Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005R1161

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1161/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6 Ιουλίου 2005, για την κατάρτιση τριμηνιαίων μη χρηματοπιστωτικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα

    ΕΕ L 191 της 22.7.2005, p. 22–28 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO, HR)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/08/2024; καταργήθηκε από 32023R0734

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2005/1161/oj

    22.7.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 191/22


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) ΑΡΙΘ. 1161/2005 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 6 Ιουλίου 2005

    για την κατάρτιση τριμηνιαίων μη χρηματοπιστωτικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 285 παράγραφος 1,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

    (1)

    Το σχέδιο δράσης σχετικά με τις στατιστικές ανάγκες της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ), που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Ecofin τον Σεπτέμβριο του 2000, τονίζει ότι απαιτείται επειγόντως να δημιουργηθεί ένα περιορισμένο σύνολο τριμηνιαίων λογαριασμών ανά τομέα και ότι οι εν λόγω λογαριασμοί θα πρέπει να είναι διαθέσιμοι εντός 90 ημερών από τη λήξη του αντίστοιχου τριμήνου.

    (2)

    Η κοινή έκθεση του Συμβουλίου Ecofin και της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τις στατιστικές και τους δείκτες της ευρωζώνης, όπως εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Ecofin στις 18 Φεβρουαρίου 2003, τονίζει ότι, έως το 2005, θα πρέπει να εφαρμοστούν πλήρως δράσεις υψηλής προτεραιότητας σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα.

    (3)

    Η ανάλυση των κυκλικών διακυμάνσεων της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής στο πλαίσιο της ΟΝΕ απαιτούν μακροοικονομικές στατιστικές για την οικονομική συμπεριφορά των επιμέρους θεσμικών τομέων και τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να προκύψουν από τα στοιχεία που συλλέγονται στο επίπεδο του συνόλου της οικονομίας. Υπάρχει, επομένως, ανάγκη παραγωγής τριμηνιαίων λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα, για την Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά και για τη ζώνη του ευρώ.

    (4)

    Η παραγωγή των λογαριασμών αυτών αποτελεί τμήμα του γενικού στόχου κατάρτισης ενός συστήματος ετήσιων και τριμηνιαίων λογαριασμών για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για τη ζώνη του ευρώ. Το σύστημα περιλαμβάνει τα κύρια μακροοικονομικά μεγέθη και τους χρηματοπιστωτικούς και μη χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς ανά θεσμικό τομέα. Ο σκοπός εν προκειμένω είναι να επιτευχθεί συνοχή μεταξύ όλων αυτών των λογαριασμών και, όσον αφορά τους λογαριασμούς «αλλοδαπής», μεταξύ των στοιχείων του ισοζυγίου πληρωμών και των στοιχείων των εθνικών λογαριασμών.

    (5)

    Η κατάρτιση ευρωπαϊκών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα, σύμφωνα με τις αρχές του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας όπως ορίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου (3), απαιτεί τη διαβίβαση από τα κράτη μέλη τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα. Ωστόσο, οι ευρωπαϊκοί λογαριασμοί πρέπει να αντικατοπτρίζουν την οικονομία του ευρωπαϊκού χώρου συνολικά και ενδέχεται να διαφέρουν από την απλή συνάθροιση των λογαριασμών των κρατών μελών. Ειδικότερα, ο στόχος είναι να ληφθούν υπόψη οι συναλλαγές των οργάνων και οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους λογαριασμούς του συγκεκριμένου χώρου (Ευρωπαϊκή Ένωση ή ζώνη του ευρώ, αναλόγως).

    (6)

    Η παραγωγή ειδικών κοινοτικών στατιστικών διέπεται από τους κανόνες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου, της 17 Φεβρουαρίου 1997, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές (4).

    (7)

    Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, εν προκειμένω η κατάρτιση τριμηνιαίων μη χρηματοπιστωτικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη ζώνη του ευρώ, είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται συνεπώς, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου. Ειδικότερα, όταν τα κράτη μέλη έχουν αμελητέα συμβολή στα ευρωπαϊκά συνολικά μεγέθη, δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να υποβάλλουν στοιχεία με πλήρεις λεπτομέρειες.

    (8)

    Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28 Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (5).

    (9)

    Ζητήθηκε η γνώμη της επιτροπής στατιστικού προγράμματος που συστάθηκε με την απόφαση 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (6) και της επιτροπής στατιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών που συστάθηκε με την απόφαση 91/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου (7),

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Σκοπός

    Ο παρών κανονισμός παρέχει ένα κοινό πλαίσιο για τη συμβολή των κρατών μελών στην κατάρτιση τριμηνιαίων ευρωπαϊκών μη χρηματοπιστωτικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα.

    Άρθρο 2

    Διαβίβαση των τριμηνιαίων μη χρηματοπιστωτικών λογαριασμών ανά θεσμικό τομέα

    1.   Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τριμηνιαίους μη χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς ανά θεσμικό τομέα, όπως ορίζεται στο παράρτημα, εκτός, αρχικά, για τις θέσεις P.1, P.2, D.42, D.43, D.44, D.45 και B.4G.

    2.   Το χρονοδιάγραμμα για τη διαβίβαση στοιχείων των θέσεων P.1, P.2, D.42, D.43, D.44, D.45 και B.4G, αντίστοιχα, και οποιαδήποτε απόφαση για την κατανομή των συναλλαγών που απαριθμούνται στο παράρτημα ανά αντίστοιχο τομέα εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8 παράγραφος 2. Η εν λόγω απόφαση λαμβάνεται αφού υποβάλει έκθεση η Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 9.

    3.   Τα τριμηνιαία στοιχεία της παραγράφου 1 διαβιβάζονται στην Επιτροπή το αργότερο 90 ημέρες από τη λήξη του τριμήνου στο οποίο αναφέρονται τα στοιχεία. Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα τριμηνιαία στοιχεία της παραγράφου 1 υποβάλλονται στην Επιτροπή το αργότερο εντός 95 ημερολογιακών ημερών από τη λήξη του τριμήνου στο οποίο αναφέρονται. Οποιαδήποτε αναθεώρηση των στοιχείων προηγούμενων τριμήνων διαβιβάζεται συγχρόνως.

    4.   Η προθεσμία διαβίβασης που καθορίζεται στην παράγραφο 3 μπορεί να παραταθεί κατά πέντε ημέρες το πολύ, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8 παράγραφος 2.

    5.   Η πρώτη διαβίβαση των τριμηνιαίων στοιχείων αφορά τα στοιχεία για το τρίτο τρίμηνο του 2005. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν τα στοιχεία αυτά όχι αργότερα από τις 3 Ιανουαρίου 2006. Η πρώτη διαβίβαση περιλαμβάνει αναδρομικά στοιχεία για τις περιόδους από το πρώτο τρίμηνο του 1999.

    Άρθρο 3

    Υποχρέωση υποβολής στοιχείων

    1.   Όλα τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τα στοιχεία που περιγράφονται στο παράρτημα, όσον αφορά τους τομείς «αλλοδαπή» (S.2) και «δημόσιο» (S.13). Ένα κράτος μέλος του οποίου το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν σε τρέχουσες τιμές αντιπροσωπεύει συνήθως ποσοστό άνω του 1 % του αντίστοιχου συνόλου της Κοινότητας διαβιβάζει τα στοιχεία που περιγράφονται στο παράρτημα για όλους τους θεσμικούς τομείς.

    2.   Η Επιτροπή καθορίζει το ποσοστό του συνολικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Κοινότητας σε τρέχουσες τιμές που αντιπροσωπεύει συνήθως το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν ενός κράτους μέλους, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, βάσει του αριθμητικού μέσου των ετήσιων στοιχείων των τελευταίων τριών ετών που έχουν διαβιβάσει τα κράτη μέλη.

    3.   Το ποσοστό (1 %) του συνόλου της Κοινότητας που μνημονεύει η παράγραφος 1 μπορεί να αναπροσαρμοστεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8 παράγραφος 2.

    4.   Η Επιτροπή μπορεί να δεχτεί παρεκκλίσεις από τον παρόντα κανονισμό εάν η εφαρμογή του απαιτεί μείζονες προσαρμογές των εθνικών στατιστικών συστημάτων. Οι εν λόγω παρεκκλίσεις δεν υπερβαίνουν τα τρία έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού ή των μέτρων εφαρμογής που εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8 παράγραφος 2.

    Άρθρο 4

    Ορισμοί και πρότυπα

    Τα πρότυπα, οι ορισμοί, οι ονοματολογίες και οι λογιστικοί κανόνες σχετικά με τα στοιχεία που διαβιβάζονται για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού είναι αυτά που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 (εφεξής: «κανονισμός ΕΣΛ»).

    Άρθρο 5

    Πηγές στοιχείων και απαιτήσεις συνοχής

    1.   Τα κράτη μέλη συλλέγουν τις πληροφορίες που απαιτούνται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιώντας όλες τις πηγές που θεωρούν σημαντικές, δίδοντας προτεραιότητα στις άμεσες πληροφορίες όπως αυτές από διοικητικές πηγές ή έρευνες επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

    Όταν δεν μπορούν να συλλεχθούν τέτοιες άμεσες πληροφορίες, ιδίως για τα αναδρομικά στοιχεία που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5, μπορούν να διαβιβάζονται οι καλύτερες δυνατές εκτιμήσεις.

    2.   Τα στοιχεία που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού συμφωνούν με τους τριμηνιαίους μη χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς του δημοσίου και τα τριμηνιαία κύρια μακροοικονομικά μεγέθη του συνόλου της οικονομίας που διαβιβάζονται στην Επιτροπή στο πλαίσιο του προγράμματος διαβίβασης στοιχείων του κανονισμού ΕΣΛ.

    3.   Τα τριμηνιαία στοιχεία που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού είναι ευθυγραμμισμένα με τα αντίστοιχα ετήσια στοιχεία που διαβιβάζονται στο πλαίσιο του προγράμματος διαβίβασης στοιχείων του κανονισμού ΕΣΛ.

    Άρθρο 6

    Πρότυπα ποιότητας και εκθέσεις

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η ποιότητα των διαβιβαζόμενων στοιχείων βελτιώνεται προοδευτικά με στόχο την ικανοποίηση των κοινών προτύπων ποιότητας που θα καθοριστούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8 παράγραφος 2.

    2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή ενημερωμένη περιγραφή των πηγών, των μεθόδων και των στατιστικών επεξεργασιών που χρησιμοποιούν, εντός ενός έτους από την πρώτη τους διαβίβαση στοιχείων.

    3.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις μείζονες μεθοδολογικές ή άλλες αλλαγές που ενδέχεται να επηρεάσουν τα διαβιβαζόμενα στοιχεία, το αργότερο τρεις μήνες από τη θέση σε ισχύ των εν λόγω αλλαγών.

    Άρθρο 7

    Μέτρα εφαρμογής

    Τα μέτρα εφαρμογής καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8 παράγραφος 2. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν:

    α)

    καθορισμό του χρονοδιαγράμματος για τη διαβίβαση στοιχείων των θέσεων P.1, P.2, D.42, D.43, D.44, D.45 και B.4G σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2·

    β)

    απαίτηση κατανομής των συναλλαγών που απαριθμούνται στο παράρτημα ανά αντίστοιχο τομέα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2·

    γ)

    αναθεώρηση του χρονοδιαγράμματος των τριμηνιαίων διαβιβάσεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4·

    δ)

    αναπροσαρμογή του ποσοστού (1 %) του συνόλου της Κοινότητας με στόχο τον καθορισμό της υποχρέωσης διαβίβασης στοιχείων για όλους του θεσμικούς τομείς σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3·

    ε)

    καθορισμός προτύπων ποιότητας των στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1.

    Άρθρο 8

    Διαδικασία επιτροπής

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή στατιστικού προγράμματος.

    2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

    Η προθεσμία του άρθρου 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι τρίμηνη.

    3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

    Άρθρο 9

    Έκθεση σχετικά με την εφαρμογή

    Εντός πενταετίας από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του.

    Ειδικότερα, η εν λόγω έκθεση:

    α)

    παρέχει πληροφορίες για την ποιότητα των παραγόμενων στατιστικών·

    β)

    αξιολογεί τα οφέλη που προκύπτουν για την Κοινότητα, τα κράτη μέλη και τους προμηθευτές και χρήστες στατιστικών πληροφοριών από τις στατιστικές που παράγονται σε σχέση με το κόστος τους·

    γ)

    εντοπίζει τομείς στους οποίους υπάρχουν περιθώρια βελτιώσεων και τροποποιήσεων που θεωρούνται αναγκαίες με βάση τα αποτελέσματα που προκύπτουν.

    Άρθρο 10

    Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Στρασβούργο, 6 Ιουλίου 2005.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    J. BORRELL FONTELLES

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    J. STRAW


    (1)  ΕΕ C 42 της 18.2.2004, σ. 23.

    (2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30 Μαρτίου 2004 (ΕΕ C 103 E της 29.4.2004, σ. 141), κοινή θέση του Συμβουλίου της 8 Μαρτίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26 Μαΐου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

    (3)  ΕΕ L 310 της 30.11.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1267/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 180 της 18.7.2003, σ. 1).

    (4)  ΕΕ L 52 της 22.2.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

    (5)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

    (6)  ΕΕ L 181 της 28.6.1989, σ. 47.

    (7)  ΕΕ L 59 της 6.3.1991, σ. 19.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Διαβίβαση στοιχείων

    Image

    Image

    Image


    Top