έφθασε στο 19 % της αξίας των πωλήσεων. Η σταθερή αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου στις αρχές του 2006 μειώνει το αποτέλεσμα αυτό στο 10,7 % κατά την ΠΕΕ. Ως προς αυτό, σημειώνεται ότι στην αρχική έρευνα είχε καθοριστεί ένα περιθώριο κέρδους 8 %, το οποίο μπορεί να επιτευχθεί με την κατάργηση του επιζήμιου ντάμπινγκ. Η απόδοση των επενδύσεων (ΑΕ), εκφραζόμενη σε ποσοστό κέρδους επί της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων, ακολούθησε ευρέως την τάση της αποδοτικότητας καθ’ όλη την υπό εξέταση περίοδο.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΔΕΠ Αποδοτικότητα των πωλήσεων ΕΚ σε μη συνδεδεμένους πελάτες (% των καθαρών πωλήσεων)

    4,6 %

    11,1 %

    18,4 %

    19,3 %

    10,7 %

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    241

    400

    419

    233

    ΑΕ των ΔΕΠ (ποσοστό κέρδους της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων)

    10,7 %

    31,0 %

    48,8 %

    51,1 %

    29,4 %

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    290

    456

    477

    275

    ε)   Ταμειακή ροή και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

    (99)

    Η ταμειακή ροή αυξήθηκε σημαντικά μεταξύ του 2002 και του 2005 και μειώθηκε σταθερά κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Η εξέλιξη αυτή συνάδει με την εξέλιξη που παρουσίασε η συνολική αποδοτικότητα κατά την υπό εξέταση περίοδο.

     

    2002

    2003

    2004

    2005

    ΠΕΕ

    ΔΕΠ Ταμειακές ροές (000 ευρώ)

    38 534

    60 289

    92 671

    111 722

    58 912

    Δείκτης (2002 = 100)

    100

    156

    240

    290

    153

    (100)

    Από την έρευνα δεν διαπιστώθηκε ότι οι δειγματοληπτικά επιλεγμένοι κοινοτικοί παραγωγοί αντιμετώπισαν δυσκολίες όσον αφορά την άντληση κεφαλαίων.

    5.   Συμπέρασμα

    (101)

    Μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ, το μερίδιο αγοράς της κοινοτικής βιομηχανίας μειώθηκε ελαφρώς, όπως άλλωστε και ο όγκος των πωλήσεων στην κοινοτική αγορά. Ωστόσο, η γενική κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας βελτιώθηκε κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

    (102)

    Σχεδόν όλοι οι άλλοι δείκτες ζημίας, εκτός από την αύξηση του όγκου των αποθεμάτων, εξελίχθηκαν θετικά: ο όγκος παραγωγής και οι ανά μονάδα τιμές πώλησης της κοινοτικής βιομηχανίας αυξήθηκαν και η αποδοτικότητα ήταν, μετά το 2002, πολύ πιο πάνω από το επίπεδο κέρδους που είχε καθοριστεί ως κέρδος-στόχος στην αρχική έρευνα.

    (103)

    Η απόδοση των επενδύσεων και οι ταμειακές ροές παρουσίασαν επίσης θετική εξέλιξη. Οι μισθοί αυξήθηκαν μετρίως και η κοινοτική βιομηχανία εξακολούθησε να επενδύει. Η παραγωγικότητα αυξήθηκε επίσης σημαντικά, αντικατοπτρίζοντας τη θετική εξέλιξη της παραγωγής και τις προσπάθειες της κοινοτικής βιομηχανίας για βελτίωση μέσω των επενδύσεων.

    (104)

    Ο αιτών υποστήριξε ότι οι απαιτήσεις μακροπρόθεσμης αποδοτικότητας, οι οποίες υπολογίζονται ως απόδοση επί των πωλήσεων, έπρεπε να είναι για τον κλάδο της ουρίας στο 25 % μετά την καταβολή των φόρων. Αυτό θα συνεπαγόταν ένα κέρδος κύκλου εργασιών προ φόρων περίπου 36 %. Ο αιτών ισχυρίστηκε ότι αυτό δικαιολογείται από το κόστος εγκατάστασης ενός νέου συγκροτήματος παρασκευής αμμωνίας/ουρίας, το οποίο θα απαιτούσε απόδοση των επενδύσεων ύψους 11 % (που φέρεται ότι ισοδυναμεί σε κέρδος κύκλου εργασιών προ φόρων ύψους 36 %). Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι ο αιτών δεν αξίωσε ποτέ τόσο υψηλό στόχο κέρδους στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας και στην αρχική έρευνα είχε καθοριστεί ένα περιθώριο κέρδους 8 %, το οποίο μπορεί να επιτευχθεί εάν δεν υπάρχει πρακτική ζημιογόνου ντάμπινγκ. Επιπροσθέτως, το Πρωτοδικείο επιβεβαίωσε, στην απόφαση που εξέδωσε για την υπόθεση T-210/95, ότι «…το περιθώριο κέρδους που πρέπει να ληφθεί υπόψη από το Συμβούλιο για τον υπολογισμό ενδεικτικής τιμής δυνάμενης να εξαλείψει την εν λόγω ζημία πρέπει να περιορίζεται στο περιθώριο κέρδους που η κοινοτική βιομηχανία θα μπορούσε λογικώς να αναμένει υπό τους συνήθεις όρους ανταγωνισμού, ελλείψει των αποτελουσών το αντικείμενο ντάμπινγκ εισαγωγών» (8). Στην ίδια υπόθεση επιβεβαιώθηκε ότι «το […] επιχείρημα, κατά το οποίο το περιθώριο κέρδους που οφείλουν να λάβουν υπόψη τα κοινοτικά όργανα πρέπει να είναι αυτό που είναι αναγκαίο για την εξασφάλιση της επιβιώσεως της κοινοτικής βιομηχανίας ή/και της κατάλληλης αποδόσεως των κεφαλαίων της, δεν βρίσκει κανένα έρεισμα στον βασικό κανονισμό».

    (105)

    Ο αιτών υποστήριξε επίσης ότι στην περίπτωση του κλάδου των λιπασμάτων, η απόδοση επί των πωλήσεων δεν είναι κατάλληλος δείκτης ζημίας για τα κέρδη και ότι η απόδοση χρησιμοποιηθέντος κεφαλαίου ή/και επενδύσεων είναι καλύτεροι ποιοτικά δείκτες για την αξιολόγηση αυτή. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε ότι, με βάση τους τελευταίους δείκτες, η κοινοτική βιομηχανία είχε υποστεί ζημία.

    (106)

    Λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του κλάδου των λιπασμάτων (για παράδειγμα, της έντασης κεφαλαίου) και του χαρακτήρα της αγοράς λιπασμάτων (την αστάθεια των τιμών των πρώτων υλών και των τιμών των τελικών προϊόντων), συμφωνήθηκε ότι μόνο η απόδοση επί των πωλήσεων ίσως δεν είναι ο καταλληλότερος δείκτης όσον αφορά την αποδοτικότητα και ότι πρέπει να συμπληρωθεί με δείκτες όπως η απόδοση χρησιμοποιηθέντος κεφαλαίου και η απόδοση επενδύσεων. Ωστόσο, ο αιτών δεν υπέβαλε κανένα αποδεικτικό στοιχείο σύμφωνα με το οποίο, εάν δεν υπήρχαν εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, η κοινοτική βιομηχανία θα ήταν σε θέση να επιτύχει απόδοση στο απαιτούμενο επίπεδο. Ο αιτών δεν απέδειξε επίσης ποιο περιθώριο κέρδους θα ήταν σε θέση να επιτύχει η κοινοτική βιομηχανία εάν δεν υπήρχαν εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

    (107)

    Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε συνέχιση της σημαντικής ζημίας για την κοινοτική βιομηχανία.

    ΣΤ.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

    1.   Γενικά

    (108)

    Επειδή δεν υπάρχει συνέχιση της σημαντικής ζημίας από εισαγωγές από την υπό εξέταση χώρα, η ανάλυση επικεντρώθηκε στην πιθανότητα επανάληψης της ζημίας σε περίπτωση άρσης των μέτρων. Στο πλαίσιο αυτό αναλύθηκαν δύο κύριες παράμετροι: i) οι πιθανοί όγκοι των εξαγωγών και οι τιμές των εξεταζόμενων χωρών και ii) η επίδραση των προβλεπόμενων αυτών όγκων και τιμών των εξεταζόμενων χωρών στην κοινοτική βιομηχανία.

    (109)

    Η ανάλυση γίνεται σ’ ένα γενικό πλαίσιο αγοράς όπου οι τιμές είναι διαρκώς υψηλές, όπως και τα κέρδη, όχι μόνο στην Κοινότητα αλλά και σε όλο τον κόσμο. Σε μεγάλο βαθμό, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ζήτηση είναι μεγαλύτερη από την προσφορά. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το γενικό αυτό πλαίσιο θα παρουσιάσει ουσιαστική μεταβολή βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα.

    2.   Πιθανοί όγκοι εξαγωγών και τιμές των εξεταζόμενων χωρών

    (110)

    Όπως προαναφέρθηκε, οι Ουκρανοί παραγωγοί-εξαγωγείς είναι πιθανόν να εξάγουν κατά μέγιστο όριο περίπου 375 000 επιπλέον τόνους ουρίας στην Κοινότητα, αν λήξει η ισχύς των μέτρων. Σύμφωνα με τα στοιχεία η Λιβύη και η Λευκορωσία μπορούν κατά μέγιστο όριο να εξαγάγουν 140 000 και 150 000 τόνους αντίστοιχα. Ομοίως, οι ποσότητες για την Κροατία δεν είναι πιθανόν να αυξηθούν πολύ περισσότερο από το τρέχον επίπεδό τους.

    (111)

    Οι τιμές εξαγωγής προς την Κοινότητα και τις τρίτες χώρες αναλύθηκαν πιο πάνω. Σε συνδυασμό με τις συνθήκες αγοράς που προαναφέρονται και την πιθανή εξέλιξη των βασικών συντελεστών του κόστους, όπως είναι η τιμή του φυσικού αερίου, από την ανάλυση προκύπτει ότι οι τιμές εξαγωγής θα παραμείνουν υψηλές. Επομένως, δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι τιμές θα είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές και το κόστος της κοινοτικής βιομηχανίας.

    3.   Αντίκτυπος των προβλεπόμενων όγκων εξαγωγών στην κοινοτική βιομηχανία και επίδραση στις τιμές σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων

    (112)

    Η αγορά ουρίας αναμένεται να αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό κατά τα επόμενα έτη τόσο στην Κοινότητα (9) όσο και παγκοσμίως, κυρίως λόγω της αυξημένης γεωργικής παραγωγής (για εφαρμογές βιοκαυσίμων), αλλά και λόγω της διευρυνόμενης βιομηχανικής χρήσης του AdBlue (10). Για παράδειγμα, οι προοπτικές για τις γεωργικές αγορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά την περίοδο 2007-2014, που δημοσιεύτηκαν από τη Γενική Διεύθυνση Γεωργίας τον Ιούλιο του 2007, επιβεβαιώνουν ότι η παραγωγή σιτηρών στην περίοδο αυτή είναι πιθανόν να αυξηθεί έως και 20 %. Η εκτίμηση του αιτούντος προβλέπει αύξηση 10 %. Επιπλέον, στο τέλος του Σεπτεμβρίου 2007, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2007 του Συμβουλίου (11) θεσπίστηκαν παρεκκλίσεις όσον αφορά την παύση καλλιέργειας για το έτος 2008. Η προβλεπόμενη μεγέθυνση της κοινοτικής αγοράς (1 εκατ. επιπλέον τόνοι περίπου) είναι πιθανόν να υπερβεί το ανώτατο όριο των όγκων που μπορούν να εξαγάγουν οι εξάγουσες χώρες στην Κοινότητα. Επομένως, δεν είναι πιθανόν να προκύψουν σημαντικές ανισορροπίες όσον αφορά τους όγκους από τις επιπλέον αυτές εξαγωγές, κυρίως επειδή η διαφορά μεταξύ της μέγιστης κοινοτικής παραγωγής και κατανάλωσης ποσοτικοποιείται σε 2 εκατ. τόνους περίπου και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η διαφορά αυτή θα συμπληρωθεί από άλλες εξαγωγές [καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ρωσίας, όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 907/2007] σε τέτοιο βαθμό ώστε η υπερπροσφορά να συγκρατήσει ή να μειώσει τις τιμές της αγοράς.

    (113)

    Για τους λόγους αυτούς, δεν είναι πιθανόν η κοινοτική βιομηχανία να χρειαστεί να μειώσει τις πωλήσεις της, την παραγωγή ή τις τιμές της σε βαθμό που να επηρεαστεί ουσιαστικά η αποδοτικότητα και η γενική θέση της. Επομένως, είναι πιθανόν τα κέρδη να παραμείνουν στο τρέχον επίπεδό τους, αντικατοπτρίζοντας τις επικρατούσες ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς, ιδίως από το 2004 έως την ΠΕΕ.

    4.   Συμπέρασμα για το ενδεχόμενο επανάληψης της ζημίας

    (114)

    Για τους λόγους που προαναφέρονται, δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει πιθανότητα επανάληψης της ζημίας για την κοινοτική βιομηχανία, σε περίπτωση κατάργησης των ισχυόντων μέτρων.

    Ζ.   ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    (115)

    Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων πρόκειται να προταθεί η κατάργηση των ισχυόντων μέτρων. Τους χορηγήθηκε επίσης προθεσμία για την υποβολή των παρατηρήσεών τους μετά την εν λόγω ενημέρωση. Δεν υποβλήθηκαν παρατηρήσεις ικανές να μεταβάλλουν τα προαναφερθέντα συμπεράσματα.

    (116)

    Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Κροατίας, Λιβύης και Ουκρανίας πρέπει να καταργηθούν και να τερματιστεί η διαδικασία.

    (117)

    Λόγω των συνθηκών που προαναφέρονται, δηλαδή των σημαντικών στρεβλώσεων στη διάρθρωση του κόστους ή/και των λειτουργιών των εξαγωγών από τους εξαγωγείς και στις τέσσερις εξεταζόμενες χώρες, κρίνεται αναγκαία η στενή παρακολούθηση της εξέλιξης των εισαγωγών ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Κροατίας, Λιβύης και Ουκρανίας, ώστε να διευκολυνθεί η άμεση ανάληψη κατάλληλης δράσης, εάν αυτό απαιτηθεί από τις περιστάσεις,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Ο δασμός αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται στις εισαγωγές ουρίας, είτε σε υδατικό διάλυμα είτε όχι, η οποία υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 3102 10 10 και 3102 10 90 και είναι καταγωγής Λευκορωσίας, Κροατίας, Λιβύης και Ουκρανίας, καταργείται και τερματίζεται η διαδικασία σχετικά με τις εν λόγω εισαγωγές.

    Άρθρο 2

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 17 Μαρτίου 2008.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    I. JARC


    (1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

    (2)  ΕΕ L 17 της 19.1.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 73/2006 (ΕΕ L 12 της 18.1.2006, σ. 1).

    (3)  ΕΕ C 93 της 21.4.2006, σ. 6.

    (4)  ΕΕ C 316 της 22.12.2006, σ. 13.

    (5)  ΕΕ C 105 της 4.5.2006, σ. 12.

    (6)  ΕΕ L 127 της 9.5.2001, σ. 11.

    (7)  ΕΕ L 198 της 31.7.2007, σ. 4.

    (8)  Υπόθεση T-210/95, EFMA κατά Συμβουλίου (1195), Συλλογή II-3291, σκέψη 60.

    (9)  Πηγή: «Global fertilisers and raw materials supply and supply/demand balances: 2005-2009», A05/71b, Ιούνιος 2005, Διεθνής Ένωση Παραγωγών Λιπασμάτων (IFA).

    (10)  AdBlue είναι καταχωρισμένο εμπορικό σήμα υδατικού διαλύματος ουρίας (32,5 %) και χρησιμοποιείται σε μια διαδικασία που ονομάζεται «επιλεκτική καταλυτική αναγωγή» για τη μείωση των εκπομπών οξειδίων του αζώτου στα καυσαέρια των οχημάτων με κινητήρες ντίζελ.

    (11)  ΕΕ L 253 της 28.9.2007, σ. 1.


    Top