Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document E1995C0124

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ αριθ. 124/95/COL της 6ης Δεκεμβρίου 1995 σχετικά με την έκτη τροποποίηση των διαδικαστικών και των ουσιαστικών κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων

    ΕΕ L 124 της 23.5.1996, p. 41–52 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1995/124(2)/oj

    E1995C0124

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ αριθ. 124/95/COL της 6ης Δεκεμβρίου 1995 σχετικά με την έκτη τροποποίηση των διαδικαστικών και των ουσιαστικών κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 124 της 23/05/1996 σ. 0041 - 0052


    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ αριθ. 124/95/COL της 6ης Δεκεμβρίου 1995 σχετικά με την έκτη τροποποίηση των διαδικαστικών και των ουσιαστικών κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων

    Η ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΖΕΣ,

    τροποποιεί ως εξής τους διαδικαστικούς και τους ουσιαστικούς κανόνες στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων (1), οι οποίοι θεσπίστηκαν στις 19 Ιανουαρίου 1994 (2), όπως τροποποιήθηκαν τελευταία στις 9 Ιουνίου 1995 (3):

    1. Το κεφάλαιο 6 των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «6. ΕΙΔΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΓΙΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ

    (1) Εκτός από τις ιδιομορφίες που αναφέρονται κατωτέρω, η διαδικασία σχετικά με τις ενισχύσεις, οι οποίες είναι παράνομες για διαδικαστικούς λόγους, είναι η ίδια με αυτήν που ακολουθείται κατά τις κοινοποιήσεις.

    6.1. Έννοια της παράνομης ενίσχυσης για διαδικαστικούς λόγους

    (1) Επειδή ο όρος "μη κοινοποιηθείσα ενίσχυση" θα ήταν πολύ στενός για να καλύψει όλες τις ενισχύσεις που τίθενται σε εφαρμογή, κατά τρόπο που αποτελεί παράβαση του άρθρου 1 παράγραφος 3 τελευταίο εδάφιο του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ αποφάσισε να χρησιμοποιεί την έννοια "παράνομη ενίσχυση για διαδικαστικούς λόγους" (η οποία αναφέρεται στο εξής ως "παράνομη ενίσχυση").

    Ο όρος περιλαμβάνει:

    α) τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν χωρίς κοινοποίηση 7

    β) τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν με εσφαλμένη εφαρμογή ενός εγκεκριμένου προγράμματος ενίσχυσης (ενίσχυση "που εφαρμόζεται καταχρηστικώς" κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου) 7

    γ) τις ενισχύσεις που κοινοποιήθηκαν καθυστερημένα, δηλαδή που κοινοποιήθηκαν αφού "τέθηκαν σε εφαρμογή" και

    δ) ενισχύσεις που κοινοποιήθηκαν εκ των προτέρων αλλά "τέθηκαν σε εφαρμογή" προτού λάβει απόφαση η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ (4).

    6.2. Αίτηση παροχής πληροφοριών

    (1) Όταν η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ λάβει γνώση μιας περίπτωσης ενίσχυσης η οποία ενδέχεται να είναι παράνομη, ζητά από το ενδιαφερόμενο κράτος της ΕΖΕΣ να υποβάλει πλήρη στοιχεία επί του θέματος, συνήθως εντός 20 εργασίμων ημερών. Η προθεσμία αυτή είναι η ίδια με την οριζόμενη συνήθως για την παροχή πρόσθετων πληροφοριών στις περιπτώσεις κοινοποίησης ενισχύσεων [βλέπε σημείο 3.2.4.(2)]. Εάν χρειασθεί, αποστέλλεται υπόμνηση.

    (2) Υπενθυμίζεται ότι η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ δικαιούται να προβεί στη λήψη απόφασης με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει [βλέπε σημείο 5.4.(3)], ακόμη και αν δεν υποβληθεί καμία πληροφορία από το ενδιαφερόμενο κράτος της ΕΖΕΣ.

    (4) Βλέπε σημείο 3.3 για την ερμηνεία "της θέσης σε εφαρμογή".

    6.2.1. Προσωρινά μέτρα

    (1) Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ μπορεί να λάβει απόφαση και να ζητήσει από το κράτος της ΕΖΕΣ να αναστείλει την καταβολή της ενίσχυσης μέχρις ότου ολοκληρωθεί ο έλεγχος (1). Η διαδικασία έχει ως εξής:

    (2) Εφόσον διαπιστωθεί ότι η ενίσχυση χορηγήθηκε παράνομα, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ πρέπει να καλέσει το ενδιαφερόμενο κράτος της ΕΖΕΣ να υποβάλει τις παρατηρήσεις του, προτού λάβει απόφαση με την οποία να υποχρεώνει να αναστείλει αμέσως την καταβολή της ενίσχυσης μέχρις ότου ολοκληρωθεί ο έλεγχος (2).

    (3) (3) Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ θεωρεί ότι η διαταγή αναστολής μιας παρανόμως καταβληθείσας ενίσχυσης μπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκής σε ορισμένες περιπτώσεις και δεν επιτρέπει να αποτραπούν όλες οι παραβιάσεις των διαδικαστικών κανόνων, ειδικότερα όταν η εν λόγω ενίσχυση έχει ήδη καταβληθεί στο σύνολό της ή κατά μέρος. Κατά συνέπεια, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ διατηρεί το δικαίωμα, αφού δώσει τη δυνατότητα στο ενδιαφερόμενο κράτος της ΕΖΕΣ να παράσχει εξηγήσεις ως προς το θέμα και να αντιμετωπίσει εναλλακτικά την παροχή ενίσχυσης για τη διάσωση, όπως καθορίζεται στις σχετικές κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές, να λάβει προσωρινή απόφαση με την οποία δίδει εντολή στο κράτος της ΕΖΕΣ να ανακτήσει την ενίσχυση ή μέρος της ενίσχυσης που καταβλήθηκε κατά παράβαση των διαδικαστικών κανόνων. Η εν λόγω ανάκτηση πρέπει να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6.2.3. (2) και 6.2.3. (3) των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών.

    (4) Εάν το κράτος της ΕΖΕΣ δεν αναστείλει την καταβολή της ενίσχυσης, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ δικαιούται, ενώ προχωρεί σε εξέταση επί της ουσίας, να προσφύγει απευθείας στο Δικαστήριο της ΕΖΕΣ ζητώντας να αναγνωρισθεί ότι η εν λόγω καταβολή αποτελεί παράβαση της συμφωνίας (4).

    6.2.2. Διεξαγωγή της διαδικασίας

    (1) Στις περιπτώσεις παράνομων ενισχύσεων, η Εποπτεύσουσα Αρχή της ΕΖΕΣ προσπαθεί να αποφανθεί εντός δύο μηνών από την υποβολή όλων των σχετικών πληροφοριών.

    (2) Εάν, στις περιπτώσεις αυτές, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ διαπιστώσει ότι η ενίσχυση συμβιβάζεται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ, πρέπει να λάβει θετική απόφαση επί της ουσίας της υπόθεσης.

    6.2.3. Διαταγή ανάκτησης

    (1) Εφόσον λάβει αρνητική απόφαση σε υπόθεση παράνομης ενίσχυσης, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ διατάσει, κατά κανόνα, το κράτος της ΕΖΕΣ να ανακτήσει την ενίσχυση από τον αποδέκτη της (5).

    (2) Η ανάκτηση πραγματοποιείται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, περιλαμβανομένων και των διατάξεων σχετικά με την καταβολή τόκων υπερημερίας επί των απαιτήσεων του δημοσίου, οι οποίοι κατά κανόνα οφείλονται από την ημερομηνία χορήγησης της παράνομης ενίσχυσης. Οι σχετικές διατάξεις του εθνικού δικαίου πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε να μην καθίσταται πρακτικά αδύνατη η ανάκτηση της ενίσχυσης (6).

    (3) (7) Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ πιστεύει ότι η χρησιμοποίηση εμπορικών επιτοκίων επιτρέπει τον ακριβή υπολογισμό του πλεονεκτήματος του οποίου απολαύει αδικαιολόγητα ο αποδέκτης της ενίσχυσης, για την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση. Συνεπώς, η Εποπτεύουσα Αρχή ενημερώνει τα κράτη της ΕΖΕΣ ότι, στις αποφάσεις της σχετικά με την ανάκτηση παράνομης ενίσχυσης η οποία δεν συμβιβάζεται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ, θα εφαρμόζει το επιτόκιο αναφοράς που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του καθαρού ισοδύναμου επιδότησης στο πλαίσιο των περιφερειακών ενισχύσεων (8), ως βάση για το εμπορικό επιτόκιο.

    (1) Απόφαση ΔΕΚ της 14ης Φεβρουαρίου 1990, υπόθεση C-301/87, Γαλλία κατά Επιτροπής, Συλλογή (1990), τόμος Ι, σ. 307, παράγραφοι 19-20.

    (2) Όπως προηγουμένως, σ. 356, παράγραφος 19.

    (3) Η παράγραφος αυτή αντιστοιχεί στην επιστολή της Επιτροπής της 30ής Απριλίου 1995 προς τα κράτη μέλη (ΕΕ αριθ. C 156 της 22. 6. 1995, σ. 5).

    (4) Όπως προηγουμένως, σ. 357, παράγραφος 23.

    (5) Πρώτη αναφορά στην απόφαση ΔΕΚ της 12ης Ιουλίου 1973, υπόθεση 70/72, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή (1973), σ. 813 και 828-829, παράγραφοι 10-13 7 βλέπε επίσης απόφαση ΔΕΚ της 21ης Μαρτίου 1990, υπόθεση C-142/87, Βέλγιο κατά Επιτροπής, Συλλογή (1990) τόμος Ι, σ. 959 και 1020, παράγραφοι 65 και 66 7 και απόφαση ΔΕΚ της 24ης Φεβρουαρίου 1987, υπόθεση 310/85, Deufil κατά Επιτροπής, Συλλογή (1987), σ. 901 και 927 παράγραφος 24.

    (6) Βλέπε απόφαση ΔΕΚ της 21ης Μαρτίου 1990, υπόθεση C-142, Βέλγιο κατά Επιτροπής, Συλλογή (1990), τόμος Ι, σ. 959 και 1018-1020, παράγραφοι 58 έως 63 7 βλέπε επίσης απόφαση ΔΕΚ της 20ής Σεπτεμβρίου 1990, υπόθεση 5/89, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή (1990), τόμος Ι, σ. 3437 και 3456, παράγραφος 12 7 απόφαση ΔΕΚ της 21ης Φεβρουαρίου 1990, υπόθεση C-74/89 Επιτροπή κατά Βελγίου, Συλλογή (1990), τόμος Ι, σ. 491 7 και απόφαση ΔΕΚ της 2ας Φεβρουαρίου 1989, υπόθεση 94/87 Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή (1989), σ. 175 και 192 παράγραφος 12.

    (7) Η παράγραφος αυτή αντιστοιχεί στην επιστολή της Επιτροπής της 22ας Φεβρουαρίου 1995 προς τα κράτη μέλη [SG(95) D/1983].

    (8) Βλέπε παράγραφο 27 (3) (στ) των κατευθυντήριων γραμμών.»2. Το κεφάλαιο 18 των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «18. ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ (1)

    18.1. Εισαγωγή

    (1) Η διατήρηση της ανεργίας σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα παραμένει ένα από τα κυριότερα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Στη διάρκεια της δεκαετίας του '80, τα ποσοστά ανεργίας στις χώρες της ΕΖΕΣ ήταν πολύ χαμηλά σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη (μεταξύ 1 % και 3 % του εργατικού δυναμικού). Εντούτοις, η πρόσφατη ύφεση προκάλεσε την απότομη αύξηση του ποσοστού ανεργίας στη Νορβηγία και την Ισλανδία, σε επίπεδα στα οποία δεν είχαν φθάσει επί πολλές δεκαετίες (6 % στη Νορβηγία το 1993 και 4,7 % στην Ισλανδία το 1994). Από την άλλη πλευρά, στο Λιχτενστάϊν, το ποσοστό ανεργίας διατηρείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

    (2) Στα κράτη της ΕΖΕΣ παρατηρείται επί του παρόντος οικονομική ανάκαμψη, όπως εξάλλου και στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, μετά την ύφεση που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια και οι συνθήκες όσον αφορά την απασχόληση παρουσιάζουν, στο σύνολό τους, μια σχετική βελτίωση, ιδίως στη Νορβηγία. Χαρακτηριστικό της δυσμενούς συγκυρίας των τελευταίων ετών όσον αφορά την απασχόληση είναι η έντονη αύξηση του αριθμού των νέων ανέργων και των επί μακρόν ανέργων καθώς και των ηλικιωμένων που αντιμετωπίζουν προβλήματα απασχόλησης. Η διαρθρωτικού χαρακτήρα ανεργία αν και λιγότερο έντονη από ό,τι στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρό πρόβλημα με ελάχιστες ενδείξεις βελτίωσης.

    (3) Τόσο στα κράτη της ΕΖΕΣ όσο και στα κράτη μέλη της ΕΚ διαπιστώθηκε ότι εάν μείνουν άνεργοι, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να υπολογίζουν σε μια μακρά σχετικά περίοδο αναζήτησης νέας απασχόλησης, εξαιτίας των περιορισμένων δυνατοτήτων που έχουν για να απασχοληθούν. Στο φαινόμενο αυτό οφείλεται το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό μακρόχρονων ανέργων στην Ευρώπη (πάνω από 40 %, σε σχέση με το σύνολο των ανέργων) που δημιουργεί ολοένα και περισσότερες περιπτώσεις κοινωνικού αποκλεισμού.

    (4) Χάρη στην ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, μπορούμε να περιμένουμε ότι τα επόμενα έτη οι εξελίξεις σχετικά με τη δημιουργία απασχόλησης θα είναι θετικές. Πάντως, η εξέλιξη αυτή δεν θα αρκέσει για να οδηγήσει στη μείωση του ποσοστού ανεργίας σε επίπεδα που να είναι κοινωνικά αποδεκτά. Είναι πλέον δεδομένο ότι η επιμονή των υψηλών ποσοστών ανεργίας στην Ευρώπη οφείλεται σε διαρθρωτικά αίτια, γεγονός που απαιτεί ειδικές πολιτικές για τη βελτίωση της δυνατότητας προσαρμογής των αγορών εργασίας.

    (5) Τα κράτη μέλη της ΕΚ και τα κράτη της ΕΖΕΣ διατύπωσαν μια σειρά συστάσεων σε πέντε τομείς προτεραιότητας (2):

    - ενίσχυση των επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση,

    - βελτίωση των μηχανισμών εξωτερικής και εσωτερικής ελαστικότητας, που είναι απαραίτητοι για την αύξηση της αποτελεσματικότητας της οικονομικής ανάπτυξης σε ό,τι αφορά την απασχόληση,

    - μείωση του έμμεσου εργατικού κόστους, ειδικότερα με τη μείωση της άμεσης φορολογίας της εργασίας,

    - βελτίωση της αποτελεσματικότητας της ενεργού πολιτικής, ειδικότερα με τον αναπροσανατολισμό των δημοσίων δαπανών που προορίζονται για την παθητική στήριξη του εισοδήματος των ανέργων,

    - εντατικοποίηση των δράσεων για την απασχόληση μειονεκτικών κατηγοριών στην αγορά εργασίας, όπως για τις περιπτώσεις μακράς διαρκείας ανέργων, νέων και ηλικιωμένων εργαζομένων.

    (6) Στο πλαίσιο αυτό, τα φορολογικά και χρηματοδοτικά μέτρα θα πρέπει να διαδραματίσουν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο ώστε να ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες ένταξης στην αγορά εργασίας. Μολονότι η αποτελεσματικότητά τους μπορεί να είναι μειωμένη λόγω περιπτώσεων υποκαταστάσεων ή του ευκαιριακού χαρακτήρα τους, οι επιδοτήσεις ανά δημιουργούμενη θέση απασχόλησης για τους μακράς διαρκείας ανέργους, για παράδειγμα, καθώς και επιλεκτικές απαλλαγές καταβολής κοινωνικών εισφορών επιτρέπουν να περιοριστεί το εργατικό κόστος στο κατώτερο τμήμα της κλίμακας και άρα να αντισταθμιστεί η διαφορά της χαμηλότερης παραγωγικότητας σε σχέση με το μέσο όρο.

    (7) Αυτό το είδος μέτρων μπορεί επίσης να αποτελέσει μια θετική δράση ενθάρρυνσης των επιχειρήσεων ώστε να επενδύσουν περισσότερο στην επαγγελματική κατάρτιση. Η επιδότηση ή η φορολογική απαλλαγή θα πρέπει στην περίπτωση αυτή να αντικατοπτρίζει τις εξωτερικές οικονομικές που συνεπάγεται η αξιοποίηση από τον εργαζόμενο των γνώσεων που έχει αποκτήσει πρόσφατα στην αγορά εργασίας.

    (8) Μολονότι ο στόχος τέτοιων μέτρων είναι να βελτιώσει την κατάσταση των εργαζομένων στην αγορά εργασίας, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι επωφελούνται και οι επιχειρήσεις, στο βαθμό που θα μπορέσουν να περιορίσουν το εργατικό κόστος χάρη στον ενδιάμεσο ρόλο που διαδραματίζουν κατά την εφαρμογή των φορολογικών και χρηματοδοτικών μέτρων. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι η προβλεπόμενη εντατικοποίηση των δράσεων για την απασχόληση, δεν θα θίξει τις παράλληλες προσπάθειες που καταβάλλει η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ για να περιορίσει τις τεχνητές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στο πλαίσιο των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

    (9) Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές έχουν διάφορους στόχους:

    - να διευκρινιστεί η ερμηνεία του άρθρου 61 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ και του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις που εφαρμόζονται στον τομέα της απασχόλησης, ώστε να διασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια στην απόφαση κοινοποίησης βάσει του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου,

    - να διασφαλισθεί η συνέπεια μεταξύ των κανόνων του ανταγωνισμού και της υλοποίησης των απαραίτητων πολιτικών για την καταπολέμηση της ανεργίας,

    - να αποσαφηνιστεί, με τον ορισμό των διαφόρων ειδών ενισχύσεων και των στόχων τους, η προσέγγιση που ακολουθεί συνήθως η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ και συνίσταται στην ευνοϊκή αντιμετώπιση των κρατικών ενισχύσεων των οποίων στόχος είναι η βελτίωση της κατάστασης της απασχόλησης.

    18.2. Πεδίο εφαρμογής του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ

    (1) Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές αφορούν μόνον τα μέτρα που καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, το οποίο προβλέπει ότι "ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οιαδήποτε μορφή από τα κράτη μέλη της ΕΚ, τα κράτη της ΕΖΕΣ ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχείρισης ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής, είναι ασυμβίβαστες με τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συναλλαγές". Τα μέτρα αυτά πρέπει να κοινοποιούνται εκ των προτέρων στην Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, εκτός αν ευρίσκονται εντός των ορίων του κανόνα de minimis. Η υποχρέωση κοινοποίησης ισχύει τόσο για τα καθεστώτα ενισχύσεων όσο και για όλες τις περιπτώσεις χορήγησης ad hoc ενισχύσεων στην απασχόληση, εκτός των εγκεκριμένων καθεστώτων.

    (2) Ορισμένα μέτρα πολιτικής της απασχόλησης δεν υπάγονται στο άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ:

    - είτε γιατί πρόκειται για ενισχύσεις σε πρόσωπα που δεν ευνοούν ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής,

    - είτε γιατί δεν επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλομένων μερών,

    - είτε γιατί απειλούν "γενικά" λεγόμενα μέτρα.

    Αυτό ισχύει, φυσικά, στην περίπτωση μέτρων που προορίζονται να διασφαλίσουν τις υπηρεσίες προσανατολισμού και παροχής συμβουλών, την παρακολούθηση της κατάρτισης των ανέργων (ενισχύσεις σε πρόσωπα που δεν ευνοούν ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής), καθώς και ενισχύσεις με στόχο τη βελτίωση του γενικού πλαισίου της εργατικής νομοθεσίας ή την προσαρμογή του εκπαιδευτικού συστήματος (γενικά μέτρα).

    18.2.1. Ενισχύσεις σε πρόσωπα που δεν ευνοούν ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής

    (1) Τα μέτρα για πρόσωπα που δεν έχουν ούτε ως στόχο ούτε ως αποτέλεσμα να ευνοήσουν ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής δεν αποτελούν κρατικές ενισχύσεις με την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    (2) Στο βαθμό που εφαρμόζονται κατά τρόπο αυτόματο σε φυσικά πρόσωπα σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια και χωρίς να ευνοούν ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής, δεν αποτελούν κρατικές ενισχύσεις τα μέτρα που αποβλέπουν:

    - στη βελτίωση της προσωπικής θέσης των εργαζομένων στην αγορά εργασίας ή στο να καταστεί βιώσιμη η επαγγελματική ή κοινωνική τους ένταξη, ιδιαίτερα με την επαγγελματική κατάρτιση ή την εκμάθηση,

    - στη συμπλήρωση των εισοδημάτων ορισμένων εργαζομένων,

    - στην ενθάρρυνση της απασχόλησης των γυναικών σε επαγγέλματα που ασκούνται παραδοσιακά από άνδρες ή της απασχόλησης προσώπων που προέρχονται από εθνικές μειονότητες,

    - στην ενθάρρυνση της κινητικότητας των εργαζομένων, της δημιουργίας ανεξάρτητης δραστηριότητας ή της πρόσληψης ορισμένων κατηγοριών εργαζομένων με προσωρινά κοινωνικοεπαγγελματικά μειονεκτήματα,

    - στην προώθηση της απασχόλησης σωματικά και διανοητικά μειονεκτούντων ατόμων.

    18.2.2. Επίδραση στις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλομένων μερών

    (1) Οι ενισχύσεις υπάγονται στην εφαρμογή του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ μόνο στο βαθμό που επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Έτσι, ενισχύσεις στην απασχόληση που αφορούν δραστηριότητες οι οποίες δεν αποτελούν αντικείμενο συναλλαγών μεταξύ των συμβαλλομένων μερών (για παράδειγμα, παροχή υπηρεσιών σε γειτονιές, ορισμένες τοπικές πρωτοβουλίες για την απασχόληση), δεν υπάγονται στην εφαρμογή του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ. Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ θεωρεί ότι το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση των λεγόμενων ενισχύσεων "de minimis" (3), στις οποίες υπάγονται οι περισσότερες από τις ενισχύσεις για τη δημιουργία ανεξάρτητης δραστηριότητας.

    18.2.3. Γενικό μέτρο ή κρατική ενίσχυση

    (1) Ο διαχωρισμός μεταξύ γενικού μέτρου και κρατικής ενίσχυσης υπερβαίνει το πλαίσιο των παρουσών κατευθυντήριων γραμμών.

    (2) Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ορισμένα γενικά μέτρα μπορούν να επηρεάσουν τους όρους ανταγωνισμού και τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών όσο και οι κρατικές ενισχύσεις αλλά, δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά δεν αποτελούν κρατικές ενισχύσεις με την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, η αντιμετώπιση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού που μπορούν να προκαλέσουν δεν υπάγεται στον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων που προβλέπεται στα άρθρα 61, 62 και 63 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    (3) Η προώθηση της απασχόλησης μπορεί επίσης να διασφαλιστεί και με άλλα μέτρα, όπως τα μέτρα για την ανάπτυξη της κατάρτισης ή/και επανειδίκευσης. Σε ό,τι αφορά το θέμα αυτό, είναι ίσως χρήσιμο να διευκρινιστεί ότι, σε πολλές περιπτώσεις, οι επιδοτήσεις για την κατάρτιση ή/και επανειδίκευση δεν αποτελούν κρατικές ενισχύσεις με την έννοια του άρθρου 61 της συμφωνίας ΕΟΧ και του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου και ότι, στις περιπτώσεις που τα μέτρα αυτά υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας, αντιμετωπίζονται συνήθως ευνοϊκά από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ.

    (4) Το ίδιο ισχύει και για τα μέτρα που προορίζονται για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας.

    18.3. Κρατικές ενισχύσεις στην απασχόληση

    (1) Επιβάλλεται να γίνει μια διευκρίνιση σχετικά με το πεδίο εφαρμογής των παρουσών κατευθυντήριων γραμμών. Οι ενισχύσεις στην απασχόληση που εξετάζονται στην παρούσα περίπτωση είναι αποκλειστικά ενισχύσεις που δεν συνδέονται με μια επένδυση.

    (2) Οι ενισχύσεις για επενδύσεις, ακόμη και αν υπολογίζονται ανά δημιουργούμενη θέση εργασίας ή αν περιέχουν ένα σκέλος που προβλέπει πριμοδοτήσεις για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, δεν αποτελούν ενισχύσεις στην απασχόληση αυτές καθεαυτές γιατί δεν αποβλέπουν άμεσα στη δημιουργία ή τη διατήρηση θέσεων εργασίας. Τα αποτελέσματά τους σχετικά με την καταπολέμηση της ανεργίας δεν υλοποιούνται παρά έμμεσα με την πραγματοποίηση παραγωγικών επενδύσεων που προορίζονται για τη διαρθρωτική μετατροπή της επιχείρησης. Η αναφορά στις δημιουργούμενες θέσεις εργασίας δεν είναι παρά ένα κριτήριο αξιολόγησης της συγκεκριμένης ενίσχυσης για επένδυση. Λαμβανομένων υπόψη του προορισμού τους και των μονίμων αποτελεσμάτων τους στη βιομηχανική διάρθρωση, οι ενισχύσεις αυτές θα πρέπει να αντιμετωπισθούν όπως και όλες οι άλλες ενισχύσεις για επενδύσεις και να υποβληθούν στα συνήθη κριτήρια αξιολόγησής τους.

    18.3.1. Γενικές παρατηρήσεις

    (1) Χορηγώντας ενισχύσεις σε ορισμένες επιχειρήσεις και κλάδους παραγωγής για προώθηση της απασχόλησης, οι αρμόδιες αρχές τους απαλλάσσουν από ένα μέρος του εργατικού κόστους τους και τους παρέχουν με τον τρόπο αυτό χρηματοδοτικά πλεονεκτήματα που βελτιώνουν την ανταγωνιστική τους θέση. Στο μέτρο που τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες μπορούν να καταστούν ανταγωνιστικά έναντι εκείνων των επιχειρήσεων άλλων κρατών μερών της συμφωνίας ΕΟΧ, οι ενισχύσεις αυτές ενδέχεται να αλλοιώσουν τον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλομένων μερών και, επομένως, είναι καταρχήν ασυμβίβαστες με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ. Πράγματι, στην ενιαία αγορά, οι ενισχύσεις που χορηγούνται για τη μείωση του εργατικού κόστους μπορούν να προκαλέσουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στον ΕΟΧ και να οδηγήσουν σε καταχρήσεις των διατεθέντων πόρων, σε κινητές επενδύσεις, στη μεταφορά της ανεργίας από τη μια χώρα στην άλλη και στη μεταφορά των δραστηριοτήτων.

    (2) Η Εποπτεύσουσα Αρχή της ΕΖΕΣ εκτιμά ότι, ελλείψει ενός αυστηρού ελέγχου και αυστηρών περιορισμών, οι ενισχύσεις στην απασχόληση μπορεί να έχουν αρνητικές συνέπειες στο μακροοικονομικό επίπεδο που να εξουδετερώνουν τις άμεσες θετικές επιπτώσεις στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Στο βαθμό που χρησιμοποιούνται για την προστασία των επιχειρήσεων που εκτίθενται στον ανταγωνισμό στον ΕΟΧ, οι ενισχύσεις στην απασχόληση μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση των απαραίτητων προσαρμογών για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Εξάλλου, θα πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια ώστε η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων να μη δημιουργήσει κλιμάκωση επιδοτήσεων που θα τις καταστήσουν αναποτελεσματικές και θα οδηγήσουν σε κατασπατάληση των δημοσίων πόρων των μεν και των δε. Τέλος, εφόσον χορηγούνται ανεξέλεγκτα, οι ενισχύσεις είναι πιθανό να μεταφέρουν απλώς το πρόβλημα της ανεργίας, χωρίς να συμβάλουν στην επίλυσή του στο έδαφος που καλύπτεται από τη συμφωνία ΕΟΧ και άρα να προκαλέσουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού σε βαθμό αντίθετο με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    (3) Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ διάκειται παραδοσιακά ευνοϊκά έναντι των ενισχύσεων στην απασχόληση, κυρίως όταν οι ενισχύσεις αυτές έχουν ως στόχο να ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας ή να προσλάβουν πρόσωπα που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες ένταξης στην αγορά εργασίας. Η θέση αυτή δικαιολογείται τόσο από την εξασθένηση του χρηματοδοτικού πλεονεκτήματος της επιχείρησης λόγω της μικρότερης παραγωγικότητας των εν λόγω κατηγοριών εργαζομένων όσο και από το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι αυτοί είναι επίσης δικαιούχοι του συγκεκριμένου μέτρου και κινδυνεύουν να μείνουν αποκλεισμένοι από την αγορά εργασίας ελλείψει τέτοιων κινήτρων για τους εργοδότες. Οι παρόντες κανόνες επιβεβαιώνουν τη θέση αυτή.

    18.3.2. Μορφές ενισχύσεων

    (1) Οι ενισχύσεις στην απασχόληση που καθιερώθηκαν από τα κράτη μέλη της ΕΚ και τα κράτη της ΕΖΕΣ παρουσιάζονται συνήθως με τη μορφή επιδοτήσεων (εφάπαξ καταβολές ή σε μηνιαίες δόσεις) και απαλλαγών για ορισμένες επιχειρήσεις σε ό,τι αφορά την καταβολή των εργοδοτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή ορισμένων φόρων. Οι διάφορες αυτές μορφές ενίσχυσης μπορούν να συνδυάζονται σε οιρισμένες περιπτώσεις.

    18.3.3. Τα είδη κρατικών ενισχύσεων στην απασχόληση

    (1) Οι έννοιες της ενίσχυσης για διατήρηση της απασχόλησης και της ενίσχυσης για τη δημιουργία απασχόλησης θα πρέπει να διευκρινιστούν γιατί έχουν ιδιαίτερη σημασία κατά την εξέταση του συμβιβάσιμου των ενισχύσεων με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    (2) Ενίσχυση για διατήρηση της απασχόλησης, νοείται η ενίσχυση που χορηγείται σε μια επιχείρηση για να την παρακινήσει να μην απολύσει τους εργαζόμενους που απασχολεί. Η ενίσχυση υπολογίζεται συνήθως με βάση το συνολικό αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνται τη στιγμή της χορήγησής της.

    (3) Η ενίσχυση για τη δημιουργία απασχόλησης, αντίθετα, έχει ως αποτέλεσμα τη χορήγηση θέσεων εργασίας σε πρόσωπα που δεν είχαν ακόμη εργασία ή είχαν χάσει την προηγούμενη απασχόλησή τους. Η ενίσχυση θα χορηγηθεί με βάση τον αριθμό των δημιουργούμενων θέσεων εργασίας. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ως δημιουργία θέσεων εργασίας θεωρείται η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, δηλαδή επιπλέον θέσεις εργασίας σε σχέση με το προσωπικό (μέσος όρος για μια ορισμένη περίοδο) της εξεταζόμενης επιχειρήσης. Η απλή αντικατάσταση ενός εργαζομένου χωρίς αύξηση του προσωπικού, και άρα χωρίς τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, δεν αποτελεί πραγματική δημιουργία απασχόλησης.

    (4) Μια ιδιαίτερη μορφή δημιουργίας απασχόλησης, λόγω του γεγονότος ότι δεν υπάρχει αύξηση του συνόλου των παρεχομένων ωρών στο επίπεδο της επιχείρησης, αντιπροσωπεύει ο καταμερισμός της εργασίας που συνίσταται στην κατανομή της συνολικής εργασίας μεταξύ ενός μεγαλύτερου αριθμού θέσεων εργασίας, με αναλογικά μειωμένο ωράριο.

    18.4. Εφαρμογή των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο αρθρο 61 παράγραφοι 2 και 3 της συμφωνίας ΕΟΧ

    (1) Όταν οι ενισχύσεις στην προώθηση της απασχόλησης εμπίπτουν στην απαγόρευση που προβλέπει το άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, θα πρέπει να εξεταστεί σε ποιο βαθμό οι ενισχύσεις αυτές μπορούν να ενταχθούν σε μια από τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγω άρθρου 61 της συμφωνίας ΕΟΧ. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να γίνει διαχωρισμός μεταξύ των ενισχύσεων για δημιουργία απασχόλησης και των ενισχύσεων που αποβλέπουν στη διατήρηση της απασχόλησης.

    (2) Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ διάκειται γενικά ευνοϊκά έναντι των ενισχύσεων για τη δημιουργία απασχόλησης. Οι ενισχύσεις αυτές, παρά τους κινδύνους που εμπεριέχουν σχετικά με τον ανταγωνισμό στον ΕΟΧ, βελτιώνουν την ένταση της ανάπτυξης σε ό,τι αφορά την απασχόληση. Έτσι, λαμβάνοντας υπόψη την ισχύ των ιδιαίτερων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν ορισμένους βιομηχανικούς τομείς, και στο βαθμό που το ύψος της ενίσχυσης ανά εργαζόμενο δικαιολογείται και δεν αντιπροσωπεύει ένα υπερβολικό ποσοστό του κόστους παραγωγής της επιχείρησης, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι, όταν η επιχείρηση καταβάλλει μια τέτοια προσπάθεια, η ενίσχυση που της χορηγείται για το σκοπό αυτό μπορεί συνήθως να ενταχθεί στην παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ, εφόσον προορίζεται να διευκολύνει την ανάπτυξη ορισμένων δραστηριοτήτων και δεν αλλοιώνει τους όρους των συναλλαγών σε βαθμό αντίθετο με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    (3) Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ θα αξιολογήσει τις ενισχύσεις αυτές σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

    - η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ διάκειται γενικά ευνοϊκά έναντι των ενισχύσεων, με στόχο τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (4) και στις περιοχές που είναι επιλέξιμες για περιφερειακές ενισχύσεις (5). Η θετική αυτή αντιμετώπιση επεκτείνεται επίσης, εκτός από τις δύο αυτές κατηγορίες, και στις ενισχύσεις με στόχο την ενθάρρυνση της πρόσληψης ορισμένων κατηγοριών εργαζομένων που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες για την ένταξη ή την επανένταξή τους στην αγορά εργασίας. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει καθαρή δημιουργία απασχόλησης, εφόσον η συγκεκριμένη θέση εργασίας είναι κενή μετά από φυσική αποχώρηση και όχι εξαιτίας απόλυσης,

    - η ευνοϊκή αυτή θέση της Επιτροπής εφαρμόζεται επίσης και για ενισχύσεις που αποβλέπουν στον καταμερισμό της εργασίας, που επιτρέπει την κατανομή της συνολικής εργασίας μεταξύ ενός μεγαλύτερου αριθμού θέσεων εργασίας με μειωμένο ωράριο και προσφέρει έτσι τη δυνατότητα μερικής απασχόλησης σε ένα μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων,

    - για να αξιολογηθούν ευνοϊκά οι ενισχύσεις που υπάγονται στις προηγούμενες κατηγορίες, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ θα δώσει ιδιαίτερη προσοχή στους όρους της σύμβασης απασχόλησης, όπως, ιδιαίτερα, στην υποχρέωση να πραγματοποιηθεί η πρόσληψη στο πλαίσιο μιας σύμβασης αορίστου χρόνου ή αρκετά μεγάλης διάρκειας και στην υποχρέωση να διατηρηθεί η νεοδημιουργηθείσα αυτή θέση εργασίας για ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα μετά τη δημιουργία της, δεδομένου ότι τέτοιοι όροι αποτελούν εγγυήσεις σε ό,τι αφορά τη σταθερότητα της δημιουργηθείσας απασχόλησης. Επίσης θα ληφθεί υπόψη και οποιαδήποτε άλλη εγγύηση σχετικά με τη διάρκεια της νεοδημιουργηθείσας θέσης εργασίας, ιδαίτερα η διαδικασία καταβολής της ενίσχυσης,

    - η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ θα διασφαλίσει ότι το επίπεδο της ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το ποσό που είναι απαραίτητο για να αποτελέσει κίνητρο για τη δημιουργία απασχόλησης, λαμβανομένων υπόψη, ενδεχομένως, των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ή/και των μειονεκτημάτων που πλήττουν τη συγκεκριμένη περιοχή. Η ενίσχυση θα πρέπει να είναι προσωρινή,

    - εξάλλου, το γεγονός ότι η δημιουργία απασχόλησης που αποτελεί το αντικείμενο της βοήθειας συνοδεύεται από κατάρτιση ή επανειδίκευση του προσλαμβανομένου εργαζόμενου θα αποτελέσει ένα ιδιαίτερα θετικό στοιχείο ενόψει της ευνοϊκής αξιολόγησης εκ μέρους της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ.

    (4) Ενισχύσεις για τη διατήρηση της απασχόλησης, παρόμοιες με τις ενισχύσεις λειτουργίας, μπορούν να εγκριθούν μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    - τέτοιες ενισχύσεις μπορούν να εγκριθούν όταν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 61 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ, προορίζονται για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα. Κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, ενισχύσεις για τη διατήρηση της απασχόλησης μπορούν επίσης να εγκριθούν στις περιοχές που μπορούν να επωφεληθούν από την παρέκκλιση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συμφωνίας ΕΟΧ σχετικά με την οικονομική ανάπτυξη περιοχών στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση (6),

    - όταν οι ενισχύσεις για τη διατήρηση της απασχόλησης προβλέπονται στο πλαίσιο της διάσωσης ή της εκπόνησης ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης ή μετατροπής μιας προβληματικής επιχείρησης, θα πρέπει να γνωστοποιηθούν και θα αξιολογηθούν σύμφωνα με τους προσανατολισμούς που καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ για το θέμα αυτό (7).

    Εννοείται ότι οι περιπτώσεις αυτές αφορούν αποκλειστικά τις ενισχύσεις για τη διατήρηση της απασχόλησης και ότι τα κράτη της ΕΖΕΣ έχουν τη δυνατότητα να αναλάβουν τις κατάλληλες πρωτοβουλίες ώστε να διασφαλίσουν τη διατήρηση της απασχόλησης μέσω γενικών μέτρων, όπως για παράδειγμα η γενική μείωση των φορολογικών ή κοινωνικών εισφορών που βαρύνουν τις επιχειρήσεις.

    (5) Οι ενισχύσεις για τη δημιουργία απασχόλησης που περιορίζονται σε έναν ή περισσότερους ευαίσθητους τομείς, σε κατάσταση πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας ή κρίσης, παρουσιάζουν επίσης χαρακτηριστικά που, συνήθως, δεν επιτρέπουν την αντιμετώπισή τους με το γενικά ευνοϊκό πνεύμα με το οποίο εξετάζονται οι ενισχύσεις για τη δημιουργία απασχόλησης που αφορούν το σύνολο της οικονομίας.

    (6) Πράγματι, τέτοιες τομεακές ενισχύσεις αποτελούν ένα πλεονέκτημα για τον ή τους συγκεκριμένους τομείς που βελτιώνει την ανταγωνιστική τους θέση σε σχέση με τις επιχειρήσεις των άλλων κρατών μελών της ΕΚ και κρατών μελών της ΕΖΕΣ. Έτσι, ενισχύσεις που μειώνουν το εργατικό κόστος ενός ή περισσότερων παραγωγικών τομέων έχουν ως αποτέλεσμα να μειώνουν το κόστος παραγωγής των τομέων αυτών, γεγονός που τους επιτρέπει να βελτιώσουν το μερίδιό τους στην αγορά σε βάρος των ανταγωνιστών τους στον ΕΟΧ τόσο στο επίπεδο του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους της ΕΚ ή κράτους της ΕΖΕΣ όσο και στο επίπεδο των εξαγωγών εντός και εκτός του εδάφους που καλύπτεται από τη συμφωνία ΕΟΧ, με όλες τις σχετικές συνέπειες σε ό,τι αφορά την επιδείνωση της απασχόλησης στους εν λόγω τομείς των άλλων κρατών μελών της ΕΚ ή κρατών της ΕΖΕΣ. Συνεπώς, το προστατευτικό αποτέλεσμα τέτοιων ενισχύσεων για τον ή τους συγκεκριμένους τομείς, ιδιαίτερα στους τομείς που βρίσκονται σε κρίση, και οι αρνητικές επιπτώσεις τους στην απασχόληση στους ανταγωνιστικούς τομείς των άλλων κρατών μελών της ΕΚ ή κρατών της ΕΖΕΣ, υπερτερούν συνήθως του κοινού συμφέροντος που συνδέεται με τα ενεργά μέτρα μείωσης της ανεργίας, και οι ενισχύσεις αυτές δεν τυχαίνουν συνήθως ευνοϊκής αξιολόγησης από την πλευρά της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ σε ό,τι αφορά το συμβιβάσιμο με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ. Πάντως, όταν οι ενισχύσεις αυτές χορηγούνται σε περιοχή με σοβαρή υποαπασχόληση, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ λαμβάνει υπόψη της το συγκεκριμένο παράγοντα.

    (7) Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ μπορεί, εντούτοις, να διατηρήσει μια πιο ευνοϊκή προσέγγιση έναντι ενισχύσεων για τη δημιουργία συμπληρωματικών θέσεων εργασίας όταν αφορούν αναπτυσσόμενους κλάδους ή υποτομείς που έχουν καλές προοπτικές αύξησης της απασχόλησης.

    18.5. Συμπέρασμα

    (1) Όταν, κατόπιν εξέτασης των ενισχύσεων στην απασχόληση που σχεδιάζουν τα κράτη της ΕΖΕΣ και που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο κοινοποίησης, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ διαπιστώνει ότι οι διαδικασίες και οι όροι τους ανταποκρίνονται σε αυτές που προβλέπουν οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές, μπορεί να τις θεωρήσει ως συμβιβάσιμες με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ βάσει της παρέκκλισης που προβλέπεται στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) ως ενισχύσεις που ευνοούν την ανάπτυξη ορισμένων δραστηριοτήτων χωρίς να αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο αντίθετο με το κοινό συμφέρον.

    (2) Όμως, στην περίπτωση που η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων στην απασχόληση αφορά ορισμένους τομείς, ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένες κατηγορίες ενισχύσεων που υπόκεινται σε ειδικούς κανόνες, οι ενισχύσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ μόνον όταν πληρούν τους όρους που καθορίζονται στους κανόνες αυτούς που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΟΧ.

    (3) Οι διατάξεις των παρουσών κατευθυντήριων γραμμών θα αποτελέσουν αντικείμενο μιας έκθεσης εφαρμογής και, ενδεχομένως, αναθεώρησης μετά τη λήξη πενταετούς περιόδου από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος τους.

    (1) Το κεφάλαιο αυτό αντιστοιχεί στις κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις στην απασχόληση που εξέδωσε η Επιτροπή στις 19 Ιουλίου 1995 (δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί).

    (2) Βλέπε τις κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις σχετικά με το Λευκό Βιβλίο για την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση, οι οποίες εγκρίθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβόλιο του Έσσεν το 1994, καθώς και το κοινό ανακοινωθέν των προεδριών των κοινών συνεδριάσεων των υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας της ΕΕ και της ΕΖΕΣ στις 18 Σεπτεμβρίου 1995.

    (3) Βλέπε κεφάλαιο 12 των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών και την εφαρμογή του κανόνα "deminimis".

    (4) Για τον ορισμό των ΜΜΕ βλέπε το κεφάλαιο 10 των κατευθυντήριων αυτών γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

    (5) Βλέπε μέρος VI των κατευθυντήριων αυτών γραμμών.

    (6) Βλέπε μέρος VI και ιδίως το κεφάλαιο 28 των κατευθυντήριων αυτών γραμμών.

    (7) Βλέπε κεφάλαιο 15 των κατευθυντήριων αυτών γραμμών.»

    3. Το ακόλουθο κείμενο προστίθεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις ως κεφάλαιο 30:

    «30. ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΟ ΤΟΜΕΑ

    Το φθινόπωρο του 1994, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέσπισε κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων της συνθήκης ΕΚ και της συμφωνίας ΕΟΧ στις κρατικές ενισχύσεις στον αεροπορικό τομέα (1).

    Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ δεν έλαβε καμία κοινοποίηση ενίσχυσης από τα κράτη της ΕΖΕΣ προς τις επιχειρήσεις του αεροπορικού τομέα. Εντούτοις, αν χρειαστεί να εξετάσει μια ενίσχυση του είδους αυτού, η Εποπτεύουσα Αρχή θα εφαρμόσει κριτήρια αντίστοιχα με αυτά που προβλέπονται στις προαναφερθείσες κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής.

    (1) Εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης ΕΚ του άρθρου 61 της συμφωνίας ΕΟΧ στις κρατικές ενισχύσεις στον αεροπορικό τομέα (ΕΕ αριθ. C 350 της 10. 12. 1994).»

    4. Το ακόλουθο κείμενο προστίθεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις, ως κεφάλαιο 31:

    «31. ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΧΟΡΗΓΟΥΝΤΑΙ ΩΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΗ ΧΩΡΑ (1)

    (1) Το άρθρο 4 παράγραφος 7 της πράξης η οποία αναφέρεται στο σημείο 1β του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ σχετικά με τις ενισχύσεις προς τη ναυπηγική βιομηχανία (2) ορίζει ότι οι ενισχύσεις προς τη βιομηχανία ναυπήγησης ή μετασκευής σκαφών που χορηγούνται ως αναπτυξιακή συνδρομή προς μια αναπτυσσόμενη χώρα δεν υπόκεινται στο ισχύον ανώτατο όριο των παραγωγικών ενισχύσεων, το οποίο καθορίζεται από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας.

    (2) Μια τέτοια ενίσχυση είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι συμβιβάζεται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ, με την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι όροι που τέθηκαν για το σκοπό αυτό από την ομάδα εργασίας αριθ. 6 του ΟΟΣΑ στη συμφωνία σχετικά με την ερμηνεία των άρθρων 6 έως 8 της απόφασης του συμβουλίου του ΟΟΣΑ της 3ης Αυγούστου 1981 (συμφωνία για τις εξαγωγικές πιστώσεις προς τη ναυτιλία).

    (3) Κάθε σχετική ατομική πρόταση υπόκειται στην προηγούμενη κοινοποίησή της προς την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ. Με βάση την εκάστοτε κοινοποίηση, η Επιτροπή εξακριβώνει το συγκεκριμένο αναπτυξιακό περιεχόμενο της προτεινόμενης ενίσχυσης και διαπιστώνει αν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της προαναφερθείσας συμφωνίας.

    (4) Ως προς το τελευταίο σημείο η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ φροντίζει να ικανοποιεί η προαναφερόμενη ενίσχυση τα κριτήρια που καθορίζονται στο έγγραφο C/WP6(84)3 του ΟΟΣΑ της 18ης Ιανουαρίου 1984 σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 6 της συμφωνίας για τις εξαγωγικές πιστώσεις προς τη ναυτιλία (3).

    (5) Σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, από τα κράτη μέλη που χορηγούν αναπτυξιακές ενισχύσεις πρέπει να τηρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:

    1. η ενίσχυση δεν είναι δυνατόν να χορηγηθεί για τη ναυπήγηση σκαφών που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν με σημαία ευκαιρίας 7

    2. στην περίπτωση που η ενίσχυση δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρισθεί ως κρατική αναπτυξιακή ενίσχυση στα πλαίσια του ΟΟΣΑ, ο χορηγός της ενίσχυσης πρέπει να επιβεβαιώνει ότι η ενίσχυση αποτελεί μέρος διακυβερνητικής συμφωνίας 7

    3. ο χορηγός της ενίσχυσης πρέπει να παρέχει τις κατάλληλες διαβεβαιώσεις ότι ο πραγματικός κύριος είναι μόνιμα εγκατεστημένος στη δικαιούχο χώρα και ότι η δικαιούχος εταιρεία δεν αποτελεί μη επιχειρησιακή θυγατρική αλλοδαπής εταιρείας 7

    4. ο δικαιούχος πρέπει να αναλαμβάνει τη δέσμευση να μην πωλήσει το σκάφος χωρίς την προηγούμενη έγκριση της κυβέρνησης.

    Επιπλέον, η χορηγούμενη ενίσχυση πρέπει να περιλαμβάνει ένα στοιχείο επιχορήγησης τουλάχιστον 25 %, υπολογιζόμενο σύμφωνα με τη σχετική μέθοδο του ΟΟΣΑ [βλέπε έγγραφο C/WP6(85) 62 του ΟΟΣΑ της 21ης Οκτωβρίου 1985].

    (6) Από την άλλη πλευρά, η προαναφερθείσα συμφωνία δεν καθορίζει κριτήρια για την ταξινόμηση των χωρών που είναι επιλέξιμες για αναπτυξιακή ενίσχυση. Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ αποφάσισε, λαμβάνοντας υπόψη την πρακτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να θεωρεί συμβιβάσιμη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ τη χορήγηση αναπτυξιακής ενίσχυσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 7 της οδηγίας, προς τις ακόλουθες χώρες:

    α) χώρες ΑΚΕ (4) 7

    β) υπερπόντιες χώρες και εδάφη (5) 7

    γ) όλες τις χώρες που δεν υπάγονται στα στοιχεία α) και β) και οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο DAC του OOSA ως ελάχιστα αναπτυγμένες χώρες (LLDC), ως χώρες χαμηλού εισοδήματος (LIC) ή ως χώρες κατώτερου μεσαίου εισοδήματος (LMIC). Οι χώρες αυτές είναι οι ακόλουθες:

    - Αφγανιστάν (LLDC)

    - Μπαγκλαντές (LLDC)

    - Μπουτάν (LLDC)

    - Βολιβία (LIC)

    - Βιρμανία (LLDC)

    - Κίνα (LIC)

    - Νήσος Κουκ (LMIC)

    - Κούβα (LMIC)

    - Δομινικανή Δημοκρατία (LMIC)

    - Αίγυπτος (LIC)

    - Ελ Σαλβαντόρ (LMIC)

    - Ισημερινός (LMIC)

    - Γουατεμάλα (LMIC)

    - Αϊτή (LLDC)

    - Ονδούρα (LIC)

    - Ινδία (LIC)

    - Ινδονησία (LIC)

    - Βόρεια Κορέα (LMIC)

    - Καμπουτσέα (LIC)

    - Λάος (LLDC)

    - Λίβανος (LMIC)

    - Μαλδίβες (LLDC)

    - Μογγολία (LIC)

    - Μαρόκο (LMIC)

    - Νεπάλ (LLDC)

    - Νικαράγουα (LIC)

    - Πακιστάν (LIC)

    - Παραγουάη (LMIC)

    - Περού (LMIC)

    - Φιλιππίνες (LMIC)

    - Σρι Λάνκα (LIC)

    - Ταϊλάνδη (LMIC)

    - Τυνησία (LMIC)

    - Τουρκία (LMIC)

    - Βιετνάμ (LIC)

    - Λαϊκή Δημοκρατία της Υεμένης (LLDC)

    - Υεμένη (LLDC)

    - Κόστα Ρίκα (LMIC).

    (7) Οι χώρες που ταξινομούνται ως ανωτέρου εισοδήματος (UMIC) δεν κρίνονται επιλέξιμες.

    (8) Για να προστατεύσει τα συμφέροντα της ναυπηγικής βιομηχανίας των κρατών μελών της ΕΖΕΣ, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ θα μπορούσε, ωστόσο, να επιτρέψει στα κράτη της ΕΖΕΣ να χορηγήσουν αναπτυξιακή ενίσχυση σε χώρες που δεν υπάγονται στις προαναφερόμενες κατηγορίες, με την προϋπόθεση ότι τα κράτη της ΕΖΕΣ θα μπορούν να αποδείξουν ότι μια τρίτη χώρα μετέχουσα στη συμφωνία του ΟΟΣΑ σχεδιάζει να χορηγήσει ανάλογη αναπτυξιακή ενίσχυση, για κάποια συγκεκριμένη σύμβαση. Στην περίπτωση αυτή, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ είναι δυνατόν να κρίνει συμβιβάσιμη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ αναπτυξιακή ενίσχυση, στα πλαίσια της ίδιας σύμβασης, μέχρι το ύψος της ενίσχυσης που σχεδιάζεται από την τρίτη χώρα με βάση τη συμφωνία του ΟΟΣΑ και ως στοιχείο επιχορήγησης ΟΟΣΑ.

    (9) Για να καταστεί πιο αυστηρή η εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 7 της οδηγίας και να εξασφαλισθεί η συμμόρφωση με τα κριτήρια που αναφέρονται ανωτέρω στην παράγραφο 5, τα κράτη της ΕΖΕΣ οφείλουν, σε κάθε επιμέρους κοινοποίηση σχεδίων αναπτυξιακής ενίσχυσης βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 7 της οδηγίας, να αναλαμβάνουν τη δέσμευση τήρησης των κριτηρίων αυτών. Τα κράτη της ΕΖΕΣ θα πρέπει επίσης να παρέχουν ακριβή στοιχεία όσον αφορά τη σύμβαση, ώστε να είναι δυνατή η σύγκριση των τιμών της σύμβασης με τις τιμές της αγοράς για ανάλογα πλοία.

    (10) Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνεται στα κράτη της ΕΖΕΣ ότι, όσον αφορά το κριτήριο της σημαίας ευκαιρίας (βλέπε σημείο 1 της παραγράφου 5 ανωτέρω), η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ θα θεωρεί τις ακόλουθες χώρες ως διαθέτουσες σημαίας ευκαιρίας:

    - Αντίγκουα

    - Μπαχάμες

    - Βερμούδα

    - Νήσοι Καϊμάν

    - Κύπρος

    - Γιβραλτάρ

    - Λίβανος

    - Λιβερία

    - Μάλτα

    - Παναμάς

    - Άγιος Βικέντιος

    - Βανουάτου.

    (11) Οι διατάξεις του κεφαλαίου αυτού ισχύουν μέχρι τη λήξη της ισχύος της πράξης που αναφέρεται στο σημείο 1β του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ.

    (1) Το κεφάλαιο αυτό αντιστοιχεί στην επιστολή SG(89) D/311 της 3ης Ιανουαρίου 1989 που απηύθυνε η Επιτροπή στα κράτη μέλη.

    (2) Οδηγία 90/684/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 93/115/ΕΚ και την οδηγία 94/73/ΕΚ του Συμβουλίου. Οι οδηγίες αυτές του Συμβουλίου, οι οποίες προσαρμόστηκαν για τους σκοπούς της συμφωνίας ΕΟΧ με την απόφαση αριθ. 21 της κοινής επιτροπής του ΕΟΧ της 5ης Απριλίου 1995 αναφέρονται στο εξής ως "οδηγία για τη ναυπηγική βιομηχανία".

    (3) Ομάδα εργασίας αριθ. 6 του Συμβουλίου, επιφορτισμένη με την επανεξέταση των ορισμών και των διοικητικών διαδικασιών όσον αφορά τις πιστώσεις εξαγωγής πλοίων.

    (4) Βλέπε απόφαση του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 24ης Μαρτίου 1986 για τη σύναψη της τρίτης σύμβασης ΑΚΕ-ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 86 της 31. 3. 1986).

    (5) Βλέπε απόφαση 86/283/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1986 σχετικά με τη σύνδεση των υπερπόντιων χωρών και εδαφών με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΕ αριθ. L 175 της 1. 7. 1986, σ. 46).»

    5. Το παρόν κεφάλαιο 30 των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις, «Τυποποιημένη ετήσια έκθεση» και το κεφάλαιο 31 «Λοιπές ειδικές διατάξεις» μετατρέπονται σε κεφάλαιο 32 και κεφάλαιο 33.

    Βρυξέλλες, 6 Δεκεμβρίου 1995.

    Για την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

    Knut ALMESTAD

    Πρόεδρος

    (1) Στο εξής «κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις».

    (2) ΕΕ αριθ. L 231 της 3. 9. 1994, σ. 1.

    (3) ΕΕ αριθ. L 175 της 27. 7. 1995, σ. 9.

    Top