Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014XC0523(02)

Δημοσίευση αίτησης τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων

23.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/5


Δημοσίευση αίτησης τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων

2014/C 155/05

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά την έννοια του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1).

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων  (2)

«FINOCCHIONA»

Αριθ. ΕΚ: IT-PGI-0005-01120-27.06.2013

ΠΓΕ ( X ) ΠΟΠ ( )

1.   Ονομασία

«Finocchiona»

2.   Κράτοσ μέλοσ ή τρίτη χώρα

Ιταλία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντοσ ή του τροφίμου

3.1.   Τύπος προϊόντος

Κλάση 1.2. Προϊόντα κρέατος (μαγειρευτά, παστά, καπνιστά κ.λπ.)

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1

Το σαλάμι «Finocchiona» ΠΓΕ χαρακτηρίζεται από το άρωμα μάραθου, συστατικό που περιέχεται στο μείγμα γέμισης σε σπόρους και/ή σε άνθη, και από τη μαλακή σύσταση της φέτας, που ενίοτε τείνει να θρυμματίζεται. Το χρώμα της φέτας ποικίλλει από κόκκινο του κρέατος στα άπαχα μέρη έως λευκό/ροδόλευκο στα λιπαρά μέρη. Τα εν λόγω μέρη είναι καλά αναμεμειγμένα και τα όριά τους δεν διακρίνονται σαφώς, ενώ ενδεχομένως είναι ορατοί σπόροι και/ή άνθη μάραθου. Η οσμή είναι ευχάριστη και χαρακτηριστική, οφειλόμενη στο έντονο άρωμα του μάραθου και το ελαφρύ του σκόρδου. Η γεύση είναι φρέσκια και ορεκτική, ποτέ ξινή. Το προϊόν παρουσιάζει τα ακόλουθα χημικά χαρακτηριστικά: ολικές πρωτεΐνες: τουλάχιστον 20 %· ολικά λίπη: μέγιστο 35 %· pH: 5 έως 6· ενεργότητα νερού (wa): μέγιστο 0,92· αλάτι: μέγιστο 6 %.

Αλλαντικό κυλινδρικού σχήματος, καλυμμένο εξωτερικά με χαρακτηριστικό πέλος οφειλόμενο στην ανάπτυξη μυκήτων κατά την ωρίμαση. Το μέγεθος του προϊόντος ποικίλλει από μικρά σαλάμια, βάρους 0,5 kg κατά την τοποθέτηση στο περίβλημα, έως μεγαλύτερα, με μέγιστο βάρος 25 kg κατά την τοποθέτηση στο περίβλημα, τα οποία διατίθενται στο εμπόριο ακέραια ή τεμαχισμένα, ασυσκεύαστα ή συσκευασμένα υπό κενό ή σε τροποποιημένη ατμόσφαιρα, ή κομμένα σε φέτες και συσκευασμένα υπό κενό ή σε τροποποιημένη ατμόσφαιρα.

3.3.   Πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

Για την παρασκευή του «Finocchiona» ΠΓΕ είναι τυπική η χρήση νωπών κρεάτων, που δεν πρέπει να έχουν υποβληθεί σε καμία διαδικασία κατάψυξης και προέρχονται από σφάγια:

βαρέος χοίρου, που έχει εκτραφεί επί 9 μήνες τουλάχιστον με τρόπο ώστε να αποκτά μεγάλο βάρος και κρέας κατάλληλο για την παραγωγή του «Finocchiona» ΠΓΕ, ο οποίος έχει καθορισμένη γενετική προέλευση (συνήθως χρησιμοποιούμενες φυλές η Large White Italiana, η Landrace Italiana και η Duroc Italiana, ή από κάπρους των ίδιων φυλών, ή φυλών ή υβριδίων που έχουν επιλεχθεί με τους ίδιους γενετικούς σκοπούς), ώστε να εξασφαλίζονται η διατήρηση, η διανομή και η ποιοτική σύσταση του λιπιδικού τμήματος των κρεάτων, η επίτευξη σφαγίων που κατατάσσονται στα βαριά και τα οποία πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνον εφόσον βρίσκονται εντός των αντίστοιχων κεντρικών κλάσεων, και το επακόλουθο μεγάλο βάρος και προχωρημένη ηλικία κατά τη σφαγή: όλες αυτές οι απαιτήσεις —σε συνδυασμό με τις τεχνικές διατροφής των ζώων, κυρίως με σιτηρά— είναι αναγκαίες για την ωρίμαση και τον σχηματισμό του οργανοληπτικού προφίλ του «Finocchiona».

χοίρων της φυλής Cinta Senese, εγγεγραμμένων στο μητρώο πληθυσμού της φυλής, οι οποίοι έχουν εκτραφεί και σφαγεί στην περιοχή και διατρέφονται σύμφωνα με την παράδοση.

3.4.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης)

Η διατροφή των βαρέων χοίρων καθορίζεται από τη σύσταση και τη χρήση, χωρίζεται σε δύο φάσεις και βασίζεται, κυρίως, στα υποπροϊόντα της τυροκομικής δραστηριότητας και στην παραγωγή σιτηρών. Οι αποδεκτές ζωοτροφές κατά την πρώτη φάση (έως ζων βάρος 80 kg) είναι, σε ίση συγκέντρωση, όλες όσες χρησιμοποιούνται στη δεύτερη φάση υπό την προϋπόθεση ότι η ξηρά ουσία που προέρχεται από σιτηρά ανέρχεται τουλάχιστον στο 45 % της συνολικής: σογιάλευρο· ενσιρωμένος αραβόσιτος· κτηνοτροφική γλουτένη αραβοσίτου (corn gluten feed)· χαρούπια εκπυρηνωμένα, κατάλοιπα απόσταξης· λιπαρές ύλες με σημείο τήξης μεγαλύτερο των 36 °C· ιχθυάλευρα, προϊόντα υδρόλυσης πρωτεϊνών· βουτυρόγαλα. Οι αποδεκτές ζωοτροφές κατά τη δεύτερη φάση πάχυνσης, υπό την προϋπόθεση ότι η ξηρά ουσία που προέρχεται από σιτηρά ανέρχεται τουλάχιστον στο 45 % της συνολικής, είναι: σιτηρά και ελάσσονα σιτηρά· πίτουρο και άλλα υποπροϊόντα της μεταποίησης σίτου· αφυδατωμένη πατάτα, συμπιεσμένοι και ενσιρωμένοι πολτοί τεύτλων, σογιάλευρο· άλευρο σπερμάτων ηλιοτροπίου· μανιόκα, μελάσα, άλευρο σπερμάτων κοκοφοίνικα, άλευρο σπερμάτων αραβοσίτου, μπιζέλια και/ή άλλα ψυχανθή· αποξηραμένοι πολτοί τεύτλων· άλευρο σπερμάτων σουσαμιού· πλακούντες λιναρόσπορου, υπολείμματα μήλων και αχλαδιών, φλούδες σταφυλιού και ντομάτας χρησιμοποιούμενα ως παράγοντες ενσωμάτωσης, αφυδατωμένο άλευρο μηδικής, μαγιά μπίρας και/ή μαγιά τορούλας, λιπαρές ύλες με σημείο τήξης μεγαλύτερο των 40 °C· ορός γάλακτος· βουτυρόγαλα. Η διατροφή των χοίρων της φυλής Cinta Senese, ελεύθερης ή ημιελεύθερης βοσκής, εξασφαλίζεται με βόσκηση σε δασικές εκτάσεις και/ή εκτάσεις σπαρμένες με κτηνοτροφικά φυτά και σιτηρά. Επιτρέπεται επίσης η ημερήσια χρήση συμπληρωμάτων, που αποτελεί τμήμα του σιτηρεσίου το οποίο είναι αποδεκτό για τους χοίρους πέραν του τέταρτου μήνα ζωής, εφόσον δεν υπερβαίνει το 3 % του ζώντος βάρους του ζώου.

3.5.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής

Οι φάσεις παραγωγής του «Finocchiona» ΠΓΕ που πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετούμενης στο σημείο 4 του παρόντος ενιαίου εγγράφου γεωγραφικής περιοχής είναι: καθαρισμός και ξάκρισμα των αποδεκτών τεμαχίων κρέατος, άλεση, μάλαξη, τοποθέτηση στο περίβλημα, ξήρανση, ωρίμαση.

Το κρέας χοίρων της φυλής Cinta Senese προέρχεται από ζώα που έχουν εκτραφεί εντός της γεωγραφικής περιοχής που οριοθετείται στο σημείο 4 του παρόντος εγγράφου.

3.6.   Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό σε φέτες, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ.

Για τη διάθεση στην κατανάλωση του κομμένου σε φέτες και συσκευασμένου «Finocchiona», οι εργασίες κοπής σε φέτες και συσκευασίας, ακόμη και υπό κενό ή σε προστατευτική ατμόσφαιρα, πρέπει να εκτελούνται αποκλειστικά εντός της οριοθετούμενης στο σημείο 4 ακολούθως γεωγραφικής περιοχής, υπό την εποπτεία του εγκεκριμένου οργανισμού ελέγχου, ώστε να εξασφαλίζεται η ποιότητα του προϊόντος και ιδίως να αποφεύγεται η αλλοίωση των χαρακτηριστικών που αναφέρονται στο σημείο 3.2.

Πράγματι, η ανάμειξη ψιλοτεμαχισμένου άπαχου κρέατος και λίπους καθιστά τη φέτα ιδιαιτέρως ευαίσθητη στους χειρισμούς και την κοπή. Η προετοιμασία του προϊόντος για τον τεμαχισμό σε φέτες περιλαμβάνει την απομάκρυνση του περιβλήματος με άμεση έκθεση του βρώσιμου τμήματος στο εξωτερικό περιβάλλον. Η έκθεση σε μη ελεγχόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες επί απροσδιόριστα χρονικά διαστήματα αλλοιώνει τα χαρακτηριστικά του προϊόντος, προκαλώντας οξειδωτικά φαινόμενα, αλλοιώσεις του χρώματος και υπερβολική απώλεια υγρασίας, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ιδιαίτερης σύστασης της φέτας και των κανονικών έντονων αρωματικών συστατικών της. Για να εξασφαλιστεί η διατήρηση των αρχικών χαρακτηριστικών του προϊόντος είναι αναγκαίο να υπάρχουν επιχειρήσεις οι οποίες να διαθέτουν την απαραίτητη τεχνογνωσία και να είναι περιορισμένος ο χρόνος παραμονής του προϊόντος σε επαφή.

Εάν το προϊόν που προορίζεται για τεμαχισμό σε φέτες διατηρούνταν επί απροσδιόριστα χρονικά διαστήματα υπό συνθήκες διαφορετικές από τις προβλεπόμενες, θα μπορούσαν να εμφανιστούν χαρακτηριστικά ασυμβίβαστα και ανεπιθύμητα, όπως το τάγκισμα, η ξήρανση, η εμφάνιση ανώμαλων ευρωτομυκήτων, η διόγκωση ή η αμαύρωση, τα οποία θα δημιουργούσαν γεύσεις, αρώματα και σύσταση διαφορετικά από αυτά που χαρακτηρίζουν το προϊόν.

3.7.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση

Η ονομασία «Finocchiona» πρέπει να αναγράφεται με χαρακτήρες ευκρινείς, ανεξίτηλους, με χρώματα που να βρίσκονται σε μεγάλη αντίθεση με αυτά της ετικέτας, διακρινόμενους σαφώς και με διαστάσεις μεγαλύτερες από κάθε άλλη εγγραφή που εμφανίζεται στην ετικέτα και οπωσδήποτε όχι μικρότερους από 3 mm, και να ακολουθείται απευθείας από την ένδειξη «Indicazione Geografica Protetta» (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη) ή από το αρκτικόλεξο «I.G.P.» (ΠΓΕ). Στην ετικέτα πρέπει να εμφαίνεται πάντοτε το κοινοτικό λογότυπο της «ΠΓΕ», ενδεχομένως σε συνδυασμό με ενδείξεις σύμφωνες με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 628/2008. Στην ετικέτα επιτρέπεται επιπλέον η χρήση ενδείξεων που παραπέμπουν σε εκμεταλλεύσεις, ονόματα, έδρες, ιδιωτικά σήματα, συμπράξεις, εφόσον δεν έχουν εγκωμιαστικό χαρακτήρα και δεν παραπλανούν τον αγοραστή/καταναλωτή. Η αναφορά του ονόματος των χοιροτροφείων που προμηθεύουν την πρώτη ύλη για την παραγωγή του προϊόντος επιτρέπεται μόνον στην περίπτωση κατά την οποία αυτή η πρώτη ύλη προέρχεται στο σύνολό της από τα συγκεκριμένα χοιροτροφεία.

4.   Συνοπτική οριοθέτηση τησ γεωγραφικήσ περιοχήσ

Η περιοχή παραγωγής του προϊόντος «Finocchiona» ΠΓΕ περιλαμβάνει το σύνολο του ηπειρωτικού εδάφους της Τοσκάνης, χωρίς τα νησιά, περιοχή στην οποία παγιώθηκε με την πάροδο του χρόνου η παραγωγή αυτού του τυπικού αλλαντικού.

5.   Δεσμόσ με τη γεωγραφική περιοχή

5.1.   Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής

Η περιοχή παραγωγής του «Finocchiona» ΠΓΕ χαρακτηρίζεται από την παρουσία μιας ορεινής λωρίδας στα βόρεια και στα ανατολικά, που την οριοθετεί, και μιας ευρείας λοφώδους περιοχής, που περιλαμβάνει αμπελώνες, δασικές εκτάσεις, περιοχές και βοσκοτόπους ελεύθερης βοσκής, της οποίας το υψόμετρο μειώνεται προοδευτικά προς τις παράκτιες πεδινές περιοχές στα δυτικά.

Χάρη στην επίμορτη αγροληψία, που αποτελούσε τον τρόπο οργάνωσης της γεωργίας έως τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και, στη συνέχεια, αντικαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ιδιόκτητη επιχείρηση, αφενός διατηρήθηκε στην περιοχή η εκτροφή χοίρων της παραδοσιακής αυτόχθονης φυλής Cinta Senese —η οποία εν τω μεταξύ αντιμετώπισε και ξεπέρασε τον κίνδυνο εξάλειψης— και χοίρων λευκών φυλών, από τους οποίους προέρχεται η πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παρασκευή των σαλαμιών της Τοσκάνης, και αφετέρου μεταβιβάστηκαν από γενιά σε γενιά εξειδικευμένες δεξιότητες και τεχνικές επεξεργασίες για το Finocchiona.

Το κρέας, το κρασί και η διάχυτη παρουσία του αυτοφυούς μάραθου συνέβαλαν στη διαμόρφωση των γευστικών προτιμήσεων των τεχνιτών των αλλαντοποιητικών επιχειρήσεων, οι οποίες αποτελούν τους θεματοφύλακες της τεχνογνωσίας και των βιοτεχνικών μεθόδων παραγωγής που προέκυψαν από τις τεχνικές και συνήθειες αιώνων, κληρονομιά που διατηρείται έως σήμερα στα αλλαντοποιεία που είναι διάσπαρτα στην περιοχή.

5.2.   Ιδιοτυπία του προϊόντος

Το κύριο χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί το «Finocchiona» και το καθιστά μοναδικό στο πανόραμα των αλλαντικών είναι το έντονο και ξεχωριστό άρωμα του μάραθου, που χρησιμοποιείται σε μορφή σπόρων και/ή ανθέων στο μείγμα γέμισης, και η μαλακή υφή της φέτας που ορισμένες φορές τείνει να θρυμματίζεται κατά την κοπή. Η γεύση είναι φρέσκια και ορεκτική, ποτέ ξινή.

Η φέτα εμφανίζει μάζα με σωματίδια λίπους, τα οποία είναι κατανεμημένα κατά τρόπο ώστε να περιβάλλουν τα τμήματα κρέατος, με αποτέλεσμα το προϊόν να παραμένει μαλακό ακόμη και μετά από μακρά ωρίμαση. Τα σωματίδια λίπους και άπαχου κρέατος έχουν μέτριο έως μεγάλο μέγεθος και τα όριά τους δεν διακρίνονται σαφώς. Το χρώμα της φέτας ποικίλλει από κόκκινο του κρέατος στα άπαχα μέρη έως λευκό/ροδόλευκο στα λιπαρά μέρη, ενώ ενδεχομένως είναι ορατοί σπόροι και/ή άνθη μάραθου.

5.3.   Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΟΠ) ή με μια συγκεκριμένη ιδιότητα, τη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΓΕ)

Το «Finocchiona» έχει ιστορική φήμη που αποδεικνύεται από πολυάριθμα έγγραφα: καταγράφεται το 1875 στο έργο των Rigutini e Fanfani «Vocabolario della lingua parlata», ενώ στην έκδοση του 1889 του έργου «Vocabolario degli Accademici della Crusca» καθίσταται πρόδηλος ο δεσμός του Finocchiona με την περιοχή της Τοσκάνης. Η προέλευση του προϊόντος από την Τοσκάνη επιβεβαιώθηκε το 1977 από τον καθηγητή Italo Ghinelli. Το «Finocchiona» είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα αλλαντικά της Τοσκάνης και αναφέρεται τακτικά στα εβδομαδιαία δελτία προϊόντων αλλαντοποιίας που δημοσιεύονται από ένα έγκριτο εξειδικευμένο περιοδικό εθνικής κυκλοφορίας.

Το «Finocchiona» οφείλει τα χαρακτηριστικά του στους δεσμούς του περιβάλλοντος της Τοσκάνης, από το οποίο προήλθε, με τον ανθρώπινο παράγοντα που αλληλεπίδρασε με αυτό το περιβάλλον επί αιώνες και καθόρισε τη μέθοδο παρασκευής. Η πρωτότυπη επιλογή των συστατικών, κατά κύριο λόγο του μάραθου, που αποτελεί χαρακτηριστικό συστατικό πολλών τοπικών συνταγών και ανήκει στην ενδημική χλωρίδα της περιοχής παραγωγής, η αδιαμφισβήτητη αλλαντοποιητική ικανότητα και η ιδιαιτερότητα της τεχνογνωσίας που οφείλεται στο εξειδικευμένο προσωπικό το οποίο διαθέτει επιδεξιότητα και τεχνική ικανότητα, καθώς γνωρίζει πώς να επιλέξει και να προετοιμάσει τα καλύτερα τεμάχια, να ελέγξει τον ορθό βαθμό ομογενοποίησης λίπους και άπαχου μέρους, να αντιληφθεί πότε το σαλάμι έχει αποκτήσει την ενδεδειγμένη σύσταση και μαλακότητα, συμβάλλουν στη δημιουργία ενός μοναδικού και απαράμιλλου προϊόντος, του οποίου η φήμη έχει πλέον εδραιωθεί. Ακόμη και η χρήση κρασιού στο μείγμα γέμισης του «Finocchiona», η οποία προβλέπεται στην παραδοσιακή μέθοδο επεξεργασίας, καθιστά πρόδηλο τον ισχυρό δεσμό με την περιοχή της οποίας τα κρασιά είναι παγκοσμίως γνωστά. Η παραγωγή εκλεκτών κρεάτων προερχόμενων από χοίρους της φυλής Cinta Senese επέτρεψε την εξάπλωση των αλλαντοποιείων σε όλη την περιοχή, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίσει στη συνέχεια το προϊόν και να εδραιώσει στη συνείδηση των καταναλωτών τη φήμη του «Finocchiona» και τον δεσμό του με την Τοσκάνη.

Το «Finocchiona», το οποίο δεν λείπει ποτέ από το τυπικό πιάτο με τα «affettati toscani» (προϊόντα της Τοσκάνης σε φέτες), υπερέβη ακόμη και τα εθνικά σύνορα με την παρουσία του σε πολλές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, καθώς και σε χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών

[Άρθρο 5 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 (3)]

Η εθνική διαδικασία ένστασης ενεργοποιήθηκε με τη δημοσίευση της πρότασης αναγνώρισης της προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης «Finocchiona» στην Gazzetta Ufficiale della Repubblica Italiana αριθ. 18 της 23.1.2012.

Το ενοποιημένο κείμενο των προδιαγραφών μπορεί να αναζητηθεί στο διαδίκτυο, στη διεύθυνση: http://www.politicheagricole.it/flex/cm/pages/ServeBLOB.php/L/IT/IDPagina/3335


(1)  EE L 343 της 14.12.2012, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ.12. Αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (EE) αριθ. 1151/2012.

(3)  Βλέπε υποσημείωση 2.


Top