Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52021IP0043

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Φεβρουαρίου 2021 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα (άρθρο 122 παράγραφος 7 του Κανονισμού) — ετήσια έκθεση για τα έτη 2016-2018 (2019/2198(INI))

    ΕΕ C 465 της 17.11.2021, p. 54–61 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    17.11.2021   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 465/54


    P9_TA(2021)0043

    Πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα για τα έτη 2016-2018

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Φεβρουαρίου 2021 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα (άρθρο 122 παράγραφος 7 του Κανονισμού) — ετήσια έκθεση για τα έτη 2016-2018 (2019/2198(INI))

    (2021/C 465/06)

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

    έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και συγκεκριμένα τα άρθρα 1, 9, 10, 11 και 16 αυτής, καθώς και τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και συγκεκριμένα το άρθρο 15 αυτής,

    έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Χάρτης»), και συγκεκριμένα τα άρθρα 41 και 42,

    έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (1),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα (άρθρο 104 παράγραφος 7 του Κανονισμού) για τα έτη 2011-2013 (2),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 28ης Απριλίου 2016 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα (άρθρο 116 παράγραφος 7 του Κανονισμού) για τα έτη 2014-2015 (3),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Σεπτεμβρίου 2017 σχετικά με τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και την ακεραιότητα στα θεσμικά όργανα της ΕΕ (4),

    έχοντας υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας στο πλαίσιο της στρατηγικής έρευνας OI/2/2017 για τη διαφάνεια της νομοθετικής διαδικασίας του Συμβουλίου,

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2019 σχετικά με τη στρατηγική έρευνα της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας OI/2/2017 όσον αφορά τη διαφάνεια των νομοθετικών συζητήσεων στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών οργάνων του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (5),

    έχοντας υπόψη τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ),

    έχοντας υπόψη τις εκθέσεις της Επιτροπής, του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου του 2016, 2017 και 2018 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001,

    έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της Σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (6),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Νοεμβρίου 2017 σχετικά με την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή κατά το 2016 (7),

    έχοντας υπόψη τις πολιτικές κατευθύνσεις της Προέδρου Ursula von der Leyen για την Επιτροπή 2019-2024,

    έχοντας υπόψη το άρθρο 54 και το άρθρο 122 παράγραφος 7 του Κανονισμού,

    έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A9-0004/2021),

    Α.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει των Συνθηκών, η Ένωση «σέβεται την αρχή της ισότητας των πολιτών της, οι οποίοι τυγχάνουν ίσης προσοχής από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της» (άρθρο 9 ΣΕΕ)· λαμβάνοντας υπόψη ότι «κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στον δημοκρατικό βίο της Ένωσης» και ότι «οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά και όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες» (άρθρο 10 παράγραφος 3 ΣΕΕ, νοούμενο στο φως της 13ης αιτιολογικής σκέψης στο προοίμιο, του άρθρου 1 παράγραφος 2 και του άρθρου 9)·

    Β.

    λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 15 ΣΛΕΕ οποίο ορίζει ότι «προκειμένου να προωθήσουν τη χρηστή διακυβέρνηση και να διασφαλίσουν τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης διεξάγουν τις εργασίες τους όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά» και ότι «κάθε πολίτης της Ένωσης και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο κατοικεί ή έχει την καταστατική έδρα του σε ένα κράτος μέλος έχει δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης»·

    Γ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και η ιδιότητά του του ως θεμελιώδους δικαιώματος τονίζεται περαιτέρω από το άρθρο 42 του Χάρτη, ο οποίος έχει πλέον «το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες» (άρθρο 6, παράγραφος 1 ΣΕΕ)· λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα επιτρέπει στους πολίτες να ασκούν αποτελεσματικά το δικαίωμά τους να ελέγχουν το έργο και τις δραστηριότητες των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ, ιδίως τη νομοθετική διαδικασία·

    Δ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η λειτουργία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ θα πρέπει να συνάδει με την αρχή του κράτους δικαίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να επιδιώκουν τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα διαφάνειας, λογοδοσίας και ακεραιότητας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κατευθυντήριες αρχές αυτές αποτελούν βασικά στοιχεία για να προαχθεί η χρηστή διακυβέρνηση στους κόλπους των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τη λειτουργία της ΕΕ και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπιστοσύνη των πολιτών στα θεσμικά όργανα της ΕΕ έχει θεμελιώδη σημασία για τη δημοκρατία, τη χρηστή διακυβέρνηση και την αποτελεσματική χάραξη πολιτικής· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφάνεια και η πρόσβαση στα έγγραφα θα πρέπει επίσης να διασφαλίζονται σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζονται οι πολιτικές της ΕΕ σε όλα τα επίπεδα και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα κονδύλια της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφάνεια και η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών είναι απαραίτητες για την προώθηση της χρηστής διακυβέρνησης στα θεσμικά όργανα της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις βασικές αρχές της δημοκρατίας, οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν και να παρακολουθούν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λειτουργεί με υψηλό βαθμό διαφάνειας στη νομοθετική του διαδικασία, συμπεριλαμβανομένου του σταδίου των επιτροπών, γεγονός το οποίο καθιστά εφικτό για τους πολίτες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τους συμφεροντούχους να βλέπουν πώς και γιατί λαμβάνονται οι αποφάσεις και να αντιλαμβάνονται με σαφήνεια τις διάφορες απόψεις που εκφράζονται στο Κοινοβούλιο και την προέλευση συγκεκριμένων προτάσεων, καθώς και να κατανοούν τη λήψη τελικών αποφάσεων·

    Ε.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 8 ΣΕΕ, το Συμβούλιο πρέπει να συνέρχεται δημοσίως όταν συσκέπτεται και ψηφίζει επί σχεδίων νομοθετικής πράξης· λαμβάνοντας υπόψη, σύμφωνα με τη Διαμεσολαβήτρια, η τρέχουσα πρακτική του χαρακτηρισμού των περισσότερων προπαρασκευαστικών εγγράφων στις εν εξελίξει νομοθετικές διαδικασίες ως «LIMITE» συνιστά δυσανάλογο περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης των πολιτών στην ευρύτερη δυνατή πρόσβαση στα νομοθετικά έγγραφα (8)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η απουσία δέσμευσης του Συμβουλίου για τη διασφάλιση της διαφάνειας αντικατοπτρίζει την έλλειψη λογοδοσίας όσον αφορά τον ρόλο του ως συννομοθέτη της ΕΕ·

    ΣΤ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι τα βασικά θέματα προβληματισμού στις έρευνες που περατώθηκαν από τη Διαμεσολαβήτρια το 2018 αφορούσαν τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και την πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες και έγγραφα (24,6 %), τη νοοτροπία παροχής υπηρεσιών (19,8 %) και την ορθή χρήση της διακριτικής ευχέρειας (16,1 %)· λαμβάνοντας υπόψη ότι αντικείμενο προβληματισμού αποτέλεσαν επίσης, μεταξύ άλλων, ο σεβασμός των διαδικαστικών δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα σε ακρόαση, ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων, τα δεοντολογικά ζητήματα, η δημόσια συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών επί παραβάσει, η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση των δημόσιων διαγωνισμών, των επιχορηγήσεων και των συμβάσεων της ΕΕ και η ορθή διαχείριση ζητημάτων που αφορούν το προσωπικό της ΕΕ·

    Ζ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2018 η Διαμεσολαβήτρια εγκαινίασε νέο ιστότοπο, ο οποίος περιλαμβάνει μια αναθεωρημένη και φιλική προς τον χρήστη διεπαφή για δυνητικούς καταγγέλλοντες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η «ταχεία» διαδικασία της Διαμεσολαβήτριας για την εξέταση καταγγελιών σχετικά με την πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα αντικατοπτρίζει τη δέσμευση της Διαμεσολαβήτριας να παρέχει βοήθεια και να λαμβάνει γρήγορα αποφάσεις για όσους ζητούν βοήθεια·

    Η.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε συνέχεια της στρατηγικής έρευνας OI/2/2017/TE, η Διαμεσολαβήτρια διαπίστωσε ότι η έλλειψη διαφάνειας στο Συμβούλιο όσον αφορά τη δημόσια πρόσβαση στα νομοθετικά έγγραφά του και τις τρέχουσες πρακτικές του στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, ειδικά κατά τη διάρκεια της προπαρασκευαστικής φάσης στα προπαρασκευαστικά όργανα του Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένων των επιτροπών του, των ομάδων εργασίας και της Επιτροπής των Μόνιμων Αντιπροσώπων (COREPER), συνιστά κακοδιοίκηση· λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 16 Μαΐου 2018, μετά την απροθυμία του Συμβουλίου να εφαρμόσει τις συστάσεις της, η Διαμεσολαβήτρια υπέβαλε στο Κοινοβούλιο την ειδική έκθεση OI/2/2017/TE σχετικά με τη διαφάνεια της νομοθετικής διαδικασίας στο Συμβούλιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2019 σχετικά με τη στρατηγική έρευνα της Διαμεσολαβήτριας, το Κοινοβούλιο ενστερνίστηκε τις συστάσεις της Διαμεσολαβήτριας·

    Θ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι στην υπόθεση 1302/2017/MH σχετικά με τον χειρισμό από την Επιτροπή αιτήματος για δημόσια πρόσβαση στις γνωμοδοτήσεις της Νομικής Υπηρεσίας της σχετικά με το Μητρώο Διαφάνειας, η Διαμεσολαβήτρια διαπίστωσε ότι η συνεχής άρνηση της Επιτροπής να χορηγήσει πρόσβαση στα έγγραφα συνιστούσε κακοδιοίκηση λόγω του γεγονότος ότι η Επιτροπή δεν κατόρθωσε να είναι όσο το δυνατόν πιο ανοικτή και έτοιμη να ανταποκριθεί σχετικά με το ίδιο το μέτρο που αποσκοπεί στην προώθηση της διαφάνειας ως μέσου για την επίτευξη μεγαλύτερης ενωσιακής νομιμότητας και λογοδοσίας·

    Η διαφάνεια από μια ευρύτερη οπτική γωνία

    1.

    δηλώνει σθεναρά αποφασισμένο στην προσπάθειά του να φέρει τους πολίτες πιο κοντά στη διαδικασία λήψης αποφάσεών του· υπογραμμίζει ότι η διαφάνεια και η λογοδοσία είναι θεμελιώδεις για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στις πολιτικές, νομοθετικές και διοικητικές δραστηριότητες της ΕΕ· τονίζει ότι το άρθρο 10 παράγραφος 3 ΣΕΕ αναγνωρίζει τη συμμετοχική δημοκρατία αποτελεί μία από τις δημοκρατικές αρχές της ΕΕ, αναδεικνύοντας έτσι ότι οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες· υπενθυμίζει ότι η πλήρως δημοκρατική και άκρως διαφανής διαδικασία λήψης αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι απαραίτητη για την αύξηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στα θεσμικά όργανα της ΕΕ· τονίζει ότι όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να προχωρήσουν με παρόμοιο επίπεδο διαφάνειας·

    2.

    σημειώνει με ικανοποίηση τον διορισμό Επιτρόπου αρμόδιου για τη διαφάνεια με αποστολή την ενίσχυση της διαφάνειας στη νομοθετική διαδικασία στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα·

    3.

    υπενθυμίζει ότι, όπως επιβεβαιώνεται από την Διαμεσολαβήτρια, το Κοινοβούλιο εκπροσωπεί τα συμφέροντα των Ευρωπαίων πολιτών με ανοικτό και διαφανή τρόπο, προκειμένου να τους τηρεί πλήρως ενήμερους, και διαπιστώνει την πρόοδο που έχει σημειώσει η Επιτροπή όσον αφορά τη βελτίωση των προτύπων διαφάνειας· εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του για το γεγονός ότι, παρά τις εκκλήσεις και τις συστάσεις του Κοινοβουλίου και της Διαμεσολαβήτριας, το Συμβούλιο δεν έχει ακόμη εφαρμόσει συγκρίσιμα πρότυπα και η διαδικασία λήψης αποφάσεων στο Συμβούλιο απέχει πολύ από τη διαφάνεια· καλεί το Συμβούλιο να εφαρμόσει τις σχετικές αποφάσεις του ΔΕΕ στην πράξη και να μην τις παρακάμπτει· εκτιμά τις ορθές πρακτικές ορισμένων προεδριών του Συμβουλίου καθώς και ορισμένων κρατών μελών όσον αφορά τη δημοσίευση εγγράφων του Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένων προτάσεων της Προεδρίας του Συμβουλίου·

    4.

    επιδοκιμάζει την απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ, εν συνεχεία του ανοίγματος της υπόθεσης 1011/2015/TN από τη Διαμεσολαβήτρια, να εφαρμόσει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 στα έγγραφα που έχει στην κατοχή της η Γενική Γραμματεία του σε σχέση με καθήκοντα υποστήριξης διαφόρων διακυβερνητικών φορέων και οντοτήτων, όπως οι γνωμοδοτήσεις της επιτροπής σχετικά με την επάρκεια των υποψηφίων για την άσκηση των καθηκόντων του δικαστή και του γενικού εισαγγελέα στο Δικαστήριο και στο Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ· επικροτεί την άποψη της Διαμεσολαβήτριας ότι πρέπει να ευνοηθεί ένας πιο ανοιχτός χαρακτήρας όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα επιτευχθεί η σωστή ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να προστατεύονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των ατόμων που αξιολογούνται για υψηλά δημόσια αξιώματα και της ανάγκης να διασφαλίζεται η μέγιστη δυνατή διαφάνεια σε σχέση με τη διαδικασία διορισμού σε υψηλόβαθμα δημόσια αξιώματα.

    5.

    εκφράζει τη λύπη του για την επαναλαμβανόμενη πρακτική της Επιτροπής να παρέχει συχνά στο Κοινοβούλιο ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ· καλεί τα θεσμικά όργανα να τηρούν την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας και να δημοσιεύουν προορατικά τις πληροφορίες αυτές· εκφράζει τη λύπη του για την άρνηση της Επιτροπής να δημοσιεύσει στατιστικά στοιχεία που καταδεικνύουν την αποτελεσματικότητα των πολιτικών της ΕΕ, γεγονός που εμποδίζει κάθε δημόσιο έλεγχο των πολιτικών που έχουν σημαντικό αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα· καλεί την Επιτροπή να φανεί πιο προορατική στη δημοσίευση των εν λόγω στατιστικών στοιχείων προκειμένου να αποδείξει ότι οι πολιτικές είναι αναγκαίες και αναλογικές για την επίτευξη του στόχου τους· καλεί την Επιτροπή να επιδείξει διαφάνεια όσον αφορά τις συμβάσεις με τρίτους· καλεί την Επιτροπή να είναι πιο προορατική στη δημοσίευση όσο το δυνατόν περισσότερων πληροφοριών σχετικά με τις διαδικασίες υποβολής προσφορών σε σύγκριση με τις τρέχουσες πρακτικές της·

    6.

    τονίζει τη σημασία των μέτρων που ελήφθησαν για να ενισχυθεί η διαφάνεια των αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο των διαδικασιών επί παραβάσει· ζητεί, ειδικότερα, να έχει πρόσβαση το κοινό στα έγγραφα που αποστέλλει η Επιτροπή στα κράτη μέλη στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών, καθώς και στις συναφείς απαντήσεις·

    7.

    τονίζει ότι οι διεθνείς συμφωνίες είναι νομικά δεσμευτικές και έχουν αντίκτυπο στη νομοθεσία της ΕΕ, και υπογραμμίζει την ανάγκη διαφάνειας των διαπραγματεύσεων καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας· υπενθυμίζει ότι βάσει του άρθρου 218 ΣΛΕΕ το Κοινοβούλιο πρέπει να τηρείται πλήρως και αμέσως ενήμερο σε όλα τα στάδια των διαπραγματεύσεων· καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειες για να διασφαλίσει την πλήρη συμμόρφωση με το άρθρο 218 ΣΛΕΕ·

    8.

    εκφράζει τη βαθιά λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο επιμένουν σε συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών χωρίς τη δέουσα αιτιολόγηση· θεωρεί ότι τα αιτήματα για συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών θα πρέπει να αξιολογούνται δεόντως· ζητεί σαφή κριτήρια και κανόνες που θα διέπουν τις αιτήσεις για συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών στα θεσμικά όργανα της ΕΕ·

    9.

    επισημαίνει ότι η διαφάνεια της νομοθετικής διαδικασίας είναι υψίστης σημασίας για τους πολίτες και αποτελεί σημαντικό τρόπο για να εξασφαλιστεί η ενεργός συμμετοχή τους στη νομοθετική διαδικασία· χαιρετίζει τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου του 2016, και τη δέσμευση των τριών θεσμικών οργάνων να διασφαλίσουν τη διαφάνεια των νομοθετικών διαδικασιών με βάση τη σχετική νομοθεσία και νομολογία, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης διεκπεραίωσης των τριμερών διαπραγματεύσεων·

    10.

    καλεί τα θεσμικά όργανα να συνεχίσουν τις συζητήσεις για τη μετάβαση προς τη δημιουργία μιας ειδικής και φιλικής προς τον χρήστη κοινής βάσης δεδομένων για την κατάσταση προόδου των νομοθετικών φακέλων (κοινή νομοθετική βάση δεδομένων), όπως συμφωνήθηκε στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου προκειμένου να διασφαλίζεται μεγαλύτερη διαφάνεια·

    11.

    χαιρετίζει τις πρωτοβουλίες που έχουν ήδη δρομολογηθεί και ανταποκρίνονται στα αιτήματα του κοινού για μεγαλύτερη διαφάνεια, όπως το Διοργανικό Μητρώο κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που δρομολογήθηκε τον Δεκέμβριο του 2017 ως κοινό εργαλείο του Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Συμβουλίου το οποίο παρέχει πρόσβαση σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων·

    12.

    επισημαίνει ότι θα πρέπει να αυξηθούν περαιτέρω η διαφάνεια των διαδικασιών επιτροπολογίας και η δυνατότητα πρόσβασης στο μητρώο επιτροπολογίας και να επέλθουν αλλαγές στο περιεχόμενό του προκειμένου να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων· υπογραμμίζει ότι η βελτίωση των λειτουργιών αναζήτησης του μητρώου ώστε να καθίστανται δυνατές έρευνες ανά τομέα πολιτικής πρέπει να αποτελέσει ουσιώδες συστατικό στοιχείο της διαδικασίας αυτής·

    13.

    χαιρετίζει τον νέο κώδικα δεοντολογίας για τα μέλη της Επιτροπής, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ τον Φεβρουάριο του 2018 και αυξάνει τη διαφάνεια κυρίως σε σχέση με τις συνεδριάσεις που πραγματοποιούνται μεταξύ των Επιτρόπων και των εκπροσώπων συμφερόντων, καθώς και το κόστος της υπηρεσιακής μετακίνησης μεμονωμένων Επιτρόπων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το Συμβούλιο δεν έχει ακόμη εγκρίνει κώδικα δεοντολογίας για τα μέλη του και παροτρύνει το Συμβούλιο να εγκρίνει παρόμοιο κώδικα χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση· επιμένει ότι το Συμβούλιο πρέπει να είναι εξίσου υπόλογο και διαφανές, όπως τα άλλα θεσμικά όργανα·

    14.

    επισημαίνει τον αναθεωρημένο Κανονισμό του, βάσει του οποίου οι βουλευτές καλούνται να υιοθετήσουν τη συστηματική πρακτική να συναντούν μόνο εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων που έχουν εγγραφεί στο μητρώο διαφάνειας· υπενθυμίζει επίσης ότι οι βουλευτές καλούνται να δημοσιεύουν επιγραμμικά όλες τις προγραμματισμένες συναντήσεις με εκπροσώπους συμφερόντων που εμπίπτουν στο πεδίο του Μητρώου Διαφάνειας, ενώ οι εισηγητές, οι σκιώδεις εισηγητές και οι πρόεδροι επιτροπών υποχρεούνται, για κάθε έκθεση, να δημοσιεύουν επιγραμμικά όλες τις προγραμματισμένες συναντήσεις με εκπροσώπους συμφερόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Μητρώου Διαφάνειας· επισημαίνει, ωστόσο, στο πλαίσιο αυτό ότι οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι είναι ελεύθεροι να συναντηθούν με οποιονδήποτε θεωρούν σχετικό και σημαντικό για το πολιτικό τους έργο, χωρίς περιορισμούς·

    15.

    θεωρεί ότι ο τρέχων τρόπος για να αναζητηθούν πληροφορίες σχετικά με τα μοτίβα ψηφοφορίας των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μέσω αρχείων pdf που καλύπτουν εκατοντάδες ψηφοφορίες στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου, δεν είναι φιλικός προς τον χρήστη και δεν συμβάλλει στη διαφάνεια της ΕΕ· ζητεί ένα φιλικό προς τον χρήστη σύστημα στο πλαίσιο του οποίου για κάθε ονομαστική ψηφοφορία θα εμφανίζονται το κείμενο που ψηφίστηκε και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας με δυνατότητα ανάλυσης ανά ομάδα και ανά βουλευτή, ορατά ταυτόχρονα·

    16.

    εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για μια διοργανική συμφωνία σχετικά με ένα υποχρεωτικό Μητρώο Διαφάνειας (COM(2016)0627) επιτέλους ολοκληρώθηκαν, και προτρέπει τα τρία θεσμικά όργανα να την εφαρμόσουν άμεσα· υπογραμμίζει ότι, προκειμένου να διατηρηθεί υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης των πολιτών στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, απαιτείται μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις συνεδριάσεις που διοργανώνονται στο εσωτερικό των θεσμικών οργάνων·

    17.

    ενθαρρύνει επίσης τα μέλη των εθνικών κυβερνήσεων και κοινοβουλίων να επιδιώξουν μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις συναντήσεις τους με εκπροσώπους συμφερόντων, δεδομένου ότι, κατά τη λήψη αποφάσεων για θέματα της ΕΕ, αποτελούν μέρος της νομοθετικής εξουσίας της ΕΕ με την ευρύτερη έννοια·

    Πρόσβαση σε έγγραφα

    18.

    υπενθυμίζει ότι το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα το οποίο κατοχυρώνεται στις Συνθήκες και στον Χάρτη και είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον δημοκρατικό χαρακτήρα των θεσμικών οργάνων· τονίζει ότι η ευρύτερη δυνατή άσκηση του δικαιώματος αυτού σε πρώιμο στάδιο είναι ουσιαστικής σημασίας, καθώς διασφαλίζει τον δημοκρατικό έλεγχο του έργου και των δραστηριοτήτων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ· υπενθυμίζει ότι η εμπιστοσύνη των πολιτών στους πολιτικούς θεσμούς αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο των αντιπροσωπευτικών δημοκρατιών·

    19.

    υπενθυμίζει τις εκκλήσεις του σε προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν δόθηκε κατάλληλη συνέχεια από την Επιτροπή και το Συμβούλιο σε αρκετές προτάσεις του Κοινοβουλίου·

    20.

    υπενθυμίζει ότι η διαφάνεια και η πρόσβαση στο σύνολο των εγγράφων που βρίσκονται στην κατοχή των θεσμικών οργάνων πρέπει να αποτελούν τον κανόνα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, και ότι, όπως ήδη ορίζει η πάγια νομολογία του ΔΕΕ, οι εξαιρέσεις στον κανόνα αυτόν πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά, λαμβάνοντας υπόψη το προεξάρχον δημόσιο συμφέρον της δημοσιοποίησης·

    21.

    επαναλαμβάνει τη σημασία της μη υπερβολικής διαβάθμισης εγγράφων, που θα μπορούσε να αποβεί εις βάρος του δημόσιου ελέγχου· εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι συχνά παρατηρείται υπερβολική διαβάθμιση των επίσημων εγγράφων· επαναλαμβάνει τη θέση του ότι πρέπει να θεσπιστούν σαφείς και ενιαίοι κανόνες για τη διαβάθμιση και τον αποχαρακτηρισμό των εγγράφων·

    22.

    σημειώνει το γεγονός ότι η Επιτροπή αντιμετωπίζει τον μεγαλύτερο αριθμό αρχικών αιτήσεων (6 912 το 2018) σχετικά με συγκεκριμένα έγγραφα, ακολουθούμενη από το Συμβούλιο (2 474 το 2018) και το Κοινοβούλιο (498 το 2018)· αναγνωρίζει το συνολικό ποσοστό θετικών απαντήσεων (το 2018 τα αριθμητικά στοιχεία ήταν 80 % για την Επιτροπή, 72,2 % για το Συμβούλιο και 96 % για το Κοινοβούλιο)·

    23.

    σημειώνει με ενδιαφέρον ότι οι κύριοι λόγοι άρνησης βασίζονται στην ανάγκη προστασίας της διαδικασίας λήψης αποφάσεων των θεσμικών οργάνων, στην προστασία της ιδιωτικότητας και της ακεραιότητας ατόμων, και των εμπορικών συμφερόντων συγκεκριμένου φυσικού ή νομικού προσώπου· σημειώνει περαιτέρω ότι, για το Κοινοβούλιο, η προστασία των νομικών συμβουλών αποτελεί επίσης σημαντικό λόγο σε περιπτώσεις όπου ζητήθηκαν κυρίως έγγραφα του Προεδρείου, ενώ για την Επιτροπή, η διενέργεια επιθεωρήσεων, ερευνών και ελέγχων, και η δημόσια ασφάλεια αποτελούν επίσης σημαντικούς λόγους για την άρνηση πρόσβασης σε έγγραφα·

    24.

    επικροτεί την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-213/15 P (Επιτροπή κατά Patrick Breyer), όπου το Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να αρνηθεί την πρόσβαση σε υπομνήματα που κατέθεσαν κράτη μέλη που έχει στην κατοχή της με μόνη αιτιολογία ότι πρόκειται για έγγραφα που αφορούν δικαστικές διαδικασίες. παρατηρεί ότι το Δικαστήριο θεωρεί ότι κάθε απόφαση που αφορά ένα τέτοιο αίτημα πρόσβασης πρέπει να λαμβάνεται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 και ότι τα έγγραφα που συνδέονται με τη δικαστική δραστηριότητα του Δικαστηρίου δεν εκφεύγουν, κατ’ αρχήν, του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού, όταν βρίσκονται στην κατοχή των θεσμικών οργάνων της ΕΕ που απαριθμούνται στον κανονισμό, όπως η Επιτροπή στη συγκεκριμένη περίπτωση.

    25.

    υποστηρίζει την έκκληση της κοινωνίας των πολιτών (9) για τη ζωντανή μετάδοση των δημόσιων ακροάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως συμβαίνει ήδη στην περίπτωση ορισμένων εθνικών και διεθνών δικαστηρίων, όπως για παράδειγμα το «Conseil Constitutionnel» (Συνταγματικό Δικαστήριο) στη Γαλλία και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων·

    26.

    υπενθυμίζει τις εκκλήσεις του προς την Επιτροπή και το Συμβούλιο στο ψήφισμά του της 28ης Απριλίου 2016 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα για τα έτη 2014-2015·

    27.

    υπενθυμίζει ότι η αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 έχει παγώσει από το 2012 και παρατηρεί με λύπη την πρόθεση της Επιτροπής να αποσύρει την εν λόγω πρόταση· παροτρύνει όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να επανέλθουν στη διαδικασία και να συνεχίσουν να εργάζονται για την αναθεώρηση προκειμένου να προσαρμοστούν οι διατάξεις του κανονισμού στη Συνθήκη της Λισαβόνας και να διασφαλιστεί ότι το πεδίο εφαρμογής θα επεκταθεί σε όλα τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της ΕΕ, με απώτερο στόχο να δοθεί στους πολίτες της ΕΕ ευρύτερη και βελτιωμένη πρόσβαση στα έγγραφα της ΕΕ·

    28.

    επισημαίνει ότι, μετά την έναρξη ισχύος της ΣΕΕ και της ΣΛΕΕ, το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα αφορά όλα τα θεσμικά και άλλα όργανα και υπηρεσίες της ΕΕ, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ· πιστεύει ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 θα πρέπει να τροποποιηθεί και να εκσυγχρονιστεί προκειμένου να συνάδει με τις Συνθήκες, να ανταποκρίνεται στις εξελίξεις που έχουν σημειωθεί στο εν λόγω πεδίο, και υπό το πρίσμα της σχετικής νομολογίας του ΔΕΕ και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων· παροτρύνει, ως εκ τούτου, και τα τρία θεσμικά όργανα να εργαστούν εποικοδομητικά προκειμένου να επιτευχθεί η έγκριση αναθεωρημένου κανονισμού·

    29.

    τονίζει ότι η μέριμνα ώστε οι πολίτες να είναι σε θέση να κατανοούν, να παρακολουθούν λεπτομερώς την πρόοδο της νομοθεσίας και να συμμετέχουν σε αυτή αποτελεί νομική επιταγή δυνάμει των Συνθηκών και βασική απαίτηση για την άσκηση δημοκρατικού ελέγχου και για τη δημοκρατία εν γένει· θεωρεί ότι, όταν συντάσσονται έγγραφα στο πλαίσιο τριμερών διαλόγων, όπως ημερήσιες διατάξεις, περιλήψεις αποτελεσμάτων, πρακτικά και γενικές προσεγγίσεις του Συμβουλίου, εφόσον υπάρχουν και στη μορφή στην οποία υπάρχουν, τα έγγραφα αυτά σχετίζονται με τη νομοθετική διαδικασία και δεν μπορούν, καταρχήν, να έχουν διαφορετική μεταχείριση από τα άλλα νομοθετικά έγγραφα·

    30.

    υπογραμμίζει τη σημασία της διαφάνειας και της πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα· τονίζει ότι ένα υψηλό επίπεδο διαφάνειας στη νομοθετική διαδικασία έχει ουσιαστική σημασία προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα οι πολίτες, τα μέσα ενημέρωσης, η κοινωνία των πολιτών και άλλοι συμφεροντούχοι να ζητούν από τους εκλεγμένους αξιωματούχους και τις κυβερνήσεις τους να λογοδοτούν· αναγνωρίζει τον πολύτιμο ρόλο που διαδραματίζει ο Διαμεσολαβητής όταν ενεργεί ως σύνδεσμος και ως μεσολαβητής μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των πολιτών, και υπογραμμίζει το έργο του Διαμεσολαβητή στο να καταστεί η νομοθετική διαδικασία της ΕΕ περισσότερο υπόλογη στο κοινό·

    31.

    υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την Διαμεσολαβήτρια, οι περιορισμοί στην πρόσβαση στα έγγραφα, ιδίως στα νομοθετικά έγγραφα, θα πρέπει να είναι έκτακτοι και να περιορίζονται στους απολύτως αναγκαίους· επικροτεί την ταχεία διαδικασία της Διαμεσολαβήτριας για την πρόσβαση στα έγγραφα, αλλά εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι οι συστάσεις της δεν είναι νομικά δεσμευτικές·

    32.

    επισημαίνει ότι οποιαδήποτε απόφαση απόρριψης της πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα πρέπει να στηρίζεται σε σαφώς και αυστηρώς καθορισμένες από τον νόμο εξαιρέσεις και να συνοδεύεται από εύλογη και συγκεκριμένη αιτιολόγηση, ώστε να μπορούν οι πολίτες να κατανοούν την άρνηση της πρόσβασης και να αξιοποιούν αποτελεσματικά τα διαθέσιμα ένδικα μέσα· παρατηρεί με ανησυχία ότι, επί του παρόντος, η μόνη νομική οδός στην οποία μπορούν να προσφύγουν οι πολίτες για να αμφισβητήσουν την άρνηση παροχής πρόσβασης σε έγγραφα είναι η άσκηση προσφυγής ενώπιον του ΔΕΕ, η οποία συνεπάγεται χρονοβόρες διαδικασίες, τον κίνδυνο υψηλού κόστους, και αβέβαιη έκβαση, κάτι που επιβαρύνει παράλογα τους πολίτες που επιθυμούν να προσβάλουν αποφάσεις, και τους αποτρέπει από αυτό·

    33.

    καλεί εν προκειμένω τα θεσμικά όργανα, οργανισμούς και φορείς της ΕΕ να θεσπίσουν ταχύτερες, λιγότερο επαχθείς και περισσότερο προσβάσιμες διαδικασίες για τον χειρισμό των καταγγελιών σε περιπτώσεις άρνησης χορήγησης πρόσβασης· θεωρεί ότι μια περισσότερο προορατική προσέγγιση συμβάλλει στην εξασφάλιση αποτελεσματικής διαφάνειας καθώς και στην πρόληψη περιττών νομικών διενέξεων, οι οποίες θα μπορούσαν να επιφέρουν περιττές δαπάνες και φόρτο τόσο για τους πολίτες όσο και για τα θεσμικά όργανα· θεωρεί ότι οι πολίτες δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να προσβάλλουν αποφάσεις λόγω έλλειψης μέσων· υπενθυμίζει τη δυνατότητα υποβολής αίτησης για νομική συνδρομή, όπως κατοχυρώνεται στον Χάρτη· καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να αποφεύγουν να καλούν τον αντίδικο να αναλάβει τα δικαστικά έξοδα·

    34.

    υπενθυμίζει, εν προκειμένω, τις αποφάσεις της Διαμεσολαβήτριας, με ημερομηνία 19 Δεκεμβρίου 2017, στην υπόθεση 682/2014/JF, σύμφωνα με την οποία συνιστά κακοδιοίκηση η απαίτηση της Επιτροπής ότι όλα τα άτομα που ζητούν πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα πρέπει να παρέχουν την ταχυδρομική τους διεύθυνση προκειμένου να διευθετείται ταχυδρομικά η αποστολή γραπτής απάντησης, και στην οποία τονίζεται ότι η επιμονή σε εκ νέου υποβολή αιτημάτων και σε διαδικαστικές διατυπώσεις, όταν είναι περιττές και δεν εξυπηρετούν προφανή χρήσιμο σκοπό, καταδεικνύει έλλειψη σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών·

    35.

    εκφράζει την έντονη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι το Συμβούλιο δεν δημοσιοποιεί προορατικά τα περισσότερα έγγραφα που αφορούν νομοθετικά σχέδια, εμποδίζοντας τους πολίτες να γνωρίζουν ποια έγγραφα υφίστανται και περιορίζοντας με αυτόν τον τρόπο την άσκηση του δικαιώματός τους να ζητούν πρόσβαση στα έγγραφα· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι οι διαθέσιμες πληροφορίες για τα νομοθετικά έγγραφα διατίθενται από το Συμβούλιο σε ένα μητρώο το οποίο είναι ελλιπές και δεν είναι εύχρηστο· καλεί το Συμβούλιο να καταχωρίσει τα έγγραφα που σχετίζονται με νομοθετικούς φακέλους σε ένα φιλικό προς τον χρήστη δημόσιο μητρώο, αντικατοπτρίζοντας πλήρως το δημόσιο συμφέρον για διαφάνεια και επιτρέποντας τον νόμιμο έλεγχο όχι μόνο από τους πολίτες αλλά και από τα εθνικά κοινοβούλια·

    36.

    παροτρύνει το Συμβούλιο να ευθυγραμμίσει τις μεθόδους εργασίας του με τα πρότυπα της κοινοβουλευτικής και συμμετοχικής δημοκρατίας, όπως απαιτείται από τις Συνθήκες, και επαναλαμβάνει ότι το Συμβούλιο πρέπει να διασφαλίζει τη λογοδοσία και τη διαφάνεια στον ίδιο βαθμό με τα άλλα θεσμικά όργανα·

    37.

    ενστερνίζεται απόλυτα τις συστάσεις της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας προς το Συμβούλιο σε συνέχεια της στρατηγικής έρευνας, συγκεκριμένα: α) να καταγράφονται συστηματικά οι θέσεις που εξέφρασαν τα κράτη μέλη κατά τις συζητήσεις με τα προπαρασκευαστικά όργανα, β) να αναπτυχθούν σαφή και δημοσίως διαθέσιμα κριτήρια σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ορίζονται τα έγγραφα ως «LIMITE», και γ) να επανεξετάζεται συστηματικά η κατάσταση των εγγράφων «LIMITE» πριν από την τελική έγκριση μιας συγκεκριμένης νομοθετικής πράξης και η επανεξέταση αυτή να πραγματοποιείται πριν από τις άτυπες διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο τριμερών διαλόγων, οπότε το Συμβούλιο θα έχει ήδη καταλήξει σε μια αρχική θέση· προτρέπει το Συμβούλιο να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την όσο το δυνατόν ταχύτερη υλοποίηση των συστάσεων της Διαμεσολαβήτριας, προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφάνεια των νομοθετικών συζητήσεων στα προπαρασκευαστικά του όργανα·

    38.

    θεωρεί ότι η τρέχουσα ευρέως διαδεδομένη και αυθαίρετη πρακτική του χαρακτηρισμού των περισσότερων προπαρασκευαστικών εγγράφων στις εν εξελίξει νομοθετικές διαδικασίες ως «LIMITE» αποτελεί περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης των πολιτών στην ευρύτερη δυνατή πρόσβαση του κοινού στα νομοθετικά έγγραφα·

    39.

    λαμβάνει υπό σημείωση το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο έχει σημειώσει σημαντική αύξηση στις αιτήσεις για πρόσβαση του κοινού στα πολύστηλα έγγραφα που συζητούνται στις συνεδριάσεις τριμερούς διαλόγου μετά την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση De Capitani (10) και σημειώνει με ικανοποίηση ότι από την έκδοση της απόφασης το Κοινοβούλιο έχει δημοσιοποιήσει όλα τα πολύστηλα έγγραφα στα οποία ζητήθηκε πρόσβαση δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001· επικροτεί το γεγονός αυτό, δεδομένου ότι ο ανοικτός χαρακτήρας της νομοθετικής διαδικασίας συμβάλλει στην ενίσχυση της νομιμοποίησης των θεσμικών οργάνων στην αντίληψη των πολιτών της ΕΕ· υπογραμμίζει ότι η γενική απαίτηση για παροχή πρόσβασης σε έγγραφα είναι το πιο κατάλληλο εργαλείο ώστε όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στην τεράστια αύξηση των αιτημάτων για έγγραφα·

    40.

    υπογραμμίζει ότι η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση De Capitani (T-540/15) τον Μάρτιο του 2018 αναφέρει ότι οι απόψεις των θεσμικών οργάνων που αποτυπώνονται στα έγγραφα «τεσσάρων στηλών» δεν εμπίπτουν σε γενικό τεκμήριο μη δημοσιοποίησης· σημειώνει ότι ο ευαίσθητος χαρακτήρας των θεμάτων που αποτυπώνονται στα έγγραφα των τριμερών διαλόγων από μόνος του κρίθηκε ότι δεν συνιστά επαρκή λόγο άρνησης της πρόσβασης του κοινού στα εν λόγω έγγραφα·

    41.

    υπενθυμίζει ότι τα συμπεράσματα του Γενικού Δικαστηρίου έχουν εφαρμογή σε όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και ότι το Δικαστήριο καθιστά σαφές ότι όταν ένα έγγραφο που προέρχεται από θεσμικό όργανο της ΕΕ καλύπτεται από εξαίρεση στο δικαίωμα πρόσβασης του κοινού, το θεσμικό όργανο πρέπει να αξιολογεί και να επεξηγεί σαφώς τους λόγους για τους οποίους η πρόσβαση στο εν λόγω έγγραφο θα μπορούσε να θίξει συγκεκριμένα και ουσιαστικά το συμφέρον που προστατεύεται από την εξαίρεση, ιδίως δε για ποιον λόγο η πλήρης πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα θα υπονόμευε, συγκεκριμένα και πραγματικά, τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, απαιτώντας επομένως ο εν λόγω κίνδυνος να είναι ευλόγως προβλέψιμος και όχι καθαρά υποθετικός· τονίζει ότι οποιαδήποτε άρνηση πρόσβασης σε έγγραφα πρέπει να αιτιολογείται πλήρως σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση·

    42.

    επικροτεί το γεγονός ότι η υπόθεση ClientEarth κατά Επιτροπής αποσαφηνίζει σημαντικά το πεδίο εφαρμογής της έννοιας των «νομοθετικών εγγράφων» και ότι το ΔΕΕ έκρινε ότι τα έγγραφα που καταρτίζονται στο πλαίσιο εκτίμησης επιπτώσεων θεωρούνται νομοθετικά έγγραφα και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να προστατεύονται από τη δημοσιοποίηση βάσει γενικού τεκμηρίου·

    43.

    εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η πρόσβαση στις συμβουλές των αντίστοιχων νομικών υπηρεσιών του Συμβουλίου, της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου είναι περιορισμένη και ότι συχνά οι συμβουλές της Νομικής Υπηρεσίας του Κοινοβουλίου δεν είναι καν διαθέσιμες στα μέλη άλλων επιτροπών· καλεί τα θεσμικά όργανα να διασφαλίσουν τη διαφάνεια·

    44.

    λαμβάνει υπόψη τις έρευνες που κίνησε η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια το 2020 σχετικά με τις πρακτικές του οργανισμού FRONTEX όσον αφορά τις υποχρεώσεις του δυνάμει των κανόνων της ΕΕ σε σχέση με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα· παροτρύνει τον οργανισμό να δώσει συνέχεια στα πορίσματα της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας και να εφαρμόσει τις συστάσεις της σχετικά με την επικαιροποίηση του μητρώου εγγράφων και τη δημοσίευση του αριθμού των ευαίσθητων εγγράφων που έχει στην κατοχή του και δεν περιλαμβάνονται στο μητρώο εγγράφων του (11)·

    45.

    τονίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι καταγγέλτες ως προς την αποκάλυψη περιπτώσεων κακοδιοίκησης, και στηρίζει τα μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της προστασίας των καταγγελτών από αντίποινα· καλεί τα θεσμικά όργανα να αξιολογήσουν και, όπου απαιτείται, να αναθεωρήσουν τις εσωτερικές τους ρυθμίσεις για την αναφορά ατασθαλιών·

    46.

    καλεί την Επιτροπή να μεριμνά για την πρόσβαση του κοινού σε όλες τις συμφωνίες προαγοράς, στην πλήρη μορφή τους, μεταξύ της ΕΕ και ιδιωτικών εταιρειών στον τομέα της υγείας, ιδίως κατά την παραγγελία εμβολίων·

    Συμπεράσματα

    47.

    τονίζει ότι η ανάγκη για διαφάνεια θα πρέπει να βρίσκεται σε προσεκτική ισορροπία με την ανάγκη προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να επιτρέπει να λαμβάνονται αποφάσεις με κάποιο βαθμό εμπιστευτικότητας όπου αυτό απαιτείται·

    48.

    τονίζει μετ’ επιτάσεως ότι τυχόν εξαιρέσεις όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα της ΕΕ ή πληροφορίες πρέπει να εξετάζονται κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσβαση στα έγγραφα αυτά αποτελεί τον κανόνα, ενώ οι εξαιρέσεις από τον κανόνα αποτελούν ζητήματα στενής ερμηνείας·

    49.

    καλεί όλα τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς να αναπτύξουν κοινή προσέγγιση όσον αφορά την πρόσβαση στην τεκμηρίωση, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας για τα υλικά του τριμερούς διαλόγου, και να διερευνούν και να αναπτύσσουν συνεχώς νέες μεθόδους και μέτρα για την επίτευξη της μέγιστης δυνατής διαφάνειας·

    50.

    καλεί τα θεσμικά όργανα να διασφαλίσουν τη διαφάνεια των νομοθετικών διαδικασιών με βάση τη σχετική νομοθεσία, τη νομολογία και τις συστάσεις της Διαμεσολαβήτριας·

    51.

    καλεί όλα τα θεσμικά όργανα να βελτιώσουν την επικοινωνία καθ’ όλη τη διάρκεια του νομοθετικού κύκλου και να διαδίδουν προορατικά μεγαλύτερο αριθμό εγγράφων τους που σχετίζονται με τη νομοθετική διαδικασία με τον απλούστερο δυνατό, φιλικό προς τον χρήστη και προσιτό τρόπο, μέσω των δημόσιων ιστοτόπων τους και όλων των άλλων μέσων επικοινωνίας· υπογραμμίζει ότι απαιτείται μεγαλύτερη διαφάνεια σε σχέση με τη λήψη αποφάσεων στο πλαίσιο των διαδικασιών επί παραβάσει· καλεί τα θεσμικά όργανα να εντείνουν τις προσπάθειες για τη θέσπιση μιας ειδικής και εύχρηστης κοινής βάσης δεδομένων όσον αφορά την κατάσταση προόδου των νομοθετικών σχεδίων η εξέταση των οποίων είναι εν εξελίξει, όπως έχει συμφωνηθεί στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, λαμβάνοντας μέτρα για διαφάνεια στα διάφορα στάδια της νομοθετικής διαδικασίας και προσφέροντας στους πολίτες σαφέστερη κατανόηση των νομοθετικών διαδικασιών της ΕΕ·

    52.

    υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 ΣΕΕ και τον Χάρτη, πρέπει να γίνεται σεβαστή η πλούσια γλωσσική πολυμορφία της Ένωσης· καλεί τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την παροχή πρόσβασης στα έγγραφα σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

    53.

    τονίζει ότι οι ανοικτές δημοκρατικές κοινωνίες εξαρτώνται από την ικανότητα των πολιτών να έχουν πρόσβαση σε διάφορες επαληθεύσιμες πηγές πληροφοριών, έτσι ώστε να μπορούν να διαμορφώνουν άποψη για διάφορα ζητήματα· επισημαίνει ότι η πρόσβαση σε πληροφορίες ενισχύει τη λογοδοσία κατά τη λήψη αποφάσεων και είναι ουσιώδης για τη λειτουργία των δημοκρατικών κοινωνιών·

    o

    o o

    54.

    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, σε άλλους φορείς, όργανα και οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο Συμβούλιο της Ευρώπης.

    (1)  ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

    (2)  ΕΕ C 378 της 9.11.2017, σ. 27.

    (3)  ΕΕ C 66 της 21.2.2018, σ. 23.

    (4)  ΕΕ C 337 της 20.9.2018, σ. 120.

    (5)  ΕΕ C 411 της 27.11.2020, σ. 149.

    (6)  ΕΕ L 264 της 25.9.2006, σ. 13.

    (7)  ΕΕ C 356 της 4.10.2018, σ. 77.

    (8)  https://www.ombudsman.europa.eu/el/recommendation/el/89518

    (9)  https://thegoodlobby.eu/campaigns/open-letter-to-the-president-of-the-court-of-justice-of-the-european-union-asking-for-eu-courts-to-live-stream-their-public-hearings/

    (10)  Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, της 22ας Μαρτίου 2018, Emilio de Capitani κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, T-540/15, ECLI:EU:T:2018:167.

    (11)  https://www.ombudsman.europa.eu/en/solution/en/137293


    Top